Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Ο θερμαστής με τις έξι φωτιές

Posted by sarant στο 28 Ιανουαρίου, 2016


Καιρό ήθελα να γράψω το σημερινό άρθρο, αλλά δίσταζα επειδή όσα είχα να πω ήταν μάλλον γνωστά (τουλάχιστον στους παροικούντες). Τελικά τις προάλλες παρακολούθησα μια σχετική συζήτηση στο Φέισμπουκ και τότε αποφάσισα να γράψω το άρθρο, διότι οι συζητήσεις στο Φέισμπουκ πολύ γρήγορα σκεπάζονται από τις επόμενες και ούτε γκουγκλίζονται, άρα λίγο-πολύ χάνονται.

Θα το καταλάβατε από τον τίτλο, το σημερινό μας άρθρο είναι αφιερωμένο σε ένα τραγούδι, ένα από τα σημαντικότερα ρεμπέτικα τραγούδια: τον Θερμαστή του Γιώργου Μπάτη.

Ας το ακούσουμε λοιπόν:

Καταπληκτικό τραγούδι, θα συμφωνήσετε, δωρικό, όπως ήταν το προπολεμικό πειραιώτικο ρεμπέτικο της παρέας του Μάρκου. Ας δούμε τα λόγια:

Μηχανικός στη μηχανή
και ναύτης στο τιμόνι
κι ο θερμαστής στο στόκολο
μ’ έξι φωτιές μαλώνει.

Αγάντα θερμαστάκι μου,
και ρίχνε τις φτυαριές σου
μέσα στο καζανάκι σου
να φτιάξουν οι φωτιές σου.

Κάργα ρασκέτα και λοστό
τον Μπέη να περάσω
και μες του Κάρντιφ τα νερά
εκεί να πάω ν’ αράξω.

Μα η φωτιά είναι φωτιά,
μα η φωτιά είναι λαύρα
κι η θάλασσα μου τα ΄κανε
τα σωθικά μου μαύρα.

Τη λέξη «έξι» την έχω βαριοπατήσει. Το γιατί θα το εξηγήσω (αν δεν το υποψιάζεστε) αφού πρώτα πω μερικά λεξιλογικά-πραγματολογικά.

* στόκολο. Έτσι λέγεται το διαμέρισμα του πλοίου όπου βρίσκονται οι ατμολέβητες, το λεβητοστάσιο. Η λέξη είναι της ναυτικής ορολογίας και, όπως και τόσες άλλες, είναι δάνειο από τα αγγλικά (stokehold), αν και έχει υποστεί το απαραίτητο σουλούπωμα για να μπορεί να ειπωθεί στα ελληνικά χωρίς στραμπούληγμα της γλώσσας.

Η λέξη φιγουράρει σε πολλά λογοτεχνικά έργα με ναυτικό θέμα -ας πούμε στον Καραγάτση, και βέβαια σε γνωστά ποιήματα του Καββαδία που έχουν μελοποιηθεί. Γνωστότερο είναι η «Εσμεράλδα»: Ο παπαγάλος σου ‘στειλε στερνή φορά το γεια σου / κι απάντησε απ’ το στόκολο σπασμένα ο θερμαστής, διότι στο στόκολο δούλευαν και υπέφεραν οι θερμαστές. Θερμαστής ήταν και ο William George Allum του άλλου ποιήματος, για τον οποίο «όσοι είχανε στο στόκολο με δαύτον εργαστεί» λέγανε παράξενες ιστορίες.

* Η ρασκέτα είναι είδος ξέστρου. Επειδή το σωριασμένο κάρβουνο συσσωματωνόταν, χρειαζόταν να το ξεκολλήσει κανείς με τη ρασκέτα, που προφανώς είναι δάνειο από το ιταλικό raschietta (εδώ μερικές ιταλικές ρασκέτες οικιακής χρήσεως)

* Ο Μπέης δεν είναι οθωμανός αξιωματούχος αλλά ο Βισκαϊκός κόλπος, ο Μπέι οφ Μπίσκι του ποιήματος του Καββαδία. Επειδή ο Βισκαϊκός είναι φουρτουνιασμένος, οι μηχανές πρέπει να δουλεύουν στο φουλ, οπότε πρέπει να δουλεύει συνεχώς η ρασκέτα και ο λοστός για να τροφοδοτούνται με κάρβουνο τα καζάνια. Ότι πρόκειται για τον Βισκαϊκό το βλέπουμε και από το ότι το τέρμα της ταλαιπωρίας είναι, ακριβώς, το Κάρντιφ.

* Και ερχόμαστε στις «έξι φωτιές» που έχουν γίνει αφορμή να χυθεί πολύ μελάνι και ηλεμελάνι. Παλιότερα, η ρεμπετόφιλη πιάτσα είχε χωριστεί σε δύο στρατόπεδα, ανάλογα πώς άκουγαν τον στίχο -με τσι φωτιές ή με έξι φωτιές;

Πολλοί ακούνε το πρώτο, αλλά πέρα από το ότι ο Μπάτης δεν είχε ρίζες επτανησιακές ή σμυρνέικες για να λέει «τσι», το «έξι» υποστηρίζεται από τα πραγματολογικά.

Πολλά ατμόπλοια της εποχής είχαν πράγματι έξι εστίες. Όχι απαραιτήτως έξι καζάνια, που γράφεται συχνά, αλλά π.χ. δύο καζάνια με τρεις εστίες το καθένα, όπως το SS Nascopie εδώ. Όπως γράφει και κάποιος σχολιαστής στο γιουτούμπ: «Τα μονοπρόπελα φορτηγά καράβια με μια μηχανή δυο βαθμίδων, τις τυπικές ατμομηχανές των βαποριών του μεσοπολέμου, είχαν δυο καζάνια των τριών θυρίδων (πορτέλα-εστίες) έκαστο».

Προς επίρρωση, ο Κώστας Φέρρης έχει πει κι έχει γράψει ότι αφού άκουσαν τον δίσκο με υπερσύγχρονα μηχανήματα, κατέληξαν ότι και ο Μπάτης λέει «έξι». Το ίδιο λέει και στην αφήγηση που ακολουθεί -αν και εξίσου ισχυρό είναι το πραγματολογικό επιχείρημα.

Ο Φέρρης, λοιπόν, που έχει μελετήσει πολύ το τραγούδι αυτό ειδικά και το ρεμπέτικο γενικά, έγραψε τις προάλλες στο Φέισμπουκ τα εξής πολύ ενδιαφέροντα:

Γιά τον Μπάτη, από το 1957 ως το 1965, είχαμε ακούσει τα μύρια όσα, αλλά από τα τραγούδια του ξέραμε μόνο δύο: Το «Ζούλα σε μιά βάρκα μπήκα» στη λογοκριμένη επανεκτέλεση του Στράτου σε 45άρι, και τον Μπουφετζή, στη γνωστή διασκευή του Παπαϊωάννου. Ο ίδιος ο Μάρκος, με μεγάλη χαρά μάς γνώρισε τον Στράτο, αλλά τον Μπάτη δεν ήξερε πού να τον βρει. Όποτε κατεβαίναμε στον Πειραιά κι ο Μπάτης το μάθαινε, εξαφανιζόταν από την πιάτσα. Αργότερα μάθαμε πως είχε χάσει τον γιό του το Θανάση,κι ήταν απαρηγόρητος… Ώσπου κάποια μέρα..

Ο Γιώργης Χριστοφιλάκης ανακαλύπτει τον ΘΕΡΜΑΣΤΗ, κι ο Γιώργος του Μοναστηρακίου ξέρει την καψούρα και ζητάει τα μαλλοκέφαλά του! Ο Γιώργης πουλάει τα Άπαντα του Καζαντζάκη, και τον αγοράζει. Συναργερμός στην παρέα. Σύναξη το βράδυ, στο σπίτι της Νανάς Βολιώτη. Άρχοντας ο αξέχαστος Γιώργος (ξανακατεβαίνω αμέσως) Μακρής! Με δέος πιάνομε το δίσκο στα χέρια μας, με δέος τον βάζομε στο γραμμόφωνο, με δέος τον ακούμε! Συγκλονισμός! Ως τις 6 το πρωί, τον ακούμε και ξανακούμε άφωνοι γύρω στις 50 φορές: Ο Μακρής αποφαίνεται: «Είναι το μεγαλύτερο αριστούργημα του ρεμπέτικου τραγουδιού».

Αρχίζουν οι αναλύσεις. Είμαστε εκστατικοί γιά τις έξι φωτιές. Κάποιοι το αμφισβητούν, λέει «τσι φωτιές», μα δεν το δεχόμαστε, γιατί ο Μπάτης ήταν περισσότερο Πειραιώτης παρά Σμυρνιός. Τελικά βρίσκομε έναν ναυτικό και τον ρωτάμε. Μα είναι έξι οι φωτιές, γιατί είναι έξι τα καζανάκια του θερμαστή. Με τις νέες τεχνολογίες, καθάρισε ο ήχος, και φάνηκε ξεκάθαρα¨Κι ο θερμαστής στο στόκολο, μ’ ΕΞΙ φωτιές μαλώνει.

Νομίζω κι εγώ πως το θέμα με τις έξι φωτιές έχει λυθεί οριστικά, οπότε μένει μόνο η άλλη μεγάλη αμφισβήτηση, αν στους Πέντε μάγκες του Περαία ο ζούλα ναργιλές βρίσκεται στο «βουνελάκι» ή στο «Κουνελάκι». Προσωπικά, μέχρι να δω συμβολαιογραφική πράξη ή άλλο πρωτογενές έγγραφο που να μνημονεύει περιοχή «Κουνελάκι» επιμένω ότι ακούμε βουνελάκι/βουναλάκι, που είναι άλλωστε και η μόνη λογική λύση.

Την αφήγηση του Φέρρη την πληροφορήθηκα από την εκπομπή της Ευγενίας Λουπάκη στο Κόκκινο τις προάλλες. Εκεί, η Ευγενία πρόσθεσε ότι στα πάλκα τραγουδιόταν και μιαν άλλη στροφή, πρόσθετη, που αν κατάλαβα καλά τη σκάρωσαν εκ των υστέρων άλλοι και γι’ αυτό υπάρχει σε πολλές παραλλαγές, μία από τις οποίες:

Τι να σου κάνω πρώτε μου
δεν είναι για τα μένα
είναι τα κάρβουνα ψιλά,
τα τούμπα βουλωμένα.

Τούμπα είναι οι σωλήνες, οι χοντροί σωλήνες μεταφοράς αερίων στο καράβι. Κι όταν τα κάρβουνα είναι ψιλά, παίρνουν φωτιά αμέσως αλλά δεν δίνουν την πίεση που πρέπει.

Στο γιουτούμπ βρίσκω την επιπρόσθετη πληροφορία πως ο Μπάτης έγραψε το τραγούδι για τον γαμπρό του, Ιωάννη Παπάλα ονόματι, που ήταν θερμαστής -αυτός που δίνει την πληροφορία είναι εγγονός της εγγονής του Μπάτη.

Για να δούμε πόσο πολύ είναι βγαλμένοι οι στίχοι από τη δουλειά του θερμαστή, παραθέτω ένα απόσπασμα από ένα διήγημα του Βασίλη Λούλη από την Κύμη, ο οποίος είχε δουλέψει ναυτικός.

Βγαίνανε ’πό το στόκολο τότες βρεμένοι [οι θερμαστές] σαν να ’χαν πέσει στη θάλασσα, έτσι με τη φανέλα και το σώβρακο, μα ’ταν ίδρωτας κείνος.

Μόλις πατούσαν στην κουβέρτα, ξάπλωναν, πέφτανε κατάχαμα και κοίταζαν τον καπνό της καμινάδας π’ ανέβαινε ίσος τον ανήφορο σαν λαμπάδα. Ούτε να βρίσουνε πια δεν είχανε κουράγιο. Μόνο στα μάτια τους π’ άσπριζαν παράξενα, όπως ήταν τα μούτρα τους κατάμαυρα, έλαμπε κάτι ακόμα σαν βλαστήμια, σαν κατάρα. Τέσσερις μέρες έκανε να φυσήξει, τέσσερα μερόνυχτα το θερμόμετρο κάτω στη μηχανή στάθηκε στα εκατόν σαράντα.

Κι ήταν το κάρβουνο χώμα και τα τούμπα φραγμένα και κατσέλο η μηχανή να σπάσει, προκάναμε δεν προκάναμε.

Φτυάρι, λοστό, ρασκέτα, και τα μάτια στο γράδο, ακόμα ν’ ανέβει. Και ξανά ρασκέτα, λοστό, φτυάρι και πάλι φτου, λοστό, ρασκέτα.

Λες και το γράψανε μαζί!

Υπάρχει όμως κι άλλος ένας θερμαστής, αυτή τη φορά της ποίησης. Ήξερε ο Σκαρίμπας το τραγούδι του Μπάτη; Μάλλον όχι. Πάντως, το 1962 δημοσίευσε στην Επιθεώρηση Τέχνης αυτό το μπιζουδάκι, ρεμπέτικο από μιαν άποψη:

Ο θερμαστής

Εφ’ ω ετάχτηκ’ έκαστος –καθείς στο επάγγελμά του,
Σταφύλια κάνουν το κρασί κι ο Απρίλης τους λελέδες.
Και το βαπόρι (που όλο πάει και πάει –είν’ η δουλειά του)
κάνει στην μπάντα του –πουλιά- να πέτουν οι μηλαίδες.

Και κάτω συ –ένας Σατανάς με τρίαινα! Στις λάβες
καυτά στις φούχτες σου πηδάς τα γράδα του τριγύρου
κι ή τεθλασμένες αστραπών ξερνάς ή σπίθες μπλάβες,
με νωτιαίο σου μυελό –μιαν στήλην υδραργύρου…

Κάνει κανείς ό,τι του πάει. Κάνει η φωτιά τη στάχτη.
Σονέτα ο Κανελλόπουλος κι εσύ τα βάσανά σου.
Και στην καρδιά σου θερμαστή (καθείς εφ’ ω ετάχτη)
αυτήν σου την ηλεκτρικήν να μπήχτεις τρίαινά σου…

Να μπήχτεις, υποθέτω, για την τραχιά παρήχηση της στάχτης που ετάχτη. Να μπήγεις λοιπόν την τρίαινά σου την ηλεκτρική στην καρδιά σου. Αγάντα θερμαστάκι μου, και ρίχνε τις φτυαριές σου…

 

228 Σχόλια προς “Ο θερμαστής με τις έξι φωτιές”

  1. Κουνελόγατος said

    Πάμε εκεί στο βουναλάκι λέει, έτσι το ακούω εγώ, άκου κουνελάκι… 🙂 Το κουνέλι μου δεν κάνει τέτοια πράγματα. Καλημέρα.

  2. Corto said

    Καλημέρα! Πολύ ωραίο άρθρο.
    Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για τα δύο τραγούδια. Εδώ και χρόνια έχει αποσαφηνισθεί ότι ο θερμαστής μαλώνει με έξι φωτιές. Ο Πετρόπουλος «φταίει» για την διάδοση του λανθασμένου ακούσματος, αν και δικαιολογείται διότι όταν κυκλοφόρησαν οι ανθολογίες του δεν υπήρχαν μέσα να καθαρίσουν τον ήχο.
    Όσον αφορά το τραγούδι του Γιοβάν Τσαούς επίσης ουδεμία αμφιβολία: βουναλάκι. Εξάλλου και άλλα ρεμπέτικα αναλόγου θεματολογίας αναφέρονται σε φυσικές κρυψώνες(σπηλιά του Δράκου, σπηλιά του Φιλοπάππου, σπηλιά της Αρετούσας κλπ).

  3. cronopiusa said

    Καλή σας μέρα
    είναι από τα αγαπημένα μου

    δεν θυμάμαι που έχω διαβάσει ότι το τελευταίο δίστιχο

    Μα η φωτιά είναι φωτιά
    Μα η φωτιά είναι λάβρα
    Κι η θάλασσα μου τα ’κανε
    τα σωθικά μου μαύρα

    είναι παραλλαγή του παλιού μουρμούρικου:

    Η φυλακή είναι βάσανο,
    η φυλακή είναι λάβρα
    κι η φυλακή μου τα ‘βαψε
    τα σωθικά μου μαύρα

  4. Κουνελόγατος said

    Πολύ ωραία αυτά που γράφετε (2 & 3). Τελικά αυτός ο Πετρόπουλος έχει πάρει πολύ κόσμο στο λαιμό του. 🙂 Ή όχι, δεν έχω και τα «άπαντα»;

  5. cronopiusa said

    Μας παραμονεύει ο θερμαστής
    με τα δυο του πόδια στις καδένες.
    μην κοιτάς ποτέ σου τις αντένες
    με την τρικυμία, θα ζαλιστείς

    Το πούσι Ποίηση: Νίκος Καββαδίας,

    Μαρίζα Κωχ

    Ξέμπαρκοι

  6. Mπετατζής said

    Στο πανέμορφο τραγούδι του Βαμβακάρη «Τα μπλε παράθυρα», στους στίχους δεν υπάρχουν καθόλου μπλε παράθυρα. Απορίες : Μήπως ο τίτλος είναι διαφορετικός ;;; Ισχύει ότι βάφανε μπλε τα παράθυρα λόγω συσκότισης για τους βομβαρδισμούς ;;; Γιατί τελοσπάντων στον τίτλο τα παράθυρα είναι μπλε, αφού δεν αναφέρουν οι στίχοι μπλε παράθυρα ;;;;

  7. Corto said

    «Ο ίδιος ο Μάρκος…τον Μπάτη δεν ήξερε πού να τον βρει».

    Ως γνωστόν ο Μάρκος είχε ψυχρανθεί με τον Μπάτη για εκείνη την ιστορία με το δαχτυλίδι – ενέχειρο.

  8. cronopiusa said

    ΠΟΥΣΙ. Νίκος Καββαδίας. Μαρίζα Κωχ.

  9. Corto said

    6: Όχι δεν έχει σχέση με βομβαρδισμούς. Ο τίτλος είναι αυθαιρεσία της δισκογραφικής εταιρείας.

  10. Mπετατζής said

    Xα, είχα δίκιο λοιπόν, που το υποστήριζα !!! Ευχαριστώ Κόρτο. Κάποια πηγή ;;;;

  11. Corto said

    4: Ο Πετρόπουλος υπήρξε πρωτοπόρος στην έρευνα για το ρεμπέτικο, αλλά δεν δούλευε μεθοδικά. Και είχε και ένα κακό συνήθειο: συμπλήρωνε από την φαντασία του τα όποια γνωστικά κενά!

  12. Corto said

    10 (Μπετατζής): Δεσμεύομαι το απόγευμα να σου γράψω πιο συγκεκριμένα πράγματα (από τον Κουνάδη νομίζω, με επιφύλαξη). Τώρα δεν έχω πρόσβαση. Εκτός αν με προλάβει κάποιος συνσχολιαστής!

  13. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    Σε σχέση με τα μπλε παράθυρα, που είναι το αγαπημένο μου τραγούδι, ο τελευταίος στίχος τη δεύτερη φορά που τραγουδιέται, μπορεί να ειπωθεί «στα μπλε παράθυρά σου». Μήπως το λέγαν (και) έτσι;

  14. Κουνελόγατος said

    Ε, λοιπόν άλλη μια μέρα με σκοπό… Κοίτα τώρα στα γεράματα, έμαθα ότι αυτή η τραγουδάρα (όχι Τραγουδιάρα) λέγεται μπλε παράθυρα. Πάλι έβγαλε τα λεφτά του το ιστολόγιο. 🙂

  15. Γς said

    1:
    Αχ, ξουνελάκι, κουνελάκι.
    [ξύλο που θα ο φας]

  16. Corto said

    13: Νομίζω (αν και καμιά φορά τα νομίσματα είναι κάλπικα) ότι δεν υπάρχει άλλη ηχογράφηση των «μπλε παράθυρων». Να ανοίξουμε τα κιτάπια μας να το επιβεβαιώσουμε.

    Με κίνδυνο να κάνω κατάχρηση του χώρου, να προσθέσω ότι στο Κάρντιφ πολλές φορές γινόταν η τροφοδοσία άνθρακα , γιαυτό και αποτελούσε καθιερωμένο σταθμό για τα ατμόπλοια της εποχής.
    Και κάτι άσχετο με το τραγούδι αλλά νομίζω ενδιαφέρον από φιλολογικής απόψεως:
    Ατμοημιολία ήταν ένας καθιερωμένος τύπος φορτηγίδας (κυρίως για κοντινές διαδρομές). Υποθέτω ότι οι λεξιλογούντες του ιστολογίου μαντεύουν αμέσως την ετυμολογία.

  17. Γς said

    >όπως το SS Nascopie

    SS = screw steamer

  18. Alexis said

    Συγχαρητήρια, εξαιρετικό άρθρο, με πολύ καλή πραγματολογική ανάλυση του τραγουδιού και των στίχων του!

  19. Κουνελόγατος said

    15. Και πόσο μου άρεσε όταν ήμουν πολύ μικρός, που να φανταζόμουν ότι κάποτε θα «βάφτιζα» τον μεγάλο γιο μου έτσι… «smile»

  20. Παναγιώτης Κ. said

    Για φαντάσου! Μπέι οφ Μπισκ και έγινε Μπέης!
    Ένα απλό λοιπόν ρεμπέτικο λεξιλογικό και πραγματολογικό ορυχείο!!!
    Μπράβο που το επέλεξες.Έγινε αφορμή και αιτία να απλώσουν πλούσια οι σκέψεις μας!

  21. Alexis said

    Δεν ξέρω αν η εκτέλεση που έχεις ανεβάσει Νίκο είναι ίδια με την παλιά γραμμοφωνική εκτέλεση που λέει ο Φέρρης, αλλά στα δικά μου αυτιά είναι καθαρό το έξι, ο φθόγγος ξ (κ-σ) ακούγεται ξεκάθαρα.

    Και «βουναλάκι» βέβαια στους «Πέντε μάγκες στον Περαία». Απλώς σε κάποιες εκτελέσεις το «α» προφέρεται λίγο σαν «ε» («βουνελάκι») και κάποιοι το παρήχησαν σε «κουνελάκι»- «κουνελάκη» (μέχρι και «κανελάκι» -«κανελάκη» έχει γραφτεί).
    Όλα αυτά για υποτιθέμενη τοποθεσία-ύψωμα στη Δραπετσώνα, που όμως η ύπαρξή της δεν έχει επιβεβαιωθεί από πουθενά.

  22. Γς said

    20;

    >Έγινε αφορμή και αιτία να απλώσουν πλούσια οι σκέψεις μας!

    Σύνελθε! Συγκεντρώσου! Μαζέψου!

  23. Alexis said

    #0: Ο Μακρής αποφαίνεται: «Είναι το μεγαλύτερο αριστούργημα του ρεμπέτικου τραγουδιού»
    Δικαιολογημένος ο εκστασιασμός όταν ανακαλύπτεις ένα τέτοιο θησαυρό, αλλά δε νομίζω πως μπορεί να αποδοθεί τέτοιος τίτλος (το «πρώτο των πρώτων») σε κανένα τραγούδι.
    Είναι τόσα πολλά τα «διαμάντια» του ρεμπέτικου, το ένα καλύτερο από το άλλο…
    Ε, ας βάλω κι εγώ ένα τέτοιο «διαμαντάκι», μιάς που είμαστε σε κλίμα «Τετράδας του Πειραιώς» και πριν βαρυφορτωθεί το νήμα: 🙂

  24. Παναγιώτης Κ. said

    @22. Πως το έλεγε ο Χατζηχρήστος σε εκείνη την ταινία: Με το καλό να με παίρνεις εμένα … 🙂

    Δεν υπερβάλλω. Όταν έχεις αφυπηρετήσει (σικ) οπότε έχεις χρόνο μπόλικο στη διάθεσή σου, σκέφτεσαι πράγματα που ήταν…στα αζήτητα.

  25. Δεν έχω τίποτα να προσθέσω οπότε ας βάλω κι εγώ το αγαπημένο μου ή μάλλον ένα απ’ όλα:

  26. Κουνελόγατος said

    Σε μια συζήτηση για ρεμπέτικο, βρήκα κι αυτό (έχει και πολλά ακόμη για το τραγούδι):
    «Για την ιστορία πάντως να πούμε ότι «βουναλάκι» λέγεται και η περιοχή που σήμερα βρίσκεται το Άλσος Βώκου (αλσάκι πάνω από τα Μανιάτικα). Άρα είναι άλλος ένας πιθανός λόγος να ισχύει το «βουνελάκι»».
    Υπάρχει κανένας παλιός Περαιώτης 🙂 να το βεβαιώσει; Να το απορρίψει έστω…

  27. sarant said

    Eυχαριστώ για τα νεότερα!

    23 Φυσικά,όποιο και να πεις «πρώτο των πρώτων» οι περισσότεροι θα διαφωνήσουν. Κι έπειτα τα πρώτα είναι συνήθως πολυακουσμένα και κάπως φθαρμένα, δεν τα πολυεκτιμάμε. Οπότε, το αγαπημένο του καθενός.

  28. Deckard said

    Ευχαριστούμε τον συσχολιαστή Corto για τα σχόλια του ,αναμένουμε τη συνέχεια.Και ένα αγαπημένο από μένα : https://www.youtube.com/watch?v=azozKyjFIDg

  29. Corto said

    Προσπαθώ να καταλάβω τι εννοεί ο ποιητής με τον όρο «ηλεκτρική τρίαινα». Σε αυτήν την φωτογραφία από στόκολο πολεμικού πλοίου στις αρχές του 1900, ο θερμαστής στο βάθος κουμαντάρει τον τριπλό λεβιέ για την αυξομείωση της πίεσης. Αλλά αυτό πρέπει να είναι υδραυλικό σύστημα, όχι ηλεκτρικό. Έχει κανείς καμιά ιδέα για το θέμα;

  30. Γιώργος Λυκοτραφίτης said

    Δεν είναι άσχετο, νομίζω, να θυμηθούμε ότι στον Βισκαϊκό Κόλπο, τον Μπέη του ποιήματος, για τον οποίο πολύ σωστά αναφέρεις ότι είναι συνήθως φουρτουνιασμένος, και πολύ επικίνδυνος προσθέτω, στις 19 Νοεμβρίου 2002 ναυάγησε το ελληνικό πλοίο Prestige, που μετέφερε 50.000 τόνους αργού. Θεωρήθηκε η μεγαλύτερη οικολογική καταστροφή έβερ στην ιστορία της Ισπανίας, και οι Ισπανοί είχαν τότε συλλάβει, με σοβαρές κατηγορίες, τον καπετάνιο Απόστολο Μαγκούρα, τον μηχανικό Νικόλα Αργυρόπουλο κι άλλον έναν Έλληνα ναυτικό. ο Μαγκούρας θα δηλώσει πολύ αργότερα ότι στην ισπανική φυλακή έμαθε άριστα ισπανικά (τα καλά των φυλακών) – ο δε Πρίγκηπας (τότε) Φίλιππος, εξ αφορμής του ναυαγίου, γνώρισε την Λετίθια, που ως δημοσιογράφος είχε πάει ιν σίτου να καλύψει το γεγονός και τη νυμφεύτηκε (τα καλά της δημοσιογραφίας κόποις κτώνται, για να τιμήσω και μια φίλη μου, τιμημένη ήδη με τα χθεσινοβραδινά Βραβεία Μπότση…)

  31. Κασσάνδρα said

    Βουναλάκι ,μπορεί να είναι και τα Καρβουνιάρικα , στην άλλη πλευρά του λιμανιού ,μετά τον Αη Νικόλα.
    Αυτόπτις μάρτυς ο πατέρας μου,για την χρήση του υψώματος.
    Τρελλάθηκε όταν του είπα ότι βρήκα δουλειά σε μία μεγάλη εταρεία στην Ακτή Μιαούλη.

  32. Γιάννης Ιατρού said

    26: Σχετικά με τη θέση ΒΟΥΝΑΛΑΚΙ

    Είναι πολύ πιθανό να υπήρχε τέτοια θέση (με το όνομα «βουναλάκι«, εκεί κοντα που αναφέρεις, αλλά όχι ακριβώς στο σημερινό Άλσος Βώκου, αλλά λίγο πιό ΒΑ, στα σήμερινά ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΝΙΑ (όχι βέβαια αυτά στο Γαλάτσι 🙂 ).

    Χάρτης της περιοχής του 1895 αναφέρει στη θέση αυτή ένα «βουνό» με την ονομασία «Feldberg«. Χαρακτηριστικό είναι ότι αναφέρεται σαν «βουνό» (-berg) και όχι σαν λόφος ή υψωμα κλπ. (-hügel, -höhe κλπ.).

  33. Γιάννης Ιατρού said

    εδώ με καλύτερη ανάλυση 🙂

  34. gpoint said

    Τα μπλε παράθυρα ήταν εθνικόφρονα !

  35. Κουνελόγατος said

    31-32-33: Τελικά ταυτίζεται αυτό που γράψατε; Εγώ δεν είμαι Περαιώτης, παρά μόνον στα -Ολυμπιακά- αισθήματα, γαύρος βεβαίως-βεβαίως. Οπότε αυτός που έγραψε εκείνο που μετέφερα, δεν τα ξέρει τόσο καλά. 🙂

  36. Παιδιά, έχουμε ξανακάνει μεγάλη κουβέντα για το βουναλάκι/κουνελάκι εδώ: https://sarantakos.wordpress.com/2012/10/15/cavo-samara/#comment-138302
    Σχόλια 34, 67, 75, και κυρίως 80 και κάτω.

  37. Alexis said

    #31: Αυτόπτις μάρτυς ο πατέρας μου,για την χρήση του υψώματος.
    Ποιά χρήση εννοείς; Αυτή που υποννοείται στο τραγούδι; 🙂
    Πάντως όπως βλέπω σε κάποια ρεμπετοφόρουμ, έχουν γίνει …ομηρικές μάχες μεταξύ «βουνελακιστών» και «Κουνελακιστών» στο διαδίκτυο.

    Παρεμπιπτόντως, φοβερή η ρίμα «στάχτη-ετάχτη» του Σκαρίμπα!

  38. tamistas said

    Χαίρομαι που η ίωση που με ταλαιπωρεί από προχτές, και τώρα είναι σε αποδρομή, μου δίνει τον χρόνο, και την ευκαιρία, να σχολιάσω. Και μάλιστα στο θέμα για ένα τραγούδι αγαπημένο, και για μένα το ωραιότερο του Μπάτη, εξίσου «εμβληματικό» με τους «Πέντε μάγκες στον Περαία».

    Οι εξηγήσεις «έξι» και «βουνελάκι» με έχουν καλύψει προ καιρού.
    Και, επιμένοντας με εισαγωγικά, «δράττομαι της ευκαιρίας» να ρωτήσω, μήπως ξέρει κανείς: εκείνος ο Σαββόπουλος γιατί στο δικό του «εμβληματικό» λέει «ο πατέρας μου ο Μπάτης ήρθε απ’ τη Σμύρνη το εικοσιδυό»;

  39. 38 Ε, ποιητική αδεία. Βόλευε η ρίμα, ήθελε να βάλει και την προσφυγιά μέσα…

  40. tamistas said

    39: Ξέρω γω, μήπως ήταν παραπληροφόρηση σκέφτομαι.

  41. Γιάννης Ιατρού said

    31, 35: Όχι, δεν ταυτίζεται (αν κατάλαβα καλά τη θέση που περιγράφει η Κασσάνδρα). Στον ίδιο παλαιό χάρτη, στη θέση αυτή, δείχνει μόνο κάποια υψώματα, πάντως όχι κάτι με βουνό/βουναλάκι (βλ. εικόνα). Θεωρώ πιθανότερη την ευρύτερη περιοχή που υπέδειξε ο γνωστός σου, Κουνελόγατε (βλ. 32, 33)..

  42. spatholouro said

    Εξαιρετικό το κείμενό σου Νίκο!

    Περί του περιβοήτου «κουνελάκι»/ «βουνελάκι»:

    Ας ξεκινήσουμε καθαρά από επίπεδο ακουστικής πρόσληψης: αυτό που ακούγεται με βεβαιότητα είναι –ounelaki, δηλ. το «ε» δεν αμφισβητείται ακουστικά, διότι ηχεί καθαρά. Από εκεί και πέρα είναι που έχει στηθεί ο «καβγάς». Άλλοι ακούνε kounelaki και άλλοι (όπως εγώ) vounelaki.
    Κατ’ αρχάς να επισημάνω ότι ο τύπος «βουνελάκι» (αντί «βουναλάκι») μπορεί να μην είναι συνήθης, αλλά είναι υπαρκτός: τον βρίσκουμε για παράδειγμα ήδη σε κείμενο της εφημερίδας Σκριπ [ 8-5-1909] και έως τις μέρες μας και προφορικά και διαδικτυακά έχει παρουσία. Τα δύο όμως τεκμήρια που εμένα προσωπικά με έχουν πείσει (πέραν του τι ακούω) υπέρ του «βουνελάκι» είναι:
    Α) Διήγηση παλιού κατοίκου της περιοχής, όπως δημοσιεύθηκε στο εξαιρετικό πειραιολογικό ιστολόγιο του Δ. Κρασονικολάκη:

    “Οι σχολικές εκδρομές ήταν δύο διαδρομών, η πρώτη «στο βουναλάκι», απομεινάρι τμήματος των λόφων με την κοινή ονομασία Καραβάς στο τέρμα της Αγίου Δημητρίου προς την Πέτρου Ράλλη, περιφραγμένο άλσος σήμερα που τότε φύτρωναν αγριολούλουδα και θυμάρια”
    http://dimitriskrasonikolakis.blogspot.gr/2015/02/blog-post.html

    και
    Β) άρθρο πειραιώτικης εφημερίδας της εποχής που εντόπισα (Νέοι Καιροί, 28/6/1930): «Το Βουνελάκι του Καραβά μεταβάλλεται κάθε βράδυ σε ζαρντέν ντε ραντεβού, όπως θα έλεγε ο εν Παρισίοις ανταποκριτής μας κ. Παράσχος, οπτάν κατά τον Γαλλοφέρνοντα Μάστρο-Στέλιο τον πιεστή της εφημερίδας μας. Τα ζευγαράκια όμως υφίστανται και αιφνιδιασμούς άλλοτε από πόλισμαν που τους οδηγούν στο τμήμα για τα περαιτέρω ή στο σπήτι του κοριτσιού, όταν δηλώσουν ότι βγήκανε περίπατο εν γνώσει των γονέων των και άλλοτε από επαγγελματίες νταήδες που ζητούν τη μίντζα τους».

    Οπότε, έχω προσωπικά καταλήξει ή ότι πρόκειται για οιοδήποτε βουναλάκι (βουνελάκι) εκεί γύρω ή για το βουναλάκι του Καραβά.

    Η άλλη πλευρά τώρα, που ακούει kounelaki, έτσι τουλάχιστον όπως έχει αποτυπωθεί ο προβληματισμός της σε ρεμπέτικο φόρουμ (το οποίο έχει καταρτίσει και σχετικό «Ρεμπέτικο Γλωσσάρι», όπου έχει λημματογραφήσει τη σχετική λέξη), ένα φεγγάρι (που κράτησε χρόνια) διαβεβαίωνε ότι «Κουνελάκι»=ύψωμα στη Δραπετσώνα, χωρίς να εισφέρει την παραμικρή τεκμηρίωση από συγχρονικές ή άλλες πηγές. Όταν το φεγγάρι αυτό άλλαξε, άλλαξε και το σημαινόμενο του αδήλου αυτού σημαίνοντος: τώρα «Κουνελάκι»=ονομασία της περιοχής Ευγένειας στον Πειραιά, με επίκληση αφενός προσωπικής μαρτυρίας μέλους του εν λόγω Φόρουμ και αφετέρου επίκληση σχετικού συμβολαιογραφικού εγγράφου της εποχής που κάνει λόγο για τέτοια τοποθεσία. Αναμένω την παρουσίαση του σχετικού τεκμηρίου, αν και θεωρώ ότι θα έπρεπε πρώτα να παρουσιαστεί το τεκμήριο και μετά να καταχωριστεί το συγκεκριμένο λήμμα στο συγκεκριμένο Ρεμπέτικο Γλωσσάρι. Τελειώνοντας, θα ήθελα να υπογραμμίσω πόση περίσκεψη χρειάζεται η σύνταξη ενός τέτοιου Γλωσσαρίου, όταν μάλιστα copy-pastώνεται χρόνια τώρα στο διαδίκτυο άκριτα…

  43. sarant said

    Ευχαριστώ πολύ για τα νεότερα εξαιρετικά σχόλια!

    32-33: Λοιπόν, δεν ήξερα τα πειραιώτικα Τουρκοβούνια

    37 Ναι, σχεδόν οσο για την ορθογραφία των ορθοπ*δικών!

    39-40 Ναι, αλλά γιατί Μπάτης

    42 Συμφωνώ απόλυτα με όσα λες στο τέλος

    Αλλά αν υπάρχει εύρημα με «Βουνελάκι του Καραβά», τι χρείαν έχομεν άλλων μαρτύρων;

  44. Κουνελόγατος said

    42. Μπράβο, συγχαρητήρια για τη δουλειά σου. Δε μπορώ τώρα, θυμάμαι όμως ν’ ακούω β… κι όχι κ… Τι να πω; Το τραγούδι πάντως μου άρεσε εξαπανάκαθεν, ό,τι κι αν έλεγε ο μεγάλος…

  45. Γιάννης Ιατρού said

    42 τέλος
    Η θέση που γράφεις ταυτίζεται με αυτή στο 32/33.

