Λέξεις-φίλτρα, δηλαδή ομόγραφες λέξεις διαφορετικής ετυμολογίας
Posted by sarant στο 28 Ιουνίου, 2022
Τις προάλλες, είχαμε ένα άρθρο για τις δυο λέξεις «φίλτρο» που υπάρχουν στη γλώσσα μας, δηλαδή από τη μια το ποτό που δίνει μαγικές ιδιότητες, που είναι λέξη ελληνικής ετυμολογίας (από το ρήμα «φιλώ» και το παραγωγικό τέρμα -τρο) και από την άλλη τον ηθμό, που προέρχεται από το ιταλ. filtro.
Η περίπτωση αυτή, να έχουμε ομόγραφες λέξεις διαφορετικής ετυμολογίας είναι μάλλον σπάνια. Λέξεις με περισσότερες από μία σημασίες υπάρχουν πάρα πολλές, και συχνά αυτές λεξικογραφούνται ως διαφορετικά λήμματα σε ένα λεξικό, όμως τις περισσότερες φορές αυτές οι δυο ομόγραφες λέξεις έχουν την ίδια ετυμολογική προέλευση. Για παράδειγμα, διαβήτης είναι και το γεωμετρικό όργανο και η γνωστή ασθένεια. Μπορεί να φαίνονται πολύ μακρινές οι δυο σημασίες, όμως και οι δυο λέξεις ανάγονται στο ρήμα διαβαίνω. Πρώτα σχηματίστηκε η λέξη που δηλώνει το γεωμετρικό όργανο (επειδή ο διαβήτης της γεωμετρίας έχει τεντωμένα σκέλη) και μετά η λέξη που δηλώνει την ασθένεια (κατά το ΛΚΝ επειδή οι πάσχοντες, λόγω συχνουρίας, αναγκάζονται να έχουν τεντωμένα σκέλη). Το ΛΚΝ έχει δύο ξεχωριστά λήμματα, ένα για κάθε σημασία του διαβήτη, το λεξικό Μπαμπινιώτη ένα ενιαίο λήμμα.
Αλλά εμείς στο σημερινό άρθρο δεν θα ασχοληθούμε με αυτές τις ομόγραφες λέξεις, αλλά με τις άλλες, τις λιγότερες, όπου, όπως στο φίλτρο, οι δυο λέξεις του ομόγραφου ζευγαριού έχουν διαφορετική ετυμολογία. Το ερώτημα το έθεσε στα σχόλια πρώτος ο φίλος μας ο Σταύρος, και κάνατε τις πρώτες προτάσεις σας, οπότε είπα να τις συγκεντρώσω και να βάλω και μερικές ακόμα δικές μου, να μην πάει χαμένος ο κόπος.
Λοιπόν, αναζητούμε ζευγάρια λέξεων που να γράφονται με τον ίδιο τρόπο και να έχουν διαφορετική ετυμολογική προέλευση. Αν βρούμε και τριπλέτες, ακόμα καλύτερα.
Για να θέσω τους όρους, ζητάμε λημματικούς τύπους -δηλαδή όπως καταγράφονται οι λέξεις στο λεξικό, στην ονομαστική, ή, προκειμένου για ρήματα, στο πρώτο πρόσωπο του ενεστώτα. Θέλω να πω, δεν μας ενδιαφέρουν περιπτώσεις όπως «ήπια» (τα ήπια μέτρα) – «ήπια» (εγώ ήπια).
Στο παράδειγμα που εφερα παραπάνω, κάποιος θα παρατηρούσε ότι οι δυο τύποι (τα ήπια – εγώ ήπια) γράφονται βέβαια με τον ίδιο τρόπο αλλά δεν είναι ομόηχοι (ή ομώνυμοι όπως λέγονται επίσης) επειδή ο πρώτος προφέρεται κανονικά τρισύλλαβος κι ο δεύτερος δισύλλαβος. Αυτό είναι αλήθεια, αλλά δεν αποτελεί λόγο αποκλεισμού. Το συγκεκριμένο ζευγάρι αποκλείεται εξαιτίας του περιορισμού σε λημματικούς τύπους, αλλά υπάρχουν άλλα ζευγάρια ομόγραφων λέξεων που δεν είναι πάντοτε ομόηχες (πχ. τούμπα ή βεντέτα, όπως θα δούμε παρακάτω).
Για να βάλω και μια δεύτερη προϋπόθεση, όταν λέω «διαφορετική ετυμολογία» δεν εννοώ μόνο την άμεση αλλά και την απώτερη. Για το λόγο αυτό, στον κατάλογο που ακολουθεί δεν έβαλα το ράντζο, διότι οι δυο ομόγραφες λέξεις (κρεβατάκι – αγρόκτημα) έχουν μεν διαφορετική άμεση προέλευση αλλά τελικά ανάγονται στην ίδια αρχή (περισσότερα στο άρθρο που είχαμε γράψει πέρσι)
Επειδή η συζήτηση ξεκίνησε από τις δυο λέξεις «φίλτρο», τις λέξεις του σημερινού άρθρου, τις ομόγραφες διαφορετικής ετυμολογίας, είπα να τις ονομάσω λέξεις-φίλτρα (όπως κάποτε είχαμε πει για λέξεις-πεταλούδες). Αλλά δίνω και τον περιφραστικό ορισμό για να καταλαβαινόμαστε.
Λοιπόν, πόσες ομόγραφες λέξεις διαφορετικής ετυμολογίας μπορούμε να βρούμε; Εγώ βρήκα τις εξής:
- αθόλωτος1 [αυτός που δεν έχει θολώσει] – αθόλωτος2 [αυτός που δεν έχει θόλο]. Η πρώτη λέξη ετυμολογείται από το αρχαίο «θολός», η δεύτερη από το αρχαίο «θόλος», διαφορετικής ρίζας.
- άρμα1 [το όχημα] – άρμα2 [το όπλο]. Η πρώτη λέξη είναι αρχαία (έπαιρνε και δασεία κάποτε) ενώ η δεύτερη, που συνήθως τη βρίσκουμε στον πληθυντικό, τα άρματα, είναι μεσαιωνικό δάνειο από τα λατινικά, arma (λέξη που ήταν στον πληθυντικό αλλά θεωρηθηκε ενικός).
- βαλβίδα1 [στον στίβο] – βαλβίδα2 [της καρδιάς]. Η πρώτη, π.χ. στις ρίψεις, είναι αρχαία, ενώ η δεύτερη δάνειο από το γαλλ. valve, που ανάγεται στο λατιν. valva.
- βεντέτα1 [το έθιμο της εκδίκησης] – βεντέτα2 [διάσημο πρόσωπο]. Οι λέξεις αυτές μπορεί να προφέρονται διαφορετικά από πολλούς ομιλητές. Η πρώτη είναι δάνειο από το ιταλ. vendetta (και τελικά από το λατιν. vindico, εκδικούμαι) και κανονικά προφέρεται έρρινη, η δεύτερη προέρχεται απο το γαλλ. vedette και κανονικά προφέρεται άρρινη.
- για. Ίσως αξίζει χωριστό άρθρο για τη… συμμορία των Γιαγιάδων δηλ. για τα πολλά και διάφορα «για» της γλώσσας μας. Έχουμε πέντε ή έξι διαφορετικά «για» από τα οποία διαφορετικής ετυμολογίας μετράω τρία ή τέσσερα: την πρόθεση για1, που είναι και το συχνότερο και που προέρχεται από το αρχαίο «διά», τον διαζευκτικό σύνδεσμο για2 (Θέλεις μήλο γιά αχλάδι;) που προέρχεται από το τουρκικό ya, το προτρεπτικό μόριο για3 (Γιά περάστε!) από το αρχαίο «εία», και ίσως μετρήσουμε και το βεβαιωτικό μόριο για4 [Πόντιος είσαι; Ναι για], που κι αυτό τουρκικό είναι, από το επιφώνημα ya! που δεν ξέρω αν ταυτίζεται με το προηγούμενο τουρκικό ya. [Το για = γιατί δεν το μετράω αφού ανάγεται κι αυτό στο αρχαίο «διά»]
- δίαιτα1 [η ειδική διατροφή] – δίαιτα2 [συνέλευση αντιπροσώπων]. Η πρώτη δίαιτα είναι αρχαία. Η δεύτερη, που χρησιμοποιείται πολύ λιγότερο, αλλά πάντως ακούγεται αρκετά ιδίως σε σχέση με ορισμένες χώρες και την ιστορία τους πχ στα γερμανικα κράτη τον Μεσαίωνα, είναι δάνειο από το μεσν.λατινικό dieta ή το γαλλ. diète. (Το λεξικό Μπαμπινιώτη τη δίαιτα2 τη γράφει «δίετα»).
- καμπάνα1 [σήμαντρο της εκκλησίας] – καμπάνα2 [οικίσκος σε ξενοδοχείο]. Η πρώτη είναι δάνειο από το υστερολατινικό campana, και από την ίδια ρίζα προέρχονται πολλές λέξεις της γλώσσας μας, όπως κάμπος, καμπάνια κτλ. Η δεύτερη, από το γαλλ. cabane, έχει διαφορετική, αν και σκοτεινή, ετυμολογία -και, κανονικά, θα μπορούσε να προφέρεται διαφορετικά από την πρώτη. Για τις λέξεις αυτές έχουμε γράψει άρθρο.
- καρπός1 [οπωρικό] – καρπός2 [του χεριού]. Και οι δυο λέξεις είναι αρχαίες, αλλά έχουν ετυμολογία διαφορετική, η πρώτη από την ΙΕ ρίζα *(s)ker-p- (κόβω, δρέπω), η δεύτερη από την *kwerp- (στρέφω, λυγίζω).
- καφάσι1 [τελάρο ή δικτυωτό παράθυρο] – καφάσι2 [κεφάλι]. Και οι δυο λέξεις είναι τουρκικά δάνεια. Η πρώτη προέρχεται από το τουρκ. kafes «δικτυωτό πλέγμα», αραβικής αρχής που ίσως ανάγεται στο λατιν. capsa, ενώ η δεύτερη, που είναι εύχρηστη μόνο στη φρ. «να μου φύγει το καφάσι» προέρχεται από το τουρκ. kafa «κεφάλι» απ’ οπου και το ποντιακό «ο καφάς».
- κοκ1 [γαιανθρακας] – κοκ2 [γλύκισμα]. Το πρώτο είναι δάνειο από τα γαλλικά και τελικά ανάγεται στο αγγλ. coke, ενώ το δεύτερο, το γλύκισμα, προέρχεται είτε από το γαλλ. coque = κοχύλι (ΛΚΝ) είτε από το coq = μάγειρας (Μπαμπ.)
- κόκα1 [φυτό της Αμερικής, κόκα κόλα κτλ.] – κόκα2 [κεφάλι]. Η πρώτη κόκα, η μακράν συχνότερη, ανάγεται τελικά σε κάποια ινδιάνικη γλώσσα, που δηλώνει το φυτό απ’ όπου παράγεται η κοκαΐνη. Η δεύτερη, σπάνια, είναι αρβανίτικο δάνειο και δεν την έχουν τα σημερινά λεξικά.
- κόλπος1 [κοιλότητα του εδάφους κτλ.] – κόλπος2 [αποπληξία] Η πρώτη λέξη, που έχει διακλαδωθεί σε διάφορες σημασίες, ανατομικές, γεωγραφικές και μεταφορικές, είναι αρχαία. Η δεύτερη, πχ στη φράση «του ήρθε κόλπος» είναι δάνειο από τα ιταλ., όπως και το κόλπο (colpo).
