Περί ποδοσφαίρου και δε συμμαζεύεται
Posted by sarant στο 27 Ιουλίου, 2010
Το άρθρο αυτο του πατέρα μου, Δημ. Σαραντάκου, δημοσιεύτηκε σήμερα στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της Μυτιλήνης και πριν από μερικές ημέρες στα Αιγινήτικα Νέα. Το ποίημα του Πανσέληνου που κλείνει το άρθρο, το είχαμε παρουσιάσει και συζητήσει παλιότερα εδώ.
Ξέρω πως με όσα θα διαβάσετε, αγαπητοί αναγνώστες, θα εξοργίσω πολλούς και ενδεχομένως θα στεναχωρήσω περισσότερους, αλλά πιστέψτε με δεν είναι τέτοια η πρόθεσή μου. Απλώς θέλω να διατυπώσω κάποιες απόψεις, που σε πολλούς μπορεί να φανούν αιρετικές ή εικονοκλαστικές, αλλά που έχω εξακριβώσει πως τις συμμερίζονται πολλοί άνθρωποι, μόνο που δεν τις εκφράζουν ελεύθερα.
Τώρα που τέλειωσε το Μουντιάλ και μπορεί ο μέσος άνθρωπος να ανοίξει την τηλεόρασή του για να ακούσει ειδήσεις ή να δει μια ταινία ή ένα ντοκυμαντέρ, χωρίς να πέσει απάνω σε ματς, ας πω κι εγώ την άποψή μου για το δημοφιλές αυτό σπορ.
Σας εξομολογούμαι λοιπόν το κρίμα μου: ποτέ μου δεν υπήρξα φίλος του ποδοσφαίρου. Το αντίθετο μάλιστα, αντιπαθώ αυτό το σπορ, γιατί πιστεύω πως μακρινή μόνο σχέση έχει με τον αθλητισμό. Στην πραγματικότητα εξυπηρετεί άλλους σκοπούς και στόχους, που δεν είναι οι προβαλλόμενοι και διαφημιζόμενοι, δηλαδή το φίλαθλο πνεύμα, η ευγενής άμιλλα, η απομάκρυνση των νέων από τα καφενεία, τα πορνεία και τα ναρκωτικά και άλλα ηχηρά παρόμοια.
Αυτοί οι στόχοι, όντως υπάρχουν και επιτυγχάνονται κουτσά στραβά, αλλά μόνο στην κλίμακα των ποδοσφαιρικών ομίλων της γειτονιάς, ή των μικρών πόλεων και χωριών. Εκεί πράγματι το ποδόσφαιρο είναι ένα μέσον, για τους εφήβους και νέους να εκτονώσουν τη ζωτικότητά τους.
Οι πραγματικοί και μη προβαλλόμενοι όμως στόχοι, που υπάρχουν ακόμα και στις μικρές ομάδες είναι άλλοι: για κάποιους, πολύ λίγους φυσικά, να βγάλουν κανένα φράγκο, είτε ξεπουλώντας στον αντίπαλο ένα παιχνίδι, είτε διαχειριζόμενοι καταλλήλως (ξέρουμε τώρα) τη χορηγία από τη δημοτική αρχή, η οποία κατά κανόνα στον αθλητισμό (που εδώ πάντα ταυτίζεται με το ποδόσφαιρο) δίνει δεκαπλάσια από όσα δίνει στον πολιτισμό. Μπορεί ακόμα για κάποιους φιλόδοξους, που βλέπουν μακριά, να αποτελεί εφαλτήριο για τη σταδιοδρομία τους στην πολιτική.
Όσο για τις μεγάλες ποδοσφαιρικές ομάδες, αυτές είναι σκέτες οικονομικές επιχειρήσεις, που προσπορίζουν στον κάτοχο του κρίσιμου πακέτου των μετοχών, όχι μόνο τεράστια κέρδη, αλλά και κύρος και επιρροή και δύναμη. Γιατί, πώς να το κάνουμε, το ποδόσφαιρο, μαζί με την τηλεόραση, αποτελούν τα σύγχρονα «όπια του λαού». Είναι χαρακτηριστικό πως κάθε οικονομικός παράγοντας, που θέλει να επηρεάζει και τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας, επιδιώκει να εξασφαλίσει: α) τον έλεγχο μια μεγάλης ποδοσφαιρικής ομάδας, β) τον έλεγχο ενός καναλιού της τηλεόρασης ή έστω ενός ραδιοσταθμού και γ) πακέτο μετοχών σε μια Τράπεζα.
Αν θυμάστε, έτσι ξεκίνησε κι ο Μπερλουσκόνι στη γειτονική Ιταλία.
Εκείνο που με θλίβει και δεν μπόρεσα ακόμα να χωνέψω, είναι το πρόσφατο γεγονός, επιφανής πολιτικός, άνθρωπος ομολογουμένως έξυπνος, μετρημένος και οπωσδήποτε έντιμος, δέχτηκε να γίνει πρόεδρος μια τέτοιας μεγάλης επιχείρησης. Δεν το καταλαβαίνω. Φαντάζεται πως με την παρουσία του σε έναν τελείως ξένο γι’ αυτόν επιχειρησιακό τομέα, θα τον εξυγιάνει; Αστεία πράγματα. Δεν ξέρω γιατί, αλλά μου θυμίζει ένα παλιό ίνδαλμά μου, που ξεκίνησε να αναμορφώσει τη μιαν από τις δύο υπερδυνάμεις και κατάντησε στο τέλος να διαφημίζει πίτσες!
Πριν από πολλά χρόνια είχα την τιμή και την ευτυχία να γνωρίσω προσωπικά τον μεγάλο Λέσβιο ποιητή Ασημάκη Πανσέληνο, ο οποίος με το ποίημά του «Ποδοσφαιρικό ματς» με εκφράζει απόλυτα και γι’ αυτό θα κλείσω μ’ αυτό το σημείωμά μου:
Εικοσιδυό λεβέντες και μια μπάλα
τις ώρες της δουλειάς και της σχολής μας
με ιδανικά τις γέμισαν μεγάλα,
να φτιάξουν, λέει, το μέλλον της φυλής μας.
Πόδια στραβά, στραβά μυαλά και χέρια,
κωλοπηδούν να πιάσουνε τ’ αστέρια!
Ορμούν, χτυπούν και κουτουλούν σα βόδια,
να βρουν το νόημα της ζωής στην πάλη,
όλο τους το μυαλό πήγε στα πόδια
και λες κλοτσούν πια τ’ άδειο τους κεφάλι
και ζουν κι αυτοί κι ο λαός μια καταδίκη
ανάμεσο στην ήττα και στη νίκη.
Νοικοκυραίοι, φτωχοί μαγαζατόροι
κινούν νωρίς τ’ απόγεμα σα λύκοι,
της ζωής οι νικημένοι, με το ζόρι,
της νίκης ν’ απολάψουν τ’ αλκολίκι
και κλειούν σ’ ενός μαντράχαλου τα σκέλια
του κόσμου την αρχή και τη συντέλεια.
Κι ύστερα χουγιαχτό, βουή και χτύπος
και δεν έχει προβλήματα η ζωή,
καλά που ’ναι κι ελεύτερος ο τύπος,
για να μαθαίνει ο κόσμος το πρωί
πόσο κλοτσάει με νόηση ένα χαϊβάνι
κι η Λίζα η Τέιλορ έρωτα πώς κάνει.
Στείρα καρδιά και δύναμη τυφλή,
παράγουν ήρωες μαζικά στους τόπους.
Ω, κι αν βρισκόταν δυο άνθρωποι δειλοί,
να σώσουν απ’ τους ήρωες τους ανθρώπους,
που ζουν σ’ ενός πολέμου, πες, τη δίνη,
για να μη συνηθίζουν την Ειρήνη.
Κι ω να βρισκόταν και στον κόσμο μια άκρη
που η χλαλοή του ματς να μην τη σκιάζει
να υπάρχει μια χαρά και μες στο δάκρυ
κι ένας καημός στων κοριτσιών το νάζι,
της Κυριακής χρυσή να πέφτει η εσπέρα
χωρίς κραυγή πολέμου και φοβέρα.
Επιμύθιο: Διαβάζετε, αγαπητοί αναγνώστες, ποίηση. Κάνει καλό.
π2 said
Βεβαίως να διαβάζουμε ποίηση. Τον -φανατικό ποδοσφαιρόφιλο- Αναγνωστάκη για παράδειγμα. 😉
Όσο για τον νέο πρόεδρο του Παναθηναϊκού της Αριστεράς και της Προόδου, πρέπει να είμαι από τους λίγους στους οποίους η πρόσληψη δεν προκάλεσε έκπληξη. Κάποια στιγμή θα ερχόταν και σε μας η μόδα της πρόσληψης πρώην πολιτικών σε υψηλόβαθμες επιχειρηματικές θέσεις.
Κωνσταντίνος Φλωρίδης said
Αισθάνομαι υποχρεωμένος να πω ότι αν και συμφωνώ με το άρθρο και τον χαρακτήρα του ποδοσφαίρου , μου αρέσει το ποδόσφαιρο…
Για μένα ο Γκορμπατσώφ παραμένει ίνδαλμα κι ας κατάντησε να πουλάει πίτσες.Δεν φταίει αυτός αλλά η πόρνη η Ιστορία. Και η μπάλα πόρνη είναι όπως είπε κάποτε και ο Γκμοχ!
sarant said
2: Όχι ο Γκμοχ, ο Όσιμ!
1: Πιδύε, κι εγώ στη θέση σου δούλεμα θα έκανα 🙂
π2 said
Δεν τον δουλεύω τον άνθρωπο, Νίκο, απλώς κλείνω το μάτι στους υπόλοιπους εδώ μέσα που έμαθαν (είτε σε πιο μεγάλη ηλικία όπως εγώ είτε νωρίτερα) να μην ντρέπονται να ομολογήσουν ότι τους αρέσει το ποδόσφαιρο.
dinosfl said
Ευχαριστώ για την διόρθωση κ. Σαραντάκο. Κι εσείς ποδοσφαιρόφιλος σε αντίθεση με τον αξιοθαύμαστο πατέρα σας;Χαίρομαι.
ΣοφίαΟικ said
Θ έλεγα ότι αυτά που γράφει ο πατήρ 40ακος για το ποδόσφαιρο ισχύουν και για το μπάσκετ και σε μικρότερη κλίμακα και για το βόλεϊ και για άλλα τέτοια αθλήματα. Τα ατομικά σπορ απλά διαφέρουν στο ότι ο κύριος επωφελούμενος είναι ένας, με μερικούς παρατρεχάμενους, ενώ στα ομαδικά υπάρχει ολόκληρο δίκτυο επωφελούμενων. Και φυσικά υπάρχουν κι οι επωφελούμενοι στις ομοσπονδίες,εθνικές και διεθνείς.
Αλλά, αυτό είναι ο κόσμος του θεάματος, είτε το θέαμα λέγεται σκυταλοδρομία, είτε λέγεται χολυγουντιανή ταινία. Εφόσον είναι μεγάλο το πιθανό κέρδος, θα είναι μεγάλο και το ενδιαφέρον για ρίσκο και για απάτη.
Ο Γκορμπατσώφ παρεμπιπτόντως απλά «κατάντησε» πολυεκατομμυριούχος και θαμώνας των κοσμικών στηλών, με τις εγγονούλες του αγκαζέ σε σαλόνια εστεμμένων, βιομηχάνων και σταρ του σινεμά, να προσποιούνται τους αριστοκράτες. Για τη διαφήμιση καλοπληρώθηκε, και είπε ότι όλα τα λεφτά πήγαν σε κοινωφελή σκοπό.
Όσο για τον νέο πρόεδρο του Παναθηναικού, αυτό που λέει ο Π2 στο 1. Ελπιζω να μη μας έρθει κι η μόδα να γίνονται διευθυντές επιχειρήσεων οι πρώην στρατιωτικοί (υποτίθεται ότι ξέρουν από διοικητικά).
Bambola Nera said
Συμφωνώ με τα περί ποδοσφαίρου, αλλλά δεν καταλαβαίνω,
γιατί η διαφήμιση πίτσας συνιστά κατάντια. Η δουλειά
δεν είναι ντροπή. Δηλαδή αν ήταν μάνατζερ του North
Stream θα ήταν άξια η συνέχεια; Ή αν έπαιρνε μια παχυλή
σύνταξη και άραζε σε μια σπιταρόνα στα περίχωρα της
Μόσχας;
καλοπροαίρετος said
«Οι μεγάλες ποδοσφαιρικές ομάδες προσπορίζουν στον κάτοχο του κρίσιμου πακέτου των μετοχών κύρος και επιρροή και δύναμη»; Πιο συχνό είναι το αντίθετο: να μπεις στο ποδόσφαιρο γνωστός και επιφανής στον επιχειρηματικό σου χώρο, και να βγεις, εκτός από ψειρισμένος, έχοντας χάσει πόντους. Ο Μυτιληναίος, και από το μπάσκετ ο Φιλίππου, εκτός από τις καραβιές μπικικίνια που έχασαν, ακόμα πληρώνουν (και θα πληρώνουν), και επλήγη και το σοβαρό επιχειρηματικό προφίλ τους. Ο Ρέμος, δημοφιλής και αγαπητός μπήκε στον Ηρακλή, και τώρα δεν τολμάει να εμφανιστεί στη Θεσσαλονίκη· τον έκαναν και σύνθημα οι «γριές»: «Μπρος γκρεμός και πίσω Ρέμος».
«Οι μεγάλες ποδοσφαιρικές ομάδες προσπορίζουν στον κάτοχο του κρίσιμου πακέτου των μετοχών τεράστια κέρδη»; Αν μιλάμε για έσοδα καθαρά από το ποδόσφαιρο, κάθε άλλο. Ο καθένας που μπαίνει στο ποδόσφαιρο σαν παράγοντας, ξέρει, ή πολύ σύντομα παθαίνει και μαθαίνει, ότι θα ρίχνει και θα ρίχνει χρήμα σε βαρέλι δίχως πάτο. Ο Αμπράμοβιτς και ο Μοράττι, ο Κόκκαλης και ο Βαρδινογιάννης, ο Σταυρόπουλος και ο Τραγκουμανίδης (δεν θέλω αντιρρήσεις, ο Πανηλειακός και ο Βύζας είναι, όχι απλώς μεγάλες, μέγιστες ομάδες), έχουν βάλει απίστευτα, για τα μέτρα του καθενός, χρήματα, τα οποία δεν υπάρχει, ούτε εξ αρχής υπήρχε, η παραμικρή πιθανότητα να πάρουν πίσω. Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι οπαδοί των ομάδων τους, αντί να τους ευγνωμονούν, τους τη λένε κι από πάνω.
Η πορεία των μεγαλομετόχων στις ποδοσφαιρικές ομάδες είναι περίπου η εξής: μπαίνω, είτε πρωτόβουλα και εν γνώσει μου ότι θα χάσω χρήμα (Μαρινάκης), είτε παρασυρμένος από απατηλές υποσχέσεις (Γρηγορόπουλος· δεν ήξερα, δεν ρώταγα;)· δίνω, δίνω, δίνω· φτάνω να χρωστάω σε όποιον μιλάει ελληνικά, ενδεχομένως και γκουαρανί, αν έχω πάρει τον Γκαμάρρα, ή και γιόρουμπα, αν έχω πάρει τον Μπαμπανγκίντα· και, είτε, αν έχω ατέλειωτο χρήμα, κρατάω την ομάδα σαν μια ζημιογόνα θυγατρική στο σύμπαν των επιχειρηματικών μου δραστηριοτήτων για να κάνω το κομμάτι μου μέχρι να κουραστώ ψυχολογικά ή ηθικά (Βαρδινογιάννης –ο καπετάνιος εννοείται– και οι λίγοι όμοιοι), είτε, αν έχω πεπερασμένο χρήμα, στεγνώνω, ψάχνω το επόμενο κορόιδο να μεταβιβάσω την ομάδα, και τελικά την πουλάω αντί πινακίου φακής ή τη χαρίζω στον ερασιτέχνη αν είναι ΠΑΕ, με τεράστια οικονομική ζημιά (Κανελλάκης και οι πολλοί όμοιοι)· αν έχω παρασυρθεί και από τα φίλαθλά μου αισθήματα, έχω καλές πιθανότητες να μπω βασιλιάς του χάλυβα και να βγω πανί με πανί (Μπάρλος) ή να κάνω και στην καγκελλαρία (Σταματελάτος).
Και, εκ του αντιθέτου: Αν ήταν πια τόσο κερδοφόρα επιχείρηση το ποδόσφαιρο, από την πλευρά της φήμης αλλά και από την πλευρά των χρημάτων, γιατί δεν είναι γεμάτο από Μελισσανίδηδες, τουτέστι μεγιστάνες και συνάμα φίλαθλοι των ομάδων τους; Και, αν προσφέρει κύρος και επιρροή και δύναμη, γιατί κανένας Βγενόπουλος ή άλλος παναθηναϊκάρας (η διαφορά παναθηναϊκού και παναθηναϊκάρα είναι νομίζω σαφής, και αντίστοιχη με τη διαφορά ελληναρά και ελληνάρα) δεν μπαίνει μπροστινός για πρόεδρος στον Παναθηναϊκό και εν τέλει τοποθετείται όποιος τοποθετήθηκε;
Αν βγάζουν χρήμα κάποιοι από το ποδόσφαιρο, αυτοί είναι οι ποδοσφαιριστές, και μάλιστα μόνο οι κορυφαίοι, και οι ατζέντηδες και λοιποί πάροχοι υπηρεσιών και φρέσκου αέρα. Οι μεγαλομέτοχοι, όχι. Τώρα, γιατί πετυχημένοι επιχειρηματίες μπαίνουν στο τριπάκι, είναι ανεξήγητο. Μπορεί να τους αρέσει η ποδαρίλα των αποδυτηρίων, τι να πει κανείς. Αν πάντως ήμουν Κόκκαλης, θα έβρισκα άκρως υποτιμητικό να καθήσω στο ίδιο τραπέζι να διαπραγματευτώ με τους Σελούκ και τους Ζάχοβιτς.
Μιχάλης Νικολάου said
…διαφημίζει πίτσες; Ο Bob Dole (μετά την εκλογική ήττα του από τον Κλίντον) διαφήμιζε Viagra!
Χρηστος Κ. said
#8 Ξοδεψα τεσσερα πακετα χαρτομαντηλα διαβαζοντας για τους κακομοιρηδες προεδρους. Μαλλον δεν ειναι ετσι οπως τα λετε. Και μαλλον τα λεφτα που κερδιζουν δε προκειται να εμφανιστουν ποτε ως κερδη. Μπατατουδης, Ψωμιαδης και λοιπα λαμογια μαλλον κερδισμενοι βγηκαν απο την ενασχοληση τους με τη μπαλα. Αυτο που ειναι αποριας αξιο ειναι γιατι η πολιτεια δε ρωτα π.χ. τον Μαρινακη που βρηκε αυτον το πακτωλο χρηματων και τον σκορπα σα νατανε τσιχλες. Ποθεν εσχες ολα αυτα τα φραγκα κυριε και μαλιστα σε εποχη κρισης. Δε θα πω για χρεη προς το δημοσιο και τα ασφαλιστικα ταμεια ουτε για χαρισματα γηπεδων απο τη πολιτεια σε ΑΕ οπως αυτο του Ολυμπιακου. Η βιομηχανια του ποδοσφαιρου ειναι απο τις πιο βρωμικες και κερδοφορες βιομηχανιες και φυσικα χαριζει κατασπρα λευκα λεφτα. Αν βαλεις και την εξουσια-αναγνωρισιμοτητα που απορεει απο το αθλημα τοτε δεν ειναι περιεργο οτι ολα οι μαφιοζοεπιχειρηματιες θελουν να ασχοληθουν με αυτο.
ΣοφίαΟικ said
8: Δηλαδή όλοι οι ποδοσφαιρικοί παράγοντες ανά τον κόσμο είναι θύματα της αγάπης τους για το σπορ, που το αφήνουν να τους τρώει τα λεφτά που έβγαλαν από τις άλλες επιχειρηματικές τους δραστηριότητες; Δηλαδή οι Ρώσσοι μεγιστάνες από φίλαθλο πνεύμα και λατρεία προς τις δυτικοευρωπαϊκές ομάδες τις αγοράζουν, αντί να αγοράζουν ρώσσικες;
Να απαντήσω και στην ερώτησή σου: δεν υπάρχει τίποτα ανεξήγητο. Οι δυνατότητες για ξεπλυμα χρηματος ή εξαφάνιση εισοδημάτων είναι πολύ μεγάλες στο ποδόσφαιρο, και φυσικά συμφέρει και όταν είναι κερδοφόρα και όταν είναι ζημιογόνα η επιχείρηση. Οι ποδοσφαιριστές είναι εξαιρετικά καλά αμειβόμενα πιόνια, αλλά μη λέμε ότι μόνο αυτοί επωφελούνται.
sarant said
Καλοπροαίρετε, σκέτη απόλαυση το κείμενό σου, γελούσα μέσα στη νύχτα διαβάζοντάς το με κίνδυνο να θεωρηθώ αλαφροΐσκιωτος, αλλά οι αντιρρήσεις των επόμενων βάσιμες, θαρρώ.
Ηλεφούφουτος said
sx.7 «γιατί η διαφήμιση πίτσας συνιστά κατάντια. Η δουλειά
δεν είναι ντροπή.»
Κι ο ποιητής άλλωστε λέει «Για να γυρίσει ο Ήλιος θέλει δουλειά πολλή»
Τον Γκόρμπι είχε στο νου του. Ξέρεις τι μόχθο απαιτεί αυτή η δουλειά;
καλοπροαίρετος said
Μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω
Δεν θα δευτερολογήσω, θα ξεφύγουμε, και το ιστολόγιο είναι γλωσσικό και λογοτεχνικό. Ας μιλήσουμε με αυτούς τους όρους.
Θα αφήσω να τα πει καλύτερα, όχι ένας από τους πολυάριθμους λογοτέχνες που έγραψαν εκτενείς σκηνές σε ποδοσφαιρικό συγκείμενο (Φραγκιάς) ή και ολόκληρα διηγήματα με ποδοσφαιρικό περιεχόμενο (Σκαμπαρδώνης, Καζαντζής, Σκάσσης, Χιόνης, Πετσετίδης, Χαριτόπουλος, Γκουρογιάννης, Παπαστάθης), ή ποιήματα (Εγγονόπουλος, Εμπειρίκος, Ρίτσος, Δικταίος, Χατζιδάκις, Καρούζος), ακόμα και μυθιστορήματα (Κουμανταρέας), αλλά ο δημοσιογράφος της Sportday και του Nova Σπορ FM Χρίστος Χαραλαμπόπουλος. Παραθέτω αποσπάσματα από το διήγημά του «Ο Τζίμης ο κυλάει», από τη συλλογή «Το ημίχρονο του θανάτου», Ελληνικά Γράμματα 2005:
[…] Γυρίζει στον καφετζή, του σφυρίζει και του κάνει ένα νόημα δυσερμήνευτο. Εκείνος έρχεται και ακουμπάει πάνω στο ποδοσφαιράκι ένα μεγάλο μπλοκ ζωγραφικής, με ένα από εκείνα τα παλιά μεταλλικά στιλό, με τα τέσσερα διαφορετικά μελάνια. Ο Τζίμης άρχισε να σχεδιάζει πάνω στο χαρτί, με σκυμμένο κεφάλι, μιλώντας ασταμάτητα.
«Μου περνιέσαι και για διαβασμένος… πώς βλέπεις, ρε αγροίκε, ένα έργο γλυπτικής και ψάχνεις τον κάθετο άξονα στο έργο; Έτσι έπρεπε να βλέπεις και τον Κούδα στο γήπεδο».
[…] Μιλούσε και ζωγράφιζε με παροξυσμό στό χαρτί τις γραμμές για δεκάδες παιχνίδια, εκατοντάδες φάσεις… ζωγράφιζε πυρετωδώς χιλιάδες επινοήσεις και πάνω στο χαρτί του βγαίνανε σχήματα γεωμετρικά, όλων των ειδών, σχήματα αλλόκοτα, παράξενα… έβγαιναν αστέρια, πουλιά, χαμόγελα, μέχρι και τρεχαντήρια, πράγματα που ποτέ δεν είχα φανταστεί.
«Και θες να καταλάβεις, ρε χαμουτζή, από Κούδα… δεν τα χωράει κάτι τέτοια το κουκούτσι σου… […] Λέγε, ρε χαμουτζή, το χωράει το κουκούτσι σου; Το χωράει ότι το ποδόσφαιρο είναι τέχνη και γεωμετρία; Ότι ένα γλυπτό σε φυσικό μέγεθος μπορεί να κινείται στο γήπεδο; Ότι στο γήπεδο ο κύκλος τετραγωνίζεται; Το χωράει ρε; Σε ρωτάω… […] Έπρεπε τα γήπεδα απ΄ έξω να ΄χουνε την ίδια επιγραφή που είχε και η ακαδημία του Πλάτωνα –μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω– και τότε να δούμε πού θα βλέπατε μπάλα…»
[…] (Β)άζει τα χέρια του πάνω στις ρόδες κι αρχίζει να σπρώχνει το καροτσάκι προς την έξοδο. […]
«Ρε Τζίμη, δεν μου είπες… τι ήτανε, τελικά, για σένανε ο Κούδας;»
Ο Τζίμης σταμάτησε το καροτσάκι, γύρισε, με κοίταξε με εκείνα τα λαμπερά πράσινα μάτια που είχαν βουρκώσει και μου είπε με καθαρή φωνή:
«Τα πόδια μου, ρε χαμουτζή… τα πόδια μου…»
Ύστερα έβαλε τα χέρια του σταθερά στις ρόδες, έγειρε ελαφρά προς τα εμπρός, κατέβηκε σιγά σιγά την μπάρα και χάθηκε στον μισοσκότεινο δρόμο. Μέσα στο καφενείο άρχισε να ψιχαλίζει…
Σπήτσλεςς.
voulagx said
#14 «…και το ιστολόγιο είναι γλωσσικό και λογοτεχνικό»
καλοπροαιρετε, μην το λες αυτο, ο Νικοκυρης δεν βαζει κοκκινη γραμμη (οχι σαν κατι αλλους – ονοματα δεν λεμε, υποληψεις δεν θιγουμε – που ιστοΡολογουν απο τη μια και ποδοσφαιΡολογουν απο την αλλη πλευρα της κοκκινης γραμμης)
😉 👿
sarant said
Όμως το διήγημα είναι ωραίο -θα παραγγείλω το βιβλίο.
καλοπροαίρετος said
Δεν θα μετανιώσεις, Νίκο· εκτός από τον «Τζίμη», οι δύο πρώτες από τις έντεκα ιστορίες του βιβλίου είναι εξαίρετες. Προς αποφυγή παρανοήσεων, κάποια από τα κείμενα δεν είναι ακριβώς διηγήματα, αλλά, πώς να το πω, σαν σύντομες ιστορικές βιογραφίες κάποιων προσώπων (π.χ. Γκαρρίντσα, αδελφοί Τσάρλτον), ωραία δοσμένες λογοτεχνικά πάντως· υπάρχει και το «Το παιχνίδι του θανάτου» για το ομώνυμο ματς του 1942 στο Κίεβο μεταξύ σοβιετικών αιχμαλώτων πολέμου και γερμανών στρατιωτών, γνωστού από την ταινία του Τζων Χιούστον «Η μεγάλη απόδραση των έντεκα» (1981· το γήπεδο που δονείται από τους θεατές που ψάλλουν τη «Μασσαλιώτιδα» και το βλέμμα του τερματοφύλακα Σταλλόνε, σχεδόν μύτη με μύτη με τον γερμανό που ετοιμάζεται να χτυπήσει το πέναλτυ και που τελικά μπλοκάρει ο Τέλης – συγγνώμη, ο Συλβέστερ ήθελα να πω, είναι χάιλάιτ ολκής). Και το βιβλίο κλείνει με μια ωδή στον Δεληκάρη. Δείγμα:
Εσύ,
μας τύλιξες σε αγριολίβαδα ανείπωτης ευτυχίας,
με μία Σου ντρίμπλα,
μία Σου προσποίηση
και μια κάθετη μπαλιά στον κενό χώρο
εκεί όπου περίμενε ο Υβ,
για να αποκρυπτογραφήσει την ακατανόητη
– για πολλούς –
σφηνοειδή γραφή βήτα του ποδοσφαίρου.
Και ο Χαραλαμπόπουλος δεν είναι ο μόνος που έγραψε ωδή σε ποδοσφαιριστή. Υπάρχουν ωδές στον Αρδίζογλου και στον Υφαντή, και ποιήματα με αναφορές στον Κούδα, στον Αϊδινίου, στον Καπερνέκα· ξεχωρίζει ένα ποίημα για τον Τζωρτζ Μπεστ που έγραψε ο… Μάνος Χατζιδάκις! Μια ωδή του Ανέστη Ευαγγέλου στον Τόλη Καζαντζή με μπερδεύει: αναφέρεται στην, άγνωστη σε μένα, ποδοσφαιρική πτυχή του θεσσαλονικέως λογοτέχνη, ή όλο το ποίημα είναι μεταφορικό; Η αγαπημένη μου πάντως είναι μια ωδή στον Δαβουρλή του Θανάση Βενέτη. Ο παιχταράς αυτός με το σουτ-οβίδα εμφανίζεται και στο διήγημα του Κώστα Λογαρά «Ο κανονιέρης, ο μάγος και ο σκοτεινός πρίγκηπας». Ο συγγραφέας ήταν τερματοφύλακας στην Παναχαϊκή γύρω στο 1970 και συμπαίκτης των Δαβουρλή, Στραβοπόδη και Ρήγα – αυτοί αντιστοιχούν στα παρατσούκλια του τίτλου. (Πρίγκηπας πάντως, μαύρος πρίγκηπας συγκεκριμένα, ήταν το παρατσούκλι του Δαβουρλή, μαυριδερός ένεκεν, τσιγγάνος αφού.)
Υπάρχουν άφθονα λογοτεχνήματα αφιερωμένα, ή με αναφορές, σε ποδοσφαιριστές· σε κορυφαίες μορφές από άλλα αθλήματα; Έχουν οι Γκούμας, Παπανικολάου, Γαλακτόπουλος, Δήμας, Κακλαμανάκης, μια ωδή που να τους υμνεί, έστω ένα ποίημα, κατά προτίμηση όχι της πυρκαγιάς, όπου να αναφέρονται; Αμφιβάλλω· ακόμα και για μυθικές μορφές όπως Λούης, Τσικλητήρας, Λόντος και Κυριακίδης, που άκμασαν σε εποχές που οι διακρίσεις ήσαν πολύ σπανιότερες και ο κόσμος έγραφε περισσότερο και καλύτερα, δεν γνωρίζω να υπάρχει κάτι. Μόνο ένα μέτριο τραγούδι της Αφροδίτης Μάνου, το «Για ποια Ελλάδα» (1994), έχει αναφορά στην Πατουλίδου. Τυχαίο; Δεν νομίζω…
sarant said
Καλοπροαίρετε, πρέπει να συμπληρώσεις τα ποιήματα για ποδοσφαιριστές με την «Μπαλάντα του απερχόμενου ντριπλέρ του καιρού τούτου», του μακαρίτη του Λάγιου, για τον Μαραντόνα:
Στη δίψα μου ονειρεύομαι τον Ντιέγκο,
νεροσυρμή στην εσχατία του πόνου·
με τον Μακρή, τη Νοταρά, τον Βέγγο.
Ένας χωριάτης, πάνω στου ημιόνου
την πλάτη, με την έλλαμψη του μόνου
Έλληνος, που θα χτίσει Παρθενώνα.
Να θεωρεί με την πίκρα, του αυτοκτόνου
το περιστέρι, ο Ντιέγκο Μαραντόνα.
Θολωμένο και γύφτικο το μάτι·
το εναρκτήριο λάκτισμα δικό του
σ’ όλα της Γης τα μήκη και τα πλάτη.
Να κουβαλά τα φτωχικά του Νότου
στο χρυσοεπιπλωμένο αρχοντικό του.
Ως τέλειωνεν της θλίψης τον αγώνα
τον είδα: είχε κακό το ριζικό του
το περιστέρι, ο Ντιέγκο Μαραντόνα.
Εκεί, στη μακρινότατη Αρτζεντίνα
η οδύνη του είναι η οικεία μας οδύνη
(κάπου στο Μετς, Μουσούρου, στην Αθήνα).
Μ’ απόκαμ’ η ψυχούλα και της δίνει
παρηγορία ψυχρή την κοκαΐνη.
Α, στην οθόνη κλίναμε το γόνα,
λέγοντας: ας χαρεί λίγη γαλήνη
το περιστέρι ο Ντιέγκο Μαραντόνα.
Κυρά της μοναξιάς, μάνα του πλήθους,
κυρά του ξεπεσμού, του χαμού μάνα,
σταμάτα του αναθέματος τους λίθους.
Κι εμπρός στον επερχόμενο χειμώνα
μέμνησο να ταΐζει στην αλάνα
το περιστέρι, ο Ντιέγκο Μαραντόνα.
Δίκιο έχεις ότι ο Γκούμας ή ο Πύρρος Δήμας δεν έχουν ωδές (παρέλειψες τον Νίκο Γκάλη, ούτε αυτός έχει). Όμως για τους παλιότερους, μια κι έπιασες τραγούδια, πώς σου ξέφυγε ο Λόντος, που τον έχει τραγουδήσει ο Μάρκος Βαμβακάρης; Συστήνω ένα απο τα καλύτερα ποστ της ελληνικής μπλογκόσφαιρας, διαβάστε το ως το τέλος:
http://afmarx.wordpress.com/2008/10/04/londos-and-kwariani/
Ο Λούης, θα έλεγε κανείς, τιμήθηκε με το να κερδίσει την υστεροφημία μπαίνοντας στη γλώσσα -έγινε Λούης, λέμε, το ίδιο και ο Τόφαλος. Ενώ κανείς Κούδας, Σιδέρης, Δομάζος και Αρδίζογλου δεν έγιναν παροιμιώδεις, ή κάνω λάθος; Υπάρχει βέβαια το Έμπαινε Γιούτσο, αλλά δεν έχει βγει από τα γήπεδα.
Αλλά για τον Λούη έχει γράψει ποίημα (της πυρκαγιάς;) ο Σουρής:
Ω νικητών απόγονε κι Αμαρουσίου θρέμμα,
έστεψε τους θριάμβους σου το θριαμβεύον Στέμμα,
Διάδοχοι και Πρίγκηπες σ’ επήραν αγκαλιά,
ξένες περιηγήτριες σ’ εχόρτασαν φιλιά,
κι ίσως, λεβέντη χωρικέ και πρώτο παλληκάρι,
καμμία Μις παράξενη θελήσει να σε πάρει.
(…)
μα συ γι’ αυτά κι αυτά
μη δίνεις δυο λεφτά.
Άκου με φλέγμα στωικόν το τι καθείς σου ψάλλει
και μην αφήνεις το τσαπί
για ν’ αποδείξεις, τσελεπή,
πως έχεις σαν τα πόδια σου γερό και το κεφάλι.
Επίσης, ξέχασες τον Κουταλιανό, που έγινε τραγούδι από τον Καλατζή -σίδερα μασάει ο Κουταλιανός. (Κάποτε, αν θυμάσαι, ειχε έναν τερματοφύλακα Κεφαλιανό ο Φωστήρας όταν ήταν φονέας, και του το είχαν αφιερώσει διασκευασμένο). Και οι Πρωταθλητές των Φατμέδων πρέπει να είναι αφιερωμένοι στην εθνική μπάσκετ.
ΣοφίαΟικ said
Εμ, πως να γίνουν οι ποδοσφαιριστές εκφράσεις βρε Νίκο; Αυτοί που έγιναν είχαν καποιο πολύ μεμονωμένο και συγκεκριμένο ατομικό ταλέντο της καθημερινότητας: δύναμη, ταχύτητα κλπ. Τα ομαδικά αθλήματα δεν προοσφέρονται για τετοια.
Αγγελος said
Σε άλλες εποχές, «τότε που ζούσαμε» (για να μεταχειριστώ έναν άλλο του τίτλο), ο Ασημάκης Πανσέληνος είχε γράψει δυο τρομακτικούς στίχους:
«Μονάχα ό,τι πληρώνεται με θάνατο,
μονάχα αυτό σε ζει και σε ανεβάζει.»
Ευτυχώς, δεν ζούμε πια σε τέτοιους καιρούς (ή μήπως…;)
ΜΑΡΙΑΓΚ said
Νομίζω ότι η ενασχόληση κάποιων με το ποδόσφαιρο μπορεί να έχει και άλλους σκοπούς εκτός αυτού του οικονομικού κέρδους. Μεγάλο μέρος των φιλάθλων των ποδοσφαιρικών ομάδων είναι τόσο φανατικοί που είναι δυνατόν με τον κατάλληλο χειρισμό να οδηγηθούν ως πρόβατα στην υποστήριξη κομμάτων, παρατάξεων, υποψηφίων βουλευτών, δημοτικών ή άλλων συμβούλων
καλοπροαίρετος said
Αν το ποδόσφαιρο είναι 22 μισθοφόροι που κλωτσάνε μια μπάλα, τότε ο ‘Αμλετ είναι πολύ χαρτί και μελάνι
@ 18
Σκοπίμως ανέφερα τον Βασίλη «καλαθομηχανή» Γκούμα και όχι τον Γκάλη: υπάρχει αναφορά στον τελευταίο, όχι σε ποίημα -εξ όσων γνωρίζω εννοείται, δεν είμαι και του επαγγέλματος-, αλλά σε τραγούδια των Ημισκουμπρίων, μια φορά στο «Ο κύρης του σπιτιού», στη συνεννόηση - μπουζούκι Μετζέλου – Μιθριδάτη: «είμαι το κεφάλι» ο ένας, «μπάσκετ με τον Γκάλη» ο άλλος, και μια φορά στο «Ο μοναχός»: «δεν θα παίζω μπάσκετ με τον φίλο μου τον Γκάλη / γιατί θα έχω στο πόδι μου το ιερό σανδάλι». Αλλά ο συνειρμός των Ημίζ συχνά είναι πιο ληρώδης και από τον δικό μου, εξάλλου είπα να μην πιάσω τραγούδια.
Επιστρέφοντας στα λογοτεχνήματα, υπάρχει αναφορά σε μπασκετμπωλίστα στο διήγημα του Αλέξη Σταμάτη «Τα γκριζοπράσινα μάτια και ο Παπαλουκάς», στη συλλογή «Θρυλικές ιστορίες», 24 κείμενα που γράφτηκαν μεταξύ 2005 και 2007 για το συλλογικό περιοδικό του Ολυμπιακού. Τα περισσότερα έξοχα -mauvais les mensonges, που λέμε και στη Γκρενόμπλ, ο άνθρωπος κατέχει την τέχνη της γραφής, βλέπε και «Αμερικάνικη φούγκα» και «Βίλλα Κομπρέ»-, με συχνά τα στοιχεία της έκπληξης και της ανατροπής, που χωρίς αυτά δεν έχουμε διήγημα, αλλά σχολική έκθεση· μερικά -«Νυχτερινός αγώνας», «Ο Λάκης και ο Ολυμπιακός», «Ο Θρύλος στο μυαλό»- είναι για διδασκαλία σε λογοτεχνικό εργαστήρι.
Απόσπασμα από το «Το βλέμμα του Σεπ», όπου ο Σταμάτης περιγράφει το εξωγήινο γκολ του Δεληκάρη στο Ελλάδα – Δυτική Γερμανία 2-2 του 1974:
Ο Δομάζος ελίχτηκε από τα δεξιά, πέρασε έναν παίκτη κι έκανε μια ψηλοκρεμαστή σέντρα στην περιοχή του Σεπ Μάγιερ, του τερματοφύλακα της Γερμανίας. Ο Δεληκάρης είχε προωθηθεί, αλλά η σέντρα ήταν ψηλή. Σουτ δεν υπήρχε περίπτωση να κάνει ούτε κεφαλιά. Κι εκεί ο χρόνος για τον Μιχαλάκη [ο θεατής – αφηγητής] ακινητοποιήθηκε. Μια «επιφάνια», όλα πήραν ένα παράξενο φως. Ώσπου να ολοκληρωθεί η καμπύλη, όλη του η ζωή πέρασε από το νου του: από τη μυρωδιά της κουζίνας της μάνας του, το πρώτο φιλί στο δάσος της Καισαριανής, ως την αυλή του σπιτιού του, όταν ο πατέρας του έπαθε το ελαφρύ εγκεφαλικό. Ταυτόχρονα, το βλέμμα του ήταν συνεχώς στον ήρωά του, που, όπως έδειχναν τα πράγματα, δεν υπήρχε περίπτωση να προλάβει τη μπάλα. Και ξαφνικά, ο χρόνος αμολήθηκε ξανά κι είδε το Θεό να υψώνει το σώμα σε μια τέτοια εναέρια στρέβλωση, που κανένας σπίκερ δεν μπόρεσε ποτέ να περιγράψει, και να κάνει μια ενέργεια, που ως τότε δεν είχε ποτέ αναφερθεί, γιατί, πολύ απλά, ως τότε ποτέ δεν είχε γίνει. Οριζοντιωμένος στον αέρα, χωρίς καλά καλά να βλέπει την εστία, ο Δεληκάρης έπιασε ένα εναέριο εξωτερικό τακουνάκι, που πήρε τα φάλτσα του Δομάζου, τους άλλαξε ορμή, στροφορμή, συχνότητα και έστειλε τη μπάλα στο γάμμα της εστίας των Γερμανών. Ο Σεπ απλώς κοιτούσε.
Θα μου πεις, εδώ και ένας ανύπαρκτος που ξέρω, και που επιπλέον έχει πάρει και λίγο σασί -τι, μόνο σασί; και ψαλίδια, και θόλο, υποτονθορύζει ο άλλος ο εμπαθής από τη γαλαρία-, έγραψε κάτι σχετικά ευπρόσωπο με πρωταγωνιστή τον Τουρκομένη και κομπάρσους κάτι άλλους τερματοφύλακες, που ίσως σημαίνει ότι, για μια φορά, το ράσο κάνει τον παπά. Πέστο κι έτσι, που θάλεγε και ο Αλέφας.
Πολύ ευχάριστο στην ανάγνωση και με ενδιαφέρον στυλ, (ψευδο-;)εγκεφαλικό και παιγνιώδες μαζί, είναι και το βιβλίο του Κωνσταντίνου Καμάρα, γιου του Αριστείδη, «Οιδίπους σέντερ μπακ». (Και το άλλο του βιβλίο, όχι ποδοσφαιρικό, το «Πάρε το μηδέν», αξίζει.) Από αυτό και η αποστροφή του τίτλου.
Κωνσταντίνος Φωτεινάκης said
Καλό μήνα – χωρίς «καύμα»
Μάλλον θα εξοργίσω καιεγώ… Αν έχετε την υπομονή διαβάστε για την πολιτικοποίηση του ποδοσφαίρου ΚΑΙ το αντίστροφο, τον ΠΑΟ και τον Νίκο Κωνσταντόπουλο, την αριστερά, τον Αλαβάνο, τον Τσίπρα, τον Κοροβέση, τον Ανδρουλάκη, τον Ψαριανό/ κ.λπ. Είναι ένα άρθρο που καθυστερεί να δημοσιευτεί… Ίσως όμως να δημοσιευτεί το ερχόμενο Σάββατο.
Μιχάλης Νικολάου said
Ο νέος πρόεδρος του Παναθηναϊκού προβληματίζεται με τις θέσεις του δεξιού και αριστερού εξτρέμ στην επίθεση 🙂
Μιχάλης Νικολάου said
18,
Νίκο, άλλο Βούδας κι άλλο Κούδας!
Μιχάλης Νικολάου said
(Περασμένα) μεγαλεία…
Σκύλος της Β.Κ. said
Συμφωνώ με το σχόλιο του κου Νικολάου (# 25) κι επαυξάνω: Άλλο Βούγιας κι άλλο Κούγιας;
voulagx said
Αλλο Βουδας, αλλο Κουδας
κι αλλο το γελιο της αρκουδας!
Μιχάλης Νικολάου said
🙂 🙂
Στράβων Αμασεύς said
Εγώ με δύο λέξεις θα χαρακτήριζα το ποδόσφαιρο σαν την επανάσταση της αιώνιας παιδικότητας. Μέσα σε 20 στρέμματα γης συνευρίσκονται κάθε Κυριακή όλες οι ηλικίες και εξαφανίζεται ως δια μαγείας το χάσμα των γενεών. Τα παιδιά βέβαια καμιά φορά γίνονται υπερβολικά αλλά δεν πειράζει, παιδιά είναι!
Βέβαια μέσα σε αυτήν την μέθη ξαφνικά σκάει μύτη ο πολιτικός παράγοντας.
Λείπει ο Μάρτης…;
Με το γνωστό του άγγιγμα ο πολιτικός κόσμος ότι αγγίζει το μετατρέπει σε κόπρο. Έτσι μετέτρεψαν την πολιτική κόντρα (Αθηνών-Θεσσαλονίκης) που κρατάει από την εποχή του Βενιζέλου, σε ποδοσφαιρική κόντρα που αναμένεται, με τη βοήθεια του Καλλικράτη, να μετασχηματιστεί σε εθνική: Βοράς VS Νότος. Ναι, μιλάμε για τους ίδιους ανθρώπους που κατάντησαν την πανέμορφη Ελλάδα χώρα δύο πόλεων εκκενώνοντας νησιά, χωριά και πόλεις. Ίσως βέβαια να έρθει η εποχή που οι Πράσινοι και οι Βένετοι θα ενωθούν και τότε θα έχουμε ντράβαλα.
Οι Αμερικάνοι βέβαια την πήραν πρέφα την δουλειά από νωρίς και κάθε ομάς είναι και εταιρία που λειτουργεί με απόλυτα καπιταλιστικά κριτήρια, οριοθετημένα από αυστηρούς κανόνες (ντράφτ, σάλαρι καπ, πανεπιστημιακός αθλητισμός κλπ). Εμείς οι Ευρωπαίοι που έχουμε την τάση να δημιουργούμε συμπλεγματικές καταστάσεις (βλέπε Τρόικα) τα κάνουμε μονίμως κουλουβάχατα αναμιγνύοντας πολιτική, ψηφοθηρία και αθλητισμό και τελικά κάνουμε μια τρύπα στο νερό.
Το Ελληνικό ποδόσφαιρο είναι το τέλειο παράδειγμα του πως μπορείς να κάνεις τα εύκολα δύσκολα και να πνιγείς τελικά σε μια κουταλιά νερό.
Μέσα σε όλη αυτήν την παράνοια κατάφεραν να μετατρέψουν και την μπασκετομάνα Θεσσαλονίκη σε τσιμεντούπολη κατά τα Αθηναϊκά πρότυπα, χωρίς ούτε ένα ξέμπαρκο γηπεδάκι να σουτάρουμε τη σπυριάρα ένα Αυγουστιάτικο απόγευμα, χωρίς ούτε ένα γηπεδάκι ποδοσφαίρου να κλωτσίσει το μυξιάρικο ένα τόπι, να τρέξει με την μπάλα στην αγκαλιά έχοντας στα χείλη εκείνο το χαμόγελο της απόλυτης ευτυχίας.
Συμπέρασμα: οι πολιτικοί σιχαίνονται την ευτυχία. Την καλύτερη υπηρεσία που μπορούν να προσφέρουν στον τόπο είναι να κάνουν μια κρουαζιέρα χωρίς επιστροφή και ας πληρώσουμε εμείς τα γαμ… (συγνώμη έξοδα ήθελα να πω), πάλι κερδισμένοι θα βγούμε.