Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Η νυχτερίδα πέταξε (διήγημα του Λάκη Παπαστάθη)

Posted by sarant στο 12 Μαρτίου, 2023


Στις 8 Μαρτίου έφυγε από τη ζωή ο σκηνοθέτης και συγγραφέας Λάκης Παπαστάθης. Γεννήθηκε στο Βόλο το 1943, αλλά μεγάλωσε στη Μυτιλήνη. Σπούδασε στο Κέντρο Σπουδών Κινηματογράφου και το 1972 σκηνοθέτησε την πρώτη μικρού μήκους ταινία «Γράμματα από την Αμερική», η οποία βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Κατά την περίοδο 1968-1971 εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη στην ταινία «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού, μια εμπειρία την οποία ο ίδιος αποκαλούσε από τα σημαντικότερα σχολεία της ζωής του. Από το 1975 ξεκινάει μια μακρά πορεία στην τηλεόραση, όπου ως σκηνοθέτης-παραγωγός, δημιουργεί με τον Τάκη Χατζόπουλο τις σειρές Παρασκήνιο και Ιστορικό Αρχείο. Σκηνοθέτησε τις μεγάλου μήκους ταινίες: Τον καιρό των Ελλήνων (1981), Θεόφιλος (1987), Το μόνον της ζωής του ταξείδιον (2001), Ταξίδι στη Μυτιλήνη (2010).

Έχει γράψει το χρονικό «Όταν ο Δαμιανός γύριζε την Ευδοκία» και τις συλλογές διηγημάτων Η νυχτερίδα πέταξε, Ο δάσκαλος αγαπούσε το βωβό σινεμά, Το καλοκαίρι θα παίξει την Κλυταιμνήστρα, Η ήσυχη και άλλα διηγήματα.

Επίσης, ο Παπαστάθης ήταν μανιώδης συλλέκτης περιοδικών -είχε μια από τις μεγαλύτερες συλλογές στην Ελλάδα.

Για να τιμήσουμε τη μνήμη αυτού του ξεχωριστού ανθρώπου, διάλεξα να παρουσιάσω ένα διήγημά του, που έδωσε και τον τίτλο σε ένα βιβλίο του. Στο τέλος του διηγήματος, βάζω και το λινκ προς μια εκπομπή αφιερωμένη σε αυτόν.

Το διήγημα εκτυλίσσεται στη Μυτιλήνη, όπου μεγάλωσε ο Λάκης Παπαστάθης

Η ΝΥΧΤΕΡΙΔΑ ΠΕΤΑΞΕ

Τ΄ όνομά του ήταν Γιάννης, όλοι όμως τον φώναζαν Νυχτερίδα γιατί έβαζε το κεφάλι του μέσα στο σκοτεινό θάλαμο της σαραβαλιασμένης φωτογραφικής μηχανής του, που ήταν στημένη στο προαύλιο της Μητρόπολης. Ο ίδιος πίστευε πως έβλεπε καλύτερα από τους άλλους ανθρώπους στα σκοτάδια, γιατί το μάτι του είχε ασκηθεί με τα φωτογραφικά χαρτιά και τις πλάκες στο κουβούκλιο της προπολεμικής μηχανής του.

Την υπεροχή του την επιβεβαίωνε ταχτικά κάνοντας νυχτερινό τεστ με τους γείτονες. «Μωρέλι μου, το βλέπεις εκείνο το μπαλκόνι εκεί δανά; Πόσες γλάστρες έχει κρεμασμένες στο κάγκελο;… τρεις και η μια έχει βασιλικό! Πάαινε κοντά να το δεις!» ή «τι λέει εκείνη η ταμπέλα, όχι τα μεγάλα γράμματα, τα μικρά! Στέργιος Σφετούδης… Τ΄ όνομα πατρός όμως; Σίγμα είναι ή νι; Σίγμα από το Σπυρίδων!»

Στα χρόνια της κατοχής, η Νυχτερίδα έπαιζε ποδόσφαιρο στον Αχιλλέα Μυτιλήνης. Είχε το δικό του δυναμωτικό, ένα μπουκαλάκι λάδι στην κωλότσεπη του άσπρου σώβρακου. Όταν παραέτρεχε, στεκόταν, έπινε δυο γουλιές μυτιληνιό λαδάκι και συνέχιζε. Παρόλο που έπαιζε αριστερό εξτρέμ, σπάνια σκοράριζε, εκτός κι αν έπεφτε σκοτάδι. Τότε ο άτολμος ποδοσφαιριστής, που συνήθως περιοριζόταν να κάνει σέντρες για τους άλλους, μεταμορφωνότανε σε δυναμικό γκολτζή: η Νυχτερίδα στο στοιχείο της. Το σκοτάδι λες και τον ντοπάριζε.

Ζούσε με το γιο του και τη μάνα του, η οποία ήταν ο μοναδικός άνθρωπος στο νησί που τον φώναζε με τ’ όνομά του το πραγματικό, «Γιάννη… μην ξεχάσεις το ψωμί…», γιατί ο Γιάννης ξεχνούσε τις παραγγελίες της μάνας του εκτός από το λάδι που φρόντιζε να το φέρνει –τρεις γκαζοντενεκέδες κάθε χρόνο– από έναν παραγωγό στον κόλπο της Γέρας. «Άμα έχεις λαδέλι, τάχεις όλα», έλεγε.

Η γυναίκα του έφυγε. Έτσι, αόριστα. Κανείς δεν έμαθε τι ακριβώς έγινε. Ένα πρωί, όταν ο γιος της ήταν επτά χρονών, με μια βαλίτσα στο χέρι, επιβιβάστηκε στο φορτηγό πλοίο Γεώργιος Φ και χάθηκε. Την ίδια μέρα όλες οι φωτογραφίες της εξαφανίστηκαν από το σπίτι, ακόμα και η φωτογραφία του γάμου τους και τα στέφανα από το εικονοστάσι. Από τότε ο Γιάννης έγινε λιγομίλητος. Η φωνή του λες και λιγόστευε, έγινε αδύναμη, μόλις που ακουγότανε. Χαιρετούσε τους γείτονες κι έλεγε το ναι ή το όχι με μικροκουνήματα του κεφαλιού του. Ακόμη και τους πελάτες του στο υπαίθριο φωτογραφείο τους έστηνε χωρίς πολλές κουβέντες, τους σήκωνε το κεφάλι με τις παλάμες του, τους έδειχνε πιο δεξιά ή αριστερά, τους έλεγε να σηκωθούν ή να καθίσουν με χειρονομίες, σχεδόν χωρίς μιλιά.

Κυκλοφορούσε στην πόλη με ένα παλιό αλλά πολύ περιποιημένο ποδήλατο. Γυάλιζαν τα στεφάνια, οι αχτίνες, οι ρόδες, τα φτερά, η αλυσίδα, το οδοντωτό γρανάζι, τα πετάλια. Ο ίδιος καθόταν σε μια μεγάλη πέτσινη σέλα που στηριζόταν σε χοντρές σούστες. Στη σχάρα πίσω του, συνήθως έβαζε το γιόκα του, το καμάρι του. Οδηγούσε το ποδήλατο αεράτα, με μεγάλη άνεση, χωρίς να φαίνεται πως καταβάλλει την παραμικρή προσπάθεια. Γύριζε τα πετάλια πατώντας τα με τις μύτες των παπουτσιών του και ανέπτυσσε αρκετά μεγάλη ταχύτητα. Το βράδυ σπανίως άναβε τον προβολέα του ποδηλάτου. «Αν συνηθίσει το μάτι σου, στο σκοτάδι βλέπεις καλύτερα», έλεγε, σαν να ήθελε και ο ίδιος να επιβεβαιώσει το παρατσούκλι του.

Εκείνο που του άρεσε περισσότερο ήταν η νυχτερινή ποδηλατάδα, με το γιο του πίσω στη σχάρα, στο Μακρύ Γιαλό, στην Επάνω Σκάλα, στα Τσαμάκια. Φεγγαράδα, και το ποδήλατο να γυαλίζει στο φως της σελήνης. Τότε πήγαινε όσο πιο αργά μπορούσε. Τα κανιά του, με τις μπανέλες που έσφιγγαν την άκρη του παντελονιού του, ανεβοκατέβαιναν σαν σε ταινία με αργή κίνηση. Μύριζε την αρμύρα της θάλασσας, τα φύκια, τα πεύκα, κι αναγνώριζε τον τόπο του.

Στο γήπεδο πήγαινε κάθε Κυριακή. Παρακολουθούσε το ματς ανέκφραστος και αδιάφορος για το αποτέλεσμα. Πρόσεχε μόνο πώς παίζουν τα δυο αριστερά εξτρέμ. Θεωρούσε τον εαυτό του εμπειρογνώμονα γι’ αυτή τη θέση. Όταν ο γιος του έγινε οκτώ χρονών, τον έπαιρνε μαζί του και του εξηγούσε τι σημαίνει καλό αριστερό εξτρέμ, κάνοντας κριτική στους παίκτες που έπαιζαν σ’ αυτή τη θέση. «Αυτός πρέπει να γίνει πολύ πιο γρήγορος», «πρέπει να σουτάρει με εσωτερικό φάλτσο», «πρέπει να παίρνει τη σωστή θέση και να βελτιώσει την τρίπλα του». Μόνο αν κάποιος ποδοσφαιριστής που έπαιζε σ’ αυτή τη θέση έκανε κάποια καλή κίνηση ή πετύχαινε γκολ, σηκωνόταν όρθιος και τον χειροκροτούσε.

Ο άνθρωπος που η Νυχτερίδα συναντούσε σχεδόν καθημερινά, ήταν ο υπάλληλος της Εθνικής Τραπέζης Ευστράτιος Σμυρλής. Γύρω στη μιάμιση μετά το μεσημέρι, η Νυχτερίδα περνώντας σαν σαΐτα μέσα από την πολυσύχναστη αγορά, προλάβαινε στο παρά πέντε ανοιχτή την Εθνική Τράπεζα και κατέθετε τις εισπράξεις της μέρας. Αν αργούσε λίγο, χτυπούσε το τζάμι από το πλάι στο γραφείο του Στρατή κι αυτός άνοιγε, έπαιρνε τα χρήματα κι έγραφε με το χέρι του την κατάθεση. Έτσι η Νυχτερίδα δεν έχανε ούτε μια μέρα τόκο. Άρχισε να καταθέτει από τη μέρα που γεννήθηκε ο γιος του. Το ’βαλε στόχο να μαζεύει λεφτά για τις σπουδές του παιδιού κι αυτό του έγινε έμμονη ιδέα. Ο κόσμος να χαλούσε, αυτός κάθε μεσημέρι ήταν στην Τράπεζα. Έδινε λίγα λεφτά στη μάνα του για το φαγητό και ξόδευε τα απολύτως απαραίτητα. Ούτε καφέ στο καφενείο δεν έπινε. Όταν έφυγε η γυναίκα του, οι καταθέσεις μεγάλωναν. Τα βιβλιάρια τελείωναν το ένα μετά το άλλο, τις περνούσαν σε καινούρια «εκ μεταφοράς» κι αυτός τα φύλαγε κι έκανε συγκρίσεις στις εβδομάδες, τους μήνες, τα χρόνια. «Το ’55 ήταν καλύτερο από το ’54, το Σεπτέμβριο που ανοίγουν τα σχολεία η δουλειά πάντα πάει καλύτερα, φέτος φτιάξαμε τη σκεπή στο σπίτι» ή «πέρυσι αρρώστησε η μάνα γι’ αυτό λιγόστεψαν οι καταθέσεις». Αυτά τα βιβλιάρια ήταν ένας καθρέφτης της δουλειάς του, της ζωής του.

Το στέκι του υπαίθριου φωτογραφείου της Νυχτερίδας στην αυλή της Μητρόπολης, στο κέντρο της αγοράς, ήταν πολύ καλό. Παρόλο που οι φωτογραφίες του βγαίνουν λίγο μελαγχολικές, γιατί ο ίδιος, αμίλητος όπως ήταν, δεν δημιουργούσε στους πελάτες και πολύ ευχάριστη ατμόσφαιρα, η πελατεία δεν έλειψε ποτέ. Ήταν πολύ συνεπής επαγγελματίας, οι τιμές του ήταν προσιτές και το σαράβαλο που λεγόταν φωτογραφική μηχανή, είχε έναν καταπληκτικό φακό που έκανε θαύματα. Επιπλέον, με μικρή πρόσθετη αμοιβή, για όποιους πελάτες το επιθυμούσαν, έβαφε με χρώματα ανιλίνης τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες και τις έκανε έγχρωμες. Ήταν ο μόνος στο νησί που είχε αυτή την ικανότητα. Εκτός από τη σταθερή δουλειά στο προαύλιο της Μητρόπολης, με μια μικρή μηχανή, φωτογράφιζε τις σχολικές γιορτές, τις παρελάσεις και τα πανηγύρια, κυρίως το Δεκαπενταύγουστο στην Παναγία της Αγιάσου, όπου τόχε τάμα και πήγαινε με τα πόδια από τη Μυτιλήνη.

Σταθερή πελατεία ήταν και οι ποδοσφαιρικές ομάδες. Η Νυχτερίδα τραβούσε τις επίσημες φωτογραφίες των ομάδων, αλλά και των ποδοσφαιριστών μεμονωμένα, από τα τσικό ως τους βετεράνους της πρώτης ομάδας. Η δυνατότητά του να χρωματίζει τις φανέλες με τα χρώματα της κάθε ομάδας, τον έκανε ασυναγώνιστο.

Οι καντηλανάφτες, οι διάκοι, οι παπάδες της Μητρόπολης με τις οικογένειές τους, φωτογραφίζονταν στη Νυχτερίδα. Δεν συνέβαινε όμως το ίδιο με τον ανώτερο κλήρο, που προτιμούσε το μεγάλο φωτογραφείο του Βασιλείου στην προκυμαία. Εκείνο που είχε στούντιο με φωτισμό και έσβηνε τις ρυτίδες των προσώπων με το ρετουσάρισμα στις «εβδομαδιαίες» φωτογραφίες. Άλλωστε, θα ήταν κάπως περίεργο ένας Δεσπότης να ποζάρει στο ύπαιθρο, ενώ δίπλα πηγαινοέρχεται ο κόσμος της αγοράς.

Ο γιος του μεγάλωνε. Τελείωσε το Δημοτικό με άριστα και συνέχιζε στο Γυμνάσιο. Του ερχόταν να κλάψει από τη χαρά του, όταν οι καθηγητές του παιδιού του το παίνευαν για την αρετή και την επιμέλειά του. Δάγκωνε τη γλώσσα του για να συγκρατήσει τα δάκρυά του μέχρι να φτάσει στο ποδήλατό του, που τόχε παρκάρει στην είσοδο του σχολείου. Μετά έκανε ορθοπεταλιά κι άφηνε τον εαυτό του να ξεσπάσει στο κλάμα της χαράς. Έτρεχε, έκανε τσαλίμια κι ο αέρας τού στέγνωνε τα μάτια.

Στην αρχή ένιωσε πόνους άγνωστους, μετά κουραζόταν στις μεγάλες διαδρομές με το ποδήλατο, άρχισε να αδυνατίζει, έφεξε. Πήγε στο Βοστάνειο Νοσοκομείο κι έκανε εξετάσεις. Ο γιατρός, ο Γιώργος Μαρτίνος, ήταν συμπαίκτης του στον Αχιλλέα τα πρώτα μετακατοχικά χρόνια. Η Νυχτερίδα τον αγαπούσε γιατί ήταν ο μικρός της ομάδας και τον καμάρωνε μαζί με τους συμπαίκτες του όταν ξαναγύρισε μετά τις σπουδές του στο νησί. Η γνωμάτευση αργούσε. Ο γιατρός εξαντλούσε όλες τις δυνατότητες του επαρχιακού νοσοκομείου. Η Νυχτερίδα χειροτέρευε.

Ένα μεσημέρι ο Γιώργος Μαρτίνος σταμάτησε με το αυτοκίνητό του μπροστά στην αυλή της Μητρόπολης. «Νυχτερίδα, έλα! πάμε μια βόλτα». Ο Γιάννης κατάλαβε. Μετέφερε τη μηχανή στη μικρή τρύπα που ήταν το μαγαζί του και χωρίς να βιάζεται μπήκε στο αυτοκίνητο αμίλητος. Πέρασαν την προκυμαία, το Μακρύ Γιαλό, την ανηφόρα του Ναυτικού Ομίλου, κι έφθασαν στη Βαρειά. Εκεί, μετά από λίγα λεπτά σιωπής, η Νυχτερίδα ρώτησε ήρεμα «Γιωργιέλι, θα ζήσω;» Ο γιατρός βουρκωμένος. «Θα φροντίσω να πας στην Αθήνα». Η Νυχτερίδα ξαφνιάστηκε. «Θέλω να με γυρίσεις στο σπίτι».

Σ΄ ολόκληρη τη διαδρομή της επιστροφής το μυαλό του δούλευε με ένταση. Έκανε λογαριασμούς για το πόσο θα κοστίσουν τα ταξίδια, πόσο τα φάρμακα, πόσο τα νοσοκομεία και οι γιατροί.

Στο σπίτι το παιδί του διάβαζε. Στις μικρές τάξεις ο Γιάννης το βοηθούσε, στις μεγάλες όμως δυσκολευόταν. Του κρατούσε το βιβλίο της Ιστορίας ή της Γεωγραφίας και ο μικρός του ’λεγε το μάθημα ή έλυναν μαζί τα προβλήματα της πρακτικής αριθμητικής. Εκεί ο Γιάννης ήταν ασυναγώνιστος. Έκανε με αστραπιαία ταχύτητα τις πράξεις στο μυαλό του, χωρίς χαρτί και μολύβι. «Κωστέλι, ήρθα… Αύριο μετά το σχολείο θα πάμε μαζί στην Τράπεζα».

Τα τακτοποίησε όλα. Άφησε στο συρτάρι της μάνας του πενταπλάσια χρήματα απ’ ό,τι συνήθως και πέρασε όλες τις καταθέσεις του στο γιο του. Δεν σήκωσε ούτε δεκάρα. Το ποσό των 200.000 δραχμών από τις οικονομίες μιας ζωής, για την εποχή που μετρούσαν και οι πεντάρες, ήταν μεγάλο.

Σούρουπο ανέβηκε στη Σουράδα. Μπροστά του γκρεμίλα. Φάτσα η είσοδος του λιμανιού. Κάθισε σε μια πέτρα κοιτώντας τα καΐκια που έσχιζαν τη θάλασσα βγαίνοντας στο πέλαγος. Αναγνώρισε την Παναγιά την Οδηγήτρα και τον Ταξιάρχη τον Πανορμίτη, που ήξερε τους καπεταναίους τους. Αυτός δεν είχε βγει ποτέ από το νησί του. Έβλεπε τα καΐκια ν’ απομακρύνονται κι όταν έγιναν μικρές κουκίδες η Νυχτερίδα σηκώθηκε, σταυροκοπήθηκε και πέταξε στο μαύρο ουρανό, στο μαύρο πέλαγος.

Η φίλη μας η Αναστασία Ζέππου μού έστειλε το λινκ από ένα αφιέρωμα του αρχείου της ΕΡΤ στον Λάκη Παπαστάθη. Μπορείτε εκεί να δείτε την εκπομπή Μονόγραμμα που αφιερώθηκε στον Παπαστάθη το 2016. 

Advertisement

72 Σχόλια προς “Η νυχτερίδα πέταξε (διήγημα του Λάκη Παπαστάθη)”

  1. atheofobos said

    Πικρό μεν αλλά συγκλονιστικά ανθρώπινο διήγημα από ένα πολυτάλαντο άνθρωπο που για χρόνια ήταν στο Προσκήνιο της τηλεόρασης με την εκπομπή του Παρασκήνιο.

  2. Για τους φωτογράφους και τις φωτογραφίες τους είδα και αυτό το πολύ ωραίο: https://www.athensvoice.gr/politismos/792570/lakis-papastathis-skines-apo-enan-dromo/?utm_term=Autofeed&utm_medium=Social&utm_source=Twitter#Echobox=1678303129

    Να ρωτήσω κάτι (καθείς κι οι εμμονές του…). Είναι δυνατόν να μην υπάρχει πουθενά στο διαδίκτυο ούτε μια σκηνή από το τηλεοπτικό φιλμάκι που γύρισε ο Παπαστάθης για τον Σαββόπουλο εκεί γύρω στο ’72; Ξέρω ότι θεωρείται χαμένο, αλλά κάποιες σκηνές τις είχε ανακαλύψει ο Σαββ. γύρω στο ’95 και τις πρόβαλλε στις συναυλίες του εν είδει βιντεοκλίπ: ο Σαββόπουλος με μούσια στο μπαλκόνι κρατά μια μάσκα Σαββόπουλου με μουστάκια, την πετάει κάτω, στο δρόμο τον βλέπουμε ξαπλωμένο κ.ο.κ.
    Πιθανότατα δεν πρόκειται για την εκπομπή «Χαίρω πολύ Σαββόπουλος» αλλά για φιλμάκια που έπαιζαν ρόλο στη γνωστή παράσταση με τον Σπαθάρη, τον Τζίμη τον Τίγρη κλπ: http://lakispapastathis.gr/posts/v/sunenteuxi-sto-fantazio-gia-sabbopoulo-1973

  3. Λάμπας said

    Πολύ δυνατό!

  4. Καλημέρα κι από δω
    Ούτε σίγμα ούτε νι – δέλτα ήτανε, Δημήτρης ο Σφετούδης, ο μπαμπάς του Στέργιου, πούχε το βιβλιοπωλείο στην Ερμού (παλιότερα ο μπαρμπα-Μήτσος τόχε στην Αλκαίου, 20 – 30 μέτρα, αλλά κάναν τη διαφορά! 🙂

    Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας παίζει και στο «ταξίδι στη Μυτιλήνη»

  5. Πουλ-πουλ said

    Καλημέρα
    Στοιχεία απ’ αυτό το διήγημα ανευρίσκονται και στην ταινία του «Ταξίδι στη Μυτιλήνη».
    Λιτό, με μυτιληνιό άρωμα το διήγημα.
    Για όποιον ενδιαφέρεται για τους παλιούς φωτογράφους του νησιού υπάρχει το πολύτιμο λεύκωμα του Στρατή Αναγνώστου «Η παλιά Μυτιλήνη» με φωτογραφίες από το 1867, τη χρονιά του μεγάλου σεισμού. Μεταξύ των άλλων, με τις φωτογραφίες του, βοήθησε στην τεκμηρίωση πρόσφατων αναστηλώσεων στο κάστρο και το Βαλιδέ τζαμί.

    https://www.emprosnet.gr/feed/61746-i-palia-mytilini

  6. Costas Papathanasiou said

    Καλημέρα. Ωραία η ‘νυχτερίδα’.
    Αυτός ο Άνθρωπος, ο Ίκαρος Νυκτός που “Του ερχόταν να κλάψει από τη χαρά του, όταν οι καθηγητές του παιδιού του το παίνευαν για την αρετή και την επιμέλειά του.” Όχι όμως και από το φάσμα του Θανάτου που το κοιτάει κατάματα με απίστευτη ψυχραιμία: «Γιωργιέλι, θα ζήσω;».
    Αντί να κλάψει γι’ αυτό, πετάει πάνω απ’ την γκρεμίλα του χαμού του, παίρνει μαζί του το Κακό, μακριά, στη μαύρη σμίξη ουρανού-πελάγους κι αφήνει πίσω του το φως για το παιδί μαζί μ’ εκείνο συνεχίζοντας να ζει: .
    «Κωστέλι, ήρθα… Αύριο μετά το σχολείο θα πάμε μαζί στην Τράπεζα».
    (Μια φωτερίδα ήταν τελικά αυτός ο μέγας μπαλαδόρος-φωτογράφος)

  7. Και μιας και αναφέρθηκα στο Ταξίδι στη Μυτιλήνη να βάλω ένα λινκ προς το ΕΡΤφλιξ που έχει την ταινία διαθέσιμη μέχρι τις 8 του Απρίλη.

  8. Καλημέρα

    Εξαιρετικό το διήγημα, μακριά από τα «ξύλινα» των επαγγελματιών.

    Μου μίλησε το διήγημα καθώς και μένα έφυγε η γναίκα μου αφηνοντάς με με δυο παιδιά και την γριά μάνα μου αλλά δεν λιγόστεψε η φωνή μου γιατί ένας -μακαρίτης τώρα- φίλος μου, φανατικός εργένης μου έδειξε γρήγορα και πειστικά τα πλεονεκτήματα του νέου τρόπου ζωής.