- κουσκούς1 [το κουτσομπολιό] – κουσκούς2 [το ζυμαρικό]. Το ζυμαρικό είναι τουρκοαραβικής προέλευσης, ενώ το κουτσομπολιό πρέπει να είναι ηχομιμητική λέξη. Δεν με πείθει το ΛΚΝ, που ετυμολογεί το κουσκούς = κουτσομπολιό «από τις κουβέντες που συνηθίζονται κατά την ομαδική προετοιμασία του ζυμαρικού».
- λάμα1 [έλασμα] – λάμα2 [ζώο της ΝΑμερικής] – λάμα3 [βουδιστής ιερέας, μοναχός Θιβέτ]. Η πρώτη λάμα είναι ιταλικό δάνειο (από την ιδια ρίζα και η λαμαρίνα). Το ζώο, η προβατοκάμηλος, ανάγεται τελικά σε λέξη της γλώσσας Κέτσουα, ενώ η λέξη για τον ιερέα προφανώς σε λέξη θιβετιανή.
- λεία1 [το θήραμα] – λεία2 [ομαλή, θηλυκό του λείου]. Κάνω φάουλ εδώ διότι είχα πει ότι θα δεχτώ μόνο λημματικούς τύπους, αλλά αφού είναι στην ονομαστική, και για να έχω στρογγυλό τον τελικό αριθμό, και για να μην κάνω διακρίσεις κατά του θηλυκού γένους, το περιλαμβάνω (το είχατε άλλωστε προτείνει). Και οι δυο λέξεις είναι αρχαίες, αλλά με διαφορετική ετυμολογία. Η πρώτη λεία μπορεί να συνδέεται με τον ληστή και τον λαό, η δεύτερη με τις λέξεις λιανός και λιώνω.
- λίμα1 [εργαλείο] – λίμα2 [πείνα]. Η πρώτη είναι ιταλικό δάνειο, ενώ η δεύτερη, από το μεσαιωνικό λιμάζω, ανάγεται τελικά στον λιμό.
- μασκαράς1 [ο μεταμφιεσμένος] – μασκαράς2 [ο γελωτοποιός]. Η πρώτη λέξη, βενετικό δάνειο, ανάγεται στο masca, ενώ η δεύτερη είναι τουρκικό δάνειο (maskara) αραβικής αρχής.
- ματ1 [θαμπό χρώμα] – ματ2 [σκακιστικός όρος]. Το δεύτερο είναι βεβαίως αραβοπερσικής αρχής, ενώ το πρώτο, δάνειο από τα γαλλικά, έχει αβέβαιη αλλά πάντως δυτική ετυμολογία.
- όρος1 [προϋπόθεση] – όρος2 [βουνό]. Αρχαίες και οι δυο λέξεις, αλλά διαφορετικές -στα αρχαία, άλλωστε, η πρώτη έπαιρνε δασεία και η δεύτερη ψιλή.
- πάντα1 [πάντοτε] – πάντα2 [το ζώο]. Ολοφάνερα, η δεύτερη λέξη έχει ξενική προέλευση.
- παραμάνα1 [η τροφός] – παραμάνα2 [η καρφίτσα]. Το πρώτο είναι ελληνικό, η πρόθεση παρα και η μάνα. Το δεύτερο όμως είναι δάνειο από τα βενετικά, paraman, που προστατεύει το χέρι.
- πόντος1 [η θάλασσα] – πόντος2 [εκατοστόμετρο]. Η πρώτη είναι ελληνική, με αρχική σημασία «θαλάσσιο πέρασμα» όπως είχαμε πρόσφατα συζητήσει. Η δεύτερη είναι δάνειο από το βενετ. ponto, με αρχική σημασία αιχμή.
- ρόκα1 [εργαλείο για γνέσιμο] – ρόκα2 [σαλατικό]. Και οι δυο λέξεις είναι ιταλικά δάνεια, η πρώτη από το ιταλ. rocca ενώ η δεύτερη από το παλιό ιταλ. ruca. Πιθανώς η πρώτη ελληνική λέξη να επηρέασε τον σχηματισμό της δεύτερης.
- σούμα1 [το άθροισμα] – σούμα2 [το ποτό]. Το πρώτο είναι μεσαιωνικό δάνειο από το λατ. summa, ενώ το δεύτερο προέρχεται από το τουρκ. soma. Η σούμα είναι ρακί από σύκα, στη Χίο, και μάλλον από εκεί προέρχεται και η σουμάδα, που δεν είναι οινοπνευματώδες και βγαίνει από μύγδαλα.
- τζιν1 [ύφασμα] – τζιν2 [ποτό]. Το πρώτο, από αγγλ. jean, ανάγεται τελικά στη Γένοβα της Ιταλίας (ναι, αξίζει άρθρο). Το δεύτερο, από αγγλ. gin, ανάγεται τελικά στο λατινικό juniperus, ένα είδος κέδρου με το οποίο αρωματίζεται το ποτό. Με λίγο σπρώξιμο, θα το κάνουμε τριάδα βάζοντας και το τζίν(ι) που είναι τουρκικό δάνειο.
- τόνος1 [ένταση της φωνής κτλ.] – τόνος2 [χίλια κιλά] – τόνος3 [το ψάρι]. Η πρώτη λέξη είναι αρχαία, η δεύτερη δάνειο από το γαλλ. tonne, η τρίτη αντιδάνειο, αφού το ιταλ. tonno προέρχεται από το αρχαίο θύννος. Το λεξικό Μπαμπινιώτη το ψάρι το γράφει «τόννος» αλλά η σχολική ορθογραφία θέλει και τα τρία με ένα νι, ομόγραφα.’
- τούμπα1 [κυβίστηση] – τούμπα2 [χωμάτινος λόφος] – τούμπα3 [χάλκινο όργανο]. Η δεύτερη τούμπα, ο χωμάτινος λόφος, όπως η Τούμπα της Θεσσαλονίκης, είναι αντιδάνειο: από το λατινικό tumba, που προέρχεται από τον τύμβο. Η πρωτη τούμπα, η κυβίστηση, ίσως προέρχεται απο τη δεύτερη, αλλά έχει κι άλλες πιθανές ετυμολογίες (αναλυτικά τα έχουμε πει εδώ). Όσο για την τρίτη, το χάλκινο όργανο, είναι δάνειο από το ιταλικό (και λατινικό) tuba, απ’ όπου και το (You)tube. Κανονικά, οι δυο πρώτες προφέρονται έρρινες, η τρίτη όχι.
- τσίχλα1 [μαστίχα] – τσίχλα2 [το πουλί]. Η πρώτη είναι αγγλοφερμένη, από το chicle και τελικά ανάγεται σε κάποια λέξη των Ναχουάτλ. Το πουλί είναι ντόπιο, κίχλη.
- φίλτρο1 [μαγικό ποτό] – φίλτρο2 [ηθμός]. Ε, αυτό το ζευγάρι το αναφέραμε ήδη στην εισαγωγή και αναλυτικά στο πρόσφατο άρθρο μας.
- φόρα1 [ορμή] – φόρα2 [στη φόρα]. Η πρώτη φόρα είναι αρχαία, το φορά με ανέβασμα του τόνου (γι’ αυτό και θα θυμάστε στην ορολογία του στίβου που λέγανε παλιά «άλμα άνευ φοράς»). Η δεύτερη είναι από το παλιό ιταλικό fora (έξω).
Θα ταίριαζε να τελειώσουμε τον κατάλογο των ομόγραφων ζευγαριών με το ζευγάρι λέξεων που έδωσε την αφορμή για τη δημιουργία του, αλλά μας τα χάλασε η φόρα, που την είχατε προτείνει στα σχόλια του περασμένου άρθρου.
Πολλή δουλειά είχατε ήδη κάνει στα σχόλια του προηγούμενου άρθρου, ιδίως ο Σταύρος, ο Σπύρος και η Μαρία, έβαλα κι εγώ κάμποσες άλλες λέξεις.
Εγώ τουλάχιστον δεν έχω να προσθέσω κάτι άλλο -αλλά βέβαια περιμένω τα σχόλια και τις προσθήκες σας.
Δύτης των νιπτήρων said
Δεν θα προσπαθήσω καν να μεγαλώσω τον κατάλογο. Αλλά κόλλησα στη σούμα (που, στη Σάμο, είναι μια ρακή από στέμφυλα, όχι σύκα) και το τουρκικό soma (που σημαίνει λέει ρακί χωρίς γλυκάνισο, δηλ. η δική μας ρακή μιας και rakı είναι το ούζο). Λοιπόν κάτι περίεργο: βρίσκω αυτή τη σημασία μόνο σε σύγχρονα λεξικά (τον καινούργιο Redhouse), σε όλα τα παλιότερα υπάρχει μόνο η σημασία «μάταιος, άκαρπος, ανώφελος». Θεωρώ ότι κάποια άλλη (ιταλική μάλλον) αρχή θα έχει η νησιώτικη σούμα και ότι η τουρκική λέξη είτε έχει την ίδια προέλευση, είτε προήλθε από την ελληνική. (Μπορώ να σκεφτώ διάφορες παράξενες τουρκικές ετυμολογήσεις, κυρίως περνώντας μέσα από το üzüm=σταφύλι, αλλά πρώτον εφαρμόζονται μόνο στη σαμιώτικη περίπτωση και δεύτερον λείπουν όλοι οι ενδιάμεσοι κρίκοι).
Για τη συμμορία των Γιαγ(ι)άδων θα συγκρατηθώ και δεν θα πω κάτι (εάν δεν προκληθώ βεβαίως). Γιαγιάς πάντως σημαίνει πεζός στο παλιό οθωμανικό στράτευμα.
Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said
Αὐτή ἡ ἐτυμολογία τοῦ ἰατρικοῦ διαβήτη μοῦ ἄρεσε, ἀλλά πολύ φοβᾶμαι ὅτι τά «τεντωμένα σκέλη» θά δημιουργήσουν ἀπρόσφορους συνειρμούς καί μάταιες προσδοκίες στό ὥριμο πλῆθος τῶν σχολιαστῶν σου, ἀγαπητέ νικοκύρη.. 🙂 🙂 🙂
Πάντως τό σημερινό θέμα εἶναι πολύ-πολύ ἐνδιαφέρον!
(Νομίζω -θά τό ψάξω μόλις ἐπιστρέψω ἀπό τήν ἀγορά- ὅτι ἡ ἐτυμολογία ἐτούτου τοῦ διαβήτη ἔχει νά κάνη μέ τήν ἐκσεσημασμένη διάβασι > πολυουρία τοῦ σωματικοῦ ὕδατος ἀπό τούς νεφρούς)
Καλημέρα σας!
miltos86 said
Καλημέρα!
Δυσκολάκι το σημερινό! Θα επανέλθω αλλά σκέφτηκα:
Ρώμη και ρώμη
Μόσχος το μοσχάρι, Μόσχος το άρωμα (αυτά συνδέονται αλλά) και Μόσχος το μόσχευμα
Πέπε said
Καλημέρα. Μια μικρή ένσταση-επιφύλαξη:
Υπάρχει σίγουρα λέξη «άρμα»=όπλο; Η εικόνα μου είναι ότι υπάρχει αποκλειστικά (όχι κυρίως) στον πληθυντικό, και σημαίνει εξοπλισμός. Ο εξοπλισμός μπορεί να αποτελείται από κυριολεκτικά όπλα αλλά όχι μόνο. Αρματώνω καΐκι; Το εξοπλίζω, αλλά όχι με όπλα. Αρματωμένος (άντρας) συχνά σημαίνει απλώς με πλήρη αμφίεση, όπως οι αρματωμένοι φουστανελοφόροι στο Μεσολόγγι, που δεν κουβαλάνε υποχρεωτικά όπλα αλλά φοράνε φουλ φορεσιά με διάφορα ασημένια κοσμήματα κλπ. Και πάντως ένα σπαθί ή ντουφέκι ή πιστόλι νομίζω ότι ποτέ δεν αναφέρεται ως άρμα.
Όπως αναφέρεται και στο άρθρο, οι δύο λέξεις «άρματα» είναι ομόγραφες μόνο στο μονοτονικό.
ΓιώργοςΜ said
Καλημέρα!
Σήμερα εμείς οι γονείς ένεκα το πατρικό/μητρικό φίλτρο, περιμένουμε τα αποτελέσματα που θα φιλτράρουν τα βλαστάρια μας προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση…
Για το #12 πάντα παρετυμολογούσα με τους κόλπους της καρδιάς, αλλά αν είναι παλιά έκφραση μάλλον δεν λάμβανε υπόψη ανατομία και φυσιολογία.
aerosol said
Καλημέρα.
Μου έκανε εντύπωση που ο μασκαράς είναι ετυμολογικά δυο λέξεις. Θεωρούσα πως πρόκειται για μια λέξη που πήρε δυο κοντινές έννοιες, μια κυριολεκτική και μια λίγο πιο μεταφορική.
Δεν το είχα πολυσκεφτεί αλλά νομίζω πως καμία τούμπα δεν την προφέρω ιδιαιτέρως έρρινα.
Το κουσκούς ως κουτσομπολιό νομίζω πως σχετίζεται με το ζυμαρικό με την έννοια της κουβέντας για ψιλικά, μικροπράγματα, μπουρμπούτσαλα (που λέγαμε και πρόσφατα), όπως τα μικρά κομματάκια του τρόφιμου. Του τρόφιμου που τρώγεται, όχι του τρόφιμου ενός ιδρύματος!
gpointofview said
Καλημέρα
Το ξανάγραψα φως με οξεία και φως με περισπωμένη, αγνώσττου ετυμολογίας και προφανώς διαφορετικά προφερόμνα ασυναίρετα φαός και φάος, ανθρωπος και…φως !
miltos86 said
Καλημέρα!
Δυσκολάκι το σημερινό! Θα επανέλθω αλλά σκέφτηκα:
Ρώμη και ρώμη
Μόσχος το μοσχάρι, Μόσχος το άρωμα (αυτά συνδέονται αλλά) και Μόσχος το μόσχευμα
Η ρόδα (τροχός) και τα ρόδα (τριαντάφυλλα)
Stazybο Hοrn said
Η Άντζελα είναι και στο ΛΚΝ. Καταγγέλλω την παράλειψη, αν και ουδείς άσφαλτος… Κι άλλες από αυτές που έβαλα νομίζω ότι περνάνε το πάσο: άκοπος, ακρίβεια, μπάτσος.
Να σχολιάσουμε ότι οι περισσότερες από τις λέξεις-φίλτρα έχουν τη μια ετυμολογία ξενική.
Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said
(Παρένθεσις) Γιά νά μήν τό ξεχάσω- γιά τίς λογοπαίζουσες ἐπιγραφές πού λέγαμε:
Let eat beef (σέ γυράδικο)..
gpointofview said
Παίζει και το χάνος το ψάρι αλλά και ο αρχηγός φυλής σε κάποιες στέπε της Ασίας ;
LandS said
Το λεξικό Μπαμπινιώτη τη δίαιτα2 τη γράφει «δίετα»
Σύμφωνα με το etymoline ο κ. Καθηγητής κάνει λάθος.
Για το δίαιτα2 το etymoline λέει:
diet (n.1)
c. 1200, «regular food,» from Old French diete (13c.) «diet, pittance, fare,» from Medieval Latin dieta «parliamentary assembly,» also «a day’s work; daily food allowance, food,» from Latin diaeta «prescribed way of life,» from Greek diaita, originally «way of life, regimen, dwelling,» related to diaitasthai «lead one’s life,» and from diaitan, originally «separate, select» (food and drink), frequentative of *diainysthai «take apart,» from dia «apart» (see dia-) + ainysthai «take,» from PIE root *ai- (1) «to give, allot.»
Για δε το δίαιτα2:
diet (n.2)
«assembly of delegates, etc., held from day to day for legislative, political, or other business,» mid-15c., from Medieval Latin dieta, variant of diaeta «daily office (of the Church), daily duty, assembly, meeting of counselors,» from Greek diaita «regimen» (see diet (n.1)), but associated with Latin dies «day»…
Λέτε το etymoline να έπεσε στη παγίδα του portokalism ;
miltos86 said
Η κάρα (κρανίο) και τα κάρα (δάνειο για το όχημα)
LandS said
διάιτα2 diet1
και δίαιτα1 diet2
Δύτης των νιπτήρων said
6 Αεροζόλ, αντιγράφω από https://sarantakos.wordpress.com/2020/03/20/masks/
Η μάσκα λοιπόν είναι λέξη με προβληματική ετυμολογία. Στα ελληνικά, κατά το λεξικό Μπαμπινιώτη, είναι δάνειο από το παλαιό ιταλικό masca (στα σημερινα ιταλικά maschera). Θα μπορούσε όμως να το έχουμε δανειστεί και από το γαλλικό masque, αφού δεν είναι πολύ παλιό το δάνειο. Όλα αυτά ανάγονται σε υστερολατινικό masca με σημασίες αφενός «προσωπίδα» και αφετέρου «μάγισσα, δαίμονας», το οποίο προέρχεται από ένα προ-ρωμαϊκό *maska «μαύρος», μια και το φούμο στο πρόσωπο ήταν η πιο απλή και πιο αρχαία μορφή μεταμφίεσης.
Ωστόσο, υπάρχει και το τουρκικό maskara, που προέρχεται από το αραβικό maskharah που σημαίνει γελωτοποιός (και ανάγεται σε ρήμα sakhira «γελοιοποιούμαι»). Μάλιστα, στα ελληνικά έχουμε δύο σημασίες της λέξης «μασκαράς». Ο ένας μασκαράς είναι ο αποκριάτικος, που φοράει μάσκα, ενώ ο άλλος είναι αυτός που φέρεται κατά τρόπο ανεπίτρεπτα επιπόλαιο ή γελοίο, που κάνει μασκαραλίκια. Τόσο το λεξικό του Μπαμπινιώτη όσο και το ΛΚΝ θεωρουν ότι πρόκειται για διαφορετικές λέξεις, με διαφορετική ετυμολογία. Ο μεταμφιεσμένος μασκαράς ετυμολογείται από τη μάσκα και από το υστερολατινικό, ενώ αυτός που κάνει μασκαραλίκια (επίσης τουρκικό δάνειο) έχει τουρκοαραβική προέλευση.
Βέβαια, η διαφορά σημασίας από τον μεταμφιεσμένο στον γελωτοποιό είναι μικρή και εύκολα γεφυρώνεται, οπότε θα ήταν πιο απλό να δεχτούμε, όπως έχει προταθεί, ότι και η υστερολατινική λέξη masca έχει αραβική προέλευση.
Christos said
Ίσως η πλάνη (εσφαλμένη άποψη, αρχαίο, και το εργαλείο, από τα λατινικά / ιταλικά). Ελπίζω να μην υποπίπτω σε πλάνη.
aerosol said
#15
Μερσί Δύτη. Συνεπώς εικάζουμε τουλάχιστον κοινή προέλευση, κάτι που μου ακούγεται πιο λογικό.
ndmushroom said
Να προσθέσω (με επιφύλαξη) την πλάνη; Το εργαλείο ετυμολογείται, από ό,τι βλέπω στο ΛΚΝ, από το λατινικό plana, που δεν μου μοιάζει να σχετίζεται με την αρχαία πλάνη.
ndmushroom said
Με πρόλαβε το 16 🙂
miltos86 said
@0 οι πάσχοντες, λόγω συχνουρίας, αναγκάζονται να έχουν τεντωμένα σκέλη
Πρώτη φορά το ακούω αυτό.
Εγώ ήξερα ότι οι Αρχαίοι είχαν παρατηρήσει πως οι διαβητικοί έπιναν πολύ νερό και είχαν συχνουρία, θεωρούσαν λοιπόν ότι το σώμα τους το διαβαίνουν τα υγρά και δεν μπορούν να τα κρατήσουν. Γίνονται δηλαδή διαβήτες, σωλήνες θα λέγαμε σήμερα. Παλιά γνώση όμως, δε θυμάμαι από πού…
LandS said
1 Και στην Αντίπαρο από στέμφυλα. Καλό είναι να μη βρεθείς στο γλέντι της απόσταξης. Τουλάχιστον να μην υποκύψεις στο πειρασμό να κάνεις ότι και οι ντόπιοι και βάλεις ανοιχτό το στόμα σου κάτω από την κάνουλα.
Νέο Kid said
Δεν νομίζω ότι ο διαβήτης (απ τον οποίο δυστυχώς και πάσχω…) έχει να κάνει ετυμολογικώς με …σκέλη, αλλά απλά ονομάστηκε έτσι γιατί προκαλεί εύκολη διάβαση (μή συγκράτηση) υγρών/ουσιών διά του οργανισμού, εξού και η συχνουρία.
Νέο Kid said
Ω, τώρα είδα το 20. Πολύ σωστά!
sarant said
Kαλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!
1 Μπορεί να έχεις δίκιο για τη σούμα
3 Αλλά και το μόσχευμα δεν έχει ίδια αρχή;
4 Δεκτή η επιφύλαξη Πάντως το ΛΚΝ έχει λήμμα «άρμα» ενώ ο Μπαμπ έχει «άρματα»
7 Ναι, αυτό το αρχαίο ισχύει
9 Αφού και η αρχαία άσφαλτος στο σφάλλω ανάγεται. Και το άκοπος δεν το έβαλα επειδή τοσο το κόπτω όσο και ο κόπος έχουν ίδια ρίζα. Και για τον μπάτσο νομίζω ότι η μία λέξη προήλθε από την άλλη.
11 Αυτό ναι!
12 Θέλει μελέτη αυτό
16 Μπράβο, η πλάνη!
sarant said
20-22 Το ΛΚΝ λέει έτσι. Ο Μπαμπ λέει αυτό που λέτε.
Παναγιώτης Κ. said
Ομόγραφες λέξεις διαφορετικής ετυμολογίας
Βλέποντας τον τίτλο είπα: Σήμερα θα το απολαύσουμε!
Μια μικρή συμβολή: Οι ηλεκτρολόγοι ρόκα ονομάζουν το πλαστικό κολάρο που αγκαλιάζει τα κυλινδρικά καλώδια και καρφώνεται στον τοίχο για να τα στηρίζει. Παλαιότερα χρησιμοποιούσαν δύο καρφιά. Τώρα ένα.
Δεν ξέρω την προέλευσή του.
κόκα2=κεφάλι
Άραγε έχει κάποια σχέση με τη λέξη «σκόκας»; Έτσι λέγανε περιπαικτικά τον μαθητή που δεν είχε καλές επιδόσεις στο σχολείο.
(Περιοχή της Κόνιτσας).
Χαρούλα said
Το κλίμα και το κλήμα;
…και άντε γειά🤣 που δεν το είδα στις γιαγιάδες!☺️
Πάνος με πεζά said
Καλημέρα !
Δεν ξέρω με το «ψιλός» τί παίζει. Ψιλή το πνείμα, ψιλή κυριότητα, και τα «ψιλά» κέρματα.
Πάνος με πεζά said
Προφανώς ψάχνουμε ομώνυμα, αλλά και με ίδια ορθογραφία.
Νέο Kid said
Πιστεύω ότι και ο γεωμετρικός διαβήτης δεν έχει να κάνει με …σκέλη! Ο διαβήτης βασικά είναι διαστημόμετρο. Μετράει αποστάσεις. (το ότι χαράσσει και κύκλους είναι απλά side-effect του ορισμού του κύκλου…) Πώς τις μετράει; Δια-βαίνοντας το διάστημα που καλείται να μετρήσει (από σταθερού σημείου δηλαδή «δρασκελίζει μέχρι το επιθυμητό σημείο «άφιξης».)
Η ετυμολογία του λοιπόν, έχει να κάνει με «διαδρομή» ,όχι με σκέλια.
miltos86 said
@24 Δεν είναι και πιο λογικό όμως; Τεντωμένα σκέλη στη συχνουρία; Το αντίθετο, μαζεύεται κάνεις σαν κουβάρι για να δώσει το μεγαλύτερο δυνατό χώρο στην κοιλιά και να μην πιέζεται η κύστη
miltos86 said
Για το @25 πήγαινε, όχι @24
Christos said
Η μπάντα / άκρη (κάνε στην μπάντα!) και η μπάντα του δήμου μάλλον είναι από την ίδια ρίζα, αλλά τις αναφέρω γιατί ίσως είναι ιδέα για άρθρο. Μπερδεγουέη, αν το ιστολόγιο είχε sticky, το παρόν άρθρο θα έπαιζε για μια καλή θέση.
miltos86 said
@24 Όχι, μόσχος και μόσχος έχουν διαφορά!
Από Μπαμπινιώτη, το μεν έχει απώτερη ρίζα σανσκρ. «mahisa» = βουβάλι και το άλλο σανσκρ. «muska» = όρχις
(Απλοποιω τους χαρακτήρες που δεν έχω διαθέσιμους)
Αξίζει άρθρο που θα βγει και πολύ μεγάλο αν πιάσουμε και το μούσκεμα!!
Spiridione said
3. Εκτός από την Ρώμη, έχουμε και τον Κόπτη, και τον κόπτη (καθαρευουσιάνικο).
Δεν έχουμε ούτε ένα ρήμα, οπότε ας βάλουμε: κουφαίνω, κάνω κάτι κοίλο και κάνω κάτι κουφό.
Άλλες περιπτώσεις
μπρίκι (το είχε πει ο Αλέξης)
βάγια, η, τροφός και δάφνη
κανάτι, δοχείο, ιταλ. και παραθυρόφυλλο, τουρκ.
κανόνι, το μουσικό όργανο, που το λέμε βέβαια πιο συχνά κανονάκι, απ’ τον κανόνα, και το κανόνι το όπλο, ιταλ. αντδ. από την κάννη.
κουμάρι, αγγείο, απ’ το κουκουμάριον, και κουμάρι χαρτοπαιξία τουρκ.
μπαμπάς, ο γνωστός, και οι μπαμπάδες τα γλυκά απ’ τα γαλλ.
σελάχι, σαλάχι το ψάρι, αρχαίο, σελάχι, σιλάχι η ζώνη, τουρκ.
ταμπλάς, νταμπλάς δίσκος, tabla, αποπληξία, damla, και τα δύο τουρκ.
νταβάς, συν. νταβατζής, και ταψί, tava
φιλί (φελί) και το γνωστό φιλί.
σούρα, το πιοτό και σούρα του Κορανίου.
Δεν ξέρω τι παίζει με την μάπα, που έχει διάφορες σημασίες.
Γιάννης Μαλλιαρός said
Από λογοπαίγνια σε ταμπέλες: Cuptain. Κι ενώ εγώ δεν καταλαβαίνω το λογοπαίγνιο αλλά βλέπω πως κάτι υπάρχει, η κόρη μου, πιο εξοικειωμένη η νέα γενιά, μούκανε την ανάλυση. Από το cup! (φωτογραφία δεν πρόκανα – και δεν θυμάμαι πού το είδα, κοντά σε φανάρι ήτανε, αλλά ο Γκούγκλης μαρτυράει: https://www.facebook.com/CuptainCoffee/, στην Κατεχάκη).
(και 4) άρμα (στον ενικό) υπάρχει και σημαίνει εξοπλισμό (στη δική μας διάλεκτο). Ας πούμε όταν κρύωνε η μάνα μου (κάτι συνηθισμένο), έβγαζε απ’ την τσέπη ένα μαντίλι για το κεφάλι και έλεγε «δεν με πειράζει, έχω άρμα εγώ» (ή το άρμα μου).
Αλήθεια, τα τούμπα (= οι σιδερένιοι σωλήνες νερού) παίζουνε; 🙂
miltos86 said
Το ον (πλάσμα) και το ον (αν δεχτούμε ότι έχει ενταχθεί μετά από τόσα χρόνια, αν και οι περισσότεροι θα έγραφαν on)
Παναγιώτης Κ. said
30.compass: Πυξίδα αλλά και διαβήτης (γεωμετρικό όργανο).
Τα παρουσιάζω για να ψάξεις πιθανές συνάφειες και να μας ενημερώσεις.
Corto said
Καλημέρα!
Μπρίκι (για καφέ): τουρκοαραβικό
Μπρίκι (πλοίο): γαλλοαγγλικό
1 (Δύτης): Περί σούμας η διαδεδομένη εξήγηση, σωστή ή λανθασμένη, είναι ότι το ποτό φτιάχνεται από το συνάθροισμα (τη σούμα) στέμφυλων, δηλαδή τσάμπουρων, άρα τσίπες και ουρές μαζί. Τα κάνουν όλα σούμα και τα αποστάζουν.
Pso said
όπως λεει και ο #12, κι εγω θυμομουν οτι το diet («βουλη») προερχεται καπως απο την καλυψη των ημερησιων αναγκων σε τροφη των βουλευτων, στις πρωτες βουλες που παραχωρησαν οι ηγεμονες. Ειναι τελικα παρετυμολογια? (οχι, δε συνδεονταν με ελληνικη αρχη κτλ)
Corto said
39: Το σχόλιο καθυστέρησε, αλλιώς δεν θα είχα αναφέρει το μπρίκι, αφού έχει ήδη ειπωθεί (σχ.35)
Παναγιώτης Κ. said
37. Πλάσμα το ον και πλάσμα η κατάσταση της ύλης.
sarant said
29 Ναι, αλλά με άλλη ετυμολογία
34 Πράγματι έχεις δίκιο. Δεκτός ο μόσχος.
35 Τα περισσότερα, αν όχι όλα, είναι έγκυρα, μπράβο.
36 Ώστε λέτε άρμα
sarant said
42 Αυτά νομίζω ότι είναι ομόρριζα.
Παναγιώτης Κ. said
Μη…στριμώχνεστε 🙂
Θα τα σουμάρουμε στο τέλος για να είναι πιο πλήρης ο κατάλογος…
Νέο Kid said
38. Compasso σήμαινε διαβάτης/διαστημόμετρο στα λατινικά και μετά ιταλικά, εκ του con (με,διά του)+ passo (βήμα) πολύ πριν πάρει καταχρηστικά την έννοια της πυξίδας στα αγγλικά. (στα Ιταλικά η πυξίδα είναι μπούσολα)
miltos86 said
Μοίρα και μοίρα
Spiridione said
1. Και ο Νισανιάν συμφωνεί μαζί σου.
Φαντάζομαι η τούρκικη ετυμολόγηση στηρίζεται σε αυτό
https://en.wikipedia.org/wiki/Soma_(drink)
Costas Papathanasiou said
Καλημέρα. Και ένα παράδειγμα ομωνυμίας που είναι -πιθανότατα- και διπλό αντιδάνειο:
στόφα1(ύφασμα) <ιταλ. stoffa <παλαιογαλλ.estofer <υστερογερμ.stoffōn.<πρωτοδυτικογερμ. *stoppōn. Αγνώστου προελεύσεως: Ίσως απόΛατ. stuppō (<αρχ.ελλ στυππεῖον ) ή Πρωτο-Γερμ *stubbaz (“πρέμνο, στέλεχος”)
στόφα 2(θερμάστρα)< αγγλ. stove < παλαιοαγγλ. stofa ("λουτρό") <υστερογερμ. stuba/γερμ. Stube ("καθιστικό"). κοινή λατ. *extufare (<αρχ.ελλ. τῦφος =καπνός, ἀχλύς, ἀτμός, κλπ)
ΓΤ said
ΛΚΝ
τόνος 4 ο : (ιατρ.) α. η φυσιολογική ελαστικότητα των ζωντανών ιστών· τονικότητα 2. β. η πίεση που ασκείται στα τοιχώματα του βολβού του οφθαλμού από τα υγρά που περιέχει.
Αρχιμήδης Αναγνώστου said
Κι εγώ που νόμιζα ότι το πουλί τσίχλα λέγεται έτσι επειδή είναι πολύ αδύνατο σαν τσίχλα
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
https://sarantakos.wordpress.com/2012/11/16/concertina/
Δύτης των νιπτήρων said
48 Όχι, η λέξη soma ως ρακή υπάρχει αλλά μόνο σε λεξικά της σύγχρονης τουρκικής.
Ο Νισανιάν το έχει; Δεν το βρήκα.
miltos86 said
Ματ (χαρακτηριστικό της επιφάνειας) και ματ (σκακιστικά)
miltos86 said
Ο σύνδεσμος με (από το μετά) και η αντωνυμία με (από το εμέ, εμένα)
Christos said
Ξέρω ότι τα ονόματα και τα υποκοριστικά τους δεν πιάνονται, αλλά δε μπορώ να αντισταθώ: Κούλης (ο γνωστός) και κούλης (από τα τούρκικα), ο πάμφθηνος εργάτης. Ο πρώτος ονειρεύεται να κυβερνά μια χώρα γεμάτη από τους δεύτερους.
miltos86 said
Μπαμπάς (ο πατέρας από τα τουρκικά) και μπαμπάς (το γνωστό γλύκισμα, γαλλικό δάνειο)
Δύτης των νιπτήρων said
48-53 Α, suma και όχι soma: https://www.nisanyansozluk.com/kelime/suma
Όπου λέει ότι βγαίνει από το ελληνικό, και ότι το ελληνικό βγαίνει από το summa, «αυτό που μένει απάνω» δηλ. εκχύλισμα. Αν ισχύει, άκυρη η φιλτροποίηση.
ΓΤ said
Ελεύθερος ο Κορκονέας…
sarant said
49 Ναι μπράβο
54 Το έχει και το άρθρο, μπρε
56 Οι Κούληδες με τη βαριά βλακώδη τους μορφή, λέει ο Καββαδίας
58 Πράγματι
59 Μάλιστα…..
ΣΠ said
Καλημέρα.
αρκτικός, αρχικός και της άρκτου.
βιόλα, μουσικό όργανο και λουλούδι.
γαλόνι, μονάδα μέτρησης όγκου και διακριτικό στον στρατό.
κάψα, ζέστη και δοχείο.
κρεπάρω, καταρρέω και φτιάχνω τα μαλλιά.
πένα, που γράφουμε και υποδιαίρεση της λίρας.
πόθος, επιθυμία και το φυτό.
Avonidas said
Καλημέρα.
#42. Το plasma βγαίνει από το ελληνικό πλάθω = ζυμώνω, και κατ’ επέκταση δημιουργώ (η συγκεκριμένη σημασία προηγείται της αφηρημένης, ως συνήθως). Προτού υιοθετηθεί για να περιγράψει την κατάσταση της πλήρως ιονισμένης ύλης, χρησιμοποιούνταν ήδη στη βιολογία (π.χ. το πλάσμα του αίματος).
miltos86 said
Πένα (από ιταλικά με πολλές σημασίες) και πένα (από τα αγγλικά ως νόμισμα)
Κάπα και το γράμμα κάπα
Στόφα (από το ιταλικό stoffa) και στόφα (από το ιταλικό stufa)
Στόρι (του παραθύρου) και στόρι (η πλοκή)
Άπειρος (χωρίς πείρα) και άπειρος (ατελείωτος, χωρίς πέρας)
Σε (σύνδεσμος και αντωνυμία)
Ρε (νότα και από το μωρέ)
Καρπός του χεριού και καρπός του φυτού
Σταματώ γιατί τελικά είναι κάμποσα!
Costas Papathanasiou said
…Και:
Κρουστός1(<κρούω)=παιζόμενος με κρούση
Κρουστός2(<κρούστ-α < ιταλ. crosta < λατ. crusta <ΙΕ krews-“παγώνω, επισκληρύνομαι,κακαδιάζω”, πρβλ.ελλ.“κρύος, κρύσταλλο”) =σφιχτοδεμένος, πυκνοΰφαντος
sarant said
61 Τα δυο «κρεπάρω» ο Μπαμπι τουλάχιστον τα δίνει σε ένα λήμμα και με μία ετυμολογία
Λέξεις-φίλτρα, δηλαδή ομόγραφες λέξεις διαφορετικής ετυμολογίας « Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία – Kon/Spira[l] said
[…] Τις προάλλες, είχαμε ένα άρθρο για τις δυο λέξεις “φίλτρο” που υπάρχουν στη γλώσσα μας, δηλαδή από τη μια το ποτό που δίνει μαγικές ιδιότητες, που είναι λέξη ελληνικής ετυμολογίας (από το ρήμα “φιλώ” και το παραγωγικό τέρμα -τρο) και από την άλλη τον ηθμό, που προέρχεται από το ιταλ. filtro. Η περίπτωση αυτή, να… — Weiterlesen sarantakos.wordpress.com/2022/06/28/omografa/ […]
Alexis said
Ωραίο άρθρο!
Η κόλα (του χαρτιού) και η κόλα (το αναψυκτικό)
Και η γόπα.
Triant said
Ελεύθερος με ψήφους 4-3 ο Κορκονέας!
Κατά ψήφισαν οι 3 δικαστές και υπέρ οι 4 ένορκοι! Ο εισαγγελέας πρέπει να βράζει..
Φοβάμαι οτι μέτρησε η αντιπάθεια μεγάλου μέρους του κοινού στους δύο συνηγόρους (μπαμπάς και κόρη Κωνσταντόπουλοι). Δεν μπορώ να αγνοήσω και την πίεση που πιθανόν να δέχθηκαν από το σύνολο της τοπικής Αστυνομίας.
Όλα αυτά βέβαια είναι εικασίες (αλλά εύλογες).
Alexis said
Αν λάβουμε υπόψη και τοπικές-ιδιωματικές λέξεις τότε είναι αρκετά τα ζευγάρια.
Στο Ξηρόμερο π.χ. λένε ζόρικος (έτσι με ι) και εννοούνε γυμνός. Από το σλάβικο zarko
Και βεβαίως υπάρχει και ο ζόρικος από το ζόρι, τουρκικής ετυμολογίας (zor)
Αντίστοιχο πρέπει να είναι και το κρητικό κουράδι.
Πέπε said
Νομίζω ότι υπάρχει περίπτωση δύο λέξεις να έχουν κοινή απώτατη αρχή, διαφορετική ετυμολογική πορεία, συμπτωματικά κοινή τελική μορφή, και διαφορετικές σημασίες. Ας πούμε, αυτό πρέπει να ‘χει συμβεί με το «άκοπος» (#24).
Γιατί αυτές να μην περιλαμβάνονται στην αναζήτηση; Είναι διαφορετική περίπτωση από τις λέξεις που μέσα από τη χρήση έχουν φτάσει να σημαίνουν δύο+ τελείως άσχετα πράγματα. Το ουσιαστικό «κόπος», σε σύνθεση με το στερητικό α-, δίνει μια λέξη που σημαίνει μόνον «που δεν κουράζει», δε σημαίνει «που δεν έχει κοπεί». Αυτός που δεν έχει κοπεί λέγεται συμπτωματικά και πάλι «άκοπος», από το στερητικό α- και το θέμα του ρήματος κόπτω. Και, κατά δεύτερη σύμπτωση, η αρχική ρίζα πίσω από το «κόπτω»=κόβω και τον «κόπο»=κούραση είναι η ίδια.
Corto said
Σουτ! (σώπα)
Σουτ (ποδόσφαιρο)
spyridos said
68
να ήταν δάσκαλοι οι ένορκοι; και να μπουν ξανά σε τάξη να διδάξουν; τι;
εικασίες κάνω κι εγώ.
Pedis said
# 68 – Είτε έτσι είτε αλλιώς, θα τον βγάζανε.
Δεν λες που έκανε ίσαμε ένα 40% παραπάνω φυλακή από τον Καλαμπόκα?!
Μην τα θέλουμε κι όλα δικά μας. 🤬
sarant said
70 Έχει βάση αυτό που λες, αλλά αλλιώς το είχα σκεφτεί, τι να πω.
Βέβαια, το πού θα βάλουμε το όριο της διαφοροποίησης έχει μέσα υποκειμενισμό.
ΓΤ said
@68
Η Κωνσταντοπούλου και ο Κωνσταντόπουλος, που μίλησαν για δικονομική ντροπή και «χειραγώγηση ενόρκων», είχαν αποκλειστεί από τη δίκη…
https://www.lifo.gr/now/greece/diki-korkonea-apokleistikan-oi-synigoroi-tis-oikogeneias-grigoropoyloy-apo-tin
gpointofview said
Kαραμπίνα το όπλο της Καλάμιτυ Τζέην καραμπίνα στην πόκα λέγεται ο τρόπος παιχνιδιο΄τ ώτε να ιατηρήσεις μέχρι το τέλος τα όποια κέρδη, πηγαίνοντας συνεχώς πάσο
πάσο, χαρτοπαικτικός όρος (προφανώς ιταλοφέρνει) πάσο το δελτίο εισόδου και με το πάσο του, η αργή αντίδραση, πάσο ντόμπλε ένας χορός και όποιος διαφωνεί. ραντεβού για μονμαχία στοΕλΠάσο !!
Αρχιμήδης Αναγνώστου said
Κάρα το κεφάλι και κάρα οι άμαξες. Α ξέχασα πρέπει και τα δύο να είναι λήμμα στο λεξικό. Προσπάθησα τουλάχιστον
Πέπε said
74
Θα έλεγα ότι είναι όπως με τα λεξιλογικά δάνεια:
Υπάρχει η οπτική «η τάδε ελληνική λέξη είναι περσικής αρχής». (Άμα θέλουμε, σημειωνουμε παρεμπιπτόντως ότι εμείς τη δανειστήκαμε από τους Τούρκους, κι εκείνοι από τους Άραβες, κι εκείνοι από τους Πέρσες.)
Και υπάρχει και η οπτική «η ίδια λέξη είναι, στα ελληνικά, δάνειο από τα τούρκικα». (Άμα θέλουμε, σημειώνουμε παρεμπιπτόντως ότι και στα τούρκικα δάνειο είναι, από τα αραβικά, κι εκεί πάλι δάνειο από τα περσικά, και μόνο στα περσικά βρίσκουμε την πραγματική της αρχή.)
Υποκειμενικό είναι το ποια οπτική θα διαλέξω. Τα γεγονότα είναι αντικειμενικά.
ΓΤ said
μαζέτα(ς) στη Ρόδο αυτός που κοροϊδεύει αβέρτα.
μαζέτας στο σκάκι ο παίκτης που, παρ’ όλες τις προσπάθειες που καταβάλλει, παραμένει στάσιμος.
geobartz said
(α) «13. κουσκούς1 [το κουτσομπολιό] – κουσκούς2 [το ζυμαρικό]. Το ζυμαρικό είναι τουρκοαραβικής προέλευσης, ενώ το κουτσομπολιό πρέπει να είναι ηχομιμητική λέξη. Δεν με πείθει το ΛΚΝ, που ετυμολογεί το κουσκούς = κουτσομπολιό «από τις κουβέντες που συνηθίζονται κατά την ομαδική προετοιμασία του ζυμαρικού».
# Θυμάμαι αμυδρά μια παλιά εφημερίδα που είχε μια κοσμική κουτσομπολίστικη στήλη με τίτλο «who is who» (ή κάπως έτσι). Εξηγούσε (ή εννοούσε) ότι από την υπόψη αγγλική φράση προέρχεται το «κουσκούς-κουτσομπολιό».
(β) «25. τζιν1 [ύφασμα] – τζιν2 [ποτό]. Το πρώτο, από αγγλ. jean, ανάγεται τελικά στη Γένοβα της Ιταλίας (ναι, αξίζει άρθρο). Το δεύτερο, από αγγλ. gin, ανάγεται τελικά στο λατινικό juniperus, ένα είδος κέδρου με το οποίο αρωματίζεται το ποτό. Με λίγο σπρώξιμο, θα το κάνουμε τριάδα βάζοντας και το τζίν(ι) που είναι τουρκικό δάνειο».
# Στα βουνά της Μακεδονίας (Βερτίσκος, Κερδύλλια κλπ) είναι ευρύτατα διαδεδομένος ο θαμνώδης κέδρος Juniperus oxycedrus (πολυάριθμοι γαρ και αιχμηρότατοι αι άκανθοι αυτού). Μακεδονιστί καλείται χόινα(η), και έχει εξαιρετικό άρωμα. Μαζί με τα πουρνάρια, τα σαμότσακνα κλπ, χρησίμευε ως καύσιμη ύλη στους οικιακούς φούρνους.
Αρχιμήδης Αναγνώστου said
Η πούντα (το κρυολόγημα) και η πούντα (το ακρωτήριο)
Αρχιμήδης Αναγνώστου said
Ο κάβος (το ακρωτήριο) και ο κάβος το καραβόσχινο. Πήρα φόρα τώρα
Πάνος με πεζά said
Το ότι αποφυλακίζεται βεβαίως ένας Κορκονέας (ένας Μάλλιος, ένας Μπάμπαλης, ένας…), δε ψημαίνει και ότι θα περάσει την υπόλοιπη ζωή του ήσυχα, με το λουλούδι στο πέτο… Εγώ μπορεί και να ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΣΑ να μη με βγάλουν, στη θέση του… (που δε θα είχα βρεθεί ποτέ, αλλά λέμε…) Στην ουσία, πρέπει να δημιουργήσει μια άλλη «φυλακή» στο περιβάλλον του – εκτός αν κι αυτουνού, του δώσουμε φρουρά να τον φυλάει…
ΣΠ said
Μερικά ακόμα..
αλπακάς, είδος υφάσματος / είδος κράματος.
εμ, επιφώνημα / σύνδεσμος.
κρακ, ο θόρυβος / το ναρκωτικό.
μα, σύνδεσμος / όταν ορκιζόμαστε.
μι, το γράμμα / η νότα.
μπαρ, όπου πίνουν / μονάδα πίεσης.
μπιζ, το παιχνίδι / το μπιζάρισμα.
να, ο τελικός σύνδεσμος / όταν δείχνουμε.
(ν)ταμπλάς, ξύλινος δίσκος / αποπληξία.
πακτώνω, νοικιάζω αγρόκτημα / στερεώνω.
πατινάρω, κάνω πατινάζ / περνάω πατίνα.
πετάλι, του ποδηλάτου / ψάρι.
ράγα, του σιδηροδρόμου / ρώγα.
ράντα (3 λέξεις), κεραία ιστιοφόρου / τιράντα / δείκτης του χρηματιστηρίου.
σάρπα, ένδυμα / ψάρι.
σου, προσωπική αντωνυμία / γλυκό.
σούρα (3 λέξεις), ζάρωμα / μεθύσι / κεφάλαιο του Κορανίου.
στίγμα, σημάδι / το γράμμα Ϛ.
τικ, νευρική γκριμάτσα / είδος ξύλου.
τσαντίλα, θυμός / σακούλα.
Ριβαλντίνιο said
Οι Ινδιάνοι Senecas και ο Σενέκας ο Πρεσβύτερος και Σενέκας ο Νεότερος. Η Ινδιάνοι αποκαλούνταν έτσι από κάτι γείτονές τους και κάτι σημαίνει στην γλώσσα τους. To «Σενέκας» κάτι σημαίνει στα λατινικά.
Επίσης το γερμανικό «Όθων» ( Όττο ) και ο Ρωμαίος αυτοκράτωρ «Όθων». Το δεύτερο έχει κάποια ετρουσκική προέλευση μάλλον.
____________________
Λογικά οι δικαστές θα σκέφτονται με άλλα κριτήρια. Μπορεί και προσωπικά.
Αλήθεια , για τις δύο εξουσίες ( βουλευτική και εκτελεστική ) ψηφίζουμε. Για την τρίτη εξουσία , την δικαστική , πότε θα ψηφίσει άμεσα ο λαός ;
Καλό είναι να προσέχει τώρα. Ξέρουμε απ’ τον φόνο των δύο Χρυσαυγιτών πως οι «λαϊκοί αγωνιστές» δεν έχουν τα άντερα να κάνουν μόνοι τους τις βρωμοδουλειές τους πλέον. Βάζουν τους ποινικούς να τα κάνουν.
Βέβαια αν οι Μανιάτες είχαν κρατήσει τις σειριές τους κανείς δεν θα τόλμαγε να τον πειράξει. Ποινικός ήταν ; Αλβανός ήταν ; Και στου βοδιού το κέρατο να κρυβόταν θα πλήρωνε. Τους έφαγε όμως και αυτούς η αστικοποίηση.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
πήρα
τέκνο
παρά (ς)
πλάνο
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
ρόκα
https://lsj.gr/wiki/%CF%81%CF%8C%CE%BA%CE%B1
πλάκα
https://el.wiktionary.org/wiki/%CF%80%CE%BB%CE%AC%CE%BA%CE%B1
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Φούστα (fusta ή fuste) πλοίο
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A6%CE%BF%CF%8D%CF%83%CF%84%CE%B1_(%CF%80%CE%BB%CE%BF%CE%AF%CE%BF)
φούστα,ρούχο, https://en.wiktionary.org/wiki/%CF%86%CE%BF%CF%8D%CF%83%CF%84%CE%B1
84 >>μι, .. η νότα.
ρε ! 🙂
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Πόρος
https://www.greek-language.gr/greekLang/ancient_greek/tools/lexicon/lemma.html?id=162
ΓιώργοςΜ said
76 Γιώργο η ίδια καραμπίνα είναι, υπάρχει και άρθρο: https://sarantakos.wordpress.com/2016/05/11/carabine/
Εικάζω πως έχει να κάνει με το «riding shotgun», κάθομαι δηλαδή συνοδηγός χωρίς να παίρνω αποφάσεις.
Dong-ho Spiros Merimanis said
Στα γαλλικά η παραμάνα λέγεται épingle de nourrice που θα πει καρφίτσα της παραμάνας
Είναι πιο πιθανό να προέρχεται από δω η λέξη γιατί η ασφάλεια έχει σχέση με το μωρο που δεν κινδυνεύει να τσιμπηθει κι όχι με το χέρι αυτού που τη χρησιμοποιεί
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Αεροπλανάκι η επενδυτική φούσκα τύπου πυραμίδας.
Αεροπλανάκι (στρ αργκό) στο πάλαι ποτέ τυφέκιο Μ-1 το σταυροειδές εξάρτημα πάνω στο οποίο καθόταν ο γεμιστήρας του όπλου, μπροστά στη θαλάμη. Τραβηγμένο μεν, κάτι νέο μάθατε και σήμερα δε.
Πάνος με πεζά said
Η κούπα της τράπουλας, με την κούπα του τσαγιού, είναι ίδιας ρίζας;
dimosioshoros said
Δεν ξέρω αν το έγραψαν αλλά στο 23, μαζί με τα «ρόκα1 [εργαλείο για γνέσιμο] – ρόκα2 [σαλατικό]», έχουμε και ρόκα3 [το καλαμπόκι]. Δεν ξέρω πού επιχωριάζει. http://i.imgur.com/I7y3Az3.jpg
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Κόμβος
https://el.wiktionary.org/wiki/%CE%BA%CF%8C%CE%BC%CE%B2%CE%BF%CF%82
τόπος
https://el.wiktionary.org/wiki/%CF%84%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%82
έδρα ; αν και πολλές σημασίες , η ρίζα ίδια καταλαβαίνω;
https://el.wiktionary.org/wiki/%CF%84%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%82
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
άρθρωση
φρέσκο (3)
τέλος (3)
κάπα
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
εις
μην
Αρχιμήδης Αναγνώστου said
Εγώ θα έβαζα έναν επιπλέον περιορισμό. Να μη θεωρούνται ομόγραφες οι λέξεις που στο πολυτονικό γράφονται διαφορετικά. Π.χ ἅρμα και ἅρμα
dimosioshoros said
@ 98 Αρχιμήδης Αναγνώστου
Σωστό. Όμως θα αφορά άλλη μορφή / περιγραφή της γλώσσας μας, όχι τη σύγχρονη.
dimosioshoros said
@ 47 Miltos86
Μοίρα και μοίρα…
Δεν είναι (;) και στα δυο το κομμάτι, το κλάσμα, το μέρος/μερίδιο;
Αρχιμήδης Αναγνώστου said
Η πένα που γράφουμε κι η πένα η υποδιαίρεση της στερλίνας
dimosioshoros said
@ 84 ΣΠ
>>μπαρ, όπου πίνουν / μονάδα πίεσης
+ το όπλο μπαρ (από τα αρχικά BROWNING AUTOMATIC RIFLE)
dimosioshoros said
@ 101 Αρχιμήδης Αναγνώστου
>>Η πένα που γράφουμε και η πένα η υποδιαίρεση της στερλίνας
+ και η πένα (με τις πενιές π.χ. του μπουζουκιού…)
miltos86 said
@100 Ναι, μπερδεύτηκα, όντως έχουν όλες οι έννοιες την ίδια απώτερη ρίζα οπότε δεν ισχύει, mean culpa
@103 Η πενιά ανάγεται στην ίδια πένα που γράφουμε, άρα οι ανεξάρτητες έννοιες είναι δύο.
Παρατηρώντας τη λίστα και τα σχόλια, νομίζω πλην των μονοσύλλαβων, είναι αρκετά σπάνιο να βρεθεί λέξη-φίλτρο χωρίς να εμπλέκεται κάποιο δάνειο
dimosioshoros said
@ 69 Alexis
>>Στο Ξηρόμερο […] λένε ζόρικος (έτσι με ι) και εννοούνε γυμνός.
Ενδιαφέρουσα εκδοχή με το -ι- ενδιάμεσα.
Τη λέξη την ήξερα πάντα «ζόρκο[υ]ς».
Stazybο Hοrn said
24ε: 0-3 😳
ΣΠ said
65
Στο Ετυμολογικό του έχει:
κρεπάρω1 «σπάζω – (μτφ.) καταρρέω»
μεσν., αρχική σημ. «εκνευρίζομαι έντονα, σκάω από το κακό μου», < ιταλ. crepare < λατ. crepo «κροτώ, θορυβώ». Βλ. κ. ψοφώ.
κρεπάρω2 «αυξάνω τον όγκο χτενίσματος»
μεταφορά τού γαλλ. creper < crepe «πτυχωτό ύφασμα», για το οποίο βλ.λ. κρεπ.
Νίκος Κ. said
Προτείνω (χωρίς να είμαι σίγουρος για την ευμολογία):
θείο [το χημικό στοιχείο] – θείο [το θεϊκό]
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Λεπτά
ρόδα (η, τα)
τόπι
ράδιο 🙂
ο τραπεζίτης, απλώς δίσημος, όπως και τα αγαθά
Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said
ἀμελής, ἅγιος, ἀδεής, ἀκατάσχετος, ἄκοπος, ἄκρατος, ἀλέα, ἀμελής, ἀνάπηρος, ἄναυλος, ἀνοσία, ἄπατος, ἀπειρία, ἄπηρος, ἀράζω, ἀφορῶ, ἀφθονία, ἀρχίδιον, ἀτάλαντος, ἄσβεστος (Νικοκύρη, πές μου ποῦ νά σταματήσω;;
Νά προχωρήσω στό Β;;
Τά μαζεύω χρόνια! 🙂 🙂 )
ΓΤ said
Τα ντούκια
Από του Νίκου Καββαδία
το «Τραβέρσο»
μάθαμε κάποτε τα ντούκια
πως είν’ κουλουριασμένοι κάβοι
ανήσυχη η γλώσσα
γυρίζει φύλλο
σε πάει στο βέρσο
και σήμερα είναι ντούκια
σφίχτερμαν, σβέρκοι
και γραμμωμένοι μπράβοι
που θάβουν αμετάκλητα τον Κόλια
όταν φόρα παρτίδα ασκούνε βία
πληρώνονται αδρά
με τα σεντούκια
της κάθε νύχτας τα καριόλια
Το δίχως άλλο να θυμίσω
πως λέμε ντούκι
τη γυναίκα τούμπανο
τη γυναικάρα
ίνα μην άλλο τι ξεστομίσω
αυτή που να κολαστώ μαζί της θέλω
μες στου αιδοίου της την υγρασία
όπως γλυκά έδενε κάβο
στο μπουρδέλο
όταν λιμάνι έπιανε ο Μαραμπού
στην αχαλίνωτη Ασία
ΚΑΒ said
πάχνη=παγωμένη δροσιά από *πάγ-σνα κλπ
πάχνη ιδιωματικό=παχνί από πάθνη κλπ
Παναγιώτης Κ. said
Και η μάσκαρα που χρησιμοποιούν οι γυναίκες;
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Ριζικό
φούντα
μαυράκι
μπράβο 111 🙂
ΣΠ said
Αν θέλετε να ελέγξετε την ετυμολογία των λέξεων, υπάρχει το Ετυμολογικό Λεξικό Μπαμπινιώτη σε μορφή pdf:
https://idoc.pub/documents/pdf-jlk9y38r7745
sarant said
Ευχαριστώ για τα νεότερα!
84 Μωρέ μπράβο, και μερικά είναι πολύ ωραία.
107 Και μάλλον έτσι είναι. Στο γενικό λεξικό του έχει ενιαίο μεν λήμμα αλλά, τώρα που το πρόσεξα καλύτερα, αφού αναφέρει την ιταλική ετυμολογία, λέει «Η σημασία 3 [κομμωτική] αποτελεί μεταφρ. δάνειο [;] από γαλλ. crêper les cheveux
109 Αυτά νομίζω ότι έχουν ίδια ετυμολογία
Μαρία said
68, 75
Ακούστε το Γιώργο Θαλάσση
https://www.avgi.gr/gallery/podcasts/418557_thema-einai-tis-dikaiosynis-pos-antimetopizei-tis-dolofonies-apo
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
6. Κουσκουσέ είναι είδος ύφανσης στην Κρήτη.
Πέτσες κουσκουσελίδικες (πετσέτες κουσκουσέ), έχω. Σαν με θηλίτσες το ύφασμα. Υποψιάζομαι κάποια τούρκικη προέλευση, Κάσε να ιδώ στον Ορφανό
Παναγιώτης Κ. said
93.Το μπαστούνι και το σπαθί τα άφησες ως … άσκηση; 🙂
Μαρία said
113
Στα ιταλικά είναι αντιδάνειο απ’ τα αγγλικά (mascara παραλλαγή της maschera). Εμείς θα το πήραμε απ’ τ’ αγγλικά.
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
Τυχαίες φλασιές:
– κάμα [αφόρητη ζέστη||κάψιμο < καύμα], κάμα [είδος μαχαιριού <τουρκ. kama]
αλλά και : κάμα [μεγεθ. του καμάκιον].
– κάλλος [ομορφιά] , κάλ(λ)ος [του δέρματος, <βεν. calo < lat. callus)]. Βέβαια, με τη σημερινή ορθογραφία: κάλος.
Παναγιώτης Κ. said
@110. Δώσε μας το Β και τα υπόλοιπα…
Αλεκος81 said
Το σημερινό άρθρο μπορεί να εκδοθεί και ως μίνι οδηγός (handbook) για όσους επιθυμούν να αναπτύξουν λογοπαικτικο χιούμορ σεφερλιδικου τύπου!
Και η κερκίδα; Πώς γίνεται και οστό του χεριού και χωρος του γηπέδου όπου βρίσκονται οι θεατές;
ΣΠ said
κλάση, σπάσιμο / τάξη.
leonicos said
κατά το ΛΚΝ επειδή οι πάσχοντες, λόγω συχνουρίας, αναγκάζονται να έχουν τεντωμένα σκέλη)
Συγγνώμη, πρόκειται για ακατανόητη προχειρότητα (τουλάχιστον)
Διάβητης ονομάστηκε, διότι όταν το σάκχαρο ανέβει πάνω από 1.60, περνάει στα ούρα. Και τον μεσαίωνα τον διεγίγνωσκαν βάζοντας σκυλιά να τα πιουν. Τα σκυλιά δοκίμαζαν και αν ήταν γλυκά, έπιναν τα ούρα.
Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said
Τί ὀμορφιά! Ὁ Κύρος..
https://www.zougla.gr/greece/article/apo-ti-moria-sto-panepistimio—i-istoria-tou-prosfigopoulou-pou-aristefse-stis-paneladikes
@122. Τά ἔχω! 🙂
ΣΠ said
Στο προηγούμενο άρθρο, που αναρωτήθηκα πόσα να είναι αυτά τα ζευγάρια λέξεων, σκεφτόμουν ότι θα είναι καμιά δεκαριά. Σήμερα βλέπω ότι βγαίνουν τουλάχιστον 50.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
116τέλος, όντως,
πλην
τα ρόδα, αρχ. το ρόδον, αλλά
η ρόδα < (άμεσο δάνειο) βενετική roda < λατινική rota
https://el.wiktionary.org/wiki/%CF%81%CF%8C%CE%B4%CE%B1
119 και το τριφύλλι 🙂
sarant said
124 και πριν: Τελικά είναι πάρα πολλά!
123 Βρίσκω ότι παλιότερη (ελληνιστική) είναι η ονομασία του οστού, και μεσαιωνική του γηπέδου.
Γιάννης Κουβάτσος said
126: «Όλοι οι πρόσφυγες μπορούμε να μάθουμε Ελληνικά και να ενταχθούμε στις τοπικές κοινωνίες. Φτάνει να μας δοθεί η ευκαιρία»
Τα είπε όλα με λίγες λέξεις.
Αγγελος said
Πολλές από τις λέξεις και του Μίλτου86 και της ΕΦΗς-ΕΦΗς νομίζω πως είναι τελικά απλώς διαφορετικές σημασίες της ίδιας λέξης.
Ειδικά το ράδιο είναι η περίπτωση που επεσήμανε ο Πέπε: διαφορετικές διαδρομές από την ίδια (λατινική εν προκειμένω) λέξη (radius = ακτίνα) ως τα ελληνικά του 20ού αιώνα, μέσω γαλλικών.
Αγγελος said
Η δίαιτα = συνέλευση πάντα νόμιζα πως ήταν υστερολατινικός σχηματισμός από το dies = ημέρα προς απόδοση του γερμανικόυ Tag, που σημαίνει και ημέρα και συνέλευση. Και για τη σουμάδα κάπου στο μυαλό μου το συνδύαζα με την Maria Assumpta και την απόσταξη. Αλλά προφανώς είναι πιο μπερδεμένα τα πράματα…
eva matenoglou (@evamaten) said
117.
…επίσης κάποιος απ’ έξω φώναξε ένα όνομα και ο Κορκονέας είπε ‘ναι αλλά εγώ του ‘κανα την κεφάλα τόση’ και η πρόεδρος αντί να τον ρωτήσει τίνος έκανες την κεφάλα τόση, του είπε στοργικά «εσύ μην πετάγεσαι».
(Τι να πεις και τι να μολογήσεις…)
Γιώργος Κατσέας, Θεσσαλονίκη said
@132. Εἶναι! 🙂
Alexis said
#83: Θεωρώ τραβηγμένο να λέμε ότι ο Κορκονέας είναι ένας Μάλιος ή ένας Μπάμπαλης της εποχής μας.
ΧριστιανoΜπoλσεβίκoς said
69 -105 Στον κοντινό στο Ξηρόμερο Βάλτο λέγαμε ξεζάρκωτος δηλαδή χωρίς ρούχα. Νόμιζα με αλλοίωση από το ξέσαρκος, δεν ήξερα τη σλαβική λέξη.
gpointofview said
Σχετικά με την ψηφοφορία για την αποφυλάκιση Κορκονέα, έχω να παρατηρήσω πως επί Κούλη στις διαμορφωμένες πλειοψηφίες επιβάλλεται οι «δικοί μας» να ψηφίζουν κόντρα για ξεκάρφωμα, δήθεν ελευθερία ψήφου, αμεροληψία κ.λ.π.Αφού οι ένορκοι διαλέχτηκαν ‘η πείστηκαν -σιγά το δύσκολο- να ψηφίσουν υπέρ της αποφυλάκισης, τσάμπα μάγκες οι δικαστές εκφράζοντας και την κοινή γνώμη.
Ακριβώς όπως ο ΠΑΟ ψήφισε λευκό στην εκλογή του Μαρινάκη για πρόεδρος της σούπερλίγδας με δεδομένο πως είχαν εξαγορασθεί οι 8 , μέσω της χορηγίας, που εξασφάλιζαν την εκλογή, ενώ στις ζυμώσεις όταν ακόμα υπήρχε η υποψηφιότητα Πανουργιά , ο ΠΑΟ ήταν σαφώς εναντίον της, άρα θ ψήφιζε Μαρινάκη !!
Ετσι (νομίζει πως) έρριξε στάχτη στα μάτια όσων είδαν την συμπεριφορά του ΟΣΦΠ στα πλέηοφφς ( +6 στον ΠΑΟ, -6 στον Αρη) τον «αποκλεισμό του Αρη από την Αναγέννηση Καρδίτσας και την συμπεριφορά του διαιτητή στον τελικό.
Εχει πολλά επεισόδια ακόμα ο Βοτανικός ….
sarant said
105-136 Επίσης διαδεδομένος στα Γιάννενα κτλ είναι ο τύπος «ζάρκος». Έχουμε γράψει κάτι:
https://sarantakos.wordpress.com/2018/01/24/surnames-2/
gpointofview said
# 117
Θυμάμαι λάθος πως το παιδί την χρονιά που σκοτώθηκε πήγαινε στην Ελληνική Παιδεία ;
Βέβαια σε όποιο από τα δύο και να πήγανε ήταν γραμμένος στόχος αφου υμμετείχε σε διαδηλώσεις
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
Επίσης:
– γούλα [ο οισοφάγος || λαιμαργία < λατ. gula], γούλα [τρυφερό φύλλο σέσκουλου] < αρχ. άγλις]
– γρύλος [το τριζόνι. Αντιδ. <ιταλ. grillo …< αρχ. γρύλος/γρύλλος] , γρύλος [ανυψωτικό μηχάνημα < γαλ. grillon < λατ. grillus)]
– θείος [θεϊκός κ.τ.ό.], θείος [αδελφός του πατέρα ή της μητέρας]. Κατά τον Μπαμπι. έχουν ετυμολογική διαφορά.
Το ίδιο φυσικά και: η θεία (βούληση) με την θεία (Λένα).
eva matenoglou (@evamaten) said
139.
Εκπ. «Ώθηση»(πριν πήγαινε στη Σ. Μωραΐτη)
Παρεμπιπτόντως, ο «Ράμπο» το πρώτο πράγμα που έκανε τότε ήταν να απαξιώσει αισχρά το θύμα του – ένα δεκαπεντάχρονο εφηβάκι (δολοφονώντας και τη μνήμη του, πληγώνοντας διπλά τους δικούς του!)
sarant said
140 Δεν περίμενα να μαζευτούν τόσα πολλά…
Alexis said
Κάψα η ζέστη και κάψα το σκληρό περίβλημα των καρπών κλπ.
phrasaortes said
Αν μετράνε και τα κύρια ονόματα, τότε μπορούμε να προσθέσουμε την Δράμα και το δράμα.
Alexis said
Μόλις τώρα είδα στο ΦΒ το εξής:
«Σαράντα σκοπιές στον ξένο κώλο δεν πονάν.Μια στο δικό μας πονάει.»
Σκοπιές είναι βέβαια οι ξυλιές, από το σκοπ(ι)=ξύλο, ραβδί στην ηπειρώτικη ντοπιολαλιά.
Και υπάρχει φυσικά και η γνωστή σκοπιά του φαντάρου.
Pedis said
Καλά, τώρα, κι εσύ! Δέκα χρόνια που έκανε ο Κορκονέας για εν ψυχρώ δολοφονία ανηλίκου, τα κάνουν οι αναρχικοί για να βγουν αθώοι.
sarant said
145 Σκοπιές; Δεν το ήξερα.
miltos86 said
@131 Ποιες δηλαδή συγκεκριμένα;
Ανέφερα συγκεντρωτικά:
Ρώμη
Μόσχος
Ρόδα
Κάρα
Ον
Μοίρα
Ματ
Με
Μπαμπάς
Πένα
Κάπα
Στόφα
Στόρι
Άπειρος
Σε
Ρε
Καρπός
Εκτός από τη μοίρα που ορθώς επισημάνθηκε, ποιες είναι οι πολλές που είναι απλώς διαφορετικές σημασίες της ίδιας λέξης;
Yiannis KYRiakides said
Εψαξα λιγο και δεν το ειδα στα σχολια:
Τριπλετα: καμπάνα3, αυτη απο την Εφορια ή απο τον Διοικητη στο στρατο. Απο πού προερχεται, αφου μαλλον αποκλειονται οι 2 αλλες ετυμολογιες;
gpointofview said
# 141
Ευχαριστώ
Την επόμενη μέρα στις 19 το πρωί, είχαμε κανονίσει από καιρόμια συγκέντρωση σε μια καφετέρια στο Γαλάτσι, όπου ένας από τους συμμετέχοντας μα ανακοίνωσε -κάπως κρύα- πως χθες το βράδυ σκοτώθηκε ένας μαθητής του, ήταν φιλόλογος. Επειδή φαινότανε ανοιχτά ακροδεξιός, σχημάτισα την εντύπωση πως θα δίδασκε στην Ελλ.Παιδεία που τότε πρωτοστατούσε σε τέτοια θέματα, σήμερα αγνοώ.
Πάντως δεν ήτανε στου Μωραΐτη και είναι δεδομένο πως σ’ αυτές τις ηλικίες τα παιδά αλλάζουν από μέρα σε μέρα
gpointofview said
# 150
στις 10 το πρωλι
Αγγελος said
Μilto86 (148), έχεις δίκιο. Ανακαλώ!
alexisphotogr said
θεραπεύει την ασθένεια και
θεραπεύει την τέχνη του.
καλημέρα
Αρχιμήδης Αναγνώστου said
125. Οι αρχαίοι Ρωμαίοι ονόμαζαν διαβήτη την πάθηση κατά την οποία ο ασθενής παρουσιάζει πολυουρία, δηλαδή παράγει μεγάλη ποσότητα ούρων. Βγαίνει από το ρήμα διαβαίνω, επειδή η πόσότητα των ούρων διαβαίνει το όριο. Ξεχώριζαν δύο είδη διαβήτη. Τον diabete melitus (νεοελληνιστί σακχαρώδης διαβήτης αλλά θεωρώ ότι θα ήταν πιο ωραίο να τον ονομάζουμε μελίτειο διαβήτη) από την παρατήρηση ότι τα ούρα ήταν γλυκά (τα δοκίμαζαν) και στο diabete insipidus (ελληνιστί άποιος δηλαδή άγευστος διαβήτης). Τον σακχαρώδη διαβήρη όλοι τον ξέρουμε, οφείλεται στην αύξηση του σακχάρου στο αίμα και η πολυουρία οφείλεται στην αυξημένη ωσμωτική πίεση που προκαλεί η γλυκόζη. Ο άποιος διαβήτης οφείλεται στην έλλειψη της αντιδιουρητικής ορμόνης, με αποτέλεσμα την ανικανότητα του νεφρού να συμπυκνώσει τα ούρα
sarant said
Καλημέρα από εδώ!
149 Η καμπάνα της Εφορίας κτλ είναι μεταφορική χρήση από την καμπάνα της εκκλησίας
Πέπε said
Ταμπάκος:
α) εναλλακτικά αντί ταμπάκης = βυρσοδέψης
β) καπνός που καπνίζουμε, ή, κυρίως, που σνιφάρουμε (σκόνη από ειδικά κατεργασμένα καπνόφυλλα)
Σύντομη σχετική συζήτηση και εδώ: https://sarantakos.wordpress.com/2017/11/28/bursa/ (Ctrl+F «ταμπακ»- για να βρεθούν τα σχόλια, σε άσχετη ως είθισται ανάρτηση)
Πάνος με πεζά said
@76 κ.ε. : πάσο λέγεται και το σπείρωμα της βίδας, ή και στον πληθυντικό, «πάσα», συγχεόμενο με τη «μεταβίβαση ποδοσφαιριστή», που λένε και τα σταυρόλεξα.
Πάνος με πεζά said
@ 119 : Εκεί μπορείς να πεις ότι τα σύμβολα μοιάζουν με τις λέξεις. Αλλά ωστόσο υπάρχει η πίκα (άλλη λέξη για το καρό), και η πίκα ως «πείσμα».
Πάνος με πεζά said
Καρό είπα; πίκα είναι τα μπαστούνια. Από την άλλη, όποιος «το βάζει πίκα» (πιτσιρίκα-πιτσιρίκα), είναι ίσως γιατί τα βρίσκει συνεχώς μπαστούνια, αλλά δεν πιστεύω να σχετίζονται έτσι.
sarant said
156 Xμ, ναι
159 Πρέπει να συγγενεύει η πίκα το σύμβολο με το πικάρω.
Αγγελος said
Με τα «χρώματα» των τραπουλόχαρτων στα ελληνικά έχει γίνει ένα μπέρδεμα. Τα σχήματα προήλθαν από τα γαλλικά αλλά τα ονόματα (πλην του καρό) προήλθαν από αρχαιότερα βορειοϊταλικά, που αντιστοιχούσαν σε διαφορετικά σχήματα. Βλ. π.χ. https://it.m.wikipedia.org/wiki/Carte_da_gioco_italiane#
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
147 >> σκοπιές,145,
θυμίζει τον σκιόπο (ξυλιά) και σκιοπίζω (ξυλοφορτώνω)
sarant said
161 Μάλλον αξίζει να βάλουμε σχετικό άρθρο (έχουμε βάλει, δηλαδή)
Nestanaios said
7. Λυκ το φως, λύκος ο άνθρωπος και λύκος το ζωον.
Από το Λύκος ο άνθρωπος (φωτεινός) και λύκος το ζώον (άγρια κατάσταση και σε καμμιά περίπτωση κατοικίδιο) προκύπτουν το φως με οξεία και το φως με περισπωμένη.
Οξεία και περισπωμένη για να υπάρχει διάκριση επειδή δεν υπάρχει γνώση της ετυμολογικής προέλευσης.
Αν πάμε λίγο πριν το ελληνικό αλφάβητο θα δούμε LYK και LUK. Το πρώτο είναι y grec και το δεύτερο είναι το U. Το ένα είναι επιτατικό ποιότητος και το άλλο είναι στερητικό μόριο. Δυο είναι οι έννοιες και αμέτρητες οι συνεκδοχικές σημασίες.
Επιμένω ότι κάτι άλλο συμβαίνει και δεν το γνωρίζουμε.
Missing Ink said
Ω ρε πολύ ζουμί το άρθρο, αλλά και τα σχόλια!
Εντάξει, ετυμολογικά, λεξικογραφικά, μεταφραστικά κτλ γουστάρω, είν’ η φάση μου…
Νικοκύρη, το tube στο youtube παλιότερα σκεφτόμουν για πλάκα ότι προέρχεται απ’ τα γαλλικά, όπου tube ως γνωστόν το πολύ πετυχημένο τραγούδι (το σουξέ που λέμε και στα ελληνικά).
Άσχετο φυσικά, αλλά και η tuba που προτείνεις στο #27 έχει όντως κάποια σχέση;
Το γκούγκλαρα επί τη ευκαιρία, και μού ’βγαλε το εξής: “The name YouTube is actually pretty straightforward. The ‘You’ represents that the content is user generated, created by individual users and not the site itself, and ‘Tube’ is a nod toward an older original term for television”.
Καλά, ετυμολογικά φαντάζομαι ότι κάπως, κάπου θα σχετίζονται (;)
miltos86 said
@152 Ευχαριστώ! 🙂
Αγγελος said
Missing Ink, στο όνομα του YouTube υπάρχει και λογοπαίγνιο: U-tube θα πει σωλήνας σε σχήμα U και είναι καθιερωμένος όρος στη γλώσσα των εργαστηρίων.
Psi said
#62 Ολως τυχαιως, διαβαζα πριν λιγες μερες: «This was named after blood plasma by Langmuir in 1928. He thought the electrons and ions moving in the plasma were like red and white blood cells moving in blood plasma. Everyone else thinks that the analogy is rather stretched.» (σε κειμενο για τις προοπτικες της συντηξης)
skol said
Ο φόρος(ο γνωστός) και ο φόρος= η πλατεία
sarant said
169 Μπράβο, ξέρω ένα μέρος που το λένε έτσι 🙂
Πέπε said
> …την ωραία καβαφική Ελλάδα, έτσι όπως την φαντάστηκε –εξ ιδίων κρίνων και συμπάσχων και αυτός–ο Ρίτσος…
…γράφει στο σημερινό ο Κώστας Παπαθανασίου.: https://sarantakos.wordpress.com/2022/07/01/july-10/#comment-821199
Πριν το διαβάσω, του έριξα μια γενική ματιά κι ό,τι πιάσει το μάτι μου. Μετά, έκατσα και το διάβασα για να δω σε ποιον προσέφερε κρίνα απ’ τα δικά του ο ποιητής.
sarant said
171 Δικά του κρίνα θα προσφέρει. Τι, ξένα;
(Αυτά τα σύμπασχα θα είναι κανένα εξωτικό λουλούδι και δεν το ξέρω)
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
171, Πέπε, φοβερό, το είδα προ ώρας και σκέφτηκα το ίδιο για το
>>εξ ιδίων κρίνων,
ενώ μάλιστα ετοιμαζόμουν να γράψω τί σημαίνει Ιούλιος για μένα, που ένα είναι τα κρίνα της άμμου. Πάω στ΄άλλο νήμα, έχω κι άλλα για τον μήνα 🙂
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
172 τα σύμπασχα μοιάζουν με τις πασχαλιές 🙂
sarant said
174 Ναι για!
Πληρώνει, παίζει και γράφει… - Χάρης Μεταλλίδης said
[…] θυμούνται το σχετικά πρόσφατο άρθρο μας για τις λέξεις-φίλτρα, δηλαδή τις ομόγραφες λέξεις διαφορετικής […]
Spiridione said
Να βάλουμε κι άλλη μια λέξη που υπάρχει και άρθρο, το κουμάσι
https://sarantakos.wordpress.com/2018/07/19/qumas/
sarant said
177 Kαλά λες
Πέπε said
Η ροδιά δέντρο, που κάνει τα ρόδια
Η ροδιά ίχνος που αφήνουν οι ρόδες
eva matenoglou (@evamaten) said
177
«είναι ωραίο από αγκάθι να βγαίνει ρόδο κι από κοπρώνα ετυμολογική συζήτηση…»
Πραγματικά, ήθελα να έβλεπα τη φάτσα των υβριστών μπροστά σε αυτή τη δήλωση 🙂
sarant said
179 Μπράβο ρε συ!
Θυμάμαι μια φορά που είχα φωτογραφήσει μια πολύ παράξενη ροδιά σε παχιά λάσπη, που έκανε περίεργα σχήματα, και έβαλα λεζάντα, στο Φέισμπουκ, «Η τρελή ροδιά»
Μαρία said
177
Ξανακοιτάζοντας το νήμα μέτρησα 5 πεθαμένους.
sarant said
182 Δυστυχώς…
ΣτοΔγιαλοΧτηνος said
Και η αμάκα=αιώρα / αμάκα=τράκα που λέγαμε προ ημερών.