  46. Saradako Yamamura said

    31,
    ο πατέρας ή η μητέρα σας;

  47. Γιάννης Ιατρού said

    43 τέλος, 45:
    Αναφέρεται κι εδώ η θέση «βουναλάκι»
    Οι σχολικές εκδρομές ήταν δύο διαδρομών, η πρώτη «στο βουναλάκι», απομεινάρι τμήματος των λόφων με την κοινή ονομασία Καραβάς στο τέρμα της Αγίου Δημητρίου προς την Πέτρου Ράλλη, περιφραγμένο άλσος σήμερα που τότε φύτρωναν αγριολούλουδα και θυμάρια. Υπήρχε ένα βαθούλωμα – γκρεμός εκεί που σκεπάστηκε πριν φυτευτεί. [Πήγαινα κι εγώ συχνά με το σχολείο μου, το ιστορικό 4ο Γυμνάσιο, στην δεκαετία του ’70]. Μετά το 1941-42 άρχισαν κι εδώ οι καταπατήσεις και ξεπετάγονταν παράγκες που γέμισαν το τόπο, από τα Δεκεμβριανά κι ύστερα. Όσοι δεν είχαν άλλο σπίτι πλήρωναν αποζημίωση στο δημόσιο και κατοχύρωναν το οικόπεδο, ειδάλλως το έχαναν.

  48. cronopiusa said

    Το Ανώτατο Δικαστήριο της Ισπανίας ακύρωση την απαλλακτική δικαστική απόφαση του Έλληνα πλοιάρχου του δεξαμενόπλοιου Prestige για την θαλάσσια ρύπανση

    http://www.ecestaticos.com/imagestatic/clipping/122/837/ae8/122837ae88b21149fcf0d6eeed20bd44.jpg?mtime=1384340174

    Prestige. Petroleo y Conspiracion de Silencio

  49. Alexis said

    #42: Συμφωνώ απολύτως, το άρθρο της Πειραιώτικης εφημερίδας που μιλάει για το «Βουνελάκι Καραβά» αναφέρεται και στο εν λόγω ρεμπέτικο φόρουμ, από υποστηρικτή της εκδοχής «βουνελάκι».
    Προς ενίσχυση του γεγονότος ότι το «βουναλάκι» μπορεί να λεγόταν λαϊκότροπα «βουνελάκι» αναφέρω ότι η γνωστή κωμόπολη «Καναλάκι» του Νομού Πρεβέζης προφέρεται από τους ντόπιους ως «Κανελάκι».

  50. spatholouro said

    47
    Γιάννη έχω ήδη στο κείμενό μου (υπό Α) παραπέμψει στον Κρασονικολάκη

  51. Γιάννης Ιατρού said

    47, 42α
    Ώχ, το ίδιο γράψαμε, δεν το είδα, sorry

  52. Corto said

    Πάντως ο Μάρκος κάνει αναφορά για υπαίθρια χασισοποτία πίσω από την Ανάσταση (Δραπετσώνας):

    «Αρχίνησα με τα τέσσερα να προχωρώ στο έρημο βουνό, ώσπου έφτασα ως πίσω από το νεκροταφείο, την Ανάσταση, περίπου ένα μίλι δρόμο. Εβρέθηκα πάλι σε μια γούβα στην οποία να είναι και κει χασικλήδες να φουμέρνουνε»

  53. Γιάννης Ιατρού said

    50, 51 Έ, συγχρονιζόματε βλέπω 🙂 🙂 14:26!

  54. Κουνελόγατος said

    «Ναι, αλλά γιατί Μπάτης;»
    Κι όχι τίποτ’ άλλο, δεν ήρθε κι από Μικρασία, να πούμε πως ήταν ποιητική αδεία… Λες να είμαστε τυχεροί να μάθουμε σήμερα; 🙂

  55. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

  56. 54 κλπ. Μα γιαυτό λέω ποιητική αδεία… Φαντάζομαι χρειαζόταν έναν ρεμπέτη δισύλλαβο και οξύτονο, τον Μάρκο τον έβαλε σε άλλο στίχο (σαν το Μάρκο/ δώσμου τη λόγχη που κεντά), ε, έβαλε τον Μπάτη.

  57. Γιάννης Ιατρού said

    52: Συμπίπτει κι αυτό 🙂

  58. Κουνελόγατος said

    Ας έβαζε τον Τούντα, που ήρθε από τη Σμύρνη το 22 και πληροί και τις προϋποθέσεις που βάζεις, εκτός από τα 50 χρόνια, αλλά αυτό ούτε ο Μπάτης το κατάφερε.. 🙂

  59. Κουνελόγατος said

    57. Καλά, είσαι φοβερός (και τρομερός)…

  60. Για δοκίμασε να τραγουδήσεις: «ο πατέρας μου ο Τούντας» και τα ξαναλέμε 🙂

  61. Γιώργος Λυκοτραφίτης said

    48,
    α, λυπάμαι πολύ… Είχα παρακολουθήσει από κοντά τα γεγονότα από το 2003 και μετά, και τις προσπάθειες του καπετάνιου, και λυπάμαι για τις πρόσφατες ανατρεπτικές εξελίξεις…
    Πάει ο καιρός που, χάρη στη Σοφία, ό,τι ελληνικό ήταν κατανοητέο και συγχωρητέο! Μια η μικρή κόρη κι ο ωραίος βάσκος γαμπρός, μια η όψιμη αντιμοναρχική μόδα, μια η άνοδος του Τσίπρα στην εξουσία, μια ο συνεχής φόβος απ’ τους πεινασμένους και βάρβαρους μετανάστες, χάσαμε τελικά έναν για δεκαετίες πολύτιμο σύμμαχο του ευρωπαϊκού νότου.

    Και μέσα σε όλα, πέθανε την περασμένη εβδομάδα κι ο Χουάν Ναδάλ, Διευθυντής του Ισπανικού Μορφωτικού Ιδρύματος της Σκουφά από το 1975 έως το 1987, και ορκισμένος φίλος της Ελλάδας…

  62. Γιάννης Ιατρού said

    59: Μην κλέβουμε εκκλησίες, ένας είναι ο φοβερός και ο τρομερός, με τ΄όνομα:
    ΣΜΕΡΔΑΛΕΟΣ λέγεται 🙂

  63. tamistas said

    απ’ το εικοσιδυό ως τα τώρα δεν εγνώρισα χαρά
    και δεν φταίει που δεν έχω να σκορπάω τον παρά

    θερμαστής στον πίσω αιώνα, σήμερα ντελιβεράς
    μηχανάκι μου αγάντα να φανώ δουλευταράς

    απ’ το εικοσιδυό ως τα τώρα δεν εγνώρισα χαρά
    κι ας το λεν πρώτη φορά πως κυβερνα η αριστερά

  64. Corto said

    57 (Γιάννης Ιατρού): Σωστός! Πολύ καλό! Κάτι σαν ρεμπέτικο GIS!
    Βέβαια για το τυπικό να πούμε ότι μάλλον από την θάλασσα ξεκίνησε και ανέβαινε, από την σπηλιά του Κουλού («του κουλού η βρύση») που ήταν κοντά στο εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής. Εδώ ενδιαφέρουσες αφηγήσεις για Δραπετσώνα και για την σπηλιά:

    http://www.pontos-news.gr/article/134734/stayrikos-papavramidis-apo-tin-trapezoynta-stin-kremmydaroy-tis-drapetsonas

  65. spatholouro said

    56.
    Προσωπικά, το «Μπάτης» το εξελάμβανα πάντα ως μια ονοματοδοσία ενός συμβολικού Άλλου ή κάπως έτσι, τέλος πάντων: ποτέ δηλαδή δεν με «σταμάτησε» ή δεν «απόρησα» όταν -και πάντοτε κατάφορτος από συγκίνηση- άκουγα να τραγουδιέται αυτό το συγκεκριμένο σημείο, διότι πράγματι (στην περίπτωσή μου), ο πατέρας μου (ο ας πούμε … «Μπάτης») ήρθε απ’ τη Σμύρνη το είκοσιδυό, κι έζησε πενήντα (σαράντα για την ακρίβεια) χρόνια, σ’ ένα κατώι μυστικό (στις προσφυγικές παράγκες του πισόχαρτου στην Καστέλλα…).

  66. sarant said

    Θα μπορούσε βέβαια να είναι απλώς παρατσούκλι του πατέρα του.

  67. Γιάννης Ιατρού said

    64: Corto, ναι, βέβαια. Το μίλι (ναυτικό) έχει 1852 μέτρα. Οπότε βάλε και καμιά 400αριά μέτρα στην απόσταση του σχ. 57, βγαίνει 🙂
    Ο παλαιός χάρτης στο σχ. 32/33 δεν αναφέρει εκεί νεκροταφείο, γιατί σημιουργήθηκε πολύ μετά του 1895 που έγινε ο χάρτης αυτός.
    Η Ανάσταση είναι περιοχή του Δήμου Κερατσινίου στον Πειραιά, κοντά στο παλαιό νεκροταφείο του Πειραιά Ανάσταση. Αρχικός πυρήνας της περιοχής ήταν ο προσφυγικός συνοικισμός που κτίσθηκε εκεί, γύρω στο 1930-32 για να στεγασθούν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία

    Το παλαιό νεκτοταφείο του Πειραιά ήταν αυτό κοντά στο Ναό του Αγ. Διονυσίου

  68. marulaki said

    Όλη αυτή η συζήτηση για λόφο το βουνό μου θύμισε την εξαιρετική ταινία, «Ο Εγγλέζος που Ανέβηκε ενα Λόφο Αλλά Κατέβηκε ενα Βουνό». Πολύ ωραία ανάρτηση ΚΑΙ σήμερα!

  69. Κουνελόγατος said

    Για να είμαι ειλικρινής, εγώ το εκλάμβανα σα να τον θεωρούσε μουσικό του πατέρα, όμως αυτό μόνον ο ίδιος το ξέρει…

  70. Corto said

    67 (Γιάννης Ιατρού): Από το λήμμα στην βικιπέδια που παραπέμπεις για την Ανάσταση στην Δραπετσώνα:

    «Προσφυγικές κατοικίες

    Αποτελούνταν από 25 πέτρινες κεραμοσκεπείς τετρακατοικίες, δηλαδή 100 διαμερίσματα των 2 δωματίων, με 2 διαμερίσματα ισόγεια και 2 διαμερίσματα στον επάνω όροφο με ανεξάρτητες εισόδους. Ο εργολάβος που τις κατασκεύασε ήταν ο Αθανασόπουλος, τον οποίο λίγα χρόνια αργότερα δολοφόνησαν η γυναίκα του και η πεθερά του στην Καλλιθέα όπου έμεναν και για το γεγονός αυτό κυκλοφόρησε και το σχετικό ρεμπέτικο τραγούδι «Κακούργα Πεθερά (Στου Χαροκόπου τα στενά)» του Μοντανάρη»

    Από το ένα ρεμπέτικο στο άλλο! Δεν έχει τέλος αυτή η λαογραφική διαδρομή!

  71. cronopiusa said

    LIBRES DE CHAPAPOTE
    Los responsables de la gestión política once años más tarde

  72. Δημήτρης said

    Ο πατέρας μου ο Τσίπρας… λέμε τώρα.

  73. Γιάννης Ιατρού said

    52: 64: Corto, κι εδώ το απόσπασμα από τη διήγηση του Βαμβακάρη (αυτοβιογραφλία) και η σπηλιά του Κουλού το 1920.
    Πράγματι, με τα τραγούδια αυτά ανατρέχουμε τη λαογραφία! Πολύ καλή η ανάρτηση σήμερα, και σαν θέμα και λόγω των πληροφοριών/σχολίων που διαβάζουμε 🙂


    ……
    Μια φορά έτρεξα στη σπηλιά του Κουλού που ήταν μια ακτή εδώ της Δραπετσώνας, η οποία ονομάζεται Απαγορεύεται. Από τότες το λέγανε Απαγορεύεται διότι εκεί πέρα εφάγανε τα σκυλόψαρα δυο τρεις ανθρώπους. Λοιπόν, εκεί στο Απαγορεύεται υπήρχε ένα απόκρημνο μέρος, το οποίο κατεβαίναμε κάτω και πηγαίναμε και φουμέρναμε, διάφοροι, πολύς κόσμος. Πολύ πηγαίναν οι χασικλήδες εκεί, για πιο ησυχία, για να μη μας κυνηγάει η αστυνομία. Εκεί υπήρχε ένα νερό, το οποίο το πηγαδάκι αυτό ήτανε λιγάκι γλυφό. Λιγάκι νερό, ήτανε μέτζο να πούμε, μισό μισό, και γλυκό και γλυφό. Και πλέναμε και τα τουμπεκιά και τις τζούρες που παίρναμε απ’ τα καφενεία, βάζαμε νερό στον αργιλέ. Όταν κατεβαίναμε στη σπηλιά για να φουμάρουμε, ήτανε πολύ απόκρημνο το κατέβασμα. Όποιος κι όποιος δεν μπορούσε να κατέβει, ειμή μόνον όσοι πηγαίναμε εκεί και αράζαμε.

    Λοιπόν, εκεί μια μέρα, ήτανε στην αρχή που είχανε έρθει οι πρόσφυγες, κουρασμένος από τη δουλειά, επήγα με λαχτάρα να φουμάρω μόνος μου. Τότες το χασίσι ήταν πολύ δυνατό, τούρκικο απ’ την Προύσα. Μόλις λοιπόν πήρα τον αργιλέ στα χέρια μου να φουμάρω, τράβηξα δυνατά απ’ το καλάμι. Ένιωσα μια φοβερή ζαλάδα, κοπήκανε όλες μου οι αισθήσεις κι έπεσα χάμω και εσυλλογιζόμουνα. Πώς να ανέβω τώρα τον γκρεμό να φύγω; Πρέπει πάση θυσία να φύγω. Ο αργιλές με τσίμπησε. Και τσίμπημα θα πει ότι ο αργιλές σε μαστούριασε πολύ βαριά. Δεν μπόραγα να σηκωθώ. Έπρεπε να είμαι χάμω. Δεν στεκόμουν. Δεν μπόραγα. Δεν είχα δυνάμεις. Και όμως, δε θα το πιστέψει κανείς αυτό που θα σας πω. Αδύνατο εστάθηκε να ορθώσω το σώμα μου, ένιωθα σαν παράλυτος. Κι έκανα το σταυρό μου και αρχίνησαα με τα τέσσερα μπουσουλώντας, και ανέβηκα όλον εκείνον τον απότομο γκρεμό. Αφού από κάτω οι άλλοι μου φωνάζανε θα σκοτωθείς βρε Μάρκο, κάτσε πρώτα να σου περάσει.

    Ήταν περίπου οχτώμισι εννιά η ώρα νύχτα. Κι όταν ανέβηκα τον γκρεμό κι έφθασα απάνω, πάλι δεν μπορούσα όρθιος να σταθώ. Αρχίνησα πάλι με τα τέσσερα να προχωρώ στο έρημο βουνό, ώσπου έφθασα ως πίσω απ’ το νεκροταφείο, την Ανάσταση, περίπου ένα μίλι δρόμο. Φορούσα ένα καινούργιο κοστούμι μπλέ. Εβρέθηκα πάλι σε μια γούβα, στην οποία να είναι και κει χασικλήδες να φουμέρνουνε. Ήταν οι πρόσφυγες των Ταμπουριών, και δεν ερχόντουσαν μαζί μας στην σπηλιά όπου πηγαίναμε οι Πειραιώτες. Είχανε δικό τους νταραβέρι. Ζύγωσα κοντά τους περπατώντας με τα τέσσερα ακόμη. Τους ζύγωσα για μια παρηγοριά. Μόλις με είδανε φοβηθήκανε μήπως ήμουνα αστυνομικός ή τι άλλο παράξενο ήμουν. Μετά με γνωρίσανε ότι είμαι μαστούρης και την έχω ψωνίσει, γιατί όταν επάθαινες κανένα τέτοιο πράμα, λέγανε οι μάγκες την ψώνισε. Και πραγματικώς δηλαδή σαν τρελλός. Τώρα λογάριασε να σέρνομαι από κει και να φτύνω και να βγάζω σάλια, και πού να σηκώσω το κεφάλι. Όχι. Εκεί, κάτω. Να μη σηκώσω το κεφάλι και κάνω εμμετό δηλαδή. Σε ελεεινή κατάσταση.
    ……..

  74. LandS said

    Απεργούν οι δημοσιογράφοι και δεν μπορώ να το διασταυρώσω.
    Το Εθνικό κατέβασε το έργο που περιείχε αποσπάσματα από το βιβλίο του Σάββα Ξηρού.

  75. sarant said

    68 Νάσαι καλά!

    69 Να τον ρωτήσουμε 🙂

    73 Ωραίο λινκ. Αλλά να φοράει μπλε κουστούμι και να πηγαίνει με τα τέσσερα στα χώματα;

    74 Κακώς… αν ισχύει

  76. 74 Μάλλον αναμενόμενο αφού γκρίνιαξε η αμερικάνικη πρεσβεία. Αλλά… στο «πρώτη φορά αριστερά» δεν θα έπρεπε να είχε πάει το σχόλιο; :mrgreen:

  77. 66 του πραγματικού πατέρα του Σαββόπουλου; Ε, δε νομίζω! Συμβολικά το λέει, όπως το είπε ο Κουνελόγατος.

  78. Γιάννης Ιατρού said

    75γ Αφού ρε Νίκο δεν το φαντάστηκε ότι το αγνό της Προύσσας θα του την έδινε!
    Ανόθευτο, τότε, όχι σαν κάτι νησιώτικα προϊόντα της σήμερον…, όλο λιπάσματα κλπ. (πού ‘σαι ΕΦΗ) 🙂

  79. Ιάκωβος said

    Πολύ ωραίο και το σημερινό.
    _________

    Τσι φωτιές-έξι φωτιές

    Μα τσιτακίζει κι αλλού ; Αν όχι, γιατί να υποθέσουμε οτι το κάνει εδώ;
    __________

    «…Ο αξέχαστος Γιώργος (ξανακατεβαίνω αμέσως) Μακρής!…»

    Ο Μακρής βέβαια, είναι εκείνος που λέγεται οτι κάποια στιγμή είπε στους φίλους του -Μια στιγμή, ξανακατεβαίνω αμέσως, ανέβηκε στην ταράτσα του σπιτιού του και έπεσε στο δρόμο, αυτοκτονώντας. Και όταν πέθανε κάποιος ,δεν ξέρω ποιος, Κοντολέων, είπε στη χήρα του (ή έγραψε στο μπιλιετάκι) Madame Kondoleon, mes condoléances
    _________

    Ο Μπάτης ήταν τόσο πατέρας του Διονύση, όσο ήταν και γιαγιά του μια γριά με ξύλινο πόδι που έτριζε. Είναι η ποίηση.

    Αν θέλαμε να το ψειρίσουμε θα μπορούσαμε να πούμε ότι, μια που γράφει ζειμπέκικο, ο Μπάτης είναι μουσικά και μεταφορικά ο πατέρας του μαζί με την μουσική αυτή, που ήρθε από την Ανατολή και που σαν άκουσμα υπέβοσκε σε ένα κατώι μυστικό της ψυχοσύνθεσής του. Γιατί ο Σαββόπουλος ήταν δυτικός μουσικός, κιθάρα κλπ. Την Ελληνική παράδοση την έμαθε, όσο την έμαθε, μετά. Βέβαια, αυτά αν θέλαμε να το ψειρίσουμε, που δεν ξέρω τι θα προσέφερε στην υπόθεσή μας.

    Το Σαββόπουλο τον θεωρώ μετά το Χατζιδάκη δεύτερο στη σειρά των μεγάλων τραγουδοποιών της εποχή μας.

  80. Το «ξανακατεβαίνω αμέσως» το είχα ξαναδιαβάσει, αλλά αυτό με την κυρία Κοντολέοντος δεν το ήξερα 🙂

  81. Πάνος με πεζά said

    Τι ωραίο άρθρο και τι ωραία σχόλια σήμερα !

  82. Μαρία said

    56
    Μήπως ποιητική αγνοία;

  83. Corto said

    73 (Γιάννης Ιατρού): Αυτή η αναφορά του Μ.Β. για τη σπηλιά του Κουλού και το πηγάδι αποτελεί το σημαντικότερο επιχείρημα ότι το τραγούδι «μόρτισσα» («νεράκι που κουβάλαγες/ απ’ του Κουλού την βρύση» κλπ) είναι όντως δικό του δημιούργημα και όχι αδέσποτο που το καταχράσθηκε , όπως γενικώς υποστηρίζουν κάποιοι. Αυτά είναι τα ρέστα της κακής κληρονομιάς του Πετρόπουλου, που όλα τα έβρισκε κλεμμένα και όλους ύποπτους.

  84. spatholouro said

    73
    Δεν έχει σχέση με σπηλιά του Κουλού η φωτό…
    Είναι η περίφημη σπηλιά κάτω από την έπαυλη Σκουλούδη στη Φρεαττύδα σε φωτό του 1952 (πολύ πριν την επιχωματώσει ο Σκυλίτσης…)
    Είναι κατά πάσα πιθανότητα η πείφημη και πολύ μεγάλη Σπηλιά του Δράκου, που λέει σε άλλο άσμα ο Μπάτης («ζούλα σε μια βάρκα μπήκα/και στη σπηλιά του Δράκου βγήκα»)

  85. Μαρία said

    74
    Μούφα, για να επιχαίρει ο Δύτης. Δες και την προχθεσινή ανακοίνωση. Έτσι κι αλλιώς το έργο παίζεται μέχρι την Κυριακή. http://www.n-t.gr/

  86. sarant said

    85 Σταματάει έτσι κι αλλιώς την Κυριακή το έργο; Και μετά, τι θα κάνει το σόι του Κούλη;

  87. sarant said

    85 Κι όμως, Μαρία, οι τελευταίες παραστάσεις ακυρώθηκαν.

  88. Διαμαρτυρήθηκε και η Έμπασσυ για το έργο… 😉

  89. Μαρία said

    87
    Ναι. Τώρα ανέβηκε η νέα ανακοίνωση.
    http://www.n-t.gr/el/news/?nid=1815

  90. 😦 https://twitter.com/MarianaPirgioti/status/692391077597306880

  91. 11: Δηλαδή, μπορούμε να πούμε ότι ο Πετρόπουλος είναι ο Νατσούλης του ρεμπέτικου. 😛

  92. sarant said

    91 Κάπως βαρύ αυτό 😉

  93. Spiridione said

    Ωραίο το σημερινό.
    Ένα ρεπορτάζ εδώ του Πέτρου Πικρού στον Ριζοσπάστη από το 1925 «Μέσα στους ναυτεργάτες – Στο μηχανοστάσιο και στο στόκολο – Το μαρτύριο των κολασμένων – Μέσα στην κάψα και τη φωτιά – Οι γλισχροί μισθοί και η κακή τροφή – Τα χάλια των κοιτώνων – Ενώ οι χαραμοφαγάδες διασκεδάζουν».
    Μερικές λέξεις δεν φαίνονται καλά. Λέει και για τους έξι φούρνους.

    … Κατεβαίνουμε τη σκάλα για να πάμε στο μηχανοστάσιο. Ήδη, εκεί κάτω από την κουβέρτα ο αέρας είναι μολεμένος και βρωμάει. Κι εδώ υπάρχουν ταξιδιώτες∙ όμως ποια διαφορά με τους άλλους της πρώτης θέσης! Ένας απάνω στον άλλο τους, μέσα στη βρώμα και στην ακαθαρσία, στη σκόνη και στην πνιχτική ζέστη. Είναι οι ταξιδιώτες της τρίτης θέσης. Πρόσφυγες, εργάτες, βιοπαλαιστές. Έτσι ταξιδεύει ο φτωχόκοσμος.
    Μπήκαμε στο μηχανοστάσιο. Χειρότερο από χαμάμι. Πρέπει να καταβάλλει κανείς προσπάθειες για να μην του κοπεί η αναπνοή. Δύο άνθρωποι που κολυμπούν στον ίδρω∙ ο λαδάς και ο δεύτερος μηχανικός. Όλο πάνε κι έρχονται, κουνιούνται διαρκώς μέσα σε λίγα τετραγωνικά μέτρα. Ο ένας λαδώνει, σκουπίζει, ο άλλος πασπατεύει κάτι κλειδιά, κοιτάει τα μηχανήματα, βεβαιώνεται για το κάθετι.
    – Να μην πάρουμε τον κόσμο στο λαιμό μας. Φτάνει που είναι σάπιο το καράβι…
    – Αυτό γίνεται σ’ όλη τη βάρδια σου μάστο’ Αλέκο;
    – Αυτά κι άλλα πράγματα. Κάτσε και θα δεις.
    – Και πόση ώρα βαστάει η κάθε βάρδια;
    – Ώρες να λες. Κάθε βάρδια βαστάει τέσσερες ώρες.
    – Πόσες βάρδιες αλλάζετε στο ημερονύχτιο;
    – Μηχανικοί, λαδάδες, θερμαστές, καρβουνιάρηδες, όλο κι όλο αποτελούμε δυο βάρδιες. Τέσσερες ώρες δουλειά, τέσσερες ώρες ξεκούραση ή ύπνο, αυτό γίνεται διαρκώς.
    – Και ποιοι είναι οι μισθοί μάστο’ Αλέκο;
    – Οι μισθοί μας; Χμ! Θα έπρεπε να ήταν δύο χιλιάδες εξακόσιες, αλλά ένεκα βλέπεις η ανεργία και που παρακάλεσα για να μου δώσουν δουλειά, παίρνω δυο χιλιάδες εκατό. Όμως, απ’ αυτές πρέπει να βγάλεις καμιά διακοσαριά για απομαχικό και κάτι άλλα που μας κρατάνε, και τώρα λογάριασε.
    – Βέβαια μάστο’ Αλέκο, ύστερα απ’ τη δουλειά που κάνεις. Παραδέχουμαι πως δεν είναι μισθός αυτός.
    Κι οι συνειδητός μηχανικός κουνάει το κεφάλι του.
    – Καλά ο δικός μου μισθός, μα ρώτα και του λόγου τους τι παίρνουν. Και μου δείχνει το λιπαντή.
    – Τι παίρνετε εσείς σύντροφε, ύστερα από μια τέτοια δουλειά;
    – Εμείς παίρνουμε χίλιες εκατό, βγάλ’ τις εκατό που μας κρατούν γι’ απομαχικό, μας κάνει χίλιες δραχμές το μήνα. Λογάριασε τώρα∙ πρώτα πρώτα εγώ θέλω τα ρούχα και τα τσιγάρα μου, τα πλυστικά μου κλπ. Έχω γυναίκα και τέσσερα παιδιά. Ρούχα, φαΐ, νοίκι, τι να πρωτοκάνει κανείς με χίλιες δραχμές το μήνα, ε; Δε μου λες; Πώς να τα ξεκεφαλώσω (;;;;); Να σου πω λοιπόν… Αν δε μου έφυγε ακόμη το μυαλό είναι γιατί βλέπω και χειρότερα εδώ μέσα, πολύ πιο χειρότερα απ’ τα δικά μου τα χάλια.
    – – Χειρότερα απ’ τη δική σου την κατάσταση λες σύντροφε;
    – Ναι, βέβαια. Πέρνα στο στόκολο να δεις εκεί τι τρέχει.
    Για να πάει κανείς απ΄ το μηχανοστάσιο στο στόκολο πρέπει να περάσει απ’ το λεγόμενο «στενό». Πρέπει να περάσει δηλαδή σχεδόν μπουσουλώντας μεσ’ τα σκοτεινά, ένα διαδρομάκι μόλις μισό μέτρο φάρδος ανάμεσα στα δύο καυτερά καζάνια. Η πιο μεγάλη κάψα του πιο ζεστού ήλιου έξω είναι δροσιά μπρος στο τσουρούφλισμα εκείνο. Πώς βαστούν άνθρωποι εκεί μέσα; Ακόμη δε μπόρεσε να το χωρέσει ο νους μου.
    Επιτέλους φτάσαμε στο στόκολο, λέει ο συνοδός μου.
    – Τι επιτέλους σύντροφε; Ακούς εκεί επιτέλους; Εδώ είναι λαύρα!
    Καρβουνιάρης και θερμαστής με ένα τεράστιο βαρύ λοστό στο χέρι ανακατεύουν τα «τσίνορα» (;;;) μπρος στους ανοιχτούς τους φούρνους που η φλόγα τους τούς ξεροψήνει ολόκληρους.
    Όγκοι ολόκληροι αναμμένα «τσίνορα» (;;;) θα τραβηχτούν έξω, χάμω, για να τα σβήσουνε με κουβάδες θαλασσινό νερό. Αχνοί, δηλητήρια, καπνιές, σκόνη, τα χάνει κανείς κυριολεκτικά. Ζαλίζεται, πνίγεται, ο κόσμος γυρνά. Μόνο η δουλειά δε σταματά. Πρέπει γλήγορα γλήγορα να μπει το καινούργιο κάρβουνο, να στρωθεί, να στιβιαστεί, για να μην πέσει η στήμη (;;;). Και μόλις τελειώσει αυτό, μπρος για τους άλλους δυο φούρνους, κι ύστερα για τους δύο άλλους, γιατί είναι έξι όλοι τους. Κι ύστερα πρέπει να καθαρισθούν αυτά τα «τσίνορα» (;;;) από χάμω, να φύγουνε, ενώ ο θερμαστής εξακολουθεί να τροφοδοτεί τους φούρνους για να ξαναρχίσει πάλι η ίδια δουλειά.
    – Και το μισθό παίρνετε σύντροφοι;
    – Επτακόσιες πενήντα δραχμές κι απ’ αυτές μας κρατούν για τα’ απομαχικό.
    – – Έχεις παιδιά σύντροφε;
    – Τρία. Τρία παιδιά, τη γυναίκα μου και το γέρο πατέρα μου.
    – Ε, πώς τα καταφέρνεις;
    – ….
    Όταν φθάσετε πια στο λιμάνι θα ξεκουρασθείτε.
    – Θα ξεκουραστούμε; Τότε αρχίζει άλλη δουλειά, η καθαριότητα, να ρίξουμε τα «¨τσίνορα» στη θάλασσα, θα πάρουμε καινούργιο κάρβουνο και διαρκώς θα πρέπει να μην αφήσουμε να πέσει η στήμη. Θα ξεκουραστούμε λες;

    http://efimeris.nlg.gr/ns/pdfwin.asp?c=65&dc=18&db=7&da=1925

  94. sarant said

    93 Mπράβο Σπύρο!
    Ξεκεφαλώνω υπάρχει, σημαίνει περίπου τα βγάζω πέρα.
    Στήμη ο ατμός
    Τα τσίνορα θα είναι όρος της ορολογίας των θερμαστών

  95. Μαρία said

    87
    Αυτή την περίπτωση τη θυμάσαι; http://next.liberation.fr/culture/2006/05/03/jelinek-soutient-peter-handke_38042

  96. Μου έχει βγει το όνομα του χαιρέκακου ε; Δεν είμαι, αλλά τι να κάνω ;

    Πάντως η περίπτωση Χάντκε και Κομεντί Φρανσαίζ έχει πλάκα, αν σκεφτείς το Ζε σουΐ Σαρλί σε αντίστιξη 😉

  97. Σπύρο, έκατσες και το αντέγραψες όλο στο χέρι; Το λινκ σου πάντως έχει άλλο ρεπορτάζ, για τις εργάτριες στα υφαντουργεία. Ενδιαφέρουσα και η εσωκομματική συζήτηση φόρα παρτίδα (στη στήλη δεξιά) 🙂

  98. Γς said

    88:

    >Διαμαρτυρήθηκε και η Έμπασσυ για το έργο

    Η Νομαρχία, που λέγαμε κάποτε.

    Εχουν βάλει κι αυτοί μερικά κεφάλια:

    Ρίτσαρντ Γουέλς, ο Σταθμάρχης της CIA
    Τζορτζ Τσάντες ο διπλωμάτης
    Γουίλιαμ Νορντίν ο ναυτικός ακόλουθος
    και Ρόναλντ Στιούαρτ ο λοχίας

  99. sarant said

    97 Το λινκ είναι προς την πρώτη σελίδα του φύλλου,. πρέπει στο κάτω μέρος να πατήσεις το «3»

  100. gpoint said

    # 94

    πιο ειδικά στο ψάρεμα το ξεκεφαλώνω χρησιμοποιείται όταν σταματήσει το ψάρι να τραβάει πετονιά από το καρούλι κι αρχίσει νάρχεται και επί πλοίων όταν περάσει τον κάβο ή ένα νησάκι

  101. Spiridione said

    97. Γράφω γρήγορα 🙂 Τα λινκ της ΕΒΕ βγάζουν την πρώτη σελίδα, ναι.

  102. Κασσάνδρα said

    @ 37 ,41,κλπ
    Τα Καρβουνιάρικα είναι η σημερινή Ακτή Μιαούλη,και ο πατέρας μου θυμόταν τις» φωτίτσες¨» που έβλεπε κανείς τα βράδια από την απέναντι Ακτή του Αγίου Διονυσίου.
    Εξ ου και η έκπληξη του, όταν του είπα για την μεγάλη εταιρία στην Ακτή Μιαούλη
    Το τραγούδι του Γιοβαν Τσαούς σ αυτήν την περιοχή αναφέρεται,ή εγώ το έχω συνδέσει έτσι.
    Ακόμα και σήμερα, για να βγείς από την Ακτή Μιούλη στον πάνω δρόμο η ανηφόρα είναι,τόση ώστε να φαίνεται από απέναντι βουναλάκι..

  103. Γς said

    Θερμαστής είναι [ήταν] κι ο chauffeur. Ο σοφερ.
    Η σοφεράτζα, το σοφεράκι.

    Το σωφεράκι, επί το παλαιότερον

  104. spatholouro said

    102
    Οι μάγκες του τραγουδιού είναι Πειραιώτες («πέντε μάγκες του Περαία»), η τοποθεσία όμως απροσδιόριστη.
    Και στο τέλος που λέει «αν θα κλείσουν τους τεκέδες Πειραιά, Κρεμμυδαρού», πάλι ο χώρος της χασισικής επιτέλεσης
    καταλαμβάνει το σύμπαν Πειραιώς και Κρεμμυδαρούς…

  105. Γς said

    104:
    >ο χώρος της χασισικής επιτέλεσης

    και χασισικής επιμελητείας [;]

  106. Τα «τσίνορα» των θερμαστών θα υπέθετα πως είναι οι στάχτες, ιταλ. ceneri.

  107. Από το χάρτη του σχολίου 41 σημειώνω και την Quelle Tzirloneri, που την αναφέρει κι ένας Guide bleu Grèce του 1955, με την επεξήγηση «eau laxative». Την ξέρουν άραγε ακόμα οι Πειραιώτες;

  108. 107

    Τσιρλονέρι; 😀

  109. Ιάκωβος said

    -Τσεφαλαιωμένη…
    ήταν η ευχή για τις έγκυες στη νότια Κάρπαθο. Δηλαδή να γεννήσει καλά.
    Το κεφάλαιο και ο τόκος.

  110. spatholouro said

    41
    Εκεί ακριβώς γεννήθηκα: στο Τσιρλονέρι (ανέβλυζε στο τελείωμα της οδού Μπόταση και Ακτή Θεμιστοκλέους)

  111. Spiridione said

    106. Ναι, μπορεί να είναι και τσίνερα στο άρθρο, δεν φαίνεται καλά.

    Εδώ ένα άλλο κείμενο αγγλικό για την «τρέλα των θερμαστών». Μόλις τελείωναν τη βάρδια τους πολλοί βούταγαν στη θάλασσα.
    http://trove.nla.gov.au/ndp/del/article/57520190

  112. Corto said

    13 (Sarant) και 10 (Μπετατζής) κ.ο.κ. περί μπλε παραθύρων:

    Κρατώντας την υπόσχεσή μου, επανήλθα με στοιχεία!
    Όχι είναι αδύνατον να έχει οποιαδήποτε σχέση με βομβαρδισμούς, απλούστατα διότι το τραγούδι ηχογραφήθηκε το 1938 (Δίσκος Odeon/ ΓΟ 2976)!
    Δεν υπάρχει άλλη γνωστή προπολεμική του ηχογράφηση. Είναι άγνωστο αν τραγουδιόταν με τον τρόπο αυτό («στα μπλε παράθυρά σου» αντί «απ’ τα παράθυρά σου»), πάντως δεν είναι απίθανο.
    Αυτό που έγραψα πριν, περί αυθαιρεσιών της εταιρίας, είναι λάθος. Ο τίτλος είναι συνειδητή επιλογή του Μ.Β. και μάλλον αναφέρεται σε πραγματική ιστορία. Υπάρχουν δύο διαφορετικές σχετικές αφηγήσεις. Αντιγράφω από τον Κουνάδη:

    «Σύμφωνα με αφήγηση του μουσικού Παντελή Καρίβαλη, φίλου και συνεργάτη του Μ. Βαμβακάρη, το τραγούδι αυτό αφορά σε συγκεκριμένο γεγονός που έλαβε χώρα στην Κοκκινιά, όταν γυρνώντας κάποια μέρα από τη δουλειά τους «εντόπισαν» το ωραίο κορίτσι που καθόταν στα «μπλε της παραθύρια», και ο ίδιος έχει συμβάλει στην τελική διαμόρφωση των στίχων.»
    Στην αυτοβιογραφία του «…ο Μάρκος δίνει άλλη εκδοχή από αυτή του Παντ. Καρίβαλη. Αφηγείται συγκεκριμένα αναφερόμενος στην πρώτη του γυναίκα:
    «…Είχα χωρίσει και πήγαινα ζούλα τη νύχτα και της χτυπούσα τα παράθυρα. Άλλοτε δε μ΄άνοιγε κι άλλες φορές μου άνοιγε. Δεν ασχολιόντανε αν ήταν μέσα ο αγαπητικός της. Όχι που το είδα, αλλά μπορεί και να ήτανε. Τέτοια ήταν αυτή. Εξ ού και το τραγούδι «Τα μπλε σου παραθύρια». Κι άλλες φορές είχαμε προστριβές με την Έλλη*, γιατί φυσικά εμάθαινανε ότι πήγαινα στη ζούλα και κτυπούσα τα παράθυρα αυτηνής….»
    …………………..
    Η αντίφαση αυτής της αφήγησης σε σχέση με τα κατατεθέντα από τον Παντ. Καρίβαλη, είναι ότι ο στίχος στο τραγούδι αναφέρει «σ’ αντίκρυσα ψηλά στα παραθύρια» που σημαίνει ότι δεν βρίσκονταν στο ισόγειο, αλλά σε όροφο, οπότε δεν ήταν δυνατόν να φθάνει για να χτυπά ο Μάρκος. Σκέψεις για το τι μπορεί να συνέβη».

    *πρόκειται για την Έλλη Πετρίδου, ερωμένη του Μάρκου και πόρνη στα Βούρλα (η Έλλη η Βουλγάρα), την οποία ο συνθέτης αξιοποίησε ως τραγουδίστριά του σε ορισμένες ηχογραφήσεις (π.χ. στο Φάληρο που πλένεσαι κλπ).

  113. 112α

    Άλλωστε, εάν επρόκειτο για μέτρα συσκότισης θα ήταν τα τζάμια βαμμένα μπλε κι όχι τα πατζούρια.

  114. spatholouro said

    112
    Όχι στα Βούρλα πόρνη. Από το Βαρδάρη λέει την ψώνισε («η Βουλγάρα η Σαλονικιά, η Έλλη») και την κατέβασε Πειραιά και συζήσανε ένα φεγγάρι.

  115. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    3. >>παραλλαγή του παλιού μουρμούρικου
    και το δημοτικό
    η ξενιτιά είναι βάσανο
    η ξενιτιά είναι λαύρα
    η ξενιτιά μου τα ΄κανε
    τα σωθικά μου μαύρα

  116. Corto said

    114: Σωστά! Μου ξέφυγε λόγω βιασύνης.

  117. sarant said

    Eυχαριστώ για τα νεότερα!

    112 Και στο ψηλό παράθυρο/παντζούρι μπορεί να ρίξεις πέτρα

    106-111 Μπράβο, τσίνερα θα είναι.

  118. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Αν δώσεις παραγγελιά τα Παράθυρα του Μάρκου, θα πουν τα εν λόγω Μπλε, αν όμως ζητήσεις τα Παραθύρια του (εγώ το κάνω αυτό) το πιο πιθανό είναι να πουν αυτό:

  119. Μαρία said

    114
    Έτσι εξηγείται οτι το σπίτι πάνω απ’ την ταβέρνα «τα μπλε παράθυρα» θεωρούνταν κακόφημο.
    Ο δύτης μπορεί να το πρόλαβε το μαγαζί, ήταν σχεδόν απέναντι απ’ τη φοιτητική εστία.

  120. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    112/114 , πόρνη στα Βούρλα ήταν του άλλου από την Τετράδα, του Ανέστη Δελλιά, η μοιραία Κούλα Σκουλαρίκου (Κατερίνα).

  121. Corto said

    Για την λέξη αγάντα παραλείψαμε να γράψουμε. Εδώ οι σχετικοί ορισμοί από τον Σεγδίτσα:

    αγάντα! Κράτα, βάστα, πιάσε, εκ της ενετ. aguanta! – Προστακτ. Του ρημ. αγαντάρω. – Κέλευσαμα όπως καταβληθή δύναμις, αντίστασις επί τινι σκοπώ, όπως πιασθή κάτι. – Ενίοτε απαντά ως ουσιαστικόν, οπότε σημαίνει πάσσαλον ή κρίκον ποροσδέσεως. – αγάντα και φτάσαμε – δέσαμε τη λάντσα στην αγάντα – αγάντα καδένα! (Καβ Β 136)– αγάντα καπετάνιο να το προσπεράσουμε! (Βλαμ 205) – αγάντα να ρθεί η άνοιξη (Μαγκ ΚΑ 36)

    αγαντάρω (ρημ.) κρατώ, βαστώ, δράττομαι, πιάνω, φθάνω, προφθάνω, εκ της ενετ. aguantar. – μούγκριζε το βαπόρι ν’ αγαντάρει, σαν να ήταν άνθρωπος (Βεν 198) – με τη μαΐστρα και με τη μπούμα αγαντάριζε η μπομπάρδα (Κοντ 133) – καλά αγαντάρει το πλεούμενο (Φωτ ΜΚ 15).

  122. Corto said

    120: Όχι μόνον η Σκουλαρικού, αλλά κι άλλες πολλές, αφού ο Μάρκος ήταν αγαπητικός στα Βούρλα.

  123. sarant said

    121 Και το ΛΚΝ
    αγάντα [aγánda] (άκλ.) : (ναυτ.) παράγγελμα που αντιστοιχεί στην έκφραση με όλη τη δύναμη: ~ τα κουπιά. || ~ το φόρτωμα, στήριξε το φορτίο που γέρνει. || ~, παλικάρι!, υπομονή, κουράγιο. || (ως ουσ.) ΦΡ κάνω ~, καταβάλλω μεγάλη δύναμη.

    [αγαντ(άρω)1 -α (αναδρ. σχημ.)]

  124. Corto said

    Θάλασσα και πυρ, και γυνή τρίτον κακόν, το οποίον μεθερμηνευόμενον: ο θερμαστής την θάλαττα την κουσουμάρει, και την πυρά παρομοίως την αναβοσβήνει. Αλλά με την γυναίκα άπαξ και ξεκίνησε ντράβαλα, ή θα καεί ή θα πνιγεί:

  125. gpoint said

    # 123

    το αγάντα χρησιμοποιείται από τους ναυτικούς περισσότερο με την έννοια της αντίστασης σε κάτι να μη τον παρασύρει, να μην τον νικήσει, εξ ου και η ερμηνεία κουράγιο του ΛΚΝ

  126. Μπετατζής said

    Ευχαριστώ και πάλι Κόρτο.

  127. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    αγάντα : ιταλ. agguanta: πιάσου γερά, κράτα / αγάντα καδένα: κράτα γερά την αλυσίδα / η αγάντα : πάσσαλος πρόσδεσης του σκάφους /αγαντάρω : υπομένω, αντέχω
    Μικρό γλωσσάρι από το έργο του Νίκου Καββαδία
    http://www.greece.org/poseidon/work/literature/wordy.html

    Και σε λαϊκά τραγούδια το αγάντα, κάνει καλή ρίμα με το πάντα.

  128. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Ωπ! Πρόλαβε (εννοείται) ο Νικοκύρης 🙂

    και το Καλυμνιό Αγάντα ε γιαλέσα

  129. 119 Να σου πω κάτι μου λέει, αλλά δεν είμαι σίγουρος (σίγουρα δεν είχα κάτσει). Ποια εστία λες, των Σαράντα Εκκλησιών; Ή τη λέσχη;

  130. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    129. Αυτό;
    http://www.tavernoxoros.gr/lofi?t3822

  131. Κατάλαβα, Σαράντα Εκκλησιές. Ε, δεν πολυπήγαινα εκεί, μου έπεφτε λίγο μακριά (όταν μένεις στο κέντρο, κακομαθαίνεις).

  132. Μεσημέρι το διάβασα, αλλά βράδυ σχολιάζω (και χωρίς νάχω διαβάσει όλα τα σχόλια εννοείται). Υπέροχο το άρθρο αλλά και τα ακουστικά συμπληρώματα, αλλά δεν είν’ αυτό η αιτία. Για τα τούμπα θέλω να πω. Τούμπα είν’ οι σωλήνες. Στο χωριό μου και τις σωλήνες του νερού τούμπα τα λέμε. Αλλά για την περίπτωση είναι οι σωλήνες που υπάρχουν μέσα στο καζάνι.

    Το νερό στα καζάνια δεν ζεσταίνεται μόνο απευθείας απ’ την καύση (πετρελαίου ή πέλετ κλπ στο καζάνι του καλοριφέρ, κοκ στα παλιά ατμόπλοια) αλλά επαγωγικά από τα αέρια της καύσης. Επειδή ο όγκος του νερού είναι μεγάλος, υπάρχουν ενδιάμεσα σωλήνες απ’ όπου περνάνε τα αέρια πριν πάνε στην τσιμινιέρα και δίνουν όση παραπάνω ζέστη μπορούν. Και τ’ αέρια όπως είναι καυτά κατακάθονται και τα τούμπα πιάνουν μάκα και θέλουν καθάρισμα. Και για τη δουλειά αυτή οι καζαντζήδες όταν το καράβι έμπαινε για επισκευή τα τρίβανε να καθαρίσουν, ενώ ταυτόχρονα κάναν και συγκολλήσεις όπου χρειαζόταν. Κι αυτή είναι η καλή και εύκολη διαδικασία γιατί έχει κρυώσει αρκετά το καζάνι. Το ζόρι είναι όταν βιάζεται να φύγει κι αυτά γίνονται με το καζάνι ζεματιστό (ή όταν το εργοστάσιο ήταν σε παραγωγή). Θάνατος για τους καζαντζήδες (λεβητοποιούς στου επίσημο).

  133. Corto said

    126 (Μπετατζής): Να ‘σαι καλά!

  134. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    Ο θερμαστής, το θερμαστάκι του τραγουδιού, ανήκει στον τομέα εργασίας Επιστασία μηχανής, και είναι προτελευταίος τη τάξει, ανάμεσα στο λιπαντή και τον καθαριστή
    http://www.pi-schools.gr/lessons/tee/maritime/cd/ships3.html

  135. Γιάννης Ιατρού said

    Πολύ ωραία σχόλια και παρατηρήσεις σήμερα! Τώρα που γύρισα τα διάβασα λίγο, θέλει μελέτη…. το πράμα 🙂

    Γι αυτό που γράφει ο Κώστας (σχ.91), αλλά και άλλοι, για την αξιοπιστία του Πετρόπουλου, μπορεί να το επιβεβαιώσει κανείς και από την επόμενη εικόνα (πρώτη παρατήρηση), όπου δίνει με αρκετή ανακρίβεια θα έλεγα τη θέση της σπηλιάς του Κουλού (βλ. σχ. 73 κλπ.)

    Επί τη ευκαιρία, Spatholouro (σχ. 84), μπορεί να έχεις δίκιο, αλλά εμένα δεν μου φαίνεται από την σύγκριση των δύο φωτογραφιών ότι πρόκειται για την ίδια σπηλιά, παρ΄ όλο του ό,τι μοιάζουν χοντρικά. Πάντως με την προηγούμενη εικόνα νομίζω ότι αποσαφηνίζεται το θέμα της θέσης της, ειδικά με την παρατήρηση του Μπαγιαντέρα (στον Τ. Σχορέλη) καθώς και με την αναφορά στο τραγικό συμβάν με τον καρχαρία το 1948 (βλ. ανωτέρω).

    Γενικώς βγήκε κάπως μεγάλο/μακρύ το σχόλιο με τις εικόνες, ελπίζω να μην σας πειράζει 🙂

  136. Πάνος με πεζά said

    Δεν ξέρω αν ειπώθηκε, αλλά «Τα μπλε παράθυρα» ήταν για χρόνια (δανεισμένος) τίτλος, σε ρεμπετάδικο της οδού Δροσοπούλου (Για την ακρίβεια, Δροσοπούλου και Mυτιλήνης). Έχει μεν αλλάξει τίτλο, ίσως και κατάσταση λειτουργίας, αλλά τα μπλε παράθυρα διακρίνονται ακόμα !
    https://www.instantstreetview.com/@38.006602,23.736023,-123.7h,-12.58p,0.34z

  137. Ο Γουίλι ο μαύρος θερμαστής από το Τζιμπουτί

  138. Πάνος με πεζά said

    Μια και πιάσαμε τις σπηλιές του Πειραιά, φυσικά εξέχουσα υπήρξε και η σπηλιά του Παρασκευά.

  139. Γιάννης Ιατρού said

    Μιας και πολλές φορές έχουμε ασχοληθεί στο ιστολόγιο αυτό με τον Μποστ, μία σχετική παρατήρηση, δεν θυμάμαι αν έχει ειπωθεί ότι:

    O Μποστ εμπνεύστηκε από το τραγικό συμβάν του 1948 με τον καρχαρία που ανέφερα στο σχ. 135 και έγραψε το θεατρικό έργο “Φαύστα” ή “H Απολεσθείς κόρη”.

    Σημαντικό είναι το γεγονός ότι στην εγγύς περιοχή, υπήρχαν τα σφαγεία της Δραπετσώνας και πιθανόν τα υπολείμματα από τα σφάγια, αίματα, κλπ. θα αποχετεύονταν στη θάλασσα και προσέλκυαν καρχαρίες. Έπειτα από την επίθεση του καρχαρία, τοποθετήθηκαν πινακίδες που απαγόρευαν την κολύμβηση. Ο κόσμος όμως παρά τις απαγορεύσεις εξακολουθούσε να κολυμπά εκεί, γιατί δεν υπήρχε καλύτερο μέρος στην ευρύτερη περιοχή. Έτσι το τοπωνύμιο άλλαξε σε «Απαγορεύεται», υπάρχουν ακόμη κάποιοι παλιοί, ντόπιοι, που εξακολουθούν να την ονομάζουν έτσι.

    Ο Μάρκος Βαμβακάρης που αναφέρθηκε σε προηγούμενα σχόλια σχετικά, εργαζόταν τότε σαν γδάρτης στα σφαγεία.

  140. Πάνος με πεζά said

    Και περισσότερα για τη σπηλιά του Παρασκευά, και κυρίως το σημερινό της χάλι…
    http://pireorama.blogspot.gr/2012/05/blog-post_04.html

  141. Γιάννης Ιατρού said

    138: Καλό, αλλά με πολύ λυπητερό τέλος ρε Πάνο! Όπως κι άλλα πολλά τέτοια …..

  142. Πάνος με πεζά said

    Επίσης κάπου διαβάζω αυτό :
    * Η σπηλιά του Δράκου βρισκόταν πίσω από τον Κερατόπυργο στο Κερατσίνι, αριστερά όπως εισπλέουμε προς τον όρμο, κάτω από το λεγόμενο «θρόνο του Ξέρξη» – έναν ισόπεδο βράχο. Στη θέση αυτή υπήρχε κυλινδρικός πύργος, μάλλον ανεμόμυλος, ο λεγόμενος μύλος του Δράκου, από τα ερείπια του οποίου χτίστηκε πυριτιδαποθήκη, που όμως καταστράφηκε από έκρηξη των πυρομαχικών.

    – Για την αντιγραφή: Ι.Κ. – από τη σελίδα του ΒΑΣΙΛΗ ΠΑΝ. ΚΟΥΤΟΥΖΗ

    διάφορα άλλα για τον Μπάτη : http://www.koutouzis.gr/mpatis.htm

    επίσης την εκδοχή «η σπηλιά του Δράκου» να προέρχεται άπό το παλιότερο «Πόρτο Δράκο», όνομα του Πειραιά,

    και επίσης το περίεργο ότι ο Μπάτης πέθανε στις 10 Μαρτίου, ημερομηνία θανάτου, αργότερα, και του Γιώργου Ζαμπέτα (αλλά και του γιού του, Μιχάλη Zαμπέτα !), που τραγούδησε φυσικά, εξαιρετικά και «κεφλήδικα» τη «Ζούλα»…

  143. Πάνος με πεζά said

    Ναι, αυτό το ξέχασα.

  144. Πάνος με πεζά said

    Και εδώ : http://rempetikogeo69.blogspot.gr/2015/06/porto-leone-i-troumpa-kai-oi-gkomenes-tou-mpampi-mokou.html
    αρκετά, σωστά και μη ίσως, για Πειραιά, γκόμινα, και την περίεργη ιστορία της ηχογράφησης της «Ζούλας».

  145. Γιάννης Ιατρού said

    Η περιοχή γύρω από τον όρμο των σφαγείων (στην αρχαιότητα ονομαζόταν όρμος φωρων και ήταν ονομαστός για το λαθρεμπόριο που γινόταν εκεί – από τότε ρε παιδί μου, να μη θέλει ο Έλληνας να πληρώσει φόρους  ), ήταν πάντα επικίνδυνη.

    Αναφέρεται ένα ακόμη θανατηφόρο περιστατικό την περιοχή αυτό, το 1950, µε θύμα κάποιον Νικόλα που δέχτηκε επίθεση στη βάρκα του που ανατράπηκε κι αυτός καταβροχθίσθηκε από καρχαρία. Λέγεται μάλιστα ότι το τραγούδι του Πρόδροµου Τσαουσάκη, µε τίτλο, ο Νικόλας ο ψαράς, γράφτηκε για εκείνον.

  146. Alexis said

    Από το λίκνο του #142:
    Λέγεται ότι στο καφενείο του Μπάτη σύχναζε και ο ποιητής Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο οποίος έδωσε πολλά ποιήματά του στους ρεμπέτες της εποχής να τα μελοποιήσουν. Όμως τα τραγούδια δεν τα εξέδωσε ποτέ ο Λαπαθιώτης, γι αυτό δεν μπορούμε να ξέρουμε ποια είναι δικά του.
    (!!!!!)

  147. Pedis said

    Νικοκύριε, πολύ καλό!

    # 93 – Σπιριδιόνε: μπράβο και σε σένα!

  148. Alexis said

    #139, τέλος: Ο Μάρκος γδάρτης στα σφαγεία το 1948; Όχι, ασφαλώς πολύ νωρίτερα…

  149. leonicos said

    καταπληκτικό άρθρο και ακόμα καταπληκτικότερα σχόλια

    Τελικά, από το άρθρο εξαρτώνται τα σχόλια

    Τι ανακάλυψα!

    Πέρασα και τον Γς

  150. leonicos said

    Πρέπει να έχω τα περισσότερα τελευταία και δη μεταμεσονύκτια σχόλια

  151. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    132 Πολύ ωραίο το καζαντζήδικο (αν και όχι καζαντζιδικό) σχόλιο

    135 Μα τι ωραία σχόλια έχουμε σήμερα!

    142-146 Αυτό με τον Λαπαθιώτη λέγεται συχνά αλλά δεν θα μάθουμε ποτέ πόση αλήθεια έχει (αν έχει)

  152. argyris446 said

    Reblogged στις worldtraveller70.

  153. sarant said

    Σχόλιο από το Φέισμπουκ

    Εκτός από τους θερμαστές που κρατούσαν τις φωτιές στα μεγάλα πλοία υπήρχε και ιεραρχία. Αρχιθερμαστής, θερμαστής, βοηθός θερμαστή. Υπήρχε ακόμα άλλη μια ειδικότητα που μετέφερε με καροτσάκια το κάρβουνο από το στόκολο στην καρβουνότρυπα, που οδηγούσε στις εστίες και τους θερμαστές, μεριμνώντας και για την ευστάθεια του πλοίου. Ήταν η χειρότερη και η πιο κακοπληρωμένη ειδικότητα. Trimmers στα αγγλικά τριμαδόροι στα ελληνικά ζούσαν μέσα στη ζέστη και στην καρβουνόσκονη.

