Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Λόρδε πριν να ξεψυχήσεις…

Posted by sarant στο 24 Μαρτίου, 2009


Ο Καπετάνιος του «Κώστα Γιαβή»

varnaΜια και αύριο είναι η επέτειος του ξεσηκωμού του 1821, σκέφτηκα να παραθέσω ένα γνωστό-άγνωστο ποίημα. Πρόκειται για τη «Χαρά του πολέμου» από τους Σκλάβους Πολιορκημένους του Βάρναλη. Μια πρώτη γραφή των Σκλάβων Πολιορκημένων προδημοσιεύτηκε το 1925 στο περιοδικό «Φιλική Εταιρεία». Να σημειωθεί ότι ο Βάρναλης υπογράφει με το εύγλωττο ψευδώνυμο Κώστας Γιαβής. Για τους μη βαρναλιστές, Γιαβής είναι ένας από τους ήρωες των Μοιραίων (κι η κόρη του Γιαβή στο Γκάζι…)

Λοιπόν, σε αυτή την πρώτη δημοσίευση, το ποίημα «Η χαρά του πολέμου» έχει άλλο τίτλο, «Ο καπετάνιος», άλλον υπότιτλο (αντί «Η σκιά ενός κλέφτη από τα περασμένα») και, το κυριότερο, έχει πολύ περισσότερες στροφές.  Οι στροφές που παραλείφθηκαν είναι κατά σύμπτωση αυτές που αναφέρονται στα τελευταία προεπαναστατικά χρόνια της κλεφτουριάς και στο Μεσολόγγι. Μάλλον ο Βάρναλης τις έβγαλε επειδή τις έκρινε σκληρές. Έτσι όμως η τελευταία στροφή της σημερινής μορφής του ποιήματος φαίνεται λιγάκι ξεκάρφωτη.

Παραθέτω λοιπόν την αρχική μορφή του ποιήματος. Οι στροφές που παραλείπονται στη σημερινή, στερεότυπη έκδοση, είναι γραμμένες με πλάγιους χαρακτήρες.

Ο Καπετάνιος

(Ένας κλέφτης ακουμπά στο ντουφέκι του και συλλογάται)

Καλοί μου χρόνοι αλλοτινοί,
μεγάλοι κι αψηλοί ουρανοί!
Ίσα μπάλλα, δίκιο χέρι,
πάντα πλούσιο μεσημέρι.

Κλεισούρες, έλατα, κορφές!
Με χίλιες κάνουλες κρυφές
ο σκοπός σου κατεβαίνει
ζήση μου τραγουδισμένη!

Παίρναμε όλοι το κλαρί,
σίντα του κούκου η βραχνιερή
η κραξιά μας εκαλούσε
κ’ η τριανταφυλλιά ν-εσκούσε

Η σούβλα σιγοτριγυρνά
κριάρια παχιά και τραγανά
και σε χόρτο πατημένο
καρυδόφυλλο στρωμένο.

Πήραμ’ αλεύρι απ’ τον αγά,
απ’ τον προεστό σφαχτά ζυγά
κι απ’ το πέρα μοναστήρι
κρασί με κεφαλοτύρι.

Κι αν είστε σκύλοι αρματολοί,
είμαστε λύκοι με μαλλί.
Γρήγορα τ’ αρματολίκι,
γιατί φτάσαμε σα λύκοι!

Μέσα στ’ ασήμι, στο φλουρί
σαν Ήλιοι αστράβαμε πυρροί
και πα στου χορού τα πρέπια
φίδια ειμάστε με τα λέπια.

Πώς ροβολούσαμ’, αδερφοί,
σίντας εστέρναμε γραφή
στ’ Άγναντα και στο Κομπότι,
στον κατή και στο δεσπότη.

Γραφή καμένη στις γωνιές:
«Σας κάψαμε σα θεμωνιές»
με το διώμα, με το σείσμα,
με τραγούδι και με πείσμα.

Παλουκωμένα ως σας γρικώ,
προεστών καυκάλια και Τουρκώ,
κάνω τη φτερούγα πήχη
κάνω πιθαμή το νύχι!

Μα σαν επλάκωνε χειμός,
μας έπιανε βαρύς καημός
κ’ ένας-ένας κατηφόρα
για τον κάμπο, για τη χώρα.

Καράβι ερχέται από τη Χιο
με τις βαρκούλες του τις δυο:
έτσι μπαίναμε στη χώρα
μ’ όλα τα πανιά μας φόρα.

Σαν εκκλησιές μολυβωτές
και κοντυλοπελεκητές
μ’ όλα τ’ άρματά μας φόρα
καμαρώναμε στη χώρα.

Κ’ ένας τον άλλονε σκουντά,
να μας θαμάξει από κοντά.
Κι αργαλειός -σαγίτα, χτένια-
μας εταίριαζε τα παίνια.

Μα’ ρθε και δίσεχτη χρονιά –
μπαμπέση Αλή, κρυφέ φονιά,
που μας πήρες στο κυνήγι
κι’ όπου φύγει κι’ όπου φύγει.

Ένας αφήνει τα βουνά
και πέφτει και σε προσκυνά
κι’ άλλος πάει στην Άγια Μαύρα
να περάσει γέρα μαύρα.

Άνεργη ζήση, που χωρίς
ρεμούλα κι’ αίμα δεν μπορείς!
Μόσκοβε, έλα με φρεγάδες!….
Τούτη η άνοιξη, ραγιάδες!….

Κ’ ήρθε το μήνυμα ταχιά:
πρώτη σηκώθηκε η Βλαχιά!
Και γελάσανε τα χείλη
με τ’ αξό το καριοφίλι.

Μα χύμηξε τουρκιά πολλή
και μες στο κάστρο αυτό μας κλει.
Μα ψηλά βαστά η ψυχή μας,
όσο η θάλασσα η δική μας.

Μα τώρα μάς την πήρε πια
Αράπης απ’ την Αραπιά!…
Θάνατε, κι’ αν σ’ αντικρύζω,
μα στην πείνα ομπρός λυγίζω.

Δεν είναι τρόπος για να βγεις,
-ω, κάλεσμα της πέρα γης!…-
Στερνό πήδημα να κάνεις
πριν πιαστείς ή πριν πεθάνεις.

Και τότες η καρδιά πιστή
θα πιάσει να λογαριαστεί
με τον Φώτο με τον Γιάννη,
που αδερφούς η Τύχη κάνει.

(δυνατά) Μα πρώτα πάμε κάτου στα
παράθυρά του τα κλειστά:
«Λόρδε! πριν να ξεψυχήσεις
το μιστό να μας μετρήσεις!»

Advertisement

3 Σχόλια προς “Λόρδε πριν να ξεψυχήσεις…”

  1. Μαρία said

    Ο μπαμπα Κώστας θύμα του ΑΣΕΠ ή κανείς δεν αντέχει να φτάσει ως την τελευταία στροφή;-)

  2. sarant said

    Και τα δύο, θα έλεγα -να λοιπόν γιατί έκοψε τις στροφές ο Βάρναλης: ήταν μεγάλο το ποίημα και δεν το διάβαζε κανένας 🙂

  3. Μαρία said

    Η ειρωνεία είναι οτι το κατά τη γνώμη μου καλύτερο «λόρδε…» ήταν στο τέλος.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: