Προηγούμενες δημοσιεύσεις του Νίκου Νικολάου στο ιστολόγιο:
Από πού βγαίνει το καρπούζι; (Μια συνεργασία του Νίκου Νικολάου)
Posted by sarant στο 29 Ιουλίου, 2019
Εδώ και κάμποσο καιρό έχουμε αρχίσει να δημοσιεύουμε συνεργασίες του φίλου γλωσσολόγου Νίκου Νικολάου. Το σημερινό άρθρο είναι το δέκατο αυτής της συνεργασίας. Στο τέλος θα βρείτε ευρετήριο των προηγούμενων άρθρων.
Στο σημερινό άρθρο, ο Νίκος Νικολάου ασχολείται με ένα φρούτο της εποχής, το καρπούζι, αλλά από ετυμολογική άποψη -και συνομιλεί με παλιότερα άρθρα του ιστολογίου.
Αρχική μορφή εδώ.
Η συμβολή μου εδώ παίρνει τη μορφή κονσέρβας: αναδημοσιεύω άρθρα που είχα γράψει στην Κβόρα, το 2016 και 2017, εμπλουτισμένα και μεταφρασμένα.
Το συγκεκριμένο άρθρο συγγενεύει με άρθρο που έχει ήδη δυο φορές εμφανιστεί εδώ κονσέρβα από τον ίδιο το Νίκο το Σαραντάκο: Το ελληνικό πεπόνι με τα πολλά ονόματα (ύστατη μορφή: Ο βασιλιάς του καλοκαιριού;)
Το άρθρο του Νίκου για το καρπούζι αναφέρει:
Εμείς βέβαια το λέμε καρπούζι, το οποίο είναι τουρκικό δάνειο (karpuz), αν και δεν είναι σαφές από πού το πήραν οι Τούρκοι. Και οι Ρώσοι, που το λένε Αρμπούζ, από τα τούρκικα πρέπει να το έχουν πάρει.
[…]
Το ήξεραν οι αρχαίοι το καρπούζι; Οι γνώμες διίστανται. Είναι μάλλον βέβαιο πως η κοιτίδα του καρπουζιού είναι η τροπική Αφρική, οι δε Αιγύπτιοι σαφώς το γνώριζαν –το έβαζαν και στους τάφους των Φαραώ, βρίσκω κάπου· στου Τουταγχαμών τον τάφο έχουν βρεθεί σπόρια καρπουζιού. Ο Γεννάδιος υποστηρίζει λοιπόν ότι είναι αδύνατο οι αρχαίοι Έλληνες, που είχαν διαρκή επικοινωνία από πολύ παλιά με τους Αιγυπτίους, να μη γνώριζαν το καρπούζι.
Σε ανύποπτο χρόνο, ανέφερα στην Κβόρα την πρόταση του Νικόλαου του Κονεμένου να αντικαταστήσει το τουρκικό καρπούζι με το χειμωνικό. (Αγγλόγλωσσος ιστότοπος γενικού ενδιαφέροντος είναι η Κβόρα, αλλά έλεγα και γω τα δικά μου.)
Οπότε ο τούρκος Κβορανός Ali Berat απόρησε, και με ρώτησε.
Μα δεν είναι ελληνικό το karpuz; Κοίταξα στο ετυμολογικό λεξικό, και μου είπε πως βγαίνει από το καρπόω
(Όπως είπε ο Νίκος: «δεν είναι σαφές από πού το πήραν οι Τούρκοι».)
Η πρώτη μου σκέψη ήταν πως, το να παράγεται το καρπούζι από το καρπός αποτελεί μια ιδέα τόσο κουφή, που μόνο στην πλάκα αναφέρεται. Όπως μάλιστα είχα αναφέρει, προκύπτει στον ελληνόγλωσσο ιστό μόνο στο σατιρικό Καινούργιες λέξεις III («Πρόκειται για γνησία αρχαία ελληνική οπώρα, η οποία έθελξε και τους τουρκεστανούς εισβολείς, εξού και το τουρκοπρεπές γλωσσικό ένδυμα.» Το παράγει μάλιστα από το σκοπίμως ασυνάρτητο υποκοριστικό καρπός-διον.) Α, προκύπτει και σε διστακτικό σχόλιο που έχει γίνει εδώ το 2010, στην πρώτη ανάρτηση: «Αποκλείεται η λέξη καρπουζ να είναι αντιδάνειο; Από τους «καρπούς»; Λέμε τώρα.»
Οπότε η απορία του Αλί Μπεράτ, και το ενδεχόμενο να αποτελεί αντιδάνειο το καρπούζι, με ξαπόστειλε σε πέντε ετυμολογικά άρθρα, και κίνησε και μένα και τη φίλη μου τη Δήμητρα Τριανταφυλλίδου να ψάξουμε την προϊστορία του καρπουζιού.
Το πόρισμα είναι πως, παρά την τιμή που μας κάνει ο Νισανιάν (γιατί βέβαια το ετυμολογικό του λεξικό της Τουρκικής έψαξε ο Αλί), όχι, το καρπούζι δεν παράγεται από το καρπός. Όμως το ταξίδι για να βρούμε τις καταβολές της λέξης, αλλά και του φρούτου, έχει μπόλικο ψωμί.
Συμβουλεύτηκα τις εξής πρόχειρες πηγές:
- karpuz (λεξικό Νισανιάν)
- karpuz (αγγλικό Βικιλεξικό)
- Paul Horn: Grundriss der Neupersischen Etymologie (Σχέδιο νεοπερσικής ετυμολογίας)
- خربزه (xarboz: αγγλικό Βικιλεξικό)
- Watermelon («Το καρπούζι», από το ιστολόγιο Polyglot Vegetarian «Ο πολύγλωσσος χορτοφάγος»)
Εκδοχή πρώτη. Ο Νισανιάν παράγει το karpuz από το «περσικό xarbūz ~ ελληνικό karpos», κάπως αποφθεγματικά· πιο αναπτυγμένη αναφορά εμφανίζεται στο Βικιλεξικό:
Από το οθωμανικό τουρκικό قارپوز (karpuz, «πεπόνι»), από το περσικό خربز (xarboz, «πεπόνι») με πιθανή επιρροή από το ελληνικό καρπός, και τα δύο από το αρχαιοελληνικό καρπός, από το πρωτοϊνδοευρωπαϊκό *kerp– («κόβω, pluck, θερίζω»), από το *(s)ker– («κόβω»).
Η ετυμολογία που δίδει το Βικιλεξικό (που μάλλον την ξεσήκωσε από αρτιότερη μορφή του Νισανιάν) φαίνεται να λέει πως το περσικό xarboz προέχεται από το καρπός, πως τα τουρκικά δανείστηκαν το xarboz ως karpuz, και πως το αρχικό k εμφανίστηκε επειδή η λέξη δέχτηκε πάλι επιρροή στα τούρκικα από το καρπός.
Αυτά λέει τα τουρκικό λήμμα στο Βικιλεξικό. Το κακό με το Βικιλεξικό είναι πως μαζεύει ετυμολογίες από κάθε λογής λεξικά, σε κάθε λογής γλώσσες. Το καλό είναι πως αυτό μας επιτρέπει να κάνουμε τις δικές μας αντιβολές σχετικά εύκολα. Και το περσικό λήμμα xarboz στη Wiktionary, άλλα λέει.
Η περσική λέξη σήμερα εννοεί το πεπόνι και όχι το καρπούζι· στα περσικά το καρπούζι είναι hindewāne «ινδικό φρούτο» (από τη γλώσσα Πάστο του Αφγανιστάν), ή battīx indi «ινδικό πεπόνι». (Και όπως ημέτεροι επιδίωξαν να ξετουρκέψουν τα ελληνικά, έτσι και έτεροι επιδιώκουν να ξεϊνδέψουν την Πάστο, και να αντικαταστήσουν τη λέξη hindwana με islamnama: «Το καρπούζι στην Πάστο λέγεται hindwana, που είναι λάθος και αντιισλαμικό, γιατί αντιπροσωπεύει τους ινδουϊστές και την απόκλισή τους από το μουσουλμανικό σωστό δρόμο. Εδώ και καιρό εκδιώχτηκαν οι ινδουϊστές από την πατρίδα μας των αγνών, αλλά το όνομά τους παραμένει στη γλώσσα, και ευτυχώς το προσέξαμε πρόσφατα.»)
Αλλά το xarboz εξαπλώθηκε σε πολύ μεγάλη απόσταση από την Περσία. Όπως καταγράφει το Βικιλεξικό, συγγενική λέξη απαντά στα ανατολικοσλαβικά, στα γεωργιανά, στα μεσαιωνικά αρμενικά, στις τουρκογενείς γλώσσες, και σε όλες τις γλώσσες των Βαλκανίων, πάντα με την έννοια «καρπούζι» (με εξαίρεση τα ουκρανικά, όπου σημαίνει την κολοκύθα). Έχει επίσης εξαπλωθεί στα αραβικά, τα σανσκριτικά, και τα μαράτι, με την έννοια «πεπόνι». Η λέξη δηλαδή απαντά από τη Λεττονία μέχρι την Γκόα, και από την Ελλάδα μέχρι το Καζαχστάν.
Το xarboz όμως από πού προέρχεται;
Εκδοχή δεύτερη. Είδαμε πως ο Νισανιάν το θέλει από το καρπός. Είδαμε πως ο Νισανιάν το θέλει από το καρπός. Το ετυμολογικό λεξικό του Paul Horn όμως το παράγει από την περσική έκφραση «γαϊδουράγγουρο», δηλαδή θεόρατο αγγούρι. Ο συνδετικός κρίκος κατ’ αυτόν είναι η λέξη xarbōǰīnā, που την αποδίδει στην γλώσσα Παχλαβί (την Παρθική): το γλωσσάρι που αναφέρει δίδει το πεπόνι ως khar-buzak, και το αγγούρι ως bōǰīnā. Δηλαδή xarbōǰīnā «γαϊδουράγγουρο» > xarbuzak «πεπόνι» > xarboz.
Ο Νισανιάν αυτό το θεωρεί παρετυμολογία: θα άκουσαν λέει οι πέρσες ξενικό όρος σαν, λέμε τώρα, το καρπός, προσπάθησαν να το συνδέσουν με όρο γηγενή, και έβγαλαν το γαϊδουράγγουρο. Και εντάξει, όλα γίνονται· αλλά για να πήραν τη λέξη για το πεπόνι από τους έλληνες, θα έπρεπε οι πέρσες να έμαθαν το ίδιο το πεπόνι από τους έλληνες.
Η Εκδοχή τρίτη δεν είναι ούτε ελληνική ούτε περσική. Ο Paul Pelliot παράγει τη λέξη από το σανσκριτικό trapusa (Colocynthis citrullus, η κυπριακή πικραγγουριά, σε αντίθεση με την ελλαδική πικραγγουριά Ecballium elaterium, και κολοκυνθίδα στο Διοσκουρίδη). Και πάλι ο Pelliot θέλει να δούλεψε παρετυμολογία για να βγάλει από το trapusa, xarbōǰīnā. Το επιχείρημά του ενισχύει το ότι σε ορισμένες διαλέκτους της περσικής, το καρπούζι λέγεται tarboze· στη Μαράτι ṭarbūj (ενώ στα σανσκριτικά εμφανίζεται ως kharbūja)· και στην Πάστο (όπου θέλουν να ξεϊνδέψουν τη γλώσσα), το tarbuja σημαίνει «καρπούζι», και το xarbuja «πεπόνι».
Λοιπόν. Τρεις εκδοχές έχουμε. Περσικό (Χορν). Ελληνικό, με περσική παρετυμολογία (Νισανιάν). Σανσκριτικό, με περσική πάλι παρετυμολογία (Πεγιό).
Πώς διαλέγουμε;
Διαλέγουμε με βάση την ιστορία του καρπουζιού και του πεπονιού.
Το καρπούζι προέρχεται από τη νότια Αφρική, και ήταν ήδη γνωστό στην Αίγυπτο τη βʹ π.Χ. χιλιετηρίδα. Αναφέρονται στους Αριθμούς ιαʹ 5 ως אֲבַטִּיחִ ’ăḇaṭṭiḥ, φρούτο από την Αίγυπτο που πεθυμούν οι ισραηλίτες στην έρημο. (Το εβραϊκό ’ăḇaṭṭiḥ συγγενεύει με το αραβικό baṭṭīḵ «πεπόνι, καρπούζι», που το είδαμε στην Πάστο ως battīx indi, και που μας είναι πιο γνώριμο στην κυπριακή λέξη για το καρπούζι: πατίχα.)
Η κολοκυνθίδα, το σανσκριτικό trapusa του Πεγιό, και το καρπούζι προέρχονται από κοινό πρόγονο, και η κολοκυνθίδα απαντά στη Μεσόγειο και την Ασία.
Τα καρπούζια λέγονται στα Περσικά ινδικά, hindewāne, και αυτό μας δείχνει πως τα καρπούζια ήρθαν στην Περσιά εξ ανατολής. Τα καρπούζια καλλιεργήθηκαν στην Ινδία τον ζʹ αι., και η Ινδία σίγουρα αποτέλεσε αφετηρία για την εξάπλωσή τους· η Ισπανική και Γαλικιανή λέξη για το καρπούζι, sandía., προέρχεται από το αραβικό سِنْدِية sindiyyah, «από το Σινδ» (δίπλα στον Ινδό ποταμό), και καρπούζια καλλιεργούνταν στην Κόρδοβα ήδη το 961. Αλλά αν εξαπλώθηκαν τα καρπούζια και από την Περσία, και οι Πέρσες εξομοίωναν καρπούζια και πεπόνια (xarboz), τότε επόμενο θα ήταν η περσική λέξη για το πεπόνι να συνοδεύει την πορεία του καρπουζιού από την Περσία στη Ρωσία, στην Τουρκία, και στη Γεωργία.
O Berthold Laufer (Sino-Iranica σελ. 443 εξ.) πραγματεύεται την εξάπλωση του καρπουζιού. Δέχεται πως το «ινδικό πεπόνι» δεν μπορεί να ήταν γηγενές στην Περσία για να το λένε έτσι, και θεωρεί και αυτός το «γαϊδουράγγουρο» παρετυμολογία. Αλλά θεωρεί πως το καρπούζι μεταδόθηκε από την Περσία στην Κεντρική Ασία και από κει στην Κίνα: ο κινεζικός όρος 西瓜 xíguá «καρπούζι» εννοεί «δυτικό πεπόνι», και η Νέα Ιστορία των Πέντε Δυναστιών λέει πως ήρθε από το Τουρκεστάν· είχε φτάσει στην Κίνα το ιʹ αι. Το t του tarbuz, που εμφανίζεται στα μογγολικά και την «Τουρκί» (τουρκμενικά;) ο Λάουφερ το θεωρεί τουρκική ανομοίωση· και τις σανσκριτικές λέξεις για το καρπούζι τις θεωρεί όλες λεξιπλασίες πρόσφατες.
Ο Λάουφερ παίρνει με τις λεμονόκουπες τη θεωρία κάποιου πως το 西瓜 xíguá προέρχεται από το σικύα «αγγούρι». Πάντως οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τα πεπόνια είδος αγγουριού (cucumis), και το «γαϊδουράγγουρο» μας λέει πως το ίδιο σκεφτόταν οι Πέρσες. Ο Λάουφερ είναι σίγουρος πως οι αρχαίοι έλληνες αγνοούσαν το καρπούζι, αν και το πέπων, που αρχικά σήμαινε ώριμο (αγγούρι), απέκτησε την έννοια «πεπόνι» σχετικά νωρίς, ίσως και από τον Ιπποκράτη.
Είπαμε πως θα εξηγήσουμε την προέλευση της λέξης καρπούζι, με βάση την πορεία που εξαπλώθηκε το φρούτο καρπούζι. Η μπλεγμένη πορεία του φαίνεται να είναι η εξής:
- Ναμίμπια > … > Αίγυπτος > Ισραήλ > … Ιράν, Ινδία
- Ιράν > Ινδία (περσικά ονόματα για το καρπούζι, υστεροσανσκριτικά ονόματα)
- αλλά και Ινδία > Ιράν («ινδικό πεπόνι»)
- Ινδία > Ανδαλουσία («από το Σινδ»)
- Ιράν > Αρμενία, Γεωργία, Ρωσία, Ουκρανία, Οθωμανική Αυτοκρατορία
- Ιράν > Κεντρική Ασία > Κίνα
Η πιο απίθανη εκδοχή παραμένει αυτή του Νισανιάν. Υπάρχει μικρό ενδεχόμενο το καρπούζι να το γνώριζαν οι αρχαίοι έλληνες, και μάλλον το γνώριζαν οι Ρωμαίοι. Αλλά ο Νισανιάν έχει την απαίτηση, όχι μόνο να έμαθαν οι Πέρσες το καρπούζι από ελληνόφωνους, αλλά και να το καλούσαν οι ελληνόφωνοι με τον παντελώς αφηρημένο όρο καρπός. Τα ελληνικά και τα λατινικά είχαν ήδη γενικό όρο για τα κολοκυνθοειδή (cucurbitaceae), και θα το χρησιμοποιούσαν και για το καρπούζι· και ο όρος αυτός ήταν «αγγούρι», cucumis/σικύα. Αλλά δεν πέρασε το σικύα ως καρπούζι στην Περσία· και είναι απίθανο να μεταπήδησε το σικύα από την Ελλάδα κατευθείαν στην Κίνα.
Το γηγενές περσικό «γαϊδουράγγουρο» είναι ύποπτο, όχι γιατί λέει το καρπούζι αγγούρι (αυτό το έκαναν οι έλληνες και οι ρωμαίοι για τα πεπόνια), αλλά γιατί βγάζει μάτι σαν παρετυμολογία. Πάντως η Περσία είναι πιο κοντά στην Αίγυπτο απ’ ό,τι η Ινδία· θα περιμέναμε οι Πέρσες να μάθουν το καρπούζι πριν τους Ινδούς. Και η Περσία ήταν η αφετηρία της μεγαλύτερης εξάπλωσης λέξης για το καρπούζι.
Αλλά η Ινδική ετυμολογία είναι πιο λογικοφανής· η κολοκυνθίδα είναι όχι απλώς κολοκυνθοειδές, αγγούρι είτε πεπόνι, αλλά συγκεκριμένα αγριοκάρπουζο. Και το καρπούζι σίγουρα ταξίδεψε από την Ινδία στην Περσία, ως «ινδικό πεπόνι», έστω και αν ενδεχομένως πηγαινοερχόταν ανάμεσα στις δυο περιοχές.
Σ’ αυτό το σημείο, προσθέτω το εκτενές σχόλιο που μου έκανε η Δήμητρα Τριανταφυλλίδου:
Πρώτα απ’ όλα, η National Geographic The 5,000-Year Secret History of the Watermelon) λέει πως το φυτό προήρθε από τη ΒΑ Αφρική, και καλλιεργήθηκε όχι για τη γεύση του, αλλά για το νερό του. Τα αρχαία καρπούζια ήταν πικρά, αλλά στην έρημο θα είχανε γεύση σαν μέλι. Ιδίως για τους ισραηλίτες που περιπλανιώνταν στην έρημο. Αλλά αφού ούτε η Ελλάδα ούτε η Μικρά Ασία είχανε ίδια έλλειψη νερού με την Αίγυπτο, δεν υπήρχε λόγος να εξαπλωθεί το καρπούζι στους έλληνες, σε σημείο να αποκτήσει ιδιαίτερο όνομο.
Όπου και αν πρωτοφύτρωσε, το φρούτο μπορεί να ταξίδεψε δια ξηράς από το Κέρας της Αφρικής ή το Σινά στην Αραβική χερσόνησο, και μετά στην Περσία και την Ινδία (όπως ταξίδεψε και ο Homo sapiens).
Μπορεί και να ταξίδεψε σε καράβι. Σε κάποια στιγμή το σουλτανάτο του Ομάν κατείχε τα εξής εδάφη:
Στην πρώτη περίπτωση έχει ερήμους και καραβάνια· στη δεύτερη, θαλάσσιο εμπόριο. Ο κόσμος πηγαινοέρχεται ανέκαθεν αυτά τα μονοπάτια. Το καρπούζι περιέχει νερό καθαρό, και μεταφέρεται εύκολα. Και σε όποιο λιμάνι φτύσεις σπόρι, φυτρώνει καινούργιο.
Μπορεί δηλαδή να κατέληξε στην Ινδία χωρίς να κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στην Περσία, και χωρίς να αποκτήσει εκεί δικό του όνομα. Μέχρι την ελληνιστική εποχή ήταν περισσότερο ψυκτικό και διουρητικό (σαν το πικράγγουρο της παραδοσιακής ελληνικής ιατρικής), παρά επιδόρπιο.
Και ξάφνου το βʹ μ.Χ. αι. αρχίζουν να γίνονται επιδόρπιο, αλλά μέχρι το εʹ μ.Χ. αι. είναι πορτοκαλιά και όχι κόκκινα. Μοιάζουν δηλαδή… πεπόνια. Μπορεί η ινδική λέξη που ήρθε από την ανατολή, μαζί με την καλύτερη (γλυκότερη) και κόκκινη παραλλαγή του φρούτου, να οικειοποιήθηκε μία από τις συγγενικές λέξεις του εβραϊκού ăḇaṭṭiḥ, οπότε τότε αποκτήσαμε ξεχωριστές λέξεις για το πεπόνι και το καρπούζι.
Είμαι σίγουρη πως μόλις καλλιέργησε κάποιος τα πρώτα γλυκά, κόκκινα καρπούζια, τα φυτά θα εξαπλωνόνταν σχεδόν ακαριαία σε όλη τη Μέση Ανατολή.
Η εξάπλωση αποπερατώθηκε το ιʹ μ.Χ. αι. (από Ισπανία μέχρι Κίνα), δηλαδή όταν είχανε ακόμα επαφή ελληνόφωνοι και περσόφωνοι. Μπορεί τότε οι έλληνες να προσάρμοσαν τη λέξη σε κάτι το οικείο. Αν οι μογγόλοι και οι τουρκμένοι είχαν κρατήσει το αρχικό t-, γιατί οι τούρκοι να κάνουν το h- k-;
ΥΓ: Τι ωραίο θέμα για διατριβή πάνω στη φυτική γενετική!
gpoint said
Καλημέρα
(θα σχολιάσω αφού διαβάσω)
Πολλά τα νέα, από σεισμούς και όχι μόνο…ευτυχώς από σήμερα ο καιρός στον μαΐστρο που σημαίνει πως θα κρυώσει η θάλασσα, θα γιαλώσουν τα χταπόδια αλλά το κυριότερο όλη η λέρα της επιφάνειας του Κρισσαίου
θα πάει προς Λουτράκι μεριά (ανάποδος αέρας δεν συνηθίζεται στον Κορινθιακό, η επιστροφή γίνεται με τα ρέματα)
Επανεμφανίσθη χθες ο γλάρος μου γιατί πήγα με την βάρκα μου κοντά στο μέρος που μάλλον φωλιάζει. Πετάει δύσκολα και μικρές μόνο αποστάσεις και πρώτη φορά κούρνιασε στην βάρκα, τόσο αδύναμος είναι. Πάντως η χαρά που μούδωσε εκφράζεται για μένα μόνο από το κομμάτι που θεωρώ την κορωνίδα των εκτελέσεων της Μαρίας ιδίως τα κελλαρύσματα στο 5.05
ΓιώργοςΜ said
Καλημέρα! Δροσιστικό το άρθρο σήμερα.
Δεν μας διευκρινίζει όμως πότε άρχισαν να μη χωράνε δύο κάτω από την ίδια αμασκάλη.
Επίσης δεν αναφέρει την ανεκδοτολογικής προέλευσης ονομασία του, «ελληνικός αρακάς» 😛
rizes said
Καλημέρα.
Αν κάποιος θελευ να ασχοληθεί με την ιστορία του καρπουζιού καλό είναι να συμβουλευτεί ενα βοτανολόγο και να ξεκινήσει από την καρπουζιά της ερήμου Citrullus colocynthis. Πρόκειται για αυτοφυές φυτό (άγριο) καί της Μεσογείου (Κύπρος, Κρήτη κλπ) το οποίο σίγουρα κάποια ονομασία θα είχε στο γεωγραφικό χώρο της Ελλαδας από την εποχή του Μινωικού πολιτισμού. Ανθεκτικό μεν στην έρημο αλλά ευδοκιμούσε και σε μή ερημικές περιοχές σε καλά στραγγιζόμενα εδάφη.
ΥΓ.
Το σημερινό βρώσιμο καρπούζι ανήκει μεν στο ίδιο γένος αλλά σε διαφορετικό είδος: Citrullus lanatus.
Pedis said
Νικ, υπάρχει τουλάχιστον ένας που να είναι σε θέση να κρίνει αν έχει κάποια στοιχειώδη βάση αυτό που λέει ο καθένας από τους άλλους σχετικά με την πιθανή ευμολογία από τα κινέζικα, τα ιρανικά, τα ελληνικά, τα σανσκτιρικά, τα αιγυπτιακά, δηλαδή δεν έχουμε να κάνουμε με πορτοκαλίστικες αρλούμπες κλπ κλπ;
nikiplos said
Καλημέρα… ενδιαφέρον άρθρο… Φυσικά στην αποτίμηση της εξέλιξης του φυτού και της διαδρομής της ονομασίας του, ίσως θα έπρεπε να μελετηθεί και η εξέλιξη του εμπορίου στις περιοχές αυτές. Και το εμπόριο ανέκαθεν είχε «παραστατικά» οπότε η ανίχνευση να μην είναι τόσο δύσκολη…
gpoint said
Εξαιρετικό άρθρο κι ας μην έχει να προτείνει σίγουρη λύση.
Από πλευράς μου να σημειώσω-επειδή τα καλλιεργώ- πως πριν δέσουν καρπό δεν ξεχωρίζεις τα φυτά της αγγουριάς από της πεπονιάς και μάλιστα τα μεν γονιμοποιούν τα δε με μέτρια γευστικά αποτελέσματα. Υπάρχουν βέβαια και ποικιλίες αγγουριών-υβριδίων με κάπως μυτερά φύλλα όπως και τα υβρίδια αγγουρια που έβαλα-εν αγνοία μου- φέτος που κάνουν μόνο θηλυκά άνθη κι όμως δένουν αγγούρια που σποριάζουν ! Φαίνεται πως πέτυχαν το 2 σε1 !!
Νομίζω πως πουθενά δεν εμφανίζεται η επίσιμη ονομασία του καρπουζιού, υδροπέπων, προφανούς ετυμολογίας
Επίσης έχω ξαναγράψει πως τα παλιά καρπούζια άντεχαν μήνες στο υπόγειο και είχαν μεγάλους νοστμότατους σπόρους, στην Βηρυττό τους πουλούσαν αντί για πασσατέμπο τέλη του 70, ενω θυμάμαι στα χωριά των Γιαννιτσών το κάροπου ερχότανε φορτωμένο καρπούζια από ο χωράφι, τ’ ανοίγαμε, τρώγαμε μόνο την καρδιά και το υπόλοιπο στα γαίδούρια, το 55 αυτά…
sarant said
Kαλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!
1 Α, πολύ χαίρομαι. Τάισέ τον καλά
2 🙂 (για το ανέκδοτο)
τα μυαλά said
Πολύ ευφάνταστοι οι Κερκυραίοι. Χειμωνικό για το καρπούζι, επειδή λέει δροσίζει το καλοκαίρι. Τότε δροσιστικό, δροσερό. Χειμωνικό για μένα είναι ίσο με χειμωνιάτικο, δηλαδή ωριμάζει το χειμώνα. Κάτι που δεν συμβαίνει.
Νέο Kid said
Στα κυπριακά παττίχα το καρπούζι.
Κι ένα ωραίο προβληματάκι με καρπούζια (όχι τόσο απλό όσο φαίνεται… Don’t google in order to enjoy it, and give the…wrong answer 🙂
Νέο Kid said
O Πάμπος είναι παττιχοπαραγωγός. Πηγαίνει ένα φόρτωμα καρπούζια για πώληση στη φρουταρία (μανάβικο/μίνι μάρκετ ) Πριν ξεκινήσει απ το χωρκό, ζυγίζει τα καρπούζια του και μετράει και την υγρασία που αυτά περιέχουν. Συνολικό βάρος 100 κιλά και ποσοστό υγρασίας 99%.
Ο καιρός είναι ζεστός,έτσι στο δρόμο το φορτίο του χάνει κάποια υγρασία. Όταν φτάνει στη φρουταρία ξαναελέγχει την υγρασία των καρπουζιών. Έχει πέσει κάτα 1% μόλις ,στο 98%. «¨Ολα καλά σκέφτεται ο Πάμπος»
Νέο Kid said
10. Is Pampos right to be optimistic? How many kilos of watermelon will he be paid for?
nikiplos said
Το ερώτημα αφορά το βάρος?
Γιάννης Ιατρού said
Α, δροσιστικό καρπουζο-άρθρο. Πολλές οι πληροφορίες κι ενδιαφέρουσες. Μου άρεσε.
ΥΓ: Ν.Ν., αστυνομικό το έκανες το γλωσσο-φυτολογικό θέμα! 🙂
1: Γιώργο, πολύ χάρηκε με την επανεμφάνιση του γλάρου σου!!!
Ρε καρμίρης είσαι; Τι αδύναμος κλπ.; Αγόρασέ του ρε ένα κιλό γαύρο, να δυναμώσει ο κακομοίρης 🙂
Γιάννης Ιατρού said
Κίντο, άλλο υγρασία, άλλο νερό …. Δεν τσιμπάμε ρε συ 🙂 🙂
Νέο Kid said
12. E, ναι. Πόσο ζυγίζουν τα 100 κιλά καρπούζια αν χάσουν 1% της υγρασίας τους; (από 99% —> 98%)
Γιάννης Ιατρού said
Για το σχήμα και ιδίως για τα «τετράγωνα» ==> δηλ. σε σχήμα κύβου καρπούζια (βλ. και «η απονία» 🙂 ) δεν είδα να γράφει κάτι το άρθρο

gpoint said
# 13
Σιγά μη φάει γαύρο γλάρος ΠΑΟΚτσής !!!. Εχει την αποκλειστικότητα στους σπάρους και μικροχάνους που πιάνω αλά το κυρίως γεύμα του είναι τα εντόσθια από τα ψάρια που τα καθαρίζω μέσα στην βάρκα γι αυτόν τον λόγο ( και για να τα βλέπουν όταν βγαίνω από την βάρκα οι ελληνίδες χαζοτουρίστριες νοικοκυρές και να μου λένε » Καλέ καθαρισμένα τα πιάνετε !!» )
gbaloglou said
6 Και βέβαια το «υδροπέπων» υπάρχει και στα Αγγλικά ως watermelon — και μάλλον και τα δύο προέρχονται από το Γαλλικό melon d’eau;
[Πολύ μ’ αρέσει πάντως ο όρος «Ινδικό πεπόνι» στην Περσία, με είχαν κουράσει τα διάφορα «Περσικά ΧΧΧ» ¨-) ]
nikiplos said
15@, χονδρικά, οι υδρατμοί που προσμετρώνται στην υγρασία και εμπεριέχονται στα καρπούζια δεν έχουν βάρος. Εφόσον η υγρασία έγινε 98% από 99% 1% έγινε νεράκι και προστέθηκε στο βάρος των καρπουζιώνε… Έτσι εικάζω ότι ο αγρότης θα πουλήσει στη λαϊκή 101 κιλά… αδρομερώς (χονδρικά) πάντα.
Πέπε said
Καλημέρα.
Ευχαριστούμε τους δύο Νικολάδες. Εντυπωσιάζομαι από την έκταση και το είδος (εντελώς εξωγλωσσικό) της έρευνας που αποφάσισε να αναλάβει ο Νικ.Νικ. για να φωτίσει ένα γλωσσικό ζήτημα!
> > Λοιπόν. Τρεις εκδοχές έχουμε. Περσικό (Χορν). Ελληνικό, με περσική παρετυμολογία (Νισανιάν). Σανσκριτικό, με περσική πάλι παρετυμολογία (Πεγιό). Πώς διαλέγουμε; Διαλέγουμε με βάση την ιστορία του καρπουζιού και του πεπονιού.
Αυτό το κριτήριο θέλει πολλή προσοχή στην εφαρμογή του. Γιατί λ.χ. να μην ονομαστεί ένα καινούργιο φρούτο με παλιά ονομασία, ή ένα φρούτο που προήλθε από κάπου με ονομασία που δηλώνει κάποια άσχετη προέλευση; Δε θα ήταν πρώτη φορά.
> > Η πιο απίθανη εκδοχή παραμένει αυτή του Νισανιάν. […] ο Νισανιάν έχει την απαίτηση, όχι μόνο να έμαθαν οι Πέρσες το καρπούζι από ελληνόφωνους, αλλά και να το καλούσαν οι ελληνόφωνοι με τον παντελώς αφηρημένο όρο καρπός.
Κι εδώ, δε θα ήμουν τόσο κατηγορηματικός. Προφανώς οι ελληνόφωνοι δεν το έλεγαν οι ίδιοι «καρπό», αλλά γιατί αυτό αποκλείει να το ονόμασαν με την ελληνική λέξη «καρπός» οι Πέρσες;
Σάζι είναι η ελληνική ονομασία ενός τούρκικου οργάνου, προερχόμενη από τη λέξη που στα τούρκικα σημαίνει όργανο.
Χορόν είναι ένας τούρκικος λαϊκός χορός. Μπάλος ένας ελληνικός λαϊκός χορός.
Νέο Kid said
19. Όταν λέμε «υγρασία» εννοούμε νερό. Που έχει ασφαλώς βάρος…
Γιάννης Ιατρού said
14/15: Μιά προσπάθεια:
Ας υποθέσουμε πως το καρπούζι ζύγιζε 100 κιλά (λέμε τώρα, κάντε το και 10 κιλά 🙂 ).
Αν το 99% του βάρους είναι νερό, τότε έχουμε 99 κιλά νερού και 1 κιλό άλλες ουσίες.
Μετά την εξάτμιση (από 99% σε τελικά 98% νερό) κλπ. το βάρος αυτό των άλλων ουσιών (το 1 κιλό) παραμένει, αλλά είναι πλέον το 2% του συνολικού βάρους. Επομένως το συνολικό βάρος είναι τώρα 50 κιλά. Άρα χάθηκαν 49 κιλά νερό!
Άρης Γαβριηλίδης said
Το άρθρο μου άνοιξε την όρεξη και τώρα τρώω μια φέτα καρπούζι όχι με μαχαιροπίρουνο αλλά «φυσαρμόνικα» και τα ζουμιά τρέχουν στο λαιμό μου. Άλλη γεύση!
Γιάννης Ιατρού said
22: διόρθωση: 49 κιλά (νερού) έμειναν
(99 είχαμαν , 49 έχουμε => 50 χάθηκαν 🙂 🙂 λέμε τώρα!)
Neo Kid said
22. Αυτή είναι η (απρόσμενα;…) σωστή απάντηση Γιάννη! To βάρος/μάζα του ψαχνού δεν αλλάζει. Έτσι, Τα 100 κιλά καρπούζια μετά τη «μικρή» αυτή εξάτμιση νερού , έγιναν μόλις 50 κιλά ! Και κλάμα ο καψοΠάμπος…
nikiplos said
22@ υπό τη διευκρίνηση του 21 συμφωνώ με το 22…
ΓΤ said
@6
Είναι από τις ελάχιστες περιπτώσεις που, απαντώντας στο άρθρο για τα καρπούζια, δεν υπάρχει μνεία για τον ΠΑΟΚ. Αυτό όμως είναι λάθος, αφού υπάρχει το γνωστότατο «καρπούζι ΠΑΟΚ». Για του λόγου το αληθές: http://ta-xeirotera.blogspot.com/2012/07/blog-post_1547.html
Γιάννης Ιατρού said
25: Το θέμα Κίντο είναι ΠΩΣ μετράει την υγρασία στα καρπούζια ο Πάμπος … 🙂
Πέπε said
@25:
Άργησα αρκετά να το καταλάβω.
Άρα, είναι ορθό να συμπεράνουμε ότι: …;
-Κατά τη διαδρομή συνέβησαν φοβερές και τρομερές αλλαγές που ο Πάμπος δεν αντιλήφθηκε καθόλου, ενώ θα μπορούσε (με το μάτι, με το πόσο τραβάει το όχημα ή ο γάιδαρός του…), και μόνο το υγρόμετρό του συμβουλεύτηκε, του οποίου όμως η ένδειξη αποδείχτηκε παραπλανητική – δηλαδή στην ουσία δεν ήξερε να το διαβάσει.
-Το πρόβλημα είναι εντελώς θεωρητικό και δε θα μπορούσε να συμβεί σε πραγματικές συνθήκες.
BLOG_OTI_NANAI said
Το «δυο καρπούζια σε μια μασχάλη» το συναντάμε σε όλη την Ελλάδα σχεδόν και στον Πόντο. Το κέντρο λαογραφίας δείχνει παλαιότερη εμφάνιση το 1893, το βρήκα πάντως και σε συλλογή παροιμιών του 1867. Σε κάθε περίπτωση… σακούλες δεν υπήρχαν αφού το κουβάλημα γινόταν με τη μασχάλη:
Πέπε said
@8:
Όχι επειδή δροσίζει. Επειδή διατηρούνταν -λέει- πολύ καιρό και μπορούσες να το κρατήσεις για τον χειμώνα, βλ. #6.
Βέβαια, έχοντας δει στη ζωή μου (όπως όλοι) καρπούζια ξινισμένα και σαπισμένα, δεν μπορώ να φανταστώ πώς μπορεί να διατηρηθεί όλο τον χειμώνα με τόσο νερό.
Πέπε said
Τα δυο καρπούζια σε μια μασχάλη (που βέβαια δεν είναι έτσι γενικά το δυσκατόρθωτο, είναι το να κάνεις δυο δουλειές μαζί) μου θύμισαν κάποιο κείμενο του Παπαδιαμάντη όπου, σ’ ένα γάμο, προσέρχεται καλεσμένη μια πολύτεκνη οικογένεια και ο συγγραφέας μάς περιγράφει αναλυτικά με ποιο τρόπο ο πατέρας κουβαλούσε τρία παιδιά στα δυο του χέρια.
Πάντως θα φανταζόμουν ότι παλιά ο τρόπος να κουβαλήσεις τέτοια φορτία δε θα ήταν στη μασχάλη αλλά στην κεφαλή, όπως τη στάμνα ή τον ταμπλά του κουλουρτζή. Είναι γνωστές διάφορες εικόνες με Αφρικανίδες που ισορροπούν φορτία στο κεφάλι τους, αλλά και παρ’ ημίν γινόταν, το έχω δει ακόμη να γίνεται στην Κάρπαθο με κάτι τεράστια ψωμιά που πηγαίνουν στους γάμους.
BLOG_OTI_NANAI said
Κοραής:
τα μυαλά said
Ο καρπουζέμπορας πρέπει να είναι τυφλός που κάθετε και μετρά την υγρασία και χαίρετε για την απώλεια ενός μόνο 1% ενώ έχει χάσει όλο το εμπόρευμα. Ποιος θα αγοράσει ζαρωμένα καρπούζια. Αυτή η πανευτυχής αναφώνηση του «Όλα καλά» είναι όλα τα λεφτά (του). Το πρόβλημα θέλει περαιτέρω επεξεργασία. Διαφορετικά είναι σαν τα κρύα ανέκδοτα.
sarant said
Ευχαριστώ για τα νεότερα!
8 Παλιά το συντηρούσαν σε πηγάδια κτλ και το τρώγανε το χειμώνα, ως και τα Χριστούγεννα
25 Αντιδιαισθητικό, που λέμε
BLOG_OTI_NANAI said
Λεξικό δημώδους ελληνικής (ρωμέικης) του 1709. Η διαφορά πεπονιού και καρπουζιού στην ιταλική μετάφραση:
BLOG_OTI_NANAI said
Φορολογική νομοθεσία 1835, αλλά αδυνατώ να καταλάβω τι θέλει να πει ο ποιητής:
τα μυαλά said
Είναι όντως ευφάνταστοι. Τι να πούνε οι άλλοι για το μήλο, που όχι μόνο ωριμάζει αργά το φθινόπωρο έως αρχές του χειμώνα, αλλά κρατά ένα χρόνο σε δροσερό κελάρι. Αν το αλείψεις με κερί, περισσότερο. Το καρπούζι το χειμώνα θα σε παγώσει, δεν θα σε δροσίσει.
Alexis said
#3, τέλος: Citrullus vulgaris το ήξερα εγώ στα χρόνια των σπουδών μου.
Τα έχουν ισοπεδώσει πλέον όλα αυτοί οι νέοι συστηματικοί βοτανολόγοι! 😊
nikiplos said
27@, σαν έναν κακόγουστο γάβρο που θέλει να κάνει πλάκα μου φάνηκε το όλον…
BLOG_OTI_NANAI said
Αγρότης αλληλογραφεί με περιοδικό για λιπάσματα:
ΣΠ said
37
Αυτά είναι τα άλλα καρπούζια:
https://sarantakos.wordpress.com/2019/07/17/qa-4/#comment-594589
https://sarantakos.wordpress.com/2019/07/17/qa-4/#comment-594617
Alexis said
#37, 41: Εντυπωσιακά τα τα δύο ευρήματα Blog.
Το 37 ούτε εγώ καταλαβαίνω τι θέλει να πει, πάντως τα καρπούζια που αναφέρονται δεν είναι …καρπούζια, αλλά οι ρόκες του καλαμποκιού, όπως συζητούσαμε και τις προάλλες.
Εντυπωσιάζομαι από τη συζήτηση περί χημικών λιπασμάτων εν έτει 1911, αν και υποψιάζομαι ότι ο προσδιορισμός «χημικά» δεν είναι απολύτως ακριβής για τις συγκεκριμένες ουσίες.
Εντυπωσιάζομαι επίσης από το αναγραφόμενο στο διάταγμα του 1835 «ο αραβόσιτος και το καλαμβόκιον…».
Άλλος ο αραβόσιτος και άλλο το καλαμπόκι; Τι να εννοεί άραγε;
τα μυαλά said
«Χορόν είναι ένας τούρκικος λαϊκός χορός. Μπάλος ένας ελληνικός λαϊκός χορός.»
Δεν πολυκαταλαβαίνω τι θέλει να πει, αλλά το τούρκικο horon προέρχεται από τα ποντιακά. Γενικά, παλιά το τούρκικο hora (τώρα μαθαίνω το λένε dans και είναι δάνειο από τα γαλλικά) ήταν γενική ονομασία για το χορό, δάνειο από τα ελληνικά. Το ίδιο με το horo, oro, hora etc σχεδόν σε όλες τις βαλκανικές γλώσσες.
https://en.wikipedia.org/wiki/Hora_(dance)
sarant said
Eυχαριστω για τα νεότερα, με προλάβατε για τα καρπούζια του καλαμποκιού
Γς said
-Επεσε ένσ καρούζι και έσκασε σαν… σαν…
Σαν καρπούζι!
https://caktos.blogspot.com/2015/08/blog-post_41.html
Alexis said
Διάβασα, με δυσκολία ομολογώ, το άρθρο του Ν.Ν. ως το τέλος, γιατί όπως έχω ξαναπεί, ενώ δίνει σημαντικότατες πληροφορίες, δεν μπορώ εύκολα να παρακολουθήσω τον τρόπο γραφής του και με κουράζει.
…αλλά για να πήραν τη λέξη για το πεπόνι από τους έλληνες, θα έπρεπε οι πέρσες να έμαθαν το ίδιο το πεπόνι από τους έλληνες
Αυτό δεν είναι απαραίτητο, ούτε μπορεί να λειτουργήσει ως αξίωμα.
Το γιατί κάτι μπορεί να ονομαστεί έτσι ή αλλιώς είναι λίγο πιο πολύπλοκο…
Πισμάνης said
@33 Ίσως καί καρπός μπούζης (κρύος καρπός) –> karpbuz –> karbuz
BLOG_OTI_NANAI said
«τα καρπούζια που αναφέρονται δεν είναι …καρπούζια, αλλά οι ρόκες του καλαμποκιού»
Μπράβο! Δεν το είχα σκεφτεί και μπερδευτηκα!
«Καλαμποκι-αραποσιτι»
Θέλει ψάξιμο τι εννοεί.
BLOG_OTI_NANAI said
ΣΠ & Νίκος
Όλοι καταλάβατε ότι τα καρπούζια ήταν σπόροι!
(Στο κινητό μου δεν φαινονται οι αριθμοί των σχολίων και δεν μπορώ να παραπέμψω…)
gpoint said
# 20
«Προφανώς οι ελληνόφωνοι δεν το έλεγαν οι ίδιοι «καρπό»
Νομ’ιζω πως δεν έχεις ίκιο.Την στιγμή που ονόμαζαν γενικώς τα φρούτα «μήλα» και τα πρώτα καρπούζια δεν ήταν γλυκά όπως τα σημερινά για να χαρακτηρισθούν έτσι, λογικό ακούγεται να τα ονομάσουν αόριστα καρπός.
Οσο για την συμμετοχή σου στο πρόβλημα, δεν έχει νόημα να προσπαθείς να καταλάβεις πρόβλημα σε συνθήκες ανέκδοτου και λύση που προϋποθέτει πως το κάρο τράκαρε και τα καρπούζια σπάσανε σε κομμάτια ή πως πέρασαν καμιά δεκαριά χρόνια για να ζαρώσουν τόσο
Γς said
Μάμα το καρπούζι!
[κι οι σπόροι, τα σπέρματα…]
Που λέτε λοιπόν σ αυτό το μυστικό μου worksheet
https://caktos.blogspot.com/2013/12/blog-post_27.html
σε κάθε νέα καταχώριση στην κατηγορία Α επακολουθούσε η συμπλήρωση και των άλλων στηλών, Μ,Τ,Κ,Γ. Τα Γ σήμαινε γλώσσα. Όχι βέβαια αυτό που νομίζετε ντέρτι μάϊντς. Γλώσσα, γλώσσα του σεξ. Ηταν ένας βαθμός γλωσσομάθειας, πρόστυχων λέξεων κατά την διάρκεια του αγώνος κλπ.
Κι είχα λοιπόν και μια περίπτωση που αφού περάσαμε όλα τα στάδια από τα χαμηλά G, K επιτέλους στο A.
Και καλά την είχα μυριστεί την δαυλειά.
Μάπα το καρπούζι!
Ολες οι στήλες στο μηδέν και ιδίως αυτή της γλωσσομάθειας.
Ελληνοκαναδέζα μεγαλωμένη εκεί, που τα ελληνικά της ήταν εξοργιστικά παλιομοδίτικα.
Ηταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα ότι ήμουν θύμα της λίστας μου.
Όλα σχεδόν εγώ τα έκανα. Μέχρι που μίλησε:
-Εκσπερμάτωσες;
sarant said
Λίγο πιο σεμνά οι μύθοι και θρύλοι από την απώτατη αρχαιότητα, παρακαλώ.
Costas X said
8. – 31. – 35.
Απ’ ότι θυμάμαι, στην Κέρκυρα συντηρούσαν τα χειμωνικά (καρπούζια) τυλιγμένα με καναβάτσα ή με άχυρα, σε δροσερό σημείο του σπιτιού. Παραδοσιακά τα έκοβαν και τα μοίραζαν την 11η Φεβρουαρίου, στη γιορτή της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας.
Γιάννης Ιατρού said
Τζι, καμιά φωτό δεν θά ΄χουμε;
Πέπε said
@51 & 44:
> > Νομ’ιζω πως δεν έχεις ίκιο.Την στιγμή που ονόμαζαν γενικώς τα φρούτα «μήλα» και τα πρώτα καρπούζια δεν ήταν γλυκά όπως τα σημερινά για να χαρακτηρισθούν έτσι, λογικό ακούγεται να τα ονομάσουν αόριστα καρπός.
Πόσο μάλλον!
Μυαλά, νομίζω ότι σωστά κατάλαβες. Έφερα παραδείγματα δάνειων λέξεων που στην αρχική τους γλώσσα έχουν σημασία γένους (όργανο, χορός, ballo, άρα γιατί όχι και καρπός) και στη γλώσσα προορισμού αποκτούν σημασία είδους (κάποιο είδος οργάνου, χορού, καρπού).
leonicos said
17
Καλέ καθαρισμένα τα πιάνετε !!»
Αθάνατη ατάκα! Κι εσύ τι τους απαντάς; ή τις ρωτάς αν τα πιάνυν κι αυτές καθαρισμένα;
gpoint said
# 55
Πάρε την χθεσινή την ώρα που ταξίδευα (σιγά εννοείται) και που είναι γυρισμένος κόντρα στον άνεμο…
Νέο Kid said
Εξυπνάδες… Τώρα που είδατε την απάντηση απ’ τον Ιατρού ,γίνεστε μετά χριστόν προφήτες και «καλέ! πώς ζάρωσαν έτσι τα καρπούζα!»
Το ζήτημα είναι αν σου πει κάποιος έτσι στο ξέμπαρκο ότι ένα φρούτο θα μεταβάλει κατά 1 ποσοστιαία μονάδα την υγρασία του και θα χάσει το ΜΙΣΟ του βάρος …θα μείνεις με ανοιχτό το στόμα!
Εκεί έγκειται η ομορφιά αυτού του προβλήματος. Στο αντιδιαισθητικό του πράγματος (που είπε κι ο Νικοκύρης).
gpoint said
# 57
Tους λέω «άμα ξέρεις καλά την τέχνη καθαρίζονται μόνα τους στο ανέβασμα». Να δεις την έκφραση του προσώπου τους ! Φαίνεται οι ομαδικές εκδρομές επηρεάζουν κάποιες λειτουργίες !
leonicos said
Ομολογώ, είναι χρόνια πολλά βεβαια, που συνειδητοποίησα ότι το καρπούζι δεν προέρχεται από τον καρπό, απόρησα κι εντυπωσιάστηκα. Μάλλον συνειδητοποίησα πόσες παγιδες κρύβει η γλώσσα
gpoint said
# 61
Ναι μεν αλλά το ότι ονομάζουνε καρπούζι τον καρπό του καλαμποκιού αφού πάρουν τα σπόρια, εδώ δεν προέρχεται από το καρπός ;
leonicos said
Όταν τα κορίτσια ηταν μικρά, για τ’ αγόρια δεν είχε τέτοιες ευαισθησίες,
έκοβα το καρπούζι στημέση και αφαιρούσα την καρδιά χωρις σπόρους. Αυτό ήταν το ‘πρίνσελι’ για τη μικρή
Κατόπιν έκοβα το πιο έξω, σπόρους ή όχι, και αυτο ηταν το κουϊνλι, για τη Φωτεινή
Ό,τι απέμενε ήταν το κινγκλι, για μένα
Τώρα βαριεμαι να το τρώω, σε αντίθεση με το πεπόνι
Και μια συνταγή: καρπουζογλουδα τριμμένη, με ζάχαρη ή άλλο γλυκαντικό, και αφού κάτσει καναδυό ώρες, το περνάς για 2-3 λεπτά απο το μα¨κρογουέϊβ. Γλύκισμα!
Επαναλαμβάνεται με τριμμένο καρότο ή κολοκύθα κίτρινη. Ακομα καλύτερο
τα μυαλά said
Είμαι πολύ πεισματάρης, αλλά τους Κερκυραίους δεν φτάνω. δεν μπορώ να φανταστώ ένα καρπούζι να μπορείς να συντηρείς για τόσο μεγάλο διάστημα. Τα υγρά του θα παγώσουν στο ψυγείο, στο κελάρι θα το σαπίσουν το φρούτο. Το κάθε φρούτο στο καιρό του, το χειμώνα τα μήλα και τα πορτοκάλια, το καλοκαίρι τα καρπούζια και πεπόνια. Ποιος ο λόγος να κρατάς καρπούζια στο κελάρι να πιάνουν χώρο. Είναι άρχοντες οι Κερκυραίοι και έχουν τεράστια κελάρια, αλλά τόσο πια. Ας βάλουν κρασί και την 11η Φεβρουαρίου να μοιράζουν μουσταλευριά. Μήπως τελικά πρόκειται για ορθογραφικό λάθος και θέλουν να πουν «χυμονικό», το πιο χυμώδες φρούτο του καλοκαιριού. Το ξαδέρφι το πεπόνι δεν είναι τόσο χυμώδες. Θα έβγαζε νόημα και θα ησύχαζα εγώ. Έψαξα και βρήκα στη Λευκάδα έτσι το λένε.
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Καλημέρα.
> Αν οι μογγόλοι και οι τουρκμένοι είχαν κρατήσει το αρχικό t-, γιατί οι τούρκοι να κάνουν το h- k-;
Εδώ https://www.slang.gr/definition/6344-karakoli-karakoli είχα κάνει παλιά κάτι σχόλια περί πιθανής τούρκικης τροπής του -h- σε -k-.
Δεν ξέρω αν έχουν βάση.
ΓιώργοςΜ said
Για τη διατηρησιμότητα (υπάρχει άραγε η λέξη ή προσθέτω για τα 6εκ;) του καρπουζιού, να θυμίσω πως οι κολοκύθες, που είναι συγγενικό είδος, διατηρούνται όλο το χρόνο με λίγη δροσιά. Ίσως παλιότερες ποικιλίες καρπουζιού, προ (καρ-)μπουζ ντουλάπ 😛 να ήταν πιο ανθεκτικές.
Να παρατηρήσω τώρα, που προχώρησαν λίγο τα σχόλια και δεν είναι φάτσα-κάρτα ετούτο, πως με την εισαγωγή του τίτλου μάλλον μπαρμπούνι περίμενα να δω στη συνέχεια…
τα μυαλά said
Πάντως, η ανθρωπότητα από πολύ παλιά ανέπτυξε διάφορες τεχνικές για την συντήρηση τροφών. Είτε παστά με αλάτι, αποξήρανση στο αέρα, βρασμός και μετά μέσα σε δοχεία γεμάτα με χοιρινό λίπος, γλυκά κουταλιού, δηλαδή παστερίωση και μετά συντήρηση σε μέλι, σιρόπι, λάδι, λίπος. Ένα ωραίο παράδειγμα είναι ο παστός μπακαλιάρος ή ο παστουρμάς. Η κολοκύθα είναι ξερή από μόνη της και αντέχει. Πολύ παλιά είχαν ένα είδος κολοκύθας με στόμιο για παγούρι και κρατούσαν το κρασί. Υπάρχουν και γλυκά κουταλιού από καρπούζι. Αλλά σε μικρή ποσότητα, διότι είναι δαπανηρά και χρονοβόρα. Για αποξηραμένο καρπούζι και πεπόνι δεν έχω ακούσει.
ΓιώργοςΜ said
Η κολοκύθα δεν είναι ξερή, μια χαρά χλωρή είναι. Δεν εννοώ τις φλάσκες, εννοώ αυτές πχ που βλέπουμε στις αμερικάνικες απόκριες, που χρησιμοποιούνται στην κολοκυθόπιτα.
gbaloglou said
«Σαρακηνικῶν πεπόνων, ἤτοι χειμωνικῶν κοινότερον ἢ καρπουζίων
βαρβαρικώτερον εἰπεῖν, ζεῦγος παρὰ σοῦ μοι πεμφθὲν ἐδεξάμην, καὶ
χάριτας τούτων τε καὶ ἑτέρων πολλῶν χάριν ὁμολογῶ σοι πολλάς.»
Η μία και μοναδική εμφάνιση της λέξης στο TLG: αρχή επιστολής που απέστειλε ο Αναστάσιος Γόρδιος … «τῷ ἐν ἱερομονάχοις καὶ πνευματικοῖς πατράσιν ὁσιωτάτῳ καὶ λογιωτάτῳ κυρίῳ κυρίῳ Χριστοφόρῳ» … γύρω στο 1700, ας πούμε…
[Σαρακήνικο πεπόνι, λοιπόν το καρπούζι … κατά τους (μετα)βυζαντινούς ημών προγόνους … όπως φαίνεται να έγραψε κάποτε και ο ίδιος ο νοικοκύρης! (Πόθεν, Νικόλαοι;)]
sarant said
69 Το λέει και το άρθρο που παραθέτεις
Λοιπόν, σαρακίνικο πεπόνι τον λέγαν οι βυζαντινοί το καρπούζι, πράγμα που μου θυμίζει ότι σε μια διάλεκτο της Καλαβρίας λέγεται saraciniscu, όπως λέει η Βικιπαίδεια, ενώ και στα καταλανικά λέγεται (μεταξύ άλλων) meló d’Alger.
Το είχα βρει και στον Συμεών Σηθή.
τα μυαλά said
68 Δικό μου το λάθος, αλλά και αυτές είναι σχετικά πολύ σκληρές και ξερές. Προσπάθησε να κόψεις μια και θα με θυμηθείς. Προσοχή όμως μη κόψει κάνα δάκτυλο. Πολύ εύκολα θα σου ξεφύγει το μαχαίρι και αν δεν το έχεις ξανακάνει, μη το επιχειρήσεις. Είναι απίστευτο όμως πόσο μαλακές γίνονται αν τις βράσεις, σαν αλοιφή. (Δηλαδή, το «χυμονικό» αποκλείετε παντελώς.)
BLOG_OTI_NANAI said
66: Την «διατηρησιμότητα» την έχουν και το λεξικό του Μπαμπινιώτη (λήμμα: διατηρήσιμος) και το ΜΗΛΝΕΓ του Πατάκη (λήμμα: διατηρησιμότητα, με παραδείγματα όπως: «ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας τροφίμου» και «στα τρόφιμα με διατηρησιμότητα άνω των δεκαοχτώ μηνών αρκεί να αναγράφεται μόνο το έτος λήξης τους»).
43: Η αλήθεια είναι ότι σε έντυπα εκείνης της εποχής, σαφώς και πολύ συχνά αναφέρονται και ως διακριτά είδη. Όμως, σε άλλα έντυπα ταυτίζονται. Στα παρακάτω παραδείγμα, στα δύο πρώτα, θα έλεγε κανείς ότι ταυτίζονται και το ζήτημα είναι λετικό. Αλλά στα δύο κάτω παραδείγματα, διαφοροποιούνται ξεκάθαρα και στο ένα από τα δύο προσδιορίζεται το «καλαμπόκι» ως «λιανοκαλάμποκο». Πιθανόν είναι ποικιλία διαφορετική;
gbaloglou said
70 Ε, ναι, η τελευταία σειρά ήταν το ζητούμενο 🙂 [Και πάμε και πιο πίσω, χωρίς το «καρπούζι», παρέα με τον παλιό μας γνωστό τον μηλοπέπονα όμως, στον ψευδο-Ιπποκράτη: » Ὁ μὲν πέπων ψυχρός ἐστι καὶ ὑγρὸς καὶ κακόχυμος· μὴ πεφθεὶς δὲ χολέραν ἐργάζεται· τὸ δὲ σπέρμα αὐτοῦ διουρητικὸν ὑπάρχει καὶ τῶν ἐν νεφροῖς λίθων θρυπτικόν. ὁ δὲ μηλοπέπων ἔλαττον κέκτηται τοῦ πέπονος πάντα κατὰ ψυχρότητα καὶ ὑγρότητα εἰς εὐχυμίαν πως. οἱ δὲ σαρακηνικοὶ πέπονες σκληρότεροι καὶ δυσκατεργαστότεροι τούτων εἰσὶ καὶ κακόχυμοι. οἱ δὲ σίκυοι ἤγουν τὰ ἀγγούρια τὰ ἥμερα διουρητικά εἰσι καθάπερ οἱ πέπονες, ἀλλ’ ἡττῶνται
ἐκείνων κατὰ τὴν οὐσίαν καὶ διὰ τοῦτο ῥᾳδίως διαφθείρονται ἐν γαστρί.»]
Theo said
@70, τέλος:
Στα χειρόγραφα τον βρίσκω ως Συμεών Σηθ (βλ. https://www.benaki.org/index.php?option=com_collectionitems&view=collectionitem&id=160462&Itemid=&lang=el)
Nick Nicholas said
Φαγώθηκε κομμάτι στο άρθρο:
Εκδοχή δεύτερη. Είδαμε πως ο Νισανιάν το θέλει από το καρπός. Το ετυμολογικό λεξικό του Paul Horn όμως το παράγει από την περσική έκφραση «γαϊδουράγγουρο», δηλαδή θεόρατο αγγούρι. Ο συνδετικός κρίκος κατ’ αυτόν είναι η λέξη xarbōǰīnā, που την αποδίδει στην γλώσσα Παχλαβί (την Παρθική): το γλωσσάρι που αναφέρει δίδει το πεπόνι ως khar-buzak, και το αγγούρι ως bōǰīnā. Δηλαδή xarbōǰīnā «γαϊδουράγγουρο» > xarbuzak «πεπόνι» > xarboz.
τα μυαλά said
Αυτό το «khar-» πως γίνεται «xar-«. Εκτός αν το «x» δεν προφέρεται [ks] αλλά σαν το ελληνικό [χ], όπως εξάλλου υποδηλώνει το [kh] σε κάποιες μεταγραφές.
τα μυαλά said
34 Αν αντί καρπούζι, το φρούτο ήταν χουρμάδες, δαμάσκηνα ή βερίκοκα, όντως η αναφώνηση του καρπουζέμπορα «Όλα καλά» θα δικαιολογούνταν και θα ήταν πανευτυχής. Η χαρά του δεν θα περιγραφότανε. Κι αποξηραμένα φρούτα εξωτερικά, και ζουμερά νόστιμα εσωτερικά. Χωρίς κανένα πρόσθετο κόπο και όλοι θα τον ζήλευαν. Ενώ έτσι, είναι τυφλός για δέσιμο. Το «όλα καλά» το είπε για να παραπλανήσει τους πελάτες του, να τους ρίξει στάχτη στα μάτια, αλλά ατύχησε και έμεινε να κλαίει την μοίρα του.
nestanaios said
Φαίνεται ότι οι καρπουζοπαραγωγοί γνωρίζουν κάτι περισσότερο από τους γλωσσολόγους. «το καρπούζι βγαίνει από κολοκυθιά».
Δύτης των νιπτήρων said
75 Και ήθελα να σχολιάσω αυτό το «λεξικό του Παχλαβί», μετά σκέφτηκα ότι μπορεί οι γλωσσολόγοι να έχετε ουδέτερο το Παχλαβί 🙂
76 Το ίδιο είναι (χ), είναι διαφορετικά συστήματα μεταγραφών καθιερωμένα για διαφορετικές γλώσσες.
nestanaios said
61.
Μην είσαι τόσο σίγουρος.
Θρακιώτης said
1) Ξεκινώ με μία δυσάρεστη είδηση για όλους σας είδηση: Κατόπιν ενεργειών του κακόψυχου σχολιαστού Ιατρού και τη εγκρίσει του κ. Σαραντάκου, από της 6ης πρωϊνής της σήμερον, η ΕΔΠΠΙ (= Επιτροπή για την Διαδικτυακή Προσβολή της Πνευματικής Ιδιοκτησίας) κατέστησεν αόρατον από την Ελλάδα τον κοσμαγάπητον Κινέζικον Ιστότοπον. Αυτό πρακτικώς σημαίνει ότι πολλαπλασιάζεται εν μιά νυκτί η αξία του υπογείου του Ιατρού, όπου έχουν αποθηκευθεί δεκάδες χιλιάδες βιβλία από τον εν λόγω σχολιαστή, όστις γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγον απουσίαζε τας τελευταίας εβδομάδας από το παρόν Ιστολόγιον: Διά να αποθηκεύσει στο υπόγειό του όσον το δυνατόν περισσότερα βιβλία από τον Κινέζικον Ιστότοπον και να τα μοσχοπουλήσει με πρώτη ευκαιρία όταν θα ξεκινήσει η απαγόρευσις.
Εννοείται ότι δεν θα επιτρέψουμε στο εν λόγω κακόψυχο υποκείμενο να θησαυρίσει. Όποιος σχολιαστής επιθυμεί κάποιο σύγγραμμα, ας γράψει τον τίτλο του σε σχόλιο κι εμείς (καθότι έχουμε πρόσβαση μέσω αμερικανικού Proxy με τον μακαριστό κινέζικο ιστότοπο) θα του το στείλουμε στο email του εντελώς δωρεάν, εφόσον το σύγγραμμα είναι κάτω των 100 ΜΒ.
2) Θαυμάσιο το άρθρο του κορυφαίου γλωσσολόγου της Διασποράς κ. Nick Nicholas. Έκανε ό,τι μπορούσε για να μάς πείσει πως το καρπούζι δεν έχει ελληνική προέλευση, δηλ. δεν είναι αντιδάνειο από το ελληνικό «καρπός», όπως βοούν και οι ίδιοι οι Τούρκοι.
ΡΩΤΑΩ τον αγαπητό κ. Nick Nicholas: Α) Γιατί αποφύγατε (όπως ο διάολος το λιβάνι) να μάς πείτε τί λέει για το καρπούζι το κορυφαίο Τουρκικό Ετυμολογικό Λεξικό του «Μπαμπινιώτη» της Τουρκίας, Hasan Eren (1919 – 2007); Δεν είχατε πρόσβαση στο εν λόγω σύγγραμμα, ή μήπως εξεπίτηδες το αποσιωπήσατε, διότι ανατρέπεται μέγα μέρος της συλλογιστικής σας; ΙΔΟΥ τί λέει ο μέγας Hasan Eren και μάς απέκρυψε ο αξιότιμος κ. Nick Nicholas
3) Το περίφημο «An Etymological Dictionary of Pre-13th Century Turkish» (Oxford University Press, USA 1972) του Sir Gerard Clauson δεν γνωρίζει την λέξη «καρπούζι» πράγμα που επίσης μάς απέκρυψε ο αγαπητός κ. Nick Nicholas. Όμως, όπως έχει αποκαλύψει εδώ και χρόνια ο κ. Σαραντάκος, από τα μέσα του 11ου αιώνος οι Βυζαντινοί έτρωγαν καρπούζι, σύμφωνα με τον Συμεώνα τον Μάγιστρο (Σηθή) που το μνημονεύει ως «σαρακηνικό πέπονα» στο μνημειώδες σύγγραμμά του «Σύνταγμα κατά στοιχείον περί τροφών δυνάμεων» (1η έκδοσις Λειψία 1868)
ΟΠΕΡ ΕΔΕΙ ΔΕΙΞΑΙ: Είναι ολοφάνερο ότι οι Ρωμιοί του Βυζαντίου γνώριζαν το καρπούζι τουλάχιστον δύο αιώνες νωρίτερα από τους Τούρκους, πράγμα που επίσης μάς αποκρύπτει ο κ. Νίκ Νίκολας
nestanaios said
61.
Από Καρπό και όζει ή αζει ή εζει προκύπτει το «καρπούζ» μετα του πάθους της συναλοιφής.
Διαλέγεις και παίρνεις ει δε μη φτιάχνεις κάτι δικό σου. Η γλώσσα παρέχει όλα τα απαραίτητα στοιχεία.
gpoint said
Επίκαιρον !!!!
sarant said
75 Ωχ! Σπεύδω να διορθώσω, συγγνώμη!
Λεξικό Ιμβριακού Ιδιώματος said
Πολύ ωραίο και … δροσιστικό άρθρο. Ενδεικτικό για τις δυνατότητες που έχει η γλώσσα να μελετηθεί. Στην Ίμβρο αποτυπώνεται ακόμα και σήμερα η σχέση μεταξύ αγγουριών και πεπονιών. Συγκεκριμένα στην Ίμβρο το πεπόνι λέγεται ‘ αγγούρ’ ‘ ή ‘ μπουστανάγγουρου » (αγγούρι του μποστανιού) ενώ το αγγούρι λέγεται ‘ κ’πάγγουρου ‘ (αγγούρι του κήπου).
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Καρπούζι-τ΄όνομα και το φρούτο, αγγουροπέπονα,κολοκύθες, τεστάκι και φάνηκε κι ο γλάρος του Τζη! Ήμουν βέβαιη! 🙂
Θαυμάσια όλα! Καρπουζοεισπράχτορες! 🙂
«Στο χειμωνικό χερούλι δεν κολλάει»,
δε γίνονται πιστευτές οι συκοφαντίες γι΄ άνθρωπο τίμιο
Τo έθιμο με το καρπούζι στην Κέρκυρα.

«…ένα μικρό κομμάτι καρπουζιού, που μοιράζεται μέσα στο καταχείμωνο, σε ανάμνηση του θαύματος του Αγ. Βλασίου…»
https://www.lifo.gr/now/greece/230271/xeimoniko-to-ethimo-me-to-karpoyzi-poy-simera-eylogeitai-stin-kerkyra
Γιάννης Ιατρού said
81a: Ιδιωτική πρωτοβουλία … Πολλά τα λεφτά Τέο, ειδικά για τους προσφέροντας VPN κλπ. (από 5-10€/μήνα…)
Επειδή όμως έμαθα πως οικονομικά κακοπερνάς αυτήν την εποχή…., και καλόψυχος ών, για να ξές δηλαδή, έχει και δωρεάν, π.χ. Opera …
(Καλά ρε συ, μαζί του θα τα πάρει; 🙂 🙂
sarant said
86 Ωραία παροιμία με το χερούλι!
mitsos said
Καλησπέρα σας
Σε πρώτη ανάγνωση είπα : Δύσκολα πράγματα
Άνοιξα τρία λεξικά και το ξαναδιάβασα … φοβερή δουλειά αλλά …
Αν οι αρχαίοι έλεγαν μήλα όλους τους καρπούς και σίκυα, σίκυος, σίκυς την κολοκυθιά , την αγγουριά , την αγριοαγγουριά, την άγρια καρπουζιά , την πεπονιά … ( Κι εγώ νόμιζα πως το Κιάτο έβγαζε παλιά σύκα 🙂 )
Άντε να βγάλεις άκρη. Και δεν είναι μόνο η πολυσημία των Ελληνικών αλλά και των άλλων γλωσσών
Μετά το ξανασκέφτηκα:
Που πας ρε Καραμήτρο ; Εδώ δεν έβγαλαν άκρη ο Νίκος Σ. και ο Νίκος Ν. Νάναι καλά και οι δυο τους.
Και μια απορία : Νόμιζα πως «β = ο δεύτερος» και β’ = η δεύτερη χιλιάδα …Κάνω λάθως ;
ΣΠ said
89
Το 2000 είναι ͵β. Η κεραία κάτω αριστερά συμβολίζει την χιλιάδα.
mitsos said
@90
Ουπς !
Ευχαριστώ
Άρα είχα λάθος ! ( μάλλον όχι μόνο εγώ )
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Το καρπούζι είναι μπελαλίδικο τελικά σε όλα του. Και για να το ανθρέψεις (δεν πετυχαίνει εύκολα στους απλούς καλλιεργητές) και για το μεταφέρεις και για να το φας (σφάξιμο, φλούδες,σπόρια,ζουμιά) και για να το ετυμολογήσεις 🙂
Καρπούζα και καρπούζες, πάντα θηλυκό στην Κρήτη.
ΣΠ said
91
Να, δες εδώ
https://en.wikipedia.org/wiki/Greek_numerals
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
Πολύ ενδιαφέρον, αλλά και πολύ δύσκολο το σημερινό. Δεν είναι για τα… “δόντια” μου -παρότι χυμώδες :).
Οπότε μερικά πραγματολογικά:
– Χειμωνικό καρπούζι δεν ξέρω, δεν έχω φάει, δεν έχω ακούσει.
Έχει όμως εξηγηθεί γιατί το καρπούζι λεγόταν παλιότερα («κοινότερον») χειμωνικόν;!; (όπως φαίνεται και στο σχ. 69-Gbaloglou, αλλά και σε άλλα κείμενα του 19ου και 20ου αι). Αφού είναι (και θα ήταν, υποθέτω :)) κατ’ εξοχήν φρούτο καλοκαιρινό! Το ότι κάποιοι κάπως τα διατηρούσαν και το χειμώνα (σχ. 35, 54 κ.ά), δικαιολογεί την ονομασία αυτή;;
– Το χειμωνικό πεπόνι, ωστόσο, είναι διαδεδομένο στην Κρήτη –και ήταν περισσότερο πριν λίγες δεκαετίες. Πρόκειται για είδος όψιμου πεπονιού, ασπροκίτρινου, σφαιρικού σχήματος, με παχύ φλούδι, που μπορεί να διατηρηθεί, ωριμάζοντας ταυτόχρονα, και μετά την Πρωτοχρονιά. Θυμάμαι στο χωριό κρεμασμένα –με ειδικό δέσιμο/κρέμασμα από ψαθόχορτο ή αραιό δίχτυ -από τα μεσοδόκια της στέγης, καμιά 20αριά τέτοια πεπόνια, να περιμένουν τη σειρά τους… Δεν ήταν πολύ γλυκά, αλλά είχαν μια ιδιαίτερη γεύση.
«Απάνω απ’ το κεφάλι του, στα δοκάρια, κρεμασμένα αρμαθιές, σύκα, ρόδια, κυδώνια και χειμωνιάτικα πεπόνια κίτρινα, καναρινιά, με πράσινες φλέβες» [Ν. Καζαντζάκης, Ο καπετάν Μιχάλης]
– Μερικές ποικιλίες καρπουζιών έχουν μεγάλους μαύρους σπόρους. Τους ξεραίναμε στον ήλιο και τους μασουλούσαμε, ως υποκατάστατο του πασατέμπου. Το ίδιο και με τους σπόρους πεπονιών, αλλά με προσθήκη αλατιού και λίγο ψήσιμο. Οι καρπουζόφλουδες ήταν πολύ καλός μεζές για τις κατσίκες… [Οικιακή οικονομία γαρ, όπου τίποτε –σχεδόν- δεν πετιόταν…]
Πισμάνης said
@81 Λεξικό Hasan Eren.
Μάλλον δέν διάβασες σωστά τό λήμμα.
Στήν 7η γραμμή δίνει προέλευση τά Far (φαρσί). Στό τέλος, που έχεις υπογραμμίσει, λέει οτι πέρασε στίς βαλκανικές γλώσσες. Κάνω λάθος;
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
94 Μικ >>Οι καρπουζόφλουδες ήταν πολύ καλός μεζές για τις κατσίκες…
Ναι! Εχω κόψει σε λουκουμάκια τόνους καρποζόφλουδες, είτε για τις κατσίκες είτε για το γουρνάκι για να μην τις «ανεμοτρώνε» γιατί σε μεγάλες φέτες τις τινάζανε από δω κι απο κει και κύλαγαν κάτω και τις παράταγαν μισοφαγωμένες τελικά αφού βρώμιζαν με το χώμα και ξίνιζαν μετά και γινότανε χαμός από μύγες και σφήγκες. Ενώ σε κομματάκια μέσα στον κουβά του κάθε ζώου, τις εξαφανίζανε μέχρι μία! Οικιακή οικονομία καθώς λες 🙂 .
Με τη φλούδα του καρπουζιού, σε στενόμακρες λουρίδες- «γόνδολες» φτιάχνουν γλυκό κουταλιού ρετσέλι, στα κεντρο-βόρεια.
Η καρποζόπιτα είναι παραδοσιακό γλυκό της Μήλου.
Δύτης των νιπτήρων said
95 Έτσι είναι.
Γιάννης Ιατρού said
96a: Για κάτι τέτοιες λεπτομέρειες σε χαίρομαι ιδιαίτερα 🙂
Γιάννης Ιατρού said
Πρότερος έντιμος βίος …..
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
98 Χρώμα, ήχοι κι ευωδιά στη μνήμη ! 🙂
Μιας κι αναφέρθηκαν τα συναφή του καρπουζιού είδη:
Οι κολοκύθες
Κατεβήκαμε κοντά Χριστούγεννα κάτω και πήγαμε στο χωριό. Κάποια στιγμή ακούω σκουξίματα γουρουνιών και ξαφνιάζομαι γιατί θα χε ν΄ακουστεί τέτοιο ζωντανό εκεί, πάνω από τριάντα χρόνια! Μου λέει η αδελφή μου πως ο Γιώργης ο τάδε (που ήξερα πως γύρισε μετά τη σύνταξη στο χωριό), αναθρέφει δυο γουρουνάκια και μάλιστα τώρα ανεβήκε με τη γυναίκα του στην Αθήνα γιατί γέννησε η κόρη τους και άφησε την έγνοια τους σ΄εμένα και πάμε κιόλας να τους ρίξουμε τροφή. Πήγαμε μαζί λοιπόν και παρακεί από τα γουρούνια στο υπόστεγο με τα τσουβαλάκια το καλαμπόκι και τις τροφές είχε αρδιασμένες 5-6 ζηλευτές κολοκύθες ! Της λέω πού βρεθήκανε δω πέρα αυτές οι καθαρές ωραίες κολοκύθες, μη μου πεις για τα γουρούνια! Μου λέει ναι, ο Γιώργης έβαλε μποστάνι το καλοκαίρι γι΄αυτά, κι ύστερα γυρίζει προς το μέρος μου και βάνει κακαριστά γέλια. Ακριβώς! της λέω. Θα πάρω την πάρτη μου!
Εκείνη ήξερε ότι μ΄αρέσει πάρα πολύ η κολοκύθα (η ίδια τις «συχαίνεται») και κατάλαβε τη συνέχεια.
«Η αδελφή μου να ξέρεις, έφαγε τις κολοκύθες των γουρνιών» μ΄έκραξε στο Γιώργη όταν τηλεφώνησε για ευχές κλπ .
Απτόητη εγώ πήρα δύο, έκανα κι εκεί κολοκυθόσουπα, έφερα και στην Αθήνα. 🙂
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
67, Τα Μυαλά said:
“Πολύ παλιά είχαν ένα είδος κολοκύθας με στόμιο για παγούρι και κρατούσαν το κρασί”.
Εννοείς, μάλλον αυτό:
https://wpababion.files.wordpress.com/2008/04/cf84cf83cebfcf8dcebacebfcf82.jpg?w=113&h=150
που μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο:
https://i1.wp.com/www.liv18thc.com/images/decant.JPG?zoom=2
Στην Κρήτη τον λέμε «τσούκο» (ο) < BEN. zuca = κολοκύθα (σε διάφορα είδη και ποικιλίες). Αναφέρεται και η «zuca da vin» με την ερμηνεία: είδος κολοκύθας που χρησιμεύει ως φλασκί για μεταφορά κρασιού.
Περισσότερα στο: https://issuu.com/xalkiadakis/docs/yper_x_kalokairi_2014
(σελ. 32 και μετά).
[Υπάρχει και μτφ. σημασία του τσούκου = βλάκας, αργόστροφος. Προσοχή λοιπόν :)]
loukretia50 said
98. Ε, μεσιέ, ξέρεις πόσο αγαπώ την ΕΦΗ- ΕΦΗ, αλλά μη λησμονείς ότι ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες!
Σας χαιρέτησα – δε σας χαιρέτησα !
Το όνομα Καρπόζηλος – σε όλους μας γνωστόν,
αν δήλωνε κάποιον εστέτ που ζήλωσε καρπόν
ηδύ και απολαυστικόν – ιδίως αν είναι μπούζι,
θα ήτανε Καρπούζηλος, με logo ένα καρπούζι
Τι κρίμα που είναι πτωχή αυτή η συνεισφορά
σε νήμα τόσο ζωηρό… θυμάμαι τα μικρά
που πονηρά «τα έβγαζαν » με θηλυκό που σκούζει :
«-Εδώ πεπόνι, εκεί καρπούζι – εδώ πονάει, εκεί σε τσούζει»!
Γιάννης Ιατρού said
100: Χαχα, αυτό είναι! Πίτες, βελουτέ σούπες ΚΑΙ τηγανητή, πολύ νόστιμη ακόμη και με σκέτο χυμό λεμονιού! Super food, έχει κι άλλα καλά.

Περιονουσκιας said
Νομίζω ότι στα ελληνικά είναι καλύτερα να ονομάζουμε την (ετέρα) γλώσσα του Αφγανιστάν ως «παχτό», όπως προφέρεται στη μία εξ των δύο κυρίων διαλέκτων, επειδή η συγκεκριμένη ταιριάζει απόλυτα στην ελληνική φωνητική, σε αντιδιαστολή προς την προφορά με το «σ».
sarant said
101 τσούκος = ανόητος, ε;
Στην Κέρκυρα πρέπει να λένε «το τσούκι»
Γιάννης Ιατρού said
102: Λου; Ακόμα εδώ είσαι;

ΕΦΗ - ΕΦΗ said
99. παιδί στα 17 και στα 97 ! 🙂
102 Λου. Καλώστην! Νοστιμότατο , εξυπνότατο. Ουκ εντ τω πολλώ πάντα το ευ, λέμε 🙂
υ.γ Τί είδες στο σινέ; το Αριστούργημα μήπως; Θα το δω μα προσεχώς, τώρα το έχει στην αργά προβολή ο κοντινός σινές.
104, 105 Ναι, τσούκος, ανόητος, βλαξ και συνοδευόταν στα παιδιά (από το δάσκαλο κιόλας -θυμάμαι ανελέητα σε ποιον καημένο συμμαθητή) και με χτύπημα του λυγισμένου δείκτη στο κούτελο : τακ τακ, «τσούκος! άδειο το φλασκί! «
loukretia50 said
106. Αναβλήθηκε για Αύγουστο το μπατίχ !
Προς το παρόν – στα πεταχτά – απολαμβάνω εδώδιμα!
Ποιός αλήθεια μπορεί να βρει ψεγάδι στο καρπούζι?
Εκτός απ΄τα κουκούτσια ίσως!
Για το δε πεπόνι υπάρχει ποίημα Τhe tale of melon city
by Vikram Seth https://poemanalysis.com/the-tale-of-melon-city-vikram-seth-poem-analysis/
Δεν έχουμε μόνο εμείς τον Πωρικολόγο, κι άλλοι εξυμνούν φρουτάκια – όχι τα πονηρά στοιχηματζίδικα!
κ.Μπαλόγλου, ο Χωνιάτης κι οι παρακοιμώμενοι δεν έτρωγαν καρπούζι?
Georgios Bartzoudis said
Αυτό που μπορώ να καταθέσω είναι ότι στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 άκουγα κάποιους Πόντιους να λένε χαρμπούζ αντί καρπούζι. Επίσης, τόσο οι Πόντιοι και όλοι οι πρόσφυγες όσο και οι καθιαυτού Μακεδόνες έλεγαν καούνι και όχι πεπόνι
ΓιώργοςΜ said
94 >(…)κρεμασμένα –με ειδικό δέσιμο/κρέμασμα από ψαθόχορτο ή αραιό δίχτυ -από τα μεσοδόκια της στέγης(…)
Οπτικοποιημένο, το «κολοκύθια στο πάτερο»!
loukretia50 said
110. !!
Είδα πρόσφατα σε χωριό στη Νάξο κρεμασμένες κολοκύθες που άνετα θα τις γέμιζαν με κρασί. Και με απίστευτο σχήμα!
ΕΦΗ-ΕΦΗ Ξεκινήσαμε για την τελευταία ταινία του Τζάρμους «The Dead Don’t Die» – καμία σχέση νομίζω με GoT- αλλά κάποιος νόμιζε ότι ξέχασα (εγώ) ανοιχτή τη μπαλκονόπορτα και γυρίσαμε άρον άρον!
Δικαιώθηκα βεβαίως βεβαίως (αυτή τη φορά!) αλλά το χάσαμε και πήγαμε σε μπαρείον!
Όταν δω κάτι αξιόλογο θα ρίξω σήμα!
Καλοκαίρι βρε! Και σε μπαλκόνι με καρπουζάκι και μουσική όμορφα είναι! – ποιός τόλεγε, ο Βαγγέλης Γερμανός?
spyridos said
94
«Θυμάμαι στο χωριό κρεμασμένα –με ειδικό δέσιμο/κρέμασμα από ψαθόχορτο ή αραιό δίχτυ -από τα μεσοδόκια της στέγης, καμιά 20αριά τέτοια πεπόνια, να περιμένουν τη σειρά τους… Δεν ήταν πολύ γλυκά, αλλά είχαν μια ιδιαίτερη γεύση. »
Ετσι ακριβώς. Και το θυμάμαι και στη Μάνη. Τε όψιμα πεπόνια του Σεπτεμβρίου. Από τα παραλιακά μποστάνια, τα καλύτερα όμορφα κρεμασμένα στο κελάρι.
Για να τα φάνε ως τα Χριστούγεννα.
Μια ερώτηση.
Θυμάμαι σε χωριά της Λακωνίας να λένε το μεσοδόκι «μποτονό».
Το γνωρίζει κάποιος? Από που προέρχεται?
spyridos said
Ο Θρύλος έχει παράξει πολιτισμό.
Θυμάμαι το Σαλιαρέλη (πρέπει να είχε κάνει ιδιοκτήτης σκλάβων) να απαντάει σε ερώτηση για κάποιο Αφρικανό ποδοσφαιριστή που αγόρασε,
«Αυτοί οι μαύροι είναι σαν τα καρπούζια. Δεν ξέρεις τι θα σου βγει.»
sarant said
109 Τουρκικό το καούνι, kavun
Θρακιώτης said
Τώρα που προχώρησε η νύχτα, κάποιος πρέπει να πεί ότι το μακράν χρησιμότερο σχόλιο στην παρούσα ανάρτηση είναι το σχόλιο 69 του παλιού συνεργάτη του κ. Nick Nicholas, Γ. Μπαλόγλου, διότι μάς αποκαλύπτει πότε πρωτοκαταγράφεται η βαρβαρική λέξις «καρπούζι» (τότε δεν ξέρανε ότι είναι αντιδάνειο από τον «καρπό»!..) στην Θεία Ελληνική Γλώσσα: Λίγο πρίν το 1700 σε επιστολή του ελληνόψυχου Αναστασίου Γορδίου. Σύμφωνα με την Ακαδημία Αθηνών (αναφέρεται στον αφιερωματικό τόμο για τα 300 χρόνια απο την γέννηση του Ευγενίου Βουλγάρεως), ο Γόρδιος δεν λέει «σαρακηνικών πεπόνων», όπως λανθασμένα γράφει το TLG (και παρέσυρε τους κ.κ. Μπαλόγλου και Σαραντάκο) αλλά… «σαρακηνών πεπόνων»!..
Το ανωτέρω ντοκουμέντο είναι αποκαλυπτικό και για έναν άλλο λόγο που αποτελεί κόλαφο για τους εχθρούς της μικτής χρήσεως δημοτικής + καθαρευούσης. Ο Γόρδιος λάτρευε (όπως και ο Παπαδιαμάντης) την ταυτόχρονη χρήση λέξεων καθαρευούσης και δημοτικής, εξ ού και καταδέχτηκε να καταγράψει το «καρπούζι»
Αν τολμάνε, ο κ. Μπαλόγλου και ο κ. Σαραντάκος, ας βγούν να διαψεύσουν την Ακαδημία Αθηνών. Είναι αποδεδειγμένο ότι το TLG έκανε λάθος: Ο Γόρδιος λέει «σαρακηνών» και ουχί «σαρακηνικών»! Είναι ιστορική στιγμή για το παρόν Ιστολόγιο, διότι κάποιος σχολιαστής υποδεικνύει ένα χοντρό λάθος του TLG.
ΥΓ-1: Εννοείται ότι ο πολύς Μπαμπινιώτης πρέπει πάραυτα να ενημερώσει την 4η έκδοση του Ετυμολογικού του που εκδίδεται αυτές τις ημέρες ότι η πρώτη καταγραφή του καρπουζιού στην Θεία Ελληνική Γλώσσα έγινε από τον Αναστάσιο Γόρδιο λίγο πρίν το 1700.
ΡΩΤΑΩ τον συγγραφέα του παρόντος άρθρου, διαπρεπή γλωσσολόγο κ. Nick Nicholas: Γνωρίζατε, αγαπητέ φίλε, ότι ο πρώτος καταγραφεύς της λέξεως «καρπούζι» ήταν ο Α. Γόρδιος ή το μάθατε κι εσείς σήμερα μαζί μας ,από τον παλιό σας συνεργάτη κ. Γ. Μπαλόγλου; Είναι πράγματι εντυπωσιακό να γράφει κάποιος άρθρο για την ετυμολογία του καρπουζιού και να μή ξέρει ούτε πότε πρωτοκαταγράφεται η λέξις στην Θεία Ελληνική Γλώσσα, ούτε τί λέει το Τουρκικό Ετυμολογικό του Hasan Eren. Θα τολμήσει να μού απαντήσει ο λαλίστατος κ.Nick Nicholas; Εδώ σε θέλω κάβουρα, που περπατάς στα κάρβουνα…
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
>>μέχρι το εʹ μ.Χ. αι. είναι πορτοκαλιά και όχι κόκκινα. Μοιάζουν δηλαδή… πεπόνια.
ξαναγίνανε 🙂

ΕΦΗ - ΕΦΗ said
111β Λου, α, οκ!
Βέβαια!¨Εχουμε τόσο καλοκαίρι εντός μας εξάλλου !!
112τέλος
Μποτονό στην Κυνουρία, λένε το πατάρι στο κατώι που βάζουν τις μπάλες το άχυρο και τα ξερά χόρτα για τα ζώα τον χειμώνα και τις κολοκύθες βέβαια. Από πού η λέξη, δεν ξέρω.
loukretia50 said
Νυστάζω, φίλοι μου καλοί, άλλη δεν έχω ρέντα
Αύριο βράδυ, ίσως μπορώ να κάνουμε κουβέντα
Αν θέλετε για κοζερί, στο παραπλεύρον νήμα
(Δε λέω το ανέκδοτο, ας έχετε το κρίμα!)
Καληνύχτα!
loukretia50 said
-ρως φτου!
sarant said
Καλημέρα από εδώ!
loukretia50 said
Βonjour! – ξύπνησα κι εγώ μια φορά πρωί και λείπουν όλοι!
Σφήνα άσχετη, κάπου πρέπει να το γράψω όμως.
Συνηθίζω να χρησιμοποιώ την προσφώνηση «νεαρέ μου», κυρίως όταν απευθύνομαι σε πρόσωπα που συμπαθώ, ανεξαρτήτως ηλικίας, ειδικά όταν δε σηκώνουν «μύγα στο σπαθί τους».
Πάντα πειραχτικά, κάποτε τρυφερά, πάντα με ζήλεια, ποτέ όμως απαξιωτικά.
Αυτό με αφορμή διάλογο που πρόσεξα εδώ, πρόσφατα, και ανησύχησα ότι άθελά μου ενόχλησα κάποιους … (πάλι θα τόγραφα!) νέους.
Anyway, θα προσπαθήσω να το αποφεύγω!
Γιάννης Ιατρού said
Γιάννης Ιατρού said
Αααα, και Καλημέρα, ε; 🙂
loukretia50 said
122. Μα τι κούκλος! – ο συνοδηγός!
gbaloglou said
Σπανίζει και το «χειμωνικόν», το οποίο βρίσκω μόνο μία φορά, σε μεταβυζαντινό κείμενο («Περί της τιμιωτάτης και πολυφήμου χρυσοχοΙκής», 15ου (?) αιώνος) και πάλι:
ΕΙΣ ΤΟ ΛΑΜΠΡΥΝΑΙ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΝ. —Λαβὼν χειμωνικὸν ἢ πεπόνην, σχίσον μέσον αὐτῷ, καὶ θὲς τὸ μαργαριτάριν μέσον, καὶ θὲς τὸ πεπόνην μέσον ἐν τῷ φουρνέλῳ να ψειθῇ, καὶ λαμπρύνονται.
Γιάννης Ιατρού said
124: μάτι αετίσιο 🙂
sarant said
125 Πρωτότυπη μέθοδος για να λαμπρύνεις μαργαριτάρια -και μετά σου μενει και το ψητό πεπόνι.
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
Καλημέρα!
105. Ακριβώς! (Αν και πρόλαβε -λογικόν!- η ΕΦΗ στο 107β.)
Αλλά (για να τελειώνω με τον τσούκο) ήταν και παιχνίδι. Παιδικό –και όχι μόνο- ομαδικό και… τζογαδόρικο.
Για λεπτομέρειες: https://www.e-thrapsano.gr/thrapsano-memories/thrapsano-old-games?start=6
– Και για το καρπούζι, την πανελλήνιας χρήσης παροιμία-γνωμικό, νομίζω, δεν την είπαμε:
«Γυναίκα και χειμωνικό, η τύχη τα διαλέ(γ)ει» ή
ή «Γυναίκα και καρπούζι, η τύχη τα διαλέγει»
loukretia50 said
«Γυναίκα και καρπούζι, η τύχη τα διαλέγει»
Χμμ!
Κάλλιο η ατυχία σου να’ν’ μόνο στο καρπούζι
παρά να βγει η γυναίκα σου γκρινιάρα και να σκούζει…
Πέπε said
Να βγει πάραυτα ο κ. Νίκολας, απ’ όπου κι αν βρίσκεται, να μας πει γιατί επί εν εικοσιτετράωρον και πλέον αποκρύπτει τα πάντα σχετικά με την i-εφαρμογή για να διαλέγουμε το καρπούζι, εμείς και όχι η τύχη. Δεν είμαστε όλοι αγράμματοι κάφροι, κ. Νίκολάς μου.
gbaloglou said
125 Κρίνοντας από κάτι «φουρνέλα» και «βιτριόλια» που βλέπω … πολύ μεταγενέστερη του 15ου αιώνα οφείλει να είναι η «Πολύφημος και Τιμιωτάτη Χρυσοχοϊκή» 🙂 Θα τολμούσα δηλαδή να εικάσω ότι το «καρπούζι» προηγήθηκε του «χειμωνικού». Τέλος πάντων, το «χειμωνικό» πέρασε και στα Βλάχικα, όπως δείχνει αυτό το άρθρο, που μου θύμισε βέβαια και το «Λεξικόν Φυτολογικόν» του Γεννάδιου, όπου ο επικρατών όρος για το καρπούζι είναι «Σικυς ο Υδροπέπων», ενώ «καρπουζάκια» είναι «φυτά σαρκώδη, κοσμητικά, ιθαγενή των θερμών χωρών της Αμερικής, στενώς συγγενή των Εχινοκάκτων» (λήμμα Εχίνωψις)!.
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
129, Loukretia50:
Άτυχος είμαι δυστυχώς καρπούζα οντε διαλέ(γ)ω
μα στη γυναίκα τυχερός εστάθηκα, δε λέω!
(Κάνω ό,τι μπορώ…, ε! 🙂 🙂 )
loukretia50 said
132. Μια χαρά σε βρίσκω!
Χαρώ τον το λεβεντονιό με την καλή γυναίκα!
αν και…
Ταλέντο έχει φοβερό τα φρούτα να μαρκάρει
Τον καρτερούν οι σύντεκνοι φορτία να ξεσκαρτάρει
Σαϊνι στην απογραφή : μάπα καρπούζια δέκα!
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
133.
🙂 ! Μπορεί να’τανε και παραπάνω από δέκα! 🙂
NIKOS NIKOS said
Ο καρπός όπως και το μάλον(μήλον) σημαίνει τον χρυσό. Ανατομικά ο καρπός όπως και το χέρι (η χειρ) σημαίνουν τον χρυσό. Μην ξεχνάτε την πολυτιμότητα των εργατικών χεριών. Ο καρπός είναι προϊόν της θεάς Μητέρας Γης. Τρώγοντας τον καρπό-παιδί της γης τρώμε από την ίδια την γη ένα κομμάτι της. Γινόμαστε ένα με αυτή. Έτσι και αλλιώς είμαστε παιδιά της και εμείς οι ίδιοι. Για να μην μακρυγορώ το καρπούζι όπως και όλα τα άλλα οπωροφόρα φρούτα καρπούς που πραγματεύεστε είναι ο ποιητικός χρυσός πριν ακόμα ταυτοποιηθεί με τον μεταλλικό.
Costas X said
105.
Δεν έτυχε να ακούσω στην Κέρκυρα το «τσούκι». Η λέξη που σίγουρα χρησιμοποιείται είναι η «τσούκα», με την έννοια της πραγματικής ή μεταφορικής αστοχίας. Π.χ. παίζοντας «μπάλες» (boules, bocce): «Τσούκα ο Κώστας!». Επίσης: «Παει καλά το μηχανάκι;» «Μπα, κάνει κάτι τσούκες τελευταία». Είναι πιθανόν να προέρχεται από το ιταλικό zucca (κολοκύθι), με την έννοια που το λέμε κι εμείς για τις βλακείες;
Υπάρχει επίσης το επώνυμο Τσούκας, όχι πολύ διαδεδομένο στην Κέρκυρα.
Και μια που πιάσαμε τις κολοκύθες, ρίξτε και μια ματιά στο παλιό (2004), καλό μου site: http://www.geocities.ws/pipetabor/calabash.html
(Ζητώ την επιείκεια του κ. Νικοκύρη για την αγγλική μετάφραση!)
Costas X said
86. Μπράβο, να και το ντοκουμέντο !
Γιορτή Αγ.Θεοδώρας & Αγ.Βλασίου,11 Φεβρουαρίου, στη Μητρόπολη της Κέρκυρας.
Updated post on “Does the Greek word for watermelon, karpouzi, come from Ancient Greek?” – Ἡλληνιστεύκοντος said
[…] watermelon, karpouzi, come from Ancient Greek? published in Greek on Nikos Sarantakos’ blog, as Από πού βγαίνει το καρπούζι;, “Where does karpouzi come […]
sarant said
136 Μερακλίδικο σάιτ. Δεν ήξερα ότι ακόμα υπάρχουν τα geocities.
Costas X said
139. Είχε κλείσει αιφνιδιαστικά, νομίζω το 2009, και ξανάνοιξε ως geocities.ws, καλώντας τους παλιούς ιστοϊδιοκτήτες να αποκαταστήσουν τα «ιστορικά» τους σάιτ.
sarant said
140 A, δεν το είχα πάρει είδηση αυτό, ωραία!
Costas X said
139. Ξέχασα να σας ευχαριστήσω γιά το «μερακλίδικο». Συνήθως οι καπνιστές καπνοσύριγγος μεθ’ εστίας (πίπας, με το συμπάθειο) είναι μερακλήδες, πόσω μάλλον οι κατασκευαστές! 🙂
141. Πληροφορίες περί geocities:
http://www.geocities.ws/archive/
https://en.wikipedia.org/wiki/Yahoo!_GeoCities
Κι επίσης στο geocities, η βιογραφία ενός θείου μου, κλασικού Κερκυραίου:
http://www.geocities.ws/pipetabor/kourkoulos/
(ανέβηκε και εδώ:https://www.corfuhistory.eu/?p=15334)
gbaloglou said
Τελικά … αποκλείεται να γύριζαν κάποτε οι Ρωμιοί πραματευτάδες στα χωριά διαλαλώντας «καρπούς φέρω, καρπούς», «καρπούς τεραστίους» … και να κράτησαν οι Τούρκοι το «καρπούς» —-> «καρπούζ», κλπ κλπ;;;
[Παρατηρώ επίσης … ότι το «καρπούζι» *άργησε* να μας έρθει σε σχέση με άλλες Τουρκογενείς και Ανατολίτικες λέξεις, αυξάνει άραγε αυτή η καθυστέρηση την πιθανότητα να πρόκειται όντως για αντιδάνειο; Υπάρχουν τίποτα μελέτες για ‘καθυστέρηση’ αντιδανείων γενικώς; (Έτσι για πλάκα αναζήτησα φουντούκια στο TLG … και ουδέν βρήκα 🙂 )]
Θρακιώτης said
Εύγε, κύριε Μπαλόγλου (143). Ας τα ακούνε αυτά ο παλιός σας συνεργάτης, διαπρεπής γλωσσολόγος κ. Nick Nicholas, αλλά και ο ίδιος ο κ. Σαραντάκος, που είναι έτοιμοι να υιοθετήσουν οιαδήποτε παλαβή ετυμολογία του καρπουζιού, πλήν της ελληνόψυχης, που στην προκειμένη περίπτωση κάνει νιάου – νιάου στα κεραμίδια.
Και κάτι άλλο, κ. Μπαλόγλου: Δεν είναι σκάνδαλο ότι επί 3 ημέρες είναι εξαφανισμένος ο κ. Nick Nicholas και δεν τολμάει να βγεί να μάς πεί αν γνώριζε πως η πρώτη καταγραφή της λέξεως «καρπούζι» στην Θεία Ελληνική Γλώσσα έγινε λίγο πρίν το 1700 σε επιστολή του Αναστασίου Γορδίου, όπως εσείς πρώτος αποκαλύψατε στο σχόλιο 69;.
Εμείς οι γνώσται σάς είμαστε ιδιαιτέρως ευγνώμονες γι’ αυτό, διότι οι κ.κ. Nick Nicholas + Σαραντάκος το απεσιώπησαν σκανδαλωδώς, Κύριος οίδε για ποιόν λογο…
sarant said
143 Μπαρούτι πάντως θα βρεις.
gbaloglou said
145 Στο TLG πάντως όχι — φυσικά δεν είναι η μόνη πηγή, τουλάχιστον όχι ακόμη.
Γιάννης Ιατρού said
142α: Μπά, όλα μας τα κόψανε, τίποτε δεν μας αφήσαν για να χαιρόμαστε πχιά…

Costas X said
147. Ν’ αγιάσει το στόμα σας !
Ευτυχώς, στις πλατείες και στο σπίτι (του εργένη) ακόμη επιτρέπεται.
Πέπε said
@142:
Κώστα Χ, είναι συναρπαστική η περιγραφή σου. Βέβαια, όταν λες ότι μέχρι τότε δεν είχες ξαναασχοληθεί με την κατασκευή πίπας, κάτι πιστεύω πως μας κρύβεις. Θα είχες ασχοληθεί με άλλες κατασκευές, δεν μπορεί.
Χωρίς ακόμη να έχω ολοκληρώσει την ανάγνωση, έχω βρει ένα σωρό σημεία όπου θα ήταν δυνατόν να γίνει ανεπανόρθωτο λάθος, αν δεν είχες λάβει τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα. Θέλει κάποια εμπειρία για να μυριστεί κανείς τον ενδεχόμενο κίνδυνο, δεν μπορώ εύκολα να φανταστώ ότι θα τα σκεφτόταν ΟΛΑ αυτά άνθρωπος που πιάνει πρώτη φορά στη ζωή του εργαλείο.
Χώρια απ’ αυτό, ένας άπειρος μπορεί ίσως να φτιάξει ένα αντικείμενο (εδώ πίπα) λειτουργικό, αλλά να είναι και άψογο στην εμφάνιση, ε, αυτό δείχνει κάποια προϋπηρεσία!
Τέλος πάντων, γεγονός παραμένει ότι τραυμάτισες ένα μουσικό όργανο. Οφείλεις να επανορθώσεις. Να κατασκευάσεις ένα (δεν εννοώ κατ’ ανάγκην καμπάσα). Είμαι σίγουρος ότι μπορείς, και για τα περισσότερα πιστεύω ότι είναι εύκολο να βρεις και οδηγίες.
sarant said
149 Μιλάει η ψυχή του οργανοποιού 🙂
Πέπε said
150
Εγώ δεν οργανοποιώ. Έχω κατά καιρούς φλερτάρει με το άθλημα, αλλά δε δυσκολεύτηκα να διαπιστώσω ότι μου λείπουν κάποιες βασικές αρετές όπως αυτό το είδος προνοητικότητας που έλεγα για τον Κώστα, ή η υπομονή τύπου «κάντε αυτό και μετά περιμένετε 24 ώρες».
Costas X said
149.

Έχετε δίκιο, είχα κάνει κάποιες απόπειρες στο παρελθόν, το γράφω και στον πρόλογο, και όχι μόνο για πίπες, αλλά τίποτε αξιόλογο. Η βασική εμπειρία μου σ’ αυτή την περίπτωση ήταν η αποκατάσταση (restoration) της βικτωριανής καλαμπάς (διάλυση, καθάρισμα, επισκευή). Το λάθος σίγουρα μπορούσε να γίνει, και έγινε σε κάποιες περιπτώσεις (βλ. φελλός). Έκτοτε έφτιαξα 2-3 πίπες ακόμη, λειτουργικότατες αλλά όχι τόσο πολύπλοκες. Π.Χ.
Πιό πολύπλοκο αποδείχτηκε αυτό το χειριστήριο τηλέγραφου, και μάλιστα με ότι υλικά είχα στο σπίτι. Λειτουργικό, με ρυθμιζόμενη απόσταση επαφών και πίεση.

Όταν έκοψα την καμπάσα, πόνεσε κι εμένα η ψυχή μου, αλλά ήταν για ιερό σκοπό (δωρεά οργάνου !:))
Επανόρθωσα εφέτος κατασκευάζοντας ένα μικρό παραδοσιακό/μεσαιωνικό ταμπούρλο, με δέρματα και σχοινιά (tabor, τουμπάκι στο Αιγαίο), και τις μπαγκέτες.
Πέπε said
@152:
Ε, το ψιλοφανταζόμουν!
Το tabor παίζεται ζευγάρι με το pipe (αυλό, σουραύλι), από τον ίδιο μουσικό, ένα όργανο σε κάθε χέρι. Νομίζω ότι για έναν κατασκευαστή πιπών το επόμενο στάδιο είναι προφανές!
…Το δε ελληνικό τουμπάκι, καμιά φορά επίσης με σουραύλι (από δύο ξεχωριστούς μουσικούς), ή και με λύρα, κυρίως όμως με τσαμπούνα.
Ωστόσο, αυτό που κυρίως σκέφτηκα διαβάζοντας την κατασκευή της πίπας, ήταν η γκάιντα. Στη συνδεσμολογία των τμημάτων (βύσματα, δακτύλιοι…) υπάρχουν κοινά σημεία.
Επ’ ευκαιρία, να σχολιάσω ακόμη ότι:
-Μ’ άρεσε πολύ που στη σελίδα σχολιασμού επισκεπτών σου ‘γραψε και ένας υδραυλικός!
-Δεν ήξερα ότι calabash είναι ένα τόσο συγκεκριμένο είδος κολοκύθας. Νόμιζα ότι σημαίνει γενικά κολοκύθα ή τέλος πάντων σκληρή κούφια κολοκύθα.
Α, και βέβαια και η κολοκύθα μπορεί να οδηγήσει σε πλήθος κατασκευών. Από όργανα, υπάρχουν και κρουστά και πνευστά και έγχορδα. Μάλιστα, από τη συνήθεια να κατασκευάζουν σε κάποια μέρη λύρες από κολοκύθα και σε άλλα ταμπουράδες, έχουν μείνει και οι ονομασίες, «λύρα»/«ταμπουράς»=κολοκύθα, οι οποίες έχουν επεκταθεί και σε άλλα είδη κολοκύθας, βρώσιμα (για παράδειγμα, λυρόπιττα = κολοκυθόπιττα στην Άνδρο). Η δε έκφραση «κολοκύθια τούμπανα» πιστεύω ότι πρέπει να ξεκίνησε από την κυριολεξία: μπορείς να φτιάξεις τούμπανο από την κολοκύθα, αλλά επειδή θεωρείται λίο πρόχειρο και ό,τι να ‘ναι, σε σχέση λ.χ. μ’ ένα ωραίο γερό τεράστιο φωνακλάδικο νταούλι, τα κολοκύθια τούμπανα έγιναν συνώνυμο του ό,τι να ‘ναι. Κατ’ επέκταση κολοκύθια στο πάτερο, κολοκύθια με τη ρίγανη, αρχίδια τούμπανα κλπ..
Costas X said
153.
Σας ευχαριστώ για τα νεότερα και τις πληροφορίες!
Άν προσέξετε τη διεύθυνση των σάιτ μου (www.geocities.ws/pipetabor/), θα δείτε ότι έχω ασχοληθεί από παλιά (προ 2004) με το θέμα pipe & tabor, θεωρητικά και πρακτικά, αλλά εντελώς ερασιτεχνικά. Έχω σκοπό να ξανασχοληθώ κάποια στιγμή, γι’αυτό έφτιαξα και το ταμπούρλο. Παίζω και λίγο βομβάρδη (πίπιζα), και θέλω να ηχογραφήσω κάποια «ταμπουρλονιάκαρα».
Σίγουρα οι πίπες έχουν σχέση με τους αυλούς και τις σύριγγες, όχι μόνο κατασκευαστικά αλλά και λεκτικα (βλ. καπνοσύριγξ και bagpipe!) αλλά εκεί υπάρχει και η δυσκολία της τονικότητας.
Για τις πίπες καλαμπάς έχουν γραφτεί και βιβλία!
https://www.amazon.com/history-calabash-pipe-Gary-Schrier/dp/B007HFLB1S
Καλό μήνα !
ΓιώργοςΜ said
Φωτογραφική απάντηση στην ερώτηση του τίτλου (εκ του προσωπικού μου μποστανίου 🙂 )
4 ρίζες καρπουζιές, 25 τετραγωνικά εδαφοκάλυψη και 4 δεκάκιλα καρπούζια συλλεχθέντα μέχρι στιγμής. Η συνταρρρρακτική, αποκαλυπτική συνέχεια προς το τέλος της επόμενης εβδομάδας.
Vassilis said
βλέποντας μία ινδική ταινία, μου έκανε εντύπωση που το καρπούζι το έλεγαν καρπούζ…
Vassilis said
tarabuja – ταρμπούτζα-καρπουζια
Γιάννης Ιατρού said
155: Α ωραίος! 5 διάσπαρτα μέτρησα και δύο (πεπόνια;) μπροστά. Εκείνο το θαμνοειδές στο βάθος με τα μεγάλα φύλλα, τι είναι;
Costas Papathanasiou said
[5 απαντήσεις σε τρείς δόσεις]
Ο ΠΡΑΣΙΝΟΣ ΒΟΥΔΑΣ
«Green Buddhas
οn the fruit stand.
We eat the smile
αnd spit out the teeth.»
(Watermelons-Charles Simic, 1938)
Εκ προοιμίου θα πρέπει να επισημανθεί, εν είδει σημείου ναρκοθέτησης αποφευκτέου απ’όσους τριγυρίζουμε στα πέριξ, ότι το άρθρο «Από πού βγαίνει το καρπούζι; (Μια συνεργασία του Νίκου Νικολάου)»[Posted by sarant 29 Ιουλίου, 2019], επαληθεύει τη ρήση «errare humanum est» και συνιστά –έστω εν μέρει– ατυχή προσέγγιση ενός ωραίου θέματος που έτσι, εν τέλει, δυστυχώς ανατινάσσεται, αφήνοντας στο πόδι του ως πρωτεύον το ερώτημα 1.«Πού ήτο η νάρκη;» και πίσω του ορφανά τα 2.«Ποιος ο παππούς του καρπουζιού;;», 3.«Πόθεν η σημερινή του ονομασία;» 4.«Γιατί κάποτε χειμωνικό και τώρα όχι;» και 5.«Είναι το κυνήγι των αντιδανείων και η τυχόν συνοδή παρετυμολογία σφάλμα “diabolicum”;».
Ως προς αυτά και μόνον, πέραν άλλων τινών απώτερου βαθμού συγγένειας, μπορούμε να απαντήσουμε, δίκην αναδόχου-γονέα, τα εξής:
1)ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ
Το πρώτο κινούν της εσφαλμένης μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε είναι η φυσική (και επόμενη) απέχθεια κάθε καλού ετυμολόγου προς ό,τι εμποδίζει την αναγνώριση του αληθούς, κοινώς “ετύμου”, εν προκειμένω, προς εκείνη την ελληνολατρεία που φορά τις εθνικίζουσες παρωπίδες της υπεροχής της ελληνικής γλώσσας (:Hellas über alles), προάγει δηλαδή την οιδιπόδεια (:ενδογαμική και αυτότυφλη) αντίληψη πως «ό,τι το όμαιμον, συζευκτόν και ό,τι ξενικόν, απελάσιμο». Όμως, η άπωση που ασκεί η θέση αυτή, εύκολα οδηγεί στο αντίπερα στερεότυπο «ό,τι το “ελληνόψυχο” είναι φασίζον και καταδικαστέο», σε προκατάληψη δηλαδή (με προσωπείο προοδευτισμού αυτή τη φορά) που συνεπάγεται φαλκίδευση της επιστημονικής δεοντολογίας εκφραζόμενη στην περίπτωσή μας έτσι:
▪ προϊδεασμός : «Η πρώτη μου σκέψη ήταν πως, το να παράγεται το καρπούζι από το καρπός αποτελεί μια ιδέα τόσο κουφή, που μόνο στην πλάκα αναφέρεται»(υποστήριξη σκεπτικού: παραπομπή στο Καινούργιες λέξεις III 20/07/2007 by Αθ. Αναγνωστόπουλος, όπου απλώς χλευάζεται η πρόταση καρπούζι<καρπός-διον, λησμονώντας , κατά πώς φαίνεται, ότι η χλεύη δεν συνιστά επιχείρημα αλλά την έλλειψή του).
▪Ομοίως, με ολίγην ειρωνία και αξιωματικότητα, αντιμετωπίζεται και πάσα άλλη σκέψη σύνδεσης καρπούζι<καρπός: Όλα είναι δεκτά εκτός απ’αυτό!. Παραδείγματα:
–«Και εντάξει, όλα γίνονται• αλλά για να πήραν τη λέξη για το πεπόνι από τους έλληνες, θα έπρεπε οι πέρσες να έμαθαν το ίδιο το πεπόνι από τους έλληνες»(=Λογικό άλμα: Αίφνης, από Τουρκία πήγαμε Ιράν και από το καρπούζι στο πεπόνι, με αμφισβητούμενο το εμπόριο φρούτων μεταξύ Ιράν-Ελλάδας)
–Ο Σεβάν Νισανιάν (“τρανός ετυμολόγος της τουρκικής”, όταν οι θέσεις του έμοιαζαν να βολεύουν), γίνεται αυτός που «έχει την απαίτηση, όχι μόνο να έμαθαν οι Πέρσες το καρπούζι από ελληνόφωνους, αλλά και να το καλούσαν οι ελληνόφωνοι με τον παντελώς αφηρημένο όρο καρπό».[ Η αγγλική εκδοχή είναι ακόμα χειρότερη: «Nişanyan requires not only that knowledge of the watermelon came from Greek-speakers, but that Greek speakers used a word as generic as karpos to refer to it. And karpos is as generic as it gets: it is fruit as in fruitful, and it doesn’t just refer to fruit from a tree: wheat is a karpos too, and so are nuts»[=H άποψη Νισανιάν είναι σαν να παρομοιάζεις μπάλα με σπυρί σταριού, άρα σα να λες ότι σού’ στριψε η βίδα (λογοπαίγνιο με το nuts)] και «If you’re wondering, btw, karpos has also ended up in English, as carpal, the adjective for wrists (e.g. carpal tunnel syndrome). The wrist in Greek is called the “fruit” of the hand. » [: εδώ εμφανίζεται ως μη νοών (δι’αυτό και γελών) ότι στα ελληνικά ο “καρπός(χεριού)” είναι η άρθρωση με την οποία το χέρι στρέφεται[καρπός(1)<ΠρωτοΙνδοΕυρωπαϊκή *kʷerp- (στρέφω, γυρίζω)] για να “καρπωθεί” τον “καρπό(της γης)” [καρπός(2)<ΠΙΕ *kerp- (θερισμός, καρπός, συγκομιδή)].
–Για να αποτραπεί τυχόν αναγωγή έστω και στο ΠΙΕ *kerp– που θα μπορούσε να ξαναοδηγήσει στο μισητό αρχαιοελληνικό “καρπός” (όπως κάνει το “κακό” Βικιλεξικό), επιστρατεύεται ο Paul Pelliot , επισημαίνεται ότι στην αφγανική «“Πάστο”(όπου θέλουν να ξεϊνδέψουν τη γλώσσα), το tarbuja σημαίνει “καρπούζι”, και το xarbuja “πεπόνι”», παρέχεται η πληροφορία ότι ο Berthold Laufer «είναι σίγουρος πως οι αρχαίοι έλληνες αγνοούσαν το καρπούζι» και συνάγεται τελικά, κακήν κακώς, το πόρισμα ότι «η Ινδική ετυμολογία είναι πιο λογικοφανής•[…] το καρπούζι σίγουρα ταξίδεψε από την Ινδία στην Περσία, ως “ινδικό πεπόνι”, έστω και αν ενδεχομένως πηγαινοερχόταν ανάμεσα στις δυο περιοχές»(το πηγαινέλα προς τί; βελτίωνε η μία πλευρά το προϊόν της άλλης;)
–Τέλος, ως «comment (that) is worth appending in full» υιοθετείται η ρομαντική μεν, προχειρότατη δε ιδέα ότι «αφού ούτε η Ελλάδα ούτε η Μικρά Ασία είχανε ίδια έλλειψη νερού με την Αίγυπτο, δεν υπήρχε λόγος(!) να εξαπλωθεί το καρπούζι στους έλληνες, σε σημείο να αποκτήσει ιδιαίτερο όνομα», έτσι, «το φρούτο μπορεί να ταξίδεψε δια ξηράς […] στην Αραβική χερσόνησο και μετά στην Περσία και την Ινδία (όπως ταξίδεψε και ο Homo sapiens) ή «Μπορεί και να ταξίδεψε σε καράβι. Και σε όποιο λιμάνι φτύσεις σπόρι, φυτρώνει καινούργιο.» [Ωραία, αλλά γιατί, ρε παιδιά, μετά από 350000 χρόνια οι επικοινωνίες να γίνονται αλά Homo sapiens; Γιατί το καρπούζι να αγνοεί ως επαρκείς σε νερό την Ελλάδα και τη Μ. Ασία και να επιλέγει να εγκατασταθεί στην (ανεπαρκή σε νερό?) Ινδία; Ποιος μας είπε ότι στην Αίγυπτο υπήρχαν καρπούζια όπως τα ξέρουμε σήμερα και ποια λιμάνια ανά τον κόσμο είναι ή ήταν γεμάτα καρπουζιές;]
2)Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΕΙΔΟΥΣ
Το δεύτερο, λοιπόν, σημαντικό σφάλμα τής ως άνω προσέγγισης είναι ότι αναζητά μόνο συγγενείς του σημαίνοντος (:του ακούσματος /karpouzi/) και όχι και αυτή του σημαινόμενου, δηλαδή τη βιολογική εξέλιξη αυτού καθεαυτό του είδους Citrullus l. lanatus, του σημερινού καρπουζιού. Εάν το έκανε, έχοντας υπόψη ότι απαιτείται επί τούτω η συνδρομή αρχαιοβοτανολογίας και αρχαιογενετικής, θα εύρισκε εύκολα ότι σχετικές πολύπλευρες, διεπιστημονικές έρευνες έχουν ήδη γίνει και έχουν καταδείξει(βάσει συγκριτικής ανάλυσης γονιδιώματος καρπουζόσπορων από αιγυπτιακούς τάφους κλπ) ότι ο αρχαίος και έτι επιζών πρόγονος του σημερινού καρπουζιού εμφανισθείς στη ΒΑ Αφρική περί το 3000 πΧ (:σπόρια του σε οικισμό στη Λιβύη) δεν είναι παρά το (πικρό) αγριοκάρπουζο Citrullus lanatus var.colocynthoides γνωστό σήμερα στο Sudan ως gurum και στην κεντρική και νότια Αίγυπτο ως gurmα. Εκεί, από το 2000 π.Χ., ξεκίνησε και η εξημέρωση/καλλιέργεια του φυτού προς εκμετάλλευση της υδατικότητάς του . Στις Μεσόγειες χώρες, όπου διαδόθηκε κατά το 1500 π.Χ., γεννήθηκε ο ήμερος(γλυκός) απόγονός του ως αποτέλεσμα κλιματικής προσαρμογής και επιλεκτικής –βάσει γλυκύτητας– καλλιέργειας, η οποία κλιμακώνεται μετά το 400 πΧ. Σημειωτέον ότι, παρά τη σιγουριά του κυρίου Λάουφερ για το αντίθετο, σπόροι “Κίτρουλλου εριώδους”(κν “καρπουζόσποροι”), μαζί με υπολείμματα ρόιδων, σύκων, σταφυλιών, ελιών και άλλων τροφών έχουν βρεθεί στον γεωμετρικό οικισμό της Κρανιάς στη νότια Πιερία(Εύη Μαργαρίτη 2006-2007) όπως και στο ιερό Ηραίο της Σάμου (D.Kučan, 2000), χρονολογούμενοι το ∼800 και 650 πΧ, αντιστοίχως. Στο Ισραήλ, κατά τη λήξη της Pax Romana, εμφανίζονται αναφορές για καρπούζι (πιθανότατα εξ Ελλάδος), στα κείμενα Mishna και Ma‘asrot [βλ. Harry S. Paris, “Origin and emergence of the sweet dessert watermelon, Citrullus lanatus”, Annals of Botany 116: 133–148, 2015 και επ’αυτού το άρθρο «The 5,000-Year Secret History of the Watermelon: Ancient Hebrew texts and Egyptian tomb paintings reveal the origins of our favorite summertime fruit»-By Mark Strauss, National Geographic, August 21, 2015]
Μετά την εισβολή των Μαυριτανών στην Ισπανία (711 μΧ) νέοι τύποι καρπουζιών φαίνεται πως εισάγονται στην Ευρώπη εάν κρίνουμε από τις σχετικές καταγραφές στο Kitāb al-Filāḥa (Βιβλίο Γεωπονίας,1158) του Ibn al-'Awwam του Σεβιλιάνου(:Al-Ishbili).
Στην Ινδία, τα καρπούζια εισάγονται γύρω στο 800 μΧ και στην Κίνα το 1100 μΧ. Στο Νέο Κόσμο φτάνουν με το δεύτερο ταξίδι του Κολόμβου το 1493 και η καλλιέργειά τους τυγχάνει ευρείας αποδοχής και ταχείας εξάπλωσης.[βλ.”Watermelon (Citrullus l. lanatus) production in Hungary from the Middle Ages (13th century)”• January 2007– Tóth Zoltán, Gábor Gyulai, Zoltán Szabó, Lajos Horváth and László Heszky]
Πρόσφατα(28/7/2015), ένα άρθρο του Phil Edwards στο VOX έφερε στο προσκήνιο τις δραστικές αλλαγές που υφίστανται οι καρποί μετά από πολυετή επιλεκτική αναπαραγωγή, παρουσιάζοντας προς τούτο τον James Nienhuis, καθηγητή Φυτοκομίας στο Πανεπιστήμιο του Wisconsin, ο οποίος στα πλαίσια σχετικής διδασκαλίας καλεί τους μαθητές του να συγκρίνουν ένα σημερινό καρπούζι με αυτά σε “Νεκρές Φύσεις” περασμένων αιώνων, για παράδειγμα, με το απεικονισθέν τον 17ο αι. σε πίνακα του Giovanni Stanchi (βλ.https://www.vox.com/2015/7/28/9050469/watermelon-breeding-paintings).
Costas Papathanasiou said
3)Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ
ΒΑΣΙΚΗ ΑΡΧΗ:Το όνομα κάθε πράγματος ακολουθεί την αλλαγή της μορφής και της χρήσης του.
▪Κατά τα προηγηθέντα, ως καταλυτικός τόπος των μεταμορφώσεων του καρπουζιού, προβάλλει η Ιταλία(ειδικά η Νότια) αν συνεκτιμήσουμε ότι
α)Το εν λόγω πωρικό ακούει και σήμερα εκεί σε πολλά ονόματα: cocomero(<cucumis), mellone(ή melone) d’acqua, anguria (από το aggourion του Aetius), popone(στην Τοσκάνη), sindria και sandia(στη Σαρδηνία), pateca(στη Liguria), cetrone(στο Abbruzzo),
sarginiscu (=σαρακήνικο, στο Σαλέρνο), Zipangolo (giovanili, zuparacu, pizzitangulu) στην Καλαβρία.
[βλ.. https://it.wikipedia.org/wiki/Citrullus_lanatus%5D
β)Ο Πλίνιος καταγράφει ποικίλη μορφή/εκμετάλλευση/καλλιέργεια των μελών της οικογένειας των κολοκυνθοειδών, με πλέον αξιοσημείωτη την «αυθόρμητη(ατυχηματική)» εμφάνιση του melopeponas στην Καμπανία (Forte primo natum ita audio vnum: mox semine ex illo genus factum– “Historiae Naturalis”, βιβλ.19 κεφ.23).
γ)Παρατηρείται πολυσχιδής εξαγωγή λέξεων, επόμενη συναφών προϊόντων, όπως αγγλ.&γαλλ.melon/zucchini, αγγλ.muskmelon/ cantaloupe, γαλλ.cantaloup(<Cantalupo=Παπικό θέρετρο), αγγλ.cucumber, γαλλ. concombre, ρουμ.pepene, εβρ.melafefon [(<μηλοπέπων)– «κακή» λέξη πλέον, αφού, υπό την έννοια ερμαφρόδιτης φύσης, έγινε υποτιμητικός χαρακτηρισμός ετερο-προσδιόριστου ατόμου], επίσης, ελληνικά: αγγούρι (και ρωσ. огурец-όγκουρετς), αλλά και κουκούτσι[<cucuzza (κατά Κριαρά: από το “κόκκος”)], τσούκος (zucca), πασατέμπος(:κολοκυθόσπορος), καθώς και τα ονομαστά «καλαβρέζικα».
δ)Στην ελληνική έχουμε μία συνακόλουθη ποικιλωνυμία για τα ομοειδή και/ή παραλλαγές τους, όπως τετραγγούριν, κιτράγγουρος(ή χρυσόμηλον), μηλοπέπων, σικυοπέπων και εν γένει «Σίκυος,[…], ὃς παρά τοις κοινοίς, Αγκούριον, λέγεται και μη ώριμος τρώγεται, δι’ ὃ λέγεται έτι και Σικυός ωμός· “εξ εναντίας ελέγετο σικύα, σίκυος, σπερματίας, ή σικυός πέπων, ο και απλώς πέπων, το ώριμον αγκούριον, ή κυρίως τα πεπώνια, και καρπούζια, δια το τρώγεσθαι αυτά ώριμα"» (βλ.Άνθιμος Γαζής-Λεξικόν Ελληνικόν, Γ΄ τόμος, 1816)
▪Σημαντική συμβολή πρέπει να έχουν και οι καλλιεργητικές μέθοδοι και εξελίξεις του είδους στο Ισραήλ, σε συνδυασμό με τις μετακινήσεις και το εμπορικό πνεύμα των Εβραίων, αλλά και οι γεωπονικές γνώσεις και ο επεκτατισμός των Αράβων που επιτάχυνε τη διάδοση συναφών προϊόντων και ειδών στις παραμεσόγειες περιοχές. Στο συμπέρασμα αυτό μπορούμε να καταλήξουμε αν δούμε το γενεαλογικό δέντρο της γαλλικής λέξης για το καρπούζι:
Γαλλικό pastèque<δάνειο από το Πορτογαλικό pateca<εκ του Αραβικού بَطِيخَة (baṭīḵa, “watermelon”)< Κλασική Συριακή ܦܲܛܝܼܚܵܐ (paṭṭīḥā), Αραμαϊκή אֲבַטִּיחָא και Εβραϊκή אֲבַטִּיחַ ('avatíakh, ’ăḇaṭṭī́aḥ), λέξη άπαξ απαντώμενη στο 4ο Βιβλίο της Πεντατεύχου( “Αριθμοί” 11:5), όπου, στην ξέρα της ερήμου, Αιγύπτιοι φυγάδες, μαζί με τους Ισραηλίτες, θυμούνται και κλαίνε τα καλά της Αιγύπτου που άφησαν πίσω τους:
[Αρ. 11,1] Καὶ ἦν ὁ λαὸς γογγύζων πονηρὰ ἔναντι Κυρίου,[…]
[Αρ. 11,4] Καὶ ὁ ἐπίμικτος(*) ὁ ἐν αὐτοῖς ἐπεθύμησεν ἐπιθυμίαν, καὶ καθίσαντες ἔκλαιον καὶ οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ καὶ εἶπαν· τίς ἡμᾶς ψωμιεῖ κρέα; [(*)επίμικτος(λαός)= Αιγύπτιοι που σμίξαν με τους διωχθέντες Εβραίους]
[Αρ. 11,5] ἐμνήσθημεν τοὺς ἰχθύας, οὓς ἠσθίομεν ἐν Αἰγύπτῳ δωρεάν, καὶ τοὺς σικύους καὶ τοὺς πέπονας(**) καὶ τὰ πράσα καὶ τὰ κρόμμυα καὶ τὰ σκόρδα·[(**)πιθανότα εξημερωμένος τύπος του C.lanatous,var.colocynthoides].
▪Αποτέλεσμα αυτών των εμπορικών συναλλαγών είναι και η Κυπριακή “παττίχα” (ομόηχη της Συριακής), αλλά και η Ισπανική “sandía” <από το Αραβικό (baṭṭīḥa) sindīya = «(καρπούζι) από την επαρχία Sind του Πακιστάν»= «(παττίχα) Σιντική».
Σημειωτέον ότι, στην Αραβική διάλεκτο του Κόλπου, το baṭṭīḵ είναι το πεπόνι ή μοσχοπέπονο(:Cucumis melo) και όχι το καρπούζι που λέγεται رگي (raggi)[< رقة (:ragga, “Ράκκα”, επαρχία Συρίας)] και αυτή η διάκριση υποδηλώνει αφενός ότι και στον Αραβικό Κόλπο το καρπούζι έρχεται εκ Δυσμών(:είναι Ρακκανό<Μικρασιάτικο<Μεσογειακό), αφετέρου ότι τα ’ăḇaṭṭī́aḥ, baṭṭīḥa και Σιντική(παττίχα) αφορούν περισσότερο σε ποικιλία αγγουροπέπονου[πρβ Ισπανικό albudeca(<al-baṭṭīḵa)=”άγευστο καρπούζι”, “ξυλάγγουρο”, και ελλ.“σαρακηνό πεπόνι”) παρά σε καρπούζι, το οποίο –ούτως ή άλλως– ούτε καν τον 17ο αι. δεν είχε καταληξει στη σημερινή του μορφή (βλ.πίνακα Stanchi). Αντιστοίχως, σε “κολοκυθαγγουροπέπονα” θα αφορούσαν αρχικά και τα tarbuja και xarbuja [<ΠΙΕ *kerp- που παράγει αγγλ.harvest και ελλ. καρπός(φυτού)], κατά τα αναλυθέντα και στο άρθρο του κ.Ν.Νικολάου.
ΧΡΗΣΕΙΣ, ΜΟΡΦΗ και ΟΝΟΜΑ: Κατά τα ανωτέρω, το καρπούζι καλλιεργείται πρώτα-πρώτα, ως παρακαταθήκη νερού (εξ ου «υδροπέπων») και ως τροφή ζώων. Έπειτα, μέσω επιλεκτικής αναπαραγωγής που στοχεύει στη μέγιστη ωφελιμότητα, προάγονται ποικιλίες όλο και λιγότερο πικρές, καταλληλότερες για ανθρώπινη κατανάλωση, καρπερές, με σπόρια που μπορούν να ξαναφυτεύονται και να είναι –ει δυνατόν– εδώδιμα (κατά τον πασατέμπο). Κατά τη μακρότατη αυτή περίοδο, το εξωτερικό πράσινο χρώμα του, μαζί με την επίγεια ανάπτυξή του, το κατατάσσει στα σικυοειδή και του δίνει το όνομα “άγγουρον” [<άγουρος, (καρπός) που δεν ωρίμασε, χλωροπράσινος], ενώ η εντεινόμενη γλυκύτητα και η κιτρινοκόκκινη χρώση της σάρκας του (αύξηση σακχάρων κατά την ωρίμανση και συνδυασμός καροτενίου-λυκοπενίου) το συγκαταλέγει και στα πεπονοειδή/ κολοκυθοειδή.
Είναι όμως φανερό, ότι λόγω του κίτρινου χρώματός του που υποδηλώνει ωριμότητα και τιμώντας την ετυμολογική του κληρονομιά [< πέπων < πέπτω < πέσσω < πρωτοελληνική *péťťō < ΠΙΕ *pekʷ- (μαγειρεύω, ψήνω)], το πεπόνι κατέληξε να σημαίνει μόνο το γνωστό φρούτο που φαίνεται «ψημμένο,γινωμένο» και όχι το πρασινόφλουδο καρπούζι που πρέπει να του χτυπήσουμε για να μας απαντήσει εάν είναι έτοιμο.
Παράλληλα, ενδεικτική της πρωταρχικής σημασίας της λέξης καρπούζι, είναι η αγροτική έκφραση «σπάω και κόβω καρπούζια αραποσιτιού»=ξεσπυρίζω(:“αποσπώ κόκκους”–από) ρόκες και παράγω χονδροκομμένο καλαμπόκι (για ζωοτροφή, μπομπότα κλπ)
Τούτων δοθέντων, συμπεραίνεται ότι το όνομα «καρπούζι» παράγεται από το μεσαιωνικό «καρπός»[<σημασία 1β)”σπόρος φυτού” Λεξικού Κριαρά:“καρπούς να σπέρνουσι στη γη και δέντρη να φυτεύγου” (Ερωφ. Α´ 284)] και επίθημα –ούσι/–ούδι (ή –uzzi/ utzi ), εκφράζει δηλαδή ως ειδοποιό γνώρισμα του φρούτου (εν σχέσει με πεπόνια και αγγούρια) τα πολλά, μαύρα, γόνιμα κουκούτσια του (κοκκόνες στην Κυπριακή), χαρακτηριστικό που του έδωσε και την λόγια ονομασία «σπερματίας» (βλ. Λεξικό Άνθιμου Γαζή, τόμος 3, λήμμα:Σίκυος].
Αντίστοιχης σημειολογίας είναι και η Καλαβρέζικη ονομασία zuparacu εκ του "lo zio parroco"=”ο θείος ιερέας, ο κυρ-Πάστορας”, εμπνευσμένη από τη ευθυγράμμιση των μαύρων καρπουζόσπορων λες κι είναι τα πολλά μαύρα κουμπιά σε ένδυμα ιερέα.
(Η σύλληψη θυμίζει τα «-Πράσ’νου παλάτ’(ι), κόκκιν’ μπιρντέδις, μαύροι καλουέρ’ μέσα τλιγμέν’(οι)» και «πράσινο κονάκι, κόκκινα κελιά, μαύροι καλογέροι, μέσα, στη σειρά»).
Γνωστός επίσης και ο αστικός μύθος «αν καταπιείς κουκούτσια καρπουζιού θα σου φυτρώσει καρπουζιά στην κοιλιά»(βλ.”The Watermelon Seed” by Greg Pizzoli-“Ένα σποράκι καρπουζιού”, Απόδοση:Θεόφιλος Μπαχτσεβάνης,Εκδότης: Νεφέλη,2015), που βρίσκει νέους τρόπους να παραμένει ζωντανός(βλ. «Φυτό Καρπουζιάς Βλάστησε στο Στομάχι 13χρονου Αφού Κατάπιε Κουκούτσια Καρπουζιού»by Βλαδιμηρος Βουρβαχιδης • Published 29 June 2016 • Updated 15 June 2018–https://xeroteana.com/vlastise-karpouzia-sto-stomaxi/).
Ίσως και για να μηδενιστεί αυτός ο…“κίνδυνος”, από τα μέσα του 20ου αι., οι σύγχρονοι γενετιστές παράγουν το «άσπερμο (ξέσπορο) καρπούζι», που συνιστά ως εκ τούτου όρο οξύμωρο, σα να λέμε δώρο άδωρο. Όμως η γλώσσα παίζει συχνά τέτοια παιχνίδια και, ούτως ή άλλως, ο όρος «seedless fruit(άσπερμo φρούτο)», είναι εξ ίσου αντιφατικός (βλ.Wikipedia).
Costas Papathanasiou said
4)ΚΑΘΕ ΟΝΟΜΑ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΟΤΑΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ (ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΩΣ)
▪To “χειμωνικό”(<χειμών), εκτέλεσε άψογα το χρέος του ως δροσιστικό, αναψυκτικό, αντιφλεγμονικό μέσον, κατά τα αναφερόμενα και από τον Πλίνιο στο Βιβ.20 κεφ.6: «Pepones, qui vocantur, refrigerant maxime in cibo, et emollient aluum. (Οι αποκαλούμενοι πέπονες, έχουν μεγάλη αναψυκτική, διαιτολογική αξία, και ανακουφίζουν το στομάχι »
Χαρακτηριστική είναι η μετάνοια του Νασρεντίν Χότζα (βλ. «Κι αυτό ακατούρητο είναι»), που ξέσπασε σε ένα καρπούζι που του βγήκε ξυλάγγουρο, ή τσούκος ή χλεμπόνα(=κιτρινιάρικο/“άρρωστο”– εκ του «φλεγμονή/φλέμμα», κατά τα φλομός<χλομός–ή και με επίδραση του”χρέμμα”<αποχρέμπτομαι) αλλά και η ακόλουθη περιγραφή της εμπορίας οπωροκηπευτικών “εν αγορά Σπάρτης το Σάββατον 1ης Ιουλίου 1889” :
«[…]Περαιτέρω γυναίκες χωρικαί επώλουν εδώδιμα, ιδίως κολοκύνθας, ων ένιαι είχον σεβαστόν μέγεθος, σίκυας (αγγούρια), χρώματος από του πρασινωτάτου μέχρι κιτρινωτάτου, (τους κατά τους Βαυαρούς ωρίμους), ιβίσκους (μπάμιαις) κτλ.-(*)
[…], το δε τετράγωνον έκλειε γυνή πωλούσα χιόνα εκ του Ταϋγέτου, ην μόνον κατά Σάββατον δύνανται να έχωσιν οι Σπαρτιάται και ν' αντιτάσσωσι κατά του οχληροτάτου του Ιουλίου καύσονος, του λίαν επαισθητού εν τη πόλει αυτών.
-(*) 'Απαντα τα είδη της Κολοκύνθης, το πεπόνι, το χειμωνικόν (καρπούζι), τα αγγούρια και τα πικράγγουρα υπάγονται εις την τάξιν ή ομοιογένειαν των Σικυακών•» –[ Κορύλλος Π. Χρίστος (ιατρός), “Πεζοπορία από Πατρών εις Σπάρτην(…)” Εν Πάτραις 1889-Τυπογραφείον «Ο Κάδμος», σσ. 52-53].
▪Επιπροσθέτως, η διατήρησή του μέχρι το Χειμώνα, εξυπηρετούσε τα ευετηριακά (παγανιστικά) έθιμα, που συνδέονταν με το χειμερινό ηλιοστάσιο(βλ.Brumalia) και τη «νίκη του Ηλίου», μέχρι που αντικαταστάθηκαν από Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά.
Το Καρπούζι, λόγω της πολυσπορίας του, όπως και το Ρόδι, καταναλωνόταν με το πέρας του Δεκέμβρη ως επίκληση αφθονίας καρπών και υπέρ υγείας και ευημερίας οικείων με τη νέα Χρονιά.
Ιδιαίτερα ξεχωριστό χρώμα έχει σήμερα αυτή η γιορτή του “Λιοτροπιού” στο Ιράν, όπου και ονομάζεται Yalda και κατ’αυτήν ο Καρπούζος και η Ρόιδω είναι το τιμώμενο ζεύγος, προεξάρχον άλλων πολλών υποτελών-εδεσμάτων.
▪Καθώς τα περί ευετηρίας λησμονούνται (απόηχός της θα είναι και το Κερκυραϊκό της 11ης Φεβρουαρίου, ανήμερα Αγίου Βλασίου, εις ανάμνηση θαυματουργής θεραπείας παίδων που έκανε ο Άγιος με χορηγία ευλογημένων οπωρών) και εφ’όσον τον «οχληρότατο» καύσωνα «αντιτάσσωσι» πλέον τα θηριώδη “αρ-κουδίσια”, το χειμωνικό χάνει το εννοιολογικό του περιεχόμενο, το οποίο αντιθέτως διευρύνει το καρπούζι που περνά στη σημασία 1α) του Λεξικού Κριαρά, γίνεται δηλαδή “Ο Καρπός”, “Το Φρούτο”, αντανακλώντας τη θεαματική βελτίωση των οργανοληπτικών του χαρακτηριστικών(:γεύση,άρωμα,χρώμα), σε σημείο που να μπορεί κανείς σήμερα να προσθέσει, χωρίς να ψεύδεται, ότι πλέον έχει και την έννοια της Ανάρπαστης Οπώρας, του Ηγεμόνα που εντέλλει “Carpe (Fructum)” προσφέροντας Εαυτόν:
«Στα μποστάνια φούσκωναν κι έτριζαν(*) τα καρπούζια• και κάθε πρωί κουβαλούσαν οι περβολάρηδες και στοιβάζουνταν στο μεϊντάνι, στο Μεγάλο Πλάτανο και στις Τρεις Καμάρες, βουνά τα καρπούζια, τα πεπόνια, τα ξυλάγγουρα, οι γλυκοκολοκύθες• […] Στέκουνταν διαλαλητάδες, Τούρκοι και χριστιανοί, μπροστά από τον κάθε σωρό και ξελαρυγγιάζουνταν τραγουδιστά και πουλούσαν, πότε με το ζύγι, πότε με το μάτι, όσα όσα, κι έτρωγε η φτωχολογιά• και σα βράδιαζε κι απόμεναν ξεπούλητα(*) ζερζεβατικά και φρούτα, χτυπούσαν τα χέρια τους οι διαλαλητάδες και φώναζαν: «Τζάμπα! Τζάμπα!». Χιμούσαν τότε ολούθε παιδιά και γέροι και φτωχές γριούλες, που όσο έπεφτε ο ήλιος περμαζώνουνταν γύρα, και διαγούμιζαν ό,τι μπορούσε να σηκώσει ο καθένας• κι έφευγαν τρεχαπετάμενοι με τις αγκάλες γεμάτες.»[ Νίκος Καζαντζάκης- Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ (Ελευτερία ή Θάνατος),
σσ 248-249, Τρίτη Έκδοση-1974, Εκδόσεις Ελ.Καζαντζάκη]
[(*)Ξανατρίζουν στην “Αναφορά στον Γκρέκο”(Κεφ. Ι’ «Σφαγή»). Στον “Ζορμπά”(κεφ.II) «τρίζουν κρρ! κρρ! κρρ! και μεγαλώνουν» και τ’αγγούρια. Αξιοσημείωτη και η αμφισημία της πρόθεσης “ξε-” στο “ξεπούλητα”=απούλητα, εν σχέσει με το “ξεπουλώ”=τα δίνω όλα.]
5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
α)Το καρπούζι ήταν ένα ταπεινό σποράκι που τράνεψε, γλύκανε, κατάκτησε τον κόσμο κι έγινε ο Μέγας Καρπέξανδρος.
β)Ο όρος παρετυμολογία, όπως όλες οι παρα- δραστηριότητες, προκαταβάλλει εν Ελλάδι για κάτι παράνομο. Εις την αλλοδοπή, η γερμανική “Volksetymologie”, εκ της οποίας και η αγγλική “Folk etymology”[«or reanalysis –sometimes called pseudo-etymology, popular etymology, analogical reformation, or etymological reinterpretation–(βλ. https://en.wikipedia.org/wiki/Folk_etymology) ], είναι πιο αντικειμενικοί όροι, αφού παραπέμπουν στην αυθόρμητη (λαϊκή) τάση μίας γλωσσικής ομάδας, να κατανοήσει μία ξένη λέξη ή φράση, ανάγοντάς την σε μία οικεία μορφή, προσθέτοντας τη δική της “αλήθεια”. Οπότε, είναι καταρχήν ευγενής πράξη αφού ενέχει στοιχεία φιλο-ξενίας και είναι και σωστή στο βαθμό που η αλληλοκατανόηση επιτυγχάνεται έστω και δια της τεθλασμένης.
Άλλως, έχουμε κυριολεκτικά “συνεννόηση μπουζούκι”, χαρακτηριστική φράση που χρησιμοποιείται χωρίς να είναι πλήρως κατανοητή, αφού η πλειονότητα την αντιλαμβάνεται ως συσχέτιση της κακής επικοινωνίας με το μουσικό όργανο, παρότι αυτό μόνον ωραίες πενιές μας χαρίζει. Ομοίως παρανοούνται οι λέξεις “παιδί-μπουζούκι” και “μπουζουκοκέφαλος”(: υπάρχει άραγε κεφάλι με σχήμα μπουζουκιού;). Ενώ, αν ανατρέξεις στην ετυμολογία του μπουζουκιού(<"bozuk düzen"=πειραγμένο χόρδισμα), βάσει της οποίας το μουσικό αυτό όργανο προκύπτει ως “παραλλαγή ταμπουρά/ μπαγλαμά” που έγινε από ελληνογενείς της Ανατολίας(Anadolu) και της Καισάρειας(Kayseri), αντιλαμβάνεσαι ότι το τουρκικό δάνειο «μπουζούκι», πριν γίνει ουσιαστικό, ήταν επίθετο με σημασία «κακός,χαλασμένος,άτακτος,απείθαρχος», οπότε “μπουζουκοκέφαλος” δεν είναι παρά ένας “ξεροκέφαλος” απόγονος των… Βασιβουζούκων(<başıbozuk), που έγιναν γνωστοί για την αγριότητά τους και όχι για τα μπουζούκια τους.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αποκατάσταση του «ετύμου» και η διόρθωση της «λαϊκής ετυμηγορίας», επιβάλλεται απ’ όσους αγαπούνε τη Γλώσσα γενικά και τους υπηρετούντες την Επιστήμη της ειδικά.
γ)Κάθε επιστημονική προσέγγιση τελεσφορεί αν γίνεται χωρίς προκαταλήψεις, οι οποίες συνιστούν εγγενή ανθρώπινη αδυναμία, και αντιμετωπίζονται μόνο με διαρκή αμφισβήτηση, πρωτίστως, των απόψεων εαυτού: «ἀντισταθεῖτε σὲ μένα ἀκόμα ποὺ ἱστορῶ», προτρέπει σοφά ο ποιητής.
Σε κάποια από τα άρθρα του κ.Ν.Ν., υποβόσκει, νομίζω, αυτή η αδυναμία που έγκειται, μάλλον, σε «υπερβολική καχυποψία προς αντιδάνεια ή ξένες λέξεις ελληνικού ετύμου». Για παράδειγμα, εξετάζοντας σε σειρά ωραίων άρθρων την ετυμολογία της λαϊκής λέξης για το γυναικείο φύλο, παρότι είναι εξαρχής σε σωστό δρόμο, αίφνης αποφαίνεται πως δεν υπάρχει κάποια στρωτή ετυμολογία «Like, say, Venetian mona, as I had at first leapt at. But as I’ve argued, the evidence from Italiot Greek is that the Venetian word probably does have a Greek origin after all, so it doesn’t help get rid of the problem». Ως “problem” θεωρεί το ότι δεν μπορεί να παραγάγει την ελληνική λέξη από το βεν. mona, αφενός διότι τον 12ο αι. δεν παράγονται πλέον υποκοριστικά σε -ί(ον) [όπως π.χ..ελλ.«τιμόνι(ον)»μουνήν (άνευ άρθρου), όπως ζητάμε ένα «room to let», άφησε τη λέξη ελεύθερη να αποκτήσει άρθρο ουδέτερο, καθ’ομοίωση με τον συνήθη «νοικάρη» της, δηλαδή το “πουλί” (<πουλλίν<πούλλος<πώλος.)
Κατ’αυτόν τον τρόπο, η γενική λέξη απέκτησε την ειδικότερη σημασία “κρεβατιού” και “φωλιάς” (πρβ. ν.ελλ. «μονιά» και αγγλ bolt-hole/ den/ haunt), ταιριάζοντας μια χαρά με τον “ζωομορφισμό” του θαμώνα της, όπως: “πουλάκι”, “λαγός” (στο αποκριάτικο “έμαθε ο λαγός να μπαίνει”) “κουνέλι” (στη φράση “το πνίγει το κουνέλι”) και “σκυλάκι” (εάν το “τσουνί” προκύπτει από το κυνίον<κύων).
Όλα αυτά βέβαια, ως αυστηρά προσωπική γνώμη.
δ) Όπως και να’χει, είτε σφάλλουμε είτε όχι, όσον αφορά στη Ρήγισσα Οπώρα, τον Πράσινο Βούδα, το Kαρπούζι, εμείς που αγαπάμε –απροκατάληπτα– τις λέξεις, ξένες και μη, αλλά και τα παίγνιά τους, κάθε που τρώμε ένα της-του “χαμόγελο”, θυμούμενοι τους στίχους «Cofre de agua, plácida/ reina/ de la fruteria», ακούμε ελληνικό νεράιδισμα νερού στο όνομα του Neruda που τους έγραψε, μία λατίνα ερωή να χύνεται απ’το agua κι έναν ψαλμό αρχαίου Ποταμού, να αχολογεί σανσκριτικά μες τη Sandia που υμνεί ο ποιητής.
Και δροσιζόμαστε εις τετραπλούν, ευχόμενοι το ίδιο και για όλους.
.
Κ.Παπαθανασίου, Καρδίτσα 3/10/2019
Costas Papathanasiou said
[ΑΝΑΡΤΑΤΑΙ ΧΩΡΙΣΤΑ ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 5γ) που δεν χώρεσεεξ ολοκλήρου]
γ)Κάθε επιστημονική προσέγγιση τελεσφορεί αν γίνεται χωρίς προκαταλήψεις, οι οποίες συνιστούν εγγενή ανθρώπινη αδυναμία, και αντιμετωπίζονται μόνο με διαρκή αμφισβήτηση, πρωτίστως, των απόψεων εαυτού: «ἀντισταθεῖτε σὲ μένα ἀκόμα ποὺ ἱστορῶ», προτρέπει σοφά ο ποιητής.
Σε κάποια από τα άρθρα του κ.Ν.Ν., υποβόσκει, νομίζω, αυτή η αδυναμία που έγκειται, μάλλον, σε «υπερβολική καχυποψία προς αντιδάνεια ή ξένες λέξεις ελληνικού ετύμου». Για παράδειγμα, εξετάζοντας σε σειρά ωραίων άρθρων την ετυμολογία της λαϊκής λέξης για το γυναικείο φύλο, παρότι είναι εξαρχής σε σωστό δρόμο, αίφνης αποφαίνεται πως δεν υπάρχει κάποια στρωτή ετυμολογία «Like, say, Venetian mona, as I had at first leapt at. But as I’ve argued, the evidence from Italiot Greek is that the Venetian word probably does have a Greek origin after all, so it doesn’t help get rid of the problem». Ως “problem” θεωρεί το ότι δεν μπορεί να παραγάγει την ελληνική λέξη από το βεν. mona, αφενός διότι τον 12ο αι. δεν παράγονται πλέον υποκοριστικά σε -ί(ον) [όπως π.χ..ελλ.«τιμόνι(ον)»μουνήν (άνευ άρθρου), όπως ζητάμε ένα «room to let», άφησε τη λέξη ελεύθερη να αποκτήσει άρθρο ουδέτερο, καθ’ομοίωση με τον συνήθη «νοικάρη» της, δηλαδή το “πουλί” (<πουλλίν<πούλλος<πώλος.)
Κατ’αυτόν τον τρόπο, η γενική λέξη απέκτησε την ειδικότερη σημασία “κρεβατιού” και “φωλιάς” (πρβ. ν.ελλ. «μονιά» και αγγλ bolt-hole/ den/ haunt), ταιριάζοντας μια χαρά με τον “ζωομορφισμό” του θαμώνα της, όπως: “πουλάκι”, “λαγός” (στο αποκριάτικο “έμαθε ο λαγός να μπαίνει”) “κουνέλι” (στη φράση “το πνίγει το κουνέλι”) και “σκυλάκι” (εάν το “τσουνί” προκύπτει από το κυνίον<κύων).
Όλα αυτά βέβαια, ως αυστηρά προσωπική γνώμη.
Costas Papathanasiou said
[ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟ ΠΟΥ «ΤΡΩΓΕΤΑΙ»
Ως “problem” θεωρεί το ότι δεν μπορεί να παραγάγει την ελληνική λέξη από το βεν. mona, αφενός διότι τον 12ο αι. δεν παράγονται πλέον υποκοριστικά σε -ί(ον) [όπως π.χ..ελλ.«τιμόνι(ον)»μουνήν (άνευ άρθρου), όπως ζητάμε ένα «room to let», άφησε τη λέξη ελεύθερη να αποκτήσει άρθρο ουδέτερο, καθ’ομοίωση με τον συνήθη «νοικάρη» της, δηλαδή το “πουλί” (<πουλλίν<πούλλος<πώλος.)
Costas Papathanasiou said
ΠΑΛΙ ΤΟ ΕΦΑΓΕ: ΔΟΚΙΜΑΖΩ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΑΦΑΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΧΩΡΙΟΥ]
…(όπως τιμόνι(-ον) απο το βεν. timon), αφετέρου διότι από μία ξένη λέξη σε ‘α’ θα παίρναμε επίσης δάνειο (θηλυκού γένους) σε «α». Όμως αν αναζητούσε (αντιστρόφως) την ελληνική καταγωγή των Ιταλικών ομόσημων mona κλπ, θα μπορούσε να δει ότι αυτά προέρχονται από το μεσαιωνικό ‘Μονή’ με την (πρωτεύουσα) σημασία 1α)διαμονή, β)λημέρι και 2α)κατάλυμα, τόπος προσωρινής διαμονής ή διανυκτέρευσης· πανδοχείο, που δίνει το Λεξικό Κριαρά. Προτού λοιπόν επικρατήσει η σημασία 3)μοναστήρι, μιλώντας ή ζητώντας κάποιος (συνθηματικά) για μονήν>μουνήν (άνευ άρθρου), όπως ζητάμε ένα ‘room to let’, κλπ
[ΕΑΝ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΚΟΠΕΙ, ΑΓΝΟΗΣΤΕ ΚΑΙ ΑΥΤΌ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ, ΟΜΟΥ ΜΕ ΤΑ 162,163]
gpoint said
necessaire…
sarant said
162-163 Και πριν. Ευχαριστούμε πολύ, θα τα δει ασφαλώς και ο Νικ. Νικολάου.
Αν τρώγεται κάποια παράγραφος, ελέγξτε μήπως βρίσκεται ανάμεσα σε γωνιώδεις αγκύλες «>» και «<"
Costas Papathanasiou said
166 Εγώ ευχαριστώ για τη φιλοξενία..
ΥΓ: Όντως αυτό έγινε: άνοιγε γωνιώδης αγκύλη μετά το τιμόνι και έκλεινε μετά την μονή(:δυστυχώς, στην ηλεκτρονική αλφαβήτα είμαι ακόμη σκράπας. Ζωή να’χουμε να μαθαίνουμε)
Το ‘κρυπτόμενο’ χωρίο είχε ως εξής:
…Ως ‘problem’ θεωρεί το ότι δεν μπορεί να παραγάγει την ελληνική λέξη από το βεν. mona, αφενός διότι τον 12ο αι. δεν παράγονται πλέον υποκοριστικά σε -ί(ον) [όπως π.χ..ελλ.τιμόνι(ον) εκ του Βεν.timón] αφετέρου διότι ένα δάνειο σε -α θα έδινε επίσης θηλυκό σε -α. Έτσι, στρέφει την (μεθοδικότατη) έρευνά του σε ήδη προβληματικές (π.χ. ευνή, μνους, μυλλός, βυνώ, βινείν,) ή νέες εξωτικές προτάσεις (π.χ. μούντζα, αιμώνιον, monna, maimoun) οδηγώντας την σε αδιέξοδο. Ενώ, εάν αντέστρεφε την αρχική καλή του ιδέα και αναζητούσε ελληνική κοινή καταγωγή των ομόσημων εν Ιταλία mona, monin, munno, munnu, θα εύρισκε ότι αυτή δεν μπορεί να είναι παρά το μεσαιωνικό ‘Mονή’ με την (πρωτεύουσα) σημασία 1α)διαμονή, β)λημέρι και 2α)κατάλυμα, τόπος προσωρινής διαμονής ή διανυκτέρευσης· πανδοχείο,που δίνει το Λεξικό Κριαρά. Προτού λοιπόν επικρατήσει η σημασία 3)μοναστήρι, μιλώντας ή ζητώντας κάποιος (συνθηματικά) για μονήν/μουνήν (άνευ άρθρου), όπως ζητάμε ένα «room to let», άφησε τη λέξη ελεύθερη να αποκτήσει άρθρο ουδέτερο, καθ’ομοίωση με τον συνήθη «νοικάρη» της, δηλαδή το “πουλί” (<πουλλίν<πούλλος<πώλος.).
[ΟΠΟΤΕ ΤΑ 162,163,164 ΠΕΡΙΤΤΕΥΟΥΝ]
165,166 Χαιρετώ, νά'στε καλα…