  154. Γιάννης Ιατρού said

    148: Θα το ερευνήσω επισταμένως 🙂 , αλλά γιατί αμφιβάλεις; Δες τι λέει εδώ
    Μετά τον πόλεμο, η «δεύτερη καριέρα»

    Ο θάνατος των ανωτέρω μουσικών δεν έμελλε να αφήσει ανεπηρέαστη την πορεία του Μάρκου Βαμβακάρη. Έτσι, μετά την απελευθέρωση και κατά την περίοδο 1948-1959, περνάει δύσκολες ώρες, καθώς η ελληνική μουσική βιομηχανία, τα ηνία της οποίας περνούν σε χέρια ανθρώπων που ο Μάρκος Βαμβακάρης είχε βοηθήσει να αναδειχτούν, φέρεται αχάριστα στον πρωτοπόρο του μπουζουκιού που θεωρείται πια «ξεπερασμένος

  155. spyridon said

    142
    Το σημείο που λέγεται θρόνος του Ξέρξη είναι ανατολικότερα, πάνω στο όρος Αιγάλεω.
    Πολύ μακριά από τη θάλασσα. Δεν μπορεί να ήταν εκεί η σπηλιά.
    Στο σημείο εκείνο υπάρχει ένα φυλάκιο του ναυτικού.
    Στο «θρόνο του Ξέρξη» πρέπει να βρισκόταν ο παρακάτω φωτογράφος.
    Perama

    Η περιοχή γύρω από τον όρμο των σφαγείων έχει κι άλλους κολπίσκους και σπηλιές.
    Ήταν φαντάζομαι σαν κρυψώνα ιδανική όχι μόνο γιατί είχε δύσκολη πρόσβαση
    αλλά και γιατί υπήρχε και μια ασάφεια στα όρια της αστυνόμευσης.
    Μεταξύ αστυνομίας, λιμενικού και χωροφυλακής που αργότερα, τη δεκαετία του 70
    και ως την κατάργηση της χωροφυλακής ξεκινούσε από Αη-γιώργη,
    αλλά τότε πρέπει να έφτανε ως εκεί (Ευγένεια).

    Άσχετο
    Στον όρμο των σφαγείων κινηματογραφούσε την «άλλη θάλασσα» ο Θόδωρος Αγγελόπουλος όταν έγινε το θανατηφόρο ατύχημα.
    Περνούσε τον περιφερειακό δρόμο.

  156. 154 http://lolsnaps.com/upload_pic/358eb6b7-when-i-m-watching-a-movie-with-subtitles.gif

  157. Γιάννης Ιατρού said

    156: 🙂 Γειά σου ρε Σκύλε
    Χμ, μέχρι στιγμής έκανα μια σύγκριση φωτογραφιών του ΜΒ (όπως στο gifάκι σου 🙂 , δηλ. μεταξύ μίας φωτό στα σφαγεία – από μία πτυχιακή εργασία γι’ αυτόν ( https://dspace.lib.uom.gr/bitstream/2159/13452/2/PappasPE.pdf ) και μίας με την κομπανία το 1948 από αυτό το ιστολόγιο http://rembetikoidialogoigmail.blogspot.gr/2010/03/10-1905.html

    Εμένα μου φαίνεται και στις δύο να είναι πάνω-κάτω της ίδιας ηλικίας και εμφάνισης, οπότε συνεκτιμομένων και τα του σχ. 154, δεν το αποκελίω να δούλεψε στις δύσκολες εποχές του ’47-’48 (πάλι – γιατί είχε δουλέψει και από το 1925 μέχρι το 1935) στα σφαγεία. Εδώ η σύγκριση:

  158. Γιάννης Ιατρού said

    Δεν λέει να βγεί κι ο γνωστός σχολιαστής ρε γμτ, να ξεκαθαρίσει τέλος πάντων η υπόθεση 🙂 με καμιά συνταρακτική αποκάλυψη!

  159. Γιάννης Ιατρού said

    156: Να μην ξεχνιόμαστε ….

  160. 153, …Εκτός από τους θερμαστές που κρατούσαν τις φωτιές στα μεγάλα πλοία υπήρχε και ιεραρχία. Αρχιθερμαστής, θερμαστής, βοηθός θερμαστή…

    …με αφεντικό, φυσικά, τον θερμάστερ!

  161. Γς said

    157:
    >έκανα μια σύγκριση φωτογραφιών του ΜΒ (όπως στο gifάκι σου

    Ακριβώς [;]

  162. Γς said

    154:
    Και συνεχίζει το λίκνο σου για την αξέχαστη, για όσους την ζήσαμε, εποποιία της Ελληνικής Λαϊκής Μουσικής:

    «Γίνεται προσπάθεια να αλλάξει ο χαρακτήρας εισάγοντας ρυθμούς από την Ινδία.»

  163. Γς said

    159:
    😉

  164. Γς said

    158:
    Δεν βγήκε;

  165. Γς said

    ΄149, 150 @ Λεώ

    Καλά…
    Πες αλεύρι!

  166. Γς said

    155:

    Πιο πάνω πρέπει να ήταν ο Ξέρξης

    http://caktos.blogspot.gr/2015_10_01_archive.html

  167. Γς said

    112:
    >που σημαίνει ότι δεν βρίσκονταν στο ισόγειο, αλλά σε όροφο, οπότε δεν ήταν δυνατόν να φθάνει για να χτυπά ο Μάρκος

    Μου έχει τύχει. Σε όροφο και ο πρώην να χτυπά το παραθύρι.
    [Πέταγε πετραδάκια]

  168. Γς said

    117 α, 167:

    Δεν σε είχα διαβάσει

  169. spatholouro said

    135: η σπηλιά για την οποία μιλάμε, δεν ήταν τόσο δεξιά όπως δείχνεις και όπως κοιτάμε την έπαυλη αλλά ακριβώς από κάτω της

    138/140: Η οποία σπηλιά του Παρασκευά ήταν το αρχαίο Σηράγγιο. Επίσης ξακουστή σπηλιά ήταν η σπηλιά της Αρετούσας στην Καστέλλα με ομώνυμο ρεμπέτικο του Γαβαλά («Στης Αρετούσας τη σπηλιά»): είναι αυτή, όπως λέγαμε αλλού, που συγχέει ο Λαπαθιώτης στο «Τάμα της Ανθούλας», τοποθετώντας τη στη Σχολή Δοκίμων

    142: ναι, είναι γνωστή και αυτή η άποψη, ωστόσο πιθανότερο -όπως προείπα- θεωρώ να είναι η μεγάλη σπηλιά κάτω από την έπαυλη Σκουλούδη, όπως συνηγορούν και οι παρακάτω πηγές:

    Ν. Μπελαβίλας, «Η Τρούμπα και τα πάθη της», Αυγή 3-10-2010 ( Ο Σκυλίτσης …«Επίχωσε τις σπηλιές στα βράχια της Πειραϊκής, και μαζί τους το αρχαίο Κονώνειο τείχος, σβήνοντας από το χάρτη ένα παμπάλαιο στέκι χασικλήδων, τη “Σπηλιά του Δράκου”».)

    Μπ. Αναστόπουλος, Όδεβεβού, 2013: σ. 107-108

    Κ. Μπίρης, Αι τοπωνυμίαι της πόλεως και των περιχώρων των Αθηνών (1971): «Μεσαιωνική τοπωνυμία κατά την ανατολικήν πλευράν της Πειραϊκής χερσονήσου, περί την έπαυλιν Σκουλούδη και περί το Αντικαρκινικόν Ινστιτούτον, σημαίνουσα απλώς σπηλιά του Πειραιώς, από σπήλαιον το οποίον υπήρχεν εις την περιοχήν εκείνην της Πειραϊκής Χερσονήσου».)

    146/151: Έχω την αίσθηση ότι τα περί Λαπαθιώτη και ρεμπέτικου τα ξεκίνησε ο ποιητής και ρεμπετολόγος Θωμάς Γκόρπας: «Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο Νίκος Βέλμος, ο Ρώμος Φιλύρας, ο Τεύκρος Ανθίας και άλλοι τροφοδότησαν το ρεμπέτικο με ποιήματά τους που στην ετικέτα των δίσκων φέρουν την υπογραφή των λαϊκών συνθετών, ενώ ποιήματα της Πολυδούρη, του Ουράνη, του Μίνου Ζώτου κ.ά. πέρασαν στο ρεμπέτικο μ’ ελαφρές ή σοβαρές παραλλαγές» (περιοδικό «Πολιτικά Θέματα», τχ. 113, Σεπτέμβριος 1976). Τώρα, για τον Λαπαθιώτη, δεδομένου και του δείγματος χασικλίδικου τραγουδιού που μας έδωσε στο «Τάμα της Ανθούλας» του το έχω ότι ήταν σε θέση να σκαρώνει ανάλογα στιχουργήματα.

    154/157: ο Μάρκος στην «Αυτοβιογραφία» του (σελ. 97) μας λέει ότι ήταν στη δουλειά αυτή από 1923-1930 (Πειραιάς) και 1930-35 (Αθήνα).

  170. gpoint said

    Πάει κι αυτός ο κιθαρίστας…

  171. spatholouro said

    3/115:
    Η φυλακ’ είνε μια φωτιά/η φυλακ’ είνε λάβρα
    Η φυλακή μου τάβαψε/τα σωθικά μου μάβρα

    (Κώστας Πασαγιάννης, «Αντρογυνοχωρίστρα», 1894)

  172. 171
    !!!
    Να διαδρομές που ελάχιστα έχουν μελετηθεί — σαν τα θρυλούμενα τραγούδια του Λαπαθιώτη…
    http://www.ekebi.gr/frontoffice/portal.asp?cpage=NODE&cnode=461&t=324

  173. Alexis said

    #169 τέλος: Και θα ήταν και περίεργο, 45άρης πιά και πανελληνίως γνωστός ως μουσικός, να επιστρέψει στη δουλειά στα σφαγεία…

    #169 (περί Λαπαθιώτη): Θα συμφωνήσεις φαντάζομαι ότι αν στη μουσική των ρεμπέτικων υπάρχουν «γκρίζες ζώνες» στην πατρότητα ορισμένων τραγουδιών, με τους στίχους γίνεται πραγματικά χαμός με το ποιός έχει γράψει τι.
    Εμένα προσωπικά μου φαίνεται περίεργο ένας ποιητής της «καθωσπρέπει κοινωνίας» να μπει στην ψυχολογία και στο κλίμα του προπολεμικού ρεμπέτικου και να γράψει στίχους για χασίσια, τεκέδες κλπ. Αλλά δεν το αποκλείω κιόλας…

  174. spatholouro said

    172-173

    Όσον αφορά τον Λαπαθιώτη (ο Νίκος θα επιβεβαιώσει ή θα διαψεύσει), πράγματι φαίνεται πως ήταν εξοικειωμένος με τέτοια «λαϊκά» ή «υπολαϊκά» στέκια, αν συνυπολογίσει κανείς και τις εκ του σύνεγγυς παρέες του με Μενιδιάτες μαγκίτες. Από την άλλη, υπενθυμίζω το άρθρο της Σοφίας Σπανούδη («Ο Λαπαθιώτης συνθέτης», περ. Καλλιτεχνική Ελλάδα, τχ. 1-3, Γενάρης-Μάρτης 1945,σ. 72-73), όπου μας αποκαλύπτει ότι ανάμεσα στα κατάλοιπα του ποιητή βρίσκονταν και μουσικές του συνθέσεις, μεταξύ των οποίων «Χασικλίδικα», «χασάπικα».

    Φεύγοντας από τον Λαπαθιώτη, να υπομνήσω την πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση του λόγιου, ιστοριοδίφη, δημοσιογράφου και λογοτέχνη του μεσοπολέμου Κώστα Φαλτάιτς, ο οποίος εκτός που είναι ο πρώτος, όσο ξέρουμε, που δημοσιεύει από το 1915 στην εφημερίδα «Ακρόπολις» ατόφια ρεμπέτικα δίστιχα, υπήρξε και ο ίδιος συνθέτης και στιχουργός αστικολαϊκών ασμάτων, μεταξύ των οποίων ο «Ρεμπέτης» θεωρώ ότι είναι πολύ ενδιαφέρον δείγμα:

  175. sarant said

    169 Το άρθρο αυτό του Γκόρπα το έχω ακούσει αλλά δεν το έχω δει. Δίνει έστω κι ένα παράδειγμα, ότι το ταδε υπαρκτό τραγούδι είναι ή μπορεί να είναι σε στίχους του τάδε ποιητή; Φοβάμαι πως ο Γκόρπας έλεγε πολλά.

    171 Μήπως αυτό είναι σκόπιμη μίμηση του βλάμικου ύφους; Τέτοια υπάρχουν δεκάδες, δες και το Ιφ του Μαλακάση (να μια θεματάρα για άρθρο)

    174 Και βέβαια η Σπανούδη τα βρήκε φρικώδη τα τραγούδια του Λ. αλλά αυτή όλα τα ρεμπέτικα φρικώδη τα έβρισκε τότε, μέχρι να βάλει νερό στο κρασί της 🙂

  176. μυλοπέτρος said

    το τραγούδι «ψηλα τα παραθύρια σου » έχει μουσική από τη Χίο. μην ξεχνούμε ότι στη Σύρα βρήκαν καταφύγειο πολλοί Χίωτες το 1822. Μαζί με τις μουσικές τους έφεραν εκεί και την τέχνη του λουκουμιού.
    Ερώτηση: ο γαμπρός του Μπάτη, ο οποίος (ο γαμπρός) από ότι ξέρω πέθανε από φυματίψση, όπως οι περισσότεροι τότα θερμαστές, έχει παίξει κάποιο ρόλο στη δημιουργία του τραγουδιού «θέλω να γίνω μπουφετζής»; Η μουσική του τραγουδιού αυτού (1919) που είχε τον τίτλο «The Near Future» είναι του Irving Berlin, και το τραγουδύσαν στη Νέα Ορλεάνη. Μήπως πήγε εκει ώς θερμαστης το άκουσε και το τραγούδησε στον Μπάτη; το τραγούδι αυτό το τραγουδούσαν αργότερα στην ποτοαπαγόρευση με τα λόγια «how dry I am».
    enjoy it:

  177. 175β Προφανώς απομίμηση είναι, το εντυπωσιακό είναι ότι το παράφρασε ο Μπάτης (ή, τέλος πάντων, ότι πέρασε σε μουρμούρικο της φυλακής). Ή μήπως –γιατί πρώτη φορά σήμερα έμαθα το όνομα του Πασαγιάννη– παραθέτει στο διήγημα (;) στίχους των μουρμούρικων της εποχής; Πες μας, ω spatholouro!

  178. spatholouro said

    175/169: Ο Γκόρπας πράγματι ήταν υπέρ το δέον οξύς και υπερβολικός φορές φορές, χωρίς και να τεκμηριώνει πάντα, καλή ώρα σαν και τώρα: δεν παρέχει κανένα παράδειγμα για όσα ισχυρίζεται

    175/171/177: Δεν νομίζω να πρόκειται για μίμηση, καθότι παρουσιάζεται ως τραγούδι των φυλακισμένων:

    http://anemi.lib.uoc.gr/metadata/a/6/e/metadata-141-0000064.tkl

  179. Corto said

    176 (Μυλοπέτρος): «Η μουσική του τραγουδιού αυτού (1919) που είχε τον τίτλο «The Near Future» είναι του Irving Berlin»

    Επιτρέψτε μου μία διόρθωση: Δεν είναι του Irving Berlin. Η μουσική (τα πρώτα μέτρα εννοείται) προϋπάρχει, είναι αδέσποτο gospel με τίτλο «When the Saints Go Marching In». Το έλεγε και ο Λούις Άρμστρονγκ.

    https://en.wikipedia.org/wiki/When_the_Saints_Go_Marching_In

  180. spatholouro said

    Και η δημώδης παραλλαγή:

    Ο χωρισμός είναι φωθιά/κι έχει μεγάλη λαύρα
    Κι ο χωρισμός μού τάκαμε/τα σωθικά μου μαύρα
    ( Μ. Λιουδάκη «Κρητικές μαντινάδες» 1933): σελ. 115

    http://anemi.lib.uoc.gr/metadata/8/2/0/metadata-220-0000032.tkl

  181. Corto said

    93, 94, 106 κλπ:

    Μία μικροδιόρθωση: Η ακριβής λέξη είναι τσένερα.
    Από τον Σεγδίτσα αντιγράφω:

    τσένερα, τα: σκωρίαι, τέφρα, εκ της ιταλ. ceneri (πληθ). – για να πετάξω στη θάλασσα τα τσένερα που βιράρανε οι θερμαστάδες (Κουλ 318) – με τις λαδιές, με τις βρώμες απ’ τα τσένερα (Σουκ 10).

  182. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    176. >>έχει μουσική από τη Χίο.
    Ε και τα Χιώτικα (του Πειραιά) τα γράφανε εν πολλοίς 🙂
    http://eranistis.net/wordpress/2013/09/19/%CE%BF-%CE%BC%CE%AC%CF%81%CE%BA%CE%BF%CF%82-%CE%B2%CE%B1%CE%BC%CE%B2%CE%B1%CE%BA%CE%AC%CF%81%CE%B7%CF%82-%CE%BF-%CF%80%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%B1%CE%B9%CE%AC%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BF%CE%B9-%CF%84/

  183. Π. said

    Πολύ καλό άρθρο, ενδιαφέροντα όπως πάντα και τα σχόλια.
    Όσο για τους «Πέντε μάγκες» του Γιοβάν Τσαούς, ακούγεται ολοκάθαρα Κουνελάκι, ΚΟΥ, όχι βου. Καθαρίστε τον ήχο και ακούστε προσεκτικά και θα βεβαιωθείτε. Τώρα, «Κουνελάκι» από προφορικές μαρτυρίες λέγεται αυτή η περιοχή που αναφέρθηκε, η συνοικία «Ευγένεια». Οι παλιότεροι και παλιότερες όταν έστελναν τους μικρούς για θελήματα, έτσι ονόμαζαν την περιοχή, άγνωστο για ποιον ακριβώς λόγο.

  184. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα.

    Ο Κώστας Φέρρης προσπάθησε να σχολιάσει, αλλά δεν τα κατάφερε. Οπότε μεταφέρω εγώ το σχόλιό του:

    Εντυπωσιακό το δημοσίευμα του Σαραντάκου, καθώς και τα εκατοντάδες σχόλια που το συνόδευσαν. Προσπάθησα να στείλω κι εγώ ένα μήνυμα, αλλά δεν τα κατάφερα, είμαι σκράπας σ’ αυτά. Γι αυτό και θα τα σημειώσω εδώ, κι αν θέλει κανείς και ξέρει, ας τα κοινοποιήσει στον Σαραντ.

    1. ΒΟΥΝΕΛΑΚΙ = ΒΟΥΝΑΛΑΚΙ χωρίς άλλη συζήτηση.
    Δύο ήσαν οι υπαίθριοι τεκέδες στον Πειραιά: Οι Σπηλιές (της Πειραϊκής), και τα γύρω βουναλάκια. Υπάρχει μία εκτενής αναφορά της Κυραγγέλας Παπάζογλου (Τα χαϊρια μας εδώ) γιά το… Ξενοδοχείο των Αστέρων. Ψηλά στο βουναλάκι, και μαστουρώναν μετρώντας τ’ άστρα!

    2. Γιώργος Μακρής. Βγήκε από το σπίτι του, στο ισόγειο, Πατριάρχου Ιωακείμ, κι αντί να πάει προς την έξοδο, πήγε προς το ασανσέρ. «Κύριε Μακρή!» του λέει ανήσυχος ο θυρωρός. «Μην ανησυχείτε, ξανακατεβαίνω αμέσως!» λέει ο Μακρής. Ανέβηκε στην ταράτσα, και… ξανακατέβηκε απ’ έξω.

    3. Τον Σαββόπουλο τον φιλοξένησα (έκρυψα) σπίτι μου τις πρώτες μέρες του πραξικοπήματος. Εκεί, στα φοβερά ξενύχτια, τον μύησα στο ρεμπέτικο τραγούδι με τη συλλογή μου, και φυσικά τον κατέπληξα με τον Θερμαστή. Δεν πρόλαβα όμως να του πω άλλα βιογραφικά και μυθολογικά. Ο Μπάτης, ούτε από τη Σμύρνη ήρθε, ούτε το εικοσιδυό, κι ούτε ήταν μυστικό το κατώϊ του…

  185. Π. said

    Ε, λοιπόν, μέσα στη νυχτιά κάθισα και διάβασα την αφήγηση της κυρΑγγέλας:
    ΠΟΥΘΕΝΑ δεν αναφέρει για «βουναλάκια» ή «βουνελάκια» !
    Λάθος θυμάται ο Φέρρης…
    Αναφέρει βέβαια «ξενοδοχείο των αστέρων» αλλά καμιά σχέση με …βουνά. Η παρέα εκεί βρίσκεται ακριβώς στη Δραπετσώνα, «εκεί που αργότερα έγιναν τα ναυπηγεία», καταλέξη ακριβώς η αφήγηση της κυρ-Αγγέλας.

  186. spatholouro said

    183/185

    1)Θα ήταν πολύ ευπρόσδεκτο να μας ανεβάσεις την καθαρισμένη βερσιόν που μάλλον διαθέτεις, ώστε να ακούσουμε όλοι το «ολοκάθαρο» Κουνελάκι. Μέχρι τότε, θεωρώ ότι παραμένουν οι δύο «σχολές» με τα ακούσματά τους και τα συνοδά επιχειρήματά τους

    2)Την εξίσωση «Κουνελάκι»=συνοικία Ευγένεια, ατυχώς δεν μπορώ να την αποδεχθώ κατ’ επίκληση προφορικών μαρτυριών. Όταν θα προσκομίσεις κάποιες συγχρονικές γραπτές πηγές, το ξαναβλέπουμε το θέμα. Μη λησμονούμε ότι η προηγούμενη εξίσωση (της «σχολής» που ακούει «Κουνελάκι»): «Κουνελάκι»=ύψωμα στη Δραπετσώνα, κατέπεσε και απεσύρθη από την πραγματολογική-επιχειρηματολογική αρένα λόγω απουσίας συγχρονικών γραπτών πηγών

    3)Για να ξαναδούμε τον ήρωά μας στο τραγούδι και να τον φανταστούμε να λέει (και να δείχνει): «Πάνω εκεί στη συνοικία Ευγένεια έχω ζούλα ναργιλέ». Ε, δεν μου κάθεται πραγματολογικώς ούτε με σφαίρες…

  187. Alexis said

    #186,3) : Ασφαλώς το «πάν’ εκεί» που είναι πάνω εκεί παραπέμπει ευθέως σε βουνό-βουναλάκι.

  188. nikiplos said

    Καλησπέρα… Ευχαριστώ και τον Νικοκύρη και τον Corto, το σπαθόλουρο και λοιπούς (συγνώμη που τους ξεχνάω) που μου ξεκαθάρισαν δύο «ραμόνια» χρόνων…

    για «τσι» φωτιές που λιώνει ο Θερμαστής… ενώ ήταν «μ’ έξι φωτιές μαλώνει»…
    το αυτό και για του «Κουνελάκη» που για χρόνια νόμιζα ότι έτσι ήταν… Όπως ο Βάβουλας είχε τη δική του γούβα, γιατί να μην έχει κι ο Κουνελάκης την καβάτζα του?

    σε κάνα δύο φορές που έτυχε να συνδράμω δημόσιες εκτελέσεις ως ερασιτέχνης μουσικός, πλην προσκολημμένος στις παλιές καλές εκτελέσεις, που ήταν δωρικές και με ενοχλούν οι σύγχρονες που γεμίζουν τα παλιά ρεμπέτικα με άφθονες φιοριτούρες των μπουζουκτζήδων εντελώς άχρηστες (Ο Νταλάρας έριχνε φάπες στα 80ς που ήταν πιο μπρούτος…)
    σε κάνα δύο φορές λοιπόν που εκτελέσαμε αυτά τα τραγούδια δημόσια κατόπιν αφιερωμάτων σε παλιούς ρεμπέτες που απεβίωσαν στα 90ς,

    Κουνελάκη και «τσι φωτιές να λιώνει» τραγουδήσαμε…

    Στα χρόνια εκείνα ο Παναγιώτης Κουνάδης, ήταν απασχολημένος με την έρευνα και δεν πολυδιόρθωνε τέτοιες λεπτομέρειες…
    Ο Στέλιος (ο γιος του Μάρκου) που ήταν αλλού γι’ αλλού, επίσης… αλλά ο Στέλιος είναι κεφάλαιο και δεν τολμώ να τον πιάσω στο στόμα μου… Μόνο άπειρο σεβασμό γιατί μου έδωσε την ευκαιρία και την τύχη να πιάσω στα χέρια μου και το μπουζούκι του Μάρκου εκείνα τα χρόνια…

    (Βέβαια το Ρεμπέτικο το εγκατέλειψα (ως μουσικός) έκτοτε, καθότι ακολούθησε ολόκληρη 10ετία και βάλε στην Ευρώπη, όπου ασχολήθηκα με άλλα είδη… )

  189. sarant said

    185-186 Ό,τι και να θυμάται ο Φέρρης, από τη στιγμη΄που πιο πάνω βρέθηκε «Βουνελάκι του Καραβά» δεν έχουμε (λέω εγώ) χρείαν άλλων μαρτύρων. Ισως υπάρχει χρεία ενός συγκεφαλαιωτικού άρθρου, αν βρεθεί και κανένα άλλο στοιχείο.

    188 Τι ωραία αφήγηση!

  190. Γιάννης Ιατρού said

    142:, 155: Θρόνος του Ξέρξη κλπ.

    Η παρεξήγηση με την ονομασία «Θρόνος του Ξέρξη» μάλλον προέρχεται από την μη πλήρη κατανόηση του γερμανικού κειμένο στην «Ιστορία της Ελλάδος» του Beloch (1854-1929), ο οποίος -στο θέμα/ανάλυση για τη μάχη της Σαλαμίνας- αναφέρει τον όρμο των φώρων (ή κλεφτολίμανο 🙂 ) – που είναι σήμερα ο όρμος των σφαγείων (βλ. χάρτη προηγουμένως, σχ. 135) – γράφοντας «beim sog. Thron von Xerxes» . Ο Beloch γράφει λοιπόν beim που σημαίνει όμως «πλησίον, κοντά», όχι «κάτω από».

    Νομίζω ότι σ’ αυτό οφείλεται η σύγχυση του ΚΟΥΤΟΥΣΗ που αναφέρει ο Πάνος (142). Ορθά το ξεκαθαρίζει ο Spyridon στο 155. Εδώ το σχχετικό απόσπασμα:

  191. ΕΦΗ-ΕΦΗ said

    To 105.5 Στοκόκκινο έχει τώρα αφιέρωμα στο Ζαμπέτα. Ξεκίνησε με το «Ζούλα σε μια βάρκα μπήκα»

  192. Γιάννης Ιατρού said

    184 (1): Η σχετική αναφορά της Κυραγγέλας Παπάζογλου (Τα χαϊρια μας εδώ), σελ. 382/383

  193. sarant said

    192 Α μπράβο!

  194. Corto said

    188: Nikiplos και λοιποί σχολιαστές περί «βουναλάκι» :

    Επανέρχομαι εν μέρει από εμμονή και εν μέρει επειδή υπήρξε παρέμβαση του Φέρρη, οπότε η συζήτηση αποκτά ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
    Για μένα είναι βέβαιον ότι λέει βουναλάκι (ο Καλυβόπουλος όμως πράγματι το προφέρει «βουνελάκι»). Απόπειρα τεκμηριώσεως:
    Όπως οι λήσταρχοι έπιαναν τα βουνά, έτσι και οι παραβατικοί των πόλεων κατά τον μεσοπόλεμο αναζητούσαν τις ερημιές για χασισοποτία κλπ. Εν γένει τις ερημικές τοποθεσίες ο κόσμος τις αποκαλεί (ακόμα και τώρα) βουνά. Η αναφορά λοιπόν στη λέξη βουνό/ βουναλάκι κλπ αποτελεί στοιχείο εναρμονισμένο με το γενικότερο ύφος του ρεμπέτικου. Για παράδειγμα η έκφραση «μάγκες πιάστε τα βουνά» ισοδυναμεί με προτροπή σε αναζήτηση υπαίθριας καβάτζας . Στο ομώνυμο αριστούργημα (πιθανό δημιούργημα του Δελιά στο όνομα όμως του Στράτου) η αναζήτηση του βουνού ως κρυψώνα γίνεται σαφής:

    «Μάγκες πιάστε τα βουνά / ρε, θυμηθείτε τα παλιά
    τζαρές δε γίνεται παιδιά, βρ’ αμάν αμάν/ πα’ να τον πιούμε σε σπηλιά»

    Αντίστοιχος στίχος (αδέσποτο που το αναφέρει ο Μάρκος):

    «Πού ‘σουν μάγκα το χειμώνα, βρε/ και το καλοκαίρι ακόμα.
    Ήμουν βασιλιάς στα βράχια, βρε/ στις δροσιές και στα ρουμάνια»

    Τέλος υπάρχει και η ανάλογη έκφραση «μάγκες πιάστε τα γιοφύρια», πάλι ως περίπτωση κρυψώνας.

  195. Corto said

    Για «τα μπλε παράθυρά σου» άλλη μία μαρτυρία του Μάρκου:

    «Χαράματα η ώρα τρεις κλπ

    …Αυτό το’ χα γράψει για την λάγια αυτήν εκεί κάτω την ξευτιλισμένη, που σου ‘λεγα ότι πέρασε χρόνος και πήγαινα και της χτύπαγα τα παράθυρα της πουτάνας για να τηνε δω. Θα μου πεις, και τι ήταν αυτό; Μου πέρναγε εμένα όμως το μεράκι. Για την ίδια δουλειά έγραψα και Τα μπλε σου παραθύρια, όμως δεν έχω γράψει άλλα γι’ αυτήν την γυναίκα, τίποτες. Τι, να γράψω να της έδινα κι αξία;»

  196. sarant said

    Λες και δεν φτάνουν αυτά τα δύο για να της χαρίσει την αθανασία, της ξεφτιλισμένης! 🙂

  197. spatholouro said

    Για τα «Μπλε παράθυρα» να διακινδυνεύσω και μια παρατήρηση, εάν βέβαια ακούν καλά τ’ αφτιά μου: προς το τέλος του τραγουδιού, όταν ο Μάρκος λέει για πρώτη φορά «όπως και πριν να σε θωρώ κλπ», σα να μου φαίνεται ότι ακούω «στ’ απ’ τα παράθυρά σου». Δηλαδή, ενδεχομένως να ξεκίνησε να λέει «στα (μπλε) κλπ» και στη διαδρομή το «γύρισε»…καταλήγοντας τη δεύτερη φορά που το επαναλαμβάνει να λέει καθαρά πλέον «απ’ τα παράθυρά σου».

    Για ακούστε και πείτε, ρε παίδες, μην κάνουν πουλάκια τ’ αφτιά μου… (το «παίδες» το συμπαθώ από τότε που θαρρώ ότι φέρεται να το απεύθυνε ο Μάρκος στο ακροατήριο του Χατζιδάκι το 1949 στην περίφημη διάλεξή του: «Γεια σας παίδες!»)

  198. Corto said

    197: Ναι έχεις δίκιο. Τουλάχιστον κι εγώ αυτό ακούω («στ’ απ’τα παράθυρά σου»). Κρατάω μία μικρή επιφύλαξη μόνο, γιατί ακριβώς σε αυτό το σημείο ακούγεται κάπως σαν να πηδάει η βελόνα (κάποιο γρατσούνισμα στην αρχική μήτρα ίσως;)
    Πάντως πολύ πιθανό αυτό που λες, ότι ξεκίνησε δηλαδή να τραγουδάει «στα μπλε παράθυρά σου» και ακαραία να το άλλαξε (γιατί άραγε; για να μην το καταλάβει η Ζιγκοάλα;).
    Ως εναλλακτική περίπτωση, δεν ξέρω μήπως υπάρχει καμιά λαϊκή έκφραση του τύπου «σε τα μένα» (δηλαδή σε μένα).

  199. Andreas said

    Για την ιστορία την περιοχή – εκεί που κτίστηκε το εργοστάσιο της Πάουερ ΔΕΗ σήμερα και οι μύλοι Αγίου Γεωργίου – την ήξεραν ως «Κουνελάκι» μέχρι τις αρχές του ’50. Επίσημα, λεγόταν » Ευγένεια» αλλά οι παλαιότεροι ακόμα και σήμερα έτσι τη ξέρουν.
    Στο τραγούδι «Κουνελάκι» ακούγεται επίσης.
    Και επειδή βλέπω πως δεν σας φτάνουν οι προφορικές μαρτυρίες (αν και δεν έχει κανείς λόγο να διαβεβαιώνει για κάτι που ισχύει και σίγουρα 100% γνωρίζει πως έτσι έχει) επιφυλάσσομαι (για τους άπιστους Θωμάδες) όταν θα επιστρέψω στην Ελλάδα να βρω παλιά συμφωνητικά μεταβίβασης περιουσίας όπου έτσι την έγραφαν την περιοχή, «Κ ο υ ν ε λ ά κ ι «.

  200. spatholouro said

    Με το καλό, φίλε Andreas, να επιστρέψεις και να μοιραστείς μαζί μας τα σχετικά τεκμήρια που διαθέτεις. Έτσι θα μπουν σε μια σειρά τα πράγματα και η μία «αντιμαχόμενη» πλευρά, που ακούει στο δίσκο kounelaki, θα μπορεί να παραπέμψει σε κάτι πιο χειροπιαστό από επικλήσεις προφορικών μαρτυριών, που φαίνεται πως το χρειάζονται «άπιστοι Θωμάδες» όπως εγώ…

    Αλλά και σε αυτή την περίπτωση (της προσκομιδής των τεκμηρίων που διαθέτεις), θα μου επιτρέψεις να επαναλάβω την παρατήρηση ότι εκείνος ο μάγκας του εν λόγω τραγουδιού δεν μου φαίνεται καθόλου εύλογο να εννοεί, δείχνοντας: «να, πάνω εκεί στην Ευγένεια έχω ζούλα ναργιλέ»…

    Όπως και να έχει, πολύ ευπρόσδεκτα θα είναι τα παλιά συμφωνητικά μεταβίβασης περιουσίας: εγώ που ακούω vounelaki θα επικαλούμαι ένα τυχαίο βουνελάκι ή το Βουνελάκι του Καραβά, και εσύ που ακούς kounelaki θα επικαλείσαι την περιοχή της Ευγένειας.

    Και έτσι (επιτέλους!) θα μπορέσει να συνταχθεί ένα σωστό λήμμα στο «Ρεμπέτικο Γλωσσάρι» για το οποίο μίλησα σε άλλο μήνυμά μου: παρουσιάζοντας και τις δύο υποστηρίξιμες εκδοχές για το θέμα.

  201. […] μας πληροφορεί (εδώ) ο Νίκος Σαραντάκος, «στόκολο» καλείται το […]

  202. spatholouro said

    67
    Τι πρόσεξα, ξανακοιτάζοντας την ωραία κουβέντα: αυτό που δείχνεις, Γιάννη, με το βέλος δεν είναι το νεκροταφείο (το νεκροταφείο είναι δεξιά και ταυτίζεται με τον χώρο όπου έκειτο το εκκλησάκι τότε του Αγ. Διονυσίου).

    Είναι το πορνικό συγκρότημα των Βούρλων!

  203. Γιάννης Ιατρού said

  204. Γιάννης Ιατρού said

    Για το πορνικό συγρότημα Βούρλων θα γράψω, εδώ, αύριο 🙂 Είναι ενδιαφέρουσα ιστορία …

  205. spatholouro said

    Έχω ασχοληθεί κι εγώ ερευνητικά, Γιάννη, οπότε θα είναι ενδιαφέρον!

  206. sarant said

    203 κε Ωραία, περιμένω.

    Θυμίζω και το παλιό μας άρθρο:
    https://sarantakos.wordpress.com/2013/07/17/vourla/

  207. Γιάννης Ιατρού said

    204 … 206: ΒΟΥΡΛΑ κλπ.

    Το θέμα είναι αρκετά μεγάλο, υπάρχουν βασικά 2-3 κύριες πηγές.

    Μεταξύ αυτών και η πηγή που αναφέρεται στο παλιό άρθρο https://sarantakos.wordpress.com/2013/07/17/vourla/ (δηλ, η http://www.koutouzis.gr/vourla-pornes.htm του Κουτρουτζή). Είναι αρκετά κατατοπιστική.

    Άλλες πηγές είναι ο Ηλίας Πετρόπουλος (Βιβλίο του: Το μπουρδέλο), η βιογραφία του Βαμβακάρη, μια εργασία του Πέτρου Παππά (Ο Μάρκος Βαμβακάρης στην πρώτη περίοδο της διασκογραφίας του – 1932-1940), δημοσιεύσεις για τον Ευριπίδη Μπακιρτζή (π.χ. Η Προσωπικότητα και η Δράση του – του Σπιριδόπουλου) και μια περίληψή της ( που δημοσιεύτικε στο http://anemourion.blogspot.gr/2013/04/blog-post_23.html αλλά δεν είναι πλέον προσβάσιμη (όποιος την θελήσει, την έχω, αλλά αφού υπάρχει αυτή του Σπιριδόπουλου που ανέφερα, δεν υπάρχει κάποια διαφορά) κλπ. Επίσης αναφορές γίνονται σε κέιμενα για την «μεγάλη Απόδραση των Βούρλων (17.07.1955)».

    Η καλύτερη τεκμηρίωση που έχω βρει, είναι όμως μια (κατ΄εμέ πολύ αξιόλογη, όχι μόνο σε σχέση με τα ΒΟΥΡΛΑ) εργασία της ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΡΟΔΙΤΗ (αρχιτεκτόνισας) με τον τίτλο: «ΠΕΙΡΑΙΑΣ, ΑΠΟ ΤΑ ΒΟΥΡΛΑ ΣΤΗΝ ΤΡΟΥΜΠΑ – ΣΥΝΥΦΑΝΣΕΙΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΧΩΡΟ». Περοέχει δε και πολλές φωτογραφίες, σκίτσα, σχέδια κλπ. Δυστυχώς μπορεί να την διαβάσει κανείς μόνο στο ISSUU (γκουγλίζεται), σαν εικόνα, σελίδα-σελίδα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται …

    Η δική μου συνεισφορά θα είναι το απόσπασμα για τα ΒΟΥΡΑ, σε searchable πιντιεφι, από αυτή τη εργασία της Β. Ροδίτη» . Αναφέρει μάλιστα (σελ. 30) και τον Νικοκύρη (για την εξήγηση των ενέσεων 606 🙂 ).

    Επίσης περιέχεται (σελ. 44) και η εικόνα που αναφέρει ο Πάνος στο https://sarantakos.wordpress.com/2013/07/17/vourla/#comment-179974 (Η γελιογραφία με τον τότε ΥΠΕΚΑ Καραμανλή να ζητάει τους κρατούμενους των φυλακών Βούρλων) να του διανοίξουν την επέκταση του ηλεκτρικού… 🙂 )

    Καλό διάβασμα σπαθόλουρο, αν δεν την έχεις ήδη διαβάσει …. 🙂

  208. Γιάννης Ιατρού said

    207: Ξέχασα να αναφέρω σαν πηγή το βιβλίο του Βασίλη Πισιμίση, ΒΟΥΡΛΑ – ΤΡΟΥΜΠΑ ΜΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΟΥ ΥΠΟΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΡΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ (1840-1968) (εξαντλημένο στον εκδότη)

  209. spatholouro said

    Γιάννη, ευχαριστώ!

    Της Ροδίτη το είχα διαβάσει πριν ακόμη το ανεβάσει στο Διαδίκτυο, από αντίτυπο που είχε δωρίσει η ίδια στη Βιβλιοθήκη Δραπετσώνας.

    Το μεγα-πορνείο των Βούρλων με έχει από καιρό ιντριγκάρει, και για 2-3 μήνες «ενέσκηψα» ερευνητικά πάνω του μέσα από συγχρονικές πηγές. Να δούμε εάν προκύψει κάτι με εκδοτική σάρκα και οστά στο μέλλον…

    Λίγα σχόλια:

    1)Ο Κουτουζής είναι μεν κατατοπιστικός, για Διαδίκτυο, αλλά με επιφυλάξεις: π.χ. το Πορνείο δεν απείχε 80 αλλά 180 μέτρα από τον Αγ. Διονύση, δεν δημιουργήθηκε το 1875 αλλά το 1876, ούτε έκλεισε το 1937 αλλά στη γερμανοϊταλική Κατοχή

    2) Η. Πετρόπουλος: άσε, Γιάννη, καλύτερα. Μου αρέσει που σκιτσάρησε κιόλας το συγκρότημα ότι τάχα «έτσι ήσαντε τα Βούρλα». Ο θεός κι ψυχή του, αλλά και στα ρεμπετολογήματά του δεν ήταν λίγα τα ατοπήματά του (που ουδέποτε διόρθωσε παρότι του υποδείχθηκαν…)

    3) Στην εργασία του Σπυριδόπουλου, πού γίνεται λόγος για τα Βούρλα; Ψάχνω και δεν βρίσκω…

    4)Η διπλωματική εργασία της Ροδίτη είναι πράγματι γενικότερα αξιόλογη. Ωστόσο, όσον αφορά τα Βούρλα, δεν έκανε, νομίζω, πρωτογενή έρευνα: συμβουλεύτηκε, θαρρώ, μόνο την υπάρχουσα βιβλιογραφία και από εκεί και πέρα στηρίχτηκε για κάποια σημαντικά ζητήματα -μέσω προσωπικών επαφών- στον Μήλτσο, και δευτερευόντως στον Κρασονικολάκη. Κάνω κάποιο σχόλιο στο κείμενο που ακολουθεί.

    5) Βιβλίο Πισιμίση («Βούρλα-Τρούμπα»): επίσης βλ. κείμενο που ακολουθεί (να σημειώσω εδώ ότι μόνο ο εκδότης είναι «εξαντλημένος», το βιβλίο όχι, καθώς φαίνεται έχει βρεθεί φόρμουλα και κυκλοφορεί):

    Το πορνείο των Βούρλων έχει απασχολήσει τμήμα του έργου ορισμένων ερευνητών, ακαδημαϊκών και μη. Η Μ. Κοτέα είναι η πρώτη (1995) που έβαλε στέρεες βάσεις διερεύνησης του εν λόγω αντικειμένου, για την εξεταζόμενη χρονική περίοδο, στη διδακτορική διατριβή της, Η βιομηχανική ζώνη του Πειραιά (1860-1900), Πάντειο Πανεπιστήμιο: σ. 160-169.

    Θα ακολουθήσει το 2002 ο Γρ. Λάζος (Πορνεία και διεθνική σωματεμπορία στη σύγχρονη Ελλάδα, Καστανιώτης: σ. 91-99), ο οποίος θα στηριχθεί μεν και στην Κοτέα, ωστόσο θα διευρύνει τη σχετική πληροφόρηση αλλά και προβληματική. Ο ιστορικός Γ. Γιαννιτσιώτης, το 2006, με την έκδοση της διδακτορικής διατριβής του (Η κοινωνική ιστορία του Πειραιά [1860-1910], η συγκρότηση της αστικής τάξης, Νεφέλη: σ. 245-255) θα φωτίσει, για το διάστημα αυτό, και τα αφορώντα τα Βούρλα, προσφέροντας, κατά τη γνώμη μας, μία περιεκτική και εμπεριστατωμένη πραγμάτευση.

    Τέλος, όσον αφορά τον ακαδημαϊκό χώρο, η Β. Ροδίτη, το 2015, στη μεταπτυχιακή της εργασία (Πειραιάς. Από τα Βούρλα στην Τρούμπα –συνυφάνσεις σεξουαλικότητας και κυριαρχίας στον αστικό χώρο, Τμήμα αρχιτεκτόνων μηχανικών Πανεπιστημίου Θεσσαλίας: σελ. 43-101), θα επιχειρήσει να εισφέρει, από την πλευρά της δικής της επιστημονικής πειθαρχίας, μία ανάλογη πραγμάτευση, χωρίς ωστόσο, μία βασική διερεύνηση των συγχρονικών πηγών. Έτσι, για παράδειγμα, δεν αληθεύει ότι «καμμία φορά δεν κατάφερε το κλείσιμο των πορνείων να εφαρμοστεί» (σελ. 46), δεδομένου ότι τα «Βούρλα» έκλεισαν πράγματι δύο φορές: την πρώτη το χρονικό διάστημα 1923-24 για να εγκατασταθούν οι πρόσφυγες, και τη δεύτερη για το χρονικό διάστημα από τον Μάρτιο του 1932 έως τον Οκτώβριο του 1933, δηλ. για ενάμιση ολόκληρο χρόνο. Οπωσδήποτε, πάντως, η εργασία αυτή ενέχει θετικές συμβολές, ιδίως σε ό, τι αφορά τη θεωρητική πραγμάτευση.

    Από πλευράς εξωακαδημαϊκών μελετητών, το 2010 εκδόθηκε το βιβλίο του Β. Πισιμίση, Βούρλα-Τρούμπα. Μια περιήγηση στο χώρο του υποκόσμου και της πορνείας του Πειραιά (1840-1968), εκδ. Τσαμαντάκης, το οποίο (παρά τον πολλά υποσχόμενο τίτλο του) μόνο στις σελ. 14-40 καταπιάνεται με το πορνείο των Βούρλων. Οι εν λόγω σελίδες αντλούν από προηγούμενες εργασίες και δεν εισφέρουν νέο υλικό, πλην δύο μαρτυριών ηλικιωμένων. Ωστόσο, καταδεικνύεται ότι ο Πισιμίσης αδυνατεί να αξιολογήσει τα υποστηριζόμενα στις μαρτυρίες: για παράδειγμα, στη σελ. 37, ενώ ο ηλικιωμένος πληροφορητής περιγράφει ορθά τις τρεις σειρές με τις κάμαρες και τις αντιστοιχούσες σε κάθε σειρά ηλικίες γυναικών, ο συγγραφέας τον «διορθώνει» σε υποσημείωση αντιστρέφοντας τη σειρά, αλλά και την πραγματικότητα.

  210. Γιάννης Ιατρού said

    209: Spatholouro

    Κι εγώ σ΄ευχαριστώ πολύ για τα ενδιαφέροντα σχόλια και τις πληροφορίες 🙂

    Μερικές παρατηρήσεις/απαντήσεις εκ μέρους μου:

    Ναι, ξέχασα τελείως να αναφέρω την πολύ αξιόλογη εργασία της Κοτέα, η οποία σημειωτέον ότι προτοαναφέρει τα Βούρλα στη σελ. 156 σε συνάρτηση με τη μεταφορά του νεκροταφείου του Αγ, Διονυσίου.

    Επίσης και η Λιλίκα Νάκου έχει κάνει σχετικές αναφορες, τόσο στην Ακρόπολη όσο και στο Ριζοσπάστη.

    Επίσης ο Καργάκος αναφέρεται αρκετά εκτενώς στα Βούρλα στο βιβλίο/μυθιστόρημα του «Το 10″¨.

    Εδώ μερικές σημειώσεις μου σχετικά με την Κοτέα, Νάκου και τον Καργάκο.

    Δυστυχώς δεν έχω τα έργα των Λάζου και Γιαννιτσιώτη που αναφέρεις, έχω όμως δει τις σχετικές αναφορές σ΄αυτούς. Και η Β. Ροδίτη τους αναφέρει.

    Το λάθος στην απόσταση (80 αντί 180 μέτρα) του Κουτουζή το αποδίδω σε λάθος αντιγραφή/απόδοση της σχετικής πληροφορίας του Μήλτσου (βλ. και ‘Σελίδες Ιστορίας: Στα 50 χρόνια του Δήμου Δραπετσώνας’) … Σίγουρα η πληροφορίες του έχουν κάποιες (αλλά μικρές) αποκλίσεις από άλλους ερευνητές 🙂

    Για τον Πετρόπουλο συμφωνώ 🙂 απόλυτα…

    Η Β. Ροδίτη έχει πάρει πολλές πληροφορίες από τον Μήλτσου, πράγμα που δεν αποσιωπά, αντιθέτως τον ευχαριστεί ιδιαίτερα στο σχετικό ευχαριστήριο σημείωμα. Από εκεί πήρε και την πληροφορία ότι «καμμία φορά δεν κατάφερε το κλείσιμο των πορνείων να εφαρμοστεί» … Προφανώς λάθος πληροφορία, όπως λές.

    Τέλος, λάθος μου η παραπομπή μου στον Σπυριδόπουλο (3), δεν ξέρω πως, αλλά είχα κάνει λάνθασμένη σημείωση στα κιτάπια μου… Ευχαριστώ για την ερώτηση 🙂

  211. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Πολὺ ἐνδιαφέρον ἄρθρο. Κι ἐγὼ, μέχρι νὰ τὸ διαβάσω, «μὲ τσὶ φωτιὲς μαλὼνει» ἄκουγα. Πάντως στὸ «Πέντε μάγκες στὸν Περαία» ἄκουγα «βουνελάκι».
    Πολὺ ἐνδιαφέροντα καὶ ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ σχόλια, ὅπως τὰ περὶ Βούρλων ἀπὸ τὸ Γιάννη Ἰατροῦ καὶ τὸ Σπαθόλουρο. Μὲ τὸν δεύτερο τελικὰ δὲν καταφέραμε νὰ συναντηθοῦμε στὰ Θερμιὰ. Ἐλπίζω νὰ βρεθοῦμε σὲ κάποια μελλοντικὴ σύναξη, μιᾶς καὶ μοιραζόμαστε κι ἄλλο ἐνδιαφέρον: τὸ ρεμπέτικο.

  212. sarant said

    Ωραίες συζητήσεις, να κανονίσουμε όταν μπει το φθινόπωρο, π.χ. τέλη Οκτωβρίου, να τις συνεχίσουμε σε κανένα πρόσφορο μέρος διά ζώσης.

    210 Θα τρίζουν τα κόκαλα του Καραγάτση από το λάπσους -άκου Καργάκος!

  213. Γιάννης Ιατρού said

    211β/212a: Ναίιιι, ε τι, δεν θα ανταλλάξουμε απόψεις εκ του σύνεγγυς 🙂

    β: Θα στριφογυρίζει 🙂 Εκ παραδρομής της γλωσσώς 🙂 Στη παραπομπή τό ‘χω σωστά….

  214. spatholouro said

    211 (Δ. Μαρτίνος)

    Αχ, Δημήτρη, επειδή δεν ξεχνάω ποτέ, εγώ πέρασα στις 20/8 το απομεσήμερο (ακατάλληλη βέβαια ώρα) περιμένοντας το πλοίο της επιστροφής από το (ωραίο!) σπίτι σου, αλλά το παλληκάρι κάτω στα ενοικιαζόμενα τουτού μου είπε ότι μάλλον θα ήσασταν για μπάνιο τέτοια ώρα…Έχει γούστο να είχατε πάει στα Φλαμπούρια όπου περάσαμε φέτος υπέροχα (καλύτερα και από τις Λεύκες θαρρώ)!

    Να είσαι καλά

    ΥΓ. Τώρα για το «βουνελάκι»: μου ήσουν συμπαθής ούτως ή άλλως, τώρα που ακούς και «βουνελάκι» δεν το συζητώ!

  215. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    214. Δὲν πειράζει, τὴν ἐπόμενη φορὰ ποὺ θάρθεις στὰ Θερμιὰ ἐλπίζω νὰ τὰ ποῦμε κι ἀπὸ κοντὰ. Πάντως χάρηκα ποὺ πέρασες καλὰ στὰ Φλαμπούρια. Βέβαια ὑπάρχει καὶ ἡ πρόταση τοῦ Νικοκύρη (#212) γιὰ μάζωξη κατὰ τὰ τέλη Ὀκτωβρίου καὶ ὅπως βλέπω ἀπὸ τὴν ἀντίδραση τοῦ (ὀργανωτικοῦ) Γιάννη (#213α) δὲν θὰ περάσει ἀνεκμετάλευτη.

  216. Γιάννης Ιατρού said

    215: 🙂

  217. spatholouro said

    210
    Γιάννη, πέραν της έρευνας της Νάκου στην «Ακρόπολη» το 1936, δεν έχω βρει δουλειά της στον «Ριζοσπάστη». Έχεις παραπομπή;

  218. sarant said

    217 Αριστερή ήταν, αλλά ούτε εγώ θυμάμαι συνεργασία της στον Ριζοσπάστη.

  219. Γιάννης Ιατρού said

    217: Spatholouro

    Στη Β. Ροδίτη η σχετική αναφορά, σελ. 277

  220. Γιάννης Ιατρού said

    217: Και μιά παρατήρηση σχετικά με την Λιλίκα Νάκου που αναφέρει στο «Το χρονικό μιας δημοσιογράφου»,1980:
    …ο χώρος που νοίκιαζε το κράτος, ανήκε, ως έμαθα, στον τ. υπουργό Πιπινέλη

    Ο Περικλής Ροδάκης στο «Η απόδραση των Βούρλων», σελ. 2 (περ. «ΤΟΤΕ…», τεύχος Νο 3, Ιούλιος 1983) γράφει:
    …η ονομασία Βούρλα βγαίνει από τα βούρλα που φύτρωναν σ’ όλη αυτή την ελώδη περιοχή, η οποία ανήκε στη μητέρα του Π. Πιπινέλη (του πρώην πρωθυπουργού και γνωστού πολιτικού της δεξιάς). Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, όταν κουβαλήθηκαν τσουβαληδόν στην Ελλάδα οι πρόσφυγες, γυμνοί, πεινασμένοι κι απελπισμένοι από την τύχη τους, στο χώρο της κυρίας Πιπινέλη χτίστηκαν τα περίφημα «μπορντέλα», κτίρια ειδικά για να εξυπηρετούν τον αγοραίο έρωτα….

    Μένει να βρούμε (με στοιχεία) την (πιθανολογούμενη) σχέση συγγένειας του τότε εργολάβου των κτισμάτων… των Βούρλων (ονόματι Μπόμπολα 🙂 ) με τον σημερινό γνωστό οικονομικό παράγοντα…

  221. spatholouro said

    219: Ευχαριστώ, Γιάννη, για την υπόμνηση, γράψε προσωρινή αμνησία μου…

    220: Μεγάλη «πατάτα» του Ροδάκη να λέει ότι χτίστηκαν μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή: ίσα ίσα τότε επιτάχθηκαν για να εγκατασταθούν οι πρόσφυγες…

    Το άλλο με τον Μπόμπολα παίζει αρκετά στο διαδίκτυο: ο ευρών αμειφθήσεται…

  222. Γιάννης Ιατρού said

    221β Ναι, σωστά. Ίσως η άλλη πληροφορία του να είναι όμως αξιόπιστη (για την μητέρα του Πιπινέλη).
    Γενικά πρέπει να κάνει κανείς μάζωμα από πολλές πηγές για να καταλήξει σε ένα γενικά τεκμηριωμένο αποτέλεσμα …

  223. spatholouro said

    Να κι ένα ενδιαφέρον ρεπορτάζ της εποχής για τους θερμαστές (ΠΑΤΡΙΣ 16/12/1929)

    http://srv-web1.parliament.gr/main.asp?current=8432590

    http://srv-web1.parliament.gr/main.asp?current=8432591

  224. Corto said

    223:
    Πολύ καλό το ρεπορτάζ. Κράψες εννοεί αυτό που λέμε κράμπες;

  225. spatholouro said

    Έτσι φαίνεται («κράμπες των θερμαστών»):

    Μυϊκές συσπάσεις (κράμπες των θερμαστών). Παρατηρούνται σε άτομα που εργάζονται σε χώρους με υψηλή θερμοκρασία. Προκαλείται από την έντονη απώλεια αλάτων και υγρών λόγω εφίδρωσης. Εμφανίζονται εντονότερα αν ο εργαζόμενος έχει πιεί πολύ νερό χωρίς όμως να αναπληρώνει και τα άλατα. Η πάθηση δεν θεωρείται επικίνδυνη. Εμφανίζεται απότομα και έχει τα ακόλουθα συμπτώματα: Έντονοι πόνοι και σπασμοί των κοιλιακών και σκελετικών μυών Το δέρμα είναι υγρό και ωχρό.

    http://dockworkers.blogspot.gr/2014/06/blog-post_27.html

  226. sarant said

    Πράγματι, ωραίο απόσπασμα, έχει και τις ρασκέτες και το στόκολο, έχει και το «φαϊρόπ», που πιο πολύ το λέμε «φαερόπ» και που είχε συζητηθεί και στο σλανγκρ
    http://www.slang.gr/lemma/17450-faerop

    Δείτε την καταλυτική παρέμβαση του δικού μας του Δον Μήτσου στο τέλος

  227. Corto said

    225 – 226: Πολύ ενδιαφέροντα (και) αυτά!

  228. spatholouro said

    «Φάιαρ οπ» είναι και ο τίτλος νουβέλας του Γιώργου Μανιάτη, που περιέχεται στο βιβλίο του Objet sans valeur (Κεδρος 1972). Πρόκειται για την αφήγηση της θαλασσινή περιπέτειας ενός θερμαστή στον πόλεμο, όπου κατορθώνει ο συγγραφέας να αποδώσει τον χαρακτήρα μιας ατόφιας λαϊκής αφήγησης.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: