Πριν από μερικές μέρες έγινε στα σχόλια του ιστολογίου, σε άσχετο άρθρο, μια συζητηση για τη Θεωρία του Υδρόβιου Πιθήκου (Θ.Υ.Π.). Ο φίλος μας ο Μιχάλης Τζιώτης έχει γράψει ένα άρθρο για το θέμα αυτό, μια θεωρία για τον εξανθρωπισμό του πιθήκου, που παρουσιάζει ενδιαφέρον παρόλο που η θεωρία αυτή κάθε άλλο παρά γενικά αποδεκτή είναι.
Οπότε, σήμερα θα συζητήσουμε το ενδιαφέρον αυτό θέμα, έχοντας ως βάση την παρουσίαση του φίλου μας του Μιχάλη.
Η Θεωρία του Υδρόβιου Πιθήκου (Θ.Υ.Π.)
Ελέιν Μόργκαν
«Ένας υδρόβιος Πίθηκος είναι πολύ πιθανός πρόγονος του Ανθρώπου εξετάζοντας τη συμπεριφορά των Πρωτευόντων, τα θαλάσσια οικοσυστήματα και τη χρονική διαδοχή των γεωφυσικών φαινομένων.»
Καθ. Derek Ellis, Τμήμα Βιολογίας, Παν. της Βικτόρια, Καναδάς
«Όλες οι άλλες θεωρίες για την προέλευση του Ανθρώπου έχουν φτάσει σε αδιέξοδο.»
Δρ. Michel Odent, συγγραφέας του ‘Νερό και Σεξουαλικότητα’
«Η υπόθεση για υδρόβιο παρελθόν προσφέρει πολύ απλούστερες εξηγήσεις.»
Δρ. Chris Knight, συγγραφέας του ‘Σχέσεις Αίματος’
«Είναι πολύ δύσκολο να απορρίψουμε με επιστημονικούς συλλογισμούς όλα τα επιχειρήματα που προτείνει η Θεωρία για Υδρόβιο πρόγονο»
Δρ. Desmond Morris, συγγραφέας του ‘Ο Γυμνός Πίθηκος’
«Η υπόθεση για υδρόβιο παρελθόν… δεν μπορεί να συνεχίσει να αγνοείται.»
Καθ. Glyn Isaac
«Πιστεύουμε πως αυτή η πρόταση (Θ.Υ.Π.) πρέπει να γίνει αντικείμενο σοβαρού ενδιαφέροντος.»
Καθ. Michael Crawford, συγγραφέας του ‘Η κινητήρια Δύναμη’
«Η Θ.Υ.Π. ταιριάζει με τις σύγχρονες θεωρίες της δημιουργίας των Ειδών καλύτερα από το μοντέλο της προέλευσης από τη σαβάνα, και καταφέρνει να συνδέσει ένα αριθμό διαφορετικών φαινομένων που μέχρι τώρα εθεωρούντο ασύνδετα.»
Καθ. Graham Richards, συγγραφέας του ‘Η Εξέλιξη του Ανθρώπου’
Οι επιστήμονες που προαναφέρονται δεν είναι αναγκαστικά ενθουσιώδεις υποστηρικτές της Θ.Υ.Π. του Ανθρώπου. Οι αναφορές τους θυμίζουν μάλλον το επιστημονικό τους καθήκον να μην απορρίπτουν μία θεωρία αν αυτή δεν έχει αποδειχτεί λανθασμένη. Ο συγγραφέας, όμως, του παρόντος, γοητεύτηκε από την διαύγεια της σκέψης της Ελέιν Μόργκαν ήδη από τη δεκαετία του 70, και έχει από τότε αναπτύξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το θέμα. Παρουσιάζεται, λοιπόν, εδώ, μια εκλαϊκευμένη περίληψη της Θεωρίας της Υδρόβιας Προέλευσης του Ανθρώπου όπως αναφέρεται στο έργο της Μόργκαν «Η Καταγωγή της Γυναίκας» («The Descent Of Woman»)
Υπογραμμίζεται πως το ακόλουθο ΔΕΝ είναι πρωτότυπο έργο, παρά μάλλον μετάφραση – συμπίλημα απόψεων υπέρ ή κατά της Θεωρίας της Υδρόβιας Προέλευσης του Homo Sapiens
Μιχάλης Τζιώτης
Γιατί οι Άνθρωποι διαφέρουν από τους Πιθήκους
Οι επιστήμονες με ευκολία εξηγούν τις μεγάλες ομοιότητες ανάμεσα στον Άνθρωπο, τον Χιμπατζή και τον Γορίλα υποστηρίζοντας πως έχουν κοινό πρόγονο.
Είναι πολύ πιο δύσκολο να εξηγηθεί γιατί οι διαφορές ανάμεσα σε εμάς και τους Γορίλα/Χιμπαντζή είναι τόσο μεγαλύτερες από τις διαφορές μεταξύ τους. Κάτι πρέπει να έχει μεσολαβήσει ώστε ένα τμήμα του πληθυσμού του πανάρχαιου κοινού προγόνου να ακολουθήσει ένα τελείως διαφορετικό εξελικτικό μονοπάτι.
Η επικρατούσα θεωρία, που ακόμα διδάσκεται στα σχολεία και τα πανεπιστήμια, είναι πως προερχόμαστε από πιθήκους που βγήκαν από τα δάση και εγκαταστάθηκαν στους βοσκότοπους της ανοιχτής σαβάνας. Τα ξεχωριστά ανθρώπινα χαρακτηριστικά θεωρούνται έτσι πως οφείλονται σε προσαρμογή στη ζωή σε περιβάλλον σαβάνας.
Σε μια τέτοια περίπτωση, θα περιμέναμε να βρούμε πως, αν όχι όλες, τουλάχιστον μερικές από αυτές τις προσαρμογές να έχουν αναπτυχθεί, παράλληλα, και σε άλλα θηλαστικά της σαβάνας. Αλλά δεν υπάρχει ούτε μία τέτοια περίπτωση, ούτε καν ανάμεσα στους μπαμπουίνους και τους κερκοπίθηκους, που προήλθαν από δασόβιους προγόνους.
Αυτό το παράξενο φαινόμενο δεν οδήγησε τους επιστήμονες που υποστηρίζουν τη θεωρία της σαβάνας στο να την εγκαταλείψουν, αλλά πολλά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα. Για παράδειγμα, στο ερώτημα γιατί οι άνθρωποι έχασαν το τρίχωμα του σώματός τους η εξήγηση είναι πως δεν είναι απαραίτητο να δώσουμε απάντηση, πως ίσως δεν θα βρούμε ποτέ την αιτία ή, ακόμα, πως μπορεί και να μην υπάρχει καν αιτία. Αυτές οι απόψεις μπορεί να είναι ηττοπαθείς, αλλά είναι και βαθιά αντιεπιστημονικές.
Η Θ.Υ.Π. προτείνει ένα εναλλακτικό σενάριο. Θεωρεί πως όταν οι πρόγονοί μας βγήκαν στη σαβάνα ήταν ήδη διαφοροποιημένοι από τους πιθήκους. Πως η έλλειψη σωματικής τριχοφυΐας, ο διποδισμός και άλλες αλλαγές είχαν αρχίσει να εξελίσσονται πολύ νωρίτερα, όταν οι εξελικτικές σειρές των ανθρώπων και των πιθήκων είχαν πρωτοαρχίσει να αποκλίνουν.
Η Θ.Υ.Π παρατηρεί πως τα περισσότερα από τα «αινιγματικά» χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φυσιολογίας, όσο και αν σπανίζουν ή είναι ανύπαρκτα στα χερσαία θηλαστικά, είναι κοινά στα θαλάσσια. Αν φανταστούμε τους πρωταρχικούς προγόνους μας να είναι υποχρεωμένοι να ζουν για μία παρατεταμένη περίοδο σε ένα πλημμυρισμένο, ημιυδάτινο βιότοπο, τα περισσότερα από τα άλυτα προβλήματα γίνεται πολύ πιο εύκολο να εξηγηθούν.
Οι γεωλογικές παρατηρήσεις μάς προσφέρουν ισχυρές αποδείξεις γι΄ αυτό τον ισχυρισμό, και τίποτα στα παλαιοντολογικά απολιθώματα δεν είναι ασύμβατο με αυτόν. Μερικά από τα θέματα που θέτει αυτή η θεωρία περιγράφονται σύντομα στις ακόλουθες σελίδες.
Ο γυμνός πίθηκος
Οι άνθρωποι ταξινομούνται ανατομικά στα Πρωτεύοντα, μία Τάξη που περιλαμβάνει τους προσιμιίδες (στους οποίους συγκαταλέγονται οι λεμούριοι, οι λόρις, οι γαλάγοι και οι τάρσιοι) και τους σιμιίδες (μαϊμούδες και πίθηκοι). Από τα εκατοντάδες είδη των Πρωτευόντων, μόνο οι άνθρωποι είναι γυμνοί.
Δύο είδη βιοτόπων είναι γνωστοί για την δημιουργία γυμνών ζώων: ο υπόγειος και ο υγροβιότοπος. Υπάρχει ένα είδος γυμνού τυφλοπόντικα στη Σομαλία (Heterocephalus glaber) που ουδέποτε εμφανίζεται πάνω στο έδαφος. Όλα τα άλλα μη ανθρώπινα θηλαστικά που έχουν χάσει όλο ή μεγάλο μέρος του τριχώματός τους είναι είτε κολυμβητές, όπως οι φάλαινες, τα δελφίνια, οι θαλάσσιοι ελέφαντες, θαλάσσια λιοντάρια και οι μανάτοι, είτε ζουν σε βουρκώδη περιβάλλοντα, όπως οι ιπποπόταμοι, οι τάπιροι και οι χοίροι. Οι ρινόκεροι και οι ελέφαντες, μολονότι χερσαίοι οργανισμοί από τότε που η Αφρική έγινε πιο ξηρή, φέρουν ίχνη από το υδρόβιο παρελθόν τους και δεν αφήνουν καμία ευκαιρία χαμένη για να κάνουν το μπάνιο τους ή το λασπόλουτρό τους.
Υποστηρίχτηκε πως οι άνθρωποι έγιναν άτριχοι «για να προστατευτούν από την υπερθέρμανση στη σαβάνα». Όμως, κανένα άλλο θηλαστικό δεν φαίνεται να ακολούθησε την ίδια στρατηγική. Η ύπαρξη τριχώματος λειτουργεί προστατευτικά στις ακτίνες του ήλιου: Αυτός είναι ο λόγος που ακόμα και οι καμήλες διατηρούν το τρίχωμά τους. Άλλη παρόμοια εξήγηση θέλει την απώλεια τριχώματος «να διευκολύνει την ψύξη του σώματος με τον ιδρώτα». Πάλι, όμως, πολλά είδη καταφεύγουν στην ελάττωση της σωματικής υπερθέρμανσης με έκκριση ιδρώτα χωρίς να χάσουν τα προνόμια που τους προσφέρει η ύπαρξή του τριχώματός τους. Γιατί η προστασία από την υπερθέρμανση να είναι τόσο σημαντικότερη από την προστασία απέναντι στις χαμηλές θερμοκρασίες της νύχτας; Γιατί να στερηθούν τα ζώα από ένα τρίχωμα που χρησιμοποιείται και για την έκφραση της διάθεσής τους ενδοειδικά ή διαειδικά, αφού δεν έχουν ακόμα τη γλώσσα για να συνεννοούνται; («Σηκώθηκε η τρίχα μου», λέμε οι άνθρωποι). Γιατί να χάσουν το τρίχωμα, ιδεώδες υπόβαθρο για την μεγάλη γκάμα των οσμών που χρησιμοποιούν για τον ίδιο λόγο; («Κάνε ένα μπάνιο, βρoμάς βαρβατίλα», λέμε οι άνθρωποι). Γιατί να χάσουν τις απτικές ικανότητες που προσφέρει η ύπαρξη τριχώματος; (οδυνηρά αποτελέσματα σε χτυπήματα φαλακρών ανθρώπων στο γυμνό κεφάλι τους, χωρίς την προειδοποιητική απτικότητα των μαλλιών!)
Πάντως, δεν υπάρχει σοβαρός λόγος για να πειστούμε πως ο πανάρχαιος πίθηκος υπέφερε από τη ζέστη περισσότερο από τους μπαμπουίνους της σαβάνας. Και, ειδικά για ένα πρωτεύον της σαβάνας, το τίμημα για την απώλεια του τριχώματος θα ήταν υψηλό. Τα μωρά των πρωτευόντων μεταφέρονται από τη μητέρα τους γαντζωμένα στο τρίχωμά της. Τα θηλυκά θα εμποδίζονταν πολύ σοβαρά στο να εξασφαλίσουν τη διατροφή τους, δική τους και των νεογνών, αν τα χέρια τους ήταν συνεχώς απασχολημένα στη μεταφορά των μικρών.
Ένα γενικό συμπέρασμα φαίνεται αναπόφευκτο όταν κάνουμε μια γενική έρευνα στα είδη των θηλαστικών: Ενώ το τρίχωμα παρέχει την καλύτερη δυνατή μόνωση στα χερσαία θηλαστικά, στα υδρόβια δεν είναι η γούνα που παρέχει μόνωση, είναι ένα στρώμα λίπους. Αυτό κάνουν και οι κολυμβητές μεγάλων αποστάσεων, μια καλή επίστρωση λίπους είναι καλύτερη από οποιαδήποτε μάλλινη επένδυση, όταν οι ειδικές στολές απαγορεύονται από τους κανονισμούς ή εμποδίζουν τη γρήγορη κολύμβηση.
Ο παχύς πίθηκος
Οι άνθρωποι είναι μακράν τα παχύτερα πρωτεύοντα: Έχουμε δέκα φορές περισσότερα λιπώδη κύτταρα στο σώμα μας από ό,τι θα αναμενόταν από ένα ζώο του μεγέθους μας.
Δύο κατηγορίες ζώων παρουσιάζουν τάση συσσώρευσης μεγάλης ποσότητας λίπους, εκείνα που πέφτουν σε χειμέριο ύπνο και τα υδρόβια. Στα πρώτα το λίπος είναι εποχικό, στα υδρόβια, όπως και στους ανθρώπους, μόνιμο. Επίσης, τα χερσαία θηλαστικά έχουν την τάση να συσσωρεύουν το λίπος εσωτερικά, ειδικά γύρω από τα νεφρά και τα έντερα. Στα υδρόβια θηλαστικά και στους ανθρώπους το μεγαλύτερο ποσοστό αποτίθεται κάτω από το δέρμα.
Είναι απίθανο οι πρόγονοι του ανθρώπου να έχουν αναπτύξει αυτό το χαρακτηριστικό μετά την έξοδό τους στις πεδιάδες και την μετατροπή τους σε κυνηγούς, γιατί αυτό θα ήταν αιτία να τους κάνει πιο αργούς. Κανένας χερσαίος κυνηγός δεν έχει συμφέρον να παχύνει. Η τάση μας να παχαίνουμε πρέπει να είναι κληρονομιά μιας παλιότερης, υδρόβιας, φάσης στην εξέλιξή μας. Είναι αλήθεια πως μερικοί πίθηκοι, ζώντας σε αιχμαλωσία, είναι δυνατόν να αποκτήσουν επιπλέον βάρος αλλά υπάρχουν δύο διαφορές με εμάς. Η πρώτη είναι πως οι πίθηκοι ποτέ δεν γεννιούνται με πάχος. Όλα τα νεογνά των πρωτευόντων, εκτός από τα δικά μας, είναι πολύ αδύνατα, η ίδια η ζωή τους εξαρτάται από τη δυνατότητά τους να αγκιστρωθούν στη γούνα της μητέρας τους και να σηκώσουν το βάρος τους με τα δάχτυλά τους. Τα δικά μας μωρά συσσωρεύουν λίπος πριν τη γέννησή τους και συνεχίζουν να το κάνουν για πολλούς μήνες μετά. Ένα μέρος αυτού του λίπους είναι λευκό λίπος, και αυτό είναι εξαιρετικά σπάνιο σε νεογέννητα θηλαστικά. Το λευκό λίπος δεν είναι άμεσα μετατρέψιμο σε ενέργεια, αλλά είναι άριστο για να παρέχει μόνωση στο νερό και πλευστότητα.
Η δεύτερη διαφορά είναι πως το δικό μας υποδόριο λίπος είναι συνδεδεμένο με το δέρμα μας. Όταν ένας ανατόμος γδέρνει μία γάτα, ένα κουνέλι ή ένα χιμπαντζή, όσο υποδόριο λίπος υπάρχει παραμένει προσκολλημένο στους υποκείμενους ιστούς. Στην περίπτωση των ανθρώπων, το λίπος απομακρύνεται μαζί με το δέρμα, ακριβώς όπως γίνεται με τα υδρόβια είδη όπως τα δελφίνια, οι φώκιες, οι ιπποπόταμοι και οι μανάτοι.
Ο δίποδος πίθηκος
Τα ανθρώπινα όντα είναι τα μοναδικά θηλαστικά στον κόσμο που περπατούν φυσιολογικά στα δύο πόδια. (Το μοναδικό άλλο είδος που το κάνει είναι ένα υδρόβιο πτηνό, ο πιγκουίνος.)
Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει που ο διποδισμός είναι τόσο σπάνιος. Συγκρινόμενος με το περπάτημα ή τρέξιμο στα τέσσερα πόδια έχει πολλά μειονεκτήματα. Είναι αργότερος και, σχετικά, πιο ασταθής. Είναι ικανότητα που αποκτάται με πολύχρονη άσκηση και εκθέτει ζωτικά ευάλωτα όργανα σε επίθεση.
Τον ασκούμε επί πέντε εκατομμύρια χρόνια και εν τω μεταξύ τα σώματά μας έχουν δραστικά επανασχεδιαστεί ώστε να τον κάνουν ευκολότερο, αλλά ακόμα είναι αιτία για διάφορα προβλήματα υγείας και πόνους: πόνοι στην πλάτη, αιμορροΐδες, διάφορες κήλες και προβλήματα κατά τον τοκετό. Αν για μας παρουσιάζει τόσα προβλήματα, για τους πιθηκόμορφους προγόνους μας, πέντε εκατομμύρια χρόνια πριν, θα παρουσίαζε πολύ περισσότερα. Μόνο μια δύναμη τεράστιας επιβιωτικής αξίας θα μπορούσε να τους ωθήσει να υιοθετήσουν εξελικτικά ένα τρόπο βαδίσματος για τον οποίο ήταν, ανατομικά, τόσο ακατάλληλα εξοπλισμένοι.
Μία αρχική υπόθεση ήταν πως ανέπτυξαν πρώτα έναν μεγάλο εγκέφαλο ικανό να κατασκευάσει εργαλεία, και τελικά περπάτησαν στα δύο πόδια ώστε να έχουν ελεύθερα τα χέρια τους για να κρατούν τα όπλα τους. Σήμερα όμως γνωρίζουμε πως ο διποδισμός προηγήθηκε του μεγάλου εγκεφάλου και της εργαλειοκατασκευής. Άλλοι επιστήμονες υποστηρίζουν πως, όμοια με τους χιμπαντζήδες, ο διποδισμός επιβλήθηκε από την ανάγκη να μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες πολύτιμης τροφής, δουλειά που χρειαζόταν δύο χέρια. Δεν απαντούν όμως τι οδήγησε τον άνθρωπο να κάνει τον τέτοιο άβολο τρόπο μετακίνησης μόνιμο.
Αν, όμως, ο βιότοπός τους ήταν πλημμυρισμένος από νερό, θα ήταν υποχρεωμένοι να περπατούν στα πίσω τους πόδια όποτε κατέβαιναν από τα δέντρα, ώστε να κρατούν το κεφάλι τους έξω από αυτό. Επιπλέον, αυτή η αρχική ανόρθωση θα ήταν ευκολότερη με το σώμα βυθισμένο μέσα στο νερό, αφού η άνωση θα έκανε το βάρος που έπρεπε να αντέξουν τα πίσω άκρα μικρότερο. Το μόνο ζώο που είχε ποτέ αναπτύξει λεκάνη σαν τη δική μας, ικανή να υποστηρίξει διποδισμό, ήταν ο από πολύ καιρό εξαφανισμένος Ορεοπίθηκος, γνωστός και ως πίθηκος του βάλτου.
Σήμερα υπάρχουν δύο πρωτεύοντα που όταν βρίσκονται στο έδαφος στέκονται όρθια και περπατούν κάπως πιο επιδέξια από τα περισσότερα άλλα είδη. Το ένα είναι η προβοσκιδωτή μαϊμού, που ζει στα μανγκρόβια έλη της Βόρνεο. Το άλλο είναι το μπονόμπο, αλλιώς πυγμαίος χιμπαντζής. Ο βιότοπός του περιλαμβάνει μεγάλη περιοχή με μερικώς πλημμυρισμένο δάσος, που αναμφισβήτητα θα κάλυπτε πολύ μεγαλύτερη έκταση πριν το κλίμα της Αφρικής γίνει ξηρότερο.
Και τα δύο αυτά είδη απολαμβάνουν το νερό. (Εδώ μπορούμε να φέρουμε στο μυαλό μας την ατμόσφαιρα παιχνιδιού, ακόμα και για ενήλικες, και έλλειψης άγχους στις σύγχρονες πλαζ). Εκείνο που είναι επίσης πολύ ενδιαφέρον είναι πως οι μπονόμπο ζευγαρώνουν κατά πρόσωπο, όπως κάνουν οι άνθρωποι, και όχι με από πίσω επίβαση. Στη δική μας περίπτωση θεωρείται πως είναι συνέπεια του διποδισμού. Αυτός ο τρόπος ζευγαρώματος είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό που σπανίζει στα χερσαία ζώα και που εμείς μοιραζόμαστε με μεγάλη γκάμα υδρόβιων θηλαστικών όπως τα δελφίνια, οι κάστορες και οι θαλάσσιες ενυδρίδες. Αυτό που ουσιαστικά έχουμε κοινό είναι πως διαθέτουμε τρόπο μετακίνησης κατά τον οποίο η σπονδυλική στήλη και τα κάτω (ή πίσω) άκρα είναι σε ευθεία γραμμή, και αυτό επηρεάζει την θέση των γεννητικών οργάνων.
Ο πίθηκος που ενσυνείδητα ελέγχει την αναπνοή του
Το αναπνευστικό σύστημα του ανθρώπου διαφέρει από αυτό όλων των χερσαίων θηλαστικών σε δύο σημεία:
Το πρώτο είναι πως έχουμε συνειδητό έλεγχο της αναπνοής μας. Στα περισσότερα θηλαστικά αυτές οι κινήσεις είναι χωρίς έλεγχο, όπως η λειτουργία της καρδιάς ή η πέψη.
Ελεγχόμενη αναπνοή φαίνεται να είναι προσαρμογή των υδρόβιων ζώων γιατί, εκτός από εμάς, υπάρχει στα υδρόβια θηλαστικά όπως τα δελφίνια και οι φώκιες. Όταν αποφασίζουν σε πόσο βάθος θα καταδυθούν, μπορούν να υπολογίσουν την ποσότητα του αέρα που χρειάζεται να εισπνεύσουν. Χωρίς ελεγχόμενη αναπνοή είναι αμφίβολο αν θα ήμαστε σε θέση να εκφέρουμε τους φθόγγους που είναι απαραίτητοι για να μιλήσουμε.
Η άλλη ανθρώπινη ιδιαιτερότητα είναι αυτό που αποκαλείται «βύθιση του λάρυγγα». Τα χερσαία ζώα είναι υποχρεωμένα να αναπνέουν κυρίως μέσω της μύτης τους γιατί η αναπνευστική οδός διέρχεται από το πίσω μέρος του λαιμού και το άνω άκρο της, ο λάρυγγας, είναι τοποθετημένος πίσω από τα ρινικά τρήματα (ρουθούνια). Ο σκύλος, για παράδειγμα, πρέπει να κάνει ειδική προσπάθεια για να κατεβάσει τον λάρυγγά του μέσα στο λαιμό ώστε να είναι δυνατό να γαυγίσει. Όταν χαλαρώνει, ο λάρυγγάς του ανεβαίνει πάλι στη θέση του. Ακόμα και τα νεογνά του ανθρώπου έρχονται στον κόσμο με τον λάρυγγα στην ίδια θέση.
Λίγους μήνες μετά τη γέννηση ο ανθρώπινος λάρυγγας κατεβαίνει μέσα στον λαιμό, ακριβώς κάτω και πίσω από τη βάση της γλώσσας. Αυτό ο Ντάρβιν το θεώρησε πολύ προβληματικό, γιατί ο λάρυγγας, δηλαδή η είσοδος των πνευμόνων, έρχεται στο ίδιο ύψος και δίπλα στην είσοδο του οισοφάγου, δηλαδή την είσοδο του στομάχου. Γι’ αυτό στο είδος μας το φαγητό και το ποτό μερικές φορές πάνε σε λάθος δρόμο και ακολουθεί έκρηξη βήχα για να απαλλαγεί η τραχεία από τις ανεπιθύμητες ουσίες. Γι’ αυτό και τα νεογνά έχουν τον λάρυγγα ψηλά, για να μπορούν να θηλάζουν χωρίς φόβο να πνιγούν. Ας θυμηθούμε εδώ τη ρήση των παππούδων μας «όταν τρώμε δεν μιλάμε», αφού η ομιλία ενεργοποιεί και την αναπνευστική οδό κάνοντας ευκολότερη την είσοδο τη τροφής στους πνεύμονες. Το είδος μας έχει αναπτύξει μία πολυσύνθετη διαδικασία για να μπορούμε να καταπίνουμε και η τροφή να πηγαίνει στη σωστή κατεύθυνση. Αν δεν είχαμε αναπτύξει αυτόν τον μηχανισμό, θα πνιγόμασταν σε κάθε κατάποση.
Η τέτοια τοποθέτηση του λάρυγγα έχει ως αποτέλεσμα το ότι μπορούμε να εισπνεύσουμε το ίδιο καλά και από τη μύτη και από το στόμα. Είναι πιθανό αυτή η προσαρμογή να οφείλεται στο υδάτινο περιβάλλον, γιατί ένας κολυμβητής που χρειάζεται να πάρει μια μεγάλη ποσότητα αέρα την λίγη ώρα που το κεφάλι του είναι έξω από το νερό, μπορεί να το κάνει πολύ ευκολότερα μέσα από το στόμα παρά από τα μικρά ρουθούνια. Επίσης, γνωρίζουμε πως τα μοναδικά πτηνά που εισπνέουν υποχρεωτικά από το στόμα είναι πουλιά-βουτηχτές, όπως πιγκουίνοι, πελεκάνοι και σούλες. Όσο για τα θηλαστικά, τα μόνα με «βύθιση» λάρυγγα, εκτός από τον άνθρωπο, είναι υδρόβια: οι θαλάσσιοι λέοντες και τα σειρηνοειδή.
Άλλες διαφορές
Είναι αδύνατο, σε μια τόσο σύντομη περιγραφή, να αναπτύξουμε όλες τις διαφορές στη φυσιολογία ανάμεσα σε εμάς και τους πιθήκους, έτσι όπως επισημαίνονται από τη Θ.Υ.Π. αλλά, οπωσδήποτε, αξίζει να αναφέρουμε μερικές.
- Για παράδειγμα, έχουμε διαφορετικό τρόπο να ιδρώνουμε σε σχέση με άλλα θηλαστικά, χρησιμοποιώντας διαφορετικούς αδένες. Ο ιδρώτας καταναλώνει πολύ γρήγορα τα αποθέματα του σώματος σε νερό και αλάτι, και αυτά τα αποθέματα είναι πολύ μεγάλης σημασίας. Δεν είναι λοιπόν πιθανό να αποκτήσαμε αυτή τη «σπάταλη» προσαρμογή στη σαβάνα, που και το αλάτι και το νερό είναι σε έλλειψη.
- Όταν κλαίμε από συγκίνηση ή άλλο συναισθηματικό στρες (ακόμα και από υπερβολική ξαφνική χαρά!), τα δάκρυά μας εκκρίνονται από διαφορετικούς αδένες από τα δάκρυα που λιπαίνουν τα μάτια μας σε περιβάλλον καπνού ή σκόνης. Κανένα άλλο χερσαία ζώο δεν το κάνει. Υπάρχουν θαλάσσια πτηνά, θαλάσσια ερπετά και θαλάσσια θηλαστικά που βγάζουν νερό από τα μάτια τους, ή από ειδικούς ρινικούς αδένες, για να απαλλαγούν από το πολύ νερό που έχουν πιθανώς καταπιεί. Η ίδια διαδικασία μπορεί να εκλυθεί και από συναισθηματικό ερεθισμό όταν αντιμετωπίζουν σύγχυση λόγω φαγητού ή λόγω εμπλοκής σε μάχη. Ζώα που κλαίνε είναι, εκτός από εμάς, και οι θαλάσσιοι ελέφαντες, οι φώκιες και η θαλάσσια ενυδρίδα.
- Έχουμε εκατομμύρια σμηγματογόνους αδένες που εκκρίνουν έλαια στο κεφάλι μας, στο πρόσωπο και το σώμα, οι οποίοι στους έφηβους και νέους ενήλικες προκαλούν ακμή. Οι αντίστοιχοι αδένες στους χιμπατζήδες περιγράφονται ως «υποτυπώδεις», ενώ οι δικοί μας ως «τεράστιοι». Ο σκοπός της ύπαρξής τους είναι σκοτεινός. Σε άλλα ζώα η μόνη γνωστή λειτουργία του σμήγματος είναι να στεγανοποιεί το πτέρωμα ή το τρίχωμα. Σε εμάς;
- Η διαφορά ανάμεσα σε εμάς και τους πιθήκους η περισσότερο συζητημένη είναι ότι διαθέτουμε μεγαλύτερους εγκεφάλους. Ένας μεγαλύτερος εγκέφαλος μπορεί να υπήρξε πλεονέκτημα για τους εξελικτικούς προγόνους μας, αλλά θα είχε υπάρξει εξίσου ευεργετικός και για τους χιμπατζήδες. Το θέμα λοιπόν είναι γιατί τον αποκτήσαμε μόνο εμείς.
Ένας παράγοντας μπορεί να ήταν τροφικός. Η δόμηση του εγκεφαλικού ιστού, αντίθετα από άλλους ιστούς, εξαρτάται από ικανοποιητική τροφοδοσία σε λιπαρά οξέα Ωμέγα-3, που αφθονούν στην τροφή με προέλευση τη θάλασσα αλλά είναι σχετικά σπάνια στις γήινες τροφικές αλυσίδες. Η υποχρεωτική κατάποση μουρουνέλαιου, απαραίτητου για την πνευματική τους ανάπτυξη, έχει αφήσει εφιαλτικές μνήμες στα παιδιά μετά τον πόλεμο, η συμβολή του ως πηγή Ωμέγα-3 σήμερα καθυστερεί την εκδήλωση γεροντικής άνοιας.
- Άλλο ανεξήγητο χαρακτηριστικό για τους οπαδούς της θεωρίας της σαβάνας είναι η ύπαρξη νηκτικών μεμβρανών ανάμεσα στα δάκτυλα των χεριών και των ποδιών. Βέβαια, είναι μικρές, αλλά η διαφορά με τα χέρια των πρωτευόντων είναι χτυπητή. Μπορεί να είχαν αναπτυχθεί πολύ περισσότερο, και τώρα να είναι σε πορεία υποχώρησης. Η ύπαρξη τέτοιων μεμβρανών είναι αποκλειστικό χαρακτηριστικό των οργανισμών που χρησιμοποιούν τα άκρα τους για κολύμβηση ή για πτήση, θηλαστικών ή μη.
- Η διαφορά στην κατασκευή της μύτης ανάμεσα στους ανθρώπους και τους πιθήκους είναι επίσης ενδεικτική. Και το μέγεθος των πτερυγίων και ο προσανατολισμός της μύτης βοηθούν ένα κολυμβητή να ελαχιστοποιήσει την ποσότητα και την ταχύτητα του νερού που εισέρχεται στη ρινική κοιλότητα.
- Παρόμοια προστασία παρέχει και η ανάπτυξη του «παρθενικού» υμένα στον κόλπο των γυναικών. Η προστασία των γυναικείων γεννητικών οργάνων κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής τους παρείχε εξελικτικό πλεονέκτημα μόνο εφόσον τα κορίτσια ήταν κολυμβήτριες, δεν θα είχε κανένα νόημα σε περιβάλλον σαβάνας.
- Τα νεογνά του ανθρώπου, αμέσως μετά τον τοκετό, παρουσιάζουν την ανακλαστική ικανότητα να κάνουν κινήσεις βαδίσματος. Αν, όμως, ο τοκετός γίνει μέσα στο νερό, μπορούν από την πρώτη στιγμή της γέννησης, ακόμα και πριν αποκοπεί ο ομφάλιος λώρος, να κολυμβούν. Αυτό αφήνει τους οπαδούς της Θεωρίας της σαβάνας τελείως σαστισμένους. Είναι γνωστή η εκπληκτικά γρήγορη εξέλιξη, σωματικά και νοητικά, βρεφών που παραμένουν επί πολλές ώρες κάθε μέρα στο νερό, ιδιαίτερα αν στο νερό συνυπάρχουν και δελφίνια. Αυτά τα παιδιά χαρακτηρίστηκαν στις σχετικές δημοσιεύσεις ως υπερ-παιδιά, σούπερ παιδιά και με παρόμοια σχόλια. Η ικανότητα για κολύμβηση, αν δεν ασκηθεί αμέσως μετά τον τοκετό, χάνεται και ο άνθρωπος πρέπει να μάθει να κολυμπά όταν κάπως μεγαλώσει. Βίντεο με νεογνά να κολυμπούν υπάρχουν στο διαδίκτυο. Πρέπει όμως να διευκρινιστεί πως η νεογνική κολύμβηση είναι ένα γενικό νεογνικό χαρακτηριστικό και όχι ικανότητα μόνο μερικών από τα νεογνά. Ας θυμίσουμε εδώ και τα υπολείμματα νηκτικών μεμβρανών που υπάρχουν, μόνο στο είδος μας, ανάμεσα στα δάχτυλά μας, και των τεσσάρων άκρων μας.
- Πώς εξηγείται ο τεράστιος αριθμός των νευρικών απτικών απολήξεων στα δάκτυλα των ανθρώπινων χεριών; Γιατί είναι τόσο άπειρα περισσότερες από τις αντίστοιχες των πιθήκων που ζουν στη σαβάνα και που, υποτίθεται, είχαν παρόμοιο βιότοπο με τους προγόνους του ανθρώπου; Ερωτήματα δύσκολο να απαντηθούν, εκτός εάν οι πρόγονοί μας ήταν αναγκασμένοι να ψάχνουν για την τροφή τους σκάβοντας με τα χέρια τη λάσπη του βυθού, όπου βρίσκονταν κρυμμένα κοχύλια, αχιβάδες πολλών ειδών και όστρακα που τους προμήθευαν μεγάλο μέρος της διατροφής τους. Αυτό το είδος διατροφής, ενώ είναι πλούσιο σε ω-3 λιπαρά, είναι πολύ μικρού θερμιδικού περιεχομένου και θα έπρεπε η αναζήτηση τέτοιας τροφής να διαρκεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Πώς διακρίνεις αν κάτι που έπιασαν τα χέρια σου είναι φαγώσιμο ή όχι όταν λόγω της θολότητας του νερού δεν μπορείς να το δεις; Ακόμα και όταν το νερό δεν είναι θολό, σε περίπτωση που η αναζήτηση της τροφής γίνεται με κατάδυση (φυσικά χωρίς την τεχνολογία της μάσκας!) πάλι είναι απαραίτητη η αφή! Η αύξηση της απτικής ικανότητας της εσωτερικής πλευράς των δακτύλων σου κάνει την επιβίωσή σου πιο πιθανή και αποτελεί εξελικτικό πλεονέκτημα. Αυτή η ικανότητα, όταν αργότερα τα ζώα βρέθηκαν σε χερσαίο περιβάλλον, έκανε δυνατή την κατασκευή εργαλείων και την ανάπτυξη του πολιτισμού.
- Τι κάνουν τα παιδιά, αλλά και, λιγότερο, οι ενήλικες, όταν προσπαθούν να κάνουν λεπτές κατασκευές με τα χέρια; Ανοίγουν το στόμα και κινούν περίεργα τη γλώσσα! Αυτό πέρασε απαρατήρητο και επιστημονικά ασχολίαστο για πολύ χρόνο. Μόνο οι μητέρες έκαναν σκωπτικές παρατηρήσεις στα παιδιά τους: «Βάλε μέσα τη γλώσσα σου» ή «Κλείσε το στόμα σου, θα μπει μέσα καμιά μύγα»! Αυτή η σύμπτωση κινήσεων των άκρων χεριών με τις κινήσεις της γλώσσας, όμως, σημαίνει πως υπάρχει μεγάλη σχέση στον εγκέφαλο ανάμεσα στη νεύρωση των άκρων χεριών και αυτή της γλώσσας. Που, λένε οι οπαδοί της Θ.Υ.Π., σημαίνει πως η ανάγκη αναζήτησης τροφής μέσω κυρίως της αφής είχε ως παράπλευρο κέρδος την προετοιμασία της γλώσσας για την παραγωγή των φθόγγων των απαραίτητων για την παραγωγή του λόγου, που έγινε δυνατός όταν αποκτήθηκε και η ικανότητα ενσυνείδητου ελέγχου της αναπνοής.
- Γιατί οι άνδρες χάνουν το τρίχωμα της κεφαλής ενώ οι γυναίκες που το κάνουν σπανίζουν; Ένα ερώτημα που παραμένει αναπάντητο με τις κλασικές απόψεις. Σύμφωνα με την Θ.Υ.Π., όμως, είναι εύκολο να εξηγηθεί. Όταν η μητέρα είναι πολλές ώρες απασχολημένη με τη συλλογή τροφής από το βυθό, τα παιδιά που κολυμπούν γύρω της χρειάζονται, όταν κουράζονται, κάτι να πιαστούν ώστε να μην παρασυρθούν από τα κύματα ή τα ρεύματα. Μια φαλακρή μητέρα έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να χάσει τα παιδιά της από μία που έχει μακριά και γερά μαλλιά, και αυτό αποτέλεσε εξελικτική πίεση ώστε οι γυναίκες να μη χάνουν τα μαλλιά τους. Αντίθετα, οι αρσενικοί πρόγονοί μας δεν επέτρεπαν τέτοια σχέση με τα παιδιά, όπως δεν το κάνουν και οι σύγχρονοί μας πίθηκοι, οπότε η απώλεια του τριχώματος της κεφαλής τους ήταν, πλην της προαναφερθείας προστασίας από τον ήλιο και τα μικροχτυπήματα, αδιάφορη εξελικτικά.
- Αν εξετάσουμε προσεκτικά τη φορά έκφυσης των μικρότατων τριχών (χνουδιού) στην ανθρώπινη πλάτη παρατηρούμε πως δεν ακολουθεί την ίδια κατεύθυνση σε όλη της επιφάνεια της πλάτης. Αντίθετα, ακολουθεί τη φορά των δινών του νερού όπως δημιουργούνται όταν το ανθρώπινο σώμα είναι σε διαδικασία κολύμβησης. Η έκφυση των τριχών ακολούθησε κατεύθυνση ελαχιστοποίησης της αντίστασης του τριχώματος στην κολύμβηση και, όταν το τρίχωμα χάθηκε, το χνούδι που το υποκατέστησε συνεχίζει να εκφύεται με τον ίδιο τρόπο. Αυτό είναι ένα πρόσθετο επιχείρημα υπέρ της Θ.Υ.Π.
- Γιατί η υπερβολική συσσώρευση λίπους στα οπίσθια της γυναίκας σε αντίθεση με τον άνδρα; Στα δένδρα εύκολα βρίσκες κάποια διχάλα που να καθήσεις και να σηκώσεις το βάρος των μικρών παιδιών σου. Στην παραλία, αυτό είναι πιο δύσκολο. Η συσσώρευση λίπους βοθά την μητέρα να κάθεται ανετώτερα και να αντέχει το βάρος των παιδιών καλύτερα.
- Ανάλογο το πρόβλημα της θέσης των γεννητικών οργάνων. Στα δένδρα το κάθισμα διευκολύνεται, στην άμμο ή τις πέτρες της παραλίας/ακτής γίνεται πολύ προβληματικό. Αποτελεί εξελικτικό πλεονέκτημα αν η είσοδος του κόλπου μετατεθεί πιο εμπρός και λίγο ψηλότερα. Αυτό συνεπιφέρει και την εξελικτικά πλεονεκτική αύξηση του μήκους του πέους των αρσενικών. Το είδος μας έχει το μεγαλύτερο πέος, ανάλογα με το μέγεθος του σώματος, ανάμεσα στα πρωτεύοντα. Είναι δηλαδή πιθανόν η μετατόπιση των θηλυκών γεννητικών οργάνων να έλαβε χώρα, ή και να υποβοηθήθηκε, και για/από άλλους λόγους, εκτός από την όρθια στάση.
- Ως τελευταίο αφήσαμε το μεγαλύτερο επιχείρημα της Ελέιν Μόργκαν. Η συγγραφέας του «Η Καταγωγή της Γυναίκας» κατηγόρησε τους, σε συντριπτική πλειονότητα άνδρες, ανθρωπολόγους πως, παρασυρμένοι από τη διπλή σημασία του όρου Man=Άνθρωπος αλλά και Man=Άνδρας, είχαν κάνει λάθος στις επιστημονικές αναλύσεις τους ταυτίζοντας ασυνείδητα τις επιβιωτικές ανάγκες των αρσενικών προγόνων μας με εκείνες των θηλυκών. H σημασία του τίτλου του βιβλίου της «The Descent of Woman» ήταν ακριβώς πως συνέδεσε την τύχη των ομάδων των προγόνων μας με την επιβίωση των εγκύων θηλυκών και όχι των αρσενικών. Κατά τη Μόργκαν, η επιβίωση των εγκυμονούντων θηλυκών θα ήταν σχεδόν αδύνατη σε περιβάλλον ανοικτής σαβάνας, οπότε η ενδεχόμενη διάσωση των αρσενικών που είχαν μεγαλύτερη ικανότητα γρήγορης διαφυγής θα ήταν αδιάφορη για την επιβίωση της ομάδας. Αντίθετα, η παραμονή της ομάδας σε άμεση γειτνίαση με νερό θα πρόσφερε προστασία στις εγκυμονούσες, αφού τα αρπακτικά που μπορούν να κολυμπούν είναι ελάχιστα.
Η Θ.Υ.Π. είναι η μόνη θεωρία που συνδέει λογικά όλα αυτά αλλά και άλλα αινιγματικά δεδομένα και τα εξηγεί με αναφορά σε ένα μοναδικό αδιαμφισβήτητο ιστορικό γεγονός.
Πότε και πού
Υπάρχει πλέον γενική συμφωνία πως το χάσμα ανάμεσα σε άνθρωπο και πίθηκο προέκυψε στην Αφρική μεταξύ 7 και 5 εκατομμυρίων ετών, σε μία περίοδο γνωστή ως «κενό απολιθωμάτων».
Πριν από αυτή την περίοδο υπήρχε εκείνο το ζώο που υπήρξε ο κοινός πρόγονος του Ανθρώπου και των Αφρικανικών Πιθήκων. Μετά από αυτήν, εμφανίστηκε ένα πλάσμα, μικρότερο από εμάς, που παρουσίαζε, όμως, το αλάθητο χαρακτηριστικό της αλλαγής προς τη δημιουργία του ανθρώπου: Περπατούσε στα δύο του πόδια.
Δύο ερωτήματα δημιουργούνται: «Πού βρέθηκαν τα αρχαιότερα απολιθώματα;» και «Γνωρίζουμε κάτι που να συνέβη εκείνη την περίοδο και που να δικαιολογεί το γεγονός της διακριτής εξέλιξης των πιθήκων και των ανθρώπων;»
Τα παλαιότερα προ-ανθρώπινα απολιθώματα (συμπεριλαμβανόμενου και του πιο γνωστού, της Λούσι) ανήκουν σε ένα οργανισμό που ονομάστηκε Αustralopithecus afarensis, γιατί τα οστά τους βρέθηκαν στο τρίγωνο Αφάρ, μια χαμηλού ύψους περιοχή που βρίσκεται κοντά στην Ερυθρά Θάλασσα. Περίπου 7 εκατομμύρια χρόνια πριν αυτή η περιοχή πλημμύρισε από τη θάλασσα και μετετράπη στη Θάλασσα του Αφάρ.
Ένα μέρος του πληθυσμού των πιθήκων που ζούσε σε εκείνη την περιοχή εκείνη την εποχή θα πρέπει να βρέθηκε σε ένα περιβάλλον που μεταβαλλόταν δραστικά. Μερικά από τα ζώα βρέθηκαν αποκλεισμένα σε νησιά που είχαν δημιουργηθεί από την άνοδο της στάθμης του νερού – οι σημερινές Άλπεις Ντανάκιλ ήταν τότε περιτριγυρισμένες από νερό. Άλλα θα βρέθηκαν να ζουν σε πλημμυρισμένα δάση, σε αλμυρά έλη, σε έλη μανγκροβίων, σε λίμνες αλμυρού ή υφάλμυρου νερού, ή στις ακτές της νέας θάλασσας. Όλα θα έπρεπε να προσαρμοστούν στους νέους βιότοπους ή να πεθάνουν, τα διλήμματα που θέτει η εξέλιξη είναι τις περισσότερες φορές πολύ σκληρά για το άτομο ή και για ολόκληρα είδη.
Η Θ.Υ.Π. δέχεται πως μερικά από αυτά επέζησαν και άρχισαν να προσαρμόζονται στο υδάτινο περιβάλλον τους. Πολύ αργότερα, όταν η θάλασσα του Αφάρ αποκλείστηκε στο εσωτερικό της ηπείρου και μπήκε σε μια περίοδο εξάτμισης του νερού της και, τελικά, αποξήρανσής της, οι απόγονοί τους επέστρεψαν στην αφρικανική γη και άρχισαν να μεταναστεύουν νότια, ακολουθώντας το δρόμο που τους πρόσφερε η Κοιλάδα Ριφτ στα ανάντη.
Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο στα απολιθώματα που έχουμε που να εναντιώνεται ή να διαψεύδει αυτό το σενάριο. Αντίθετα, υπάρχουν πολλά στοιχεία που το υποστηρίζουν. Τα οστά της Λούσι βρέθηκαν στο Αφάρ ανάμεσα σε αυγά κροκοδείλου και χελώνας και δαγκάνες καβουριών, στην άκρη μιας πλημμυρισμένης πεδιάδας κοντά στην τότε ακτή της Αφρικής.
Άλλα απολιθώματα του Αυστραλοπιθήκου, που χρονολογήθηκαν ως νεότερα, βρέθηκαν πιο νότια, σχεδόν πάντα σε άμεση γειτνίαση με αρχαίες λίμνες και ποταμούς.
Τώρα γνωρίζουμε πως οι μεταβολές από τον πίθηκο στον Αυστραλοπίθηκο συνέβησαν σε μια περίοδο σχετικά σύντομη από εξελικτική άποψη. Μία τόσο γρήγορη δημιουργία ειδών είναι σχεδόν πάντα αποτέλεσμα της απομόνωσης ενός πληθυσμού κάποιου είδους από ένα γεωγραφικό φράγμα όπως μια έκταση νερού.
Η υδρόβια φάση συνέβη περισσότερο από 7 εκατομμύρια χρόνια πριν. Μετά από δύο εκατομμύρια χρόνια, υπήρξε βαθμιαία μετάβαση σε χέρσο. Από τότε ο Homo είχε πέντε εκατομμύρια χρόνια για να αναπροσαρμοστεί στις συνθήκες ζωής της χέρσου. Δεν μας προκαλεί εντύπωση που τα ίχνη της υδρόβιας προσαρμογής έχουν αρχίσει μερικώς να εξαφανίζονται και είχαν αγνοηθεί από τους επιστήμονες τόσο καιρό. Αλλά τα ίχνη είναι ακόμα παρόντα, όπως φαίνεται και από τον ακόλουθο πίνακα. Σε αυτόν έχουν τοποθετηθεί τα πιο πολλά από τα επιχειρήματα που προαναφέρθηκαν.
Χαρακτηριστικά | Άνθρωποι | Πίθηκοι
|
Μπονόμπο
|
Ρινόκερος
Ελέφαντας |
Μόνιμος διποδισμός | Ναι | – | – | – |
Απώλεια σωματικού τριχώματος | Ναι | – | Ναι | Ναι |
Λίπος προσκολλημένο στο δέρμα | Ναι | – | – | Ναι |
Ζευγάρωμα πρόσωπο με πρόσωπο | Ναι | Ναι | – | Ναι |
Σμίκρυνση απεκκριτικών αδένων | Ναι | – | – | Ναι |
«Παρθενικός» υμένας | Ναι | – | – | Ναι |
Μεγέθυνση σμηγματογόνων αδένων | Ναι | – | – | Ναι |
«Συναισθηματικά» δάκρυα | Ναι | – | – | Ναι |
Απώλεια μακρών απτικών τριχών | Ναι | – | – | Ναι |
Ενσυνείδητος έλεγχος αναπνοής | Ναι | – | – | Ναι |
Θερμορρύθμιση με απέκκριση ιδρώτα | Ναι | – | – | Ναι |
Βύθιση του λάρυγγα | Ναι | – | – | Ναι |
Επίλογος
Θα μπορούσαμε να κλείσουμε αυτό το σημείωμα χωρίς αναφορά στο πιο συγκλονιστικό συμπέρασμα της Ελέιν Μόργκαν, γιατί αυτό έχει σχέση με την όρθια στάση που μπορεί να οφείλεται σε άλλους λόγους αν έχουν δίκιο οι αντίθετοι στη Θ.Υ.Π. Όπου και να οφείλεται, όμως, έχει σαν αποτέλεσμα την μετατόπιση των γεννητικών οργάνων πιο εμπρός από την αρχική θέση τους, οπότε δυσκολεύεται η επίβαση και ευκολύνεται το ζευγάρωμα πρόσωπο με πρόσωπο. Σε υποστήριξη της θεωρίας έρχεται ο ισχυρισμός πως η μετατόπιση των γεννητικών οργάνων, όπως προαναφέρθηκε, μπορεί να επιταχύνθηκε από το γεγονός πως η κάθοδος από τα δένδρα και η καθιστική στάση στο έδαφος θα έφερνε τα γεννητικά όργανα των θηλυκών σε απευθείας επαφή με αυτό. Στη δενδρόβια ζωή είναι πολύ ευκολότερο να βρει το θηλυκό κάποιο σημείο που να μπορεί να κάτσει χωρίς να έρχονται τα ευαίσθητα σημεία του, στη βάση της ουράς του, σε άμεση επαφή με το σημείο που κάθεται. Το κάθισμα στο σκληρό έδαφος μπορεί να οδήγησε, όπως και αυτό προαναφέρθηκε, και στην επιλεκτική απόθεση λίπους στους γλουτούς των θηλυκών ακριβώς για να δημιουργηθεί μεγαλύτερη επιφάνεια επαφής ώστε να ελαττωθεί η πίεση σε αυτούς, ιδιαίτερα όταν επάνω στις μητέρες ανέβαιναν και τα παιδιά. Αυτό το συμπέρασμα συνηγορείται από τις μελέτες Ισραηλινών επιστημόνων (π.χ. καθηγητής Amit Gefen, Τμήμα Βιομετρικής Μηχανικής, Παν. Τελ Αβίβ) πως το λίπος στην περιοχή της έδρας σε περίπτωση υπερβολικά καθιστικής ζωής αυξάνεται μέχρι και 50%, αναξάρτητα από το φύλο του ατόμου.
Η όρθια στάση, όμως, επέφερε μια τεράστια μεταβολή στις ανθρώπινες ομάδες/κοινωνίες, και σε αυτό οφείλεται αυτός ο επίλογος. Σε όλα τα είδη υπάρχουν ενδοειδικές διαμάχες, είτε για την επιλογή συντρόφου είτε για προτεραιότητα στην τροφή. Αυτές όμως οι διαμάχες σπάνια συντελούν στο θάνατο του ηττημένου, και τότε από κακή σύμπτωση και όχι από πρόθεση του νικητή. Η φύση έχει βάλει μηχανισμούς ώστε να εξασφαλιστεί αυτό: ο ηττημένος σε μία σύγκρουση για την αρχηγία της αγέλης μπορεί να γίνει αρχηγός της τον επόμενο χρόνο, όταν ο συσχετισμός δύναμης θα έχει μεταβληθεί υπέρ του, και θα ήταν μεγάλη απώλεια για το είδος αν δεν επιβίωνε της πρώτης ή της δεύτερης προσπάθειάς του να γίνει αυτός ο δότης σπέρματος για την αγέλη. Ο κυριότερος μηχανισμός καταστολής της επιθετικότητας είναι η έκθεση των μαλακών ευαίσθητων μερών του σώματός του. Μόλις αυτό συμβεί ο αντίπαλός του χάνει ενστικτωδώς όλη του την επιθετικότητα, οπότε η σύγκρουση παίρνει τέλος.
Στους προανθρωπίδες προγόνους μας η ικανοποίηση του γενετήσιου ενστίκτου δεν ήταν καθόλου απαλλαγμένη από μια επιθετική συμπεριφορά. Όσο η βάδιση γίνεται σε τέσσερα πόδια, η επίβαση και η ολοκλήρωση του ζευγαρώματος δεν παρενέβαινε στην εκδήλωση της επιθετικότητας του αρσενικού. Μετά την ανόρθωση, τον διποδισμό και την μεταφορά των σεξουαλικών οργάνων προς τα εμπρός το ζευγάρωμα έπρεπε να γίνει κατά πρόσωπο. Όσο η συνουσία γίνεται μέσα στο νερό, δεν υπάρχει σοβαρό πρόβλημα, εκεί η “από πάνω” και η “από κάτω” θέση εναλλάσσονται εύκολα και το περιβάλλον έλλειψης βαρύτητας τις ακυρώνει. Σε περιβάλλον μη υδάτινο ο επιτιθέμενος έρχεται συνήθως από πάνω και το θηλυκό πρέπει να έλθει σε θέση ύπτια αποκαλύπτοντας τα ευάλωτα σημεία του σώματός του.
Ποιες επιλογές είχε το σεξουαλικά επιθετικό αρσενικό τότε; Αν ήταν φυσιολογικό, αυτόματα έχανε την επιθετικότητά του και αποχωρούσε από τη σκηνή, μην ολοκληρώνοντας το ζευγάρωμα. Έτσι έχανε και την ευκαιρία να μεταδώσει τα γονίδιά του στους απογόνους της ομάδας. Ποιοι αρσενικοί άφηναν τα γονίδιά τους στους απογόνους; Εκείνοι που, είχαν μικρότερες ενστικτώδεις αναστολές στην “θέση παράδοσης”, τη θέση έκθεσης των μαλακών και ευάλωτων μερών του σώματος του θηλυκού, εκείνοι δηλαδή που η συμπεριφορά τους ήταν αφύσικη, υπερβολικά επιθετική. Αυτοί, ερεθισμένοι από την ακυρωμένη συνουσία που επιχειρούνταν παρουσία τους, αναλάμβαναν να την τελειώσουν χωρίς να έχουν πρόβλημα.
Δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος μέχρι να αλλάξει η συμπεριφορά των προανθρωπίδων προγόνων μας προς τα μέλη του ίδιου είδους. Ήταν όλοι απόγονοι εκείνων των αρχικά σπάνιων αρσενικών που δεν γνώριζαν όρια στην βίαια συμπεριφορά τους απέναντι στους ομοίους τους. Ήταν εκείνοι στα γονίδια των οποίων σήμερα οφείλεται η βιαιότητα στις ενδοειδικές συγκρούσεις, πολέμους και βίαια αθλήματα.