Από τον Χάντακα στα νησιά Λοφότεν, το στοκοφίσι (μια συνεργασία του Ρογήρου)
Posted by sarant στο 6 Μαΐου, 2020
Το σημερινό σημείωμα βασίζεται σε ένα άρθρο που δημοσίευσε στο Φέισμπουκ ο φίλος μας ο Ρογήρος. Το διάβασα, μου άρεσε, και πάνω στη συζήτηση ένας άλλος φίλος έκανε ένα σχόλιο που μου έδωσε πάσα, οπότε έτσι γεννήθηκε το σημερινό άρθρο, συλλογικό προϊόν να πούμε. Αλλά τα πρωτεία ανήκουν στον Ρογήρο.
Γεννημένος κατά πάσα πιθανότητα λίγα χρόνια πριν από το 1400, ο Πέτρος Κουερίνι ήταν παιδί μιας από τις πλέον επιφανείς οικογένειες της ενετικής αριστοκρατίας. Για χρόνια ήταν εγκατεστημένος στον Χάνδακα της Κρήτης, μια και, εκτός των άλλων, ήταν άρχοντας των Δαφνών και του Τεμένους (τότε Καστέλ Τέμινι, επί τουρκοκρατίας Κανλί Καστέλι, σήμερα Προφήτης Ηλίας). Τα φέουδά του παρήγαν κυρίως το γλυκό κρασί που έμεινε γνωστό με την ονομασία Μαλβαζία.
Στις 25 Απριλίου 1431, ο Πέτρος σάλπαρε από τον Χάνδακα με το πλοίο του, την Κουερίνα. Το πλοίο ήταν φορτωμένο με 800 βαρέλια μαλβαζία, μπαχαρικά, βαμβάκι, κερί και στυπτηρία. Συγκυβερνήτες του Κουερίνι ήταν ο Νικόλαος Ντε Μικέλ κι ο Χριστόφορος Φιοραβάντε. Το πλοίο είχε ως προορισμό του ταξιδιού του τα πλούσια λιμάνια της Φλάνδρας όπου ο Κουερίνι θα διέθετε τα προϊόντα του φορτίου.
Όσο το πλοίο έπλεε στη Μεσόγειο, το ταξίδι δεν επεφύλασσε απρόοπτα. Τα πράγματα, όμως, άλλαξαν στον Ατλαντικό. Περί τα μέσα Σεπτεμβρίου του 1431, ενώ η Κουερίνα έπλεε ανοιχτά των ακτών της Γαλικίας, καταιγίδες και σφοδροί άνεμοι έβγαλαν το σκάφος από την πορεία του. Τα θαλάσσια ρεύματα παρέσυραν το πλοίο μακριά στον Βορρά, πέρα από τον Αρκτικό Κύκλο. Τον Δεκέμβριο το πλοίο ναυάγησε. Το πλήρωμα χωρίστηκε σε δύο ομάδες και η καθεμία ξεκίνησε στη λέμβο της αναζητώντας τη σωτηρία.

Νησιά Λοφότεν
Κανείς δεν έμαθε τι απέγιναν οι ναυτικοί της πρώτης ομάδας. Η δεύτερη, όμως, έφτασε στις 14 Ιανουαρίου 1432 σε ένα ερημονήσι κάπου στο Αρχιπέλαγος Λοφότεν. Ψαράδες από το κοντινό Ρεστ βρήκαν τους Ενετούς ναυαγούς και τους φιλοξένησαν στον οικισμό τους. Οι τέσσερις μήνες τους οποίους πέρασαν οι Ενετοί στο ψαροχώρι του απώτατου Βορρά έμοιαζαν με διαμονή στον Παράδεισο. Ο Κουερίνι σημείωνε ότι οι άνθρωποι ήταν όμορφοι και ψηλοί, οι άντρες γεροδεμένοι. Όλοι ήταν έντιμοι κι αγνοούσαν το έγκλημα. Ο Ενετός ευγενής εντυπωσιάστηκε από την έλλειψη σεμνοτυφίας των γυναικών, οι οποίες δεν δίσταζαν να κάνουν παρέα με τους ξένους ή ακόμη και να κυκλοφορούν γυμνές παρουσία τους!
Το πρακτικό εμπορικό πνεύμα του Βενετσιάνου, όμως, δεν στάθηκε στις ωραίες Νορβηγίδες, αλλά… στον μπακαλιάρο. Παρατήρησε ότι οι Νορβηγοί, αφού αφαιρούσαν από τα ψάρια τα εντόσθια, κρεμούσαν τους μπακαλιάρους για να ξεραθούν στον ήλιο. Έπειτα χτυπούσαν τη σάρκα τους για να μαλακώσει. Την κατανάλωναν όταν είχε πλέον πάρει τη μορφή ενός κρεμώδους πολτού.
Οι ψαράδες του Ρεστ βοήθησαν τον Κουερίνι να επιστρέψει στην πατρίδα του. Ο ήρωάς μας ξεκίνησε ένα μακρύ ταξίδι, διά ξηράς και θαλάσσης. Πέρασε από το Τρόντχάιμ, τη Βάστενα στη Σουηδία, και πήγε στο Λονδίνο όπου φιλοξενήθηκε από την εκεί ενετική κοινότητα. Έπειτα πέρασε τη Μάγχη και ξεκίνησε για τη γενέτειρά του (εκείνος, ένας καπετάνιος) έφιππος! Έφτασε στη Βενετία στις 12 Οκτωβρίου 1432, φέρνοντας φυσικά μαζί του μερικούς ξηρούς μπακαλιάρους. Σχεδόν αμέσως άρχισε να συντάσσει την αναφορά του προς την ενετική Γερουσία, περιγράφοντας αναλυτικά το ταξίδι και τις περιπέτειές του, δίχως να παραλείψει να τονίσει τη σημασία του ευρήματός του. Το κείμενο του Κουερίνι φυλάσσεται σήμερα στην Αποστολική Βιβλιοθήκη του Βατικανού. Έναν αιώνα αργότερα, ο Ενετός λόγιος και διπλωμάτης Ιωάννης Βαπτιστής Ραμούζιο μετέφρασε από τα ενετικά στα ιταλικά τη διήγηση του Κουερίνι, όπως κι εκείνη των δύο συγκυβερνητών Ντε Μικέλ και Φιοραβάντε, αφιερώνοντας στην συγκεκριμένη περιπέτεια ένα από τα κεφάλαια του συγγράμματός του με θέμα τους θαλασσοπόρους.
Όσο για τον μπακαλιάρο επρόκειτο να γνωρίσει τεράστια επιτυχία στη Βενετία, λόγω νοστιμιάς και πρακτικής χρησιμότητας (ειδικά για ένα κράτος ναυτικών). Το έδεσμα μνημονεύεται, εκτός των άλλων, και σε ένα από τα θεατρικά του Κάρλο Γκολντόνι («Le baruffe chiozzotte», δηλαδή οι «Καβγάδες στην Κιότζα», 1762). Σήμερα μια από τις γνωστότερες σπεσιαλιτέ της κουζίνας του Βένετο είναι ο μπακαλά μαντεκάτο (Baccalà mantecato), ξηρός μπακαλιάρος που βράζει για περίπου 20 λεπτά σε αλατισμένο νερό με σκόρδο, λεμόνι, φύλλα δάφνης και πιπέρι. Αφού στεγνώσει καλά χτυπιέται με ξύλινη κουτάλα μέχρι να μετατραπεί σε ένα μαλακό πατέ με κρεμώδη υφή. Σερβίρεται κρύος ή σε θερμοκρασία δωματίου πάνω σε φέτες ψωμί ή σε πολέντα.
Εδώ τελειώνει το άρθρο του Ρογήρου για το μακρινό ταξίδι του Πέτρου Κουερίνη -τον γράφω έτσι αφού το επώνυμο διατηρείται και σήμερα στη χώρα μας. Τα νησιά Λοφότεν θα τα ξέρουμε από τον Καββαδία και από το ποίημά του για τον πιλότο Νάγκελ, τον Νορβηγό πιλότο που είχε ξεμείνει στο Κολόμπο.
Ο πιλότος Νάγκελ
Στον ποιητή Ν. Ράντο
Ο Νάγκελ Χάρμπορ, Νορβηγός πιλότος στο Κολόμπο,
άμα έδινε κανονική πορεία στα καράβια
που φεύγαν για τους άγνωστους και μακρινούς λιμένες,
κατέβαινε στη βάρκα του βαρύς, συλλογισμένος,
με τα χοντρά τα χέρια του στο στήθος σταυρωμένα,
καπνίζοντας ένα παλιό χωμάτινο τσιμπούκι,
και σε μια γλώσσα βορινή σιγά μονολογώντας
έφευγε μόλις χάνονταν ολότελα τα πλοία.
Ο Νάγκελ Χάρμπορ, πλοίαρχος σε φορτηγά καράβια,
αφού τον κόσμο γύρισεν ολόκληρο, μια μέρα
κουράστηκε κι απόμεινε πιλότος στο Κολόμπο.
Μα πάντα συλλογίζονταν τη μακρινή του χώρα
και τα νησιά που ‘ναι γεμάτα θρύλους, τα Λοφούτεν.
Όμως μια μέρα επέθανε στην πιλοτίνα μέσα
ξάφνου σαν ξεπροβόδισεν το Steamer Tank «Fjord Folden»
όπου έφευγε καπνίζοντας για τα νησιά Λοφούτεν…
Λοφούτεν τα λέει ο Καββαδίας, ενώ ο Ρογήρος σημειώνει: Απ’ ό,τι φαίνεται, η προφορά του τοπωνυμίου στα νορβηγικά είναι «Λόουφοτεν» (με το «ε» εξαιρετικά αδύναμο).
Να ακούσουμε και το τραγούδι:
Αλλά ο Πέτρος Κουερίνης δεν επέστρεψε με άδεια χέρια από το μακρινό ταξίδι του. Έφερε μαζί του στη Βενετία τον ξερό μπακαλιάρο και την τεχνολογία που χρησιμοποιούσαν οι Νορβηγοί ψαράδες για να τον ξεραίνουν. Ο ξερός μπακαλιάρος είχε πολύ σοβαρά πλεονεκτήματα: ήταν ψάρι, άρα νηστίσιμο έδεσμα, σε μια εποχή όπου οι μισές και πάνω μέρες του χρόνου ήταν μέρες νηστείας· επιπλέον, ήταν φτηνό ψάρι και, ίσως το κυριότερο, μπορούσε να διατηρηθεί πολύ πολύ καιρό έτσι ξεραμένος -κάτι εξαιρετικά σημαντικό σε μια εποχή που δεν γνώριζε ψυγεία.
Αυτόν τον ξερό μπακαλιάρο οι Ιταλοί τον είπανε stoccafissa, δάνειο από το ολλανδικό stokvis, από το stok, ραβδί και vis, ψάρι, επειδή τους μπακαλιάρους τους κρεμούσαν πάνω σε κάτι ξύλα για να τους ξεράνουν στον αέρα (ή επειδή το ξερό ψάρι έμοιαζε με ξύλο;) Από εκεί και το αγγλικό stockfish, όπου το stock δεν είναι το απόθεμα.
Από εκεί και το δικό μας στοκοφίσι, διότι από τα ιταλικά η λέξη πέρασε και στα ελληνικά. Κανονικά, το stokvis είναι μόνο ο αποξηραμένος στον αέρα μπακαλιάρος, αλλά όταν εμείς λέμε στοκοφίσι μπορεί να εννοούμε και τον παστό. «Λέμε», μια κουβέντα είναι -πρόκειται για παλιά λέξη, που αμφιβάλλω αν λέγεται πια.
Πάντως, η λέξη ακουγόταν πολύ στα Επτάνησα, ως ιταλική επιρροή, αλλά και στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο· αν και πάντοτε εισαγόμενος, ο μπακαλιάρος ήταν φτηνός, γι’ αυτό και έχει αποκληθεί «φτωχογιάννης». Στη Βαβυλωνία, ο (Επτανήσιος) αστυνόμος, μόλις ακούει τον Κύπριο να αναφέρει ότι ονομάζεται Σολωμός, τον ρωτάει «Μπας κι είσαι στοκοφίσι;». Πιο παλιά, στον Χάση του Γουζέλη, διαβάζουμε: «Nα μην ντραπεί το κάψαλο, τ’ άνοστο στοκοφίσι / να σκύψει με τη μούρη του τα στήθια να φιλήσει!»
Σατιρίζοντας τις συνήθειες που επιβάλλει η θρησκεία, κάτι που του στοίχισε τον αφορισμό, ο Λασκαράτος γράφει ότι τη σαρακοστή τα μπακάλικα «έχουνε Γκρεάτ Εξημπισιόν μπακαλάοι και στοκοφίσια μοσκεμένα κι αμόσκευτα», ενώ πολύ γνωστός είναι ο στίχος του Σουρή από τον Φασουλή φιλόσοφο:
Μπορείς να πέσεις στο νερό από ψηλά σαν γλάρος
και το μακρύ το ράμφος σου μαρίδες να ρουφήσει;
Μπορείς και συ ν’αλατισθείς καθώς ο μπακαλιάρος
κι από τ’ αλάτι το πολύ να γίνεις στοκοφίσι;
-που μας δείχνει ότι η λέξη χρησιμοποιόταν στα ελληνικά και για το αλατισμένο ψάρι, όχι μόνο το ξεραμένο στον αέρα.
Στη συζήτηση που έγινε στο Φέισμπουκ σχετικά με το ποστ του Ρογήρου, ο φίλος Γιάννης Κοριαλός παρατήρησε:
Αυτός ο ξερός μπακαλιάρος,σκληρός σαν τάβλα,λεγόταν κοφίσι στα Επτάνησα-παραφθορά εγγλέζικη. Τον αφήναν 2-3 στο νερό για να μαλακώσει και να μαγειρευτεί.
Όπως είδαμε πιο πάνω, δεν πρόκειται για εγγλέζικο δάνειο αλλά για ιταλικό/ενετικό. Αλλά γιατί ο φίλος μας λέει «κοφίσι» και όχι «στοκοφίσι»; Και δεν το λέει μόνο ο φίλος μας, από Ιθάκη-Κεφαλονιά, αλλά έτσι το βρίσκω και σε λεξικό λευκαδίτικου ιδιώματος.
Είναι ένα ενδιαφέρον φαινόμενο: η λέξη «στοκοφίσι», όπως δεν έχει ετυμολογική διαφάνεια, έπαθε επανανάλυση, δηλαδη η πρώτη συλλαβή θεωρήθηκε εμπρόθετο άρθρο (στοκοφίσι > στο + κοφίσι) και αποκόπηκε κι έτσι έμεινε σκέτο το «κοφίσι».
Είχαμε αφιερώσει άρθρο στο φαινόμενο αυτό, αλλά εκεί δεν αναφέρω το «κοφίσι» διότι τότε δεν το ήξερα. Τέτοια παραδείγματα επανανάλυσης βρίσκουμε πχ στη λέξη «ρίκι», εννοώ το ψάρι με το όνομα αυτό, είδος παλαμίδας, που προέρχεται από το τουρκ. torik, που έδωσε «τορίκι» το οποίο επαναναλύθηκε σε το+ρίκι. Παρομοίως η στέρνα προέρχεται από τη βυζαντινή κιστέρνα και κινστέρνα -η εντυπωσιακή υπόγεια δεξαμενή στην Πόλη λέγεται Βασιλική κινστέρνα. Αυτό είναι δάνειο από το λατ. cisterna, για την ακρίβεια είναι αντιδάνειο αφού η λατινική λέξη ανάγεται στο αρχελλ. «κίστη». Η κιστέρνα λοιπόν έγινε στέρνα επειδή η πρώτη συλλαβή θεωρήθηκε σύνδεσμος και άρθρο (κι η στέρνα) και αποκόπηκε. Κι άλλα τέτοια παραδείγματα μπορούμε να βρούμε, αλλ’ αφορούν σπανιότερες λέξεις.
Και τέλος, για να κλείσουμε ταξιδιωτικά, ένας κλάδος της οικογένειας Κουερίνι είχε για φέουδό του και την Αστυπάλαια. Αυτοί έχτισαν το κάστρο της Αστροπαλιάς, που λέει και το τραγούδι, και για να ξεχωρίζουν πρόσθεσαν στο επίθετό τους το Stampalia, όπως λεγόταν στα ιταλικά, Querini-Stampalia. Aν έτρωγαν στοκοφίσι, δεν ξέρω.
ΓιώργοςΜ said
Καλημέρα!
Μας ταξιδέψατε πάλι σήμερα, Νικοκύρη και λοιπό πλήρωμα 🙂
Δύτης των νιπτήρων said
Πολύ μ’ αρέσουν αυτά τα άρθρα.
Μυλοπέτρος said
Στο χωριό μου τη στέρνα τη λέμε γι(η)στέρνα . Αρχικά υπέθεσα ότι ονομάζεται έτσι επειδή βρίσκεται στη γη. Μετά όταν έμαθα για την κινστέρνα της Νέας Μονής (στη Χίο υπέροχε Ξεροσφύρη), κατάλαβα το λάθος μου.
nikiplos said
Καλημέρα. Με το σημερινό μου λύνεται μιαν απορία. Σε ένα πολυεθνικό τραπέζι εις Παρισίους (Γερμανοί, Ιταλοί, Γάλλοι οι επίσημοι συνδαιτημόνες), εξ ανάγκης η γλώσσα ήταν τα αγγλικά. Μιλώντας για το έδεσμα που ήταν μπακαλιάρος, το είπαμε όλοι cod fish ή ένας από χωριό δεν τον ξέρετε το είπε haddoc. Ο Βενετσιάνος όμως επέμενε πως λέγεται stockfish και δεν του φέραμε αντίρρηση, ποιοί ήμασταν εμείς άλλωστε… 🙂
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Καλημέρα. Νικοκύρη να σπαμάρω ή θα με κάνεις αλίπαστο?
https://www.slang.gr/definition/25827-xnari
sarant said
Kαλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια, χαίρομαι που άρεσε το άρθρο και που λύθηκαν απορίες!
Γιάννης Π. said
Καλημέρα,
ιδιαίτερα ωραίο το σημερινό άρθρο.
Η επανανάλυση μου θύμισε μια λέξη της κόρης μου, όταν ήταν μικρή, «τα κούνια», που δεν ήταν άλλο από τα τακούνια.
atheofobos said
Στην Μύκονο στοκοφίσι το λένε και υπάρχει και η έκφραση για κάποιον αδύναμο –σαν στοκοφίσι είναι, δηλ σαν απολειφάδι.
Νέο Kid said
Ωραίο! Μια ερώτηση. Πώς είμαστε σίγουροι ότι το κοφίσι προέρχεται από το στοκοφίσι κι όχι από το cod fish ; Ως επτανησιακό μπορεί και να είναι παραφθορά του εγγλέζικου. Όχι;
Για τις τσιστέρνες και τις στέρνες έχουμε ξανασυζητήσει πριν χρόνια , αλλά δε θυμάμαι αν ήταν με αφορμή αυτόνομο άρθρο ή -ως συνήθως- σε πέλαγος που μας είχαν ταξιδέψει περιφερειακά σχόλια …
Λοζετσινός said
Καλημέρα σας
Ωραίο το σημερινό, να προσθέσω κάτι κι εγώ.
…Η Οινοποιητική Μονεμβασίας ιδρύθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 1997 στη Moνεμβασιά Λακωνίας από τον κ. Γιώργο Τσιμπίδη.
Η δημιουργία της Οινοποιητικής Μονεμβασίας εντάχθηκε στα πλαίσια ενός ευρύτερου επιχειρηματικού σχεδίου που είχε σχέση με την αναβίωση του οίνου Μalvasia και που περιλάμβανε δράσεις και ενέργειες σ’όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων: έρευνα – αμπελοκαλλιέργεια – σταφύλι – οινοποίηση – κρασί – εμφιάλωση – διάθεση – προβολή – εμπορία.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΟΙΝΟ MALVASIA
Υπήρξε ένα κρασί που κυριάρχησε παγκόσμια για 300 χρόνια από το 12ο αιώνα, αποτέλεσε εθνικό εξαγώγιμο προϊόν κι αυτή τη στιγμή συνεχίζει να παράγεται στην Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Μαδέρες Κροατία ,Καλιφόρνια και μέχρι πρόσφατα δεν παράγονταν στον τόπο που το γέννησε και που έφερε το όνομά του [Μalvasia = Μονεμβασία στα Φράγκικα].
Και στο σκάκι
Stockfish is one of the strongest chess engines in the world. It is also much stronger than the best human chess grandmasters.
Astero said
Πού να ήξερα τις περιπέτειες του Κουερίνη όταν σύχναζα για μουσικά κοντσέρτα στο (υπέροχο) παλάτι της οικογένειας και κατόπιν για mantecato! Έπρεπε να περάσω δυο χρόνια στην επαρχία Τεμένους και να περιμένω άλλα πόσα ώσπου να σε διαβάσω Νίκο (και παρέα!).
Μέρος της οικογενειακής κληρονομιάς των Querini-Stampalia: https://www.artsupp.com/it/QueriniStampalia.
Ευχαριστούμε!
Γς said
>από το stok, ραβδί kai vis, ψάρι
και vis, ψάρι
Νέο Kid said
Το Στοκοφίσι είναι πολύ γνωστό στους σκακιστές, αφού είναι το όνομα ισχυρότατου λογισμικού. Stockfish. Πιθανολογώ ότι το όνομα βγήκε επειδή οποίος human επιχειρήσει να παίξει παρτίδα εναντίον του, καταλήγει ,μετά από όχι πολλές κινήσεις ,να χτυπιέται αλύπητα σα στοκοφίσι!🙂
Εγώ είχα την ,προφανώς λαθος εντύπωση, ότι η Μαλβάσια είναι κρασί της Μονεμβασιάς…
Γς said
>Τον αφήναν 2-3 στο νερό για να μαλακώσει και να μαγειρευτεί.
2-3 λεπυά; Ωρες; Μέρες; Χαρτόνια; Τέρμινα γενικώς;
Γς said
χαρτόνιια= χρόνια
Νέο Kid said
Ω! Τώρα είδα το 10 . Παρντον σινιόρ Λοζετσίνο! ( στο βενετσιάνικο στυλ, σήμερα…😊)
Νέο Kid said
Έχω μπερδευτεί όμως. Η μαλβάσια είναι τελικά ποικιλία ενδημική τση Κρήτης, για της Μονεμβασίας;
voulagx said
Κι ο σκακιστικος μπακαλιαρος: https://stockfishchess.org/
sarant said
7 Tα κούνια και η φλόμυγα (τη φλόμυγα)
Γς said
Ρε παιδιά όταν λέτε μπακαλιάρω, τι εννοείτε; Τον Βακαλάο;
Στο Δημοτικιστικό:
-Κόκκορας κοινώς αλέκτωρ
Ούτε το “κοινώς” αλλά ούτε το “αλέκτωρ” ξέραμε ακόμα.
Πάντως το βασάνιζα καιρό στο μυαλό μου μέχρι να βεβαιωθώ ότι η πρώτη μου αντίδραση ήταν σωστή:
“Ο δάσκαλος λέει βλακείες!”
Γς said
12, 14:
Θα τις κάνεις τις διορθώσεις αφεντικό;
Ή να τις πάρω πίσω;
Βασίλης Φίλιππας said
Καλημέρα. Η λέξη συναντάται σε όλα τα Επτάνησα. Στη Λευκάδα και με τους δύο τύπους «στοκοφίσι» και «κοφίσι» (συνηθέστερος ο δεύτερος). Η λέξη όντως είναι από τα βενετικά μιας και μαρτυρείται σε κείμενα της βενετικής περιόδου (η αγγλοκρατία ακολούθησε αρκετά μετά, το 1815). Τις συνταγές μαγειρέματός του και τα υλικά που χρησιμοποιούσαν μπορεί να τα βρει κανείς στα βιβλία της τοπικής κουζίνας κάθε νησιού (για τη Λευκάδα π.χ. της Ε. Βουτσινά).
Γς said
Αχ, εκείνο ο υπόγειο στην Πλάκα…
Τα Μπακαλιαράκια!
Ρε παίδες
Σας έπιασε λιγούρα για μπακαλιάρο;
ή μόνο εμένα;
Δημήτρης Μαρτῖνος said
Πολὺ πλούσιο τὸ σημερινό.
Ἱστορίες, ἐδέσματα, λεξιλογικά, τὰ πάντα ὅλα.
Εὐχαριστοῦμε, Νικοκύρη.
@ΣτοΔγιαλοΧτῆνος(5). Ὁ κρεμασμένος μπακαλιάρος μοῦ θύμισε τὴν ἱστορία τῆς γιαγιᾶς ἑνὸς φίλου, στὴν Κρήτη.
Εἶχε κατέβει ἀπὸ τὸ χωριό της στὴν πόλη, γιὰ νὰ δεῖ τὰ παιδιά της. Βγῆκε νὰ πάει μιὰ βόλτα καὶ χάθηκε.
Τὴν βρῆκαν μετὰ ἀπὸ ψάξιμο ὡρῶν.
Εἶχε βάλει σημάδι, γιὰ νὰ βρεῖ τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς, ἕνα μπακάλικο μὲ κρεμασμένον ἀπ᾿ ἔξω ἕναν μπακαλιάρο.
Ὅπως φαίνεται, ὁ μπακαλιάρος πουλήθηκε μέχρι νὰ γυρίσει.
Βασίλης Φίλιππας said
Α! ναι και το επώνυμο Φιοραβάντε(ς) συναντάται και σήμερα στην Κεφαλονιά αλλά και στην Αστυπάλαια (στην τελευταία με τις άλλες οικογένειες που εγκατέστησαν εκεί οι Κουιρίνη-Σταμπάλια).
Γς said
20:
Τι μπέρδεμα είναι αυτό;
>Μπακαλιάρω
>Στο Δημοτικστικό:
sarant said
21 Καλά ντε, μη φωνάζεις. Για το 2-3 δεν ξέρω τι εννοούσε ο φίλος, μάλλον μέρες;
22 Ακριβώς, αν είναι πριν απο το 1800 δεν μπορεί να είναι από το αγγλικό.
Γς said
24:
>Εἶχε βάλει σημάδι, γιὰ νὰ βρεῖ τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς, ἕνα μπακάλικο μὲ κρεμασμένον ἀπ᾿ ἔξω ἕναν μπακαλιάρο.
Εγώ πάλι για να μη χαθώ έβαλα σημάδι τον μιναρέ που ήταν δίπλα στο συνέδριο και πήγα τσάρκα στην Κομοτηνή [με τις δεκάδες τζαμιά].
Και δεν είχαμε και κινητά τότε
Νέο Kid said
Η οικογένεια Κουερίνι διάπρεψε στο εμπόριο στοκοφισίου σε όλον τον πλανήτη . Ένας απόγονος του Πέτρου Κουερίνι, ο Γκρόσο Κουερίνι έφτασε να πουλάει μπακαλιάρο στη Βραζιλία! Ήταν όμως ψιλολαμόγια και ,τιμώντας το όνομά του, πουλούσε τα ψάρια μαζί με τον κατιμάδες και τη σαλαμούρα , με αποτέλεσμα οι πτωχοί ιθαγενείς να πληρώνουν τελικά περισσότερο για σαλαμούρα και απολειφάδια παρά για ψάρι!
Ξεσηκώθηκε έτσι μια γενική κατακραυγή απαίτησης να ζυγίζει καθαρό (netto) το στοκοφίσι.
Οι διαμαρτυρίες ξεκίνησαν με την κραυγή-παρότρυνση : Netto! Querini! netto! Δηλαδή να ζυγίζει καθαρό ψάρι κι όχι «μεικτό». Η διαμαρτυρία έπιασε τόπο κι έμεινε θρυλική, με αποτέλεσμα ο Γκρόσο , που ως γάτος Βενετσιάνος ήξερε ότι τον πελάτη τον γδύνεις μεν αλλά χωρίς να τον δυσαρεστείς!, να αλλάξει το ονομά του σε Νέτο Κουερίνι . Το εμπόριο συνεχίστηκε κανονικά ( αφού το νέτο στοκοφίσι είχε πια μεγαλύτερη τιμή από το γκρόσο…) και το παρακλάδι αυτό της οικογένειας Κουερίνι ρίζωσε για τα καλά στη χώρα του καφέ και της μπάλας.
Ένας απόγονος του , ο Νέτο Γκουερίνο (το όνομα Κουερίνι είχε με την πάροδο των χρόνων βραζιλιανοποιηθεί) έφτασε να παίζει στον ΠΑΟΚ.
Ο οποίος ΠΑΟΚ …( αλλά η συνέχεια της μυθοπλασίας υπό άλλου σχολιαστού προσεχώς στις οθόνας σας…)😊
gpointofview said
Αργησα να μπω και το γράψανε κι άλλοι σχετικά με το μαλβάζια που ίσως έγινε μαλβαζία στην Κρήτη… η πλάκα είναι πως σύμφωνα μ’ αυτά που γράφει ο Ραγκαβής στην ιστορία της οικογένειάς μου, το ξεκίνημα ήταν από την Μονεμβασιά και πήγανε στον Χάνδακα. Αν δεν έλεγε πως έγιναν λίγο αργότερα θα μπορούσαν να είχανε πάει εκεί και το κρασί ! Το κείμενο σε δική μου μετάφραση :
Η οικογένεια Cerulli έλκει την καταγωγήν από την Κρήτη σύμφωνα με το Livre d’ Or de la Nomblesse de Corfou και τις παραδόσεις της οικογένειας. Το όνομά της εγράφετο στην Κρήτη Κυρούλης και αυτός ο τύπος χρησιμοποιήθηκε επίσης στην Πάτρα σε ένα πιστοποιητικό που αφορούσε την Helene, veuve de Nicolas Cerulli, εις το οποίον ονομάζεται Ελένη, χήρα Κυρούλη.
Οι Cerulli το πρώτου μέρος του 16ου αιώνα κατετάγησαν στον στρατό της Βενετίας και υπηρέτησαν στην Μονεμβασία και μετά την κατάληψη της πόλης από τους Τούρκους το 1541 κάποιος MANUSSO CERULIN κατέφυγε στην Κρήτη και την κατέστησε δεύτερη πατρίδα του. (Σάθας Μον. Ιστ. τ. VIII σ.342).
(Στην έκδοση ψηφιακής μορφής του Παν/μίου Κρήτης αναφέρεται ως Manussos Cerulinos)
Ο σοφός Archiviste (αρχειοφύλακας) της Κέρκυρας, Lorenzo Brochini υπολόγιζε αυτήν την οικογένεια σαν καταγωγής από Μονεμβασία, όπου μας λέει το όνομά της εγράφετο Κερουλής και ήταν η Μονεμβασία το μέρος από το οποίον εγκατεστάθηκαν αρχικά στην Κρήτη και εν συνεχεία την Κέρκυρα.
Όταν η Κρήτη κατελήφθη από τους Τούρκους το 1669 οι Cerulli κατέφυγαν αρχικά στην Βενετία όπου υπηρέτησαν κατά το πλείστον σαν αξιωματικοί στον στόλο της Βενετίας. Ο πρώτος που επισκέφθηκε την Κέρκυρα ήταν ο ZUANNE CERULLI, κυβερνήτης πολεμικού σκάφους της Βενετίας ο οποίος παντρεύτηκε εκεί το 1717, δηλαδή την χρονιά που ακολούθησε την φοβερή πολιορκία της Κέρκυρας από τους Τούρκους, στην υπεράσπιση της οποίας έλαβε μέρος υπό τις διαταγές του Βενετού ναυάρχου Pisani.
Ο αδελφός του ANTONIO CERULLI φέρει ακόμα τον τίτλο “Nobile in Candia”(ευγενής του Ηρακλείου) και έγινε President de la Republique de Vonitza, Prevesa, Butrinto et Parga (πρόεδρος της Πολιτείας της Βόνιτσας, Πρέβεζας, Αγίων Σαράντα και Πάργας) η οποία τελούσε υπό την προστασία της Βενετίας.
Η δική μου απορία είναι αν από την Candia βγήκε το Χάνδαξ ή το ανάποδο ;
Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said
Εκτός του ότι το σημερινό σου άρθρο είναι πολύ ενδιαφέρον από μόνο του, μου άρεσε επιπλέον και για έναν προσωπικό λόγο: Η πρώτη μου παιδικοεφηβική συγκίνηση από την ποίηση του Καββαδία -αληθινή συγκίνηση!- ήταν «Ο πιλότος Νάγκελ»…
gpointofview said
# 29
Λυπήσου τον Κουβάτσο, τι του τα θυμίζεις, για τον Γκουερίνο, πριν λίγες μέρες που είχε επέτειο του τα είχα γράψει και έπαθε αλλεργική επιπλοκή, μην ξεχνάς πως οι αλλεργίες είναι αθροιστικές, δεν κάνει. 🙂
nikiplos said
Που είναι κάνας Κρητικός τοπικιστής υπέρ το δέον, να «ανοίξει» τη συζήτηση, ότι το κρασί Μαλβάζια δεν προέρχεται από την Μονεμβασιά, αλλά από το Μαλεβίζι τσι Μεγαλόνησου. 🙂
Να πούμε πως ο Πέτρος άργησε να σαλπάρει (τέλη Απριλίου) τότε, καθώς τα πλοία της εποχής που έπιαναν βορρά, έφευγαν το αργότερο μέσα Μαρτίου, για να πιάσουν σχετικά καλό καιρό.
Costas X said
Καλημέρα ! Εξαιρετικά ενδιαφέρον για μένα το σημερινό άρθρο !
Στην Κέρκυρα λέγεται «στΑκοφίσι». Είναι μπακαλιάρος ολόκληρος (όχι φιλέτο), ξερός σαν ξύλο. Η εμφάνισή του είναι τουλάχιστον απωθητική, αν και οι παλιοί τον θυμούνται με νοσταλγία, «νά ‘χαμε λίγο στακοφίσι»! Τα στακοφίσια τα είχαν κρεμασμένα τα παλιά μπακάλικα της Κέρκυρας, τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του ’70. Το τελευταίο που είχα δει ήταν στην Πιάτσα, μικρή πλατειούλα με μαγαζιά.
Προσπαθήσαμε κάποτε με φίλους να το ετυμολογήσουμε, χωρίς πηγές και γνώσεις, προ ίντερνετ εποχή. Καταλήξαμε στην σγγλική προέλευση, κάποιοι στο «stick-fish», λόγω εμφάνισης, και κάποιοι στο «stock-fish», απόθεμα τροφής. Σήμερα, μετά από δεκαετίες έμαθα το «έτυμον» !
14. & 27. Τρεις μέρες το μούσκευαν, «στο μόσκιο» έλεγαν οι γιαγιάδες !
sarant said
33 Υπάρχουν Κρητικοί τοπικιστές;
30 Candia από τον Χάνδακα νομίζω
sarant said
34 Στο Τουίτερ ένας Κερκυραίος έγραψε προ ολίγου ότι είναι μεν δυσεύρετο το στακοφίσι αλλά βρίσκουν για την 25η Μαρτίου και έδειξε και περσινή φωτογραφία.
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
35α
Δεν ξέρω, αλλά εθνικιστής είναι αυτός που νομίζει πως ο τόπος του είναι καλύτερος από την Κρήτη.
Costas X said
36.
Δεν ήξερα ότι το βρίσκουν ακόμα ! Ο επιμένων (κορφιάτης) νικά !
Μάλλον θα το φέρνουν από Ιταλία. Εγώ πάντως δεν θα επέμενα να το φάω, λόγω εμφάνισης μάλλον θα είναι στεγνό και άγευστο, γι αυτό βάζουν και πολλά μυρωδικά. Ίσως να το δοκίμαζα από περιέργεια, αφού έχω φάει αρκετές φορές διάφορα «περίεργα» εδέσματα, π.χ. καγκουρό !
Alexis said
Ωραίο άρθρο το σημερινό!
Alexis said
Αγνοούσα το στοκοφίσι και σαν λέξη και σαν προϊόν.
Αν το άκουγα κάπου θα πίστευα ότι είναι λεξιπλασία των ελληνοαμερικάνων, κάτι σαν τα μπιλοζίρια δηλαδή.
Prince said
Σήμερα είναι πράγματι εξαιρετικό το άρθρο! Επιτέλους κάτι (και) λεξιλογικό!
(Αμάν με τον κορονοτέτοιο και την πολιτική – λες και όλα τ’άλλα blogs ασχολούνται με κάτι άλλο).
Νέο Kid said
Έχω ένα σκοτεινό σημείο, που ίσως ο αγαπητός Ρογήρος μπορεί να ξεκαθαρίσει.
Με ποιο όνομα ακριβώς έκανε γνωστό το ψάρι ο Κουερίνι στη Βενετία; Ποιον όρο χρησιμοποίησε ας πούμε στην επίσημη αναφορά του; Στοκοφίσι ή μπακαλά ;
Δεν θα ήταν λίγο παράξενο ο Βενετσιάνος να υιοθετούσε ατόφιο το βόρειο όνομα;
Θέλω να καταλήξω ότι μήπως τελικά το στοκοφίσι είναι οντως δάνειο (διεθνές) από τα νορβηγοεγγλέζικα;
Νέο Kid said
Α, τώρα διάβασα το stoccafissa που λέει ο Νικοκυρης…
Είναι αυτός ο πρωταρχικος ορος όμως του Κουερίνι; Στο θεατρικό έργο πώς είναι το όνομα;
Μερσί εκ των προτέρων για τυχόν απαντήσεις.
rogerios said
Ευχαριστώ πολύ τον Ν(ο)ικοκύρη για την αναδημοσίευση και, βεβαίως, για τις συμπληρώσεις του που καθιστούν το αρχικό κείμενο πολύ πιο ενδιαφέρον!
Σε ό,τι αφορά την απορία του Τζη, αρχικά έχουμε την αραβική ονομασία του Ηρακλείου (rabḍ al-ḫandaq/ ربض الخندق), Ραμπντ αλ-Χαντάκ, δηλαδή το Κάστρο της Τάφρου, εν συνεχεία τον Χάνδακα και τελικά την Candia.
Όσον αφορά τη Malvasia, ίσως αυτό να μην ικανοποιεί τους Μονεμβασιώτες (που πλέον έχουν κατοχυρώσει το προϊόν), αλλά η ονομασία είναι κατά πολύ προγενέστερη της κτήσης της Μονεμβασίας από τους Ενετούς (1464). Φαίνεται ότι όριζε ποικιλία σταφυλιών προς οινοποίηση που χαρακτηρίζει για πρώτη φορά κρασί από τη Μάλτα. Κατά τον Μεσαίωνα, η ποικιλία παράγεται κυρίως στην Κρήτη. Με άλλα λόγια, το πιθανότερο είναι το ενετικό τοπωνύμιο να υπαγορεύθηκε από την ήδη γνωστή ποικιλία κρασιού λόγω ηχητικής εγγύτητας με την ελληνική ονομασία.
rogerios said
Νεοκίδιε: ο όρος στην αναφορά του Κουερίνι είναι stocfisi («Prendono fra l’anno innumerabili quantità di pesci, e solamente di due specie: l’una, ch’è in maggior anzi incomparabil quantità, sono chiamati stocfisi»).
Theo said
@37:
Εγώ το ξέρω πως σοβινιστής είναι αυτός που νομίζει πως το χωριό του είναι καλύτερο από τ’ Ανώγεια (νομίζω πως το άκουσα από τον Λουδοβίκο, τον τραγουδιστή).
Costas X said
44. @ Rogerios
Επειδή βλέπω ότι έχετε ασχοληθεί με αραβικής προέλευσης κρητικά τοπονύμια, μήπως γνωρίζετε κάτι για την ονομασία του Χαντρά, στο οροπέδιο των Αρμένων κοντά στη Σητεία ; Μου είπαν κάποτε ότι προέρχεται από κάποια αραβική λέξη, μάλλον «hadar», που σήμαινε ίσως πρωτεύουσα, κεφαλοχώρι. Ισχύει κάτι τέτοιο ;
dryhammer said
stucco fish
Theo said
Κάποιοι στην ΕΡΤ πέθαναν τον Μίκη Θεοδωράκη και την Ειρήνη Παππά (https://www.in.gr/2020/05/06/greece/adianoiti-gkafa-tis-ert-pethane-miki-theodoraki-kai-eirini-pappa/)
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
46 Μάλλον έχεις δίκιο. Σοβινιστής, όχι εθνικιστής.
rogerios said
@47, Costas X: Δυστυχώς,όχι, ο Χάνδακας είναι SOS και για αυτό το γνωρίζω. Για περισσότερα και πιο ειδικά φαντάζομαι ότι μόνον ο Δύτης θα μπορούσε να δώσει αξιόπιστη απάντηση. [πάντως έχω ακούσει κι εγώ για αραβική προέλευση του τοπωνυμίου Χανδράς/ Χαντράς στο Λασήθι]
rogerios said
Και για όσους θέλουν κάτι παραπάνω:
1. Για τους ιταλομαθείς: Paolo Nelli (επιμ.) «Pietro Querini, Nicolò De Michiele, Cristofalo Fioravante: Il naufragio della Querina. Veneziani nel circolo polare artico», εκδ. Nutrimenti, Ρώμη, 2007/ Paolo Cossi «1432. Il veneziano che scoprì il baccalà», Hazard Edizioni, Μιλάνο, 2008.
2. Για τους γαλλομαθείς: «Pietro Querini, Cristoforo Fioravante et Nicolò de Michiel, Naufragés», (μετάφραση από τα ενετικά και εισαγωγή: Claire Judde de Larivière), Anacharsis, Τουλούζη, 2005/ Benjamin Guérif «Pietro Querini, les naufragés de Röst», (μυθιστόρημα), εκδ. Rivages, Παρίσι, 2007.
sarant said
Ευχαριστούμε πολύ Ρογηρε και για τις διευκρινίσεις και για το αρχικό άρθρο φυσικά.
Ο Κουερίνης δεν τσιγκουνευόταν βλέπω τα επίθετα, innumerabili και incomparabil
Κιγκέρι said
Δεν την ήξερα τη λέξη στοκοφίσι, δεν την είχα ακούσει, ούτε χρησιμοποιήσει ποτέ.
Ήξερα όμως το ποίημα του Σουρή. Φαίνεται πως, όταν το διάβασα, κατάλαβα βέβαια το νόημα της λέξης, αλλά δεν τη συγκράτησα.
Ο Σουρής συγκρίνει τον άνθρωπο με τα διάφορα ζώα και τον βρίσκει κατώτερο από όλα και σε όλα. Πολύ σκόρπια, θυμάμαι:
….´Ενα κουνούπι κάθισε …..μια μέρα
σ’ ενός βοδιού το κέρατο κι εσφύριζε κει πέρα
Και λέει το βόδι με ψυχρόν Εγγλέζου χαρακτήρα
και όταν ήρθες κι έφυγες, χαμπάρι δε σε πήρα.
Μπορείς και συ βρε άνθρωπε να του τα πεις αυτά
όταν στ’ αυτί σου νηστικό …..πετά;
…μπορείς καθώς ο κόκορας, μονάχα σε μια μέρα
να χωρατεύεις μ’ εκατόν σαρανταπέντε κότες;
Και καταλήγει:
….και καμαρώνεις
για το μυαλό του κεφαλιού και το μυαλό της ράχης.
Συ, του Δαρβίνου η μαϊμού, συ δίπουν μαστοφόρο,
συ, άνθρωπε θαυμάσιε, που κακό χρόνο νά χεις!
(Νικοκύρη, το κείμενο πάνω και κάτω από το τραγούδι είναι το ίδιο;)
Konstantinos said
Το στοκοφισι το λένε ακόμα στην Κέρκυρα.
Είχα πάει συστημένος σε μαγαζί 2 στενά από την πλατεία στο Σαροκο. 100μ2 μαγαζί μόνο μπακαλιάρος. Είχε 4-5 διαφορετικά είδη, μεταξύ των οποίων και αυτός που είναι σαν ξύλο .
Ακριβοί αλλά πιο νόστιμοι από ότι έχω βρει στην Βαρβάκειο (κι έχω ψάξει αρκετά)
Σε κουβέντα που έπιασα με το μάστορα εκεί ήταν μεγάλο πρόβλημα η διατήρηση σωστών επιπέδων υγρασίας σε κάθε είδος. Μέχρι αφυγραντες είχαν βάλει στα ψυγεία αλλά δεν ήξεραν ότι ήταν σαν να τραβάνε τη θάλασσα όσο η ψύξη λειτουργούσε με τον ίδιο τρόπο και δεν άλλαζε…
Costas X said
51. @ Rogerios
Ευχαριστώ ούτως ή άλλως για την απάντηση. Το ψάχνω γιατί πιθανολογώ από εκεί την καταγωγή των Αρμένηδων και των Χανδρινών της Κέρκυρας (15ος αι.). Υπάρχει χωριό Αρμενάδες στη βόρεια Κέρκυρα (τουλάχιστον από το 1407), όπου πρωτοκαταγράφηκαν τα επώνυμα Αρμένης και Χανδρινός (1503). Με διπλανά χωριά Αρμένοι και Χανδράς στο Λασήθι, ή «Αρμενοχανδράδες» που λένε οι ντόπιοι, μάλλον δεν είναι σύμπτωση.
spiridione said
Μπράβο, πολύ ωραίο άρθρο, ευχαριστούμε.
Christos D. Tsatsaronis said
Πράγματι πολύ ωραίο και ταξιδιάρικο το άρθρο, ευχαριστούμε άπαντες, τελικά με τη ναυτοσύνη το ιστόλόγιο «τό ‘χει» που λεν και οι νεότεροι συνάνθρωποι μας.
Κατά τα λοιπά, πολλές οι συνάφειες μα και οι «αντιδικίες» μεταξύ Λακωνίας (ποιός Λάκωνας τοπικιστής;) και Κρήτης – νομού Χανίων ειδικά, όπως η Μαλβάζια, η κατάληξη επωνύμων – άκης και άλλα… Λακωνικά(!).
Χρήστος Δ. Τσατσαρώνης
http://www.badsadstories.blogspot.gr
http://www.badsadstreetphotos.blogspot.gr
GeoKar said
Πολύ ενδιαφέρον άρθρο – και σχόλια! Ευχαριστούμε Ν(ο)ικοκυρη κ Ρογήρε 👍
Ψαροντουφεκάς said
Ωραία ιστορία, αν και ψιλοξέραμε εμείς στο σινάφι πώς έγινε της μόδας ο μπακαλιάρος σε Βενετία και Νορβηγία. Μια μικρή συμπλήρωση: Αυτό που εξέπληξε περισσότερο τον Pietro Querini ήταν ότι οι εγκαταλελειμένοι Νορβηγοί ψαράδες ήσαν πιστοί χριστιανοί και είδαν τους ναυαγούς ως απεσταλμένους του Χριστού, εξ ού και η τόση περιποίηση.
Γράφει μεταξύ άλλων (σε γαλλική μετάφραση) ο Querini στην αναφορά του στην Ενετική Γερουσία: «« ces pêcheurs sont très chrétiens. Ils ne perdraient pas l’occasion d’assister à la messe, et à
l’église, ils restent constamment à genoux pour prier. Ils ne jurent pas, ne blasphèment pas le
nom des saints, et ne nomment jamais le démon. […] Ils jeûnent les jours commandés, et ils
suivent avec vénération et fidélité de très nombreuses fêtes chrétiennes.»
Όσοι δεν ξέρουν γαλλικά ας το βάλουν στο γκουγκλτρανσλέιτ γιατί είναι σημαντική μαρτυρία. Κανείς δεν ξέρει πώς και πότε εκχριστιανίστηκαν οι απομονωμένοι αυτοί ψαράδες. Αν ξέρει ο κύριος Ρογήρος, ας μας το πεί
sarant said
54 Τι εννοείς πάνω και κάτω από το τραγούδι;
60 Σε περίπτωση που σας είχε λείψει
Δύτης των νιπτήρων said
47, 51
όντως χάνταρ (حضر) είναι μια περιοχή με εγκατεστημένο (όχι νομαδικό) πληθυσμό, δεν ξέρω όμως αν έχει σχέση με το σηθειακό τοπωνύμιο. Υπάρχουν μια σειρά άλλες εκδοχές (φαντάζομαι), π.χ. χαντούρ πλαγιά (حدور), χούντρα (خضرة) πρασινάδα, λιβάδι… Και καμία δεν δικαιολογεί το -ν- πριν από το -δ- εκτός αν η μετατροπή έγινε τελευταία (από το -ντ- δηλαδή). Όμως η οθωμανική απογραφή του 1672 έχει τη γραφή Handra (Σταυρινίδης, Β΄, σ. 136).
dryhammer said
60. Πήγε ένας πάστορας και τους έδειξε το αλάτισμα των ψαριών.
ΣΠ said
61
Δεν μας δίνει την ευκαιρία να μας λείψει.
loukretia50 said
Πολύ ενδιαφέρον άρθρο, σας ευχαριστούμε!
Ο Ρογήρος μας ταξιδεύει σε άλλους καιρούς!
Για όσους ενδιαφέρονται για πιο σύγχρονη, οπτικοποιημένη σχετική βερσιόν,
Υπάρχει αυτό το βίντεο : https://youtu.be/CR8jW26nv0c «L’avventura della Querina
“La storia di un’imbarcazione, una caracca battezzata «Gemma Querina» e del suo equipaggio:
la racconta il documentario «L’avventura della Querina», in onda su Rai Storia per «a.C.d.C.», con un’introduzione del professor Alessandro Barbero.
Il documentario si basa sul materiale documentale offerto dai discendenti della famiglia Querini, in particolare dai diari dello stesso Pietro Querini, navigatore e mercante di nobile famiglia veneziana.
Pietro salpa da Creta per le Fiandre alla fine d’aprile del 1431, al comando della caracca costruita dai maestri d’ascia cretesi, con un carico di Malvasia, spezie, cotone e altre preziose mercanzie mediorientali. Dopo numerose peripezie, tra cui il danneggiamento della chiglia e del timone, la Querina fa naufragio e l’equipaggio, dopo una lunga navigazione alla deriva su un’imbarcazione di soccorso, raggiunge le acque delle isole Lofoten in Norvegia, duecento chilometri oltre il Circolo Polare Artico.
Tratti in salvo dai pescatori dell’isola di Røst, che nei diari vengono descritti come una comunità pura e generosa, Pietro Querini e i naufraghi sono loro ospiti per quelli che vengono definiti «100 giorni in paradiso». Poi rientrano a Venezia, attraverso un lungo viaggio via terra, nell’ottobre del 1432. A questa vicenda gli storici fanno risalire l’inizio del commercio dello stoccafisso e del baccalà dalla Norvegia all’Italia, paese a tutt’oggi consumatore di oltre il novanta per cento di questo specifico prodotto ittico.»
Εμπνέει και για ταξιδάκι – με το νου!
Lofoten Islands, Norway – by drone
Pedis said
Και μένα με ευχαρίστησε το σημερινό. Διπλά εύγε!!
Costas X said
62. @ Rogerios
Ευχαριστώ πολύ για την απάντηση.
Ίσως από το «χάνταρ», επειδή την εποχή της Αραβοκρατίας (9ος αι.) ήταν κεφαλοχώρι του οροπεδίου. Πιθανότατα όπως λέτε κι εσείς, όταν ο «Χα-d-ράς» γράφτηκε ελληνικά, το «-ντ-» διαβάστηκε «-nd-» και κάποια στιγμή «εξευγενίστηκε» σε «Χανδράς».
loukretia50 said
Σχετικά με το όνομα Stampalia και την Αστυπάλαια υπάρχει αναφορά στην ενδιαφέρουσα ιστοσελίδα – περιλαμβάνει ακόμα και τη διαθήκη κάποιου από τους απογόνους.
The Querini Stampalia Family
http://www.querinistampalia.org/eng/fondazione_querini_stampalia/history/the_querini_stampalia_family.php
«The Querini family traces its roots to ancient times, probably originating in Eraclea or Cittanova, and is among the first founders of Venice. By the end of the thirteenth century, they were considered among the richest families in the city, having actively participated in its political, artistic and economic life for centuries.
In 1310, Bajamonte Tiepolo and Marco Querini supported a conspiracy to overthrow the reigning Doge Pietro Gradenigo to whose despotic policies they objected .
This rebellious act dishonoured the name of the Querini family, who were henceforth banned from the Dogeate.
Their household was soon divided into several branches including that of Santa Maria Formosa. In the fourteenth century Zuanne Querini bought an island in the Dodecanese which in 1527 became a Turkish conquest, and the name “Stampalia” is derived from that of the island, “Astipalea.”
Alvise Querini, who was serving as ambassador of Venice to Paris during the fall of the Republic in 1797, was the first to adopt the name Stampalia to distinguish himself from another person of that same name at the Napoleonic court in Milan. Since that time, the double surname has indicated both the name of the family and the Foundation.
This branch of the family also produced two significant personalities of the eighteenth century. Angelo Maria, cardinal, brilliant scholar and a leading member of European cultural life of his day, was the founder of the Queriniana Library of Brescia and Andrea, was an enlightened politician and patron of Carlo Goldoni, who dedicated a comedy to him.
He also commssioned his friend Pietro Longhi to paint the cycle “The Seven Sacraments” for his bedroom which is to be found in the palazzo to this day.
Το μουσείο επίσης είναι πολύ εντυπωσιακό
Fondazione Querini Stampalia https://youtu.be/DWAnTQNDlfE Presentazione
Δημήτρης Μαρτῖνος said
@63. Τοὺς ἔδειξε πὼς τὸ ψάρι ἁλατίζεται κι ἀπὸ τὶς δυὸ πλευρές. 😉
Πάντως καὶ σήμερα σκάσανε δυὸ μουτσοῦνες: μιὰ σερνικιὰ κάργα καὶ μιὰ γυναικεία ἐκλεπτισμένη ποὺ συχνάζει σὲ μουσικὰ κοντσέρτα στὸ παλάτσο τῶν Κουερίνηδων.
sarant said
68 Ωραίο, ευχαριστούμε!
Μιχάλης Νικολάου said
29, … ο Γκρόσο Κουερίνι έφτασε να πουλάει μπακαλιάρο
στη Βραζιλία! …
Ένας απόγονος του , ο Νέτο Γκουερίνο … έφτασε να παίζει στον ΠΑΟΚ. …
Κόλπο γκρόσο της οικογένειας
– με συνέχεια στον Μπαοκαλιάρο –
η θέση του
σέντερ-μπακ
dryhammer said
69. εδώ η αυθεντική

aerosol said
#63
Ε, πάστορας ήτανε, το πάστωμα θα τους μάθαινε!
Ο παστός μπακαλιάρος φαίνεται πολύ πιο διαδεδομένος από τον απλά αποξηραμένο. Είναι ιδιαίτερα αγαπητός στην Πορτογαλία, όπου θεωρούν πως έχουν 1000 τρόπους μαγειρέματος του ψαριού αυτού -ε, μπορεί να τα φουσκώνουν λίγο. Μου έκανε εντύπωση (όχι… αλγεινή!) πως ο συνδιασμός πατάτα/σκόρδο/μπακαλιάρος, όπως της σκορδαλιάς με μπακαλιάρο, έχει δώσει διάφορες συνταγές ανά τον κόσμο. Οι νότιοι Γάλλοι έχουν την brandade, όπου τα τρία υλικά (μαζί με γάλα) συνυπάρχουν πολτοποιημένα σε κάτι που θυμίζει σουφλέ. Οι Πορτογάλοι έχουν μια δική τους εκδοχή της μπραντάντ ενώ οι Βραζιλιάνοι φτιάχνουν μπαλίτσες με ανάλογο μείγμα και τις τηγανίζουν, τεχνική που χρησιμοποιούν και οι Γάλλοι όταν φτιάχνουν «accra de morue».
Ο όρος stockfish αναφέρεται περισσότερο στη μορφή του τελικού προϊόντος και όχι τόσο στο είδος του ψαριού, διότι αποξηραίνουν διάφορα είδη ψαριών της ίδιας οικογένειας. Ο αλίπαστος λέγεται clipfish. Το haddock που αναφέρθηκε είναι συγγενής αλλά διαφορετικός από το cod. Cod είναι ο μπακαλιάρος του Ατλαντικού (και συχνότερος στο στοκοφίσι), ενώ haddock είναι ξαδερφάκι του από την Βόρεια θάλασσα.
Χαρούλα said
Costas X, Rogeros και Δύτη, Χανδράς υπάρχει και στην επαρχία Ορεστιάδος. Σε τοπικό επίπεδο λέγεται πως το όνομα οφείλεται στις χάντρες που είχαν οι γυναικείες στολές. Πάντα μου φαινόταν λίγο παιδιάστικη η εκδοχή. Το δικό σας σκεπτικό μΟυ φαίνεται περισσότερο λογικό.
Μιχάλης Νικολάου said
2, … Πολύ μ’ αρέσουν αυτά τα άρθρα. …
Κι εμένα.
Είναι πετράδια στο ιστολόγιο!
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
Ο τοπικιστής 🙂 Ηρακλειώτης αδυνατεί σήμερα να σχολιάσει – αν και θα ήθελε!
Μόνο για τη μαλβαζία και τη σύνδεση με το Μαλεβίζι δείτε στη Βίκη (μετά τη μέση).
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%B1%CE%BB%CE%B2%CE%B1%CE%B6%CE%AF%CE%B1
dryhammer said
73. >ο συνδυασμός πατάτα/σκόρδο/μπακαλιάρος,
…με ντομάτα και μαϊντανό, δίνει ωραιότατο πλακί.
Τηγανητός γίνεται και ο pollock της Αλάσκας

ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Τα ρέστα μου! Πολύ ωραίο! και ταξιδιάρικο και νόστιμο και το κυριότερο έχει μέσα Κρήτη!
Αθάνατο Μαλεβίζι με το Μαλεβιζιώτη σου! 🙂
loukretia50 said
77. Baccalarissimo!
bac_alasc_art by Pollac!
Μιχάλης Νικολάου said
Συμπλήρωμα με ολίγη από Κουερίνι Σταμπάλια και το κάστρο του (ό,τι έχει απομείνει) στην Αστυπάλαια εδώ (σ. 53 κ.ε. – Δεκτή και βαθμολόγηση στην σ. 107)
Κιγκέρι said
61:
Απροσεξία μου· δεν είδα τη φράση «Εδώ τελειώνει το άρθρο του Ρογήρου για το μακρινό ταξίδι του Πέτρου Κουερίνη -» και νόμισα ότι ήταν του Ρογήρου και το κομμάτι του άρθρου που αρχίζει αμέσως μετά από το τραγούδι, «Αλλά ο Πέτρος Κουερίνης δεν επέστρεψε με άδεια χέρια …» και κάπου μπερδεύτηκα.
dryhammer said
69, 73,79. Θα περάσω από το Pasteur για το Baccalaureate .
sarant said
81 Οκ
73 Η μπραντάντ μου αρέσει. Και οι πορτογαλέζικες συνταγές, βεβαίως.
Κιγκέρι said
Η σκηνή με τον πάστορα από την ταινία «Το Δόλωμα»
aerosol said
#77: Ωραίο χρώμα ο τηγανητός pollock σου! Τα μαύρα σημεία δε με ενοχλούν, είναι η καραμελοποίηση που λένε και οι σεφ.
#83: Κατά σύμπτωση εγώ την πρωτόμαθα μόλις χθες, από μια ιντερνετοσυνταγή -να και τo φαινόμενο Baader-Meinhoff, όπου μόλις συναντήσεις κάτι άγνωστο και περίεργο μετά το προσέχεις γύρω σου! Δεν το έχω με το μαγείρεμα, ούτε ο μπακαλιάρος είναι από τα αγαπημένα μου, αλλά εντυπωσιάστηκα τόσο που σκέφτομαι να την παλέψω.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
78. Οχι ρε γαμώτο! άλλο κράτησε το ποντίκι !
Αυτό για να αρέσει και στο ευρύ κοινό (εύχομαι) 🙂
Μαλεβιζιώτης – Ψαρογιώργης, Αγγελάκας
Ο μπακαλιάρος είναι από τα πιο αγαπημένα μου φαγητά. Σπίτι μας το μαγερέυαμε με καμιά εικοσαρια τρόπους,ίσως και παραπάνω, πριν τους σεφ και το διαδίκτυο. Πέρα από τους γνωστούς, είναι με τη φασολάδα: Απλώνουμε και βουλιάζουμε ΄πιτήδεια απάνω απάνω στην κοκκινιστή μαγερειά τα κομάτια τού, όχι πολύ ξαλμυρισμένου, μπακαλιάρου, κανένα τέταρτο πριν κατεβάσουμε το φαϊ.
Το στοκοφίσι όχι δεν το ΄ξερα. Εχω ένα βιβλιαράκι με 146 συνταγές μπακαλιάρου -μου το χάρισαν ως επιβεβαίωσης της «άνεσης» μου να το μαγειρεύω με πολλούς τρόπους το ψάρι αυτό. Κοίταξα τώρα αλλά δε βλέπω να το περιέχει. Με μολύβι έχω σημειώσει κατά καιρούς κι άλλες 2-3 συνταγές που δεν περιλαμβάνονται, άρα έφτασαν ήδη τις 150!
Αν κατάλαβα, από τα σχόλια υπάρχει ιδιαίτερο είδος παραπαστωμένου μπακαλιάρου;
Σ΄εμάς τον έφερναν σε στοιβαγμένα χνάρια(βλ.σχ.5), μέσα σε ξαπλωτά σκοίνινα τσουβάλια, Ο παππούς μου (είχε μπακάλικο) έσκιζε την κοιλιά του τσουβαλιού κι από κει διάλεγαν οι χωριανοί και τους ζύγιζε ένα ένα το παστό ψάρι.
dryhammer said
86. Έτσι ήταν ο μπακαλιάρος, και κατά το διάλεγμα έπεφτε κι ένα τίναγμα να μη μας ζυγίσουν και το αλάτι για μπακαλιάρο.
Με χαρακτηριστική οσμή, να σημειώσω…
https://www.slang.gr/lemma/19241-mpakaliarila
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Μια ιστοριούλα για τη γιορτή των μπακαλιάρων στ΄ Αγίου Νικολάου.
Προσωπικά πιστεύω,αλλά μην τους το πείτε, ότι είναι νεότερη εκδοχή,(σε όλα τα χωριά ψώνιζαν μπακαλιάρο από την πόλη) που τη φτιάξανε για να δόσουν απλώς αφορμή στη μπακαλιαροφαγία κατά τη γιορτή*, στις 6 Δεκέμβρη που είναι μέσα στη Σαρακοστή των Χριστουγέννων (που «καταλύεται» το ψάρι), και βέβαια προσφέρεται ο τηγανητός για φίνγκερ φουντ και πάει και με ρακή και με κρασί ! Καλά κάνανε δηλαδή 🙂
«Τα παλιότερα χρόνια, τις δεκαετίες ’50 και ’60, ο Τυλισανός αγωγιάτης, που κατέβαινε στη χώρα, δηλαδή στο Ηράκλειο, αφού πουλούσε το εμπόρευμά του, κυρίως ξυλεία και αγροτικά προϊόντα, επιστρέφοντας στο χωριό αγόραζε μπακαλιάρο, επειδή τότε ήταν πολύ οικονομικός, φτηνός για τα δεδομένα της εποχής.
Οι Τυλισανοί αγωγιάτες κρεμούσαν τον μπακαλιάρο στους γαϊδάρους, καθώς επέστρεφαν στο χωριό. Βλέποντας αυτό οι κάτοικοι των γειτονικών χωριών, κόλλησαν το παρατσούκλι “μπακαλιάροι” στους Τυλισανούς, επειδή συχνά αγόραζαν τον γνωστό παστό μπακαλιάρο, που έθρεψε γενιές τα παλιότερα χρόνια στην Κρήτη.
Το έθιμο, λοιπόν, και η Γιορτή Μπακαλιάρου, που κάθε χρόνο διοργανώνει στην Τύλισο, παραμονή του Αγίου Νικολάου, ο Πολιτιστικός Σύλλογος, προήλθε από την παλιά συνήθεια των Τυλισανών. …»
* συνήθως καθιερώνουν γιορτές με κάποιο τοπικό προϊόν και προσελκύεται κόσμος στο ζιαφέτι.
https://www.neakriti.gr/article/kriti/1561637/erhetai-i-giorti-bakaliarou-to-ethimo-se-gnosto-horio-tis-kritis/
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
87. «Εχω και γουρούνι» έλεγε ο παππούς για το τίναγμα του αλατιού από τα χνάρια. Βάζαμε το αλάτι πριν παραταγκίσει στο απόπλυμα για το γουρουνάκι. Τίποτα δεν χανόταν.
Στο βιβλιαράκι «Μπακαλιάρος» της Μυρσίνης Λαμπράκη (με τις 146 συνταγές) γράφει στον πρόλογο ότι οι Πορτογάλοι το λένε fiel amigo (πιστό φίλο). Επίσης γράφει: Τον 14ο αιώνα ο Μαναγκιέρ έγραφε στο γαστρονομικό ντοκουμέντο το οποίο μας άφησε: «Αρκεί να τον χτυπήσετε μ΄ένα ξύλινο σφυρί για αρκετή ώρα και να τον βάλετε να μουλιάσει σε ζεστο νερό για δυο ώρες τουλάχιστον ή και περισσότερο. Μετά μπορείτε να τον μαγειρέψετε. «
loukretia50 said
Σ΄ένα τοίχο στην Πορτογαλία …
loukretia50 said
ΕΦΗ -ΕΦΗ Α, ώστε έτσι καθιερώθηκε…
άρα έχουμε :
-Ποιος είδε ψάρι στο βουνό…
-Δεν είδες μπακαλιάρο? Τονε κρεμάν Τυλυσανοί στη ράχη των γαϊδάρω…
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
91.Λου άψογο! 🙂 🙂
……….
«Στις αρχές του 16ου αιώνα, το προϊόν της αλιείας αυτής υπήρξε τόσο σημαντικό, ώστε το 1506 ο Μανουέλ Α’ επέβαλε ένα τέλος στα προϊόντα αλιείας, που προέρχονταν από τις περιοχές εκείνες, τη δεκάτη του μπακαλιάρου. »
«Μπακαλιάρος» Μυρσίνη Λαμπράκη -Ελληνικά Γράμματα 1997
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
ΣΤΟΚΟΦΙΣΙ (STOCCAFISSO) Ο ΠΙΟ «ΣΚΛΗΡΟΣ» ΑΠΟ ΟΛΟΥΣ

http://www.mirsini.gr/new/index.php/foodgossipdiaries-traveler/item/626-%CF%88%CE%B1%CF%81%CE%B5%CE%BC%CE%B1-%CE%BC%CF%80%CE%B1%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%B9%CE%B1%CF%81%CE%BF%CF%85-%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BD-%CE%B1%CF%84%CE%BB%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%BF
gbaloglou said
90 Μπράβο — τον αλατίζουν μέχρι θανάτου, στην αρχή ήταν υπέροχη η αίσθηση, αλλά δεν κατάφερα να τον τελειώσω 🙂
Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said
Κόλλησα κάπως στις εικασίες που κάνεις για την ετυμολογική εμπλοκή του stok/ραβδί «..επειδή τους μπακαλιάρους τους κρεμούσαν πάνω σε κάτι ξύλα για να τους ξεράνουν στον αέρα [..] ή επειδή το ξερό ψάρι έμοιαζε με ξύλο». Έχω την εντύπωση ότι εδώ θα έπρεπε να συμπεριληφθεί και το ενδεχόμενο να σχετίζεται αυτό το stok με την διαδικασία κοπανίσματος η οποία, απ’ ότι καταλαβαίνω, ήταν ουσιώδης στο μαγείρεμα του μπακαλιάρου, από τα Λοφότεν μέχρι το Βένετο.
Αυτή η αίσθηση ενισχύεται από την (έστω και πολύ κατοπινότερη) χρήση της λέξης που αναφέρει ο atheofobos (στο 8). Εκείνος ο μυκονιάτης «αδύναμος/απολειφάδι» δεν μπορεί παρά να είναι ο πολτοποιημένος, ο συντριπτικά κοπανισμένος.
sarant said
Να προσθέσω, για λόγους λεξικογραφικής πληρότητας, ότι ο σχολιογράφος Στ. Κασιμάτης της Καθημερινής αποκαλεί «μπακαλιάρο» τις ξύλινες φράσεις των πολιτικών.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
93. Από το κείμενο
«Το μικροσκοπικό Ρόστ βρίσκεται ακριβώς επάνω στον Αρκτικό Κύκλο, ζουν σε αυτό την διάρκεια του χειμώνα 1200 άνθρωποι που ασχολούνται αποκλειστικά με την αλιεία και την επεξεργασία του πολύτιμου Νορβηγικού μπακαλιάρου.»
Μάλλον είναι το ίδιο χωρίο που ξεβράστηκε ο Κουερίνης
Ναι!
Querini opera
In 2012, the Querini Opera was shown on Røst for the first time, telling the dramatic story about Pietro Querini who shipwrecked on Røst in 1432. The show was a great success and was shown again in 2014.
https://en.wikipedia.org/wiki/R%C3%B8st
Μιχάλης Νικολάου said
82, … από το Pasteur για το Baccalaureate ….
Endorsed by Pasternak, Boris causa
loukretia50 said
97, Όπερα μπακαλιαράτη σήμερα έμαθα ότι υπάρχει!
Αλλά δεν είμαι ψαράς!
dryhammer said
98. https://www.youtube.com/watch?v=GaZIhMj1MpY
Bonus η Μενεγάκη, στον καιρό της…
loukretia50 said
Υπάρχει και αυτό
A cena con Pietro Querini. https://youtu.be/KQNwJ-iG6us Un assaggio dello spettacolo
che racconta la storia del viaggio e del naufragio alle isole Lofoten nel 1431 del nobile veneziano che importò il «bacalà».
Συμπαθής ο μπακαλιάρος, ομολογώ ότι προτιμώ την παραδοσιακή τηγανητή βερσιόν, ενώ έχω μια προτίμηση στο σωλομό – και το Σολωμό!
(αναρωτιέμαι αν πάλι τάγραψα λάθος – κάθε φορά κοντοστέκομαι!)
rogerios said
Οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ στη Λουκρητία για την εξαιρετική συμβολή της στον εμπλουτισμό της ανάρτησης! [ο σολομός νομίζω ότι απλογραφείται]
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Το μπακαλιαράκι = φράκο αναφέρθηκε?
loukretia50 said
102. Χαρά η συμμετοχή σε κείμενο που εμπνέει! Και μάλιστα πολλούς όπως βλέπετε!
ΥΓ πάλι καλά που μπέρδεψα μόνο το ψάρι!
Παραδόξως ο Σολομών δε με μπέρδευε!
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Ναι, η αλήθεια είναι πως το σημερινό είναι ορεκτικότατο. Κάποιος να κάνει κουμάντο για σκορδαλιά.
Σωτήρς said
Å (ω) τι ωραίο άρθρο.
Όταν ήμουν στα βόρεια, είχε εκδρομές για ψάρεμα στα Λουφούτεν. Εγγυημένη ψαριά το καλοκαίρι λέγανε, πέταγες κι έβγαζες ψαρούκλα απευθείας. Τόσο στοκοφίσι ζωντανό, να μυρίζει η θάλασσα μουρουνέλαιο.
rogerios said
Πολλές ευχαριστίες σε όλους τους σχολιαστές του άρθρου!
Αν κάποιος είχε την απορία (not – άλλη δουλειά δεν είχε) για το ποια λέξη χρησιμοποιεί ο Γκολντόνι, να πούμε ότι έχει το αναμενόμενο πλέον baccalà (τρίτη πράξη, όπου η αθώα Λουτσέτα δηλώνει ότι δεν ξέρει να χτυπήσει τον μπακαλιάρο: «Mo no xéle còsse da pestarlo co fa el baccalà!»).
aerosol said
Λοιπόν, από νεότερη πληροφόρηση μαθαίνω πως και στην Αιτωλοακαρνανία γνώριζαν το στοκοφίσι, με την «σωστή» έννοια του αποξηραμένου και όχι του αλίπαστου. Αλλά το έλεγαν κοφίσι και, συχνότερα, γκοφίσι. Επίσης γνωστό και στην Κεφαλλονιά -αλλά δεν είμαι σίγουρος πόσοι έβαζαν ή όχι το «στο-«.
Costas X said
Ξέχασα από το πρωί να αναφέρω ότι ο προ-προ-προ-παππούς μου (Ιωάννης Χ, Κέρκυρα, περ.1850) είχε το παρωνύμιο «βακαλάος» (sic) !
74. Ναι, το είχα δει παλιότερα που έψαχνα για τον Χανδρά. Ήταν λέει μικρός συνοικισμός, πολύ νεώτερος του Χανδρά Λασιθίου, και έγινε κοινότητα τον 20ο αι. Όντως, οι ετυμολογήσεις του Δύτη είναι πολύ πειστικότερες από τις χάντρες των φορεμάτων.
Alexis said
#103: Α μπράβο, ήθελα να το γράψω αλλά με πρόλαβες!
«Μπακαλιαράκι» το φράκο, λόγω σχήματος της ουράς του που θυμίζει ψαροουρά.
Έχω χρόνια να το ακούσω, δε νομίζω πως λέγεται πια…
loukretia50 said
Kαι μια παραδοσιακή ταραντέλλα με μπακαλιάρο – που πιθανόν να ακουγόταν και στο Νονό, αλλά δε θυμάμαι ακριβώς
Zooma Zooma Baccalà https://youtu.be/rqjescSYoIY
Sicily musicians Italian Folk Music
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
>>ήταν άρχοντας των Δαφνών και του Τεμένους (τότε Καστέλ Τέμινι, επί τουρκοκρατίας Κανλί Καστέλι, σήμερα Προφήτης Ηλίας). Τα φέουδά του παρήγαν κυρίως το γλυκό κρασί που έμεινε γνωστό με την ονομασία Μαλβαζία.
(Επαρχία Τεμένους με πρωτεύουσα το Ηράκλειο-λέγαμε προ Καποδίστρια κ Καλλικράτη)
Τη φήμη για το «Δαφνιανό κρασί» διατηρούν ζωντανή και ενισχύουν σήμερα τα τέσσερα οινοποιεία που λειτουργούν στο χωριό και επεξεργάζονται τις πλούσιες σοδιές των αμπελώνων. Και οι Δαφνές όπως είναι φυσικό είναι ενταγμένες στους «Δρόμους του Κρασιού» με πολλά άλλα χωριά της Δημοτικής Περιφέρειας Ηρακλείου.
http://www.rural-heraklion.gr/index.php/el/villages/dafnes
loukretia50 said
Δηλαδή το επίσημο ένδυμα των κορδωτών ψαλιδόκωλων , με την ουρά που θυμίζει χελιδόνι-
το λέγανε μπακαλιαράκι?
dryhammer said
112. Στους «Δρόμους του Κρασιού» δεν σε νοιάζει το μήκος αλλά το πλάτος τους.
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
113 Γιες ιτ ιζ 🙂
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
114 Σωστός μάστορα.
https://www.slang.gr/definition/16148-mpir-ntoubar-mpenim-mpir-ntoubar-senin
sarant said
110 Έτσι, κι εγώ το ήξερα.
Και στην πασίγνωστη ομιλία του Άρη Βελουχιώτη στη Λαμία: Και τι μπορούσαμε να περιμένουμε από αυτούς με τα κλακ και τα μπακαλιαράκια;
loukretia50 said
Αναρωτιέμαι ο κόντε Μπακαλιάρος – ταμάμ για τον Πέτρο Κουερίνι! – είχε εμπλουτίσει το οικόσημο με την πληθωρική θαλασσινή φιγούρα.
Και για τους μερακλήδες που δημιουργούν γκουρμεδιές από το λαϊκό μπακαλιάρο, για να πάρουν ιδέες και να καλούν τους – μαγειρικώς άσχετους , πλην καλοφαγάδες – φίλους :
https://www.italianspoon.com.au/recipes/fish-seafood/
Alexis said
#113: Ναι, λαϊκιστί και ολίγον «μάγκικα»
#87: Χμμμ, νομίζω ότι το συγκεκριμένο λήμμα είναι λίγο άστοχο ως παρομοίωση.
Η οσμή του παστού μπακαλιάρου είναι μεν χαρακτηριστική αλλά μάλλον ευχάριστη.
Θυμάσαι αυτή τη χαρακτηριστική μυρωδιά που σ’ έπιανε στη μύτη όταν έμπαινες σε παλιό μπακάλικο; Αυτή η μυρωδιά από τα αλίπαστα, μπακαλιάρους, ρέγγες, αντζούγιες, τουρσιά κλπ;
Ε, αυτό έχω εγώ στο μυαλό μου ως «μπακαλιαρίλα».
Το άλλο, που λέει το slang.gr, μάλλον ως ψαρίλα θα πρέπει να αποδοθεί. Αυτή η χαρακτηριστική άσχημη μυρωδιά που βγάζει το ωμό ψάρι όταν παίρνει να χαλάσει.
Αν έχεις κατεβάσει ποτέ σκουπίδια με καθαρίδια ψαριών μέσα, καταλαβαίνεις πολύ καλά τι εννοώ 🙂
Alexis said
#116: Τι κάνετε μπρε, τηλε-εκπαίδευση από το σλανγκρ; 😆
aerosol said
#119
Η οσμή των παστών και αποξηραμένων είναι υπέροχη. Καμμία σχέση με ψαρίλα.
Απίστευτη και η ωραία μυρωδιά όταν ο μπακάλης άνοιγε το κουτί με τις παστές σαρδέλες!
Alexis said
#121: Ε αυτό λέω κι εγώ…
Ψαροντουφεκάς said
Παρακαλείται ο λαλίστατος (6 σχόλια σε αυτό το άρθρο) κύριος Ρογήρος να πάψει να ασχολείται με τις περισπούδαστες ανθυπολεπτομέρειες των έργων του Γκολντόνι και να μάς πεί για ποιόν λόγο απέκρυψε από τους αναγνώστες τις εξής πολύ σημαντικές πληροφορίες:
1) Ότι το Lofoten στα νορβηγικά σημαίνει «πούς του λυγγός» εξαιτίας του σχήματός του. Πώς όμως οι ψαράδες κάτοικοί του βλέπανε το σχήμα της μικράς χερσονήσου των και ξέρανε ότι μοιάζει με το πόδι του λύγγα; Είχανε εξελιγμένους χάρτες; Είχανε drones; Ιδού η απορία
2) Ότι ο Pietro Querini είχε κακό τέλος: Πέθανε στην φυλακή μαζί με τους συντρόφους του, captain Carlo Pisani και captain-general Antonio Zeno Το αναφέρει η μνημειώδης «Storia della marina veneziana» των Nani και Mocenigo, (Venice 1935), την ύπαρξη της οποίας ο κ. Ρογήρος απέφυγε να μνημονεύσει στο άρθρο του, όπως αποφεύγει ο Διάβολος το λιβάνι
3) Ότι υπάρχει Λυρική Όπερα για την ζωή του Pietro Querini, πρώτη προβολή το 2012 (η άγνοια αυτή χρεώνεται στον πανάσχετο τάχα λάτρη της όπερας κ. Gpoint)
4) Ότι στην αναφορά του προς την Ενετική Γερουσία ο Querini γράφει σαφώς ότι οι απομονωμένοι Νορβηγοί ψαράδες του Lofoten φορούσαν ρούχα που είχαν φιαχτεί στο Λονδίνο από τους καλύτερους αγγλικούς οίκους:
«They did not lock their doors, men and women bathed naked together without any immorality, they had sufficient food and material goods and were healthy and happy. Moreover, the Venetians discovered to their surprise that these people, living at the ends of the earth, wore clothes woven in London and belonged to a great international trade network. Lofoten had—and still has—one
of the richest fisheries of the world…»
Και τέλος… 5) ότι ο Pietro Querini μιλούσε άψογα κρητικά και μπορούσε να διαβάζει στα ελληνικά συμβολαιογραφικά έγγραφα. Επίσης, είναι εντυπωσιακό ότι τα χειρόγραφα των Ημερολογίων του φέρουν στο πλάι σημειώσεις στα ελληνικά, όπως συνέβαινε και με τα Ημερολόγια του εκ Χίου Γενουάτη, Χριστόφορου Κολόμβου. Όλα αυτά τα αναφέρει λεπτομερώς η μνημειώδης «Storia della marina veneziana» των Nani και Mocenigo, (Venice 1935)
ΤΕΛΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Η συνεργασία των κ.κ. Ρογήρου + Σαραντάκου αποδεικνύεται εξαιρετικά ατυχής, αφού κατάφερε να μάς αποκρύψει τα σημαντικότερα γεγονότα της ζωής του Μεγάλου Κρητός Pietro Querini. Το ΕΡΩΤΗΜΑ είναι: Αυτό έγινε εξεπίτηδες, από απλή άγνοια λόγω της γνωστής ρωμέικης τεμπελιάς, ή από την στέρεα πεποίθηση του κ. Σαραντάκου πως οι αναγνώστες του έχουν τόσο χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, ώστε – για πολλοστή φορά – δεν θα πάρουν χαμπάρι τα φύκια που τους σερβίρει σαν μεταξωτές κορδέλες;
ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ ότι στο τριπλό αυτό ερώτημα δεν θα πάρουμε καμμία απάντηση, εκτός κι αν φιλοτιμηθεί να απαντήσει ο κ. Ρογήρος. Ο κ. Σαραντάκος το μόνο που θα κάνει είναι να μου κόψει την πρόσβαση στα σχόλια του Ιστολογίου, με τόσο δημοκρατικό τρόπο όπως έχει κάνει και με άλλους θαρραλέους σχολιαστές που τόλμησαν να του ασκήσουν μιά στοιχειώδη κριτική
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Τι έγινε ρε πστ, ξαφνικά βρόμισε σάπιο ψάρι…
Πέπε said
Όπως έχω ξαναπεί, αν κάθε μπάνιο δε συνοδεύεται από διαγραφή σχολίων τότε δεν υπάρχει μπάνιο, απλώς αλλάζουν τα χρηστώνυμα ενώ η παρουσία παραμένει σταθερή.
spiridione said
Και το είχα απορία πώς βρήκαν τον Παράδεισο οι Βενετσιάνοι εκεί πάνω που πήγαν, κοντά στον Βόρειο Πόλο και μάλιστα χειμώνα.
Røst and Værøy are known by meteorologists as the most northern locations in the world with average temperatures above freezing all winter. The winter temperatures in southern Lofoten represent the largest temperature anomaly in the world relative to latitude.
https://en.wikipedia.org/wiki/R%C3%B8st#Climate
Και οι συνθήκες στα Λοφότεν είναι λέει οι καλύτερες για τα στοκοφίσια, σύμφωνα με τη Βίκι
The fish is prepared immediately after capture. After gutting the fish, it is either dried whole, or split along the spine leaving the tail connected. The fish is hung on the hjell from February to May. Stable cool weather protects the fish from insects and prevents an uncontrolled bacterial growth. A temperature just above zero degrees Celsius, with little rain, is ideal. Too much frost will spoil the fish, as ice destroys the fibers in the fish. The climate in northern Norway is excellent for stockfish production. Due to the stable conditions, the stockfish produced in Lofoten and Vesterålen is often regarded as the best. The traditional cod harvest in Lofoten also takes place during the best drying time. After its three months hanging on the hjell, the fish is then matured for another two to three months indoors in a dry and airy environment. During the drying, about 80% of the water in the fish evaporates.
https://en.wikipedia.org/wiki/Stockfish
sarant said
«…με άλλους θαρραλέους σχολιαστές»!!
Κι άλλος ένας θαρραλέος πάει για μπάνιο
125 Ναι μεν, αλλά και τα σχόλια έχουν κάποιες πληροφορίες.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
114 και να ΄χουν φανοστάτες! 🙂
«Το Μαλεβίζι στη Βενετοκρατία»
Περιέχει και αναφορά του αρχαιολόγου Ν.Πλάτωνα ο οποίος είχε γράψει ,βλέπω ,»Περί την οομασίαν της επαρχίας Μαλεβίζι», στα Κρητικά χρονικά το 1952
https://www.academia.edu/42045018/._%CE%A4%CE%BF_%CE%9C%CE%B1%CE%BB%CE%B5%CE%B2%CE%AF%CE%B6%CE%B9_%CF%83%CF%84%CE%B7_%CE%92%CE%B5%CE%BD%CE%B5%CF%84%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%AF%CE%B1_%CE%9F_%CF%87%CF%8E%CF%81%CE%BF%CF%82_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%BF%CE%B9_%CE%AC%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%B9
76 Μικ. εδώ θα είναι το νήμα να συμπληρώσεις όποτε μπορέσεις. Αγάντα σου.Πες τα νέα σου.
loukretia50 said
Η άλλη λέξη για το μπακαλιάρο δεν είναι τόσο μελωδική, αλλά προσφέρεται για διάφορα…
Και ένα τραγούδι για τη θάλασσα με υπέροχους στίχους
Canção do Mar https://youtu.be/v_2fyB4dj4U Dulce Pontes
Λευκιππος said
Η οσμή στα παραλιακά αντίστοιχα μαγαζιά της Λισσαβώνας αξέχαστη. Και η βόλτα….
mitsos said
Ρετιμαθαινεικανείς !
στο Σαραντάκειο βεβαίως
Νάστε καλά Ρογήρε και Νίκο.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
129.Λου, ήσουν στο μυαλό μου! Απο το μεσημέρι το σκέφτομαι. Canção do Mar με τη Dulce Pontes στο Ηρώδειο το 2004
130 και ψάρια στο χωνάκι ε; !
>>Το έδεσμα μνημονεύεται, εκτός των άλλων, και σε ένα από τα θεατρικά του Κάρλο Γκολντόνι («Le baruffe chiozzotte», δηλαδή οι «Καβγάδες στην Κιότζα», 1762).
Νέο Kid said
Θα είχε ίσως κάποιο γούστο να βάζουμε καπετάνικα στοιχηματάκια …
Κι επειδή στοίχημα χωρίς νιτερέσσο είναι ΠΑΟΚ χωρίς Αθήνα γαμημένη…προτείνω τον εξής συγκεκριμένο οδικό χάρτη:
Από αύριο έως το τέλος του μήνα ,πόσες φορές θα μπαν(ι)αριστεί;
Ο νικητής ή νικητές που θα πετύχουν τον ακριβή αριθμό θα κερδίζει/ουν σπαμακόπιτα νικοκυρίσσια! 🤪
Θα έχει πλάκα ,διότι ασφαλώς ο καπετάνιος ,καίτοι μη σπαμακοπιταίος , θα προσπαθήσει να επηρεάσει το αποτέλεσμα υπέρ του ενός ή του άλλου σχολιαστού …με κωμικοτραγικό τρόπο . 🤪😃
Εγώ λέω 4 φορές (από αύριο μέχρι την 31η Μαΐου )
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
132 Aυτό το είπαμε?
https://en.wikipedia.org/wiki/Fish_and_chips
sarant said
133 Μόνο 4;
loukretia50 said
Κι όμως ένα σχόλιο ήταν αφορμή να αναζητήσω τον Thomas Campbell (1777- 1844 ),
που αναφέρει το Lofoden στο ποίημά του «Ode to Winter» .
Περισσότερα εδώ , https://mypoeticside.com/poets/thomas-campbell-poems
καθώς και άλλα ποιήματα του αξιόλογου Σκωτσέζου
(απόσπασμα)
………………………………………
The Queen of vintage bowed before his throne,
A rich pomegranate gemmed her gown,
A ripe sheaf bound her zone.
But howling Winter fled afar,
To hills that prop the polar star,
And lives on deer-borne car to ride
With barren darkness at his side,
Round the shore where loud Lofoden
Whirls to death the roaring whale,
Round the hall where runic Odin
Howls his war-song to the gale;
Save when adown the ravaged globe
He travels on his native storm,
Deflowering Nature’s grassy robe,
And trampling on her faded form:
—————————————-
aerosol said
#122
Μη μου λες εμένα ότι συμφωνούμε, εμένα! 😛
Theo said
@133:
Εγώ λέω 16 φορές 🙂
loukretia50 said
Επιτρέψτε μου κι ένα εντελώς άσχετο :
Florian Schneider-Esleben – Πάει κι αυτός….
Kraftwerk – https://youtu.be/OQIYEPe6DWY?t=31 Das Model
eran said
Στη Λευκάδα μόνο την εκδοχή κοφίσι έχω ακούσει από τον πατέρα μου, ο οποίος μου εξηγούσε ότι το έκοβαν με πριόνι, καθότι ήταν πολύ σκληρό. Η παραδοσιακή βέβαια λευκαδίτικη συνταγή ήταν, όπως και για τον υγράλατο μπακαλιάρο, με αυγολέμονο. Αν θυμάμαι καλά, σε κάποιο βιβλίο του συχωρεμένου του Καμιλλέρι, είχα διαβάσει για μια αντίστοιχη σιτσιλιάνικη συνταγή.
Pedis said
Γλείφει όπως σκέφτεται ή σκεφτεται όπως γλείφει;
https://thefaq.gr/quot-sas-egrapsa-christos-anesti-kai-den-apantisate-tipota-quot-den-mporei-na-xeperasei-tin-quot-tapa-quot-apo-tin-aggelopoyloy-o-mpogdanos-kai-tis-egrapse-epistoli-1300-lexeon/
Ότι θα έμπαινε στο γλείψιμο μετά το ατόπημα να τήνε πει στη μαντάμ βιομηχάνου οι μπουκ έδιναν απόδοση τα μισά από τα λεφτά σου …
Νικοκύρη, για πότε το άρθρο για τον Καποδίστρια; 🙂
spyridos said
Καλησπέρα

Υπέροχο και απολαυστικότατο το σημερινό.
Οι Νορβηγοί ονομάζουν το στόκφις Tørrfisk που σημαίνει ξεραμένο ψάρι.
Το στόκφις έχει όντως Ολλανδική προέλευση. Στειλιάρι είδανε στειλιάρι μολογήσανε.
Κάποια στιγμή ονόμαζαν έτσι όλα τα ξεραμένα ψάρια όχι μόνο το μπακαλιάρο.
Μου κάνει εντύπωση πάντως που δεν έγινε γνωστό με το Νορβηγικό ή κάποιο Ιταλικό όνομα.
Αλλά συχνά είναι οι έμποροι που ονοματίζουν την πραμάτεια.
Καμιά 200 χρόνια μετά τον Κουερίνι οι Ολλανδοί είχαν συμμαχήσει με Δανούς και Νορβηγούς
τους οποίους βοήθησαν με το στόλο τους εναντίον του πολύ δυνατού Σουηδικού στόλου.
Το αντάλλαγμα πρέπει να ήταν το εμπόριο ανάμεσα σε αυτές τις χώρες και την υπόλοιπη Ευρώπη.
Η λέξη χρησιμοποιείται ελάχιστα σήμερα αλλά υπάρχουν 573 άτομα με το επίθετο Stokvis στην Ολλανδία.
Τώρα τον ξεραμένο μπακαλιάρο τον λένε μπακελγιάου (bakkeljauw) λέξη που δανείστηκαν από τα Ολλανδικά της Σουρινάμ
ενώ τον μπακαλιάρο τον λένε καμπελγιάου (kabeljauw). Γλώσεψαν την μπέρδα τους δηλαδή.
Τον ξεραμένο τον μαγειρεύουν πολύ καλά οι Σουριναμέζοι.
Το αγαπημένο τους (και μου) σνακ είναι η τηγανητή κασάβα με μπακαλιάρο.
Καλύτερο από τηγανητές πατάτες.
Οι Νορβηγικοί μπακαλιάροι είναι γενετικά ίδια είδη με αυτού που βρίσκονται σε νοτιότερα νερά αλλά λόγω της άφθονης τροφής
(το ζεστό ρεύμα???) γίνονται τεράστιοι. Πολύ μεγαλύτεροι ακόμα κι από αυτούς της Βόρειας θάλασσας που είναι κοντά.
Με την άνοδο της θερμοκρασίας τις τελευταίες δεκαετίες αυξήθηκε κι ο αριθμός τους στη Νορβηγία αλλά και το μέσο μέγεθός τους.
Σε περιόδους όμως που λιγοστεύει το φαγητό δεν έχουν κανένα πρόβλημα να αναπροσαρμόσουν τον αριθμό τους.
Εχω ακούσει από Νορβηγό ψαρά ότι είναι οι μεγαλύτεροι κανίβαλοι ανάμεσα στα ψάρια, αλληλοτρώγονται και ισορροπούν.
Οι μεγαλύτεροι παραγωγοί μπακαλιάρου είναι πάντως οι Ισλανδοί. Οι Νορβηγοί έρχονται δεύτεροι με διαφορά.
Εχω δει σε ντοκιμαντέρ πως ξεραίνουν τον μπακαλιάρο στην Ισλανδία και διάβασα και την περιγραφή στο λινκ του 93. Το ίδιο κάνουν.
Και στο τέλος τους αλατίζουν. Ίσως λιγότερο οι Νορβηγοί.
Οι μεγαλύτεροι καταναλωτές είναι οι Πορτογάλοι φυσικά που καυχιόνται ότι έχουν περισσότερες συνταγές για μπακαλιάρο από τις ημέρες του χρόνου.
(Το 1.000 του 73 είναι καινούργια υπερβολή , το 365+ δεν φτουράει πια)
Η κλασσικότερη βέβαια «μπακαλιάρος με κρέμα γάλακτος» που είναι σαν μουσακάς με μπακαλιάρο αντί για μελιτζάνες.
Προσωπικά ξεχωρίζω από τις συνταγές τους ρεβυθάδα με μπακαλιάρο και μπακαλιάρο γεμιστό με σπανάκι.
Τα πορτογαλικά καράβια κουβαλάνε αβέρτα μπακαλιάρους από την Ισλανδία και τη Νορβηγία αλλά φτάνουν εκεί φορτωμένα αλάτι.
Δεν έχουν τέτοιο εκεί πάνω.
Μιχάλης Νικολάου said
77, … Τηγανητός γίνεται και ο pollock της Αλάσκας …
Never mind the pollocks
Γς said
Και με τούτα και με τ άλλα την κάτσαμε τη βάρκα.
Εγινα εσκιμώος αναμοχλεύοντας με τις χερούκλες μου τα κρεατοψαρικά στο καταψύκτη.
Τελικά βρήκα κάτω κάτω στον πάτο κάτι προπολεμικά κομμάτια ξαλμυρισμένου μπακαλιάρου.
Τα έβαλα να ξεπαγώσουν. Σκόρδο έχω, οπότε ες αύριον τα σπουδαία
Κι ο θεός βοηθός
Και το κρίμα στο λαιμό σας
Μιχάλης Νικολάου said
129, … Do you believe in Cod?…
Αν είναι φρέσκος:
Costas X said
139.

Πρωτοπόρος! Το «Man Machine» ήταν το 2ος δίσκος που αγόρασα το ’78 ή ’79, προς τεράστια έκπληξη των ροκάδων της παρέας μου. R.I.P. Florian Schneider, αυτά τα ρομπότ δεν πεθαίνουν ποτέ, τουλάχιστον στο μυαλό μου.
rogerios said
Προσοχή στο κενό μεταξύ συρμού και αποβάθρας…
Το σύγγραμμα του Μάριο Νάνι Μοτσενίγκο (ένας είναι, γεννήθηκε το 1875 και απεβίωσε το 1943) αφορά γεγονότα μεταγενέστερα της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου (όπως μας λέει κι ο υπότιτλος «Da Lepanto alla caduta della Repubblica 1571-1797»). Συνεπώς, οι όποιες αναφορές σε Κουερίνι δεν σχετίζονται με τον ήρωά μας, ο οποίος απεβίωσε μάλλον το 1448 και υπό συνθήκες που εμένα τουλάχιστον μου είναι άγνωστες (λ.χ. η περίπτωση του Πέτρου Κουερίνι που πέθανε στη φυλακή αφορά γεγονός που συνέβη το… 1697 ή λίγο αργότερα, βλ. Νάνι Μοτσενίγκο σελ. 289).
loukretia50 said
147. ΄Οπως φαίνεται, η βιασύνη κακός σύμβουλος, ειδικά όταν ξέρεις ότι πέρα από συγκεκριμένο σημείο το εισιτήριό σου δεν ισχύει πια!
Μιχάλη,
Habeas Codfish: Reflections on Food and the Law – by Barry M.Levenson
(δεν τόχω διαβάσει όμως!)
ΓΤ said
121@
Τις οποίες σαρδέλες έσκαβε, για να ανοίξει δρόμο, με ένα ξυλαράκι. Παλιός καλός χοντρός μπακάλης στο Μαρούσι, αρχές ’70, ο Αλεξίου, με δυο στρέμματα μάγουλα, είχε για «ξυλαράκι» μισό μανταλάκι 🙂 Παραδοσιακός, ακόμα, στην Κυψέλη (στους αντίποδες του επωνύμου του), με πηγαίο χαμόγελο, στην Ύδρας, ο Γιάννης Αγέλαστος.
gpointofview said
Μερικά σχόλια περί μαγειρικής και ορέξεως.
Ο φρέσκος μπακαλιάρος που ψαρεύεται σε βαθιά νερά (150 μ.) είναι νοστιμότατο ψάρι είτε σαν τηγανητό αν είναι μικρού μεγέθους, είτε σαν βραστό.. Ενας εξαιρετικής τέχνης ψήστης μπορεί να τον απογειώσει ψήνοντας τον χωρίς να διαλυθεί (έχει πολύ λεπτό δέρμα), το έκανε μόνο ο Τάσος αλλά εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο. Από την ψαροταβέρνα του, γι αυτήν την σπεσιαλιτέ του, είχε παρελάσει όλο το ρόστερ του ΟΣΦΠ, κανείς δεν υπήξε τέλειος. όταν είχα πάει εκεί τον αποκλειστικά ψαροφάγο φίλο μου, τον Λευτέρη δεν είχε ακούσει την συμβουλή μου και παρήγγειλε τον κλασσικό σαργό λέγοντας πως θα δοκιμάσει λίγο από τον δικό μου μπακαλιάρο. ΤΑλίπαστο μπακαλιάροο αποτέλεσμα ήταν να φάω εγώ τον σαργό και την συγγνώμη του ….
Η εποχή της αφθονίας του ήταν το διάστημα που δούλευε η ανεμότρατα, μετά λίγοι ψαράδες έριχναν δίχτυα σε τέτοια βάθη κι ακόμη πιο λίγοι τα σήκωναμ για ψάρια, πιο πολύ συμφέρον είχαν να τα αφήσουν 3-4 μέρες και να εκμεταλλευτούν τις καραβίδες που τρώγανε τα παγιδευμένα ψάρια.
Υγράλατο μπακαλιάρο τρώω μια φορά τον χρόνο , την 25η Μαρτίου παραδοσιακά, εννοείται με σκορδαλιά. Τον ξαλμυρίζω 4 μέρες και τον τρώω νερόβραστο. Προτιμώ τον Ισλανδίας
Το τενεκεδάκι με τις ατζούγιες που οι άσχετοι ονομάζουν παστές σαρδέλλες περιέχει παστωμένα φιλετάκια γάβρου. Είναι εξαιρετικό (κι εύκολο) δόλωμα για τσιπούρες, μόνο εκεί έχω βρει χρήση. Εξ άλλου όπως τραγούδαγε ο Φαμπρίτσιο κάνουν πολλά αέρια…
dryhammer said
Κι από τη άλλη άκρη του Ατλαντικού, μια πρόποση:
«Here’s to dear old Boston,
The home of the bean and the cod,*
Where Lowells speak only to Cabots,
And Cabots speak only to God.»
(*) εκεί να δεις αέρια.
Καλημέρα…
leonicos said
να κυκλοφορούν γυμνές
στα Λοφότεν;
Μπρρρρρ
Παγωσαμόνο που το σκέφτηκα
leonicos said
Λυπαμαι που έχασα χτες αυτό το ωραίο άρθρο
προσωπικά
το στοκοφίτσι δεν πρέπει να το έχω ακούσει ποτέ
αν και κάποτε έζησα σε ζακυνθινότροπο περιβάλλον
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
153 Λεώνικε μην τα μπερδεύεις. Το στοκοφίτσι δεν είναι φαγώσιμο, είναι άλλο πράμα που δεν τρώγεται με τίποτα, Κρατικός αξιωματούχος προφανούς ετυμολογίας που ασχολείται με τα αποθέματα αλιευμάτων.
Κιγκέρι said
Καπεταν Μπακαλιάρος λοιπόν…
…As Hergé was considering names for his new character, he asked his wife, Germaine, what she had cooked for dinner. She told him, “a sad English fish—haddock.” Hergé thought this was a perfect name for Tintin’s new mariner friend, and so Captain Haddock was born.
Γιάννης Ιατρού said
133: Κίντο, λίγο λιγότερο από κάθε [2 μέρες/νέο χρηστώνυμο] (για «λουτρόν καθάρσεως» εντός της ημέρας εμφάνισης της μόλυνσης).
Επηρεάζεται βέβαια κι από την δραστηριότητα της Ιστολογικής Προστασίας (εργατικότητα) του Ban Nick 😎 (ΝικοΚύρη)…
sarant said
Καλημέρα από εδώ!
142 Μάθαμε και την κασάβα
145 Καλό 🙂
Μπετατζής said
«Αυτόν τον ξερό μπακαλιάρο οι Ιταλοί τον είπανε stoccafissa, δάνειο από το ολλανδικό stokvis, από το stok, ραβδί και vis, ψάρι, επειδή τους μπακαλιάρους τους κρεμούσαν πάνω σε κάτι ξύλα για να τους ξεράνουν στον αέρα (ή επειδή το ξερό ψάρι έμοιαζε με ξύλο;) Από εκεί και το αγγλικό stockfish, όπου το stock δεν είναι το απόθεμα»
Ίσως όμως τελικά μπορεί να υπάρξει κοντινή ή μακρινή νοηματική σχέση μεταξύ ραβδιού και αποθέματος.
Αντιγράφω από Καρλ Μαρξ, το Κεφάλαιο, 1ος τόμος, σελίδα 196 (υποσημείωση 9) : Ίσως από αυτή την εξαιρετικά λογική αιτία να ανακαλύπτει ο συνταγματάρχης Τόρρενς στην πέτρα του αγρίου την καταγωγή του κεφαλαίου. «Στην πέτρα που ρίχνει ο άγριος στο ζώο που κυνηγά, στο πρώτο ραβδί που αδράχνει για να τραβήξει τον καρπό που δεν φτάνει να τον πιάσει με τα χέρια του, βλέπουμε την ιδιοποίηση ενός είδους για την απόκτηση ενός άλλου και ανακαλύπτουμε έτσι την καταγωγή του κεφαλαίου» (R. Torrens, an essay on the production of wealth.
Kαι καταλήγει ο Κάρολος : Ίσως μ΄ εκείνο το πρώτο ραβδί (stock) να εξηγείται γιατί στα αγγλικά η λέξη stock είναι συνώνυμη με το κεφάλαιο.
Click to access 1st_volume_marx.pdf
Όχι, αν μπορείς βγάλε λάθος την πρόταση ετυμολογίας του Μαυριτανού, όπως κάνεις με τον Μπάμπη ξερωγώ 🙂
Γιάννης Ιατρού said
158: 👍👍🤩 Πές τα επιτέλους! Δια πάσαν νόσον😂
loukretia50 said
Αν θέλει κανείς το θεατρικό του Δ.Γουζέλη (που αναφέρεται το στοκοφίσι από την Αγγέλω)
«Ο ΧΑΣΗΣ» -Κωμωδία ποιηθείσα τω 1786 κατά τον τότε Ζακύνθιον ιδιωτισμόν –
( απίστευτη γλώσσα!)
https://books.google.gr/books?id=BVYAAAAAcAAJ&printsec=frontcover&dq=Nichtlateinische+Schriftzeichen&lr=&num=100&as_brr=3&as_pt=ALLTYPES&redir_esc=y#v=onepage&q=Nichtlateinische%20Schriftzeichen&f=false
Θεμέλιος said
Επανανάλυση επομένως έκανε και η νόνα μου που έλεγε «το είδα στη λεόραση» 😀
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
44+51, Rogerios
Πρώτα – πρώτα συγχαρητήρια για το πολύ εμπεριστατωμένο και ενδιαφέρον άρθρο!
Μ’ άρεσε και σημείωσα το «…ο Χάνδακας είναι SOS και γι’ αυτό το γνωρίζω»!
Ωστόσο:
– Ο (σοβαρός) καθηγητής του Παν. Κρήτης Θεοχ. Δετοράκης στην «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ» (1986), σ.143, γράφει σχετικά με την ονομασία του Χάνδακα: ’’Η πόλη όμως ασφαλώς προϋπήρχε και ίσως και η ονομασία Χάνδαξ’’.
– Επίσης, και κάπου αλλού έχω συναντήσει μια παρόμοια άποψη, πιο αναλυτικά διατυπωμένη, αλλά δεν μπορώ να τη βρω τώρα …
Έχετε υπόψη σας κάτι σχετικό;
128, ΕΦΗ
Ευχαριστώ σε!!
(Αρχή): ΟΚ!
(Τέλος): Η γενική πορεία είναι καλή (έως πολύ καλή!). Αλλά οι ενδιάμεσες… φουρτούνες δε ΄πολείπουνε! 🙂
rogerios said
@ΜΙΚ_ΙΟΣ (σχόλιο αριθ. 162) Ευχαριστώ πάρα πολύ για τα καλά λόγια! Σε ό,τι αφορά την ονομασία «Χάνδαξ», σαφώς και η πόλη προϋπήρχε της αραβικής κατάκτησης, η συγκεκριμένη ονομασία, όμως; Καταγράφεται κάπου η πόλη με την ονομασία «Χάνδαξ» πριν από την αραβική κατάκτηση (πέραν του συνήθους «Κάστρο»); Δεν έχω υπόψη μου κάτι τέτοιο, επαναλαμβάνω, ωστόσο, ότι δεν είμαι ειδικός. Πάντως, ακόμη και τα λεξικά δίνουν τη λέξη χαντάκι (μεσαιωνικό: χαντάκιον) ως αραβικού ετύμου. Το στοιχείο αυτό δεν συνηγορεί υπέρ της χρήσεως της ονομασίας προ της αραβικής κατάκτησης.
sarant said
163 Έτσι λέω κι εγώ.
ΣΠ said
Κυρία μου, ορίστε, χάνταξ.
Γ-Κ said
150. «Από την ψαροταβέρνα του… είχε παρελάσει όλο το ρόστερ του ΟΣΦΠ…»
Είχαν παρελάσει ως πελάτες ή ως υλικό για μαγείρεμα;;;
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
149 >>Τις οποίες σαρδέλες έσκαβε, για να ανοίξει δρόμο, με ένα ξυλαράκι.
Ο παππούς μου το έφτιαχνε από (σχετικά) λεπτό καλάμι. Απίθανο εργαλειάκι.Αυτοσχέδια τσιμπίδα, με εγκοπή κατά μήκος, μέχρι τη μέση, γινόταν πολύ ματζόβολο. Λειτουργούσε σαν ράμφος. Μυτερό μπροστά, ξεχώριζε τις σαρδελίτσες και μαλακά τις αποσπούσε από τη στοίβα αμάλαγες.
Με το άνοιγμα, το σαρδελοκούτι άδειαζε ως τη μέση αυθημερόν.Το μαγαζί ευώδιαζε παστή σαρδέλα αλλά και ξίδι,(δίδυμα πάνε αυτά).Ήταν άριστο πάντα το ξίδι, από τις προειρημένες Δαφνές (αλήθεια) ήταν που μας έφερναν και κρασί και ξίδι. Ανα 15ήμερο ξεφόρτωνε το φορτηγάκι των κερατζήδων. Εναλλάξ ένας πατέρας και τρεις γιοι, ωραία αγόρια (πού να τους ξεχάσεις 🙂 ) .
Theo said
@167:
«Ανα 15ήμερο ξεφόρτωνε το φορτηγάκι των κερατζήδων.»
Ενδιαφέρον αυτό. Τη λέξη κυρατζής την ήξερα για τους αγωγιάτες με τα μουλάρια. Τώρα τη βλέπω να σημαίνει και φορτηγατζής.
Δύτης των νιπτήρων said
168 https://youtu.be/k8Rp1x7m4pA 🙂
Theo said
@169:
Αγωγιάτης είναι κι εδώ, Δύτη μου (εκτός κι αν το ‘βαλες για το κερατζής).
Δύτης των νιπτήρων said
Μα το ξέρω, δεν το έβαλα ως αμφισβήτηση αλλά προς επίρρωσιν 🙂
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
163, 164
Ευχαριστώ! Κι εγώ θεωρώ λίγο απίθανο το αραβικό από ελληνικό. Έλεγα μήπως κάποιος ξέρει ή βρει που είναι γραμμένος (γιατί σίγουρα βρίσκεται σε κάποιο έντυπο/άρθρο/βιβλίο) ο ισχυρισμός αυτός και πού στηρίζεται.
168, Theo
Ναι, αλλά καλύτερα κιρατζής < τουρκ. kiracı = μισθωτής, ενοικιαστής.
(το κερατζής προφανώς με επίδραση του "κυρά" 🙂 )
Theo said
172α:
Ευχαριστώ.
Επειδή είμαι οπτικός τύπος, το έγραψα όπως το έχω δει τις περισσότερες φορές.
Βρήκα κι αυτό:
Κυρατζήδες υπαρχουν πολλοι. Κιρατζής όμως κανένας. Ολοι παρετυμολογουν το επώνυμό τους από το Κυρ-(κυριος, κυρης, κυρ ). Παρομοια φαινομενα εχουμε στο Τσιράγγελος (Τσυρ-Αγγελος με τσιτακισμο του κυρ) , Σιργιάννης ή Σεργιάννης (Κυρ-Γιαννης με επιδραση από το σεριανι).
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Υπάρχει και το ίδιας παρετυμολογίας (κυρ-) επώνυμο Κυρλαγκίτσης, κανονικά από το τρκ κιρλανγκίτς=χελιδόνι.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
168 Δεν το διάλεξα να τους πω επιτηδευμένα «κερατζήδες», έτσι πράγματι έλεγαν: ήρθαν οι κερατζήδες, πέρασαν οι κερατζήδες κ.ο.κ. Προφανώς παλιά θα πέρναγαν με μουλάρια, μα δεν πρόλαβα τέτοιους 🙂 . Στο χωριό της μάνας μου παλιά είχε χάνι (πάνε μαζί οι χανιτζήδες και οι κυρατζήδες).Στα παιδικάτα μου ήταν ήδη χάλασμα άλλα το λέγαμε πάντα Χάνι κι ας μαντρώνανε για ένα βράδυ μόνο τα αρνοκάτσικα οι βοσκοί όταν τα κατέβαζαν σπ΄τα ορεινά στη γιαλιά.Ως στάση στην πορεία. Χάνι για πρόβατα δηλαδή.Οι ίδιοι οι βοσκοί πήγαιναν πιο κει στο κοντινό χωριό να κονευτούν για τη βραδιά.
Στη συνέχεια, την επομένη, φέρνανε το κοπάδι στα παραλιακά και με καϊκι το περνάγανε στο Γαϊδουρονήσι (Χρυσή),να ξεχειμωνιάσουν.
172 Γεια σου Μικ
Χαρούλα said
ΕΦΗ ένα μπράβο από καρδιάς! Χαίρομαι πάντα, πόσο καλά θυμάσαι και τιμάς την ρίζα σου. Την γλώσσα. Τις συνήθειες! Απολαμβάνω τα σχόλια σου με αναμνήσεις. Και εκτιμώ ιδιαίτερα που δεν δηλώνεις πρωτευουσιάνα. Συναντώ γύρω τόσους ανθρώπους που απαρνούνται τις ιδιαίτερες πατριδες και γλ.ιδιώματα, μην και τους πουν «χωριάτες». Αλλά ….Ελληναράδες πρώτοι, τους κακομοίρηδες!
dryhammer said
174. Υπάρχει και επώνυμο Κερμπάτσος που, όταν τον ζητούσαν στο Δήμο, πολλοί τον έλεγαν Κυρμπάτσο και τους διόρθωνα λέγοντας πως Κυρμπάτσος είναι ο διοικητής του τμήματος.
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
(Το ξανάστειλα;; Δεν το βλέπω όμως! Άρα..)
173, 174
OK. Μπράβο!
175.
Ναι, ακουγόταν και προς τα μέρη μας ο κερατζής.
Παρεμπιπτόντως, μια και το ανέφερες, ο πατέρας μου υπήρξε προπολεμικά χανιτζής (για γαϊδουρομούλαρα και κιρατζήδες σίγουρα, για προβατοειδή μάλλον όχι). Δεν τον πρόλαβα, προφανώς :), με αυτό το επάγγελμα. Τον θυμάμαι, όμως, πιτσιρικάς να λέει διάφορες σχετικές ιστορίες από το χάνι.
Το 162 πιστεύω να το είδες! 🙂
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
Επανέρχομαι στο στοκοφίσι:
α) Η λ. ήταν (και είναι) μάλλον άγνωστη στην Κρήτη ή ίσως γνωστή μόνο σε παλιούς μπακάληδες.

Εμφανίζεται σε τοπικές εφημερίδες, γύρω στο 1937-40, μόνο για φορολογική ενημέρωση… Προφανώς λόγω πανελλήνιας ισχύος της σχετικής διάταξης.
Η διατύπωση μάλιστα είναι κάπως παράξενη: Άλλο δλδ ο βακαλάος ξηρός και άλλο το στοκοφίσι;;? Μήπως υπήρχε διάκριση βακαλάου-γάδου;
β) Στα βενετσιάνικα ήταν stocfis (Giuseppe Boerio, Dizionario del Dialetto Veneziano, Venezia, 1867, σ.705).
“Stoccofisso o Pesce bastone. Così si chiama e la Morùa (V. Bacalà) e il Merluzzo (Gadus Merlucius) diseccato. Sorta di Baccalare che a noi viene dai mari del Nord e dalla Francia, seccalo come gli altri Baccalari. I Pescatori del Nord chiamano Stoch-fisch il Bacalare seccato all’aria e di già battuto.”
Και είναι απορίας άξιο πώς δεν επέζησε η βενετσιάνικη λ. στην Κρήτη. (όπως π.χ. στα Επτάνησα)
(Αύριο η συνέχεια 🙂 )
dryhammer said
179. Στο απόσπασμα από τα «Κρητικά Νέα» παρατηρώ μεταξύ άλλων τις «φακιές». Μου θύμισαν το «ρόγδι».
Δημήτρης Μαρτῖνος said
@177. Καὶ ὁ Κερμπάτσος, ἄνθρωπος τοῦ βούρδουλα ἤτανε. Ἐτυμολογικῶς.
Τὸ ὄνομά του προέρχεται, κατὰ πάσα πιθανότητα, ἀπὸ τὸ τούρκικο kırbaç=μαστίγιο.
Τό ἔχω ἀκούσει κουρμπάτσι, ὄχι στὰ Θερμιά· ἀπὸ ἄτομα μὲ προσφυγικὲς ρίζες.
Γκουγκλίζοντας τὸ κουρμπάτσι, βρῆκα στὸ Βικιλεξικὸ πὼς τὸ τούρκικο kırbaç προέρχεται ἀπὸ τὸ σλάβικο korbač.
Τί γνώμη ἔχει καὶ ὁ καθ᾿ ὕλην ἁρμόδιος Δύτης;
Δύτης των νιπτήρων said
181 O Δύτης δεν έχει γνώμη έχει όμως ο Νισανιάν που λέει ότι είναι από το τουρκικό ρήμα kırpmak, «ξαγρίζω, βλεφαρίζω» αλλά και «δέρνω» και ότι τα ρώσικα κλπ βγήκαν απ’ το τούρκικο: https://www.nisanyansozluk.com/?k=k%C4%B1rba%C3%A7
ΓιώργοςΜ said
181 Κουρμπάτς ήταν η πρωτότυπη ονομασία του σημερινού Ασμηνίου, στη Β. Εύβοια (παραλία του το γνωστότερο Πευκί). Τα περισσότερα παλιά τοπωνύμια είναι σλάβικα, οπότε ταιριάζει.
Ο πατέρας μου έλεγε για ένα συμμαθητή του στο Γυμνάσιο της Ιστιαίας, που απαντούσε για την καταγωγή το στον καθηγητή «Ασμήνιον, κοινώς Κουρμπάτς».
Κάτι παιχνίδια που κάνει η μνήμη, δε θυμάμαι την υπόλοιπη ιστορία, μόνο τη φράση αυτή, που την έλεγε με έναν κάπως κωμικό τρόπο.
Δημήτρης Μαρτῖνος said
@182. Εὐχαριστῶ, Δύτα.
@183.Γιῶργο, δὲν ἀποκλείεται ἀλλοῦ νὰ τὸ πήραμε ἀπὸ τοὺς Τούρκους (π.χ. πρόσφυγες) κι ἀλλοῦ ἀπὸ τοὺς Σλάβους.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
96 κι ένας άλλος «μπακαλιάρος» και «η πολιτική του μπακαλιάρου»
…Ξαφνικά και ο µπακαλιάρος, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν είδος βασικής διατροφής για κάθε ελληνική οικογένεια, απέκτησε καθεστώς αποκλειστικής εµπορίας µέσω της θεσµοθέτησης ιδιωτικού µονοπωλίου. Πίσω από το µονοπώλιο του µπακαλιάρου βρισκόταν ο αδερφός του Κωνσταντίνου, Αχιλλέας Καραµανλής, στον οποίο εξασφαλίστηκαν κέρδη επί δεκαετίες διά του µπακαλιάρου. Εκτοτε ο Αχιλλέας έµεινε στην πολιτική (και όχι αδίκως) ως «µπακαλιάρος» και η συγκεκριµένη πολιτική των νοµικών εξυπηρετήσεων ως «πολιτική του µπακαλιάρου»
https://www.documentonews.gr/article/ton-xalmyrizei-ton-mpakaliaro-o-mhtsotakhs
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
(Συνέχεια του 179, κι όποιος αντέξει… 😉 )
γ) Ψάχνοντας για το βεν. stocfis έπεσα πάνω σ΄αυτό:
https://books.google.gr/books?id=OScAAn0Wu5QC&pg=PA401&lpg=PA401&dq=baccala+stoccafisso+sella&source=bl&ots=V8rDIK29_g&sig=ACfU3U3PPWo9tqKybNUfkU2bGzxQmaY-aw&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwiwqLK8m6fpAhWPFcAKHT6zCd4Q6AEwAHoECAgQAQ#v=onepage&q=baccala%20stoccafisso%20sella&f=false
Μεταφράζω (όπως καταλαβαίνω και με τη βοήθεια του γκουγλομεταφραστηρίου) μερικά ενδιαφέροντα σημεία: (πάσα διόρθωση ευπρόσδεκτη…)
«Το stocfis είναι ακριβώς ο γάδος-μπακαλιάρος, ή το stoccafisso, και το απόσπασμα, το οποίο μιλά για αυτό, αναπαράγεται στο σύνολό του από εμένα (από το «Expensae pro coquina» της παπικής διοίκησης της Αβινιόν, 15 Αυγούστου 1320 – 14 Αυγούστου 1321), από τον πρωτότυπο τόμο, που το περιέχει, στο μυστικό αρχείο του Βατικανού. ……………………
Το 1321 ένας παπικός «domirellus», από την παπική διοίκηση της Αβινιόν, έκανε μια αγορά, «pro hospitio» του Πάπα Giovanni ΧΧΙΙ, στο ποταμίσιο λιμάνι του Μπορντό συντηρημένων ψαριών: 316 merlucii (παστούς-αλατισμένους γάδους), 9 congri (χέλια), 20 stocfisκαι 600 alleces (ρέγγες). Αλλά μην πιστεύετε ότι τότε, τον 14ο αιώνα, ερχόταν stocfis = γάδος, αποξηραμένος από τα εδάφη της Βόρειας Ευρώπης (Νορβηγία κ.λπ.) για να καταναλωθεί ευρέως στην Ιταλία. ……………………
Είναι προφανές ότι, όπως το νορβηγικό stochfis και stochafissi του Βενετού Pietro Querini και των συντρόφων του, ναυαγών το 1432 στο νορβηγικό αρχιπέλαγος των νησιών Lofoten, έτσι και το ισλανδικό stochfissi, που έφτασε στο Λονδίνο πριν από την ανακάλυψη της Νέας Γης*, και αναφέρεται από τον Λομβαρδό διπλωμάτη Raimondo di Soncino**, αποδεικνύεται κατά τρόπο ολοφάνερο (ηλίου φαεινότερον), κόντρα στην κοινώς διαδεδομένη άποψη, ότι τον 15ο αιώνα το stoccafisso ήταν άγνωστο από τους Ιταλούς· και μόνο τον 17ο αιώνα, επαναλαμβάνω, η κατανάλωσή του άρχισε να γίνεται μαζική στην Ιταλία, συμπεριλαμβανομένης της Βενετίας.»
δ) Και δυο παλιές εικόνες για το ψάρεμα με αγκίστρι του stoccafisso.
Να μας εξηγήσει κάποιος πεπειραμένος ψαράς (έχουμε στο ιστολόγιο, βεβαίως-βεβαίως 🙂 , εγώ δεν έχω ιδέα…) πώς στο διάτανο δούλευε αυτή η συσκευή-πατέντα;
Αγγελος said
ΜΙΚ_ΙΕ, αυτό που τονίζει ο Ιταλός λόγιος που είχε και πρόσβαση στα μυστικά αρχεία τουΒατικανού, τουλάχιστον όσον αφορούν την παπική κουζίνα του Αβινιόν, νομίζω πως είναι ότι ο αποξηραμένος μπακαλιάρος που βεβαίως έτρωγαν οι Ιταλοί πολύ πριν από τον 17ο αιώνα δεν ήταν καθαυτό γάδος (μουρούνα) του Β. Ατλαντικού, παρά ήταν μερλούκιος, που υπάρχει και στη Μεσόγειο. Την ύπαρξη αυτού του ψαριού, καθώς και του εγκλεφίνου (τουhaddock που λέγαμε νωρίτερα), του μπακαλιάρου μερλάν και του προσφυγακιού (Micromesistius poutassou), την έμαθα μεταφράζοντας την Κοινή Αλιευτική Πολιτική της EE. Στην Εσπερία είναι γνωστά και διαφορετικά ψάρια, στην Ελλάδα όλα γίνονται μπακαλιάροι, ή έστω μπακαλιαράκια. — Eίναι αλήγθεια πως, αντίθετα με κάποιους 🙂 εδώ μέσα, ήμουν και είμαι εξίσου άσχετος από ψάρια, όσο και από ποδόσφαιρο…