Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Εσείς κουμουλώνετε στα Κούλουμα;

Posted by sarant στο 27 Φεβρουαρίου, 2023


Καθαροδευτέρα σήμερα, ή αλλιώς Κούλουμα, που το ιστολόγιο εύχεται να τα περάσετε ζεστά και όμορφα, με αγαπημένη παρέα και με άφθονο κρασί και μεζέδες. (Ο ιστολόγος δυστυχώς θα τα περάσει στα ξένα, επομένως ξενέρωτα). 

Θα επαναλάβω σήμερα ένα άρθρο που το είχα βάλει το 2015, το οποίο, μια και εδώ λεξιλογούμε, περιστρέφεται γύρω από δύο λέξεις, τη μία λόγω της ημέρας και την άλλη από σπόντα. 

Λόγω της ημέρας, για τα Κούλουμα. Από σπόντα, επειδή σε παλιότερο άρθρο είχα αναφέρει το ρήμα «γκουμουλώνω» ή «κουμουλώνω», που εμείς στην οικογένεια το χρησιμοποιούμε σαν σχετλιαστικό συνώνυμο του «τρώω», ιδίως όταν κανείς τρώει πολύ. Τη λέξη την έχω δυο-τρεις φορές χρησιμοποιήσει και στο ιστολόγιο, πχ κάποτε είχα γράψει:

Βέβαια, κάποιοι ξεπερνούν και τη χόρταση, κυριολεκτικά ή μεταφορικά: καταβροχθίζουν, χλαπακιάζουν, γουρουνιάζουν, σαβουρώνουν, γκουμουλώνουν, ντερλικώνουν, τρώνε τον αγλέουρα, τον αβλέμονα, τον άμπακο, τον περίδρομο, το καταπέτασμα, την κάνουν ταράτσα.

(Λείπει από τον παραπάνω κατάλογο και το «φαρμακώνω» που το έλεγε η γιαγιά μου η Αιγινήτισσα).

Ωστόσο, η λέξη αυτή δεν υπάρχει στα μεγάλα λεξικά, αλλά και ελάχιστα γκουγκλίζεται, ενώ σε προηγούμενο άρθρο που σας είχα ρωτήσει δεν νομίζω να την ήξερε κανείς. Βρίσκω όμως το «κουμουλώνω» σε κάποια τοπικά γλωσσάρια, με τη σημασία «σωρεύω, μαζεύω πολλά πράγματα το ένα πάνω στο άλλο», και αλλού «γεμίζω δοχείο ξέχειλο», ενώ το έχει χρησιμοποιήσει και ο Καζαντζάκης στην Οδύσσεια. Κι έτσι δεν πρόκειται για οικογενειακή μας λέξη, αν και ανανεώνω το ερώτημα, αν εσείς ξέρετε τη λέξη «(γ)κουμουλώνω».

Βέβαια, η ετυμολογία της είναι προφανής: από το κούμουλο = σωρός, ιδίως σωρός από χώμα ή πέτρες, δάνειο από το λατινικό cumulus. H λέξη έχει μπει από τον Μεσαίωνα τουλάχιστον στη γλώσσα: ο Μανουήλ Μαλαξός περιγράφει, στους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας, τη σκηνή της αποπομπής ενός πρώην Πατριάρχη από το χριστεπώνυμον πλήθος:

καὶ ἔρρυπταν πέτραις ἀπὸ τῆς στράταις καὶ ἀπὸ τοὺς φόρους, καὶ ἔκαμναν κουμούλια μὲ ταῖς πέτραις, ἀναθεματίζοντες αὐτὸν…

Όσο για τα Κούλουμα, τα ενδιαφέροντα σημεία (πέρα από το τι κρασί θα πιούμε και με τι μεζέδες θα το συνοδέψουμε) είναι δύο, αφενός η εξάπλωση του όρου και αφετέρου η ετυμολογία του.

Πράγματι, στις προηγούμενες συζητήσεις πολλοί σχολιαστές επισήμαναν ότι στην παιδική τους ηλικία και στον τόπο καταγωγής τους η λέξη «Κούλουμα» ήταν άγνωστη και ότι την έμαθαν αργότερα, στην Αθήνα ή/και από την τηλεόραση. Φαίνεται ότι η λέξη δεν ήταν γνωστή στη Μακεδονία και τη Θράκη, ενώ δεν θυμάμαι να την έλεγε κι η μυτιληνιά γιαγιά μου. Αλλού όμως ήταν γνωστή από παλιά, π.χ. στην Κέρκυρα και στην Κεφαλονιά, ή στο Γαλαξίδι, άρα δεν πρόκειται για αυστηρά αθηναϊκή λέξη.

Ότι τα Κούλουμα δεν είναι λέξη μόνο αθηναϊκή φαίνεται, ας πούμε, από το εξής ωραίο απόσπασμα από τα Μυστήρια της Κεφαλονιάς, το αφορεσμένο βιβλίο του Λασκαράτου:

…Τέλος πάντων η Σαρακοστή μπαίνει. Η πρώτη της ημέρα είναι Δευτέρα, και λέγεται Καθαρή – Δευτέρα. Σήμερα σ’ όλα τα σπήτια παστρέβουνε τ’ αγγεία όλα με στάχτη, γιατί τα θεωρούνε ως μαγαρισμένα από τα πασκαλινά φαγητά της ψεσινής ημέρας! Σήμερα ούτε κριάτα, ούτε γάλατα. Από τα σημεία της χριστιανικής κοιλιάς της ανοίγεται νέο στάδιο• η σουπιές, τα χταπόδια, τ’ αυγοτάραχα, το χαυγιάρι, τα κρεμίδια, η πράσες, η αλιάδες, τα τσιγαρίδια… τέτοια είναι η ύλη και η έχταση του ορίζοντος της!… τέτοιο το πέλαγο που θα περάση και θα φθάση στο πάσκα!… σε τέτοιον αγώνα θε νάμπη και νάβγη νικήτρια!… Ας την πάρουμε ακόλουθα, κι ας πάμε κ’ εμείς μ’ εδαύτη στα Κούλουμα.

Σήμερα ο χριστιανός πανηγυρίζει τη σαρακοστή την ίδια, με ένα πανηγύρι που το λέει Κούλουμα. Χωριάτες και χωραΐτες βγαίνουν όξου στον κάμπο με το φαΐ τους, και λημεριάζουνε τρώγοντες και πίνοντες και χορέβοντες. Εκεί βιολιά και κιθάρες, εκεί ασκοτσάμπουνα και φλογέρες, εκεί μασκαράδες, εκεί τραγούδια, μ’ απάνου σ’ όλα, τα φαγητά δεν πάβουν ποτέ σ’ όλο το διάμερο, και η κανάτα πάντα γυρίζει και πάντα χύ-νει στην κούπα. Το βράδι οι χριστιανοί ξανάρχουνται σπήτι τους, (άλλοι ταν, και άλλοι επί ταν) και τότε πλέον κανείς δεν αμφιβάλλει πως ετούτη ήτανε η πρώτη ημέρα της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής του Πάσχα! Έτσι την τρίτη οι χριστιανοί μπαίνουνε στην ειρηνική κατοχή της σαρακοστής τους, και τήνε μασουλίζουνε με όλην την ευλάβεια, ευρίσκοντες εις εδαύτη νέες νοστιμάδες έπειτα από Καρναβαλιού τα ξίγγια.

Όσο για την ετυμολογία της λέξης Κούλουμα, ο Πετρούνιας στο ΛΚΝ προκρίνει την προέλευση από το κούμουλο, που ήδη το αναφέραμε, με αντιμετάθεση. Ο Μπαμπινιώτης δίνει δύο εκδοχές: από το κούμουλο ή από το κούλουμος = γεμάτος < λατ. culmus < culmen «κορυφή, άκρη, χείλος».

Υπάρχουν και ορισμένες ακόμα θεωρίες. Έχει υποστηριχθεί ότι τα Κούλουμα προέρχονται από τις κολόνες δηλ. τις στήλες ή τους στύλους του Ολυμπίου Διός. Αυτήν πρέπει να την απορρίψουμε, παρά το γεγονός ότι οι Αθηναίοι τον 19ο αιώνα όντως γιόρταζαν την Καθαρά Δευτέρα στις Κολόνες. Η λέξη δεν φαίνεται να είναι αθηναϊκή αποκλειστικά.

Ο Ανδριώτης είχε προτείνει αλβανική προέλευση από το kulluem = καθαρός, ενώ σε παλιότερο άρθρο φίλη είχε προτείνει την τουρκική λέξη kulleme (κιουλεμέ), που σημαίνει μουτζούρωμα με στάχτη, και που θυμίζει την Ash Wednesday και τα εορταστικά μουτζουρώματα.

Οπότε; Η αλβανική εκδοχή φαίνεται πολύ ελκυστική και για λόγους γεωγραφικής εξάπλωσης του όρου «Κούλουμα». Ωστόσο, αφενός η λέξη, όπως είπαμε, δεν επιχωριάζει μόνο στην Αττική και αφετέρου η προέλευση από το κούμουλο = σωρός κερδίζει σε πειστικότητα αν παρθούν υπόψη διάφορες μαρτυρίες, σύμφωνα με τις οποίες σε πολλές περιοχές την Καθαρά Δευτέρα λεγόταν η φράση «να χαλάσουμε τα κούλουμα». Σε αυτό το άρθρο του 1920 αναφέρονται οι φράσεις «χαλάμε τα κούλουμα» ή «σπούμε τα κούλουμα» (Κρήτη) ή «βγάνουμε τα κούλουμα» (Λαύριο). Δίνονται διάφορες ερμηνείες, δηλ. ότι σημαίνει τη διάλυση της συνάθροισης και του γλεντιού ή το πιθανότερο ότι καταλύουμε τους σωρούς των φαγητών που συγκεντρώθηκαν από συγγενείς και φίλους.

Επίσης, φαίνεται ότι υπήρχαν παλιότερα και άλλες παραλλαγές της λέξης, όπως Μπούκλουβα στη Μεσσηνία
– εδώ και ένα παλιό δημοσίευμα εφημερίδας όπου υπάρχει η φράση Ο κόσμος θα πάη να «χαλάση τα μπούκλουβα» κατά την λαϊκήν έκφρασιν, κούλουμπα (Κλειτορία Πελοποννήσου), ανακούλουμα (Ιθάκη), κούλουμες (Λεύκτρα Πελοποννήσου), κούμουλα (Μύκονος, Πάρος) και κουμουλάδες (Κύθηρα).

Ακόμα, ο Βλαχογιάννης σε άρθρο του στη Νέα Εστία συσχετίζει τα Κούλουμα με την επίσκεψη στους τάφους και ο φίλος μας ο Στάζιμπο είχε σε σχόλιό του παρουσιάσει αποκομμα από παλιό άρθρο σύμφωνα με το οποίο, επί Ιουστινιανού, «η τελευταία ημέρα της καλανδικής πομπής εκαλείτο Απόθεσις, δηλ. Κούλουμα – Νεαρά 105).

