Κείμενα του Εικοσιένα – 10: Και τρώτε κριάς αζύγιαστο (Το παράπονο του Κολοκοτρώνη)
Posted by sarant στο 18 Μαΐου, 2021
Καθώς διανύουμε τη χρονιά που σημαδεύει τη 200ή επέτειο του ξεσηκωμού του Εικοσιένα, σκέφτηκα να καθιερώσω μια νέα στήλη στο ιστολόγιο, που θα τη δημοσιεύω κάθε δεύτερη Τρίτη, εναλλάξ δηλαδή με το βιβλίο του πατέρα μου, και που θα παρουσιάζει κείμενα της εποχής του 1821. Δεν αποκλείεται να διατηρήσω τις δημοσιεύσεις ως το τέλος της χρονιάς, αν βέβαια υπάρχει ως τότε αρκετό υλικό από μεριάς μου και αρκετό ενδιαφέρον από δικής σας πλευράς. Θα δώσω προτεραιότητα σε κείμενα που δεν είναι διαθέσιμα στο Διαδίκτυο.
Από την προηγούμενή μου τριβή με κείμενα της εποχής, που βέβαια ήταν πολύ έντονη όσο συγκέντρωνα υλικό για το βιβλίο μου Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων, έχω υπόψη μου κάμποσα τέτοια κείμενα, αλλά όποιος έχει υπόψη του κείμενο που το θεωρεί αξιόλογο προς δημοσίευση μπορεί να μου το στείλει στο γνωστό μέιλ, sarantπαπάκιpt.lu.
Το σημερινό άρθρο είναι το δέκατο της σειράς – το προηγούμενο βρίσκεται εδώ.
Σήμερα δημοσιεύω ένα σχετικά μικρό αλλά σημαντικό κείμενο, το οποίο -σε αντίθεση με τα περισσότερα της σειράς αυτής- είναι γραμμένο πριν απο τον ξεσηκωμό, το 1817. Το στέλνει από τη Ζάκυνθο, όπου είχε καταφύγει μετά τον αφανισμό των Κολοκοτρωναίων, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στον Γιώργο Νικολού ή Βαρνακιώτη. Ο Κολοκοτρώνης, αν και ήταν ταγματάρχης (μαγιόρος) στον βρετανικό στρατό, παραπονιέται που βρίσκεται μακριά από την πατρίδα του και που δεν μπορεί να ζει πλουσιοπάροχα όπως ο αρματολός Βαρνακιώτης.
Το κείμενο δεν είναι άγνωστο: το έχει παραθέσει αποσπασματικά ο Βλαχογιάννης και ολόκληρο ο Κ. Παπαγιώργης στα Καπάκια. Η αρχική πηγή είναι η συλλογή κειμένων του Νέαρχου Φυσεντζίδη «Ανέκδοτοι αυτόγραφοι επιστολαί των επιφανεστέρων Ελλήνων οπλαρχηγών…» (Αλεξάνδρεια 1893), ένα βιβλίο που περιέχει επιστολές από το αρχείο του Βαρνακιώτη. Ο Φυσεντζίδης δημοσιεύει το κείμενο διατηρώντας την ορθογραφία του πρωτοτύπου (που δεν ξέρουμε βέβαια αν ήταν του Κολοκοτρώνη ή κάποιου άλλου στον οποίο υπαγόρευε αυτός) και ο Παπαγιώργης τον ακολουθεί σε αυτό με κάποια λαθάκια της αντιγραφής. Προτίμησα να εξομαλύνω την ορθογραφία αλλά παραθέτω το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου όπως το έχει ο Φυσεντζίδης, για να πάρετε μιαν ιδέα.
Στο τέλος σχολιάζω όχι ορισμένες λέξεις -δεν υπάρχει καμιά άγνωστη- αλλά την ουσία της επιστολής.
Ευγενέστατε αδελφέ Καπιτάν Γιωργάκη, δουλικώς και πονετικώς σας χαιρετώ. Φιλώ τα μάτια σας ομοίως και εις τα αδέλφια σας.
Με το αδελφικόν μου δεν λείπω να μάθω την καλήν μοι και περιποθητήν μοι υγείαν σας, αν ερωτάτε και διά εμενα τον αδελφόν σας υγιαίνω έως ώρας.
Πολλές φορές η καλοσύνη σας η πολλή ηθελήσατε να γράφετε τους αδελφικούς σας χαιρετισμούς εις του Ραυτόπουλου κυρ Δημητράκη διά όνομα μου.
Το αίτιο οπού δεν σας έγραφα είναι ετούτο, ότι η ευγενείαν σας ελάβατε την πατρίδαν σας και τρώτε κριάς αζύγιαστο και εγώ ούτε την ηύρα αλλ’ ούτε ίσως θέλει την εύρω, και το τρω με την λίτραν και εις αυτό σάς έχω παράπονα, ότι ο χορτάτος του νηστικού δεν του πιστεύει. Όμως έτσι είναι ο ντονιάς και εγώ παρακαλώ τον θεόν να ακούω τους συμπατριώτας μου να είναι καλά και ας τρώνε τα αρνιά και εγώ ας τρώγω γελαδοκρέατο.
Όμως αδελφέ Καπιτάν Γιωργάκη σάς εσύγχισα πολλά, και διά ετούτο σάς δίνω την αιτίαν διά να μας γράψεις. Τόσον και μένω και προστάξετέ μας εις ό,τι είμαστε ικανοί να σας δουλεύσομε.
1817 Ιανουαρίου 12 Ζάκυνθος
ΘΟΔΩΡΑΚΗΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
Καγώ ο ανεψιός σας Πάνος, υιός του γράψαντος ταπεινώς προσκυνώ.
Παραπονιέται ο Κολοκοτρώνης που βρίσκεται μακριά από την πατρίδα του και τρώει κρέας με τη λίτρα (δηλαδή, που το λογαριάζει, το μετράει, άρα δεν έχει οικονομική άνεση) ενώ ο Βαρνακιώτης, που έλαβε την πατρίδα του, τρώει «κριάς αζύγιαστο» -δεν το ζυγίζει επειδή δεν έχει ανάγκη να το ζυγίσει, έχει αφθονία πόρων.
Ακόμα, μακαρίζει τον Βαρνακιώτη και γενικά εκείνους που τρώνε τ’αρνιά ενώ ο ίδιος είναι αναγκασμένος να τρώει βοδινό. Πράγματι, ο Βλαχογιάννης σχολιάζει ότι ο λαός δεν αγαπούσε το βοδινό κρέας και το θεωρούσε αμαρτία να σφάζει βόδι καματερό. Σχολιάζοντας την επιστολή, ο Παπαγιώργης (στα Καπάκια, σελ. 72) σχολιάζει «Πιθανότατα η αγγλική κατοχή [που βίωνε ο Κολοκοτρώνης στη Ζάκυνθο] ήταν βαρύτερη από την τούρκικη».
Νομίζω πως αυτό το συμπέρασμα είναι πολλαπλά άστοχο. Ο Κολοκοτρώνης ήταν διωγμένος από τον τόπο του, έστω κι αν στη Ζάκυνθο είχε βρει φιλοξενία. Ο Βαρνακιώτης, ως αρματολός, όχι μόνο ήταν στον τόπο του, αλλά και ανήκε στις αρχές του τόπου -και νεμόταν τις προσόδους που συνόδευαν τη θέση του.
Σωστά όμως επισημαίνει ο Παπαγιώργης, στη συνέχεια, ότι στην επιστολή φαίνεται ανάγλυφα η διαφορά ανάμεσα στους κλέφτες του Μοριά και στους αρματολούς της Ρούμελης: οι πρώτοι ουδέποτε είχαν γευτεί τα προνόμια («οιονεί Τούρκου αξιωματούχου») που απολάμβαναν οι δεύτεροι.
Προσέχουμε ακόμα πώς στην επιστολή ο Κολοκοτρώνης αμφιταλαντεύεται ανάμεσα σε ενικό και σε πληθυντικό -ουσιαστικά αναγνωρίζει ως ανώτερό του τον Βαρνακιώτη και άλλωστε στην κατακλείδα δηλώνει έτοιμος να υπηρετήσει στις προσταγές του σε ό,τι κρίνει αναγκαίο ο παραλήπτης της επιστολής.
Triant said
Καλημέρα.
Καλά το «αδελφέ μου». Συνηθισμένη προσφώνηση. Αλλά το «ο ανεψιός σας» πόθεν; Συνηθιζόταν ή υπήρχε πραγματική συγγενική σχέση;
spiridione said
με την οκά, με τον πήχη, με το ζύγι ήταν εκφράσεις που σήμαιναν λιανική πώληση (και αγορά). Προφανώς με τη λίτρα ήταν κάτι αντίστοιχο. Επομένως, αζύγιαστο = χοντρική.
dryhammer said
Μήπως, λέω μήπως, αφού ο Θοδωράκης είναι αδελφός, ο γιος του Πάνος είναι ανεψιός, σε συνέχεια της προσφώνησης;
leonicos said
Ομολογώ ότι είχα άλλη εντύπωση για τον Κολοκοτρώνη. Βέβαια ξερω ελάχιστα επ’ αυτών. Αλλά τόση δουλικότητα; Παράξενο μου φαίνεται
loukretia50 said
1, 3 Μα είναι η δεύτερη υπογραφή!
4. Λεώνικε, θα μπορούσε ο νοτάριος να προσαρμόσει τα λεγόμενα στο – ας πούμε – πρωτόκολλο, επί το δουλικότερον.
Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ειπώθηκαν έτσι ακριβώς.
by the way
Να επιχειρήσω να γράψω τη γνώμη μου στο προχθεσινό νήμα ή ως συνήθως δεν πρόκειται να το δεις?
ΓιώργοςΜ said
Καλημέρα!
2 Σημαίνουν πώληση. Όταν αγοράζεις με το ζύγι δύο οκάδες κρέας είναι αλλιώς, κι αλλιώς όταν λές «σφάξε ένα αρνί [από τα πεντακόσια μου] να φάμε».
Georgios Bartzoudis said
«τρώτε κριάς αζύγιαστο και εγώ ούτε την ηύρα αλλ’ ούτε ίσως θέλει την εύρω, και το τρω με την λίτραν και εις αυτό σάς έχω παράπονα, ότι ο χορτάτος του νηστικού δεν του πιστεύει. Όμως έτσι είναι ο ντονιάς και εγώ παρακαλώ τον θεόν να ακούω τους συμπατριώτας μου να είναι καλά και ας τρώνε τα αρνιά και εγώ ας τρώγω γελαδοκρέατο».
# Κρες ή κριες λέγεται το κρέας Μακεδονιστί. Ο Κολοκοτρώνης το τρώει «με την λίτραν», εννοώντας προφανώς την αγγλική λίμπρα (κάτι λιγότερο από μισό κιλό). Ούτε στη Μακεδονία πολυτρώγαμε τα βοοειδή, που χρησίμευαν κυρίως ως ζώα εργασίας (αλλά και για κάποια γαλακτοπαραγωγή). Θυμάμαι που, κάπου στη δεκαετία του ’50, ρώτησα τον πατέρα μου αν τρώγεται το μοσχάρι. Πάντως, η μάνα παράγγελνε τον πατέρα να φέρει από το παζάρι κ’(ι)μά αγιλαδ’νό.
Δημήτρης Μαρτῖνος said
Καλημέρα.
@1. Ἡ προσφώνηση θεῖε ἢ μπάρμπα, ἐπὶ τὸ λαϊκώτερον, καὶ ἀντίστοιχα θεία, θειά, ἢ θείτσα ἦταν συνηθισμένη, ὅταν κάποιος νέος ἀπευθυνόταν σὲ μεγαλύτερους, ἀκόμα κι ἂν δὲν ὑπῆρχε συγγένεια.
Αὐτὸ συνέβαινε, τοὐλάχιστον στὰ χωριά, μέχρι πρόσφατα.
Κείμενα του Εικοσιένα – 10: Και τρώτε κριάς αζύγιαστο (Το παράπονο του Κολοκοτρώνη) « Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία – Kon/Spira[l] said
[…] Καθώς διανύουμε τη χρονιά που σημαδεύει τη 200ή επέτειο του ξεσηκωμού του Εικοσιένα, σκέφτηκα να καθιερώσω μια νέα στήλη στο ιστολόγιο, που θα τη δημοσιεύω κάθε δεύτερη Τρίτη, εναλλάξ δηλαδή με το βιβλίο του πατέρα μου, και που θα παρουσιάζει κείμενα της εποχής του 1821. Δεν αποκλείεται να διατηρήσω τις δημοσιεύσεις ως το τέλος της… — Weiterlesen sarantakos.wordpress.com/2021/05/18/k1821-10/ […]
LandS said
Όχι η λίτρα είναι ιταλικό (βενετσιάνικο). Η αγγλική λίμπρα, το lb., διαβάζεται pound
sarant said
Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!
2-6 Όχι χοντρική, αλλά όπως λέει ο Γιώργος το καταλαβαίνω κι εγώ. Και βέβαια, χωρίς να το υπολογίζουν.
1κε Δεν ξέρω να υπήρχε συγγενική σχέση μεταξύ Κολοκοτρώνη και Βαρνακιώτη.
Γιάννης Ιατρού said
Καλημέρα
5 (τέλος): χαχαχα, (να την υποβάλεις, όμως νομίμως χαρτοσημασμένη 👀)
loukretia50 said
1,3, 11. Επομένως το πιθανότερο είναι αυτό που λέει ο Dry, συνέχεια της προσφώνησης.
Σαν ένδειξη σεβασμού έστω, δε θεωρήθηκε σωστό να υπογράψει κι ο μικρός ως αδελφός.
Άγγελος Σέρτης said
αζύγιαστος: ο αφθόνως δαπανώμενος, χωρίς υπολογισμό και φειδώ (ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ)
nikiplos said
Καλημέρα.
Αν ο πατέρας απευθύνεται σε κάποιον ως αδελφός, αν μη τι άλλο έστω και μεταφορικά, ο ιεραρχικά κατώτερος υιός, είναι ανηψιός. Είναι τα πρώτα μάλλον χρόνια του Κολοκοτρώνη στη Ζάκυνθο, γιατί μετά έγινε έμπορος εξ όσων θυμάμαι, και αν δεν κάνω λάθος. Ο Κολοκοτρώνης, προφανώς είχε καιρό να επικοινωνήσει με τον κάπο Βαρνακιώτη, και λέει ότι δεν του έγραψε τόσο καιρό, γιατί τα φέρνει πέρα δύσκολα.
Το αίτιο οπού δεν σας έγραφα είναι ετούτο, ότι η ευγενείαν σας ελάβατε την πατρίδαν σας και τρώτε κριάς αζύγιαστο και εγώ ούτε την ηύρα αλλ’ ούτε ίσως θέλει την εύρω, και το τρω με την λίτραν και εις αυτό σάς έχω παράπονα,
Ενδιαφέρουσα βρίσκω τη φράση: ότι ο χορτάτος του νηστικού δεν του πιστεύει. Εγώ καταλαβαίνω, ότι ο χορτάτος δεν πιστεύει τον νηστικό για όσα περνάει. Το παράπονο λοιπόν είναι ότι ο Βαρνακιώτης δεν μπορεί να κατανοήσει τη φτώχια τους εκεί στη Ζάκυνθο.
Λογικό μου φαίνεται. Τα Επτάνησα δεν ήταν Ελντοράντο, ήταν τόπος προσφυγιάς εκείνων που ήθελαν ντόπιοι και ξένοι να ξεπαστρέψουν. Δεν ήταν η Δύση των 90ς, αλλά η Τασκένδη των 50ς.
Όσο για την Αγγλική Κατοχή, το «μνημείο» του Υψόλιθου περιγράφει γλαφυρά το ποιόν της.
Άρης Γαβριηλίδης said
Μέχρι την δεκαετία του ’50, υπήρχαν στην αλληλογραφία τυπικές προσφωνήσεις και φράσεις. Π.χ. «Σεβαστοί μου γονείς», «‘Υγείαν έχομεν και το αυτό ποθούμε και δι’ υμάς»., «Μάθε ότι …», «Σας ασπάζομαι», «Ασπάζομαι την δεξιάν σας».
Το υπόλοιπο κείμενο του γράμματος ήταν αυτοσχέδιο.
gpointofview said
# 5 τέλος
ας επιχειρήσω λίγο ποίηση στην αγγλική, παραφράζοντας τον Μπομπ… 🙂 🙂
Lu said to Leo
«Answer me or I’ll go mad»
But she’d lost her mind already
Whatever mind she had 🙂 🙂
Θα λείψω κάποιες ώρες…
Γιάννης Ιατρού said
Βλάστημος είσαι, μαζέψου Γιώργο 😎

crystallomath said
2-6-7-11 Θυμάμαι την διήγηση ενός Συλλαίου πρόσφυγα: πήγε σε κρεοπωλείο, νησιού αν θυμάμαι, να αγοράσει κρέας … και τον ρώτησε ο κρεοπώλης αν έχει ταβέρνα! 🙂 🙂 Όσον αφορά δε το βοδινό κρέας, η μη κατανάλωση του επιβεβαιώνεται και από την Διήγηση των Τετραπόδων … όπου βους και βούβαλος ‘αλληλοσυγκρίνουν’ κέρας, γάλα, τένοντες, δέρμα κλπ, όχι όμως κρέας 🙂
Και την εξήγηση που ήδη αναφέρθηκε παραπάνω την δίνει και ο ίδιος ο βούβαλος (594-596):
κάλλιον είμαι παρά σέν εις άπασαν δουλείαν,
και δυνατόν και μέγιστον,όπου και αν με γυρεύσουν,
εις άμαξαν, εις άλωναν και εις την αροτρίαν
loukretia50 said
17. Το υμέτερον μια λίρα !!
so,
την άγκυρά σου βίρα!
(φευ! δεν έχω τόση πείρα! – τα στιχάκια φέρνω γύρα!)
spiridione said
6, 11. Εννοώ ότι με το ζύγι ή με την οκά σήμαινε τότε λιανική αγοραπωλησία. Αζύγιαστα σ’ αυτά τα συμφραζόμενα θα σήμαινε κυριολεκτικά χοντρική πώληση, από χοντρικού, και μεταφορικά σε μεγάλη ποσότητα.
Να σημειωθεί ότι και η μετ. έκφρ. ‘με την οκά’ δεν σήμαινε μεγάλη ποσότητα, αλλά για πενταροδεκάρες, σε εξευτελιστική τιμή.
https://books.google.gr/books?id=dEU7AAAAMAAJ&q=%22%CE%BC%CE%B5+%CF%84%CE%B7%CE%BD+%CE%BF%CE%BA%CE%AC%22&dq=%22%CE%BC%CE%B5+%CF%84%CE%B7%CE%BD+%CE%BF%CE%BA%CE%AC%22&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwjok8Ha79LwAhUHhv0HHfmSAeE4FBDoATACegQIABAC
LandS said
15 Είναι τα πρώτα μάλλον χρόνια του Κολοκοτρώνη στη Ζάκυνθο
Το γράμμα έχει ημερομηνία 1817, εννιά χρόνια τουλάχιστον αφότου πήγε στη Ζάκυνθο όταν ήταν ακόμα οι Ρώσοι εκεί. Στην αρχή ήτανε κουρσάρος. Είχε πλοίο με «με τρία κατάρτια, δέκα κανόνια, τριανταεπτά ναύτες και ογδόντα πεζούς για μικρές αποβάσεις. Τώλεγαν ‘Άγιος Γεώργιος». Όταν έγραψε το γράμμα το Σύνταγμα του Γιορκ είχε διαλύθεί το 1816 και έτσι τον Γενάρη του 17 ο Κολοκοτρώνης, λογικά δεν θα είχε προλάβει να γίνει χασάπης (μακελλάρης κατά το κοινώς λεγόμενο τότες). Σίγουρα λοιπόν θα πέρναγε δύσκολα.
Konstantinos said
Αν το διάβαζα στη σημερινή γλώσσα χωρίς ονόματα θα νόμιζα ότι είναι ποστ κάποιας θειάς στα σοσιαλ μυδια
leonicos said
5 Και βέβαια να γράψεις τη γνώμη σου για το προχθεσινό
και ασφαλώς θα το δω.
Φιλιά
και άσε τον παλιόκοσμοο να λέει πσλιόκοσμος = Τζι
papathm said
Ενδιαφέρουσα η λέξη λίτρα.
Η λίτρα ήταν βυζαντινή μονάδα μέτρησης βάρους. Ισοδυναμούσε σε 12 ουγκιές ή 6.912 σιτόκοκκα. Πρόκειται για εξέλιξη της Ρωμαϊκής λίμπρας η οποία αντιστοιχούσε σε 328.9 γραμμάρια. Αυτή η αντιστοιχία πάντως (με τα γραμμάρια) δεν ήταν η ίδια σε όλη τη Βυζαντινή περίοδο.
Ειδικά, ως μονάδα μέτρησης χρυσού, η λίτρα αντιστοιχούσε σε 72 σόλιδους.
Συναντούμε τη λίτρα συχνά στη Βυζαντινή ιστοριογραφία. π.χ.
«Ἀπέστειλε δὲ καὶ ἐξ Ἐδέσσης ὁ Μανιάκης τῷ βασιλεῖ ἐνιαύσιον φόρον, λίτρας πεντήκοντα. δοὺς τῷ κλήρῳ ὑπὲρ τούτου χρυσίου λίτρας ἑκατόν» Σκυλίτζης [Σύνοψις Ιστοριών, Ρωμανός 3.16]
Η μονάδα ίσως παρέμεινε σε χρήση και επί Τουρκοκρατίας ή και επί Ενετοκρατίας. Δεν το γνωρίζω, γι’ αυτό βρίσκω ενδιαφέρουσα την αναφορά στην επιστολή Κoλοκοτρώνη. Πάντως, εδώ πρόκειται μάλλον για την ενετική ή αγγλική λίμπρα (477.05 γρ. και 453.6 γρ. αντίστοιχα). Η μπορεί απλά να είναι σχήμα λόγου.
Για να πούμε και κάτι λεξιλογικό, η διεθνής μονάδα μέτρησης όγκου λίτρο προέρχεται από τα Γαλλικά, με αρχική προέλευση τη Βυζαντινή λίτρα (δεν τσεκάρισα τι λέει ο Μπαμπινιώτης επ’ αυτού).
sarant said
25 Κατά το ετυμολογικό λεξικό του Μπαμπινιώτη, αρχή είναι η αρχαία λ. λίτρα, νόμισμα και μέτρο βάρους.
Δύτης των νιπτήρων said
25 Σελτζούκοι και Οθωμανοί χρησιμοποίησαν τη βυζαντινή λίτρα (λίντρε), με συνηθέστερη ισοδυναμία τα 100 δράμια ή 320,7 γραμμάρια. Συναντιώνται και άλλες λίτρες, για μετάξι ή ασήμι, πάντα μεταξύ 320-390 γραμμαρίων.
ymalliaros said
8 Στο χωριό μου ακόμα το χρησιμοποιούνε. Ναι, θείου Γιαν, μη στιναχουριέσι θείου Γιαν, μου λέει συνέχεια ο υδραυλικός που περιμένω να μου τελειώσει μια δουλειά…
dryhammer said
28. Πάλι καλά. Εμείς μέχρι καντάδες τους κάνουμε [όλων των μαστόρων που μπλέξαμε κατά καιρούς]
Triant said
8,28: Ναι, και μένα με έχουν πει θείο σε χωριό. Αλλά δεν νομίζω πως θα μου έλεγε κάποιος «εγώ είμαι ο Γιώργης ο ανηψιός σου». Αυτή ήταν η παρατήρηση και απορία μου.
Δεν βλέπω δουλικότητα περισσότερη από όσο θυμάμαι και στις άλλες επιστολές που διαβάσαμε εδώ. Μάλλον αυτό ήταν το ευγενικό ύφος τότε. Μου θυμίζει τον φίλο μας τον Σ. που τον άκουσα μια φορά (έφηβο) να λέει στη μάνα του «μη με συφιλιάζετε καλέ μαμά, γ@@@ την Π@@@@@@ σας».
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
30β
Έτσι, τυποποιημένο επιστολικό ύφος της εποχής είναι. Ο Σιμόπουλος (Η γλώσσα και το 21) παραθέτει πολλά τέτοια δείγματα επιστολών με τις καθιερωμένες προσφωνήσεις (υπερπερίλαμπρος, μεγαλοεπιφανέστατος, μεγαλοενδοξότατος, σας κατασπάζομαι δουλικώς κλπ).
Το άλλο το ξέρω ως «Μητέρα, μη λέτε μαλακίες».
Βασίλης Φίλιππας said
Να συμπληρώσω και τα εξής σχετικά με τις λίτρες: Στα Επτάνησα οι «λίτρες» υπήρξαν σταθμά επί Bενετών και Pωσοτούρκων (βλ. MAX., H Λευκάς επί Eνετοκρατίας, σ. 160, και Πολιτική και διπλωματική ιστορία, τ. A’, σ. 169) και διακρίνονταν σε «βαριές» και «ελαφριές» ή «ψιλές» . Mε την ψιλή ή ελαφριά λίτρα ζύγιζαν το χρυσάφι, το ασήμι, τα νήματα από χρυσό και από ασήμι, τους πολύτιμους λίθους, τα φάρμακα και τα αρώματα, ενώ με τη βαριά λίτρα (libra grossa) όλα τα τρόφιμα, τα μέταλλα, τα δέρματα, το θείο κ.ο.κ. H μία βαριά λίτρα ισοδυναμούσε με 16 ουγκιές, δηλαδή με 477 γαλλικά γραμμάρια.
Οπότε εδώ ο Κολοκοτρώνης μιλά για μισό κιλό κρέας, αγορασμένο κιόλας, αντιδιαστέλοντάς το με το δωρεάν και άφθονο σε ποσότητα του Βαρνακιώτη…
Να πω εδώ ότι για τους ποπολάρους των πόλεων και τους αγρότες της υπαίθρου το κρέας δεν ήταν κάτι το συνηθισμένο στη διατροφή τους μέχρι ακόμη και τη δεκαετία του 1960… μόνο σε γιορτές και εξαιρετικές περιστάσεις το γεύονταν. Μόνο οι ευγενείς και οι μεγαλοαστοί είχαν αυτό το προνόμιο… Στις πόλεις οι μακελάρηδες έσφαζαν τα ζώα και τα πουλούσαν φυσικά με το ζύγι…
Στα Επτάνησα τα επαγγέλματα ήταν από τους Βενετούς οργανωμένα σε συντεχνίες (σκουόλες). Σε τέτοια ήταν οργανωμένοι και οι μακελάρηδες της Ζακύνθου οι οποίοι (σύμφωνα με τον Κονόμο) είχαν δική τους συναδελφική εκκλησία τον Άγιο Νικόλαο των Μακελαραίων όπου και έκαναν και τις συνεδριάσεις τους…
dimosioshoros said
Καλέ, για τα λίτρα και τις λίτρες να ανοίγαμε και και κανένα littré. 🙂
Πέπε said
Πιστεύω ότι το 1817 τα βόδια πρέπει να ήταν εκείνη η ψιλόλιγνη (και προφανώς σφιχτοκρέατη) ράτσα των μινωικών τοιχογραφιών, ντόπια ελληνική, φυσικά προσαρμοσμένη στα ορεινά μας εδάφη, ενώ οι σημερινές αγελάδες είναι ράτσα νομίζω ολλανδική. Οπότε φαντάζομαι ότι πέρα από το να μη θέλουν να φάνε ζώο καματερό, δε θα ήταν και τόσο νόστιμο. (Αν και βέβαια οι αρχαίοι μια χαρά τα έτρωγαν.)
sarant said
Ευχαριστώ για τα νεότερα!
34 Ναι, πρέπει να ήταν άλλη ράτσα.
30 Πράγματι, αλλο να λες «θείο» τον μεγαλύτερό σου, κι άλλο να δηλώνεις ανιψιός του.
kalantzianastasia said
Reblogged στις anastasiakalantzi50.
Μιχάλης Νικολάου said
18,
Προς στιγμήν διάβασα
«CATS WERE WORSHIPPED AS DOGS»
Μιχάλης Νικολάου said
… αζύγιαστο …
«Αζύγιαστος» το λέγαμε μικροί και για τον χαρταετό, όταν θέλανε ρύθμιση τα ζύγια (τα αυτάκια για δεξιά-αριστερά, και η ουρά για να μην σβουρίζει/βουτάει).
Μιχάλης Νικολάου said
… γελαδοκρέατο …
Κέρας-κέρατος έγινε κέρατο-κέρατου, αλλά
Κρέας-κρέατος παρέμεινε,
αν και βλέπουμε κρέατο εδώ.
Τυχαίο, υποθέτω.
Nestanaios said
21. Αζύγιστα είναι τα κλεμμένα
nirevess said
Εικάζω (χωρίς να έχω αποδείξεις) ότι είχαν γίνει σταυραδέρφια, οπότε ο Πάνος ήταν ανιψιός και με το νόμο, που λέει ο λόγος.
leonicos said
Λου το σχόλιό σου περιμένω
ετοιμος, τσιγάρο αναμμένο
leonicos said
40 Δεν νομίζω ότι εδώ εννοεί κλεμμένα
εννοεί άφθονα, χωρίς περιορισμό
leonicos said
40 Αλλιώς, προς τι η αντίθεση »με τη λίτρα΄΄
leonicos said
Η μάνα μου, δεκαετία του 50 καυχιόταν ότι στο σπίτι μας έχουμε κρέας τουλάχιστον κάθε κυριακή
loukretia50 said
42. Ταυτόχρονα επιστρέψαμε! Στο άλλο νήμα!
Παναγιώτης Κ. said
«Αυτός τρώει κρέας αζύγιστο».
Πολύ καλή έκφραση για να σχολιάζουμε ανάλογες καταστάσεις.
Δεν ξέρω αν δένει με τις παρακάτω που μου ήρθαν στο νου.
-Βρήκε τον μήνα που θρέφει τους έντεκα
-Ο μήνας έχει εννιά.
-Κοιμάται και η τύχη του δουλεύει.
-Πέρα βρέχει.
– Το κουνάς δεν το κουνάς το μαντίλι… (αυτό είναι μέρος από πιπεράτο ανέκδοτο)
Costas X said
Η λίτρα, με υποδιαίρεση τις ουγκιές, ήταν η επίσημη μονάδα βάρους στα Επτάνησα μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1950. Στη υπόλοιπη Ελλάδα ήταν η οκά και τα δράμια. Η θεία από την Αθήνα έλεγε στην μητέρα μου, στην Κέρκυρα «πάρε να αγοράσεις μια οκά κουλούρια», και ο παππούς έκανε τη μετατροπή σε λίτρες.
atheofobos said
30
«μη με συφιλιάζετε καλέ μαμά, γ@@@ την Π@@@@@@ σας».
31
«Μητέρα, μη λέτε μαλακίες».
Σχετικό με αυτά το ποστ μου
ΔΕΝ ΜΑΣ ΧΕΖΕΤΕ ΜΗΤΕΡΑ !
http://atheofobos2.blogspot.com/2010/11/blog-post.html
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
8, 30, 35
Τι μου θυμίσατε!
«Θείο, θα με βάλεις;» ρωτούσαμε, με αγωνία και παρακαλετά, οι τότε πιτσιρικάδες κάποιον που περίμενε, με το εισιτήριο στο χέρι, στην είσοδο του γηπέδου. Για να θεωρηθεί ότι ήμασταν μαζί του (συγγενείς ή γνωστοί) και να μας αφήσουν να μπούμε στο γήπεδο τζάμπα… Κι αυτός ο κάποιος, τις περισσότερες φορές, μάς ήταν άγνωστος!
Καμιά φορά, γινόμασταν -για την περίσταση- και … ανίψια: «Έλα, μωρέ ανίψο, μαζί μου!»
κριάς, νόμιζα ότι ήταν κρητική διαλεκτική εκφορά. Αλλά βλέπω ότι είναι και ρουμελιώτικη, μωραΐτικη, κυπριακή κλπ.
39.
Το κρέατο, πάντως, κι εγώ δεν το έχω ξανακούσει. Αλλά η γενική κρεάτου (όπως γαλάτου, κυμάτου κ.α.) είναι πολύ συνηθισμένη εδώ στο νησί. (ίσως και αλλού).
dimosioshoros said
Πάντως από τον πληθυντικό «τα κρέατα» ανεβαίνει ωραία «το κρέατο». Κρίμα που δεν μας προέκυψε και κανένα εκλαϊκευμένο «ύδατο». Και ας έμενε αρχαίο το «σκωρ».
Nestanaios said
43. Μου το είχε πει ο παππούς μου και αυτός το είχε μάθει από τον παππού του που ήταν γιος ενός εκ των πρώτων παλληκαριών του Γέρου. «Αν δεν ήσαν οι τσοπαναραίοι να παίρνουμε αζύγιστα κρέατα, δεν θα υπήρχε αγώνας για την λευτεριά».
sarant said
52 Κλεμμένα τα παίρνανε ή τα επιτάσσανε;
Nestanaios said
53. Αυτό με έχει προβληματίσει και μένα. Υποθέτω ότι αλλού με τον έναν τρόπο και αλλού με τον άλλο τρόπο. Και αλλού τους τα δώριζαν. Αζύγιστα και αυτά.
Ο Γέρος έκανε και εκτροφές με πολλούς τρόπους. Ήθελε να τα έχει καλά με τους τσοπαναραίους και τα είχε πολύ καλά με τους τσοπαναραίους. Άφηνε παλληκάρια του στα μαντριά για να τους βοηθάνε. Τους ευάλωτους στις μάχες του έκανε τσοπαναραίους.
Απολλωνία said
Από την επιστολή ξεχειλίζει το παράπονο του Κολοκοτρώνη. Ένα δυσεξήγητο, ωστόσο, εκ πρώτης όψεως παράπονο. Ενώ βρισκόταν σε αγγλοκρατούμενο νησί, μακριά από τον οθωμανικό ζυγό, άρα προνομιούχος απέναντι στο Βαρνακιώτη, διαπιστώνει μια μειονεξία εις βάρος του. Είναι η αγγλική κατοχή βαρύτερη από την τουρκική; Όχι βέβαια.
Άλλο είναι το μαράζι του Θοδωράκη. Κι αυτό είναι η διαφορά ανάμεσα στους οπλαρχηγούς της Ρούμελης και σε εκείνους του Μοριά. Η αλήθεια είναι ότι στην Πελοπόννησο το κλεφταρματολίκι δεν θα επικρατήσει ποτέ. Ο Κολοκοτρώνης, ο ίδιος, δεν είναι παρά ένας κάπος που προστάτευε το Δεληγιαναίικο βιός. Τι ειρωνεία: Ένας άνθρωπος των αρμάτων, στη δούλεψη ενός κοτζάμπαση.
Κι όμως, αυτός είναι ο κανόνας. Κι αυτό γιατί στην Πελοπόννησο, τον ρόλο των καπεταναίων, θα τον αναλάβουν οι πρόκριτοι. Έτσι εξηγείται, γιατί ο Μοριάς είναι γεμάτος από κοτζαμπάσηδες και η Στερεά Ελλάδα γεμάτη από καπεταναίους. Ευελπιστώ ότι σύντομα ο κ. Σαραντάκος θα κάνει ένα αφιέρωμα και στο αφεντικό του Κολοκοτρώνη, Κανέλλο Δεληγιάννη
Alexis said
Υπάρχει και σήμερα το ντόπιο γελάδι. Δεν ξέρω αν είναι καθαρόαιμη φυλή (μάλλον όχι) αλλά ζει και βασιλεύει στο Ξηρόμερο (πατρίδα του Βαρνακιώτη) αλλά και αλλού, αξιοποιώντας άριστα ορεινές περιοχές και υποβαθμισμένους βοσκότοπους. Αποκαλείται και «τσάτσικο».
Τα τσάτσικα μοσχάρια έχουν κρέας σκληρό μεν αλλά εξαιρετικής νοστιμιάς. Η απόδοση τους βέβαια σε κρέας είναι πολύ μικρή, καμία σχέση με τα βελτιωμένα «θηρία» των 300-400 κιλών, αλλά έτσι κι αλλιώς κύριος ρόλος τους δεν είναι η κρεοπαραγωγή αλλά η …είσπραξη επιδοτήσεων.
Πέπε said
@49
Σ’ αυτό το εξομολογητικό κείμενο βλέπουμε ότι ο αφηγητής φώναζε τη μάνα του με το όνομά της.
Έχω την εντύπωση ότι, μέχρι και τους γεννηθέντες του ’80 άκρες μέσες, υπήρχε αρκετή ποικιλία στο πώς προσφωνούν σε κάθε οικογένεια τα παιδιά τους γονείς. Από μητέρα-πατέρα και πληθυντικό μέχρι μικρό όνομα, με όλα τα ενδιάμεσα: μητέρα-πατέρα με ενικό, μάνα-πατέρα, μαμά-μπαμπά. Αντίθετα, σήμερα έχει επικρατήσει μια νόρμα, μαμά-μπαμπά με σπανιότατες εξαιρέσεις.
Δεν ξέρω μάλιστα αν σε χωριά λέγανε και κύρη ή αφέντη. (Μέχρι και σήμερα είναι ζωντανές αυτές οι λέξεις για τον πατέρα, αλλά δεν τις έχω ακούσει ως προσφωνήσεις, μόνο σε τριτοπρόσωπες αναφορές.)
Διαβάζουμε επίσης «Μου φαινόταν ιδιαίτερα γελοίο ένας μαντράχαλος σαν εμένα να φωνάζει μαμά». Ε ναι ρε παιδί μου, από μικρός το θυμάμαι κι εγώ, να ακούω ανθρώπους στην ηλικία των γονέων μου να λένε μαμά και μπαμπα τους δικούς τους γονέους και να μου φαίνεται αχώνευτο. Αλλά βέβαια, εφόσον το έβρισκα φυσιολογικό για παιδιά της ηλικίας μου, και πλέον τα παιδιά της ηλικίας μου είναι σιτεμένα αλλά παραμένουν ίδιας ηλικίας μ’ εμένα, τώρα δε μου κάνει εντύπωση.
sarant said
57τέλος: Κάπως έτσι 🙂
Nestanaios said
55. Σου το έχω πει πολλές φορές. Οι κοτζαμπάσηδες πέθαναν. Ο στρατηγός Κολοκοτρώνης ζει. Πολλοί έχουν προσπαθήσει να τον μειώσουν και τότε και τώρα αλλά ο λαός ξέρει καλλίτερα.
Nestanaios said
55. Γιατί δεν μας λες για την διαφορά των πελοποννησίων καπεταναίων και των ρουμελιωτών καπεταναίων;
Μια είναι η διαφορά. Οι πελοποννήσιοι δεν προσκύνησαν με ό,τι και αν αυτό συνεπάγεται. Ούτε ο Θεοδωράκης, ούτε ο Θοδωρής, ούτε ο γέρο Θοδωρής, ούτε ο Νικήτας, ούτε ο τουρκοφάγος Νικηταράς, ούτε ο Πλαπούτας, ούτε ο Δαγρές και ούτε κανένας άλλος πελοποννήσιος καπετάνιος. Οι Δεληγιανναίοι προσκύνησαν αλλά αυτοί δεν ήσαν καπεταναίοι.
spyridos said
54
Φαντάζομαι ότι είναι δύσκολο να γίνει διαχωρισμός μεταξύ κλεψιάς και επίταξης όταν ο δωρητής είναι άοπλος και ο αποδέκτης οπλισμένος.
Δύσκολο να βρεθούν τα όρια.
Μου θύμισες κάτι άλλο.
Ο πατέρας μου θυμόταν ότι είχε φάει μόνο μια φορά ξύλο από τη μάνα του.
Γύρισε φαγωμένος μια φορά, παιδάκι 8 χρονών, από το σπίτι του αδελφού του πατέρα του, ενώ του είχαν απαγορέψει να τρώει εκεί.
Στο σπίτι εκείνο δεν έτρωγε ποτέ ο παππούς μου και η οικογένειά του γιατί είχαν κρέας.
Δηλαδή ήταν κλέφτες.
Δεκαετία του 40 στα βουνά της Δυτικής Κρήτης το κρέας εκτός μεγάλων γιορτών, γάμων κτλ ήταν συνώνυμο της ζωοκλοπής.
Γιάννης Ιατρού said
Φρουρά, φάνηκε πάλι η γνωστή φάτσα του ψευτοθόδωρα (κοίτα να δεις έλξη με τον άλλο καππαδόκη…), απ’ τις 14/5 που έκανε το ντεμπούτο του είχαμε να τον δούμε. Θα μας χαλάσει το σερί στην Αλέξαινα👎
loukretia50 said
Λίγο σουρεάλ? – τέτοια ώρα με πιάνει!
(οι σοβαροί ΠΛΟΝΚ – ξέρετε εσείς!)
Αναρωτηθήκατε τι θα γινόταν αν το σημαντικό μήνυμα δεν έφθανε στον παραλήπτη?
Εγώ ναι! Και επειδή θα ποντάριζα στην ευρηματικότητα των ηρωικών φουστανελάδων, νομίζω πως ακόμα κι αν δεν κατάφερναν να παραδώσουν την επιστολή, θα συνόψιζαν το νόημα σε στιχάκια :
Χαιρετώ σε αδελφέ μου, Γεωργάκη Καπιτάν
Υγιαίνω, περιμένω, μα εδώ… άστα να παν.
Ο χορτάτος δεν πιστεύει πεινασμένου τη φωνή
Μα πεινάμε, δε βαστάμε, τέλεψε η υπομονή.
Αδελφέ και καπιτάν μου, σας εσύγχισα πολλά
Δια τούτο να μας γράψεις, η σιωπή σου δε φελά
Μένω και προστάξετέ μας, σ’ ό,τι είμαστε ικανοί
Να δουλεύσομε αντάμα για τη νίκη την τρανή.
Ε, όσο νάναι, θα γίνονταν αντιληπτό το πόιντ χωρίς τυπικούρες.
Όμως πολλά και θαυμαστά μπορεί να συνέβαιναν….
Σκηνή Α΄- στο βαθύ επιτελείο του αρματολού παραλήπτη :
– Σ’χώρα με Καπιτάνο μου, με πλάνεψ’ η μπαμπέσα!
Σούφρωσ’ η τσούπρα του χαμπέρ’ – να τ’ς ομπ’ ο διάλος μέσα!
– Η σπιούνα θάναι του ζαπτιέ, του μπέη το τσιράκι
Λέει πρωτοπαλίκαρο μ’ αγριωπό υφάκι.
– Τρεχάτ’ ωρέ λεβέντες μου, προφτάστε τη ζεβζέκω
Μη μάθει ο σκατίμπεης πόσοι τον θέλουν σέκο.
Σκηνή Β’ – καταδίωξης
Αρπάζει ο ένας τη χανούμ, τραβάει το γιασμάκι
Και αναιδώς ξεπρόβαλε τσιγκελωτό μουστάκι
Φλας μπακ – από τον ανταποκριτή που παραμονεύει το αραχνοειδές δίκτυο των σπιούνων:
Μπιρμπιλομάτης ευσταλής απ΄την τσογλαναρία
Σε ειδική αποστολή – τουτέστιν αγγαρεία
Φορεί στολή παραλλαγής : σαλβάρι ροζ, γιασμάκι
Κυνηγημένο τσουπωτό έγινε χανουμάκι.
Παραμονεύει στη γωνιά και όταν καταφθάνει
Ο νεαρός φουστανελάς, τσαλίμια χίλια κάνει.
Δεν έτυχε για το συμβάν ριπόρτ να καταγράψουν
Θα πουν πως ήταν ατυχές και κάποιοι θα το χάψουν.
(Πάμε πάλι στη σκηνή του μπαγλαρώματος της δολερής – μπα, ούτε καν τσούπρα!)
Εκόλωσαν οι φουσκωτοί, μα αποσπούν χαμπέρι
Κι όλα καλά και ανθηρά, εκτός απ΄το χουνέρι
που βρήκε το λεβεντονιό, αψύ μαντατοφόρο
γιατί σαλιάριζε ο πτωχός μ’ ένα μυστακοφόρο
Σκηνή Γ’ – εξωτικό ντεκόρ
Στ’ αντίπαλο στρατόπεδο, στου μπέη το σεράι
Υπόλογος η γιαλαντζί – και τι να μολογάει!
Δεν έχει πια επιστολή, μα απαιτούν το πόιντ.
Μοιάζει το όλον σουρεάλ, στημένο σε ταμπλόϊντ
Συγκράτησε το νόημα – ξέρει να συλλαβίζει
Μα τα τερτίπια ο καψερός λογίων δε γνωρίζει.
Αυτοσχεδίασε λοιπόν, στιχάκια τσάτρα πάτρα
Κι απήγγειλε το ρεζουμέ – αχ στόφα γλωσοπλάστρα!
– Αλισβερίσι έχουνε για κέρατα, γελάδια…
– Ωρέ ζουλάπ’ ξεκούτιανες? Μπας και ζητάνε λάδια?
– Ή κρέατα? (πετάχτηκε γνωστός κομπιναδόρος)
– Ναι μπρε, αρνιά, χάσανε μια παρτίδα αρνιά
κι άδικο λένε το ντονιά. (ουφ! έκατσε!)
– Βάι, βάι, πάει! Κιαπέ?
– Χαιρετούρες μπερδεψούρες κι ούλα τα αδελφικά.
Νάχουνε πολλες υγείες και αβάσταχτο νταλκά.
– Μπάφιασα. (στρίτζωσε ο πολύς). Ζωντόβολο, καθυστερείς.
(με μια ανάσα, ο τάλας απαγγέλλει)
– Το ανεψούδι του κι αυτός βαριά σεκλετισμένοι
Τρώνε γελαδοκρέατο κι είναι μπαϊλντισμένοι.
Κι ούλοι κριάς αζύγιαστο τρώνε εκεί σαπέρα
Τη λίτρα τηνε χάσανε και πήρανε φλογέρα
ΛΟΥ
Παράλληλες είναι πολλές οι juicy ιστορίες
Ξεχνιούνται όμως πάραυτα, ακούνε και κυρίες!
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
>>λίτρα
μια λίτρα κρέας λέει/μεταφράζεται και στον Έμπορο της Βενετίας.
50>>κριάς, ναι!, του κρεάτου (τ΄Αγιού Πνεμάτου είπαμε κι αθέ του μαλαμάτου 🙂 )
πληθ.τα κρέτα!
«Πονούν όλα μου τα κρέτα » .
gpointofview said
# 63
Τι’ ν’ τούτο;, πράμα φοβερό !
που όλοι οι ποιητάδες
κρυφτήκανε στα σπίτια τους
σα νάτανε κυράδες,
μετά το ξανασκέφτηκαν
πιο πατριωτικά
εβγήκαν ξεφαντώνοντας
κι απ’ την πολλή χαρά
βάψαν με μπατανόβουρτσες
σε χρώματα παστέλ
το σπίτι της νικήτριας
του τρίτου μας νομπέλ !!
🙂 🙂
nikiplos said
Apropos, αλλά άσχετο με το άρθρο, τελικά πράγματι το στούμπηξαν το bitcoin. Καλούσαν κόσμο να αγοράσει εδώ και 3 χρόνια, διοργάνωσαν εκστρατεία ψευτών στα μμε, με τον Λάκη από το Κεντάκι που έφτιαχνε ψησταριές όπως άλλοτε ο θρυλικός Λεωνίδας Τούντας, και του ‘ρθε να αγοράσει βιτκόϊν και τώρα ζει σαν Κροίσσος: βίλα στο Μαλιμπού, νεότερο γκομενάκι, χαβανέζικο υποκάμισο και φωτό με σκαφάκι να το λούζει ο ήλιος το ηλιοβασίλεμα. Χλίδα, μεγαλείο.
Τελικά ο Λάκης, ήταν ηθοποιός, όλες οι φωτό σκηνικό, οι ιστορίες ψέμματα και ο «επαναστάτης», «νεομαρξιστής» Έλον, αποδείχθηκε άλλος ένας ακόμα … Καματερός ή Τζήμερος.
https://www.forbes.com/sites/billybambrough/2021/05/16/elon-musk-has-crashed-the-bitcoin-price-and-proposed-a-radical-dogecoin-upgrade-to-beat-bitcoin-hands-down-and-become-the-currency-of-earth/?sh=6fdc50173d19&utm_source=ForbesMainFacebook&utm_campaign=socialflowForbesMainFB&utm_medium=social&fbclid=IwAR3cP5TiBfEqj-AxfwOeKo85TBritAyevKWic5XrO5wZ1k4iHYq26Yyh0S4
Σε αντίθεση βέβαια με τον θρυλικό Λεωνίδα Τούντα, με τις ψησταριές, τα ΠΑΣΟΚ τασάκια και μπρελόκ, το ίτα8 και την Άννα Μαρώνη.
https://www.vice.com/el/article/pa7e5k/ita-8-to-peiratiko-kanali-poy-ema8e-stoys-ellhnes-na-blepoyn-porno
που ήταν γνήσιος…
gpointofview said
# 65 συνέχεια
Prix Nobel de littérature
puis, vacances à Côte d’Azur
Εύχομαι…
gpointofview said
# 66
Να πάρει θέση ο εκΛΑΜΠΡΟτατόΣ οικονομικός αναλυτής του ιστολογίου !
Αντε να ετοιμαστεί η βάρκα γιατί…. μόνο οι ψαράδες ξυπνάνε αχάραγα να πάνε ΜΕ ΚΕΦΙ στην δουλειά τους !!
loukretia50 said
65. Ε, από τη βάρκα!
Γιάννης Ιατρού said
69: δύο σε ένα, οικονομικό πακέτο
gpoint said
# 69
Εξαιρετικές γυναικείες φωνές…
να ανταποδώσω με μια σπάνια αφρικάνικη γυναικεία φωνή στο τραγούδι που ο τίτλος του είναι «»αγγελέ μου» στα σουαχίλι, στα ελληνικά…άστα να πάνε πως ακούγεται…
sarant said
63 Έχασα τέτοιο αριστούργημα;!
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Καλά θα πάει αυτό. Προσοχή μόνο μη χαθεί το μέτρο.
Nestanaios said
62. Μπορείς να τον αντιμετωπίσεις με επιχειρήματα και όχι με εξορκισμούς; Εσύ; Κάποιος άλλος;
Μωραΐτης said
Το κείμενο περιέχει στοιχεία που μάλλον προέρχονται από το μητρικό γλωσσικό ιδίωμα του Κολοκοτρώνη:
κριάς = κρέας
αζύγιαστο, πελοποννησιακά: ζυγιάζω = ζυγίζω
τρώ = τρώω. Τα φωνηεντόληκτα ρήματα σχημάτιζαν το α’ ενικό είτε με μόνο το θέμα είτε με κατάληξη -ου, π.χ. αγαπά-ου ή αγαπά-, λέ-ου ή λέ-, τρώ-ου ή τρώ-.
Σύνταξη του ρήματος πιστεύω με γενική: «δεν του πιστεύει» αντί «δεν τον πιστεύει».
Γιάννης Ιατρού said
74: Η μόνη αντιμετώπιση είναι η απολύμανση.
Nestanaios said
75. Δεν υπάρχει θέμα «τρω». Τα θέματα δεν εμπεριέχουν ούτε διπλά ούτε μακρά.
76. Οι ειδικοί ξέρουν καλλίτερα.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
75 >>αζύγιαστο, πελοποννησιακά: ζυγιάζω = ζυγίζω
Ναι. «Γεράκια κρώζουν και ζυγιάζονται» μου έμεινε από το σχολικό βιβλίο κάποιας τάξης του Δημοτικού, που περιέγραφε το Μυστρά.
Ζυάζουν (και αζύαστο) λέμε κάτω:
Όταν ζυάζεις τη χαρά
να βγάνεις και τη φύρα
γιατί στου χρόνου τσι στροφές
πολλά σου γράφει η μοίρα
Παλιά μαντινάδα
Μυλοπέτρος said
Διαβάζω ένα κείμενο για την ενδημική φτώχια τα παλιά καλά για ορισμένους χρόνια. Στα Γιάννενα. Εκεί συνάντησα τη λέξη ποκάρι. Το μαλλί του προβάτου αφου το κουρέψουνε. Σκέφτηκα «χαίρε ο πόκος ο ενδροσος, » των χαιρετισμών. Με την ίδια ακριβώς έννοια οι δύο λέξεις!!!
Μυλοπέτρος said
Εδω συναντησα το «ποκάρι».
http://www.matrix24.gr/2021/05/roucha-ftiagmena-apo-tsouvalia-kourtines-alexiptota/