Ο Σουρής για τη φοιτήτρια Ροκά -πριν από 120 χρόνια
Posted by sarant στο 8 Μαρτίου, 2015
Το άρθρο ανεβαίνει με αυτόματο πιλότο -εγώ έχω φύγει ανήλιαγα αλλά θα γυρίσω το βραδάκι.
Μια και σήμερα είναι η διεθνής ημέρα της γυναίκας, σκέφτηκα να βάλω ένα στιχούργημα του Γ. Σουρή, γραμμένο πριν από 120 χρονια, που σχολιάζει ένα γεγονός πρωτοφανές τότε και κοινότατο σήμερα, την εμφάνιση μιας φοιτήτριας στο ανδροκρατούμενο τότε Πανεπιστήμιο Αθηνών, το λεγόμενο και «φλογερό καμίνι». Πρόκειται για τη Θηρεσία Ροκά, φοιτήτρια της Φιλοσοφικής.
Η Ροκά δεν ήταν η πρώτη Ελληνίδα φοιτήτρια. Ο τιμητικός αυτός τίτλος ανήκει στην Ιωάννα Στεφανόπολι, που γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή το 1890, αφού προηγουμένως η αίτησή της έφερε σε αμηχανία τη Σύγκλητο του Αθήνησι, η οποία παρέπεμψε το θέμα στην Κυβέρνηση. Έγιναν και αλλες αιτήσεις υποψήφιων φοιτητριών, αλλά δεν εγκρίθηκαν. Το 1892, δύο χρόνια αργότερα, τέσσερις άλλες κοπέλες εγγράφονται στο πανεπιστήμιο: οι αδελφές Αλεξάνδρα και Αγγελική Παναγιωτάτου στην Ιατρική σχολή, η Φλωρεντία Φουντουκλή στη Μαθηματική σχολή και η Θηρεσία Ροκά στην Φιλοσοφική.
Ο Σουρής δεν έγραψε για τη Ροκά με την ευκαιρία που άρχισε τις σπουδές της, αλλά τρία χρόνια αργότερα. Πράγματι, στις αρχές του 1895, είχαν γίνει φοιτητικές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας για την παύση του καθηγητή της Αρχαιολογίας Αντώνη Οικονόμου. Ο Οικονόμου, που ήταν πολύ αγαπητός στους φοιτητές, είχε κατηγορηθεί για λογοκλοπή και απολύθηκε από τον υπουργό Άγγελο Βλάχο (εδώ και εδώ βλέπετε δυο άρθρα εφημερίδων της εποχής). Στις κινητοποιήσεις συμμετείχε και η Θηρεσία Ροκά. Δεν νομίζω να είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στα επεισόδια -υποθέτω ότι και μόνη η είδηση της συμμετοχής μιας γυναίκας αρκούσε για να την προαγάγει σε πρωταγωνίστρια.
Το στιχούργημα που θα δείτε δημοσιεύτηκε στον Ρωμηό, την εφημερίδα του Σουρή, στο τχ. 501, στις 25 Φεβρουαρίου 1895 -πριν απο 120 χρόνια και κάτι μέρες. Ήδη η έμμετρη ένδειξη της ημερομηνίας αναφέρει: Πέμπτη κι εικοστή Φλεβάρη / κι οι γυναίκες στο ποδάρι, ενώ το σχετικό ποίημα τιτλοφορείται «Πανεπιστημιακά – κι η φοιτήτρια Ροκά». Φυσικά ο Σουρής επαναλαμβάνει όλα τα στερεότυπα για τις γυναίκες στο στιχούργημά του, ενώ (φαίνεται να) θεωρεί ότι η συμμετοχή μιας γυναίκας στις φοιτητικές κινητοποιήσεις αποτελεί τον προάγγελο κοσμοϊστορικών εξελίξεων και ότι η τελική κατάληξη θα είναι μια πλήρης ανατροπή των πατροπαράδοτων, με τις γυναίκες να αναλαμβάνουν τα ηνία και τους άντρες να μένουν στο σπίτι και μάλιστα να θηλάζουν τα μωρά.
Όσο για τη Θηρεσία Ροκά, πήρε το πτυχίο της (ή αναγορεύθηκε σε διδάκτορα, που δεν ξέρω τι σήμαινε αυτός ο όρος τότε) το 1898. Εδώ βλέπουμε μια φωτογραφία της από ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε το 1899 στο Ημερολόγιον Σκόκου, στο οποίο πληροφορούμαστε ότι ήδη διορίσθηκε «καθηγητής» στο Αρσάκειο -και όχι «καθηγήτρια»! (Τόσο αστείο θα φαίνεται και στα εγγόνια μας να λέμε για γυναίκες βουλευτές και δικαστές).
Παραθέτω το μεγαλύτερο μέρος από το τεύχος 501 του Ρωμηού, με ορθογραφία εκσυγχρονισμένη και μαζί με το σκίτσο που είχε δημοσιευτεί στον Ρωμηό. Στο πλάι βάζω ένα-δυο σχόλια μόνο, δεν προλαβαίνω για περισσότερα. Αν θέλετε, συμπληρώνετε τον σχολιασμό.
Πανεπιστημιακά – κι η φοιτήτρια Ροκά
Τι γυναικείον θρίαμβον κοιτάζω μετά τρόμου
στα λάλα μας εδάφη,
και μακαρίζω τρεις φορές αυτόν τον Οικονόμου,
όστις καθώς εγράφη
υπό σκοτίων διφθερών έσύλησε σοφίαν Τη φράση αυτή είχε χρησιμοποιήσει ο υπουργός
κι εκίνησε την γλώσσαν μας εις λόγων ευστροφίαν.
Υπέρ αυτού και συ, Ροκά, σκιρτάς μετά των άλλων
διά κραυγών εξάλλων,
και δρόμο παίρν’ η γλώσσα σου
και δος του κόβει ράβει
και την παρθένον σου ψυχήν το μένος την ανάβει,
κι όλοι παραξενεύονται πώς συ κορίτσι πράμα
με φοιτητάς αρσενικούς δημηγορείς αντάμα.
Προς Αμαζόνας παλαιάς τελείς γενναίον φόρον,
της μνήμης των ενθύμιον,
και πιλαλείς στ’ Ανάκτορα κι από των Ανακτόρων
εις το Πανεπιστήμιον,
κι εκ των εδράνων της Σχολής κι από των Προπυλαίων
εκσφενδονίζεις κεραυνούς κατά των Αγελαίων.
Βρόντα, φοιτήτρια Ροκά, και μάχιμος προχώρει
να θριαμβεύσει πια κι εδώ το δόλιο μισοφόρι.
Χειροκροτεί τούς λόγους σου το φλογερό Καμίνι
και λένε μερικοί
πως ο κομψός ποδόγυρος ογρήγορα θα γίνει
σημαία εθνική.
Σε χαιρετούν περίτρομα κι αγάλματα προγόνων,
που στην σοφίαν άλλοτε περιφανείς ηρίστευαν,
και βλέπουν ενσαρκούμενον το θαύμα των αιώνων,
που κι όνειρο να τόβλεπαν ποτέ δεν θα το πίστευαν.
Την δε πατρίδα της χαράς την κυριεύει μέθη
κι ουδέ την τρώγει συμφορών η θλίψις η κρυφία,
όταν ιδεί πως άφθονος κι αθρόα προσετέθη
εις την σοφίαν των ανδρών κι η θηλυκή σοφία,
και λέγει «πέρασαν καιροί Ανάττικοι και σόλοικοι,
τώρα σοφία δυο λογιών θα με λιπαίνει μπόλικη».
Και κουρασμένη κι άναυδος εκ του πολλού καμάτου
εξ ύψους θεωρεί
πως κι οι γυναίκες έγιναν περί διά γραμμάτου
και χάσκει κι απορεί,
και κάποτε μονάχη της περ ντίο σάντο λέγει
και φλέγεται και φλέγει.
Βλέπω μπροστά μου νεαράς κι ακμαίας Αμαζόνας
εις ίππους αελλόποδας με καταχρύσους ζώνας,
καθώς εκείνας τας κλεινάς λησμονημένων χρόνων,
που παρά τον Θερμόδοντα κατώκουν ποταμον
κι εμάχοντο προς στρατιάς των πάλαι Μακεδόνων
και τόσων ηξιώθησαν τροπαίων και τιμών.
Εις το φτερό σηκώνονται τα νέα θηλυκά
και παραιτούν την ρόκα των και τρέχουν στην Ροκά,
και κράνος τής φορούν βαρύ και της Ζαν Νταρκ τον θώρακα
και σπρώχνονται τριγύρω της και βγάζουνε τον κόρακα,
κι εγώ φρενηρης κι άγριος παράποτε πετώ
κοντά στην νέαν Λάκκαιναν, κοντά στην Λαμπετώ.
Με θάρρος Αμαζόνειον κάθε σοφή κορδώνεται
κι ο Πρύτανις περίφοβος στο σπίτι του κλειδώνεται,
μηδέ του δίου Πλάτωνος ακούεις τον Γοργίαν,
μηδέ στα Φροντιστήρια γραμματικούς αγώνας,
ο δε Πολίτης, εντριβής εις την μυθολογίαν, Ο Νικόλαος Πολίτης, ο πατέρας της λαογραφίας
βλέπει μπροστά του ζωντανάς των μύθων τας Γοργόνας,
και φοβηθείς ως φαίνεται να μη του κάνουν μπλόκο
φεύγει σταυροκοπούμενος χωρίς να βγάλει μόκο.
Ως τίγρεις ωρυόμεναι ορμούν στον Καρολίδη,
κι εις έναν νέον γίγαντα, εις τον Ευαγγελίδη,
που χαιρετίσματα πολλά κι ο Φασουλής τού στέλλει
εκ μέρους του φιλτάτου του κυρίου Κουτσουβέλη.
Εξεπληρώθησαν κι ημών και της Παρρέν οι πόθοι, Καλλιρρόη Παρρέν, εκδότρια της Εφημερίδος των Κυριών
όλ’ η θεόπνευστος Ζαν Ντάρκ εις σας μετεμψυχώθη,
και τροπαιούχους βλέπομεν σφριγώσας φοιτητρίας
κι αρσενικάς κυρίας,
και τέλος εξεφύτρωσαν προς δόξαν μας κι εδώ
γυναίκες της Αμερικής και του Κολοραδό.
Τσακίζεται παντός σοφού το σεβαστό καλέμι,
πολεμικός ποδόγυρος τούς έκοψε τον βήχα,
κι ο Σπύρος Λάμπρος τάχασε, μα κι ο Σεμτέλος τρέμει Ο λατινιστής Σεμιτέλος είχε κόψει τον Σουρή στις πτυχιακές. Ήταν
μήπως τα γένια πούβγαλε του βγάλουν τρίχα τρίχα. σπανός -αλλά μετά ως διά μαγείας έβγαλε γένια.
Ο Μιστριώτης μοναχά το στήθος του προτάσσει
και με γυναίκας συμμαχεί κι αμείλικτος πατάσσει,
κι οπόταν μεν ο Νάρκισσος μάς λέγει Μιστριώτης
τα στηθη τ’ αλαβάστρινα πως άφοβος προτείνει,
βλέπει το πράγμα φυσικόν η φλογερά νεότης
κι ουδέ παραξενεύεται το Φλογερό Καμίνι.
Αλλ’ όταν περδικόστηθη νεάνις και κυρία
φωνάζει πως το στήθος της προτείνει το φουριόζο,
όλους μεγάλος θαυμασμός κατέχει κι απορία
κι είναι το πράγμα τολμηρόν κι ολίγον τι σκαμπρόζο.
Έτσι λαλεί κι ο Φασουλής από των Προπυλαίων
βρυχώμενος ως λέων:
«Είναι καιρός ν’ ανατραπούν τής φύσεως οι νόμοι,
παντού να γίνει σεβαστή των γυναικών η γνώμη,
εμπρός εις τον ποδόγυρο γονατιστοί να πέσομε
και σαν τον Σαρδανάπαλο φουστάνια να φορέσομε.
«Ας γίνει πλέον ανδρική κι η γυναικεία φύσις
κι ας καρφωθεί σαν Προμηθεύς επάνω του Καυκάσου,
και συ, κυρία Φασουλή, το σπίτι σου ν’ αφήσεις
και πάρ ’ ευθύς τα ρούχα μου και δος μου τα δικά σου.
«Μεγάλην τρέφω κατ’ αυτάς προς το φουστάνι κλίσιν
κι αρχίζω να σιχαίνομαι την ανδρικήν μου φύσιν.
Να και μελάνι μες σ’ αυτό την πένα μου να βάφεις
και τον Ρωμηό να γράφεις.
Για σένα πνεύμα του λοιπού, για με παχιά βλακεία
και μόδες κι ενασχόλησις εις λούσα γυναικεία.
Απίστευτος μεταβολή και θαύματα μεγάλα…
βλέπω τα στήθη των ανδρών να κατεβάζουν γάλα,
εις τα καλά καθούμενα παρατηρώ πώς πρήσκονται,
πώς εις ενδιαφέρουσαν κατάστασιν ευρίσκονται,
πώς πάνε στα κρεβάτια των λεχώνες να καθίσουν
και τρέχουν μάμμοι θηλυκοί για να τους ξεγεννήσουν.
Ανατροπή της φύσεως, αλλάξανε τα γούστα,
κι εγώ με κότσο, με κορσέ, ποδόγυρο και φούστα
παίρνω τη λάτρα του σπιτιού και τις μικροδουλειές,
η δε κυρία Φασουλή σηκώνει τ’ ομπρελίνο
και δος του ξύλο τραντακτό και κατακεφαλιές,
κι εγώ μπροστά της άφωνος τα γόνατά μου κλίνω.
Ανέτειλε των γυναικών η γαύρος Βασιλεία
και των ανδρών κατέπεσαν τα πρώτα μεγαλεία.
Μηδέ στο Κοινοβούλιον ακούς ανδρός μιλιά,
παντού γυναίκας απαντώ πανσόφους κι ηρωίδας,
κι εγώ μιας νεας κλώσας μου ταΐζω τα πουλιά
κι έχω τα τσίσία των παιδιών ως μόνας μου φροντίδας.
Εμπρός των φόρον θαυμασμού καθένας ας πληρώσει,
κύψετε τον αυχένα σας βωβοί και κεχηνότες,
κι αν όπου πετεινοί πολλοί αργεί να ξημερώσει
σκεφθείτε πια τι γίνεται σαν κακαρίζουν κότες.
Εμπρός!… ας δράξει καθεμιά της Αθηνάς το δόρυ
κι ίσως το μέλλον κρέμεται στο καψομισοφόρι.
Κι η κοιμισμένη μου ψυχή αμέσως ξενυστάζει
σαν δει πως γάλα ζείδωρον μαθήσεως βαστάζει
ο κόρφος καθεμιάς
σημερινής Ρωμιάς.
Xαίρε λοιπόν, φοιτήτρια, προστάτις μας γενού,
κι εις τούτον τον αναβρασμόν του κράτους τον μεγάλον
νέα προφήτις Σίβυλλα προς όλους μας φανού
καθώς της Άρκης η Σειρήν στον Κάρολον των Γάλλων,
κι ας λάμψει χάλυψ φονικός και περικεφαλαία
κι ας καταπέσει τιμωρός η χειρ η ρωμαλέα.
Δώσε στην χειραφέτησιν την ώθησιν την πρώτην,
παίξε Σωτήρος πρόσωπον και λυτρωτοϋ δημίου,
και τρέχε με τους φοιτητάς και με τον Μιστριώτην,
τον χαριέστατον Ζαν Νταρκ του Πανεπιστημίου.
Βγάζω κι εγώ τον σβέρκο μου γι’ αυτόν τον Οικονόμου
χωρίς να τον γνωρίζω,
κι εγώ κατά της παύσεως καταμεσής του δρόμου
μονάχος μου σφυρίζω.
Νεότης, οπού φλέγεσαι τα πάντα ν’ άνατρέπεις,
για τον παυθέντ’ ας δράμωμεν στης παύσεως τον μπόγια,
κι αν ο παυθείς λογοκλοπεί μεγάλο πράγμα βλέπεις…
άλλοι σουφρώνουν χρήματα κι αυτός σουφρώνει λόγια.
Ας φρικιούν της Δύσεως σαχλοί καλαμαράδες,
κι αφού το κράτος έζησε με δανεικούς παράδες,
και το Πανεπιστήμιον ας ζησει φτωχικά
με λόγια δανεικά.
Ουδέ σμικρύνεται γι’ αυτό ή δόξα της ‘Ελλάδος,
ούδ’ ή σοφία των σοφών της Ιεράς Παλλάδος.
Κατά της παύσεως αυτής καθένας ας λαλησει
και το Πανδιδακτήριον διά παντός ας κλείσει,
αφού τοιούτον έπαυσαν σουφροποιόν φωστήρα
κι απέμειναν τα γράμματα πεντάρφανα και στείρα.
(….)
oxtapus said
Reblogged this on Oxtapus *blueAction.
Πέπε said
Στη στροφή «Εις το φτερό σηκώνονται τα νέα θηλυκά»,
α) τι σημαίνει «βγάζουνε τον κόρακα»;
β) Λάκκαινα;;
Στην επόμενη στροφή:
«χωρίς να βγάλει μόκο»: ενδιαφέρον πώς το έλεγαν τότε! (Σήμερα διατηρείται η ανάμνηση ότι αυτό σημαίνουν οι λέξεις «άχνα» και «τσιμουδιά», για το «μόκο» όμως όχι.)
Στη στροφή «Απίστευτος μεταβολή και θαύματα μεγάλα…» (εκεί που αρχίζει η εικόνα):
Μάμοι θηλυκοί;
Καλά, μαμές πάντα δεν υπήρχαν;
____________________
Μέχρι ένα σημείο εθαύμασα τη δεξιοτεχνική άνεση του Σουρή με τα μέτρα και τις ομοιοκαταληξίες. Το στιχούργημα όμως είναι τεράστιο, και αρκετά νωρίς (εκεί περίπου που αρχίζουν οι μνείες σε συγκεκριμένα πρόσωπα) μοιάζει να έχει κουραστεί.
____________________
Δεν μου είναι απόλυτα σαφές υπέρ τίνος τάσσεται. Σατιρίζει κι αυτά που του άρεσαν;
Δύτης των νιπτήρων said
Μπόλικες προπαροξύτονες ρίμες, που αρέσουν και στον Κορνήλιο. Καλημέρα!
Γς said
Καλημέρα
Ροκά. Σπάνιο επίθετο.
Και να δεις που μπορεί να είναι εγγόνι της ή και δυσεγγόνι της ο καθηγητής Αντώνης Ροκάς στην Νάσβιλ του Τεννεσσί που τελείωσε το διδακτορικό του ο φοιτητής μου Λεωνίδας Σ. πέρυσι
Λ said
Καλημέρα, Θηρεσία είναι η Τερέζα
atheofobos said
πήρε το πτυχίο της (ή αναγορεύθηκε σε διδάκτορα, που δεν ξέρω τι σήμαινε αυτός ο όρος τότε) το 1898.
Η φράση σου αυτή μου δημιούργησε μια μεγάλη απορία για τον εξής λόγο.
Στο ποστ μου Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΠΠΟΥ ΜΟΥ έχω δημοσιεύσει την περγαμηνή της αναγόρευσης του παππού μου σε διδάκτορα της Νομικής το 1900, λόγω του ότι έχει την υπογραφή του Κωστή Παλαμά γραμματέα τότε της σχολής.
http://www.atheofobos2.blogspot.gr/2012/12/blog-post.html
Η διατύπωση της αναγόρευσης είναι ακριβώς η ίδια όπως στο δικό μου διδακτορικό του 1979.
Πρόκειται λοιπόν για διδακτορική διατριβή ή αυτή την διατύπωση είχαν τότε τα πτυχία του Πανεπιστημίου Αθηνών;
Αν γνωρίζει κάποιος σχετικά ας μας ενημερώσει.
Λ said
Και Χρόνια μας πολλά!
Κώστας said
Καλημέρα,
ο διδάκτορας ήταν πολύ κοντά στον πτυχιούχο τότε. Έδινε επιπλέον εξετάσεις κι έτσι διαχωριζόταν από τον τελειόφοιτο.
Το 1892 όμως δεν υπήρχε Μαθηματική Σχολή. Υπήρχε το Μαθηματικό τμήμα το οποίο λειτουργούσε ημι-αυτόνομα εντός της Φιλοσοφικής, όπως και το Φυσικό.
Georgios Bartzoudis said
2: «Σήμερα διατηρείται η ανάμνηση ότι αυτό σημαίνουν οι λέξεις «άχνα» και «τσιμουδιά», για το «μόκο» όμως όχι».
Στην περιοχή Σερρών χρησιμοποιείται (ή τουλάχιστον χρησιμοποιούνταν) η φράση: Κάνε μούκου=Σώπα!
Μαρία said
2
Λάκκαινα απο λάθος αντί Λάκαινα για τη Λαμπιτώ.
Μάμμο στη λαϊκή γλώσσα λέμε το γυναικολόγο.
ΛΑΜΠΡΟΣ said
Σήμερα θα κατηγορούσαμε τον Σουρή σαν μισογύνη, αλλά θα πρέπει να τον κρίνουμε με τα τότε δεδομένα, και μάλλον είναι, ΝΑΙ ΜΕΝ ΑΛΛΑ, ή αλλιώς, και με τον χωροφύλαξ και με τον αστυφύλαξ.
Δέν υπάρχει καμία ημέρα της γυναίκας, όλες οι μέρες γυναικείες είναι, ημέρα χωρίς γυναίκα, έχει μόνο ο θάνατος.
Αφιερωμένο σε όλα τα κορίτσια, απο 2 μέχρι 102 χρονών, ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ.
spatholouro said
«Μη μιλάς και κάνε μόκο/θα σου ξηγηθώ μπαγιόκο» ( Ρ. Αμπατζή από το 1934)
Κάποιες διορθώσεις (λόγω επαγγελματικής διαστροφής…):
στη στροφή «Υπερ αυτού κι εσύ Ροκά κλπ» αντί «μετά κραυγών»», διάβαζε «διά κραυγών»
στη στροφή «Μεγάλην τρέφω κατ’ αυτάς κλπ», αντί «για σε παχιά βλακεία» διάβαζε «για με παχιά βλακεία»
στη στροφή «Ανατροπή της φύσεως κλπ», αντί «περνώ τη λάτρα» διάβαζε «παίρνω τη λάτρα»
στη στροφή «Χαίρε λοιπόν φοιτήτρια κλπ», αντί «χαι περικεφαλαία» διάβαζε «και περικεφαλαία»
Πέπε said
@9: Μα κι εγώ έτσι το ξέρω, κάνε μόκο. Υπάρχει και στο παλιό ρεμπέτικο, δεκαετίας 30 αν δεν κάνω λάθος: «μη μιλάς και κάνε μόκο / θα σου ξηγηθώ μπαγιόκο».
Εδώ στον Σουρρή όμως είναι το αντίθετο: δε θα βγάλει [ούτε] μόκο, άρα μόκο δεν είναι η σιωπή αλλά η φωνή.
Γς said
6:
>Η διατύπωση της αναγόρευσης είναι ακριβώς η ίδια όπως στο δικό μου διδακτορικό του 1979
Και χτες τα θυμήθηκα κι εγώ πτυχία και διδακτορικά της εποχής μας.
Με ρώτησε η κυρά πώς να αποδώσει στα Ελληνικά τα native και originated [για φυτά]. Και πες πες για ενδημικά, καταγωγή και τέτοια της πέταξα και το «εκ Μεσοποταμίας ορμόμενο» για κάποιο φυτό. Και τα έπαιξε. Με ρώτησε από πού βγαίνει αυτό.
-Από το πήρε φόρα, ορμή και μας ήρθε!
Ετσι δεν έγραφαν;
Ο [ΕΠΩΝΥΜΟ] [ΟΝΟΜΑ]
ΕΚ [ΠΟΛΗ] ΟΡΜΩΜΕΝΟΣ
ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗΝ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ
ΕΝ ΤΩ ΕΘΝΙΚΩ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΩ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩ ΑΘΗΝΩΝ
ΚΑΙ ΜΕΤ’ ΑΚΡΙΒΗ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑΝ
[…]
ΕΝΕΚΡΙΘΗ ΕΤΕΙ ΕΒΔΟΜΩ ΚΑΙ ΟΓΔΟΗΚΟΣΤΩ ΚΑΙ ΕΝΝΕΑΚΟΣΤΩ ΚΑΙ ΧΙΛΙΟΣΤΩ
spatholouro said
βγάλε μόκο=βγάλε τον σκασμό
Παύλος said
ΕΝΝΕΑΚΟΣΤΩ; Και το τριακοσοστό θα το πούμε τριακοστό;
Λ said
Το σημαντικό είναι ότι όχι μόνο γράφτηκε στο πανεπιστήμιο αλλά ότι αποφοίτησε. Πρέπει να είχε σπουδαίους γονείς που την στήριξαν.
Ρόκα είναι οχυρό στην Κρήτη και προμαχώνας στα τείχη της Λευκωσίας. Μάλλον γαλλοφέρνει.
stratosbg said
Reblogged this on a hairless ape.
cronopiusa said
ElTornillo: Las invisibles’
Καλή σας μέρα
Γς said
10:
>Μάμμο στη λαϊκή γλώσσα λέμε το γυναικολόγο.
Και Μάμη ενίοτε
ΚΑΒ said
Ροκά. Υπάρχει και Ρόκας (από το φυτό) και Ρόκκος από ιταλ.Rocco.
ο ροκάς της μουσικής
ΚΑΒ said
Ένα μέλος της Σχολής που δεν είναι ευρύτερα γνωστό, αλλά που εκ των πραγμάτων προκύπτει ότι πρέπει να υπήρξε ενδιαφέρουσα και ισχυρή προσωπικότητα, είναι η πρώτη φοιτήτρια της Ελλάδας Ιωάννα Στεφανόπολι, απόφοιτη του Ελληνικού Παρθεναγωγείου της Αικατερίνης Λασκαρίδου, η οποία γράφτηκε το 1890 με ειδική άδεια που ζήτησε από την κυβέρνηση η Σύγκλητος, για να σπουδάσει Φιλολογία. Την ακολούθησαν το 1892 η Θηρεσία Ροκά, επίσης στη Φιλολογία, και η Φλωρεντία Φουντουκλή, απόφοιτος του Αρσακείου, η οποία σπούδασε Μαθηματικά στην ενιαία τότε Σχολή.
Αγγελος said
To «κάνε μόκο» είναι σαφώς της κοινής. Λόγω επωνύμου, το έχω ακούσει πολλές φορές 🙂
Πολύ θα ήθελα να μάθω τι απέγινε η Φλωρεντία Φουντουκλή. Αποφοίτησε άραγε, ή βρήκε κανένα καλό παιδί και τα παράτησε;
Λ said
Αναμφίβολα δε θα λείπε αυτό το τραγούδι από το σημερινό νήμα.
http://kithara.to/ss.php?id=MTAyNjYyMDc1
Λ said
Το μόνο που δεν πρόβλεψε ο Σουρής είναι οι άνδρες που πληρώνουν 25 ευρώ για να τους κάνουν τα πόδια χαλάουα. Επίσης εδώ οι άντρες κάνουν και περιποίηση προσώπου με μάσκα από βλαστοκύταρα. Πουρκουά πα; όπως λένε και στην Ιαπωνία.
Αγγελος said
Εμαθα τι απέγινε η Φλωρεντία Φουντουκλή.
Δύτης των νιπτήρων said
26 Μπράβο Άγγελε!
Μα να μη λέει τίποτα (στις πρώτες σελίδες) για την Σοφία Κοβαλέφσκαγια!
atheofobos said
8
Δηλαδή δεν χρειαζόταν εκπόνηση διατριβής;
14
Για την ακρίβεια γράφουν ορμώμενον όπως πχ
…τον Καπούτσον Αγαθάγγελον ορμώμενον εκ Κάτω Κλειτορίας.. που είχε προκαλέσει μεγάλη θυμηδία σε μια εκδρομή στην Πελοπόννησο όταν το πέταξε ένας στην παρέα στο αυτοκίνητο καθώς βλέπαμε τις πινακίδες στον δρόμο.
atheofobos said
Τελικά βρήκα την απάντηση στο ερώτημα μου!
Μέχρι του ακαδηµαϊκού έτους 1911-1912 “εδίδετο αµέσως διδακτορικόν δίπλωµα, µετά µιαν τυπικήν προσαγωγήν εναίσιµου διατριβής” κι από το 1913 έγινε η διάκριση µεταξύ πτυχίου και διδακτορικού διπλώµατος (το οποίο όφειλε να έχει πρωτοτυπία), βλ. Κρητικός, Θ.: Η Πρόσληψη της Επιστηµονικής Σκέψης στην Ελλάδα. Η Φυσική µέσα από Πρόσωπα, Θεσµούς και Ιδέες (1900-1930), εκδ. Παπαζήσης,1995, σελ. 41.
Γς said
Μπράβο Αγγελε!
Ενδιαφέρον και με εκτενή αναφορά στη συμφοιτήτριά μου τη Σουζάνα Παπαδοπούλου.
Λ said
Μιας και είναι η μέρα της γυναίκας αντίγραψα από τον τρίτο τόμο των Απάντων το ποίημα που αφιέρωσε ο Γιώργος Κοτζιούλας στις συμπατριώτισσες του. Ελπίζω ο Νικοκύρης να διορθώσει τυχόν λάθη.
Έψαξα τις άγνωστες λέξεις αλλά το στάλο δεν το βρήκα. Στη δεύτερη στροφή, δεύτερο στίχο ίσως να εννούσε «ηλιοκαμμένες» και όχι «ή λιοκαμμένες». Για μένα κρατώ το στίχο «μα παρατώντας λίγο λίγο τα παλιά». Πόσο αργή μα την αλήθεια είναι η πορεία προς την χειραφέτηση.
ΧΩΡΙΑΤΟΠΟΥΛΕΣ
Χωριατοπούλες μου άξιες, όλο γεροσύνη,
μελαχροινές ή ρούσες, άσπρες στρουμπουλές,
με το γυάλισμα του μήλου πόχει γίνει,
τσούπρες αμάλαγες, του λόγγου πασχαλιές,
Φεγγαροπρόσωπες εσείς, γαϊτανοφρύδες
ή λιοκαμμένες απ’ το στάλο, απ’ τη βοσκή,
καμαρωτές και μ’ ως τη μέση τις πλεξίδες,
με την καλή σας αλλαξιά την Κυριακή,
Σβέλτες, αβάρετες, νοικοκυρές, υφάντρες,
κοντά απ τα πρόβατα ή στη χωραφοδουλειά,
με σέβας στους γονιούς, μ’ υπακοή στους άντρες,
μα παρατώντας λίγο λίγο τα παλιά,
Ξε θαρρεμένες και στον έρωτα μαργιόλες
μ’ όλο που τις φυλάει ο γείτονας φρουρός,
έτοιμες να δοθούν, θερμές στ’ αγκάλιασμα όλες,
και να βαριανασαίνει ο κόρφος τρυφερός,
Γνέθοντας άπαυτα ως κάτω απ το ζαλίκι,
ν’ αποτελειώσουν το προικιό, τα σκουτικά,
για την ημέρα λέω που ανάμεσα στο ψίκι
θα φύγουν δακρυσμένες απ’ τα πατρικά,
Μη θέλοντας παρά τη μάνα τους στη γέννα
για να τυλίξει το παιδί με τις φασκιές
που με τα χέρια τους οι ίδιες τα προκομμένα
πλέξαν, κρυφά απ τους άλλους προνοητικές.
Πατριωτοπούλες μου γιομάτες ήλιου γλύκα,
πλάσματα ξέχειλα από υγεία και στοργή,
χαρά σ’εμέ που νιος ακόμα ξαναβρήκα
τη μαγική των πρώτων χρόνων μου πηγή.
Λ said
Ούτε στην Οξφόρδη ήταν πολύ ευπρόσδεκτες οι γυναίκες το καιρώ εκείνω. Πτυχίαάρχισαν να δίνουν μόνο από το 1920.
http://www.oua.ox.ac.uk/enquiries/first%20woman%20graduate.html
Pedis said
Ωραίο το σημερινό.
# 32 – και έναν ιωβηλαίο αργότερα, φαντάζομαι, θ’ άρχισαν να δέχονται γυναίκες στο διδακτικό προσωπικό.
Γιατί, όπως λέει Ο Γκαλπμρέιθ, στο Χάρβαρντ στα τέλη του 50 απερρίφθη αίτηση γυναίκας για θέση στο διδακτικό προσωπικό επειδή, λέει, δεν μπορούσε να ξεπεραστεί ένα θεμελιώδες πρόβλημα. Δεν υπήρχαν τουαλέτες γυναικών.
Λ said
Πάντως η Θηρεσία Ροκάνισε το κατεστημένο. Μπράβο της. Στη δική μου οικογένεια, αν δεν λάβουμε υπόψη τις ιερατικές σχολές, ο πρώτος απόφοιτος πανεπιστημίου προέκυψε τη 10ετία του 1960 και η πρώτη απόφοιτη τη 10ετία του 70.
Λ said
33. Μου θυμίσατε την αληθινή ιστορία για το στρατόπεδο που φιλοξενούσε ήδη και γυναίκες αξιωματικούς αλλά οι πινακίδες στις τουαλέτες έλεγαν: «Τουαλέτες Αξιωματικών» και «Τουαλέτες Γυναικών». Α! λέει μια αξιωματικίνα, είμαι πολύ τυχερή γιατί μπορών να χρησιμοποιώ και τις δύο.
Κώστας said
Στην εποχή μου (1977 – 1983), στο σχολείο, το «ροκάς» χρησιμοποιούνταν ως συνώνυμο του «μάγκας» / «γαμάτος» / «μούρη».
spatholouro said
31: στάλος: ο τόπος όπου αναπαύεται το ποίμνιο το μεσημέρι (εκεί που «σταλίζουν» τα πρόβατα)
spatholouro said
2: «βγάλε τον κόρακα»=σκασμός! (κάνε μόκο!)
Ιάκωβος said
Τη Λαμπιτώ βέβαια, από τον Αριστοφάνη. Όλο το ποίημα Λυσιστρατίζει.
Πάνος με πεζά said
Βέβαια, το «κάνε μώκο» απόλυτα σύγχρονη έκφραση. Μώκο…ίσως ηχοποιημένη λέξη;
Συγγενής έκφραση, η λίγο πιο «μόρτικη» «Κάνε τουμπεκί».
Το επώνυμο Ροκά πάντως, ιδίως τόσες δεκαετίες πριν την έλευση του ροκ (!!!), έχει ένα ετυμολογικό ενδιαφέρον. Όπως και το αντίστοιχο πολυακουσμένο «Ροκόφυλλος» (ο έχων τα φύλλα της ρόκας;).
ΕΦΗ ΕΦΗ said
«Μόκο» σκέτο, βούλωστο. στην εφήγηση «έκανε μόκο» πάλι το βούλωσε,δεν είπε τίποτα,δεν έβγαλε άχνα,έβγαλε το σκασμό.
Μα «έβγαλεε το κόρακα», νομίζω το ακριβώς αντίθετο: έκραζε ακατάπαυστα, μίλαγε δυνατά,ενοχλητικά
Δύτης των νιπτήρων said
Φοβάμαι κανείς δεν κατάλαβε τι έκανε εντύπωση στον Πέπε, που έχει τα δίκια του. Είπε:
Εδώ στον Σουρρή όμως είναι το αντίθετο: δε θα βγάλει [ούτε] μόκο, άρα μόκο δεν είναι η σιωπή αλλά η φωνή.
Όχι «κάνε μόκο», δηλ., αλλά «μη βγάλεις μόκο» όπως λέμε «μη βγάλεις άχνα». Έχει μια λεπτή αλλαγή η χρήση μέχρι το ’30 που το ξαναβρίσκουμε.
spatholouro said
40: ο Babis λέει εκ του ιταλικού moco=τίποτε
41: εγώ, πάντως, τον ευεργέτη μου Σταματάκο αντέγραψα (Λεξικόν της Νέας Ελληνικής γλώσσης: σ. 1701) για το «έβγαλε τον κόρακα».
42: γιατί έχω την εντύπωση ότι είτε «κάνε μόκο» πούμε είτε «μη βγάλεις μόκο», το ίδιο εννοούμε («σκάσε/βγάλε τον σκασμό» στην πρώτη, «μη βγάλεις τσιμουδιά» στη δεύτερη); Δηλαδή, το ίδιο μου φαίνεται «κάνε moco/τίποτα» και «μη βγάλης moco/τίποτα»: κάνε τίποτα=μη βγάλεις τίποτα (από το στόμα σου)
Ιάκωβος said
Πέπε, θα ξέρεις και τον συνονόματό σου, τον Πεπέ λε Μοκό, με τον Ζαν Γκαμπέν, αλλά αυτός είναι από αλλού.
Έτσι λένε οι Γάλλοι τους Μαρσεγιέζους και τους Τουλονιώτες ναύτες. http://www.cnrtl.fr/definition/moco
Από που να είναι τοδικό μας μόκο; Ίσως από το μόκολο, το Ιταλικό κερί; Και την έκφραση Reggere il moccolo, κρατάω το φανάρι; Εσύ μη μιλάς, κρατα το φανάρι ,μόκο…
Ή απ αυτό που λέει η Βίκη,πιο λογικό, πάλι Ιταλικό παλιό, moco που σημαίνει τίποτα.
Ίσως, μη πεις μόκο, δηλαδή μην πεις τίποτα, μετά μη βγάλεις μόκο και μετά κάνε μόκο.
Μαρία said
42
Λέγεται και τώρα. (γούγλισε: βγάζει μόκο)
π.χ.
ΤΟ ΧΡΗΜΑ
Σε… οίκο του χρήματος θα μετατρέψουν για άλλη μια φορά εφέτος τους Αγίους Τόπους όπου το χρήμα (αραβικά κεφάλαια) πέφτει άφθονο!
Βέβαια από το… παγκάρι οικονομάμε κι εμείς. Γι’ αυτό δεν βγάζει μόκο κανείς… http://www.patris.gr/print/260867?PHPSESSID=
Γς said
Ματίλντα ντε μόκο.
http://www.youtube.com/watch?v=tcW3PskigoM
Ντάξει, ντε κόκο
Γς said
Ντάξει. Μπατίλντα!
ΕΦΗ ΕΦΗ said
6,29 >>διδακτορική διατριβή ή αυτή την διατύπωση είχαν τότε τα πτυχία του Πανεπιστημίου Αθηνών
Στο τεύχος 345 του Ρωμηού,στα 1891, γράφει πάλι:
Ο Χρήστος Βλάχος,νέος καλός και νουνεχής
και δη το γένος έλκων από της Κατοχής,
της Νομικής διδάκτωρ εγένετο εσχάτως
και τώρα στην πατρίδα πηγαίνει αβουκάτος
26.Αγγελε, εξαιρετικό! Αντιγράφω,να ρθει στο φως της σήμερον ημέρας που είναι λέει της γυναίκας:
…το 1887,ένα δραµατικό γεγονός σηµάδεψε τον αγώνα και την
αγωνία των νεαρών Ελληνίδων για µια θέση στο Πανεπιστήµιο. Συγκεκριµένα, η
Ελένη Παντελίδου (απόφοιτη από το Αρσάκειο Παρθεναγωγείο) έκανε αίτηση
εγγραφής στην Ιατρική Σχολή και απορρίφθηκε, όπως και οι προηγούµενες
περιπτώσεις. Η εξέλιξη, ωστόσο, της συγκεκριµένης περίπτωσης ήταν
συγκλονιστική. Αµέσως µετά τη γνωστοποίηση της απόρριψης, η νεαρή κοπέλα
απογοητεύτηκε πολύ και αυτοκτόνησε! Και δεν ήταν απλά µια ακραία
συµπεριφορά απόγνωσης, αλλά και µια υπέρτατη εκδήλωση αποδοκιµασίας.
Σε σηµείωµα που άφησε, λίγο πριν την απονενοηµένη πράξη της, στιγµάτισε την
ψυχρή απροθυµία των ακαδηµαϊκών δασκάλων του Πανεπιστηµίου της Αθήνας,
µε τα εξής λόγια:
“Αυτοκτονώ, διαµαρτυρόµενη διά την αδικίαν. Ο θάνατός µου ας
ακουστεί ως κραυγή εις εκείνους οίτινες θεωρούν τη γυναίκα ως
µεσαιωνική δούλη.”
Παρ όλα αυτά,ο Σουρής γράφει,’οχι πολύ αργότερα,το 1892,τα στο σημερινό νήμα. Και είχε θαρρώ τρεις θυγατέρες,Σουρηδοπούλες, ο ίδιος.
43.β. Ναι.Για το έβγαλε τον κόρακα, το είδα μετά κι εγώ σε λεξικό στο νέτι αλλά η αίσθησή μου,από βαθιά μνήμη, ήταν αυτή κι ακόμη μένει :). Ξαναβλέπω και το στίχο και μου κλείνει προς το κράξιμο 🙂
Γς said
47:
Μπατίντα ντε κόκο. Πάει και τελείωσε.
Να την πίνεις λέει στο Μπαρ το Ναυάγιο
http://www.youtube.com/watch?v=RZUsUlZhUJA
Σκύλος της Β.Κ. said
Να θυμίσομε το σύνθημα των Ιουλιανών για τον Τσιρι-μώκο; 💡
Γς said
Φοιτήτριες στα Μαθηματικά. Στη Βιολογία.
Να και μια περίπτωση που η δεσποινίς σπούδασε Βιολογία και αναδείχτηκε σπουδαία θεωρητική οικολόγος κι εξελικτικός, με μαθηματικά μονέλα και τέτοια. [και σπουδαία theistic evolutionist]
Εχει ήδη συνταξιοδοτηθεί πριν τρία χρόνια. Καθηγήτρια στο University of Massachusetts και στο Stanford.
Και το ερώτημα είναι: Μπορούμε να μιλάμε για την φοιτήτρια και μετά καθηγήτρια στα πανεπιστημια αυτά, Joan Roughgarden;
Πάντα την ήξερα σαν Jonathan Roughgarden, πριν αλλάξει φύλο στα γεράματα.
Μαρία said
50
Μας το θύμισε ο Άγγελος στο 23 🙂
Κορνήλιος said
λογοκλοπή. κάτι γιὰ τὸ ὁποῖο σήμερα δὲν παύεται κανεὶς καθηγητής.
Αὐγουστῖνος Τσιριμῶκος said
@Ἄγγελος (23)
Λόγῳ ἐπωνύμου, ὄντως; Ἂν ναί, ἴσως εἴμαστε συνονόματοι, ἀκόμη καὶ μακρινοὶ συγγενεῖς.
Μπορεῖ νὰ μεσολαβήσει ἄραγε ὁ Νικοκύρης γιὰ μιὰ πιὸ private (ὅπως λέμε ἐντῶ στὸ Ἑλλάντα) ἐπικοινωνία μεταξύ μας; Τὸ e-mail μου πρέπει νὰ τὸ ἔχει, ὁπότε ἴσως μπορεῖ νὰ σοῦ τὸ στείλει.
γμάλλος said
Κάνε μόκο ρε, λέει ο Ρίζος στον μπακαλόγατο Ζήκο (Χατζηχρήστο) στο «Της κακομοίρας»
sarant said
Καλημέρα και καλησπέρα, ευχαριστώ για τα πρώτα; τα δεύτερα και τα τρίτα; σχόλια!
Έλειπα από το πρωί, αλλά τώρα γύρισα.
8: Μια καλή φίλη έστειλε φωτογραφία με το πτυχίο Μαθηματικών του παππού της (εν έτει 1903) που έχει την ίδια διατύπωση (διδάκτωρ)
12: Α, εσύ είσαι πολύ καλός, σε ευχαριστώ, έκανα τις διορθώσεις!
26: Τα πάντα μπορεί τελικά να μάθει κανείς τη σήμερον ημέρα (αρκεί να έχει σπάνιο όνομα ο αναζητούμενος, αν σε λένε Γιώργο Παπαδόπουλο πιο χλωμό το βλέπω)
29: Δόθηκε λοιπον η απάντηση!
32-33 : 🙂 Πάντως η Γερμανία άρχισε να δέχεται γυναίκες φοιτήτριες τον 20ό αιώνα.
40 Ροκόφυλλο είναι του καλαμποκιού το φύλλο, θαρρώ.
42-43γ: Ετοιμαζόμουν να γράψω κάτι σαν του Σπαθόλουρου.
48: Ναι η καημένη…
54: Θα γίνει η μεσολάβηση 🙂
ΕΦΗ ΕΦΗ said
39.>>Τη Λαμπιτώ βέβαια, από τον Αριστοφάνη. Όλο το ποίημα Λυσιστρατίζει.
Ο Σουρής, που δεν κατάλαβε το χνώτο των καιρών του γι αυτό δεν ήταν ποιητής, μόνο στιχοπλόκος,δε θυμάμαι ποιος έγκυρος το είχε πει,έχει για τη γυναικεία χεραφέτηση τουλάχιστον άλλες δυο στιχουργικές αναφορές(αντιγράφω ενδεικτικά :
1.Συνέδριον των γυναικών τα μάλιστα τρομακτικόν
…
Και σήμερον εμπρός σας λυσίκομος πετώ
καθώς η Λυσιστράτη,καθώς η Λαμπετώ
και φλέγομαι μαζί σας κι ανάβω και καψώνω
και της χειραφεσίας το λάβαρον υψώνω
…
2.Η χειραφέτηση/Η Περικλέτου και η Φασουλή,η μια κι άλλη σιωπηλή
…
να δώσομεν δυο φάσκελα εις τα καθήκοντά μας
και σαν τους άνδρες μας κι εμείς να λέμε τον σεβντάν μας
….
Και τα δυο στιχουργήματα τελειώνουν με την επέμβαση των συζύγων που ξυλοφορτώνουν τις γυναίκες και ολοκληρώνεται έτσι και το συνέδριο και η χειραφέτηση.
σ.σ. τα βιβλία για το Σουρή που έχω,είναι 4 τόμοι αλλά χωρίς λογική η ταξινόμηση των περιεχομένων τους κι έτσι δεν ξέρω πότε γράφτηκαν τα παραπάνω
ΕΦΗ ΕΦΗ said
¨>>παρατηρώ πώς πρήσκονται,
πρήσκονται το πρήζονται,Το λέμε και στην Κρήτη: πρήσκουνται τα δαχτύλια μου.
Πρήσκος είναι το σύκο πριν ωριμάσει,τ΄αγένωτο που βγάνει γάλα σαν το κόψεις.
leonicos said
@6 Αθεόφοβε, σπουδαίο οικογενειακό ιστορικό, και σεμνή η παρουσίασή του. Ήθελα να σου γράψω ένα σχόλιο, αλλά δεν καταλαβαίνω αυτό το ‘επιλογή προφίλ’. Το ίδιο έχω πάθει και με τον Τζι, ενώ ο Δύτης είναι πιο εύκολος.
leonicos said
Πάντως το στιχουργημα του Σουρή… κασλά κάνει και κάθεται εκεί πουθ είναι
ΕΦΗ ΕΦΗ said
Θα σου στείλω και μαυράκι,
μέσ’ απ’ του Καραϊσκάκη.Μη μιλάς και κάνε μόκο,
θα σου ξηγηθώ μπαγιόκο
ΕΦΗ ΕΦΗ said
31,37 στάλος ή σταλός,στάλισμα/σταλίζει και ξεσταλίζει το κοπάδι.
Εμείς το λέμε και για ανθρώπους: πού σταλίζει αυτός και χάθηκε; που συχνάζει
Ήθελα να μουν τσέλιγκας/Κ. Κρυστάλλης
…
να `χω και κόρην όμορφη στεφανωτή μου να `χω,
να μου βοηθάει στο σάλαγο, να μου βοηθάει στα γρέκια,
κι όντας θα τα σταλίζουμε τα δειλινά στους ίσκιους,
στης ρεματιάς τη χλωρασιά, μαζί της να πλαγιάζω,
να με κοιμίζει με φιλιά στους δροσερούς της κόρφους.
Πάνος με πεζά said
@56 (40) : Μπα; Περίεργο, δεν το ήξερα. Που να το φανταστείς, όταν μάλιστα η άλλη λέξη του είναι αραποσίτι.
Πάνος με πεζά said
@ 62 : Στις τιμές μονάδας των Δημόσιων Έργων υπάρχει και η «σταλία» του μηχανήματος, ο χρόνος δηλαδή που εκ των πραγμάτων δε μπορεί να κάνει τίποτα (π.χ. φορτωτής που περιμένει φορτηγό να έρθει από την αποκομιδή).
Πάνος με πεζά said
Διαβάζω ότι πιο εκτεταμένα, λογίζεται και ο χρόνος αναμονής πλοίου για φόρτωση. Γενικά λοιπόν ο μή «παραγωγικός» χρόνος.
γμάλλος said
Και το καράβι που περιμένει στο λιμάνι να φορτώσει πληρώνει σταλίκια
Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said
62. . Νομίζω, Έφη, ότι και «η στάλα του μεσημεριού» του Σεφέρη (Ένας γέροντας στην ακροποταμιά) που ερμηνεύεται -στις σημειώσεις των Απάντων- από τον Γ.Π.Σαββίδη ως «η ώρα της πιό μεγάλης ζέστης» είναι η ίδια λέξη..
Pedis said
# 56 – Ν/κυρη «32-33 : 🙂 Πάντως η Γερμανία άρχισε να δέχεται γυναίκες φοιτήτριες τον 20ό αιώνα.»
ναι, σωστό. Και για να ενταχθούν στο διδακτικό προσωπικό έπρεπε να διαμεσολαβήσουν τύποι σαν τον Χίλμπερτ και τον Αινστάιν. Και με το στανιό (χωρίς μισθό).
Emmy Noether:
https://www.sdsc.edu/ScienceWomen/noether.html
Πέπε said
@42, Δύτης:
Αυτό ακριβώς εννοούσα.
@44: :-)!!!
@γενικώς:
Θυμάμαι, μικρός, αντί του [ενν. κάνε] μόκο, να ακούω από μερικά παιδιά «μούγγω το». Ετυμολογική ένδειξη, παρετυμολογία, ή ανεξάρτητη σύμπτωση;…
Πάντως αν η κουβέντα δεν είχε ξεκινήσει από το συγκεκριμένο κείμενο, που γράφει μΟκο, αυθορμήτως θα είχα την τάση να γράψω μώκο, όπως μερικοί άλλοι σχολιαστές.
atheofobos said
59
Η επιλογή προφίλ είναι για να διαλέξεις που έχεις λογαριασμό .
Αν δεν έχεις σε αυτά που σου προτείνει μπορείς να διαλέξεις το ανώνυμος και να βάλεις το άβαταρ σου στο κείμενο.
sarant said
62 Σωστό μου φαίνεται.
Λ said
στα κυπριακά το σκάσε είναι φκάλε φάουσα ή φάουσα να φκάλεις (βγάλεις). θυμάμαι και μια χειρότερη βρισιά. (να βγάλεις) παμπακάν αγιάτρεφτον. Μέχρι σήμερα δεν έμαθα τι είναι ο παμπακάς
ΕΦΗ ΕΦΗ said
67. Ευχαριστώ.Αυτή τη Σεφερική στάλα,την έβαζα με το νου μου ως «το σταύρωμα της μέρας» , όταν σταλάζει, στάζει, «λιώνοντας» ο ήλιος.Τότε που βγαίνουν οι ξωθιές,περνά ο Μεσημεράς και τα παιδιά πρέπει να κοιμούνται.
Τώρα πάμε για τον ύπνο του μεσονυχτίου.
Καληνύχτα 🙂
Πέπε said
72: Δεν ξέρω στην Κύπρο, αλλά γενικά τη φάουσα την έχω ακούσει ως κάποια αρρώστια που «σε τρώει» (μήπως φθίση; ). Οπότε σαν κατάρα ακούγεται αυτό, πολύ βαρύ!
spatholouro said
69: στο επίτομο του Δημητράκου απαντά και μόκος/μώκος=βουβός
Κύρος Μοναχός said
@Νίκο(κύρη)
Εὐχαριστῶ γιὰ τὴν ταχύτατη ἀνταπόκριση στὸ αἴτημά μου.
ΚΑΒ said
72 κ.ε. φάοσα<φάγουσα <φαγούσα μτχ.αόρ.του έφαγον, με ανέβασμα του τόνου. Η φάουσα είναι η φαγέδαινα, αρρώστια :"ελκώδης διαβρωτική εξεργασία", καταστρέφει δέρμα,αλλά και σάρκα.
Κατάρα:να σε φάει η φάοσα.
ΚΑΒ said
77. φάοσα<φάουσα<φάγουσα<φαγούσα
andreaspapadatos said
Reblogged this on Φαντασια και Ονειρα … and commented:
Να καταθεσω κι εγω, μεσω του καλου φιλου Ν. Σαραντακου, το δικό μου κατι τις στην Ημερα της Γυναικας. Συγχωρεστε με για την μικρη καθυστερηση…
Πέπε said
Άρα, αφού «βγάλε τη φάγουσα» σημίνει κυριολεκτικά μεν να πάθεις αυτή την αρρώστια, στην πράξη όμως «βγάλε το σκασμό», μήπως, λέω εγώ, και ο σκασμός είχε αρχικά κάποια τέτοια σημασία, που αργότερα ξεχάστηκε;
Επιτατικά του «σκασμός» λέμε επίσης «σκασμός και πλανταγμός». Παράλληλα όμως λέμε «να σκάσεις και να πλαντάξεις» ως κατάρα, άσχετη με την έννοια «μη μιλάς» – κάτι σαν «κακό να σ’ εύρει».
Άρα η υπόθεση είναι: Μήπως
(α) ο σκασμός είναι το να σκας κυριολεκτικά (να πεθαίνεις από εξάντληση, όπως ένα άλογο που έχει τρέξει πάρα πολύ χωρίς ξεκούραση), ή έστω είναι κάτι που το παθαίνεις σωματικά,
(β) το «σκάσε» ή «βγάλε το σκασμό» είναι κατάρα που -για κάποιο λόγο- συνήθιζαν να τη λένε σε κάποιον που μιλάει την ώρα που δεν πρέπει (περίεργο, δυσανάλογα σκληρή απάντηση, αλλά διασταυρώνεται από τη «φάουσα»)
(γ) και από κει έλαβε τη σημασία «πάψε να μιλάς»;
κουτρούφι said
72, 74, 77, 78:
«Η μάνα σου μαλώνει, ας βγάλει φάουσα
εγώ θε να σε πάρω γιατί σ’ αγάπησα»
Στιχάκια από παραδοσιακό σκοπό στη Σίφνο
sarant said
Καλημέρα, ευχαριστώ για τα νεότερα!
Λ said
Και ο βαμβακάς ο αγιάτρεφτος τι ήταν;
sarant said
83 Πού είναι αυτό; Αρρώστια μάλλον αλλά πιο πολύ για των φυτών ακούγεται.
Μαρία said
83
απο τα γουγλοβιβλία
https://books.google.gr/books?id=gUXnAAAAMAAJ&q=%CF%80%CE%B1%CE%BC%CF%80%CE%B1%CE%BA%CE%AC%CF%82&dq=%CF%80%CE%B1%CE%BC%CF%80%CE%B1%CE%BA%CE%AC%CF%82&hl=en&sa=X&ei=db_9VPf8FpfaasP9grgH&ved=0CCsQ6AEwAg
παμπακάς, ο [παμπάκιν + κατάλ. -άς] στοματίτιδα, νόσος του λάρυγγα. «Που να βκάλεις παμπα- κάν μες στον λαιμόν»
Μαρία said
84
βλ.72
Υπάρχει και παμπακοβίλλης για το χαντούμη 🙂
Απροπό τι να γίνεται ο Τιπούκειτος;
Λ said
Θυμήθηκα ακόμα μια βρισιά: ζίλικουρτι
Αγγελική said
Ήθελα να ρωτήσω, Νίκο, αυτό το περί δια γραμμάτου που δεν ήξερα ότι υπάρχει ως έκφραση από την εποχή του Σουρή, πώς προκύπτει; Είναι χιουμοριστική ασυνταξία, όπως έγραφε ο Πανσέληνος στο «Τότε που ζούσαμε» «περί δια γούστου»(!), και παράλληλα εσκεμμένο γραμματικό σφάλμα( το γράμμα, του γραμμάτου όπως το γάλα του γαλάτου);
Και τέλος πάντων πώς καταλήγει να σημαίνει γενικά ή σε γενικές γραμμές;
Μαρία said
88
Δεν σημαίνει γενικά. Έκφραση της λαϊκής γλώσσας πρέπει να είναι, γι’ αυτό και το γραμμάτου, για να χαρακτηρίσει τον επιτηδευμένο λόγο των μορφωμένων. Κάτι σαν τα σημερινά κουλτουριάρικα. Ως προς τη γραφή το έχω συναντήσει περί διαγραμμάτου, 2 λέξεις.
sarant said
88-89 Aυτό θα έλεγα κι εγώ.
Μαρία said
90
Το έχεις ξαναδεί γραμμένο περί διά γραμμ.;
sarant said
91: Δεν θυμάμαι. Πάντως δεν με ξένισε, αλλά βέβαια το συχνό ειναι ενωμένο ή δύο λέξεις
Δύτης των νιπτήρων said
Την έκφραση «δεν είναι γράμματα!» για κάτι εύκολο την έχετε ακούσει; (του στιλ «Τι σου ζήτησα; Να πάρεις τρία πράγματα απ’ το μανάβη! Δεν είναι δα και γράμματα…»)
spatholouro said
93.όχι μόνο την έχω ακούσει, αλλά τη λέω και τακτικά: «τι διάολο, γράμματα είναι;»
sarant said
93-94: Όχι, δεν την έχω ακούσει. Θα τη λένε στην Κρήτη 🙂
Δύτης των νιπτήρων said
Στη Σάμο 🙂
Γς said
96:
Ναι. Θυμάμαι έντονα την απορία μου, μικρός σαν την άκουγα. Τώρα μόλις την κατάλαβα.
Την θεωρούσα κάτι σαν λάθος έκφραση, διατύπωση
Δύτης των νιπτήρων said
Άρα και αλλού, λοιπόν 🙂
Πέπε said
Το χορό τσακίσετέ τον,
διπλογονατίσετέ τον,
και δεν είναι γράμματα
που ‘χουσι τα σφάρματα (=σφάλματα).
Καρπάθικο τραγούδι, γεμάτο ψέματα (ο χορός από τη δική μου οπτική είναι πολύ πιο δύσκολος απ΄πο τα γράμματα).
88 κεξ (περί διαγραμμάτου): υπάρχει και στον Βιζυηνό. Η μάνα του ρωτούσε τους περαστικούς μήπως έχουν δει το παιδί της το ξενιτεμένο, κι όταν τη ρωτούσαν πώς το λένε απαντούσε «αμ σάμπως ξέρω κι εγώ; το Γιωργί του (?)Μιχάλη τον λέγαμε, τώρα έχει φτιάξει ένα όνομα περιδιαγραμμάτου».
Το παραθέτω από μνήμης και δεν είμαι σίγουρος πώς ακριβώς τη λέει την έκφραση. Πάντως θεωρώ εντελώς περιττό να ψάξουμε αν πρέπει να γραφτεί σε μία, δύο ή τρεις λέξεις. Όπως και να γραφτεί…!
Γς said
98:
Βύρωνας. Αλλά τις οίδε ποία συνιστώσα του.
Η Μικραιάτικη, η Κρητικιά, η Ηπειρώτικη κλπ;
sarant said
99: Πολύ καλό απόσπασμα, από το Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου:
– Ώρα καλή, θειέ!
– Πολλά τα έτη, κυρά!
– Από την Ευρώπη έρχεσαι;
– Όχι, κυρά, από το χωριό μου. Και πού είν’ αυτή η Ευρώπη;
– Να, ξεύρω κι’ εγώ; αυτού που είναι το παιδί μου. Δεν άκουσες να λένε τίποτε για το παιδί μου;
– Όχι, κυρά. Και πώς το λένε το παιδί σου;
– Αμ’ ξέρω και ’γω μαθές; Ο νουνός του το βάφτισε Γιωργί, και πατέρας του ήτανε ο Μιχαλιός ο πραμματευτής, ο άνδρας μου. Μα κείνο, ακούς, επρόκοψε και πήρεν ένα όνομα από τα περιγραμμάτου· και τώρα, σαν το γράφουνε μέσ’ σταις εφημερίδες, δεν ηξεύρω κι εγώ η ίδια, το παιδί μου είναι μαθές που λένε, ή κανένας φράγκος!
spatholouro said
91-92: Πιτσιπίος 1848 («Πίθηκος Ξουθ»): «Εγώ πάντα τα λέγω ορτά κοφτά, μα ε ξέρω να τα πω περί διά γραμμάτου»
Βλάχος 1866 («Η κόρη του παντοπώλου»): «Έκαμαν σήμερα την πανευγενεία σου να μιλής περί διά γραμμάτου»
(χωρίς το «διά»):
Χουρμούζης 1835 («Ο τυχοδιώκτης»): «Ξέρω κι εγώ μ’ αυτά τα περί γραμμάτου που μιλείτε»
Βυζάντιος 1840 («Βαβυλωνία»: «Γιατ’ άλλα τάπε φράγκικα κι άλλα περί γραμμάτου»
Τανταλίδης 1916 («Φιλοσοφία»): «Και με τα περί γραμμάτου/θα στα φέρει άνου κάτου»
Spiridione said
Και ακόμα πιο παλιά, στα Κορακιστικά του Νερουλού, «περί γραμμάτου».
https://books.google.gr/books?id=pyddAAAAcAAJ&pg=PA19&dq=%22%CE%B3%CF%81%CE%B1%CE%BC%CE%BC%CE%AC%CF%84%CE%BF%CF%85%22&hl=el&sa=X&ei=0M_-VKK1E8PoaKL-ghA&ved=0CCIQ6AEwATgK#v=onepage&q=%22%CE%B3%CF%81%CE%B1%CE%BC%CE%BC%CE%AC%CF%84%CE%BF%CF%85%22&f=false
Spiridione said
Και ο Παπαδιαμάντης στα Χριστούγεννα του Τεμπέλη
Θέλω κάτι νὰ πῶ, ἀλλὰ δὲν ξέρω γιὰ νὰ τὰ σταμπάρω περὶ γραμμάτου, μαστρο-Δημήτρη μου, εἶπε. Μοῦ φαίνεται πὼς αὐτοὶ οἱ μαστόροι, αὐτοὶ οἱ ἀρχόντοι, αὐτὴ ἡ κοινωνία πολὺ κακὰ ἔχουν διωρισμένα τὰ πράγματα. Ἀντὶ νὰ εἶναι ἡ δουλειὰ μοιρασμένη ἴσα στὶς καθημερινές, πέφτει μονομιᾶς καὶ μονομπάντα. Δουλεύουμε βιαστικὰ τὶς γιορτάδες, καὶ ὕστερα χασομεροῦμε βδομάδες καὶ μῆνες τὶς καθημερινές.
http://www.papadiamantis.org/works/58-narration/306-03-15-ta-xristoygenna-toy-tempelh-1896
sarant said
102-103 Φαίνεται λοιπόν πως το «περί γραμμάτου» είναι η παλιότερη μορφή, έτσι δεν είναι;
Αγγελος said
Spiridione, να’σαι καλά! Χάρη στο σχόλιό σου κατέβασα από το Google books τα Κορακιστικά και τα διάβασα για πρώτη μου φορά — και παρόλο που αδικεί βέβαια τον Κοραή, είναι απόλαυση!
Πέπε said
Πάντως το σκέτο «γραμμάτου» πρέπει να είναι ιδιωματικός -ή μάλλον «λαϊκός»- τύπος της γενικής, αντί «γράμματος». Σε αρκετά μέρη έχω ακούσει τέτοιες γενικές: τα ουδέτερα σε -μα είναι μια κατηγορία που ποτέ δεν έφυγε από τη ζωντανή χρήση, οι τριτόκλιτες γενικές σε -ος όμως είναι στην πραγματικότητα αναβιωμένοι αρχαϊσμοί.
Μαρία said
107
Λαϊκός. Συχνή στην ποίηση της νέας αθηναϊκής σχολής Παλαμά κλπ η γενική κυμάτου.
sarant said
Ο παππούς μου τραγουδούσε το εξής επιθεωρησιακό για την Παλιά Στρατώνα
Κι όταν έμαθα προχτές πως τη γκρεμίζανε, πήγα αμέσως εις τον τόπο του εγκλημάτου
για να κλάψω την παλιά που εξαφανίζανε, σαν τον γιο, καλέ, που κλαίει τη μαμά του
Ηλεφούφουτος said
107 Ναι, η ανισοσυλλαβία των ουδετέρων σε -μα παρέμεινε ζωντανή, απόδειξη ότι επεκτάθηκε και σε ουδέτερα της β’ κλίσης, όπως προσώπατα, αλόγατα κλπ.
Spiridione said
Και ένας στίχος από την κωμωδία τον Στάθη:
Και τόση αγάπη του βαστά και πόθο η καρδιά μου,
οπού για κληρονόμο μου τον έχω στη φτωχιά μου,
και για να κάμη στόλισι μεγάλη του πραμμάτου,
τον ήστειλα την αρετή να μάθη του γραμμάτου.
Και μαχαλλεπί του γαλάτου στην Κύπρο
https://www.sintagespareas.gr/sintages/maxallepi-tou-galatou.html
ΕΦΗ-ΕΦΗ said
Ξύπνα διαμάdι και ρουbί
κι αθέ του μαλαμάτου
πούχω δυο λόγια να σου πω
του παραπονεμάτου.
Kαι τ Αγιού Πνεμάτου
spatholouro said
-Η γενική αυτή του γαλάτου, είνε εκείνη, την οποίαν απεδέχθησαν με ενθουσιασμόν οι δημοτικοί.
-Και τώρα σύμφωνα με την γραμματικήν των, γράφουν του γραμμάτου, του δραμάτου, του ραμμάτου κτλ.
(ΣΚΡΙΠ 3/7/1908)
sarant said
113 Εύγε, έχεις αποδελτιώσει βλέπω παπάδες!
spatholouro said
Μερσί, Νίκο, αλλά όπως κι εσύ ξέρεις, αυτοί είναι δεσποζόμενοι παπάδες (δηλ. αναζητούνται κι εντοπίζονται με λέξεις-κλειδιά στην ψηφιακή βιβλιοθήκη της ΕΒΕ). Το βάσανο αλλά και η αλλιώτικη ηδονή είναι όταν αναζητάς αδέσποτους δεσποτάδες ψάχνοντας στα τυφλά (ψηφιακή βιβλιοθήκη της Βουλής, όπου δεν υπάρχει δυνατότητα χρήσης λέξεων-κλειδιών…).
Αγγελική said
89-90
Ευχαριστώ. Όχι, βέβαια,μόνον εσάς αλλά και όλους τους μετέπειτα σχολιαστές που βοήθησαν στη «διαλεύκανση»:) του ζητήματος. Πολύ πλούσια συζήτηση!
Σχετικά με τις λαϊκές αλλά και ποιητικές γενικές των ουδετέρων σε -μα, θυμήθηκα κι εγώ ένα στίχο από το »Μαγισσάκι» του Ελύτη:
Κι αφρός το φουστανάκι του στην άκρη του κυμάτου. (Μου το κοκκινίζει ο διορθωτής 🙂 )
sarant said
115 Ασφαλώς -αλλά μακάρι νάταν λίγο περισσότεροι οι δεσποζόμενοι 🙂
Μαρία said
113
5 όχι 3/7.
Spiridione said
Κάποιοι το μόκο – μόκου ή μούκου σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας – το συσχετίζουν με το αρχαίο μυκός = άφωνος (ο Μπόγκας π.χ.). Ηχοποίητη μάλλον λέξη.
http://greek_greek.enacademic.com/105361/%CE%BC%CF%85%CE%BA%CF%8C%CF%82
Υπάρχει πάντως μία ομοιότητα με διάφορες λέξεις που σημαίνουν την αφωνία που δεν μου φαίνεται τυχαία, δεν ξέρω.
Κάποιοι άλλοι το συνδέουν με το αρχαίο πάλι Μώκος που υπάρχει νομίζω στον Ησύχιο = χλευαστής, μωρός (υπάρχει και ένα ρήμα μουκίζω που χρησιμοποιείτο παλιότερα = χλευάζω) και βώκος βούκος.
Σε ένα Λεξικογραφικό Δελτίο του 1939:
Η λέξις μώκος, γνωστή εν Ηπείρω, εν Μακεδονία και πολλαχού τής Πελοποννήσου, σημαίνει έν Τριφυλία τόν βλάκα, τον μωρότατον, άπαντά δε και εν τή φρ. μού κάνει τό μώκο (= ύποκρίνεται άγνοιαν πρός έμπαιγμόν μου) και μώκο! (= σίγα!) …
https://books.google.gr/books?id=xxojAQAAMAAJ&q=%22%CE%BC%CF%8E%CE%BA%CE%BF%22&dq=%22%CE%BC%CF%8E%CE%BA%CE%BF%22&hl=el&sa=X&ei=EDz_VPv1DMnbau6hgtAO&ved=0CCcQ6AEwAjge
Σε ένα άλλο περιοδικό της Πόλης του 1921
Μώκος τό νεογνόν Κατά Meyer IV,53 εκ τού Ιταλ. moccio. Η λ. άκούεται (Ιωαν, Ζαγορ) και εν ταις εξής φρ. «κάν(ε) τού μόκου»=ύποκρίνεται τόν άφωνον, ή τον αγνοούντα, «μόκου»=σιώπα. Ίσως παρά τό τού “Ησυχίου μυκός = άφωνος.
Λ said
Του γαλάτου λέμε και εμείς
Πέρτικα του βάτου τζιαι τσίππα του γαλάτου (τσίππα είναι το καϊμάκι)
Επίσης λέμε του πλασμάτου, πχ ο νους του πλασμάτου ένας είναι