Το φαράγγι του Βουραϊκού (διήγημα του Μιχάλη Τζιώτη)
Posted by sarant στο 5 Μαρτίου, 2023
Ο φίλος μας ο Μιχάλης Τζιώτης μού έστειλε ένα διήγημά του που κινείται στο κλίμα των ημερών, για ένα ταξίδι με τρένο, που μπορούμε να το δούμε και σαν διαφυγή.
Πολλοί θα έχετε κάνει το ταξίδι με τον οδοντωτό. Κι εγώ το έχω κάνει, αλλά όχι τη σχετική πεζοπορία -ή τουλάχιστον όχι ακόμα. Ίσως κάποτε ν’ αξιωθώ.
Ο λόγος στον Μιχάλη:
ΤΟ ΦΑΡΑΓΓΙ ΤΟΥ ΒΟΥΡΑΪΚΟΥ
Ναι! Θα το έκανε κι αυτός το ταξίδι αυτό όταν θα μεγάλωνε, σίγουρα θα το έκανε! Όχι! Δεν ήταν στην Έκτη δημοτικού που είχαν διαβάσει στο σχολικό βιβλίο αυτό το κείμενο, στην Έκτη τούς είχαν στις πάνω αίθουσες, που ήταν ηλιόλουστες, θυμάται που έψαχνε τον ήλιο που διάβαζε στο κείμενο και η ματιά του σκόνταφτε όλο σε ντουβάρια. Ούτε στην Πρώτη και τη Δευτέρα τάξη μπορούσε να είναι, η γλώσσα του κειμένου ήταν υπερβολικά πλούσια για να είναι στα βιβλία των πρώτων τάξεων. Για τον ίδιο λόγο δε μπορούσε να είναι ούτε στο βιβλίο της Τρίτης. Ή στην Τετάρτη, ή στην Πέμπτη δημοτικού θα ήταν, δεν θυμόταν ακριβώς… Πάντως ήταν μετά που είχε διαβάσει στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων που κρέμονταν στην παράγκα-ψιλικατζίδικο του Μπαρμπα-Τζίμη την είδηση για την εκτέλεση του Μπελογιάννη. Ήταν χαμογελαστός ο εκτελεσμένος σε κάποια φωτογραφία στο περίπτερο, και ο νους του είχε απορήσει: Να τον σκοτώνουν κι αυτός να χαμογελάει!
Ούτε το όνομα του συγγραφέα θυμόταν. Ο δάσκαλος τούς είχε πει πως το κείμενο ήταν παλιό. Τότε που πήγαινε αυτός στο Δημοτικό, παλιό σήμαινε προπολεμικό. Ποιοι γράφανε τόσο ωραία κείμενα σε τόσο ωραία σπαρταριστή δημοτική στις αρχές του 20ου αιώνα; Τρέχα γύρευε! Το ενδιαφέρον του για το όνομα των συγγραφέων των κειμένων ξύπνησε αργότερα, πολύ αργότερα, τότε, με την έμφυτη κλίση του προς τη γλώσσα, ήταν τα ίδια τα κείμενα που τον συνέπαιρναν και τον ταξίδευαν. Όπως αυτό, που δεν μπορούσε να φύγει από τη μνήμη του ούτε πριν, που έτρεχε γι’ άλλα, ούτε τώρα, που πάσχιζε να το ξεχάσει γιατί η θύμησή του τον πονούσε.
Ένα κείμενο γεμάτο ομορφιά, ένα κείμενο-σταθμός για τη μύησή του στη γλώσσα των γλωσσών. Γεμάτο νέες εικόνες και νέες σεπτές λέξεις γι’ αυτόν, το παιδί της στερημένης προσφυγικής συνοικίας της Αθήνας. Ένα κείμενο σαν πλούσια στρωμένο πασχαλιάτικο τραπέζι! Δέντρα, ζώα, πουλιά, βράχια, γκρεμνοί, χωριουδάκια ταπεινά, όλα με τ’ όνομά τους, έδεναν αρμονικά με την τεχνολογική ορολογία του τρένου, άλλου ζώου αυτού, σιδερένιου, σαματατζίδικου, αλλά δαμασμένου, υπάκουου, εξυπηρετικού.
Τρελός χορός λέξεων, έτσι το είχε συγκρατήσει στη μνήμη του: Φαράγγι, χαράδρα, αγκομαχητό της μηχανής, στρίγκλισμα των φρένων, γκρεμός, άβυσσος, πρωινό πούσι, κροτάλισμα των βοηθητικών τροχών, κελαηδίσματα, πηγές, νάματα, βρύσες, νεροτριβές, νεροσυρμές, θάμα, πετρόχτιστα γιοφύρια, σήραγγες σκαμμένες με σφυροκάλεμο… και μετά ονόματα, κύρια ονόματα, Χελμός, Βούρα, Βουραϊκός, Ηρακλής, Τρικούπης, Ζαχλωρού, Νιάματα, Καλάβρυτα, Διακοφτό (Διακοφτό, όχι Διακοπτόν, να γελάνε απαξιωτικά ακόμα κι οι καθαρευουσιάνοι), Αστρίτης, Σαΐνι, Αητός, Κοτσύφια, Πλατάνια, Σφενδάμια, Οξιές, Πεύκα, Έλατα, Αφάνες, Μέλισσες, Μπούμπουρες, Καρδερίνες, Φλώροι, Αηδόνια, Παπαδίτσες, Καλογιάννοι, Κοκκινολαίμηδες… όλα μπλέκονταν, μαστορικά υφαίνονταν, λιθαράκι-λιθαράκι χτίζονταν για να φτιάξουν εκείνο το αριστουργηματικό κείμενο που ΕΠΡΕΠΕ να είναι τέτοιο, αλλιώς πώς να τολμήσει να αποπειραθεί να περιγράψει την ποίηση της Συνάντησης της Δημιουργίας του Θεού με την Δημιουργία του Ανθρώπου: Τον Οδοντωτό σιδηρόδρομο μέσα στη χαράδρα του Βουραϊκού.
Ήταν ο Χαρίλαος Τρικούπης που τον έφτιαξε, είπε ο δάσκαλος. Ο ίδιος νόμιζε πως ο Τρικούπης ήταν ο μηχανικός, ο δάσκαλος όμως τους εξήγησε πως ήταν ο πρωθυπουργός, ο ίδιος που είχε φτιάξει και τον Ηλεκτρικό (που έπαιρναν από την Ομόνοια με τον πατέρα όποτε έπρεπε να κατέβουν μαζί στον Πειραιά όπου ήταν η δουλειά του πατέρα). Είχε φτιάξει και άλλα τρένα, προς τη Θεσσαλονίκη και προς την Πελοπόννησο, μα και ένα σωρό άλλα έργα, αλλά ο λαός δεν τον είχε ξανακάνει πρωθυπουργό και κείνος έφυγε, εξορίστηκε (αυτοεξορίστηκε είχε πει ο δάσκαλος) και πέθανε μακριά από την πατρίδα λίγο πριν γίνουν τα εγκαίνια του Οδοντωτού. Πέθανε ή τον σκότωσαν όπως τον Μπελογιάννη; είχε ρωτήσει, αλλά ο δάσκαλος άλλαξε γρήγορα θέμα χωρίς να του απαντήσει, πράμα περίεργο για το δάσκαλό τους που τους εξηγούσε τα πάντα με τόσες λεπτομέρειες που, φορές, τον βαριόταν. Στο κείμενο υπήρχαν και ένα σωρό άλλες λεπτομέρειες: ότι στο τρένο υπήρχαν και τροχοί με δόντια, ατσάλινα δόντια, κάτω από τη μηχανή, και οδοντωτές ράγες στις γραμμές που πάνω τους «δάγκωναν» τα δόντια των τροχών και έτσι το τρενάκι μπορούσε να σκαρφαλώνει ανηφόρες και να κατεβαίνει κατηφόρες πολύ απότομες, χωρίς τα δόντια του θα ήταν αδύνατο να ταξιδέψει. Γι’ αυτό τον είχαν ονομάσει «Οδοντωτό». Αυτό το Ο μπροστά στο δόντι το είχε μάθει, με οδυνηρό τρόπο, νωρίτερα, όταν είχε πάει επίσκεψη στον οδοντίατρο και δεν χρειαζόταν παραπέρα διευκρινίσεις.
Και αγκομαχούσε το τρενάκι, και ξεφυσούσε τον καυτόν ατμό που το κινούσε, και σφύριζε για να ειδοποιήσει για τον ερχομό του ή για να φύγουν τα ζωάκια από τις γραμμές του, και φιδοσέρνονταν στις στροφές της διαδρομής του, και δρασκέλιζε τα πετρόχτιστα γιοφύρια του, και χωνόταν σαν αχνιστός τυφλοπόντικας στις σμιλεμένες στοές του και τις μικρές του σήραγγες (άλλο σήραγγα κι άλλο σύριγγα, τους είχε επισημάνει ο δάσκαλος, κι αυτός είχε απορήσει, είχε θαυμάσει, ένα γράμμα αλλάζεις και η σήραγγα γίνεται σύριγγα; ΔΥΟ γράμματα αλλάζεις, του παρατήρησε ο δάσκαλος, ή σκοπεύεις να μου γράφεις τη σήραγγα με ύψιλον; τον ρώτησε και το μάτι του ήταν γελαστό, οπότε γέλασε κι αυτός και αγάπησε το δάσκαλο ακόμα πιο πολύ!)
Αλλά, το κείμενο συνεχιζόταν. Ο συγγραφέας είχε παρασυρθεί σε απέραντο θαυμασμό για ό,τι είχε δει στο ταξίδι του με τον Οδοντωτό και είχε καταφέρει, γράφοντας γι’ αυτόν, να μεταφέρει όλη την τάξη στον παράδεισο. Μια οργιαστικά ανοιξιάτικη φύση να δέχεται μέσα της ένα δημιούργημα του ανθρώπου που την είχε σεβαστεί, δεν την είχε βιάσει για να κάνει το γούστο του, δεν είχε μπαζώσει ποταμάκια, δεν είχε ξεκοιλιάσει βουνά για να κόψει δρόμο, αλλά κοπιαστικά, σεβαστικά, προσκυνητικά, ΣΟΦΑ (αυτή τη λέξη την είχε τονίσει ο δάσκαλος) είχε χαράξει ένα δρομάκι τόσο δα στενό για το πιο στενό τρένο στην Ελλάδα, ίσως και την Ευρώπη, ώστε να μπορέσουν οι Καλαβρυτινοί ν’ ανεβοκατεβαίνουν, οι ίδιοι και τα προϊόντα τους, από το ορεινό χωριό τους στην παραλία της Πελοποννήσου, το Διακοφτό. Χρώματα, ήχοι, αρώματα, γεύσεις, αγγίγματα, χόρευαν πανάρχαιο χορό διονυσιακό, λουλούδια, έντομα, πουλιά, νερά, δέντρα, το παιγνίδισμα του ζωοδότη ήλιου ανάμεσα στις φυλλωσιές, η αγωνία του μηχανοδηγού μη και πάει κάτι στραβά και πάρει στο λαιμό του τόσες ψυχές γιατί, βαθιά μέσα του, από πάππου προς πάππου, γνώριζε πως εκεί που τελειώνει η Φύση αρχίζει η Ύβρις και πως η Νέμεση, μαζί με την Άτη, έχουν χίλιους δυο τρόπους να τιμωρήσουν, (μέχρι δωδεκάτης γενεάς, έτσι δεν λέγανε οι παλιοί;) τον Υβριστή Άνθρωπο.
Αυτή η βαθιά βιωμένη γνώση, πως ο μηχανικός (και αυτός που σχεδιάζει και αυτός που υλοποιεί αλλά και αυτός που λειτουργεί τις μηχανές) πάει κόντρα στη Φύση, πρέπει να ήταν που έκανε το συγγραφέα να δίνει τόσο μεγάλη σημασία στην αυθόρμητη κίνηση του μηχανοδηγού να κάνει το σταυρό του πριν ανέβει στη μηχανή του Οδοντωτού.
Αυτό, λοιπόν, το ταξίδι θα το έκανε όταν θα μεγάλωνε. Και δεν ήταν επιθυμία παιδιάστικη, όπως το που ήθελε να μεγαλώσει για να έχει λεφτά να αγοράσει όλες τις γκαζές – μπιρμπιλόνια που θα εύρισκε στο ψιλικατζίδικο του μπάρμπα-Τζίμη, ήταν επιθυμία ήδη αποφασισμένου ταξιδευτή της ζωής. Όχι, αυτός δε θα την πάταγε όπως ο κακόμοιρος ήρωας του Νίκου Δήμου, που είχε έτοιμο, απαστράπτον και καλοεφοδιασμένο, το αυτοκίνητο που θα τον πήγαινε στο ονειρεμένο ταξίδι που για δεκαετίες αναβαλλόταν μέχρι που και ο ίδιος, και το ίδιο το αυτοκίνητο, κατέληξαν ερείπια, θλιβερά απομεινάρια του νεανικού εαυτού τους. Αυτός θα δούλευε από δεκαπέντε χρονώ, θα έβγαζε δυο Πανεπιστήμια, θα μάθαινε τέσσερις ξένες γλώσσες τουλάχιστο, αυτός θα το έκανε το ταξίδι του! Αλλά, όταν μεγάλωσε, έπρεπε να υποταχτεί, μέρα τη μέρα, στις επιταγές του Επιούσιου. Σπουδές, έρωτες, τέσσερα παιδιά, αγώνας σωματικός, αγωνίες ψυχικές, ξενητεμός, επαναπατρισμός, ο εσμός των φρακοφόρων στο σβέρκο του, οι σαπιοκοιλιές (και σαπιομυαλά) ταγοί της πατρίδας, ο προκλητικός καλοζωισμός των κενών ζωής βρικολάκων του δημόσιου βίου, η συνεχής προσπάθεια να μείνει ηθικά όρθιος, αφού το κάθε γονάτισμα πιθανόν τελεσίδικο, τον κράτησαν, για καιρόν πολύ, μακριά απ’ το ταξίδι του παιδικού ονείρου. Τόσο μακριά, που με ανακούφιση επαναπαύθηκε στον Ποιητή που ανακήρυσσε το ίδιο το ταξίδι προς την Ιθάκη ως το σκοπό του ταξιδιού, μπερδεύοντας σοφά το μέσον με το σκοπό, ίσως για να αυτοπαρηγορηθεί ο ίδιος ο ποιητής, αφού ποτέ του δεν είχε κατακτήσει τα ινδάλματα της ηδονής του, καταβεβλημένος από «εκείνα τα όχι – τα σωστά-» που είχε πει, κόντρα στους πολλούς που είχαν εύκολα πει τα «ναι» τους και κατάφεραν να συλλέγουν, μια ζωή, ήχους κούφιους νομισμάτων και το ανάθεμα των επόμενων γενεών για την κατάντια της χρεοκοπίας της πατρίδας.
Όταν κάποτε, την άνοιξη του 2004, συνειδητοποίησε πως κινδύνευε ν’ αφήσει το παιδικό όνειρο απραγματοποίητο, έσπευσε. Έπεισε όλη την οικογένεια και κίνησαν με το αυτοκίνητό τους ακολουθώντας τα χνάρια του παιδικού οδοιπορικού. Στο δρόμο μέχρι το Διακοφτό πρόλαβε να τους τα διηγηθεί όλα: Και για το ονειρεμένο κείμενο, και για το δάσκαλό του, και για την ιστορία του οδοντωτού, ιστορία πια καλοκατασταλαγμένη μέσα του με τόση σοφία ζωής αποκτημένη, και για τον τρόπο που χαράχτηκε η γραμμή και υλοποιήθηκε το σχέδιο σε μιαν Ελλάδα που δεν κόστιζε κάθε δημόσιο έργο εφτά φορές περισσότερο απ’ ό,τι θα κόστιζε σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, και για το σταυρό που είχε κάνει ο μηχανοδηγός πριν ανέβει στη «μηχανή του διαβόλου». Τώρα, όμως, αμφέβαλλε τι ήταν μέσα στο αρχικό κείμενο και τι είχε προστεθεί σ’ αυτό από τον ίδιο, τόσο που δίσταζε να αναζητήσει το πρωτότυπο μην και αυτό του επιφύλασσε κάποιες πολύ οδυνηρές εκπλήξεις!
Η πολύ οδυνηρή έκπληξη ήρθε, όντως, λίγο αργότερα: Όταν έφτασαν επιτέλους στο Διακοφτό, αντί για κάποιο υπάλληλο στο εκδοτήριο εισιτηρίων βρέθηκαν μπροστά σε μια πινακίδα που τους πληροφορούσε πως ο οδοντωτός ήταν εκτός λειτουργίας για λόγους συντήρησης και αναβάθμισης της γραμμής εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων! Η γραμμή θα δινόταν πάλι στην κυκλοφορία λίγο πριν την έναρξη της Ολυμπιάδας. Απογοητευμένοι μπήκαν πάλι στο αυτοκίνητο και ανέβηκαν στα Καλάβρυτα οδικά. Καλή η διαδρομή, αλλά σε σχέση με την διαδρομή του τρένου ήταν η μέρα με τη νύχτα. Έφτασαν στα Καλάβρυτα, που όταν στηνόταν η γραμμή του Οδοντωτού ήταν ανύποπτα για τον Αρμαγεδώνα που ετοίμαζε η Ιστορία σε βάρος τους με το ναζιστικό τέρας που θα γεννούσε. Πήγαν στο Μνημείο της Θυσίας. Γιατί το λέμε έτσι; Ποιας θυσίας; Προς τι οι «πολιτικά ορθοί» ευφημισμοί; Δεν ήταν ένα στυγερό έγκλημα; Μήπως οι Καλαβρυτινές γυναίκες με τα παιδιά τους «συνωθούνταν» στο σχολείο του χωριού όπου τις είχαν κλείσει οι Γερμανοί για να τις κάψουν; Ευτυχώς που υπήρξε ένα παλικάρι, ένας Αυστριακός στρατιώτης – μέλος της Βέρμαχτ που δεν άντεξε το κακό που θα γινόταν και άφησε ανοικτή την πίσω πόρτα του σχολείου απ’ όπου το έσκασαν αρκετές γυναίκες και σώθηκαν, αυτές και τα παιδιά τους. Εκτελέστηκε από τους Γερμανούς, αλλά έσωσε τη φήμη των Αυστριακών με τη θυσία του, των Αυστριακών που μπορεί να πολέμησαν μαζί με τη Βέρμαχτ αλλά δεν είχαν συμμετοχή σε τέτοια εγκλήματα κατά του πολιτισμού, κατά της ανθρωπότητας! Στον τόπο της δολοφονίας, πάντως, ακόμα μετράνε τους νεκρούς! Οι επίσημοι αριθμοί δίνουν από 700 μέχρι 1500 νεκρούς, όλοι οι άντρες του χωριού από 12 ετών και πάνω! Μόνο δεκατρία άτομα σώθηκαν, γιατί καθώς τα σώματά τους σκεπάστηκαν από τα πτώματα των συγχωριανών τους οι Γερμανοί τους θεώρησαν νεκρούς!
Μουδιασμένοι από τα αλλεπάλληλα σοκ κάθησαν κάπου να ξεκουραστούν… Μετά γύρισαν στην Αθήνα. Είχαν αποφασίσει να ξανακάνουν το ταξίδι αργότερα, όταν ο οδοντωτός θα λειτουργούσε, για να κάνουν οπωσδήποτε τη διαδρομή.
Αν κάτι δε γίνει τότε που το θέλεις, αν δε γίνει στην ώρα του, δύσκολα πραγματοποιείται. Να ξαναβρεθούμε, λες, και ξέρεις ενδόμυχα πως είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τον άλλον, εκτός κι αν ανοίξουν οι ουρανοί για το αναπάντεχο. Θα ξαναπάμε, είπαν όλοι, αλλά αντί γι’ αυτούς πρόλαβε να πάει η φωτιά. Ύβρις κι αυτή, ή Θεία Δίκη για τη σαπίλα που αφήσαμε να κατατρώει το σώμα της πατρίδας τα τελευταία σαράντα (και βάλε) χρόνια;
Τέτοιες φωτιές για να τις σβήσεις θέλεις οργάνωση, μέσα, νοιάξιμο, πρόβλεψη. Πού να περισσέψουν όλ’ αυτά με το παραλήρημα της αισχροκέρδειας να έχει πνίξει με τη μπόχα του τον τόπο; Τα τριάντα στα εκατό του προστατευόμενου κατά τα άλλα φαραγγιού έγιναν στάχτη από την επέλαση της φωτιάς του 2007! Ήταν βέβαιος πια πως στην Ελλάδα, αν έπιανε κάπου φωτιά, δεν υπήρχε τρόπος να τη σβήσουμε πριν αυτή φτάσει στη θάλασσα, όσο μακρυά και νά ‘ταν αυτή…
Αφήστε, είπε στα παιδιά του… Θα πάτε εσείς σε σαράντα χρόνια, όταν ο τόπος θα έχει ξαναπρασινίσει. Θα πάτε εσείς, εγώ κι η μάνα δεν προλαβαίνουμε. Με την προϋπόθεση πως θα νομοθετήσετε τον εμπρησμό του δάσους ως αδίκημα ιδιώνυμο, για να μη σας πω πως, αν δεν φάνε μερικά καθάρματα ισόβια, θα υπάρχουν πάντα επίδοξοι μιμητές. Εγώ θα ψάξω να ξαναβρώ εκείνο το κείμενο, θα κινήσω γη και ουρανό να το ξετρυπώσω. Θα ξανακάνω το ταξίδι με τον οδοντωτό νοερά, δεν αντέχω να το επιχειρήσω αλλιώς τώρα. Νιώθω πως γέρασα απότομα, πέρασαν για μένα είκοσι χρόνια σε ένα ταξίδι.
ΤΕΛΟΣ
kalantzianastasia said
Reblogged στις anastasiakalantzi59.
Ανδρέας Τ said
Καλημέρα. Ευχαριστώ για το συγκινητικό κείμενο.
Alexis said
Υπέροχο!
Ευχαριστούμε τον κ. Τζιώτη και το Νικοκύρη για το εξαιρετικό Κυριακάτικο κέρασμα!
Δύτης των νιπτήρων said
Καλημέρα! Εγώ έχω κάνει και την πεζοπορία και τη συνιστώ στον συγγραφέα.
Θέλει όμως προσοχή: πρέπει να έχει κανείς μαζί του τα δρομολόγια και να τα συμβουλεύεται πολύ προσεχτικά ώστε να κάνει στην άκρη ή να μην βρίσκεται σε κανένα τούνελ όταν περνάει το τρένο. Αν ο οδοντωτός δεν δουλεύει ακόμα, πάλι θέλει προσοχή περνώντας τις (μικρές) γέφυρες, που δεν είναι ακριβώς φτιαγμένες για πεζούς.
Alexis said
Έχω κάνει τη διαδρομή 2-3 φορές μικρός με τους γονείς μου.
Ένα θαύμα εικόνων, τότε.
Τώρα δεν ξέρω τι κατάσταση επικρατεί ούτε καν αν λειτουργεί το τρενάκι.
Κάτι μου λέει ότι το κείμενο από τα σχολικά βιβλία είναι υπαρκτό, δεν είναι επινόηση του κ. Τζιώτη. Σα να θυμάμαι αμυδρά από τα μαθητικά χρόνια ένα τέτοιο κείμενο.
Αν κάποιος θυμάται ή βρει κάτι σχετικό ας το ποστάρει εδώ.
Μαγδαληνή said
Εξαιρετικό! Συγχαρητήρια κύριε Τζιώτη. Ευχαριστούμε και τον Νικοκύρη για τη φιλόξενη διάθεση.
Ένα άλλο κείμενο με το τρενάκι του Πηλίου, έργο του πατρός Ντε Κίρικο, μου έρχεται στο μυαλό. Το έχω δουλέψει ή με τριτάκια ή με τεταρτάκια. Θα το ψάξω αργότερα που θα έχω χρόνο και θα σας το βάλω.
Λάμπας said
Ευχαριστούμε! Βιωματικό έχω την εντύπωση, αλλά στο γ΄πρόσωπο για την απαιτούμενη απόσταση.
Η σιδηροδρομική γραμμή Αθήνας-Πειραιά κατασκευάστηκε το 1869 (ξεκινούσε από το Θησείο). Στα 1890-1895 επεκτάθηκε ως την Ομόνοια και ηλεκτροδοτήθηκε το 1904. Δεν ανήκει στα έργα που συνδέονται αποκλειστικά με τον Τρικούπη.
Η γιαγιά μου τη σήραγγα του Αρτεμισίου σύριγγα την έλεγε!
Προσπαθώ εδώ και καιρό να βρω ένα διήγημα που κάναμε στο δημοτικό. Η υπόθεση μέσες άκρες είχε ως εξής: κάποια παιδιά, για να κολάσουν τη γιαγιά τους, που τηρούσε απαρέγκλιτα όλες τις νηστείες, έριξαν μέσα στην κατσαρόλα με το νηστίσιμο φαγητό κάτι αρτύσιμο (νομίζω ένα κομμάτι χταπόδι). Αυτή μόλις το ανακάλυψε, αντί να τα μαλώσει, τους είπε: » Φάτε. Δεν ξεσυνερίζεται ο Θεός!». Θυμάται κανείς ποιο είναι;
atheofobos said
Πριν μερικά χρόνια έχοντας βρεθεί με παρέα στο Διακοφτό είπαμε να αφήσουμε το αυτοκίνητο εκεί και να ανεβούμε με τον Οδοντωτό στα Καλάβρυτα.
Με έκπληξη όμως διαπιστώσαμε πως δεν μπορούσαν από εκεί να μας βγάλουν εισιτήρια για την επιστροφή!
Δηλαδή ανέβαινες μεν με το τραίνο στα Καλάβρυτα αλλά δεν ήταν σίγουρο πως θα επέστρεφες!
Τελικά ένας που είχε ξανακάνει την θαυμάσια αυτή διαδρομή, ανέβηκε με το αυτοκίνητο και μας μάζεψε από τα Καλάβρυτα.
dimosioshoros said
Πολύ καλό.
Πουλ-πουλ said
«Ο ίδιος νόμιζε πως ο Τρικούπης ήταν ο μηχανικός, ο δάσκαλος όμως τους εξήγησε πως ήταν ο πρωθυπουργός.»
Εμ βέβαια, οι πολιτικοί φτιάχνουν τα έργα, οι μηχανικοί είναι για τις ευθύνες.
Γιάννης Μαλλιαρός said
Καλημέρα
Ωραίο. Να συμβάλω μ’ ένα φωτορεπορτάζ από δυο επισκέψεις ένα χρόνο πριν. Την πρώτη με αυτοκίνητο στα Καλάβρυτα, τη δεύτερη με το τρενάκι μέχρι Ζαχλωρού, βόλτα στο σταθμό εκεί κι επιστροφή. Αυτά που γράφει ο Δύτης (4) να ληφθούν σοβαρά υπόψη. Επίσης, αν θέλει κάποιος να πάει με το τρενάκι, καλά είναι να έχει βγάλει εισιτήριο από πριν, γιατί πατείς με πατώ σε είναι μέσα. Η γραμμή κατά βάση μονή, οι διασταυρώσεις γίνονται σε συγκεκριμένα σημεία.
Το μνημείο μνήμης στα Καλάβρυτα

Το σημερινό τρενάκι στο σταθμό των Καλαβρύτων

Η γραμμή. Πολύ στενή. Και στη μέση επιπλέον γραμμή για τα δόντια.

Βίντεο απ’ το τρενάκι μέσα που φαίνεται το ποτάμι αλλά και η συνάντηση με περιπατητές
Κι άλλο όταν μπαίνει στο σταθμό στο Διακοφτό. Στο τράβηγμα φαίνεται πολύ μεγαλύτερο απ’ όσο είναι 🙂
Ο προηγούμενος συρμός (που έχει αποσυρθεί)

Και παλιά λοκομοτίβα που τώρα βρίσκεται μπροστά στο σταθμό

Και τα χειροκίνητα κλειδιά στα ψαλίδια

Γιάννης Μαλλιαρός said
8 Κι αυτό είναι μια καλή ιδέα. Πας έτσι και γυρίζεις αλλιώς. Με αυτοκίνητο ή με τα πόδια (αν σε παίρνει) 🙂
Πάντως, σήμερα τα εισιτήρια βγαίνουν ηλεκτρονικά (και προς τα πάνω και προς τα κάτω) και είναι αριθμημένα.
Κιγκέρι said
7: Λάμπα,
Γ. Άννινος, Η Σαρακοστή, στο Ανθολόγιο για την Έ και την Στ’ Δημοτικού.
Ελπίζω να βγει η σωστή σελίδα:
http://e-library.iep.edu.gr/iep/collection/browse/item.html?code=01-17416&tab=01
Δύτης των νιπτήρων said
11 Ναι ξέχασα να πω ότι την πεζοπορία την έχω κάνει μόνο στο τμήμα Ζαχλωρού-Διακοφτό.
sarant said
Καλημερα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια και τον Μιχάλη Τζιώτη για το διήγημα!
5 Λες να μην είναι του Μ.Τζ. και απλώς να το έστειλε; Τότε λάθος κατάλαβα εγώ και ζητώ συγγνώμη. Ας μας πει ο ίδιος
11 Πολύ ωραίο υλικό, μπράβο.
Costas Papathanasiou said
Καλημέρα.
Ωραία η αφήγηση, ωραίος ο Μιχαήλ.
Ο οδοντωτός ως παιδικό όνειρο ανωφέρειας ως ουτοπία μέθεξης Φύσης-Ψυχής,όραμα ανθρώπου τον οποίο ταλανίζει “ο προκλητικός καλοζωισμός των κενών ζωής βρικολάκων του δημόσιου βίου, η συνεχής προσπάθεια να μείνει ηθικά όρθιος”, παρ’ όλ’ αυτά δεν υπαναχωρεί και το κληροδοτεί στη νέα γενιά έτσι όπως το παρέλαβε κι αυτός από τον Δάσκαλό του.
Στον απόηχο μυθικών αναζητήσεων όπως αυτά για Ζαναντού (https://en.wiktionary.org/wiki/Xanadu ), για γιούσουρι, για Μπραζίλ, για Κύθηρα (https://www.youtube.com/watch?v=vDDF2k14W98 ).
Και τελικά το κάθε όνειρο μουτζουρωμένο ως τουριστικό προϊόν και “δυνατό χαρτί”
(https://wwwΩ.youtube.com/watch?v=vmRJet5Ohi4 Ο Μουτζούρης ξανασφύριξε.).
Δύτης των νιπτήρων said
15α Δεν λέει για το κείμενο του Τζ., λέει για το κείμενο του αναγνωστικού που αναφέρεται
Μαγδαληνή said
Για το τρενάκι του Πηλίου, που έγραφα πριν. Είναι ένα κείμενο του Κώστα Ουράνη, διασκευασμένο λίγο, στο βιβλίο της Δ δημοτικού. Επίσης πολύ όμορφο κείμενο και εξαιρετική διαδρομή.
http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2192/Glossa_D-Dimotikou_html-empl/indexs_00.html
Κιγκέρι said
13: Δεν βγήκε εκεί που ήθελα και περιέργως δεν το γράφει και στα περιεχόμενα- είναι πάντως στη σελ. 221.
sarant said
17 Το διάβασα απρόσεχτα, έχεις δίκιο. Ναι, αυτό το διήγημα μέσα στο διήγημα πρέπει να είναι υπαρκτό.
Λάμπας said
13,19. Ευχαριστώ! Το είχα ψάξει, αλλά δεν το είχα βρει (μάλλον κοίταζα τα περιεχόμενα). Συνειδητοποιώ στο μεταξύ ότι δε θυμόμουν καλά. Η γρια μαγείρευε χταπόδι -που άλλωστε είναι νηστίσιμο- και τα παιδιά έριξαν στην κατσαρόλα κρέας.
Πέπε said
Ωραία ιστορία, μπράβο Μιχάλη!
Αν μου επιτρέπεται, θα έλεγα ότι δεν το βρίσκω ακριβώς διήγημα, ούτε καν ακριβώς λογοτεχνικό. Δεν το λέω υποτιμητικά, ότι του λείπει η τέχνη. Αντιθέτως, είναι θαυμαστό πώς περικλείει όλο το Καλάβρυτο και όλη την Ελλάδα μέσα σε μια ιστορία που αφορμάται μόνο από ένα στοιχείο της κωμόπολης, τον οδοντωτό. Όμως νομίζω ότι τη λογοτεχνική φόρμα απλώς την επιστρατεύει για να εκφράσει στοχασμούς και γνώμες, όπως θα γινόταν σ’ ένα άρθρο ή άλλου είδους κείμενο.
Το σχολικό κείμενο θα εντοπιστεί οπωσδήποτε από τα καταχθόνια επιτελεία των σχολιαστών μέσα στις επόμενες ώρες. Να κάνω την προσπάθειά μου, και αν πω κοτσάνα μη βαρέσετε: Υπάρχει περίπτωση να περιλαμβάνεται στα Ψηλά Βουνά; Το σκέφτηκα από το λεξιλόγιο για τα πουλιά και τα νερά (αν και καλογιάννος και κοκκινολαίμης είναι το ίδιο).
Πέπε said
21
Πάντως η περίπτωση όπου η νηστεία είναι τόσο βαριά ώστε ακόμη και τα θαλασσινά όχι απλώς απαγορεύονται αλλά προξενούν φρίκη σε μια καλή χριστιανή βάβω, είναι σε κάποια ιστορία του Παπαδιαμάντη, όπου ο τρελός του χωριού που έχει πιάσει κάτι καβούρια τα προσφέρει σε μια γριά με ελάττωμα στην άρθρωση:
-Καβούλγια θα φάω μεγαλοπαλασκεβιάτικα; Κύλγε λέησον!
Δύτης των νιπτήρων said
22 Δεν βαράμε, αλλά δεν υπάρχει τρενάκι στα Ψηλά βουνά.
Μαγδαληνή said
Το βρήκα!
Στης Ε΄Δημοτικού το παλιό βιβλίο, σελ. 279-285 κείμενο του Ν.Α. Κοντόπουλου, όπως φαίνεται στο τέλος. Εδώ:
http://e-library.iep.edu.gr/iep/collection/browse/item.html?code=01-45116&tab=01
Γιάννης Μαλλιαρός said
Να προσθέσω:
Αν θέλεις να βγάλεις εισιτήρια για Ζαχλωρού θα τη βρεις Μέγα Σπήλαιο (ο σταθμός έχει και τα δυο ονόματα).
Εμείς είχαμε βγάλει για επιστροφή με το ίδιο (θα πήγαινε μέχρι Καλάβρυτα και θα γύριζε να μας πάρει). Είχαμε σκεφτεί πως ο χρόνος ήταν αρκετός για βόλτα στα πέριξ. Και όντως για τη βόλτα ήταν αρκετός, αλλά για παϊδάκια δεν έφτανε κι έτσι φύγαμε με τη μυρωδιά τους στα ρουθούνια.
Και μια ακόμα φωτογραφία που φαίνεται το φαράγγι από την παραλία

Και, στον (παλιό) σταθμό γράφει «Διακοφτό» (στα καινούρια Διακοπτό).

Πέπε said
Μπράβο Μαγδαληνή!
Στις πρώτες πρώτες αράδες αναφέρονται και τα παιδικά τρενάκια παιχνίδια (ως ειρωνική σύγκριση με την πολύ μικρή αμαξοστοιχία του Οδοντωτού), και μου θυμίζουν ότι δεν τα αναφέραμε καθόλου στο άρθρο για τα τρένα. Πολύ κλασικό παιχνίδι πολυτελείας άλλων εποχών. Σήμερα σχετικά ξεπερασμένο αλλά όχι εντελώς ξεχασμένο. Πάντως τη γοητεία του την έχει: δεν πάνε πολλά χρόνια, σε παιδικό πάρτι, είδα μπαμπάδες να το έχουν στήσει με επιμέλεια, να παίζουν, και να διώχνουν τα παιδάκια που τους εμπόδιζαν!
Γιάννης Μαλλιαρός said
25 Όλα βρίσκονται στου Σαραντάκου, λέμε 🙂
Ωραίοι απαξάπαντες (Πως μ’ άρεσε το σημερινό το είπα; Ε, το ξαναλέω).
dimosioshoros said
Σήμερα (λόγω μνημοτεχνικού κανόνα 5-3, 5-3) είναι και τα εβδομηντάχρονα του θανάτου του Στάλιν (5.3.53).
Theo said
Καλημέρα,
Πριν διαβάσω το αφήγημα, έπεσα πάνω στο #23 του Πέπε. Είναι από τον Αλιβάνιστο:
Δὲν εἶχε νυκτώσει ἀκόμη καλά, κ᾽ αἱ γυναῖκες εἶδαν τὰ χαρακτηριστικά του, ἀφοῦ πρῶτον εἶχαν γνωρίσει τὴν φωνήν του. Ἦτον ὁ Σταμάτης τὸ Τρυγονάκι, μάγκας ὀρφανὸς παιδιόθεν, καλόκαρδος, βολικός, ὅστις ἔζη ἐκτελῶν θελήματα ἀνὰ τὴν πόλιν. Ὅταν 〈ὅμως〉 ἦτο πουθενὰ ἐξοχικὸν πανηγύρι, ἄφηνεν ὅλες τὶς δουλειές του, κ᾽ ἔτρεχε πρῶτος μεταξὺ ὅλων τῶν πανηγυριστῶν.
[…]
Ὁ Σταμάτης καὶ πάλιν ἐκάγχασε.
― Νὰ μὲ συμπαθᾷς, θεια-Μολώτα, εἶπε. Σὰ χωριάτης πού ᾽μαι, ἔσφαλα. Θέλησα νὰ σοῦ χαρίσω αὐτὸ τὸ καβούρι, γιὰ νὰ κάμῃς μεζὲ ἀπόψε, καὶ μὲ τὸν τρόπο ποὺ σοῦ τό ᾽ριξα στὴν ποδιά σου σ᾽ ἐτρόμαξα.
― Δὲν τλώου καβούλγια, εἶπεν ἡ Μολώτα, θὰ μεταλάβου!
―Ἀλήθεια; Τότε, τὸ χαρίζω τῆς Πέρδικας.
― Μεγαλοσαββατιάτικα, καβούρια θὰ φάω; εἶπεν ἡ Φωλιώ.
Κιγκέρι said
23: Α, Πέπε, η Μεγάλη Παρασκευή είναι η πιο πένθιμη μέρα της Ορθοδοξίας και νηστεία αλάδωτη! Στο πατρικό μου ούτε μαγειρεύαμε, ούτε τρώγαμε όλοι μαζι, ούτε καν τραπέζι δεν στρώναμε, αυτήν τη μέρα. Βάζαμε στον πάγκο της κουζίνας ψωμι, ελιές και ξερά φρούτα κι όποιος πεινούσε, έπαιρνε κι έτρωγε.
Πέπε said
27 συμπλ.:
Αν οι μπαμπάδες στο τέλος το χαλούσαν κιόλας, θα ήταν σαν βγαλμένο από τον Μικρό Νικόλα!
Πέπε said
#30:
+1
gpointofview said
Εκανα ένα σχόλιο και δεν το βλέπω, μάλλον θα ξέχασα να πατήσω δημοσίευση, μου συμβαίνει …
Ευχαριστώ λοιπόν ξανά τον Κύριο Τζιώτη για το συγκινητικό κείμενο και τον Νικοκύρη για την δημοσίευση.
Την καταπληκτική διαδρομή με το τρενάκι την έχω κάνει την προηγούμενη χιλιετία, θυμάμαι πως βλέπαμε παράλληλα και κάποιους ταλαίπωρους να ανεβαίνουνε φορτωμένοι σακίδια με τα πόδια, καλοκαιριάτικα … Νομίζω πως και τότε δεν έκοβες εισιτήριο μετ’ επιστροφής αλλά επειδή ό.τι ανεβαίνει, κατεβαίνει, δεν υπήρχε πρόβλημα εκτός από αυτούς που ανέβαιναν με το τελευταίο της ημέρας που διανυκτέρευε στα Καλάβρυτα. Εγώ -σαν πσαράς- άνθρωπος του όρθρου, δεν είχα τέτοιο πρόβλημα
ΜΙΚ_ΙΟΣ said
Ωραιότατο! Μας χρειαζόταν μέσα στη μαυρίλα!
(Εγώ θυμόμουν περισσότερο την εντυπωσιακή εικόνα από το σχολικό βιβλίο, Μαγδαληνή)
>>…(Διακοφτό, όχι Διακοπτόν, να γελάνε απαξιωτικά ακόμα κι οι καθαρευουσιάνοι)

Αλλά η Hellenic Train μας δεν συμφωνεί!
Γράφει στην ιστοσελίδα της (οθντκ…): ’’Οδοντωτός Διακοπτού – Καλαβρύτων, μία μαγευτική διαδρομή’’. Δυστυχώς, τείνει να επικρατήσει το –πτ.
===+===
Την κάναμε τη διαδρομή, το 2015, …σπαστά: Καλάβρυτα-Μονή Μεγάλου Σπηλαίου με λεωφορείο, από ‘κει στη Ζαχλωρού με τα πόδια (ωραία και εύκολη/μικρή πεζοπορία) και μετά με τον οδοντωτό μέχρι το Διακοφτό. Πραγματικά ιδιαίτερη εμπειρία.
Αρκετοί συνέχισαν την πεζοπορία, παράλληλα με τη διαδρομή του οδοντωτού. (όπως ο ΔτΝ)
Αυτό που θυμάμαι είναι ότι πολλοί έφθασαν στο Διακοφτό τελείως εξαντλημένοι και ταλαιπωρημένοι, κυρίως γιατί ήταν υποχρεωμένοι να περπατούν –για αρκετά χιλιόμετρα- πάνω στις ανώμαλες πέτρες των γραμμών του οδοντωτού. Ειδικά όσοι δεν είχαν τα κατάλληλα παπούτσια…
Πέπε said
Εντωμεταξύ, το ορίτζιναλ κείμενο του λινκ #25 λίγο μάπα μού φαίνεται και το παράτησα. Η πρώτη μιάμιση σελίδα, σκέτος διδακτισμός σε μια άνευ λόγου υπάρξεως ημικαθαρεύουσα (ανέβημεν: γιατί ανέβητε, άνθρωπε του θεού; Απλώς και μόνον επειδή σου είπαν «μην τυχόν κι ακούσω ότι ανεβήκατε!»). Συνολικά δεν τραβάω κανένα ζόρι με την καθαρεύουσα, απλή ή αυστηρή, αλλά φαίνεται πως όσα κείμενα με είχαν οδηγήσει σ’ αυτή τη θέση ήταν πιο καλά από ετούτο.
Ας με συχωράει ο μακαρίτης Ν.Α. Κοντόπουλος αν τον αδικώ. Αλλά μου φαίνεται πως μόνη δόξα του έμεινε (όχι αμελητέα) ότι, με τη συνδρομή ενός μερακλή δασκάλου, γονιμοποίησε την πένα του Μιχάλη Τζιώτη που μας έδωσε κάτι καλύτερο.
sarant said
28-30 Ναι, όλα βρίοκονται!
35 Τι ωραία φωτογραφία!
Θα τα ξαναπούμε προς το βράδυ.
Κιγκέρι said
Από αυτό εδώ το βιβλίο
μερικές σελίδες για τον Οδοντωτό:
Κατερίνα Γ said
Καλημέρα, ιδιαίτερα ωραία τα κομμάτια που περιγράφουν τη λεκτική πανδαισία του σχολικού κειμένου. Και το τέλος συναντιέται με το χαμηλό βαρομετρικό των ημερών. Κατά σύπτωση συζητούσαμε χτες σε μια λέσχη ανάγνωσης για το μυθιστόρημα Άθος ο Δασονόμος της Μαρίας Στεφανοπούλου στο οποίο επίσης υπάρχουν πολύ όμορφες περιγραφές της φύσης στην περιοχή των Καλαβρύτων. Kαι υπάρχει, στον πυρήνα του βιβλίου και με πολύ ενδιαφέρον λογοτεχνικά, το θέμα της επικράτησης της λέξης θυσία στις δημόσιες αναφορές για τη σφαγή του 1943, όπως επισημαίνεται και στο διήγημα.
Theo said
Να ευχαριστήσω κι εγώ τον Μιχάλη Τζιώτη και Νικοκύρη για το σημερινό κέρασμα.
Ωραίο το διήγημα, με ευαισθησία, ρέουσα γλώσσα και στρωτή αφήγηση, που μας κοινωνούν τα βιώματα και τις μνήμες του συγγραφέα.
Μου θύμισε τον Γιώργο Ιωάννου που καθιέρωσε αυτή τη μορφή αφηγήματος, Πέπε (#22). Και κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί, νομίζω, πως ο Ιωάννου δεν έγραφε λογοτεχνία.
Με δυσκόλεψαν όμως κάποια σχόλια που ηχούν παράταιρα, μη δένοντας με τη ροή της αφήγησης (όπως το τέλος της όγδοης και της δέκατης παραγράφου, καθώς κι η δέκατη τρίτη).
Κι αυτό με τους Αυστριακούς της Βέρμαχτ δεν ξέρω πόσο ισχύει. Είναι αστικός μύθος;
Να σχολιάσω και την αυθόρμητη κίνηση του μηχανοδηγού να κάνει τον σταυρό του, κάτι που δεν εξηγείται ορθολογικά. (Πριν από τρεις δεκαετίες, ένας φοιτητής που είχε μπλέξει με ουσίες με ρώτησε γιατί να κάνει τον σταυρό του. Του απάντησα: «Κάν’ τον, και θα καταλάβεις.» Μετά από κανά μήνα μου λέει: «Το κατάλαβα.» Αφού αποτοξινώθηκε και υπηρέτησε τη θητεία του, παράτησε τις σπουδές κοινωνιολογίας του στη Γερμανία, σπούδασε θεολογία και σήμερα διδάσκει στην Αθήνα.)
ΧριστιανoΜπoλσεβίκoς said
Εγώ έκανα τη διαδρομή με το τραινάκι το 2006, πρόλαβα πριν την φωτιά δηλαδή. Μάλλον επειδή ήταν χειμώνας (Γενάρης ή Φλεβάρης) δεν είχαμε πρόβλημα με τα εισιτήρια. Μόνο που το μουσείο (για τη σφαγή στα Καλάβρυτα) ήταν κλειστό και τις τρεις μέρες που ήμουν εκεί.
dryhammer said
Κατόπιν επισταμένης έρευνας (κάτι μου θύμιζε το κείμενο που αναφέρεται ο Τζιώτης) βρήκα πως πρέπει να είναι αυτό από το αναγνωστικό της Στ΄τάξης
http://e-library.iep.edu.gr/iep/collection/browse/item.html?code=05-00152&tab=02
Συνηγορεί υπέρ πως είναι σε δημοτική ενώ το του 25 είναι σε κακή καθαρεύουσα
GeoKar said
Θαυμάσιο! Σας ευχαριστούμε 👏👏👏
Α. Σέρτης said
36
«Ας με συχωράει ο μακαρίτης Ν.Α. Κοντόπουλος […] μου φαίνεται πως μόνη δόξα του έμεινε»
Ε, δεν είναι και λίγο που είναι ο πρώτος που έκανε πανελληνίως γνωστό τον οδοντωτό με αυτό του το κείμενο
Γιώργος Τσιρίδης said
Είχα την τύχη να το διαβάσω από «¨πρώτο χέρι» και χαίρομαι που το επέλεξες.
Μαγδαληνή said
42 Δεν βρίσκω ποιο κείμενο από το αναγνωστικό της ΣΤ, από τον σύνδεσμο που έβαλες, είναι αυτό που έδωσε την έμπνευση στον Μιχάλη Τζιώτη. Αν θες βάλε τον τίτλο, ή τις σελίδες.
Πάντως, νομίζω πως δεν μπορεί να είναι από ένα βιβλίο του 1975 σε δημοτική, αφού ο Τζιώτης μας λέει ότι παράλληλα με το σχολείο θυμάται τα γεγονότα της εκτέλεσης του Μπελογιάννη. Από την άλλη βλέπω ότι είναι 15η έκδοση, ίσως υπήρχε και σε παλιότερη έκδοση. Ας μας πει ο ίδιος.
spyridos said
46
σελίδα 273
έχω την εντύπωση ότι τα δυό κείμενα συγγενεύουν.
42
το αναγνωστικό μας.
Ξωμάχος said
Αγαπητε Νικο Σαραντακο εστω και καθυστερηνενα τα ειλικρινη μου συγχαρητηρια για την ευαισθησια με την οποια »διαχειριστηκες» το ΕΓΚΛΗΜΑ στα τεμπη. να’σαι παντα καλα
Μαγδαληνή said
47 Ευχαριστώ Spyridos
Ναι συγγενεύουν, έχουν μάλιστα την ίδια εικονογράφηση, αλλά ο Ν.Α. Κοντόπουλος δεν αναφέρεται στους συγγραφείς του τόμου και στο συγκεκριμένο δεν φαίνεται ο συγγραφέας. Λεπτομέρειες… ίσως και χωρίς σημασία.
GeoKar said
Ax, πόσο με αγγίζει η 9η παράγραφος: «Αυτό, λοιπόν, το ταξίδι θα το έκανε όταν θα μεγάλωνε. Και […] δε θα την πάταγε όπως ο κακόμοιρος ήρωας του Νίκου Δήμου, που είχε έτοιμο, απαστράπτον και καλοεφοδιασμένο, το αυτοκίνητο που θα τον πήγαινε στο ονειρεμένο ταξίδι που για δεκαετίες αναβαλλόταν μέχρι που και ο ίδιος, και το ίδιο το αυτοκίνητο, κατέληξαν ερείπια, θλιβερά απομεινάρια του νεανικού εαυτού τους.»…
michaeltz said
Καλημέρα σε όλους.
Σήμερα μπήκα πολύ καθυστερημένα, φορτώνω το αυτοκίνητο για το αυριανό ταξίδι στο χωριό, και πρέπει να σκεφτώ πολύ πώς θα το κάνω, επειδή είναι 350 χιλιόμετρα μακρυά και δεν είμαστε για πήγαιν-έλα με τέτοιες τιμές καυσίμων και διοδίων! Μπήκα και άρχισα αγώνα να προφτάσω να διαβάσω τι γράψατε πριν γράψω κάτι!
Ευχαριστώ τον Νικοκύρη που με αιφνιδίασε ευχάριστα και όλους σας για τα καλά σας λόγια.
Είχα μαυρίσει τελείως με το δυστύχημα/έγκλημα, και σκέφτικα το διήγημά μου, να το ξαναδιαβάσω να ελαφρύνω λιγάκι. Τότε σκέφτηκα, γιατί μόνο εγώ και όχι όλοι οι φίλοι; Έτσι το έστειλα στον Νικοκύρη. Σκέφτηκα και τον κάματο τού ενός άρθρου την ημέρα και είπα, αν μπορώ, να τον ξεκουράσω λίγο!!!
Λοιπόν, το κείμενο όντως είναι από κάποιο βιβλίο του Δημοτικού. Όντως είναι ιστορία προσωπικά βιωμένη, με κάποιες λογοτεχνικές αλλαγές. Ναι, είναι δικό μου, έχω και μάρτυρα (! 🙂 ) τον Γιώργο Τσιρίδη.
Ακόμα δεν είχα καιρό να επιβεβαιώσω αν το κείμενο που προτάθηκε είναι αυτό που θυμάμαι. ¨οταν το κάνω θα σας ενημερώσω.
Και πάλι ευχαριστώ όλους σας.
dryhammer said
Μεταξύ άλλων χάρηκα και τη γραμματοσειρά που ήταν πιο ξεκούραστη (για μένα τον πρεσβύωπα) από την συνήθη
Θρασύμαχος said
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
Ευχαριστούμε τον κ.Τζιώτη και τον Νικοκύρη για το καρδιοτονωτικό σημερινό, παρόλη τη μικρή πικρή γεύση από το τελικά απραγματοποίητο ταξίδι.
Κι εγώ θυμάμαι το κείμενο «Από το Διακοφτό στα Καλάβρυτα» και τις εικόνες που αποτυπώθηκαν στο μυαλό μου με όλες αυτές τις χλωρασιές, τα πολλά νερά και το εντελώς ονειρικό-από βιβλία μόνο γνωστό, τρένο στο παιδικό μυαλό μου, εκεί στις εσχατιές, στην ξερική νότια Κρήτη.
>>Ο δάσκαλος τούς είχε πει πως το κείμενο ήταν παλιό. Τότε που πήγαινε αυτός στο Δημοτικό, παλιό σήμαινε προπολεμικό.
Έτσι εξηγείται ότι δεν υπάρχει αναφορά στη σφαγή των Καλαβρύτων.
Κι αναρωτιέμαι τώρα, πότε να μπήκε στα σχολικά βιβλία το Ολοκαύτωμα αυτό (όπως και τ΄άλλα, αλλά μιας και λέμε για τα Καλάβρυτα σήμερα)
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
54 την απραγματοποίητη διαδρομή με τον Οδοντωτό, σωστότερα.
Παναγιώτης K. said
Ο συγγραφέας αξίζει έπαινο! Στο διήγημα αυτό αρκετά εναύσματα για να δραστηριοποιηθεί η μνήμη πάνω σε πολλά ζητήματα.
» το ενδιαφέρον για το όνομα των συγγραφέων».
Στη βιβλιοθήκη του δημοτικού σχολείου στο χωριό, υπήρχαν και αναγνωστικά που όμως ήταν εκτός χρήσης. Ωστόσο ο δάσκαλος, επέλεγε μερικές φορές κάποιο ανάγνωσμα από αυτά και μας το δίδασκε.
Σε ένα τέτοιο βιβλίο θυμάμαι σύντομα βιογραφικά συγγραφέων και πόσο σημασία εμείς οι μαθητές δίναμε σε αυτά. Ήταν…πρωτότυπο για μας υλικό κατάλληλο να το περιλάβουμε στις εργασιούλες που μας έβαζε ο δάσκαλος.
To διήγημα στο αναγνωστικό του δημοτικού για τον οδοντωτό σιδηρόδρομο το θυμάμαι από τις αρχές της δεκαετίας του ΄60. Τότε έμαθα και για τον Βουραϊκό ποταμό διαβάζοντας το διήγημα.
Χαρούλα said
Από τις 14.00 περίπου, βαρέθηκα στην μαρμάγκα…
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
«Εν Συρμώ» – Γιορτές του Οδοντωτού
-Μας ταξιδεύει, μας ενώνει, μας εμπνέει-
michaeltz said
25. 46.
Ευχαριστώ που το βρήκες! Το διάβασα και …απογοητεύτηκα!
Δύο τινά… Η ο δάσκαλός μας ήταν όντως εμπνευσμένος και μας πλούτισε την αφήγηση με δικά του λόγια, δικές του περιγραφές από δικά του ταξίδια, που ενσωματώθηκαν στο φτωχό κείμενο και το έκαναν τόσο μεγάλο και ωραίο όπως το θυμάμαι
ή, ο εαυτός μου, που από μικρός ήθελα να γίνω συγγραφέας, ξανάγραψε το κείμενο στο μυαλό μου όπως εγώ νόμιζα, αλλά όχι στο τότε παρόν, αλλά στο τότε μέλλον, σήμερα, φευ, παρελθόν, με καινούργιες λέξεις και έννοιες, και μου το ξεφούρνισε όταν, κάποτε, έπρεπε να γράψω κάποιο κείμενο με θέμα το τρένο.
Όπως και νά ‘ναι, σας ευχαριστώ όλους.
Πάω να πακετάρω! 🙂
Alexis said
Α, ώστε αυτό του #25 είναι;
Μπράβο στη Μαγδαληνή λοιπόν αλλά ομολογώ ότι κι εγώ… απογοητεύτηκα. 🙂
Όχι λόγω περιεχομένου βεβαίως αλλά λόγω γλώσσας.
#42: Ξεροσφύρη αυτό είναι το Αναγνωστικό που διδάχτηκα εγώ σαν μαθητής της ΣΤ΄ Δημοτικού. Πολλά από τα κείμενά του μου είναι ιδιαίτερα οικεία και μου ξυπνάνε όμορφες μνήμες.
Σ’ ευχαριστώ για το μακροβούτι στις αναμνήσεις που μου πρόσφερες.
Το έχω ήδη κατεβάσει και θα το ξεκοκκαλίσω εν καιρώ.
Costas Papathanasiou said
Σχετικοί τίτλοι:
“Ο ΟΔΟΝΤΩΤΟΣ ΔΙΑΚΟΦΤΟΥ – ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ, 120 ΧΡΟΝΙΑ, ΙΣΤΟΡΙΑ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ”- ΝΑΘΕΝΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (https://www.ogdoo.gr/politismos/vivlio/120-xronia-odontotos-diakoftoy-kalavryton )
“Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΟΔΟΝΤΩΤΟΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΟΣ ΔΙΑΚΟΦΤΟΥ – ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ”
ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΣΠΥΡΟΣ, 2003
Το δάκρυ του Μουτζούρη – Γρηγόρης Χαλιακόπουλος 2008
«Το Παραμύθι του Οδοντωτού» Αναστασία Ευσταθίου, 2019
Της ιδίας και «Η Ανεράιδα του Χελμού(2016)», παραμύθι για τη λίμνη Τσιβλού , που “αποτελεί μέρος του εθνικού δρυμού Βοραϊκού και του παγκόσμιου Γεωπάρκου Χελμού-Βοραϊκού της UNESCO” ( https://www.lifo.gr/now/greece/limni-tsibloy-enas-paradeisos-poy-dimioyrgithike-apo-mia-katastrofi-thammeno-horio-sta )
Και δύο σχετικά άρθρα:
https://www.kathimerini.gr/k/travel/561707131/kalavryta-den-einai-mono-o-odontotos/
https://www.liberal.gr/epikairotita/perpatontas-sta-dontia-toy-boyraikoy
gpointofview said
# 54
Οταν άκουγα τους γονείς μου και άλλους της κλάσης τους την δεκαετία του 50 να μιλάνε για προπολεμικά πράγματα, πάντοτε τα είχαν τοποθετημένα «παλιά» κι ας ήταν μόνο 15-20 χρόνια πίσω, αντίθετα με ότι συμβαίνει στην γενιά μου (και άλλες) που γεγονότα πριν 30 και 40 χρόνια δεν φαίνοναι τόσο παλιά.
Η εξήγηση που δίνω είναι ο πόλεμος ή μάλλον η κατοχή με τα βάσανα που περάσανε που έδιωξε στα βάθη της μνήμης τα άσχημα γεγονότα.
dimopal said
(είχε χαράξει ένα δρομάκι τόσο δα στενό για το πιο στενό τρένο στην Ελλάδα, ίσως και την Ευρώπη )
Τι κάνει ξεχωριστό το τρενάκι Πηλίου ή Μουτζούρη;
Πρόκειται για μία ιστορική διαδρομή με διάρκεια ζωής όπως αναφέραμε πάνω από 110 χρόνια ενώ πρόκειται για μία από τις στενότερες σιδηροδρομικές γραμμές παγκοσμίως, πλάτους μόλις 60 εκατοστών!
Ο Οδοντωτός ξεκινά από τον σιδηροδρομικό σταθμό του Διακοφτού και … κάποια σημεία δίπλα στο κυρίως σιδηροδρομικό δίκτυο και με πλάτος γραμμής 75 εκατοστά.
σήραγγα = μούτ΄κο (μούτικο) στο Πήλιο
xar said
Ωραίο το κείμενο!
@16
Τι μού θύμισες!
Kubla Khan
By Samuel Taylor Coleridge
Or, a vision in a dream. A Fragment.
In Xanadu did Kubla Khan
A stately pleasure-dome decree:
Where Alph, the sacred river, ran
Through caverns measureless to man
Down to a sunless sea.
https://www.poetryfoundation.org/poems/43991/kubla-khan
Χαρούλα said
Ευχαριστώ κΤζιώτη και Νικοκύρη.
Δεν έχω πάει ποτέ προς τα εκεί. Τα Καλάβρυτα τα ξέρω δυστυχώς από τα πολλά κείμενα για την ιστορία τους.
Δεν έχω καταλάβει αυτό το κομμάτι με το σχολικό βιβλίο.
Και γιατί ευχαριστώ λοιπόν;;;;
Για αυτό εδώ, και μου είναι αρκετό!
…Αυτός θα δούλευε από δεκαπέντε χρονώ, θα έβγαζε δυο Πανεπιστήμια, θα μάθαινε τέσσερις ξένες γλώσσες τουλάχιστο, αυτός θα το έκανε το ταξίδι του! Αλλά, όταν μεγάλωσε, έπρεπε να υποταχτεί, μέρα τη μέρα, στις επιταγές του Επιούσιου. Σπουδές, έρωτες, τέσσερα παιδιά, αγώνας σωματικός, αγωνίες ψυχικές, ξενητεμός, επαναπατρισμός, ο εσμός των φρακοφόρων στο σβέρκο του, οι σαπιοκοιλιές (και σαπιομυαλά) ταγοί της πατρίδας, ο προκλητικός καλοζωισμός των κενών ζωής βρικολάκων του δημόσιου βίου, η συνεχής προσπάθεια να μείνει ηθικά όρθιος, αφού το κάθε γονάτισμα πιθανόν τελεσίδικο, τον κράτησαν, για καιρόν πολύ, μακριά απ’ το ταξίδι του παιδικού ονείρου. Τόσο μακριά, που με ανακούφιση επαναπαύθηκε στον Ποιητή που ανακήρυσσε το ίδιο το ταξίδι προς την Ιθάκη ως το σκοπό του ταξιδιού, μπερδεύοντας σοφά το μέσον με το σκοπό, ίσως για να αυτοπαρηγορηθεί ο ίδιος ο ποιητής, αφού ποτέ του δεν είχε κατακτήσει τα ινδάλματα της ηδονής του, καταβεβλημένος από «εκείνα τα όχι – τα σωστά-» που είχε πει, κόντρα στους πολλούς που είχαν εύκολα πει τα «ναι» τους και κατάφεραν να συλλέγουν, μια ζωή, ήχους κούφιους νομισμάτων και το ανάθεμα των επόμενων γενεών για την κατάντια της χρεοκοπίας της πατρίδα. …
Costas Papathanasiou said
Άλλες λογοτεχνικές αναφορές:
“Η ΣΤΥΓΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ”(2016), ΤΣΟΥΡΕΚΗΣ Π. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
“Τα όνειρά μου οδοντωτός σιδηρόδρομος
Άλλοτε πολύχρωμος αητός
Τα όνειρά μου ομφάλιος λώρος
Άλλοτε φυγόκεντρος δύναμη
Τα όνειρά μου άλλοτε Ίκαρος
Άλλοτε Ίκαρος νεκρός”
(Δημήτρης Ποταμίτης, https://www.greek-language.gr/periodika/mags/tram/1977/4/138037 )
“…την ποίηση της Κ. Α.-Ρ. πληθαίνουν οι αποφθεγματικές αποστροφές, γίνονται μια σειρά από εγκοπές όπου σκαλώνει η ζωή για να προχωρήσει βαθαίνοντας, ένας οδοντωτός της ποίησης για να σκαρφαλώσει στα απόκρημνα, να περάσει από τα φαράγγια και τα χάσματα…” ( Θανάσης Χατζόπουλος, https://www.hartismag.gr/hartis-38/afierwma/o-koitsos-khoros-tis-k-a-r )
sarant said
Ευχαριστώ για τα νεότερα!
51 Αγαπητέ Μιχάλη, εγώ σε ευχαριστώ -και όχι μόνο επειδή για μια μέρα με ξεκούρασες, που και αυτό αληθεύει. Καλό ταξίδι αύριο.
52 Για τη γραμματοσειρά να ευχαριστήσεις τον Μιχάλη, που τη διάλεξε και την Πόρσε, που τη διατήρησε κατά τη μεταφορά.
57 –> 65 Συγγνώμη Χαρούλα για την πολύωρη κράτηση του σχολίου. Έλειπα, βλέπεις.
dimosioshoros said
@ 62 Gpointofview
Καλή παρατήρηση.
Μάλιστα εμένα μου προξενεί εντύπωση όταν μερικοί (δηλαδή εξαιρούμενοι από τον κανόνα) αναφέρονται π.χ. στο 2005 ή το 1995 ως την παλιά εκείνη εποχή κ.λπ.
ΕΦΗ - ΕΦΗ said
62, Ισχύει. Κι εγώ όταν η γιαγιά μου μοιρολογούσε τον άνδρα της κ άλλους δικούς που ντουφέκισαν τα γερμανοκτήνη, στο παιδικό μου μυαλό ήταν κάτι τελείως μακρινό, σαν το ΄21 ας πούμε, παμπάλαιο και δεν είχαν περάσει ούτε 25 χρόνια, δηλαδή …χθες! (νομίζω τώρα :)).
Στο προκείμενο βέβαια ο προσδιορισμός προπολεμικό δίνει την εξήγηση στο γιατί απουσιάζει η αναφορά στο Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων και λέει μόνο για την Αγία Λαύρα κλπ (Διαβάζοντας τώρα το κείμενο εκείνο, κι εμένα μου «ξανόστεψε»- μόνο τα ωραία της διαδρομής στη χαράδρα θυμόμουν 😦 )
Παναγιώτης said
Για το ότι ο οδοντωτός κατασκευάστηκε «σε μιαν Ελλάδα που δεν κόστιζε κάθε δημόσιο έργο εφτά φορές περισσότερο απ’ ό,τι θα κόστιζε σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη»,.
Η αρχική μελέτη ήταν για 90 χιλιόμετρα από Διακοφτό μέχρι Τρίπολη με κόστος 3.900.000 δραχμές. Το πρώτο τμήμα Δακοφτό Καλάβρυτα 22 χιλιόμετρα με προϋπολογισμό 1.000.000 δραχμές κόστισε 3.500.000 δραχμές.
Αν και από ό,τι βλέπω εδώ το 1899 το κόστος κατασκευής των ελληνικών σιδηροδρόμων ήταν σχετικό με την υπόλοιπη Ευρώπη:
Click to access archim_1899_2_30.pdf
sarant said
70 Από Διακοφτό μέχρι Τρίπολη; Ωραία θα ήταν!
eva matenoglou (@evamaten) said
Μπράβο στον Μιχάλη Τζιώτη για το όμορφο κουβεντιαστό ταξιδάκι. Από όλα είχε η διαδρομή και αβίαστα συναντηθήκαμε στη νοσταλγία, την επιθυμία, την ελπίδα, τη διάψευση, τον θυμό και την πίκρα του. Χρειαζόταν. Ευχαριστούμε, Νικοκύρη.
ΓΤ said
Κομμένο της ζωής πολλών το νήμα
και απορώ για κάποια σχόλια σε ένα νήμα
leonicos said
Δεν είναι δυνατό να μην εκφράσω τον απέραντο θαυμασμό μου
michaeltz said
60. και πολλούς άλλους
Ναι, απογοητεύτηκα και γω για τη γλώσσα, αλλά παραξενεύτηκα πώς, με μια τέτοια στείρα καθαρεύουσα, εμένα μου έμεινε στη μνήμη το κείμενο σαν αριστουργηματικό. Σκέφτομαι πως αιτία δεν ήταν μόνο ο δάσκαλός μου, αλλά και η αλήθεια ότι τότε τέτοια κείμενα στην καθαρεύουσα ήταν η καθημερινότητά μας. Σας έχω εκμυστηρευτεί στο παρελθόν ότι ο πατέρας μου, όταν είδε την έφεσή μου στη γλώσσα, μου υπαγόρευε κάθε Κυριακή ένα μέρος του κύριου άρθρου της «Καθημερινής», και κάθε λέξη λάθος έπρεπε να την γράφω δέκα φορές! Στα 5 μου χρόνια έμαθα τη λέξη «Νεφελοκοκκυγίαι», αφού ήταν τίτλος στο κύριο άρθρο του Γ.Α.Β. Αυτήν τη γλώσσα μού έμαθαν, και τρόμαξα να μάθω τη Δημοτική όταν άλλαξαν οι καιροί…
Ευχαριστώ όλους σας και, βέβαια, ιδιαιτέρως τον Νικοκύρη!
Πέπε said
75
Η καθαρεύουσα μια χαρά γλώσσα είναι. Οι μεγάλοι της πώς τα κατάφεραν; Αυτός εδώ είναι φτωχός χειριστής της γλώσσας. Δεν ξέρω αν σε δημοτική θα έγραφε καλύτερα, πιθανώς όχι.
Α. Σέρτης said
Α, ρε κατακαημένε Γυμνασιάρχη…να μην ήσουν έστω Ροϊδης…
«Ο Κοντόπουλος γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Λουσικά της Αχαΐας, όπου βρίσκονται περί τα 25 χιλιόμετρα από την πόλη της Πάτρας.
Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στη συνέχεια εργάστηκε ως καθηγητής στη μέση εκπαίδευση στην Πάτρα («του Α΄ εν Πάτραις Γυμνασίου»)[1] και αργότερα έγινε γυμνασιάρχης στην Αθήνα (του «Γ΄ αρρένων»).[2] Δίδαξε επίσης και στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (Πολυτεχνείο Αθηνών). Υπήρξε συντάκτης (ανθολόγος) διαφόρων σχολικών αναγνωσματαρίων, όπως π.χ. το Νεοελληνικά Αναγνώσματα δια τους μαθητάς της Β΄ τάξεως των Ελληνικών Σχολείων και της αντιστοίχου των λοιπών της Μέσης Εκπαιδεύσεως (έκδ. Ηλίας Ν. Δικαίος, ²1927)[3] Συνεργάστηκε, επίσης, και με άλλους γνωστούς φιλολόγους (Μιχάλη Οικονόμου, Κώστα Ρωμαίο) στη σύνταξη μεγάλου πλήθους αντίστοιχων ανθολογίων που εκδόθηκαν από τον Οργανισμό Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων, όπως τα Νεοελληνικά Αναγνώσματα δια την Α΄ τάξιν των οκταταξίων Γυμνασίων, πενταταξίων προγυμνασίων και αστικών σχολείων του 1938,[4] τα Νεοελληνικά Αναγνώσματα Α΄ Γυμνασίου του 1950[5][6] κ.άλ. Εκτός από τα γυμνασιακά ανθολόγια, συνέγραψε και αναγνωστικά του δημοτικού σχολείου, όπως αυτά της ΣΤ΄ τάξης του 1943 και της Ε΄ τάξης του 1952 (σε συνεργασία με τον Δημήτριο Κοντογιάννη)»]
Alexis said
#75, 77: Να διευκρινίσω ότι η δική μου απογοήτευση έγκειται στη μορφή της γλώσσας σε σχέση με αυτά που περιγράφονται στο κείμενο του κ. Τζιώτη. (Ποιοι γράφανε τόσο ωραία κείμενα σε τόσο ωραία σπαρταριστή δημοτική στις αρχές του 20ου αιώνα; Τρέχα γύρευε!)
Δεν κρίνω την «ποιότητα» της γραφής στο κείμενο του Κοντόπουλου, το οποίο άλλωστε δεν διάβασα παρά μόνο λίγο στην αρχή.
Και βλέπω με κάποια συγκίνηση, ομολογώ, ότι ο Κοντόπουλος είχε διδάξει στο 1ο Γυμνάσιο Πατρών, από το οποίο πέρασα κι εγώ κάποτε ως μαθητής…
sarant said
77 Τι να δίδαξε άραγε στο ΕΜΠ; Κάνανε μήπως τότε γλωσσικό μάθημα;
Πέπε said
77
Ναι, έψαξα κι εγώ και το είδα αυτό. Πέρα από τη διδασκαλία, η τέχνη του ήταν να συγκροτεί ανθολογίες. Και έγραψε και μερικά δικά του. Δευτερευόντως, όπως καταλαβαίνω από τη διατύπωση. Πιθανόν λοιπόν να ήταν σαν έναν μουσικό που, ανάμεσα σε πλήθος τραγουδιών που έχει παίξει, έγραψε και μερικά δικά του και δε μας άρεσαν: άμα ήταν συνθέτης, προορισμένος γι’ αυτή την τέχνη, θα είχε δείξει από νωρίς το πράγμα. Το ότι, εξοικειωμένος με τη σύνθεση (ως αποτέλεσμα), κάποια στιγμή θες να δοκιμαστείς και σε δικές σου συνθέσεις (ως διαδικασία) παραμένει απολύτως θεμιτό και έντιμο.
Άλλη πιθανότητα: έγραφε μια χαρά και απλώς πέσαμε σε μια ατυχή περίπτωση.
Πάντως το στιγμιότυπο, αρχή αρχή, με τον τύπο που λέει για τα τρενάκια και ο συγγραφέας, καταδικάζοντάς τον ως αστείο, παίρνει το μέρος του σοβαρού (σικ) προέδρου της εκδρομής που απαγγέλλει ένα εγκυκλοπαιδικό κείμενο, ή τη δήθεν διαφωνία για το αν θα κλειδώσουν τις πόρτες που λύνεται με το «Για την ασφάλειά σας -Α, τότε εντάξει», ή το «πόσον ημερώνουν το τοπίον με τα κόκκινα και ρόδινα άνθη των!», τα θεωρώ δείγματα φτωχού χειρισμού της γλώσσας, όχι της καθαρεύουσας αλλά γενικώς. Διάλογοι/σκέψεις που θα μπορούσαν όντως να έχουν συμβεί, που εξυπηρετεί την οικονομία του έργου να παρατεθούν, αλλά που παρουσιάζονται στεγνοί και αφύσικοι. Ε, και όλα αυτά πασπαλισμένα με λίγο ανέβημεν, λίγο διατί και λίγο εισήλθομεν, που δε βλέπω να δικαιολογούν την παρουσία τους ως επιλογές.
Αυτά παρατηρησα, και όχι τίποτε σχετικό με την αξία του έργου του δασκάλου και ανθολόγου Κοντόπουλου.