Το μπουχαρί μας βάζει σε μπελάδες
Posted by sarant στο 9 Ιουνίου, 2011
Κανονικά δεν είχα σκοπό να ανεβάσω άρθρο σήμερα, αλλά έπεσα πάνω σ’ ένα μπουχαρί και θέλω να σας ρωτήσω δυο πράγματα και να σας πω μερικά άλλα, οπότε σας φορτώνομαι. Οι απορίες που έχω είναι στο τέλος.
Η λέξη «μπουχαρί» δεν υπάρχει σχεδόν σε κανένα λεξικό. Δεν υπάρχει στον Μπαμπινιώτη, δεν υπάρχει στο ΛΚΝ, δεν υπάρχει στο Μείζον Τεγόπουλου-Φυτράκη, δεν υπάρχει στο λεξικό του Παπύρου (τάχαμου όλης της ελληνικής), δεν υπάρχει στο Λεξικό του Δημητράκου το πολύτομο (ξανατάχαμου όλης της ελληνικής, που έχει όποια απίθανα άπαξ λεγόμενα κατέγραψε ο Ησύχιος αλλά στα νεοελληνικά σφυρίζει αδιάφορα). Ωστόσο, αν γκουγκλίσετε, θα προσανατολιστείτε περίπου τι είναι.
Μπουχαρί είναι η καμινάδα. Συχνά, είναι ειδικώς η πετρόχτιστη καμινάδα, όπως στη φωτογραφία, που τη βρήκα σ’ αυτό το ζαγορίσιο μπλογκ, σε άρθρο με τον ωραίο τίτλο «Η τέχνη του μάστορα στο μπουχαρί φαίνεται». Όπως βρήκα, είναι λέξη κυρίως της Θεσσαλίας και της Ηπείρου, αλλά και της υπόλοιπης βόρειας Ελλάδας, Μακεδονίας και Θράκης, ενώ υπάρχει και στη Λέσβο. Σε πολλά μέρη, ας πούμε στο Πήλιο, το λένε επίσης «ο μπουχαρής», που κάπως με παραξενεύει.
Είναι δάνειο από το ιδιωματικό τουρκικό buhari, καμινάδα. Η λέξη αυτή ανάγεται τελικά στο τοπωνύμιο Μπουχάρα, την ξακουστή πόλη που πιο γνωστή είναι από τα χαλιά της. Έχει παλιότερα ετυμολογηθεί από το τουρκικό buhar, που θα πει ατμός (και buhar gemisi το ατμόπλοιο) αλλά ο Κ. Καραποτόσογλου έδειξε ότι αυτή η εκ πρώτης όψεως προφανής ετυμολογία δεν στέκει. Δείτε εδώ το σχόλιο 189. Δεν έχει σχέση με τον μπουχό, αυτό είναι μάλλον σλάβικο. (Ούτε με το μπουχασί έχει σχέση, που το είχαμε συζητήσει εδώ παλιά).
Όμως, το μπουχαρί ή ο μπουχαρής δεν είναι μόνο η καμινάδα. Σε άλλα μέρη είναι και το τζάκι, τουλάχιστον στην Ήπειρο. Κάποιες φορές, αλλά μπορεί να σφάλλω, είναι ειδικά το κωνικό τζάκι, στη γωνία του δωματίου. Το μπουχαρί το πρωτοείδα στον Κοτζιούλα, που το συχνοχρησιμοποιεί, αλλού για τζάκι και αλλού για καπνοδόχο -εδώ που τα λέμε, όταν βρίσκεσαι έξω από το σπίτι βλέπεις την καμινάδα να ξεχωρίζει’ όμως μέσα στο σπίτι, δεν ξεχωρίζει το τζάκι από την καπνοδόχο του, οπότε δεν είναι παράλογο η ίδια λέξη να εννοεί και το ένα και το άλλο.
Χτες συζητήσαμε εδώ στο ιστολόγιο μερικές ετυμολογίες αντάξιες του Γκας Πορτοκάλος, όπως ότι το πάρκινγκ προέρχεται από το «παρά τω οίκω». Έχει και το μπουχαρί τα δικά του… πορτοκάλια. Γκουγκλίζοντας, πέτυχα ένα χρονογράφημα του Πέτρου Μανταίου στην Ελευθεροτυπία, γραμμένο πριν από μερικά χρόνια, στο οποίο διερωτάται για τη λέξη «μπουχαρί» που τη γνώρισε στο Πήλιο, από πού προέρχεται κι αν έχει σχέση με τον μπουχό. Του απάντησε ένας Πηλιορείτης ερευνητής, περίπου αυτά που είπαμε κι εδώ. Απάντησε όμως κι ένας άλλος, φιλόλογος και συγγραφέας, ως εξής: «Η λέξη, νομίζω, είναι ο μπουχαρής. Στο χωριό μου, Αγιο Γεώργιο Καρδίτσας, έτσι τη λέμε. Προέρχεται από το πυρόμαχος, με μετάθεση του μ και κάποιες αυθαιρεσίες της θεσσαλικής διαλέκτου. Πυρόμαχος, από το πυρ και μάχομαι»
Ολοφάνερα, η λ. πυρόμαχος, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι υπάρχει, είναι εντελώς αδύνατο να οδηγήσει στη λ. μπουχαρής, όσες «μεταθέσεις» κι αν πάθει το μ, και όσες αυθαιρεσίες της διαλέκτου κι αν επιστρατεύσουμε. Ούτε στο σκραμπλ δεν γίνονται αυτά! Δεν είναι και έγκλημα, βέβαια, αλλά δείχνει πόσο δύσκολο είναι να χωνέψουμε, μερικοί τουλάχιστο, ότι ένα τμήμα του λεξιλογίου μας δεν προέρχεται από τα αρχαία. Και έχει γούστο ότι έτυχε να το δω αμέσως μετά το χτεσινό άρθρο που είχε παρόμοιο θέμα.
Και τώρα οι απορίες μου.
Απορία πρώτη και αναμενόμενη. Αν ξέρετε τη λέξη, είτε ως «μπουχαρί» είτε ως «ο μπουχαρής», παρακαλείστε να το δηλώσετε -αναφέροντας περιοχή της Ελλάδας. Αναρωτιέμαι αν θα βρεθεί το μπουχαρί και στην παλιά Ελλάδα πλην Θεσσαλίας.
Απορία δεύτερη. Γράφω στην αρχή ότι η λ. μπουχαρί δεν υπάρχει «σχεδόν» σε κανένα λεξικό. Γιατί σχεδόν; Διότι την βρήκα σε ένα λεξικό, αλλά όχι έντυπο. Τη βρήκα στο διαδικτυακό λεξικό της LivePedia.gr, που δίνει εκτός από τη σημασία και ένα παράθεμα, από τον Μυριβήλη: «… και σφύριζε ο αγέρας μέσα στο μπουχαρί… » Κι άλλες φορές έχω προσέξει αυτό το λεξικό να βάζει τα γυαλιά στα έντυπα λεξικά και θέλω να σας ρωτήσω, αν ξέρει κανείς περί τίνος πρόκειται, αν έχει αντίστοιχη έντυπη έκδοση, πώς φτιάχτηκε.
Αυτά με το μπουχαρί που μας βάζει σε μπελάδες.
spikon said
Έχω ακούσει τον πατέρα μου, που έχει καταγωγή απο την Ήπειρο, να ονομάζει την καμινάδα «ο μπουχαρές».
Γρηγόρης Κονδύλης said
Στο Αγρίνιο το λέμε και μπουχαρής. Υποθέσεις τώρα: υπάρχει παρίπτωση να βγαίνει από το μπουχός, λεπτή σκόνη που σηκώνει ο αέρας – και θυμίζει καπνό; Μοιάζει να προέρχεται από σλαβική λέξη. Γνωρίζω ότι το buhurdar στα ρωμούνικα σημαίνει θυμιατήρι
ΑΛΛΑ όταν ψάχνεις βρίσκεις.
Στο ετυμολογικό λεξικό Νικολαϊδη της Κουτσοβλάχικης γλώσσας, Αθήνα 1909, λέει
Μπουχαρου , ους. αρσεν., -χăρι πληθ. (buharu, hari) = καπνοδόχος, κοιν. Μπουχαρί, όπερ εκ τρκ. bouhar = καπνός, ρ. coš, σλ.
Immortalité said
Ούτε στο σκραμπλ δεν γίνονται αυτά!
Ειδικά στο σκραμπλ δε γίνονται με τίποτα! Εδώ ψειρίζουμε τις βυζαντινές νότες θα κάνουμε αυθαίρετους αναγραμματισμούς;
Μα τω θεώ μόλις είδα τον τίτλο φαντάστηκα ότι κάποιος θα αναφέρθηκε στα της Μπουχάρας μ’ αυτόν τον ευφάνταστο τρόπο και τον βάζεις στη θέση του 🙂
Το μπουχαρί δεν το ‘ξερα ούτε το χα ξανακούσει.
Μ’ αρέσει που θα έκανες στάση 😉
arcades said
Μήπως το μπουρί έχει κάποια σχέση με το μπουχαρί;
Δημήτρης Κ. said
Καλημέρα,σχετικά με το Livepedia.gr είναι κάτι αντίστοιχο με το wikipedia.Οι επισκέπτες της ιστοσελίδας προσθέτουν λήμματα ή μπορούν να κάνου και επεργασία και σε ήδη υπάρχοντα.
Οσο για το άρθρο,φοβερό.
Καλημέρα 😀
sarant said
Ευχαριστώ για τα πρώτα σχόλια!
5: Ναι, η Livepedia έχει το χαρακτήρα Βικιπαίδειας, αλλά έχει κι ένα προϋπάρχον υλικό, το οποίο, σε ό,τι αφορά το λημματολόγιό του, δεν είναι ούτε το Μείζον, ούτε ο Πάπυρος (νομίζω). Και απορώ τι είναι.
physicist said
Να προσθέσω τη μαρτυρία μου ότι το μπουχαρί το έχω όντως ακούσει από παππούδες και γιαγιάδες Ηπειρώτες, που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν επί Τουρκοκρατίας. Όχι όμως από τη γενιά των γονιών μου (γεννημένοι ανάμεσα 1930 και 1940), που έλεγαν «το τζάκι» και «η καπνοδόχο», χωρίς το τελικό ς. Αναρωτιέμαι αν στη σκέψη τους ήταν «η καπνοδόχω» με ω στο τέλος αλλά το ζήτημα με τα θηλυκά σε -ος το ‘χει θίξει ο Νικοκύρης αλλού, ας να μην εκτραπούμε.
Δημήτρης Κ. said
Ξέχασα να ανφέρω οτι το Ελληνικού Εγκυκλοπαιδικού Λεξικού συνεισφέρει στην προσπάθεια αυτη.Δεν υπάρχει έντυπη έκδοση παρά μόνο το Ελληνικό Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό διατίθεται σε cd-rom.
Τεμπελόσκυλο said
Στα κοζανίτικα, μπουχάρ’ είναι η προεξοχή πάνω από το τζάκι, στην βάση της καμινάδας, που συχνά χρησιμοποιείται σαν ράφι.
Δημήτρης Κ. said
#6 Στις πληροφορίες σχετικά με την ιστοσελίδα γράφει για το Ελληνικό Εγκυκοπαιδκό Λεξικό όπως ανέφερα πιο πάνω.
«Σημαντική συνεισφορά του η αρχική εισαγωγή των πάνω από 22.000 λημμάτων του Ελληνικού Εγκυκλοπαιδικού Λεξικού που οι εκδόσεις ΜΑΤΖΕΝΤΑ διαθέτουν σε CD-ROM. Το Ελληνικό Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό στηρίζεται στην Εγκυκλοπαίδεια «Ευρώπη – Ελλάδα – Κόσμος», εγκεκριμένη από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων με την πράξη καταλληλότητας 7η/Αριθ. Πρωτ. Γ2/3236. Το Ελληνικό Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό ακολουθεί τη γραμματική της δημοτικής του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, όπως αυτή απλοποιήθηκε από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο του Υπουργείου Παιδείας. «
sarant said
10: Μάλιστα, ευχαριστώ πολύ!
λένα said
Στη Μυτιλήνη λένε μπ’χαρί το γείσο του τζακιού, και το πανί (κεντητό ή υφαντό) με το οποίο το στολίζουν, το λένε μπ’χαροπάνι.
Stazybο Hοrn said
ματζέντα κι εθνόκαυλοι/καβλοι με φερετζέ, κττμγ.
Μπουχαρί/ή πρώτη φορά ακούω· μέχρι το μπουρί έφτανα…
s0phia said
Καλημέρα!
Τήν ξέρω τη λέξη γιατι σε ένα βιβλίο του δημοτικού (γλώσσα ή ανθολόγιο, δε θυμαμαι), είχαμε κάνει ένα ποιήμα, που πηγαινε καπως έτσι:
«Ένας πελαργός/ είχε μεινει αργός
και στο μπουχαρί/ βγήκε να χαρεί…»
Αλλα δε θυμόμουν τι σήμαινε.
Βρήκα το ποιήμα εδω–> http://www.snhell.gr/kids/content.asp?id=158&cat_id=6 (έχει εξήγηση της λέξης)
Δύτης των νιπτήρων said
Τη λέξη την ξέρω, αλλά μάλλον όχι από τα παιδικάτα του, δεν νομίζω ότι είναι γνωστή στην Αθήνα δλδ.
Μπουκανιέρος said
Εντάξει, δεν την ήξερα τη λέξη – και προφανώς δεν τη λένε στον τόπο μου.
Γράφω όμως για να σημειώσω τη μόνη «διαφωνία» μου στα υπόλοιπα πολύ ωραία που λες:
«το λένε επίσης “ο μπουχαρής”, που κάπως με παραξενεύει.»
Δε θάπρεπε να σε παραξενεύει, αυτή η αλλαγή γένους είναι πολύ συχνή στη λαϊκή γλώσσα, «το μπουχαρί» γίνεται κατανοητό σαν «το μπουχαρή».
Εμ, πού να ξέρει ο κόσμος ότι το ν στην αιτιατική είναι υποχρεωτικό. 🙂
Δύτης των νιπτήρων said
Και για να μη σας απογοητεύσω, η τούρκικη λέξη είναι αραβικής προέλευσης, με αρχική σημασία «ατμός» μάλλον.
sarant said
Ευχαριστώ και για τα επόμενα σχόλια!
14: Α, ευχαριστώ πολύ! Ο Αθάνας ήταν από τη Ναύπακτο.
16: Δίκιο έχεις, δεν θα έπρεπε να με παραξενεύει, εδώ ακόμα δεν έχουμε μάθει αν είναι «το» λογότυπο ή «ο» λογότυπος 🙂
Άντρος said
http://www.mikrovalto.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=50&Itemid=115
Ηλεφούφουτος said
Από λεξικά το μπουχαρί υπάρχει και στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια του Δρανδάκη, όπου και η ετυμολογία του από το τουρκ. buhar.
Η Μπουχάρα είναι κανονικά Μπουχαρά αλλά στα Ελληνικά έχει καθιερωθεί έτσι. Βέβαια ο γούγλης δίνει ανευρέσεις και με τον τόνο στη λήγουσα αλλά πρέπει να είναι… «ρωσικός δάκτυλος», δηλαδή να γράφτηκαν από ρωσόφωνους.
voulagx said
Στα βλαχικα ειναι: μπουχαρέ (αρσ.) = καπνοδοχος, τζακι ( και με την εννοια του #9)
Κορνήλιος said
δὲν ἔσω ἀκούσει ποτὲ τὴν λέξι ἐξ ὅσων θυμᾶμαι. θεωρεῖται λέξι τῆς ΚΝΕ καὶ ὄχι διαλέκτου;
Σκύλος της Β.Κ. said
Κι εγώ είχα κάπως ακουστά το μπουχαρί. Αλλά επειδή στα χωριά της ορεινής Αχαΐας τα παλιά σπίτια δεν είχαν καμινάδα και ο καπνός έβγαινε μέσα από τα κεραμίδια της στέγης (ταβάνι δεν υπήρχε) μπουχαρί έλεγε η γιαγιά μου την περιοχή του δωματίου, όπου υπήρχε η εστία με δύο κρεβάτια χτιστά αριστερά και δεξιά. Εντάξει, είχε καπνό αλλά τις κρύες νύχτες ήταν πιο ζεστά από το «καλό» δωμάτιο που δεν είχε εστία.
sarant said
Ευχαριστώ πολύ!
ΣκύλεΒΚ, πρώτη μαρτυρία για τη λέξη κάτω από τ’ αυλάκι.
Κορνήλιε, αν πούμε ότι είναι διαλέκτου, ποιας διαλέκτου; Μάλλον πολλών διαλέκτων, όπως συμβαίνει άλλωστε και με πολλές άλλες λέξεις. Ασφαλώς δεν ανήκει στην ΚΝΕ, κοινή νέα ελληνική, αλλά σε λεξικά που καταγράφουν όλα τα άπαξ λεγόμενα των αρχαίων διαλέκτων ασφαλώς θα έπρεπε να υπάρχουν και οι νεότερες λέξεις του τύπου αυτού.
Alexis said
Μουχαρί (Μ’χαρί) = Τζάκι
Μουχαροποδιά (Μ’χαροποδιά) = Το κεντημένο ύφασμα με το οποίο στολίζουν το γείσο του τζακιού.
Λέγεται συχνότατα στην περιοχή Ξηρομέρου Αιτωλοακαρνανίας
gbaloglou said
Μπουχάρα για πάντα!
Κορνήλιος said
ἔχει σχέσι ἡ λέξι μὲ τὸ μπουρί;
Κορνήλιος said
τώρα εἶδα τὸ 4
Στέλιος said
@4, 27: Θεωρώ πως το μπουρί μάλλον προέρχεται από το τούρκικο boru που σημαίνει σωλήνας.
χρήστος said
Στη Λευκάδα οι παπούδες μου (αλλά και τα παιδιά τους) χρησιμοποιούσαν τη λέξη (προφέροντας μπ’χαρί) για την κωνική κατασκευή με τα ράφια επάνω από το τζάκι (π.χ. «πιάσε το αλάτι από το μπ’χαρί»).
Δεν θυμάμαι να χρησιμοποιείται για το τζάκι αυτό καθαυτό (λέγανε απλώς «η γωνιά», π.χ. άναψε τη γωνιά να μαγειρέψουμε) ή για την καμινάδα.
π2 said
Συνηγορώ κι εγώ στα σχ. 9 και 12. Ως γείσο του τζακιού το έχω ακούσει κι εγώ, στη δυτική Μακεδονία.
π2 said
Στα γκουγκλοβιβλία βλέπω ότι στην Κρήτη το μπουχαρί υποτίθεται πως σημαίνει το κόκκινο βενετσιάνικο ύφασμα.
π2 said
Καπνοδόχος που προεξέχει από την εξωτερική τοιχοποιία κατά τον Μουτσόπουλο.
Georgia Galani said
Η λέξη μου φάνηκε οικεία μόλις την είδα, αλλά δεν μπορούσα να προσδιορίσω τι ακριβώς σημαίνει.
Ρώτησα τη μητέρα μου, γέννημα θρέμμα Τρικάλων, χωρίς να της φανερώσω την αιτία. Μου απάντησε με το πιο φυσικό τρόπο «το τζάκι». Ρώτησα: «Έτσι έλεγαν και την καπνοδόχο;» «Όχι», μου απάντησε, «το τζάκι μόνο και κυρίως της κουζίνας, όπου μαγείρευαν και δίπλα είχαν τα μιντέρια [κτιστά κρεβάτια βλ. σχ. 23] όπου κοιμούνταν.»
Χρήστος Τάκας said
Έχω ακούσει τη λέξη στην Πϊνδο παλιότερα και στη Λέσβο πρόσφατα. Και στις δυό περιπτώσεις δεν περιέγραφε την καμινάδα, αλλά την κωνική «φούσκα» πάνω από την εστία (στην ΠΪνδο #9) ή τον χτιστό «αποροφητήρα» πάνω από την πετρογκάζ (στη Λέσβο #12).
Δημήτρης Μ. said
Μια που ήρθε η κουβέντα για το γένος και τα άρθρα των λέξεων στις διαλέκτους και τα ιδιώματα:
Καμιά εικοσαριά χρόνια πριν, παραμονές Δεκαπενταύγουστου στο χωριό μου (Ρεντίνα Καρδίτσας), η καρότσα ενός αγροτικού ήταν γεμάτη κλαδιά από μικρό δέντρο, ή θάμνο, και οι συγχωριανοί έτρεχαν και έπαιρναν. Σε ερώτηση για το τι πράγμα είναι αυτό, η, πολύ φυσιολογική, απάντηση ενός παππού ήταν: «Ααα, αυτουό είνιι μμπ’λλά». Δε μπήκαμε σε λεπτομέρειες, απλώς μάθαμε ότι έβραζαν τα φύλλα του και έκαναν ποδόλουτρο, πράγμα που ανακούφιζε από ρευματόπονους. Η απορία όμως έμεινε. Το φυτό ήταν το μμπ’λλά, η μμπ’λλά, το μμπ’λλό (άρα τα μμπ’λλά). Και ποιο ήταν το φυτό; (Μελιά, ίσως;).
Όσον αφορά τις τουρκογενείς λέξεις της ελληνικής:
Μια παρέα Τούρκων, συμφοιτητών της ανιψιάς μου, στο Κίεβο είναι πεπεισμένη ότι, αν δε μιλάω τούρκικα, τουλάχιστον τα καταλαβαίνω πολύ καλά, αφού ξέρω τις λέξεις «γκιέλ (γκιέλ καϊξή) μπουρντά, «καζαντζής» και τη λοιπή αλφαβήτα των τουρκικών λέξεων της ελληνικής. Είμαι εθνικός μειοδότης. Θα τα αντικαταστήσω με τα «Ελθέ, λεμβούχε» και «λεβητοποιός». Κάποιος δε Κωνσταντινουπολίτης επέμενε ότι αναγκάστηκαν οι πρόγονοί του να αλλάξουν το επώνυμό τους σε Μπογιατζόγλου, σε αντικατάσταση του ορθού Βαφειάδης…
ΥΓ. Πάντως τα παιδιά ήταν εξαιρετικά. Ήπιαμε ρακές, φάγαμε χοιρινές τηγανιές (είναι άθεοι) και ρίξαμε και κάτι ελληνοτουρκικά ζεϊμπέκικα…
Στέλιος said
Συγγνώμη για το άσχετο, αλλά τσίμπησα ωραίο μαργαριταράκι σε άρθρο του Αντ. Καρακούση στο Βήμα:
6η παράγραφος: «Απο βραδύς…»
Νομίζω πως θα έπρεπε είτε να πεί «από το βράδυ» αν είχε τόση ανάγκη να τα χωρίσει, είτε το κανονικότατο πλέον επίρρημα «αποβραδίς». «απο βραδύς» δεν σημαίνει τίποτα, έτσι δεν είναι;
Εκτός βέβαια αν συνεχιζόταν ως εξής «από βραδύς που ήταν έγινε ταχύς»… 😀
physicist said
[…] Κάποιος δε Κωνσταντινουπολίτης επέμενε ότι αναγκάστηκαν οι πρόγονοί του να αλλάξουν το επώνυμό τους σε Μπογιατζόγλου, σε αντικατάσταση του ορθού Βαφειάδης…
Συνειρμικά, αυτό μου φέρνει στο νου την επαναλαμβανόμενη μομφή του Χατζάρα και των Χατζαραίων κατά του Μ. Χρυσοχοΐδη για το αντίστροφο: «Αυτόν Κουγιουμτζόγλου τον λέγανε και το άλλαξε». Δημήτρη Μ., το ξέρω ότι δεν έχει καμία σχέση μ’ αυτά που γράφεις αλλά μου ‘χει μείνει στο μυαλό σαν σύμβολο βλακείας (και δεν μ’ ενδιαφέρει καθόλου αν η ιστορία με τον Μ.Χ. είναι αλήθεια ή όχι).
Δύτης των νιπτήρων said
Πολύ πιθανότερο μου φαίνεται το Μπογιατζόγλου να άλλαξε σε Βαφειάδης.
physicist said
Το μπογιά είναι σλάβικο, όχι;
Στέλιος said
@40: όχι, τούρκικο (εξ’όσων γνωρίζω)
Δημήτρης Μ. said
40. Αν δεν κάνω λάθος, αραβικό. Στην Αίγυπτο πάντως τη μπογιά τη λένε μπόγια.
Δύτης των νιπτήρων said
Ναι, κι εγώ απ’ ό,τι βλέπω είναι από κάποιο παλαιοτουρκικό (κεντρικής Ασίας) bodu/bodug. Λεξικά Tietze και Nisanyan συμφωνούν.
physicist said
Ξέρω το ista boja ista vera (ίδια χρώματα ίδια θρησκεία;) που λένε τα ΠΑΟΚια και οι Γκρόμπαρι της Παρτιζάν, καθώς και το Μπογιάτι που νόμιζα ότι ήταν Σλαβοχώρι. Δεν κατέχω όμως τα Σέρβικα ούτε τα Τούρκικα.
physicist said
@43. Α, δηλαδή λες ότι οι Σλάβοι το πήραν απ’ τους Τούρκους.
Δύτης των νιπτήρων said
Έτσι φαίνεται, σλαβικό λεξικό δεν έχω.
Δημήτρης Μ. said
@45 Μάλλον οι Σλάβοι των Βαλκανίων. Στα ρώσικα είναι «κράσκα» και στα πολωνικά «farba»
Δύτης των νιπτήρων said
Οι Πολωνοί από το γερμανικό δλδ.
sarant said
Ευχαριστώ και για τα επόμενα σχόλια!
34-35: Και καλώς ήρθατε!
Τελικά, και δεν είναι περίεργο, μπουχαρί μπορεί να είναι είτε το τζάκι, είτε η καμινάδα, είτε το γείσο.
32: Είναι λάθος η παραπομπή αυτή, ο Δημητράκος δεν έχει λήμμα μπουχαρί. Έχει μπουχασί, το γνωστό μας.
Δημήτρης Μ. said
#48. Πιθανόν. Δεν ξέρω γερμανικά. Πάντως στα πολωνικά υπάρχουν πολλές γερμανικές λέξεις.
sarant said
38: Ο Χατζάρας δεν τον έλεγε απλώς Κουγιουμτζόγλου αλλά Κοεν-τζόγλου: όχι μόνο Τούρκο αλλά και Εβραίο.
akindynos said
Η Magenta είχε επιχειρήσει να κάνει ocr μια εγκυκλοπαίδεια (ή λεξικό) με ληγμένο copyright, δυστυχώς δεν θυμάμαι το όνομα, μέσω crowdsourcing. Αλλά ένας εκδότης ξεκίνησε εξώδιικη αλληλογραφία και, παρότι δεν νομίζω να τον δικαίωνε κανένα δικαστήριο, τελικά δεν προχώρησε η ιστορία.
Δεν ξέρω αν μπορεί αυτό να εξηγεί σε κάποιο βαθμό τον πλούτο της livepedia.
physicist said
@46, 47. Πολύ λογικά ακούγονται αυτά. Οι Πολωνοί δανείστηκαν προφανώς από τους δικούς τους γείτονες.
Σκύλος τ. Β.Κ. said
Κι αφού με τέτοια ζέστη πιάσαμε τις εστίες, τα τζάκια, τις γωνιές και τα παραγώνια, να θυμίσω και τον φλάρο, καλό ή και κακό.
physicist said
51. Ναι, Νίκο, έχεις δίκιο και δεν ήξερα αν είναι τόσο βλαξ ώστε να μην ξέρει καν το «Κουγιουμτζόγλου». Εκ των υστέρων, ο Χατζάρας έχει εφεύρει και το όνομα «Στέφανο Μάνο» στην ονομαστική, όλα να τα περιμένεις.
Μαρία said
16
Χα, χα, θηλυκό το ξέρω, η μπουχαρή κατά το η καμινάδα.
45,46
Έχουμε και σύνθετα: καραμπογιά, σου/ι μπογιά.
sarant said
37: Πολύ σωστά το επισημαίνεις, πρέπει να παίρνουν κάποιο πριμ ανάλογα με το πόσες λέξεις διαμελίζουν, δεν εξηγείται αλλιώς!
Σκύλος τ. Β.Κ. said
Φυσικά, υποθέτω ξέρεις τι έδωσαν οι Πολωνοί ως αντίδωρο στους Γερμανούς: το βήμα της χήνας!
Σκύλος τ. Β.Κ. said
Φυσικέ (στο 55) και όχι φυσικά
Μαρία said
57 Μη το γελάς. Κι οι κανόνες συλλαβισμού κάπως έτσι καθιερώθηκαν, αλλά τότε πληρώνονταν με την αράδα.
physicist said
58. Πολωνικός ήταν ο βηματισμός αρχικά; Δεν το ήξερα, έχει περάσει βλέπεις σαν σύμβολο Πρωσσικής πειθαρχίας και Τευτονικής στρατοκρατίας — αν και πλέον οι Γερμανοί τον έχουν απαγορεύσει.
Σκύλος τ. Β.Κ. said
Ναι, πολωνικός ήτανε. Γι’ αυτό και τονε δανειστήκανε και οι σοβιετικοί.
Τι υποκριτικό, ε; Οι δύο χώρες που καταδιαλύσανε την Πολωνία, είχαν δανειστεί απ’ αυτήν τον στρατιωτικό βηματισμό της.
Αλλά στη Βίκι το λέει για πρώσικο, όντως.
http://en.wikipedia.org/wiki/Goose_step
Μαρία said
61
Πρωσσικής προέλευσης. Έτσι το πήρε κι η τσαρική Ρωσία και το κληροδότησε και στους Σοβιετικούς.
physicist said
62, 63. Κάπου είχα ψαρέψει ένα γιουτουμπάκι με στρατιωτική παρέλαση (στις μέρες μας) στη Βόρεια Κορέα — εκεί να δεις βηματισμό χήνας και τον Κιμ-Γιονγκ-Ιλ να χασκογελάει απ’ το μπαλκόνι. Σουρρεαλιστικά πράματα.
Δύτης των νιπτήρων said
Η γερμανική βίκι πάντως χαρακτηρίζει είδος βήματος χήνας και τον βηματισμό των Ευζώνων (δείτε στη φωτό): http://de.wikipedia.org/wiki/Stechschritt
sarant said
52: Ξέρω ότι είχαν ξεκινήσει να ψηφιοποιούν το Λίντελ Σκοτ (την ελληνική μετάφραση)
Hellegennes said
Δεν νομίζω ότι ένα λεξικό της κοινής νεοελληνικής θα έπρεπε να περιέχει διαλεκτικές λέξεις, σε όσες διαλέκτους κι αν περιέχονται. Το λεξικό του Δημητράκου περιέχει διαλεκτικές μορφές;
#14:
Ναι, πολύ γνωστό ποίημα που αν δεν με απατά η μνήμη μου ήταν από το Εμείς κι ο Κόσμος της δευτέρας δημοτικού. Κι εμένα αυτό μού ήρθε στο μυαλό, αυτόματα.
physicist said
65. Ανακριβής ο παραλληλισμός — όχι ότι τραβάω κανα ζόρι αν οι Εύζωνοι κάνανε goosestepping αλλά άλλο πράμα ο ταχύς βηματισμός των παρελάσεων και άλλο η αργή, τελετουργική κίνηση των Ευζώνων στον Άγνωστο. Ακόμα και στις φωτογραφίες της βίκη.ντε-ε βλέπει κανείς τη διαφορά: στις άλλες τρεις όλο το πόδι είναι μια ευθεία, οι Εύζωνοι όμως έχουν σπάσιμο στο γόνατο.
Νικός said
Καταρχήν συγχαρητηρία για το ιστολογιό σας. Θυμήθηκα πως ‘πυρομάχι» έλεγέ η γιαγιά μου από την Κρήτη την εστία οπού έβαζε τη φωτιά για να μαγειρέψει στην αυλή. Καμιά σχέση ασφαλώς με μπουχάρη.
sarant said
67: Ναι, αλλά αν μια λέξη περιλαμβάνεται σε πολλές διαλέκτους μήπως γίνεται πανελλήνια;
Έτσι κι αλλιώς όμως, ο Δημητράκος, που έχει τίτλο Μέγα λεξικόν όλης της ελληνικής γλώσσης έχει διαλεκτικές λέξεις της νέας Ελληνικής, π.χ. στη γειτονιά του μπουχαριού έχει το μπουχασί, έχει και τον μπότη (αυτόν που σπάνε στην Κέρκυρα το Πάσχα.
Hellegennes said
Εγώ πάντως μπορώ να το βγάλω:
Πυρόμαχος>πουρόμαχος>μπουρόμαχος>μπουρμάχος>>μπουράχος>μπουχάρος>μπουχαρής
Ορίστε, ήταν απλούστατο. Απορώ τι σας δυσκόλευε. Όλα είναι φαινόμενα της ελληνικής γλώσσας.
sarant said
69: Ευχαριστώ συνονόματε!
Immortalité said
@32 Π2, όχι ότι έχω ακούσει όλες τις λέξεις της κρητικής αλλά το μπουχαρί πιο πολύ μου θυμίζει την παραπομπή του Μπαλό στο 26 παρά νορμάλ λέξη. 🙂 Στις πηγές μου (Κονδυλάκης – Πιτυκάκης) δεν λημματογραφείται. Αντιθέτως λημματογραφείται το μπουχούρι (ούτε κι αυτό το ξέρω) που σημαίνει λέει «υπογραφή αλλά και σφραγίδα. Ο όρος σε περιορισμένη χρήση σήμερο. Αγνώστου ετύμου«
Άντε να σας δω, μέχρι να (ξανα)γυρίσω να την έχετε βρει 🙂
Πάντως πλάκα πλάκα, αν δεν είχα κλειστό το κεραυνοπούλι, θα την είχα πάθει όπως χτες ο Στέλιος 😉
Mιχαλιός said
73: Προφανώς το τουρκικό muhur.
Μπουκανιέρος said
70 Βρε τουρίστα, 🙂 βασικά ο μπότης είναι πήλινο δοχείο για να σερβίρεις νερό ή κρασί (στο τραπέζι δηλ.).
Το Μεγάλο Σαββάτο δε σπάνε απαραίτητα μπότηδες, αρκεί κάτι πήλινο, ότι-νάναι (στα καντούνια, συχνά ρίχνουν απλά ένα ραγισμένο πιάτο – αλλά εσύ ήσουνα εκεί που έπαιρνε η τηλεόραση 🙂 – ούτε όμως τα μεγάλα που είδες, ξέστες ή ότι-άλλο, λέγονται μπότηδες).
Υπάρχει κι η έκφραση «Από το μπότη!», που συνοδεύεται από χαραχτηριστική χειρονομία (ο αντίχειρας στραμμένος προς τα κάτω) και σημαίνει «Ναι, καλά!» ή «Ψέματα!»…
sarant said
75: Δηλαδή είναι κανάτα.
Πάντως, νόμιζα ότι είναι ιταλικό, αλλά βλέπω πως είναι από το μεσαιωνικό εμπότης.
Μαρία said
76
Κι ένας τύπου στάμνας
http://tinyurl.com/6xxqzok
Σκύλος τ. Β.Κ. said
Και το Μποχώρι; Απ’ όπου είχε ονομαστεί το παλιό μεζεδοπωλείο των Εξαρχείων; Αυτό πού οφείλει το όνομά του;
tamistas said
Αν και το μπουχαρί μόνο τη λέξη μπουχέσας μου θύμισε, σας βρήκα αυτά:
1. Μπουχάρια Μικροβάλτου Κοζάνης.
2. Δείτε την 6η διαταγή του υπενωματάρχη Ματαράγκας Παπακωνσταντίνου (αν και είναι ολόκληρη απολαυστική – η υπόλοιπη,
εδώ), από ένα ιστολόγιο σε αγρανάπαυση…
Ηλεφούφουτος said
σχ. 67 Πανελλήνια δεν γίνεται με την έννοια ότι δεν μπαίνει στην ΚΝΕ (δεν γίνεται κνίτισσα η λέξη) που να χτυπιέται, κι ας υπάρχει σε διαλέκτους στη μία και στην άλλη άκρη του ελληνισμού (π.χ. Ποντιακά, Κυπριακά και Κρητικά, παράδειγμα δε μού ‘ρχεται αλλά υπάρχει).
Απόδειξη, πόσοι από μας ήξεραν το πολυδιαλεκτικό μπουχαρί; (η αφεντιά μου όχι)
Θα ήταν χρήσιμη μία διάκριση ορολογίας ανάμεσα σε ιδιωματικό/διαλεκτικό και σε περιφερειακό, η οποία θα κάλυπτε ένα τέτοιο φαινόμενο.
Και στα Βουλγάρικα «βάφω» είναι μπογιαντίσβαμ, το αστείο για έναν Έλληνα είναι ότι χρησιμοποιείται για κάθε είδους βαφή, και για τη βαφή των μαλλιών.
Μόνο στα Σλάβικα των Βαλκανίων όμως υπάρχει, ακριβώς γιατί είναι δάνειο απ τα Τουρκικά.
Η σλαβική ρίζα είναι κρασ- όπως στη λέξη που χρησιμοποιείται στα σημερινά Ρώσικα για το κόκκινο χρώμα, ενώ η παλιότερη λέξη, ευρύτερα σλαβική, για το κόκκινο έχει σχέση με το σκουλήκι (αλλά τα ‘χουμε ξανασυζητήσει αυτά).
Απ τα Γερμανικά προέρχεται και η τσέχικη λέξη για το χρώμα: barva.
Ηλεφούφουτος said
σχ. 79 (2), αριστούργημα! Και φτιαχτό να είναι, θέλει ταλέντο πολλών Μποστ για να το πετύχεις!
Μαρία said
78 Ετυμολογία δεν ξέρω αλλά είναι το Ευηνοχώρι. (Ο Μποχώρης άλλου παπά ευαγγέλιο).
http://stalikia.blogspot.com/2011/02/blog-post_77.html
80 Και ειδικά η μπουχαρή με τίποτα, δεν είναι καν πανσερραϊκή. Στα χωριά του Παγγαίου τη λένε.
Οι Βούλγαροι φαίνεται οτι χρησιμοποιούσαν καρά μπογιά για το μαλλί 🙂
Alfred E. Newman said
Στις ελάχιστες γνώσεις μου ξένων γλωσσών περιλαμβάνεται και η παροιμία okadar para, okadar boya. (Τυχον παρέμβαση τουρκομαθών επιθυμητή αλλά ήπια παρακαλώ).
Μαρία said
79, 81 χα,χα, τώρα το είδα. Μπεντροβάτο σαν το σουφλιώτικο που μας είχε δείξει ο Ντόκτορ.
Μαρία said
83
Μέχρι να έρθει ο δύτης, καμιά σχέση με την οκά. ο kadar δύο λέξεις.
Το νόημα που πιάνω είναι οτι η μπογιά σου φτάνει ως εκεί που φτάνει ο παράς σου.
sarant said
80: Περιφερειακή είναι ίσως μια λύση για να χαρακτηρίσουμε τις «πολυτοπικές» λέξεις. Φυσικά το μπουχαρί δεν μπαίνει στην ΚΝΕ,
αλλά τα λεξικά μας είναι τάχα λεξικά της ΚΝΕ; Κι αν έτσι είναι, θα πούμε ότι κακώς έχει το ΛΚΝ τον ρεντέ; το τσιρίσι; το παϊτόνι; την όζα; Όλες αυτές είναι βόρειες λέξεις που μάλλον δεν ακούγονται στην παλιά Ελλάδα.
Μαρία said
86 Αυτά θεωρούνται της βόρειας κοινής.
Γιάννης said
Για κοίτα πόσα μαζευτήκανε. Έπρεπε να κρατάω σημειώσεις. Αλλά πριν ξεκινήσω να γκρινιάξω λίγο με την απαίτηση για σύνδεση. Ε, όχι. δεν θέλω κι ας φαίνομαι ανώνυμος.
Ας πάμε όμως στα σχόλια που έχω. Τη λέξη έτσι όπως είναι γραμμένη δεν την ήξερα. Ούτε μου πήγε στο νου αυτό που αναφέρεται στο #12 ότι στη Λέσβο λέγεται «μπ’χαρί». Γιατί στο χωριό μου (Πλαγιά – Πλωμαρίου) την ήξερα ως «π’καρί» για να περιγράψει τόσο το γείσωμα (μμμμ. σιγά τη λέξη) του τζακιού όσο και την καπνοδόχο (και το αντίστοιχο πανί «π’καρόπανο»). Το τζάκι όχι. Για το τζάκι συνήθως χρησιμοποιείται η λέξη «γωνιά» (ή μάλλον «γουνιά» για να ακριβολογήσω). Και τζάκι βέβαια. Όσο για το πυρομάχι, (#69) υπάρχει κι αυτό αλλά αναφέρεται σε όποιον χώρο ανάβεται φωτιά (συνήθως για μαγείρεμα) και μπορεί να στηθεί ένα πυρομάχι επιτόπου όταν θέλουμε να βράσουμε ή να ζεστάνουμε ένα φαΐ.
#44 Απ’ όσο ξέρω το Μπογιάτι (=Άγιος Στέφανος) έχει σχέση με το σλάβικο(;) μπούα που έχει σχέση με το νερό.
Και να ρωτήσω τον Κορνήλιο για το «λέξι» που αναφέρει στο 22. Είναι σωστό ή του ξέφυγε; Γιατί «λέξη» ξέρω, «λέξις» ξέρω, αλλά τη συγκεκριμένη εκδοχή δεν. Γιατί στο «θεωρεῖται λέξι τῆς ΚΝΕ» ονομαστική μου κάνει.
Χμ. Εντάξει. δεν βγήκε και πολύ μεγάλο. Την καλησπέρα μου από την αμαξοστοιχία 597 Βερολίνο – Μόναχο (αυτή τη στιγμή φεύγουμε από το Άουγκσμπουργκ).
tamistas said
Σχετικά με το σχ. 79-2, αξίζει να παρατηρήσετε στην 6η διαταγή ότι, όπως επισημαίνεται και στο ιστολόγιο απ’ οπου αλιεύθηκε, ο υπενωματάρχης έχει περιβαλλοντικές ευαισθησίες και προτρέπει τους χωριανούς να καίνε τις «βονιές» των ζώων στο μπουχαρί.
Επίσης, για τους πότες του παρόντος ιστολογίου, αντιγράφω τη διαταγή υπ’ αριθμ. 8:
«Να μιν πίνετε πολί ινοπνεβματόδη ποτά τσίπουρα και ίνους και μετά ξερνοβολάτε και κάνετε χαζομάρες.»
Y N said
79 (2) φτιαχτό είναι, δεν έχετε προσέξει ότι είναι γραμμένο σε (άψογο μάλιστα) μονοτονικό, παρά τα, κατά τ’ άλλα, ορθογραφικά λάθη. Εκτός από ταλέντο Μποστ, ποιος κερατάς κάθησε και παιδεύτηκε να το χτυπήσει στην παλιά γραφομηχανή για να φαίνεται εποχής…
Στέλιος said
@83: νομίζω είναι «ne kadar para, o kadar boya», δηλαδή «όσα λεφτά, τόση μπογιά». Βέβαια και «o kadara para, o kadar boya» βγάζει νόημα, «τόσα λεφτά, τόση μπογιά». Μπορείς να αντικαταστήσεις και κάποιο από τα o με bu.
Ηρώ Διαμαντούρου said
Νίκο, σχετικοάσχετο, αλλά θα άξιζε κάποια στιγμή να κάνεις ένα αλφαβητικό ευρετήριο με σκέτες τις λέξεις / εκφράσεις που έχεις δουλέψει εδώ, οι οποίες να λινκάρονται με τα σχετικά άρθρα, ώστε να τα βρίσκουμε πιο εύκολα αντί να πρέπει να θυμόμαστε τον τίτλο τους (ή την ίδια τη λέξη και να ανατρέχουμε στην αναζήτηση). Πώς σου φαίνεται η ιδέα; Αν δεν προλαβαίνεις και θες εθελοντές, εγώ πχ προσφέρομαι, υποθέτω θα θέλουν κι άλλοι. Και …αν ήδη υπάρχει κάτι τέτοιο και εγώ (που είμαι ολίγον ξανθιά) δεν το έχω δει, πες μου το διακριτικά …
Η λέξη μπόχα έχει καμιά σχέση έχει με όλ’ αυτά; Και πάλι απολογούμαι αν έχει γραφτεί κάτι σχετικό, αλλά δεν έχω διαβάσει τα σχόλια.
Στέλιος said
Παρόραμα: «o kadar» φυσικά στο δεύτερο παράδειγμά μου και όχι «o kadara»
Γιάννης said
Είπα να τελειώσω, αλλά πού!
Λοιπόν αυτό με το «ο καντάρ παρά, ο καντάρ μπογιά» (που το γράφω μεταγραμμένο μιας και το λέμε μεν, αλλά δεν το έχω δει γραπτά δε), ναι, έτσι το ξέρω με το -ο- χωριστό. Παναπεί ότι ανάλογα με το χρήμα που δίνεις είναι και το εμπόρευμα που παίρνεις. Δεν μου ‘ρχεται αντίστοιχη ελληνική παροιμία.
Μαρία said
89 Βρε Τάμι, δεν καταλαβαίνω γιατί σου κάνει εντύπωση, όπως και στον ιστολόγο. Τις καίγανε τις σβουνιές οι άνθρωποι και στη γειτονιά μου τις χρησιμοποιούσαν και για μονωτικό, τις βλέπαμε δηλαδή κολλημένες στα ντουβάρια, που δεν ήταν βέβαια απο μπετόν.
tamistas said
95: Τι να κάνω, είμαι παιδί της πόλης. Και στο χωριό, μόνο καλοκαίρια. Αλήθεια, δεν μύριζαν;
Hellegennes said
#86:
Άλλο δεν ακούγονται πολύ κι άλλο δεν είναι λέξεις της ΚΝΕ. Οι περισσότερες λέξεις των λεξικών δεν ακούγονται καθόλου. Ακόμα και οι πιο κοινές που όλοι τις ξέρουμε. Ποιος λέει «δαμάλι»;
Hellegennes said
Οκ, υπάρχουν λέξεις που είναι κάπως τοπικές, αλλά τα λεξικά το κάνουν αυτό. Δηλαδή περιλαμβάνουν τοπικές λέξεις των δυο μεγαλύτερων νομών της χώρας. Πολλά λήμματα είναι τελείως άγνωστα στην Μακεδονία, ενώ άλλα τελείως άγνωστα στην Αττική (όπως λέμε φούιτ…). Για να ενταχθούν άλλοι τοπικισμοί σε λεξικά, πρέπει να είναι γνωστοί πανελληνίως και να χρησιμοποιούνται στην ΚΝΕ. Το βρίσκω δίκαιο, γιατί αν μια λέξη χρησιμοποιείται από το 20-40% του πληθυσμού, είναι δεν είναι τοπική, ανήκει στην ΚΝΕ. Παρεμπιπτόντως, το ίδιο κάνει και το OED. Όσες λέξεις ανήκουν σε διαλέκτους και ιδιώματα που έχουν μεγάλη πληθυσμιακή έκταση, περιλαμβάνονται· τα άλλα όχι.
sarant said
87-97: Ελληγέννη, είπα «μάλλον δεν ακούγονται στην παλιά Ελλάδα» και σωστότερα θα ήταν να έλεγα «δεν ακούγονται καθόλου στην παλιά Ελλάδα», δεν χρησιμοποιούνται και δεν τις ξέρει κανείς εξόν κι αν έχει ρίζες στα βόρεια.
Μαρία, και βόρειας και κοινής γίνεται; Κι αυτές περιφερειακές είναι, άμα το καλοεξετάσουμε.
92: Ευρετήριο των άρθρων θέλει δουλειά πολλή γιατί δεν μπορεί να γίνει αυτόματα. Τα Περιεχόμενα Ιστολογίου, που βλέπεις, τα φτιάχνει -σχεδόν αυτόματα- ο γκουρού υπηρεσίας (και έχει να φτιάξει από τον Δεκέμβρη). Εγώ όταν θέλω να βρω κάτι πάω στο γκουγκλ. Αν μάλιστα θέλουμε να επεκταθούμε και σε ευρετήριο σχολίων, που αξίζει τον κόπο, ζήτω που καήκαμε.
Τέλος πάντων, αν κάποιος φτιάξει ευρετήριο, ευχαρίστως να το αναρτήσω. Αλλά να το κάνω εγώ, δεν αντέχω…
Μαρία said
99 Ο Χρηστίδης έλεγε οτι υπάρχουν 3 κοινές, η βόρεια, η νότια και η κυπριακή.
Ηλεφούφουτος said
Μην ξύσουμε τώρα την πληγή «και τι να το κάνω ένα λεξικό, άμα δεν βρίσκω τη λέξη που υπάρχει στον Χ λογοτέχνη και δεν ξέρω τι σημαίνει», όπως μου λέει καλός φίλος μου και με κάνει να βγάζω φλούμπες (άλλη λέξη που θα μπορούσε να γραφτεί στην ΚΝΕ λόγω της εκφραστικότητάς της) όταν μου λέει ότι θεωρεί τον Τεγόπουλο-Φυτράκη καλύτερο από τον Μπαμπινιώτη και τον Τριανταφυλλίδη επειδή μόνο σ αυτόν βρίσκει λέξεις που χρησιμοποιεί ο Γκάτσος (τις οποίες έπαιρνε από τα ακριτικά ο αθεόφοβος)!
Ακόμα και λεξικά όπως ο Zingarelli ή ο Duden, τα οποία περιλαμβάνουν και υλικό που δεν ανήκει στη συγχρονία των γλωσσών τους αλλά απαντά σε κλασικούς, έχουν κάνει επιλογή συγκεκριμένων συγγραφέων, δεν καλύπτουν και τα «μπουχαριά» της Ιταλικής ή Γερμανικής αντίστοιχα, ιδίως τα νεκρά τοιαύτα.
Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε πολύτομο λεξικό.
sarant said
Θα εννοεί το Μείζον Τ-Φ ο φίλος σου, διότι το μικρό Τ-Φ έχει περιορισμένο λημματολόγιο.
Πάντως, και ο Μπαμπινιώτης έχει αποδελτιώσει «εφετζίδικα» Καββαδία, κι έτσι έχει τη σαλαμάστρα -πλέγμα από σχοινιά που χρησιμοποιείται στα πλοία. Όχι μόνο στα πλοία, στην πραγματικότητα.
Μπουκανιέρος said
75-77
Η διαφορά από την πήλινη κανάτα (μπουκαλέτο) είναι ότι ο μπότης είναι κλειστός κι έχει δυο χερούγια. Μπορεί να είναι και μεγαλύτερος από κανάτα (όχι απαραίτητα), πάντως είναι φτιαγμένος για να σερβίρει απευθείας σε ποτήρι (έχει στενό λαιμό), αντίθετα με άλλα είδη στάμνας που έχουν άλλο σκοπό (π.χ. μεταφορά, αποθήκευση κλπ.). Έτσι νομίζω τουλάχιστον.
Όσο για την ετυμολογία, παίζει και το ιταλικό botte, βαρέλι, αλλά με αρχική σημασία «piccolo vaso», λέει.
ΣΑΘ said
@ 82 Μαρία:
«…………………………………………………………………………….
Χαϊδούλαμ’ τα μαλλάκια σου με τι τα ‘χεις βαμμένα;
Τα ‘χω με την κ α ρ α μ π ο γ ι ά, να σκάσω παλικάρια
……………………………………………………………………………..»
τραγουδάει (ακόμα στα 94 της) η μάνα μου….
(Ορεινή Τριχωνίδα Αιτωλοακαρνανίας)
Χαίρε!
Μπουκανιέρος said
Το εμπότης πάντως, κατά το TLG, υπάρχει μόνο άπαξ στην Αλεξιάδα (βιβλίο Γ, κφ. Χ), «εμπότης κρύος».
Η Αλόη Σιδέρη μεταφράζει «κρυστάλλινη κούπα».
Μαρία said
103 Έτσι τον δείχνει και η φψτογραφία στο 77. Και τα δικά μας τα μπαρντάκια δυο χερούλια είχαν.
sarant said
Ο εμπότης είναι άπαξ, αλλά έχει και το μικρό του αδερφάκι, το εμποτόπουλο ή μποτόπουλο, που υπάρχει στον Πτωχοπρόδρομο και χωρίς καμιά αμφιβολία είναι το δοχείο για το κρασί στο τραπέζι: αλλά και το μποτόπουλον να γέμιζα κρασίτζιν ή (στη βερσιόν του TLG): το άσπρον το εμποτόπουλον γεμάτον το κρασίν μου. Στη Χιο έχουν «το νεμπότι», που πρέπει να είναι από «τον εμπότη». Γκουγκλίζεται, αλλά το λέει και ο στρατευμένος Κοραής.
ΣΑΘ said
Ως προς το » μπουχαρί «, τώρα:
Η λέξη είναι κοινότατη, (περισσότερο -βέβαια- μεταξύ τών πιο προχωρημένων ηλικιακά), στην Τριχωνίδα, Αιτωλία, Ναυπακτία Αιτωλοακαρνανίας, και σημαίνει ακριβώς αυτό που δείχνει η φωτογραφία τού ‘ζαγορίσιου μπλογκ’ που γράφει ο Νοικοδεσπότης μας.
Σε γνήσια ρουμελιώτικα, προφέρεται, φυσικά, » μπ’χαρί «.
Σπανιότερα η λέξη χρησιμοποιείται για να δηλώσει και την όλη κατασκευή (τζάκι, εστία, καμινάδα).
ΥΓ
Μικρή αβλεψία:
«……η χτιστή καμινάδα, με τούβλα, όπως στη φωτογραφία,……..»
Η συγκεκριμένη καμινάδα (» μπ’χαρί «) της φωτογραφίας, δεν είναι χτισμένη με τούβλα αλλά με πελεκητές πέτρες. Είναι, νομίζω, πασιφανές.
Ευχαριστώ.
Ηλεφούφουτος said
sx. 102, το μικρό εννοούσε, το προ-Μείζον τέλος πάντων. Κι εκείνο έχει κάνει εκτεταμμένη αποδελτίωση από λογοτέχνες.
Για τα ποιητικά «εφετζίδικα» από Καββαδία που λες, του Κριαρά έχει δικά του, ακόμα πιο επιλεκτικά (γιατί του Καββαδία τους στίχους όσο να ‘ναι, τους ξέρει το πανελλήνιο): τον Μπαστιά.
σχ. 105. στο μεσαιωνικό του Κριαρά υπάρχει και «εμποτόπουλο». Αν καταλαβαίνω καλά το «εμπότης» υπάρχει μάλλον ως ετυμολογική πρόταση του Ανδριώτη και του Trapp παρά ως μαρτυρούμενος τύπος.
Σκέφτομαι απ την άλλη ότι για να παρεισφρέει στην Αλεξιάδα, έστω και ως άπαξ, θα πρέπει να ήταν διαδεδομένη λέξη της δημωδεστέρας.
Καπετάν'Ενας said
78, 82 ο Μποχόρης είναι μάλλον άλλου ραβίνου ευαγγέλιο.Το είχαμε ξανασυζητήσει εδώ, και το είχε επιβεβαιώσει κι ο Αμπραβανέλ. Ήταν τυπικό εβραϊκό όνομα (δεν θυμάμαι ετυμολογία) που, κάποια εποχή σήμαινε και τον Εβραίο γενικώς (μποχορίκο, όπως τσιφουτίκο, αυτό το λέει ο Πετρόπουλος).
Το μπότι, υποθέτω ότι γέννησε το μπότσι, που στο Μωριά έχει περίπου την ίδια σημασία, μικρό επιτραπέζιο πήλινο σκεύος με μύτη για να γεμίζεις τα ποτήρια κρασί ή νερό.Ή μπότσα. Συνηθισμένη παλιά βρισιά, το κωλομπότσι, το γκιογκιό. Συνήθως η κατηγορία είναι ότι ο δείνα είναι κωλομπότσι του Τάδε, δηλαδή τον έχει υπό την επιρροή του, τον κάνει ότι θέλει.
Από το τούρκικο buhar, ατμός, πρέπει να είναι και το μπουχίζω (οι γιαγιάδες μπουχίζανε τους κουραμπιέδες με ανθόνερο ( μή ρωτάτε πως ακριβώς).( Στη Λέσβο νομίζω το λένε μπρουμίζω).
Όπως μας λέει ο δύτης, μπουρί είναι από το buru, το τούρκικο, άρα και η ελληνική μπουρού, το όστρακο που το φυσάς σαν σάλπιγγα.(Αν και βλέπω οτι υπάρχει λέξη buru που σημαίνει περιστροφή).
Και η μπουρούχα; Την μεταφορική έννοια την ξέρω
.http://www.slang.gr/lemma/show/mpourouxa_1026:%CE%BC%CF%80%CE%BF%CF%85%CF%81%CE%BF%CF%8D%CF%87%CE%B1
Κατά λέξη, υπάρχει μπουρούχα;
Αγγελος said
Μου φαίνεται λογικό ένα κάπως πλήρες λεξικό να περιέχει κατά το δυνατόν όλες τις λέξεις των δόκιμων συγγραφέων. Και βέβαια, αν θεωρήσουμε δόκιμους συγγραφείς (και ποιος θα διαφωνήσει;) τον Ελύτη και τον Καζαντζάκη, τον Καρκαβίτσα και το Γρυπάρη, θα γεμίσουμε ιδιωματικές λέξεις, ή τουλάχιστον λέξεις που δεν λέγονται στην Αθήνα ούτε γράφονται στις εφημερίδες. Μάλλον περισσότερη θέση στα λεξικά της κοινής νεοελληνικής έχει μια λέξη που μπορεί να τη συναντήσω στο Σολωμό παρά τα άπαξ λεγόμενα του Ησυχίου!
voulagx said
Μποχωρης = πρωτοτοκος λεει η Βικι http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CF%80%CE%BF%CF%87%CF%8E%CF%81%CE%B7%CF%82
tamistas said
… και μια άλλη εκδοχή για τον μποχώρη (εκτός από πρωτότοκος…):
Κορνήλιος said
δὲν διάβασα ὅλα τὰ σχόλια, ὁπότε δ]\εν ξέρω ἂν βρ[ξκε κανεὶς αύτό:
http://lefteria.blogspot.com/2011/03/blog-post_9408.html
Hellegennes said
Δεν καταλαβαίνω γιατί τόση φούρια με τον Ησύχιο. Δεν είναι και η πιο αξιόπιστη πηγή για την ύπαρξη λέξεων, πολύ περισσότερο όταν δεν απαντώνται πουθενά αλλού.
#101:
Ακόμη και το OED που είναι 20τομο και είναι στην διαδικασία επανασυγγραφής (θα τελειώσει το 2037), επιλέγει ποιες είναι οι διαλεκτικές μορφές που αναπαράγει. Πέραν του ότι δεν περιέχει λέξεις της παλαιοαγγλικής που εξαφανίστηκαν πριν το 13ο αιώνα.
Δύτης των νιπτήρων said
110 Για την μπουρού<buru δεν είπα εγώ, είπε ο Στέλιος στο 29 (πού μ' έβαλες και ψάχνω, εκατόν τόσα σχόλια!),
Με την ευκαιρία, 88: το μπούα είναι αρβανίτικο απ' ό,τι ξέρω, όχι σλάβικο.
sarant said
114: όχι, δεν το είχα δει το μπουχαρί του Ρακιντζή!
106: μπαρδάκι, η στάμνα -εξού και μπαρδακοβούλωμα 🙂
sarant said
116: Και ο περίφημος Μερκούριος Μπούας, αρβανίτης.
physicist said
Και ο Μπούας Σπάτας.
Παναγιώτης Κονιδάρης said
Και τζάκι (συχνότερα) και καμινάδα, το μπουχαρί στο Μεγανήσι.
Μπουκανιέρος said
107-109
Ο Πρόδρομος μοιάζει πειστικός.
110β
Το παράξενο είναι ότι εμείς χρησιμοποιούμε με την ίδια υβριστική έννοια το πραγματολογικά συγγενικό «μπουκαλέτο».
Ο Χυτήρης καταγράφει το (σχεδόν τυπικό) παράδειγμα:
«Ο κόντες έπαιρνε για βουλευτάδες πάντα κάτι μπουκαλέτα».
Κορνήλιος said
#115 ἴσως ἐπειδὴ εἶχε ὑπ’ ὄψει του κείμενα ποὺ σήμερα δὲν ἔχουν ἐπιβιώσει;
Μπουκανιέρος said
122 Νομίζω ότι υπάρχουν αμφιβολίες για την αξιοπιστία του (ίσως π.χ. ο Τιπού ή ο Νικ-Νικ να μπορούν να το θέσουν καλύτερα).
116/8/9 Αρβανίτες κι οι Μπουαίοι της Κέρκυρας (από οπλαρχηγούς του Μοριά στην υπηρεσία των Βενετσιάνων κλπ).
Ηλεφούφουτος said
σχ. 110, «(οι γιαγιάδες μπουχίζανε τους κουραμπιέδες με ανθόνερο ( μή ρωτάτε πως ακριβώς)»
Στο σόι μου το λέγανε σαν ανέκδοτο, πώς είχε ενθουσιαστεί μια θεια που θα ερχόταν η Σμυρνιά να τους δείξει πώς να φτιάξουν τους κουραμπιέδε. Και άντε «θα ρθει η Σμυρνιά να μας δείξει» και δόστου «θα ρθει η Σμυρνιά να μας δείξει» και … όντως τους έδειξε. Εκει που τους είχε απλωμένους, τα κομμάτια δηλαδή που έπρεπε να πασπαλιστούν, τα ράντισε η Σμυρνιά με τον αλάνθαστο τρόπο της προς μεγάλο πολιτισμικό σοκ των Αθηναίισσων. Ένα επιπλέον καλό που έχει αυτός ο τρόπος ραντίσματος, πέρα από το ομοιόμορφο άπλωμα, είναι κι ότι κολλάει καλύτερα η άχνη ζάχαρης μετά 😉
Σκύλος της Β.Κ. said
Καπετάνιε (στο 110)
Δηλαδή ο Α, που είναι το κωλομπότσι του Β, είναι ο παλιός καλός σφουγγοκωλάριος;
Μπουκανιέρε (στο 121)
Υβριστικό το «μπουκαλέτο»; Χμμμ… μου θυμίζει τον Καββαδία που στη «Βάρδια» γράφει «εγώ δεν το κυνήγησα ποτέ το λαμπόγυαλο», εννοώντας ότι ο ναύτης που το λέει δεν επεδίωξε να …χμμμ..[-X κάναν πιτσιρικά.
Η μεταφορά λαμπόγυαλο>περισουφρίδιον μάλλον έχει να κάνει με την στενότητα και την ευθραυστότητα, που είναι κοινές.
Αλλά και το μπουκαλέτο (ως φυαλίδιο) μοιάζει πολύ στο σχήμα με το λαμπόγυαλο.
Οπότε όταν βρίζετε κάποιον «μπουκαλέτο», μήπως τον αποκαλείτε asshole;
sarant said
Μήπως το λείο λαμπόγιαλο έχει να κάνει με τα οπίσθια τα παιδικά που είναι άτριχα;
Hellegennes said
#122:
Πολύ αμφιβάλλω. Τόσο σπάνιοι ήταν αυτοί οι τύποι που εμφανιζόταν σε μερικά, μόνο, χειρόγραφα τα οποία συμπτωματικά είχε υπόψιν του μόνο ο Ησύχιος και τα οποία τελείως συμπτωματικά χάθηκαν;
Κορνήλιος said
τί εἶναι πετρόχτιστο καὶ μοσχοβολάει; -τὸ μπουχαρίνι.
πῶς λέγεγεται τὸ χωριὸ τὸ γεμᾶτο μπουχαριά; -μπουχαριτόβρυτο
τί εἶναι γεμιστὸ μὲ κρέμα, τυρὶ ἢ σπανάκι καὶ ψήνεται στὸ τζάκι; -ἡ μπουχάτσα
Στέλιος said
Αλήθεια τελικά η «μπόχα» κολλάει πουθενά με όλα αυτά;
Ή η «Μπόχαλη»; Την θυμάμαι από την ταινία «Επαναστάτης Ποπολάρος» 🙂 🙂
Κορνήλιος said
#127 γιατί, λίγα ἅπαξ λεγόμενα ἔχουμε σὲ κείμενα ἢ ἐπιγραφές; τόσα ποιητικὰ ἔργα χάθηκαν, ἐκεῖ ὅλο καὶ θὰ ὑπῆρχαν κάτι περίεργες λέξεις.
Hellegennes said
#127:
Και εντελώς συμπτωματικά αυτά τα έργα τα είχε μόνο ο Ησύχιος; Ναι, υπάρχουν τύποι που απαντώνται μόνο μια φορά και άλλοι που δεν απαντώνται καθόλου. Αλλά από λέξεις που απαντώνται περισσότερες από μία φορές και συνήθως σε περισσότερους από έναν τύπους. Π.χ. το «αγγέλοιν» υπάρχει μόνο στον Ευστάθιο, αλλά δεν πρόκειται περί κάποιας άγνωστης ρίζας. Επίσης η πιθανότητα μια λέξη να μην έχει πουθενά αλλού εμφάνιση, μειώνεται όσο ερχόμαστε στο παρόν. Δεν γίνεται μέσα στους αιώνες που μεσολάβησαν από την δημιουργία της γλώσσας μέχρι τον Ησύχιο να μην έχει επαναληφθεί κανένας τύπος της λέξης, Δεν είναι και κάνας Μυκηναίος ο Ησύχιος. Ή μάλλον η πιθανότητα υπάρχει, απλά είναι εξωφρενικά μικρή.
Μπουκανιέρος said
125
Όχι. «Μπουκαλέτο» σημαίνει άβουλος, αχυράνθρωπος, διακοσμητικός, γλάστρα – τέτοια πράματα.
(Ενώ το, στην κυριολεξία, μπουκαλέτο σημαίνει κανάτα κι όχι μικρό «μπουκάλι».)
Όσο γι’ αυτά τ’ ακατανόμαστα που λες, Σκύλε μου, δεν έχω ιδέα!
Μπουκανιέρος said
«μικρό μπουκάλι» (στραβοπέσανε τα εισαγωγικά)
Καπετάν'Ενας said
112, voulagx,
Ναι, ναί, μποχορίκο, νομίζω κάτι μεταξύ μπέμπης ή κανακάρης.Ο Μποχώρης του τραγουδιού εννοείται πως είναι Εβραίος.
116 Ωχ, συγγνώμη Δύτη. Τότε τη μπουρού, που φυσάμε εδώ, τη λένε έτσι γιατί είναι φτιαγμένη από αυτό το κωνικό κοχύλι, που μέσα του είναι στριφογυριστό, κοχλιοειδές;Απο κάτι άλλο;
Μαρία said
132
Εγώ το πήρα για συνώνυμο με το τσανάκι.
Πρέπει ο Νικοκύρης να γράψει ένα άρθρο για τα σκεύη που χαρακτηρίζουν ανθρώπους 🙂
Δύτης των νιπτήρων said
Να αναφέρω απλά τον μπουχό που μάλλον σχετίζεται με το αραβογενές ρήμα (#110)
π2 said
Αυτές τις μέρες μόνο διαγωνίως προλαβαίνω να διαβάσω. Σύντομο σχόλιο για τον Ησύχιο (τα έχουμε ξαναπεί):
Προβληματική πηγή. Το έργο σώζεται σε ένα, ουσιαστικά, και πολύ ύστερο χειρόγραφο, δεν έχει δηλαδή τη σύνθετη χειρόγραφη παράδοση που έχουν άλλα έργα, η οποία επιτρέπει διασταύρωση γραφών και λαθών, με αποτέλεσμα οι παρεμβάσεις των φιλολόγων να είναι συχνά γενναίες. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις δεν έχουμε τρόπο να ερμηνεύσουμε, να αξιολογήσουμε και να διασταυρώσουμε κάποιες γλώσσες του, ούτε να εντοπίσουμε τις πιθανές πηγές του.
Θέλει φειδώ και προσοχή η χρήση του.
sarant said
Καλημέρα!
128: Καλό!
129: Η μπόχα, κατά τα λεξικά, είναι ίσως από το αρχαίο αποχύνω και το αμάρτυρο *απόχα. Ίσως όχι, λέω εγώ.
ΣΑΘ said
@ 135
Π.χ. Νταβάς, νταβατζής, νταβατζιλίκι, κοντοπίθαρο(ς), ζουμπάς (κοντοστούπης), καζανοκέφαλος, βαρελόφρων, τενεκές (ξεγάνωτος), σκερβελές, μαυροτσούκαλο, εξηνταβελόνης, ‘κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι’ κ.τ.λ. κ.τ.λ.
Mιχαλιός said
Κατάλογος Μπογιατιών: http://ellines-albanoi.blogspot.com/2011/01/blog-post_3671.html
Ζέφυρος said
Στην Άρτα, πάντως, λέμε ακόμα «ο μπουχαρής».
Στέλιος said
@139 ΣΑΘ, ο νταβάς και ο νταβατζής δεν έχουν σχέση με μαγερικά σκεύη. Το μαγειρικό σκεύος που μάλλον σκέφτεσαι είναι ο ταβάς (tava), δηλαδή το τηγάνι, ενώ dava στα σύγχρονα Τουρκικά είναι η μήνυση ή η δίκη, και davacı ο μηνυτής.
Νομίζω θα ήταν ενδιαφέρουσα ιστορία το πως προέκυψε η τρέχουσα έννοια του νταβατζή στα Ελληνικά!
sarant said
Στέλιο, με πρόλαβες, και ασφαλώς αξίζει να γραφτεί άρθρο για τον νταβατζή …κάποτε!
Ηλεφούφουτος said
143, ναι, δεν είναι και στην επικαιροτητα. Όταν το είχε φέρει στην επικαιρότητα ο Καραμανλής, το ιστολόγιον δεν υπήρχε.
espectador said
Νίκο ασχετο με το θέμα, αλλά σχετικό με σένα. Με μια διάθεση αναπόλησης του παρελθόντος ξεθαψα σήμερα κάποια παλιά τεύχη της «Πολιτιστικής » του Αντώνη Στεμνή (το τεύχος 2 συγκεκριμένα) και ανακάλυψα αρθρο σου με θέμα «Στοιχεία κοινωνιολογίας του ρεμπέτικου». Το άρθρο καλό φυσικά , αλλά η φωτογραφία σου που το συνοδεύει καταπληκτική (τότε που οι μπαρμπέρηδες είχαν αναδουλειές). Υποθέτω οτι το έχεις…αν όχι να σου το στείλω.
sarant said
Εσπεκταδόρ, το έχω το τεύχος, σ’ ευχαριστώ! Ναι, δεν ήμουν και τόσο συχνός θαμώνας των κουρείων τότε…
Μπουκανιέρος said
146 Θαμνώνας ήθελες να πεις; 🙂
ΣΑΘ said
@ 142 :
Στα μέρη μας (Αιτωλοακαρνανία) προφέρουμε «νταβάς» και όχι «ταβάς» και εννοούμε συγκεκριμένο χάλκινο στρογγυλό ταψάκι.
Δημητράκος: «νταβάς ο και ταβάς»
Μπαμπινιώτης: «ταβάς και νταβάς»
Οπόθεν και η παρανόηση, για την άρση τής οποίας σας ευχαριστώ.
Δεν ήξερα ότι το «νταβατζής» προέρχεται από το (τουρκ) «davatsi» =μηνυτής, κατήγορος!
Mιχαλιός said
Και κουμπαριστί «τταβάς»!
Τιπούκειτος said
@3: Ιμμόρ, το ξέρεις πόσο σε συμπαθώ, αλλά αυτό το «μα τω θεώ» με στεναχώρησε πολύ, μα το θεό! 🙂
Τιπούκειτος said
Αυτό τώρα δεν είναι ρατσιστικό; Όχι πείτε μου. Η θεσσαλική διάλεκτος είναι η δημοκρατικωτάτη και ανεκτικωτάτη των ελληνίδων διαλέκτων. Κανένας Θεσσαλός δε θα διανοηθεί να γελάσει μαζί σου, άμα πεις κνουπ το κουνούπι και ψο το μισό. Όσοι λένε αυθαίρετη τη θεσσαλική διάλεκτο είναι ή ψηλομύτες χαμουτζήδες ή self-hating Thessalians. Τους καταγγέλλω και αποχωρώ.
Τιπούκειτος said
@137: Καλά τα λέει ο Πιδύος για τον Ησύχιο, αλλά ποιος τον ακούει (βλ. καρίμοιρος, νηνίον κ.ά.).
ΣΑΘ said
@ 149
#Και κουμπαριστί “τταβάς”! #
Το οποίον;
George said
Για τον μπουχαρή, πρώτη φορά ακούω! Ωστόσο, στο Βόλο λέγαμε μπουχαρί, σε ουδέτερο, τις καμινάδες, όχι μόνο τις χτιστές, αλλά και τις μεταλλικές, της σόμπας.
Immortalité said
@150 Ό,τι και να πεις… 😳
Τιπούκειτος said
@155: :-)) :-)) :-))
Τιπούκειτος said
@155 (bis)
voulagx said
#151 Χιριτίζου την πιρίφαν’ στασ΄ του Τ’πούκειτου!
Mιχαλιός said
#153 http://www.mamakouzina.tv/gr_recipy.asp?rid=1059&session-id=0e9337c02fee1360f92b06da20ef70b2
Τιπούκειτος said
@158: Είδις, Βουλάγξ, του μπχαρί μόβγαλι τ’ αντάρτκου πόκρυβα τόσουν κιρό. Άϊ μα.
ti zoe sauto to blog said
Εγώ αυτό το μπουχαρί τώρα το ακούω. Εμείς το τζάκι το λέμε παραστιά ή πυροστιά , και την καμινάδα ανεφανό.
Που είσαι βρε πρώην-μέλλοντα συμπέθερε , Τιπούκειτε . Σε χάσαμε .
Μαρία said
161 Την πυροστιά εμείς τη βάζαμε επάνω στο μαγκάλι.
http://tinyurl.com/67xfgwz
ti zoe sauto to blog said
162 .Δηλαδή εσείς την ερμηνεία 1) και εμείς την 2) ; εντυπωσιακό !
Άσχετο:
Ένας ξάδελφός μου είχε παντρευτεί Ηπειρώτισσα . Λοιπόν ένα καλοκαίρι είχαν φέρει διακοπές στο νησί και την πεθερά του.
Και έλεγε η γριά : τσ’ λιες να τσ’ μάσετε , να τσ’ μάσετε τσ’ λιες ( είχαν δυο δεντράκια στον κήπο , καλλωπιστικά περισσότερο ).
Εμείς πηγαίναμε επίσκεψη για να ακούμε τη γριά πιο πολύ ,αλλά μας πήρανε χαμπάρι στο τέλος 🙂
ti zoe sauto to blog said
Μαρία ,
άκου αυτό για την προφορά της ορεινής Νάξου , δεν είναι ψευδή η τραγουδίστρια 🙂 , έτσι μιλάνε . http://www.youtube.com/watch?v=KsYzoOjAER8&feature=player_detailpage
Μαρία said
163 Γιατί γελούσατε με τη γριά. Πριν απο λίγο διάβαζα την αξιώτικη αφήγηση «Η γάτα κουμπάρα» και βλέπω και τση και τσι μπόλικα.
164 Δεν ακούω καθαρά τα λόγια. Λέει τραούδια; Γιατί να την περάσω για τσευδή;
ti zoe sauto to blog said
Λοιπόν , η τραγουδίστρια ( και οι ντόπιοι ) :
α) τρώει το γ
β) το τσ το δικό μας είναι πολύ μαλακό*
γ) το σ είναι παχύ πριν από φωνήεν
δ) το ρ είναι περίπου ρλ κλπ
Πρόσεξε το λι(γ)άτσι = λιγάκι
ti zoe sauto to blog said
0:55 – 1:10 λρ
4:00 λιάτσι
ρ και σ απ’ την αρχή
Μαρία said
Στην τραγουδίστρια αναφέρεται μόνο το α) και το β), όχι;
Το τρώει αλλά χωρίς συνέπεια, μια λέει τραούδια μια τραγούδια.
Υπάρχουν νέοι που μιλάνε ακόμα το ιδίωμα;
Μαρία said
Ν’ αράξω την αγάπη μου…/ καινούργια …ν’ αλλάξω τα τραούδια ;
ti zoe sauto to blog said
Το χωρίς συνέπεια σωστό , όποτε το θυμάται προσπαθεί να τα πει αθηνέϊκα .
Οι νέοι που μιλάνε έτσι είναι κυρίως αυτοί που παρατήσαν το σχολείο απ’ το Δημοτικό , υπάρχουν αρκετοί ( βοσκοί και χτίστες κυρίως).
Μαρία said
οκ και το λι-άτσι 🙂
Μαρία said
Όταν ξαναπάω, θα κοιτάξω να μιλήσω με βοσκούς.
ti zoe sauto to blog said
Στην Απείραθο και το Φιλότι , τα ακούς και στα καφενεία και στις γειτονιές , αλλά από ηλικιωμένους.
ti zoe sauto to blog said
Τους χτίστες να προτιμήσεις ,θα βρεις και μεταφραστή και επιπλέον άλλη ασφάλεια στο χωριό 🙂
Άντε καληνύχτα σας.
Μαρία said
Μεταφραστή!
Mιχαλιός said
#173 Μισό λεπτό. Άλλο το λ το Απεραθίτικο, άλλο το Φιλοτίτικο. Το πρώτο είναι που μοιάζει με «ρ» και ακούγεται όντως (ακόμα και από μορφωμένους, όταν μιλούν μεταξύ τους), το δεύτερο είναι κάτι σαν, χμ, ημίφωνο (ου). Και σχεδόν έχει σβήσει, όσο ξέρω. Ή κάνω λάθος;
Ηλεφούφουτος said
Πάντως πριν 3 χρόνια στ Απεράθου είχα ακούσει παιδιά που παίζανε μπάλα και μιλούσανε μ αυτό το λ, το γιαπωνέζικο.
Η καταγωγή των Απεραθιτών είναι αν δεν κάνω λάθος από την Κρήτη, και συγκεκριμένα από την περιοχή όπου επίσης διατηρείται το γιαπωνέζικο λ (η ορολογία μου είναι ακραιφνώς γλωσσολογική 🙂 ).
Τιπούκειτος said
@161: Γιατρέ μου και πρώην υποψήφιε συμπέθερε, πλάκουσι δλειά!
@177: Ηλεφού, αυτό το κινέζικο/γιαπωνέζικο λ/ρ είναι ζωνιανό, μου φαίνεται. Πού είναι η Ιμμόρ να μας φωτίσει;
Υπάρχει πάντως και σχετικό ανέκδοτο, που το έχω ακούσει από κρητικιά (ξέρω κι άλλες εκτός απ’ την Ιμμόρ). Πάει, λέει, ο Ζωνιανός στο μαγαζί με τα είδη προικός (τι θυμήθηκα τώρα) να πάρει τραπεζομάντηλο. «Είντα τραπεζομάντηρο θες; Καρώ;», του λέει ο μαγαζάτορας. «Ε είντα να θέρω, κακό;», του απαντάει ο άλλος.
Στην ταινία Λούφα και Παραλλαγή: Σειρήνες στο Αιγαίο υπάρχει ένας τύπος, ο Σταυρακομαθιακάκης, που είναι απ’ τα Ζωνιανά και μιλάει μ’ αυτόν ακριβώς τον τρόπο. (Σύμφωνα με το σάιτ της ταινίας, «μιλάει λίγα αγγλικά και ελληνικά και πολύ καλά κρητικά»…)
ti zoe sauto to blog said
176 , ναι , καλά τα λέτε – είπα να μην μπω σε τέτοιες λεπτομέρειες .
Οι Φιλοτίτες λένε : άουα ( γάλα ) , μόνο οι καμπιανοί πια ! 🙂
Τιπούκειτος said
@176, 179: Δηλαδή το λάμδα στο Φιλώτι είναι πολωνέζικο;
Τιπούκειτος said
Είναι τρελοί αυτοί οι Αξιώτες…
Μαρία said
177,178 Κι εγώ θυμήθηκα διηγήσεις γνωστής μου Γιαπωνέζας για το μπέρδεμα στα γαλλικά της Bible με το livre, μικρό το κακό. (εκτός απο τα λ,ρ και με τα b,v υπάρχει μπέρδεμα).
Το είχαμε ξανασυζητήσει, γιατί θυμάμαι που έγραψα οτι ο Πενάκ στα μυθιστορήματά του, όταν μεταφέρει διαλόγους Βιετναμέζων της Μπελβίλ, τους βάζει να μιλάν με το λ. Ακούγονται σαν τα δικά μας μωρουδίστικα δηλαδή.
τυφλός said
# 177, Στην Απείρανθο κατέφυγαν κρητικοί που είχαν εμπλακεί σε βεντέτες. Αυτό μας είπαν οι ντόπιοι του χωριού. Βέβαια, υπάρχουν πολλές εικασίες: http://milopotamos.com/index.php/istoria/naxos
ti zoe sauto to blog said
180
Ξέρεις πώς τους πειράζαμε τους Φιλοτίτες ; – ω αά άουα = ω γιαγιά γάλα , έτσι το λέγανε τα παιδάκια στ΄αλήθεια 🙂
183
λέγονται πολλά κυρίως λόγω προφοράς και κύριων ονομάτων , αλλά είναι πολύ αμφιλεγόμενα.
Μαρία said
Για το Γιατρό.
Πρετεντέρης προς Λοβέρδο: [«….δεν είναι οι δύο ταμπλέτες που κατέβασε ο Μωυσής απ’ το όρος Σινά…».
Zazula said
95
Μου ‘λεγε κι ο πατέρας μου την εξής ιστορία για τις σβουνιές που τις χρησιμοποιούσαν για μονωτικό στα σπίτια:
Έχει πάει ο γιος κι έχει σπουδάσει στην πόλη, και γυρνά μετά από πολλά χρόνια στο πατρικό του στο χωριό, ευρυμαθέστατος πλέον. Μετά τους αλληλοασπασμούς της υποδοχής, κάθεται ο γιος πολύ προβληματισμένος. Τέλος, μην αντέχοντας άλλο να έχει την απορία, ρωτάει: «Βρε πατέρα, σπούδαζα τόσα χρόνια κι έχω μάθει σχεδόν τα πάντα. Αλλά οι γνώσεις μου δεν αρκούν για να καταλάβω πώς στο καλό πήγε κι έχεσε η γελάδα πάνω στον τοίχο.» Ε, τότε του δίνει μια ο πατέρας με τη μαγκούρα για να συνέλθει.
ti zoe sauto to blog said
186
Το ξέρετε ότι ο Σέλμαν Βάκσμαν , που ανακάλυψε το πρώτο αντιφυματικό , την στρεπτομυκίνη , την έψαξε στην κοπριά , διότι είχε ακούσει από χωρικούς ( δεν θυμάμαι ποιας δυτικοευρωπαϊκής χώρας ) ότι η κοπριά στα σπίτια τούς προστάτευε από την φυματίωση ;
Zazula said
Δεν το γνώριζα· διάβασα στα γρήγορα τον λόγο τού Βάκσμαν όταν τιμήθηκε με το Νομπέλ για την ανακάλυψη της στρεπτομυκίνης καθώς και <a href="http://nobelprize.org/nobel_prizes/medicine/laureates/1952/waksman-speech.html " την ομιλία του κατά το επίσημο γεύμα και δεν βρήκα κάποια σχετική αναφορά για να το επιβεβαιώσω. Ούτε η προγενέστερη δημοσίευσή του για το χώμα ως πηγή μικροοργανισμών ανταγωνιστικών προς παθογόνα βακτήρια αναφέρει κάτι σχετικό. Δυστυχώς δεν έχω πρόχειρη την αυτοβιογραφία του My life with the microbes για να την κοιτάξω.
ΥΓ Μήπως εννοείτε τον Έντουαρτ Τζένερ και τη συνειδητοποίηση ότι η προσβολή των αγροτών από δαμαλίτιδα τους προστάτευε απ’ την ευλογιά;
Κώστας Καραποτόσογλου said
ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΑΠΟΤΟΣΟΓΛΟΥ
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ: ΜΠΟΥΧΑΡΙ – ΠΕΧΟΡΙΚ’
Ἡ τουρκικὴ γνωρίζει τὴ λ. بخار buhar = ἀτμός, ἀναθυμίασις [Ι. Χλωροῦ, Λεξικὸν τουρκο-ελληνικόν, τ.1, Ἐν Κωνσταντινουπόλει 1899, σ. 335α], ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸ ἀραβικὸ بخار buḫār = fume, vapour, steam, or exhalation; what rises from water, like smoke; any fume that rises and diffuses itself from what is hot, or from hot water [Ed. W. Lane, An Arabic English Lexicon, τ. 1, σ. 159α], τὸ ὁποῖο σχετίζεται μὲ τὸ ἀρχαῖο ἀκκαδικὸ bḫr = heat, καὶ τὸ ἀσσυριακὸ buḫra = while hot [M. J. MashKour, A Comparative Dictionary of Arabic, Persian and the Semitic Languages, τ. 1, Tehran 1978, σ. 55. The Assyrian Dictionary of the Oriental Institute of the University of Chicago, τ. 2, Chicago 1965, σ. 307]· ἡ τουρκικὴ λ. buhar χρησιμοποιεῖται καὶ σὲ φράσεις: buhar gemisi = ἀτμόπλοιο, buhar makinesi = ἀτμομηχανή.
Ἡ λ. μπουχαρί, τὸ = καπνοδόχος, σωστὰ ἐτυμολογεῖται ἀπὸ τὸ ἰδιωματικὸ τουρκικὸ buhari = chimney, baca = καπνοδόχος, ἡ ὁποία ὅμως δὲν εἶναι παράγωγο τῆς λ. buhar = ἀτμός, ἀναθυμίασις, ὅπως διαφαίνεται· ἡ τουρκικὴ λ. buhari = καπνοδόχος, ἀπαντᾶ μὲ 71 τύπους στὰ τουρκικὰ ἰδιώματα, ποὺ κατανέμονται σὲ τέσσερεις ὁμάδες: : buhara / puhara, buharik / puharik, buhari / puhari καὶ buharca = baca = καπνοδόχος, καὶ προέρχεται ἀπὸ τὸ περσικὸ بخارى buḫārī = a native of Buḫara; a stove = θερμάστρα, σόμπα [ F. Steingass, A comprehensive Persian-English dictionary, London 1892, σ. 158]. Ὁ Andreas Tietze [Die Zusammensetzung des gewerblichen Wortschatzes in der Provinz Kars, Zeitschrift für Balkanologie 18 (1982) 163-164, λῆμμα 21] ἔχει ἀσχοληθεῖ μὲ τὴν τουρκικὴ λ. καὶ στὸ τέλος παρατηρεῖ: “einem regulären Adjektiv zu dem Namen der Stadt Buhara (Buxara), von wo wohl eine bestimmte Ofentype den Ausgang nahm” [ = ἀπ’ ὅπου πιθανὸν προέκυψε ἕνα συγκεκριμένο εἶδος ἑστἰας].
Ὁ Κ. Καραποτόσογλου, «Ἐτυμολογικὰ σὲ ποντιακὲς λέξεις», Ἀρχεῖον Πόντου 43 (1990-1991) 308, ἀσχολεῖται μὲ τὴν ἐτυμολογία τῆς ποντιακῆς λ. πεχορίκ’, πιχορίκ’, ποχορίκι, πυχυρίκ’. τό, = 1) καπνοδόχος ἑστίας, καμινάδα. 2) ὀχετός ἀποχωρητηρίου ἢ μάνδρας, τὴν ὁποία ὁ Α. Α. Παπαδόπουλος [Ἱστορικὸν Λεξικὸν τῆς ποντικῆς διαλέκτου, τ. 2, Ἐν Ἀθήναις 1962, σ. 188] παράγει ἀπὸ τὸ τουρκικὸ buhar = ἀτμός, καὶ ἀναφέρει: « Ἡ λ. προέρχεται ἀπὸ τὸ τουρκ. piherik, poherik, puhara = baca [= καπνοδόχος] < περσ. bukhārī = a stove, πρβλ. καὶ τὸ ἀραβ. bakhārī (πληθ.) = dans l’ Asie mineure, conduit, évent, par lequel monte la fumée. Ἡ λ. βρίσκεται καὶ στὴν ἀρμενικὴ ὡς bukherik, (pukherig δυτ. ἀρμεν.) = chimney (= καμινάδα)». Τὸ κορυφαῖο ἔργο [The Encyclopedia of Islam, τ. 1, Leiden 1986, σ. 1293] μᾶς πληροφορεῖ γιὰ τὴν Bukhara: The earliest literary occurrence of the name is in Chinese sources of the 7th century A.D., but the native name of the city, pwγ’r, found on coins, indicates on palaeographic grounds that the name may have been used several centuries earlier. The derivation of this word from Sanskrit vihāra "monastery" is not improbable in spite of linguistic difficulties, since there was a vihāra near Numidjkath, a town apparently the predecessor of Bukhara, and which merged into the latter.
Νίκαια 16/6/2011 Κώστας Καραποτόσογλου
sarant said
Κύριε Καραποτόσογλου σας ευχαριστώ πολύ! Και το αστείο είναι ότι είχα το «Συμπλήρωμα» στο ΙΛΠ όπου μνημονεύεται η δική σας ετυμολογική διόρθωση αλλά δεν μου έκοψε να το συμβουλευτώ -διόρθωσα το άρθρο.
Ώστε το μπουχαρί ανάγεται τελικά στη Μπουχάρα -οπότε αποκτά και άλλη αίγλη!
boukalitsa said
Μπουχαρί λέει η γιαγιά μου (90 ετών, μόλις…) το γείσο του τζακιού («τα κλειδιά ‘σ’ είν’ απάν’ στου μπουχαρί»), στη Δωδώνη Ιωαννίνων αυτά.
Φίλη εξ’ Αγρινίου που ρωτήθηκε για τη λέξη, είπε ότι κι εκεί χρησιμοποιείται, για την καμινάδα όμως, καθώς και μεταφορικά για τον μανιώδη καπνιστή.
sarant said
Ευχαριστώ, και να χαίρεστε τη γιαγιά!
ΚΩΝΣΤΑΝΤΊΝΟς ΕΛΙΜΙΩΤΗΣ said
Το μπουχάρ΄ι εν Κοζάνη σημαίνει το ράφι πάνω από το τζάκι, όπου τοποθετούσε η νοικοκυρά διάφορα χρηστικά αντικείμενα, όπως βάζα με μπαχαρκά, ακόμα και διακοσμητικά. Την λέξη ΄΄ άναψε ο μποχαρής … ΄΄ την άκουσα σήμερα σε ενημερωτική εκπομπή για την περιοχή της Άρτας.
sarant said
Ευχαριστώ!
Ελένη Ψ. said
Η γιαγιά μου με καταγωγή από Στυλίδα (και σύζυγο Πόντιο) χρησιμοποίησε το «μπουχαρίζω». Διηγήθηκε πως όταν οι έγκυες ανησυχούσαν επειδή για μέρες δεν αισθάνονταν το μωρό να κινείται «τους μπουχάριζαν» την κοιλιά. Δηλαδή κάποια έπινε ούζο και μετά φυσούσε στο στόμα της εγκύου και προκαλούσε έτσι την κίνηση του εμβρύου.
sarant said
Kαλώς ήρθατε! Νομίζω ότι πρόκειται εδώ για παραλλαγή του «μπουχίζω», που σημαίνει «γεμίζω το στόμα με υγρό και ψεκάζω» και που δεν έχει σχέση με το μπουχαρί.
Βάγια said
Εγώ νόμιζα, ως που να διαβάσω το άρθρο σας, ότι το μπουχαρί είναι ένα είδος υφάσματος. Αλλά καμιά σχέση τελικά! Ενδιαφέρον, ευχαριστούμε που πλουτίζετε τις γνώσεις μας!
Δημήτρης Μαρτῖνος said
@197. Βάγια said:
» Εγώ νόμιζα, ως που να διαβάσω το άρθρο σας, ότι το μπουχαρί είναι ένα είδος υφάσματος. »
Φυσικὸ εἶναι· μᾶς ἔχει βομβαρδίσει μὲ τόσες μπουχάρες ἡ Μοιραράκη. 🙂
Μὲ τὴν εὐκαιρία νὰ σᾶς εὐχαριστήσω.
Μὲ τὶς ἀναβιώσεις παλιότερων ἄρθρων ποὺ κάνετε, δίνετε καὶ σ᾿ ἐμᾶς τὴν εὐκαιρία νὰ τὰ διαβάσουμε καὶ νὰ μάθουμε καινούργια πράγματα.
sarant said
197-198 Ναι, είναι πολύ καλή αυτή η επαναφορά.
Πέπε said
@97:
Όχι ακριβώς καμία σχέση. Κάποια σχέση υπάρχει μεταξύ μπουχαριού-καμινάδας και υφασμάτων:
> > Είναι δάνειο από το ιδιωματικό τουρκικό buhari, καμινάδα. Η λέξη αυτή ανάγεται τελικά στο τοπωνύμιο Μπουχάρα, την ξακουστή πόλη που πιο γνωστή είναι από τα χαλιά της.
Βάγια said
188-189: Ε, ως καινούρια αναγνώστρια πήρα τα παλιά άρθρα με αλφαβητική σειρά, για να κάνω επαναλήψεις στην ιστορία του ιστολογίου! (Χαμόγελο)
Ιωάννης Γκεζος said
Στην Χιμάρα της κατεχόμενης Ήπειρου,
μπουαρι, και όχι μπουχαρι,
λέμε το τζάκι.
Chrisarvan said
Το μπουχαρί (μπχαρί) στην τοπική διάλεκτο του Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας!
sarant said
Ευχαριστώ -πώς όμως και αναζωπυρώθηκε το ενδιαφέρον για τη λέξη;
Παρεμπιπτόντως, αποδοκιμάζω τον όρο «κατεχομενη Ήπειρος»
Γωγω said
Εστω και καθυστερημένα» μπουχαρί» αιτωλοακαρνανία
dervisci said
Μπουχαρί, λέμε το τζάκι, στη Γουριωτισσα αιτωλοακαρνανιας, και πιστεύω στα γύρω χωριά που μιλάνε βλάχικα, ριμινεστι.
τονης said
να προτείνω τρελό συσχετισμό;
μπουχάρι στα παρακείθε είναι αυτός που προέρχεται από την μπουχάρα . Και έχει μείνει και το χαντίθ μουχάρι στα μουσλάμια, από την καταγωγή του συγγραφέα
Bukhara has many names. One of its name was Numijkat. It has also been called «Bumiskat». It has 2 names in Arabic. One is «Madinat al Sufriya» meaning—»the copper city» and another is «Madinat Al Tujjar» meaning—»The city of Merchants».
και επειδή αυτές τις αηδίες της μεσοποταμίας τις πήραν από κίνα, και ούτως πάνω κάτω έτσι κάτω,
αυτοί χωρίζανε σε χελώνες τίγρεις και δράκους. Τη χελώνα που πήγαινε πακέτο με το φίδι (από κίνα) την πήρανε στη μεσοποταμία λανθασμένα σαν δράκοντας, και το πήραν οι χριστιανοί και σήμερα έχουμε τους δρακονιανούς. Με ιστορίες για αγρίους. Στους κινέζους , η μεσαία περιοχή στον ουρανό, και προφανώς το ανώτερο σημείο, που φύλαγε την ισρορροπία και την τάξη, ήταν οι έμποροι (όχι ο αρκτούρος και από δίπλα ο δράκοντας με τον θουμπάν-τότε)
και επειδή όλα είναι συνδέσεις με τον παλιο θεό που πήγε παντού. Πχ ο ουροβόρος που σχεδίαζαν ένα φίδι και βάζανε έντερα κάτω, είναι καρμπον κινέζικη μυθολογια. Οι αηδίες που κάνανε οι αρχαίοι τα πήραν από μέση ανατολή που τα χε πάρει από κίνα Ότι ο άλλος ήθελε να γίνει αθάνατος και ο θεος του αντικατέστησε το στομάχι και τα έντερα. Δεν αποκλείεται η σύνδεση κόπερ σίτι (χάλκινος) και κέντρο εμπορίου, να χε σχέση με αυτά που λένε για χάλκινο και χρυσό γένος. Και η αλήθεια πατέρα κρύβεται σε πρωτοσημιτικές ρίζες, σύνδεση με κινέζικη μυθολογία, ΚΑΙ ΑΙΡΟΝ ΜΕΙΝΤΕΝ
Αλέξανδρος said
Στην Ήπειρο στην περιοχή της Λάκκας Σουλίου το χρησιμοποιούμε και για το τζάκι και για την καμινάδα.
Έβρασα δύο λάχανα στην μπουχαρί, έλεγε η γιαγιά μου.
Ιωάννης Γκεζος said
Εγώ είμαι από την Χιμαρα.
Στην χιμαραιικη διάλεκτο, υπάρχουν πολλές λέξεις που δύσκολα θα της συνάντησής αλλού.
Μία από αυτές είναι και το «Μπουαρι «.
Στην χιμαραιικη διάλεκτο προφέρεται χωρίς το «χ».
Η λέξη «τζάκι «,ήταν τελείως άγνωστη για τους χιμαραιους.
Ανδρέας Λ. said
Επιβεβαιώνω και εγώ πως στη Λάκκα Σουλίου νομού Ιωαννίνων η λέξη περιγράφει γενικώς το τζάκι, όλο το οικοδόμημα δηλαδή (και την εσοχή όπου ανάβει η φωτιά, αλλά και την καπνοδόχο και την καμινάδα).
sarant said
Ευχαριστούμε!