Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Ο βενετσιάνικος καθρέφτης (διήγημα του Δημ. Σαραντάκου) – 5

Posted by sarant στο 21 Ιουλίου, 2020


Εδώ και λίγο καιρό άρχισα να δημοσιεύω στο ιστολόγιο, όπως πάντα κάθε δεύτερη Τρίτη και σε συνέχειες, τη νουβέλα «Ο βενετσιάνικος καθρέφτης» από το ομότιτλο βιβλίο του πατέρα μου, του Δημήτρη Σαραντάκου, που το είχε έτοιμο όταν αδόκητα έφυγε από τη ζωή πριν από οχτώ χρόνια και που το εκδώσαμε λίγο πριν κλείσει χρόνος από τον θάνατό του.

Η σημερινή συνέχεια είναι η πέμπτη. Η προηγούμενη, τέταρτη συνέχεια είναι εδώ.

Όπως αναφέρει ο πατέρας μου στον πρόλογο του βιβλίου, η δράση εκτυλίσσεται το 1995. Tα μέλη ενός συλλόγου αντιστασιακών μαθαίνουν ότι η Ματίνα, δραστήριο μέλος του συλλόγου, έχει πάθει κάτι σοβαρό. Ο αφηγητής αναλαμβάνει να την επισκεφτεί στην Αρκαδία όπου βρίσκεται -είχε πάει για να μαζέψει αρχειακό υλικό.

Bρισκόμαστε στο τρίτο κεφάλαιο όπου ο αφηγητής επισκέπτεται την Αρκαδία και το σπίτι όπου φιλοξενείται η άρρωστη Ματίνα. Γνωρίζονται με την Αναστασία, τη νεαρή συνεργάτρια της Ματίνας, και τους γηραιούς οικοδεσπότες, τον Στάθη και την Ουρανία.

Καθώς συζητούσαμε με την Αναστασία ήρθε και ο οικοδεσπότης. Σηκώθηκα να τον χαιρετίσω. Ήταν ένας ψηλός ξερακιανός γέρος, ευθυτενής, με ζωηρό βλέμμα, που δεν πρόδιδε τα χρόνια του, γιατί υπολόγισα πως θα πλησίαζε τα ενενήντα.

«Έχω ακούσει για σας και για την προσπάθεια που κάνετε με τον Σύλλογό σας, για να διασωθεί η ιστορική μνήμη. Η καημένη η Ματίνα με ενημέρωσε πλήρως».

Κάθισε σε μια καρέκλα δίπλα μου. Είχε διάθεση για κουβέντα.

«Δεν ξέρετε πόσο καλό μάς έκανε η παρουσία της Ματίνας και της Αναστασίας στο σπίτι μας. Τα τελευταία χρόνια μένουμε μονάχα οι τρεις μας η Ουρανία, η Παρασκευή κι εγώ. Τρεις κούκοι, τρεις γέροι κούκοι για την ακρίβεια. Η επίσκεψή τους μας έκανε πολύ καλό, γιατί δεν ήταν μονάχα η παρουσία νέων ανθρώπων, ήταν η ζωντάνια και η ανοιχτή καρδιά τους. Σας λέω, ξαναζωντανέψαμε. Και δεν ήταν μόνο η παρουσία τους, ήταν και το αντικείμενο της επίσκεψης τους. Εμείς όλα αυτά τα ντοκουμέντα και τις φωτογραφίες τα φυλάγαμε τόσα χρόνια τώρα ως κόρην οφθαλμού. Όχι μόνο σαν αγαπημένα ενθύμια, πιο πολύ σαν ιερά κειμήλια. Είναι βλέπετε ό,τι χειροπιαστό μας έμεινε από μιαν αξέχαστη περίοδο της ζωής μας. Κάποιοι συγχωριανοί μου φιλοδοξούν να φτιάσουν κάποτε μουσείο της εποχής εκείνης και να τα βάλουν εκεί. Γι΄ αυτό και στην τηλεφωνική επικοινωνία με τον κύριο πρόεδρο του Συλλόγου σας, του τόνισα πως δε θα ήθελα να τα αποχωριστώ, αλλά προθύμως να τα θέσω στη διάθεσή σας εδώ, επί τόπου. Έτσι, ήρθαν οι καλές αυτές κοπέλες. Και τώρα να τύχει αυτό το ακατανόητο».

Τον μονόλογό του διέκοψε η εμφάνιση της γυναίκας του. Ήταν μια αδύνατη, μάλλον μικροκαμωμένη γριούλα, που εντούτοις στο ρυτιδωμένο πρόσωπό της διασώζονταν ίχνη παλιάς ομορφιάς. Συμπέρανα πως στα νιάτα της θα πρέπει να ήταν καλλονή.

Μετά τα τυπικά λόγια της υποδοχής, μου πρότεινε να μου δείξουν  το δωμάτιο όπου θα περνούσα τη νύχτα. Ανεβήκαμε στο επάνω σπίτι, όπου επί τέλους είδα τον περίφημο καθρέφτη και τη Ματίνα. Τη βρήκα να στέκεται, όχι μπροστά του, όπως περίμενα, αλλά στο ανοιχτό παράθυρο και να κοιτάζει τις κορφές των απέναντι βουνών, που διαγράφονταν καθαρά, καθώς ο ουρανός πίσω τους ήταν ακόμη φωτεινός από τον ήλιο που μόλις είχε βασιλέψει.

Ακούγοντάς μας, γύρισε για λίγο το κεφάλι της προς το μέρος μας, αλλά αμέσως το έστρεψε προς τα βουνά. Ένιωσα τότε πραγματικό σοκ. Η στενή μου φίλη, η ζωντανή και πρόσχαρη γυναίκα, που ήξερα τόσα χρόνια, συμπεριφερόταν σα να ήταν άσχετη και ξένη. Πήγα κοντά της, την έπιασα από τον ώμο και της μίλησα.

Γύρισε και με κοίταξε ατενώς, αλλά στο βλέμμα της δεν είδα την παραμικρή ένδειξη πως με αναγνώρισε. Ήταν ένα άδειο βλέμμα, που δεν μπορώ να το περιγράψω, αλλά που με συγκλόνισε. Δεν έδειχνε άνοια. Δεν είχε την έκφραση που έχω δει σε πολλούς που έπαθαν εγκεφαλικό ή άλλες παρόμοιες παθήσεις. Θα έλεγα μάλιστα πως έδειχνε κάτι σαν γαλήνη, σαν μιαν ενδόμυχη ικανοποίηση.

Φαίνεται πως είχα πολύ δυστυχισμένο ύφος, γιατί η Αναστασία ήρθε κοντά μου, με τράβηξε παράμερα και μου είπε χαμηλόφωνα.

«Μη στεναχωριόσαστε. Ας την αφήσουμε τώρα ήσυχη. Όταν θα τρώμε, θα έχετε την ευκαιρία να την παρατηρήσετε καλύτερα»

«Μπορεί και τρώει μόνη της;»

«Σας είπα, εξωτερικά δε φαίνεται να έχει τίποτα. Ντύνεται μόνη της, αυτοεξυπηρετείται και τρώει μια χαρά».

«Μπορώ να δω αυτές τις φωτογραφίες που την τάραξαν τόσο;»

«Και βέβαια, τις έχω περάσει στο σκληρό δίσκο του λάπτοπ, να το ανοίξω μόνο»

Ώσπου να ετοιμάσει το μηχάνημα, άφησα τη Ματίνα να ρεμβάζει, κοιτάζοντας τον ορίζοντα που σιγά σιγά σκοτείνιαζε και στράφηκα να περιεργαστώ τον καθρέφτη, την αιτία, κατά τα φαινόμενα, του κακού. Ήταν ένα εντυπωσιακό έπιπλο, που το αποτελούσαν ο καθρέφτης και το βάθρο του, ένα ντουλάπι με μαρμάρινο κάλυμμα, πάνω στο οποίο στηριζόταν ο κυρίως καθρέφτης, με την κορνίζα του. Το συνολικό ύψος του πρέπει να ξεπερνούσε τα τρία μέτρα και έφτανε σχεδόν ως την οροφή του ψηλοτάβανου σαλονιού, που, όπως τότε πρόσεξα, ήταν όλη ζωγραφισμένη. Η επιφάνεια του βάθρου-ντουλαπιού και η πλατιά κορνίζα του καθρέφτη ήταν σκεπασμένες με ανάγλυφες παραστάσεις και όλο το έπιπλο ήταν επίχρυσο.

«Το έφερε ο προπάππος μου από τη Βενετία» μου εξήγησε ο κύριος Στάθης, βλέποντας με να εξετάζω με προσοχή τον καθρέφτη. «Ο ίδιος έφερε τεχνίτες και ζωγράφισαν το ταβάνι και τους τοίχους. Δυστυχώς η έλλειψη συντήρησης κατέστρεψε τις ζωγραφιές των τοίχων, που αναγκαστήκαμε να τους ξανασοβαντίσουμε και να τους βάψουμε. Δε γινόταν αλλιώς».

«Ειλικρινά, δεν περίμενα να βρω τέτοιο αρχοντικό σε ένα τόσο απομονωμένο χωριό»

«Απομονωμένο είναι τώρα. Το χωριό μας, καθώς και τα γειτονικά, πριν από διακόσια χρόνια ευημερούσαν και μολονότι, με τα χρόνια και την ανάπτυξη των πόλεων, παρακμάσανε, ως τις αρχές του αιώνα μας υπήρχε ακόμα σχετική ευμάρεια. Τα κοντινά μας Λαγκάδια ήταν το χωριό των οικοδόμων. Όλες σχεδόν οι οικογένειές του καταγίνονταν με το χτίσιμο, τέχνη που μεταβιβαζόταν, πάππου προς πάππου, από γενεά σε γενεά. Οι Λαγγαδιανοί χτιστάδες αναλάμβαναν όλες τις οικοδομικές εργασίες, σχηματίζοντας οικογενειακής μορφής κομπανίες, που πήγαιναν σε όλα τα χωριά και τις πόλεις της Πελοποννήσου αλλά και στα Επτάνησα και στη Στερεά. Θα την έχετε ακούσει την παροιμία

                                           ο Θεός έχτισε τα Λαγκάδια
                                          κι οι Λαγκαδιανοί τον κόσμο.

Το δικό μας και τα γειτονικά χωριά ακμάζανε χάρη στην κτηνοτροφία τους. Υπήρχαν τότε στην περιοχή σχεδόν ογδόντα χιλιάδες αιγοπρόβατα και εκτός από το τυρί και το γάλα που τα πουλούσαν μέχρι και την Τρίπολη, επιβίωνε ανθούσα βιοτεχνία μάλλινων νημάτων και υφαντών, που τα εξήγαν, από το Κατάκωλο και μέσω Ζακύνθου στην Ιταλία και τη Γαλλία. Το χωριό μας ευημερούσε. Να σκεφτείτε πως, όταν ήμουν παιδί, σε πολλά σπίτια υπήρχαν πιάνα και «μαγικές λυχνίες».

«Τι ήταν αυτές;» απόρησε η Αναστασία, σκυμμένη πάνω από τον υπολογιστή.

Ο γέρος χαμογέλασε αχνά

«Ήταν ο πρόδρομος του κινηματογράφου».

«Κύριε Δημήτρη, ελάτε να δείτε τις φωτογραφίες» μου φώναξε η Αναστασία

Κάθισα δίπλα της. Στην οθόνη πέφτανε, η μια μετά την άλλη,  φωτογραφίες με αντάρτες.

«Για δείξε μου αυτές, που λες ότι την τάραξαν»

«Αυτή εδώ είναι η πρώτη» μου λέει, αφού πέρασαν μπροστά από τα μάτια μου μερικές ακόμη φωτογραφίες.

Την παρατήρησα και τότε πραγματικά ταράχτηκα κι εγώ. Έδειχνε μια ομάδα αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού. Όλα τους νέα παλικάρια και δυο κοπέλες ανάμεσά τους. Στο κέντρο όμως στέκονταν χαμογελαστοί και δίπλα δίπλα ο Κώστας και ο Πάνος! Δεν είχα ακούσει ποτέ μου πως ο Πάνος είχε βγει στο βουνό. Ήξερα πως είχε πάει κληρωτός και τον έστειλαν στη Μακρόνησο, πως αμέσως σχεδόν υπέγραψε δήλωση μετανοίας και μάλιστα ζήτησε να πολεμήσει τους «συμμορίτες». Το ότι αυτομόλησε στους αντάρτες, το συμπέρανα τώρα, βλέποντας τη φωτογραφία. Πώς όμως ξελάσπωσε τότε και πώς κατόπιν σταδιοδρόμησε σε κρατικές θέσεις; Αυτό ήταν ακατανόητο, τελείως απίστευτο. Τους αυτόμολους φαντάρους δεν τους γλίτωνε τίποτα, όταν ξανάπεφταν στα χέρια του στρατού. Συνήθως τους εκτελούσαν επί τόπου.

Ρώτησα τον οικοδεσπότη μας, που με παρακολουθούσε, καθώς περιεργαζόμουν τις φωτογραφίες

«Συζητήσατε καθόλου με τη Ματίνα για τις φωτογραφίες και τα έγγραφα που την τάραξαν;»

«Όχι, γιατί μετά το φαΐ τις πήρε και κλείστηκε στο δωμάτιό της. Μου φαίνεται πως πριν ανέβει κουβέντιασε λίγο με την Παρασκευή, αλλά τι είπανε δεν ξέρω. Να  ρωτήσετε την ίδια. Είχαμε όμως μιλήσει για τον καθρέφτη,  ένα άλλο απόγεμα, που ανέβηκα να τη δω. Τη βρήκα να κοιτάζει τον καθρέφτη και  μου είπε τότε κάτι που μου έκανε εντύπωση: «Οι μορφές όλων αυτών των ανθρώπων που καθρεφτίστηκαν μέσα σ΄ αυτόν τον καθρέφτη, δεν άφησαν άραγες κανένα ίχνος; Αυτοί οι τόσο ζωντανοί άνθρωποι, που χόρεψαν, τραγούδησαν, μίλησαν, καμάρωσαν, γέλασαν μπροστά του, χάθηκαν έτσι, χωρίς να αφήσουν τίποτα;»

Όπως καταλαβαίνετε, καθώς είμαι αθεράπευτα ορθολογιστής, είχα πολλές αντιρρήσεις και μάλιστα μεταξύ σοβαρού και αστείου της είπα πως μαγικοί καθρέφτες υπάρχουν μόνο στα παραμύθια, στη Χιονάτη ή στην Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων. Εκείνη όμως τότε μου απάγγειλε, και μάλιστα από στήθους, ένα ποίημα του Καβάφη, που ομολογώ πως το αγνοούσα και το οποίο αναφέρεται σε έναν παλιό καθρέφτη «που είχε δει και δει στην πολυετή του ύπαρξη χιλιάδες πρόσωπα και πράγματα» και που χάρηκε σαν «καθρεφτίστηκε σ΄ αυτόν ένα ωραιότατο παιδί». Κουβεντιάσαμε αρκετήν ώρα και η συζήτηση μας κινήθηκε σε κάπως, πώς να σας το πω, μεταφυσικά και υπερβατικά επίπεδα».

Πήγα στο δωμάτιο που μου δώσανε, να αφήσω τα πράματά μου. Ευτυχώς  δίπλα του υπήρχε σύγχρονο λουτρό, όπου μπόρεσα να πλυθώ και να φρεσκαριστώ.

Είχε σκοτεινιάσει για καλά, όταν κατεβήκαμε στην τραπεζαρία, όπου σε λίγο ήρθανε η Αναστασία με τη Ματίνα. Ένιωσα πάλι το ίδιο σφίξιμο, παρατηρώντας το άδειο βλέμμα και τις κάπως μηχανικές κινήσεις της. Καθίσαμε στο τραπέζι και οι πέντε και η Παρασκευή, αφού μας σέρβιρε, ήρθε και κάθισε κι αυτή δίπλα στην κυρία Ουρανία.

Οι οικοδεσπότες μας ήταν ευδιάθετοι.

«Αν και θα σας φανεί οξύμωρο, ύστερα από αυτό που έπαθε η Ματίνα, ο ερχομός σας μας έκανε καλό. Ξαναζωντάνεψε μιαν αξέχαστη εποχή, τότε που ήμασταν ακόμα νέοι κι είχαμε δίπλα μας το γιό μας”

Έβλεπα πως είχανε διάθεση να μιλήσουν για το γιο τους το Βλάση και με κατάλληλες ερωτήσεις τους ενθάρρυνα να τα πουν, γιατί έβλεπα πως τους έκανε καλό.

Όπως έμαθα από την αφήγηση του κυρίου Στάθη, που τη συμπλήρωναν τόσο η κυρία Ουρανία όσο και η Παρασκευή, οι ιδιοκτήτες του αρχοντικού ήταν από καλές οικογένειες. Εκείνος, μεγαλοκτηματίας με σπουδές στην Ανωτάτη Γεωπονική και μεταπτυχιακές στην Ιταλία, παντρεύτηκε ενώ ακόμα σπούδαζε, την Ουρανία, που ήταν, κατά την Παρασκευή, αρχοντοπούλα, κόρη ενός στρατηγού από ένα γειτονικό, σήμερα ερημωμένο, χωριό. Κάνανε τον Βλάση το 1924. Αντίθετα με το επικρατούν από τότε ρεύμα φυγής προς τις πόλεις, εκείνοι αποφάσισαν να εγκατασταθούν μόνιμα στο χωριό, όπου ο Στάθης οργάνωσε τα χτήματα του υποδειγματικά. Χάσανε μια κόρη στη γέννα το 1930 και από τότε η Ουρανία δε μπορούσε να κάνει άλλα παιδιά. Αφιερώθηκαν στο Βλάση.

Ακούγοντας τους οικοδεσπότες μας να μιλάνε παρατηρούσα με την άκρη του ματιού μου τη Ματίνα. Καθόταν λοξά απέναντι μου, δίπλα στην Αναστασία, που την είχε στο νου της και την πρόσεχε με μιαν αφοσίωση, που δεν την περίμενα από αυτό το ατίθασο και προκλητικό κοριτσόπουλο που ήξερα. Η Ματίνα έτρωγε μόνη της χωρίς καμιά δυσκολία, αλλά κατά τα άλλα δε συμμετείχε ούτε στη συζήτηση ούτε σε στην ατμόσφαιρα ευεξίας, που είχε δημιουργηθεί με την αφήγηση των οικοδεσποτών μας.

Πραγματικά, τόσο ο Στάθης, όσο και η Ουρανία, με την αφήγηση των παλιών καλών ημερών είχαν ξαναζωντανέψει και μπορώ να πω μάλιστα πως είχαν ευθυμήσει.

«Ξέρετε πόσα γλέντια έχουν γίνει σ΄ αυτό το σπίτι; Από τον καιρό που ήμουνα παιδάκι, θυμάμαι τον παππού μου, που έπαιζε λαγούτο και είχε ωραία φωνή, να τραγουδά, συνοδεύοντας τον παπα-Γιώργη, που έπαιζε ζουρνά»

«Θυμάσαι Στάθη τα βαφτίσια του Βλάση;»

ζωήρεψε η γυναίκα του

«Είχαν κάνει πάταγο. Όλο το χωριό είχε μαζευτεί και επειδή δε χωρούσαν όλοι στο σαλόνι, στρώσαμε τραπέζια στο κάτω σπίτι. Είχαν έρθει και τα πεθερικά μου με όλο τους το σόι από τη Ανάβρα. Το γλέντι κι ο χορός κράτησαν ως το πρωί»

«Αμ το γλέντι που έγινε, μετά τη μάχη στο Λεόντιο;» θυμήθηκε η Παρασκευή

«Θα την έχετε ακούσει αυτή τη μάχη» στράφηκε με ξαναμμένο πρόσωπο προς εμένα ο Στάθης

«Έγινε τον Ιούλιο του ΄43 και ήταν κανονική μάχη εκ παρατάξεως, του ΕΛΑΣ, με ένα τάγμα Ιταλών, που είχε διαπρέψει στις επιχειρήσεις κατά των ανταρτών του Τίτο και ο διοικητής του είχε την επωνυμία «ανταρτοφάγος». Η μάχη κράτησε δεκαέξι ώρες και κατέληξε σε πανωλεθρία τους. Μονάχα τριάντα γλίτωσαν μέσα στη νύχτα. Είχανε πάνω από πενήντα νεκρούς και ογδόντα τραυματίες και  πιάστηκαν εκατόν πενήντα αιχμάλωτοι, ενώ οι δικοί μας είχανε μόνο πέντε νεκρούς και δέκα τραυματίες! Μετά τη νίκη πέρασαν από δω οι αντάρτες του Ωρίωνα, που έδρευε εδώ κοντά πολύ χαρούμενοι. Τους φιλοξενήσαμε σε όλα τα σπίτια του χωριού».

«Αμ το γλέντι που κάναμε στην απελευθέρωση και κράτησε τρεις μέρες;» λέει η κυρία Ουρανία

«Αυτό ήταν πραγματικά πάνδημο γλέντι, καθώς ο καιρός ήταν καλός και γιορτάσαμε στους δρόμους και στην πλατεία του χωριού. Το βράδυ μαζεύτηκαν όσοι χώρεσαν στο σπίτι μας. Θα ήταν και εξήντα άτομα. Αφού, όταν χόρευαν φοβήθηκα μήπως δεν αντέξει το βάρος τους το πάτωμα. Γίνανε και πολλά ευτράπελα. Ένας αστείος τύπος του χωριού, ο λεγόμενος Παρλαπίπας, τύφλα στο μεθύσι, είχε ανεβεί στους ώμους άλλων δύο και μας έβγαλε λόγο. Ήταν τόσο μεθυσμένος που νόμιζε πως από τον καθρέφτη του μιλούσε κάποιος ανταγωνιστής του και έπιασε να λογομαχεί με το είδωλό του ….»

«Ύστερα πλάκωσαν τα δύσκολα. Πολύ ακριβά πληρώσαμε εκείνες τις χαρές και τα γλέντια» είπε η Παρασκευή, σα να μονολογούσε.

Από όσα έμαθα ήταν παραδουλεύτρα – ψυχοκόρη, αφοσιωμένη στο ζευγάρι του Στάθη και της Ουρανίας από το 1935, όταν μικρό κοριτσάκι έπιασε δουλειά στο σπίτι τους. Ουσιαστικά είναι μέλος της οικογένειας, αφού την πάντρεψαν και της βάφτισαν το πρώτο παιδί. Πήρε κι αυτή μέρος στην Αντίσταση και στον Εμφύλιο, όπου σκοτώθηκε ο άντρας της. Όταν τα παιδιά της μεγάλωσαν και κάνανε δικιά τους οικογένεια, έμεινε για πάντα δίπλα στα αφεντικά της. Στην πράξη αυτή κυβερνάει το σπίτι.

Από όσα κατάλαβα, οι οικοδεσπότες μας πίστευαν πως ο γιος τους δε σκοτώθηκε, αλλά ήταν από τους ελάχιστους αντάρτες, που διέφυγαν από εκείνη τη μάχη που συνέχισε τον αγώνα ως το τέλος του αντάρτικου στον Μοριά και κατόρθωσε να διαφύγει στο εξωτερικό. Διατηρούσαν μιαν άσβεστη ελπίδα πως είχε καταφύγει στις Ανατολικές Χώρες και τελικά κατέληξε στην Κούβα ή στη Λατινική Αμερική. Η παράλογη αυτή ελπίδα τους κρατούσε ζωντανούς.

 

 

Advertisement

74 Σχόλια προς “Ο βενετσιάνικος καθρέφτης (διήγημα του Δημ. Σαραντάκου) – 5”

  1. Καλημέρα! Πάλι μας το κόβει πάνω εκεί που διαβάζεις με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον…

  2. Γς said

    1:

    θα μπορούσε να τελειώνει κι εδώ.

    Μαγκιόρος μάστορας ο κυρ Δημήτρης

  3. dryhammer said

    > …η ζωντανή και πρόσχαρη γυναίκα, που ήξερα τόσα χρόνια, συμπεριφερόταν σα να ήταν άσχετη και ξένη.

    Είχα μια φίλη, που τη γνώρισα όταν ήμουν 11-12 χρονώ κι εκείνη ανάμιση χρόνο πιο μικρή. Είχαμε κοινές παρέες και φίλους, παραπλήσια γούστα και απόψεις, και διατηρήσαμε σχέσεις για πάνω από 30 χρόνια. Και μετά έκαμε το κρακ. Τα πως και τα γιατί τα ξέρει μόνο εκείνη. Πήγε αλλού, σε δικό της κόσμο, μακριά από το δικό μας, μια απόπειρα αυτοκτονίας και έκτοτε ένα λουλούδι αμίλητο που το συντηρούν τα ψυχοφάρμακα και η φροντίδα των αδερφιών της. Απόφευγα να τη δω. Πέρσι πήγα στο μαγαζί του γαμπρού της κάτι να πάρω και ήταν εκεί, είχε μείνει η μισή, κοίταζε το τίποτα, δε με γνώρισε, δε βαστούσα να της μιλήσω, πλήρωσα κι έφυγα βιαστικά. Στην πόρτα της εξόδου μου, τραγουδούσε την ίδια πάντα φράση μουρμουριστά.

    ************
    Στο σπίτι του Μάριου, που πριν 3 χρόνια τέτοιο καιρό περίπου μας άφησε, είχε δυο τέτοιους καθρέφτες, όχι επίχρυσους αλλά σκαλιστούς, με το μάρμαρο και το ντουλάπι από κάτω, σχεδόν απέναντι, ώστε να υπάρχει σημείο να καθρεφτιστείς μπρος πίσω αλλά να μην κάνει τούνελ όποτε περνάς ανάμεσά τους. Στον έναν από πάνω είχε και το τότε ενθόσημο με το στέμμα και τους Ηρακλείδες. Ένας από κάθε πάππου.

  4. ΚΩΣΤΑΣ said

    Καλημέρα, ωραία η συνέχεια αλλά πάλι στην αναμονή. Το μυστήριο με τη Ματίνα παραμένει. Και είμαι στο ερημητήριο, … αναγκαστικά θα περιμένω.

  5. gpoint said

    Καλημέρα

    ωραίο το ανάγνωσμα και περίτεχνο το κόψιμο σε ενδιαφέρον σημείο ! μπορεί να διαμαρτύρονται κάποιοι αλλά κατά βάθος τους αρέσει που προσπαθούν να μαντέψουν την συνέχεια. μέχρι την παράλλη Τρίτη, οπότε τόχουνε ξαχάσει και πέφτουν με τα μούτρα στην ανάγνωση …

  6. Alexis said

    Καλημέρα.
    Ενδιαφέρουσα η συνέχεια και ωραία γραφή όπως πάντα.

    Εκείνος, μεγαλοκτηματίας με σπουδές στην Ανωτάτη Γεωπονική και μεταπτυχιακές στην Ιταλία,…
    Θα πρέπει να ήταν από τις πρώτες φουρνιές φοιτητών. Η Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών ιδρύθηκε το 1920. Φέτος συμπληρώνει 100 χρόνια ζωής.

  7. ΣτοΔγιαλοΧτηνος said

    1, 4, 5

    Ο Νίκος Δημ. Σαραντάκος είναι σαδιστής.

  8. Triant said

    Καλημέρα.

    Πεμπτοφαλαγγίτης ο Πάνος;

  9. Νέο Kid said

    Λάπτοπ το 1995 (!) ;
    Μήπως εδώ έχουμε αναχρονισμό ; Ή ίσως ο πατέρας σου Νίκο εν τη ρύμη της γραφής χρησιμοποίησε έναν μεταγενέστερο όρο για κάποιο ντέσκτοπ ;

  10. Theo said

    @9:
    Το πρώτο μου λάπτοπ το πήρα το 1994.

  11. Γς said

    6:

    Μόλις και πληρεί τις προδιαγραφές

    Γεωπονική Σχολή, μεταπυχιακά στην Ιταλία γάμος και παιδί το 1924

    Η φοίτηση τότε ήταν τρεισήμισι χρόνια.

    [αν γκάστρωσε την κόρη του στρατηγού φοιτητής στη Γεωπονική και γεννητούρια με το καλημέρα στην Ιταλία για μεταπτυχιακά]

  12. Theo said

    Με οθόνη ασπρόμαυρη 10 ιντσών και πανάκριβο.

  13. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    Λυπάμαι που σας κρατάω στην αναμονή.

    9-10 Κι εγώ το πρώτο μου λάπτοπ το αγόρασα το 1995. Ίσως η ορολογία να είναι μεταγενέστερη διότι τότε «φορητό» το λέγαμε. Βεβαια, ήταν βαρύ πράμα.

  14. Γιάννης Κουβάτσος said

    Ωραία αυτά τα παλιά αρχοντικά…Τα επισκέπτεσαι και ταξιδεύεις σε άλλους καιρούς…Δεν χρειάζεται καν να μπεις μέσα, και μόνο που τα βλέπεις απέξω, ταξιδεύεις…

  15. nikiplos said

    Καλημέρα… ωραία και αυτή η συνέχεια. Τι άδικο για τους γονείς να περιμένουν νέα από το παιδί τους και να μην φθάνουν ποτέ. Μου θύμισε το παιδικό παραμύθι που ο μοναδικός γιός του υπέργηρου ζευγαριού είχε πάει στον πόλεμο. Ας είναι. Ολετήρας ο πόλεμος και πατήρ πάντων.

  16. Theo said

    @13:
    Επίσημα τα έλεγαν notebook, αλλά λάπτοπ στην πιάτσα. Βάρος, 3,5 κιλά περίπου.
    Πριν από αυτό είχα ένα που επίσημα λεγόταν λάπτοπ αλλά δεν ήταν φορητό. Μικρό μεν, με μικρή οθόνη, αλλά συνδεόταν με το ρεύμα για να δουλέψει. Λάπτοπ, γιατί μπορούσες να το κρατήσεις στα γόνατα αλλά βαρύ.

  17. Νέο Kid said

    Με εντυπωσιάζετε! Στην Ελλάδα λάπτοπ σε επαγγελματία πρέπει να πρωτοείδα γύρω στο 2000 ,ίσως κι αργότερα .

  18. Πουλ-πουλ said

    Ένα ανέκδοτο για τους Λαγκαδινούς μαστόρους

    Ένας Λαγκαδινός μάστορας επιστρέφει στο σπίτι του μετά από πολύμηνη απουσία. Προσπαθεί να προλάβει τη λειτουργία της Ανάστασης, αλλά ο γάϊδαρός του δυστροπεί. Έτσι αλείφει τον κώλο του γαϊδάρου με νέφτι (μάστορας γαρ), και το ζωντανό αρχίζει και τρέχει. Μετά από αρκετή ώρα βλέπει ότι δεν προλαβαίνει τον γάϊδαρο,
    και αλείφει και τον δικό του κώλο με νέφτι. Φτάνει τη σωστή ώρα στο χωριό, αλλά όπως ήταν φουριόζος, φωνάζει στη γυναίκα του.
    -Γυναίκα, δέσε τον γάΙδαρο, γιατί εγώ έχω δρόμο ακόμη.

  19. Γς said

    16:

    Λάπτοπ

    Και τι βρήκε να πει ένας φοιτητής μου μπρος σ’ όλο το έτος;

    -Κύριε, θυμάστε που παίζατε στα γόνατά σας τη γυναίκα μου;

    Αμάν! Πάγωσα. Τι λέει το μαλακισμένο;

    Ηθελε να πει ότι η πεθερά του ήταν παλιά γειτόνισσά μου, άρα έχει γλείψιμο από χέρι

  20. Alexis said

    #9: Και σκάνερ με καλή ανάλυση για να σκανάρει και να αποθηκεύσει τις φωτογραφίες στο λάπτοπ…
    Γενικά προχωρημένος εξοπλισμός για την εποχή.
    Πάντως απ’ όσο θυμάμαι οι φορητοί υπολογιστές εξαρχής ονομάζονταν λάπτοπ από τις εταιρείες και τα καταστήματα που τους διακινούσαν. «Φορητούς υπολογιστές» μπορεί να τους έλεγαν κάποιοι λίγοι στην αρχή, μέχρι να υιοθετηθεί πλήρως ο νέος όρος…

  21. ΓιώργοςΜ said

    Καλημέρα! Πάλι διακοπή σε ενδιαφέρον σημείο, αλλά συνήθισα…
    Το πρώτο λάπτοπ το είδα το 1991, το είχε ένας Ταϊβανέζος συμφοιτητής, στο εξωτερικό.
    Φορητοί υπολογιστές υπήρχαν και παλιότερα, ήταν κάτι βαλίτσας 10+ κιλά, με οθόνη CRT 5-6 ιντσών και το πληκτρολόγιο να είναι το καπάκι της βαλίτσας. Θα ψάξω να βάλω εικόνα αν βρω.

  22. ΓιώργοςΜ said

    21 συνέχεια: Ιδού, εύκολο ήταν

  23. Γς said

    17:

    Kind, Κύπρος και θυμήθηκα:

    Συνέδριο στην Κύπρο και σε μια βόλτα στη Λευκωσία μπαίνουμε σ ένα μαγαζί και ζητάει ο δικός μας ένα εξάρτημα για κάποιο συγκεκριμένο μοντέλο φορητού.
    Και τέτοιο φορητό δεν είχε.

    Ενα τέτοιο είχε χαθεί πριν μερικά χρόνια, από ένα εργαστήριο
    Κι ήταν ο πρώτος που είχαμε υποπτευτεί. Και σφύριζε αδιάφορα τότε.
    Τώρα με κοίταζε και απορούσε γιατί τον κοίταζα περίεργα

  24. Alexis said

    Θυμάται κανείς τα λεγόμενα πάλμτοπ, κάτι υπολογιστές παλάμης που είχαν κυκλοφορήσει ένα διάστημα και που εξαφανίστηκαν με την ανάπτυξη των έξυπνων κινητών;

  25. Γς said

    Από τη Σελήνη στη Γη

    Σαν σήμερα πριν 51 χρόνια:

    «στις 17.54 UTC, της 21ης Ιουλίου, ύστερα από συνολική παραμονή 21 ωρών και 36 λεπτών στην επιφάνεια της Σελήνης, ο κύριος κινητήρας του Eagle πυροδοτήθηκε και το άνω τμήμα της ακάτου εκτοξεύτηκε στο Διάστημα»

    Το όνειρο είχε γίνει πραγματικότητα

  26. sarant said

    21-22 Μεταφερόμενους θα τους λέγαμε αυτούς μάλλον παρά φορητούς 🙂

  27. Γς said

    24:

    Για τα πάλμτοπ λες;
    Για κάτι υπολογιστές παλάμης που είχαν κυκλοφορήσει ένα διάστημα και που εξαφανίστηκαν με την ανάπτυξη των έξυπνων κινητών;

    χεβ νοτ αϊντία, σόρι

  28. ΓιώργοςΜ said

    26 Είδα και την ορολογία luggable ψάχνοντας. Αφόρητοι, όχι φορητοί 🙂
    Είχαμε στη δουλειά κάτι τέτοιους, δεν τους χρησιμοποίησα ποτέ. Τους είχα δει όμως στη γραμματεία σε αγώνες μπάσκετ, τω καιρώ εκείνω.

  29. geobartz said

    Μέσα από τα πρόσωπα του διηγήματος, ο πατήρ Σαραντάκος βγάζει το άχτι του και ονειροπολεί και εκφράζει την αμηχανία του για τα συμβάντα εκείνου του καιρού στον …ανύπαρκτο σοσιαλισμό. Δεν ήταν και λίγο πράμα! Πως να μην γίνει παρά το νου της η καημένη η Σταματούλα! Ας δούμε όμως και τα μέχρι το τέλος για το καταληκτικό συμπέρασμα

  30. Γς said

    Βρε τι laptop, notebook, και πάσης φύσεως φορητοί.
    Ενας είναι ο πατήρ των PC

    https://caktos.blogspot.com/2015/11/hewlett-packard-9825a.html

    Νόμιζα ότι άνοιγαν οι ουρανοί και μιλούσα με τους Αγγέλους !
    Σχολιάζει το αδελφάκι μου…

  31. ΓιώργοςΜ said

    24 Έχω ακόμη καναδυό, Το ένα έχει WindowsCE και GPS! Θα το βάλω να φορτίσει, αν δεν ανατιναχτεί αμέσως, ίσως και να δουλέψει… Το άλλο είναι της δουλειάς, ήταν ουσιαστικά μονάδα χειρισμού και ανάγνωσης για ένα μηχάνημα.

  32. Alexis said

    Test
    [img]https://i.imgur.com/eyleSAL.jpg[/img]

  33. BLOG_OTI_NANAI said

    Όλοι οι χτίστες τα ίδια έλεγαν:

  34. BLOG_OTI_NANAI said

    «Μαγική Λυχνία»
    Τι πλάκα που έχει αυτός ο Ροΐδης… Σχόλιο για το προσωπικό της βιβλιοθήκης που δεν είναι μόνιμο:

  35. ΓιώργοςΜ said

    32 Δε θέλει τις αγκύλες στις άκρες

  36. BLOG_OTI_NANAI said

  37. sarant said

    36 Kαι εικόνες εδώ

    https://fr.wikipedia.org/wiki/Lanterne_magique

  38. Alexis said

    #35: Ναι, σωστά, την πάτησα…

  39. Theo said

    @21, 22:
    Κάτι τέτοιο ήταν το πρώτο μου πισί. Λεγόταν λάπτοπ, ζύγιζε καμιά 8-9 κιλά, αλλά λειτουργούσε με το ρεύμα. Ήταν Compaq.
    Το λάπτοπ που αγόρασα το 1994 ήταν ένα Compaq Contura Aero πού λειτουργούσε με μπαταρία και ζύγιζε 3,5 κιλά, όπως έγραψα στο σχ. 16.

  40. Νέο Kid said

    37. Μού κάνει εντύπωση που η γαλλική Wiki δεν κάνει αναφορά στον πατέρα της μαγικής λυχνίας, τον Αθανάσιο Κίρχερ , παρά μόνον στον (τιτανοτεράστιο! Ο νέος Αρχιμήδης!) Χόυχενς, σε αντίθεση με την αγγλική.
    https://en.wikipedia.org/wiki/Magic_lantern

    Ίσως να ευθύνεται γι αυτό η πατροπαράδοτη γαλλική απέχθεια προς την οποία γερμανική επιστημονική και τεχνολογική πρωτοπορία ( και οι Γερμανοί βέβαια, τρέφουν παρόμοιας ευγένειας αισθήματα για τους Γάλλους …😊)
    Αν δε θυμάμαι πολύ λάθος η ιδέα της Camera obscura ανήκει ήδη στον Γαλιλαίο ο οποίος την εμπνεύστηκε ίσως από τον μεγαλύτερο μηχανικό της αρχαιότητας (μετά τον Αρχιμήδη) τον Ήρωνα τον αλεξανδρινό , που είχε συλλάβει μια διάταξη κατόπτρων για «Θεατρικές» απεικονίσεις.

  41. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Λαγκαδινοί μαστόροι

  42. Γς said

    Θεέ μου!

    Τούρκος ιστορικός παρομοιάζει τοιχογραφίες του μνημείου με… πόρνες! Ζητά, μάλιστα, την πλήρη αφαίρεση τους, καθώς η παρουσία τους αποτελεί ασέβεια στον Μωάμεθ τον Πορθητή.

    https://pbs.twimg.com/media/EdNSzxPXgAIlFzw?format=jpg&name=medium

    https://www.alphafreepress.gr/2020/07/21/kosmos/agia-sofia-pornes-eksorgistiki-anartisi-istorikou-gia-ta-psifidota/

  43. leonicos said

    Γνώρισα κι εγώ κάποτε μια γυναίκα, λίγο μισοπάλαβη, η οποία κρατούσε συνεχώς από το μπράτσο μια μάνα που πίστευε ότι ο γιός της ήταν στις Ανατολικές χωρες, και πέθανε περιμένοντας γράμμα του. Η αδερφή του, αν και μισοπάλαβη, έβλεπε την Παναγία να περπατάει στο κήπο, πίστευε ότι είχε σκοτωθει.

    Δυστυχώς δεν θυμάμαι ονόματα

  44. leonicos said

    Θα γραφτούν και θα λεχθούν πολλές ανοησίες

    Οι τούρκοι ιστορικοί και αρχαιολόγοι, και οι ελληνιστές είναι αξιοπρεπέστατοι και μέσα στα πράγματα

    Φυσικά ξέρουν ότι οι έλληνες ήσαν στην Μ.Ασία μια ορισμενη εποχή, (και όχι ολόκληρη) και είχαν προηγηθεί πολλοί άλλοι λαοί,
    Εμείς νομίζουμε πως ήταν δικά μας και μας τα πήραν. Ξένα ήταν κιαι είχαμε πάει για να τα οικειοποιθούμε

    Αυτό κράτησε βέβαια, τουλάχιστον στα παράλια 3000 χρόνια και στην ενδοχώρα 2000 χρόνια, κάτι που ιστορικά παοτελεί ασφαλώς δικαίωμα. Αλλά ο ελληνισμος έφυγε από εκεί, από δική μας κακό υπολογισμό και δικές μας πράξεις. Αν δεν απατώμαι, εμείς επιτεθήκαμε για να πάρουμε ‘όλη την Ασία’ και μας τη δώσανε στο πιάτο.