Χωρίς να είναι καθαρές όλες οι λεπτομέρειες, φαίνεται πολύ πιθανό ότι στην απαρχή του εθίμου υπήρχε το τελετουργικό γκρέμισμα ενός σωρού από χώμα, που μπορεί να συνδεόταν και με απαραίτητες αγροτικές εργασίες (ο φίλος μας ο Spiridione είχε βρει προεπισκόπηση άρθρου της Νέας Εστίας, που δυστυχώς δεν υπάρχει ονλάιν στο ΕΚΕΒΙ, που προτείνει μια τέτοια σύνδεση), κάτι που ενισχύει καθοριστικά την προέλευση από το κούμουλο = σωρός (λατινικό δάνειο από cumulus).

Τη συσχέτιση με το κούμουλο = σωρός δέχεται και ο Χρίστος Δάλκος, που σχολίαζε παλιότερα εδώ, σε άρθρο του που έχει ενδιαφέρουσες πληροφορίες, αν και δεν θα συμφωνήσω με την απόρριψη της λατινικής προέλευσης, που γίνεται με το (σαθρό, πιστεύω) επιχείρημα ότι υπάρχει «ἐμφανής ἀναντιστοιχία μεταξύ τοῦ πρωτογονισμοῦ τοῦ τελετουργικοῦ ἐθίμου, πού παραπέμπει σέ παμπάλαια δρώμενα, καί τοῦ λατινικῆς προελεύσεως θεωρουμένου ὀνόματος πού συνεπάγεται ἀναγωγή τοῦ ἐθίμου σέ νεώτερες ἐποχές». Σαθρό επειδή είναι αρκετά κοινό φαινόμενο ένα ορισμένο πράγμα να έχει ένα νεότερο όνομα -αλλά ο φίλος μας ο Χρήστος αρέσκεται να βρίσκει ή μάλλον να εφευρίσκει ελληνικές ετυμολογίες σε λέξεις που η κατεστημένη ετυμολογία θεωρεί δάνεια.

Έτσι κι αλλιώς όμως φέτος τα Κούλουμα αρκετοί θα φάμε και θα πιούμε πολύ -θα κουμουλώσουμε, έστω κι αν δεν το λέτε έτσι!

 

Advertisement

151 Σχόλια προς “Εσείς κουμουλώνετε στα Κούλουμα;”

  1. ΚΑΒ said

    Καλημέρα για να κουμουλώσουμε, αλλά όχι πολύ. Δεν το λέμε, ούτε ξέραμε τα κούλουμα στο νησί, που είναι άσχετο με το πέταγμα του αϊτού.

  2. Λάμπας said

    Τη λέξη «κούλουμα» την έμαθα από την τηλεόραση. Όσον άφορά το άλλο, στη Γορτυνία περιδρομιάζουμε και στο τέλος την έχουμε πετσώσει.

  3. sarant said

    Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια, καλά να περάσετε σήμερα!

  4. Nikosts said

    Στην Κω πάντως, κουμούλα λέγεται το πεζούλι, ή η πεζούλα, το χαμηλό τοιχάκι που εφάπτεται στον τοίχο του σπιτιού και κάθονται οι γριές (και όχι μόνο) για το κουτσομπολιό.

  5. Jago said

    Επίσης στη μετεωρολογία cumulus είναι οι σωρείτες.

  6. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    > Εσείς κουμουλώνετε;
    Όχι, «την κάνομε …ελεεινή!» 🙂

    – Παρά το ότι «τα κούλουμα» είναι λέξη που ανήκει και στο κρητικό λεξιλόγιο, δεν θυμάμαι να πολυχρησιμοποιείται μέχρι τη δεκαετία του ’80, οπότε και επικράτησε λόγω των γνωστών επιρροών από τηλεόραση κ.λπ.
    (σχετικά και τα σχ. 1, 2)

    Αλλά έχουμε: Τον κούμουλο, ο πολύ γεμάτος, ο ξέχειλος και τον κουμουλιά, έδαφος που σχηματίστηκε από προσχώσεις, κυρίως αργιλώδες, που χρησιμοποιούνταν και σε επικαλύψεις δωμάτων.
    Ο Κονδυλάκης αναφέρει και το επίρρημα κουμουλάρι, υπερπλήρες.

    Και, προφανώς, από τον κουμουλιά και το:

  7. Πέπε said

    Καλημέρα, καλή σαρακοστή.

    Νίκο, έλεγε η γιαγιά σου «φαρμακώνω» με την έννοια τρώω πολύ; Δεν είναι πολύ συνηθισμένη έκφραση ώστε να πω ότι την έχω ακούσει χιλιάδες φορές και είμαι βέβαιος τι εννοοεί ο καθένας, αλλά το αντιλαμβανόμουν περίπου αντίθετα: «να φαρμακώσουμε μια μπουκιά» = να φάμε έστω κάτι ελάχιστο.

  8. Λεύκιππος said

    Τελικά η Λαγάνα καμιά σχέση μ’ αυτό που θυμάμαι πως ήταν παλιά. Ψωμί σκέτο στη γεύση και τιμή θεός φυλάξει.

  9. Καλημέρα,
    Λίγο πριν φύγω για κούλουμα και καρναβάλια στα πέριξ:
    Το «φαρμακώνω» το ξέρω να φάω να μην πω πως δεν έχω φάει, όχι έχω φάει πολύ. Ειδικά σε περιπτώσεις που δεν πάει κάτι εύκολα κάτι ή που δεν προλαβαίνω.
    Το «γκουμουλώνω» (έτσι με γκ-) κάπου κάτι μου λέει (την τιλώνω δηλαδή) αλλά δεν είμαι σίγουρος αν ήξερα τη σημασία από παλιά ή μου έμεινε απ’ το προηγούμενο άρθρο (γιατί δεν μπορώ να προσδιορίσω από ποια περιοχή το ξέρω).
    Έφυγα…

  10. Στις βόρειες προφορές, όπου ακούμε «κούλμα», μεταφέρεται ή αναπαράγεται ακριβέστερα το μονοουικό culm-.
    Και του χρόνου, λοιπόν ή, πιο βόρεια, κι τ χρόν.

  11. Costas X said

    Καλημέρα και καλά Κούλουμα !

    Επίθετο «κούλουμος» = «γεμάτος» , «πλήρης», στο κορφιάτικο ιδίωμα, αλλά και ρήμα «κουλουμώνω» = «γεμίζω πλήρως». Τα έλεγε και η γιαγιά μου μέχρι πρόσφατα. Ειδικά το «κουλουμώνω» το έλεγε με την έννοια της πλήρους επικάλυψης, π.χ. θυμάμαι το «φάε μωρέ το μήλο σου, θα στο κουλουμώσουνε οι μύγες».
    Το ονλάιν Κερκυραϊκό λεξικό 5.000 λέξεων γράφει «Κούλουμος (ο) : Γεμάτος , Πλήρης».

    «κάποιοι ξεπερνούν και τη χόρταση, κυριολεκτικά ή μεταφορικά: καταβροχθίζουν, χλαπακιάζουν,…τρώνε τον αγλέουρα…»
    Να προσθέσω και το κορφιάτικο «μαγκουνιάζω», από το «μαγκούνι» = «φάρμακο, δηλητήριο», από το μσν. «μακώνη/μακώνιον», από το αρχ. «μήκων/μάκων».

  12. sarant said

    7-9 Εχετε δίκιο, το έβαλα επειδή είναι κι αυτό απόχρωση του «τρώω» αλλά σημαίνει, όπως λέτε, «να ρημαδοφάω», όταν δεν προλαβαίνεις ή δεν σε αφήνουν σε ησυχία να φας.

  13. Pedis said

    – Τι θα με κεράσετε παιδιά;
    – Πούμουλα.

    Και καλό χαρταετό, μπαμπάδες και παππούδες. Δώστε και στα παιδιά να τον κρατήσουν λίγο, για το καλό του χρόνου, έτσι;
    🤣

    Πάρτε και κάνα καφάσι νηστίσιμες σόδες.

  14. Σε κάποια ηλικία έμαθα πως η πεντανόστιμη πιταστή (με ψήσιμο σε φούρνο θερμαινόμενης πλάκας) λέγεται λαγάνα. Μα… λαγάνα; Πού το βρήκαν; Και τόσο άνοστη.

  15. Α… ναι. Έμαθα επίσης πως το παραδοσιακό βαρέλι, –αμόλα καλούμπα– πρέπει να το λέμε αετό.

  16. sarant said

    14-15 Πιταστή και βαρέλι!

  17. Α. Σέρτης said

    «το τελετουργικό γκρέμισμα ενός σωρού από χώμα, που μπορεί να συνδεόταν και με απαραίτητες αγροτικές εργασίες»

    Ο Μαρίνης («Τα χωριάτικα πασκαλόγιορτα») αναφέρει ότι τη Σαρακοστή, μέσα στις δουλειές που πρέπει να γίνουν είναι να σκάψουν και να σκαλίσουν τα αμπέλια και, όσοι ξενοδουλεύουνε, πάνε στα χτήματα για σκάψιμο και «από την αβγή ίσιαμε το βράδι αραδιάζουνε κουτρούλια».

    Κατά τον Ελευθερουδάκη το σκάψιμο γίνεται Φεβρουάριο-Μάρτιο και ως σύστημα σκαψίματος «συνηθίζεται η μέθοδος κατά κουτρούλια». Στη συνέχεια, τον Απρίλιο γίνεται το σκάλισμα, δηλ. «η ισοπέδωσις του ανασκαφέντος χώρου».

    Οπότε, καθώς φαίνεται, τον Απρίλιο χαλιούνται τα κουτρούλια, και δεν φαίνεται να σχετίζεται η φάση αυτή με την Καθαρή Δευτέρα.

  18. Κιγκέρι said

    «Έγινε όλο κουμούλια – κουμούλια» λέμε στο σπίτι μας όταν σβωλιάσει η κρέμα.

  19. emfril said

    Τα έθιμα πρέπει να είναι πιο παλιά από μεσαιωνικά. Την πρώτη χρονιά που ήρθα στην Αμερική, πριν 40 χρόνια, διάβασα σε άρθρο στους New York Times πως το πέταμα του χαρταετού είναι έθιμο από τους αρχαίους χρόνους που γινόταν προς τιμήν του Δία. Ποτέ δεν είχα ακούσει κάτι τέτοιο όσο ήμουν στην Ελλάδα.

  20. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Καλημέρα καὶ καλὴ Σαρακοστή!

    Δὲ θυμᾶμαι νὰ ἔλεγαν «Κούλουμα» στὰ Θερμιά, μᾶλλον στὴν Ἀθήνα τὸ πρωτοάκουσα.

    Χρησιμοποιοῦσαν τὴ λέξη κουμούλι = σωρὸς γενικά, π.χ. Κοιμούντανε στὴν ἄμμο οὗλοι, κουμούλι, σερνικοὶ καὶ φυληκοί* μαζί.
    *φυληκοὶ = θυληκοὶ

    Ἡ λέξη κουμουλάδα σήμαινε σωρὸς ἀπὸ πέτρες.

  21. Δημήτρης Μαρτῖνος said

    Συνώνυμο τοῦ τρώω, στὴ θερμιώτικη ντοπιολαλιά, εἶναι τὸ σφαώνομαι ποὺ λέγεται ἐπιτιμητικά, π.χ. Σφαώσου καὶ μὴ μιλεῖς!

  22. Κιγκέρι said

    Κουμουλώνω με την έννοια του παρατρώω δεν το ήξερα, δεν το λέγαμε και, ως προς το ερώτημα του τίτλου, δεν το κάναμε κιόλας, γιατί την Καθαρά Δευτέρα κρατούσαμε νηστεία αλάδωτη. Λαγάνα, τουρσιά, ελιές, ταραμοσαλάτα, χαλβά, αυτά και τέλος!

  23. Costas Papathanasiou said

    Καλημέρα και εδώ και στα ξένα με έρωτα και ας τον λένε ξεν-έρωτα.
    Και καλό ξεκουκούλωμα στους μασκαράδες.
    Ενδιαφέρον και το άρθρο με τίτλο » ΤΑ ΚΟΥΛΟΥΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΚΟΥΚΟΥΓΕΡΟΙ – WordPress.com «

  24. Κιγκέρι said

    Μου επιτρέπετε λίγο Χριστοβασίλη λόγω της ημέρας! 🙂

    Ήμουν τότε παιδί όχι πλειότερο από οχτώ χρονών και μαθήτευα στον παπα-Αντριά.

    Κοιμόμουν κι όταν ξύπνησα είχα μέσα μου όλο εκείνο το θλιβερό συναίσθημα, ότι είχε ξημερώσει η τρομερή Καθαρή Δευτέρα με τη μεγάλη σαρακοστή και με το σκολειό. Κι έπρεπε να περάσουν πενήντα μέρες ακέριες αυστηρή σαρακοστή με φασούλια, ρεβύθια, κουκιά, φακή και λαχανικά και να νηστεύουμε και το λάδι τα τετραδοπαράσκευα!

    Αυγά, γάλα, τυρί, βούτυρο, ψάρι και προπάντων το κρέας δεν έπρεπε ούτε να τ’ αναφέρουμε με το στόμα μας, γιατί αυτό λογίζονταν αμαρτία! Κι όταν ακόμα το ‘φερνε ο λόγος για να ονοματίσει κανένας το γάλα, το βούτυρο, το τυρί, το ψάρι, ή-θεός φυλάξοι!- το κρέας, έπρεπε να συνοδεύει την απαγορευμένη λέξη με την έκφραση «μακριά από τη σαρακοστή κι από εμάς» π. χ «ζυγιάσαμε το τυρί -μακριά από τη σαρακοστή κι από εμάς-και βγήκε δέκα οκάδες.

    Μια μέρα μεγάλη λύπη είχε γραπωμένη την παιδική μου καρδιά και δεν μπορούσα να τιναχτώ πέρα από τα στρώματά μου, τρέφοντας κάποια πλάνα ελπίδα, ότι μπορούσε να μην ήταν αλήθεια ότι είχε ξημερώσει η ανεπιθύμητη Καθαρή Δευτέρα κι ότι κάποιο δυσάρεστο όνειρο γέννησε την ιδέα της.

    Αλλ’ ήρθα λίγο λίγο στον εαυτό μου, πείστηκα ότι δεν ήταν ψέμα κι ότι αληθινά εκείνο το φως κι εκείνες οι αργυρόχρυσες ακτίνες πόμπαιναν από τις χαραμάδες των κλεισμένων παραθυριών του δωματίου μου ήταν της Καθαρής Δευτέρας. Θυμήθηκα περίλυπος ότι την περασμένη βραδιά είχαμε τυρινή αποκριά. Θυμήθηκα ότι είχαμε φάει κουλιάστρα, αυγά, τηγανισμένα, τυρί, ομορφοφκιασμένη αυγοτυρόπιτα, ψάρια, χέλια και θυμήθηκα ότι ύστερα απ’ το δείπνο είχαμε τραγουδήσει και χορέψει…

    Όλα αυτά τα’ αναθυμήματα περνούσαν απ’ τη φαντασία μου σαν εικόνες φωτόλουστες, χαρωπές, όμορφες, γεμάτες τέρψη και ευθυμία, η μία πίσω από την άλλη, σαν κύμα που διδάχεται το κύμα, αλλ’ η Καθαρή Δευτέρα, γριά ψηλή, σεμνή, ασπροντυμένη και κατακάθαρη, σκυθρωπή, μ’ αυστηρό πρόσωπο και κάτασπρο φακιόλι, παρουσιάστηκε στη στιγμή μπροστά μου και μόσβησε όλες εκείνες τις όμορφες τερπνές εικόνες και με φοβέριζε μ’ ένα μακρύ ραβδί που κρατούσε στα χέρια της, απαράλλαχτη όπως μου την είχε παραστήσει η μάνα μου άλλες χρονιές, όταν ήθελα να φάγω πίτα ανήμερα.

    –Πεινώ μάνα! Είπα της μάνας μου που συγύριζε το μαγειρειό.

    –Άνοιξε την άρκλα, μου είπε και πάρε ψωμάκι και φάε!

    –Δεν έχεις τίποτε προσφάγι ρώτησα με δακρυσμένα μάτια.

    –Σήμερα παιδί μου προσφάγι μου απολογήθηκε εκείνη, σαν να παραξενευόταν που της ζητούσα προσφάγι. Προσφάγι τρήμερο μέρα;

    -Αλλά δεν τρων σήμερα τίποτε άλλο εξόν από ψωμί ξερό; την ξαναρώτησα απελπισμένα.

    –Τίποτε, τίποτε! μου απολογήθηκε εκείνη αποφασιστικά. –Κανένα σύκο, καμιά σταφίδα να φάγω για προσφάγι;

    -Σύκο, σταφίδα, τι λές μοναχέ μ’ κι ακριβέ μ’;

    -Σήμερα τρήμερο Καθαροδευτέρα, σύκα και σταφίδες; Μόνο την Τετάρτη, ύστερα από δυο μέρες κάνει να φάμε σύκα και σταφίδες. Σήμερα κι αύριο καλά καλά δεν κάνει να φάμε ούτε ψωμί! Αλλά εσάς τα παιδιά σας το σχωρνάει ο Θεός αν φάτε ψωμί, αλλά μονάχα ψωμί και νερό και τίποτε, τίποτε άλλο!

    -Πώς να κάνω, της είπα που εγώ θέλω και προσφάγι; Ελιές δεν κάνει να φάω;

    -Μπα! μπα! μπα! Ξεφώνισε. Φτύσε γρήγορα μη μαγαρίσεις το στόμα σου και με τ ’ανάβαλμά τους μόνο. Το λάδι δε βγαίνει απ’ τις ελιές; Κι αναφέροντας τις λέξεις «λάδι» κι «ελιές» έφτυσε, για να ξεπλύνη το στόμα της να μη μαγαρίση.

    -Πώς να κάνω της ξαναείπα,που δεν μπορώ να φάω χωρίς προσφάγι;

    Κι αυτή κάνοντας πως θυμήθηκε κάτι, μου είπε για να με ξεφορτωθη:

    -Αν θέλεις καλά και σώνει προσφάγι, να πας στην πλαγιά να βρης περδικαύγα στις περδικοφωλιές να φας

    Κι αναφέροντας τα περικαυγά ξανάφτυσε.

    -Και τρων περδικαύγα μάνα; τη ρώτησα σαν να μην το πίστευα.

    -Τρων, μου είπε. Όσα περδικαύγα (ξανάφτυσε πάλι) βρης, να μου τα φέρεις να στα ψήσω να τα φας.

    -Δεν τα θέλω ψημένα. Τα θέλω τηγανισμένα.

    -Μόνο ψημένα κάνει, γιατί τα τηγανισμένα θέλουν και αρτυμή… βούτυρο.

    -Φτου! Φτου! Με κόλασες, γιε μου, σήμερα!

    -Ας είναι και ψημένα… είπα με χριστιανική συγκατάβαση. Αλλ’ είναι νόστιμα τα περδικαύγα σαν τα κοτίσια;

    -Και καλύτερα ακόμη.

    -Δεν μου το’ λεγες λοιπόν από το πρωί, αλλά μ’ άφηνες να τυρρανιέμαι;..

    Η συνέχεια εδώ:

    https://www.ionikienotita.gr/?p=37540

  25. Alexis said

    Καλημέρα, καλή Σαρακοστή!

    Τη λέξη «Κούλουμα» την έμαθα στα ’80ς από τα σχετικά ρεπορτάζ της τηλεόρασης.
    Νωρίτερα, ως παιδί, δεν θυμάμαι να την άκουγα. Οι γονείς μου έλεγαν Καθαρά Δευτέρα ή Καθαροδευτέρα.
    Ούτε «(γ)κουμουλώνω» θυμάμαι να έχω ακούσει ή πει. Μάλλον εδώ το πρωτοάκουσα.

  26. Παναγιώτης Κ. said

    Παρ΄ημίν (Β.Δ Πίνδος)…

    Μουλώνω: Τρώω πολύ (διότι ήμουν πολύ πεινασμένος καθότι, μπορούμε επίσης να φάμε πολύ αλλά από λαιμαργία).
    Υποθέτω, ότι προέρχεται από το κουμουλώνω αλλά οι συμπατριώτες μου πολύ παλιά, το είχαν προσλάβει χωρίς την πρώτη συλλαβή.
    Παραλείψεις και αντιμεταθέσεις συλλαβών είναι συνηθισμένο φαινόμενο στις ντοπιολαλιές.
    π.χ ενώ το γνωστό οικιακό σκεύος λέγεται μπαγκράτσι, εμείς το λέμε γκαμπράτσι.

    ρουπώνω=χορταίνω.

    σκασματιάζω= «τρώω τον σκασμό» ή τρώω μέχρι σκασμού.

    Φαρμακώνω.
    Στην προστακτική «φαρμάκωσε» δεν είναι απλά τρώγε αλλά αλλά τρώγε και μη κάνεις…κόνξες, μη κάνεις τον δύσκολο.

  27. Alexis said

    #24: Αγαπημένο ανάγνωσμα η «Καθαρή Δευτέρα» του Χρηστοβασίλη!
    Μου έχει μείνει το «ξόρκι»: «Μακρυά από τη Σαρακοστή κι από μας!»

  28. Καλημέρα καθυστερημένη, πολλά τα μαγειρέματα γαρ..
    .
    Επιβεβαιώνω το #5 που με πρόλαβε (έχουμε και μελανοσωρείτες, θυσσανοσωρείτες δλδ nimbus cumulus και asics cumulus και…καραπιπερόμετρο για όσους μετάλαβαν… )

    Στο Γαλαξείδι δεν ακούς για Απόκριες και Καθαρή Δευτέρα παρά για Κούλουμα (και αλευρώματα )

    Αγνοώ το ρήμα κουμουλώνω, είχα όμως συνάδελφο στο ναυτικό με επίθετο Κούμουλος

  29. Παναγιώτης Κ. said

    24. Ωραίο!
    Η αρχική εντύπωση είναι η φτώχεια. Σιγά-σιγά όμως υποχωρεί αυτό το συναίσθημα και την θέση του παίρνει το έθιμο και η χριστιανική παράδοση που υποχρεώνει σε νηστεία.

  30. Παναγιώτης Κ. said

    Το προσεχές Σάββατο, «Ψυχοσάββατο» είναι των Αγίων Θεοδώρων και γιορτάζουν οι…Θόδωρες. 🙂
    Όχι! Δεν είμαι…εξπέρ γύρω από τις διάφορες γιορτές και τα τοιαύτα. Όταν ήμουν παιδί, γιαγιαδομανάδες, προγραμμάτιζαν να κοινωνήσουμε το πρώτο Σάββατο μετά την Καθαροδευτέρα, για να…αξιοποιήσουμε αυτή μέρα η οποία ήταν μέρα νηστείας.
    Απέμεναν τέσσερις μέρες για νηστεία και το Σαββάτο το πρωί στην Εκκλησία για τη μεταλαβιά.
    Αναθυμάμαι όλα αυτά και τα επενδύω με την τωρινή γνώση των πραγμάτων. Ενδιαφέρουσες εμπειρίες!

  31. Π.Χ. said

    Άσχετο με την Καθαρή Δευτέρα – ή ίσως σχετικό με την σημερινή συννεφιά – είναι και κάποιο είδος σύννεφου που λέγεται cumulus ή σωρείτης.
    https://www.google.com/url?sa=t&source=web&rct=j&url=https://el.m.wikipedia.org/wiki/%25CE%25A3%25CF%2589%25CF%2581%25CE%25B5%25CE%25AF%25CF%2584%25CE%25B7%25CF%2582&ved=2ahUKEwiU0ovDorX9AhWDcvEDHRrPD48QFnoECAgQAQ&usg=AOvVaw2gyMvzDfKR4fF1O5ZJUMTX

  32. sarant said

    20 Να σημειωθεί αυτό το φηλυκοί με την τροπή θ->φ, όπως φηκάρι, Φηρά, φηλί κτλ.

    24 Α μπράβο!

    28 Καλά μαγειρέματα!

    31 Σωστά και καλώς ήρθατε!

  33. dryhammer said

    Καλημέρα και του χρόνου!

    Το «κουμουλώνω» στα Χιώτικα το λέμε «σκουρδουλιάζω»

    Εδώ μια πολύ καλή (κατ’ εμέ τον άσχετο) ερμηνεία-ετυμολόγηση της λέξης

    https://www.slang.gr/lemma/24085-skourdouliazo

  34. Παναγιώτης Κ. said

    31. Μπράβο! Βασάνιζα το κεφάλι μου για να θυμηθώ που αλλού συνάντησα αυτή τη λέξη.
    Μετεωρολογία στο Μαθηματικό Αθήνας και Καραπιπέρης ο διδάσκων.

  35. GeoKar said

    Καλημερα & χρόνια πολλά! Απο όσες λέξεις / εκφράσεις αναφερεις Ν(ο)ικοκυρη για τη χόρταση, η μόνη που μου είναι παντελώς άγνωστη είναι το (γ)κουλουμώνω. Αλλά να προσθέσω κι εγώ ότι cumulus, έξ όσων θυμούμαι, είναι κ μετεωρολογικός περί νεφών όρος . Καλή Σαρακοστή 😃

  36. GeoKar said

    #5, 31 & 34: Α μόλις σας είδα 🙂 Ομοιπαθεις, πάντως 🤓

  37. ΝΕΣΤΑΝΑΙΟΣ said

    Ροή καλαμαριών. ΚΛΜ + ροή. Κουλουμάρια είναι τα καλαμάρια.

  38. ΝΕΣΤΑΝΑΙΟΣ said

    Μπορούμε να αντικαταστήσουμε τα «Κούλουμα» με «Κτούπουδα» από τα Χταπόδια.

  39. sarant said

    Eυχαριστώ για τα νεότερα!

  40. Πέπε said

    14
    Άμα το λέτε αλλιώς, έχει άλλο τρόπο παρασκευής και άλλη γεύση, μήπως δεν είναι το ίδιο;

  41. Πουλ-πουλ said

    Υπάρχει και επίθετο Κούμουλος
    https://el.wiktionary.org/wiki/%CE%BA%CE%BF%CF%8D%CE%BC%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%82

  42. ΓΤ said

    «[…] ενώ το έχει χρησιμοποιήσει και ο Καζαντζάκης στην Οδύσσεια».
    Καταλαβαίνω στη μετάφρασή της με τον Κακριδή. Διαφορετικά, θα περίμενα «στην ΟδύΣειά του».

  43. ΓΤ said

    Κύπρος: O Μιχάλης Χατζηγιάννης υφυπουργός Πολιτισμού

  44. sarant said

    42 Όμως οι σημερινές εκδόσεις έχουν «Οδύσσεια». Και η αλλαγή έγινε (αν δεν σφάλλω) ζώντος του Καζ.

  45. Cool Uma

  46. Georgios Bartzoudis said

    «το … ‘γκουμουλώνω’ ή ‘κουμουλώνω’, που εμείς … το χρησιμοποιούμε σαν σχετλιαστικό συνώνυμο του «τρώω», ιδίως όταν κανείς τρώει πολύ… Φαίνεται ότι η λέξη δεν ήταν γνωστή στη Μακεδονία και τη Θράκη».
    # Δεν ξέρω για τη Θράκη, αλλά στη Μακεδονία είναι πολύ γνωστή. Μόνο που, αν βρεθείτε στη Μακεδονία, σας προειδοποιώ να μην τα «γκουμουλώσετε». Καθότι η λέξη χρησιμοποιείται, ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ και ΜΟΝΟ, όχι για την είσοδο αλλά για την έξοδο των …επεξεργασθέντων τροφών. Και αυτός που «τα γκουμούλωσε» είναι ο αναιδής που άφησε κάπου έναν ευμεγέθη σωρό …εξερχομένων υλών!
    Βέβαια, και η Μακεδονική παραλλαγή (υπερ)ενισχύει την άποψη ότι πρόκειται για «λατινικό δάνειο από cumulus».
    Καλή Σαρακοστή σε όλους!

  47. Aghapi D said

    Ρώτησα το https://chat.openai.com/chat
    τί είναι τα κούλουμα.

    Απάντηση;

    Τα κούλουμα είναι μια παραδοσιακή ελληνική γλυκιά λιχουδιά, που συνήθως φτιάχνεται σε μικρές μπάλες από αλεύρι, σιμιγδάλι, ζάχαρη, μέλι, κανέλα, και άλλα μυρωδικά. Στη συνέχεια, τα κούλουμα τυλίγονται σε κανέλα ή σε άλλα αρωματικά και σερβίρονται ως επιδόρπιο ή σνακ.

    Τα κούλουμα είναι πολύ δημοφιλή στην Ελλάδα και στις κοινότητες των Ελλήνων σε όλο τον κόσμο. Μπορούν να φτιαχτούν σε πολλές διαφορετικές παραλλαγές και συνήθως συνοδεύονται με καφέ ή τσάι.

    αυτό το πρόγραμμα έχει εξελιχτεί σε ανεξάντλητη πηγή χαμόγελων

  48. ΓΤ said

    @46
    «επεξεργασθέντων τροφών»

    Γελάνε μέχρι κι οι πέστροφες στα Άνω Πορόια…

  49. Χαρούλα said

    Τα κούλουμα και γω τα έμαθα από την τηλεόραση. Μάλιστα, αν και δεν ξέρω γιατί, συνδιασμένα με Αβραμοπουλο δήμαρχο!
    Εμείς έχουμε ΜΙα κουμούλα ρούχα για σιδέρωμα, ΜΙΑ κουμούλα άμμο για χτίσιμο,…😹
    Δεν γκουμουλιάζουμε δε. Αλλά περιδρομιάζουμε!😉

    Κάτι άλλο που έμαθα μεγαλώνοντας ήταν μασκαράδες την Καθαρή Δευτέρα!!! Εμείς Κυριακή βράδυ τέρμα. Την Δευτέρα «καθαρίζαμε» σερπαντίνες, μάσκες, στολές. Και φυσικά σπίτι!

    Δημοσιοχώρε #14, υπάρχει μια άποψη πως το όνομα της προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό «λάγανον», μια πλακωτή, δηλαδή, ζύμη που παρασκευαζόταν από αλεύρι και νερό. Λέγεται πως στις Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη, αναφέρεται η φράση «λαγάνα πέττετται» δηλαδή λαγάνες γίνονται. Φυσικά δεν ξέρω η ημιμαθής, αν ισχύει.

    😥😢😥αυτό που πουλιέται τα τελευταία χρόνια, ΔΕΝ είναι λαγάνα… φέρτε τις λαγάνες μας πίσω πάλι!

    Νηστεύοντες και μη νηστεύοντες, καλή σαρακοστή να έχουμε.

  50. Χαρούλα said

    Στην Κύπρο μπέρδεψαν τους ….γιάννηδες;

  51. Χαρούλα said

    Απορία: Υπάρχει ακόμη, ο σκληρός, λευκός «κομμάτ χαλβάς», που μοιάζει πολύ με μαντολάτο.
    Όταν ήμουν παιδί ήταν κομμάτι της Καθαράς Δευτέρας! Αλλά χρόνια εχω να πετύχω κάπου. Μάλιστα στην οικογένεια, τηρούσαμε το έθιμο της χάσκας, με αυτόν και όχι με αυγό.

  52. ΓΤ said

    @49 Χαρούλα

    πόπανα πέττεται @Εκκλ. 843
    https://lsj.gr/wiki/%CF%80%CF%8C%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CE%BD

  53. Α. Σέρτης said

    49/52
    «λάγανα πέπεται»

  54. Α. Σέρτης said

    …πέττεται

  55. ΣΠ said

    51
    Εδώ τον αναφέρει https://www.gourmed.gr/mesogeios/no-category/ta-polla-prosopa-toy-halva

  56. Χαρούλα said

    #52 ΓΤ τι λές τώρα!!!
    Εδώ και 38 χρόνια άκουγα το δεκατιανό σάντουιτς να λέγεται πλακούντιο, και το απέδιδα στον πλακούντα που θρέφει.
    Και ήρθε η ώρα να μάθω
    Greek (Liddell-Scott)
    πόπανον: τό, (πέπτω) ὡς τὸ πέμμα, στρογγύλος πλακοῦς ἐν χρήσει κατὰ τὰς θυσίας· συχν. παρ’ Ἀριστοφάνει· π. θύειν Ἀριστοφ. Θεσμ. 285, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 455C, Ἀριστ. Ἀποσπ. 447.

    #55 ΣΠ ναι από εδώ, πήρα περιγραφή-όνομα. Γιαυτόν μιλάω. Δεν τον έχω πετύχει όμως προς πώληση, τα τελευταία περίπου 30 χρόνια!

  57. rogerios said

    @49, 52/53: Τα παράπονα στον Αθήναιο για την απρόσεκτη κι ανακριβή παραπομπή του (3, 110, «Μνημονεύει δὲ τοῦ μὲν Ἀριστοφάνης ἐν Ἐκκλησιαζούσαις φάσκων· Λάγανα πέττεται»). Στις Εκκλησιάζουσες, όμως, δεν υπάρχει ακριβώς τέτοια φράση. 🙂

  58. sarant said

    47 Πολύ καλό!

    57και πριν: Ακριβώς, ο Αριστοφάνης στις Εκκλησιάζουσες, στίχος 843, λέει «πόπανα πέττεται» και ο Αθήναιος γράφει ανακριβώς ότι ο Αριστοφάνης λέει «λάγανα πέττεται»

  59. Μαρία said

    51, 56
    Εμείς πρώτα με αυγό και στη συνέχεια με χαλβά. Κυκλοφορεί εδώ στα μαγαζιά που πουλάν ξηρούς καρπούς και ζαχαρωτά όχι όμως με καρύδια, που γράφει στο σάιτ, αλλά με πολύχρωμες καραμελίτσες.

  60. Ιερόθεος said

    στη Μεγαρική η Μεγαρίτικη διάλεκτο, το κουμουλώνω σημαίνει «γεμίζω δοχείο ξέχειλο», οπως «τι το κουμούλωτσες μεχρι πάνω», το τσε στις καταλήξεις είναι χαρακτηριστικό της Μεγαρίτικης διαλέκτου. Βέβαια το κουμούλι πάλι στη ίδια διάλεκτο σημαίνει σωρός και στη περίπτωση των αμπελιών η έκφραση «σκάβω κουμούλια» λέγεται όταν σκάβουμε γύρω από τα κούτσουρα και δημιουργούμε σωρούς από χώμα ανάμεσα στα κούτσουρα, πράγμα που κανείς δεν κάνει πια. Τελευταία φορά που γινόταν αυτό είναι στις αρχές το 1970.

  61. sarant said

    60 Ευχαριστούμε!

  62. ΣΠ said

    58
    https://sarantakos.wordpress.com/2012/02/27/lagana/#comment-103837

  63. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Χρόνια πολλά σε κουλουμωμένους κι ακουμούλωτους.
    Ψηλά όλα τα καλά, παιδιά! Χαρταετοί κλπ 🙂

    «Προσέχετε μην στάξει το μέλι κάτω γιατί θα
    κουλουμώσουν τα λιγκόνια» (θα μαζευτούν τα μυρμήγκια) τους έλεγε η κεφαλονίτισσα γιαγιά, θυμόταν το πρωί ο Διονύσης Ελευθεράτος , Στο Κόκκινο ράδιο.
    και
    Κουλούμι = σωρός χώματος μετά το πρώτο σκάψιμο των αμπελιών
    κούλουμο -κουλούμι = σωρός
    κουλουμώνω = σχηματίζω σωρό

    Click to access KefalonianDictionary.pdf


  64. sarant said

    62 Όπου έχω βάλει λάθος «πέπεται» αντί «πέττεται», και το επαναλαμβάνω στην επανάληψη του λαγανοάρθρου το 2018. Τώρα διόρθωσα το άρθρο του 2018 και του χρόνου θα το ξαναεπαναλάβω σωστό 🙂

  65. Πέπε said

    55 (λινκ)
    Παραλλαγές του χαλβά… Όταν κάποιες από αυτές τις παραλλαγές δεν έχουν την παραμικρή ομοιότητα μεταξύ τους, τόσο δύσκολο είναι να αντιληφθεί ο συντάκτης ότι δεν είναι παραλλαγές αλλά απλώς άσχετα γλυκά με το ίδιο όνομα;

  66. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    63τέλος, χαλβαδόπιτες κλπ χαλβαδοκόμματα ήταν

  67. Nikos said

    Κουμούλι στην Αίγινα , έφτιαξα τα πράγματα , τα έκανα πακέτο..

  68. Χαρούλα said

    #59 Μαρία ευχαριστώ, θα τον ψάξω μόλις δοθεί η ευκαιρία. Και ο «δικός μου» δεν ήταν με καρύδι, αλλά με ταπεινό σουσαμάκι.
    ΕΦΗ(#66) πουλιότανε και σπασμένα κομμάτια μεγάλης χαλβαδόπιτας, αλλά και σε σχήμα-μέγεθος πίτας για σουβλάκι. Με τέτοιον μικρό χασκά-ραμε🤓!

    #62 ΣΠ όπως πάντα ο «γκούγκλης» μας! Γρήγορος και καίριος.
    Δεν το ήξερα. Μάλλον στην Ξάνθη και Ροδόπη όπου και ζουν οι περισσότεροι μουσουλμάνοι. Ενδιαφέρουσα γνωριμία η Silia. Ευχαριστώ σε.

  69. Costas Papathanasiou said

    Σε ειδικές συναγωγές λέξεων βρίσκουμε και τους εξής ορισμούς:
    ●κουλουμιάζω – 1. κάνω σωρούς χώματος, συγκεντρώνω 2. μαζεύομαι συγκεντρώνομαι σαν κουβάρι < κουλούμι < κουμούλι < λατ. cumulus = σωρός με αμοιβαία μετάθεση των ‘λ’, ‘μ’— κουλούμιασμα, κουλουμιασμένος-η-ο. Η λέξη παρότι αναφέρεται σε κάποια λεξικά, φαίνεται να χρησιμοποιείται σπάνια. […]
    ●κουμούλι (το) ή κουμούλα (η) – 1. σωρός, στοίβα 2. σωρός ομοειδών πραγμάτων ριγμένα κάπου (ως κουμούλα αναφέρονται και τα ανθρώπινα κόπρανα, πιθανά επειδή τα συναντούσαν στην ύπαιθρο σαν σωρό  < ουσ. κούμουλον < λατ.cumulus (Νίκος Σταθάκης https://www.vatikiotikalogia.gr/k-3i/ )
    ●κουμούλι, κουμούλ, κουμούλα, κουμλία, κούλουμο, κουλούμι, κούμλο | γκουμούλι, γκουμούλα, σωρός, σουρός, αρμακάς, βουναρκά, βουναρούιν, γουλερό, στοίβα, στάβα, γιγίν, κβάρα, κόπα, κούκους, ντάνα, κοβνός, κουβνός, γκούβνος | cumulus | λατινικό (Δημήτρη Λιθοξόου https://www.lithoksou.net/2020/11/lexiko-ton-daneion.html ).
    Βάσει των οποίων φαίνεται, επίσης, να ενισχύεται η άποψη ότι η αρχική σημασία είναι πράγματι “κούλουμα<κουμούλα=μαζούκλα, σωρός < λατ.cumulus ”, έχουσα δευτερογενείς παραλλαγές υποβοηθούμενες πιθανώς και από σχετικές παρετυμολογικές ομοηχίες π.χ. “κουλουμιάζω=σωρεύω/κουβαριάζω”(επιδρ. “κουλουριάζω”), “μπούκλουβα<μουκουλα;', υπό. επίδρ.”bucca=μάγουλο”(πρβλ.”μαγούλα”, μπουκώνω και μπούκλα< buccula) κλπ.
    Πέραν τούτων το έθιμο μπορεί να συνδυάζεται εύκολα και με το εποχικό οργωδιβόλισμα που σημαίνει αναχώματα και σπάσιμο/ξαναγύρισμά τους στις αυλακιές, αλλά και την τελευτή του χειμώνα και, εκ των πραγμάτων, την ανάγκη να ξοδευτούν/’καθαριστούν’ τα τελευταία γεννήματα(ή μαξούλι) της χρονιάς που πέρασε, μέχρι να γίνει η πασχαλιά και να ‘ρθει ο νέος θέρος.
    Παράλληλα δινόταν και μια καλή ευκαιρία για να τα ‘χώνει κανείς του αφεντός και εκμεταλλευτή του. .
    Χαρακτηριστική και η σάτιρα του Κεφαλονίτη Βασιλείου Λινγκούρη την οποία μνημονεύει ο Ντίνος Κονόμος σημειώνονυας:
    “Την Καθαροδευτέρα στα κούλουμα, επί Αγγλοκρατίας, διάφοροι Κεφαλονίτες μεταμφιεσμένοι γύριζαν ολούθε κι απάγγελναν σάτιρες εναντίον των αρχόντων ή παρίσταναν την κηδεία τους.(σ.234)
    Χαρακτηριστικό απόσπασμα(σ.237)
    “…Έπρεπε να πιστεύετε στη φτώχεια την καημένη/ και το ψωμί ν’ αφίνετε στον τόπο μας να μένη./
    Οι σύντιχοι δεν γνοιάζονται και οι γκοβερναρτόροι./ Για να προβλέπουν καθαυτό στο ζύγι, στο στατέρι./
    το κρέας τόχουν ακριβό, χωριάτης να μην τρώγει,/τες Αποκριές και τες Τρινές πιάνουν το μοιρολόγι./
    Όσοι ‘στανε στη δούλεψη κι όσοι τραβάτε πάγιες,/να μην αποφασίσετε να γένουν οι αγγάρειες./
    Γιατ’ είμαστε όλοι πτωχοί, ποτέ δεν τες βαστούμε,/ και όταν μας στενέψετε τα μάτια μας τα κλειούμε…”
    (“Νέα Εστία” Αθήναι, Χριστούγεννα 1964(Αφιέρωμα στα Επτάνησα) , Τεύχος 899 σσ230-238 http://www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=104740&code=6734&zoom=800 )

  70. @ 49 Χαρούλα

    Χρήσιμη πληροφορία.

  71. Πέπε said

    Να πούμε και τίποτα για το ερώτημα του τίτλου:

    Δεν έχω κανόνα. Ανάλογα με την παρέα και το τι υπάρχει στο τραπέζει, μπορεί να ντερλικώσω ή απλώς να φάω την Καθαρή Δευτερα. Γενικά έχω αντιληφθεί και αποδεχτεί ότι είμαστε λαός κοιλιόδουλος, και ότι θα το εκδηλώσουμε όχι μόνο όταν η «θεματική» του τραπεζιού είναι χριστουγεννιάτικη ή πασχαλινή ή τσικνοπέμπτεια αλλά ακόμη και τώρα που είναι νηστήσιμη. Αλλά ακόμη κι έτσι, η λογική ότι εφόσον αυτή την ημέρα ορισμένα φαγώσιμα αποκλείονται εθιμικώς από το τραπέζι θα πρέπει όλα τα υπόλοιπα που δεν αποκλείονται να τα φάμε μαζί, δηλαδή όλα τα όσπρια ΚΑΙ όλα τα χορταρικά ΚΑΙ όλα τα θαλασσινά, κάπου με ξεπερνάει.

  72. sarant said

    69 Ωραίο το κεφαλονίτικο!

  73. dryhammer said

    51,56,59 κλπ

    Αν λέμε για το ίδιο λευκό, σκληρό, συχνά αστερόσχημο γλυκό με σουσάμι και τελευταία και με καραμελίτσες, στη Χίο το ήξερα ως «κασκαμπούκα» (μάλλον μικρασιάτικη λέξη)

  74. # 73 και βάλε …

    Η …αγία τριάδα των χαλβάδων είναι ο σιμιγδαλένιος (σπιτικός της 1,2,3,4, συνταγής ), ο εκ ταχίνης των μπακάλικων και ο σαπουνέ, άσπρος σκληρός των πανηγυριών

  75. Μαρία said

    73
    Αυτόν λέμε 🙂 https://sarantakos.wordpress.com/2019/03/11/halva/#comment-572285 Η Χαρούλα είχε βάλει και σχετική φωτό.

  76. Πέπε said

    74
    > και ο σαπουνέ, άσπρος σκληρός των πανηγυριών

    Ώπα. Ο σαπουνέ, αλλιώς Φαρσάλων, δεν είναι ούτε σκληρός ούτε άσπρος, όπως τον ξέρω εγώ. Είναι καφεκόκκινος, με υφή κάπως σαν ζελε αλλά πολύ πιο πυκνό. Και οπωσδήποτε δε μοιάζει σε τίποτε με σαπούνι (μάλλον τυχαία ομωνυμία).

  77. dryhammer said

    75. Όλο τα ίδια και τα ίδια γράφω…έμενταλ καταραμένο!

  78. # 76

    Δίκιο έχεις, φταίει το έμενταλ, αυτό το άαπρο το σκληρό πως το λέμε ;

  79. ΓΤ said

    O Πρωθυπουργός ευχήθηκε τον λαουτζίκο γυρνώντας του τον κώλο

  80. sarant said

    79 Συμβολικό;

  81. Μαρία said

    77
    Εγώ να δείς τόσα χρόνια εδώ μέσα. Θυμόμουν αμυδρά οτι το χαλβά τον είχαμε εξαντλήσει και τον γούγλαρα.

  82. Πέπε said

    78
    Δεν ξέρω. Είδα ότι ανέβηκε πολλή βιβλιογραφία περί χαλβάδων (αν είναι χαλβάς αυτό που λες), αλλά οι αποσπασματικές ματιές που ρίχνω δεν επαρκούν για να ξεφύγω από τα συγκεκριμένα τέσσερα είδη χαλβά που ξέρω:
    -ταχινένιος / του μπακάλη: είναι σκληρός και, στην απλή μορφή του (χωρίς ξηρούς καρπούς ή κακάο), σχετικά ασπριδερός
    -σαπουνέ / Φαρσάλων (όπως παραπάνω)
    -σιμιγδαλένιος, 1-2-3-4
    -…εεε;;;

  83. 80
    Αχ, μακάρι! (Τί ωραία που παίρνει την καλή του και απομακρύνονται! Αντε, στην ευχή – και μη βιαστείτε να γυρισετε!)
    —–
    Και του χρόνου, παιδιά, με υγεία!

  84. Μαρία said

    77
    Βλέπω οτι οι κασκαμπούκες είναι τίγκα στο σουσάμι, ενώ οι δικές μας απλώς ελαφρά πασπαλισμένες, γι’ αυτό και κάτασπρες.

  85. Georgios Bartzoudis said

    48 ΓΤ said: @46 «επεξεργασθέντων τροφών» Γελάνε μέχρι κι οι πέστροφες στα Άνω Πορόια…
    # Ε, Ναι. Να που έχουν γνώση και τα στρουθοκαμηλοειδη. Πολύ σιαπάν στο Μπέλες τριγυρνάς. Κοίτα μην τα γκουμουλώσεις εκεί στις πλαγιές, και γίνεις θέαμα στους διερχομένους την εθνική οδό!

  86. 84
    Μαρία και Χαρούλα, πόσα χρόνια πίσω με πήγατε με το χαλβαδακι αυτό – ούτε που γνώριζα ότι το λένε έτσι και το είχα εντελώς ξεχάσει. Αυτό που όμως είναι πολύ νόστιμο για να το ξεχάσω είναι ένα άλλο χαλβαδακι, μικρασιατικο – για μένα το καλύτερο. Γίνεται με αλεύρι που καβουρντιζεται (αντί για σιμιγδάλι) και παίρνει το σχήμα του με το κουτάλι (χαλβάς κουταλιού) κι έχει ένα αμυγδαλακι ασπρισμενο – και είναι τόσο αφράτο, άμα πετύχει! (πολύ πιο δύσκολος από τον σιμιγδαλενιο)

  87. Εσείς ψάχνετε τη συζήτηση για το χαλβά (υπάρχει και ο κετέν χαλβάς, που δεν έχω ιδέα ποιος είναι), εγώ για την ιστορία των χαρταετών και δεν τη βρίσκω.
    Καλή χώνεψη σε όλους ε!

  88. Περαστικός said

    Θυμάμαι από τα μικρά μου χρόνια (δεκαετία του ’60) χρησιμοποιούσαμε αυτές τις λέξεις στον οικογενειακό μου περίγυρο και στην γειτονιά (κάτω Πετράλωνα). Πηγαίναμε για τα κούλουμα στου Φιλοπάππου (πριν Καραμανλή, μετά το ’74 που ήρθε να δεις μεγαλεία) όπου πετάγαμε τον αϊτό και μετά γκουμουλώναμε (πάντα με γκου) ενίοτε φαρμακώναμε (με τη σημασία «να ρημαδοφάμε» ή «φάε και μη μιλάς»), είμασταν γκάγκαροι ντε! (αλήθεια, έχετε γράψει τίποτα γι αυτή τη λέξη;)…

    Τον αϊτό τον φτιάχναμε μόνοι μας (δεν ξέρω να πουλιόνταν εκείνα τα χρόνια), με τις οδηγίες των μεγαλύτερων ξαδερφών, να καρφώσουμε τα πηχάκια, να κολλήσουμε τις κόλλες, να πάρουμε τα ζύγια, να φτιάσουμε την ουρά, την καλούμπα…. Ξέχασα και τ’ αυτιά, ή σκουλαρίκια…
    Κατάλαβα πως άρχισα να μεγαλώνω όταν πιά ήμουν εγώ ο μεγάλος ξάδερφος που έπρεπε να δώσει τα φώτα του στους νεώτερους!

  89. # 82 τέλος

    Ο βασιλιάς του χαλβά (η πρώτη τανία του Αλ. Σακελλάριου ! )

  90. ΣΠ said

    87
    https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A7%CE%B1%CE%BB%CE%B2%CE%AC%CF%82#%CE%9A%CE%B5%CF%84%CE%AD%CE%BD_%CF%87%CE%B1%CE%BB%CE%B2%CE%AC%CF%82

  91. 82 τέλος (και όχι μόνο) Πανηγυριώτικος

    https://gevseis.blogspot.com/2017/10/xalba.html

  92. Alexis said

    #78, 82: Ποιο άσπρο σκληρό και ποιο τέταρτο είδος χαλβά ρε παιδιά;
    Τρία είδη χαλβά ξέρω κι εγώ, συμιγδαλένιος, ταχινένιος και Φαρσάλων.
    Ο τέταρτος ποιος είναι;

  93. Λεύκιππος said

    Με δεδομένο τον μέσο όρο ηλικίας των σχολιαστών, δεν ξέρω πόσο είναι για τα δόντια μας ο σκληρός άσπρος χαλβάς. Προσεκτικά.

  94. Κιγκέρι said

    Κομμάτ χαλβά τον λέει τον άσπρο σκληρό χαλβά εδώ:

    https://www.farsala.gr/culture/topika-proionta/item/1375-topika-proionta-xalvas

  95. Μαρία said

    90
    Αυτός ο νημάτινος με αλεύρι μπορεί να είναι ίδιος με της Εύας. https://www.shutterstock.com/el/search/keten-helva

  96. antonislaw said

    Καλησπέρα σας, και καλή Σαρακοστή! Πολύ ενδιαφέρον και το σημερινό άρθρο!!!

    24
    «Σήμερα παιδί μου προσφάγι μου απολογήθηκε εκείνη, σαν να παραξενευόταν που της ζητούσα προσφάγι. Προσφάγι τρήμερο μέρα;

    -Αλλά δεν τρων σήμερα τίποτε άλλο εξόν από ψωμί ξερό; την ξαναρώτησα απελπισμένα.

    –Τίποτε, τίποτε! μου απολογήθηκε εκείνη αποφασιστικά. –Κανένα σύκο, καμιά σταφίδα να φάγω για προσφάγι;

    -Σύκο, σταφίδα, τι λές μοναχέ μ’ κι ακριβέ μ’;

    -Σήμερα τρήμερο Καθαροδευτέρα;»

    Έχω απορία από το διήγημα του Χρηστοβασίλη: Τι είναι αυτό το «τρήμερο μέρα» και «τρήμερο καθαροδευτέρα»;;Τι θέλει να πει η φράση,είναι βιβλικξ ίσως;

  97. Spiridione said

    87.
    https://sarantakos.wordpress.com/2021/03/15/tserkenia/#comment-725706

  98. sarant said

    87-97 Όλα βρίσκονται λέμε!
    (Του χρόνου θα βάλω τους χαρταετούς, του παραχρόνου τον χαλβά, εκτός αν βρω μπόλικα πράγματα για πχ την ταραμοσαλάτα)

  99. antonislaw said

    Τη λέξη κουμουλώνω δεν την έχω ξανακουσει μάλλον. Στην θα λέγαμε θα ξεκοιλιδωθούμε(στο φαΐ), ή θα την κάνουμε κότσι ή θα την τιλώσουμε(πανελλήνιο μάλλον το τελευταίο)

    «Σε αυτό το άρθρο του 1920 αναφέρονται οι φράσεις «χαλάμε τα κούλουμα» ή «σπούμε τα κούλουμα» (Κρήτη) ή «βγάνουμε τα κούλουμα» (Λαύριο). Δίνονται διάφορες ερμηνείες, δηλ. ότι σημαίνει τη διάλυση της συνάθροισης και του γλεντιού ή το πιθανότερο ότι καταλύουμε τους σωρούς των φαγητών που συγκεντρώθηκαν από συγγενείς και φίλους.»
    Κι ο πατέρας μου πάντως μου έλεγε ότι αυτοί παλιά στην Κρήτη την καθαροδευτέρα καθαρίζανε,αποτρώγανε και ό,τι αρτύσιμα είχανε, δεν τρώγανε μόνο τα νηστίσιμα

  100. 97 Α μπράβο. Αλλά πιο πολύ θυμόμουν την παλιότερη, του ’16: https://sarantakos.wordpress.com/2016/03/13/barnalis-4/#comment-342086

  101. antonislaw said

    99 Στην Κρήτη ήθελα να γράψω

  102. ΓΤ said

    Είναι γλυκιά η συνταγή από γλυκιά γυναίκα
    και μυγδαλάκι ξεμυτά να τη γλυκοκοιτάξει,
    μ’ αν συνεχίσεις αγενώς να τηνε χαλβαδιάσεις,
    θα σε στολίσει, βρε χαλβά, και μύρια δίκια θα ‘χει

    Ψηλά πετά ο αετός ο ποθοπλανταγμένος
    και καβουρδίζει πεθυμιά να τραγανοδαγκώσει
    κι άνε πολλές οι συνταγές που είπασιν κυράδες
    στη μία αυτός στάθηκε να την κορφοφυλάξει

  103. Κιγκέρι said

    Άσχετο σχετικό: γέλασα πολύ με το τρέιλερ του φετινού Μάστερσεφ, όπου ο σεφ Κουτσόπουλος προσπαθεί να κοιμήσει το μωρό του λέγοντάς του με παραμυθένια φωνη τη συνταγή της φάβας κι όταν δεν τα καταφέρνει τηλεφωνεί στον έμπειρο πατέρα Κοντιζά:
    – Έλα, Σώτο, δεν κοιμάται με τη φάβα.
    – Πες του τον ταραμά!

  104. ΓΤ said

    @99 Αντουάν Νόμου

    Αν την τΥλώσεις, μετά ηρεμείς με τΙλιο 😛

  105. Μαρία said

    https://www.avgi.gr/sto-kokkino#archive
    Σημερινή δίωρη εκπομπή απο τις 7-9 μ.μ. με Μιράντα Τερζοπούλου και άσματα της ημέρας αλλά και αντρικά μουνάτα απ΄τη συλλογή του Μελίκη.

  106. Χαρούλα said

    #90 Μαρία, αυτο το ξέρω «πισμανί(ε)». Είναι κοοοόλαση😋
    Σαν μαλλί της γριας απο χαλβά του παντοπωλείου. Στην Πόλη το βρίσκω.
    Της Εύας είναι αυτός.
    https://www.syntagesgiaolous.gr/syntages-ton-omadon-fb/xalbas-me-aleuri/

  107. Κιγκέρι said

    96: Αντώνη,

    Ιερό Τριήμερο λέγονται οι τρείς πρώτες μέρες της Σαρακοστής, όπου κάποιοι κρατούν απόλυτη νηστεία.

  108. Μαρία said

    106
    Σε κάποιες φωτό που είδα το ανέφεραν και πισμ…
    Εύκολη φαίνεται της Εύας αλλά θα την προτιμούσα με βούτυρο.

  109. ΜΙΚ_ΙΟΣ said

    99, Αντώνη
    >>… θα την κάνουμε κότσι.
    Tην έκφραση την ξέρω, αλλά με την προφορά κόντσι. Και είναι έτσι γιατί προέρχεται από ιταλο-βενετσιάνικο μέτρο υγρών conzo, congio < λατ. congius < αρχ. κόγχος, με παρόμοια σημασία. (Το έχω τεκμηριώσει επαρκώς 🙂 )

  110. 102
    Αχ ρε ΓΤ, με τα ωραία σου, τα γλυκοποθοπλανταγμενα!

    90,106
    Ναι, κορίτσια, αυτός είναι. Δεν είναι τόσο εύκολο να βγει σωστή η υφή του (βελούδινη και όχι μαστιχωτη). Και, ξέρετε, στο σόι όλες οι συνταγές είναι «με το μάτι» – θέλει κάποια εξάσκηση για να βγει… Καλά, με βούτυρο θα είναι κόλαση!

  111. emfril said

    87 Το μόνο που μπορώ να προσθέσω για το άρθρο των New York Times για τους χαρταετούς είναι πως πρέπει να δημοσιεύτηκε την Καθαρή Δευτέρα του 1984. Δεν είχα ακόμα βρει δουλειά και πήγαινα στη δημόσια βιβλιοθήκη του East Hartford.

  112. sarant said

    106-110 Πισμανιγιέ φέρνουν και στο Φάληρο, που έχουμε πολλούς Κωνπολίτες. Κάποτε είχα πάρει πολύ από την Πόλη και γκώσαμε, και από τότε δεν πολυπαίρνουμε.

  113. antonislaw said

    107
    Σε ευχαριστώ Κιγκέρι, άρα η τρήμερος ημέρα και τρήμερο Καθαροδευτέρα είναι η Καθαροδευτέρα και η Τρίτη και η Τετάρτη που ακολουθούν,αλλιως ιερό τρήμερο ή τριήμερο, οι τρεις πρώτες ημέρες της Σαρακοστής, πουγινόταν η πιο αυστηρή νηστεία ει δυνατόν και από το νερό. Να τολμήσω να σκεφτώ ότι από το ιερό αυτό τριήμερο,που ελάχιστοι το θυμούνται κ το τηρούν, νομίστηκε ότι μιλάμε για την τριήμερη άδεια για πολλές κατηγορίες εργαζομένων, δηλαδή Σάββατο και Κυριακή της Τυρινής και Καθαρά Δευτέρα. Και επειδή αυτό είναι το στάνταρ τριήμερο κάθε χρόνο επικεάτησε να ονομάζεται τριήμερο κάθε αργία που κολάει σε Σαββατοκύριακο. Θέλω να πω το τριήμερομε την έννοια της τριήμερης άδειας και η ευχή «καλό τριήμερο» νομίζω ότι είναι νεολογισμός, της τελευταιας τριακονταετίας μάξιμουμ.

  114. Αγγελος said

    Τέταρτο είδος χαλβά ξέρω εγώ τον χαλβά της Ρήνας.

  115. Αγγελος said

  116. spyridos said

    115
    Τότε ο ακανές είναι το πέμπτο είδος.
    Αλλά αυτά μας τα αποκρύπτει ο κύριος Μπαρτζούδης.

  117. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    99 εξεθηκιαστήκαμε ! Σκάσαμε στη μάσα

  118. Triant said

    47: Κάποιες απαντήσεις του τσαμπότ μου θυμίζουν μια οικογενειακή σκηνή που θρυλείται ότι έλαβε χώρα με πρωταγωνιστές έναν μακρινό πρόγονό μου και την θεία του:
    – Θεία Φούλα, τι είναι οι Εσκιμώοι;
    – Οι Εσκιμώμοι παιδί μου είναι κάτι κακούργοι!
    Όπου το τελευταίο ‘κάποιοι κακούργοι’ εξελίχθηκε σε ατάκα της ευρύτερης οικογένειας όταν δεν ξέρουμε την απάντηση σε μιαν ερώτηση.

  119. Alexis said

    #115: Αυτό δεν είναι χαλβάς, είναι ένα σιροπιασμένο κέικ.
    Τέλος πάντων, ο καθένας μπορεί να ονομάζει όπως θέλει ένα γλυκό αλλά τέταρτο είδος χαλβά, τουλάχιστον πανελλήνιας διάδοσης, εγώ δεν βλέπω.

  120. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Δεν είναι χαλ(ου)βάς μα τζουλαμάς. Των ημερών εδεσμα κι αυτός
    https://www.gastronomos.gr/syntagh/tzoylamas-apokriatiki-kritiki-kreatopita/102008/

  121. michaeltz said

    Καραπιπερόμετρο: Έτσι λέγαμε οι φοιτητές το δεκαπλασιαστικό βροχόμετρο, εφεύρεση του καθηγητή μας της Μετεωρολογίας Καραπιπέρη. Του άρεσε γιατί είχε καταλάβει ότι του εξασφάλιζε την υστεροφημία του.

    Φαρμακώνω: βάζω μια σταλιά φαγητό στο στόμα μου, γιατί δεν έχω αρκετό ή δεν προφταίνω να φάω. Έκφραση της μάνας μου, γεννημένης στην Αθήνα αλλά Αναπλιώτισσας μάνας.

    Περιδρομιάζω ή τρώω τον περίδρομο: μπορεί να παραβιάζω ανοικτές θύρες, αλλά νομίζω ότι είναι έκφραση/λέξη νησιώτικη. Περίδρομος είναι το σχοινάκι που, περνώντας μέσα από κάποια θηλιάσματα στο κάτω μέρος της «σακούλας» του διχτυού, την κλείνει, παγιδεύοντας τα ψάρια που έχουν βρεθεί μέσα. Ειρωνική έκφραση, αν φας όλη την ψαριά και δεν χόρτασες, τρως και το σχοινάκι του διχτυού.

    Χαρταετοί και η κατασκευή τους: Υπήρξα μέγας μάστορας στα νιάτα μου, όποιος θέλει, του Νικοκύρη συμπεριλαμβανόμενου, να τον φωτίσω και στις τεχνικές και στην ονοματολογία, ας νιώσει ελεύθερος να το πράξει.

  122. michaeltz said

    Χαρταετοί! Αν αρχίσουμε από το …εξωτερικό, δείτε ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη «Στου Χατζηφράγκου», που έχει ως θέμα το αποκριάτικο κι ανοιξιάτικο αντέτι (τουρκ. =έθιμο) των χαρταετών στη Σμύρνη.
    https://mikrasiatis.gr/ta-tserkenia-tis-smyrnis/

  123. Πέπε said

    114/82
    Α μπράβο, της Ρήνας!

  124. Κιγκέρι said

    Ξέρει κανείς τη λέξη «παμπόρι» για τον χαρταετό; Τη βρήκα προσπαθώντας ανεπιτυχώς να καταλάβω την επωδό «του τάμπουρου παμπόρι» από αυτό εδώ το τραγούδι:

  125. Α. Σέρτης said

    παμπόρι=βαπόρι

  126. Κιγκέρι said

    125: Μπορεί να είναι η προφανέστερη ερμηνεία, αλλά εγώ ποτέ μα ποτέ δεν έχω ακούσει κανέναν να προφέρει παμπόρι το βαπόρι. Παπόρι, ναι – παμπόρι, όχι.

  127. antonislaw said

    126
    Καλημέρα σας, καλημέρα Κιγκέρι!
    Η μητέρα μου στην Κρήτη έλεγε συχνά «θα φύγει το παμ-πόρο». Πιθανολογώ ότι το έχω ακούσει κι από άλλον αλλά δεν παίρνω και όρκο

  128. Alexis said

    #127: Αυτό το λέει και ο Νιόνιος στον Καραγκιόζη.

  129. sarant said

    122 Aυτό το έχουμε βάλει και στο ιστολόγιο (λινκ σε προηγούμενο σχόλιο)

  130. Α. Σέρτης said

    126
    Ούτε κι εγώ το έχω ακούσει, αλλά γραφόταν και λεγόταν από το 1850 μέχρι Καραγάτση και βάλε (ο γκουγκλίσας και ιάσεται)

  131. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    παμπόρι, το [pampóri] (ΤσιρΒ.) : το βαπόρι. Σε κρητ. δημοτ. τραγούδι (1868) : κι άξαφνα είδ’ από μπροστά μια Τούρκικη φριγάδα, / παμπόρι αθεώρατο μ’ ολόμαυρα φουγάρα (Φαφουτάκης, 106) Σε τουρκοκρητ. ρίμα του 1848: Χρυσά ήταν τα παµπόρια του, τα τσάρκια ασηµένια /
    κι η βάρκα όπου µπήκενε ήτονε γιαλτισένια (βλ. Πλανάκης, 94· από: Αρχείον Παύλου Βλαστού, 15ος τόµος, σ. 983-985). Βλ. τσάρκι και γιαλντισένιος. [πβ. τουρκ. διαλεκτ. panpur ‘βαπόρι’ (TDK)(Συντ.)]
    {Για τη χρήση της λέξης από Κρητικούς σε νεότερα χρόνια, βλ. Νικόλαος Κοντοσόπουλος, “Η σημερινή γλωσσική κατάστασις εν Κρήτη και
    η γλώσσα των εν Αθήναις Κρητών”, Κρητικά Χρονικά, 22 (1970), 253.}
    Από το βιβλίο του Βασ. Ορφανού Για τα τουρκικά δάνεια στα ελληνικά της Κρήτης

    Click to access 660-29-90740-1-10-20201013.pdf


    Για τα παμπόρια είχε παλιότερα πει νομίζω η Μαρία ότι (και) στα Σέρρας 🙂 έτσι λέγονται οι χαρταετοί. Βλέπω και στην Κοζάνη.

    Εδώ παρατίθεται ένα διήγημα Πετροπόλεμος του 1911 «απουλνούν παμπόρια απ΄τους καλιάδες» σελ.143, με αφορμή (και με) τη Σερραϊκή διάλεκτο, για καυγά στο μαχαλά μεταξύ παιδιών για αρπαγή χαρταετών από τα «Τουρκέλια».
    http://apothesis.teicm.gr/xmlui/bitstream/handle/123456789/2824/Serraiki%20dialektos.pdf?sequence=1&isAllowed=y

  132. sarant said

    131 Ωραίο το διήγημα από τα Σέρρας.

    Θα μπορούσαμε ακόμα και να το δημοσιεύσουμε εδώ, αν το πληκτρολογούσε κανείς…. 🙂

  133. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Παρεμπίπτον τού παμποριού:
    (από το ίδιο βιβλίου του Βασίλη Ορφανού «Τουρκικά δάνεια στα ελληνικά της Κρήτης»)
    γιαλντισένιος (επίθ.) [ʒaldiséños] : επίχρυσος.
    Η λ. σε τουρκοκρητ. : Χρυσά ήτα τα παµπόρια του, τα τσάρκια
    (βλ. τσάρκι) ασηµένια / κ’ η βάρκα όπου µπήκενε ήτονε γιαλντισένια (βλ. Πλανάκης, 94· από: Αρχείον Παύλου Βλαστού, 15ος τόμος, σ. 983-
    985).[< yaldız, βλ (*)γιαλντίζι στο Παράρτημα 1(Συντ.)]

    "χρυσά ήτα τα παμπόρια του, … ρίμα για τον ερχομό του Σουλτάνου Αβδουλ Μετζίτ στην Κρήτη το 1848"
    Σε άλλη ανάρτηση βρήκα (όλο;) το ποίημα πού συμπεριλαμβάνονται οι στίχοι με τα παμπόρια:
    Νεσημπέ Χανούμη
    Περίσσαις αναγάλιασες πρέπει να πάρωμ’ όλοι,
    γιατ’ ήρθεν ο Σουλτάνος μας μέσα από την Πόλι.
    Ήρθεν ο βασιλέας μας μαζί με το παιδί του,
    που τρίχα να μην του διαβή παν’ απού το κορμί του.
    Ήλθεν ο βασιλέας μας με τέσσερεις Πασσάδες,
    περίσσαις χάρες άφησε ’ς τση Κρήτης τσ’ Ουλεμάδες.
    Ήρθεν ο βασιλέας μας, ο Παντισάχ ο μέγας,
    ήρθε κ’ εμπήκε σαν αητός κ’ εβγήκε σαν αέρας.
    Χρυσά ήτα τα παμπόρια του τα τσάρκια ασημένια,
    κ’ η βάρκα όπου μπήκενε ήτονε γιαλτισένια.
    Τσοχάδες την εστρώσανε του λιμανιού τη σκάλα,
    Τούρκοι, Ρωμνιοί κι Αρμένηδες και οι γιΟβριοί εψάλα.
    Κ’ οι δούλοι του με τη χαρά την άμμο κουβαλούσι,
    και τα τσαρσιά εστρώσανε το βασιληά να ιδούσι.
    Χίλιαις τρακόσιες κανονιαίς επαίζανε την ώρα,
    όντεν επάθιε κ’ έβγαινε του λιμανιού την πόρτα.
    Χίλιαις τρακόσιαις κανονιαίς κι όργανα χίλια άλλα,
    όταν επάθιε κ’ έβγαινε του λιμανιού τη σκάλα.
    Και τα παιδάκια του σκολιού με τάξι προπατούσι,
    κ’ εις το λιμάνι πηαίνουσι το βασιληά να ιδούσι.
    Εφέντιδες με τα παιδιά κι ούλα τα ταρικάθια
    κ’ οι Δερβισάδες κ’ η Τουρκιά ψάλλουν με τα Κιτάπια,
    ώστ’ απού πήγε ’ς του Πασσά τα ολόχρυσα Παλάθια,
    μελαϊκέδες ήτονε κ’ εφαίνουντο εις τ’ άτια.
    Και σαντακάδες άφηκε ’ς τα τρία βιλαέθια ,
    που να ’ν’ οι χρόνοι του πολλοί και χωρίς κασαβέθια.
    Που να ’ν’ οι χρόνοι του πολλοί ’κείνου και τ’ αδερφού του ,
    που ήρθε και στοχάστικε τση τόπους τση δικούς του.
    Που ήρθε κ’ εστοχάστικε την Κρήτη τη δική του,
    κ’ εχάρη ο Μουσταφά Πασσάς να σκάσουν οι γιεχθροί του.
    Ένα νισάνι του ’βαλεν οπού ’φεξεν η Κρήτη,
    κ’ έλαμπεν εις τα στήθια του σαν τον αποσπερίτη.
    (Καθ’ υπαγόρευσιν Μαρίας Π. Βλαστού, Νεοφωτίστου)
    https://www.greekstixoi.gr/stixoi/%ce%bd%ce%b5%cf%83%ce%b7%ce%bc%cf%80%ce%ad-%cf%87%ce%b1%ce%bd%ce%bf%cf%8d%ce%bc%ce%b7/

  134. Χαρούλα said

    Και για όσους δεν την έχουν δει, κατά την άποψη μου αξίζει.
    Χαρταετοί Πάνω από τη Πόλη (2007)

  135. Prince said

    133. Κι απ’τον οποίο τίτλο «Παντισάχ» πήραν το όνομά τους και τα Πατήσια, έτσι δεν είναι;

  136. Μαρία said

    131
    Χα, χα, σα ν’ ακούω τη γιαγιά μου αλλά και το θείο μου που έπαιζε πετροπόλεμο με σφιτιγκόνα.
    Να δώσουμε και παραπομπή: Σερραϊκά Χρονικά (Ιστορική και Λαογραφική Εταιρία Σερρών-Μελενίκου), Αθήναι 1962.
    Ο Νατάλης Πέτροβιτς, Μελενίκιος, ήταν πατέρας της Λότης που γράφει βιβλία για παιδιά.

    Παμπόρια έλεγαν περιπαιχτικά και τις γριές αλλά δεν ξέρω γιατί ούτε καταλαβαίνω τη μεταφορά.

  137. loukretia50 said

    Mαρία, όταν αναφέρεται στις γριές νομίζω ότι είναι το άλλο , απ΄την μπαμπό(γ)ρια (χαμουτζιστί!)

  138. loukretia50 said

    (έφυγε) ιδού και σχετικό

    παραδοσιακόν

  139. Μαρία said

    137
    Έχω μια επιφύλαξη λόγω της προφοράς. Η γριά είναι pampori ενώ η μπαμπόγρια baboγria

  140. sarant said

    136 Κοίτα να δεις (λέω για τη Λότη Πέτροβιτς)

  141. loukretia50 said

    139. Έχεις δίκιο φυσικά, αλλά θυμάμαι παππούδες να προφέρουν πολύ υπόκωφα αυτό το ουρανικό και να λένε : μωρέ τ’ν (μ)παμπόο(γ)ρια!

  142. Μαρία said

    141
    Ναι, με τη διαφορά οτι εμείς έχουμε και τις δυο λέξεις και το παμπόρι και τη μπαμπόγρια.

  143. Πέπε said

    136
    Ίσως κατά το νταρντάνα, φρεγάτα…

  144. Yiannis KYRiakides said

    1. Δεν ελεγξα τα 143 σχολια, συγχωρεστε με αν επαναλαμβανω κατι.
    2. Ουτε στην Κυπρο ειχαμε, ουτε εχουμε, τη λεξη κουλουμα. «Καθαρά Δευτέρα» ή «Δευτέρα της Καθαρής» μόνον.
    3. Ουτε το εθιμο του χαρταετου ειχαμε γι’ αυτη την ημερα. Χαρταετο (ή πετάσιν στα κυπριακα) πετουσαμε κυριως το καλοκαιρι, οποιαδηποτε μερα – φτανει να υπηρχε αερακι. Υπηρχε μεγαλος συναγωνισμος μεταξυ ομαδων των γειτονιών ή και γειτονικων χωριων για το μεγεθος του χαρταετου (ΧΕΙΡΟΠΟΙΗΤΟΥ πάντα, με καλάμια) ή για το πόσο ψηλα θα παει κτλ. -Πλεον εχει σταματησει ως καλοκαιρινο παιχνιδι, ισως επειδη αλλαξαν τα συλλογικα παιδικα παιχνιδια.
    Εχω την εντυπωση οτι ως εθιμο της Καθαρας Δευτερας, τον καθιερωσαμε ακολουθωντας την Ελλαδα, εδω και μερικες δεκαετιες [μετα τη δεκαετια του 1960, που ξεκινησε μεγαλη αντιγραφη/αφομοιωση πολλων μητροπολιτικων ελληνικων συνηθειών].

  145. Yiannis KYRiakides said

    #144 συνεχεια
    Βρηκα ρ. κουλουμώ = κινουμαι, λαχτώ -Κ. Γιαγκουλλής 2002. Δεν εχει ετυμολογια…

  146. Μαρία said

    144
    Με γειά τον υφυπουργό πολιτισμού. Σπάνιο κελεπούρι.

  147. 146
    Μη σκανιάϊζ, Μαρία! Έχουμι κι μεις πουλλά τέτοια! 😀

  148. Περί παμπόρι. Παλιότερα απ’ το νησί ο κόσμος έφευγε (ή γύριζε) με το παμ-πόρ (πάντα το μ χωριστά απ’ το π). Λίγο καιρό δουλέψαν βαπόρια, σήμερα ταξιδεύει με καράβια (θέλω να πω για τις αλλαγές με το χρόνο στην ονομασία για το ίδιο πράγμα ).

  149. Αγγελος said

    Το καραπιπερόμετρο μου το ‘λεγε ο (μετέπειτα καθηγητής στην Πάτρα και στην Αθήνα) μαθηματικός Σταύρος Παπασταυρίδης στα νιάτα μας, πριν από μισόν αιώνα. Προφανώς είχε αφήσει ζωηρές αναμνήσεις σε όσους είχαν περάσει σπό τα χέρια του Καραπιπέρη στη Φυσικομαθηματική της Αθήνας…

  150. Αγγελος said

    Michaeltz, σαφώς ο περίδρομος δεν είναι λέξη (μόνο) νησιώτικη. Την ξέρω από μικός και αγνοούσα τελείως την αλιευτική της έννοια. Έχω ακούσει και την εξήγηση ότι έτσι λεγόταν στο Βυζάντιο ο διάδρομος πάνω στα τείχη και κατ’επέκταση το καζάνι με το συσσίτιο της φρουράς του τείχους, αλλά δεν ξέρω αν είναι σοβαρή.

  151. Yiannis KYRiakides said

    #124, 125, 127, 130, 131, 136, 148
    Βαπόριν < Vapore : στην Κυπρο λεμε παπόριν ή παμπόριν (αυτο το 'μπ' απο πού να ειναι;)
    -Έχουμε και την 'παμπορκάν'=ό,τι κουβαλά ένα πλοίο: «Ήρτεν μια παμπορκά σιτάριν», «Το φορτίον εννά πάει με την επόμενην παμπορκάν»

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: