Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Ο Μίλτης και ο δάσκαλος (Δημήτρης Σαραντάκος)

Posted by sarant στο 3 Ιουλίου, 2012


Tο σημερινό είναι το δωδέκατο απόσπασμα από τα “Εφτά ευτυχισμένα καλοκαίρια”, το ανέκδοτο αυτοβιογραφικό πεζογράφημα του πατέρα μου, του Δημήτρη Σαραντάκου. Δημοσιεύτηκε την Παρασκευή που μας πέρασε στο Εμπρός της Μυτιλήνης, την εφημερίδα με την οποία συνεργαζόταν για πολλά χρόνια ο πατέρας μου. Το προηγούμενο απόσπασμα μπορείτε να το βρείτε εδώ Επειδή έχω δεχτεί ηλεμηνύματα με ερωτήσεις: ναι, υπάρχει σκέψη να εκδοθεί το βιβλίο αλλά λόγω της κακής συγκυρίας μέχρι στιγμής δεν έχει βρεθεί εκδότης.

Με το σημερινό άρθρο περνάμε στο τρίτο Καλοκαίρι του βιβλίου, το καλοκαίρι του 1944 -όταν ο αφηγητής είναι δεκαπέντε ετών. Ωστόσο, το σημερινό άρθρο κάνει μια γενικότερη αναδρομή στο σχολείο επί κατοχής, με τα πορτρέτα δυο δασκάλων του πατέρα μου, του Μίλτη Παρασκευαΐδη και του Απόστολου Αποστόλου, που είχα την τύχη να γνωρίσω κι εγώ.

Ο πατέρας μου προτάσσει στο τρίτο αυτό καλοκαίρι τον εξής πρόλογο:

Το τρίτο καλοκαίρι μου φάνηκε σα να βάσταξε σχεδόν από τον Απρίλη ως το Νοέμβρη. Όχι γιατί όλους αυτούς τους μήνες ο καιρός ήταν καλός, αλλά γιατί ένιωθα μέσα μου, κι εγώ και όλοι σχεδόν οι άνθρωποι στο νησί, μια πρωτόγνωρη ζεστασιά.

Ελπίδες και προσδοκίες μας θέρμαιναν την ψυχή και μας φώτιζαν το πρόσωπο. Ήταν το καλοκαίρι πριν από την Απελευθέρωση και οι πρώτοι μήνες μετά. Το τελευταίο του πολέμου. Ήταν ζεστό και ξερό, με μια μόνο δυνατή μπόρα.

Ένα καλοκαίρι που μου έμεινε αξέχαστο. Είχα τελειώσει την έκτη οκταταξίου και από το Νοέμβρη του περασμένου χρόνου είχα οργανωθεί στην ΕΠΟΝ. Αυτό το καλοκαίρι φίλησα το πρώτο μου κορίτσι, έπιασα όπλο και μίλησα σε συγκέντρωση, κι ας ήμουν μόνο δεκαπέντε χρονών.

Τον Ιούνιο (του 1944) τέλειωσα την έκτη οκταταξίου. Για τρίτη χρονιά τα φιλολογικά μαθήματά μας τα ‘κανε ο Μίλτης. Ένας από τους καλύτερους εκπαιδευτικούς που πέρασαν ποτέ από το γυμνάσιο της πόλης μας, που φημιζόταν εν τούτοις για τους άριστους δασκάλους του (φημιζόταν και για κάτι άλλο, από τη δεκαετία του ‘20 κιόλας: ήταν «φυτώριο κομμουνιστών και δημοτικιστών»).

και μετά αυτό τον πρόλογο περνάει στην εξιστόρηση:

Μόλις ξέσπασε ο πόλεμος, τα μαθήματα σταμάτησαν και τα σχολεία κλείσανε. Ήμουν τότε στην τρίτη οκταταξίου γυμνασίου και στις δύο πρώτες τάξεις είχαμε την τύχη να μας κάνει ελληνικά ο Γιώργος ο Βαλέτας. Βέβαια με τη μετάθεση του πατέρα μου στη Σάμο, τη δεύτερη τάξη την έκανα εκεί κι όταν ξαναγυρίσαμε στο νησί, τον Ιούλιο του ‘40, ο Βαλέτας είχε μετατεθεί στην Αθήνα. Φαίνεται πως δεν ορίστηκε αμέσως αντικαταστάτης του, γιατί στις λίγες μέρες που μεσολάβησαν από το άνοιγμα των σχολείων ως το ξέσπασμα του πολέμου, το μάθημα των ελληνικών μας το ‘κανε ο Δημητράκης ο Βογαζιανός, καθηγητής των γαλλικών.

Ο κυρ-Δημητράκης ήταν γραφικός τύπος. Άνθρωπος του κρασιού και της παρέας, θυμόσοφος και καλαμπουρτζής, δίδασκε το μάθημά του σε μια ιδιόμορφη γαλλολεσβιακή διάλεκτο. Φράσεις όπως:

«Λιζέ του μάθημα»

«Πιο βιτ σι λέου»

«Φιρμέ λα πορτ, σα μπαιν’ς μεσ’ στ’νταξ’, παλιουγαϊδούρ’!»

«Σουρτί έξου μ’λάρ’»

κι άλλες παρόμοιες, αφθονούσαν στην παράδοσή του.

Ο νέος καθηγητής των ελληνικών (αρχαίων και νέων) και της ιστορίας ήταν ψηλός, αδύνατος κι έγερνε το κεφάλι του λίγο προς τα αριστερά. Ο πατέρας μου τον έβγαλε αμέσως «ο έξι παρά πέντε». Στην τάξη μας μπήκε απροειδοποίητα ένα σεπτεμβριανό πρωινό και με την πρώτη μας πήρε τον αέρα. Η αλήθεια είναι πως, ύστερα από ένα χρόνο ρεμπελιό, οι συμμαθητές μου κι εγώ δεν ήμασταν πια σχολική τάξη, αλλά μάλλον ορδή ημιαγρίων ταραχοποιών. Ο καινούργιος όμως δε σήκωνε τέτοια. Την πρώτη κιόλας μέρα πέταξε έξω τον Πατλάκα, το Χατζηγιάννη, το Χατζηαποστόλου κι άλλους δυο τρεις, που θορυβούσαν περισσότερο του ανεκτού.

Η προειδοποίηση:

«Πρόσεξε, γιατί θα σε πετάξω έξω!»

ήταν η συνηθέστερη απειλή κι αποδείχτηκε το αποτελεσματικότερο σωφρονιστικό όπλο του, γιατί πολύ σύντομα ο τρόπος και το περιεχόμενο των παραδόσεών του μας συνάρπασαν και κανείς δεν ήθελε να χάσει το μάθημά του.

Ποτέ του δε σκαμπίλισε ή έδειρε μαθητή, ούτε θυμάμαι να κράτησε ποτέ στα χέρια του βίτσα ή χάρακα ή άλλο όργανο τιμωρίας, που άλλοι καθηγητές δεν τ’ αποχωρίζονταν ποτέ.

Για πολλές βδομάδες, πάντως, η σκιά του καινούργιου καθηγητή στην τάξη μας ήταν δυσανάλογα βαρύτερη και μεγαλύτερη απ’ ό,τι αντιστοιχούσε στο λιγνό κορμί του. Για πρώτη φορά οι πρώην ρέμπελοι μαθητές αισθανθήκαμε πάνω μας μιαν εξουσία, που δεν μπορούσαμε ούτε να την αγνοήσουμε ούτε να την ανατρέψουμε. Στα διαλείμματα σχολιάζαμε με κακή διάθεση το νέο μπελά που μας βρήκε. Έχοντας θάρρος με τον πατέρα μου, του μετέφερα την ομόφωνη άποψη της τάξης.

«Ο καινούργιος καθηγητής μας είναι μεγάλο κέρατο.»

Ο παριστάμενος όμως στη συζήτηση Χαράλαμπος, στενός φίλος κι αιώνιος συμπαίκτης του πατέρα μου στο σκάκι, που συνήθως δεχόταν με συγκατάβαση και εύθυμη διάθεση τις διάφορες απόψεις μου, αυτήν τη φορά μού ‘βαλε πάγο.

«Κάνεις μεγάλο λάθος κι εσύ κι οι άλλοι. Ο Μίλτης είναι σπουδαίος άνθρωπος και άριστος δάσκαλος.»

Κατάπια τη γλώσσα μου. Το Χαράλαμπο τον παραδεχόμουν απόλυτα. Άρχισα να βλέπω μ’ άλλο μάτι τον καινούργιο καθηγητή κι ανακάλυψα πως διέφερε σε όλα σχεδόν τα σημεία από τους άλλους δάσκαλους ή καθηγητές που έτυχα να περάσω από τα χέρια τους. Αποδείχτηκε πως ο καινούργιος καθηγητής ήταν πολύπλευρη προσωπικότητα, σπουδαίος φιλόλογος, εξαίρετος σκιτσογράφος, εραστής της φωτογραφίας, λάτρης της μουσικής και πολύγλωσσος. Πολύ σύντομα φάνηκε πως σε ανάλογα συμπεράσματα καταλήξανε κι οι περισσότεροι συμμαθητές μου και στις αρχές του ‘42 άλλαξε ριζικά η διάθεση της πλειοψηφίας της τάξης μας απέναντι στο Μίλτη.

Ο Μίλτης δε μας δίδαξε μόνο τα αρχαία και τα νέα ελληνικά και την ιστορία, που πρόβλεπε το πρόγραμμα. Με τις διάφορες «εργασίες», που εγκαινίασε, μας έμαθε να μη φοβόμαστε ν’ ανοίγουμε μεγάλα, χοντρά βιβλία, μας έδωσε τα πρώτα στοιχεία της μεθοδικής ερευνητικής δουλειάς, το πώς να μνημονεύουμε τη βιβλιογραφία και φυσικά μας έκανε τους περισσότερους ν’ αγαπήσουμε την Ιστορία και τον Πολιτισμό. Τις επιδόσεις μας στις «εργασίες» του τις βαθμολογούσε σε ιδιαίτερη κατάσταση, ανεξάρτητη και άσχετη από τον πίνακα της κανονικής βαθμολογίας που παρουσίαζε στο Συμβούλιο των καθηγητών. Κάθε δύο μήνες μας ανακοίνωνε την πρόοδο που κάναμε. Στο τέλος της χρονιάς, οι δέκα που είχαν συγκεντρώσει τους περισσότερους βαθμούς (η βαθμολογία των εργασιών ήταν αθροιστική) έπαιρναν κάποιο έπαθλο, συνήθως σκίτσα του.

Φυσική και χημεία μας έκανε ο Αποστόλου, που όλοι τον λέγανε «Δάσκαλο» γιατί ήταν ο κατ’ εξοχήν τύπος του δασκάλου, με τη σημασία του πλάστη χαρακτήρων. Στο νησί ο τίτλος «δάσκαλος» είχε μεγαλύτερο κύρος από τον τίτλο «καθηγητής». Μου έμεινε αξέχαστο το πρώτο του μάθημα, γιατί μας συνάρπασε (εμένα – τουλάχιστον – οπωσδήποτε) μιλώντας μας για τις ομορφιές της χημείας. Τελικά μας έκανε ν’ αγαπήσουμε τη χημεία, ένα μάθημα με φήμη βαρετού και δύσκολου. Το ασυνήθιστα υψηλό ποσοστό χημικών και χημικών μηχανικών που είχαν τελειώσει κατά τη δεκαετία του ‘30 και κατά την Κατοχή τις εγκύκλιες σπουδές τους στο γυμνάσιό μας, οφείλεται στο πέρασμα του Δάσκαλου απ’ αυτό.

Σ’ αυτούς τους δύο δασκάλους, τον Μίλτη και τον Αποστόλου, οφείλω το διχασμό που με συνοδεύει από τότε ως και σήμερα. Την αδυναμία μου να επιλέξω αν τελικά θα γίνω καλός χημικός ή καλός φιλόλογος, με αποτέλεσμα να μη γίνω τίποτ’ από τα δύο.

 

20 Σχόλια to “Ο Μίλτης και ο δάσκαλος (Δημήτρης Σαραντάκος)”

  1. atheofobos said

    Ο πατήρ Σαραντάκος επιβεβαιώνει αυτό που πάντα πίστευα, πως οι μαθητές είναι οι καλύτεροι κριτές των καθηγητών τους.

  2. Κυρα-Δασκάλα said

    Ως Κυρα-Δασκάλα, θα συμφωνήσω απόλυτα με τον προλαλήσαντα! 🙂

  3. Νέο Kid Στο Block said

    Καλημέρα! Εξαιρετικός Νίκο ο πατέρας, όπως πάντα.

  4. satyrikon said

    Reblogged this on ΝΕΑ ΧΩΡΙΣ ΦΙΛΤΡΟ ΦΕΛΛΟΥ.

  5. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ μαθητές και δάσκαλους για τα πρώτα σχόλια!

  6. sarant said

    (Η φράση δεν είναι τυχαία, ο πατέρας μου έχει βγάλει ένα βιβλίο με αυτό τον τίτλο:
    http://www.protoporia.gr/tetradion-toy-mathitoy-dimitrioy-sarantakoy-mathites-kai-daskaloi-p-318772.html)

  7. spiral architect said

    @1: … και όχι μόνον ο πατήρ Σαραντάκος το επιβεβαιώνει. Ούλοι μας!

  8. sarant said

    Άσχετο με το θέμα. Και άλλο ευφυές σπαμ που μόλις έσβησα:

    Ωραία. Σου λέω λοιπόν πως τον είδε η δική μου οικογένεια, καθώς και ο ευρύτερος περίγυρός μου, που μόνο αριστεροί δεν ήταν.

    Παραπλανητικό, ε; Κι αν κλικάρεις πάνω στο όνομα του σπαμαδόρου, πηγαίνεις στη σελίδα του.

  9. Δημήτρης Μ. said

    Ο πιο κακός ο μαθητής, αλλά εξαιρετικός δάσκαλος:

  10. […]  https://sarantakos.wordpress.com/2012/07/03/7kalokairia-12/ Share this:TwitterFacebookLike this:LikeBe the first to like this. Explore posts in the same categories: Βιβλίο, Πολιτισμός […]

  11. «Αυτό το καλοκαίρι φίλησα το πρώτο μου κορίτσι, έπιασα όπλο και μίλησα σε συγκέντρωση, κι ας ήμουν μόνο δεκαπέντε χρονών…». Ψιλοπράγματα δηλαδή!
    Όσο για τα ονόματα των Δασκάλων Γιώργου Βαλέτα και Μίλτη Παρασκευαΐδη, σε ένα και το αυτό σχολείο!Δάσκαλοι μύθοι…
    Ξέραμε τη Λεσβιακή Άνοιξη, αλλά ο Μίμης Σαραντάκος μας μυεί και στα Λεσβιακά Καλοκαίρια.

  12. >Σ’ αυτούς τους δύο δασκάλους, […] οφείλω το διχασμό […] την αδυναμία μου να επιλέξω αν τελικά θα γίνω καλός χημικός ή καλός φιλόλογος.

    Διχασμοί γονέων παιδεύουσι και τέκνα.

  13. sarant said

    11: 🙂

  14. Συναρπαστικό το σημερινό. Ταξίδευα και δεν μπόρεσα να το δω πιο νωρίς. Αλλά και πάλι, χάρη στο κείμενο, ταξίδεψα στις δικές μου αναμνήσεις, όπως, φαντάζομαι, και οι άλλοι επισκέπτες σου.

    Γιάννης

  15. sarant said

    Γιάννη, σ’ ευχαριστώ!

  16. Αρκεσινεύς said

    «αν τελικά θα γίνω καλός χημικός ή καλός φιλόλογος».
    Το δίλημα δεν είναι αν θα γίνεις αυτό ή το άλλο , αλλά αν θα γίνεις ΚΑΛΟΣ, να μην κοροϊδεύεις ούτε τον εαυτό σου ούτε τους άλλους!

    Μόνο από δυο καθηγητές μου έχω καλές, πολύ καλές, αναμνήσεις, κι οι δυο ήταν φιλόλογοι, τον ένα τον είχα στην Γ΄ Γυμνασίου και τον άλλο στην Γ΄ Λυκείου. Και καλοί δάσκαλοι και καλοί άνθρωποι. Δε μ’ επηρέασαν όμως στην απόφασή μου να ακολουθήσω τη φιλολογία. Με τον πρώτο εξακολούθησα και μετά από την αποφοίτησή μου να έχω επαφές έως το θάνατό του.
    (Αν δεν έμπαινα στη φιλοσοφική, θα γινόμουν ναυτικός όπως πολλοί άλλοι στο σόι. Δεν το μετάνιωσα).

    Αντίθετα τις χειρότερες μνήμες έχω από τον γυμναστή κι έναν άλλο φιλόλογο. Οι γυμναστές εκείνα τα χρόνια ήταν κέρβεροι κι απάνθρωποι. Ο φιλόλογος και τεμπέλης και αδιάφορος και άδικος.

    Νίκο, πολύ τυχερός ο πατέρας σου, που είχε τέτοιους δασκάλους εκείνα τα πέτρινα χρόνια.

    Κάθε απόσπασμα το ευχαριστιέμαι. Να είσαι καλά!

  17. Αρκεσινεύς said

    δίλημμα, βέβαια

  18. Καλαχώρας Λεώνικος said

    Πολύ ωραίο! Αβάσταχτα ωραίο!
    Ομολογώ δεν έζησα ‘ωραίους δασκάλους’. Μερικούς τους είδα και αργότερα λόγω επαγγέλματος, (δυο πέθαναν κυριολεκτικά στα χέρια μου) αλλά δεν τους θαύμασα. Κάποιους αγάπησα όμως. Καναδυό ήσαν θλιβερά ανεπαρκείς, μέχρι γελοίοι. Ακόμα θυμάμαι τη φάτσα ενός φιλολόγου που προσπαθούσε να μας πείσει ότι οι μαύροι μυρίζουν διαφορετικά. Αλλά ήταν σε όλα του εμετικός. Κάποιους ίσως δεν αντελήφθην, διότι μεταγενεστέρως γνώρισα πολλούς που ήσαν κατ’ επάγγελμα καθηγητές, όχι δικοί μου, και ήσαν σπουδαίοι και δημιουργικοί άνθρωποι, όπως ο Θανάσης Κουδούνης, που συνέγραψε και μια Αρχαιοελληνική Γραμματεία και Περί Αρχαίας Ελληνικής Ποιήσεως, βιβλία διανομής χέρι χέρι, επειδή κανείς δεν τ’ ανελάμβανε. Είχα καθηγητή και τον Σαρλή, αυτόν που έχει γράψει την Νεοελληνική Μετρική, και είχε στο συρτάρη του μια εργασία απανθίσματος όλων των αρχαίων ελληνικών ρημάτων (θέση κι επιμέρους σημασία). Έμεινε εκεί απ’ ό,τι ξέρω γιατί δεν την ανελάμβανε κανείς. Αλλά δεν περίμεναν από μας να τους αντιληφθούμε.

    Είχα σπουδαίους ραββίνους όμως. Δε μας απέτρεπαν από το να είμαστε αριστεροί ή δεξιοί, αλλά μας απαγόρεψαν να γίνουμε μηδενικοί, αγράμματοι, άστοργοι, αστόχαστοι, αδιάφοροι, μηδενιστές και αναίσθητοι. Και δεν παίρνανε ούτε μισθό εξτρά

  19. sarant said

    18, τέλος: Καλό!

  20. Reblogged this on ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ.

Σχολιάστε