Μνήμη Άχθου Αρούρη (1903-24.3.1977)
Posted by sarant στο 24 Μαρτίου, 2017
Συμπληρώνονται σήμερα 40 χρόνια από τον θάνατο του παππού μου, του Νίκου Δ. Σαραντάκου. Δεν είναι άγνωστος στο ιστολόγιο: έχω παρουσιάσει πολλά ποιήματά του και, κυρίως, πριν από 2-3 χρόνια δημοσίευσα σε συνέχειες το βιβλίο που έγραψε για τον παππού μου ο πατέρας μου, το «Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης». Θέλω λοιπόν να κάνω σήμερα ένα μνημόσυνο στον Άχθο Αρούρη.
Αν είστε νεοφερμένοι στο ιστολόγιο, Άχθος Αρούρης είναι το λογοτεχνικό ψευδώνυμο που είχε ο παππούς μου προπολεμικά στη Μυτιλήνη. Η έκφραση «άχθος αρούρης» είναι ομηρική (Ιλιάδα Σ 104) και θα πει «βάρος της γης», παναπεί άχρηστος άνθρωπος. Να σημειώσουμε ωστόσο ότι ενώ στον Όμηρο η λέξη «άχθος» είναι βεβαίως ουδέτερο ουσιαστικό, ο παππούς το χρησιμοποιούσε σαν αρσενικό όνομα, άρα κλίνεται «Ο Άχθος, του Άχθου, τον Άχθο, ω Άχτε» -κάποτε και «ο Άχτος», από ειρωνικό υπερδημοτικισμό.
Από τον παππού μου επηρεάστηκα πολύ και πήρα πολλά πέρα από όνομα, επώνυμο και πατρώνυμο (και αριθμό φορολογικού μητρώου, και είχα τραβήγματα με την εφορία, αλλά χαλάλι). Μερικές φορές, στο παρελθόν, δανείστηκα και το ψευδώνυμό του, αλλά το μετάνιωσα. Ο παππούς με αυτό το έξοχο ψευδώνυμο δημοσίευε ποιήματά του σε εφημερίδες της Μυτιλήνης και της Αθήνας προπολεμικά. Συλλογή τυπωμένη δεν αξιώθηκε να δει, ετοίμαζε μία όταν τον βρήκε ο καρκίνος και μας τον πήρε. Την τύπωσαν οι δικοί μου μεταθανατίως κι έχει ποιήματα «Της Κατοχής και του Στρατόπεδου.»
Το προοίμιο του βιβλίου αυτού είναι το ποίημά του «Η προσευχή του ταπεινού», που παίρνει ίσως έμπνευση από το ομότιτλο ποίημα του Ζαχαρία Παπαντωνίου αλλά δεν το παρωδεί καθόλου.
Η προσευχή του ταπεινού
Ελέησόν με ο Θεός, κατά το μέγα ελεός σου
έτσι που εύσπλαχνα ελεείς κάθε πιστό σου.
Δεν είμαι τάχατες κι εγώ εικόνα και ομοίωση
του πάνσεπτου προσώπου σου με την κατάσπρη γενειάδα
και με το δίκιο μου, υποθέτω, σου ζητώ
μια κάποια λογικήν αποζημίωση
έτσι που στάθηκα πιστός μες στων δακρύων την κοιλάδα.
Ουράνιες δε ζητώ χαρές, αλλά στον κόσμο τον απτό
ζητώ να βρουν οι κόποι μου δικαίωση.
Τι να την κάνω τη διαβεβαίωση
μιανής ανέφελης ζωής στου Παραδείσου τη χλιδή,
αφού τη σήμερον πεινώ και χαραμίζω τη ζωή μου
σε μιας ανέκφραστης μιζέριας το μαράζι.
Θεούλη μου σε βεβαιώ δεν με πειράζει
την κουρασμένη αν πάρει ο διάβολος ψυχή μου
αρκεί το μαύρο μάτι μου χαρούμενο να δει
δυο τρεις αυγούλες ροδαλές, ήλιο και φως αληθινό
και τη χαρά να τη χαρεί κάτω απ’ τον γήινο ουρανό.
Τα περισσά εκ του πονηρού εστίν, καθώς το λες.
(Μυτιλήνη, 1936. Περιλαμβάνεται σαν πρόλογος στη συλλογή Της Κατοχής και του Στρατόπεδου)
Πέρα από τα ποιήματα της συλλογής αυτής, τα άλλα ποιήματα του παππού μου έμειναν σκόρπια. Κάποια λίγα δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες, κι άλλα εντελώς ανέκδοτα. Ευτυχώς ο πατέρας μου, ο Δημήτρης Σαραντάκος, αξιώθηκε στη δεκαετία του 90 να γράψει τη μυθιστορηματική βιογραφία του παππού, ένα θαυμάσιο (δεν είμαι αμερόληπτος) βιβλίο όπου μεταξύ άλλων συγκέντρωσε πολλά από τα σκόρπια αυτά ποιήματα -πρόκειται για το βιβλίο που παρουσιάσαμε εδώ. Το εξώφυλλο του βιβλίου διασώζει μια νεανική φωτογραφία του ποιητή.
Ένα από τα πρώτα ποιήματα του παππού μου είναι «Η κάσα»
Όγκος βαρύς κι ασήκωτος τ’ αφέντη μας η κάσα,
με ζηλεμένονε παρά σε στήθια σιδερένια.
Κι ανοιγοκλεί με σφυριχτήν -σα δουλευτής- ανάσα
κι ο αφέντης τής χαμογελά με σεβασμό κι ευγένεια.
Από μαντέμι δυνατό κι αστραφτερόν ατσάλι
-Το μέταλλο που φτιάνουνε της φυλακής τους κρίκους-
Σαν το καλύβι ενού φτωχού, μπορεί και πιο μεγάλη
και ξεπερνά σ’ αχορταγιά τους πεινασμένους Λύκους!
Κι όταν σχολάσουμ’ όλοι εμείς και μείνει αυτός μονάχος
στην κάσα δίπλα στέκεται και τηνε καμαρώνει.
Σίδερο η κάσσα, μα κι αυτός μπετόν, ατσάλι, βράχος
κι ανθρώπινο ό,τι τούμεινε μέσα της το κλειδώνει.
Κρύβει τ’ αργάτη τον ιδρό, τον κάματο τ’ αγρότη
κρύβει το δάκρυ τ’ ορφανού, το στεναγμό της χήρας
του ναύτη τον καρδιοσωμό, το γαίμα του στρατιώτη
και της γυναίκας την τιμή και την τιμή της λίρας.
Εδώ τόλμησα να συνενώσω δυο διαφορετικές παραλλαγές του ποιήματος, με τρεις στροφές η καθεμιά, που διαφέρανε στη μεσαία στροφή. Η μια παραλλαγή δημοσιεύτηκε στο λογοτεχνικό αριστερό (τροτσκιστικό) περιοδικό Νέα Επιθεώρηση, τεύχος 10, Οκτώβριος 1928, που το έβγαζε με το ψευδώνυμο Αντρέας Ζεβγάς ο κύπριος Αιμίλιος Χουρμούζιος, που επρόκειτο να γίνει πασίγνωστος αρχισυντάκτης της Καθημερινής και μεγάλη προσωπικότητα της πολιτιστικής ζωής.
Το ποίημα υπογράφεται από τον «Ηρόστρατο», ψευδώνυμο που δεν νομίζω να το έχει χρησιμοποιήσει ξανά ο παππους μου. Χαρακτηριστικό είναι πως στη στήλη της αλληλογραφίας, ο Χουρμούζιος μαλώνει ευγενικά τον ποιητή: Αφού δεν υπογράφετε, γιατί δεν χρησιμοποιείτε ένα φιλολογικό ψευδώνυμο; Τα τέτοια εμείς δεν τα συνηθίζομε. Γιατί, και με το δίκιο τους, θα μπορούσαν αύριο να μας παρουσιαστούν ψευδώνυμα καθώς: Αρταξέρξης, Μέγας Αλέξανδρος ή και… «Πονεμένη καρδιά» κτλ. Φυλάξαμε το τραγούδι σας. Φαντάζομαι λέγοντας ‘φιλολογικό’ ψευδώνυμο θα εννοεί ένα ψευδώνυμο με ονοματεπώνυμο, όπως συνήθιζαν οι ποιητές. Τελικά, ο Ν.Σ. υιοθέτησε το ψευδώνυμο Άχθος Αρούρης που «μοιάζει» με ονοματεπώνυμο.
Η ίδια παραλλαγή του ποιήματος, με ελάχιστες διαφορές κυρίως στην τρίτη στροφή, δημοσιεύτηκε, αυτή τη φορά υπογραμμένο από το πραγματικό όνομα του ποιητή στην έκδοση Φιλολογική Πρωτοχρονιά που κυκλοφόρησε το 1931 στην Πόλη με επιμέλεια Αβραάμ Παπάζογλου, που κι αυτός μάς έχει απασχολήσει στο ιστολόγιο -μικρός ο κόσμος!
Ο Νίκος Σαραντάκος γεννήθηκε το 1903 στο χωριό Γέρμα της επαρχίας Οιτύλου του νομού Λακωνίας. Όταν ήταν μικρός η οικογένειά του μετακόμισε στον Πειραιά. Τελειώνει το γυμνάσιο και, σε ηλικία 15 χρονών, πιάνει δουλειά στην Εμπορική Τράπεζα. Παρακολούθησε μαθήματα στη Φιλοσοφική χωρίς να πάρει πτυχίο και συνέχισε ως τραπεζικός υπάλληλος, τελικά στην Αγροτική Τράπεζα. Σε μια μετάθεση στη Μυτιλήνη γνώρισε την Ελένη Μυρογιάννη, επίσης ποιήτρια, την παντρεύτηκε και εγκαταστάθηκε στο νησί, όπου συμμετείχε ενεργά στην πνευματική κίνηση που έμεινε γνωστή με το όνομα Λεσβιακή άνοιξη.
Ο παππούς είχε ταλέντο να φτιάχνει, κατά παραγγελίαν ενίοτε, ποιήματα στο στυλ γνωστών ποιητών, σολωμικά, παλαμικά, βαρναλικά ή καβαφικά. Ιδού ένα βαρναλικό, Ο εργοστασιάρχης στον Παράδεισο, που δημοσιεύτηκε στον Τρίβολο, τη σατιρική εφημερίδα του Στρατή Παπανικόλα στη Μυτιλήνη, στις 23-6-1933. (Σκεφτείτε ότι η Μυτιλήνη του μεσοπολέμου μπορούσε να συντηρήσει όχι μόνο άφθονες καθημερινές εφημερίδες, αλλά και εβδομαδιαία σατιρική-φιλολογική!).
Ο εργοστασιάρχης στον Παράδεισο
‘Αη Πέτρο! βγάλ’ το καντινάτσο,
τράβα την πόρτα στα καρούλια
κι άνοιχ’ τη διάπλατη να μπω.
Συγχωροχάρτια φέρνω μάτσο
για φαγωμένα μεροδούλια
κι ό,τι σημάδι μου θαμπό
το καθαρίσαν οι παπάδες
με λειτουργιές και με λαμπάδες.
Κι αν έκανα σα νέος τρέλες
κι αν παραγλέντησα με νιες,
(δεν είμαστε όλοι μας Χριστοί)
λογάριασε πόσες κοπέλες
που τσ’ είχα «μεταχειριστεί»
τις βόλεψα με προξενιές
κι έδωκα προίκα μετρητή
σ’ αυτές και στον προξενητή.
Έκανα κάμποσα καλά
στη ζήση μου την περασμένη
και τώρα πού’ ρθα εδώ ψηλά
με γέλιο καλωσόρισέ με
ψήσε καφέ και κέρασέ με,
κι αφού πια τίποτα δε μένει
Αη Πέτρο, βγαλ’ το καντινάτσο
στο πλάι του Χριστού να κάτσω.
(Τρίβολος, 23.6.1933)
Το προηγούμενο ήταν μίμηση ύφους, à la manière de…, ας δούμε τώρα και μια κανονική παρωδία (ή ίσως παράφραση) του παππού, το Τραγούδι του Γρηγόρη, πάνω στο Τραγούδι του αργαλειού του Εφταλιώτη. Γρηγόρη είχε βγάλει ο παπούς το πρώτο του αυτοκίνητο, ένα μετασκευασμένο αγγλικό τζιπ, που δεν έπιανε πάνω από πενήντα, αλλά έφτανε και με το παραπάνω για να μας πηγαίνει στο Ξυλόκαστρο ή στο Τολό τα καλοκαίρια.
Το τραγούδι του Γρηγόρη
Πέτα Γρηγόρη μου, γοργέ, στις τέσσερίς σου ρόδες
πάμε σε μέρος χλοερό, ηλιόλουστο κι ευώδες.
Γρίτσι-γρίτσι κάνει η σούστα
γρίτσι φτάσαμε στου Κούστα.
Πέτα τρελλά κι ας κοσκινά λιγάκι το τιμόνι
η σύζυγος στο πλάι μου γρινιάζει και θυμώνει
Ντράγκα-ντρούγκου η λαμαρίνα
αχ και βαχ και λίγη γρίνα.
Ρούφα βενζίνα, μέθυσε και πιάσε τα σαράντα
κι άμα σε φτάνει φορτηγό, τραβήξου προς την μπάντα
να θυμάσαι απ’ όλα πάνω
chi va piano, va lontano!
Πέτα και δείξε πως σωστά σε βάφτισα Γρηγόρη
μονάχα στον ανήφορο θα βρεις λιγάκι ζόρι
κι όπου δεν τα βγάζεις πέρα
βάλε τρίτη και δευτέρα.
Τώρα που οι δρόμοι γίνανε καινούργιοι μη φοβάσαι.
Ταχύτητες διαστημικές άμα σ’ αρέσει πιάσε.
Γίνου πύραυλος και πέτα.
Τα πενήντα πέρασέ τα.
1964
Κι άλλο ένα για τον Γρηγόρη, πάνω στο πατρόν του ποιήματος «Διονύσου πλους», που είναι το αριστούργημα της καθαρευουσιάνικης ποίησης. Ο τίτλος, φυσικά, «Γρηγορίου πλους».
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΛΟΥΣ (το πρωτότυπο εδώ)
Η έκτασις της αχανούς
οδού πλήρης χωμάτων
πεσόντων εκ τινος πρανούς
κι ήτανε να σου φύγει ο νους
ο ρους των οχημάτων.
Παράφρων κίνησις οργά.
Είν’ κόλασις ο δρόμος,
κανείς δεν πήγαινε σιγά,
ιδίως κάτι φορτηγά…
Καθένα λαιμητόμος.
Κι οι λιμουζίνες! εις αυτάς
συνήθως επιβαίνει
κάποιος θρασύτατος λεφτάς,
δεν ξέρεις πού τις συναντάς
και τι σε περιμένει
Έτερος κίνδυνος σοβεί
εκ μέρους των διτρόχων
που κάνουνε την παλαβή
και τρέχουν όλοι σα στραβοί
μετ’ ελιγμών αστόχων.
Κι οι βοθρατζήδες;
Εξ αυτών οι κίνδυνοι είναι τόσοι!
Με είκοσι τόνους οχετών
να μακαρίζεις εαυτόν
αν μόνο σε σκοτώσει…
Προς παραλίας και βουνά
και προς δασώδεις νάπας
ο κόσμος όλος ξεκινά
κι αλίμονο όταν κυβερνά
τιμόνι κάθε μάπας.
Καθένας πιάνει το βολάν
και προχωρεί με θάρρος.
Εδώ συστάσεις δε φελάν
και τ’ αυτοκίνητα κυλάν
και όποιον πάρει ο χάρος.
Αλλος μπελάς είν’ οι πεζοί
καθώς περνούν καθέτως
κι αν είναι κάμποσο χαζοί
«να ζει κανείς ή να μη ζει;»
ρωτιέσαι σαν Αμλέτος.
Ην ο Γρηγόρης στερεός
κι ο κυβερνήτης τούτου
είναι ως γνωστόν «μάνας υιός»
σωφέρ εκτάκτως δεξιός
κι είχε παντού το νού του.
Ουχ’ ήττον τούτο δεν αρκεί
στων οδηγών τη φάρα,
-που ’ναι συνήθως νευρικοί-
Κίνδυνον κρύπτει διαρκή
των άλλων η τρελάρα.
Πλην ο Γρηγόρης αψηφών
το φάσμα των κινδύνων
βενζίνην λαίμαργα ροφών
ορμά -ταχύτατος τυφών-
τον δρόμον καταπίνων.
Βέλος ιπτάμενον θαρρείς,
περνά τα τριανταπέντε!
— Ζορίσου κι άλλο να χαρείς
είν’ ηδονή να προχωρείς
pericolosamente
Θα ήταν παράλειψη να κλείσουμε τις μιμήσεις ύφους χωρίς να βάλουμε μια καβαφική μίμηση. Ο παππούς αγαπούσε πολύ τον Καβάφη και ήταν από τους πρώτους που είχαν εισάξει (σικ, ρε) τα μονόφυλλά του στη Μυτιλήνη στη δεκαετία του 20 (το όνομά του υπάρχει στον κατάλογο παραληπτών που έχει εκδώσει ο Γ.Π. Σαββίδης). Έγραψε κάμποσες καβαφικές μιμήσεις, δυο από τις οποίες έχουν συμπεριληφθεί στη σχετική «ανθολογία» του Δημ. Δασκαλόπουλου (Παρωδίες καβαφικών ποιημάτων 1917-1997). Εδώ βάζω μια τρίτη:
Του πλου
Έν ποίημα θα σου ’γραφα του πλου
δια στίχου όσον ένεστιν απλού
χωρίς παρομοιώσεις και παρόμοια.
Αλλ’ είχεν τρικυμίαν εις τον πλουν.
Το κύμα ορύσσει χάος πολλαπλούν
της σκύλλης και χαρύβδεως τα στόμια.
Και τρέμων προ κινδύνου φανερού
προ αμειλίκτου αληθώς καιρού
των ποιημάτων παραιτώ τα σχέδια.
Της σκέψεως εκτρέπεται ο ρους
και των κυμάτων βλέπων τους αφρούς
Divina, εθυμήθηκα, Comedia.
Άχτος Αρούρης
Δημοσιεύτηκε στο φ. 93 του Τρίβολου (13.10.33).
Ο παπούς ήταν μαρξιστής και επικούρειος και δεν τα είχε πολύ καλά με τον χριστιανισμό -παραμονές Χριστουγέννων του 1939 έγραψε τη Γέννησι.
Γέννησις
‘Εξω βαριά, μονότονα κι επίμονα χτυπά η βροχή
στους τσίγκους των καταστημάτων.
Και σα βουβό παράπονο μέσ’ στην καρδιά μας αντηχεί
που άγνωστος φόβος της κρατά δεμένη κάθε της πτυχή
κι είναι σπηλιά κακοποιών και βάρβαρων πνευμάτων.
Ανίσχυρο το λογικό -κρίση, συνείδηση και νους-
ζητεί να μάθει την αιτία
που μας κρατάει στην ερμιά του ψυχικού μας αχανούς
που μας κρατάει σκοτεινούς, βασανισμένους, ταπεινούς
γεμάτους ζόφο και νυχτιά και θλίψη και σκοτία.
Τάχατες τ’ άλλα πλάσματα, που η σκέψη δεν τα τυραννά
δεν τα βαραίνει σαν κατάρα,
νοιώθουν το ίδιο σαν εμάς τον αδυσώπητο βραχνά
ή τάχα πέφτουν ήσυχα να κοιμηθούν μ’ όνειρα αγνά
χωρίς καμιά τον ύπνο τους να τον ταράζει αντάρα;
Χριστέ, γιατί γεννήθηκες μες στου χειμώνα την καρδιά
και τέτοια δίδαξες θρησκεία;
Προτού να ρθεις εμοιάζαμε ξέγνοιαστα κι άταχτα παιδιά
κι ήταν η ζήση μας απλή, με φως γεμάτη κι ομορφιά
κι απ’ την ψυχή μας άγνωστη και ξένη η αμαρτία.
‘Ο,τι κι αν κάναμε κακό, ήταν απλό και φυσικό
κι όμοιοι μας ήταν κι οι θεοί μας.
‘Ηταν ανθρώπινοι θεοί, με τίποτα το θεϊκό
που μας γελούσαν στοργικά, που συγχωρούσαν το κακό
κι ήτανε πάντα μέσα μας και πάντοτε μαζί μας.
Μα εσύ τους έδιωξες αυτούς, τους πρόσχαρους, τους αφελείς
θεούς, που μας πονούσαν τόσο
και ξέσκισες τους νόμους μας, τους ανθρωπίνους κι ατελείς,
νόμους ωστόσο μιας ζωής, γλυκιάς και διάφανης κι απλής
και μάρανες την ηδονή, την άνοιξη, τη δρόσο.
Από τα βάθη του αχανούς, του ακατανόητου ουρανού
μια φοβερή έφερες εικόνα
ενός ανάλγητου θεού, σκληρού, στυγνού και σκοτεινού
κι είπες πως είν’ αμάρτημα και το τραγούδι του πτηνού
και της κοπέλας τ’ όνειρο, κι η μυρουδιά του ανθώνα.
Νόμους εθέσπισες σκληρούς με τη στυγνή σου διδαχή
και σκότωσες την ευτυχία.
Απάρνηση κάθε χαράς, σκοτάδια μέσα στην ψυχή,
κάθε χαμόγελο γλυκό, κάθε χαρούλα μας φτωχή
είναι θανάσιμο κακό και ρύπος κι αμαρτία.
Ποτές δε χάρηκες το φως. Σε θέλγαν πάντα τα κεριά
και των ναών σου το ημίφως.
Οι προσευχές σου ψάλλονται με μια κατάνυξη βαριά.
Δεν χάρισες στον άνθρωπο ούτε μια στάλα λευτεριά
και οι πιστοί σου ήθελες νάχουμε δούλων ήθος.
Κι όπως γεννήθηκες Χριστέ μες στου χειμώνα την καρδιά
που σύμβολο στη σκοτεινή σου στάθηκε θρησκεία,
για να πεθάνεις διάλεξες κάποια χαρούμενη βραδυά
κι ερύπανες της άνοιξης τη ζωογόνα ευωδιά
με του φριχτού σου λιβανιού τη δυσωδία.
(Σάμος, 24.12.1937)
Γενικότερα όμως ήταν εικονοκλάστης -αν και δημοτικιστής, ας πούμε, δεν είχε σε εκτίμηση τον Γιάννη τον Ψυχάρη, και είχε γράψει και γι’ αυτόν ένα ‘Ασεβο ποίημα.
Άσεβο
Όπως πολύ συχνά μια κάποια λέξη
από κουβέντα δυο αγνώστων διαβατών,
που άρπαξε τ’ αυτί σου έτσι από έξη,
κλεφτά και φευγαλέα, δυνατόν
να σου θυμίσει κάμποσα δικά σου,
βάσανα, πόθους, όνειρα ή ελπίδες
ή κάποια γεγονότα ξεχασμένα,
κάτι που κάποτ’ άκουσες και είδες, έτσι προχτές κι εμένα
του Γεναριού που μ’ έδερνε το ψύχος
μου θύμισε… τον Γιάννη τον Ψυχάρη
…
πάει κι αυτός, εσβύστηκεν ησύχως
χωρίς καλά να πάρουμε χαμπάρι.
Το έργο του ολάκερο, μια μπλόφα
που σήμερα κανένας δεν τη χάβει,
υποχωρεί και χάνεται και λιώνει,
σα μια ντομάτα πούπεσε απ’ την κόφα
την προσοχή λαθούσα του μανάβη.
Την πάτησαν, ετρέξαν τα ζουμιά της,
λέρωσαν ένα φίνο παντελόνι
και κόντεψε να σκοτωθεί, σκούζων αράς
γλυστρώντας πα σε δαύτη ένας διαβάτης.
Τέλος… ας τύχει γαίας ελαφράς.
(Στερνογραψιά. Ετούτο μου το πήμα το διάβασε ο Κίμος ο Μιχαηλίδης και τόπε «άσεβο». ‘Ισα ίσα που μου χρειαζότανε τίτλος για δαύτο και πονοκεφάλιαζα να τον βρω. Ξέρω πως ο διαφεντής του Τρίβολα θάχει την ίδια γνώμη, καθώς και κάμποσοι διαβαστάδες. Μα ποιός τους λογαριάζει.) Τρίβολος, Μυτιλήνη 26.2.1937
Φυσικά, το υστερόγραφο παρωδεί το ύφος των ακραίων δημοτικιστών.
Από τη Μυτιλήνη έφυγε κυνηγημένος μετά τον πόλεμο και δεν ήθελε να ξαναγυρίσει. Στο μεταξύ αλληλογραφούσε με τους εκεί φίλους, πάντοτε έμμετρα. Αντιγράφω εδώ την αρχή μιας επιστολής προς τον Ασημάκη Πανσέληνο:
Νίκος Ασημάκη, Χαίρειν
έτσι πάσχισα ν’ αρχίσω το παρόν, αλλά που νά’ βρω
κάποια λέξη να ταιριάζει. Λέξη λήγουσα εις -έριν
δίχως νάναι τραβηγμένη κατά τρόπον προφανή
δίχως νάχει χάλι μαύρο
μα και δίχως να θυμίζει Καζαντζάκην ή Σεφέρην.
Νάμουν μπάρεμ απ’ την Κύπρο, να κοτσάριζα το νι
σ’ όποια λέξη μού βολούσε: το πουγγίν και το κεμέριν,
το κουκίν και το ρεβύθιν, το ψωμίν και το μαχαίριν.
Έτσι πάσχιζα ν’ αρχίσω…
Και πασχίζων έχω γράψει τόσους στίχους. Τι να κάμω
τόσους στίχους, να τους σκίσω και να τους πετάξω χάμω;
Στα σκουπίδια τόσοι στίχοι; Τους πετάνε; Δώσε βάση.
Προτιμώ να συνεχίσω.
Κι ό,τι βρέξει ας κατεβάσει.
(….)
Και αποσπάσματα μιας άλλης έμμετρης επιστολής προς τον Μυτιληνιό ποιητή Στρατή Αναστασέλλη, όπου μεταξύ άλλων τον μαλώνει επειδή είχε εγκαταλείψει τον παραδοσιακό στίχο στα ποιήματά του.
Προς Στρατή Αναστασέλλη
«Το δάκρυ μου γαρύφαλλο κνικάτο»
για σένα αρή Βλουτίνα Γιαπρακάδενα, [ψευδώνυμο του Αναστασέλλη]
που αλί σου αν βρισκόμουν αφτού κάτω
Βαριά μαγγούρα πάνω σου θα κράδαινα
κι ίσως καμιά γερή να σου βαρούσα
που άφησες την παράδοση στην πάντα
και στη μοντέρνα κόλλησες τη Μούσα
που έχει για το λεφούσι μιαν αβάντα
να γράφονται σε δυο λεφτά
ολάκερα κατεβατά.
Μα συ που δεν ανήκεις στο λεφούσι,
συ που συναγελάστηκες τη Μούση
από παιδί (τη Μούση τη γνησία)
πώς έγινε και τώρα την κοπάνησες
κι οι στίχοι σου αράδες έχουν άνισες
κι είν’ δίχως ομοιοκαταληξία;
Συ που’ σαι τόσο μερακλής
στο μέτρο και στη ρίμα
γιατί την τέχνη ν’ αμελείς;
Γιατί τ’ αυτιά σου να τα κλεις
στην Αρμονία; Κρίμα!
…
Λοιπόν Στρατή αδερφέ μου υγιαίνω
κι υγείαν δι’ υμάς επιθυμώ.
Στο Παλιό Φάληρο, όπως πάντοτε, διαμένω
στον ίδιο δρόμο, ίδιον αριθμό,
(‘Ηβης 101 δηλονότι).
Είμαι παπούς στον κύβο (τρία εγγόνια),
στα εβδομήντα μπαίνω σε δυο χρόνια
-βρίσκομαι δηλαδή στην τρίτη νιότη.
Συνταξιούχος μεν, τεμπέλης όχι
περί πολλά τυρβάζω,
-δουλεύω, γράφω στίχους και διαβάζω-
κι επιφυλάσσομαι να κάτσω σε μια κόχη
όταν καμμιά φορά γεράσω -συν θεώ-
μ’ αυτό θ’ αργήσει να γενεί. Σε βεβαιώ.
Νοέμβριος 1971.
Ένα ποίημα του παππού, ανάμνηση της Κατοχής, που είχε βραβευτεί και μεταδοθεί από την ελληνική εκπομπή του σταθμού της Μόσχας:
Εφτά χρονώ
‘Ηταν μικρός, εφτά χρονώ, σαν ήρθε η κατοχή,
στην πρώτη τάξη… κι έλεγες πως δεν θα νοιώθει ακόμα.
‘Ομως το μίσος που έκρυβε για τον εχθρό η ψυχή
πώς χώραγε σε τοσοδούλι σώμα;
Τον Ούννο καθώς κοίταζε, που εμόλυνε τη γης
καβάλα σε διαβολικά σιδερικά θανάτου
γινόταν όλος σύσπαση ανήμπορης οργής
κι άβυσσος ήταν η ματιά του.
Πληθαίναν γύρω τα δεσμά, τα πτώματα κι οι τάφοι.
Το σχήμα μιας εκδίκησης παίρναν σιγά τα μίση.
Κι ήταν μικρός… Να μπόραγε συνθήματα να γράφει…
Να δοκιμάσει τάχα…; Να τολμήσει…;
Τον ήβρε η σφαίρα ώς πάσκιζε τα γράμματα να φτάσει
όσο μπορούσε πιο ψηλά. Κι απόμεινε μισή,
σα μια κατάρα, που ακλουθά πέρ’ απ’ τον τάφο η φράση:
ΤΣΕΚΟΥΡΙ ΚΑΙ ΚΡΕΜΑΛΑ ΣΤΟΥΣ ΦΑΣΙ…
Κι ένα ακόμα της Κατοχής, για τον γέρο Φριτς
Ο γέρο Φριτς
Στου λιμανιού το μαγαζί που κάθε δειλινό
σμίγαμε για κανα ρακί και για κουβεντολόι
είχαμε μουσαφίρη κάποιον Γερμανό
μ’ άσπρο μαλλί στον κρόταφο, μάλλον κοντό στο μπόι.
Μας κοίταε με χαμόγελο, μα τόσο πονεμένο
που, άθελα, τον λυπόμασταν. Δε θά’ τανε Ναζί
Ποιος ξέρει πώς τον είχανε το δόλιο στρατευμένο…
κι όταν μπορούσε ξέφευγε, νά’ ναι με μας μαζί.
Έτσι σε λίγο σ’ όλους μας έγινε συμπαθής.
‘Ηταν σεμνός, καλόβολος, σαν άνθρωπος εντάξει.
Μίλαγες μπρος του λεύτερα χωρίς να φοβηθείς
πως είναι δυνατόν να σε πειράξει.
Αλλά κι ο Φριτς, ο γερο-Φριτς (θα τά’ χε τα σαράντα)
επήρε θάρρος γρήγορα και μας εμπιστευόταν
κι αφήνοντας κάθε επιφυλαξη στην πάντα
με κάτι σκοτωμένα ελληνικά μας εδιηγόταν:
— Εγώ, άλλο πόλεμο Σολντάτ. Σάιζε πόλεμος. Νιξ γκουτ
ετούτο, πάλι, πόλεμο, πάλι σολντάτ εμένα.
Βίλελμ, εμένα γιο μου, Στάλινγκραντ καπούτ
Χωριό μου μπόμπες όλο σκοτωμένα!
Κι έβγαζε ο δόλιος τ’ άχτι του: Πόλεμο, Χίτλερ, Σάιζε!
(αυτή’ ναι η λέξη του Καμπρόν στη γλώσσα τη γερμανική)
Εμείς τον σιγοντάραμε και τον κερνούσαμε ρακί
κι ο Μιχαλιός ο κάπελας μεζέδες τον ετάιζε.
Κάποτε ο Φριτς εχάθηκε και μάθαμε κατόπι.
Τον τουφεκίσαν οι Ναζήδες για δειλία.
Τι γύρευε ο φτωχός; Λίγη Φιλία…!
Μα ήταν κι ανάμεσά μας παλιανθρώποι.
Το 1976 ξαφνικά (προαίσθημα;) ο παππούς έκανε πρώτα ένα ταξίδι στη γενέθλια Μάνη (την οποία είχε να δει από το 1933) και μετά άλλο ένα στη Μυτιλήνη. Γύρισε με πυρετό και μέσα σε λίγους μήνες είχε φύγει -σαν σήμερα πριν από σαράντα χρόνια…
Λεύκιππος said
Καημέρα
Λεύκιππος said
Αμάν πια, καλημέρα
Γιάννης Ιατρού said
Νίκο, να είσαι καλά και να τον τιμάς και να τον θυμάσαι (θυμόμαστε 🙂 ) πάντα!
leonicos said
Επιτέλους! Αλλά είοναι αργά!
Μπούφος said
Γλυκούλης ο παππούς. Άγιος άνθρωπος. Παρότι φαινομενικά χλευαστής. Μοιάζει να σε «έχει φτύσει στο στόμα».
😉
cronopiusa said
ένιωσα την ανάγκη να σου πω το τετριμμένο αλλά ειλικρινές:να ζήσεις να τον θυμάσαι…
Παναγιώτης Κ. said
Νικοκύρη,
Καλά το πήγατε ως οικογένεια! Παππούς, πατέρας και εγγονός. Λογοτεχνικά άρα και λεξιλογικά ευαίσθητοι. Συνέχεια υπάρχει; Πως το κόβεις;
Που ξέρεις όμως; Και γαμπροί μπορεί να προκύψουν στο ίδιο μήκος κύματος και κυρίως εγγόνια. 🙂
sarant said
Καλημέρα και από εδώ, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια και τα καλά λόγια!
5 Καιρό είχα να ακούσω ολόκληρη την έκφραση, συνηθως λέμε «είναι φτυστός ο….»
spiral architect said
Καλημέρα.
Κάποτε ο Φριτς εχάθηκε και μάθαμε κατόπι.
Τον τουφεκίσαν οι Ναζήδες για δειλία.
Τι γύρευε ο φτωχός; Λίγη Φιλία…!
Μα ήταν κι ανάμεσά μας παλιανθρώποι.
Γς said
>Ένα ποίημα του παππού, ανάμνηση της Κατοχής, που είχε βραβευτεί και μεταδοθεί από την ελληνική εκπομπή του σταθμού της Μόσχας:
Говорит Москва
Γκαβαρ’ιτ Μασκβά
Μιλάει η Μόσχα!
[Και δεν βρήκα κάτι από την Ελληνική εκπομπή …]
Γς said
10:
Αστε με να βάλω άλλο ένα!
kalantzianastasia said
Reblogged στις anastasiakalantzi50.
atheofobos said
Πάντοτε θαύμαζα αυτούς που μπορούσαν να γράψουν à la manière de…, γιατί προφανώς εκτός από την ευκολία να συνθέτουν στίχους έχουν καταφέρει να μπουν και στην λογική του παρωδούμενου ποιητή.
Ιερόδουλος said
8 Sarant
Τη φράση » σε έχω φτύσει στο στόμα» δηλαδή «μου μοιάζεις», ή «σε έχει φτύσει στο στόμα ο …» δηλαδή «μοιάζεις στον … «την άκουγα τακτικά από τον συχωρεμένο τον πατέρα μου …περιοχή Μάνης…
Babis said
Δεν ξέρω αν είναι μόνο στον δικό μου περίγυρο αλλά η φράση «σε έχει φτύσει στο στόμα..» αφορά αποκλειστικά τον χαρακτήρα, ενώ η φράση «είναι φτυστός …» αναφέρεται κυρίως στην εμφάνιση και σπανίως στον χαρακτήρα.
Γς said
Δεν μου αρέσει αυτό το φτύσιμο στο στόμα.
Και πως μας προέκυψε;
Babis said
Κάτι άσχετο με το σημερινό θέμα αλλά σχετικό με το ιστολόγιο.
Πολλές φορές έχει τεθεί το θέμα με τους μύθους/ψέμματα που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, και πως μπορεί να αντιμετωπιστούν. Νομίζω ότι αυτό δείχνει την σωστή κατεύθυνση.
https://www.thelocal.se/20170313/swedish-kids-to-learn-computer-coding-and-how-to-spot-fake-news-in-primary-school
Τουλάχιστον η επόμενη γενιά να είναι πιο προστατευμένη.
Babis said
16
Συμφωνώ, είναι αηδιαστικό.
Υπάρχει η παράδοση ότι αν ο νονός την ώρα της βάφτισης, φτύσει το παιδί στο στόμα, αυτό παίρνει τον χαρακτήρα του.
Γς said
18:
Να είναι ο νονός νονά. Και νά’ ναι όμορφη και νέα
Και νά’ μαι και μπαμπάς του νεοφώτιστου…
Να δεις κόλπα!
Γς said
18, 19:
Τι κακό [καλό] κι αυτό; Με την κατάποση σιέλου της συντρόφου κατα την κορύφωση της διαδικασίας.
Babis said
19
Μετά θα πρέπει να φτύσεις εσύ στο στόμα το παιδί που θα κάνει για να μην καρφωθείτε 😛
Γς said
21:
>για να μην καρφωθείτε
Μου θύμισες τον γκόμενο και τον άντρα της φίλης μου της Σούλας:
Παντρεύτηκε η Σούλα και με παρακάλεσε να βάλω ένα χεράκι να πάμε τα πράγματα της στο καινούργιο της σπίτι.
Ανεβοκατεβαίναμε λοιπόν μαζί με τον άντρα της στο σπίτι της μάνας της στην Υμηττού στο Παγκράτι και γεμίζαμε το φορτηγό όταν ξαφνικά περνά ένας παλιός της γκόμενος τη βλέπει και φωνάζει:
-Μανάρα μου!
Τη βουτάει και της σκάει ένα φιλί διαρκείας στο στόμα. Κι ενώ αυτή προσπαθεί να ξεφύγει από την αγκαλιά του μουγκρίζοντας τον διπλαρώνω και του λέω όλως εγγαστρίμυθα:
-Ο άντρας της ρε!
Τίποτα αυτός. Εκεί τη ρούφαγε.
Κι απάνω που έλεγα ότι αμάν τη βάψαμε την παρατάει και βουτάει εμένα. Κι όχι μόνο με βουτάει αλλά επαναλαμβάνει με το ίδιο πάθος αυτά που έκανε στη Σούλα.
Και να πεις ότι δεν τον ήξερα τον πούστη.
Γρήγορα όμως μπήκα στο νόημα κι αφέθηκα να απολαμβάνω τάχα μου τον ασπασμό.
Και ήρθε η σειρά του συζύγου. Τα ίδια. Και μετά έπιασε έναν περαστικό, πρίν συνεχίσει το σουλάτσο του προς τον Προφήτη Ηλία.
-Ρε το τρελό πήγε να μου βάλει και γλώσσα. Πολύ τρελός. Ο σύζυγος
Συμφωνήσαμε.
-Ποιος ξέρει από πιο τρελοκομείο το έσκασε..
Γς said
Σάλιο ε;
Και τι τους λέμε; Βάλτε λίγο σάλιο ρε παιδιά!
Που μα λένε ότι τα φάγαμε στα ποτά και τις γυναίκες
ΓιώργοςΜ said
Το καλοκαίρι, που ήμουν εκτός δικτύου, κατέβασα τα κείμενα του «Άχθου Αρούρη», και τα απόλαυσα σαν μεσημεριανό ανάγνωσμα.
Οι συγγραφείς, και οι καλλιτέχνες που αφήνουν απτό έργο, έχουν ένα προβάδισμα έναντι των άλλων ανθρώπων στην αθανασία.
Ακολουθούν εκείνοι που οι απόγονοί τους θυμούνται με αγάπη.
Ο παππούς σου, Νίκο, έχει το προνόμιο ν’ ανήκει και στις δύο κατηγορίες, οπότε αναμένεται να ζει για καιρό ακόμη.
Λένε πως ο άνθρωπος πεθαίνει πραγματικά όταν δεν τον θυμούνται πια, κι εγώ συμφωνώ.
sarant said
24 Νάσαι καλά Γιώργο!
Τσούρης Βασίλειος said
14,15
Εμείς λέμε «πήρες τα πατήματα».με αναφορά κυρίως στο χαρακτήρα.
Γιάννης Κουβάτσος said
Γεννημένος στη Μάνη, μετακόμισε μικρός οικογενειακώς στον Πειραιά. Η ιστορία και του πατέρα μου, όπως και πολλών Μανιατών, αλλά εδώ σταματούν οι ομοιότητες. 😊
Να ‘σαι καλά, Νίκο, να τον θυμάσαι και να μας τον θυμίζεις και άμποτε να επανεκδοθεί ο «Ποιητής Άχθος Αρούρης».
Μπούφος said
22 Γς και Babis 15-21
Συμφωνώ.
Alexis said
Πολύ καλό το αφιέρωμα-μνημόσυνο στον Άχθο Αρούρη!
Από τα ποιήματα πιο πολύ μου άρεσε «ο εργοστασιάρχης στον παράδεισο» που θυμίζει γνήσιο Βάρναλη.
Η «Γέννησις» μου αρέσει ποιητικά, ως προς το περιεχόμενο όμως μου θυμίζει εντονότατα επιχειρηματολογία νεοπαγανιστών και «Δαυλού» και αυτό με προβληματίζει.
Νατσουλισμοί (;) πριν από λίγο στο Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΤ.
Παροιμιώδεις φράσεις που (υποτίθεται ότι) γεννήθηκαν την εποχή της Επανάστασης του ’21:
-Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει: Κάποιος Γιάννης, λέει, πρωτοπαλίκαρο του Κολοκοτρώνη, που είχε θηριώδη σωματκιή διάπλαση και έτρωγε το …καταπέτασμα.
-Αυτός δεν χαρίζει κάστανα: Για κάποιους κατασκόπους του Ιμπραήμ που προσπαθούσαν να αποσπάσουν πληροφορίες από τους Μοραΐτες χαρίζοντας …κάστανα.
-Σιγά τα λάχανα: Για κάποιο χωριό που πλήρωσε τους φόρους του στον Τούρκο Αγά με …λάχανα, ελλείψει χρημάτων
leonicos said
ειρωνικό υπερδημοτικισμό
ωραία έκφραση και την κλέβω
Alexis said
Καλά το ψυλλιάστηκα. Νατσουλισμοί όντως:
Εδώ και εδώ
leonicos said
Για τον Άχθο Αρούρης και τους Σαρ έχουμε γράψει ξανά. Αλλά αξίζει να τα επαναλαμβάνουμε. Σπινθηροβόλοι, τολμηροί και σωστοί.
Αγγελος said
Από πού να βγαίνει αλήθεια η έκφραση «φτυστός»; Είναι και διεθνής — υπάρχει τουλάχιστον και στα αγγλικά (spitting image), και στα γαλλικά (tout craché), και στα ιταλικά (sputato). Είναι άραγε, ή ήταν κάποτε, εξίσου διαδεδομένη η δοξασία (που εγώ δεν την ήξερα) για το φτύσιμο του νονού;
sarant said
29-31 Καλά το υπέθεσες, είναι αυθεντικός Νατσούλης
33 Θέλει λιγο ψάξιμο αλλά όντως είναι διεθνής
Νέο Kid Al Kuwaiti said
Ο Θεός έφτυσε τον πηλό κι έπλασε τον άνθρωπο. (κατ’εικόναν…κ.λ.π.) κι ο Χριστός έφτυσε χαμαί και έφκιαξε κατάπλασμα κατά της τύφλωσης. Χριστιανική παράδοση/δοξασία ,λέω γώ.
Δύτης των νιπτήρων said
Ωραία ερώτηση, Άγγελε! Σύχναζαν παλιότερα γνώστες της ανθρωπολογίας εδώ.
http://www.phrases.org.uk/meanings/spitting-image.html
To φτύσιμο για το κακό μάτι, πάντως, συναντάται βλέπω και στην Ινδία: https://en.wikipedia.org/wiki/Spitting
ΚΩΣΤΑΣ said
Νικοκύρη, νά ΄σαι καλά, να θυμάσαι και να τιμάς τον παππού σου!
Λίγο ανάρχας μου φαίνεται, υπήρχε άραγε από τότε το μ-λ ΚΚΕ ή ΚΚΕ μ-λ; Μάλλον από εκεί πήρες και σύ, γι΄αυτό δεν μπορούμε να σε φέρουμε στον ίσιο δρόμο! 🙂
Ωραία τα ποιήματα, εμένα πιο πολύ μου άρεσε … «ο καλός πολίτης», ουπς, «ο εργοστασιάρχης στον παράδεισο».
spiral architect said
@27: Ποιος τη χάρη σας!
sarant said
36 Και νορβηγικό αντίστοιχο υπάρχει. Ενδιαφέρον όμως είναι ότι η αγγλική φράση δεν φαίνεται ιδιαίτερα παλιά αφού η αρχαιότερη καταγραφή της είναι από το 1824.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Άξιοι οι Σαραντάκοι ετούτοι. Τύχη αγαθή που διασταυρωθήκαμε μαζί τους.
«Έκαμες αυτό που σου ΄μπιστεύτηκα; Δώσε λογαρισμό.»
Αναφορά στον ‘Αχθο.
Δύτης των νιπτήρων said
Πιο παλιά: That idea, if not the exact phrase, was in circulation by the end of the 17th century, when George Farquhar used it in his comic play Love and a bottle, 1689:
«Poor child! he’s as like his own dadda as if he were spit out of his mouth.»
Babis said
39, 44
Και ακόμα παλαιότερη μορφή εδώ:
https://www.quora.com/How-did-the-phrase-a-spitting-image-come-to-mean-an-uncanny-likeness
Εδώ ο Laurence Horn δίνει την δική του εκδοχή για την προέλευση της φράσης. Πατέρας έφτυσε και έκανε τον γιο, αλλά όχι από το στόμα.
http://articles.chicagotribune.com/2010-12-22/features/ct-tribu-words-work-spit-20101222_1_splitting-image-linguistics-mirror-images
Babis said
39,41 ήθελα να πω.
ΓιώργοςΜ said
Έχω ακούσει επίσης «έφτυσε και σ’ έκανε» (μάλλον με την έννοια του #35), δηλαδή δε συμμετείχε ο άλλος γονέας καθόλου.
(Βέβαια, αν αυτό ειπωθεί για τον πατέρα, δεν ευσταθεί με τίποτε… Ποιος κουβάλαγε το «φτυσμένο» εννιά μήνες; 😛 )
Συνειρμικό, ψιλοσχετικό: «Ο πατέρας γεννά, η γυναίκα τίκτει», είπαν σε μια παρέα πριν από χρόνια, για να με κολακέψουν όταν ανακοίωνσα πως η γυναίκα μου είναι έγκυος. Αυτός που το είπε πήρε την πληρωμένη απάντηση από μια φίλη:
«Ναι, αλλά η μητέρα φαίνεται, ενώ ο πατέρας δηλώνεται…»
Γιάννης Κουβάτσος said
Ανάρχες το μ-λ ΚΚΕ και το ΚΚΕ μ-λ, Κώστα; Έχεις ανάγκη από Πολιτιστική Επανάσταση. 😊
Γιάννης Κουβάτσος said
«Το δηλώνουμε εταστικά», «μετέρχεται σε καθημερινή βάση του κινδύνου τροχαίου» και άλλα ωραία τέτοια στην προκήρυξη του «Ρουβίκωνα». Βαρέθηκαν την ξύλινη αριστερίστικη γλώσσα και είπαν να το γυρίσουν στον λογιοτατισμό τα καλόπαιδα. Εκτενέστερος σχολιασμός από τον Γιάννη Χάρη στη σημερινή Εφσυν. Η γλωσσοκτόνα προκήρυξη:
http://www.alfavita.gr/arthron/koinonia/eisvoli-toy-royvikona-se-katastima-mikel-vinteo
Σκύλος said
Τι παναπεί «εταστικά»;
Ωραίο το αφιέρωμα, Νικοκύρη. Τρείς Σαραντάκοι… ένας Εκατονεικοσάκος;
Γιάννης Κουβάτσος said
Εταστικά; Διερευνητικά νομίζω, Σκύλε. Ετάζων καρδίας και νεφρούς και τα ρέστα. Πού την ξετρύπωσαν άραγε τη λεξούλα τα γλωσσοβάνδαλα;
Σκύλος said
ΣΠ said
42
Μου άρεσε ο όρος etymythology που χρησιμοποιεί ο Laurence Horn. Ίσως πρέπει να υιοθετήσουμε το όρο «ετυμυθολογία» και να χρησιμοποιούμε το όρο «νατσουλισμός» μόνο για τις ετυμυθολογίες του Νατσούλη.
Νίκος Κ. said
Γιατί «Άχθος Αρούρης»; Τόσοι και τόσοι άλλοι που είναι τα πραγματικά βάρη της Γης, αλλά ούτε που περνάει από το μυαλό τους.
Να ζήσετε να τον θυμόσαστε.
ΣΠ said
44 Ναι, αλλά η μητέρα φαίνεται, ενώ ο πατέρας δηλώνεται
Αντίστοιχο στα αγγλικά: Mother’s baby, father’s maybe.
Μαρία said
36
http://www.expressio.fr/expressions/tout-crache.php
Μαρία said
53
Η παλιότερη εμφάνιση https://fr.wikipedia.org/wiki/La_Farce_de_Ma%C3%AEtre_Pathelin
Ριβαλντίνιο said
Το «Το τραγούδι του Γρηγόρη» γράφτηκε το 1964. Το «ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΛΟΥΣ» ξέρουμε πότε γράφτηκε ;
==========================================
Με αφορμή το σχόλιο 35 του Νέο Kid Al Kuwaiti να πώ κάτι που μου ήρθε στο μυαλό. Αν θυμάμαι καλά κάποιοι αγωνιστές του ’21 το είχαν γρουσουζιά να καταμετρούνται πρίν την μάχη. Το ίδιο έχω βρεί στο περίπου και στην Παλαιά Διαθήκη.
ἐὰν λάβῃς τὸν συλλογισμὸν τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐν τῇ ἐπισκοπῇ αὐτῶν, καὶ δώσουσιν ἕκαστος λύτρα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ Κυρίῳ, καὶ οὐκ ἔσται ἐν αὐτοῖς πτῶσις ἐν τῇ ἐπισκοπῇ αὐτῶν. ( = εάν θελήσης να αριθμήσης τους Ισραηλίτας και να μάθης το πλήθος αυτών, ας δώση ο καθένας στον ναόν του Κυρίου ωρισμένον ποσόν χρημάτων ως λύτρον της ψυχής του και κανείς από αυτούς δεν θα πάθη τίποτε κατά την αρίθμησιν. ) ( Έξοδος Λ 12)
Ο Δαβίδ είχε προχωρήσει σε μιά τέτοια αρίθνηση είτε γιατί προσέθετο ὀργὴν Κύριος ἐκκαῆναι ἐν Ἰσραήλ, καὶ ἐπέσεισε τὸν Δαυὶδ ἐν αὐτοῖς λέγων· βάδιζε, ἀρίθμησον τὸν Ἰσραὴλ καὶ τὸν Ἰούδαν είτε γιατί πιο σωστά Καὶ ἔστη διάβολος ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ ἐπέσεισε τὸν Δαυὶδ τοῦ ἀριθμῆσαι τὸν Ἰσραήλ.
Οι Ισραηλίτες τιμωρήθηκαν για αυτή την αρίθμηση με θάνατο πολλών ανδρών.
Υ.Γ. Οι υπεύθυνοι της τροφοδοσίας και των πληρωμών ζητούσαν από τους οπλαρχηγούς να καταγράφουν ακριβώς τον αριθμό των ανδρών τους. Πολλοί όμως από αυτούς απαντούσαν πως αυτό είναι γρουσουζιά και δεν το κάνουν. Έτσι έδιναν τον αριθμό στο περίπου , πάντα στρογγυλοποιημένο πρός τα πάνω ! 🙂
Ριβαλντίνιο said
Ο εργοστασιάρχης στον Παράδεισο
(…)
Κι αν έκανα σα νέος τρέλες
κι αν παραγλέντησα με νιες,
(δεν είμαστε όλοι μας Χριστοί)
λογάριασε πόσες κοπέλες
που τσ’ είχα «μεταχειριστεί»
τις βόλεψα με προξενιές
κι έδωκα προίκα μετρητή
σ’ αυτές και στον προξενητή.
(…)
Σκύλος said
55 ΥΓ: από την ίδια δεισιδαιμονία φαίνεται να διακατέχονται σήμερα και οι υπεύθυνοι σίτισης στα hotspots. Εταιρείες catering που πληρώνονται για 400 πρόσφυγες/μετανάστες (=κρατούμενους) αλλά ταΐζουν 150. Και τι τους ταΐζουν; Φακόρυζο.
Ριβαλντίνιο said
@ 57 Σκύλος
🙄 🙄 🙄
😯 😯 😯
😡 😡 😡
Σκύλος said
58 http://linkis.com/insidestory.gr/artic/UCWqT
Γιάννης Μαλλιαρός said
Από τη Μάνη στον Πειραιά, στα Μανιάτικα που πήγε προχτές κι ο μετροπόντικας (και πανηγύριζε η εθνική ημών κυβερνησις, όπως τόχουν συνήθειο όλες οι κυβερνήσεις)
Βλουτίνα: γυναικείο όνομα, συνηθισμένο παλιότερα στη Μυτιλήνη, σήμερα τείνει να εξαφανιστεί. Γιαπρακάδαινα: που αγσπάει τα γιαπράκια, δηλαδή τα ντολμαδάκια (με κιμά).
Παρακαλώ : Μ-Λ ΚΚΕ και ΚΚΕ μ-λ. Εκτός από τη θέση υπήρχε (υπάρχει) και διαφορά στο είδος των γραμμάτων: από μπρος κεφάλαια, από πίσω μικρά!
ΚΩΣΤΑΣ said
45
Γιάννη, να πω την αλήθεια, δε τα ξέρω και πολύ καλά αυτά. Μαρξ, Ένγκελς Λένιν, Μπακούνιν κλπ, μπα! λίγα και από μακριά. Ας είναι καλά ο Άνταμ Σμιθ. Μαοϊστές είναι ε; τους μπέρδεψα με τους αναρχικούς! Χρειάζομαι επιμόρφωση μάλλον. 🙂
Πέπε said
@51:
Πάντως έχω ακούσει την παρανοημένη έκφραση «αχθοσαρούρης» (π.χ. αυτοί οι αχθοσαρούρηδες), με τη σωστή σημασία. Δεν ξέρω αν είναι γνήσια λαϊκή ή δήθεν.
Ριβαλντίνιο said
@ 59 Σκύλος
Χάλια μαύρα . Τι άλλο θα δούμε ! Κάποιοι προσπαθούν να βγάλουν κέρδη από την δυστυχία.
Σκύλος said
63 Εμ, τι; Θα διάβασες που το 70% των σχετικών κονδυλίων πήγε άπατο. Άκουγα πως αντιστοιχεί 1000 ευρώ το μήνα σε κάθε πρόσφυγα. Αλλά, φυσικά, ελάχιστα φτάνουν στο στομάχι του.
Να ζήσουμε, να μάθουμε ποιοί ήταν οι (Ελ)λαδέμποροι.
leonicos said
56 Ριβαλντίνο
Όλα αυτά που λες είναι σωστά, αλλά
Στην Ελλάδα, σε ορισμένα μέρη, ασκούσε το δικαίωμα αυτό ο πατέρας. Στη δεκαετἰα του ’70 είχα ασθενή ένα κοριτσάκι 17 ετών, σκωληκοειδεκτομή έκανε, το οποίο το βρήκαμε να κλαίει χωρίς λόγο. Τελικώς η προϊσταμένη την ξεμονάχιασε και της απέσπασε ότι «ο πατέρας της, που είχε να τον δει 10 χρόνια διότι τους είχε εγκαταλείψει, μαθαίνοντας ότι πρόκειται να παντρευτεί, εμφανίστηκε και απαιτούσε να ικανοποιήσει το δικαίωμά του Κύρη». Το αστείο εἰναι ότι εμφανίστηκε και σ’ εμάς ζητώντας κατανόηση και δικαίωση. Φυσικά φωνάξαμε την αστυνομία που τον μάζεψε.
Σκύλος said
65 και λίγα του κάνατε, λέω ‘γώ.
ΓιώργοςΜ said
64 Αυτό που έχει φτάσει στα δικά μου αυτιά, είναι πως μοιράζονται μερίδες σε μετανάστες, τις οποίες τις πετάνε κατευθείαν στα σκουπίδια, με τη συσκευασία (υποθέτω δεν τους αρέσει το φαγητό, και μάλλον πρέπει να παίρνουν τη μερίδα εν είδει καταμέτρησης), και μαγειρεύουν μόνοι τους με το ημερήσιο επίδομα που τους δίνεται. Και μιλάω για εκατοντάδες μερίδες την ημέρα στα σκουπίδια, χωρίς τουλάχιστον να υπάρχει μια ελάχιστη συνεννόηση ώστε το φαγητό να καταλήξει σε κανένα πιο πεινασμένο στομάχι. Όλοι ευχαριστημένοι: Οι εταιρείες εστίασης κάνουν κύκλο εργασιών, τα σουπερμάρκετ της περιοχής επίσης… Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος…
Σκύλος said
67 Από τις καταγγελίες που έχω δει, το πετάνε διότι είναι σκουληκιασμένο/χαλασμένο. Δεν ξέρω για ημερήσιο επίδομα.
leonicos said
46 Γιάννη
Δεν ξέρω για την προκήρυξη, αλλά ο όρος εργατική δολοφονία με καλύπτει.
Κάνουν διανομή χωρίς κράνος, με πίεση, και Κύριος οίδε τι άλλες καταπιέσεις. Πολύ συχνά με δικό τους μηχανάκι. Αναρωτιέμαι αν απλώς ανατραπούν, ποιος πληρώνει το χαμένο φαγητό.
Μου έχουν φέρει πίτσα, το παιδί γδαρμένο, μέσα στα αίματα, και να μη στέκεται να του βάλουμε μια γάζα. Βιαζόταν να παραδώσει και ευχόταν να τις παραλάβουν, όπως κι εμείς, κι ας είχε στραπατσαριστεί.
Δεν έχω ποτέ μετέλθη βία, αλλά υπάρχουν πολλοί που χρειάζονται μια γροθιά στη μούρη
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
51/62 >>βάρη της Γης
Μου θυμίσατε εκφράσεις κάποιων μεγάλων ανθρώπων που απαντού(σα)ν στην ερώτηση-χαιρετισμό «τί κάνεις» μισομελαχγολικά:
-Μόνο τον τόπο πιάνω
-Επαδα βρίσκομαι, για να μην είναι ο τόπος άδειος
-Τρώω τζάμπα ψωμί
-Παραβαρώ τον κόσμο.
Γιάννης Κουβάτσος said
Λεώνικε, δεν αναφέρθηκα στην ουσία της υπόθεσης αλλά στη διατύπωση της προκήρυξης και στο εντυπωσιακό γεγονός ότι δηλωμένοι αντιεξουσιαστές γράφουν σε τέτοια γλώσσα. Κατά τ’ άλλα συμφωνώ απολύτως μαζί σου σε ό,τι αφορά την εργοδοτική ασυδοσία.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
>>Συμπληρώνονται σήμερα 40 χρόνια από τον θάνατο του παππού μου, του Νίκου Δ. Σαραντάκου.
Ω τί λεβέντη πάππο ο Νικοκύρης
ο ήλιος της αυγούλας του ζωής
και να μετρά και νάναι ο Άχθος Αρούρης
σαράντα χρόνια τώρα μες τη γης.
sarant said
Eυχαριστώ πολύ για τα νεότερα σχόλια και για τα κολακευτικά λόγια!
42 Πειστικό είναι αυτό που λέει ο Χορν. Πολύ πειστικό Και ωραίος όρος η «ετυμυθολογία».
46 Οι Ρουβίκωνες είναι πιο ηλικιωμένοι -και πιο διανοούμενοι.
55 Περίπου την ίδια εποχή γράφτηκε κι αυτό.
ΚΑΒ said
5.Μοιάζει να σε «έχει φτύσει στο στόμα». Εμείς δεν τη λέμε τη φράση.
Μόνο το γνωστό «είναι φτυστός» που αναφέρεται μόνο στην εξωτερική εμφάνιση.
Λέμε: «πήρες τα πατήματα» του Βασίλη σχ. 36 και όσα γράφει η Εφη σχ. 70
Ακόμη :»πατρός παιδίον» για τον χαρακτήρα και όλα γενικά τα χαρακτηριστικά.
Αἱμύλος καί σπουδαιόμυθος ο παππούς,όπως βέβαια και ο πατέρας. Ο Νικοκύρης «παππού και πατρός παιδίον». Να είστε καλά να τον θυμάστε.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
62. Για τους πραγματικά «αχθοσαρούρηδες»:
‘Όποιος, Δεν Είναι Μερακλής,
Πρέπει, Για Να Πεθάνει,
Γιατί, Στον Κόσμο Τούτον(ε),
Μόνον Τον Τόπο Πιάνει,
Mπούφος said
35 Νeo Kid…από το στόμα μου το πήρες…
giorgos said
Κατά τήν γνώμη μου τό ψευδώνυμο «Αχθος Αρούρης» δέν ταιριάζει στόν παπού σας κ.Σαραντάκο , διότι μέ τήν ζωή του προσέφερε καί παιδιά καί πνευματικό έργο .Αυτά δηλ. πού αποτελούν τήν βάση τής ζωής .
Καππαδοκης said
#72 : Ίντα κάνεις μπάρμπα; Μόνο εντύπωση αν’ηψο.
spatholouro said
«Το δηλώνουμε εταστικά»= κορυφαία αγραμματοσύνη! (αν είναι μεγαλύτεροι και πιο διανοούμενοι, τόσο το χειρότερο…)
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
>>Από τον παππού μου επηρεάστηκα πολύ και πήρα πολλά πέρα από όνομα,
Του πήρες τ΄όνομα και τη χάρη 🙂
78. Το σκέφτηκα αυτό καθώς τα έγραφα! 🙂
Ο πατέρας μου ανάλογα με τα κέφια απαντά, πολλούς παράδες ή για φωτογραφία μόνο είμαι, παρακάτω μη ρωτάς.
Καππαδοκης said
Φτυστος ολοιδιος ο παππούς του λες και ικοψες την κεφαλή του και την ιβαλες στο λαιμό ντου.
Τσούρης Βασίλειος said
56. Ριβαλντίνιο
Το διαβόητο ius primae noctis
Ο, ιδιαίτερα δημοφιλής, μύθος μάς λέει ότι την πρώτη νύχτα του γάμου ενός ζεύγους δουλοπάροικων δεν κοιμόταν με τη νύφη ο γαμπρός, αλλά ο άρχοντάς τους!
Ποιά ασπρόμαυρη παλιά ταινία είχε αυτό σαν θέμα; Δεν θυμάμαι ούτε τίτλο, ούτε σκηνοθέτη, αλλά την είδα πριν 30 χρόνια περίπου.
Μάντις said
82 Τσούρης Βασίλειος
Στην αρχή της ταινίας Braveheart με Μελ Γκίμπσον, έχει μια σκηνή όπου, ο φεουδάρχης κοιμάται με την αγαπημένη του Βrave και εκεί γίνεται το…Σώσε! Πρέπει να δείτε αυτή την ταινία όσοι δεν την έχετε δει έστω…δεν πήρε άδικα ένα μάτσο Όσκαρ..
Δημήτρης Μαρτῖνος said
Καλησπέρα. Νικοκύρη δέξου καὶ τὶς δικὲς μου εὐχὲς. Νά ‘σαι καλὰ νὰ τοὺς θυμᾶσαι γιατί, ὅπως ἔγραψαν καἰ οἱ προλαλήσαντες, ὅσο τοὺς θυμόμαστε ζοῦν.
Κατὰ παποὺ, κατὰ κύρη καὶ ὁ ἐγγονὸς! Εἶναι ὀλοφάνερο, τό ‘χετε στὸ DNA σας! 🙂
Νὰ τὸ σοβαρέψουμε λιγάκι. Παίρνω ἀφορμὴ ἀπὸ κάποια σχόλια γιὰ ὁρισμένες «ἀριστερίστικες» θέσεις τοῦ παποῦ. Νομίζω πὼς δὲν πρέπει νὰ τὶς κρίνουμε μὲ τὰ σημερινὰ μέτρα, ἀλλὰ στὰ πλαίσια τῆς ἐποχῆς του. Τὸ ἴδιο κάνουμε καὶ μὲ τὰ ἱστορικὰ γεγονότα (π.χ. Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση) ποὺ προσπαθοῦμε νὰ τὰ «στραμπουλήξουμε» σὲ προκαθορισμένα σχήματα καὶ ἰδεοληψίες ποὺ ἔχει ὁ καθένας μας.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
81. …τάξε πως ήκοψες τη γκεφαλή ντου και την ήβαλες στο λαιμό ντου! 🙂
Ριβαλντίνιο said
@ 82 Τσούρης Βασίλειος
Ξέρεις που ήμουν εγώ πρίν 30 χρόνια ;;; 🙂
Ίσως την έχουν εδώ :
https://en.wikipedia.org/wiki/Droit_du_seigneur#Cultural_references
Εγώ ξέρω την αναφορά στο Μπρέιβχαρτ :
Ριβαλντίνιο said
@ 83 Μάντις
Με πρόλαβες, αλλά δεν κοιμήθηκε με την αγαπημένη του Μπρέιβ. Αυτηνής της έκοψαν το λαρύγγι απλώς.
Corto said
Καλησπέρα!
Πολύ ωραία τα ποιήματα του Άχθου Αρούρη. Ιδιαιτέρως ξεχωρίζει ο «γέρο Φριτς», ο οποίος παραπέμπει απευθείας στο ποίημα του Ορέστη Λάσκου «στο σπίτι του χωριού».
Τσούρης Βασίλειος said
83. Μάντις
Ευχαριστώ. Η ταινία που αναφέρω είναι σίγουρα παλιά κι ασπρόμαυρη και θυμάμαι λίγο το τέλος της που » έπιασε» η κατάρα των φτωχών
sarant said
Ευχαριστώ για τα νεότερα!
81 🙂
Πέπε said
@78:
Λέγεται όμως και με την αντίθετη έννοια.
-Τι κάνεις;
-Εντύπωση!
Όπου όμως υπάρχει και η αποστομωτική απάντηση:
-Κακή…
ΚΩΣΤΑΣ said
84
Αγαπητέ Δημήτρη Μαρτίνε
Αν με τα περί «αριστερίστικες» υπονοείτε κι εμένα με το σχόλιο 37, σας λέω με παρρησία ότι δεν έχω ούτε το δικαίωμα, ούτε το ανάστημα να κρίνω εγώ πολιτικά τον συχωρεμένο Άχθο Αρούρη. Επειδή μου άρεσε το στυλ στα ποιήματα, όπου παρωδούσε και σατίριζε, είπα να τον τιμήσω με ανάλογο στυλ, κάπως χιουμοριστικά, αν δεν τα κατάφερα λυπάμαι.
Αν το σχόλιο ενοχλεί, είτε σχολιαστές, είτε τον κ. Σαραντάκο, ζητώ από όλους συγνώμη και το αποσύρω.
Σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι παρεξηγήθηκα από την παρατήρησή σας, δεκτή η καλόπιστη κριτική, με βοηθάει κι εμένα να διορθώνω τα λάθη μου.
Τσούρης Βασίλειος said
74. ΚΑΒ
Λέτε και το:
-κ(ου)κί ήταν κι έσκασε;
Corto said
Ο εργοστασιάρχης στον Παράδεισο…
Όπως και η αντίθετη περίπτωση, με την πένα (και την πενιά) του Άκη Πάνου:
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
81. >>ολοιδιος ο παππούς του
εφτάιδιος 🙂
Γιάννης Κουβάτσος said
Υπάρχει και η κωμωδία με τον «Ερωτιάρη» Λάντο Μπουζάνκα 😊
https://www.google.gr/url?sa=t&source=web&rct=j&url=https://en.m.wikipedia.org/wiki/Jus_primae_noctis_(film)&ved=0ahUKEwj3-Zbj_e_SAhUCVRQKHSLkBwQQFggbMAA&usg=AFQjCNF_r8LAjkg9l8LwKIxyxA_kn06CYQ&sig2=8pSeeYDP-9NbaeevTE6NAA
sarant said
93 Aυτή την έχω συναντήσει κάπου
ΚΑΒ said
93. Όχι. Δεν το έχω ακούσει.
Πέπε said
@95:
Το λέτε όντως αυτό Έφη, ή για πλάκα το ‘γραψες;
Πάντως το «εφτάγδυμνος» (κρητικό) όταν τ’ άκουσα με ενθουσίασε σαν λέξη και έκτοτε την έχω καθιερώσει. Είναι σουρεαλιστική, γιατί ή είσαι γυμνός ή δεν είσαι, δεν έχει εφτά φορές ή λιγότερες…
Γιάννης Ιατρού said
99: Πέπε
ΕΠΤΑ είναι οι κύριες αρετές,
ΤΑΠΕΙΝΟΤΗΤΑ – ΕΥΣΠΛΑΧΝΙΑ- ΑΓΝΟΤΗΤΑ, ΦΙΛΑΛΛΗΛΙΑ – ΕΠΙΕΙΚΕΙΑ – ΚΑΛΩΣΥΝΗ – ΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Επομένως το γδύσιμο μπορεί να είναι και μεταφορικό… (απώλεια των αρετών 🙂 )
Στη δημοτική γλώσσα υπάρχουν πολλές λέξεις με πρώτο συνθετικό το επτά (εντατικοποίηση).
π.χ: εφτάγλωσσος (αθυρόστομος), εφτάσκαλο λιμάνι, εφτάκαλος, εφτάμυαλος κλπ.
Λέγονται επίσης οι φράσεις: “εφτά όρκους παίρνω ότι δεν το ‘κανα”,“ τον έκαναν εφτά κομμάτια”, “με έζωσαν εφτά φίδια”, “έχει εφτά παπάδων νου”, “εφτά να’ ναι οι ώρες τους και στον έβδομο ουρανό να πάνε”.
Δημήτρης Μαρτῖνος said
@92. Ἀγαπητὲ Κώστα. Τὸ σχόλιό μου δὲν ἦταν γιὰ σένα. Εἶσαι εὐπρεπὴς καὶ διαλλακτικὸς. Τὸ ἔγραψα μὲ ἀφορμὴ κάποια σχόλια (ἴσως καὶ χιουμοριστικὰ ὅπως τὸ δικό σου) γιὰ νὰ τὸ γενικεύσω μ’αὐτὸ ποὺ λέω στὸ τέλος:
»Τὸ ἴδιο κάνουμε καὶ μὲ τὰ ἱστορικὰ γεγονότα (π.χ. Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση) ποὺ προσπαθοῦμε νὰ τὰ «στραμπουλήξουμε» σὲ προκαθορισμένα σχήματα καὶ ἰδεοληψίες ποὺ ἔχει ὁ καθένας μας.«.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
99. Πέπε, ναι τo λέμε. Κανονικά. Εφτάιδιος και εφταϊδιος όπως και το «κουκί είτονε κι ήσκασε» με την ίδια σημασία, της μεγάλης ομοιότητας. Με το εφτά: εφτακούζουλος,εφταφάνερο.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
100. Εφτά φορές σου τόπα. Εφτά τραγούδια θα σου πω. 🙂
“έχει εφτά παπάδων νου”, χοχο! δεν τόχα ξανακούσει. Βάνει εφτά δασκάλους κάτω, ναι.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
100. Την υπομονή δε βλέπω στις αρετές, ομοίως και την εγκράτεια 🙂 .
Η φιλαλληλία,η ευσπλαχνία και η καλοσύνη , σαν αλληλοκαλυπτόμενα φαντάζουν.
Γιάννης Ιατρού said
104: εγκράτεια και τα τοιαύτα: Ε, δεν κάνουμε και χαρακίρι ρε Έφη 🙂
Σκύλος said
Το Εφτά είναι μαγικούλι https://www.youtube.com/watch?v=shXpM3XtZTc
Γιάννης Ιατρού said
106: Μόνο μαγικούλι; https://www.youtube.com/watch?v=yh9iQZAMpXk 🙂

Τελείωσες μ΄αυτά που λέγαμε προχθές;
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Πολύ μου αρέσει η γραφή του Άχθου. Τρεις φορές τουλάχιστον διάβασα σήμερα τα ποιήματα. Οι ρίμες του είναι ιδιαίτερες. Εκείνο το -έριν στην επιστολή στον Πανσέληνο με κουζούλανε.
>>είμαι παππούς στον κύβο (τρία εγγόνια)
ο πατέρας στην πέμπτη δύναμη, αν θυμάμαι από τα γραφόμενα,
Νικοκύρη,προοδευτικά, κάτι παραπάνω,εύχομαι 🙂 Εφτά βγαίνει! 🙂
105. Εγκράτεια στα …λιπαρά
Πέπε said
@102:
Εμείς λέμε πεντανόστιμο, πεντακάθαρο, καταχρηστικώς πενταβρώμικο, και ίσως και άλλα πενταπλά (το «πεντάμορφη» νομίζω μόνο σε παραμύθια). Εσείς είστε πιο νότιοι, πιο πλουσιοπάροχοι.
Λέμε όμως εφταμάλακας. Και τρισηλίθιος, εδώ ακόμη πιο τσιγκούνηδες. Το «τρίκαλο» (τρις καλό) το έχω ακούσει στις λαϊκές να το λένε/γράφουνε οι εμπόροι για τα φρούτα ή τα προϊόντα τους, αλλά δεν είναι διαδεδομένο.
@100:
Εφτά παπάδων νου σημαίνει πολύ ή λίγο; (Σε σχέση με σαράντα Γιάννηδων ας πούμε, ποια είναι η ισοτιμία;)
Γς said
109:
>Σε σχέση με σαράντα Γιάννηδων
+5!
Μιχάλης Νικολάου said
100, … Στη δημοτική γλώσσα υπάρχουν πολλές λέξεις με πρώτο συνθετικό το επτά (εντατικοποίηση). …
…που ‘ναι γραμμένα σ’ εφτασφράγιστο κιτάπι.
Γιάννης Ιατρού said
111: Μιχάλη,
τι; μόνο κιτάπι; Σ’ επταβόειο σάκο θά ‘λεγα εγώ 🙂
sarant said
108 Λες να γίνω πολυπαππούς; Να δούμε!
109 τρικούβερτο γλέντι, τετραπέρατος (και τετράδιπλος), πεντάρφανος, εξάψαλμος (εντάξει, αυτό είναι και κυριολεξία).
Και κάπου έχω σημειώσει παροιμία για κάτι ιδιαιτέρως βδελυρό: εφτά παπάδες δεν τ’ αγιάζουν
Γς said
Ο ρεπόρτερ των επιλεγμένων απαντήσεων ξαναχτυπά
Γς said
82:
>Δεν θυμάμαι ούτε τίτλο, ούτε σκηνοθέτη, αλλά την είδα πριν 30 χρόνια περίπου.
Ούτε που την είδες φυσικά.
Κι άντε μετα να θυμηθούμε εμείς.
[με ποια την είδες]
Γς said
82:
Ius Primae Noctis
Πάντως τη δικιά μου prima nocte στον πρώτο μου γάμο την πέρασα με μια γκόμενα…
Ετσι απλά.
Παναγιώτης Κ. said
@84γ. Ακριβώς έτσι!
Παναγιώτης Κ. said
Στο τραγούδι του Γιάννη Παπαϊωάννου «Βγήκε ο χάρος να ψαρέψει » και σε στίχους της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου ακούμε και τον εξής στίχο απο την ρινοβραχνή φωνή του Παπαϊωάννου.
«να μας βρει και μας ο χάρος, που σ τ η γ η δ ί ν ο υ μ ε β ά ρ ο ς».
Παναγιώτης Κ. said
@57,64,65. Μένω άναυδος!
Παναγιώτης Κ. said
Οι Έλληνες μικροεργοδότες, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και δεν ξέρω ποιοι ακόμη έχουν μια ιδιότυπη ασυλία επειδή…ανήκουν στο λαό! Για τον λόγο αυτό ατονεί ο κοινωνικός έλεγχος οπότε εκδηλώνονται αποκρουστικά περιστατικά.
Παρόμοια ασυλία δηλαδή ανοχή στην κακή λειτουργία κάποιου εξασφαλίζεται από το γεγονός και μόνο ότι είναι…εργαζόμενος!
Δυστυχώς η ρητορεία των πολιτικών αντιπαραθέσεων επισκιάζει σημαντικά προβλήματα της κοινωνίας αφού αυτή η ρητορεία ρίχνει το βάρος στο εξουσιαστικό παιχνίδι.
nikiplos said
καλημέρα κι από μένα, χρόνια πολλά στους εορτάζοντες και εορτάζουσες. Πολύ όμορφη η ανασκόπηση. Μου φάνηκε πως ο ΔΣ ήταν κι ολίγο προσεκτικός ως προς τις μιμήσεις. Δηλαδή πως δεν ήθελε να μοιάζουν τόσο πολύ, απλά να θυμίζουν λίγο…
Έχω απορία βέβαια τι είναι το «γαρύφαλλο κνικάτο»…
Γιάννης Ιατρού said
Καλημέρα
άσχετο, αλλά για να θυμηθούμε την αξία της υποστήριξης θέσεων του Δόναλδ από «ακατανόμαστους» κύκλους και τα επιτελεία τους 🙂 🙂

Βαριά ήττα για τον Τραμπ…
sarant said
121 O ΝΣ για την ακρίβεια 🙂
Κνικάτος ή κνηκάτος είναι ο βαμμένος με κνίκο (ή κνήκο), ο κόκκινος.
Αγγελος said
Απίστευτος ο ρεπόρτερ του 114. Αλλά οφείλω να ομολογήσω πως μόνο στην τρίτη ή τέτερτη επανάληψη πρόσεξα τι ακριβώς ρωτούσε!
Πλάκα-πλάκα, η ερώτηση «τι θα γινόταν αν ο Μεταξάς είχε πει Ναι;» έχει πάντως κουβεντολογικό ενδιαφέρον. Θα είχαμε γνωρίσει, στις αρχές τουλάχιστον, πολύ ηπιότερη κατοχή, όπως περίπου η Δανία. Θα είχαν βομβαρδίσει βέβαια οι Αγγλοι τον Πειραιά, αλλά μήπως δεν το έκαναν; Μετά τη μεταστροφή της Ιταλίας όμως, θα μας είχε πάρει ο διάολος, όπως έγινε στη Σάμο και στα Δωδεκάνησα — θα είχαμε πιθανόν ζήσει αγγλογερμανικό πόλεμο στο έδαφός μας, ίσως συνοδευόμενο και από εμφύλιο πόλεμο…
Πέπε said
@114:
Στις εικοστής πέμπτη (καμιά δεκαριά φορές)
Ή μήπως λέει «στις εικοστρείς (Πέμπτη) Μαρτίου», και είναι κι αυτό μέρος της παγίδας;
Δημήτρης Μαρτῖνος said
@124. Πολὺ ἐνδιαφέροντα αὐτὰ ποὺ λὲς Ἄγγελε (χρόνια πολλὰ ἄν γιορτάζεις σήμερα, ὅπως καὶ σ’ ὅλους/ὅλες ποὺ γιορτάζουν). Βέβαια μὲ ἄν δὲν (ξανα)γράφεται ἡ Ἱστορία. Ἔχει ὅμως «κουβεντολογικὸ ἐνδιαφέρον», ὄπως εὔστοχα λὲς.
Μὲ κίνδυνο νὰ χαρακτηριστῶ ἠττοπαθὴς ἤ καὶ τίποτα χειρότερο, θὰ ἔλεγα πὼς μᾶλλον δὲ θὰ παθαίναμε περισσσότερα ἀπ’ ὅ,τι πάθαμε. Γιατὶ θὰ εἴχαμε ἀποφύγει τὴν αἰματοχυσία τοῦ ἑλληνοϊταλικοῦ καὶ τοῦ ἑλληνογερμανικοῦ πολέμου ποὺ μᾶλλον ἧταν μεγαλύτερη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ πιθανὸν θὰ δημιουργοῦσε ἕνας ἀγγλογερμανικὸς πόλεμος στὸ ἔδαφός μας. Τὸν ἐμφύλιο ἔτσι κι ἀλλιῶς δὲν τὸν ἀποφύγαμε κι ὅπως λὲς πιθανὸν ἡ Κατοχὴ νὰ ἦταν πιὸ ἤπια.
Pedis said
Μὲ κίνδυνο νὰ χαρακτηριστῶ ἠττοπαθὴς ἤ καὶ τίποτα χειρότερο …
δεν υπάρχει κίνδυνος …
χαχα
Ριβαλντίνιο said
Το ότι δεν θα είχαμε πάρει τα Δωδεκάνησα δεν σας ανησυχεί ; Το ότι μπορεί να χάναμε μέρος της Μακεδονίας επίσης ;
Νίκος Μαστρακούλης said
124, 126: Κάτι είχε πει γι’ αυτό κι ο Μάνος.
sarant said
124-126 Πάντως δεν θα περνούσαν έτσι αβλαβώς και απλώς οι Ιταλοί. Πολύ γρήγορα θα είχαμε πολύ πιο δυσάρεστες εξελίξεις -και εδαφικές όπως έδειξε η πείρα του πρώτου πολέμου. Και τίποτα δεν λέει ότι θα γλιτώναμε π.χ. τη μεγάληπείνα του 1941.
Georgios Bartzoudis said
Αιωνία η μνήμη του παππού!