Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘Αττική’ Category

Πάσχα (ένα χρονογράφημα του Βριάρεω)

Posted by sarant στο 18 Απριλίου, 2023

Εδώ και λίγο καιρό έχω αρχίσει να δημοσιεύω χρονογραφήματα του παππού μου, που δημοσιεύτηκαν το 1928-29 στην εφημερίδα Δημοκράτης της Μυτιλήνης, με το ψευδώνυμο Βριάρεως. Το προηγούμενο άρθρο της σειράς αυτής είναι εδώ

Ο Βριάρεως ήταν ένας από τους τρεις Εκατόγχειρες της Τιτανομαχίας. Το όνομα του Βριάρεω συνδέεται με το επίθ. βριαρός = ισχυρός, ενώ στην Ιλιάδα μαθαίνουμε οτι οι θεοί τον έλεγαν έτσι αλλά στους ανθρώπους ήταν γνωστός ως Αιγαίων. Στην αγγλική Βικιπαίδεια βρίσκω μια γελοιογραφία που παρουσιάζει το εργατικό κίνημα ως Εκατόγχειρα Βριάρεω, οπότε ίσως δεν είναι τυχαία η επιλογή του ψευδωνύμου από τον παππού μου. 

Τα χρονογραφήματα αυτά τα εντόπισε και τα κατέγραψε ο φίλος ερευνητής Αριστείδης Καλάργαλης στο αρχείο του Δημοκράτη -συνολικά κατέγραψε, με επιτόπια αποδελτίωση στα γραφεία της εφημερίδας, σχεδόν 40 χρονογραφήματα για την περίοδο από Αύγουστο 1928 έως Μάιο 1929 και μου έστειλε τις φωτογραφίες. Ο παππούς μου είχε στα χαρτιά του κρατήσει αρκετά από αυτά, σε ένα τετράδιο με κολλημένα αποκόμματα, που το τιτλοφορεί «Περισωθέντα νεανικά αμαρτήματα». 

Το σημερινό χρονογράφημα είναι, ας πούμε, επίκαιρο, μια και έχει τον τίτλο Πάσχα και αφηγείται μια πασχαλινή εκδρομή στην εξωτική Πεντέλη. Πιθανώς δημοσιεύτηκε τις μέρες κοντά στο Πάσχα του 1929 (που έπεφτε αργά, 5 Μαΐου), αλλά ούτε ο Καλάργαλης σημείωσε την ημερομηνία δημοσίευσης, ούτε ο παππούς μου στο τετράδιό του. Ο υπέρτιτλος του χρονογραφήματος είναι Αναμνήσεις. 

Αγνοώ ποιος ήταν ο δήμαρχος Πειραιώς που, όπως αναφέρεται στην αρχή, ήθελε να συγκροτήσει «πενταμελή επιτροπή από τρία άτομα» -αλλά βλέπουμε ότι ο Βαμβακούλας δεν ήταν ο πρώτος διδάξας!

ΠΑΣΧΑ

Οκταμελής παρέα ής προήδρευεν o Θείος Σταύρος, ιατρός των οδόντων και των ψυχών —των πρώ­των διά της επιστήμης και των δευτέρων δια της απαραμίλλου ευθυμίας του— απεφάσισεν εν πλήρει συμπνοία των έξ εγκεφάλων της να εορτάσει το Πάσχα διά μεγα­λειώδους εις Πεντέλην εκδρομης.

Λέγομεν δε «οκταμελής παρέα» με «έξ εγκεφάλους» όχι διότι μιμούμεθα τον άλλοτε Δήμαρχον Πειραιώς συγκροτούντα «πενταμε­λή επιτροπήν εκ τριών ατόμων», αλλά διότι ο Σταύρος ών χονδρός και τεράστιος ήξιζεν όσον δύο τουλάχιστον εκδρομείς αυξάνων ούτω τα επτά μέλη της παρέας εις οκτώ ενώ o υπηρέτης του Χρήστος ών ηλίθιος o δυστυχής περιόριζε τους εγκεφάλους εις έξ.

Η Πεντέλη είναι η προσφιλεστέρα ημίν αττική γωνία και δι’ άλλους λόγους αλλά και διότι ενθυμούμεθα πόσας αλησμονήτους ημέρας ή και νύκτας διήλθομεν πλησίον του μοναστηριού —εκτός βολής εννοείται— καταβροχθίζοντες παχυτάτους οβελίας και πίνοντες άκρατον αττικόν ρητινίτην, όστις ρέει αφθόνως εκ τών βαρελίων των εκεί εγκατεστημένων καπήλων αντί 10 δραχμών κατ’ οκάν.

Επειδή όμως εσχάτως οι ρηθέντες κάπηλοι προσβληθέντες υπό της γνωστής επιδημικής νόσου της αισχροκερδείας ενόθευον (ως επείσθημεν εκ προγενεστέρας απογευματινής εκδρομής) το θείον νέκταρ διά του νερού της παραπλεύρου «νερομάνας» απεφασίσαμεν να κάμομεν προμήθειαν κρασιού εξ Αθηνών «ίνα μη πέσωμεν είς ακράσίαν» κατά το παλαιόν καλαμπούρι.

Ορμητήριον της παρέας ήτο το επί της οδού Ακαδημίας ενδιαίτημα του Σταύρου όστις, λαβών τον Χρήστον, ημάς και τεραστίαν νταμιζάναν χωρούσαν όσα τα μέλη της παρέας οκάδας, ετράπη διά της οδού Μαυρομιχάλη προς την οδόν Δερβενίου εις υπόγειόν τι της οποίας επωλείτο «μόνον εις τους γνωστούς» γνησιότατον καλαβρυτινόν κοκκινέλι. Ο οινοπώλης κατελθών εκ Καλαβρύτων διά του κοσμούντος αυτά περιφήμου οδοντωτού σιδηροδρόμου με εφόδια μί­αν σύζυγον και ένα γάιδαρον ήλθεν εις Αθήνας και μετελθών το επάγγελμα του γαλατά απέκτησε μέγαρα, τέκνα και αυτοκίνητον εις αντικατάστασιν του αποθανόντος γαϊδάρου του, μετεβλήθη δε εις οινοπώλην και τίμιον άνθρωπον, κα­θόσον ών γαλατάς επότιζεν αφθόνως το γάλα ενώ το κρασί το άφηνεν άνευ ύδατος.

Αλλ’ ο οινοπώλης έλειπε την εσπέραν εκείνην, τον ανεπλήρου δε η ερίτιμος συμβία του, εμπειροτάτη ίσως δια το γαλακτοπωλείον, αδαής όμως εις τα κρασιά, η οποία πεισθείσα ότι είμεθα πατριώται της και ακούσασα τας ψευδείς εκ Καλαβρύτων ειδήσεις μας παρέλειψε το μέτρημα των εις την δαμιζάναν ριπτομένων «μισών» τας οποίας λίαν ευχαρίστως εμέτρα ο Σταύρος. Ότε λοιπόν και η δέκα­τη έκτη μισή διελθούσα το μαυριδερόν χωνίον ανεπαύθη εις τα έν­δον του δοχείου ο Σταύρος ανεφώνησε «ένδεκα» ήτοι πεντέμισι οκάδες.

— Μάς κάνουνε κυρά Γιάννενα από εφτάμισι τριάντα έξι και πενήντα, βγάλε τη μισή για «κολάρα» τριαντατρείς,

(«Κολάρα» λέγονται τα ελλείμματα της μισής ήτις δεν γεμίζεται συνήθως ως επάνω ίνα μη χυθεί το κρασί κατά το άδειασμα. Τα ανα­γνωρίζουν δε όλοι οι «ευηγμένοι» ταβερνιάρηδες).

Εάν ο ευμενής αναγνώστης κάμει τον πολλαπλασιασμόν θα εύρει πιθανώς κάποιο λάθος αλλ’ η γραία δεν ήτο εντριβής εις την προπαίδειαν και δεν εδυσπίστει εις τούς «πατριώτες» της.

Επληρώσαμεν και εφύγαμεν δρομαίοι, πείθοντες αλλήλους ότι πρέπει να σπεύσομεν να ακούσομεν την Ανάστασιν και όχι διότι εφοβούμεθα μην ανακαλύψει η γραία την υπεξαίρεσιν. Αλλά «το άδικον ουκ ευλογείται» ως θα ίδει ο αναγνώστης.

Εκκλησιασθέντες εις τον Ναόν της Ζωοδόχου Πηγής μετά την τοποθέτησιν εις ασφαλές μέρος της οινοφόρου, και φαγόντες την γευστικοτάτην μαγειρίτσαν —έργον των χειρών και της δεξιότητος της κόρης του Σταύρου— απεχωρίσθημεν ορίσαντες ώραν εκκινήσεως την εβδόμην πρωϊνήν.

Εγώ και ο Ανέστης έχοντες υπ’ όψει ότι αι γυναίκες χρειάζονται μίαν τουλάχιστον ώραν ίνα ετοιμασθούν τας εξυπνήσαμεν εις τας έξ ενώ τα ωρολόγια των κυριών εδείκνυον επτά παρά τέταρτον.

Ούτω εφθάσαμεν εγκαίρως. Ο Σταύρος και η κόρη του όντες προ πολλού έξυπνοι μας ανέμενον. Αφού δε επίομεν μερικά ούζα αντί καφέ λαβόντες τας προμηθείας και τον Χρήστον εξεκινήσαμεν.

Η από Αθηνών μέχρις Αμα­ρουσίου απόστασις, καίτοι διανυθείσα δι’ αυτοκινήτου, ουδέν έσχε το απευκταίον. Εις το Μαρούσι μισθώσαντες δύο υποζύγια διά τας κυρίας και τα τρόφιμα ύστερα από παζάρι ενός τετάρτου με δύο ωραίες Μαρουσιώτισσες(λόγω της εορτής υπήρχε σπάνις γαϊδουριών) ελάβομεν την άγουσαν διά την Πεντέλην.

Η εν μέσω πευκώνων, αμπελώνων και αγρών μαγευτική άλλοτε οδοιπορία ήτο τώρα πραγματικόν μαρτύριον λόγω της καταστάσεως του δρόμου, έχοντος σκόνην ικανήν να επισκιάσει ολόκληρον την Ελλάδα εν καιρώ ανέμου, εις την οποίαν εχώθημεν μέχρι γονάτων. Εις τα Μελίσσια εκάμαμεν ένα σταθμόν και εκεί συνέβη κάτι φρικώδες.

Ιδών ότι το δέσιμον της νταμιζάνας εις το σαμάρι ήτο επικινδύνως χαλαρόν ηθέλησα να το στερεώσω. Μη γνωρίζων όμως την φύσιν των κόμβων κατόρθωσα να την αφήσω να πέσει με ορμήν και να συντριβεί εις μίαν πέτραν συντρίβουσα και την καρδίαν μου διά το δυστύχημα. Ούτε μία οκά δεν έμεινεν εντός του θραυσθέντος κελύφους ήτις και κατεπόθη αμέσως.

Ευτυχώς γνωστός μας ταβερνιάρης Μελισσιών ευσπλαχνισθείς μάς εφοδίασεν διά συστατικής επιστολής προς ένα Πεντελίτην συγγενή του, όστις μάς παρέσχεν όταν ανέβημεν άφθονον και καλόν ρητινίτην.

Το γλέντι παρά το δυστύχημα ήτο ευθυμότατον και το ψητόν, απλωμένον επί κλαδίσκων πεύκου ήτον τόσον ορεκτικόν ώστε…

Το απόγευμα ανήλθον μόνος εις την κορυφήν βραχώδους λοφίσκου νοτίως της Μονής, όπου προ ετών είχον κρύψει έν δίδραχμον εις την κοιλότητα του κιονίσκου τού χρησιμεύοντος ως ορόσημον.

Ο κιονίσκος έκειτο κατά γης και το δίδραχμον είχεν εξαφανισθεί. Τον εσήκωσα και ετοποθέτησα εις την ιδίαν κοιλότητα έτερον νόμισμα, δραχμής αυτήν την φοράν. Κύριος οίδε εάν θα αξιωθώ ποτέ και πότε να ιδώ εάν παραμένει ακόμη εκεί.

Κατόπιν επήγα να ποτίσω τα υποζύγια εις την βρύσιν της Μονής ιππεύσας επί του ενός και σύρων το έτερον. Εκεί κοντά εις την βρύσιν το υποζύγιόν μου επεθύμησε την ελευθερίαν του συντρόφου του και την απέκτησε αφού δι’ ενός πηδήματος με εξήπλωσεν ειςς ένα βορβορώδη χάνδακα. Κρίμα που υπηρέτησα εις το πεδινόν πυροβολικόν και εδιδάχθην ιππασίαν! Ευτυχώς το νερόν της βρύσεως ήτο άφθονον και μόνον επιγραφή Νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν έλειπεν καίτοι η βρύσις ανήκεν εις μονήν. Θα ηδύνατό τις άπιστος να υποθέσει ότι δεν συμφέρει εις τους καλογήρους.

«Ήταν μαγεία o γυρισμός το δειλινό» και το μόνον άξιον μνείας εκτός του ηλιοβασιλέματος και των λοιπών ποιητικών απολαύσεων ήτο η επανάληψις του πειράματος της γαϊδάρας που έρριψε δι’ ετέρου πηδήματος την Μυρσίνην εντός του κονιορτού. Ταύτην (την γα­ϊδάραν δηλαδή και όχι την Μυρσίνην) συλλαβόντες εξυλοφορτώσαμεν επαξίως. Η δε παθούσα (η Μυρσίνη δηλαδή και όχι η όνος) μόνον ετρόμαξεν εκ της πτώσεως χωρίς να κτυπήσει, αφού ως προείπομεν η σκόνη εσχημάτιζε παχύτατον στρώμα. Και τότε είπομεν «ευτυχώς» πού έχει σκόνη o δρό­μος και επείσθημεν ότι ουδέν κακόν αμιγές καλού.

Ώ! αξέχαστες όμορφες μέρες! Αλλ’ «έσετ’ ήμαρ ότ’ αν ποτ’…»

ΒΡΙΑΡΕΩΣ

* Σημειώνω ότι τα αποσιωπητικά μετά το «ώστε» δεν δηλώνουν ότι λείπει κείμενο. Απλώς ο Βριάρεως αφήνει τη συνέχεια της φράσης στην κρίση μας.

* Το αρχαίο στην τελευταία πρόταση είναι από τον Όμηρο: ἔσσεται ἦμαρ ὅτ’ ἄν ποτ’ ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρὴ, δηλαδή θα έρθει μέρα κάποτε που θα χαθεί το κάστρο της Τροίας. Σήμερα χρησιμοποιούμε παροιμιωδώς μονάχα τις δυο πρώτες λέξεις.

Advertisement

Posted in Άχθος Αρούρης, Αττική, Πασχαλινά, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , , | 95 Σχόλια »

Δίχως φρένα (αφήγημα του Χρήστου Γιαννακού)

Posted by sarant στο 26 Δεκεμβρίου, 2022

Μέρα αργίας και γιορτής και χαλάρωσης και η σημερινή, οπότε ταιριάζει θαρρώ ένα αφήγημα. Ο φίλος μας ο Χρηστάρας, κατά κόσμον Χρήστος Γιαννακός, μου έστειλε τις προάλλες ένα αφήγημά του, υβριδικό όπως το αποκαλεί ο ίδιος. Θα προσέξετε επίσης ότι το αφήγημα χαρακτηρίζεται από κρυπτολεκτική διάθεση στα κύρια ονόματα -μπορείτε να το πάρετε και σαν κουίζ, αλλά στο τέλος του διηγήματος δίνει τις σχετικές εξηγήσεις. Θυμίζω ότι πέρυσι είχαμε δημοσιεύσει στο ιστολόγιο ένα μικροδιήγημα και ένα άρθρο του Χρήστου Γιαννακού για τον Μάριο Χάκκα. 

Εξομολογούμαι ότι, ενώ όταν ήμουν νεότερος καθόλου δεν μου άρεσε να οδηγώ, τώρα το απολαμβάνω. Οπότε χάρηκα και το κείμενο του Χρηστάρα, όσο αφηγείται ακριβώς την εμπειρία της οδήγησης στη δυτική Αττική, μέρη που τα έχω επίσης περπατήσει, αν και δεν συνιστώ το επικίνδυνο παιχνίδι στο οποίο επιδίδεται. Οι δυο από τις τρεις φωτογραφίες που το συνοδεύουν είναι δικές του. 

Περισσότερα δεν χρειάζονται, μονάχα να ευχηθούμε χρόνια πολλά στους Μανώληδες, τους Μανόληδες και τις Εμμανουέλες, και να σας θυμίσω πως συνεχίζεται, ως την Παρασκευή, η ψηφοφορία για τη Λέξη της χρονιάς!

Δίχως Φρένα

(συνοδεύει το σκίτσο Πασακάλια του Χαλκιδαίου μουσουργού)

Πηγαίνω στη δουλειά με το αυτοκίνητο, όταν υπακούω σε μια διάθεση να σκέφτομαι πίσω από το τιμόνι. Δεν είναι απλώς πως οδηγώ μόνος· ν’ απομονώνομαι μπορώ και με αρκετούς άλλους παρόντες, όπως, παραδείγματος χάριν, στο τραίνο. Η άσκηση της οδήγησης συμπληρώνει κατά ένα βαθύτερο, κινητικό τρόπο τις ατραπούς και τους δαιδάλους που υπεισέρχεται ο νους. Πρόκειται για έναν τρόπο πρόσληψης των γεγονότων. Αποχωρείς, για να δεις τα πράγματα από κάποια απόσταση. Βέβαια, οι έγνοιες του δρόμου διακόπτουν συχνά τη σκέψη, μα τούτο δεν είναι απαραίτητα ενοχλητικό. Μπορείς να συνεχίσεις, έστω και με διαφορετική διάθεση, την προηγούμενη αλληλουχία των ειρμών ή απλά ν’ αλλάξεις θέμα. Συνήθως, δεν καταλήγεις σε τελικά συμπεράσματα για το δείνα ή το τάδε ζήτημα που σε απασχολεί. Γιατί όμως να βιαστείς να πάρεις αποφάσεις; Πρωτίστως, σημασία έχει η επεξεργασία.

Αφήνοντας πίσω το ύψωμα του Δαφνιού, την αρχαία δυτική πύλη της Αθήνας, κατηφορίζεις προς τον κόλπο της Ελευσίνας. Σε προϋπαντούν κάποια από τα τριανταέξι είδη πουλιών της αλμυρής λίμνης των Καθαρμών, μα δεν είναι δυνατό να εξωραΐσουν τη λερή παραλία του κρατικού διυλιστηρίου με τους βραχίονες φόρτωσης πλοίων, τους λόφους των σκωριών και το ασφυκτικό πεδίο εμπορίας καυσίμων. Πάντως, τα καλύτερα στοιχεία της περιοχής παραπέμπουν σε άρτο και θεάματα: βιομηχανική αρχαιολογία και οικογενειακές ψαροταβέρνες.

Λίμνη Κουμουνδούρου ή Καθαρμών (πηγή: http://www.atticawetlands.eu). Η εθνική οδός στη λωρίδα ξηράς.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Αυτοκίνηση, Πεζογραφία, Ταξιδιωτικά | Με ετικέτα: , , , , | 74 Σχόλια »

Υμηττός, το βουνό μας

Posted by sarant στο 5 Μαΐου, 2021

Ο Υμηττός δεν είναι ούτε το ψηλότερο βουνό της Αττικής ούτε το πιο δασωμένο, ούτε αυτό που προσφέρει μεγαλύτερη ποικιλία τοπίου. Είναι όμως το πιο προσιτό, το πιο κοντινό, καθώς τώρα πια εφάπτεται στον αστικό ιστό του Λεκανοπεδίου. Κι επειδή είναι πολύ μακρύ βουνό, που ξεκινάει από την Αγία Παρασκευή και φτάνει σχεδόν ως τη θάλασσα, στη Βούλα, είναι συνεχώς μπροστά στα μάτια μας και είναι εύκολο να το επισκεφτούμε από πολλές περιοχές. Μ’ άλλα λόγια, είναι το βουνό της Αθήνας, ενώ η Πάρνηθα και η Πεντέλη ακόμα, περισσότερο βουνά της Αττικής πρέπει να τα θεωρήσουμε.

Μπορεί βέβαια να είμαι προκατειλημμένος αφού, σαν κάτοικος των νοτίων προαστίων τον Υμηττό μπορώ να τον επισκεφτώ πολύ πιο εύκολα. Μάλιστα, τώρα με την καραντίνα, σε μια περίοδο που δεν επιτρεπόταν να πας με το αυτοκίνητο για σωματική άσκηση, αλλά μπορούσες να πας με τα πόδια όσο μακριά ήθελες ή άντεχες, είχα ανέβει από το Φάληρο στον Υμηττό πεζή, αν και μόλις που τον ακούμπησα κι έπειτα γύρισα πίσω.

Το Φάληρο βέβαια δεν συνορεύει με τον Υμηττό αλλά πολλοί δήμοι του Λεκανοπεδίου τον ακουμπάνε: Βούλα, Γλυφάδα, Αργυρούπολη, Ηλιούπολη, Βύρωνας, Καισαριανή, Ζωγράφου, Παπάγου, Χολαργός, Αγία Παρασκευή, Γέρακας, και στην πίσω πλευρά Παλλήνη, Παιανία, Σπάτα, Κορωπί και Βάρη για να κλείσει ο κύκλος. (Διορθώστε με αν έκανα κάποιο λάθος). Ένα παράδοξο είναι ότι η συνοικία του Υμηττού, κάποτε δήμος, σήμερα τμήμα του δήμου Δάφνης-Υμηττού, δεν φαίνεται να συνορεύει με το βουνό (και πάλι αν κάνω λάθος διορθώστε με).

Ο αξέχαστος φίλος μας ο Γς, που ήταν Βυρωνιώτης, είχε πει μια φορά πως όταν ήταν μικρά τα παιδιά του τα έπαιρνε πολύ συχνά και έκαναν βόλτες στον Υμηττό και είχε χαρτογραφήσει τα διάφορα μονοπάτια σε μακέτες του βουνού, που τις είχε φτιάξει ο ίδιος. Σήμερα η τεχνολογία κάνει πολύ πιο εύκολη την αποτύπωση των διαδρομών που κάνει κάποιος μόνος του, αλλά και των επίσημων «μονοπατιών» που διατρέχουν ή διασχίζουν το βουνό και που είναι πολλά.

Πράγματι, με το να είναι τόσο προσιτός, ο Υμηττός έχει πολλά σημαδεμένα μονοπάτια, αριθμημένα -το μεγαλύτερο είναι το μονοπάτι 10 που ξεκινάει από την Αγία Παρασκευή, το μοναστήρι του Αγιάννη του Κυνηγού, και αφού ανέβει στην κορυφή τελειώνει στην Τερψιθέα, στη Γλυφάδα. Φυσικά δεν είναι υποχρεωτικό να ακολουθεί κανείς συνεχώς το ίδιο μονοπάτι: Σε μια πρόσφατη πεζοπορία, από το πυροφυλάκιο της Καισαριανής ακολούθησα το 5, μετά το 10, κατηφορικά το 8, και τελικά το 3 νομίζω, και κατέληξα στα Γλυκά Νερά.

Το πυροφυλάκιο της Καισαριανής είναι μαλλον το πιο αγαπημένο και πολυσύχναστο σημείο εισόδου στον Υμηττό. Έχει εκεί κοντά και διάφορα αξιοθέατα, όπως το μοναστήρι της Καισαριανής, το αναψυκτήριο της Καλοπούλας, το Φραγκομονάστηρο, λίγο πιο πέρα τη Μονή Αστερίου και τον πύργο της Ανθούσας. Και, πολύ σημαντικό, εκεί το τοπίο είναι δασωμένο, πολύ περισσότερο από τον νοτιότερο Υμηττό.

Από την Καισαριανή είναι και ο πιο γρήγορος δρόμος προς την κορυφή, τον Εύζωνα, σε υψόμετρο λίγο πάνω από τα 1000 μέτρα. Πέρσι τον Οκτώβρη είχα ακολουθήσει πορεία σχεδόν συνεχώς ευθεία, ανεβαίνοντας αδιάκοπα και αδυσώπητα -το μονοπάτι στα τελευταία 400 μέτρα, με κλίσεις κοντά στο 36%, έχει την εύστοχη ονομασία «Γολγοθάς»- και έφτασα στην κορυφή διανύοντας περίπου 4 χιλιόμετρα. Η επιστροφή, από τον δρόμο, με κορδέλες, πήρε οχτώ.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Αθηναιογραφία, Γιατί (δεν) το λέμε έτσι, Ετυμολογικά, Τοπωνύμια | Με ετικέτα: , , , , , | 165 Σχόλια »

Αντιφασιστικά μεζεδάκια

Posted by sarant στο 9 Μαΐου, 2020

Μια και σήμερα γιορτάζουμε τα 75 χρόνια από τη μέρα της αντιφασιστικής νίκης, είπα να δώσω αυτόν τον τίτλο στο εβδομαδιαίο πολυσυλλεκτικό μας άρθρο, παρόλο που το περιεχόμενό του δεν έχει καμιά σχέση με την επέτειο. Έτσι, για να μην ξεχνάμε την 9η Μαΐου 1945.

Στο μεταξύ προχωράμε με ολοένα και πιο γρήγορα βηματα στην άρση των περιοριστικών μέτρων, κάτι που μας προσφέρει και το πρώτο μεζεδάκι μας, που είναι γεωγραφικό.

* Φίλος του ιστολογίου διαφωνεί με τη διατύπωση που χρησιμοποίησε ο Νικ Χαρντ, δηλαδή ο υφυπουργός κ. Νίκος Χαρδαλιάς σε πρόσφατη ανακοίνωσή του (εφόσον βέβαια έχουν μεταφερθεί σωστά στο ρεπορτάζ):

Όπως είπε, οι μετακινήσεις είναι ελεύθερες εντός λεκανοπεδίου, δηλαδή ένας κάτοικος της Δυτικής Αθήνας όπως το Περιστέρι μπορεί να μετακινηθεί στο Σούνιο, ο κάτοικος της Νέας Μάκρης μπορεί να πάει στην Μάνδρα. Οι κάτοικοι του Πειραιά μπορούν να πάνε στον Κάλαμο.

Οι κάτοικοι του λεκανοπεδίου όμως, δεν μπορούν να μετακινηθούν στα νησιά του Αργοσαρωνικού, στην Αίγινα, στη Σαλαμίνα, στο Αγκίστρι, στον Πόρο, στις Σπέτσες, όπως επίσης στον Δήμο Τροιζήνας ή στα νησιά των Κυθήρων και των Αντικυθήρων.

Λέει ο φίλος μου:

Να του πει κάποιος ότι ούτε το Σούνιο, ούτε η Νέα Μάκρη, ούτε η Μάντρα, ούτε ο Κάλαμος περιλαμβάνονται στο Λεκανοπέδιο, το οποίο βέβαια οριοθετείται από τον Υμηττό, την Πεντέλη, την Πάρνηθα και το Αιγάλεω; Προφανώς εννοούσε ότι επιτρέπονται οι μετακινήσεις στο ηπειρωτικό έδαφος της Περιφέρειας Αττικής, αλλά όχι στα νησιά της!

Η Βικιπαίδεια δίνει δίκιο στον φίλο μου.

* Φίλος εκπαιδευτικός το έστειλε αυτό, πρέπει να προέρχεται από κάποια υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας.

To λάθος είναι βέβαια συνηθισμένο, αλλά να το βλέπουμε σε ανακοίνωση υπουργείου, και μάλιστα του συγκεκριμένου υπουργείου, ενοχλεί.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Μαργαριτάρια, Μεταφραστικά, Μεζεδάκια, Ορθογραφικά, Πανδημικά | Με ετικέτα: , , , , , , | 282 Σχόλια »

Οι Αρβανίτες της Αττικής και το 1821 (άρθρο του Θ. Πάγκαλου)

Posted by sarant στο 27 Φεβρουαρίου, 2020

Χτες είχα παρουσίαση, είχα και άλλα πολλά, οπότε δεν προλάβαινα να γράψω άρθρο. Σε τέτοιες περιπτώσεις συχνά καταφεύγω στην επανάληψη ενός παλιότερου άρθρου του ιστολογίου, σήμερα όμως προτίμησα μιαν αναδημοσίευση ενός παλιότερου άρθρου κάποιου άλλου.

Συγκεκριμένα, αναδημοσιεύω το άρθρο του τ. υπουργού Θεόδωρου Πάγκαλου «Οι Αρβανίτες της Αττικής και η συμβολή τους στην εθνική παλιγγενεσία», που αρχικά είχε δημοσιευτεί στην Καθημερινή το 2007, την παραμονή της 25ης Μαρτίου. Το άρθρο αυτό το θυμήθηκα πρόσφατα επειδή έτυχε να συζητηθεί σε έναν φιλικό τοίχο στο Φέισμπουκ -και κατά σύμπτωση πρόσφατα σε κάποια σχόλια συζητήσαμε για τους Αρβανίτες.

Κι επειδή εγώ δεν μπορώ να γράψω για το θέμα, αφού δεν το κατέχω καλά, το άρθρο του Θ. Πάγκαλου είναι μια καλή βάση για συζήτηση, ανεξάρτητα από τη γνώμη που έχει κανείς για τον αρθρογράφο ως πολιτικό πρόσωπο.

Στην ίδια συζήτηση που αναφέρω παραπάνω, ο Παναγιώτης Δημητράς επισήμανε ότι ο Πουκεβίλ κάνει λόγο για Σκιπετάρους -απ’ όσο είδα στο σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου του, δεν φαίνεται να διαχωρίζει τους Αλβανούς από τους Αρβανίτες.

Το άρθρο του Θ. Πάγκαλου:

Λίγο πριν από την Επανάσταση, στα 1815, στην Αθήνα κατοικούσαν 7 χιλιάδες χριστιανοί και 3 χιλιάδες μουσουλμάνοι σύμφωνα με τον Pouqueville. Από τους 7 χιλιάδες χριστιανούς οι 4 χιλιάδες ήταν αρβανίτες και προέρχονταν από όλα τα χωριά της Αττικής. Είχαν εγκατασταθεί μεταξύ Πλάκας και Μακρυγιάννη.

Το 1821, δεύτερη μέρα του Πάσχα, οι Τούρκοι της Αθήνας συνέλαβαν 12 Αθηναίους προκρίτους ως ομήρους επειδή υποψιάζονταν ότι οι ραγιάδες θα επαναστατούσαν. Η αρχική τους απόφαση ήταν να σφάξουν όλους τους χριστιανούς αλλά η εναντίωση του Χαλήλ Εφέντη, κατή (δηλαδή δικαστή), το απέτρεψε.

Στις 25 Απριλίου 1821, σύμφωνα με τον Διονύσιο Σουρμελή, αγωνιστή και αυτόπτη μάρτυρα, συγκεντρώθηκαν στο Μενίδι (Αχαρνές) 1.200 χριστιανοί. Προέρχονταν από τη Χασιά (Φυλή) με αρχηγούς τον Μελέτη Βασιλείου και τον Μήτρο Σκευά, από το Μενίδι με αρχηγό τον Αναγνώστη Κιουρκατιώτη, από τα Μεσόγεια με αρχηγό τον Ιωάννη Δάβαρη και από την Αθήνα με αρχηγό τον Δήμο Αντωνίου.

Απελευθέρωσαν την Αθήνα

Υπό την ηγεσία του Μελέτη Βασιλείου οι επαναστάτες μπήκαν στην Αθήνα και την ελευθέρωσαν. Σήμερα έξω από το δημαρχείο της Φυλής μπορεί κάποιος να δει το άγαλμά του να ατενίζει ακόμα τους συγχωριανούς του, δείχνοντας τον δρόμο του χρέους και της περηφάνιας.

Τον Σεπτέμβριο του 1821 εβδομήντα παληκάρια από τη Χασιά υπό την ηγεσία του Μήτρου Σκευά και του Αναστασίου Λέκκα πολέμησαν εναντίον 500 Τούρκων (πεζών και ιππέων) υπό την ηγεσία του Ομέρ Βρυώνη. Σ’ αυτήν τη μάχη κινδύνεψε να χάσει τη ζωή του ο τρομερός πασάς. Ετσι πήρε την απόφαση και εγκατέλειψε την Αθήνα λέγοντας «αν 70 άνθρωποι με ενίκησαν και με έκαμαν να κινδυνεύσω την ζωήν μου, τι θέλει γίνει, αν συσσωματωθώσιν εις 1.000».

Η μετέπειτα πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους απελευθερώθηκε από τους Αρβανίτες της Αττικής, μια πολεμική φυλή ορθόδοξων χριστιανών με τα δικά της ήθη και έθιμα, τον δικό της πολιτισμό, τη δική της γλώσσα. Μια φυλή που ποτέ δεν προσκύνησε τους Τούρκους και ποτέ δεν έκανε ειρήνη μαζί τους. Εμαθαν να ζουν με το μαχαίρι στα δόντια για να υπερασπίζουν την τιμή και τη ζωή τους -και αυτή ήταν η σειρά προτεραιότητας- από τους Τούρκους κατακτητές που δεν γνώριζαν νόμο και δεν είχαν μπέσα.

Οι Αρβανίτες της Αττικής που άλλοι τους αποκαλούν «δωριείς του σύγχρονου ελληνισμού», άλλοι τους θεωρούν Ηπειρώτες και άλλοι Αλβανούς που εποίκησαν την Αττική τον 10ο-11ο αι. μ.Χ., ήταν εκείνοι που σήκωσαν τα όπλα τα ιερά για τον μεγάλο αγώνα υπέρ πίστεως και πατρίδας – τα αναφέρω με τη σειρά που τα αναφέρει ο Κολοκοτρώνης στον περίφημο λόγο του της Πνύκας.

Πιστοί στη μεγάλη ελληνική ιδέα, διψασμένοι για ελευθερία, οι Αρβανίτες της Αττικής όπως και όλων των ελληνικών χωρών, πρωταγωνίστησαν στην Επανάσταση, ανήκαν και εκείνοι στη μεγάλη γενιά των Ελλήνων που άλλαξαν για πάντα την ιστορία του έθνους μας προσφέροντας στον Ελληνισμό, έπειτα από 4 αιώνες, ανεξάρτητη κρατική υπόσταση.

Ιστορία των οικογενειών

Δεν είμαι ιστορικός για να μπορώ να εκφέρω τεκμηριωμένη ιστορικά άποψη. Είμαι όμως Αρβανίτης και γνωρίζω την ιστορία της δικής μου οικογένειας, όπως και οι περισσότεροι Αρβανίτες της Αττικής. Ας μην ξεχνούν οι αναγνώστες ότι σε αντίθεση με την Αθήνα, η περιφέρεια Αττικής κυριαρχούνταν ώς πρόσφατα -και σε πολλές περιπτώσεις συνεχίζει να κυριαρχείται- από χωριά που οι ρίζες τους πάνε πολύ πίσω και εκεί οι οικογένειες γνωρίζονται καλά μεταξύ τους.

Από την πλευρά του πατέρα μου, ο Γιαννάκης Μελέτης (Χατζημελέτης) είχε την ύψιστη τιμή να βρεθεί στο πλευρό του Γ. Καραϊσκάκη ως υπαρχηγός του. Για όποιον κάνει τον κόπο να ρωτήσει θα μάθει πολλές ιστορίες από όλα τα αρβανίτικα χωριά για τους τοπικούς καπετάνιους και τα παλικάρια που πολέμησαν για την ελευθερία της πατρίδας μας.

Ο Γ. Βλαχογιάννης στην ιστορική του ανθολογία διασώζει μια μικρή διήγηση όπου σε συνεδρίαση της Βουλής, όταν τα αίματα είχαν ανάψει, ένας παλιός αγωνιστής του ’21 απευθύνθηκε στους πρωταγωνιστές του επεισοδίου στα αρβανίτικα για να σταματήσει η διχόνοια. Και σταμάτησε.

Τα αρβανίτικα ήταν η γλώσσα που μιλούσε ο Κουντουριώτης, πρωθυπουργός της Ελλάδας, η Μπουμπουλίνα, ο Μπότσαρης, οι Σουλιώτες και πολλοί άλλοι. Ηταν η γλώσσα που ήξερε και καταλάβαινε ο Καραϊσκάκης, ο Αντρούτσος και πολλοί άλλοι αγωνιστές της Επανάστασης.

Στη μικρασιατική εκστρατεία του 1919-1922 οι Λιοσιώτες Αρβανίτες πολεμούσαν με δικό τους μπαϊράκι. Δεν υποχώρησαν ούτε βήμα, έπεσαν μέχρι τον τελευταίο. Μόνο όταν το ξέρουμε αυτό καταλαβαίνουμε εκείνο το σκοτεινό βλέμμα των Αρβανιτών της Αττικής που περιγράφει ο Τίτος Αθανασιάδης στα «Παιδιά της Νιόβης». Στα ηρώα των χωριών μας ο κατάλογος των νεκρών του 1922 είναι μεγαλύτερος από όλα τα άλλα χωριά της Ελλάδας σε σχέση με τον πληθυσμό μας.

Σημαντική παρουσία

Οι Αρβανίτες βέβαια δεν έχουν σημαντική παρουσία μόνο στο μεγάλο βιβλίο των τιμημένων νεκρών του έθνους μας. Εξίσου σημαντική παρουσία έχουν στα γράμματα, τις επιστήμες και στις δομές του νέου κράτους, ιδιαίτερα καταλαμβάνοντας υψηλά στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα.

Η 25η Μαρτίου είναι η ημέρα ανάστασης του γένους μας. Είναι η ημέρα που το ελληνικό έθνος απέκτησε ξανά ένα δικό του ανεξάρτητο κράτος. Οπως περιγράφει και στη «Βαβυλωνία» του ο Βυζάντιος, αυτό το ελληνικό έθνος δεν μιλούσε την ίδια γλώσσα, δεν είχε τα ίδια έθιμα, αλλά είχε την ίδια πίστη, την ίδια αίσθηση ότι αποτελεί μια ξεχωριστή κοινότητα, την ίδια αντίληψη ότι έχει τη δική του ταυτότητα πέρα και πάνω από τις διαφορές και τις πολυποίκιλες επιμέρους γλωσσικές και πολιτισμικές κοινότητες που το συναποτελούσαν. Αλλά περισσότερο απ’ όλα αυτό το έθνος ήθελε να είναι ένα, ενιαίο και αδιαίρετο, έθνος με δική του πολιτική υπόσταση και κυριαρχία. Και αυτή η πολιτική υπόσταση και κυριαρχία είναι θεμελιωμένη στην ιστορία, στη γλώσσα και κυρίως στο αίμα των ηρώων που θυσιάστηκαν στους αγώνες για την Ελευθερία και την Ανεξαρτησία μας.

Posted in 1821, Αττική, Αθηναιογραφία, Αλβανία και Αλβανοί, Αναδημοσιεύσεις, αρβανίτες | Με ετικέτα: , , , | 131 Σχόλια »

Εγκαταλείπεις, Καρακασιάν; (πεζογράφημα του Γιώργου Π. Ιατρού)

Posted by sarant στο 16 Ιουνίου, 2019

Το πεζογράφημα που θα παρουσιάσω σήμερα, με τον κάπως ασυνήθιστο τίτλο, περιλαμβάνεται σε ένα βιβλίο με τον ίδιο τίτλο· χάρη στον τίτλο πρόσεξα και το βιβλίο, το φυλλομέτρησα και τελικά το πήρα.

Ποιος είναι ο Καρακασιάν του τιτλου, δεν ήξερα ή δεν θυμόμουν. Δεν πρόσεξα την εικόνα στο εξώφυλλο και, κρίνοντας μονάχα από τον τίτλο, σκέφτηκα πως ο Καρακασιάν θα ήταν σκακιστής -οι Αρμένιοι έχουν πολύ δυνατούς σκακιστές, από τον καιρό του μεγάλου Τιγκράν Πετροσιάν, και νομίζω πως η εθνική τους ομάδα έχει κατακτήσει και Ολυμπιάδες.

Καρακάς θα πει μαύρο φρύδι στα τούρκικα (κας το φρύδι, με παχύ σίγμα, τσιγκελάκι) και έχουμε κι εμείς τέτοια επώνυμα, Καρακάσης, Καρακασίδης ας πούμε ή και Καρακάσογλου -και ίσως απ’ αυτό το τελευταίο επώνυμο να ήρθε το σκάκι στο μυαλό μου, διότι όταν ξεκινούσα να παίζω σκάκι στον Σκακιστικό Όμιλο Καλλιθέας οι αδελφοί Καρακάσογλου ήταν ισχυροί νέοι σκακιστές -ο Αλέκος Καρακάσογλου μάλιστα είχε πάρει και πρωτάθλημα Νέων το 1971. Δεν τους γνώρισα, εγώ πήγα αργότερα και έτσι κι αλλιώς ήταν αρκετά μεγαλύτεροι και πολύ δυνατοί για μένα. Είχαν και πολιτική δράση, στο ΕΚΚΕ, και όταν το 1975 έγινε το ντου του ΕΚΚΕ στην Αμερικάνικη Πρεσβεία συζητήθηκε και στον σύλλογο το συμβάν. Και μετά, για κάμποσο καιρό, όταν συζητούσαμε πάνω στη σκακιέρα, κι έλεγες, ας πούμε, «Αν παίξεις αυτό θα φέρω τον Πύργο στο θ7» και απαντούσε ο άλλος «Ε και;» η στερεότυπη ανταπάντηση ήταν «ΕΚΚΕ έλεγε κι ο Καρακάσογλου και τον πιάσανε». Γυμνασιακό αστείο, αλλά γυμνάσιο πηγαίναμε.

Πλατειάζω όμως και εντελώς ξεκάρφωτα, διότι ο Καρακασιάν δεν ήταν σκακιστής. Όπως δείχνει και η φωτογραφία στο εξώφυλλο, ήταν παλαιστής, ακριβέστερα κατσέρ. Κι ενώ θυμάμαι άλλα ονόματα παλαιστών, σαν τον Καρπόζηλο ή τον Παπαλαζάρου, τον Καρακασιάν δεν τον θυμόμουν. Βρίσκω πάντως κάποια ίχνη της παρουσίας του (δείτε το απόκομμα εφημερίδας με το πρόγραμμα, στη μέση της σελίδας).

Ο Γιώργος Ιατρού είναι μαθηματικός, γεννημένος στην Κερατέα το 1955. Έχει εκπονήσει και εκδώσει ανθολόγια και βιβλία έρευνας για την ιδιαίτερη πατρίδα του και την ευρύτερη περιοχή. Τούτο εδώ είναι το πρώτο βιβλίο μυθοπλασίας που υπογράφει και εκδόθηκε με χορηγό τον Αθαν. Μαρτίνο, κάτι που κάνει αρκετά σημαδιακή τη σύμπτωση των επωνύμων για το ιστολόγιό μας.

Τα 16 πεζογραφήματα του βιβλίου με τράβηξαν: δίνουν εικόνες της ζωής στις δεκαετίες του 60 και του 70 στην Ανατολική Αττική, από τα αθηναϊκά φροντιστήρια στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και τα αντιχουντικά σκιρτήματα, από σημαντικά γεγονότα όπως το αεροπορικό δυστύχημα στην Κερατέα το 1969 ή η εκτέλεση των 17 βοσκών από τα Λεγρενά στην Πάρνηθα από τους Γερμανούς το 1944, αλλά δεν είναι όλα τα πεζογραφήματα βιωματικά -δεν έμεινε 15 χρόνια στην ίδια τάξη ο συγγραφέας, οπως ο ήρωας του αντίστοιχου διηγήματος.

Δίστασα αρκετά πριν διαλέξω ποιο διήγημα θα παρουσίαζα -προς στιγμή έκλινα στο παπαδιαμαντικό «Μαζί του» αλλά τελικά προτίμησα το διήγημα που ανοίγει το βιβλίο και δίνει και τον τίτλο, καθώς είναι αρκετά αντιπροσωπευτικό. Ο συγγραφέας προσθέτει σημειώσεις στο τέλος του βιβλίου για κάποια σημεία των διηγημάτων, που δεν τις αναπαράγω στο τέλος αλλά προσθέτω ένα λινκ προς ένα βιβλίο στο οποίο αναφέρεται.

 

Εγκαταλείπεις, Καρακασιάν;

Ο θείος μού έβαλε μπριγιόλ· «με γεια» είπε, «κουρεμπέτσι, κουρεμπέτσι θα μου λένε τώρα» σιγοψιθύρισα και βγήκα από το κουρείο φρέσκος, με τη φούντα μπροστά. Η υδροφόρα έβρεχε τον κεντρικό δρόμο στα Πάνω Καφενεία. Πέρασε ένας πλανόδιος με πέντε γαλιά και ένα καλάμι, «γαλοπούλες έχω» φώναζε, είχε και ένα ταγάρι. Έψαξα στην τσέπη, βρήκα ένα πενηνταράκι, πήγα κατευθείαν στο περίπτερο του μπάρμπα Σταύρου, πήρα καραμέλες «Τσάρλεστον». Κάποια κορίτσια έπαιζαν στο πεζοδρόμιο κουτσό, τραγούδαγαν «Αλίκη Βουγιουκλάκη, Κώστας Κακκαβάς, βγαίνω τα φυλάς». Κοίταξα το μεγάλο καφενείο απέναντι. Θα έχει παλαίστρα απόψε, σε ένα χαρτόνι με μια τρυπίτσα πάνω και ένα σπάγγο κρεμασμένο, προηγουμένως στο κουρείο το είχα δει: Τρεις αγώνες· Γιώργος Αλεξίου – Σπύρος Αρίων, Μασκοφόρος – Καρακασιάν, Καρπόζηλος – Ναθαναήλ.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Διηγήματα, Λογοτεχνία, Σκάκι | Με ετικέτα: , , , | 140 Σχόλια »

Ο Εδμόνδος Αμπού στην Ελλάδα -και στην Αίγινα

Posted by sarant στο 9 Σεπτεμβρίου, 2018

Κυκλοφόρησε πρόσφατα σε νέα μετάφραση από τον εκδοτικό οίκο Μεταίχμιο το κλασικό έργο του Εδμόνδου Αμπού (Edmond About) «Η Ελλάδα του Όθωνα», τίτλος εκσυγχρονισμένος, αφού ο τίτλος του πρωτοτύπου, «Η σύγχρονη Ελλάδα» (La Grèce contemporaine) θα ηχούσε εντελώς παραπλανητικά 165 χρόνια μετά.

O Αμπού (1828-1885) επισκέφτηκε την Ελλάδα το 1852 και έμεινε ως το 1854. Εργάστηκε για τη Γαλλική Σχολή των Αθηνών και με την επιστροφή του στη Γαλλία μετέφερε στο γαλλικό κοινό τις εντυπώσεις του από το νεοπαγές κράτος.

Το βιβλίο αυτό του Αμπού, αλλά κυρίως το επόμενο που έγραψε για την Ελλάδα της εποχής του, «Ο βασιλεύς των ορέων», προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων στην Ελλάδα της εποχής εκείνης, αφού θεωρήθηκαν ανθελληνικά. Όπως θα φανεί και από τα αποσπάσματα που δημοσιεύω, που πάντως δεν είναι και τα πιο καυστικά, ο Αμπού στηλιτεύει τα πολλά στραβά που βλέπει, αλλά αγαπά την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό. Μπορεί πάντως να σταθεί η κριτική πως αντιμετωπίζει τους Έλληνες ως ανώριμα παιδιά, με τόνο συγκαταβατικό.

Το βιβλίο είχε εκδοθεί παλιότερα σε μετάφραση του (κομμουνιστή διανοούμενου) Απόστολου Σπήλιου και πρόλογο του Τάσου Βουρνά. Σήμερα μεταφράζεται ξανά, κάτι πολύ λογικό αφού η παλιά έκδοση είναι εξαντλημένη και αφού τα σημαντικά βιβλία καλό είναι να ξαναμεταφράζονται κάθε 1-2 γενιές.

Πάντως, θα χρειαζόταν πιστεύω εκτενέστερη αναφορά στην υποδοχή που είχε ο Αμπού και το έργο του στην Ελλάδα του 1860, κάτι που θίγεται μόνο περιστασιακά στον έτσι κι αλλιώς ισχνότατο πρόλογο (σκάρτες τέσσερις σελίδες!) του Τάκη Θεοδωρόπουλου.

Δυστυχώς, ο πρόλογος είναι γραμμένος στο γόνατο. Ξεχώρισα την άστοχη έκφραση ότι το 1850 «το αεροπλάνο δεν έχει ακόμη καθιερωθεί ως μέσο μεταφοράς» -κάτι που θα ταίριαζε για μια εποχή όπου το αεροπλάνο έχει μεν εφευρεθεί αλλά δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε μεταφορές πχ περί το 1910. Αλλά η ακριβολογία δεν ήταν ποτέ το ατού του κ. Θεοδωρόπουλου.

Η μετάφραση της κ. Αριστέας Κομνηνέλλη είναι καλή. Το κείμενο ρέει ευχάριστα, ενώ η μεταφράστρια, πολύ δεοντολογικά, αναγνωρίζει τις οφειλές της στην παλιότερη μετάφραση όταν σε ορισμένα σημεία υιοθετεί μια έκφρασή της ή μεταφέρει μια υποσημείωση της παλιότερης έκδοσης.

Δυστυχώς όμως, ενώ η μετάφραση ρέει, δεν είναι απαλλαγμένη από λάθη και λαθάκια. Παρόλο που δεν έκανα συστηματικό έλεγχο, θα αναφέρω μερικές περιπτώσεις που δεν μπόρεσα να μην τις προσέξω.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Αίγινα, Κριτική μεταφράσεων, Μεταφραστικά, Παρουσίαση βιβλίου, Ταξιδιωτικά, Τι λένε για μας | Με ετικέτα: , , , , | 176 Σχόλια »

Τα πεύκα τα χρυσόπευκα;

Posted by sarant στο 30 Ιουλίου, 2018

Ο χαρακτηρισμός δεν είναι δικός μου, είναι του Βάρναλη, από τον πρόλογο στο Φως που καίει, «Να σ’ αγναντεύω θάλασσα…»

Ξανανιωμένα απ’ το λουτρό να ροβολάνε κάτου
την κόκκινη πλαγιά χορευτικά
τα πεύκα, τα χρυσόπευκα, κι ανθός του μαλαμάτου
να στάζουν τα μαλλιά τους τα μυριστικά

Αλλά το πεύκο είναι το δέντρο το πιο τραγουδισμένο από τους ποιητές μας. Στην Ανεμόσκαλα, τον ιστότοπο που περιέχει συμφραστικούς πίνακες των λέξεων που χρησιμοποιούνται από τους μεγαλύτερους Έλληνες ποιητές, βρίσκω σχεδόν 200 εμφανίσεις των διαφόρων τύπων της λέξης «πεύκο» και των παραγώγων τους. Μόνο η ελιά πλησιάζει τέτοια έντονη παρουσία, ενώ τα άλλα δέντρα ακολουθούν με μεγάλη διαφορά.

Πεύκα υπάρχουν στο ελληνικό τοπίο από τα πανάρχαια χρόνια -και μαζί η λέξη που τα περιγράφει, ή πιο σωστά οι λέξεις, διότι υπάρχουν δύο βασικές λέξεις για το δέντρο και τα διάφορα είδη του, πεύκη και πίτυς, όπως υπάρχουν και πολλά είδη πεύκου από τα οποία τα πιο διαδεδομένα είναι η πεύκη η κοινή ή χαλέπιος (Pinus halepensis) και η πεύκη η πίτυς (Pinus pinea) ή κουκουναριά.

Και οι δύο λέξεις, πίτυς και πεύκη, είναι ομηρικές.

Όπως έχουμε δει και σε άλλες περιπτώσεις δέντρων, τα ονόματα που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι δεν έμεναν σταθερά. Ο Π. Γεννάδιος αναφέρει ότι στον Όμηρο «πεύκαι» ονομάζονταν τα πεδινά είδη και «πίτυες» τα ορεινά, αλλά στην εποχή του Θεοφράστου το όνομα «πεύκαι» δήλωνε τα ορεινά είδη και «πίτυες» τα πεδινά και παράλια, όπως δείχνουν και τα διάφορα τοπωνύμια νησιών και παράλιων πόλεων π.χ. Πιτυούσα, Πιτύα, Πιτυούς κτλ. (Το είχαμε συζητήσει και σε παλιότερο άρθρο: Πιτυούσα οι Σπέτσες, Πιτυόνησος το Αγκίστρι). Το πεύκο πράγματι μπορεί να ευδοκιμήσει μέχρι και την ακτή, αρκεί να μη φυσάνε σφοδροί άνεμοι την άνοιξη.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Βάρναλης, Επικαιρότητα, Ιστορίες λέξεων, Ποίηση, Τοπωνύμια, Φυτά | Με ετικέτα: , , , , , , | 221 Σχόλια »

Φτάνει πια, άγιε Καλαβρύτων!

Posted by sarant στο 26 Ιουλίου, 2018

Το ιστολόγιο έχει ασχοληθεί κι άλλες φορές με τον μητροπολίτη Καλαβρύτων Αμβρόσιο Λενή, ιεροκήρυκα και αξιωματικό της Χωροφυλακής επί δικτατορίας και θαυμαστή του δολοφόνου πραξικοπηματία Ντερτιλή. Για παράδειγμα, το 2010 είχαμε επικρίνει το αισχρό ισλαμοφοβικό ψέμα που είχε δημοσιεύσει στο προσωπικό του ιστολόγιο ο αγ. Καλαβρύτων, ότι τάχα η Χαμάς διοργάνωνε μαζικούς γάμους ενήλικων ανδρών με οχτάχρονα κοριτσάκια (στην πραγματικότητα ήταν παρανυφάκια), ενώ άλλες φορές έχουμε επισημάνει γλωσσικά μαργαριτάρια του Αμβροσίου.

Από πάντοτε ήταν συντηρητικότατος, εκφραστής ενός σκληρού ακροδεξιού, ξενοφοβικού λόγου ο Αμβρόσιος, όμως η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια, επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ, έχει ξεσπαθώσει, αφού έχει εξαπολύσει δριμύτατες επιθέσεις τόσο σε πολιτικά πρόσωπα όσο και σε ολόκληρες κοινωνικές ομάδες. Μάλιστα, με αφορμή τα ομοφοβικά του κηρύγματα τού ασκήθηκε και δίωξη με τον αντιρατσιστικό νόμο, μια κίνηση αμφίβολης σκοπιμότητας κατά τη γνώμη μου -δεν έτυχε να ασχοληθούμε τότε με το θέμα, οπότε ας την εκφράσω τώρα.

Με τις προχτεσινές όμως φονικές πυρκαγιές στην Αττική, ο Αμβρόσιος ξεπέρασε κατά πολύ και τον χειρότερο ως τώρα εαυτό του. Σε εκτενές και ελαφρώς παραληρηματικό άρθρο στο ιστολόγιό του υποστηρίζει πως οι πυρκαγιές ήταν αποτέλεσμα της «οργής του πανοικτίρμονος Θεού» (κάποιοι θεωρούν οξύμωρη αυτή τη φράση) για την απομάκρυνση των Νεοελλήνων από τον δρόμο του Θεού, αποστασία όπως τη λέει που εκδηλώνεται με γεγονότα όπως (διατηρώ την ορθογραφία και στίξη του αγ. Καλαβρύτων):

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Επικαιρότητα, Εκκλησία | Με ετικέτα: , | 199 Σχόλια »

Στ’ αποκαΐδια

Posted by sarant στο 25 Ιουλίου, 2018

Κι ενώ ο αριθμός των θυμάτων από την πυρκαγιά στο Μάτι ανεβαίνει ολοένα, με τραγικότερην αποκορύφωση τους 26 αγκαλιασμένους στο οικόπεδο, σε απόσταση αναπνοής από τη θάλασσα -χώρια όσοι παραλοϊσμένοι ρίχτηκαν από το γκρεμό- το ιστολόγιο το δυσκολεύεται να γράψει για κάποιο άλλο θέμα, όμως δυσκολεύεται και να μη γράψει τίποτε.

Η φωτογραφία αριστερά είναι του Γιάννη Κέμμου από το Φέισμπουκ, παρμένη από το Πανόραμα της Κινέτας. «Σαν σκηνικό από ταινία του Αγγελόπουλου» σχολιάζει ο ίδιος. Κι η θάλασσα, που στάθηκε σωτήρια για εκατοντάδες κυνηγημένους από τις φλόγες, έστησε ωστόσο παγίδα σε μερικούς που, προσπαθώντας να φτάσουν στις σωτήριες βάρκες ή απλώς πανικοβλημένοι, ανοίχτηκαν πολύ και παρασύρθηκαν από τα δυνατά ρεύματα -θα ήταν ήδη και καταπονημένοι. Γιατί δεν έμεναν στα πατητά τους; Γιατί τα σωστικά σκάφη δεν μπορούσαν να πλησιάσουν στην ακτή -και επειδή απέξω απ’ το χορό, όλα είναι πολύ πιο εύκολα.

(Εδώ υπάρχει μια εξήγηση για την τραγωδία στο Μάτι).

Οπότε, με φόντο τ’ αποκαΐδια, θα λεξιλογήσουμε και σήμερα σκαλίζοντας τις στάχτες. Ή μάλλον τη στάχτη, αυτή η λέξη μόνο θα μας απασχολήσει σήμερα.

Η στάχτη δεν είναι αρχαία λέξη -οι αρχαίοι τη λέγανε τέφρα, λέξη άλλωστε που έχει επιβιώσει στη σημερινή γλώσσα και διατηρείται σε ειδικές χρήσεις, όπως ας πούμε στην ηφαιστειακή τέφρα ή στο χρώμα το τεφρό ή στην τεφροδόχο όπου φυλάσσεται η τέφρα όσων νεκρών αποτεφρώνονται σε κρεματόριο -ή στον φοίνικα που παροιμιωδώς ξαναγεννιέται από την τέφρα του.

Αυτή την τέφρα οι παλαιοι, και δεν εννοώ μόνο τους αρχαίους αλλά και τους ανθρώπους μέχρι και τον περασμένο αιώνα, ιδίως μακριά από τα αστικά κέντρα και τις ευκολίες τους, αυτή την στάχτη την ανακάτευαν με νερό και φτιάχνανε αλισίβα ή σταχτόνερο, που το χρησιμοποιούσαν για το πλύσιμο των ρούχων -φαντάζει παράξενο, αλλά η στάχτη, που μουτζουρώνει τα ρούχα, αν ανακατευτεί με νερό τα καθαρίζει.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Φρασεολογικά, Φωτογραφίες | Με ετικέτα: , , , , , | 239 Σχόλια »

Παρανάλωμα

Posted by sarant στο 24 Ιουλίου, 2018

Χτες όλη μου η προσοχή ήταν στραμμένη στις φωτιές που καίγανε την Αττική από τα ανατολικά κι από τα δυτικά, τα δυο μεγάλα μέτωπα της Κινέτας και της Ραφήνας, και το μικρότερο των Αγίων Αποστόλων που μ’ ένοιαζε και κάπως αμεσότερα. Όλα αυτά βέβαια τα παρακολουθούσα από πολύ μακριά, αλλά με το διαδίκτυο οι αποστάσεις μικραίνουν.

Στην αρχή σκέφτηκα να μη βάλω άρθρο σήμερα, αλλά έπειτα άλλαξα γνώμη, είναι βαρύ το σερί των 1640 (αν μέτρησα σωστά) συναπτών ημερών στις οποίες δημοσιεύουμε αδιάλειπτα ένα άρθρο κάθε μέρα, από τις 28.1.2014 χωρίς διακοπή, οπότε δεν μου πήγαινε να το σπάσω.

Όμως δεν θα σχολιάσω τις πυρκαγιές καθαυτές, αν και καταλαβαίνω πως πολλά μπορεί να πει κανείς -και δεν αμφιβάλλω πως θα τα πείτε στα σχόλιά σας.

Με την ελπίδα πως αύριο το πρωί η κατάσταση θα είναι καλύτερη, καθώς έπεσε και βροχή τουλάχιστον στο ανατολικό μέτωπο, θα λεξιλογήσω για την πυρκαγιά.

[Πρωινή προσθήκη: Το πρωί ξημέρωσε πένθιμο, όχι επειδή οι φωτιές αναζωπυρώθηκαν αλλά επειδή άρχισε να αποκαλύπτεται το μέγεθος της τραγωδίας, αφού οι επίσημες ανακοινώσεις μιλούν για τουλάχιστον 24 νεκρούς και οι φήμες για πολύ περισσότερους. Ωστόσο, δεν θα αλλάξω το άρθρο]

Από την τηλεόραση που άκουγα τις απευθείας μεταδόσεις από τα μέτωπα της φωτιάς, πρόσεξα πως επαναλαμβάνονταν συχνά από τους ρεπόρτερ δυο πεντασύλλαβες λέξεις, και λέω να ασχοληθώ με τη μία απ’ αυτές.

Οι δυο λέξεις ήταν «ανεξέλεγκτες» (οι φλόγες που κατάκαιαν την περιοχή) και «παρανάλωμα» -και μ’ αυτή τη δεύτερη θ’ ασχοληθώ.

Βέβαια, η λέξη «παρανάλωμα» δεν βρισκόταν μόνη της -σπάνια θα τη βρείτε να στέκει μόνη της στη νεοελληνική γλώσσα. Η λέξη παρανάλωμα χρησιμοποιείται μόνο σε μία ή δυο στερεότυπες φράσεις: έγινε παρανάλωμα του πυρός και, λίγο σπανιότερα, έγινε παρανάλωμα της φωτιάς. Πολύ σπάνια τη βρίσκουμε στη γενική ή στον πληθυντικό.

Ξέρουμε φυσικά τη σημασία της: θα πει «κάηκε εντελώς, καταστράφηκε από τη φωτιά». Η παλιά πολυκατοικία έγινε παρανάλωμα του πυρός, ας πούμε, ή: Πέντε εξοχικά σπίτια έγιναν παρανάλωμα του πυρός (και κανονικά όχι: έγιναν παραναλώματα).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Επικαιρότητα, Ιστορίες λέξεων, Κλισέ, Λεξικογραφικά | Με ετικέτα: , , | 293 Σχόλια »

Το νησί των μακάρων (χρονογράφημα του Βάρναλη)

Posted by sarant στο 2 Ιουλίου, 2017

Προχτές πήρα το πρωί το δελφίνι από την Αίγινα και πήγα στο Αγκίστρι. Τα δελφίνια πιάνουν στο Μεγαλοχώρι, την πρωτεύουσα του νησιού, ας πούμε. Περπάτησα τα περίπου 3 χιλιόμετρα ίσαμε τη Σκάλα, που είναι το κανονικό λιμάνι, όπου πιάνουν τα μεγάλα πλοία, τα φεριμπότ. Συνέχισα πιο πέρα και μπήκα στο πευκοδάσος, γεμάτο σκηνίτες ήδη από τα τέλη Ιουνίου· έφτασα ίσαμε την παραλία Χαλικιάδα, όπου συνήθιζα να πηγαίνω στα νιάτα μου.

Παρόλο που είναι νησί μικρό, το Αγκίστρι έχει περισσότερες ενδιαφέρουσες παραλίες από την Αίγινα. Θυμήθηκα λοιπόν ένα χρονογράφημα του Βάρναλη, που υμνεί το νησί και το χαρακτηρίζει «νησί των μακάρων» και «παράδεισο του Σαρωνικού» -ευκαιρία να το παρουσιάσω σήμερα, να δροσιστούμε από τον καύσωνα. Το έχω συμπεριλάβει στο βιβλίο «Αττικά» που περιέχει 400 χρονογραφήματα του Βάρναλη με θέμα την Αθήνα και την Αττική -και, κατ’επέκταση, τα νησιά του Αργοσαρωνικού, ιδίως την Αίγινα όπου ο Βάρναλης είχε περάσει πολλά δημιουργικά καλοκαίρια.

Το χρονογράφημα δημοσιεύτηκε στις 15 Αυγούστου 1941 στην εφημερίδα Πρωία, μέσα στην Κατοχή δηλαδή, αλλά ο Βάρναλης αναθυμιέται ευχάριστες στιγμές από παλιότερες εποχές, μάλλον από τη δεκαετία του 1920. Όπως και σε όλα τα χρονογραφήματα του τόμου, έχω μονοτονίσει το κείμενο και έχω εκσυγχρονίσει την ορθογραφία.

Η φωτογραφία που διάλεξα αδικεί το καταπράσινο νησί, είναι όμως η μόνη απ’ όσες έβγαλα που δείχνει στο ίδιο πλάνο και τη Μετώπη, το νησάκι που βρίσκεται ανάμεσα Αίγινα και Αγκίστρι -αλλά πιο κοντά στο Αγκίστρι, γι’ αυτό και ο Βάρναλης το χαρακτηρίζει «προπύλαια» του Αγκιστριού.

Το νησί των μακάρων

Το Αγκίστρι είναι ο παράδεισος των νησιών του Σαρωνικού. «Πλέει» αντίκρυ στην Αίγινα, γεμάτο πεύκα από καταβολής κόσμου (γι’ αυτό οι αρχαίοι το ονομάζανε Πιτυόεσσα) και μαζί με τα βουνά της Πελοποννήσου και με την αλυσίδα ενός σωρού από ξερόνησα κλείνει τη θάλασσα ολόγυρα και τη μεταβάλλει σε λίμνη.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Αίγινα, Βάρναλης, Ταξιδιωτικά, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , | 176 Σχόλια »

Κούμαρα στο Αμφιάρειο (ή Αμφιαράειο)

Posted by sarant στο 20 Δεκεμβρίου, 2015

komaronΤο μεσημέρι είχα πάει για περπάτημα σε μια εξοχή και η διαδρομή που είχα κανονίσει περνούσε και από το Αμφιάρειο (ή Αμφιαράειο) και προβληματιζόμουν αν θα έμπαινα και στον αρχαιολογικό χώρο ή όχι. Ήθελα να μπω, διότι είχα πολλά χρόνια να πάω, την προηγούμενη φορά που είχα επισκεφτεί τον ναό ήταν ακόμα στα μπετά, αλλά η υπόλοιπη παρέα δεν είχε πεζοπορικές ανησυχίες, οπότε δεν μπορούσα να χασομερήσω και πολύ, κι έτσι σκεφτόμουν να επισκεφτώ τα αρχαία με τρόπο αμερικάνικο, δηλαδή τρέχοντας («Κάναμε το Λούβρο σε 19 λεπτά κι αν μας άφηναν να μπούμε με το ποδήλατο θα κάναμε λιγότερο»).

Όταν όμως με τα πολλά έφτασα στην είσοδο των αρχαίων, ο φύλακας με πληροφόρησε πως είχαν απεργία -κι έτσι η επίσκεψη αναβλήθηκε γι’ άλλη φορά, όταν θα έχω μάθει αν το σωστό είναι Αμφιάρειο ή Αμφιαράειο.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αττική, Σφηνάκια, Ταξιδιωτικά | Με ετικέτα: , , | 37 Σχόλια »