  45. Νέο Kid said

    44. Έσπασες κάθε ρεκόρ μαλακίας! Συγχαρητήρια!

  46. sarant said

    45 Δεν χρειάζονται αυτα.

  47. geobartz said

    Μια και έγινε λόγος περί λαπ-τοπ κλπ, να πω και γω ο φτωχός ότι απέκτησα ένα λαπ-τοπ (μικρότατο), κατασκευασθέν κάπου στην Άπω Ανατολή. Δεν θυμάμαι πότε ακριβώς ήταν, αλλά νομίζω πριν το 1994. Τα …έφτυσε όμως αρκετά γρήγορα: Η οθόνη του ήταν από κάτι σαν υγρούς κρυστάλλους, που κάποια στιγμή άρχισαν να κάνουν νερά!
    Θυμάμαι επίσης ότι το 1992 ήμουνα στη Φράντζα, μαζί με ένα γκρουπ «ειδημόνων». Κάποια στιγμή που περιμέναμε δίπλα από μια αίθουσα, είδαμε ένα θαύμα! Ένα Γαλλάκι κάθονταν σε ένα …μαγικό μηχάνημα και αναπαρήγαγε ένα περιοδικό. Το έβαζε πάνω στο μαγικό κουτί και …τσουπ η σελίδα έβγαινε στην οθόνη φτυστή κι ακόμα καλλίτερη. Όλοι έμειναν και κοίταζαν με θαυμασμό. Δεν άντεξα και τους είπα ότι είχα δυο τέτοια σκάνερ, κι όποιος θέλει να του δώσω το παλιό.

  48. dryhammer said

    Το μόνο που εδώ και 50 χρόνια έμεινε το ίδιο, είναι ο μύθος πως το αποτέλεσμα βγαίνει με το πάτημα ενός κουμπιού. Μόνο στα έργα (από τον καιρό της μπομπίνας και των θυρών μέχρι τώρα) οι υπολογιστές δεν κολλάνε, δεν κρασάρουν, δεν αργούν, δεν… δεν…

  49. Γιάννης Κουβάτσος said

    44: Οπότε, Λεώνικε, κάθε κράτος που νιώθει ισχυρό, μπορεί να ξεσπιτώνει άλλους λαούς από τις πατρογονικές εστίες τους, αφού πριν από κάποιες εκατονταετίες ή χιλιετίες έμεναν άλλοι λαοί εκεί και όλα καλά και το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του. Ξέρω, έτσι λειτουργεί ο κόσμος από αρχαιοτάτων χρόνων, αλλά τουλάχιστον ας μη δικαιώνουμε τους ιμπεριαλιστές, τους κατακτητές, τους βιαστές, τους λεηλατητές, ας επιτρέψουμε στους διωγμένους και λεηλατημένους να παραπονιούνται και να θυμούνται χωρίς να τους κάνουμε αφ’ υψηλού μαθήματα πολιτικού ρεαλισμού.

  50. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    @44. Συμφωνώ πανηγυρικά με την εισαγωγική σου διαπίστωση, Λεώνικε. Όχι μόνο οι τούρκοι ιστορικοί, αρχαιολόγοι, και ελληνιστές αλλά και χιλιάδες καλλιεργημένοι Τούρκοι είναι αξιοπρεπέστατοι, φιλικότατοι με εμάς και δεν έχουν καμιά σχέση με την τυχοδιωκτική αθλιότητα που διαχέουν οι εκεί κυβερνώντες στο πόπολο.. [Αφιερωμένο στην Αρζού, που λατρεύει την Θεσσαλονίκη.. 🙂 ]

  51. Γιάννης Ιατρού said

    Laptop κλπ.
    Το 1989 διατίθετο (στη Γερμανία που είχαμε το εργοστάσιο) εμπορικά LapTop που κατασκευάζαμε, πραγματικά φορητό, με NiCd συσωρετή (6X NiCd => 8V/4A !!) και φορτιστή/τροφοδοτικό, 1 ΜΒ (640KB) RAM, 20MB σκληρό δίσκο, δισκέτα 3½ » 720ΚΒ, οθόνη LCD γκρί, CGA 640×200, με DOS βέβαια. Το πρώτο, με σειριακό αριθμό 0001, το έχω ακόμα και δουλεύει μιά χαρά. Σε μιά σύναξη το 2015 ή 2016 το είχα φέρει μαζί, ίσως να το θυμούνται μερικοί εδώ. Φωτό προ μερικών λεπτών 🙂

  52. Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said

    Πάντως, έτσι όπως έχει σκηνογραφήσει τα στοιχεία του διηγήματος ο ΔΣ (ο γιός του επιμένει να μας κρατάει σε αγωνία 🙂 ), θα μπορούσαν να προκύψουν αρκετά διαφορετικές εξελίξεις/λύσεις/σενάρια. Ίδωμεν! [Κάτι μου λέει ότι ο Πάνος ήταν αυτός που γκρεμοτσάκισε την ψυχή και τα πιστεύω της Ματίνας..]

  53. BLOG_OTI_NANAI said

    44: Η μία πλευρά έχει να κάνει με την ιστορία και την ποιότητα των γεγονότων και η άλλη με την νεωτερική πραγματικότητα. Οι Τούρκοι δεν δικαιώνονται, διότι έδιωξαν με γενοκτονίες τους ενοχλητικούς λαούς από τα εδάφη στα οποία τελικά κυριάρχησαν. Στα εδάφη αυτά υπήρχε ελληνισμός από την εποχή του Ομήρου, αλλά βεβαίως οι τελευταίες ευκαιρίες εδαφικών διεκδικήσεων στην ευρύτερη περιοχή τελείωσαν με το τέλος των αυτοκρατοριών. Από εκεί και πέρα ξεκινάει η νεωτερική εποχή και τα οριστικά διαμορφωμένα σύνορα.

    Η ταραγμένη περίοδος των επαναστάσεων ολοκληρώνεται και κάπου εκεί τελειώνει το ζήτημα διότι ξεκινάει μια άλλη διακρατική ηθική αφού οι περισσότερες επαναστάσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είχαν ήδη γίνει και οι περισσότερες εθνότητες είχαν μπει και σε κρατικά σύνορα.

    Άρα, η Μικρά Ασία είναι οριστικά τουρκική και η Αγια Σοφιά δικό τους κειμήλιο οριστικά. Απλώς, η μετατροπή σε τζαμί δείχνει πράγματα όχι αισιόδοξα για την πορεία των πραγμάτων. Κανείς δεν θέλει δίπλα του ένα φανατικό Ισλάμ διότι έτσι θα αλλάξει πορεία και το πρσφυγικό, καθώς κοινότητες μουσουλμάνων προσφύγων ειδικά στα σύνορα, θα γίνουν άμεσα εκμεταλεύσιμες από ένα ισλαμικό κράτος.

    Πάντως, ιστορικά, η πλευρά του Βυζαντίου ήταν κομμάτι του ελληνισμού της Νέας Ρώμης και άρα η Κων/πολη ήταν πρωτεύουσα του. Στις βυζαντινές πηγές δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι μέχρι το ανατολικό όριο της νοητής γραμμής που ενώνει Κύπρο, Καππαδοκία, Τραπεζούντα, πρόκειται για περιοχές «ελληνικές» που τις βάζω σε εισαγωγικά διότι μιλάμε για πράγματα ελληνικά με την έννοια του γλωσσικο-ιστορικο-πολιτισμικού ελληνισμού που πλέον όμως πορεύεται στην ιστορία με ελληνορωμαϊκή ταυτότητα, αφού το ρωμαϊκό κράτος διατηρούσε μέχρι το τέλος ένα αυθεντικότατο κομμάτι στη συνείδηση του λαού για την ταυτότητα του.

    Άρα, υπήρχε μακρύ παρελθόν ελληνισμού εκεί, αλλά βεβαίως, όχι πια. Αυτά έχουν αλλάξει οριστικά εδώ και έναν αιώνα.

  54. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Στοκοκκινο το Λουξεμβουργο σου Νικοκυρη

  55. ΑΣΧΕΤΟ ΑΛΕΡΤ

    Έχουμε κάποια ένδειξη για το πότε περίπου πρωτοχρησιμοποιήθηκαν οι λέξεις λυντσάρω / λυντσάρισμα στα ελληνικά?

  56. Μαρία said

    55
    Στην εφημερίδα Μακεδονία απο το 1912
    Στο Σκριπ πρώτη αναφορά το 1915
    Στο Εμπρός πρώτη αναφορά το 1922

    Πρωτοπόροι οι Μακεδόνες. Πρωτοπόροι και στην ορθογραφία λιντσάρω.

  57. Ευχαριστώ, Μαρία.

  58. Μαρία said

    57
    H ορθογραφία με ι είναι ένδειξη οτι το πήραμε απ’ τους Ιταλούς (linciare) που κι αυτοί το πήραν απ’ τους Γάλλους (lyncher).

  59. BLOG_OTI_NANAI said

    55: Πιθανόν γύρω στα 1910. Η λέξη με «ύψιλον» αλλά και με «γιώτα».

  60. Παναγιώτης Κ. said

    Τρεις κυρίως ήταν οι περιοχές της Ελλάδας που έβγαζαν κτίστες. Στα Μαστοροχώρια της Ηπείρου, στα χωριά των Τζουμέρκων και στα Λαγκάδια Αρκαδίας.
    Στην κάθε μία από αυτές τις περιοχές, έλεγαν την φράση ότι «Ο Θεός έκτισε τα…και οι… έκτισαν τον κόσμο».
    «Έβγαζαν κτίστες». Παρελθοντικός υποχρεωτικά χρόνος διότι η αναπαραγωγή του επαγγέλματος του κτίστη δεν υπάρχει πια. Ακόμα και η τέχνη του κτισίματος της πέτρας είχε αρχίσει σιγά-σιγά να ξεχνιέται, ήδη από την δεκαετία του ΄70.
    Μετά το ΄90 είδαμε να κτίζονται πετρόκτιστα σπίτια από τους Αλβανούς.
    Αλλά και αυτοί σιγά-σιγά εξαφανίζονται. Χώρια που κατά κανόνα δεν είναι καλοί χτιστάδες. Χτίζουν μεν την πέτρα αλλά όχι με τον σωστό τρόπο.
    Τις κακοτεχνίες στο χτίσιμο της πέτρας καλύπτει το…άγιο τσιμεντάκι. Χρησιμοποιείται αφειδώλευτα ως «λάσπη» στο χτίσιμο. Άμμος, τσιμέντο και ένα άσπρο υγρό που κάνει το μείγμα, ανθεκτικό στην υγρασία.
    Το σημερινό «πέτρινο» σπίτι είναι ένα σπίτι που κτίστηκε με σύγχρονο τρόπο και επενδύθηκε με πέτρα.

  61. Γιάννης Κουβάτσος said

    Ορέστης Αλεξάκης – Λεπτομέρειες για σπίτια που παλιώνουν

    Κανείς δεν ξέρει πού
    κοιτούν
    τα σπίτια

    μέσ’ από τ’ ανοιχτά παράθυρά τους
    σαν προβολέα το βλέμμα περιφέρουν
    φωτίζοντας ένα δικό τους κόσμο

    Τα βράδια
    κλείνουν πια τα βλέφαρά τους
    βυθίζονται βαθιά στην ύπαρξή τους
    νιώθουν κι αυτά το σώμα τους
    ακούνε
    τις πέτρινες τους φλέβες να φουσκώνουν

    μέσα στα κύτταρά τους ξαναζούν
    ψίθυροι των νερών
    φωνές του ανέμου

    Τα σπίτια μοιάζουν κάπως με τους τάφους
    όπου νεκροί και ζώντες συνυπάρχουν
    ο χρόνος τους ακινητεί
    το παρελθόν τους και το μέλλον τους
    χωρούν
    μες στο πλατύ κι ασάλευτο παρόν τους

    Όμως
    πεθαίνουν κάποτε κι εκείνα
    σωρεύεται στα στήθη τους σκοτάδι
    σπάζουν τα κόκκαλά τους απ’ το βάρος
    και ξαφνικά
    μια νύχτα
    καταρρέουν
    μ’ ένα βαθύ λυγμό που συγκλονίζει

  62. mitsos said

    Αυτά τα μέρη της Γορτυνίας μου μιλάνε κάπως ιδιαίτερα.
    Αφού η μάνα μου είναι γεννημένη στου Παλούμπα από γονείς με καταγωγή από Ζιγοβίστι (γιαγιά ) και Κοκκορά ( ο παππούς )
    Πόσο μάλλον που οι λίγες ιστορίες του παππού από τον ΕΛΑΣ ( και ΟΠΛΑ ) όλο εκεί γύρω είχαν αναφορές.

    Ο Δημητρης Σαραντάκος έχει όμως άλλη χάρη να στήνει τις ιστορίες του.

    Κάτι μου λέει πως πολύ βρώμικη φάτσα αυτός ο Πάνος. Μήτε ο Βενετσιάνικος Καθρέφτης δεν θα τον άντεχε.
    Αλλά μπορεί και να κάνω λάθος πρόβλεψη . Ο Δ. Σαραντάκος ίσως μας ετοιμάζει εκπλήξεις και σε άλλη κατεύθυνση.

    Καληνύχτα σας.

  63. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα!

    51 !!

    54 Εδώ λένε ότι είναι επειδή κάνουν πολλά τεστ (το οποίο αληθεύει: όλοι έχουμε πάρει πρόσκληση να κάνουμε)

  64. Γς said

    Τα Λαγκάδια Αρκαδίας δεν έβγαζαν μόνο χτίστες

  65. Καλησπέρα
    53 Πλήρης ανάλυση (και συμπεράσματα στο κλείσιμο) σε 15 γραμμές! Δεν χρειαζόταν τίποτα παραπάνω, τα είπες όλα.

    Περί φορητών – λάπτοπ κλπ και χρονιές: Είχε έρθει στην κατοχή μου ένας ΙΒΜ του 85 ή κάπου κει, παρόμοιος μ’ αυτόν της φωτογραφίας στο 22. Με σκληρό 10 ή 20 ΜΒ. Περίπου 15 κιλά.
    Εγώ τον πρώτο φορητό που αγόρασα ήταν το 1995, Compaq (βασίλισσα την εποχή εκείνη) με windows 95 και 4 ΜΒ μνήμη. Έπαιρνε άλλο ένα άρθρωμα και σε λίγο καιρό παράγγειλα ένα 16 (να πάει στα 20). Στα 170 χιλιάρικα. Όταν πήγα να το παραλάβω λέω στον υπάλληλο που θα έκανε την τιμολόγιση μπας και γινόταν κάνα σκόντο (δούλευα σε άλλο παρακλάδι της ίδια εταιρίας). Α, ναι, μωρέ κάτσε να δω γιατί νομίζω πως ήρθε σε πιο χαμηλή τιμή. Και το πλήρωσα κάπου 120 (πάλι πολλά αλλά με σημαντική διαφορά). Ήταν η εποχή που άρχισαν να πέφτουν οι τιμές στις μνήμες. Βάρος μάλλον κάτω από 3 κιλά, όταν πάω στην Αθήνα θα τον ζυγίσω από περιέργεια. Λειτουργεί, αλλά τι να δουλέψεις εκεί. Κάπου 12 – 13 ίντσες πρέπει να είναι.
    Την ίδια εποχή πήρα και το πρώτο μου μόντεμ. στα 4.800 αλλά είχε πρόβλημα. Μου το άλλαξαν αλλά το καινούριο ήταν στα 9.600!

    Πάλμτοπ ήταν όλες οι συσκευές πλοήγησης (τζι – πι – ες στα ελληνικά) που κυκλοφορούσαν. Μόνο που ήταν κλειδωμένες σε μια εφαρμογή. Όταν πήρα την πρώτη μου συσκευή δεν είχε χάρτες για δυτική Ευρώπη (που χρειαζόμουνα). Παράγγειλα αλλά δεν τους βρίσκαν να τους φέρουν (τόσο δύσκολο) αλλά βρήκα την ίδια εφαρμογή για κατέβασμα σε ξεκλείδωτη συσκευή. Οπότε πήρα μια τέτοια (κόστιζε βέβαια κάτι παραπάνω) 5 ιντσών με windows CE και οθόνη επαφής (χωρίς πληκτρολόγια και τέτοια, όσο ένα κινητό τηλέφωνο). Κι αργότερα κι άλλη (μιας και είχα και δεύτερο αυτοκίνητο). Δοκίμασα διάφορες εφαρμογές και κατέληξα σε μία που πολύ με βόλεψε. Τόσο που την πήρα και για το κινητό όταν άλλαξαν οι καταστάσεις (κι ας είναι ο γκούγκλης πιο βολικός αν έχεις σύνδεση, μιας και έχει ονλάιν πληροφορίες – ίσως γιατί την είχα συνηθίσει τόσα χρόνια που την χρησιμοποιούσα)..

    Πολλά έγραψα για τα περιφερειακά αλλά για το κυρίως θέμα τίποτα. Είμαστε σε αναμονή…

  66. Γ-Κ said

    Μερικά γλωσσικά σχόλια:

    0.
    «ατενώς»
    Μια λέξη που… την ακούγαμε συχνά στο σχολείο, αλλά ελάχιστοι τη χρησιμοποίησαν στην υπόλοιπη ζωή τους.

    47.
    «Ένα Γαλλάκι κάθονταν σε ένα …μαγικό μηχάνημα και αναπαρήγαγε ένα περιοδικό.»
    Αφού τα υπόλοιπα ρήματα είναι σε παρατατικό, τότε «αναπαρήγε». Ή «αναπαράγε», για τους πιο προχωρημένους. Και «αναπάραγε», για τους ακόμα πιο προχωρημένους.
    Στα σαββατιάτικα γλωσσικά όλο και εμφανίζεται κάποιο σύνθετο του «άγω». Συνήθως εμφανίζεται το αντίθετο λάθος.

  67. Γ-Κ said

    @64
    Δεν έχετε ακούσει κάτι σε «Εμπρός, να τσακίσουμε τυράννους, φασίστες / της νέας Ελλάδας να γίνουμε χτίστες…»

  68. Γς said

    67:

    Οχι.

    Εγώ θυμάμαι τοn Γς νήπιο με το κουβαδάκι του στην αμμουδιά, με αρχιτεκτονικές ανησυχίες και όχι μόνον.

    Elate koritsakia
    Na katourisoume
    Na ftiaxoume laspitsa
    Na xtisoume spitakia

    Τελικά κάτι έμεινε:

    Πάει καιρός που είχαμε πάει στο Πράκτικερ η κόρη μου, η νύφη μου, οι γιοί μου.

    Και βαρέθηκα να τους βλέπω να ψάχνουν τα διάφορα και πήγα να χαζέψω στα ηλεκτρικά και τα εργαλεία. Κι έρχεται μια υπάλληλος

    -Ψάχνετε κάτι κύριε;

    -Ναι. Ενα φτυαράκι.

    -Φτυαράκι; Γιατί δουλειά.

    -Να βάζω την άμμο μέσα στο κουβαδάκι.

    Και φτάνει η κόρη μου που μ έψαχνε.

    -Ρε παιδιά δεν σας είπα μην τον αφήνετε μόνο του;

  69. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    61, Θαυμάσιο!

    Ποιος έχτισε τον κόσμο;
    «…Στο μεταξύ προέκυψε ένα χρονογράφημα στο περιοδικό ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, που υπέγραφε ο γνωστός ευθυμογράφος ΣΤΑΜ ΣΤΑΜ, ο οποίος διέλαβε την πληροφορία, με την οποία κατονόμαζε τις πηγές του, ότι «οι Πυρσογιαννίτες είναι χτίστες του σύμπαντος κόσμου», πράγμα για το οποίο συναινούσαν και άλλα μαστοροχώρια όχι μόνο της περιοχής Κόνιτσας αλλά και της Ηπείρου γενικότερα.
    Το αντίθετο συνέβη με τα Λαγκάδια, που η έρευνα απέδειξε πως οι Λαγκαδιανοί έχτισαν μεν ωραία πέτρινα σπίτια αλλά δεν ήταν οι μόνοι Αρκάδες μαστόροι, καθώς από τη γύρω περιοχή διεκδικούσαν και άλλοι χτιστάδες το προνόμιο της μαστοροσύνης και της τεχνικής των χτιστάδων. Μάλιστα οι Βαρβαρίτες (από την Αγία Βαρβάρα) είχαν σοβαρές αντιρρήσεις για τους Λαγκαδιανούς.
    Επίσης ο συγγραφέας Βασίλης Μυλωνάς στο μυθιστόρημά του «Ο Πλανόγιαννος» γράφει ότι οι μαστόροι της Κόνιτσας είναι πρώτοι από όλους τους Ελληνες στη δουλειά, αλλά καλύτεροι είναι οι Πυρσογιαννίτες και…»
    https://e-thessalia.gr/poios-echtise-ton-kosmo/

  70. Γ-Κ said

    Μια και τέθηκε το ζήτημα (και για να κάνουμε γέφυρα με το επόμενο):
    «Ο θεός έφτιαξε τον κόσμο και οι Ολλανδοί την Ολλανδία.»

  71. nessim said

    Πραγματι το τελος ειναι συγκλονιστικο! (αν και εχω διαβασει το βιβλιο, το περιμενω, αλλοιως ειναι το μοιρασμα της αναγνωσης)

  72. Πέπε said

    @60:

    > > Τρεις κυρίως ήταν οι περιοχές της Ελλάδας που έβγαζαν κτίστες. […] Στην κάθε μία από αυτές τις περιοχές, έλεγαν την φράση ότι «Ο Θεός έκτισε τα…και οι… έκτισαν τον κόσμο».

    Και στην Κάρπαθο, οι Ολυμπίτες το λένε αυτό για τον εαυτό τους. Χτιστάδες και πετράδες. Μια από τις κυριότερες παροικίες τους στην Αθήνα είναι στο Μαρούσι, όχι -όπως νόμιζα παραξενεμένος- επειδή με το που ήρθαν μετανάστες ήταν ήδη βορειοπροαστειώτες, αλλά λόγω των λατομείων της Πεντέλης.

    Χαρακτηριστικό της Ολύμπου είναι ότι είναι άγονη. Έχει κάποιες καλλιεργήσιμες εκτάσεις, αλλά ανεπαρκείς για να θρέψουν όλο τον ιστορικό της πληθυσμό (ακόμη και μαζί με τις πλαγιές που τις μετέτρεψαν σε καλλιεργήσιμες πεζούλες). Υποθέτω ότι παρόμοια θα ισχύουν και στις τρεις άλλες περιοχές, και θα εξώθησαν τους κατοίκους να καλλιεργήσουν τις οικοδομικές τέχνες.

    Εν πάση περιπτώσει, τα χρόνια που ήμουν στην Κάρπαθο, όταν χαλούσαν οι ξερολιθιές, μόνο Αλβανοί βρίσκονταν να ξέρουν να τις επισκευάσουν.

    Και άλλοι νησιώτες υπήρξαν φημισμένοι και παραγωγικοί χτιστάδες, οι Αναφιώτες λ.χ.. Δεν έχω ακούσει να λεν κι αυτοί τη ρήση, αλλά δε θα με εξέπληττε.

  73. sarant said

    71 Νάσαι καλά!

  74. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    72 >> στην Κάρπαθο, όταν χαλούσαν οι ξερολιθιές, μόνο Αλβανοί βρίσκονταν να ξέρουν να τις επισκευάσουν.
    Ναι, είναι κι αυτό απότοκο της γενικής ερήμωσης της υπαίθρου. Αλλιώς, ήταν στα γνωρίσματα του καλού νοικοκύρη να συντηρεί τις πεζούλες του. Τροχάλους λέμε στην Κρήτη τις ξερολιθιές (είτε ως περίφραξη είτε ως αντιστήριξη στις αιμασιές/πεζούλες).Ελεγε ο πατέρας μου για να χαρακτηρίσει κάποιον ακαμάτη παλιό ότι στη ζωή του «δεν εκέντρισε μιαν ελιά ,δεν έχτισε ένα τρόχαλο, δεν εστερέωσε μια πεζούλα, ν΄αφήσει οπίσω.»

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: