Κοντά στην 25η Μαρτίου φέτος είχα παρουσιάσει στο ιστολόγιο ένα νεανικό διήγημα του Μ. Καραγάτση με θέμα σχετικό με το 1821. Με την ευκαιρία εκείνη ξαναδιάβασα τον τόμο της Εστίας με τα νεανικά διηγήματα του Καραγάτση και πρόσεξα ορισμένες αναμνήσεις, γραμμένες αργότερα, αλλά που αφορούσαν τα νιάτα του: φοιτητικά χρόνια και στρατιωτική θητεία. Αυτές τις αναμνήσεις θα τις δημοσιεύσω σταδιακά στο ιστολόγιο, γιατί τις βρίσκω πολύ συμπαθητικές.
Και επειδή υπηρέτησα στο ΣΕΜ (Σώμα Εφοδιασμού-Μεταφορών), διάλεξα να ξεκινήσω με ένα κείμενο του Καραγάτση σχετικό με τη δική του θητεία στον πρόγονο του ΣΕΜ, στη Μοίρα Αυτοκινήτων, γύρω στο 1929-30. Δυστυχώς δεν έχω τώρα πρόχειρο το βιβλίο, αλλά αν θυμάμαι καλά το κείμενο δημοσιεύτηκε το 1948 στην Επιθεώρηση του ΣΕΜ, δηλαδή σε επίσημο στρατιωτικό έντυπο.
Και βέβαια δεν ήταν μια συνηθισμένη και κανονική περίοδος το 1948, μέσα στον Εμφύλιο, ούτε είναι ουδέτερο το κείμενο του Καραγάτση, που εξιδανικεύει την κατάσταση που επικρατούσε, φτάνοντας στο σημείο να δηλώνει ότι ο στρατός (το 1948) ήταν «παράδεισος». Αλλά μου αρέσει ο τρόπος που περιγράφει τη ζωή στη Μοίρα στα τέλη της δεκαετίας του 1920.
Μονοτονίζω και εκσυγχρονίζω την ορθογραφία, διορθώνοντας σιωπηλά μερικά λαθάκια. Δεν άλλαξα το «πολύ δουλειά», ούτε το «απιθεώρηση» που το θεώρησα σκόπιμο, ούτε το ορθογραφικό λογοπαιγνιο «μηναρέδες» που το έχω δει κι αλλού (έτσι έλεγαν τη μηνιαία φυλάκιση). Οι Τύλορες γκουγκλίζονται, είναι φορτηγά μάλλον μάρκας Tylor. Τα άλλα σας τα αφήνω σαν άσκηση.
Το ότι ο Καραγάτσης γράφει το 1948, σαράντα χρονών, λέγοντας ότι γέρασε, ας θεωρηθεί ποιητική υπερβολή.
Αναμνήσεις από τη Μοίρα
Στον καιρό μας, εδώ και είκοσι χρόνια, τα Σέμια ονομάζονταν ‘ Υπηρεσία Αυτοκινήτων, ή κοινώς «Αυτοκίνητα». Κι είχαν τη χάρη τους τ’ αυτοκίνητα του Ελληνικού Στρατού· μόνον οι προνομιούχοι κληρωτοί κατάφερναν να καταταχθούν στην περιζήτητη υπηρεσία. Αρκεί να σας πω πως εγώ, ύστερα από ενδελεχή μελέτη της καταστάσεως, κατατάχτηκα εθελοντής με τετράμηνη πρόσθετη υπηρεσία — μόνο και μόνο για να υπηρετήσω στ’ αυτοκίνητα. Οι τέσσερις παραπανιστοί μήνες συμψηφίζονταν από άλλα και σπουδαία πλεονεκτήματα.
Και πρώτα, τα γυμνάσια ήσαν λιγοστά, σχεδόν ξεκούραστα, ύστερα άρχιζε η εκπαίδευσις αυτοκινήτου. Εκείνο τον καιρό, το αυτοκίνητο ήταν τροχοφόρο αρκετά σπάνιο, που προκαλούσε τη λαχτάρα κάθε νέου μερακλή. Μικρό πράμα το ’χεις να είσαι σοφεράκι, με τέσσερις ρόδες κάτωθέ σου και μια μηχανή στο χέρι; Αυτοκίνητο σου λέει ο άλλος. Τα κορίτσια το ’βλεπαν και λιγώνονταν. Τα σοφεράκια περιβάλλονταν από αίγλη, γοητεία και μεγαλείο, πού τα έκαναν ασυναγώνιστα στο ωραίο φύλο. Δεν πρέπει όμως να λησμονάμε τ’ άλλα —και σοβαρά— πλεονεκτήματα του αυτοκινήτου στον πόλεμο εκείνου του καιρού. Όταν ο πεζικάριος ξεθεώνονταν στην πορεία, φορτωμένος όπλο, γυλιό, κουβέρτα, εξάρτυση, φυσίγγια, σακκίδιον, παγούρι κ.τλ. εσύ επεριδιάβαζες σαν τουρίστας πάνω στο αμαξάκι σου! Σήμερα η μηχανοκίνηση του στρατού άλλαξε δυστυχώς την κατάσταση. Αρκεί να σάς πω πως εκείνο τον καιρό σε κάθε Σώμα Στρατού των τριών Μεραρχιών, αναλογούσε μια Μοίρα αυτοκινήτων με δύναμι 30 φορτηγά αυτοκίνητα! Δηλαδή δέκα φορτηγά κατά Μεραρχία. Περί επιβατικών, ούτε λόγος. Μόνον οι Διοικηταί Σωμάτων είχαν τέτοια πολυτέλεια. Οι Μέραρχοι πήγαιναν αλογατάδα.