Πετούν και μας ψεκάζουν (διήγημα του Dryhammer)
Posted by sarant στο 22 Σεπτεμβρίου, 2019
Κι άλλες φορές έχουμε παρουσιάσει κείμενα του φίλου μας του Ξεροσφύρη: ταξιδιωτικά αφηγήματα από τον καιρό που έκανε στα καράβια και ειδικότερα από τα ταξίδια του στο Μούρμανσκ και στην Κίνα, και πιο πρόσφατα δυο ευτράπελες διηγήσεις του συστεγασμένες με άλλη μία του Δημήτρη Μαρτίνου.
Σήμερα παρουσιάζω ένα δικό του διήγημα, πολιτικής φαντασίας θα το έλεγα. Βέβαια, το παιγνιώδες ύφος παραμένει, όπως και τα εξαιρετικά λογοπαίγνια, από την αρχή ως το τέλος. Eγώ έβαλα μόνο τη φωτογραφία του δρόνου.
Πετούν και μας ψεκάζουν
«Δις-κλαίει-μηρόν» : Αντενδείκνυται για τους μισούς αναγνώστες, αλλά επειδή δεν τους ξέρω όλους τους, δεκτό και το βρίσιμο αν θίχτηκαν κάποιοι, μια και το ‘κάνω χιούμορ’ είναι ανεπαρκής δικαιολογία.
Ήταν εννιά και τέταρτο το πρωί όταν ο Μάριος άνοιξε την πόρτα του και βγήκε στην ταράτσα. Ήταν λιακάδα αλλά με κάποια ψύχρα εκεί πάνω. Από τις σκάλες κατέβηκε στον πέμπτο, πήρε το ασανσέρ για το ισόγειο και βγήκε στο δρόμο. Ότι που άρχιζε η πρωινή κίνηση στην πολυκατοικία. Θεωρούσε εξυπνάδα του να μένει σε πολυκατοικία γραφείων. Δεν ενοχλούσε, δεν τον ενοχλούσαν κι ήταν και σχεδόν στο κέντρο. Ο δρόμος είχε ακόμα σκιά. Εκεί έβλεπαν τον ήλιο μετά τις 11. Κατηφόρισε. Στον δεύτερο του απέναντι, η κυρία Ελισάβετ κοσκίνιζε στο μπαλκόνι την άμμο από ένα κουτί της γάτας. Σήκωσε κεφάλι και χέρι και την καλημέρισε για να του επιστρέψει μια μισόξινη «..λημέρα». Από τότε που έμαθε πως τη βάφτισε «γατομμυριούχα» για τις έξη γάτες της, του μιλούσε μόνο υποχρεωτικά κι εκείνος χαιρόταν που στραβομουτσούνιαζε όποτε την χαιρετούσε. Δυο γωνιές παρακάτω σταμάτησε, πήρε δυό καφέδες και τράβηξε για το εστιατόριο παρακάτω να πιεί πρωινό καφέ με το Μάκη πού ξεκινούσε εκείνη την ώρα τις προετοιμασίες για τα μεσημεριανά και κάποια βραδινά. Πέρασε μπροστά από το «Άρτος, Γαλακτοκομικά, …, …, Καπνός-Τσιγάρα» κι ο Γιάκωβος ο Θρακιώτης στο ταμείο έκανε πως δεν τον κοίταξε από τη τζαμόπορτα που πήρε καφέ απ’ αλλού. Εκείνος ένιωσε το βλέμμα στο σβέρκο του έτσι όπως ένιωνε και το δήθεν αδιάφορο βλέμμα των μπάτσων. «Πρέπει να ’ναι ρουφιάνος» σκέφτηκε για πολλοστή φορά, αλλά δεν έδωσε σημασία και προχώρησε.
Στην πόρτα του «Εστιατόριον – Ταβέρνα Ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε» κοντοστάθηκε. Το σκουτεράκι του Μάκη έλειπε αλλά η πόρτα άνοιξε. Προχώρησε μέσα, ακούμπησε τους καφέδες στο πάσο κι έκατσε.
«Πού ‘ναι ρε το μηχανάκι σου; Στο κλέψανε;»
«Καλημέρα, είπαμε!»
Ο Μάκης, διπίθαμος και αεικίνητος, πήρε τον καφέ του μέσα και συνέχισε τα κοψίματα.
«Όχι ρε, μου το ‘ριξε προχτές το βράδυ ο αέρας και μου ‘σπασε τον καθρέφτη, ένα φλάς και λίγο από πλαστικά και το πήγα να το σουλουπώσουν. Όποτε φυσάει πιο δυνατά μου το ρίχνει, αλλά τούτη ήταν καλή.»
«Η αβάσταχτη ελαφρότητά του είναι. Πάρε κάνα πιο μεγάλο να κρατιέται.»
«Το ξέρω, αλλά έλα που είναι βολικό και χώνεται. Το πρωί για μέσα στην αγορά είναι τέλειο. Μέχρι μέσα στα μαγαζιά μπαίνω.»
Από τη μισάνοιχτη πόρτα άκουσαν τις φωνές του Γιάκωβου.
«Με ποιόν τά βαλε πάλι ο παλαβός;» ρώτησε ο Μάκης από την κουζίνα.
«Δεν έχει σημασία, φτάνει κάτι να ‘χει για να τρώγεται και να φωνάζει.»
«Είναι κι αδελφόθεος ή μου φαίνεται;»
«Έ;»
«Είναι θεούσος με τους σταυρούς και τα εικονίσματα, αλλά είναι και μια κουτσομπόλα… Άπαπα! Μη σε πιάσει στο στόμα του! Σαν κάτι κακές αδερφές! Μόνο να κατηγοράει, όποιον και να ‘ναι. Ά ναι! Και να κάνει και αποκαλύψεις! Ξέρει εκείνος! Χειρότερα κι από κάποιους του σιναφιού σου που βγαίνουν στην τηλεόραση. Εγώ σου λέω πως το ψιλοπάει…»
«Ούτε ξέρω κι ούτε με νοιάζει τι κάνει στο κρεβάτι του. Μαγκούφης είναι, ποιόνε να ‘χει να τσακώνεται… θα νιώθει και τίποτας που ξέπεσε στο general store, και πρέπει να βρίσκει κάποιο τρόπο να τους μειώσει όλους για να φανεί σπουδαίος. Κακογερνάει και, κάνει και χάλια καφέ…»
«Ποιος τον γαμεί αυτόνα. Πολύ ασχοληθήκαμε! Για δες εδώ τι γίνεται!» κι έγνεψε από το πάσο που είχε βγει, προς το δρόμο.
Μια ζουμερή γειτόνισσα περνούσε έξω από τη τζαμαρία.
«Ξαπλώσου στο ταψί, ξαπλώσου στο ταψί…» τραγούδησε φωναχτά ο μάγειρας.
«Πού θα βρεις ταψί να με χωρέσει ρε μπασμένο;» τον αντιπείραξε γελώντας εκείνη.
«Μπασμένο, μπασμένο αλλά το κοντοσούβλι ξέρεις από πού βγήκε;»
«Ξέρω πού μπήκε! Πάω να πληρώσω τη δόση του δάνειου» σοβάρεψε εκείνη και τάχυνε το βήμα.
Ο καφές είχε αρχίσει να πιάνει πάτο. Το ρολόι στον τοίχο έδειχνε 10 και είκοσι.
«Ώρα μου να πηγαίνω» είπε ο Μάριος.
«Έχουμε τίποτα;»
«Έχει στις δώδεκα συγκέντρωση των Καλών Ανθρώπων στην Πλατεία Καταπατητών. Θα μιλήσει κι ο μεγάλος.»
«Πού; Στο υποθηκοφυλάκιο απέξω;» Αλλιώς τη λέγαν την πλατεία, αλλά από τότε που μεταφέρθηκε εκεί το Υποθηκοφυλακείο και το Κτηματολόγιο μετονομάσθηκε άτυπα σε Πλατεία Καταπατητών (και Οικοπεδοφάγων).
«Ναι ρε. Μη φοβάσαι, μακριά είναι.»
«Θα καλύψεις το γεγονός;»
«Πάω να δω τι παίζεται…»
«Κι άμα δεις κανένα δικό σου, ρίξε καμιά σπόντα για τη ρουφιανόπιτα»
«Για την πίτα θέλουν αίθουσες και κυριλίκια, από Χίλτον και πάνω, αλλά για καμιά σύναξη, ξέρεις πως δεν σ’ αφήνω έτσι.»
«Δεν έχω παράπονο, αλλά να’ ρθει και καμιά κάμερα, τίποτα …ξέρεις εσύ. Και πρόσεχε, έ! Όσο πιο καλοί ανθρώποι τόσο πιο βαρύ χέρι έχουνε.»
«Έννοια σου. Προσέχω.»
«Κανόνισε να σου βάζω σνίτσελ στο μάτι για το πρήξιμο.»
«Και μετά να μου το ταΐσεις.»
«Τι θέλεις; Να το πετάξω;»
Δεν το είχε (ακόμα) χρειαστεί, αλλά όταν είχε καμιά φασαρία εκεί κοντά παράγγελνε μαγειρευτό.
Βγήκε γελώντας και τράβηξε για τη στάση.
Στο Μάριο άρεσε να μετακινείται στην πόλη με τις συγκοινωνίες. Δεν είχε δικό του μέσο, δεν ήθελε να χει, σπάνια βιαζόταν, αλλά ο κύριος λόγος ήταν πως του άρεσε να βλέπει και πιο πολύ ν’ ακούει τους ανθρώπους γύρω του. Γι αυτό αν δεν είχε κάτι συγκεκριμένο να κάνει, πήγαινε και στις λαϊκές αγορές. Παρατηρούσε, μάζευε ατάκες, γνώμες, γούστα, πληροφορίες που τα αξιοποιούσε στη δουλειά του. Επίσημα δήλωνε δημοσιογράφος αλλά περισσότερο αρθρογράφος ήταν. Εκμεταλλευόμενος την ευκολία που είχε στο γράψιμο, είχε βρει κάποια περιοδικά, ένθετα, ιστότοπους, εφημερίδες σε χαρτί και σε οθόνη, όπου διατηρούσε κάποιες μόνιμες στήλες, ρουμπρίκες, κάνα ψευτοχρονογράφημα και την κυλούσε αξιοπρεπώς ως ‘εξωτερικός συνεργάτης’ με διάφορα ψευδώνυμα. (Το freelancer δεν του άρεσε γιατί του θύμιζε το σαραβαλάκι του θείου του, που μάταια προσπαθούσαν να σπάσουν εκείνος με τα ξαδέρφια του στα εφηβικά τους καλοκαίρια στους χωματόδρομους πέριξ του χωριού.) Τους έγραφε ό,τι ήθελαν να διαβάσουν, διανθισμένο με ανώδυνο χιούμορ, λίγη επίδειξη γνώσεων του αντικειμένου, κι εύκολη γλώσσα. Βασικά μπορούσε να γράψει για οτιδήποτε, ανεξάρτητα από την προσωπική του άποψη. Κάτι σαν τις εκθέσεις των εξετάσεων αλλά στο πιο επαγγελματικό. Σιχαινόταν το κυνήγι αλλά η σελίδα του «Στον πρώτο λύκο» σε κυνηγετικό ένθετο, διαβαζόταν από τις πρώτες. Είχε τις «Ανθηροστομίες» σε περιοδικό για κηπουρική και ανθοκομία (έντυπο και ηλεκτρονικό) αλλά το μόνο φυτό που είχε στη ζωή του ήταν ένας κάκτος – που δε θέλει πότισμα και περιποίηση. Μέχρι στο «Everyday pita» διατηρούσε το «Ανοίχτε τα παράθυρα» κι ας έπαιρνε μόνο καμιά τζούρα που και που για λόγους ‘επαγγελματικούς’, για το συγχρωτισμό και τις ατάκες. Αν του ‘βγαινε και κανένα λαυράκι, το προετοίμαζε και το έσπρωχνε με το αζημίωτο σε κανένα ‘δημοσιογράφο – ερευνητή’, κατά προτίμηση τηλεοπτικό.
«Είσαι δηλαδή ο ρουφιάνος των ρουφιάνων;» τον ρώτησε κάποτε ο Μάκης.
«Μάλλον δικηγόρος της δημοσιογραφίας είμαι. Αλλοίμονο αν συμφωνούσα με τους πελάτες μου.»
«Πουτάνα της δημοσιογραφίας είσαι!»
«Οι πουτάνες προσφέρουν περισσότερα από μένα και πολύ περισσότερα από τους δικηγόρους στην κοινωνία, για πολύ λιγότερα» γνωρίζοντας και την ακριβοπληρωμένη αντιπάθεια του Μάκη για τους δικηγόρους.
«Ναι τους πούστηδες! – Γι αυτό σε γουστάρω ρε ελεεινέ, γιατί ξέρεις τι σου γίνεται!» επικρότησε ο Μάκης και κέρασε ένα κρασάκι.
Όταν μπούχτιζε με τα του μεροκάματου, έβγαζε το άχτι του στο μπλόγκ του τον «Λιβελ(λ)ούλη» με άβαταρ το γνωστό αθόρυβο και ταχύτατο έντομο. Η φυσική του δυσπιστία, αποκτημένη από εφηβικά κερατώματα, σφυρηλατημένη στο επάγγελμά του και στον τρόπο πού το εξασκούσε, τον είχαν κάνει σκεπτικιστή με όλους ακόμα και με τ’ άντερά του. Αυτό το τελευταίο τούχε κοστίσει κάποτε ένα λερωμένο βρακί και το ταξί για το σπίτι όπου φυσικά έμενε μόνος. Με μότο του «όπου βλέπεις καυγά, ψάξε για το πάπλωμα» ανασκεύαζε μύθους, ξέχεζε ευγενικά όποιον κι ό,τι δε γούσταρε και γενικά δημιουργούσε αντιπάθειες ιδίως σ’ εκείνους που συμπαθούσαν τα άλλα του γραπτά χωρίς να μπορούν να συνδυάσουν τον αρθρογράφο με το λιβελλογράφο, έτσι που του ‘φερναν σαν αντίλογο τα δικά του κείμενα από αλλού. Κι εκείνος τα αποκαλούσε ‘τα αριστερουργήματα ενός δεξιοτέχνη’ και ξεμπέρδευε μαζί τους.
Η εμμονή του ήταν οι αγελαίες συμπεριφορές των ανθρώπων. Η ανάγκη να ανήκουν σε κάποιο κοπάδι, οι περισσότεροι όχι μόνο σε ένα, με αρχηγό ορατό ή αόρατο, με σκοπό (βαφτισμένο ως ανώτερο) την υπεροχή και επικράτηση πάνω στα άλλα κοπάδια, με εχθρό όποιον διαφωνούσε ή έστω αμφέβαλλε με τα θέσφατα του κοπαδιού τους. Τους οίκτιρε που, ευτυχισμένοι όντες που είχαν θεό να λατρεύουν, ευαγγέλιο να ακολουθούν και διάβολο να μισούνε, δεν ήθελαν να δουν πόσο κορόιδα τους πιάνανε αυτοί που τους τα παρείχαν. Κι ακόμα υπήρχε το μεγάλο κοπάδι των μοναχικών, αυξανόμενο συνεχώς με τη βοήθεια της τεχνολογίας, που χειραγωγούνταν ευκολότερα και φθηνότερα κι είχαν και να καμαρώνουν πως δεν ήταν αγέλη σαν τους άλλους. «Τζάμπα σηκωθήκαμε όρθιοι, τζάμπα πέσαν οι ουρές» κατέληγε σχεδόν πάντα.
Σήμερα είχε να παρατηρήσει ένα νέο κοπάδι που αυτοαποκαλούνταν «Οι Καλοί Άνθρωποι». Παραθρησκευτική οργάνωση με γερές διασυνδέσεις (όπως αναμένονταν), μέτριας για την ώρα αποδοχής στους πιστούς, ολίγη φιλανθρωπία και αλτρουισμός, αρκετός φανατισμός και βασικά τυφλή υπακοή στον αρχηγό. Για αυτόν δεν ήταν και πολλά γνωστά. Ξεκίνησε παπάς στην επαρχία, είχε το χάρισμα του λόγου, ήξερε για πρόσωπα και πράγματα, έγινε σύντομα ευνοούμενος του δεσπότη, εκμεταλλεύτηκε καταστάσεις και συγκυρίες, κι έτσι κατάφερε να φτιάξει μια οργάνωση με φιλανθρωπική βιτρίνα, προσωποπαγή, που όταν απλώθηκε αρκετά ώστε να την υπολογίζουν (κυρίως ως αριθμό ψήφων), ήθελε νάχει λόγο για όλα και να του περνάει. Οι διαδόσεις έλεγαν πως σήμερα είχε να επιδείξει και κάτι καινούργιο αλλά δεν ήξεραν τι. Άλλοι μιλούσαν για αποκαλύψεις, άλλοι για την Αποκάλυψη, άλλοι για αγγέλους που θα κατέβαιναν, ένα κουλουβάχατο που του εξήπτε την περιέργεια να μάθει τι σκατά θα ήταν αυτό.
Έντεκα και τέταρτο κατέβηκε δυό στάσεις πριν την πλατεία και προχώρησε πεζός. Ήθελε να δει τη διαδρομή των πιστών, να ακούσει τις κουβέντες στις παρέες που πήγαιναν στη συγκέντρωση, να δει που και πόσες κλούβες είχε στα πέριξ, τα πηγαδάκια των μπάτσων, το παρασκήνιο και το φήλινγκ τον ένοιαζε, το λόγο θα τον διάβαζε στο σάιτ με την ησυχία του, αν είχε τέτοια όρεξη.
Έβλεπε μικρά μπουλούκια να προχωρούν και να ενώνονται σε πιο μεγάλα όσο πλησίαζαν στην πλατεία, με ανησυχητικά λίγες κουβέντες και ανησυχητικότερη προσμονή στο βλέμμα τους. Δυό δρόμους πριν την πλατεία οι κλούβες, ένστολοι και εποχούμενοι ένα δρόμο πριν, και στις παρυφές ακροβολισμένοι λίγοι με στολές και κάμποσοι ασφαλίτες με πολιτικά -χώρια οι ανάκατοι με τον κόσμο. Κόβοντας φάτσες παρατήρησε πως σε αρκετούς γυάλιζε η μούρη χωρίς να είναι ιδρωμένοι και τον παραξένεψε, αλλά δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά. Έστρεψε την προσοχή του στους συγκεντρωμένους. Δεν του άρεσε το βλέμμα τους, παραήταν προσηλωμένο. Ήταν σίγουρος πως θα είχαν βαρύ χέρι και το βράδυ θα κοιμόταν ήσυχοι κι ικανοποιημένοι πως έκαναν το σωστό.
«Μπάς-αγέλη» σκέφτηκε «καλά καλά κοπάδι, σαν τους μαστουρωμένους της θύρας». Είχε κακές εμπειρίες από θύρες. Όταν έκανε λογοπαίγνιο με έναν παίκτη που δεν ήθελε να σπείρει κι άλλους απογόνους γύρω γύρω και δεν αποδέχτηκε και μια πρόταση από ομάδα, γράφοντας αντί βαζεκτομή, βαζελεκτομή, τον είχαν στριμώξει κάπου απόμερα και θα έτρεχε για πολλά σνίτσελ αν δεν ήταν η Σίλβια να τον αρπάξει από το σβέρκο και να τον πετάξει στο πίσω κάθισμα ενός περιπολικού, υποτίθεται συλλαμβάνοντάς τον για διατάραξη.
«Άντε μαλάκα και θα σε βρίσκανε οι αρχαιολόγοι αν δεν βρισκόμουνα» του είπε τότε, αλλά ποτέ δεν έμαθε κατά πόσο ήταν τυχαίο το πέρασμά της από κει. Γνωρίστηκαν περισσότερο γιατί εκείνος εκτιμούσε το οξύ πνεύμα της και τους στρογγυλούς γλουτούς της κι εκείνη επειδή, όπως έλεγε, της απέπνεε τυχοδιωκτισμό χωρίς να είναι περιπετειώδης τύπος. Συναντιόταν όποτε τύχαινε να διασταυρωθούν οι δρόμοι τους κι απολάμβαναν πιο πολύ την παρέα με ανταλλαγή απόψεων και πληροφοριών (με τη μορφή hints & tips – μη γίνουμε και ρουφιάνοι) πάρα ό,τι άλλο κάποτε προέκυπτε. Βασικά το τυχαίο και χωρίς συνέπειες τους ένωνε μαζί με την ποικιλία ενδιαφερόντων.
«Άμα γεράσουμε, πρέπει να μείνουμε μαζί να ενώσουμε τις συντάξεις μας» του είπε κάποτε.
«Φοβάμαι πως το ‘άμα’ δεν είναι χρονικό» της απάντησε.
Ιστορία η Σίλβια («από Ασημίνα όχι από Αργυρώ», εξήγησε όταν του την διηγόταν). Πέρασε Πολυτεχνείο για να σπουδάσει μακριά από το μέρος της, και, όταν στα τρία χρόνια συνειδητοποίησε πως για να βρει δουλειά σαν Ηλεκτρολόγος Μηχανολόγος έπρεπε πρώτα να ασχοληθεί μ’ αυτά που μπαίνουν πάνω απ’ τα μπουζί και οι καφετέριες είναι με ημερομηνία λήξης πιο μικρής κι από τους σπρίντερ, κανόνισε με τη βοήθεια κι ενός μπάρμπα της ε.α. να μπει στη σχολή της Αστυνομίας. Τέλειωσε και το Πολυτεχνείο, πήρε και Κοινωνιολογία («όσο για να είμαι σε μεγάλη πόλη και να μη γίνω ποτέ διοικητής») κι έβγαινε πια στο δρόμο αλά κέφα.
Καθώς ο κόσμος πλήθαινε, βρέθηκε πιο συνωστισμένος απ’ όσο ήθελε κι ας μην είχε προχωρήσει πολύ προς το κέντρο. Ένοιωσε ένα τράβηγμα στο μανίκι του. Η Σίλβια με στολή (της πήγαινε το παντελόνι της φόρμας) χαμηλωμένο το τζόκεϊ και το πρόσωπο να γυαλίζει.
«Άντε μαλάκα πάλι θα σε σώσω».
Του την έδινε το «Άντε μαλάκα» της μπατσικής υπεροχής αλλά η απορία υπερίσχυσε:
«Από τι;»
«Θα βγουν τα Σέρχερ και θα σταμπαριστείς, κι αν σε συνδέσουν με το Λιβελούλη μπορεί να γίνει επικίνδυνο».
«Τι, τι είναι αυτά;»
«Θα τα δεις και θα τα νοιώσεις, αλλά για τώρα άλειψε αυτό στο πρόσωπο» και του έδωσε ένα βαζάκι.
«Τι είναι αυτό;»
«Εμπιστέψου με κι αλείψου, κι αν μείνει βάλε και στα χέρια σου, αλλιώς έχε τα στις τσέπες».
Πήγε να ανοίξει το βαζάκι αλλά τον σταμάτησε.
«Όχι εδώ, πήγαινε παράμερα. Εγώ κάπου εδώ θα ‘μαι».
Πήγε στην άκρη της πλατείας, χώθηκε στη κόχη μιας εισόδου πολυκατοικίας, και με γυρισμένη την πλάτη στο πλήθος, κάνοντας πως τηλεφωνά, πασαλείφτηκε σε πρόσωπο και χέρια. Έβαλε το βαζάκι στην τσέπη να δει αργότερα αν θα μάθει κάτι απ΄ αυτό, κι επέστρεψε δίπλα στη Σίλβια.
«Τι είναι όλα αυτά;»
«Τι σόι δημοσιογράφος είσαι και περιμένεις να τα μάθεις από μένα, μια πτωχή αστυνομικό εν ώρα υπηρεσίας;
Θα δεις τα Σέρχερ να πετούν από πάνω σου, θα σε ψεκάσουν και με αφοριζατέρ και θα δεις τον κόσμο αλλιώς»
«Ρε Σίλβια τι μου λες τώρα; Άγνωστες λέξεις;».
Το πλήθος ανασάλεψε. Από το μπαλκόνι κάποιος υπαρχηγός βγήκε να κάνει τον ανιματέρ.
Η Σίλβια σχεδόν φωνάζοντας του είπε πάνω από τον θόρυβο:
«Φεύγω τώρα, έχω Κοινωνιολογική έρευνα. Πάρε με την Παρασκευή το βράδυ για ποτό και να τα πούμε».
Τα βλέμματα όλων ήταν προσηλωμένα στο μπαλκόνι. Η βαβούρα του πλήθους έκρυψε το χαμηλό βουητό από το σμήνος των drones που είχε απλωθεί από πάνω τους. Ήταν κιτρινόμαυρα, πιο χοντρά από το συνηθισμένο, με έξι έλικες και σίγουρα όπως τα έκοψε γεμάτα κάμερες, κι από κάτι σαν μπεκάκι στην κοιλιά ψέκαζαν τον κόσμο με κάποιο υγρό που μύριζε αγιασμό, ή έστω είχε άρωμα βασιλικού. Το πλήθος σταυροκοπήθηκε. Ο ανιματέρ άρχισε να φωνάζει δυνατότερα στο μικρόφωνο. Μετά από κάτι (συνθηματολογικές βασικά) παπαριές αναγγέλθηκε η είσοδος του αρχηγού. Ο Μάριος ένοιωσε μια ελαφριά ζαλάδα κι αποφάσισε να απομακρυνθεί. Πίσω από την πλάτη του με μια φωνή τραγουδούσαν τον ύμνο για την εγκατάλειψη των εγκοσμίων και την προσήλωση στον σκοπό – στα αγγλικά παρακαλώ γιατί έχουμε και βλέψεις για διεθνή εξάπλωση:
I ‘ve made up my mind
To throw a black stone behind
And abandon
Yes Sir, all right Sir (1)
ήταν η πρώτη στροφή και δεν ήξεραν αν το Sir ήταν για τον Κύριο ή για τον Αρχηγό τους, αλλά προφανώς είχε μικρή σημασία.
Καθώς απομακρυνόταν βιαστικά πια, άκουγε τον αρχηγό που ευλογούσε κι έκλαιγε μέσα στους αλαλαγμούς των πιστών του. Η πρώτη φράση της ομιλίας του «Καλοί μου άνθρωποι» σχεδόν τον συγκίνησε κι άρχισε να αναρωτιέται τι έπαθε και τον έκαναν συναισθηματικό τα καραγκιοζιλίκια. Μπήκε στο πρώτο ταξί που βρέθηκε και πήγε στου Μάκη.
«Τι έπαθες ρε κι είσαι σα μαστουρωμένος;» τον ρώτησε. «Τόσο καλοί είναι οι καλοί άνθρωποι;»
«Άρρωστοι είναι και τους αρρωσταίνουν χειρότερα. Πάω στην τουαλέτα να πλύνω τα μούτρα μου να συνέλθω και να κάτσω να φάω κάτι. Και θα πιώ νερό!»
«Ό,τι πεις εσύ αφεντικό» του απάντησε ειρωνοδουλικά ο Μάκης.
-*-*-*-
Μέχρι την Παρασκευή το απόγευμα είχε κάνει την έρευνά του. Τηλεφώνησε γύρω γύρω, μίλησε με πολλούς και φαινομενικά άσχετους μεταξύ τους, ξενύχτησε στον υπολογιστή, μέχρι κάτι ξεχασμένα διδακτορικά διάβασε, ως και τις δημοσιεύσεις κάποιων παλαβωμένων, αλλά μετά κι από το ξεσκαρτάρισμα τη βρήκε την άκρη.
Οι τύποι της ΟΚΑς (όπου Ο.Κ.Α. = Οι Καλοί Άνθρωποι) είχαν ζόρικες διασυνδέσεις μέσα κι έξω από τη χώρα σε εκκλησιαστικούς και μη κύκλους. Χάρη στην ευλογία και τη χρηματοδότηση είχαν αρκετά για το πείραμα χειραγώγησης και την απαιτούμενη τεχνολογία, και ακόμα τις πλάτες για να το κάνουν.
Κάπου στην ΕΕ η Seventh Heaven Ltd τους έφτιαχνε κατά παραγγελία τα Σέρχερ, σύντμηση των Σεραφείμ – Χερουβείμ, drones με 6 έλικες και 12 κάμερες (10 +2 UV)κι ένα σύστημα ψεκασμού. Αχακάριστα στην πλοήγηση από κεντρική μονάδα, έλεγχαν τις κινήσεις του πλήθους, και κατά το δοκούν έκαναν και ψεκασμό.
Το αφοριζατέρ (aforizateur©) ήταν άλλος πόνος. Το έκαναν εισαγωγή μέσω Ρώμης και με τη χρήση νανοτεχνολογίας μπορούσε να σταμπάρει τους άπιστους. Αν δεν ανίχνευε τις φερομόνες της προσήλωσης, αντιδρούσε αφήνοντας ένα χρωματισμό ορατό μόνο σε κάποια συχνότητα υπεριώδους που τον έπιαναν οι UV κάμερες του Σέρχερ. Στη Ρώμη το δοκίμασαν σε κλειστό κύκλο σε μια βιβλιοθήκη, όπου μπροστά στα υποκείμενα είχαν ένα φυλλάδιο. Στους μισούς είχαν ένα αντίτυπο από τους «Μύθους του Υσσώπου» (σαδομαζοχιστικά κείμενα ξεθαμμένα από τα υπόγεια του Βατικανού) και στους άλλους ένα κείμενο για την ιερότητα των κολλύβων. Κάποια στιγμή πέρασε ένα διακάκι και τους ράντισε με αγιασμό. Δυστυχώς στο θέμα της απόχρωσης δεν το είχαν ακόμα τελειοποιήσει, κι έτσι οι μισοί γέμισαν φούξια κηλίδες – πλην ενός ή δύο που κοίταζαν το διακάκι. Πρόσθεσαν κι ένα ελαφρύ ναρκωτικό για ενίσχυση της προσήλωσης και το κοκτέιλ ήταν έτοιμο.
Φυσικά ένα τέτοιο εργαλείο ενδιέφερε πολλούς κι ήδη ετοίμαζαν μια γαλανόλευκη έκδοση με το όνομα Εραρ (από τα Ερμής – Άργος) για εθνίκια, παραστρατιωτικούς κλπ.
Για κείνο που δεν βρήκε πολλά ήταν το αντίδοτο, που αν δεν το είχε ήδη χρησιμοποιήσει θα πίστευε ότι ήταν φήμη η ύπαρξή του. Πρέπει να πήγαινε μάτια – μάτια και στη μαύρη αγορά θα ήταν πανάκριβο. Πιθανότατα το έφτιαχναν οι ίδιοι που έφτιαχναν και το αφοριζατέρ – προς χρήση των αρχηγών υπέθετε ο Μάριος.
Είχε λοιπόν πολλά να ρωτήσει τη Σίλβια, όπως τι ήξερε η Αστυνομία για αυτό, γιατί άφηνε να γίνει η χρήση του, το αντίδοτο τους το χορηγούσαν ή το είχε βρει μόνη της, μέχρι που έφταναν οι σχέσεις με την ΟΚΑ και πολλά άλλα. Βέβαια, ούτε ο ένας ούτε η άλλη θα τα έλεγαν όλα όσα ήξεραν, αλλά μάλλον θα επιβεβαίωναν άμεσα ή έμμεσα όσα ήξεραν ήδη.
Κατά τις 7 έπιασε το τηλέφωνο να κανονίσουν το ραντεβού. Η Σίλβια είχε κέφια.
«Θα πάμε για ποτά, γιατί τελευταία προτιμάς να μη φορτώνεις το συκώτι σου».
«Να δώσεις την αγάπη μου στο Γιάκωβο, όποτε ξαναμιλήσετε».
Όταν άρχισε να υποψιάζεται πως ο Θρακιώτης ήταν χαφιές του έκανε το τεστ του. Ξεκίνησε να αγοράζει ουίσκι, βότκα, τζίν με ρυθμό δυό τρία μπουκάλια τη βδομάδα, και μετά το ‘κοψε κι αγόραζε μια δυο μπίρες και μεγάλα τσιγαρόχαρτα.
Φυσικά το μαγαζί θα το διάλεγε εκείνη. Εκείνος είχε μια λίστα με μέρη που δεν θα πήγαινε για διάφορους λόγους.
Π.χ. στο Bar Judy’s όπου στεγάζονταν και η λέσχη του Pall Mall με σήμα το πορτρέτο ενός στρατιωτικού του 1900, (σίγουρα υποψήφιοι αγοραστές Εραρ) του είχαν τάξει να του κάνουν κλύσμα με ριμούβερ αν περνούσε έστω κι απέξω. («Ασταδγιάλα εμμονικοί» σκέφτηκε)
«Απόψε Μάριε σ΄ αφήνω να διαλέξεις. Στο Cronin, στο Don Martin ή στο τάδε ΕΦΗ;»
«Ωραίες επιλογές μου δίνεις».
Από το βάθος ακούστηκε ένα άλλο κάλεσμα τηλεφώνου.
«Σε κλείνω τώρα. Πάρε κατά τις εννιάμιση – δέκα να μού πεις που προτιμάς για να ξεκινήσουμε. ΟΚ;»
«ΟΚ»
Η επιλογή του μπαρ απόσπασε τη σκέψη του από τα σκοτεινά μονοπάτια της ΟΚΑς και τον έβαλε σε ευχάριστα διλήμματα.
«Άμα θέλει η ρουφιάνα σου φτιάχνει το βράδυ πριν να ξεκινήσει» σκέφτηκε.
Το μπαρ Cronin είχε ωραίο στήσιμο, πολύ καλή μουσική με προτίμηση στα ισπανόφωνα, κι ήταν στέκι για άγουρα και ώριμα χρόνια. Καλό για ξεκάρφωμα (και κάρφωμα ενίοτε) αλλά όχι για κουβέντα. Είχε πολλά να σε αποσπάσουν με πρώτη την ιδιοκτήτρια.
Στο Don Martin η διακόσμηση ήταν σκίτσα και βινιέτες του γνωστού (από το MAD) σκιτσογράφου, πιο πουροκουλτουράδικο με ορολογία των ‘80ς, αλλά εκεί θα πήγαιναν να κάτσουν στο μπαρ. Δεν μπορούσαν να έχουν απέναντί τους πίσω απ’ τον πάγκο τον πανύψηλο Dimitris και να καθίσουν σε απόμερο τραπεζάκι. Λίγη τσίπα πια…
Το «τάδε ΕΦΗ» ήταν ιδανικό για συζήτηση. Πιο διακριτικό σαν χώρος και σαν μουσική για να τα πούνε με την ησυχία τους.
Εννιάμιση την ξανακάλεσε.
«Πάμε στης Έφης;»
«Το περίμενα πως θα διάλεγες αυτό, αλλά μετά θα πάμε κι αλλού. Εντάξει;»
«Άγριες διαθέσεις βλέπω. Εντάξει!»
«Δεν θα μιλήσουμε για ευχάριστα πράγματα, οπότε πρέπει μετά να αλλάξουμε περιβάλλον, να ξεκολλήσει το μυαλό μας».
«Μ’ αρέσει που τα σκέφτεσαι όλα».
«Για να μην σκέφτομαι τίποτα μετά».
«Γεια σου ρε Σίλβια με τον προγραμματισμό σου!»
Δεκάμιση η Σίλβια μπήκε στο μπάρ. Αναμφισβήτητα ήξερε να ντυθεί. Το αν θα ήταν εντυπωσιακή, προκλητική ή αδιάφορη φορώντας τα ίδια, εξαρτιόταν μόνο από τη στάση και την έκφρασή της. Ο Μάριος, ντυμένος χαλαρά, την παρατηρούσε από το τραπεζάκι που καθόταν να τον ψάχνει με βλέμμα επαγγελματικό («σκανάρεις το χώρο» της είχε πει κάποτε) κι όταν τον είδε, να του χαμογελά πλατιά πλησιάζοντάς τον.
Όταν σηκώθηκαν, στο τραπέζι είχε τα δυο άδεια ποτήρια τους κι ένα μισογεμάτο τασάκι. Ήδη τους τα είχαν αλλάξει δυο φορές, αλλά τα κεφάλια τους ήταν πιο πολύ γεμάτα από όσα είπαν παρά από όσα ήπιαν. Οι φόβοι του ήταν βάσιμοι. Τους ήξεραν, τους ήθελαν, είχαν σκοπό να τους χρησιμοποιήσουν, το πείραμα της χειραγώγησης θα δοκιμαζόταν και σε άλλες ομάδες, το αντίδοτο δινόταν σε μετρημένους επίλεκτους, κάποιοι έπαιρναν ποσοστά από το νταραβέρι, οι σχέσεις έφταναν ψηλά, και στο εξωτερικό, το στοίχημα ήταν στο τέλος ποιος χρησιμοποιούσε ποιόν, μια και όλοι πίστευαν πως εκείνοι έχουν τον έλεγχο. Το ναρκωτικό ήταν εκτός λίστας ελεγχόμενων ουσιών και ήταν βολικό γιατί ευνοούσε την προσήλωση και την καταστολή. Είχαν βέβαια κάποιες παράπλευρες απώλειες μέχρι να μάθουν τη σωστή δοσολογία, όταν δοκίμασαν το κοκτέιλ σε μια ομάδα που πίστευε πως ήταν απόγονοι γηγενών που επιβίωσε της εισβολής από το Σείριο, κι αυτοί βγήκαν κι έσπαγαν τα αυτοκίνητα με σειριακό κιβώτιο για να απελευθερώσουν τους φυλακισμένους αδερφούς τους, αλλά το πέρασαν στο ντούκου σαν πόλεμο του υποκόσμου για τον έλεγχο στις κόντρες.
Τελικά κατέληξαν στο Cronin. Άγουρα και ώριμα χόρευαν. Δεν του έκαναν και τόση εντύπωση γιατί το μυαλό του ήταν αλλού. Έτσι δεν πρόσεξε το παιχνίδι που παιζόταν ανάμεσα σε μια ψηλή σερβιτόρα και τη Σίλβια. Το αντιλήφθηκε όταν αργότερα πηγαίνοντας στην τουαλέτα τις βρήκε να φιλιούνται και να χουφτώνονται στον προθάλαμο. Η Σίλβια του έκλεισε το μάτι ενώ η άλλη τον έκοψε από πάνω ως κάτω και του είπε:
«Σε μισή ώρα σχολάω. Αλλάζει η βάρδια. Έχεις χώρο στο κρεβάτι για ένα αμφίψωμο;»
Χώρο είχε, διάθεση δεν είχε και η Σίλβια μάλλον vegetarian δείπνο είχε στο μυαλό της.
Χαιρέτησε, βγήκε και βγήκε κι απ το μπαρ.
Ήταν κοντά τρεις όταν έφτασε σπίτι. Είχε υλικό για το Λιβελ(λ)ούλη κι αν τσιμπούσαν θα το πουλούσε σε κάνα μεγάλο της τιβι. Ο Κηπουρός ίσως ή ο Χωλόπουλος. Πεινούσε. Έψαξε στο ιντερνέτ για ντελίβερι τέτοια ώρα. Θυμήθηκε πως ξημέρωνε Σάββατο. Μπήκε στο αγαπημένο του: Sarah’s Dakos – Κριτικοί μεζέδες.
«Τον κερατά που σας έμαθε ελληνικά και κάνετε και λογοπαίγνια» μουρμούρισε.
Παράγγειλε την «Πιατέλα του Σαββάτου – Μεζέδες Special» το μεγάλο μέγεθος.
Έβαλε ένα ουίσκι με πολύ πάγο κι άνοιξε τον κειμενογράφο περιμένοντας να έρθει το φαΐ.
- Η πρώτη στροφή του ύμνου είναι πιστή (άρα κακή) απόδοση της πρώτης στροφής του «Μάλιστα Κύριε» και τραγουδιέται στον ίδιο σκοπό.
Γς said
Καλημέρα
> αλλά το μόνο φυτό που είχε στη ζωή του ήταν ένας κάκτος – που δε θέλει πότισμα και περιποίηση
Αὐγουστῖνος said
Καλημέρα.
Αὐτὸ τὸ Sarah’s Dakos μὲ πέθανε!
Ξεροσφύρη, γράφε! Τό ΄χεις.
Γς said
2:
Ναι μωρέ τό’ χει.
Αλλά είναι και κάτι προτάσεις που ξετυλίγονται και με καθυστερούν και με χαλάνε. Γιατί θέλουν και λιγάκι σκέψη. Κι εγώ ο ανυπόμονος θέλω τους διαλόγους και τις κοφτές περιγραφές Να το φχαρτιστιθώ χωρίς εμβαθύνσεις και τέτοια
Stazybο Hοrn said
‘σ’ ωραίος, ρε Ντράι!
gpoint said
Καλημέρα
Το διάβασα όλο αν και δεν είμαι και πολύ του διαβάσματος. Καλή γλώσσα κι έξυπνα λογοπαίγνια, κρίμα που βρίσκονται σε κείμενο από αυτά που δεν με ενθουσιάζουν, τα χαρακτηρίζω σαν κείμενα που γράφτηκαν χωρίς αιτία,ή εγώ τουλάχιστον δεν την αντιλήφθηκα αν υπάρχει κάποιος παραλληλισμός με την πραγματικότητα, ίσως να φταίει που δεν πηγαίνω σε μπαράκια και οι υπαρξιακές αναζητήσεις μου έχουν σταματήσει από τα πρώτα -άντα, όσον αφορά την πολιτική είναι γνωστόν για μένα πως θεωρώ το ποδόσφαιρο πιο σοβαρό, το επιβεβαιώνει και ο κρυφός πρωθυπουργός Μαρινάκης που ασχολείται περισσότερο με τον ΠΑΟΚ παρά τον ΣυΡιζΑ
Δύτης των νιπτήρων said
Η αβάσταχτη ελαφρότητά του είναι. 😀 😀 😀
ΓιώργοςΜ said
Καλημέρα!
Ξεροσφύρη μ’ έκανες να χαμογελάσω σήμερα ρε μπαγάσα. Πολύ δύσκολο επίτευγμα.
gpoint said
Πάντως η Σίλβια μου θύμισε μια συνονόματη γνωστή μου, μακρινής καταγωγής από τον Σουρή και φυσικά τον Σίλβιο του άσματος…
Silvio I gotta go
Find out something only dead men know
sarant said
Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια και ευχαριστώ τον Dry για το διήγημα!
ΛΑΜΠΡΟΣ said
Ωραίος ρε Ξηρός Φύρη☺ η συγκέντρωση ο ψεκασμός και το όλο κλίμα χειραγώγησης, μου θύμισε τον θαυμαστό καινούριο κόσμο και το σόμα.
Το τέλος όμως, είναι όλα τα λεφτά.☺
Η ταπεινή μου γνώμη (αν σ’ ενδιαφέρει) είναι πως το έχεις το καλό γράψιμο, με λίγη δουλίτσα και κάπως πιο στοχευμένο θέμα, μπορείς να βγάλεις πολύ αξιόλογο λογοτεχνικό αποτέλεσμα.
Καλή σου μέρα και πάντα τέτοια και καλύτερα.
BLOG_OTI_NANAI said
Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι για ποιον λόγο γίνονται αναφορές σε «ευτράπελες διηγήσεις» και περί «φαντασίας» σε ένα κείμενο που όπως βλέπουμε αναφέρεται στους αεροψεκασμούς.
Νομίζω ότι οι αναγνώστες μπορούν να σκεφτούν μόνοι τους αν οι εβραιομασόνοι της νέας εποχής έχουν συμφέρον να μας ψεκάζουν. Καλύτερα λοιπόν να απουσιάζουν τα προβοκατόρικα σχόλια.
Πάνος με πεζά said
Πολύ ωραίο ! Μπράβο! Μου άρεσε. Ίσως ταίριαξε απροσδόκητα με την ώρα της ενδοφλέβιας αντιβίωσης 🙂
Λευκιππος said
Κι εγώ. Και τα άλλα καλά και πολλά άλλα με το Sarahs Dakos τελειώνεις.
sarant said
11 Oι ευτραπελες διηγήσεις αναφέρονται στην προηγούμενη συνεργασία του Ξεροσφύρη
Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said
Αμάν πιά! Τους φάγατε τους Θρακιώτες, εσύ κι ο Σαραντάκος! 🙂 Ενδιαφέρουσα γραφή καλού τεχνίτη αλλά τί να σου πει ένας που ύφος και θεματολογία που τον αγγίζουν σταματούν περίπου στον Ιωάννου; Και κάτι επί της πλοκής: Στα δικά μας τα μέρη δεν σπαταλάνε τον χρόνο τους με τις Σίλβιες στα μπάρ…).
Γιάννης Ιατρού said
Ξεροσφύρη, έξοχο!
Νά ΄σαι καλά
Τα λέμε το βράδυ, πάω Αρκαδία μεριά… (ν΄ανάψουμε και κανένα κερί στους προγόνους…)
dryhammer said
Καλημέρα! σας ευχαριστώ όλους και ιδιαίτερα το Νικοκύρη για τη φιλοξενία.
venios said
καλό!
Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said
@16. Et in Arcadia ego, Γιάννη. Καλοτάξιδος!
spiral architect 🇰🇵 said
Γεια σου γλωσσοπλάστη Ξεροσφύρη. Ωραίος!
Γς said
12:
>το Νικοκύρη για τη φιλοξενία.
Τζάμπα είναι
Εμένα ούτε με όλα τα δάνεια της Αγγλίας δεν θα με άφηνε
Γιάννης Κουβάτσος said
Το μυστικό του καλού γραψίματος έγκειται στο να παραδίδει κείμενα που δεν θα προκαλέσουν πλήξη και χασμουρητά στον αναγνώστη, που δεν θα ξεχαστούν μόλις τελειώσει, μετά πολλών βασάνων, το διάβασμά τους. Νομίζω πως απέφυγες αυτές τις παγίδες, φίλε Ξεροσφύρη, το αφήγημά σου είναι ευχάριστο, το γράψιμό σου σπινθηροβόλο. Να ‘σαι καλά.
dryhammer said
Τελικά αφυπνίσθηκαν ή τσακωθήκανε;
https://www.in.gr/2019/09/22/greece/agnosti-epixeirisi-katarripsis-drones-astynomiki-aspida-kata-epitheseon-apo-aeros/
Γς said
12:
Ασ΄τα αυτά.
Από νοσηλεύτριες τι παίζει;
https://caktos.blogspot.com/2015/04/blog-post_68.html
Γς said
23:
https://caktos.blogspot.com/2015/07/blog-post_26.html
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Ενα μνημειώδες σχόλιό μου (με ένα θεμελιώδες ερώτημα) έχει προς το παρόν μαρμαγκωθεί.
Georgios Bartzoudis said
Λυπάμαι πραγματικά για το πάθημα «ουκ ολίγων» συμπολιτών μας: Στα καλά καθούμενα, έμειναν οι καϊμένοι χωρίς ιδεολογία, με αποτέλεσμα να παραμιλούν και στα όνειρά τους. Νομίζω ότι αυτή η αρρώστια θα κρατήσει μερικές δεκαετίες ακόμα. Μέχρι τότε, ας δείχνουμε τη δέουσα κατανόηση (εναλλακτικά, μπορούμε να πάμε να …ψεκαστούμε!)
Γιάννης Κουβάτσος said
Δεν χρειάζεται.
Δημήτρης Μαρτῖνος said
Καλημέρα σας.
Κι ἐμένα μοῦ ἄρεσε τὸ σημερινό.
Μπράβο, Ξεροσφύρη.
Συνέχισε νὰ γράφεις, ὅπως σοῦ βγαίνει. Καὶ μήν ἀκοῦς τί σοῦ λέμε. Τὸ ἔνστικτό σου σὲ ὁδηγεῖ σωστά.
Νικοκύρη, εὐχαριστοῦμε.
Costas X said
Ωραίο διήγημα, διαβάζεται μονορούφι, φοβερά λογοπαίγνια και νύξεις. Γέλασα με τον Θρακιώτη Γιάκωβο τον «αδελφόθεο»! Πολύ περιεκτική η παράγραφος περί αγελαίων συμπεριφορών, «Η ανάγκη να ανήκουν σε κάποιο κοπάδι…». Θα ήθελα λίγο πιό δυνατό τέλος.
Παναγιώτης Κ. said
@4. Επαναλαμβάνω το εύσημο!
@7. Και εγώ γέλασα!
Δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό συμβαίνει με πολλούς ανθρώπους.
Μου αρέσει πάντως που σε αυτή την ηλεσυνάντηση υπάρχουν αρκετά κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ των συνδαιτημόνων.
Και μια αντιγραφή και επικόλληση έτσι για…εμπέδωση.
«Η εμμονή του ήταν οι αγελαίες συμπεριφορές των ανθρώπων. Η ανάγκη να ανήκουν σε κάποιο κοπάδι, οι περισσότεροι όχι μόνο σε ένα, με αρχηγό ορατό ή αόρατο, με σκοπό (βαφτισμένο ως ανώτερο) την υπεροχή και επικράτηση πάνω στα άλλα κοπάδια, με εχθρό όποιον διαφωνούσε ή έστω αμφέβαλλε με τα θέσφατα του κοπαδιού τους. Τους οίκτιρε που, ευτυχισμένοι όντες που είχαν θεό να λατρεύουν, ευαγγέλιο να ακολουθούν και διάβολο να μισούνε, δεν ήθελαν να δουν πόσο κορόιδα τους πιάνανε αυτοί που τους τα παρείχαν. Κι ακόμα υπήρχε το μεγάλο κοπάδι των μοναχικών, αυξανόμενο συνεχώς με τη βοήθεια της τεχνολογίας, που χειραγωγούνταν ευκολότερα και φθηνότερα κι είχαν και να καμαρώνουν πως δεν ήταν αγέλη σαν τους άλλους».
Πολύ ωραία λογοπαίγνια!
Πάνος με πεζά said
@Γς: το γνωστό ποσοστό, <15%…Η μεγάλη πλειοψηφία ,θείτσες (αλλά και έμπειρες).
Στο ιατρικό προσωπκό,πολύ καλύτερα τα ποσιστά…Ιδίως στις "πράσινες",που μπαίνουν στα χειτουργεία…
Χαρούλα said
Για άλλη μια φορά μπράβο Ξεροσφύρη
Υπέροχα και τα προηγούμενα σου, τα «Καββαδιακά», αλλά και οι λεξιπλασίες και η ευρηματικότητα αυτού, πετάει! Μια απλοϊκή ιστορία, απογειώθηκε με χιούμορ και βρήκε τις …λέξεις που έχουν την δική τους ιστορία !
Νικοκύρη ευχαριςτούμε! Προτείνω αγώνες λογοπαίγνιων Μ.Νικολάου-Dryhammer.
…και salud στο Cronin(bar)
BLOG_OTI_NANAI said
14: Α, έτσι εξηγείται. Λέω κι εγώ.
🙂
loukretia50 said
Σφήνα για αφιέρωση μόνο:
Ωραίος! Θα το απολαύσω με την ησυχία μου αργότερα.
Θαύμα τα λογοπαίγνια!
Αυτή τη Σύλβια τη γνώρισες ή είσαι κι εσύ τζόβενο?
~ «Sylvia’s Mother» https://youtu.be/7LXpnNKNxJI Dr. Hook & The Medicine Show
Γς said
35:
Μα πως μπαίνετε έτσι μαντάμ [>Σφήνα];
Χωρίς να σας αναγγείλουμε..
Δεν είστε κι η όποια κι όποια…
Mesdames et Messieurs Lucrèce !
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Ωραίος ωρέ!!! Γελάσαμε πρωί πρωί ! Τελικά ο Γιάκωβος ο Θρακιώτης ήτανε χαφιές ή όχι? 😀 😀 😀
sarant said
Ευχαριστώ για τα νεότερα!
Το σχ. 37 είχε κρατηθεί επειδή είχε ένα από τα μπαναρισμένα ονόματα. Αντιθέτως το 30 δεν κρατήθηκε διότι το είχε στην αιτιατική.
ΧριστιανoΜπoλσεβίκoς said
Ωραίο! Μάλιστα κύριε, μάλιστα κύριε!
I want a moment to arrive
all that keeps me from to break
to get away
Yes Sir, all right Sir
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
38 Ναρκοπέδιο έχει καταντήσει εδωμέσα.
Πέπε said
38
Εμ, άμα είναι να κάνουμε προληπτικές ρυθμίσεις, να τις κάνουμε σωστά. Σε όλες τις πτώσεις, και στη δοτική για τους μερακλήδες, και με πολυτονικό για τους βιτσιόζους, και στον δυϊκό και τον πληθυντικό για κάθε γούστο.
Αλλιώς, ας επαφεθεί στον πατριωτισμό των Ελλήνων αν θα ασχολούμαστε ή όχι.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Ανάμεσα σε μαγειρέματα το διαβάζω/απολαμβάνω
γουλιά γουλιά
-τη σακουλεύτηκα νωρίς τη δουλειά 🙂
>>Δεν μπορούσαν να έχουν απέναντί τους πίσω απ’ τον πάγκο τον πανύψηλο Dimitris
Ντράι Ντράι Ντράι
όλοι μέσα στο σαράι!
aerosol said
Σωστός ο Dryhammer. Αναμένω κι άλλα.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Ιατρού Γιάννη
τρώτε στου Καραματζάνη
στον Αγιάννη
🙂
σσ μισό το μνμσ
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
>>Bar Judy’s
Jud’s στα καθιαυτού!
Γιάννης Κουβάτσος said
38: Το θέμα είναι ότι με τόσα παρελθοντικά, παροντικά και μελλοντικά μπαναρίσματα/ξωπετάγματα του προκομμένου και τόσες απαγορευμένες, επί ποινή πολύωρης αναμονής στη μαρμάγκα, λέξεις, σε λίγο δεν θα βρίσκουμε λέξεις για να γράψουμε. Θα σκαλίζουμε στο σεντούκι, για να βρούμε ποιες από τα 6 εκατομμύρια επιτρέπονται. 😨
νεσσίμ said
πολύ ωραίο!
(η εικονογράφηση του δρόνου έπρεπε να είναι από τα άλλα τα ..ελικοπτεράτα)
(Agriculture Sprayer Drone UAV Drone )
sarant said
46 Υπάρχει αυτός ο φόβος. Και πάλι καλά που έχουμε την πλούσια ελληνικη γλώσσα. Αν μιλούσαμε τίποτε πτωχά Αγγλικά, θα είχαμε ήδη αρχίσει να έχουμε πρόβλημα.
Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said
@48. Ήδη έχουμε πρόβλημα! Διαφυγότα και διαφεύγοντα κέρδη από το Στοίχημα.. 🙂
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Αυτό το σχόλιο μαρμαγκώθηκε (αβλεψία μου ολόκληρο τ΄όνομα), άστο να το φάει :).Το ξαναβάνω
>>Γιάκωβος ο Θρ…
(οι γείτονες τονε λέγανε και Καπετάνιο της Λούτσας γιατί εκλεινε πάντα πάντα την κουβέντα με (α)ναυτικές ιστορίες αυτής της περιοχής)
>>για να του επιστρέψει μια μισόξινη «..λημέρα»
ξινή μισοκαλημέρα ! 🙂
Κιγκέρι said
Ξεροσφύρη, σου βρήκα πού θα φάει ο ήρωας σου αν οι περιπέτειές του τον οδηγήσουν στην Κωσταντινούπολη!
https://www.tripadvisor.com/Restaurant_Review-g293974-d4050484-Reviews-Kenger-Istanbul.html
Κιγκέρι said
Μιχάλης Νικολάου said
Με διεθνή απήχηση:
Πέπε said
@46, 48
Γι’ αυτό, φτιάχτε καινούργιες! Έχουμε κι ένα χρέος, μην ξεχνιόμαστε και μην επαναπαυόμαστε.
dryhammer said
https://www.librarything.com/character/Sarah+Dacos
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
Πολύ καλό! Σε ορισμένα σημεία, απογειώνεται (ως δρόνος 🙂 ) σπαρταριστά!
Επαναλαμβάνω, κυρίως, τα του CostasX στο σχ.30.
Μ’ άρεσαν και τα αυτοπαρουσιαστικά και αυτοσαρκαστικά (υποθέτω…), όπως και η έξυπνη αναφορά/εμπλοκή πρωταγωνιστών του Σαραντάκειου Ιστολογίου!
Θα ‘χει ενδιαφέρον να φτιάξει ο Ξηροσφύρης κάτι αντίστοιχο, αλλά με προσωπικότητες της επικαιρότητας!
Πάντα τέτοια!
Μιχάλης Νικολάου said
… «Ξαπλώσου στο ταψί, ξαπλώσου στο ταψί…» τραγούδησε φωναχτά ο μάγειρας.
«Πού θα βρεις ταψί να με χωρέσει ρε μπασμένο;» τον αντιπείραξε γελώντας εκείνη. …
Η θεώρηση σεξουαλικής παρενόχλησης παραμερίστηκε
από την κοινή αίσθηση του χιούμορ,
και αποφεύχθηκαν
οι ταψιμαχίες.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
57 >>Η θεώρηση σεξουαλικής παρενόχλησης παραμερίστηκε
από την κοινή αίσθηση του χιούμορ, και αποφεύχθηκαν
οι ταψιμαχίες.
🙂
ταψική συνείδηση
ταψοκαθάρσια!
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
>>Λιβελούλης
έξοχο για παλιομπλόγκερ !
Πολύ ευρηματικά τόσα λογοπαίγνια! Μπράβο, ευχαριστούμε και να μας …ξαναγράψετε 🙂
Theo said
Απολαυστικότατο!
Συνέχισε έτσι, Ξεροσφύρη. Το έχεις 🙂
Χρήστος Π. said
Όπως όλοι ξέραμε και καταλαβαίναμε, η οικογένεια Μητσοτακομπαγιάννηδων ήξερε πολύ καλά, συμμετείχε στην απόφαση της ονομασίας του Μετρό Ευαγγελισμού σε «Παύλος Μπακογιάννης» και όπως είπε και ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό είχε αναλάβει να καλύψει και τα έξοδα της τελετής! Τρομερό αυτό, αν αναλογιστεί κανείς τη παγκοσμίου φήμης τσιγκουνιά τους. Μετά τις αντιδράσεις για τη βλακώδη συμπεριφορά τους ο νέος δήμαρχος Αθηνών μας είπε ότι τελικά δεν δέχεται τη… προσφορά! Θα αποφύγουν και τα έξοδα. Η Ελλάδα βρώμισε Μητσοτακίλα.
Αφώτιστος Φιλέλλην said
1. Χθες ολοκλήρωσα το απόφθεγμα :
Η “ισότητα” που προπαγάνδιζε η ελληνική αριστερά ήταν ένα παραμύθι για αφελείς φτωχούς ψηφοφόρους που κατασκευάζει εύπορους αριστερούς.
Ο πατριωτισμός και η εθνικοφροσύνη παλαιοτερα, ενώ προσφάτως η “αξιοκρατία ” που προπαγανδίζει η ελληνική δεξιά είναι ένα άλλο παραμύθι για αφελείς φτωχούς ψηφοφόρους που κατασκευάζει εύπορους δεξιούς και πάμπλουτους ολιγάρχες.
Όπως είπα στην αδελφή μου, με βάση τις ιστορίες δεξιών και “αριστερών” εξαδέλφων, αλλά και συμφοιτητών μας, το επόμενο μου διήγημα θα έχει περίπου τον εξής τίτλο :
“Ήταν πολύ πεινασμένοι όταν γεμίζαμε τερηδόνα από τις σοκολάτες ΙΟΝ”
(Ιστορίες νέων της φτωχής επαρχίας και των Δυτικών προαστίων)
2. Ήμουν λοιπόν έτοιμος να γράψω ένα μελό λιβελλο-διήγημα όταν διάβασα τό «Πετούν και μας ψεκάζουν» (διήγημα του Dryhammer)
Σκέφτηκα ότι αυτός ίσως να τα γράφει καλύτερα και ότι υπάρχουν αρκετοί σαν και μένα και αμέσως ησύχασα προσωρινά όμως ….
Απόφθεγμα όπως αυτό :
«Η εμμονή του ήταν οι αγελαίες συμπεριφορές των ανθρώπων. Η ανάγκη να ανήκουν σε κάποιο κοπάδι,…»
δένει πολύ τόσο με το δικό μου απόφθεγμα όσο και με την θεωρία του κοπαδιού του μεσοπολέμου (Robert Musil Über die Dummheit (Περί βλακείας) 1937 , Ε. Λεμπέση “Η τεραστία κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω» 1941.)
Ιστορίες δε όπως της Σίλβια, Ηλεκτρολόγος Μηχανολόγος που σπούδασε και Κοινωνιολογία ενώ έγινε Αξιωματικός της Αστυνομίας είναι πέραν κάθε ανεπτυγμένης φαντασίας….
με έπεισαν ότι έπρεπε να συγκεντρώσω αρκετό υλικό, και να το μεταπλάσω προσεκτικά στο διήγημα που θα ήθελα…
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
>>Γιάκωβος ο Θρακιώτης
(οι γείτονες τονε λέγανε καπετάνιο της Λούτσας γιατί εκλεινε πάντα πάντα την κουβέντα με α ναυτικές ιστορίες αυτής της περιοχής)
Μιχάλης Νικολάου said
37, … Τελικά ο Γιάκωβος ο Θρακιώτης ήτανε χαφιές ή όχι? …
Δεν τον Κώβο για χαφιέ
sarant said
Τα σχόλια 63-64 είχαν κοπεί επειδή ανέφεραν him who shall not be named
53 Ως εκεί έφτασε η χάρη μας;!
Νέο Kid said
Dryhammer is not dry at all! Dryhammer rules!
Το Σάρας Ντάκος έγραψε !!
dryhammer said
37,64 το ερώτημα απαντιέται στο κείμενο
argyris446 said
Reblogged στις worldtraveller70.
ΣΠ said
Και στην Αυστραλία:
https://au.linkedin.com/in/sarah-dakos-47362856
ΣΠ said
Διασκέδασα πολύ με το σημερινό. Ιδιαίτερα με τις έμμεσες αναφορές σιο ιστολόγιο και σε σχολιαστές του.
Λευκιππος said
Α ρε γμτ χάσαμε τον προγνωστη. Πάνω που άρχισαν να βγαίνουν οι προβλέψεις του….
ΚΩΣΤΑΣ said
Dryhammer, πολύ ωραίο φίλε μου, γέλασα πολύ, αλλά… μήπως είναι κλεψίτυπο; Δεν θυμάμαι πού, αλλά πιτσιρικάς έχω διαβάσει και έχω συγκρατήσει στη μνήμη μου διήγημα με ήρωες και εκφράσεις, όπως: Γιάκωβος αδελφόφαιος, Cronin, Don Martin, τάδε ΕΦΗ, «Πιατέλα του Σαββάτου – Μεζέδες Special», Sarah’s Dakos – Κριτικοί μεζέδες, κλπ.
Ακόμη, και το νέο κοπάδι που αυτοαποκαλούνταν Ο.Κ.Α. = Οι Καλοί Άνθρωποι, το θυμάμαι αλλά κάπως με άλλο όνομα. Νομίζω ήταν Καλοί Κόκκινοι Ευρυθροφρουροί = ΚΚΕ ή Καλοί Κόκκινοι Ευρυθροφρουροί ελληνικών συνόρων = ΚΚΕεσ
Τέλος πάντων, αν είναι όντως δικό σου, συγχαρητήρια και καλή συνέχεια… 😋
sarant said
69 Χαμένη ξαδέρφη 🙂
Myriolis said
Απολαυστικός! Είχε δείξει κι από τα άλλα διηγήματα ότι το έχει.
45: ευχαριστώ, δεν το έπιασα με την πρώτη!
Αφώτιστος Φιλέλλην said
Πλατεία Καταπατητών (και Οικοπεδοφάγων)
Για την Ιστορία : Να προσθέσω κάτι για την καταπάτηση δημοσίων εκτάσεων για ιδιωτικοποιηση 🙂 οικοπέδων εκτός σχεδίου που διαφήμιζαν πειρατικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί και πελώριες πινακίδες και για τα αυθαίρετα.
«….εκτεταμένοι τομείς είναι με το μισό πόδι στην επίσημη και με το ενάμιση στην μαύρη και γκρίζα οικονομία, από αγρότες, μεγαλοαγροτες, ψαράδες, τουρισμός, εστίαση, αυτοαπασχολουμενοι και έμποροι, γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί πολύ λιγότερο από τους 2 πρώτους, αντιπρόσωποι-εισαγωγείς, μεσαίοι και μεγάλοι εργολάβοι, βιομήχανοι, ολιγαρχες,….).
Βεβαίως ενώ ο ΕΝΦΙΑ ήταν σχετικά δίκαιος φορος, οι απανταχού παραοικονομουντες αντέδρασαν σθεναρά, αταβιστικά, διοτι ο πατέρας του Βασιλάκη (Καϊλα) 🙂 , λέμε τώρα, δεν θέλησε να πληρώσει 1200 ευρώ για το διαμέρισμα του και το αυθαίρετο εξοχικό στην Λουτσα, την Κερατέα *,…., (όπου πλήρωσε την χωροφυλακή και το κόστος των «μπετων» διπλό από το κανονικό)
*σε καταπατημένο οικόπεδο, μετά από προσφυγή του καταπατητή στο Ειρηνοδικείο σε συνεργασία με τον διπλανό καταπατητή , ώστε να υπάρχει βεβαία χρονολογία καλλιέργειας του αγρού-οικοπέδου και του χρονικού διαστήματος χρησικτησίας.
Ηλικιωμένος «μηχανηματάς» (χειριστής μηχανήματος έργων) μου είπε ότι κάθε Σάββατο στην Κερατέα τις δεκαετίες 60-70, πούλαγαν ενα οικόπεδο και με τα χρήματα πήγαιναν στα μπουζούκια.
ΥΓ Επάγγελμα 1960-1990 «Τσιλιαδόρος εργολάβων, στις οικοδομές της νύχτας στη Λούτσα Αττικής.»
voulagx said
Ξεροσφυροκόπημα!!
Χαρούλα said
#45,74
Ααααααααα! Έπρεπε να νυχτώς για να δλέψει το ρημάδ μ´!!!!
Μαγδαληνή said
Τώρα πρόκοψα…
Πολύ καλό! Ένα διήγημα ειδικό γι’ αυτό το ιστολόγιο. Δεν ξέρω αν θα γελούσε κάποιος άλλος αναγνώστης εκτός του ιστολογίου, όπως εγώ, αλλά το απόλαυσα. Μπράβο για τη συγγραφή τον Dryhammer, και για τον φιλόξενο χώρο τον Νικοκύρη.
loukretia50 said
-Μας ψεκάζουν, Dry – ξανθούλη, μάζεψε το Λιβελούλη!
-Μπα, αυτός δε θα τσιμπήσει, πιο ψηλά θα λιβελίσει,
μπάμπουρες – αλητάμπουρες, σφήκες – ειρηνοδίκες,
κηφήνες μελανόφτερους, μαρμάγκες, ΟΚΑίτες…
-Όταν βγει το ψεκαστήρι, κλάφ’τονα τον Ξεροσφύρη!
-Ψυχραιμία ουτιδανέ, έχω όραμα εγώ , ναι.
Γράφω για τους επιγόνους, αψηφώ αγελαίων κλώνους.
-Δεν ξεφεύγεις, βρες κουκούλι,με το φλιτ χανόμαστ΄ούλοι
-Δε γυρίζω πάλι πίσω, μ΄ένα φσσσουτ δε θα λακίσω.
Δε φοβάμαι δακοκτόνους, για τη φήμη μου είναι μπόνους,
-Ωχ! φυλάξου απ΄τους βαρώνους, μας ψεκάζουν από δρόνους!
loukretia50 said
Κατά το γνωστό νταλκαδιάρικο άζμα, μια παράφραση αφιερωμένη σε όποια σκορδόπιστη απαιτεί τυφλή υπακοή και συμμόρφωση στα χούγια της και σ΄εκείνους που για πάρτη της ψεκάζουν δικαίους και αδίκους.
To πήγαινα για σουρεάλ γελαδερόν αλλά στη στροφή γύρισε αλλιώς.
Put the blame on him ! (Στράτος βαρύς κι ασήκωτος!
Δε βαραίνω το νήμα με λινκ)
Δύο τύποι θαρραλέων μοναχικών – μη αγελαίων
Με ψέκασαν γιατί δεν αντιδρούσα
γιατί το χάλι μας δεν είχα δει
Λάθος σημαία πάντοτε κρατούσα
Χαμογελούσα σα μικρό παιδί
Τώρα πετούν παντού και με ψεκάζουν
Λένε πως ήμουν έντομο εγώ
Δεν υπακούω όταν με προστάζουν
Δε θέλω νάχω άγιο ή οδηγό
(Απαθής – παθητικός? Καλά να πάθεις!)
Αλλά ας δούμε από πού παν΄κι οι άλλοι – οι συνήθεις αιθεροβάμονες .Τι να φταίει?
Η αβάσταχτη ελαφρότητά τους είναι (sic/ chic)
Με ψέκασαν με ντρον γιατί αντιδρούσα
Γιατί η σκέψη πάντα ήταν ψηλά
Γιατί από λόγια φαύλων δε μασούσα
Και στην αγέλη ξένος δεν κολλά
Τώρα πετούν παντού και μας ψεκάζουν
Λες και δε μένουν άνθρωποι εδώ
Σα σύννεφο το δηλητήριο στάζουν
Μα εγώ αντέχω και θα τραγουδώ
ΛΟΥ
Με ψέκασαν γιατί αντιμιλούσα
Γιατί δεν έχω μάθει να σιωπώ
Μέτρο δεν ξέρω , φλιτ δε με τρομάζει
Σφυρίζω της καρδιάς μου το σκοπό
(ε, μια κατηγορία μόνη μου, n’est-ce pas?)
*
Αλλά επειδή δεν πίνεται ξεροσφύρι το κουλτουρέ, χαρίζω στο Dry – don’t cry! – ένα σφηνάκι πιο φλου:
Με ψέκασε γιατί την απατούσα
Γιατί με κάρφωσε η μισοριξιά
Ο αγελαίος που περιφρονούσα
Και δεν αντέχω φλιτ και μοναξιά
Αααααα- ψου!
Παναγιώτης Κ. said
Κρόνιν: Άγουρα χρόνια.
Δεν ξέρω πως βρέθηκε το συγκεκριμένο βιβλίο στο ράφι. Λαϊκή έκδοση. Εννοώ χωρίς σκληρά εξώφυλλα και σε φτηνό χαρτί. Εκδόσεις Κ.Κακουλίδη και μετάφραση Κοσμά Πολίτη. Το θυμάμαι πάντως ως τίτλο από την εποχή των…άγουρων χρόνων μου. Και όλο λέω να το διαβάσω για να πάρω μια ιδέα γιατί βιβλία σαν και αυτό προσφέρονταν για λαϊκή κατανάλωση.
Γς said
80:
>Μέτρο δεν ξέρω , φλιτ δε με τρομάζει
Το φλιτ με το DDT
Και πάνω στην πολλή ρίμα πετάω τη μπάλα στην εξέδρα
Ψεκασμοί:
https://caktos.blogspot.com/2013/02/blog-post_6786.html
loukretia50 said
Ήταν ολόκληρη σειρά με τίτλο Άγουρα χρόνια, Ώριμα χρόνια και διάφορα άλλα. Eύκολα στην ανάγνωση για εφήβους , αλλά αρκετά μελό και ηθικοπλαστικά κατά τη γνώμη μου. Οι μεταφράσεις ακόμα και σε δερματόδετα δεν ήταν καλές, σε μπέρδευαν συχνά.
Δεν ξέρω αν το συγκεκριμένο ήταν το Green years ή το Valorous years, με ήρωα ένα νέο τον Ντανκαν, που κατάφερε να γίνει γιατρός αν και το χέρι του ήταν σακατεμένο από πολυομυελίτιδα.
Νομίζω αυτό είχε κυκλοφορήσει (και?) με τίτλο «Η δύναμη της δημιουργίας» και είναι λιγότερο σπαραξικιάρδιο απ΄τα υπόλοιπα. Θυμάμαι ότι το μόνο βιβλίο του Κρόνιν που μου άρεσε ήταν «Τα αστέρια κοιτάζουν τη γη», απ΄τη ζωή των ανθρακωρύχων.
Αλλά ήμουν μικρή, δεν ασχολήθηκα ξανά.
Αν διαβάζετε γρήγορα, δώστε του μια ευκαιρία για να πάρετε μια ιδέα έστω για το ύφος και τη μετάφραση!
Αν όχι, δεν πιστεύω ότι χάνετε πολλά!
sarant said
83 Κανένα δεν έχω διαβάσει του Κρόνιν….
loukretia50 said
Σίγουρα εσύ δεν έχασες!
loukretia50 said
82. Tάχα λες μισοαστεία –μισοσοβαρά να με ακούνε!
Τότε λοιπόν , άκουσέ με και συ!
Με την προϋπόθεση – η ελπίδα πεθαίνει τελευταία! –
πως θα μείνεις σταθερά Γουσού1, σου αφιερώνω αυτό για καληνύχτα.
Τout va très bien, Madame la Marquise https://youtu.be/T5WdpSPeQUE Sacha Distel
Όταν με συνάντησες – μιλούσα με τον Πεζοπάνο- ξαφνιάστηκες γιατί πίστευες πως είμαι άντρας!
Έφταιγε λέει το «Λου»! Κάπως έτσι μάλλον :
Eh bien voila, Madame la Marquise,
Apprenant qu’il était ruiné, a peine fut-il revenu de sa surprise
Que Monsieur le Marquis s’est suicidé,
——————————————————–
A bas Γουσου deux, le style banal, parfois affreux
Partage ton esprit genereux, oublie le rage,
c’ est contagieux
Meme douloureux.
Γς said
Μ έστειλες!
Δεν είναι δυνατόν!
loukretia50 said
87. άντε και μπόνους αυτό που σου άρεσε :
DALIDA. https://youtu.be/jGstSxZd32E Tire tire l’aiguille.
Γς said
Τιμ γλυκιά που είσαι…
Κι ας μας έχεις όλουε φακελώσει..,Που το θυμήθηκες;
Σ ευχαριστώ
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Δεν ψεκάζει -αγιάζει!
(Μην το πιείτε -λουστείτε)
https://www.documentonews.gr/article/rwsia-papas-agiazei-thn-polh-apo-pshla-gia-na-xorkisei-to-kako-video
loukretia50 said
To φαντάζεστε ότι στα μέρη μου έλεγαν «θάρθει ο παπάς με τη ζουρλοβρεχτούρα»?
Καθόλου για πλάκα.
Το έχετε ξανακούσει?
Γς said
Γράφει τώρα μια φίλη μου στο ΦΒ:
-Αυτό παθαίνω κι εγώ με τον καθρέπτη μου. Λέω… πού χάθηκε αυτή η… Ούρσουλα Άντρες. που έβλεπα μέχρι πριν… λίγο?
και της απάντησα:
-Να την! Με έναν άντρα
Πέπε said
@90:
Χωρίς ν’ ανοίξω το βίντεο (υπάρχουν και όρια!), και μόνο η εικόνα με την κοπελίτσα που γεμίζει την αγιαστούρα του παπα-Αλέξη του Πτωτιστή με το πεντάλιτρο το Ζαγόρι είναι αξεπέραστη!
@82:
loukretia50 said
Πολλά θυμάμαι, πολλά ξεχνάω!
Είναι la rage! Ε, δεν πειράζ’…
Γς said
Ψάχνω μωρέ εκείνο το βίντεο με τον μακαρίτη τον Don Andrea Gallo που ψεκάζει το ποίμνιό του με μια τρόμπα που έχει στην πλάτη του,
με ζε νε τρουβε πα
Γς said
94:
>Πολλά θυμάμαι, πολλά ξεχνάω!
Η ίδια φίλη στο ΦΒ στη συνέχεια ταυτών που λέγαμε [σχ. 92]
-έχουμε, προς το παρόν , το μυαλό μας σε καλή λειτουργία.
– Με λαδωτήρι αντι-αλτσχαϊμικό
Δύτης των νιπτήρων said
Εγώ τον είχα διαβάσει έφηβος τον Κρόνιν, τα Άγουρα χρόνια μάλλον. Δεν ήταν κακό…
Κιγκέρι said
Γιατί, τα Κλειδιά της Βασιλείας ή το Κάστρο άσχημα είναι;
Δύτης των νιπτήρων said
Α μπράβο! Το Κάστρο, όχι τα Άγουρα χρόνια. Ο γιατρός που ξεφεύγει από τον πειρασμό της γκλαμουριάς.
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Κι εγώ μόνο τα Άγουρα Χρόνια ως έφηβος αλλά δε θυμάμαι ιτς τίποτις. Τώρα μόνο μου ‘κανε φλασιά η πολυομυελίτιδα (φτου κακά) που αναφέρθηκε.
Γιάννης Ιατρού said
Καλημέρα,
για όσους αρέσει η ποίηση, μου έστειλαν αυτήν την ενημέρωση / αφίσα

sarant said
Καλημέρα από εδώ!
nikiplos said
Καλημέρα…
πολύ ωραίο κείμενο που έρρεε όμορφα, εικάζω ότι ο Dryhammer το έχει στο γράψιμο το ταλέντο. Μου άρεσαν τα λογοπαίγνια για μερικούς από τους συνταξιούχους σχολιαστές του Σαραντάκειου Ιστολογίου. Τουλάχιστον αυτά που εγώ έπιασα, όπως το Bar Judys, το Cronin, το Martins. Ο Μάκης κάποιον μου θύμισε αλλά τέλος πάντων…
Δεν γνωρίζω κατά πόσο το ζήτημα των ψεκασμών είναι στη σφαίρα επιστημονικής φαντασίας ή όχι, παντως η χειραγώγηση του πλήθους είναι ένα εδώ και 50 χρόνια αντικείμενο μελέτης των μπιχαβιοριστών, των νευροεπιστημόνων αλλά και των σύγχρονων ‘μελετητών της ανθρώπινης συμπεριφοράς’ όπως ο Popper – προσωπικά προτιμώ τον όρο ‘φιλοσοφία’.
Ακόμη και με τις «παραδοσιακές» μεθόδους μάρκετινγκ μια χαρά χειραγωγούνται οι μάζες. Θυμάμαι στα 1994 ή 1995, στον παροξυσμό της ΕλληνοΣερβικής Φιλίας, που για ένα λαθροσφύριγμα στο μπάσκετ, στο Βελιγράδι κυνηγούσαν για 3 μέρες να δείρουν Έλληνες φοιτητές.
loukretia50 said
98. Kιγκέρι
Καλημέρα!
Άσχημα? Όχι, δεν είπα κάτι τέτοιο και σίγουρα τα βιβλία του Κρόνιν δεν αξίζουν το χαρακτηρισμό.
Τα Κλειδιά της Βασιλείας μου ξέφυγαν, αλλά είχα πάρει οβερντόζ και δεν το αναζήτησα.
Το Κάστρο ήταν το πρώτο δικό του που διάβασα και μίσησα τους χαρακτήρες και την …περιρρέουσα ατμόσφαιρα!
Η εφηβική ηλικία είναι περίεργη, έχει μεγάλη σημασία ποια βιβλία έχεις διαβάσει προηγουμένως και σ΄έχουν εντυπωσιάσει. Πολλά χρειάστηκε να τα ξαναδιαβάσω μεγαλύτερη για να τα εκτιμήσω ή απλά να τα καταλάβω, αλλά ούτε το νόημα των βιβλίων του Κρόνιν μου ξέφευγε εντελώς, ούτε η ιστορίες με συνάρπαζαν, ούτε καν η ανάγνωση, οπότε ξέμειναν στο πατάρι του πατρικού μου μαζί με τους τόμους του Ζαν Κριστόφ και διάφορα άλλα που δε μου μίλησαν πραγματικά ποτέ.
Παναγιώτης Κ. said
Δεν αναφέραμε τον πρώτο διδάξαντα περί ψεκασμών και όλα αυτά και κινδυνεύει το ιστολόγιο να χαρακτηριστεί ως πολιτικά μονομερές.
Για τον επί 4,5 έτη κυβερνητικό εταίρο μιλώ, τον Πάνο Καμένο.
loukretia50 said
105. Επιμένετε να το κάψουμε κι αυτό το νήμα, αγαπητέ?
gpointofview said
Για άγουρα δεν ξέρω για πράσινα χρόνια όμως ο Δημήτρης ήταν αξεπέραστος !
Oh, de’ verd’anni miei
sogni e bugiarde larve,
se troppo vi credei,
I’incanto ora disparve.
S’ora chiamato sono,
al più sublime trono,
della virtù com’aquila
sui vanni m’alzerò, ah,
e vincitor de’ secoli
il nome mio farò.
(από το 3.25)
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
106 Ναι μωρέ, μετά θα ψεκάσουμε να ξεμυρίζει 🙂
sarant said
Δικαίωμα απάντησης το λένε. Στη μαρμάγκα ήταν από χτες το εξής σχόλιο, που θαρρώ ότι πρέπει να το δημοσιοποιήσω.
Αγαπητέ φίλε κ. Σαραντάκο,
γνωρίζετε πόσο σάς υπολήπτομαι για τις αναμφισβήτητες ικανότητές σας, την θαυμαστή εργατικότητά σας κλπ-κλπ. Ασχέτως αν χρησιμοποιείτε συστηματικά την όποια ελληνογνωσία σας για ανθελληνικό σκοπό, τουτέστιν για να αποδομήσετε την Θεία Ελληνική Γλώσσα και να την εξομοιώσετε με την Γλώσσα των Κάφρων…
Ωστόσο, αυτό που διαπράξατε απόψε, υπερβαίνει και την πιό αχαλίνωτη φαντασία: Δεν σάς έφτανε που με διαγράψατε άδικα (στις 17/9, της αγίας Σοφίας ανήμερα), επειδή τόλμησα να πώ την αλήθεια για τον μακαριστό Άγιο Χίου, Ιωακείμ Στρουμπή… Επιπλέον αναθέσατε στον γνωστό σχολιαστή Ξηροσφύρη να συγγράψει ένα διήγημα όπου εμφανίζομαι ως… χαφιές + ρουφιάνος, ως κουτσομπόλα και ως «κακιά αδερφή»!.. Και μάλιστα (όπως φαίνεται από το σχόλιο 67 του συγγραφέα), το διήγημα είναι γραμμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να διερωτάται ο αναγνώστης αν ο ήρωάς του ο Γιάκωβος Θρακιώτης ήταν όντως χαφιές και ηρέσκετο στις κουτσομπολίστικες αποκαλύψεις…
ΣΑΣ ΕΡΩΤΩ, κύριε Νίκο μου: Θα επιτρέπατε ποτέ στο Επιτελείο μας να δημοσιεύσει στο Ιστολόγιό σας ένα παρόμοιο διήγημα όπου θα διεσύροντο γνωστοί σχολιασταί του Ιστολογίου; Όχι βέβαια!.. Στον Ξηροσφύρη, όμως, το επιτρέψατε, χωρίς κάν να απαιτήσετε να γράψει στο τέλος του διηγήματος ότι «οποιαδήποτε ομοιότης με γνωστούς διακεκριμένους σχολιαστές του παρόντος Ιστολογίου είναι εντελώς συμπτωματική».
Αν (μετά από 40 χρόνια στο κουρμπέτι) αυτή είναι η αντίληψη της δημοσιογραφικής δεοντολογίας που έχετε, αγαπητέ κ. Σαραντάκο, είναι εξαιρετικά λυπηρό. Απορώ ειλικρινά πώς δεν σάς έχουν ακόμη επαναφέρει στην τάξη οι λίγοι αντικειμενικοί σχολιασταί του Ιστολογίου σας (Άγγελος, Λεώνικος, Πέπες, κλπ)
ΠΑΡΑΚΑΛΩ, (προκειμένου να διασώσετε κάπως την δεοντολογική τιμή του παρόντος Ιστολογίου) να δημοσιεύσετε την παρούσα επιστολή διαμαρτυρίας μου, ώστε να ενημερωθούν οι ανυποψίαστοι αναγνώστες σας
dryhammer said
Τώρα που παρήλθε το κρίσιμο για τον ασθενή 24ωρο, να πω για τις αναφορές μου.
Ο Μάριος είναι βέβαια a tribute στο Μάριο που μας άφησε προ διετίας (όρα και «Ιστορίες από το μπάρκο» 09-07-17) με τον οποίο σχεδιάζαμε να εφεύρουμε το Λιβελούλη, αλλά τον πρόλαβε ο καρκίνος.
Η Ελισάβετ η γατομμυριούχα είναι η γυναίκα μου με τις γάτες (τώρα 9 με τα νέα αδέσποτα μικρά + 4 σκύλοι επίσης του δρόμου).
Ο Μάκης είναι φίλος εστιάτορας, κοντός και αεικίνητος.
Υπήρξε κάπου, κάποτε κι ένα

που αρνιόταν να σπάσει.
Η Σύλβια (από Χρυσούλα!!) ήταν μια από τις πιο έξυπνες γυναίκες που έχω γνωρίσει, άσχετη τόσο στη μορφή όσο και στα φυσικά με την Σίλβια.
Ο James, brother of Jesus from Thraka όπως και τα μπαρ και μεζεδοπωλεία, είναι προφανή.
Στο Cronin ανακάτεψα την Κρόνη με το συγγραφέα, όπως και τον φίλτατο Δ.Μ. με τον
Ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια όλους, κι άν γελάσατε, τότε ναι! το πείραμα πέτυχε!
dryhammer said
Όταν έγραφα το 110, δεν είχε εμφανιστεί το 109.
loukretia50 said
112. Δηλαδή είστε πολυγατομμυριούχοι!
Alexis said
Μόλις τώρα διάβασα κείμενο και σχόλια.
Έξυπνη γραφή και ευρηματικά λογοπαίγνια σίγουρα!
Ο Ξεροσφύρης «το έχει» με το γράψιμο.
Το σημερινό είναι κάτι ιδιαίτερο, απευθύνεται σε μυημένους και αποτελεί ένα παιχνίδισμα λέξεων και εννοιών από την αρχή μέχρι το τέλος. Δεν μπορώ να το κρίνω σα λογοτεχνία αλλά περισσότερο σαν μια «άσκηση» ύφους και γραφής.
Καλή η «πολιτική φαντασία» αλλά εδώ ο Ξ. θεωρώ ότι έχει βάλει παραπάνω «δόση» από το κανονικό και εμένα προσωπικά με έγκωσε 😊
ΥΓ: Το «Sarah’s Dakos-Κριτικοί Μεζέδες» πραγματικά κορυφαίο!!!
ΥΓ2: Η εταιρεία που χρηματοδοτούσε το πρότζεκτ για το αντίδοτο ήταν βεβαίως η «Lab. bros Ltd.»
Επίσης άλλο αγαπημένο μπαράκι του Μάριου ήταν και το «Doctor John’s», υπόγειο με ημίφως και gothic διακόσμηση.
Γιατί μας τα αποκρύπτεις αυτά Ξεροσφύρη; 😂
Γιάννης Ιατρού said
109: ..οποιαδήποτε ομοιότης με γνωστούς διακεκριμένους σχολιαστές..
Αυτή η ιδιότητα συνδέεται συνήθως με κάτι το καλό/θετικό, όχι με ασχήμιες. Επομένως παρόμοια δήλωση δεν θα ήταν δυνατόν να εννοεί.συμπεριλαμβάνει τον γνωστό μπαναρισμένο σχολιαστή.
==> Απορρίπτεται
(σιγά μην θίχτηκε η υπόληψη αυτού, που δεν έχει αφήσει ούτε μνήμη νεκρών χωρίς βεβήλωση και λάσπη. Ζητά τώρα και τα ρέστα για μιά πετυχημένη σάτιρα! Αλλά μάλλον ψάχνει ευκαιρία για να δημοσιευτεί κάτι δικό του…)
Theo said
Τον Κρόνιν τον διάβασα στην πρώιμη εφηβική ηλικία, τρία ή τέσσερα βιβλία του, που δεν τα θυμάμαι καθόλου, εκτός από το γενικό κλίμα τους.
Με είχαν συναρπάσει τότε, αλλά δε νομίζω πως θα τα ξαναδιάβαζα.
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Τώρα που το ξαναβλέπω, μόνο το σχόλιο 43 θα έπρεπε να υπάρχει, από τον καθ’ ύλην αρμόδιο. Τα υπόλοιπα είναι περιττά.
Γιάννης Ιατρού said
113: 👍👍👍✌ Έλα, κι εσύ τό ΄χεις, αλλά δεν γράφεις!
ΥΓ Lamp Ros ltd. η εταιρεία 🙂 (ελληνική γραφή ‘μπ’ …)
Theo said
Καλημέρα, καλή βδομάδα και καλό φθινόπωρο 🙂
Και το
Το φθινόπωρο του πατριάρχη.
Theo said
Το 118 ήταν για το σημερινό νήμα 😦
nikiplos said
Πριν εμφανιστεί το 109@ ήθελα να γράψω ό,τι για τούτο το νήμα πραγματικά ίσως κατ’ εξαίρεση να εξεταζόταν από τους ιθύνοντες το δικαίωμα απάντησης του Θρακιώτη-Ιακώβου, καθώς απεικάζεται η περσόνα του στο διήγημα σε χαρακτήρα όχι και τόσο κολακευτικό.
Εντούτοις θα πρέπει κανείς να παραθέσει πως ο ρόλος του κακού, του εφιάλτη, του «ρουφιάνου», του «νταβατζή» κλπ, δεν είναι ποτέ εύκολος. Κατ’ αρχήν δεν είναι κατανοητός αν τον προσεγγίσει κανείς ρηχά. Αν προσεγγίσει κάποιος τον κακό θεολογικά, δαιμονοποιώντας τον, τότε αυτοστιγμί ξεχνά πως το κάνει για να ξορκίσει κάτι που φοβάται για τον εαυτό του.
Όλοι είμαστε εν δυνάμει, κακοί, ρουφιάνοι, προδότες κλπ. Όσοι δεν γίνουμε ή δεν υπήρξαμε, αυτό είναι απλά θέμα … τύχης… 🙂
Αξίωμα πρώτο λοιπόν: Ο κακός δεν είναι θεολογικός ρόλος… Κακός είναι εν δυνάμει ο καθένας από μάς.
Ο κακός είναι πονεμένος, προδομένος. Αυτό κι αν είναι αλήθεια. Ο Κακός είναι απελπισμένος, σε απόγνωση, είναι αυτός που η γυναίκα προτίμησε «τον άλλον» τον «καλύτερο φίλο του», είναι ο Συρανό που η γυναίκα της ζωής του προτιμάει το δικό του κατασκεύασμα, είναι εκείνος που θα μπορούσε να είναι αλλά δεν είναι επειδή υπάρχει κάποιος άλλος. Είναι ένας εγκλωβισμένος.
Ο κακός οδηγείται από τις καταστάσεις εκεί που οδηγείται. Στοχοποιημένος, σε απόγνωση, απόκληρος αλλά κυρίως οριστικά μακριά από εκείνο που θα θεωρούσε ευτυχία, ζηλεύει, φθονεί, μεγαλοποιεί τις δικές του ατυχίες, μισεί.
Ο Κακός είναι λόγω συγκυριών βλάκας. Κάθε άνθρωπος που καθοδηγείται από τα συναισθήματά του, τα πάθη του, εις βάρος της λογικής και του ορθολογισμού, φέρεται βλακωδώς.
Ο Κακός έχει διαβεί τον ρουβίκωνα και έχει ρίξει τις ζαριές του. Δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής… Σαν κλείσει αυτή η πόρτα (του κελιού) θα χαθούμε για πάντα παλιέ εαυτέ μου (λέει κάπου ο ήρωας στον Δάντη)…
Πάντα τα ανωτέρω μιλούν για το ρόλο του Dryhammer και όχι για οποιαδήποτε περσόνα…
ΓιώργοςΜ said
120 >είναι ο Συρανό που η γυναίκα της ζωής του προτιμάει το δικό του κατασκεύασμα
Ε, όχι δα. Ίσα-ίσα το αντίθετο, ο Συρανό κάνει την υπέρβαση και θυσιάζεται, ενώ έχει την ευκαιρία να γίνει κακός.
nikiplos said
121@ Σωστά, αλλά όσον αφορά τον συγκεκριμένο ήρωα, εστίασα στην κατάστασή του, και όχι στο τι έκανε αυτός στη συνέχεια…
divolos said
Μπράβο Dryhammer. Όταν το διάβαζα συνέχεια το οπτικοποιούσα. Θα μπορούσε άνετα να μετατραπεί σε σενάριο για μια ταινία μικρού μήκους.
ΛΑΜΠΡΟΣ said
113 τέλος – 🙂 🙂 🙂 Πάντως, όπως λέει κι ο Μπάρμαν, Doctor John 🙂 κι εσύ τόχεις το γράψιμο, γι΄αυτό μη τεμπελιάζεις και στρώσου να μας χαρίσεις κάποιο από τα απολαυστικά σου κείμενα.
120 – Νίκιπλε, το καλό και το κακό στην καθημερινότητά μας δεν είναι αφηρημένες έννοιες που θέλουν φιλοσόφηση, αλλά ιδιότητες άμεσης αντίληψης και αντιμετώπισης. Σε έναν οργανισμό, είναι δεδομένο πως η υγεία είναι καλό και η όποια αρρώστια κακό. Στην προκειμένη περίπτωση ο οργανισμός, είναι το ιστολόγιο και η αρρώστια το γελοίο ανθρωπάκι. Υπάρχουν διάφορες αρρώστιες – σχολιαστές που αντιμετωπίζονται με «αντιβηχικά, ασπιρίνη, ή και καμιά αντιβίωση οι πιο βαριές περιπτώσεις» η συγκεκριμένη αρρώστια, είναι η συγκινησιακή πανούκλα και δεν αντιμετωπίζεται με φάρμακα παρά μόνο με εγχείρηση γιατί είναι άκρως μεταδοτική και μολύνει πολύ γρήγορα ολόκληρο τον οργανισμό.
Τα σκουπίδια είναι για τον σκουπιδοτενεκέ κι όχι για το σαλόνι, το ότι μπορείς να βρείς και κάποια χρήσιμα ή μερικές φορές πολύτιμα πράγματα σ΄αυτά, δεν σημαίνει πως πρέπει να ζείς μ΄αυτά γύρω σου, είναι βέβαιο πως αργά ή γρήγορα θα αρρωστήσεις.
«Ο Κακός είναι λόγω συγκυριών βλάκας.» Δεν έχει καθολική ισχύ αυτό, πολλοί κακοί είναι πανέξυπνοι, όταν κάποια μέρα (ίσως το 2061 🙂 ) ανοίξει εδώ καμιά συζήτηση για την εξυπνάδα, θα φανούν διάφορα παράδοξα. 🙂
«Κάθε άνθρωπος που καθοδηγείται από τα συναισθήματά του, τα πάθη του, εις βάρος της λογικής και του ορθολογισμού, φέρεται βλακωδώς.» Ξέρεις πολλούς που δεν καθοδηγούνται από αυτά; Όσοι φέρονται βλακωδώς δεν είναι απαραίτητα κακοί κι όσοι είναι κακοί δεν φέρονται απαραίτητα βλακωδώς.
ΓιώργοςΜ said
122 Ακριβώς. Δεν είναι μόνο οι συνθήκες που κάνουν τον κακό, αλλά μια ηθική επιλογή. Αν παραπατήσω και σπάσω το αγαπημένο βάζο της γιαγιάς μου είμαι απρόσεχτος· αν το πάρω και το κομματιάσω μπροστά της ξέροντας πως θα την πονέσει αυτό είμαι κακός· αν βρω τρόπο να ξεπεράσω το θυμό που ίσως έχω απέναντί της διοχετεύοντάς τον σε μια θετική δράση είμαι καλός. Ή σωστότερα, φέρομαι με κακία, κανέναν δεν τον κάνει καλό ή κακό μία και μόνη πράξη.
Υπάρχουν κι εκείνοι που φέρονται συστηματικά με κακία. Σίγουρα έχουν μια τρύπα στην ψυχή τους που καταπίνει τις καλές τους επιλογές, ή δεν τους κόβει αρκετά για να τις βρουν, ή, συνηθέστερα, δεν έχουν την απαραίτητη καλλιέργεια για να το κάνουν. Οι βλάκες είναι οι λιγότερο αξιόμεμπτοι, ακόμη και τα δικαστήρια τους απαλλάσσουν.
Γιάννης Ιατρού said
124a Βάζε σωστά τα κόμματα γιατί μας μπερδεύεις… 🙂
ΓιώργοςΜ said
Σα ντεζαβού το πόνημα του Ξεροσφύρη. Docteur, φαντάζομαι πως θα παρευρεθείς:
https://www.newsbeast.gr/greece/arthro/5410329/iera-mitropoli-argolidos-epikindynes-modes-i-giogka-kai-oi-pilates
Κάτω οι αισχρές χορτοφαγικές αιρέσεις! Save splinantero!
Triant said
Δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια αντίληψη για τον κόσμο. Δεν διαχωρίζουν τις πράξεις σε καλές και κακές και είμαι σίγουρος ότι γελάνε με αυτούς που το κάνουν. Ο κακός δεν θεωρεί τον εαυτό του κακό γιατί δεν πιστεύει ότι υπάρχει τέτοιο πράγμα. (Προφανώς αυτό δεν ισχύει για όλους τους «κακούς» απλώς θέλω να τονίσω ότι δεν πρέπει να κρίνουμε εξ ιδίων τα αλλότρια).
Τώρα, το να κάνεις κάτι που άλλοι θεωρούν απαράδεκτο και θυμώνουν μπορεί απλώς να σε διασκεδάζει. Μην ξεχνάμε ότι οι (ηθικές) αναστολές δεν είναι κάτι με το οποίο γεννιόμαστε. Μας εμφυτεύονται(;) με προσπάθεια και κόπο.
Γιάννης Κουβάτσος said
Τι λέει ο κύριος Κόινερ περί βλακείας και κακίας;
««Ποιο είναι το μεγάλο μυστικό του βλάκα;» ρώτησαν κάποτε τον κ. Κόινερ
«Αυτό που τον κάνει ακατανίκητο, ανυπέρβλητα κακό και πάντα νικητή;»
– Το μεγάλο μυστικό του βλάκα, χμ, για να σκεφτώ λίγο… Ε… μάλλον ότι δεν του περνά καν από το μυαλό, δεν διανοείται ότι μπορεί για μια στιγμή να ‘χει άδικο. Κι αν του περάσει μια στάλα υποψίας από το μυαλό, γρήγορα τη διώχνει. Αυτός βλαξ; Ποτέ των ποτών. Οι άλλοι είναι πάντα. Έτσι γίνεται αδίσταχτα θρασύς, υπέροχα επικίνδυνος, ανυπέρβλητα αλαζονικός. Και πείθει. Γιατί πάντα υπάρχουν αρκετοί βλάκες για να σχηματίσουν μια πλειοψηφία. Αυτό είναι το μυστικό όπλο του βλάκα. Μα γι αυτό ακριβώς πρέπει να εξολοθρεύουμε τη βλακεία, γιατί κάνει βλάκες αυτούς που τη συναντούν.
«Άραγε η βλακεία οδηγεί στην κακία ή η κακία οδηγεί στην βλακεία;» τον ρώτησαν.
-Ούτε το ένα ούτε το άλλο .. Απάντησε ο κ Κόινερ. Και τα δυο δεν είναι παρά συμπτώματα. Η βαθύτερη αιτία είναι η δυσανεξία απέναντι σε ένα Απύθμενο εσωτερικό κενό… Ο Βλάξ το Υποψιάζεται , αλλά καθώς αδυνατεί να το παραδεχτεί, το Απωθεί. Το παραγεμίζει είτε σωματικά -λαιμαργία-είτε στρεφόμενος προς τον εξωτερικό κόσμο: Με κακία. Προσπαθώντας να Επιβάλλει την εξουσία του ελπίζει να ξεχάσει την εσωτερική του κενότητα.. αλλά εκείνη επιστρέφει τα βράδια καθώς ετοιμάζεται να κοιμηθεί… ή τα πρωινά λίγα δευτερόλεπτα πριν ανοίξει τα ματιά του. Φαύλος κύκλος.
«Ποιες δραστηριότητες επιλέγει συνήθως ο Βλάκας ;»
-Επειδή είναι ανασφαλής επιλέγει δραστηριότητες που του δίνουν μια Ψευδαίσθηση παντοδυναμίας. Καθώς είναι περιορισμένος στην Βλακεία του διαθέτει και ορισμένα πλεονεκτήματα: Οργανωτικότητα, επιμονή και υπομονή. Τα καταφέρνει συνήθως να οικειοποιείται δουλειές άλλων. Εξάλλου διαθέτει και ένα σπάνιο χάρισμα: δεν έχει καθόλου την αίσθηση της Ευγνωμοσύνης… Καθώς επίσης είναι και βλάκας δεν μπορεί να διανοηθεί ότι κάνει κάτι το κακό, καρπούμενος τον πνευματικό ή μη μόχθο, άλλων. Αυτό αποτελεί συνέπεια του μυστικού όπλου του βλάκα (βλ παραπάνω..)
«Ποια Ύπαρξη ενοχλεί περισσότερο τον Βλάκα;»
-Η αλογόμυγα … Γιατί τον βάζει σε υποψίες αυτογνωσίας.
«Ναι κύριε Κόινερ… Αλλά γιατί από την άλλη η αλογόμυγα πάει και κολάι στα μούτρα του Βλάκα;»
– Διότι δεν μπορεί να ανεχτεί την Βλακεία… Αυτή είναι η μοίρα της αλογόμυγας .
«Και γιατί ο Βλάκας παρόλο που είναι πιο δυνατός δεν εξοντώνει την Αλογόμυγα;»
-Γιατί είναι βλάκας και υπερβολικός. Προσπαθεί να την εξοντώσει με κανονιές… Μονό ένας βλάκας θα προσπαθούσε να εξοντώσει μια Αλογόμυγα με κανόνι…
«Και ποια θα ήταν η λύση;»
-Η λύση θα ήταν να έπαυε να είναι Βλάκας. Αλλά καθώς αυτό είναι αδύνατον δυστυχώς δεν υπάρχει λύση: Ούτε για τον βλάκα αλλά και ούτε για την Αλογόμυγα…
«Και δεν είναι Τραγικό για τον Βλάκα να πρέπει να υποφέρει διαρκώς την ενοχλητική του Αλογόμυγα;»
-Ε όχι και τόσο. Tι να πούνε και όσοι θα πρέπει να υποφέρουνε τον βλάκα ;
«Πως είναι δυνατόν ο Βλάξ να μην έχει ΚΑΘΟΛΟΥ την αίσθηση του χιούμορ;»
– Στην ουσία η έλλειψη Χιούμορ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ ΤΟΝ ΒΛΑΚΑ. Διότι, αν είχε στοιχειώδη αίσθηση του Χιούμορ, δεν θα έπαιρνε και τον εαυτό του τόσο σοβαρά, οπότε θα έπαυε νάναι και βλάκας .
«Και ποια είναι τα πιο σημαντικά Χαρακτηριστικά της Βλακείας ;» Ρώτησαν κάποτε τον κ Κόινερ.
-Ας τα πάρουμε ένα ένα, απαντησε ο κ Κόινερ. Πρώτα απ’ όλα ο Βλάξ δεν έχει καμιά ικανότητα μεταφορικής σκέψης. Τα παίρνει όλα κυριολεκτικά… Έτσι αδυνατεί να καταλάβει πότε ο συνομιλητής του μεταφέρει μια άποψη άλλων από την άποψη του ιδίου του συνομιλητή του. Δεν μπορεί να αντιληφθεί την εντός εισαγωγικών φράση… Παράδειγμα, λέει η Βίβλος ”Ο Άφρων είπε: Δεν υπάρχει Θεός ” και λέει ο Άφρων (δηλαδή ο Βλάξ) «Είδατε ; Το λέει και η Βίβλος. Δεν υπάρχει θεός.»
«Δηλαδή τι θέλετε να μας πείτε κ Κόινερ; Ότι υπάρχει Θεός;»
-Αγαπητό μου παιδί . Δεν ξέρω αν υπάρχει ή δεν υπάρχει Θεός. Εκείνο για το οποίο είμαι Βέβαιος είναι ότι η Ανθρώπινη Βλακεία είναι Ακατανίκητη, κυριολεκτικά!!
(Ιστορίες του κ. Κοϊνερ, του Μπέρτολτ Μπρέχτ)
Γιάννης Ιατρού said
127: Δεν τα χάνω κάτι τέτοια κελεπούρια (εδώ στην σύνοδο για το κλίμα έχουμε στείλει την Παναγιωταρέα, τι άλλο να περιμένεις να γίνει…) 🙂
dryhammer said
πιλάτες εκ του πιλατεύω
Παναγιώτης Κ. said
@106. Δεν πρόκειται για επιμονή. Απλή μνεία έκανα.
ΓιώργοςΜ said
131 Πιλατεύει ο γυμναστής. Οι γυμναζόμενοι πιλατεύονται.
Σε μιαν άλλη εκδοχή (καθιαυτού;):
Πιλάτες καμπόσ’, ν’ αγουράζανι κι τίπουτις…
dryhammer said
133. Πού να ‘ναι και πόντιος ο γυμναστής