  9. Τον ρόλο του Νυχτερίδα απέδωσε θαυμάσια ο καταπληκτικός ηθοποιός (επίσης Μυτιληνιός) Χρήστος Χατζηπαναγιώτης στη ταινία του Παπαστάθη «Ταξίδι στη Μυτιλήνη», από τις ωραιότερες που έχω δει.
    Διαβάζοντας το διήγημα, είχα μπροστά μου τις αντίστοιχες στιγμές της ταινίας.

  10. Παναγιώτης Κ. said

    Μπράβο Νικοκύρη για τα αντανακλαστικά σου!
    Έπρεπε να τιμήσουμε τον δημιουργό του Παρασκηνίου.

  11. sarant said

    Kαλημέρα, ευχαριστώ πολύ για τα πρώτα σχόλια!

    Να πω εδώ ότι αύριο θα έχουμε άρθρο για τον Αλέξη Πάρνη και ότι η κηδεία του γίνεται αύριο στις 3 στο νεκροταφείο στα Γλυκά Νερά -δυστυχώς είμαι στο εξωτερικό.

    7 Μπράβο για το λινκ

    9 Οπότε πρέπει να δούμε την ταινία

  12. Θλιβερή συγκυρία. Τον αγαπήσαμε αυτόν τον άνθρωπο.

  13. Costas Papathanasiou said

    Η κεντρική ιδέα της ταινίας “Ταξίδι στη Μυτιλήνη” και το ωραίο οξύμωρο της σωστής σκηνοθετικής παρουσίας “Υπάρχεις όσο λιγότερο φαίνεσαι”, εδώ: https://lakispapastathis.gr/posts/v/i-mnimi-kai-i-agapi-kanoun-tous-anthropous-athanatous

  14. leonicos said

    Έχτισε όμορφα και πειστικά ένα πολύ ενδιαφέροντα χαρακτήρα

    Θα μπορούσα ν’ ανακαλέσω το ‘έχτισε’ με το ‘περιέγραψε’, αλλά εφόσον τον αναγνώρισε, έχει την ίδια αξία με το ‘έχτισε’.

  15. Costas X said

    Συγκλονιστικό το διήγημα του Λάκη Παπαστάθη !

    Εδώ ο φωτογράφος, δίπλα στο Δημοτικό Θέατρο της Κέρκυρας, που έβγαλε τις φωτογραφίες για τη μαθητική και την προσκοπική μου ταυτότητα.
    Αργότερα, για την αστυνομική ταυτότητα, δεν γινόταν δεκτές οι φωτογραφίες του.

  16. sarant said

    15 Καταπληκτική φωτογραφία!

  17. Costas X said

    16. Αυτόν σκέφτηκα αμέσως μόλις άρχισα να διαβάζω το διήγημα. Τον προτιμούσα, απ’ όλα τα φωτογραφεία της πόλης, ίσως γιατί ήμουν από μικρός ρομαντικός. Φύλαγε τις πλάκες του και τις φωτογραφίες των πελατών του σε μια σχισμή του τοίχου, ή μάλλον του τείχους, που διακρίνεται πίσω του.

  18. ΧριστιανoΜπoλσεβίκoς said

    Πολύ ωραίο και το σημερινό.

  19. Χαρούλα said

    Νικοκύρη δεν παίζεις όμορφα… με βούρκωσες Κυριακάτικα!

    Αναπαυμένος να είναι ο καλλιτέχνης.
    Άφησε ποικιλία έργου για να τον θυμόμαστε.
    Σ´ευχαριστούμε για το μνημόσυνο.

    Στην Αλεξανδρούπολη ως τις αρχές των 70ς ένας τελευταίος σε κεντρικό σημείο, κρατούσε την παράδοση. Ενώ στην κεντρική πλατεία της Λάρισας 2-3 υπήρχαν ακόμη και στις αρχές των 80ς. Θα μας πει η Κιγκέρι.

  20. Χαρούλα said

    Δύτη (#2), τυχαία έπεσα πάνω σ´αυτή την φωτό. Έτσι λοιπόν, για να μαλακώσω λίγο …τις εμμονές σου!

  21. 20 Α ναι, την έχω δει, ευχαριστώ! Δεξιά βεβαίως είναι ο Λοΐζος κι ας μοιάζει του… Τσίπρα.

  22. Αγάπη said

    Τί όμορφο…

  23. mazianos said

    Αγαπημένη εκπομπή το Παρασκήνιο.
    Υπέροχες και οι ταινίες του Παπαστάθη.
    Αποπνέουν άρωμα γλυκάνισου απ’ το Λισβόρι.

  24. Reblogged στις anastasiakalantzi59.

  25. 7: Α, ταμάμ, ευκαιρία να βάλω το https://github.com/murrty/youtube-dl-gui

  26. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    7 πολύ κουβαρντού η ερτφλιξ όμως! Το Ταξίδι στη Μυτιλήνη ταξιδεύει ελεύθερο από καιρό, σε γνώση και αποδοχή του Λάκη.

  27. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Τα Γράμματα από την Αμερική, του Λάκη Παπαστάθη.

  28. ΕΦΗ - ΕΦΗ said


    Με το Μανόλη Αναγνωστάκη και το ζωγράφο Βασίλη Σπεράντζα, στο σπίτι του στο Πήλιο. Ο επιχρωματισμός έχει γίνει από τον ίδιο.

    >>Η δυνατότητά του να χρωματίζει τις φανέλες με τα χρώματα της κάθε ομάδας, τον έκανε ασυναγώνιστο.

    1958, με τον Αχιλλεα Μυτιληνης. Έπαιζε σεντερ φορ.

  29. sarant said

    26 Α, ωραία!

    25 Κατεβαστήρι από Γιουτούμπ;

  30. ΓιώργοςΜ said

    Καλημέρα από το ερημητήριο, με πολλές ευχαριστίες, εξαιρετικό διήγημα που ταιριάζει με την (εδώ τουλάχιστον) συννεφιασμένη Κυριακή.

  31. ΕΦΗ - ΕΦΗ said


    Ο Λάκης Παπαστάθης κατά τον Αλέκο Φασιανό
    Για τον αναφερόμενο από τον Φασιανό Παν.Φειδάκη, ο Λ.Π.
    https://lakispapastathis.gr/posts/v/o-panagiotis-feidakis-zografizei-theofilo-xatzimixail

  32. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Για το διήγημα θα πω μόνο «είναι Παπαστάθης»!
    Σενάριο κανονικό ενός καθαρόαιμου κινηματογραφιστή. Η αγαπημένη (νοιώθεται!) Μυτιλήνη, εικόνες ανθρώπων και τοπίων, με το φυσικό φως του Αιγαίου αλλά και το ασπρόμαυρο του φωτογράφου, ελληνικότητα και άμεση συγκίνηση με συγκρατημένο (ή και όχι) δάκρυ.

  33. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Ήθελα πρώτα να μπουν άμεσα οι φωτό (σχ. 28 κ 31) και μετά να βάλω το λινκ. Αν δεν βγει , οκ, τί να γίνει . Έφυγε ο Γιάννης μας που τα τακτοποιούσε αυτά

    Στο μυαλό του Λάκη Παπαστάθη
    https://popaganda.gr/people/lakis-papastathis-interview/

  34. ΓΤ said

    @31

    σαν να διαβάζουμε «απΟθανατίζων» στο Φάσια.

  35. Διδάσκω σημαίνει παίρνω την ευθύνη.

    «… Η βασική αρχή της διδασκαλίας του ήταν »παίξ’ το για να το μάθεις, ζωντάνεψέ το». Παρά την πολύχρονη εμπειρία του όμως, παρά τα καλά αποτελέσματα της διδασκαλίας του, είχε πάντα τις αμφιβολίες του. «Πόσο διδάσκεται η τέχνη και με ποιο τρόπο; Μήπως είναι η μέθοδός μου μια προσωπική εμμονή, ένα παιχνίδι ιδιοτελούς αυτοεπιβεβαίωσης; Μήπως κάποιοι τουλάχιστον από τους μαθητές μου θα τα κατάφερναν καλύτερα με άλλη μέθοδο, άλλους δασκάλους, πορευόμενοι σε άλλους δρόμους διδασκαλίας που αγνοώ;» Καθώς περνούσε με το μικρό αυτοκινητάκι του από την πήχτρα της Πανεπιστημίου για να πάει στη σχολή, γνώριζε πως έπρεπε να ξεχάσει τις αμφιβολίες του, για να μπορέσει να μπει στην τάξη να διδάξει. Γι’ αυτό, όταν έφτασε στην Ομόνοια φώναζε δυνατά «διδάσκω σημαίνει παίρνω την ευθύνη»…..

    Απόσπασμα από το βιβλίο του Λάκη Παπαστάθη «Ο δάσκαλος αγαπούσε το βωβό σινεμά», εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2014.

    Πόσο με επηρέασε στη δουλειά μου και στις απόψεις μου για τη δουλειά μου, αυτή του η φράση…
    Ευχαριστούμε Νικοκύρη για το αφιέρωμα, που μέχρι το βράδυ θα γεμίσει ψηφίδες ζωής και τέχνης αυτού του σπουδαίου ανθρώπου!

  36. ΣΠ said

    29
    Για κατέβασμα από το youtube.
    https://www.y2mate.com/en373/youtube

  37. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Προχτές που είχαμε για τη μέρα της γυναίκας το νήμα, θυμήθηκα κ ήθελα να ποστάρω μια φωτό που είχε και γυναίκες δίπλα στους άντρες να ανοίγουν τον «Δρόμο των 100 ημερών» (με τις αξίνες), το 1951 στον Κοσμά Κυνουρίας. Υπάρχει σχετικό ντοκιμαντερίστικο βίντεο (κάπως σαν από τα Επίκαιρα, καταλαβαίνω) το οποίο παρέκαμψα καθώς δεν ξέρω ν΄αντιγράφω φωτό/στιγμιότυπο από κινούμενη εικόνα και συνέχισα την αναζήτηση.
    Και πέφτω στο παρακάτω, όπου ακούω τη φωνή του Λάκη να κάνει εμβόλιμο σπικάζ! Ένιωσα μεγάλη συγκίνηση με τη σύμπτωση καθώς είχα πληροφορηθεί το φευγιό του λίγο νωρίτερα. Αναλύει/σχολιάζει τις λήψεις εκείνης της εποχής ο κινηματογραφιστής…

  38. sarant said

    Ευχαριστώ για τα νεότερα, καταπληκτικές συμπληρώσεις!

    36 Καλό είναι να τα κατεβάζουμε διότι πολλές φορές χάνονται από το ΥΤube πράγματα που θέλεις να δεις και δεν πρόλαβες.
    (Έτσι είχα χάσει το Πιθάρι, τη μόνη ταινία σε σενάριο Μποστ, που είχα δει το μισό και μετά το άφησα, κι όταν πήγα να δω το υπόλοιπο το είχαν κατεβάσει).

  39. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Από το αφιέρωμα αποχαιρετισμού (Οκτ.2015) της σημαντικότερης και πιο επιδραστικής εκπομπής πολιτισμού που αξιώθηκε η δημόσια τηλεόραση, το «Παρασκήνιο»
    Τα δύο χρόνια «μαύρο στην ΕΡΤ» ήταν πολλά για να αντέξει η εταιρεία παραγωγής CINETIC.
    Λάκης Παπαστάθης: «Είχαμε την αίσθηση της επικίνδυνης αποστολής»
    – Πότε ακριβώς προβλήθηκε το πρώτο «Παρασκήνιο» και τι ακριβώς ήταν;
    Ξεκίνησε τον Φεβρουάριο το 1976 και αποτελούνταν από τρία θέματα δεκαοχτάλεπτης διάρκειας το καθένα. Το πρώτο -που σκηνοθέτησα εγώ- ήταν αφιερωμένο στον Θανάση Βέγγο, το δεύτερο -σκηνοθετημένο από τον Τάκη Χατζόπουλο- παρουσίαζε τον Μίνω Βολανάκη, που ήταν τότε καλλιτεχνικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και το τρίτο- σκηνοθέτης ο Νίκος Κανάκης- ήταν ένα πορτρέτο του Γιάννη Μαρκόπουλου.

    -Πόσα «Παρασκήνια» έχουν προβληθεί μέχρι σήμερα;
    Περί τα εννιακόσια. Δεκαοχτάλεπτα, ημίωρα ή περίπου πενήντα δύο λεπτών. Η διαφορετική διάρκεια προκύπτει από το γεγονός πως σε κάποιες περιόδους, η κάθε εκπομπή είχε δύο ή τρία θέματα.
    https://www.efsyn.gr/tehnes/media/40609_lakis-papastathis-eihame-tin-aisthisi-tis-epikindynis-apostolis

  40. ΣΠ said

    38
    Το Πιθάρι μπορείς να το κατεβάσεις από εδώ
    https://redload.co/f/opcyt6zdtozk

  41. Κιγκέρι said

    19: Χαρούλα,

    έτσι είναι! Έναν θυμάμαι πολύ καθαρά γιατί ήτανε χαρακτηριστική φυσιογνωμία, φορούσε δε τραγιάσκα και ποδιά λευκή!

  42. sarant said

    40 Θαυματουργός! Νάσαι καλά!

  43. ΣΠ said

    42
    Σε μια σκηνή ο Βέγγος προσπαθεί να σκαρώσει ένα στιχούργημα που κάνει μπαμ πως είναι Μποστ.

  44. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ, Λάκης Παπαστάθης

  45. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

  46. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    44, ωχ τώρα συνειδητοποίησα ότι στο τέλος στο άρθρο έχει μπει αυτό το λινκ από το Μονόγραμμα που μας έστειλε η κ. Αναστασία Ζέππου. Συγγνώμη.

    2β, Δύτη στην εκπομπή στο Μονόγραμμα για τον Λ.Π. έχει ένα κομμάτι κι ένα μεγαλύτερο στο αφιέρωμα στο Σαββόπουλο στην εκπομπή » Η Ιστορία των χρόνων μου».

  47. 46β Μπράβο ναι! Στο 22:30». Όχι όμως αυτά τα κλιπάκια που θυμόμουν από τις συναυλίες…

  48. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Στην ταυτότητα του Λάκη Παπαστάθη γράφει
    Απόστολος Παπαευσταθίου
    Εδώ η προσωπική του ιστοσελίδα
    https://lakispapastathis.gr/

  49. sarant said

    44-45 A μπράβο

    48 Αυτό με το επώνυμο δεν το ήξερα.

  50. Πέπε said

    Πολύ όμορφο. Πικρό βέβαια, όπως είπαν κι οι άλλοι – άλλωστε για πικρό προοριζόταν.

    Είναι από τις περιπτώσεις όπου ενώ από παράγραφο σε παράγραφο εξακολουθεί απλώς να περιγράφει τον ήρωα, χωρίς γεγονότα, καθόλου δεν κουράζει. Γύρω στα 2/3 κόντευα να το πάρω απόφαση ότι δε θα συμβεί τίποτε, αλλά δε θα με πείραζε. Τελικά συνέβη βέβαια…

  51. 29β: Για να το βάλω κάτω απ’ το έρτφλιξ, παναπεί όχι μόνο για τον γιουτούμπη 😉

  52. gbaloglou said

    Εξαιρετικό το «Όταν ο Δαμιανός γύριζε την Ευδοκία», σημειώνω με την ευκαιρία και το «Προς το πλοίο» του Δαμιανού, θαυμάσια ταινία!

  53. sarant said

    51 Καλά λες. Άρα γενικής χρήσεως κατεβαστήρι

  54. Λεύκιππος said

    20 Αριστερά είναι ο Σαββόπουλος στα νιάτα του ή μου φαίνεται;

  55. Κυριάκος said

    Απίστευτο κι όμως αληθινό: Μετά από 12 ώρες αναρτήσεως ενός ολόκληρου άρθρου για τον μακαριστό μπολσεβίκο σκηνοθέτη Λάκη Παπαστάθη και 48 σχόλια, ο αγαπητός σε όλους μας κύριος Νίκος πήρε χαμπάρι (βλέπε σχόλιο 49) ότι το κατά κόσμον όνομα του ινδάλματός του είναι «Απόστολος Παπαευσταθίου»!!!..

    Ιδού μία ακόμη τρανή απόδειξις για την κάτω βόλτα που έχει πάρει το πάλαι ποτέ έγκυρο Σαραντάκειο Ιστολόγιο μετά την ξαφνική κοίμηση (σ.σ.: στις 24 Μάρτη 2022: Αναμένω να δώ τί μνημόσυνο θα του κάνουν οι πολυπληθείς θαυμασταί του σε 12 μέρες από σήμερα που συμπληρώνεται ο ένας χρόνος) τού μακράν κορυφαίου σχολιαστού του Γιάννη Ιατρού.

    ΚΑΛΟΥΜΕ τον λαλίστατο κύριο Σαραντάκο να βγεί και να τοποθετηθεί στο μέγα θέμα που προέκυψε προ δύο ωρών με το νέο άρθρο του Μιχάλη Στούκα στο «Πρώτο Ψέμα» : Ο παμπόνηρος Στούκας (σ.σ.: σταυρολεξάς στο επάγγελμα ήγουν… συνθέτης σταυρολέξων) αναφέρει 3 φορές υμνητικά τον κύριο Νίκο (του διαφημίζει και το βιβλίο «Μύθοι και Πλάνες για την Ελληνική Γλώσσα»), αλλά με δόλιο τρόπο βάζει σε αμφιβολία τους αναγνώστες για την εγκυρότητα του Σαραντακείου Ιστολογίου. Μεταφέρω επί λέξει…

    ΜΙΧΑΛΗΣ ΣΤΟΥΚΑΣ: «Ο Νίκος Σαραντάκος θεωρεί επίσης ότι η γερμανική λέξη Ehrgefuhl είναι «αρκετά κοντά στο δικό μας φιλότιμο». Επικοινωνήσαμε με τον κορυφαίο γλωσσολόγο και Ακαδημαϊκό κύριο Χριστόφορο Χαραλαμπάκη, άριστο γνώστη και της γερμανικής γλώσσας, που μας είπε ότι αυτό δεν ισχύει.»

    Κύριε Νίκο, πάρτε θέση εδώ και τώρα γιατί το θέμα είναι πολύ σοβαρό: Ο φιλαράκος σας ο Χαραλαμπάκης έχει δίκιο που σάς διαψεύδει για το «Ehrgefuhl »= φιλότιμο;

    Εδώ σε θέλω κάβουρα που περπατάς στα κάρβουνα…

  56. spyridos said

    Συγκινητικό και ωραίο μνημόσυνο.

    Μια πολύ ωραία περιγραφή για τα κουτιά φωτογραφικές του δρόμου.
    http://www.afghanboxcamera.com/abcp_camera_howtouse.htm

    Θυμάμαι τη δεκαετία του 80 έναν τελευταίο στην Πανεπιστημίου.
    Μετά έιχα πετύχει έναν στο πάρκο του κέντρου στο Βουκουρέστι.
    Δίπλα από τη λιμνούλα φωτογράφιζε ζευγαράκια, συνήθως εξοδούχους νεοσύλλεκτους με τα κορίτσια τους.
    Και τελευταίο ως πριν δέκα χρόνια περίπου έναν απίστευτο τύπο που εμφανιζόταν μια στη πλατεία της Παλιάς Εκκλησιάς στο Άμστερνταμ ή στη Μέσα Αυλή (της Βουλής) στη Χάγη. Μάλλον Ρομά αλλά δεν είμαι σίγουρος.
    Τον άκουγα να μιλάει εκτός από Ολλανδικά, Ισπανικά, Τούρκικα, Αγγλικά, Γαλλικά, Εβραϊκά.
    Οταν του μίλησα Ολλανδικά μου απάντησε στα Ελληνικά. Του πήγα τα τελευταία μου φωτογραφικά χαρτιά από το σκοτεινό και ήθελε να με βγάλει μια φωτογραφία.Την επόμενη φορά του είπα. Δεν τον ξαναείδα.

  57. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    52 Ναι! κι ας την ποστάρουμε, ταιριάζει κι αυτή μέσα στο μνημόσυνο του Λάκη. Εκτός από την σύνδεσή του με την «Ευδοκία» έχτισε την ταινία»Τον Καιρό των Ελλήνων» πάνω στη μορφή και το ιδιαίτερο της όλης παρουσίας τού Δαμιανού.

  58. sarant said

    57 Καλά κάνεις και την ποστάρεις διότι μού έχει ξεφύγει. Βέβαια, τώρα πρέπει να βρω καιρό να τη δω….

  59. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Ο κόσμος του Παπαστάθη, με τα σταθερά υλικά του -και πάντα σε εικόνες σινεμά.

    Η Ήσυχη
    Ενα διήγημα του Λάκη Παπαστάθη από το βιβλίο «Η ήσυχη και άλλα διηγήματα» (2005, Εκδόσεις Νεφέλη)

    Ο επιλοχίας, ανεβασμένος στα σκαλιά του λόχου, μοίραζε τα γράμματα φωνάζοντας το όνομα. Τα πετούσε με δύναμη στον ουρανό κι αυτά προσγειώνονταν με τσαλίμια μέσα στο τσούρμο των φαντάρων. Ο παραλήπτης σπάνια έπιανε το γράμμα στον αέρα, συνήθως το έψαχνε ανάμεσα στις αρβύλες των άλλων φαντάρων που περίμεναν κι αυτοί το δικό τους. Όταν τα γράμματα τέλειωναν ο λοχίας φώναζε χαιρέκακα «οι υπόλοιποι έχετε χαιρετίσματα από τη Βουγιουκλάκη…και φιλιά!».

    «Και σήμερα δεν ήρθε γράμμα της. Ας μου’ γραφε δυο γραμμές που να λένε πως μ’ αγαπάει και πως με σκέπτεται κι εγώ ας καθόμουν τρεις μέρες συνέχεια σκοπιά. Θ’ άντεχα τα πάντα!»

    Η έξοδος των φαντάρων στην Κόρινθο κρατούσε από τις τρεις το απόγευμα μέχρι τις εννιά το βράδυ. Όλη η πόλη ντυνόταν στο χακί. Γέμιζαν τα ζαχαροπλαστεία και οι ταβέρνες. Οι πιο τυχεροί, που τους επισκέπτονταν τα κορίτσια ή οι γυναίκες τους, κλείνονταν σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου κι έβγαιναν στο παρά πέντε τρέχοντας να προλάβουν να χωθούν στο στρατόπεδο πριν από τις 9. Η αγαπημένη του ήρθε μόνο μία φορά. Ήταν βιαστική και αγχωμένη. Σχεδόν δεν πρόλαβε να τη φιλήσει, να την αγκαλιάσει λίγο πριν μπει στο λεωφορείο για την Αθήνα. Όμως το βράδυ στη σκοπιά τη σκεφτόταν με την άνεσή του. Αναπαριστούσε στο μυαλό του τις πιο έντονες ερωτικές σκηνές τους και φανταζόταν πως όταν θα πήγαινε με άδεια στο σπίτι της στην Αθήνα θα πετούσε τα φανταρίστικα από την είσοδο, θα γδυνόταν για να την αγκαλιάσει. Την ποθούσε τόσο πολύ που δεν είχε καθαρό μυαλό να δει πως το κορίτσι τον τελευταίο καιρό όλο και περισσότερο απομακρυνόταν απ’ αυτόν.

    Ο πιο τακτικός επισκέπτης ήταν η Ειρήνη. Ερχόταν και τις μέρες που δεν είχε επισκεπτήριο και τον έβλεπε απ’ το φράχτη ή άφηνε φαγητό και τσιγάρα στην πύλη. Ήταν ένα από τα κορίτσια της παρέας του που δεν είχε όμως ποτέ ερωτική σχέση μαζί του. Τη φώναζαν « η Ήσυχη», γιατί μιλούσε λίγο και σιγανά. Δεν θύμωνε, δεν ύψωνε τη φωνή της, δεν τσακωνόταν ποτέ. Έλαμπε ολόκληρη όταν τον έβλεπε αλλά δεν τον κοιτούσε ποτέ με νόημα, ούτε τον φιλούσε ποτέ στο στόμα. Έβαζε μόνο τα δάχτυλά της στα μαλλιά του ανεμίζοντάς τα. Η σχέση τους δεν είχε καμία εξέλιξη. Ήταν πάντα σταθερή και σίγουρη. Και για τους δυο. Χωρίς σκαμπανεβάσματα. Αυτός σκέφτηκε κανά δυο φορές να την αρπάξει ερωτικά αλλά δεν το τόλμησε γιατί αυτή δεν του δημιούργησε ποτέ κατάλληλη ατμόσφαιρα.

    Από την Κόρινθο μετατέθηκε στο Κιλκίς. Η αγαπημένη του εξαφανίστηκε αλλά η «Ήσυχη» έφτανε πάντα με το αυτοκινητάκι της κάθε Σάββατο στο στρατόπεδο για να τον δει. Τις μέρες που αυτός ερχόταν με άδεια στην Αθήνα ήταν πάντα κοντά του. Ένα βράδυ έξω από το στρατόπεδο, την ώρα που τον αποχαιρετούσε του είπε ήσυχα: «Την άλλη Κυριακή παντρεύομαι τον Νίκο!». Του το είπε χαμογελώντας τρυφερά και ανεμίζοντας του τα μαλλιά. Αυτός ξαφνιάστηκε για λίγο αλλά μετά δακρυσμένος την αγκάλιασε και τη φίλησε στα μάγουλα. Μετά το γάμο οι συνήθειές της δεν άλλαξαν. Μόνο που τώρα καμιά φορά τη συνόδευε και ο άντρας της. Τρεις φίλοι γερά δεμένοι απ’ τα χρόνια του σχολείου.

    Τα χρόνια πέρασαν. Ο Κώστας απολύθηκε, παντρεύτηκε, έγινε πατέρας. Όσο μεγάλωνε, η Ήσυχη τον φώναζε Κωστάκη. Εκτός από τις οικογενειακές συναντήσεις έβγαιναν συχνά οι δυο τους για καφέ ή πήγαιναν στο σινεμά. Κι αυτό το τηρούσαν με θρησκευτική ευλάβεια. Δεν υπήρχε στη ζωή τους πιο πιστή σχέση. Όταν εκείνη αρρώστησε και πήγε στο νοσοκομείο αυτός ήταν κάθε μέρα δίπλα της. Οταν ξύπνησε μετά από σοβαρή εγχείρηση τον είδε πάνω από το μαξιλάρι της. Του’ πιασε το χέρι και το χάιδευε… « Κωστάκη, κάποτε θα ταξιδέψουμε οι δυο μας. Χωρίς τα παιδιά μας, μόνοι μας. Θα πάμε σε μία εξωτική χώρα, απ’ αυτές που κρεμάνε στα κορίτσια στεφάνια με λουλούδια στο λαιμό. Θα μένουμε σ’ ένα σπίτι δίπλα στη θάλασσα, στη ρηχή θάλασσα με τα άσπρα αφριστά κυματάκια. Θα σου αγοράσω παρδαλά ρούχα. Θα είναι το μόνον της ζωής μας ταξείδιον… χαρά μου».

  60. sarant said

    59 Πω πω, τι ωραίο!

  61. Theo said

    Πικρό, αλλά συγκινητικό, ευαίσθητο, ανθρώπινο, γραμμένο με ευαισθησία κι αγάπη για έναν σχεδόν περιθωριακό τύπο, το διήγημα του Παπαστάθη.

    Εκτός από τον Αβδελιώδη και τον Δαμιανό (για την τον «Ευδοκία» του), δεν μπορώ να πω ότι εκτιμώ κανέναν από τους σκηνοθέτες αυτής της γενιάς, που μάλλον εντυπωσιάστηκαν από τον Αγγελόπουλο και τον ακολούθησαν στον ολισθηρό δρόμο που πήρε μετά τον «Μεγαλέξαντρο». Οπότε, δεν έχω κάτι να πω για τον Παπαστάθη ως σκηνοθέτη. Αλλά τα ψήγματα της πεζογραφίας του που διάβασα εδώ με κάνουν να τον εκτιμώ ως άνθρωπο και δημιουργό. (Και στη φωτογραφία, αν δεν υπήρχε το όνομά του, θα ‘παιρνα όρκο πως είναι ο αγαπημένος μου Αντρέι Ταρκόφσκι.)

    Στην Έδεσσα θυμάμαι αμυδρά έναν πλανόδιο φωτογράφο μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’70. Στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν δυο τρεις μπροστά από τον Λευκό Πύργο και μέχρι πριν καμιά εικοσαετία. Κι οι δικοί μου είχαν μια δυο φωτογραφίες εκεί, από τα νιάτα τους. Στυλιζαρισμένες, αλλά με μιαν άλλη αίγλη, από την εποχή της αθωότητας, και μιαν ευκρίνεια και οξύτητα που δίνει το μεγάλο αρνητικό. Μια άλλη αίσθηση κι αισθητική.

    @25, 29β, κα:
    Το καλύτερο κατεβαστήρι δια πάσαν ταινίαν και ντοκιμαντέρ (και Έρτφλιξ, δηλαδή) είναι το Internet Download Manager, αλλά δεν είναι δωρεάν.
    Κι ένα άλλο, δωρεάν αλλά μόνο για το Firefox και το Youtube: Easy Youtube Video Downloader.

  62. Alexis said

    Θαυμάσιο το διήγημα, λιτό, τρυφερό και ευαίσθητο.
    Και συνάμα πικρό…

    Καλημέρα.

  63. Alexis said

    Κάποτε να συζητήσουμε και για την «Ευδοκία» και τον μύθο της.
    Κάποιος από τους κινηματογραφόφιλους του ιστολογίου (ΣΠ ας πούμε) θα μπορούσε να γράψει κάτι.

  64. 54# Αυτό θρυλείται. Πάντως στα γεράματά του είναι Δεξιά.

  65. nikiplos said

    Καλημέρα… Ωραίο το διήγημα. Που αποθανατίζει εκείνον που αποθανάτισε μια ολόκληρη ζωή των ταπεινών ανθρώπων μιας ολόκληρης πόλης. Με το βλέμμα του που πέρασε ανεξίτηλα στον φακό του. Την πρώτη μου «επίσημη» φωτογραφία την έβγαλα εκεί στα 10μου νομίζω, από έναν τέτοιο φωτογράφο με μια τέτοια μηχανή. Τον πρόλαβα πριν πεθάνει που ασκούσε ακόμη το επάγγελμα στο φωτογραφείο των παιδιών του, όπου με έβγαλε με τη στολή της θητείας. Είναι η μόνη φωτογραφία που κράτησα από όλο το 2χρονο της θητείας, ανάμεσα σε όλες αυτές τις άθλιες που έβγαλα είτε στο Κέντρο Εκπαίδευσης είτε στα μετέπειτα στρατόπεδα. Ίσως γιατί μου είχε φτιάξει ωραία πόζα, καίτοι στημένη. Από τις λίγες φωτό που έχω ως «αγενής» 🙂

  66. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Καλημέρα
    63. Πάρε ένα πρωινό τρατάρισμα (έχω μερικά- πρώτα τα ξέρω κι ύστερα τα ψάχνω 🙂 )
    Το βιβλίο του Λάκη Παπαστάθη, 20χρονου τότε, α΄ βοηθού σκηνοθέτη περί την Ευδοκία δεν το έχω διαβάσει και το τελευταίο νέο, πριν τον θάνατό του, για την θρυλική πια ταινία, νομίζω είναι η μαρτυρία του πρωταγωνιστή Μιχάλη Κουτούζη, του «λοχία».
    «Η σκηνή του ζεϊμπέκικου γυρίστηκε σε ένα ταβερνάκι στην Κάτω Κηφισιά, στα παλιά σφαγεία, όπως λεγόταν τότε η περιοχή. Ο Μάνος Λοΐζος όχι μόνο δεν ήταν παρών στο ταβερνάκι αλλά ούτε καν ως γνωριμία με τον Αλέξη δεν υπήρχε ακόμα. Το ζεϊμπέκικο που χόρεψα ήταν του Βαμβακάρη, η «Άτακτη». Μέχρι τότε όλη η ταινία ήταν ακόμα γυμνή από μουσική. Το γνωστό ζεϊμπέκικο το πρωτάκουσα όταν πήγα και την είδα στον κινηματογράφο.
    https://www.lifo.gr/culture/cinema/o-lohias-tis-eydokias-giorgos-koytoyzis-afigeitai-pos-gyristike-i-thryliki-tainia

  67. Πλανόδιο φωτογράφο είχε (πριν 50 χρόνια) μόνιμα στο ταραττσάκι στο εκκλησάκι στην κορφή του Λυκαβητού. Είχα βγάλει μια μαζί με μια φίλη αλλά ότανπήγα να την παραλάβω στο μαγαζάκι του τις είχε πανάκριβα, πήρα μόνο μια της την έδωσα και…την ξέχασα εντελώς !

  68. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Είχε μια σταθερή στοχαστικότητα (είδα να το λέει κάποιος και σκέφτηκα πώς ναι, αυτό!)
    Μιλούσες μαζί του και ήταν σαν με το βλέμμα να κινηματογραφούσε, σαν να έκανε εικόνες (λέω τώρα) και τα απλά που μπορεί να λέγονταν.
    Κάπου το 1997,98 η νεαρή σκηνοθέτρια Εύα Στεφανή με την καθοδήγηση/παρακίνησή του να συνθέσει το έργο της με επαναληπτικές επισκέψεις, ξανά και ξανά, στο χώρο του ποιητή και συγγραφέα, έφτιαξε ένα θαυμασιότατο, πρωτότυπο ντοκιμαντέρ, για τον Ε.Χ. Γονατά.
    Ίσως επειδή ξέρω την πληροφορία, νιώθω πάνω στην ταινία, την απαλοσύνη της ματιάς Παπαστάθη. Το ξαναείδα πάλι, με φρέσκια απόλαυση.

  69. sarant said

    Καλημέρα από εδώ!

    68 Διανυκτέρευσε στο φρέσκο, συγγνώμη

    64 🙂

  70. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    64, θρηνείται 😦
    Άγγελοι δρεπανηφόροι μας τον πήρανε, έγραψε τώρα για το θάνατο του Παπαστάθη.
    https://www.lifo.gr/now/entertainment/o-sabbopoylos-apohaireta-ton-papastathi-aggeloi-drepaniforoi-mas-ton-pirane

    Και με τους «δρεπανηφόρους» -τί θυμάται το μυαλό, πάω στα μεζεδάκια να ποστάρω ένα παλιό άρθρο.

    69α, δεν πειράζει. Ζεστά ήταν και κλειστοφοβία δεν έχω 🙂

  71. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    «Ο Κύκλος», ένα διήγημα του Λάκη Παπαστάθη
    Ακυκλοφόρητο.

    Το σπίτι του ήταν γεμάτο από δικές του ζωγραφιές που απεικόνιζαν νέους σε φυσικό μέγεθος. Κυρίως ποδοσφαιριστές με τα κοντά παντελονάκια και τις αθλητικές φανέλες. Στέκονταν όρθιοι με τα χέρια πίσω σαν να τον κοιτούσαν. Το σπίτι μύριζε λίγο κλεισούρα γιατί τα παράθυρα ήταν κλειστά και παντού υπήρχαν σταχτοδοχεία γεμάτα αποτσίγαρα. Μόλις τα άδειαζε ξαναγέμιζαν γρήγορα γιατί κάπνιζε συνεχώς και πετούσε πολύ μεγάλες γόπες επειδή πίστευε στη θεωρία πως έτσι θα έβαζε μέσα του λιγότερη νικοτίνη. Μιλούσε όπως κάπνιζε. Γρήγορα, χωρίς ηρεμία, θυμωμένος με όλα τα θέματα στα οποία αναφερόταν. Σαν να ήθελε να βρει το δίκιο του, ακόμα και από εμάς που τον επισκεφτήκαμε ένα απόγευμα, με φώτα και κινηματογραφική μηχανή.

    – Για την τραγωδία θα μιλήσουμε;

    – Ναι. Για τη σκηνογραφία και τα κοστούμια.

    – Δεν έχει σημασία να σας πω λεπτομέρειες. Ένα είναι το βασικό. Καταστρέφουν τον κύκλο! Γιατί το κάνουν αυτό; Από αμορφωσιά, από έπαρση, τι θέλουν να καταστρέψουν, την ουσία του αρχαίου δράματος; Δεν ντρέπονται; (Απευθυνόμενος στον ηχολήπτη, τον Γιάννη τον Κνίτη) Νεαρέ, εσείς τι λέτε, δεν διαμαρτύρεσθε; Καταλάβατε τι σας είπα, καταστρέφουν τον κύκλο!

    – Εγώ κοιτάζω το μαγνητόφωνο, να σας ηχογραφήσω, δεν ακούω το νόημα, ακούω μόνο την ποιότητα του ήχου.

    – Εσείς νεαρέ μου; (Απευθύνεται στον οπερατέρ.) Τι λέτε;

    Ο Δημήτρης ο οπερατέρ που έπιασε το νεύμα μου να συνεχίσει να τραβάει γιατί μου φαινόταν η σκηνή πολύ ζωντανή και αληθινή, χωρίς στήσιμο και καθωσπρέπει διάλογο, απαντάει με ευγένεια.

    – Έχουν πολύ ενδιαφέρον οι απόψεις σας.

    – Απλώς ενδιαφέρον! Καταστρέφουν τον κύκλο, τα ιερά και τα όσια! Κι εσείς μου λέτε πως έχουν ενδιαφέρον οι απόψεις μου; Δεν επαναστατείτε; (Απευθυνόμενος σε μένα) Εσείς κύριε;

    – Μόνον εγώ είμαι κύριος; Γιατί όχι και ο νεαρός; Την ίδια ηλικία έχω με τα παιδιά.

    – Εσείς μου φαίνεστε πιο μεγάλος γιατί είσθε ο επικεφαλής… Εσείς τι λέτε λοιπόν για τον κύκλο;

    – Συμφωνώ μαζί σας και επαναστατώ, όπως λέτε. Σε ποιον όμως να διαμαρτυρηθώ;

    – Παντού. Εμένα με αποκλείσανε από το Εθνικό Θέατρο, λίγα πράγματα δυστυχώς έκανα, γιατί είχαν πιάσει άλλοι τα πόστα, ο Κλώνης και ο Φωκάς, αυτούς ήθελε ο Μινωτής. Μόνον αυτοί δούλευαν, δεν χωρούσε άλλος. Παλιά το βούλωνα, τώρα όμως στα γεράματα διαμαρτύρομαι. Όπου μπορώ. Και στους μαθητές μου στη σχολή, τους μιλάω για την σημασία του κύκλου, που είναι το τέλος και η αρχή μαζί (αρχίζει να κλαίει), κάθε στιγμή είναι τέλος και αρχή, δεν υπάρχει θάνατος, υπάρχει μόνο η θεϊκή επανακύκληση. Κι αυτό είναι αιώνιο, αιώνιο, αιώνιο, όπως η τραγωδία. Τώρα εσείς νεαρέ με την κοτσίδα με καταλάβατε;

    Προσπαθήστε να ερμηνεύσετε αυτόν τον καλλιτέχνη που βρίσκεται σε παροξυσμό και νοιώθει αδικημένος. Πείτε τα λόγια καθώς απευθύνεται στο κινηματογραφικό συνεργείο. Σαν να μην του δόθηκαν οι πολλές ευκαιρίες να δείξει τη δουλειά του στο θέατρο. Μιλήστε γρήγορα καπνίζοντας συνεχώς με βαθιές ρουφηξιές. Η μανία του για το τσιγάρο και το βιαστικό απρόσεχτο σβήσιμο της γόπας άναψε φωτιά στο σπίτι του και κάηκε κι ο ίδιος μαζί με τα έργα του. Πλησίαζε τα εβδομήντα.
    https://popaganda.gr/art/o-kiklos-ena-diigima-laki-papastathi/

  72. ΕΦΗ - ΕΦΗ said

    Μια ιστορία για τον Άνθρωπο
    Ένα διήγημα του Λάκη Παπαστάθη, ένα αληθινό περιστατικό, μία στιγμή από τη ζωή του σπουδαίου Ανθρώπου που λεγόταν Μάνος Χατζιδάκις.

    Το διήγημα που ακολουθεί, με τίτλο «Μαγεμένος Αυλός», αναφέρεται σε ένα πραγματικό περιστατικό που συνέβη στο Χατζιδάκι την περίοδο εκείνη, μεταΠοιημένο ασφαλώς από τη δημιουργική πένα του Παπαστάθη. Περιλαμβάνεται στην εξαιρετική συλλογή διηγημάτων του: «Το καλοκαίρι θα παίξει την Κλυταιμνήστρα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις και μας προσφέρει μία άγνωστη, χαρακτηριστική όμως για όσους τον γνώριζαν καλά, εικόνα του σπουδαίου ανθρώπου που λεγόταν Μάνος Χατζιδάκις.

    Μαγεμένος Αυλός
    Θυμάμαι τι έλεγες καθώς φωτιζόσουν αμυδρά από το φως του καφενείου: αυτός ο χώρος έγινε μαγικός επειδή είμαστε εμείς εδώ. Που τρώμε, που πίνουμε καφέδες, που κοιταζόμαστε, που μιλάμε.Αλλιώς δεν θα ’ταν τίποτα.
    https://popaganda.gr/afieromata/mia-istoria-gia-ton-anthropo/

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: