Από τον μπαμπακόσπορο στα γκαφρά: οι 50 αποχρώσεις των χρημάτων
Posted by sarant στο 5 Οκτωβρίου, 2018
Το σημερινό άρθρο ξεπήδησε από μια συζήτηση στην ομάδα Υπογλώσσια του Φέισμπουκ, στην οποία έγινε λόγος για τους πάμπολλούς τρόπους που έχουμε στη γλώσσα μας για να αναφερθούμε στα χρήματα.
Σκέφτηκα λοιπόν να μαζέψω εδώ όσα ακούστηκαν σε εκείνη τη συζήτηση, σχολιασμένα, να εμπλουτίσω και τον κατάλογο (άντλησα πολύ υλικό από το slang.gr), και βέβαια να σας καλέσω να προσθέσετε κι εσείς τον… οβολό σας. Κάτι ανάλογο, θυμίζω, είχαμε κάνει σχετικά πρόσφατα με τις εκφράσεις για το μεθύσι, οπότε είχαμε δει τις 50 αποχρώσεις της μέθης.
Βέβαια, στο ιστολόγιο έχουμε επανειλημμένα αναφερθεί στα συνώνυμα των χρημάτων. Ξεσηκώνω μια παράγραφο από παλιό μου άρθρο:
Διότι βέβαια, όταν ο Δημοσθένης φώναζε στην εκκλησία του δήμου: «δει δε χρημάτων και άνευ τούτων ουδέν εστι γενέσθαι των δεόντων» δεν εννοούσε τα πράγματα, ούτε τα χρειώδη, αλλά ειδικώς εννοούσε τα χρήματα: τα λεφτά, τα νομίσματα, τη μονέδα, τα όβολα, τους παράδες, τα γρόσια, τα άσπρα, τα πεκούνια, τα στάμενα· τα τάλιρα, τα φράγκα, τα μπικικίνια, τα ψιλά, τα λιανά, το μαρούλι, το χαρτί, το μαλλί, το μπαγιόκο, το παραδάκι, το αρζάν· τα δίφραγκα, τα καπίκια, τα μπακίρια, το καύσιμο, το μπερντέ, τα γκαφρά, τα πετσετάκια, τα ευρώπουλα, για να κάνουμε μια κάθε άλλο παρά εξαντλητική καταγραφή διάφορων ονομασιών -και ελπίζω να μη με θεωρήσετε ασεβή που κόλλησα πλάι στους αρχαίους μας προγόνους τις αργκοτικές ονομασίες της τρέχουσας επικαιρότητας, που ασφαλώς μερικές θα αποδειχτούν εφήμερες και θα ξεχαστούν σε μερικές δεκαετίες, όπως έχει σχεδόν ξεχαστεί σήμερα ο «μπαμπακόσπορος» τον οποίο απαιτούσαν οι ήρωες των Χαλασοχώρηδων του Παπαδιαμάντη για να πουλήσουν την ψήφο τους.
Εδώ θα αναφέρουμε περισσότερες ακόμα ονομασίες, με κάποιον σχολιασμό σε ορισμένες περιπτώσεις. Καλείστε να συμπληρώσετε τον κατάλογο. Για να πάρουμε μπρος, βάζω ένα τραγούδι του Σταμάτη Κραουνάκη (δικοί του και οι στίχοι) πολύ σχετικό με το θέμα μας, Τα λεφτά:
Λοιπόν, σε αλφαβητική σειρά:
- αργύρια
- Αργύρης, ο [και ο Αργύρης είναι άρρωστος = δεν έχω λεφτά]
- αρζάν [από το γαλλ. argent. Θυμηθείτε και το άσμα.
- άσπρα [Από το λατινικό asper = τραχύς· έτσι ονομάστηκαν αρχικώς τα νεόκοπα νομίσματα, Δεν είναι πολύ γνωστό, αλλά και η λέξη «άσπρος» (λευκός) από τα άσπρα προήλθε. Και η παροιμία, Έχεις άσπρα, έχεις άστρα.]
- βιολετέρα [Στα καλιαρντά]
- βοτάνι [Του Παπαδιαμάντη από τους Χαλασοχώρηδες: Χρειάζεται και λιγάκι βοτάνι]
- γιατρός [Το δεκαχίλιαρο δραχμές, που είχε πάνω τον Παπανικολάου]
- γιοφύρια [Τα χαρτονομίσματα του ευρώ, επειδή έχουν απεικονίσεις γεφυρών]
- γιούρια, τα [Ειδικά για τα ευρώ, αλλά μπορεί και να γενικευτεί κατά συνεκδοχή]
- γκαφρά [Στα ποδανά]
- γρόσια
- δίφραγκα
- ευρώπουλα
- ζεστό
- καπίκια
- κασέρι [ίσως από το cash]
- καύσιμο
- καφετιά [Τα χιλιόδραχμα είχαν χρώμα καφέ]
- κίτρινα [Τα διακοσάευρα]
- Κολοκοτρώνηδες [Τα πεντοχίλιαρα είχαν επάνω τον Κολοκοτρώνη]
- κομπόδεμα
- κουκουλόσπορος [Στους Χαλασοχώρηδες, βλ. μπαμπακόσπορος]
- κούτσουρο, κουτσουράκι [Το τάλίρο στον Τσιφόρο]
- λ7 [Ιντερνετική συντομογραφία για τα λεφτά]
- λαλάκια [Πατρινός ιδιωματισμός]
- λεκ [Το νόμισμα της Αλβανίας. Κατά το slang.gr χρησιμοποιείται συνεκδοχικά]
- λεφτά
- λιανά, λιανώματα
- λιμοκοντόροι [παλιός όρος για τα χάρτινα μονόδραχμα και δίδραχμα. Αλλά στον Τσιφόρο λιμοκοντοράκι είναι το πενηντάρικο]
- λιρόνια
- μαϊδί [Δωδεκανησιακό]
- μαϊντανός [Ίσως λόγω χρώματος]
- μαλλί [Και η έκφραση: Πόσο πάει το μαλλί;]
- μαμαλίγκα [Αρχική σημασία, ο χυλός από καλαμπόκι. Μεταφορικά, τα λεφτά]
- μάμαλο, το [Βλ. και slang.gr]
- μάνεϊ [money]
- μαρούλι, μαρουλάκι
- μασούρι
- ματαχρή, μαχρή [ποδανά]
- μεταλίκια
- μετρητά
- μονέδα
- μουρμούρια [Τα λεφτά, ιδίως χαρτονομίσματα]
- μπαγιόκο [Έχουμε και άρθρο]
- μπακίρια
- μπαμπακόσπορος [ή βαμβακόσπορος, από τους Χαλασοχώρηδες του Παπαδιαμάντη]
- μπερντέ [Ξεκίνησε από τα καλιαρντά και πέρασε στη γενική αργκό. Ετυμολογικά δεν έχει σχέση με τον μπερντέ αλλά προέρχεται από τα τούρκικα ποδανά, όπως λέμε εδώ]
- μπικικίνια
- μπουμπουλίνες [Τα χιλιάρικα, επειδή είχαν κάποτε πάνω μία γυναίκα με τοπική ενδυμασία που ονομάστηκε Μπουμπουλίνα αν και δεν ήταν η ηρωίδα του 1821]
- μύρια [τα εκατομμύρια]
- νομίσματα
- ντουλά ή τουλά, τα [Καλιαρντά, αρχικά σήμαινε τα τάλιρα και γενικεύτηκε στα λεφτά]
- όβολα
- οβολός
- οικονομίες
- οποία, τα [Καλιαρντά]
- παλαβομύρια [Για ιλιγγιώδη χρηματικά ποσά, πάρα πολλά λεφτά]
- παππούς [το κατοστάρικο, τον καιρό της δραχμής]
- παράς, παράδες, παραδάκι
- παστάλι [στοίβα χαρτονομισμάτων]
- πεκούνια, τα [λατινικής αρχής]
- πετσετάκια [Και το πασίγνωστο άσμα της Γλυκερίας]
- πράσινα [Λόγω του χρώματος πολλών χαρτονομισμάτων]
- ρευστό
- ριάλια [Κυπριακό]
- σταλό, σταλός [Στα τσιγγάνικα, λέει]
- στάμενα, τα [Τα ιστάμενα, βυζαντινό. Πρβλ και τον στίχο του Πτωχοπρόδρομου: Απλώνω εις το περσίκιν μου, γυρευω το πουγκίν μου / δια στάμενον το ψηλαφώ, κι αυτό γέμει χαρτία.]
- τάλιρα, τάλαρα [Δείτε και το ποίημα του Λασκαράτου]
- τούβλο
- τράχωμα [Προίκα σε μετρητά και συνεκδοχικά τα μετρητά, Χαλασοχώρηδες]
- φανταστικομύρια [Από το Μικιμάους. Βλ. και παλαβομύρια]
- φλουριά
- φράγκα
- φρέσκο [το χρήμα]
- φταλέ [Στα ποδανά]
- χαρτί
- χαρτζιλίκι
- χαρτούρα
- χήνες [Τα χιλιάρικα της δραχμής, μάλλον επειδή αρχίζουν από Χ]
- χρήματα
- ψιλά
- ψιλικό οξύ
- ωχρές [Ειδικά οι χρυσές λίρες]
Είπα για 50 αποχρώσεις στον τίτλο, αλλά τελικά βγήκαν πάνω από 80 και δεν υπάρχει αμφιβολία πως κι εσείς θα προσθέσετε κι άλλους όρους. Βέβαια, κάποιοι θα έχουν ενστάσεις για κάποιους όρους, ότι δεν αναφέρονται στα λεφτά γενικώς αλλά σε συγκεκριμένα νομίσματα. Όμως υπάρχει και η συνεκδοχή.
Περιμένω λοιπόν τις δικές σας συμπληρώσεις!
Γς said
Καλημέρα
Νέο Kid said
Σελίνια , κυπριακό.
Αὐγουστῖνος said
Καλημέρα. Νομίζω ὅτι λείπουνε τὰ πάμπερς, ποὺ ἦταν πολὺ τῆς μόδας περὶ τὰ τέλη τῶν ὀγδόνταζ…
B. said
Λάχανα δεν έχει; Κάτω στα λεμονάδικα έγινε φασαρία…
Γς said
Κανένα δεν έχει περάσει στα ελληνικά από τα γαλλικά pognon, fric, rond , thyne, galette κλπ.
Μόνο το αρζάν που δεν είναι και αργκό.
Πως κι έτσι;
Le Coeur Gothique said
Καλημέρα σας.
«Δεν είναι πολύ γνωστό, αλλά και η λέξη «άσπρος» (λευκός) από τα άσπρα προήλθε. Και η παροιμία, Έχεις άσπρα, έχεις άστρα.»
Επίσης «Τ’άσπρα πουλήσαν το Χριστό, τ’άσπρα πουλούν και σένα.» από το δημοτικό τραγούδι «Τής Πάργας».
Επίσης (ξανά-μανά) «φορτωμένος» και «πακέττο» για τον παραλή. Οι παράδες γίνονται ενίοτε και θηλυκού γένους, ιδιαίτερα στην αιτιατική πληθυντικού όπου στα μέρη μου δεν είναι σπάνιο ν’ακούσει κανείς να λένε «τις παράδες».
ΓιώργοςΜ said
Η Μπουμπουλίνα δεν ήταν στο πενηντάρικο;
Θυμήθηκα την πλάκα που κάναμε πιτσιρικάδες, ίσως κοροϊδεύοντας τα μασονικά σύμβολα που λεγόταν πως είχαν τα φρέσκα τότε χαρτονομίσματα:
-Να σου δείξω πού έχει τσόντα στο πενηντάρικο;
-Πού;
-Να, εδώ, φαίνεται το περίγραμμα από τα βυζιά της Μπουμουλίνας.
-Ε, τσόντα είναι αυτό;
-Με ένα πενηντάρικο τι τσόντα περίμενες;
Δύτης των νιπτήρων said
Από τα άσπρα, όταν η λέξη είχε πάρει πια τη σημασία «λευκά», και οι οθωμανικοί ακτσέδες (akçe που σημαίνει, ας πούμε, «ασπρούλι»). Ενώ το γρόσι (guruş) βγαίνει από το αντίστοιχο αυστριακό groschen.
Le Coeur Gothique said
Τώρα θυμήθηκα επίσης ότι οι «χήνες» απαντώνται και ως «χηνόπουλα» ή «χηνάρια».
Δύτης των νιπτήρων said
7 Μασονικά σύμβολα είχε λέει το πεντακοσάρικο (Καποδίστριας, στοά της Κέρκυρας, ένα άστρο του Δαβίδ και ένας ουροβόρος όφις). Μεγάλη αποκάλυψη της Ελευθεροτυπίας σε μια παράξενη περίοδό της «αποκαλυπτικών ρεπορτάζ» κάπου γύρω στο ’85 🙂
Αὐγουστῖνος said
Ἔ, καλά, ἀγαπητὴ Γοτθικὴ Καρδιά. Δὲν γνωρίζω τὸν τόπο καταγωγῆς σας, ἀλλά – καὶ μὲ τὸ συμπάθιο δηλαδή – ἐδῶ ἐκθηλύζεται (πᾶμε γιὰ τὰ ἑφτάμιση ἑκατομμύρια!) ἡ Μήτσους, οἱ παρᾶδες θὰ ξέφευγαν;
Τσούρης Βασίλειος said
Καλημέρα
Προίκα σε μετρητά και ζώα:
Τ΄χάλεψαν (στον πατέρα της υποψήφιας νύφης) 30 κολοβές (χρυσές λίρες) κι εξήντα μακρυνούρες (προβατίνες)…
Δύτης των νιπτήρων said
4 Λάχανα, νομίζω (αλλά δεν είμαι καθόλου σίγουρος), ήταν τα πορτοφόλια.
Γς said
6:
Άσπρα.
Υπάρχει και στα γαλλικά: blanc
Θα μου πείτε ότι τα λένε και μπλέ στα γαλλικά.
Πλάκα κάνω δεν τα λένε bleu, αλλά blé, σιτάρι
antonislaw said
Καλημέρα σας! πολύ ωραίο άρθρο για μια ακόμα φορά και χρήσιμο!
Θα ήθελα να καταθέσω μια λέξη για τα κέρματα εκατόδραχμα της δεκαετίας του 90 με τον Μεγαλέξαντρο.
Θυμάμαι στα καφενεία να το αποκαλούν «Γκλιγκόροφ», πάρε ένα Γκλιγκόροφ, προφανώς λόγω του ότι τότε ξυπνούσε το Μακεδονικό Ζήτημα μετά την ανατροπή (κατά το ΚΚΕ) ή την πτώση (από τους άλλου και γενικά) των καθεστώτων του υπαρκτού (κατά το ΚΚΕ)Σοσιαλισμού ή του ανατολικού μπλοκ-παραπετάσματος (κατά τους άλλους) .
Θα ήθελα να σχολιάσει κάποιος αν το έχει ακούσει. (Η μαρτυρία είναι από καφενεία της Κρήτης)
Πάνος με πεζά said
Βρε, ας το’ χαμε, κι όπως να »ναι τα λέγαμε…
(Κι αυτό παλιό ραμόνι μου, άκουγα «Ε ρε και να’ χαμε, το χρήμα Μαίρη να’ χαμε…»
Καλημέρες !
sarant said
Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!
4-13 Κι εγώ έτσι νομίζω, λάχανα τα πορτοφόλια
5 Η αργκό δεν περνάει σε ξένη γλώσσα εύκολα, μόνο όταν υπάρχει άμεση επαφή πχ στην Πόλη
9 Χηνάρι πάντως είναι και το Χ στο προπό-στοίχημα
12 Καλό!
Nikos Larissis said
σέντσια Νίκο
Γς said
Ντάξει, λ αμούρ ε μπλε
Corto said
Καλημέρα!
Γαζέτα
Γς said
19->14
Τσούρης Βασίλειος said
Στα μαστορκά κράνια τα λεφτά
Και να ρωτάνε το Σάββατο το μεσημέρι τα μαστορόπουλα το μάστορα αν κράνιασε ο νοικοκύρης….
ΓιώργοςΜ said
13 Ναι, λάχανο ή παντόφλα (Τσιφόρος)
Θυμάμαι επίσης για κάποιο λόγο και τον τίτλο του ευθυμογραφήματος «Βικτωρία η ωχρά», από τα «Παιδιά της πιάτσας» (αν διάβαζα τα μαθήματά μου όσες φορές έχω διαβάσει τον Τσιφόρο, τώρα θα δίδασκα στο Χάρβαρντ…). Βικτωρία ήταν μία εκδοχή της χρυσής λίρας, υπήρχαν και παλιότερες νομίζω (Γεώργιος;), άρα δεν εννοείται πάντα η λίρα, ενδεχομένως μόνο η συγκεκριμένη κοπή σε κάποια κείμενα.
antonislaw said
Είναι και το φως, κυρίως στην έκφραση (από τη χαρτοπαιξία ή τους παπατζήδες ίσως), «θέλω να δω φως=δηλαδή να δω τα λεφτά σου που παίζεις» και αντιστοίχως «δεν βλέπω φως=δεν βλέπω τα λεφτά σου»
Γκουγκλίζοντας το είδα και σε μία δημοσίευση στη φράση «δεν είδα φως στο λογαριασμό μου=δεν μπήκαν τα λεφτά»
http://www.fpress.gr/asfalisi/story/22256/des-an-mpikan-simera-xrimata-sto-logariasmo-soy-apo-merisma
Corto said
Και λιλιά
Έχεις λιλιά; Έχεις λαλιά
gpointofview said
Το παλιό καφέ χιλάρικο με την μάχη της Ισσού λεγότανε και μεγαλέξαντρος
Πάνος με πεζά said
Νομίζω ότι χρησιμοποιούμε και το «ψωροδεκάρες» : Έχω κάτι ψωροδεκάρες στην άκρη…
gpointofview said
Επίσης, λάδι, λάδωμα για δωροδοκίες…
cronopiusa said
Καλή σας μέρα!
antonislaw said
Νομίζω ξεχάσαμε και τα «χοντρά», που είναι κυρίως στη φράση «χαλάω χοντρά» σε αντίθεση με τα «ψιλά» λεφτά, που ήταν δουλειά κυρίως περιπτεράδων.
https://www.tovima.gr/2010/07/04/society/apo-peripteras-ksenagos-kai-psyxanalytis/
gpointofview said
Μερικοί τζογαδόροι αποκαλούσαν γαλότσα το ύψος του λογαριασμού στην τράπεζα
Alexis said
Καλημέρα.
«Χαρτί» έχω ακούσει παλιά (επί δραχμής βέβαια) να λένε το εκατομμύριο:
«Αυτός κονομάει ένα χαρτί το μήνα (ένα εκατομμύριο)»
«Τα τάλαρα παντρεύουν τ’ άλαλα» (λαϊκή παροιμία)
Πάνος με πεζά said
«Χαρτί» παλιά λεγόταν το εκατομμύριο : δέκα χαρτιά το πήρε το αμάξι !
gpointofview said
Και μια αμερικάνικη έκφραση
LandS said
Τα λιριά τα έχει ακούσει κάνας άλλος;
Δεν το έχω δει γραμμένο και μόνο από συγγενείς το έχω ακούσει.
Γς said
ωχ, μωρέ
Τι να τα κάνεις τα λεφτά άμα δεν έχεις φράγκο
Μαζί τα φάγαμε
Λεφτά υπάρχουν
Και το δικό μου:
https://caktos.blogspot.com/2015/07/blog-post_17.html
[Σβήστηκε ένας κώλος]
[για να μην ξεχνιόμαστε]
Τίτος Χριστοδούλου said
2. Εξ ού και οι σελινόδοντες, οι κοπτήρες οδόντες των σαρκοβόρων; Αστειεύομαι, βέβαια.
Πάνος με πεζά said
«Πιστόλι», «πιστολιάζω», σημαίνει φεύγω δίχως να πληρώσω, κλέβω το λογαριασμό (είναι η μικρότερη κλίμακα από το κανόνι). Δηλ. αν κάποιος μαγαζάτορας πει «μου έχει ρίξει τρία πιστόλια» εννοεί έφυγε τρεις φορές χωρίς να πληρώσει, μου χρωστάει τρεις λογαριασμούς.
Τίτος Χριστοδούλου said
62. Pecunia, τα οποία non ollet, δεν βρωμούν, ως υπέδειξε στον υιόν Τίτον ο φορομπήκτης και των ουρητηρίων Βεσπασιανός. Εξαίρετο το λεξιλογικό απάνθισμα, το ηλεκτρονικό χρήμα δεν έδωσε την δική του αργκώ;
sarant said
36 Γς, σε έχω παρακαλέσει κατ’ επανάληψη να μη βάζεις γυμνές φωτογραφίες. Σε έχουν παρακαλέσει και άλλοι. Εσύ θέλεις το ιστολόγιο μόνο για να βγάζεις την τσουτσού σου και να λαντουράς. Δεν ξαναγράφεις ως το τέλος Οκτωβρίου.
Πάνος με πεζά said
Επίσης κατά το «πόσο πήγε το μαλλί», σε απρόβλεπτες καταστάσεις χρησιμοποιούμε και το «φασούλι» : Έσπασαν κάτι σωλήνες του καλοριφέρ και μου βγήκε ένα φασούλι…
sarant said
Eυχαριστώ για τα νεότερα!
15 Δεν το έχω ακούσει
38 Που λέγεται και γενικότερα για την ακύρωση πχ ραντεβού, εξόδου
39 Όμως olet, παρόλο που τα καταργήσαμε 🙂
LandS said
23 Οι Γεώργιοι στις λίρες είναι μάλλον τα εγγονοδισέγγονα της Βικτώριας και όχι οι πρόγονοί της. Υπάρχουν και οι Ελισσάβετ. Τούτης δω, όχι της παρθένας (μχ)
Πάνος με πεζά said
Αλλά νομίζω ότι τα περί λογαριασμών είναι μόνα τους μια ειδική κατηγορία. Έχουν να κάνουν με χρήμα, αλλά με χρήμα που δίνουμε και όχι που παίρνουμε. Δηλ. με το μαλλί, φασούλι, λογαριασμό κλπ. θα έμπαινε και η λυπητερή.
Evan said
Στο USA τα δολλάρια τα λέγαμε «ντολόρες» (μισό ισπανιστί, μισό γρηνγκλιστί).
Το «κασέρι» είναι σίγουρα από το cash. ‘Ετσι το λένε μεταξύ τους οι τραπεζικοί.
Παναγιώτης Κ. said
«Φορεί κούλια» Έχει χρήματα.(Στα κουδαρίτικα)
«Έχεις γρόσια έχεις γλώσσα»
antonislaw said
Είναι και ο μπεζαχτάς, που σημαίνει βέβαια ταμείο αλλά μετωνυμικά, που γράφουν και στο σλαγκ, είναι και τα χρήματα, τα φράγκα γενικά.
https://www.slang.gr/lemma/12007-mpezaxtas
Παναγιώτης Κ. said
Και γνωστό λάδωμα που σημαίνει χρηματισμός.
sarant said
45-46 Ενδιαφέρον
Evan said
Έχω ακούσει και το «τα’ φερες τα ρούβλια;» (συνοδεύει συνεπώς τα καπίκια στη λίστα), όπως και το παρατσούκλι «ρούβλιας» για τον λεφτά. Ίσως ήταν σχήμα κατ ‘ευφημισμόν, ίσως απόηχος των παλαιών κραταιών αυτοκρατορικών ρουβλιών.
Παναγιώτης Κ. said
Το πουγκί το αναφέραμε;
antonislaw said
38, 42 για το «μ-πιστόλι» και το «μπιστόλιασμα»
Το άκουσα χθες και στη δουλειά μου όταν μία υπάλληλος έφυγε μία ώρα νωρίτερα χωρίς να ενημέρωσει σχετικώς.
«Πω πω μπιστόλι», ειπώθηκε
Πάνος με πεζά said
Η μπάνκα, η τράπεζα βεβαίως αλλά κατ’ επέκταση και το χρήμα. (Σήκωσε όλη τη μπάνκα).
sarant said
50 Τα καπίκια όμως τα έχουμε στην πρέφα
Ενα σχόλιο απο αποκλεισμένο σχολιαστή, ίσως είναι χρήσιμο:
Σκαρόλε
Τα λεφτά στην ιταλική αργκό.
Το λένε οι μαφιόζοι στην Αμερική αλλά κι ο κόσμος στην Νέα Υόρκη [Στέιτεν Αϊλαντ και στο Νιου Τζέρσι]
cronopiusa said
Σχηματική αναπαράσταση της πώλησης Short σε 2 βήματα. Ο πωλητής short δανείζεται τα χρεόγραφα τα οποία πουλάει αμέσως. Αργότερα περιμένει ελπίζοντας η τιμή των χρεογράφων να πέσει, για να τα αγοράσει και να τα επιστρέψει στον δανειστή.
Ανδρέας Τ said
Λέγαμε και ιταλικές υπονοώντας τις χρυσές λίρες που είχε βγάλει η Ιταλία επί Μουσολίνι.
sarant said
56 Δεν το ήξερα αυτό.
Για τυχόν απορίες σχετικά με αποκλεισμούς σχολιαστών, δείτε τα σχόλια 36 και 40.
Triant said
Καλημέρα.
Λαντουράς;;;
Μαστόρια στον Πειραιά (παρόντος του πελάτη) ‘κατσαβίδι’. Μάστορα, εντάξει το κατσαβίδι;
sarant said
58
https://www.periergos.gr/erotiseis/ti-simainei-i-leksi-lantoyro
(Το έχουν πάρει από τις Λέξεις που χάνονται)
Georgios Bartzoudis said
«…μαϊντανός [Ίσως λόγω χρώματος]…»
# Τι να κάνω; Επανέρχομαι. Το φυτό τούτο λέγεται Μακεδονιστί «μακεδονήσι» και δεν σημαίνει τίποτα άλλο παρά αρτυματικόν τι βότανον!
25, Corto said: « Και λιλιά. Έχεις λιλιά; Έχεις λαλιά»
# Ναι. Έτσι (λιλί) λέγεται στα μωρουδίστικα μακεδονικά το κέρμα (όπως επίσης τσιτσί=κρέας, μπου=νερό, μαμ=φαγητό, μαμά-ψωμί, νάνι=ύπνος, άτα=βόλτα, ώχα=πληγή, τζιν=αιχμηρό, τζις=καυτό κλπ, κλπ).
Κάπου στον Έβρο υπάρχουν τα χωριά Λιλί και Κωστί (άτινα, χαμουτσιδώς λέγονται Ασημένιο και Σοφικό).
cronopiusa said
Οι μαντινάδες και οι στίχοι που στείλατε με τη λέξη λαντουρώ της Κατερίνας Βοτζάκη
NIKOS NIKOS said
@ 57 δεν καταλαβαίνω γιατί κόπηκε το σχόλιο μου. Δεν έχει καμιά σχέση. Επίσης εδώ και καιρό δεν λειτουργεί η ειδοποίηση μέσω mail σχολίων.
Ευχαριστώ!
NIKOS NIKOS said
ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΧΡΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. ΚΡΑΤΑΕΙ ΧΡΟΝΙΑ ΑΥΤΗ Η ΚΟΛΟΝΙΑ!
sarant said
62 Το σχόλιό σου το κράτησε η σπαμοπαγίδα επειδή είχε πολλά λινκ στις εικόνες. Το ελευθέρωσα.
Corto said
60 (Georgios Bartzoudis):
Ενδιαφέρον, δεν το ήξερα ως «μωρουδίστικη» λέξη, αλλά ως γενικότερα λαϊκή.
Corto said
Ας προστεθεί στον κατάλογο και η μπαγκανότα.
Πέπε said
> > μαϊδί (12νησα):
και μαΐ, με πληθυντικό μαϊδιά
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
-Μαρουλόφυλλα τα πεντοχίλιαρα επί δραχμής (πιθανόν και λαχανόφυλλα)
-πεκούνια λέει ο πατέρας μου – μάλλον του έμειναν από τους Ιταλούς στην Κατοχή
-Κατοχικά (χωρίς άλλο προσδιορισμό) για χρήματα χωρίς αξία
-φράγκουλα και, αντί φράγκα
Le Coeur Gothique said
17) «Χηνάρι πάντως είναι και το Χ στο προπό-στοίχημα»
Δηλώνω παντελώς άσχετος με τα τού μοντέρνου ποδοσφαίρου. Πρέπει όμως να είναι σχετικά πρόσφατος όρος καθώς στις δεκαετίες τού ’70 και τού ’80 δεν τον είχα ακούσει ποτέ.
«Κοκκοράκια» τα χρυσά γαλλικά εικοσόφραγκα των αρχών τού περασμένου αιώνα. Το άκουγα να λέγεται συχνά στην χαρτοπαικτική λέσχη που διατηρούσε στην Θεσσαλονίκη [Εντάξει Αυγουστίνε;] ο παππούς μου, όπου ουκ ολίγες φορές οι χαμένοι πλήρωναν ενίοτε και με χρυσά νομίσματα.
Όσο για τα «λάχανα» έχετε δίκιο. Εξ ου και ο χαρακτηρισμός «λαχανάς» για τους πορτοφολάδες στην Βόρεια τουλάχιστον Ελλάδα.
Evan said
56. Ναι, η γιαγιά μου πούλησε κτήματα μετά την κατοχή και μου είχε πει ότι ζήτησε τα χρήματα σε λίρες αγγλικές και ΟΧΙ ιταλικές. Κυκλοφορούσαν και οι ιταλικές τότε. Προφανώς έγινε εισαγωγή τους μαζί με τα στρατεύματα κατοχής και μετά έμειναν στην αγορά.
Katsoyannou said
Μα τι ωραίο άρθρο, ενθουσιάστηκα! Θα μπορούσαμε να έχουμε και νέο κατάλογο με τις προσθήκες από τα σχόλια;
sarant said
67 Ποια να είναι άραγε η ετυμολογία του;
sarant said
71 Μακάρι ν’ αξιωθώ να το φτιάξω
Άρης Γαβριηλίδης said
1. Λεφτούλια («να βγάλουμε λεφτούλια» έχω ακούσει)
2. Εκατόμπαλο (εκατό εκατομμύρια)
3. Πορτοφόλι («Η δύναμη στον άνθρωπο είναι το πορτοφόλι» τραγουδάει ο Μάρκος https://www.youtube.com/watch?v=GqnrdU568Yk
4. Φακελάκι (κυρίως ιατρικός, αλλά όχι μόνον, όρος)
5. Καφές (επί χρηματισμού ή μικρή ανταμοιβή)
6. Δολάριο (ή ευρώ). Οι τραπεζικοί υπάλληλοι που διεξάγουν τις διεθνείς συναλλαγές νομισμάτων, για ευκολία τους, στην jargon, λέγοντας πέντε δολάρια εννοούν πέντε εκατομμύρια δολάρια.
maderius said
Οι γονεις μου οταν μιλουσαν καραμανλιδικα για να μην τους καταλαβαινουν λεγανε τα λεφτα φακουδια
maderius said
Για λιγο λογω τραγουδιου (γλυκερια)
Λεγανε τα πεντοχιλιαρα πετσετακια
maderius said
56,70
οι λιρες ιταλικες αναφερονται και στη ταινια με τον Χορν σαν χαμηλοτερης αξιας
Νέο Kid said
Όπως μας έχει διδάξει κι ο θρυλικός Νονός , προπολεμικά οι Ιταλοί της Λιτλ Ιταλυ στο Αμέρικα λέγανε τα δολάρια «σκούντι»
Alekos81 said
Σάλιο;
Συνήθως προηγείται το «Δεν υπάρχει»
LandS said
57 για 56
Ω ναι. Νομίζω ότι κάπου το λέει και ο Τσιφόρος.
spiridione said
Να βάλω εδώ ένα παλιό σχόλιο μου που γράφω κάποια πράγματα γλωσσολογικά από το βιβλίο της Λιάτα «Φλωρία δεκατέσσερα στένουν γρόσια σαράντα» μαζί με κάποιες σκέψεις δικές μου:
Υπάρχει μια κατηγορία λέξεων που δηλώνουν τη γενική έννοια του χρήματος, οι οποίες έχουν χρησιμοποιηθεί και για να δηλώσουν ένα συγκεκριμένο, πραγματικό νόμισμα. Το ενδιαφέρον είναι ότι πολύ σπάνια θα βρούμε τέτοιες λέξεις που να έχουν χρησιμοποιηθεί για ισχυρά, «γερά» νομίσματα, όπως, ας πούμε, φλωριά, υπέρπυρα, λίρες, δουκάτα, τσεκίνια (ενετικές χρυσές λίρες, πολύ δημοφιλές νόμισμα) κλπ. Αντίθετα, συνήθως χρησιμοποιούνται για τον σκοπό αυτόν λέξεις που δηλώνουν μικρότερης αξίας νομίσματα, ή νομίσματα που έχουν χάσει την αξία τους.
Πράγματι, υπάρχουν περιπτώσεις που πραγματικά νομίσματα, κυρίως τα μικρά, ωστόσο μεγάλης διάθεσης ή «εθνικά» νομίσματα, καταλήγουν απλές λογιστικές μονάδες, βάσει των οποίων γίνονται οι υπολογισμοί στις δοσοληψίες ενώ η πληρωμή ορίζεται ότι θα γίνει στην αντίστοιχη αξία άλλου, ισχυρού, νομίσματος και, που, από κάποια στιγμή και ύστερα, μπορεί να χρησιμοποιούνται και/ή μόνο με τη γενική σημασία του χρήματος. Η μετάπτωση από το πραγματικό στη θέση του απλού λογιστικού νομίσματος και σ’ αυτή του χρήματος γενικά οφείλεται στον ξεπεσμό της πραγματικής του αξίας και στην αρνητική στάση του κοινού απέναντί του, οπότε αυτόματα περιορίζεται σε μία κωδική και μόνο λειτουργία. Όσο για το ποια νομίσματα περιπίπτουν από την κατάσταση του πραγματικού στην κατάσταση της απλής λογιστικής μονάδας και σ’ αυτή του χρήματος γενικά, είναι καταφανές ότι αυτά είναι κυρίως τα μικρά κέρματα, τα μικρής αξίας δηλαδή νομίσματα, που επιτελούν έναν ρυθμιστικό ή μάλλον απορρυθμιστικό ρόλο στα διάφορα νομισματικά συστήματα.
Κατά τη διάρκεια της ιστορίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, για πολλούς και διάφορους λόγους, τα εκάστοτε οθωμανικά νομίσματα χάνουν την αξία τους και καταντούν απλά λογιστικά νομίσματα, στα οποία γίνονται βέβαια οι λογαριασμοί και οι δοσοληψίες ενώ η πληρωμή ορίζεται ότι θα γίνει στο αντίστοιχο ποσό ευρωπαϊκών νομισμάτων, κυρίως δουκάτων και αργότερα τάλιρων. Από τα πρώτα ασημένια νομίσματα που κυκλοφόρησαν ήταν τα akce, δηλ. τα άσπρα ή πεγιάζια (beyaz λευκό χρώμα). Το άσπρο υπέστη τρεις διαδοχικές υποτιμήσεις τον 16ο και 17ο αιώνα, και αλλοιώσεις στο βάρος και στην καθαρότητά του. Από τα τέλη του 17ου αιώνα και μετά διατηρείται η χρήση του στις μικρές πληρωμές, μια και είναι το μοναδικό μικρής αξίας νόμισμα που μπορεί να καλύψει τον χώρο αυτόν. Λέγονται και λεπτά ή λιανά άσπρα ή απλώς λεπτά ή λιανά. Γίνεται επίσης το κατ’ εξοχήν λογιστικό νόμισμα που χρησιμοποιείται στις χρηματιστικές υποθέσεις.
Η διαρκής αλλοίωση του τίτλου και του βάρους του άσπρου και επομένως η διαρκής πτώση της τιμής του απέναντι στα χρυσά και αργυρά ξένα νομίσματα, επέβαλε την ανάγκη έκδοσης νέου αργυρού νομίσματος. Το νέο αυτό νόμισμα, μικρής αξίας αλλά ανώτερης από του άσπρου, είναι ο para (τεμάχιο), το οποίο πρέπει να εμφανίστηκε κατά τα μέσα του 17ου αιώνα και σιγά – σιγά αντικατέστησε το άσπρο στην κυκλοφορία και απετέλεσε τη βάση του οθωμανικού νομισματικού συστήματος∙ προηγουμένως είχε κυκλοφορήσει το αιγυπτιακό maidin (medino), νόμισμα τριών άσπρων, που στις ελληνικές πηγές απαντά ως μαΐδι, μαϊδί, μαγίδιον και μεδίνα. Μαΐδι επιβιώνει μέχρι σήμερα στη Σύμη ως γενική ονομασία του χρήματος, λόγω των συναλλαγών που είχαν με την Αφρική. Ο παράς, σε σχέση με τα άλλα δύο κέρματα του οθωμανικού νομισματικού συστήματος, δηλαδή το άσπρο και το γρόσι, υπέστη με αργότερους σχετικά ρυθμούς και σε μικρότερο βαθμό αλλοίωση του τίτλου του, χρησιμοποιήθηκε όμως και ως λογιστικό νόμισμα και ως συνώνυμο του χρήματος, τόσο στον ενικό του όσο και στον πληθυντικό του. Με τη χρήση του αυτή έφτασε στις μέρες μας είτε ως δηλωτικό ελάχιστης αξίας, «δεν αξίζει ένα παρά» (μπιρ-παρά υποδιαίρεση του παρά), είτε ως δηλωτικό μεγάλης περιουσίας, και το παραδάκι.
Το γρόσι (gurus) αποτελεί μίμηση των ξένων αργυρών νομισμάτων της εποχής, κυκλοφόρησε κατά τα τέλη του 17ου αιώνα και απετέλεσε τη βάση του νέου νομισματικού συστήματος, του λεγόμενου ξένου ή εμπορικού νομισματικού συστήματος. Τα πρώτα μάλιστα γρόσια ήταν «ξαναχτυπημένα» ολλανδικά τάλιρα, τα γνωστά ασλάνια (από την απεικόνιση του λιονταριού που είχαν), δημοφιλές νόμισμα της εποχής, γι’ αυτό και στις πηγές λέγονται και τουρκικά τάλιρα. Και το γρόσι έχασε σύντομα μεγάλο ποσοστό της αξίας του: σε σχέση με τα τελευταία χρόνια του 18ου αιώνα το γρόσι κατά το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης έχει χάσει περισσότερο από το μισό της αξίας του.
Στις αρχές του 19ου αιώνα κόπηκε και αργυρό νόμιμα 5 γροσίων, το μπεσλίκι (beslik), το οποίο φαίνεται ότι εκτιμούσαν ιδιαίτερα οι έμποροι της εποχής. Το νόμισμα αυτό των πέντε γροσίων, την εποχή κατά την οποία το τουρκικό γρόσι είχε εκπέσει στην τιμή του ενός σχεδόν γαλλικού φράγκου, αντιστοιχούσε προς το ευρωπαϊκό τάλιρο, και μπορεί να θεωρηθεί ως το νέο τουρκικό τάλιρο που αντικατέστησε το παλαιό γρόσι. Εδώ, μια παρένθεση: έχουμε ξανασυζητήσει το θέμα για το αξιοπερίεργο πώς συνδέθηκε στην Ελλάδα η λέξη τάλιρο με τον αριθμό πέντε (πεντάδραχμο αργότερα το τάλιρο), δεδομένου ότι η λ. τάλιρο δήλωνε μία γενική κατηγορία ασημένιων νομισμάτων και δεν είχε σχέση με τον αριθμό πέντε. Είναι δε γνωστό ότι η πρώτη οθωνική δραχμή, το 1833, υπολογίστηκε με τη λεγόμενη διατίμηση με βάση το ισπανικό τάλιρο ή δίστηλο ή κολωνάτο, σκληρό νόμισμα της εποχής, που η αντιστοιχία της δραχμής ήταν περίπου στο 1/5 αυτού. Ίσως, όμως, να είχε γίνει και νωρίτερα αυτή η σύνδεση με τον αριθμό 5 εξαιτίας του μπεσλικιού, που είδαμε ότι από τις αρχές του 19ου αιώνα ήταν το νέο τουρκικό τάλιρο, και ισοδυναμούσε με πέντε γρόσια (εξού και πεντόγροσο σε διάφορες πηγές). Κατά τη διάρκεια δε της Επανάστασης εξακολουθούσαν βεβαίως και κυκλοφορούσαν γρόσια.
Το γρόσι επίσης χρησιμοποιήθηκε από τον 18ο αιώνα ως λογιστική μονάδα, αντικαθιστώντας εν πολλοίς το άσπρο. Η Λιάτα, όμως, λέει ότι, αντίθετα με το άσπρο και τον παρά, δεν χρησιμοποιήθηκε στον πληθυντικό με την έννοια του χρήματος – θα εννοεί βέβαια μέχρι το 1821 που αφορά το βιβλίο της και προφανώς στα αρχεία που ερεύνησε. Ξέρουμε όμως ότι χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται και σήμερα το γρόσι με τη γενική σημασία του χρήματος, αλλά μήπως έγινε αυτό μετά την Επανάσταση;
Στις ενετοκρατούμενες περιοχές, παλιότερες γενικές ονομασίες του χρήματος που προέρχονταν από νομίσματα, ήτοι τα τορνέσια, τα δηνάρια, τα σολδία, και οι γαζέτες. Τα σολδία ήταν τα εικοστά της λίρας, βενετικά ή γαλλικά, που κατάντησε να χρησιμοποιείται ως δήλωση του νομίσματος γενικά, εξαιτίας της μεγάλης του κυκλοφορίας. Η γαζέτα ήταν βενετικό νόμισμα των 2 σολδίων από μίγμα, η οποία μεταπίπτει με τον καιρό, κυρίως προς το τέλος της Ενετοκρατίας, από πραγματικό σε εικονικό νόμισμα και χρησιμοποιείται με τη γενική έννοια του νομίσματος ή του χρήματος. Οι γαζέτες και τα σολδία αντικαταστάθηκαν στα Επτάνησα επί αγγλοκρατίας το 1819 από τους οβολούς, και από εκεί έχουμε τα όβολα ως γενική ονομασία χρήματος – αν και τα όβολα ως μικρά κέρματα, λεπτά, υπήρχαν στον ελληνικό χώρο από τον 18ο αιώνα τουλάχιστον, και η λ. οβολός ως γενική σημασία του χρήματος. Το σολδίο υποδιαιρείται σε 12 δηνάρια. Τα δηνάρια κόπηκαν στην αρχή από τους Γάλλους ως πραγματικά νομίσματα, σιγά – σιγά όμως υπέστησαν τέτοια αλλοίωση ώστε επί Λουδοβίκου ΙΔ’ κατάντησαν χάλκινα. Ιδιαίτερη θέση κατέλαβαν στην Ανατολή τα δηνάρια τορνέσια ή απλά τορνέσια (deniers tournois), που πρωτοκόπηκαν στην πόλη Tours της Γαλλίας. Και το δηνάριο με τον καιρό ξέπεσε και έλαβε τη σημασία του χρήματος γενικά, όπως και η λ. τορνέσιο, κυρίως στην Κρήτη.
Ο μπαγιόκος ή βαγιόκος, που επίσης αναφέρονται στις πηγές στις συναλλαγές μεταξύ Ελλήνων εμπόρων, είναι μικρής αξίας παπικό νόμισμα (1 παύλος = 10 μπαγιόκοι). Αναφέρεται ότι στα 1817, στην Κέρκυρα, η εισαγωγή μεγάλης ποσότητας του χάλκινου ουγγρικού νομίσματος kretz (βαγιόκου) δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στις συναλλαγές επειδή κυκλοφορεί σε τιμή μεγαλύτερη από την πραγματική του, γεγονός που αναγκάζει τη Γερουσία να προβεί σε λήψη μέτρων.
Στα Επτάνησα μόνο, αν δεν κάνω λάθος, η λέξη τάληρα ή μάλλον τάλαρα, πήρε τη γενική σημασία του χρήματος, π.χ. Λασκαράτος, Θεοτόκης «ανάθεμα τα τάλαρα» κλπ. Είναι μάλλον η εξαίρεση στον κανόνα, γιατί η λ. τάλιρο παραπέμπει σε καλό, ισχυρό ασημένιο ευρωπαϊκό νόμισμα. Στα Επτάνησα υπήρχε παλιά το βενετικό τάλιρο, και μετά το 1820, επί αγγλοκρατίας, έγινε επίσημο νόμισμα το ισπανικό τάλιρο ή δίστηλο ή κολωνάτο (εξαιτίας της απεικόνισης των Ηράκλειων Στηλών πάνω του). Λίγα χρόνια όμως αργότερα οι Άγγλοι εισήγαγαν δικό τους νόμισμα και καταργήθηκαν τα δίστηλα. Θα έμειναν όμως βεβαίως ως λογιστική μονάδα και έτσι ίσως εξηγείται η μετάπτωση της λέξης σε γενική ονομασία χρήματος. Και τα μπικικίνια, μικρής αξίας επίσης βενετικό νόμισμα που υπήρχε στα Επτάνησα.
Για να κλείσω και αυτό το σεντόνι, μία γλαφυρή μαρτυρία ενός Έλληνα στα Επτάνησα, που είναι ενδεικτική της νομισματικής πανσπερμίας στην περιοχή αυτή ακόμα και μετά τα μέσα του 19ου αιώνα (Πανδώρα 1867-1868):
«περιφερόμενος υπό τα παράθυρα των οικιών [της Ζακύνθου] εξ ων βλέπεις παρακύπτοντα γυναικεία πρόσωπα και γυναικείαν χείρα εξερχομένην και ρίπτουσα οβολόν, φαρδίνιον ή μπικικίνιον ή μιτσόν ή δανδολίνειον ή όπως άλλως θέλεις να ονομάσεις τα αναρίθμητα εις άκρον τετριμμένα και ακατάληπτα εκείνα νομισμάτια άτινα υπό ήττον τετριμμένην όψιν και υπό την ονομασίαν λεπτά ουδέ καν ευρίσκεις εν τη λοιπή Ελλάδι, και δι’ ων πλημμυρίζονται η τε αγορά και τα θυλάκια εν ταις ιονίοις νήσοις. Ουδαμώς περιττόν κρίνω να αναφέρω ενταύθα εν παρεκβάσει ότι κατά τας αρχάς της Ενώσεως, είς των εις Κέρκυραν αποσταλέντων ελλήνων χωροφυλάκων παρεφρόνησε, μη εννοών τον λόγον δι’ όν τόσα ακατάληπτα ονόματα εδόθησαν εις τα ιόνια νομίσματα∙ ιάθη δε μόνον αφού επανήλθεν εις τη γενέθλιον αυτού Στερεάν, μακράν της επιβλαβούς επιδράσεως των ονομάτων τούτων επί του στρατιωτικού αυτού εγκέφαλον».
http://helios-eie.ekt.gr/EIE/handle/10442/7696
sarant said
81 Ωραίο σχόλιο ήταν αυτό!
Theo said
Καλημέρα!
Το γλιτώσαμε το Νόμπελ Ειρήνης εμείς οι Μακεδόνες (Βόρειοι και Νότιοι):
Στον γυναικολόγο Ντένις Μουκουέγκε και τη νεαρή Γιαζίντι Νάντα Μουράντ το Νόμπελ Ειρήνης
Νέο Kid said
Διά τυχόν φανς του σάι-φάι και ειδικότερα της μυθολογίας Κλίνγκον, να θυμίσω τα Ταλόν (χρυσαφένια τριγωνάκια ) και τα ντάρσεκ (darsek) ,τα κλινγκονιανά μπικικίνια .
Theo said
διόρθωση:
Νάντια Μουράντ
Babis said
Εγώ λιλιά ήξερα όλα τα μπιχλιμπίδια σαν αυτά που δίνανε οι λευκοί στους ιθαγενείς.
Δύτης των νιπτήρων said
84 https://twitter.com/kperifanos/status/1047881983060312064
Theo said
Κάποτε (στα πρώτα χρόνια της Κατοχής) τα χιλιάρικα τα λέγαν και :
καταρράχτες
(Κι είναι μια πονεμένη ιστορία της οικογένειας της μητέρας μου που αποταμίευε, αρνήθηκε να αγοράσει ένα σπίτι που της πρόσφεραν στη Θεσσαλονίκη και σε δυο τρία χρόνια οι καταρράχτες τους δεν έφταναν ούτε για ν’ αγοράσουν ψωμί.)
Αὐγουστῖνος said
69: Ἐπιστροφή σὲ ὑπολογιστή, συγγνώμη γιὰ τὴν καθυστέρηση καὶ εὐχαριστῶ γιὰ τὴν ἀνταπόκριση. Τὴν ἐπὶ τὸ θηλυκώτερον ἐκδοχὴ τῶν ἀρσενικῶν ὀνομάτων τὴ θυμᾶμαι κυρίως ἀπὸ Θεσσαλία (περιοχὴ Λάρισας) καὶ ἀπὸ Αἰτωλοακαρνανία. Ἂν καὶ ἔκανα στὴ «νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ» φοιτητής, δὲν θυμᾶμαι κάτι ἀνάλογο μὲ τὸ «ἡ Μήτσους».
Καὶ ἕνα ψιλοταιριαστὸ τραγούδι ἀπ΄ τὰ παλιὰ τὰ χρόνια (παλιὰ δικά μου, ἐννοεῖται).
sarant said
88 Αχ, πολλές οικογένειες έχουν παρόμοιες ιστορίες…
mitsos said
Καλημέρα σε όλους
Να πω κι εγώ κανα δυο συνεκδοχικά που μου ήρθαν αλλά θέλει δουλειά να αποδελτιωθούν σε κείμενα.
Περιμένω πρώτα «το μπαξίσι»
Μην κάνετε τους κουτούς, «τ’ ασήμωμα» ντε!
Πώς ;»Γρηγορόσημο» ; Ρε που πέσαμε; σε πολεοδόμους ;
Α γεια σας το απαραίτητο «λαδάκι».
Εντάξει δεν είμαι γιατρός να θέλω «φακελάκι». μήτε Υποθηκοφύλαξ .
Πως το λεγε να δεις ; Όχι «λάβετε κυριε τα δέοντα και πράξατε αναλόγως» . Νομίζω «Τσάκο ρε μάγκα τα τρακό και καντηνε γαργάρα»
Κάμποσα χρόνια πριν θα καταλάβαιναν κι αν ελεγα απλά «τ ασήμι» ή «το μάλαμα» τώρα εσείς κανετε πως δεν καταλαβαίνετε;
Και να πω πως δεν έχετε » κατίτίς στην καβάντζα»…
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
67/72 >>μαϊ
κάτω λέμε μαϊλαχτά, οι μπερδεμένες συνιδιοκτησίες
Νέο Kid said
Προβληματάκι:
Δυο γειτονικά κράτη , το Γκλουπ και το Ζντουπ , έχουν εθνικά νομίσματα τα Γκλούπια και τα Ζντούπια ,αντίστοιχα.
Στο Γκλουπ 10 ζντούπια ανταλλάσσονται με 1 γκλούπι , και στο Ζντούπ 10 γκλούπια ανταλλάσσονται με 1 ζντούπι.
Μπορεί ένας πονηρός trader από το Γκλουπ να ξεκινήσει με 1 γκλούπι στην τσέπη ,και πηγαινοερχόμενος μεταξύ Γκλουπ και Ζντουπ και ανταλάσσοντας κατά το δοκούν νομίσματα , να καταλήξει με τον ίδιο αριθμό γκλουπιών και ζντουπιών στην τσέπη;
Αν ναι, με ποιον τρόπο;
Αὐγουστῖνος said
91: Ἐν τῇ παλάμῃ καὶ οὕτω βοήσομεν
gpointofview said
# 40
Προτείνω να χαρισθεί το υπόλοιπον της πονής με την εθνική γιορτή-και πινακίδες επιστρέφουνε τότε !!
spiral architect 🇰🇵 said
Καλημέρα.
Εκτός από το κασέρι έχουμε και το (μη χέσω) άυλο χρήμα· το χρήμα του χρηματιστηρίου που είναι κατά βάση αέρας, αλλά και κλωνάρια, χαλυβδόφυλλα ή μουριές (από το Μουριάδη) και μετά το κραχ έγιναν ταπετσαρία.
Η μάνα του Χωσέ δεν έκλαψε ποτέ.
(μωρέ, κλάψαν μανούλες …)
ΓιώργοςΜ said
86 Στα ποντιακά εντωμεταξύ είναι κάτι άλλο το λιλί(ν) 🙂
Νέο Kid said
93. Οι μετακινήσεις μεταξύ των Γκλουπ και Ζντουπ είναι ελεύθερες , όπως και οι ανταλλαγές κκαι των δυο νομισμάτων , πάντα με την ισοτιμία που ισχύει σε κάθε χώρα. Μπορεί πάντοτε , και απ τις δυο μεριες των συνόρων ,να αλλάξει οποίο νόμισμα θέλει στο άλλο.
Theo said
Τρία αποσπάσματα από τον Παπαδιαμάντη σχετικά με νομίσματα που κυκλοφορούσαν στην εποχή του (όπως το σφάντζικο και το ναπολεόνι που δεν αναφέρθηκαν εδώ μέχρι στιγμής):
Καὶ προσπαθήσας ν᾽ ἀνακαλέσῃ εἰς τὴν μνήμην τὰς ἀρχαίας γνώσεις του, ἐδοκίμασε νὰ κατασκευάσῃ πόντσι, ἀλλὰ τὸ ρούμι δὲν ἤναπτε, καὶ οὕτω τὸ προσέφερεν ὅπως-ὅπως εἰς τὸν ξένον. Οὗτος δὲν ἔκαμε παρατήρησιν, κ᾽ ἔρριψεν ἀργυροῦν σελλίνι ἐπὶ τῆς τραπέζης.
Ὁ μπάρμπ᾽ Ἀναγνώστης τὸ ἔλαβε.
― Πόσα πάει αὐτό;
― Δὲν ξέρω ἐγὼ μονέδα τοῦ τόπου, εἶπεν ὁ ἄγνωστος.
Ὁ γέρων ἤνοιξε τὸ συρτάρι του, κ᾽ ἐζήτει ἂν θὰ εἶχεν ἀρκετὰ κέρματα διὰ νὰ δώσῃ τὰ ρέστα, ἀλλὰ δὲν εὕρισκε πλείονα τῶν ὀγδοήκοντα λεπτῶν εἰς δεκάρες, πεντάρες καὶ δίλεπτα. Ἐν τούτοις δὲν τοῦ ἐσυγχώρει ἡ συνείδησις νὰ δολιευθῇ τὸν πελάτην, καὶ εἶπε:
― Σφάντζικο δὲν σᾶς βρίσκεται, κύριε;
― Δὲν ἔχω ἐγὼ μονέδα ἄλλη ἀπὸ Ἀγγλία καὶ Ἀμέρικα, εἶπεν ὁ ξένος.
― Δὲν βγαίνουν τὰ ρέστα, κύριε. Πάρτε τὸ ἀσημένιο σας. Αὐτὸ θὰ πάῃ, πιστεύω, ὣς μιὰ καὶ τριανταπέντε, μιὰ καὶ σαράντα. Αὔριον μοῦ δίνετε εἴκοσι λεπτά.
― Κράτησε τὸ σίλλιν, δὲ θέλω ρέστα.
[…]
Ἀλλ᾽ ἰδοὺ εἰσῆλθε μετ᾽ ὀλίγον κ᾽ ἐκεῖνος ὅστις ἦτο τὸ ἀντικείμενον τοῦ διαλογισμοῦ του. Διηυθύνθη εἰς τὸ λογιστήριον, διέταξε ρούμι, κ᾽ ἔρριψεν ἀργυροῦν σελλίνιον ἐπὶ τοῦ κασσιτέρου τοῦ λογιστηρίου. Ὁ Μπέρδες τὸ ἔλαβε.
― Πόσα πάει αὐτό;
Ὁ Ἀμερικάνος ἔκαμε χειρονομίαν ἀδιαφορίας καὶ εἶπε:
― Δὲν γνωρίζω τοῦ τόπου μονέδα ἐγώ.
― Αὐτὸ δὲν εἶναι σύμφωνο μὲ τὴν μονέδα μας καὶ δὲν περνάει, εἶπεν ὁ κάπηλος· ἂν θέλετε νὰ σᾶς τὸ πάρω γιὰ δραχμή.
― Ἄι ντόν᾽τ κέαρ, ἐμορμύρισεν ὁ Ἀμερικάνος. Καὶ εἶτα ἑλληνιστὶ εἶπε:
― Δὲ μὲ μέλει ἐμένα αὐτό.
Ὁ Μπέρδες τοῦ ἐπέστρεψεν ἐνενῆντα πέντε λεπτά.
(Ο Αμερικάνος
Ἅμα εἰσελθὼν διηυθύνθη μετὰ μεγίστης ἐλευθερίας καὶ θάρρους εἰς τὸ λογιστήριον, ὅπου ἵστατο ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
― Τί ἔχουμε κὺρ Μαργαρίτη;… Τ᾽ εἶν᾽ αὐτό; εἶπεν ἰδὼν πρόχειρον ἐπὶ τοῦ λογιστηρίου τὸ γραμμάτιον τῆς πτωχῆς χήρας.
Καὶ λαβὼν τοῦτο εἰς χεῖρας:
― Συναλλαγματικὴ διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας ἀπὸ τὴν Ἀμερικήν, εἶπε καθαρᾷ τῇ φωνῇ. Ποῦ εὑρέθη ἐδῶ; Κάμνεις καὶ τέτοιες δουλειές, κὺρ Μαργαρίτη;
― Γιὰ δέκα λίρες! ἐπανέλαβεν αὐθορμήτως ἡ θεια-Ἀχτίτσα ἀκούσασα εὐκρινῶς τὴν λέξιν.
― Ναί, διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας, εἶπε καὶ πάλιν στραφεὶς πρὸς αὐτὴν ὁ Ἑρμουπολίτης. Μήπως εἶναι δικό σου;
― Μάλιστα.
Ἡ θεια-Ἀχτίτσα, ἐν καταφάσει, ἔλεγε πάντοτε ναί, ἀλλὰ νῦν ἠπόρει καὶ αὐτὴ πῶς εἶπε μάλιστα, καὶ ποῦ εὗρε τὴν λέξιν ταύτην.
― Γιὰ δέκα ναπολεόνια θὰ εἶναι ἴσως, εἶπε δάκνων τὰ χείλη ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
― Σοῦ λέγω διὰ δέκα ἀγγλικὰς λίρας, ἐπανέλαβε καὶ αὖθις ὁ Συριανὸς ἔμπορος. Παίρνεις ἀπὸ λόγια;
Καὶ ἔρριψε δεύτερον μακρὸν βλέμμα ἐπὶ τοῦ γραμματίου:
― Εἶναι σίγουρος παράς, ἀρζὰν-κοντάν*, σοῦ λέγω. Θὰ τὸ ἐξοφλήσῃς, ἢ τὸ ἐξοφλῶ ἀμέσως;
Καὶ ἔκαμε κίνημα νὰ ἐξαγάγῃ τὸ χρηματοφυλάκιόν του.
― Μπορεῖ νὰ τὸ πάρῃ κανεὶς γιὰ ἐννέα λίρες… γαλλικές, εἶπε διστάζων ὁ κὺρ Μαργαρίτης.
― Γαλλικές; Τὸ παίρνω ἐγὼ διὰ ἐννιὰ ἀγγλικές.
(Η σταχομαζώχτρα
ἀρζὰν-κοντάν, χρήμα μετρητό, σημειώνει ο Τριανταφυλλόπουλος.
Theo said
Συγγνώμη και πάλι. Κάποιο λάθος έγινε με τις παρενθέσεις και τις γωνιώδεις αγκύλες. Η τελευταία παράγραφος δεν παραπέμπει πουθενά 😦
Πάνος με πεζά said
Κι εδώ ο Χατζηκουτσέλης σε ένα πολύ ωραίο τραγούδι του Αττίκ…
sarant said
99 Α μπράβο. Το αρζάν κοντάν το θυμόμουν κι έπρεπε να το βάλω.
95 Δεν αποκλείεται.
Theo said
Αναφέρθηκαν τα ριάλια και τα σελίνια αλλά όχι το πασίγνωστο κυπριακόν άζμα:
Αὐγουστῖνος said
97 (ΓιῶργοςΜ): Μή! Εἴδατε τὶ ἔπαθε ὁ Γς. (Καὶ δὲν ξανακάνω ἔκκληση ὑπὲρ ἀπονομῆς χάριτος. Τὸ δισ(εκατομμυριάκις) ἐξαμαρτεῖν…
Αὐγουστῖνος said
Καὶ νὰ κλείνουμε καμμιὰ παρένθεση ποῦ καὶ ποῦ, ἔτσι; )
Αὐγουστῖνος said
Ἄτιμη σπαμοπαγίδα. Ἡ παρένθεση ἔκλεισε πρὶν ἀκόμα ἐμφανιστεῖ ἡ ἀρχή της!
Νικοκύρηηηη!
νεσσίμ said
περα απο τα «παρατσουκλια» για χαρτονομίσματα είχαμε και τους «Ποσειδώνες» τα ασημένια εικοσάρικα που είχαν τον Ποσειδώνα πάνω τους στην έκδοση του 1930 αλλά συνέχισαν να λέγονται ποσειδώνες και στην έκδοση του 1960 που είχαν ένα κεφάλι βασιλιά.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Καί φοινίκια (για παλιά λεφτά) έλεγε ο παππούς μου (όχι τα πφένιχ εννοείται) .
Βλέπω «Ο φοίνικας, η δραχμή και το ευρώ είναι τα τρία νομίσματα (νομισματικές μονάδες), που κυκλοφόρησαν διαδοχικά από τη σύσταση του ελληνικού κράτους. »
Η ιστορία του νεοελληνικού νομίσματος
https://www.sansimera.gr/articles/946
ΓιώργοςΜ said
104 Αφενός λεξιλογούμε, αφεδύο δε λέω τι ακριβώς, αφετρία δε φοβάμαι, για να καλύψω την ποσόστωση των τελευταίων δύο χρόνων που γράφω εδώ, θα πρέπει να βάλω λίκνο στα άπαντα της «Ερωτικής Αρμονίας»… 🙂
Ανδρεας Τ said
@57,70,80. Είχαν μάλιστα γίνει πολλές απάτες, με τις ιταλικές λίρες (φθηνότερες) που τις έδιναν η τις πούλαγαν για αγγλικές(ακριβότερες). Άκουγα ιστορίες και δεν καταλάβαινα πως μπορεί κανείς να τις ξεχωρίσει. Πρόσφατα είδα σε απεικόνιση μία μουσολινική λίρα με τον Βίκτορα-Εμμανουήλ πάνω, ενώ οι αγγλικές έχουν Βρεταννούς εστεμμένους και κατάλαβα την απατεωνιά που γινόταν σε φτωχούς κι αγράμματους που ήθελαν να σιγουρέψουν τα έστω λίγα χρήματα που είχαν (συνήθως οι λίρες δινόντουσαν σαν προίκα, 100, 200 και βάλε λίρες).
antonislaw said
Το βιδάνιο ή γκανιότα θα είχε θέση στον κατάλογο αυτό;
«Βιδάνιο ή γκανιότα έλεγαν το κατακράτημα ποσοστών που έκανε ο τσιρίμπασης, ο πιο νταής στην ομάδα των φυλακισμένων, ο «αρχηγός», σε αυτούς που έπαιζαν χαρτιά ή μπαρμπούτι.»
https://el.wiktionary.org/wiki/%CE%B2%CE%B9%CE%B4%CE%AC%CE%BD%CE%B9%CE%BF
antonislaw said
108 Έφη πάντως η γιαγιά μου από το Ρέθυμνο (1912 γεν.) φοινίκια έλεγε μόνο τα μελομακάρωνα. Εδώ στην Πάτρα λένει κάτι γλυκά μεταξύ μελομακάρωνου και τουλούμπας, αλλά πιο μικρό από μελομακάρωνο.
Αὐγουστῖνος said
112: Ἀντώνη, χαθήκαμε! Αὔριο κλείνει ἡ Φλωμπεριανὴ ἑβδομάδα καὶ μᾶς λείπεις.
spiral architect 🇰🇵 said
@111: Η γκανιότα βγαίνει πάντα κερδισμένη.
(όχι, παίζουμε!)
antonislaw said
«Μπακίρια»
Επίσης στην Κρήτη έχω ακουστά τη λέξη «η μπακίρα, οι μπακίρες» (όχι μπακίρια που αναφέρετε κ Νίκο) και μάλιστα στην προφορά το κ δεν είναι το κλασικό τσιτακιστικό αλλά με λεπτή, αθηναίικη προφορά, πιθανώς για να προσομοιάζει με την τούρκικη, και λέγανε κάποια χάλκινα-προφανώς- νομίσματα της όψιμης τουρκοκρατίας στην Κρήτη που ήταν σχετικώς ευμεγέθη -κάτι σαν τα παλιά κατοστάρικα με τον ήλιο της βεργίνας και πιο μεγάλα- και μικρής αξίας.
Με τη λέξη μπακίρα, μπακίρες λέγανε και γενικά τα κέρματα μεγάλου όγκου και μικρής αξίας.
Για τα χρυσά νομίσματα στη Κρήτη-αυτά τα λεπτά και όχι μεγάλης αξίας, που φορούσαν σε σειρές μπροστά στο μπούστο στην κρητική φορεσιά, είχαμε τους μαμουντιέδες (μαμουντιές, μαμουντιγές (ο) πλυθ. μαμουντιέδες = χρυσό νόμισμα 25 γροσίων, στολίδια με χρυσά κοσμήματα, είδος παλαιού κολιέ (Τουρκ. mahmundiye) από http://www.cretanlexiko.gr/kritikes-lexis-me-to-mi/
Pedis said
# 114 – είδηση θα ήταν το αντίθετο.
ATM said
Χάλκινα, για τα σεντς του ευρώ.
Οι χήνες, επίσης, λεγόντουσαν και χηνόπουλα (όπως και τα ευρώ – ευρώπουλα, που υπάρχουν ήδη στον κατάλογο).
ΣΠ said
φραγκοδίφραγκα
spiridione said
Να πούμε από την άλλη μεριά και για τα κακά νομίσματα: Η φόλα (ή φόλλα, ή φόλλη) που όπως γράφει η Λιάτα προέρχεται απ’ το βυζαντινό νόμισμα φόλλις ή φολλερόν (λατ. follis), στις ελληνικές πηγές από τον 15° έως το 19° αιώνα την βρίσκουμε να αναφέρεται είτε ως πραγματικό νόμισμα είτε με τη γενική έννοια του χρήματος ως δηλωτικό μηδαμινής αξίας, επειδή ήταν το ευτελέστερο και από τα βυζαντινά και από τα τούρκικα νομίσματα.
Από εδώ πρέπει να προέρχεται και η αργκοτική σημασία της φόλας ως κακής ποιότητας πράγμα που λέγεται και σήμερα.
http://repository.kentrolaografias.gr/xmlui/handle/20.500.11853/1/discover?query=%CF%86%CF%8C%CE%BB%CE%B1&submit=
Η φόλα στα σκυλιά δεν ξέρω πώς ακριβώς συνδέεται με τη λέξη.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
115.Αντώνης >>μαμουντιέδες
Μαμουδιέδες τους λέμε μεις (έχω/είχα πριν μας διαρρήξουν)
Την ξέρεις τη μαντινάδα του Σκουλά φαντάζομαι:
Δεν είμαι ψεύτικος παράς
να με πετάξεις πέρα
είμαι χρυσός μαμουντϊές
και βάστα με στη χέρα
112 Άλλα φοινίκια (που τα λεν κι αλλού π.χ.στη Μυτιλήνη) ειν αυτά .Προς εμάς, απλώς μελομακαρούνες 🙂 . Και του πατέρα μου αν του πεις για φοινίκια τώρα, θα σου πει παλιά λεφτά.
11 Έχει πλάκα που από χτες ήθελα να γράψω τη γκανιότα (ρίμα με τα καρότα. εκεί που είπε τις για το γήπεδο «αναψετε τα φώτα» ) αλλά και σήμερα, αν περιλαμβάνεται στα λεφτά, αυτό δηλαδή που ρώτησες! 😉
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
117 >>Χάλκινα, για τα σεντς του ευρώ
και κόκκινα, που νομίζω δε γράφτηκε (άσπρα,κίτρινα πράσινα και καφετιά μόνο 🙂 )
cronopiusa said
Πέπε said
@72 ετυμολογία για το μα(ιδ)ί:
Η κλασική μου πηγή (Μηνάς) λέει πολλά και διάφορα, αλλά βασικά το ανάγει σε τουρκ. maadin «μεταλλικός».
Νίκος Κ. said
Pink Floyd – Money
(The Dark Side of the Moon, 1973)
Πέπε said
Εφόσον έχετε ακούσει τα γκαφρά, συνάγεται ότι δεν είμαι ο μόνος που τα ‘χει ακούσει και ότι άρα είναι ψιλοστάνταρ αργκό και όχι ευκαιριακός σχηματισμός (όπως θα μπορούσε, προκειμένου μάλιστα για ποδανά).
Έχετε εξίσου ακούσει και τα γκαφ, ή αυτό είναι ευκαιριακό;
____________
@115:
Antonislaw, για την ιδιόρρυθνη (αλλά ουδόλως αθηναϊκή, λάθος η περιγραφή) προφορά του μπακιριού στην Κρήτη είχαμε μόλις μια κουβέντα στην προχτεσινή ανάρτηση: https://sarantakos.wordpress.com/2018/10/03/ypsilon/
Βρες μα ctr+F τη λέξη μαγγίρι και ακολούθα τη συζήτηση.
Πέπε said
@119:
Η φόλα στα σκυλιά, έχω ακούσει, πάει ως εξής:
Φόλα ήταν ένα στρογγυλό κομματάκι δέρμα που το βάζαν ως μπάλωμα σε τρύπιες σόλες. Αυτό καμιά φορά ξεκόλλαγε κι έπεφτε στον δρόμο. Ζωικό υλικό καθώς είναι, το χάφτει κανένας ξενηστικωμένος αδέσποτος και, καθώς θα ήταν δηλητηριασμένο με διάφορα χημικά για την κατεργασία, πάει καλλιά του ο σκύλος.
Και σταδιακά έφτασε να σημαίνει το σκοπίμως δηλητηριασμένο δόλωμα.
Με βάση τα όσα ενδιαφέροντα λες, Σπύρο, δεν έχει καμία σχέση με τη φόλα – ευτελές ή άσχημο πράγμα.
ΣΠ said
Η χαρτούρα στα μπουζούκια.
Δημήτρης Μαρτῖνος said
Γειά σας.
Στὰ Θερμιὰ λέγανε στούκα(ς) τὰ πληθωριστικὰ λεφτὰ τῆς Κατοχῆς. Προφανῶς τὸ εἶχαν συνδυάσει μὲ τὰ ὁμώνυμα γερμανικὰ ἀεροπλάνα «καθέτου ἐφορμήσεως».
Ἀργότερα τὸ ἔλεγαν γιὰ τὸ ἐθνικὸ νόμισμα στὶς ἐποχὲς τοῦ μεγάλου πληθωρισμοῦ (δεκαετία τοῦ ᾿80).
Παράδειγμα: Ξεφτιλιστήκανε τελείως τὰ λεφτά. Στούκα(ς) γίνανε!.
Δὲν ξέρω ἂν τὸ ἔλεγαν καὶ ἀλλοῦ.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Ο Καποδίστριας,το 1828, με μια παλιά νομισματοκοπτική μηχανή που αγόρασε
από τη Μάλτα, έκοψε τα πρώτα ελληνικά νομίσματα, που ήσαν οι ασημένιοι «Φοίνικες», βάρους 3,30 γραμμαρίων περίπου και
αξίας ίσης με ένα τούρκικο παρά. Οι «Φοίνικες» ή τα «Φοινίκια», που ήσαν συμβολικά νομίσματα, είχαν από τη μία μεριά τον φοίνικα και τις λέξεις «Ελληνική Πολιτεία» και από την άλλη στεφάνι από ελιά και δάφνη και τα γράμματα
«Κυβερνήτης Ι.Α. Καποδίστριας 1928».
http://repository.library.teimes.gr/xmlui/bitstream/handle/123456789/2082/LOGIST_0794.pdf?sequence=1
Νέο Kid said
119. Από το φόλλις (ή φολλίς 😉 follis ,προέρχεται και υποδιαίρεση των δηναριων (Κουβειτ, Μπαχρειν ) τα fils.
1 kwd ή bhd (Kuwaiti dinar/Bahraini dinar) = 1000 (χίλια) fils.
spiridione said
123. Εγώ βρίσκω αυτό
Medine – Also MEDIN, MADYNE, MADAYNE, MADIEN, MADIN, MADEIN, MEYDINE, MEIDIN, MEDINA, MEDEAN, MEDINO. Originally, a silver half-DIRHEM first issued by the sultan al-Mu’ayyad in the 15th century. Later, it was a copper coin current in Egypt, Syria, etc valued at 1/40 of a PIASTRE or 1/20 a PENNY. (The Turkish name is PARA; in Egyptian Arabic, it was commonly called faddah, meaning silver.) In 1559, 40 MEDINS maketh a DUCKAT.
From French medin, from vulgar Arabic mayyid§, corrupt form of my’ayyid§y, from the name My’ayyad, the sultan (al-Mu’ayyad) who first issued the coin.
http://www.treasurerealm.com/coinpapers/dictionary/M.html
Νέο Kid said
130 ερωτηματικό ήταν η φατσούλα. ( ή φολλίς ; Φολλίδα)
Δύτης των νιπτήρων said
125 γκαφρά ναι, γκαφ όχι
128 Στούκας έχω ακούσει να λένε κάποια πολύ βαριά τσιγάρα (τα Κιρέτσιλερ ας πούμε).
Γιάννης Κουβάτσος said
114:Το μέτρο είναι καθαρά φιλολαϊκό και, ναι, ναι, σοσιαλιστικό, αλλά πού να το καταλάβουν τα παλαιοκομμουνιστικά μυαλά…Χωρίς αυτό το μέτρο οι τράπεζες θα αναγκάζονταν να φάνε τα λεφτά που τους έχουν εμπιστευτεί οι καταθέτες (χρεοκοπία, θαρρώ, πως λέγεται) και οι συνέπειες θα ήταν τρομακτικές για το πιο κρατικοδίαιτο οικονομικό σύστημα της ιστορίας, τον καπιταλισμό, αλλά και για τις κοινωνίες που τον υφίστανται, τον ανέχονται, τον απολαμβάνουν (διαλέχτε κατά τα γούστα σας). Α, ρε πατέρα, δεν μ’έκανες τραπεζίτη! 💰💲💵💶💱🍻🍷🍹
Δημήτρης Μαρτῖνος said
Νικοκύρη, δὲν εἶναι σωστὸ τὸ Νο 23
» 23. κουτσουράκια, τα. [Νομίζω το εικοσόδραχμο, στον Τσιφόρο] »
Τὸ γλωσσάρι του λέει:
κούτσουρο: τάλιρο
Στὸ ἴδιο.
μονό λιανοτάρι: δραχμή
Δὲν ἔχουμε ἀναφέρει καὶ τὸν λουφέ· ἀπὸ τὸ τούρκικο olufe: μισθὸς τῶν γενιτσάρων καὶ τῶν σπαχήδων (ἱππέων) τοῦ ὀθωμανικοῦ στρατοῦ.
Παναγιώτης said
Νομίζω κουτσουρακια ήταν τα κατοσταρικα στον Τσιφόρο…
Δημήτρης Μαρτῖνος said
Τὸ «νόμιμο»: τὸ 10%.
Ὅσοι ἔπαιρναν δουλειὲς ἀπὸ τὸ Δημόσιο (τὶς παλιές, καλὲς ἐποχὲς) ἔπρεπε νὰ καταθέσουν τὸν ὀβολό τους στοὺς «ἁρμόδιους».
Αὐτὸ ἦταν τὸ συνηθισμένο ποσοστό.
Σὲ κάποιες περιπτώσεις (αὐξημένου ρίσκου) εἶχαν ἀκουστεῖ πολὺ μεγαλύτερα ποσοστά.
Δημήτρης Μαρτῖνος said
@136. Παναγιώτη, τὸ γλωσσάρι τοῦ Τσιφόρου λέει:
«κούτσουρο: τάλιρο
…
παπούς: κατοστάρικο»
Δημήτρης Μαρτῖνος said
@137. Ὑπῆρχαν καὶ τὰ «διόδια»: κάποιοι ποὺ δὲν ἔκαναν τίποτα γιὰ νὰ πάρει κάποιος τὴ δουλειά, ἀλλὰ μποροῦσαν νὰ τὴν καθυστερήσουν ἢ καὶ νὰ τὴν χαλάσουν.
antonislaw said
81 αφού πιάσαμε τα βενέτικα νομίσματα να πούμε και την υποδιαίρεση της γαζέτας, το κατρίνι, που ήταν το 1/4 της, όπως υποδηλώνει και το όνομά του Ήταν διαμέτρου 0.02 και αντιστοιχούσε περίπου με την αξία του ενός ελληνικού λεπτού.
Το κατρίνι (εκ του ιταλικού quattrino) ήταν νόμισμα που ίσχυε στην -Επτάνησο αλλά και στην Κρήτη- επί Ενετοκρατίας.
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AF%CE%BD%CE%B9
Νομίζω το κατρίνι έχει διασωθεί στο επώνυμο Κατρινής ή Κατρινάκης που υπάρχει στο Ηράκλειο της Κρήτης.
Σχετικά με το σολδίο που αναφέρετε: Πιθανώς είναι από τον Σόλδιο,τα σόλδια των Βυζαντινών (από το λατινικό Solidus),
που είχαν σταθερή αξία από τον 4ο έως και τον 11ο αιώνα,κατά την πηγή:
Χρυσό νόμισμα: Το Σόλδιο
Αργυρά νομίσματα:Το Μιλιαρήσιο και το Κεράτιο. 1 Σόλδιο=12 Μιλιαρήσια. 1 Μιλιαρήσιο=2 Κεράτια.
Χάλκινα Νομίσματα:Φόλλεις. 1 Κεράτιο=12 Φόλλεις
(ενικός αριθμός ο/η φόλλις-follis λατ.) ίσο με 40 Νούμμια
http://www.hellenicaworld.com/Byzantium/Coins/gr/VyzantinoNomisma.html
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A6%CF%8C%CE%BB%CE%BB%CE%B9%CF%82
Θα ήθελα να προσθέσω ότι στην Κρήτη σε ορεινό χωριό του βουνού Κέδρος τα μαρτυρίκια ή μαρτυρικά των βαπίσεων τα λέγανε «σόντια» ή «φόλες», έως και το τέλος της δεκαετίας του 1970 που ζούσα εκεί, προφανώς από τους σόλδιους των βυζαντινών και τα σόλντια των Ενετών. Και το φόλα από τους φόλλεις των βυζαντινών.
Πρόταση:
δε θα είχε ενδιαφέρον να παραθέσουμε και επώνυμα που παράγονται από νομίσματα ή λεφτά γενικά;
Στη Λέσβο έχετε το επώνυμο, που μου προκαλεί πάντα θυμηδία : Γροσομανίδης
Το Τσικινάς, ξέρω ότι υπάρχει στο Ρέθυμνο, που κατά τη γνώμη μου ίσως προέρχεται από το τσικίνι-τσεκίνι (και το Κατρινής από το Ηράκλειο Κρήτης, που ανέφερα πιο πάνω από το κατρίνι, το νόμισμα)
asparagus said
25, 60: Να λιλί, δωσ’μ τσιτσί.
dryhammer said
Δυο τρεις σκόρπιες παραθέσεις:
Η γιαγιά μου η πρόσφυγια (αναλφάβητη) έλεγε πως:
Οι Γερμανοί εχαλάσαν τους Τούρκους. Εκεί πριν τον πρώτο διωγμό (του 1914), τους βάλανε και κάμαν τις λίρες, μπαγκανότες (από χρυσό νόμισμα το έκαναν χάρτινο-bank note).
Θυμάμαι φοιτητής, επί γέρο-Πρίαμου, γκαρσόνι να στρώνει τραπέζια σιγοτραγουδώντας: Γιατί τα πετσετάκια δεν είναι πεντοχίλιαρα…
Όταν πρωτοβγήκαν τα πεντοχίλιαρα, κυκλοφορούσε και το «κουίζ»:
-Ξέρεις να ξεχωρίζεις τα γνήσια από τα πλαστά;
-Όχι.
-Κάτσε να σου δείξω.
Διπλώναμε ένα πεντοχίλιαρο έτσι ώστε στο κέντρο της πλευράς που φαινόταν, να βρίσκονται τα μάτια του Κολοκοτρώνη και ρωτούσαμε:
-Τι βλέπεις;
-Τα μάτια του…
-Ε, άμα δείς τ’ @ρχίδι@ του είναι κάλπικο.
Michail Dim. Drakomathioulakis said
Τα ευρουλάκια τα είπαμε;;;
ΣΠ said
Η μπάζα μετράει;
Janix said
Ραλλiκά για τα υποτιμημενα
http://www.skamnosvoice.gr/index.php/svxorio/svhistory/2904-ta-rallika-xrimata
sarant said
Ευχαριστώ για τα νεότερα!
109 🙂
119 Ο Μπαμπινιώτης λέει πως η φόλα των σκυλιών ίσως συνδέεται με το follis (μικρό νόμισμα) αν υποτεθεί ότι αυτό πήρε τη σημασία «δόλωμα». Σε κάθε περίπτωση θα έλεγα πως η φόλα = κακής ποιότητας πράγμα λογικότερο είναι να προέρχεται από τη φόλα των σκυλιών.
123 Οκ!
128 Εμείς λέγαμε στούκας τα φτηνά βαριά τσιγάρα
133 Και όχι μόνο εμείς 🙂
135 Μερσί, θα το διορθώσω
144 Χμ… μάλλον όχι
Παναγιώτης Κ. said
«Τα χρήματα και τα κρίματα (αμαρτίες) δεν πρέπει να λέγονται (αποκαλύπτονται)» .Λαϊκή ρήση
Για τον εμπλουτισμό του σημερινού άρθρου.
Σερμαγιά: Αρχικό χρηματικό κεφάλαιο επιχείρησης
Τα μπικικίνια τα αναφέραμε;
Χαρούλα said
81 Spyridione ευχαριστώ.
…τα ΜΩΒ της Ντάλιας;
Χαρούλα said
Τα Bitcoin μετράνε; Το «πλαστικο» χρήμα; Το viva wallet; Μήπως να τα αναφερουμε μετά απο 50 χρόνια που θα είναι …ιστορικές αναφορές;😅
cronopiusa said
¿ ¿ βιολετέρα [Στα καλιαρντά] ?
Entrevista a Manuela Carmena en
el programa ‘En la Frontera’
sarant said
148 Μπράβο, μόνο που τώρα αποσύρονται τα μοβ.
mitsos said
Χαρούλα said
151
Χαχαχ! Νικοκύρη το ‘πιασα το υπονοούμενο. Αποσύρονται τα μωβ! Μας μένει το μοβ!
Χαρούλα said
Καλώς ήρθε το δολλάριο
Η κάλπικη λίρα
Φτωχαδάκια και λεφτάδες
Ο παράς κι ο φουκαράς
Και
Για μια χούφτα δολλάρια
Πέπε said
Με βαράει η ανεργία,
το ταμείον είναι μείον,
περιόρισα τη μάσα
και χρωστάω νοίκια δύο
και ωδείο.
[…]
Μην κουράζεις το δεσμό μας,
κόψε, να χαρείς, τη γκρίνια,
κοίτα το λογαριασμό μας,
δεν υπάρχουν μπικικίνια,
έχω γκίνια.
Η τσέπη μας μαλλί δεν έχει,
παντρειά γυρεύεις,
ρε μανία που `χεις Βάσω
να με πιλατεύεις.
Μηλιώκας
sarant said
155 Η τσέπη μας μαλλί δεν έχει -δεν το έχω ξανακούσει
Πέπε said
Δεν ξέρω αν όλο μαζί είναι έκφραση ή μια απλή πρόταση που περιλαμβάνει την έκφραση «μαλλί». Πάντως είναι ιδιαίτερα εκφραστική, όπως συνήθως οι στίχοι του Μηλιώκα όταν γράφει σ’ αυτό το στιλ.
Πέπε said
@142:
> > Γιατί τα πετσετάκια δεν είναι πεντοχίλιαρα…
Εμ, έτσι δε θα ‘πρεπε να λέει κανονικά το τραγούδι; Είναι κανείς που να βαρέθηκε την αξία που έχουν τα πεντοχίλιαρά του και θα την ήθελε μικρότερη;
Γιάννης Ιατρού said
Μόνο η Χαρούλα (149) νομίζω έκανε αναφορά στο πλαστικό (άυλο γενικά) χρήμα, απ΄ό,τι είδα. Που θα είναι για πολλούς λόγους το μόνο που θα χρησιμοποιείται προσεχώς, για πολλούς λόγους…. Πως και δεν βγήκε ο Λάμπρος μ΄αυτό το θέμα;
Να αναφέρω και τις τεχνικές στη σχεδίαση/παραγωγή στα χαρτονομίσματα για να αποφύγουν την παραγωγή και κυκλοφορία πλαστών (και στα κέρματα βέβαια, αλλά είναι λιγότερο επιρρεπή στην παραχάραξη … )
ΛΑΜΠΡΟΣ said
Από μικρό παιδί, πάντα άκουγα τους μεροκαματιάρηδες γονείς μου αλλά και τους συγγενείς και γνωστούς, πως τα λεφτά δεν φέρνουν την ευτυχία, τώρα για ποιό λόγο οι άνθρωποι των κατωτέρων τάξεων ξοδεύουν όλη την ζωή τους γι΄αυτά (και μάλιστα για μιά χούφτα) ενώ τα απεχθάνονται, ποτέ μου δεν το κατάλαβα. 🙂
Αλήθεια, ενώ γνωρίζουμε τόσες πολλές λέξεις για να περιγράψουμε τα χρήματα, πώς γίνεται να μην γνωρίζουμε ΤΙΠΟΤΕ για την φύση τους;
Δηλαδή πώς δημιουργούνται κι από ποιόν; πότε φυτεύουν τις λεφτουδιές και πότε τις θερίζουν; 🙂
60 – «Κάπου στον Έβρο υπάρχουν τα χωριά Λιλί και Κωστί (άτινα, χαμουτσιδώς λέγονται Ασημένιο και Σοφικό).»
Tα χωριά λεγόντουσαν Λιλή και Κωστή, (θρακιστή με Η κι όχι Ι ) και αποτελούν το Σοφικό από το 1961 που βρίσκεται 12 χιλιόμετρα βόρεια του Διδυμοτείχου και δεν έχουν καμία σχέση με το Ασημένιο (θρακιστή Σουϊμένι) που βρίσκεται 2 χιλιόμετρα νοτιότερα.
Εσείς οι Μακεδόνες καλό είναι να μη μπερδεύεστε με τα θρακιώτικα θέματα γιατί τα κάνετε ακανέδες. 🙂
Γιάννης Ιατρού said
159/160: Τό ‘πα κι έγινε 🙂 Πάω να πάρω λαχείο!
ΛΑΜΠΡΟΣ said
159 – «Μόνο η Χαρούλα (149) νομίζω έκανε αναφορά στο πλαστικό (άυλο γενικά) χρήμα, απ΄ό,τι είδα. Που θα είναι για πολλούς λόγους το μόνο που θα χρησιμοποιείται προσεχώς, για πολλούς λόγους….»
Ένας και μοναδικός είναι λόγος, αλλά οι λαοί ………! 🙂
ΛΑΜΠΡΟΣ said
161 – Τι να το κάνεις το λαχείο ρε συ, αφού δεν σ΄ενδιαφέρουν τα πολλά λεφτά, άλλωστε δεν φέρνουν την ευτυχία, άσε που είναι και παρασιτικός ο τζόγος. 🙂
Μιλάμε για θεό.
gpointofview said
Και να ΓΙΑΤΙ ο γκουρού της οικονομίας (της εχπαίδευσης και όχι μόνο) δεν γουστάρει Καζαντζίδη !!!
Γιάννης Ιατρού said
162/163: Ναι, έτσι για την πλάκα ρε συ 🙂
Επίσης δεν είδα τα «δουβλόνια», τη λατρεία του θείου του Ντόναλντ (τον θείο Σκρουτζ εννοώ, στα παλιά Μίκυ Μάους 🙂 )
Ξυπεταιων said
164 . Μανος Παπαδακης .
gpointofview said
# 165
Ελα ρε Γιάννη, πες την αλήθεια που ξέρουμε ή υποψιαζόμαστε όλοι : με το χρήμα θα αγόραζες αλεξίπτωτο, κάσκα και τα σχετικά ακορντεόν και θα πήδαγες από 5276 πόδια νοτιοανατολικά του Παγγαίου όρους !!
mitsos said
@ 163
Λάμπρο καλησπέρα
Περίμενα να ξεκινήσεις ρίχνοντας την σπουδαιότερη είδηδη της ημέρας :
http://www.koutipandoras.gr/article/oi-ploysioteroi-anorwpoi-toy-kosmoy-exasan-se-mia-mera-63-dis-dolaria
Γιάννης Ιατρού said
167: Γιώργη, όχι. Πρώτα θα σού ΄παιρνα μια βάρκα της προκοπής, να ψαρεύεις, και μετά θα μεγάλωνα το υπόγειο (με τα βαρελάκια… 🙂 )
Γιάννης Ιατρού said
168: Γείτονα, σπέρνεις ανέμους ….
Αυτό δεν το είδα να το έχουμε βάλει
mitsos said
169 Γείτονα
Ελπίζω να μην θερίσω θύελες …
για καλό και για κακό αιτούμαι την επιείκεια και του Λάμπρου .
Κουτρούφι said
Καλησπέρα,
Ένα βιβλίο με τίτλο «Το Χρήμα στην Ελλάδα, 1821-2001»: http://www.biblionet.gr/book/213471/%CE%9C%CF%80%CE%BF%CF%8D%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%BB%CE%B7%CF%82,_%CE%91%CE%B8%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%9A./%CE%A4%CE%BF_%CF%87%CF%81%CE%AE%CE%BC%CE%B1_%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD_%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1,_1821-2001
Τώρα, τι λέει θα σας γελάσω.
sarant said
Ευχαριστώ για τα νεότερα, τελικά συγκεντρώσαμε πάρα πολλά. Όχι χρήματα αλλά συνώνυμά τους 🙂
Corto said
141 (Asparagus):
«Να λιλί, δωσ’μ τσιτσί.»
Δεν την είχα ακούσει την έκφραση σε αυτήν την εκδοχή. Την ήξερα στην πιο απλή μορφή («να λεφτά και δως μου κρέας»).
ΛΑΜΠΡΟΣ said
168 – Σιγά μην είναι αυτή η σπουδαιότερη είδηση της ημέρας, άλλη είναι αλλά ως συνήθως, σχεδόν κανείς δεν ασχολήθηκε μαζί της, και σιγά μην έχασαν λεφτά οι πλούσιοι , αυτά είναι γι΄αυτούς που ζούν γενικώς με παραμύθια, θρησκευτικά, κομματικά και αθλητικοοπαδικά.
Οι πλούσιοι δεν χάνουν ποτέ Mitsos, γιατί γνωρίζουν την φύση του χρήματος και τους τρόπους να το βάζουν να δουλεύει για πάρτη τους, δεν είναι κορόϊδα σαν τους φτωχούς που δουλεύουν για λεφτά και δεν γνωρίζουν ΤΙΠΟΤΕ για τα παράγωγα ως αντιστάθμισμα κινδύνου. Στην πτώση οι πλούσιοι βγάζουν απείρως περισσότερα από την άνοδο αλλά αυτό δεν τα λέει το κουτί της μαλακ…Πανδώρας.
Δεν υπάρχουν καλύτερα κορόϊδα από τα έξυπνα.
Καληνύχτα σας
ΣΠ said
Χαρούλα said
160β
Λάμπρο, απόλυτα σύμφωνη. Και για τα γεωγραφικα αλλά κυρίως για την πατριωτικά
Καληνύχτα! Κάνουμε όρεξη για τα αυριανά μεζεδάκια!

sarant said
Λεκανόστ, που λέγαμε παλιά 🙂
mitsos said
mitsos said
Η ώρα Βρυξελλών(? ) 23:46
mitsos said
Τον κορβανά και τον μπεζαχτά τον είπαμε ;
Διότι είχε άρθρο για κορμανά και μπεζαχτά αυτός ο μυστήριος Σαραντάκος παλιότερα και…
…και σύμφωνα με το slang κατ΄επέκταση είναι και τα χρήματα.
atheofobos said
Tα Lincolns και τα Jacksons που λέει στο τέλος είναι τα 5δολαρα και τα 20δολαρα αντίστοιχα.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Μια κυνική παραδοχή ενός στελέχους της Goldman Sachs, ο οποίος δήλωσε πως «μαζεύουμε τα χρήματα από τους φτωχούς που είναι πολλοί για να τα δίνουμε στους πλούσιους που είναι λίγοι», αποτέλεσε την αφορμή για την ταινία του σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά Το «Κεφάλαιο»
Η Τιμή και Το Χρήμα
Αγγελος said
Τις φόλες τα φωσφορούχα βαρελότα τις θυμάται κανείς;
Τις απαγόρευσε η Χούντα και δεν τι ξαναείδαμε…
Επίσης, μια που αναφέρθηκε ο παππούς, ας θυμίσουμε και το νι-φεούκ και τις άγκουρες.
gpointofview said
# 175
Γειά σου ρε Λάμπρο με τα κηρύγματα σου, πιο πύρινα κι απ’ του Αγίου Αυγουστίνου (έχουμε εκπρόσωπο εδώ στο ιστολόγιο αλλά όχι τον ίδιο τον άγιο…όχι ακόμα-ποτέ δεν ξέρεις ! )
Ηράκλειτος said
Απο τις λεξεις «σταλό» και «σταλός», δημιουργηθηκε και χρησιμοποιειται, τουλαχιστον μεταξυ των μουσικων της νυχτας, και η λεξη
«ο Στέλιος» !!!
Μετα το τελος της βραδιας, οι μουσικοι μεταξυ τους αναρωτιουνται εαν το αφεντικο αρχισε τις πληρωμες, ή εαν ο υπευθυνος ορχηστρας πηρε τα λεφτα. Δηλαδη: «Πηραμε τον Στελιο; » , «Επεσε ο Στελιος; » κτλ.
Aghapi D said
Καλημέρα
Υπάρχει και αυτό – το θυμηθήκαμε ή καλως το έφερα; 🙂
Γιατί τα τάλαρα τα λένε τάλαρα
Όντις έπλασε ο Θιός την Οικουμένη,
το Ληξούρι, και τόσους άλλους τόπους,
είπε στο νου του: – Α! τώρα δε μου μένει
πάρι να πλάσω, γε μου, και τ΄ς αθρώπους.
Κι εκεί που εκράτειε τον Αδάμ στερνόνε,
του᾽ πε : – Συ να ’αι, Αδάμ, το ζώ του ζώ
Ήγουν, να ᾽σαι καλύτερος απ’ όλα·
να ’χης το γάιδαρο αποκάτουθέ σου,
να θρέφεσαι μπαρμπούνι και τριόλα,
να ’ναι οι λαγγάδες όλες εδικές σου,
οι σκύλοι ταπεινοί να σε υπακούνε
και για σένανε οι κότες να γεννούνε.
Βάνω στην εξουσία σου τα σπανάκια,
αν θέλης ναν τα κάνης τσιγαρίδι•
για σένανε φυτεύω ραπανάκια·
εσύ να τρως το μήλο και το απίδι·
όλα ναν τα ’χης χωρίς να κοπιάζης·
και σ᾽ αγαπάω πολύ, γιατί μου μοιάζεις!
Σου χτιώ στο περιβόλι μου παλάτι,
μ᾽ όσα καλά η θεία μου πρόνοια δίνει•
και να τρως το καλύτερο κομμάτι,
χωρίς να σου στοιχίζη ένα φαρδίνι.
Μα έτσι κιόλα ζητώ σου, κυρ – Αδάμ μου,
να μη ᾽γγίξης ποτέ τα τάλαρά μου.
Είν᾽ το ξύλο της γνώσεως τα χρήματα,
κι όποιος τάχει, έχει γνώση, ειν᾽ προκομμένος,
όμορφος, έχει χίλια προτερήματα,
είναι απ᾽ όλον τον κόσμο επαινεμένος,
παντού επιθυμητός μα είν᾽ και φαρμάκι
που κάνουν την ψυχή πηλό οχ τ᾽ αυλάκι.
Μην τ᾽ αγγίξτε, γιατί θε να γνωρίσετε
το βουλιασμό της αθωότητός σας,
και πλέον δε θα μπορέσετε να ζήσετε
ευτυχισμένοι στον παράδεισό σας.
Τάφτιασ᾽ ο Διάολος, κι είναι διαολεμένα.
Άστε τα εκεί! Του τάχω αμαχεμένα».
Ένα όμορφο και πλούσιο περιβόλι
είχε τότες ο Θειος εις την Ασία·
και για να μην εμπαίνουνε οι διαόλοι
να κάνουνε στα λάχανα ζημία,
μες στσι φράχτες εκεί τσι καλαμένιες
είχε στημένες τσάκες σιδερένιες.
Μα καθώς ως και τώρα συνεβαίνει,
εκεί που στιούμε τσάκες για ποντίκια,
που πιάνεται ένα, κι άλλο πάλι μπαίνει,
γιατί μποδιέται η τσάκα στα χαλίκια,
έτσι και τότε, εμπαίνανε οι διαόλοι
κι αφανίζαν το μαύρο περιβόλι.
Μια μέρα που ο Αδάμ κι η αρχόντισσά του
εμετριόντανε ποιός είναι ψηλότερος,
στα πόδια ορθοί, σε μια μηλιά αποκάτου,
και καθένας τους ήτανε ευθυμότερος
εις την ευτυχισμένη μοναξιά τους,
να! κι ένας διαολάκης ομπροστά τους !
– Αδέλφια, λέει, καλώς τα κουβεντιάζετε.
Ω, ευτυχισμένοι που είστεν᾽ εδωπέρα
σε τόσες ηδονές! Μα δε δουλειάζετε.
Εκάκιωσε τ᾽ αντρόυνο και σκληρύθηκε
για του Διαόλου την άταχτη πράξη,
κι όλη κόκκινη η Εύα του αποκρίθηκε:
-Γαϊδαράτσε, ποιός σόδειξε την τάξη
να μπαίνης δίχως άδεια, κούτρα κούτρα;
Μ᾽ ένα παπούτσι σο ’πρεπε στα μούτρα.
-Συμπάθειο, λέει ο Διάολος, κυρά μου,
γιατί δεν ήλθα με κακό σκοπό.
Διαβάτης είμαι, πηγαίνω στη δουλειά μου,
και βαστάω πραματείες και πουλώ.
Μόνε σαν άκουσ᾽ η Εύα πραματείες,
το ’καμε μια χιλιάδα ευχαριστίες.
Είναι αλαφρή, λιγόμυαλη η γυναίκα,
και πολύ της αρέσουν τα στολίδια·
και μόλις από χίλιες βρίσκεις δέκα
να μην έχουν του αντρός τους αντικλείδια,
να παίρνουν ομορφά ’μορφα παράδες,
να ξοδεύουνε στους πραματευτάδες.
Εγώ όμως δεν το παίρνω στην ψυχή μου
πώς η Εύα είχε αντικλείδι κι τρυπούλευε·
το λεν οι ιστορικοί μας, ακροατή μου,
και λένε πως ο Διάολος τη συμβούλευε,
και πως, μετατρεμμένος εις σε φίδι
της επήγε μια μέρα το αντικλείδι.
Βέβαια που έπειτ᾽ από τόσους αιώνες
οπού εφτιάστηκε ο Κόσμος, δε μπορεί
να γνωρίζουμε αν είναι απατεώνες
ή α λένε την αλήθεια οι ιστορικοί·
μ᾽ από τις τωρινές γυναίκες κρίνει
κανείς, ομπρός – οπίσω, και για κείνη.
Ωστόσο ο Διάολος άνοιξε τσι κόφες
κι έβγαινε όσα στολίζουν τσι κυράδες:
μεταξωτά, μπατίστες, κρεπά, στόφες,
βελέττες, μπλόντες, ομπρελέτες, μποάδες .
Κι η Εύα που τα ᾽βλεπε, έτρεμε η καρδιά της
και σα – Χριστέ της – να ᾽ναι όλα δικά της!
Σε μια άλλη κόφα είχε όμορφα διαμάντια,
πουλιό όμορφα, δεμένα στο Παρίσι,
και χωριστά σ᾽ άλλο κουτί μπριλλάντια
κυματερά σαν το νερό στη βρύση.
Κι η Εύα όντις τά ειδε, σκούζει: -Ωγε! τα θέλω!
Τα θέλω· μόνε πλέρωνε, Αδαμιέλο.
Ο Διάολος, ως κι κειός τον παρακίνα•
κι ο Αδάμ δεν είχε, κι έσφιγγε τσι πλάτες.
Μα η Εύα κλαίοντας το ’λεγε: – Μ᾽ εφκείνα
με περνάς πάντα. Πρόφασες μονάτες.
Πάρε τα, Αδάμ μου. Πάρε τα ’μπιστιού!…
Τον Αύγουστο πλερώνεις , μιού , μιού, μιού.
Τα δάκρυα κειά της Εύας εσουρώνανε
μες στην καρδιά του Αδάμ, και τον ανοίγανε,
που, ζαχαροφτιασμένος, τον ελυώνανε,
τον εστενοχωρούσανε, τον πνίγανε.
Και λέει: -Κακό, που μου ᾽ρτε του φτωχού!
Ας γένη, γιε μου, ετούτο το ’μπιστιού.
Το ’μπιστιού έγινε κιόλες, κι μετρήθηκε,
και τούτο μεταξύ στα εφτά μυστήρια.
Γιατί από την ημέρα που το εντύθηκε,
άκουε πίσωθ᾽ ο Αδάμ κλαμπανιστήρια,
σαν του σκύλου, όντις το ’χουν τα παιδιά
λάτινο αγγειό δεμένο στην ορά!
Μα ήλθε κι ο Άγουστος, που ’ταν η διορία,
κι ήλθε κι ο Διάολος στον Αδάμ μαζί του.
Ο Αύγουστος σε μεγάλη δυστυχία,
κι ο Διάολος ζητάει την πληρωμή του.
Για πρώτη φορά τότε εκειός ο Διάολος
εφάνηκε του Αδάμ αισθητός Διάολος.
Κράζει την Εύα κι αρχινάει τη γκρίνια•
και γκρίνιαζε τ᾽ αντρόυνο ανάμεσό του
και ερωγότουν πουλιό πάρι ένα μήνα.
Όντις διαλέει καιρό για το σκοπό του
ο Διάολος· κι αλλάζοντας μορφή
ήλθε κι ηύρε την Εύα μοναχή:
– Εύα μου, λέει, σε βλέπω πικραμένη·
και με λυπάει πολύ, που ο Θεός το ξέρει·
γιατί ως κι εσύ ᾽σαι καλομαθημένη
κι ήθελες πάντα τάλαρα στο χέρι.
Μα υπομονή, κυρά μου· και θυμήσου
πως εις τη χρεία δεν είσαι μοναχή σου.
Είν᾽ τόσοι, που περσότερο από σε
έχουνε χρεία στον κόσμο – για ᾽να , γι᾽ άλλο –
και που ούτε σ᾽ όνειρο είδανε ποτέ
το πλούτι το δικό σας το μεγάλο.
Μα ο άντρας σου δε θέλει να ξοδεύη . . .
Κάνει καλά . Είναι φρόνιμος . Σωρεύει .
– Πλούτι; λέ᾽ η Εύα. Όξα κι α μου λες
για κειά που Θιός βασταίνει κλειδωμένα.
Μα εκείνα είναι δικά του! – Μπα, ντροπές,
ο Διάολος λέει. Εκείνα είναι για σένα.
Ούτε ο Θιός είπε διαφορετικά,
μόνε τον καταλάβετε κακά!
Ο Θιός δεν έχει χρεία για παράδες,
κι είσθενε σ᾽ ένα σφάλμα μεγαλώτατο.
Μόνε α θέλης να εβγής οχ τσου μπελιάδες,
είναι το μέσος, Εύα μου, ευκολώτατο·
να το κλειδί· τρέχα, έπαρε όλα κείνα
που σου χρειάζουνται, να πάψη η γκρίνα.
Έτσι εκλεφτήκαν του Θεού οι παράδες,
κι η Εύα κάνει την πρώτη αμαρτία·
δε θυμώμαι σε πόσες κατοστάδες.
Και τα δέχθη κι ο Αδάμ, γιατ᾽ είχε χρεία.
Μα ένα έργο τόσο αχρείο και κακόποιο
ο Θιός το εκοίτα με το τελεσκόπιο.
Σημαίνει με θυμό το καμπανέλι,
κι έρχουνται ευθὺς εμπρός ξεσκουφωμένοι
Μικέλης και Γαβρίλης, δυο Αγγέλοι,
που ’ ναι στον ουρανό συνηθισμένοι
να κάνουνε με τέσσερα πηδήματα
τα πουλιό μακρινότερα θελήματα.
– Φέρετέ μου, λέει, το Διάολο, Άγγελοί μου.
Μα όχι, όχι, αφήσετε και πηαίνω εγώ,
έπειτα, ναν του δείξω την οργή μου!
Κι ωστόσο, μια φορά κ’ είσθεν᾽ εδώ,
προβατείτε να ιδείτε μια δουλειά,
για να σας βάλω καταμαρτυριά.
Τους φέρνει και τους δυο στο περιβόλι·
και φθάνοντας ομπρός στου Αδάμ το σπίτι,
φωνάζει δυνατά και βγαίνουν όλοι·
και πιάνει τον Αδάμ από τη μύτη:
– Εδώθε, λέει, σε σέρνει το βελέσι,
γάιδαρε, μασκαρά! Έτσι σ᾽ αρέσει!
Και συ, Εύα, είν᾽ τούτες όμορφες δουλειές;
Έτσι οι γυναίκες κάνουνε Άι- Γιάννη;
Μα, μα τὴ Δραπανιώτισσα, μορές,
θε να σας διώξω εδώθε! Ας είναι , φτάνει!
Τα᾽ χασε η Εύα, εσβήστηκε, εσκοτίστηκε,
κι᾽ οχ την πολλήν τρομάρα εκατουρίστηκε.
Ως τόσο, ο Διάολος ήτανε φευγάτος,
και πήαινε τραγουδώντας: Τα – λα – ρα!
Κι ο Άδης ανάβλιαζε, χαρά γιομάτος,
και τραγούδα όλημέρα: Τα- λα- ρα!
Κι από κειό το τραγούδι: Τα – λα – ρα!
είπαν του εγκλήματος το σώμα τάλαρα!
Aghapi D said
Τον άγιο Βαμβακάρη τον θυμηθήκαμε;
Σάκης Οικονόμου said
188
Ο Στέλιος! Θυμάμαι που περίμεναν κάθε Παρασκευή (ή Σάββατο;) να περάσει ο Στέλιος και δεν ήξερα για ποιόν μιλούσαν.
Το παραδάκι!
Σάκης Οικονόμου said
Συγγνώμη απαντούσα στον Ηράκλειτο της ανάρτησης Νο 186 και όχι 188
cronopiusa said
Καλή σας μέρα.
Γιάννης Κουβάτσος said
Για τις κρατικοδίαιτες τράπεζες έγραψε κανένα λιβελλογράφημα ο κυρ Τάκης; Τζιζζζ εκεί!
Του τα έχωσε πρόσφατα ο ομότιμος καθηγητής Γιανναράς για την ασχετοσύνη του και την προχειρογραφία του και συνετέλεσε και αυτό προφανώς στην αντιεκπαιδευτική λύσσα του κυρ Τάκη.
Chr said
@83. Να θυμίσω τον 75ο κανόνα της απόκτησης. Το σπίτι είναι εκεί που λέει η καρδιά αλλά τα άστρα είναι φτιαγμένα από λατινουμ.
Γιάννης Ιατρού said
χάσαμε και την Μονσεράτ Καμπαγιέ. Λιγοστεύουμε ….
gpointofview said
# 194
sarant said
192 Δεν θέλω να το διαβάσω!
Σάκης Οικονόμου said
194:
Πάει κοντά στην Κάλλας, που θα της μάθει να τραγουδάει σωστά Carmen
Ανδρεας Τ said
@179. Καληνυχτιά αλλά το είδα και το άκουσα σήμερα και σε ευχαριστώ. Χορεύεται μπάλλος αργός και μερακλίδικος, όταν το ζευγάρι αγαπιέται. Με πήγε πίσω 50 χρόνια.
ΛΑΜΠΡΟΣ said
Γιώργη μου, πύρινα κηρύγματα κάνεις εσύ που προσπαθείς να πείσεις τους «αλλόθρησκους» πως μόνο ο ΠΑΟΚ είναι αδιάφθορη ομάδα και μόνο ο Ιβάν Σαββίδης έγινε δισεκατομμυριούχος με τον τίμιο ιδρώτα του πάνω στις σκαλωσιές με το μιστρί και το πιλοφόρι, όλοι οι άλλοι είναι διεφθαρμένοι. Βέβαια όλως τυχαίως, είσαι δηλωμένος οπαδός του ΠΑΟΚ αλλά και μέτοχος αλλά δεν νομίζω πως τα λαμβάνει κανείς αυτά υπόψιν του για τις ειλικρινείς προθέσεις σου.
Εγώ το μόνο που κάνω, είναι να λέω αυτά που παρατηρώ στον κόσμο, με επιχειρήματα και αποδείξεις πάντα, αυτό έκανα και με τον Mitsos που απηύθυνε τον λόγο και επειδή τον σέβομαι ως σχολιαστή του απάντησα.
Αν επιμένει να πιστεύει πως οι πλούσιοι έχασαν τα δις που λέει το χαζοάρθρο του χαζοκουτιού, εγώ δεν έχω λόγο να του χαλάσω το όνειρο, όπως και κανενός.
Τόσα χρόνια που γράφω διάφορα για την σεξουαλικότητα , για τα χρηματιστηριακά και για την απάτη της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, με βασικό στόχο τον εποικοδομητικό διάλογο για την βελτίωσή μου κυρίως, πολλοί έχουν ενοχληθεί αρκετοί έχουν εκνευριθεί και κάποιοι εξοργίστηκαν και με στόλισαν με διάφορα κοσμητικά επίθετα, όμως ΚΑΝΕΙΣ δεν τεκμηρίωσε ποτέ, πού είχα- έχω λάθος, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τον (αληθινά) πολύ αγαπητό μου Spiral architekt, που σε ένα σχόλιό του, αναφέρθηκε σε ένα απόσμασμα ενός δικού μου λέγοντάς μου «και μόνο σ’ αυτό έχεις δίκιο» χωρίς να μου τεκμηριώσει πού είχα άδικο στα άλλα, κι έτσι έμεινα στο σκοτάδι και στις αυταπάτες μου (όπως είπε ο άλλος αγαπητός μου σχολιαστής Avonidas) πώς να βελτιωθώ έτσι όμως. ☺
Γιάννης Κουβάτσος said
Ο Σαββίδης ήταν ένα φτωχόπαιδο από το Σάντα της Γεωργίας, ένας εργάτης σε καπνοβιομηχανία,που βάζοντας στην άκρη ό, τι του περίσσευε από τον γλίσχρο μισθό του και εκμεταλλευόμενος το αξιοκρατικό μετασοβιετικό σύστημα, κατάφερε να γίνει μικροολιγάρχης και ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης ελληνικής ομάδας (αν εξαιρέσουμε άλλες τέσσερις). Είναι άξιος θαυμασμού και όχι ζηλόφθονης λοιδορίας. Respect, Ivan!
Georgios Bartzoudis said
(α) 92, ΕΦΗ – ΕΦΗ said: «67/72 >>μαϊ κάτω λέμε μαϊλαχτά, οι μπερδεμένες συνιδιοκτησίες».
# Πάνω (εν Μακεδονία, ντε!) λέμε ότι οι νοικοκυρά μαϊλάτ’σι (μαϊλάντησε) το γάλα ώστε να γίνει ξινόγαλα (το γιαούρτι, χαμουτζιστί). Προφανώς έχει σχέση με την μπερδεύουσα το γάλα μαγιά (μακεδονιστί μα-ϊά –όποιος χαμουτσής καταφέρει να προφέρει σωστά τη λέξη αυτή …αμειφθήσεται!)
(β) 160, ΛΑΜΠΡΟΣ said: «…Tα χωριά λεγόντουσαν Λιλή και Κωστή, (θρακιστή με Η κι όχι Ι ) και αποτελούν το Σοφικό από το 1961 που βρίσκεται 12 χιλιόμετρα βόρεια του Διδυμοτείχου και δεν έχουν καμία σχέση με το Ασημένιο (θρακιστή Σουϊμένι) που βρίσκεται 2 χιλιόμετρα νοτιότερα. Εσείς οι Μακεδόνες καλό είναι να μη μπερδεύεστε με τα θρακιώτικα θέματα γιατί τα κάνετε ακανέδες».
# Διαβασμένος κύριε Θραξ. Αλλά θρακιστί βεβαίως. Μη μου τα κάνεις τσιουτζούκ-λουκούμ!
(γ)178, sarant: «Λεκανόστ, που λέγαμε παλιά»
# Λεκανός γκοεμποντίν, έλεγαν οι …προτσιπρικοί Τσιπρομακεδόνες!
Pirros said
Δεν ξέρω αν γράφτηκε (τα σχόλια είναι πάρα πολλά) ο μπεζαχτάς.
Πουπερμίνα said
…..μία (συνήθως ΔΕΝ υπάρχει)
sarant said
203 Όπως άλλωστε και το σάλιο 🙂
Σάκης Οικονόμου said
202:
Γράφτηκε.
Σάκης Οικονόμου said
202:
Διόρθωση:
Γράφτηκε εδώ.
Alexis said
Επειδή δεν έχω διαβάσει όλα τα σχόλια βάζω και το φόλι για τη λίστα, και σόρρυ αν έχει ειπωθεί.
Κανονικά φόλι είναι το αυγό που αφήνεις στην φωλιά της κότας προκειμένου να συνεχίσει να γεννάει εκεί, αλλά συχνά λέγεται και με τη σημασία του χρήματος. Κυρίως λέγεται για το αρχικό κεφάλαιο όταν θέλεις να ξεκινήσεις να κάνεις μια δουλειά.
π.χ.»Ωραία η ιδέα σου αλλά για να τη βάλεις μπροστά χρειάζεσαι φόλι»
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
201, μαϊλάτησε (μαϊλαχτά)….
>>Προφανώς έχει σχέση με την μπερδεύουσα το γάλα μαγιά (μακεδονιστί μα-ϊά
Το θέμα είναι όμως ότι εμείς λέμε μαγιά (παχιά παχιά κιόλας-δεν τρώμε κατακανόνα/μάλλον προσθέτουμε γράμματα 🙂 ). Θα ήταν δηάδή μαγιαχτά.
Και λάδι τα λεφτά (για το γνωστό λάδωμα/φακελάκι) αλλά και κινητήριο δύναμη.
Αιμ said
Και ως ψιλικοκό αναφέρονται τα γκαφρά σε κάποιους κύκλους
gpointofview said
# 199
Αγόρι μου δεν χρειάζεται να βελτιωθείς την στιγμή που τις υποθέσεις σου τις θεωρείς συμπεράσματα και μάλιστα τεκμηριωμένα… τι να σου πω; να μου τεκμηριώσεις πως ο Σαββίδης είναι απατεώνας ΕΣΥ που πήγες να πανηγυρίσεις ένα κλεμμένο στα δικαστήρια πρωτάθλημα του Μελισσανίδη ; ΕΛΕΟΣ, εγώ τουλάχιστον δεν κρύβομαι πίσω από το δάκτυλό μου και να εμφανίζομαι όταν το»δίκαιο» και το «τεκμήριο» θριαμβεύουν.
Εγώ επίσης θεωρώ πως έχεις δίκιο και πως οι μεγαλοκαρχαρίες δεν έχασαν τα δις που γράφουν τα άρθρα, όπως και δεν πιστεύω πως εμφανίζονται κανούργια δις όταν τα άρθρα είναι καλά, περί αέρος πρόκειται. ΕΣΥ όμως που ξέρεις πως είναι αέρας γιατί φαγώνεσαι να διδάξεις σε όλους (με το αζημίωτο 😉 πως να γίνουν πλούσιοι και κυρίως γιατί λοιδωρείς όσους σου λένε πως προτιμούν να απολαύσουν την ζωούλα τους χωρίς να θέλουν να μπουν στον (καλά καμουφλαρισμένο) κόσμο των πυραμίδων ;
Οταν έχεις ένα αυγό μπορείς να το φας φρέσκο και να το απολαύσεις. Μπορείς όμως και να το αποθηκεύσεις και να περιμένεις πότε θα ύπάρξει έλειψη αυγών και θα ανέβει η τιμή του για να κερδίσεις η αν περάσει καιρός και δεν βρεις την ευκαιρία, να το φας μπαγιάτικο-αν δεν έχει κλουβιάσει μέχρι τότε.
Η ζωή είναι μικρή, σ’ αυτό συμφωνούμε, νομίζω.
Ξέρω πως δεν χωνεύεις τον Ντύλαν (και φυσικά ένα Νόμπελ κι ένα Οσκαρ δεν είναι … τεκμήρια) αλλά να ξέρεις μου θυμίζεις έντονα αυτές τις δυο στροφές :
They are spoon feeding Casanova to get him to feel more assured
Then they’ll kill him with self-confidence after poisoning him with words
Georgios Bartzoudis said
207, Alexis said: «…Κανονικά φόλι είναι το αυγό που αφήνεις στην φωλιά της κότας προκειμένου να συνεχίσει να γεννάει εκεί…».
# Τούτο μακεδονιστί λέγεται προσφώλι
Αριστ said
Λέκια, εξελληνισμένα τα αλβανικα λεκ. Χρησιμοποιειται ακομα και σημερα απο τους Ελληνες της Αλβανιας
Δημήτρης Μαρτῖνος said
@212. Λέκι στὰ ἑλληνοαμερικάνικα ἡ λίμνη (ἀπὸ τὸ lake).
Παράδειγμα (ἀπὸ τὸ σλανγκρ)
φρηζάραν τα λέκια και πλάκωσαν τα μπηλοζήρια
Μιχάλης Νικολάου said
213, 🙂
… και δεν μουβάρανε τα μπότια, επίσης.
antonislaw said
125, 115
Πέπε, καταρχάς ευχαριστώ πολύ για την παραπομπή στη συζήτηση για την προφορά του μαγγιριού και της μπακίρας σχετικά με την τουρκική, το οποίο και αγνοούσα.
Απλώς στην περιγραφή μου για την προφορά χρησιμοποίησα έναν τρόπο για να γίνω κατανοητός, δηλαδή πώς είναι η προφορά του μπακίρα χωρίς τσιτακισμό. Προφανώς δεν εννοούσα ότι η προφορά οφείλεται στην Αθήνα, και στους Αθηναίους, (αθηναίικη είπα, όχι αθηναϊκή, δηλαδή που μοιάζει με την Αθήνα και όχι ότι προέρχεται από αυτήν) γιατί η μπακίρα, ως λέξη είναι πολύ παλαιότερη από το 1913 και την επίσημη πλέον επιρροή στην προφορά των κρητικών από ιδιώματα της υπόλοιπης Ελλάδας μέσω και της νεοελληνικής κοινής. Επιπλέον ψυχανεμίστηκα την σχέση με την τούρκικη προφορά.
«…και μάλιστα στην προφορά το κ δεν είναι το κλασικό τσιτακιστικό αλλά με λεπτή, αθηναίικη προφορά, πιθανώς για να προσομοιάζει με την τούρκικη, και λέγανε κάποια χάλκινα-προφανώς-…»
Να εισφέρω και μία άλλη έκφραση, αυτούσια τουρκική, που και αυτή στα κρητικά προφέρεται χωρίς τσιτακισμό, με ελαφρό κάπα-αν προτιμάτε- το πεκεΐ, το οποίο χρησιμοποιόταν-έχω χρόνια να το ακούσω- με την έννοια του καλώς,εντάξει- υποθέτω ότι κάτι τέτοιο σημαίνει στα τούρκικα, peki είναι η λέξη από ό,τι βρήκα-, το οποίο σε κείμενο του 1950-δε θυμάμαι ακριβώς ποιο-, το αναφέρει ότι χρησιμοποιείται για κάποιον που κάνει επίδειξη γλωσσομάθειας.
antonislaw said
«Τα ευρά», ως πληθυντικός της λέξης «ευρώ», άκλιτης κατά το ΛΚΝ. Έχω ακούσει σε συζητήσεις με χροιά σαφώς αργκό, να χρησιμοποιείται η λέξη. Προσπάθησα να την γκουγκλίσω αλλά εις μάτην. Εσείς την έχετε ακούσει;
Νομίζω ότι έχουμε συζητήσει σχετικά στο παρόν ιστολόγιο;
spiral architect 🇰🇵 said
Βγαίνει, αλλά με δεύτερη λέξη το slang:
– Εμμμμ…ευρά ήθελες; Ρούφα την τσαμπού τώρα.
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
215 peki < pek iyi = πολύ καλά.
antonislaw said
218 ευχαριστώ πολύ! το έβαλα στο μεταφραστήρι της γκουγκλ και προφέρεται κοντά στο «πέκιίι», με τρία «ι». κοντά στο πεκεΐ των κρητικών
antonislaw said
217
«Βγαίνει, αλλά με δεύτερη λέξη το slang:
– Εμμμμ…ευρά ήθελες; Ρούφα την τσαμπού τώρα.»
Ευχαριστώ για το λήμμα! προσπαθώ να δω σε τι ποσοστό γκουγκλίζεται. Μία μόνο καταγραφή βρήκατε; μπορούμε να θεωρήσουμε τον τύπο καθιερωμένο;
Ο Μπαμπινιώτης αναφέρει ως τύπο υπαρκτό το «εύρο», στη σελίδα 693 του λεξικού του (ευρό κ. εύρο (το) → ευρώ), που προσωπικά δεν το έχω ακούσει ποτέ, ενώ στη σελίδα 694 αναφέρει το ερώ άκλιτο και αναρρωτειέται (ευρό | εύρο ή ευρώ;). Ταυτοχρόνως, δίνει δύο πληθυντικούς αντιστοίχως «εύρα» και «ευρά», Προσωπικώς μου κάθεται καλύτερα το «ευρά» που το έχω ακούσει κιόλας, αν και κάπως με ξενίζει ακόμα.
ΣΠ said
220
Εγώ βρίσκω πολλά
https://www.google.com/search?ei=IZC8W9GAAuWmrgS1z4b4Ag&q=%22%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%AC%22&oq=%22%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%AC%22&gs_l=psy-ab.3..0i5i10i30k1j0i5i30k1.15067.17626.0.18315.2.2.0.0.0.0.139.273.0j2.2.0….0…1c.1.64.psy-ab..0.2.273…0i7i30k1j0i7i10i30k1.0.Gwz8HD6BeHY
Και βίντεο
antonislaw said
221
Σας ευχαριστώ πολύ για τα λήμματα! Η παλιότερη έγγραφη αναφορά είναι σε άρθρο του Ρίζου -του κανονικού, του ΚΚΕ- του 2010 με τίτλο «Με βάση τα «ευρά» ή τις λαϊκές ανάγκες;», όπου ο συντάκτης θεωρεί μάλλον αδόκιμο ή πολύ λούμπεν τον όρο, καθώς και σε εισαγωγικά τον βάζει και μέσα στο κείμενο χρησιμοποιεί το άκλιτο «ευρώ»
https://www.rizospastis.gr/story.do?id=5820761
Σε έλλες περιπτώσεις χρησιμποιείται ως αργκό-νεομάγκικα μαζί πχ με το ρήμα «παντελόνισασε τα ευρά».
Πάντως υπάρκτός είναι ο όρος.
Πέπε said
@220Q
> > Ο Μπαμπινιώτ:ς αναφέρει ως τύπο υπαρκτό το «εύρο», στη σελίδα 693 του λεξικού του (ευρό κ. εύρο (το) → ευρώ), που προσωπικά δεν το έχω ακούσει ποτέ
Το εύρο ήταν πρόταση του ίδιου του Μπαμπινιώτη, προκειμένου η λέξη να μπορεί να κλίνεται και ταυτόχρονα να μην ξενίζει. Ήταν μία λογική πρόταση: πρώτον, το νόμισμα μιας χώρας είναι προτιμότερο να ονομάζεται με μια λέξη που ακολουθεί πλήρως τους γραμματικούς κανόνες της αντίστοιχης γλώσσας (δηλαδή, προκειμένου για την Ελλάδα, να κλίνεται σαν ελληνικό ουσιαστικό). Δεύτερον, ο τόνος στην παραλήγουσα κάνει τις αλλαγές των καταλήξεων λιγότερο έντονα διαφιρετικές απ’ ό,τι αν τονίζονταν (λιγότερο διαφέρει το εύρο από τα εύρα παρά το ευρό από τα ευρά).
Αν και λογική, η πρότασή του δεν επικράτησε. Επομένως, πολύ κακώς (και ίσως μόνο από πείσμα) την αναφέρει ως υπαρκτή.
sarant said
224 Ωστόσο, η γλώσσα δεν ακολουθεί πάντα τις επιταγές της λογικής. Και βέβαια, έχεις δίκιο στην κατακλείδα.
Μένω ενεός, άναυδος, άφωνος: οι 50 αποχρώσεις της κατάπληξης - ΟΡΕΙΝΟΣ said
[…] άρθρα καταλογογράφησης, για τις 50 αποχρώσεις του χρήματος, της μέθης, της αποτυχίαςκαι […]