Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘Γλωσσικά δάνεια’ Category

Κρεμώδες, φρουτώδες και αλοιφώδες

Posted by sarant στο 31 Μαΐου, 2023

Περιμένοντας στα τυριά στο σουπερμάρκετ, χάζευα τα τυποποιημένα στο ψυγείο. Εκεί  είδα το τυρί της φωτογραφίας -έχω κόψει το πάνω μέρος που έχει τη μάρκα να μην με κατηγορήσετε για γκρίζα ή άλλου χρώματος  διαφήμιση.

Το τυρί λοιπόν αυτό λέγεται Αλειφωτό και αυτοπροσδιορίζεται ως Φρέσκο κρεμώδες τυρί. Πιο πέρα υπήρχε ένα άλλο, από την Αμφιλοχία, το Τσαλαφούτι,  που αυτοσυστηνόταν ως Φρέσκο ελληνικό αλειφώδες τυρί. Εγώ θα το έγραφα «αλοιφώδες», και πράγματι γράφεται και έτσι.

Μετά ήρθε  η σειρά μου να πάρω φέτα και γραβιέρα, αλλά είχα και το θέμα  για το σημερινό άρθρο. Μετά, ανέβηκα στον επάνω όροφο, όπου έριξα μια ματιά στα κρασιά, πολλά από τα οποία καμάρωναν για τη φρουτώδη γεύση τους, κι έτσι τρίτωσαν τα επίθετα στον τίτλο.

Το θέμα λοιπόν είναι αυτά τα επίθετα σε -ώδης, που κάποτε ανήκαν στην  κατηγορία των λόγιων επιθέτων. Λέω ότι «ανήκαν» διότι δεν τα χρησιμοποιούσε ο πολύς κόσμος, παρά ελάχιστα από αυτά. Με την  ώσμωση όμως που έχει επέλθει, χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο, αλλά και φτιάχνονται και νέα επίθετα της κατηγορίας αυτής, όχι μόνο ή τόσο σε επιστημονικά συμφραζόμενα, αλλά κυρίως στην εμπορική και διαφημιστική πιάτσα.

Τα τρία επίθετα που μας απασχόλησαν ως τώρα, κρεμώδης, φρουτώδης και αλειφώδης  ανήκουν στην κατηγορία αυτή και αποτελούν λίγο-πολύ νεολογισμούς. Το «κρεμώδης» είναι ασφαλώς το παλιότερο. Λεξικογραφείται και στα τέσσερα μεγάλα λεξικά μας.  Ορισμός: αυτό που έχει υφή κρέμας και ο όρος είναι πανταχού παρών στις μαγειρικές συνταγές και στις διαφημίσεις.

Το «φρουτώδης» είναι νεότερο, νομίζω. Μόνο στο Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας  το βρίσκω να  λημματογραφείται (με ορισμό: «που θυμίζει φρούτο»). Στο Χρηστικό δίνεται και ουσιαστικό, «το φρουτώδες» (γεύση φρέσκου φρούτου, που θεωρείται θετικό χαρακτηριστικό του ελαιολάδου κατά την  οργανοληπτική του εξέταση, πχ ισχυρός βαθμός φρουτώδους).

Το «αλοιφώδης/αλειφώδης», πάλι, είναι ακόμα πιο καινούργιο. Δεν το βρήκα σε κανένα λεξικό, ούτε με ει ούτε με οι. Στην  πιάτσα, όπως είπα, βρίσκονται και οι δυο γραφές. Υπερέχει, αλλά όχι συντριπτικά, η γραφή με οι, αλοιφώδης, που τη βρίσκω σωστότερη, αφού παραπέμπει στην αλοιφή και όχι στο ρήμα, αλείφω.

Τα δυο πρώτα, κρεμώδης και φρουτώδης, ενδέχεται να φτιάχτηκαν για να αποδώσουν τα αγγλικά creamy και fruity, σαν μεταφραστικά δάνεια δηλαδή. Αν δούμε παλαιότερα αντίστοιχα επίθετα σε -ώδης (θα τα δούμε όλα μαζί πιο κάτω), θα παρατηρήσουμε ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία (πλειονότητα, αν  είστε από την άλλη φράξια) είναι παράγωγα λέξεων ελληνικής ετυμολογίας. Είναι σπάνιο να έχουμε δάνειες λέξεις που να σχηματίζουν παράγωγα σε -ώδης, όπως γενικά οι δάνειες λέξεις κάπως αντιστέκονται στο να δίνουν παράγωγα (γι’ αυτό και έχουμε στην κοινή νεοελληνική λέξεις πολιτιστικός και πολιτισμικός αλλά όχι κουλτουρικός). Είναι λοιπόν ενδιαφέρον  πως ο κρεμώδης και φρουτώδης  αψήφισαν τη δυσκολία αυτή -ο αλοιφώδης έχει ελληνική ρίζα.

Η ετυμολογία του επιθήματος -ώδης έχει ενδιαφέρον. Αυτό είναι αρχαίο, και ανάγεται (με έκταση λόγω της σύνθεσης) σε θέμα οδ-, απ’ όπου και το αρχαίο όζω, και η οσμή / οδμή. Και πράγματι, αρχικά το επίθημα -ώδης εμφανίζεται σε επίθετα που δηλώνουν οσμή: «ευώδης», «δυσώδης» (εκείνος που έχει καλή ή κακή μυρωδιά). Όμως ύστερα η κατάληξη -ώδης γενικεύτηκε σε άλλα επίθετα δηλώνοντας είδος, μορφή και ιδιότητα, π.χ. λυσσώδης, μυθώδης, δηλητηριώδης, χωρίς να έχει καμιά σχέση με τη μυρωδιά. Ευτυχώς που δεν υπήρχε από κοντά κανένας λαθοθήρας, να αρχίσει να τους κουνάει το δάχτυλο: μη λες «κυματώδης» γιατί δεν μυρίζει κύμα, απλώς έχει πολλά κύματα.

Βέβαια, το επίθημα αυτό δεν κλίνεται σύμφωνα με το τυπικό της νέας ελληνικής, γι’ αυτό και οι παλιοί δημοτικιστές είχαν επιχειρήσει να κάνουν χτηνώδικο τον  κτηνώδη και λυσσώδικο τον λυσσώδη (που βέβαια πιο εύκολα γίνεται λυσσασμένος). Η τροπή του -ώδης σε -ώδικος δεν έπιασε, οπότε τώρα μείναμε με το αρχαιοπρεπές,  που βέβαια μάς δυσκολεύει στη χρήση κι έτσι διαρκώς ακούμε ότι το τάδε πιάτο «έχει  κρεμώδες υφή», αλλά μπρος στο τρισχιλιετιλίκι τ’ είν’ τα λάθη;

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Advertisement

Posted in Γλωσσικά δάνεια, Ετυμολογικά, Λεξικογραφικά, Νεολογισμοί | Με ετικέτα: , , , , | 131 Σχόλια »

Το μεράκι της Μελόνι

Posted by sarant στο 5 Δεκεμβρίου, 2022

Πριν από μερικές εβδομάδες, ο δισεκατομμυριούχος Έλον Μασκ, ο ιδιοκτήτης (μεταξύ άλλων) του Τουίτερ, έστειλε χιλιάδες ακολούθους του να ψάχνουν στο γκουγκλ όταν εξέπεμψε ένα μήνυμα που απαρτιζόταν όλο κι όλο από μια λέξη, ελληνική κι ελληνικά γραμμένη, «Διαλεκτική».

Συμβαίνει πότε πότε οι πλούσιοι και οι διάσημοι της γης να αντλούν λέξεις κι εκφράσεις από το αρχαιοελληνικό ταμείο, αυτό το έχουμε πια συνηθίσει, αν και εξακολουθεί να μας αρέσει όποτε το βλέπουμε να γίνεται. Και όχι μόνο οι πλούσιοι και οι διάσημοι, αλλά και απλοί άνθρωποι από μέρη μακρινά διαλέγουν κάποτε ελληνικές λέξεις για να τις σταμπάρουν πάνω στα ρούχα τους ή να τις κάνουν τατουάζ στο δέρμα τους -και καμιά φορά λαθεύουν, σαν εκείνον τον κακομοίρη τον Κινέζο, που έβαλε στο γκουγκλ τρανσλέιτ τη λέξη Free για να βρει το ελληνικό αντίστοιχο, κι έτσι βρέθηκε να ποζάρει περήφανος μ’ ένα ΔΩΡΕΑΝ γραμμένο ανεξίτηλα πάνω στο στήθος, και με τι καρδιά να του πεις πως λάθος έκανε αφού του Ανάμ τα στίγματα δεν βγαίνουνε ποτές;

Όμως το πρόσφατο περιστατικό με τη Τζόρτζα Μελόνι διαφέρει. Διότι η πρωθυπουργός της Ιταλίας και ηγέτρια του ακροδεξιού κόμματος Αδέλφια της Ιταλίας, που βέβαια στέκεται στη σωστή μεριά της ιστορίας κι έτσι δεν είναι και τόσο ακροδεξιά, ή δεν πειράζει κι αν είναι, χρησιμοποίησε μεν ελληνική λέξη, αλλά όχι αρχαία.

Είπε τις προάλλες η Ιταλίδα πρωθυπουργός, μιλώντας σε ένα οικονομικό συνέδριο ότι η Ιταλία πρέπει να κάνει τις θαρραλέες επιλογές που επί τόσο πολλά χρόνια δεν έγιναν, και συνέχισε:

Questo e’ un tempo nel quale dovremmo utilizzare anche quell’approccio che i greci descrivono benissimo con una parola straordinaria: ‘meraki’, ovvero fare qualcosa con tutto te stesso, con tutta la tua passione e con tutta la tua anima

Κι επειδή δεν ξέρουμε όλοι ιταλικά, μεταφράζω πρόχειρα: Είναι μια στιγμή κατά την οποία θα έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε την προσέγγιση εκείνη που οι Έλληνες την περιγράφουν έξοχα με μια καταπληκτική λέξη, «μεράκι», δηλαδή να κάνεις κάτι με όλο σου το είναι, με όλο σου το πάθος και με όλη σου την ψυχή. 

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά δάνεια, Διαφημίσεις, Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Ιταλία | Με ετικέτα: , , , , | 229 Σχόλια »

«Όταν δανείζεσαι μια αγγλική λέξη δεν την προφέρεις όπως ο Άγγλος» (συνέντευξη του Γιώργου Ξυδόπουλου)

Posted by sarant στο 10 Νοεμβρίου, 2022

Θα αναδημοσιεύσω σήμερα μια πρόσφατη συνέντευξη, που έδωσε πριν από 20 περίπου μέρες ο γλωσσολόγος Γιώργος Ξυδόπουλος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών, στη Lifo και στον Δημήτρη Λαμπράκη. Στη συνέντευξη θίγονται πολλά θέματα που τα έχουμε κατ’ επανάληψη συζητήσει στο ιστολόγιο και πιστεύω πως θα τη βρείτε ενδιαφέρουσα παρά τη σχετικά μεγάλη έκτασή της. 

Το θέμα της προφοράς των δανείων, που διάλεξε να το τονίσει ο δημοσιογράφος βάζοντας το στον τίτλο, δεν είναι φυσικά το μοναδικό που θίγεται στη συνέντευξη. Γίνεται επίσης, και περισσότερο, λόγος για αργκό, για γλωσσικές ποικιλίες, για τη σχέση διαλέκτων και γλωσσών, για σώματα κειμένων, για το αν υπάρχουν φτωχές και πλούσιες γλώσσες, για τα γλωσσικά λάθη, τον εξαγγλισμό της ελληνικής (δείτε κι ένα παλιότερο άρθρο μας όπου γίνεται λόγος και για την έρευνα του Ξυδόπουλου), για τον ρόλο του γλωσσολόγου και τη γλωσσική ρύθμιση κτλ. 

Αν διαβάσετε το άρθρο θα προσέξετε ότι η φράση του Ξυδόπουλου που μπήκε στον τίτλο της συνέντευξης έρχεται ως απάντηση στο εξής σχόλιο του δημοσιογράφου: Υπάρχει όμως μια διάθεση να τεθούν κάποιοι περιορισμοί, μη κλίνοντας, για παράδειγμα, τις ξένες λέξεις. Στις συνεντεύξεις βέβαια τις ερωτήσεις τις κάνει ο δημοσιογράφος και ο προσκαλεσμένος απαντά, αλλά εγώ θα ήθελα να μπορούσε να ρωτήσει τον δημοσιογράφο τι ακριβώς εννοεί. Το ότι οι δάνειες λέξεις που δεν προσαρμόζονται στο τυπικό της ελληνικής μένουν άκλιτες είναι βεβαίως γνωστό, νομίζω όμως ότι εδώ ο δημοσιογράφος θεωρεί ότι κάποιοι δεν κλίνουν τις δάνειες λέξεις, ενώ θα μπορούσαν να κλιθούν, επειδή με τον τρόπο αυτό θέλουν να βάλουν περιορισμούς στις δάνειες λέξεις ή να τις οριοθετήσουν. Νομίζω δηλαδή πως δεν εννοεί αυτούς που (σωστά) λένε «οι κομπιούτερ» και όχι «οι κομπιούτερς» αλλά εκείνους που, τα τελευταία χρόνια, μιλούν για «του τσίρκο» ή «τα παλτό». 

Τέλος πάντων, αυτό είναι δική μου ερμηνεία και μπορεί να μην ισχύει. Όσο για το θέμα της προφοράς των δανείων, έχει δίκιο φυσικά ο Ξυδόπουλος ότι το πρώτο επίπεδο ενσωμάτωσης είναι το φωνητικό, και ότι όταν δανειζόμαστε μιαν αγγλική λέξη δεν την προφέρουμε όπως ο Άγγλος. Αυτό πάλι σημαίνει πως όταν γράφουμε, σε ελληνικό κείμενο εννοώ, μια δάνεια λέξη πρέπει να τη γράψουμε με το ελληνικό αλφάβητο, αφού δεν την προφέρουμε αγγλοπρεπώς ή γαλλοπρεπώς. Δηλαδή, αφού δεν λέμε γεστογάν, θα γράψουμε ρεστοράν, όχι restaurant. 

Aλλά πολλά είπα εγώ. Διαβάστε τη συνέντευξη, έχει ενδιαφέρον και τη συζητάμε στα σχόλια.

— Τι είναι οι αργκό και ποια η διαφορά τους από τις διαλέκτους;
Καταρχάς, και τα δύο αφορούν τη γλωσσική ποικιλία. Η μία είναι περισσότερο γεωγραφικά προσδιορισμένη, γι’ αυτό λέγεται γεωγραφική διάλεκτος. Υπάρχει όμως και ένας άλλος όρος, η «κοινωνιόλεκτος», για μια ποικιλία που βασίζεται σε κοινωνικές παραμέτρους (ηλικία, φύλο, κοινωνική τάξη, επάγγελμα κ.λπ.). Η αργκό ή αλλιώς αγοραία γλώσσα, σλανγκ ή περιθωριακή γλώσσα, όπως αποκαλείται πολλές φορές στη βιβλιογραφία, είναι ο τρόπος χρήσης της γλώσσας και το λεξιλόγιο που αφορούν τη μη τυπική χρήση της γλώσσας από συγκεκριμένες ομάδες.

Μη τυπική χρήση της γλώσσας μπορεί να κάνουμε κι εμείς, ασχέτως της δουλειάς μας – κι εγώ στις ανεπίσημες περιστάσεις επικοινωνίας με τους φίλους μου, που αισθάνομαι πιο οικεία, μπορώ να χρησιμοποιώ κάλλιστα και σλανγκ. Δεν υπάρχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές μεταξύ αυτών που τη χρησιμοποιούν και των υπολοίπων.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αργκό, Αναδημοσιεύσεις, Γενικά γλωσσικά, Γλωσσικά δάνεια, Συνεντεύξεις | Με ετικέτα: , , | 122 Σχόλια »

Καραστημένο

Posted by sarant στο 9 Νοεμβρίου, 2022

Στις δηλώσεις που έκανε το βράδυ της Κυριακής, εξοργισμένος από το πέναλτι που δόθηκε σε βάρος του Ολυμπιακού στις καθυστερήσεις του παιχνιδιού Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός, με αποτέλεσμα να στερηθεί η ομάδα του τη νίκη στο ντέρμπι, ο ισχυρός άνδρας του Ολυμπιακού, ο εφοπλιστής Βαγγέλης Μαρινάκης χαρακτήρισε «καραστημένη τη διαιτησία» του αγώνα.

Προηγουμένως είχε χαρακτηρίσει «στημένο» τον διαιτητή και «στημένη» την [ποδοσφαιρική] ομοσπονδία, και στην τρίτη του αναφορά, θέλοντας ίσως να υπερθεματίσει, είπε οτι «Κερδίσαμε και τη διαιτησία, που από το πρώτο λεπτό ήταν καραστημένη». Θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει ότι η πρόταση αυτή πάσχει, αφού ο Ολυμπιακός δεν κέρδισε το παιχνίδι, ενώ επίσης αν η διαιτησία ήταν «στημένη» από το πρώτο λεπτό θα μπορούσε να είχε δώσει πέναλτι στο γκρέμισμα του Σπόραρ από τον Παπασταθόπουλο στα μισά του β’ ημιχρόνου, όταν το σκορ ήταν 0-0, και όχι να περιμένει τα χασομέρια -εκτός βέβαια αν ο διαιτητής ήταν «στημένος» ή «καραστημένος» για να φέρει το παιχνίδι ισόπαλο και όχι για να νικήσει κάποια ομάδα. Αλλά δεν θέλω να κάνω σχόλιο ποδοσφαιρικό στο άρθρο αυτό.

Θα προσέξατε πάντως ότι ο Βαγγ. Μαρινάκης απέφυγε να εκφραστεί εναντίον της κυβέρνησης, περιορίζοντας τα βέλη του εναντίον της ομοσπονδίας, ενώ προηγουμένως το δεξί του χέρι, ο Γιάννης Βρέντζος, μέλος του ΔΣ της ΠΑΕ Ολυμπιακός, διαβάζοντας από χαρτάκι τις δηλώσεις του υπήρξε πολύ πιο απερίφραστος αφού υποστήριξε ότι «τα τρία τελευταία χρόνια λειτούργησε στην κυβέρνηση καθεστώς παρανομίας, υποκλοπών με συνδέσμους και παρακλάδια σε όλο το οργανωμένο έγκλημα με έδρα το Μέγαρο Μαξίμου και επικεφαλή τον Γρήγορη Δημητριαδη και την βρώμικη λαθραία ποινική παρέα του.» Μένει να δούμε αν οι δηλώσεις ήταν ένα πυροτέχνημα χωρίς συνέχεια ή μια προειδοποιητική βολή. Αλλά ούτε πολιτικό σχόλιο θέλω να κάνω.

Όχι, εμείς εδώ λεξιλογούμε, οπότε θ’ αφιερώσω το άρθρο στον όρο «καραστημένος» και κυρίως στο πρώτο συνθετικό του, στο πρόθημα «καρα-«.

Το πρόθημα «καρα-» έχει τουρκική προέλευση -και από αυτή την άποψη είναι αξιοσημείωτο, μια και δεν είναι τόσο πολλά τα δάνεια προθήματα και επιθήματα, αν και στα επιθήματα έχουμε επίσης το -τζής, για το οποίο είχαμε γράψει προ καιρού, και το -λίκι για το οποίο χρωστάμε άρθρο.

Η βασική λειτουργία που έχει σημερα το πρόθημα καρα-, σύμφωνα με τα λεξικά, είναι να επιτείνει τη σημασία που έχει η κυρίως λέξη, σημασία η οποία είναι, συνήθως, αρνητική.

Έτσι, προσφέρεται και για ευκαιριακούς σχηματισμούς, όπως ο «καραστημένος διαιτητής» του κ. Μαρινάκη. Δεν ήταν απλώς στημένος, αλλά καραστημένος. Παρόμοια, μια λέξη που ακούγεται πολύ τελευταία είναι ότι «το έχω καρατσεκάρει» ή «το έχω καρατσεκαρισμένο». Δεν το έχω απλώς τσεκάρει (ή ελέγξει, αν προτιμάτε), δεν το έχω, έστω, διπλοτσεκάρει, αλλά το έχω «καρατσεκάρει».

Αλλά να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Στα τουρκικά, kara είναι ο μαύρος, είναι και ο σκούρος, και ο σκοτεινός. Όμως είναι επίσης, λέει το λεξικό, ο άτυχος, ο γρουσουζικος. Ήδη στα τουρκικά, το kara χρησιμοποιείται στη σύνθεση όχι μόνο για να δείξει το μαύρο χρώμα (π.χ. biber το πιπέρι γενικώς, karabiber το μαύρο πιπέρι) αλλά και ως επιτατικό προς το χειρότερο. Ας πούμε, karabelâ είναι ο μεγάλος μπελάς, ενώ karahaber, κατά λέξη μαύρο χαμπέρι, είναι η είδηση για θάνατο ή καταστροφή.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in ποδόσφαιρο, τούρκικα, Γλωσσικά δάνεια, Ονόματα | Με ετικέτα: , , , | 190 Σχόλια »

Δέκα αγγλικές λέξεις…..

Posted by sarant στο 31 Οκτωβρίου, 2022

Όταν ανοίξω το google στο κινητό μου, μου προτείνει να διαβάσω διάφορα άρθρα που ο αλγόριθμος έκρινε πως είναι πιθανό να μ’ ενδιαφέρουν. Κι έτσι, προχτές μού εμφάνισε ένα άρθρο με τον τίτλο «Δέκα αγγλικές λέξεις που έχουν ελληνικές ρίζες«.

Μόνο δέκα; θα πείτε. Ασφαλώς είναι πολύ πολύ περισσότερες, αν και όχι τόσες όσες τις θέλουν μερικοί. Το περίεργο όμως στο άρθρο αυτό ήταν πως οι περισσότερες από τις δέκα λέξεις δεν έχουν ελληνική ρίζα. Κι όταν είδα ότι το άρθρο αυτό αναδημοσιεύτηκε και σ’ άλλους ιστότοπους, σκέφτηκα πως ίσως αξίζει ένα αρθράκι ανασκευής. Ίσως, λέμε.

Ειναι τόσο σύντομο το άρθρο που μας δίνει την αφορμή για το σημερινό σημείωμα, που το αναδημοσιεύω ολόκληρο.

Είναι γεγονός πως το ελληνικό λεξιλόγιο έχει δανείσει πολλές λέξεις σε άλλες γλώσσες, κυρίως στα αγγλικά. Κάποιες από αγγλικές λέξεις που ακούμε ή χρησιμοποιούμε συχνά, δεν γνωρίζαμε καν ότι έχουν ελληνικές ρίζες.

Δείτε δέκα παραδείγματα:

  1. Disaster (καταστροφή) = από το δυσοίωνος + αστήρ
  2. Double (διπλός) = από το διπλούς – διπλός.
  3. Mentor (μέντορας) = από το μέντωρ.
  4. Mother (μητέρα) = από το μήτερ, μάτηρ, μήτηρ.
  5. Pause (παύση) = από το παύση
  6. Restaurant (εστιατόριο) = από το ρά + ίσταμαι = έφαγα και στηλώθηκα
  7. Space (διάστημα) = από το σπίζω = εκτείνω διαρκώς
  8. Exit (έξοδος) = από το έξιτε = εξέλθετε
  9. Turbo (πολύ δυνατό) = από το τύρβη = κυκλική ταραχώδης κίνηση
  10. Sponsor (υποστηρίζω οικονομικά) = από το σπένδω = προσφέρω (σπονδή).

Aυτό είναι όλο κι όλο το άρθρο, καμιά εκατοστή λέξεις. Για την ανασκευή και τον σχολιασμό του θα χρειαστούμε περισσότερες.

Ας πάρουμε μία προς μία τις λέξεις του δεκαλόγου και ας δούμε αν αληθεύει η ετυμολογία τους. Θα χρησιμοποιήσω δυο πηγές που θεωρούνται έγκυρες, το ετυμολογικό λεξικό του Μπαμπινιώτη και τον ιστότοπο etymonline.com.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αντιδάνεια, Γκας Πορτοκάλος, Γλωσσικά δάνεια, Γλωσσικοί μύθοι, Ετυμολογικά | Με ετικέτα: , , , | 54 Σχόλια »

Το τρίτο παρα-

Posted by sarant στο 6 Οκτωβρίου, 2022

Αν φυλλομετρήσετε ένα λεξικό, θα δείτε ότι οι σελίδες με λέξεις που αρχίζουν από Π είναι πάρα πολλές. Πράγματι, το Π είναι το δεύτερο συχνότερο αρκτικό γράμμα στο λεξικό (πρώτο είναι το Α), άρα και, κατά πάσα πιθανότητα, το δεύτερο συχνότερο αρκτικό γράμμα στην ελληνική γλώσσα, με την επισήμανση ωστόσο ότι εδώ μιλάμε για αριθμό λημμάτων, όχι για συχνότητα λεκτικών τύπων ή λέξεων.

Θα αφιερώσω ειδικό άρθρο στο θέμα της συχνότητας των γραμμάτων στη γλώσσα μας, οπότε δεν θα συζητήσω περισσότερο γι αυτό σήμερα. Όμως, παραμένει η διαπίστωση ότι το γράμμα Π είναι πολύ συχνό πρώτο γράμμα λέξεων της ελληνικής. Και αυτό του το προβάδισμα οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στο γεγονός ότι υπάρχουν πάρα πολλά σύνθετα που σχηματίζονται με πρώτο συνθετικό προθέσεις από Π: παρά, περί, προ και προς.

Το πρώτο παρα- λοιπόν, στον σχηματισμό λέξεων, είναι η αρχαία πρόθεση παρά, από την οποία έχουμε εκατοντάδες λέξεις. Ως πρόθημα, το παρα- (ή παρ- συνήθως όταν ακολουθεί φωνήεν) μπορεί να δηλώνει πολλές και ποικίλες έννοιες, ας πούμε να δηλώνει α) ότι το προσδιοριζόμενο βρίσκεται πλάι ή κοντά σε αυτό που δηλώνει η πρωτότυπη λέξη (π.χ. παραθαλάσσιος, παρακλάδι) ή ενώπιόν του (παρέλαση) ή πλάγια προς αυτό (παράκαμψη) ή να δηλώνει β) βοηθητική λειτουργία, υποκατάσταση (παραγιός, παραπόρτι) ή γ) σύγκριση (παραβάλλω) ή δ) σχετική ομοιότητα (παραπλήσιος, πάρεργο) ή ε) λειτουργία παράλληλη και εκτός πλαισίων (παρακράτος, παραοικονομία) ή στ) χρονική συνέχιση (παρατείνω) ή ζ) σε ρήματα, κίνηση από ή προς (παραδίδω, παραπέμπω), ή θ) εναντιότητα και έντονη αντίθεση με την πρωτότυπη λέξη (παράφωνος, παράλογος, παρανομία) ή ι) απόκλιση από το σύνηθες (παραίσθηση, παράνοια) ή ια) σκόπιμη αλλοίωση (παραποιώ, παραχαράσσω, παρερμηνεύω) και άλλα, διότι η εντεκάδα αυτή δεν καλύπτει όλες τις λειτουργίες αυτού του πρωτεϊκού προθήματος.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά δάνεια, Λεξικογραφικά | Με ετικέτα: , , , , | 111 Σχόλια »

Τι κάνει ο κολαούζος;

Posted by sarant στο 5 Οκτωβρίου, 2022

Τις προάλλες, φίλος έγραψε στο Φέισμπουκ «Σιγά που θα πάρω στα σοβαρά την άποψη ανθρώπων που λένε ‘κολαούζος’ και εννοούν ‘ακόλουθος, τσιράκι’ αντί να εννοούν ‘προπορευόμενος οδηγός'».

Η λέξη «κολαούζος» ανήκει σε μια κατηγορία ευάριθμων λέξεων που η σημασία τους αλλάζει αυτή τη στιγμή, μπροστά στα μάτια μας. Φυσικά δεν έβαλα τυχαία τη λέξη «ευάριθμος» με πλάγια και σπεύδω να δηλώσω, διότι δεν προκύπτει με βεβαιότητα από τα συμφραζόμενα, πως την εννοώ με τη σημασία «ολιγάριθμος».

Σκέφτηκα λοιπόν να γράψω ένα σημειωματάκι για τον κολαούζο και ταυτόχρονα να σας καλέσω να μου πείτε, υπό τύπον σφυγμομέτρησης, με ποια σημασία χρησιμοποιείτε εσείς αυτή τη λέξη.

Όπως βλέπετε, ο φίλος μου, μάλλον συντηρητικός στα γλωσσικά, θεωρεί ότι η σημασία της είναι «οδηγός». Πράγματι, αυτή είναι (ή ήταν;) η πρώτη σημασία της λέξης.

Ο κολαούζος είναι δάνειο από τα τουρκικά, kιlavuz. Αυτό το v, ανάμεσα σε φωνήεντα, προφέρεται χαλαρά ήδη στα τουρκικά, οπότε στα ελληνικά χάθηκε -κι έχουμε τον κολαούζο, δηλαδή τον (ντόπιο) οδηγό που προπορεύεται και δείχνει τον δρόμο στους ταξιδιωτες της εποχής, που ταξίδευαν με το μουλάρι ή με το άλογο ή πεζοί.

Υπάρχει άλλωστε η πολύ γνωστή παροιμία «Χωριό που φαίνεται, κολαούζο δεν θέλει», που λέγεται για τ’ αυτονόητα και τα πασιφανή, διότι βέβαια όταν έχεις οπτική επαφή με τον προορισμό σου δεν χρειάζεσαι οδηγό για να σου δείξει τον δρόμο. Υπάρχει αντίστοιχη τουρκική παροιμία, görünen köy kilavuz istemez, που σημαίνει το ίδιο πράγμα, οπότε κατά πάσα πιθανότητα η ελληνική είναι δάνειο από τα τουρκικά.

Μεταφορικά, από τον οδηγό που δείχνει τον δρόμο, ονομάστηκε επίσης «κολαούζος» το συρματόσκοινο με το οποίο συνδέονταν οι δύτες με το σκάφος τους, σε παλιότερες εποχές της ναυτοσύνης. Κάπου βρίσκω ότι από τα σινιάλα που έκανε ο δύτης στον κολαούζο καταλάβαιναν οι σύντροφοί του πάνω στο πλοίο ότι κατέβαινε σε μεγαλύτερα βάθη.

Επίσης μεταφορικά, λέμε «το κολαούζο» για τον σπειροτόμο, το εργαλείο με το οποίο χαράζουμε, ανοίγουμε εσωτερικά σπειρώματα για να περάσουμε βιδες. Η μεταφορική αυτή σημασία υπάρχει και στα τουρκικά και μπορεί να την πήραμε από εκεί.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in τούρκικα, Γλωσσικά δάνεια, Γλωσσική αλλαγή, Λαθολογία, Λεξικογραφικά | Με ετικέτα: , , , | 241 Σχόλια »

Υπογλώσσια σφηνάκια Νο 5

Posted by sarant στο 9 Σεπτεμβρίου, 2022

Υπογλώσσια είναι τα φάρμακα που παίρνουμε για την καρδιά, για να μην πάθουμε καρδιακή προσβολή (επειδή μας διαβάζει κι η μαμά μου διευκρινίζω πως ο πληθυντικός είναι της περιγραφής, όχι πραγματικός). Ακόμα, ένα κλισέ σε κάποιους αντρικούς ή αθλητικούς ιστότοπους, όταν βγάζουν καμιά με μπικίνι, είναι «ετοιμάστε τα υπογλώσσια».

Υπογλώσσια όμως είναι και μια ομάδα γλωσσικών ενδιαφερόντων στο Φέισμπουκ, που φτιάχτηκε στα τέλη του 2017 και στην οποία συμμετέχω.

Σφηνάκια είναι βέβαια οι μικρές δόσεις ποτού, όμως έτσι έχω αποκαλέσει και τα σύντομα άρθρα. Με τη διαφορά ότι σπανίως βάζω σύντομα άρθρα, οπότε δεν θα το θυμάστε. Στα Υπογλώσσια ομως γράφω πότε-πότε σύντομα σημειώματα, που δεν βολεύει πάντοτε να τα εντάξω σε κάποιο άρθρο.

Κι έτσι, το σημερινό άρθρο είναι μια συλλογή από μικρά κείμενά μου από τα Υπογλώσσια, με γλωσσικό δηλαδή ενδιαφέρον, που δεν (θυμάμαι να) τα έχω δημοσιεύσει εδώ στο ιστολόγιο. Κάποια άλλα σχόλια που κάνω εκεί, τα μεταφέρω στα σαββατιάτικα μεζεδάκια, αλλά αυτά εδώ δεν θυμάμαι να τα έχω μεταφέρει σε μεζεδοάρθρα μας, οπότε δεν θα τα έχετε δει, εκτός αν συμμετέχετε και στα Υπογλώσσια. Τα σφηνάκια μοιάζουν αρκετά με τα μεζεδάκια, αλλά διαφέρουν κιόλας σε κάποια σημεία.

Με αυτόν τον τυποποιημένο πρόλογο έχω ήδη δημοσιεύσει τέσσερα άρθρα στο ιστολόγιο, ένα τον Φλεβάρη του 2019, άλλο ένα τον Οκτώβριο του 2019, το τρίτο τον Μάιο του 2020 και το τέταρτο τον Σεπτέμβριο του 2020. Τελειώνοντας εκείνο το παλιό άρθρο είχα υποσχεθεί (ή απειλήσει) ότι Σε τρία τέρμινα, που θα έχω μαζέψει κι αλλα, θα σερβίρω άλλον έναν γύρο! Σημερα λοιπόν δημοσιεύω το πέμπτο άρθρο της σειράς αυτής. ‘Εχω επικαιροποιήσει κάποια στοιχεία και κάνω και προσθήκες σε αγκύλες ή όχι.

Θα μου πείτε, πέρασαν δυο χρόνια από την προηγούμενη δημοσίευση. Δίκιο έχετε, το είχα αμελήσει. Οπότε, υπόσχομαι το έκτο άρθρο με σφηνάκια να μην αργήσει τόσο.

* Λανσάρω στα ελληνικά

Σε πρόσφατη ανάρτηση, ο διαχειριστοκράτωρ μας [ο Θανάσης Αναγνωστόπουλος] ζήτησε ιδέες για να αποδοθεί «στα ελληνικά ελληνικά» η φράση «λανσάρω ένα προϊόν» δηλ. ζήτησε έναν μονολεκτικό αυτόχθονα όρο για το ρήμα «λανσάρω» και πρότεινε το «καθελκύω» που δεν έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από την ομηγυρη.

Αλλά ούτε κάποια άλλη πρόταση φάνηκε πειστική παρά το ότι διατυπώθηκαν πολλές προτάσεις. Όμως το «λανσάρω» δεν είναι μόνο «προωθω», δεν είναι μόνο «κυκλοφορώ». Είναι κάτι που συνδυάζει και τις δύο έννοιες (και όχι μόνο), πράγμα που μας δείχνει ξεκάθαρα ότι το συγκεκριμένο δάνειο πλούτισε την ελληνική γλώσσα.

Και τα περισσότερα δάνεια έτσι λειτουργούν, είναι πηγη πλούτου για τη γλώσσα που τα δέχεται. Γι’ αυτό άλλωστε και η γλώσσα με το πλουσιότερο λεξιλόγιο, η αγγλική, ποτέ δεν έπαψε να δανείζεται αφειδώς, τόσο από το ελληνικό, όσο και από το λατινικό, το γαλλικό ή το γερμανικό ταμείο. Το καλό αρνί βυζαίνει δυο μανάδες, λέει η παροιμία, κι έτσι ο Άγγλος μπορεί να πει και ethnic και national.

Eμείς πάλι, εννοώ τη νέα ελληνική, έχουμε χάσει τη δυνατότητα για λόγιο δανεισμό από το λατινικό ταμείο. Παλιότερες γλωσσικές ποικιλίες της ελληνικής την είχαν αυτή τη δυνατότητα -και ο Πορφυρογέννητος έγραφε π.χ. «τος ρχοντας το τάγματος τν ξσκουβίτων, οον τοποτηρητς, σκρίβωνας, τν χαρτουλάριον, δρακοναρίους, σκευοφόρους, σιγνοφόρους, σενάτορας, πρωτομανδάτορας κα μανδάτορας». Όμως σήμερα, σχεδόν μόνο λαϊκός δανεισμός υπάρχει, στη λόγια γλώσσα έχουμε πιο πολύ μεταφραστικά δάνεια. Και ακόμα κι όταν δανειστούμε μια λόγια λέξη, δυσκολευόμαστε να φτιάξουμε σύνθετα και παράγωγά της. Οι βυζαντινοί δεν είχαν πρόβλημα να πλάσουν το θαυμάσιο υβρίδιο «σιγνοφόρος» (λατινογενές το πρώτο συνθετικό, σίγνον η σημαία), έπλαθαν τη λέξη και πήγαιναν να διοικήσουν την αυτοκρατορία τους.

* Γιαούρτι ελληνικού τύπου ονόματι Οίκος, με ελληνικά γράμματα, πεζά για να φαίνεται η διαφορά, και με μια σιρκονφλεξοειδή περισπωμένη να χαρούν λίγο οι παρ’ ημίν πολυτονιάται.

[Θα άξιζε ακόμα και άρθρο για τα ελληνοφανή γιαούρτια που κυκλοφορούν στην Εσπερία. Η Νεστλέ έχει το Yaos, με την ελληνική κατάληξη -os και με κυκλαδικές εκκλησίες πάνω στη συσκευασία]

* Τι είναι ο ήμελλος;

Ο Στέφανος Ήμελλος είναι ακαδημαϊκός (=μέλος της Ακαδημίας Αθηνών) με έργο κυρίως λαογραφικό. Ο ηθοποιός Δημήτρης Ήμελλος ίσως είναι συγγενής του, πιθανώς γιος του. Το σπάνιο επώνυμο Ήμελλος εντοπίζεται στη Νάξο.

Τα επώνυμα τα ορθογραφούμε με μεγάλο βαθμό ελευθερίας διότι «μας ανήκουν». Έτσι κάποιος μπορεί να επιλέξει να γράφεται Ζαββός για να ξεχωρίσει από τον ζαβό και κάποιος να κρατήσει τη γραφή Καμμένος ακόμα κι αν ξέρει ότι η σχολική ορθογραφία τη μετοχή τη γράφει «καμένος». Το επώνυμο Πικραμμένος ίσως γράφτηκε έτσι για να διαφοροποιηθεί από τη μετοχή, και φυσικά δεν θα το θεωρήσουμε ανορθόγραφο, ενώ θα θεωρήσουμε ανορθόγραφη τη μετοχή, αν κάποιος γράψει «η καρδιά μου είναι πικραμμένη».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γενικά γλωσσικά, Γλωσσικά δάνεια, Μηχανική μετάφραση, Σφηνάκια, γαλλικά | Με ετικέτα: , , , , , , , | 157 Σχόλια »

Το κερεβίζι της οργής

Posted by sarant στο 28 Ιουλίου, 2022

Μπορεί να έχετε μιαν αγνωστη λέξη στον τίτλο, αν και οι Κρητικοί ίσως την ξέρουν -στα σχόλια θα μου πείτε αν ξέρετε τι είναι το κερεβίζι, αλλά αν δεν ξέρετε δεν θα σας το κρατήσω μυστικό: είναι το σέλινο.

Τη λέξη την είχαμε συναντήσει σε ένα παλιότερο άρθρο του ιστολογίου, τότε που παρουσιάσαμε το λεξικό του φίλου μας του Βασίλη Ορφανού για τις λέξεις τουρκικής προέλευσης που υπάρχουν στο κρητικό ιδίωμα.

Γράφει στο λεξικό του ο Ορφανός:

κερεβίζι, το [t∫erevízi] (Παπ., Πάγκ., Πιτ., Ξανθιν., Γαρ., Ροδ., Ιδομ., Αποστ., Τσιρ., Κριτσ., Κασσ.) : το φυτό Apium graveolens, κοινώς σέλινο. Αστείο δίστιχο: «– Ίντα ψήνεις και μυρίζει; – Κεντανέ και κερεβίζι {= πράσα με σέλινο}» (Πιτ.).
[< kereviz (Παπ.)] (كرويز ٬ كرفس )
{Ο Ιδομενέως και ο Αποστολάκης έχουν τη γραφή: κερεβύζι. Στα λεξικά η λ. κερεβίζι φαίνεται να χρησιμοποιείται μόνο στο παραπάνω δίστιχο, αλλά εγώ την άκουγα από τον πατέρα
μου (1904-1995) ως κανονική λ. για το σέλινο.}

Eγώ πάλι τη λέξη «κερεβίζι» την έμαθα ως φοιτητής, από μια καλή φίλη, Κρητικιά, που μου διηγόταν ότι, μόλις είχε πρωτοέρθει στην Αθήνα, σε ηλικία 12 χρονών, στα μέσα της δεκαετίας του 1970, και την έστειλαν στο μανάβικο της γειτονιάς για ν’ αγοράσει κερεβίζι, που φυσικά ο μανάβης δεν το ήξερε -αλλά ένας πελάτης, από την Πόλη, τους βοήθησε να συνεννοηθούν.

Στο γκουγκλ θα βρείτε το κερεβίζι κυρίως σε συνταγές πρασόρυζου, ακριβώς χάρη στο αστείο δίστιχο που λέει για τον «κεντανέ με κερεβίζι» (ας πούμε εδώ).

Τώρα, το λαχανικό της φωτογραφίας, που το πήρα από το λήμμα kereviz της τουρκικής βικιπαίδειας, είναι σέλινο με ρίζα, ενώ συνήθως στο σουπερμάρκετ βρίσκουμε το σέλινο σε ματσάκια, μόνο τα φύλλα. Υπάρχει και το άλλο είδος, ποικιλία κι αυτό του Apium graveolens, του εύστοχα ονομασμένου «βαρύοσμου» σέλινου, που το λέμε στα ελληνικά «σέλερι» και συνεννοούμαστε. Αλλιώς, θα το πούμε κι αυτό σέλινο και μπορεί να μη συνεννοηθούμε.

Άρθρο για το σέλινο (και για το σέλερι) θα βάλω κάποτε, έχει αρκετό ενδιαφέρον, αλλά όχι σήμερα. Σήμερα θα μιλήσουμε για το κερεβίζι. Το κερεβίζι, όπως είπα, της οργής.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in τούρκικα, Γκας Πορτοκάλος, Γλωσσικά δάνεια, Ετυμολογικά, Κρήτη | Με ετικέτα: , , , , , | 129 Σχόλια »

Εμπαθείς συκοφάντες απολογούνται

Posted by sarant στο 7 Ιουλίου, 2022

Η φράση του τίτλου θα μπορούσε να προέρχεται από δικαστηριακό ρεπορτάζ -κάποιοι μηνύθηκαν για συκοφαντική δυσφήμηση, η υπόθεση έφτασε στο δικαστήριο και τώρα η δίκη έφτασε στη φάση της απολογίας των κατηγορουμένων. Βέβαια, ο ρεπόρτερ θα ήταν προκατειλημμένος, αφού αφενός χαρακτηρίζει τους κατηγορούμενους και αφετέρου τους θεωρεί συκοφάντες ήδη πριν καταδικαστούν.

Αλλά βέβαια η φράση του τίτλου είναι φτιαχτή και οι τρεις της λέξεις επίτηδες διαλεγμένες, με μια κοινή ιδιότητα, που θα την έχετε ίσως μαντέψει. Και οι τρεις λέξεις έχουν μεταφερθεί στα αγγλικά, όπου όμως η σημασία τους έχει αλλάξει, είναι αρκετά ή τελείως διαφορετική από την νεοελληνική σημασία.

Φυσικά, την αφορμή την πήρα από την προχτεσινή εμφάνιση του πρωθυπουργού στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο Στρασβούργο. Μια θλιβερή εμφάνιση, πρέπει να πω, αφενός διότι η ομιλία του ήταν διχαστική, και αναπόφευκτα προκάλεσε απαντήσεις από ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και αφετέρου διότι δεν μπόρεσε να δώσει πειστικές απαντήσεις στις κριτικές που ακούστηκαν από εκπροσώπους πολιτικών ομάδων. Αλλά εδώ δεν θα σταθώ στην ουσία παρά σε μια παρωνυχίδα της προχτεσινής παρουσίας. Θα μπορούσα να την περάσω και ως μεζεδάκι το Σάββατο αλλά ήθελα τη γενίκευση του θέματος.

Λοιπόν, απαντώντας σε ευρωβουλευτές που τον κατηγορούσαν για την κακή κατάσταση της ελευθερίας του Τύπου στην Ελλάδα, ο κ. Μητσοτάκης έδειξε δυο πρωτοσέλιδα εφημερίδων, της Δημοκρατίας και της Αυγής, που του εκαναν κριτική. Και πάλι νιώθω τον πειρασμό να σχολιάσω επί της ουσίας: δηλαδή, θεωρείται ένδειξη ελευθεροτυπίας το ότι υπάρχουν εφημερίδες που μπορούν να κάνουν κριτική στον πρωθυπουργό; Μα, αυτό θα το έλεγε μόνο ο Ερντογάν ή ίσως και ο Όρμπαν! Αντιστέκομαι όμως (όχι εντελώς) στον πειρασμό και προχωράω.

Λοιπόν, περιγράφοντας τα πρωτοσέλιδα, ο πρωθυπουργός είπε στα αγγλικά: «they accuse me of being a liar, a sycophant». Μπορείτε να το δείτε στο βίντεο εδώ, στο 15.40, αλλά το λινκ θα είναι ενεργό μόνο μέχρι τις 12/7.

Αλλά στα αγγλικά sycophant δεν είναι ο συκοφάντης, είναι ο κόλακας, ο τσανακογλείφτης! Ο συκοφάντης είναι slanderer. Μπορούμε να το πούμε και calumniator ή defamer, αλλά πάντως όχι sycophant.

Το πρωθυπουργικό μαργαριτάρι το επισήμανα στο Τουίτερ, όπου έγινε αρκετή συζήτηση. Κάποιοι οπαδοί του πρωθυπουργού, όχι πολλοί ευτυχώς, προσπάθησαν να βγάλουν σωστή τη χρήση του όρου από τον πρωθυπουργό, και ένας από αυτούς μου έστειλε την οθονιά που βλέπετε, με τη συμβουλή: Ψάξε το καλύτερα, δες το έγκυρο Glosbe τι λέει.

Πράγματι η φράση I don’t want sycophants around me έχει αποδοθεί «Δεν θέλω συκοφάντες γύρω μου».

Βέβαια, το Glosbe απλώς συγκεντρώνει και κάνει αναζήτηση σε παράλληλα κείμενα που έχουν ήδη μεταφραστεί από ανθρώπους, χωρίς κανέναν έλεγχο ποιότητας. Και όπως βλέπετε από την αναφορά της πηγής, η συγκεκριμένη μετάφραση προέρχεται από το OpenSubtitles, έναν ιστότοπο που συγκεντρώνει υποτίτλους που έχουν μεταφραστεί από ερασιτέχνες -και βέβαια, ενώ είναι αξιέπαινο το μεράκι των ερασιτεχνών υποτιτλιστών,  κάθε άλλο παρά αλάνθαστες είναι αυτές οι μεταφράσεις, και οπωσδήποτε δεν μπορούμε να τις παίρνουμε ανεξέταστα ως βάση αναφοράς.

Η αγγλική λέξη sycophant, ελληνικής ετυμολογίας, έχει λοιπόν διαφορετική σημασία από την ελληνική λέξη «συκοφάντης» από την οποία προέρχεται. Σημαίνει, είπαμε, τον χαμερπή κόλακα. Στα αγγλικά η σημασία αυτή υπάρχει από το 1575. Οι ισχυροί της εποχής περιστοιχίζονταν από διάφορα τσιράκια που έπαιζαν το ρόλο του συκοφάντη, δηλαδή διέδιδαν ψευδείς φήμες για πολιτικούς αντιπάλους, αλλά και του τσανακογλείφτη, του κόλακα, οπότε εξηγείται πώς άλλαξε η σημασία.

Την παραπάνω παράγραφο την έχω δημοσιεύσει κι άλλη φορά στο ιστολόγιο, διότι η περίπτωση του sycophant είναι από τις γνωστότερες περιπτώσεις ψευδόφιλης λέξης στα αγγλικά για τους Έλληνες. Εννοώ ότι, εμείς οι Έλληνες, όταν σε ένα αγγλικό κείμενο συναντάμε τη λέξη sycophant, αν δεν ξέρουμε τη σημασία της, λογικό είναι να υποθέσουμε ότι σημαίνει «συκοφάντης» -πώς το theatre σημαίνει θέατρο και το democracy «δημοκρατία»;

Σκέφτηκα λοιπόν, με αφορμή τον sycophant που πήρε στον λαιμό του τον πρωθυπουργό μας (παρότι περιστοιχίζεται από sycophants, θα τολμούσα να πω) να φτιάξουμε σήμερα έναν μικρό κατάλογο από αγγλικές λέξεις που έχουν πάρει διαφορετική σημασία στα αγγλικά, τη σημερινή παγκόσμια γλώσσα.

Και επειδή ακριβώς τα αγγλικά είναι η σημερινή παγκόσμια γλώσσα, η ύπαρξη αυτών των ψευδόφιλων όχι μόνο μπερδεύει τους αγγλομαθείς και βάζει τρικλοποδιές στους μεταφραστές και τους υποτιτλιστές, αλλά και, πολλές φορές, η αγγλική σημασία αντεπιδρά πάνω στην ελληνική, όπως θα δούμε.

Αυτό το φαινόμενο, που το λέμε «ψευδόφιλες λέξεις» στη γλωσσολογία, ο Θ.Τάσιος το είχε πει, θυμάμαι, «ετερογονία».

Λοιπόν, θα συγκεντρώσουμε εδώ μερικές αγγλικές λέξεις που ανάγονται σε ελληνική λέξη ή ρίζα και που σημαίνουν κάτι διαφορετικό από αυτό που σημαίνει η αντίστοιχη ελληνική λέξη. Δεν θα είναι πλήρης αυτός ο πίνακας, αλλά βέβαια θα τον συμπληρώσετε στα σχόλιά σας.

Και ξεκινάμε από τις λέξεις του τίτλου.

1. sycophant από την ελληνική λέξη «συκοφάντης» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «κόλακας»

2. empathy από την ελληνική λέξη «εμπάθεια» αλλά στα αγγλικά είναι κάτι καλό, που το λέμε ενσυναίσθηση στα ελληνικά. Ο όρος πλάστηκε στα αγγλικά στις αρχές του 20ού αιώνα πάνω στο μοντέλο του γερμανικού Einfühlung, το οποίο με τη σειρά του ήταν πλασμένο με βάση το ελληνικό εμπάθεια. Αλλά το αρχαίο ελληνικό εμπάθεια δεν είχε κακή σημασία, σήμαινε «ισχυρό συναίσθημα», ουδέτερο. Στην πορεία, στα ελληνικά το έντονο πάθος έγειρε σε αρνητική χροιά.

3. apologize από την ελληνική λέξη «απολογούμαι» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «ζητώ συγγνώμη». Βέβαια, σαν ένα κατεξοχήν παράδειγμα της αντεπίδρασης που έλεγα παραπάνω, έχει αρχίσει και η ελληνική λέξη «απολογούμαι» να παίρνει τη σημασία «ζητώ συγγνώμη», αρχικά στην ελληνική της Κύπρου και στη συνέχεια και στην Ελλάδα.

Και συνεχίζουμε με άλλες λέξεις (που πολλές τις έχω πάρει από σχετικό τεράστιο θρεντ της Λεξιλογίας):

4. iconic από την ελληνική λέξη «εικονικός» αλλά στα αγγλικά σημαίνει εμβληματικός. Τώρα τελευταία, όλο και περισσότερο βλέπουμε να χρησιμοποιείται η λέξη «εικονικός» με την αγγλική σημασία. (Φανταστείτε να μας πουν οτι ο μισθός μας θα είναι εικονικός -τι μας συμφέρει να καταλάβουμε;)

5. topical, από την ελληνική λέξη «τοπικός» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «επίκαιρος».

6. diatribe, από την ελληνική λέξη «διατριβή» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «φραστική επίθεση, φιλιππικός»

7. graphic, από την ελληνική λέξη «γραφικός» αλλά στα αγγλικά σημαίνει κυρίως «παραστατικός, γλαφυρός / ρεαλιστικός, ωμός». Να πω εδώ ότι υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις που το graphic αντιστοιχεί στο «γραφικός» π.χ. graphic arts οι γραφικές τέχνες, αλλά στις περισσότερες χρήσεις έχουμε ψευδοφιλία.

8. asbestos, από την  ελληνική λέξη «άσβεστος» αλλά στα αγγλικά σημαίνει τον αμίαντο.

9. adamant, από την ελληνική λέξη «αδάμας» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «αδιάλλακτος, ανένδοτος»

10. phenomenal, από την ελληνική λέξη «φαινόμενο» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «εξαιρετικά ασυνήθιστος, εκπληκτικός» και όχι «φαινομενικός». (Βέβαια, στη φιλοσοφική ορολογία το phenomenal αντιστοιχεί στο φαινομενικός).

11. agronomist, από την ελληνική λέξη «αγρονόμος» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «γεωπόνος».

12. physician, από την ελληνική λέξη «φυσικός» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «ιατρός» (όχι χειρούργος ή χειρουργός)

13. apothecary, από την ελληνική λέξη «αποθήκη», αλλά στα αγγλικά σημαίνει «φαρμακοποιός» και όχι «αποθηκάριος».

14. esoteric, από την ελληνική λέξη «εσωτερικός» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «δυσνόητος, για μυημένους, απόκρυφος». (Σε κάποιες χρήσεις το esoteric αποδίδεται εσωτερικός).

15. eulogy, από την ελληνική λέξη «ευλογία» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «εγκώμιο» και κυρίως «επικήδειος λόγος»

16. sympathy, από την ελληνική λέξη «συμπάθεια, αλλά στα αγγλικά σημαίνει κυρίως συμπόνια, συλλυπητήρια, κατανόηση, συμπαράσταση.

16A. sympathetic από την ελληνική λέξη «συμπαθητικός» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «συμπονετικός, καλοπροαίρετος, ευνοϊκά διακείμενος». Βέβαια, στην ιατρική ορολογία το sympathetic αντιστοιχεί στο «συμπαθητικός».

17. autopsy, απο την ελληνική λέξη «αυτοψία» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «νεκροψία».

18. epitaph, από την ελληνική λέξη «επιτάφιο» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «επιτύμβια επιγραφή».

19. pathetic, από την ελληνική λέξη «παθητικός» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «οικτρός, αξιοθρήνητος, θλιβερός» ή «συγκινητικός».

20. austerity, από την ελληνική λέξη «αυστηρός» αλλά στα αγγλικά σημαίνει κυρίως «λιτότητα» -βέβαια, σημαίνει επίσης την ηθική αυστηρότητα, τον ασκητισμό

21. doula, από την ελληνική λέξη «δούλα», αλλά στα αγγλικά σημαίνει την εθελόντρια μαία, τη βοηθό της μαίας.

22. pragmatic, από την ελληνική λέξη «πραγματικός», αλλά στα αγγλικά σημαίνει «πραγματιστής» (για πρόσωπα) ή «ρεαλιστικός, πραγματιστικός» (για πράγματα)

23. digamous, από την ελληνική λέξη «δίγαμος» αλλά στα αγγλικά σημαίνει τον ξαναπαντρεμένο ή την ξαναπαντρεμένη, ενώ ο δίγαμος (που πάει φυλακή) είναι bigamous.

24. megaphone, από το ελληνικό «μεγάφωνο» αλλά στα αγγλικά σημαίνει τον τηλεβόα, την ντουντούκα, ενώ το μεγάφωνο είναι loudspeaker.

25. sceptic/skeptic από το ελληνικό «σκεπτικός» αλλά στα αγγλικά σημαίνει «δύσπιστος» ή «σκεπτικιστής, αγνωστικιστής» -πάντως όχι «σκεπτικός».

26. critical από το ελληνικό «κριτικός» αλλά στα αγγλικά συνήθως σημαίνει «επικριτικός» ή «επικίνδυνος» ή «καίριος, ζωτικός» -αν και στη φιλοσοφία το critical αποδιδεται «κριτικός».

Όπως δείχνει και το τελευταίο παράδειγμα, αλλά και άλλα λήμματα του καταλόγου μας, σε αρκετές περιπτώσεις η αγγλική λέξη μπορεί να αποδοθεί με την αντίστοιχή της ελληνική σε ορισμένες χρήσεις, αλλά στις περισσότερες και πιο συνηθισμένες αυτό θα ήταν λάθος. Εδώ θα ήταν λάθος να πούμε ότι «βρίσκεται σε κριτική κατάσταση» (in a critical condition, κρίσιμη) ή «βρήκε κριτική βοήθεια» (critical help) αλλά το his book received critical acclaim είναι πράγματι «δέχτηκε ευνοϊκές κριτικές, τον έπαινο της κριτικής».

Ομολογώ πως για τον λόγο αυτό απέκλεισα άλλα ζευγάρια λέξεων από τον κατάλογο, επομένως μάλλον δεν διακρίνομαι από συνέπεια. Όπως θα δείτε αν διαβάσετε το θρεντ της Λεξιλογίας για μερικές λέξεις υπάρχουν σημειώματα που εξηγούν με παραδείγματα πότε η αγγλική λέξη αποδίδεται με την ομόρριζή της ελληνική και πότε όχι -αλλά κάτι τέτοιο θα ήθελε πολλή, πολλή δουλειά.

Περιμένω λοιπόν να συμπληρώσετε τον κατάλογο με τους συκοφάντες που απολογούνται!

 

Posted in Γλωσσικά δάνεια, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ψευδόφιλες λέξεις | Με ετικέτα: , , , , | 113 Σχόλια »

Ποιες λέξεις είναι πραγματικά ελληνικές; (του Σπύρου Αρμοστή)

Posted by sarant στο 6 Ιουλίου, 2022

Αναδημοσιεύω σήμερα ένα πρόσφατο άρθρο του φίλου γλωσσολόγου Σπύρου Αρμοστή, που και άλλες φορές τον έχω αναφέρει στο ιστολόγιο, κατά σύμπτωση δε μόλις την Κυριακή επειδή είχε τη γλωσσική επιμέλεια στο μυθιστόρημα της Λ. Παπαλοΐζου «Το βουνί» από το οποίο δημοσιεύσαμε αποσπάσματα.

Το άρθρο αρχικά δημοσιεύτηκε στο Παράθυρο, το πολιτιστικό ένθετο της εφημερίδας και του ιστότοπου Πολίτης της Κύπρου και το ανέφερε εδώ, σε κάποιο σχόλιο, κάποιος φίλος. Μου άρεσε και αποφάσισα να το αναδημοσιεύσω επειδή, αν και είναι σχετικά σύντομο, δίνει αρκετά εναύσματα για συζήτηση πάνω σε θέματα που τα έχουμε συζητήσει πολλές φορές και στο ιστολόγιο και αλλού.

Ας πούμε, θέτει το ερώτημα «γιατί το ακρώνυμο ΑΕΚ το προφέρουμε άεκ, ενώ το ΑΕΛ το προφέρουμε αέλ;» Και το ενδιαφέρον είναι πως (υποθέτω, αν και δεν το λέει ρητά) ότι η ΑΕΚ και η ΑΕΛ του Αρμοστή δεν είναι οι ελληνικές ομάδες (ΑΕΚ και Λάρισα) αλλά είναι η ΑΕΚ Λάρνακας και η ΑΕ Λεμεσού. Η ΑΕΚ Λάρνακας ιδρύθηκε το 1994 με συγχώνευση του Πεζοπορικού και της ΕΠΑ Λάρνακας, και το Κ στο ΑΕΚ δεν σημαίνει, βέβαια, Κωνσταντινουπόλεως αλλά Κίτιον.

Θίγει επίσης το θέμα «ποιες είναι ελληνικές λέξεις» ή μάλλον το ερώτημα που πολύ συχνά εμφανίζεται σε γλωσσικές ομάδες του Φέισμπουκ, «πώς λέμε στα ελληνικά το σι-ντι» ή κάποιο άλλο καθιερωμένο δάνειο. Συχνά στις ερωτήσεις αυτές κι εγώ απαντώ όπως ο Αρμοστής στο άρθρο, δηλαδή «το σιντί στα ελληνικά το λέμε σιντί», για τους λόγους που, πιο καλά από μένα, εκθέτει ο συντάκτης του άρθρου.

Αυτό που εννοεί εκείνος που ρωτάει «πώς λέμε στα ελληνικά το σι-ντί» είναι «πώς μπορούμε να το αποδώσουμε / πώς έχει αποδοθεί με όρο ελληνικής ετυμολογίας». Και ενώ δεν είμαι αντίθετος με την αναζήτηση «αυτοχθόνως ελληνικών» όρων, πρέπει να κρίνουμε πότε έχει ελπίδα να καθιερωθεί εγχώριος όρος και πότε είναι προτιμότερο να δεχτούμε το δάνειο, ενδεχομένως προσαρμόζοντάς το στο τυπικό της γλώσσας.

Παρεμπιπτόντως, ο Αρμοστής θέτει και το θέμα της προφοράς των δανείων. Όταν προφέρουμε ελληνικά, το σάντουιτς ή το μοντάζ το προφέρουμε ελληνοπρεπώς, με τα ελληνικά φωνήεντα και σύμφωνα. Όσοι το προφέρουν αγγλο/γαλλοπρεπώς προκαλούν κωμική εντύπωση και, αν δεν ζουν πολλά χρόνια στο εξωτερικό, φανερώνουν ότι το κάνουν για φιγούρα.

Με την ευκαιρία, θυμάμαι κι ένα αστείο στιγμιότυπο σε πρωινάδικο, όπου ο καλεσμένος (ή η καλεσμένη), όταν ρωτήθηκε τι δουλειά κάνει, απάντησε «Make-up artist».

— Πώς το λέμε αυτό στα ελληνικά; ρώτησε η παρουσιάστρια

— Χμμ… Μακιγιέρ (ή μακιγιέζ, δεν θυμάμαι) απάντησε ο καλεσμένος (ή η καλεσμένη.

Και είχε δίκιο.

Πολλά είπα, το άρθρο του Σπύρου Αρμοστή:

Πρόσφατα σε μια διαδικτυακή συζήτηση τέθηκε το ερώτημα γιατί κάποια ακρωνύμια, όπως «ΑΕΚ», τονίζονται στην παραλήγουσα, ενώ κάποια άλλα, όπως «ΑΕΛ», τονίζονται στη λήγουσα. Ειδικά με αφορμή το ζεύγος «ΑΕΚ vs ΑΕΛ», διατυπώθηκε η υπόθεση πως ίσως το τελικό «Λ» να «ελκύει» τον τόνο. Απάντησα πως η υπόθεση αυτή ίσως έχει κάποια βάση, αφού εάν ψάξουμε τις ελληνικές λέξεις που λήγουν σε «-λ», θα δούμε ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία τονίζονται στη λήγουσα (π.χ. Ισραήλ, Ραφαήλ, αλκοόλ, τηλεκοντρόλ, Βαβέλ, νορμάλ, μπανάλ κ.ά.), ενώ είναι λίγες εκείνες που τονίζονται αλλού (π.χ. Άβελ, πάνελ, σίριαλ, σνίτσελ κ.ά.). Επομένως, ψυχογλωσσολογικά μιλώντας, το μυαλό μας ενδεχομένως να έχει συσχετίσει στατιστικά το ληκτικό «-λ» με τον τονισμό στη λήγουσα· αν ισχύει όντως αυτό, συνεπάγεται πως αν πλάσω μια καινούργια ελληνική λέξη που να λήγει σε «-λ», όπως ένα καινούργιο ακρωνύμιο, τότε θα ενεργοποιηθεί αυτή η συσχέτιση και θα τονιστεί το ακρωνύμιο στη λήγουσα. Ίσως και να υπάρχει κάποια καλύτερη ερμηνεία από αυτήν που προτείνω. Αυτό όμως που έκανε τη συζήτηση ακόμη πιο ενδιαφέρουσα ήταν η (αναμενόμενη) ένσταση που διατυπώθηκε στη συνέχεια: «μα αυτές δεν είναι ελληνικές λέξεις».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αναδημοσιεύσεις, Γενικά γλωσσικά, Γλωσσικά δάνεια, Κύπρος | Με ετικέτα: , , | 99 Σχόλια »

Τριάντα και μία πολίτικες λέξεις (από αναρτήσεις της Νεκταρίας Αναστασιάδου)

Posted by sarant στο 16 Ιουνίου, 2022

Στο ιστολόγιο δημοσιεύουμε κατά καιρούς άρθρα με λέξεις από κάποια περιοχή του ελληνόφωνου χώρου. Συνήθως τα άρθρα αυτά είναι συνεργασία φίλων του ιστολογίου, που ο καθένας παρουσιάζει λέξεις της ιδιαίτερης πατρίδας του -σε αρκετές περιπτώσεις από νησιά, αφού τα νησιά έχουν το καθένα το δικό του γλωσσικό οικοσύστημα. Το τελευταίο από τα άρθρα αυτά ήταν οι λοζετσινές λέξεις, συνεργασία (φυσικά) του φίλου μας του Λοζετσινού.

Ένας λογαριασμός που παρακολουθώ στο Τουίτερ είναι της Νεκταρίας Αναστασιάδου. Η Νεκταρία Αναστασιάδου είναι Κωνσταντινοπολίτισσα συγγραφέας -γράφει τόσο στα ελληνικά όσο και στα αγγλικά. Στο Τουίτερ δημοσιεύει τακτικά ιδιωματισμούς της μητρικής της γλωσσικής ποικιλίας, των ελληνικών της Πόλης, όπως τα μιλούν οι δυστυχώς λιγοστοί πια Ρωμιοί που έχουν απομείνει (αν και τα τελευταία χρόνια νομίζω πως υπήρξε μια ανάσχεση της πληθυσμιακής πτωτικής τάσης). Ως τώρα έχει δημοσιεύσει σχεδόν 300 τέτοιους ιδιωματισμούς, και από αυτή τη συλλογή εγώ στο σημερινό άρθρο διαλέγω να παρουσιάσω τριάντα και μία λέξεις. Γιατί αυτός ο αριθμός; Θα το καταλάβετε όταν φτάσετε στο τέλος.

Παρουσιάζω λοιπόν τις 30 και μία πολίτικες λέξεις και την αντιστοιχία τους με την κοινή νέα ελληνική, με αλφαβητική σειρά εκτός της τελευταίας. Επειδή τα τουίτ έχουν ασφυκτικό όριο χαρακτήρων, οι δημοσιεύσεις αυτές της Νεκτ. Αναστασιάδου είναι αναγκαστικά λακωνικές. Εδώ προσθέτω διάφορα φλύαρα δικά μου, έχοντας κοιτάξει και το «Λεξικό του κωνσταντινουπολίτικου γλωσσικού ιδιώματος» του Νίκου Ζαχαριάδη (εκδ. Γαβριηλίδη).

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ

1. ακιντές: σκληρή καραμέλα χωρίς περιτύλιγμα, που πουλιέται από βάζα, με διάφορες γεύσεις και χρώματα.  Από τουρκ. akide.

2. αμπούλα: η λάμπα της κοινής ελληνικής, δάνειο από το γαλλ. ampoule. Όπως έχουμε γράψει κι αλλη φορά, η αμπούλα είναι αντιδάνειο, αφού η γαλλική λέξη ανάγεται στον αμφορέα. Στα ελληνικά της κοινής, η αμπούλα έχει άλλη σημασία, σημαίνει φιαλίδιο. Κατά σύμπτωση, και η λέξη λάμπα είναι αντιδάνειο (από lampe, που ανάγεται στο αρχαίο λαμπάς).

3. απαρτμάν: η πολυκατοικία της κοινής ελληνικής. Δάνειο από το τουρκ. apartman, που είναι με τη σειρά του δάνειο από το γαλλ. appartement, που όμως θα πει «διαμέρισμα». Η αλλαγή της σημασίας δηλαδή έγινε στα τουρκικά. Να σημειωθεί ότι στον μεσοπόλεμο βρίσκουμε σε ελλαδικά κείμενα τη λέξη απαρτμάν ως γαλλισμό, δηλ με τη σημασία «διαμέρισμα».

4. βουρβουτσουλιό: οχλαγωγία, βαβούρα. Ονοματοποιία. Τη λέξη τη βρίσκω (σπάνια) και σε ελλαδικά κείμενα, π.χ. στον Ξενόπουλο.

5. γιουφκάς: Το φύλλο για πίτα ή μπακλαβά. Η λέξη τελευταία έχει περάσει και στην Ελλάδα από τα πολίτικα ζαχαροπλαστεία. Από τουρκ. yufka. Μεταφορικά, ο ευαίσθητος άνθρωπος. Αλλά γιουφκά γιουρεκλής, κατά λέξη «με καρδιά από ζυμάρι» (τουρκ. yufka yürekli) είναι ο δειλός, ο λιπόψυχος.

6. γκεβρέκικος: τραγανός, πχ για κουλούρια, από τουρ. gevrek. Kι αυτός που θρυμματίζεται εύκολα, εύθρυπτος.

7. καζίνο, καζινάκι: Όχι μόνο και όχι κυρίως το καζίνο, όπως είναι στην Ελλάδα, αλλά το υπαίθριο καφενείο, ιδίως παραθαλάσσιο, ουζερί, αναψυκτήριο. Όχι κατευθείαν από τα ιταλικά, λέει ο Ζαχαριάδης, αλλά από το τουρκ. gazino, που έχει τις ίδιες σημασίες.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in τούρκικα, Όχι στα λεξικά, Γλωσσικά δάνεια, Ετυμολογικά, Κωνσταντινούπολη | Με ετικέτα: , , , , | 147 Σχόλια »

50 -άζ

Posted by sarant στο 19 Μαΐου, 2022

Τις προάλλες, εκεί που συζητούσαμε για χρώματα, ο φίλος μας ο Σταύρος, χαριτολογώντας, είπε ότι αναγνωρίζει καμιά δεκαριά βασικά χρώματα μονάχα και όχι αποχρώσεις με δυσδιάκριτες διαφορές μεταξύ τους όπως βεραμάν, γκρενά, σομόν, τιρκουάζ ή… ντεμπραγιάζ.

Κι αυτό μου έδωσε την ιδέα να μαζέψουμε στο σημερινό άρθρο τις λέξεις που έχουν μπει στο ελληνικό λεξιλόγιο και έχουν την κατάληξη -άζ.

Στη συντριπτική πλειοψηφία (ή πλειονότητα, αν είστε από την άλλη φράξια) πρόκειται για δάνεια από τη γαλλική γλώσσα που αντιστοιχούν σε γαλλικές λέξεις με το επίθημα -age, με το οποίο φτιάχνονται ουσιαστικά από άλλα ουσιαστικά ή από ρήματα, και δηλώνουν συχνά σκοπό ή αποτέλεσμα, σε κάποια αντιστοιχία με το αγγλικό -ing. Και ένας χρήσιμος κανόνας για όσους μαθαίνουν γαλλικά είναι ότι όλες οι λέξεις με το επίθημα -age είναι αρσενικού γένους (προσοχή όμως γιατί μπορεί μια λέξη να τελειώνει σε -age αλλά να μην έχει το επίθημα, π.χ. page, η σελίδα, που είναι θηλυκού γένους).

Υπάρχουν όμως και λέξεις ελληνικές σε -άζ που προκύπτουν με άλλο τρόπο. Για παράδειγμα, το τιρκουάζ του παραδείγματος του Σταύρου είναι πάλι γαλλικό δάνειο αλλά από το γαλλ. turquoise, όχι από λέξη σε -age. Όσες λοιπόν λέξεις δεν προέρχονται από λέξη σε -age τις σημειώνω με αστερίσκο και δηλώνω από πού προέρχονται.

Κάποιοι συνηθίζουν τις λέξεις αυτές (ή, κάποιες από αυτές τις λέξεις) να τις προφέρουν με παχύ ζ, όπως προφέρονται στα γαλλικά -θυμάμαι μια γνωστή δημοσιογράφο (αν προκληθώ, θα την κατονομάσω) να προφέρει «μοντάge», που εμένα μου φαίνεται αστείο και εξεζητημένο. Στα ελληνικά, προφέρουμε ελληνικά!

Καταγράφω 50 λέξεις που έχουν λεξικογραφηθεί, στο ΛΚΝ ή στον Μπαμπινιώτη, καθώς και μερικές δικές σας προτάσεις σε ένα άρθρο που είχαμε βάλει πρόπερσι με 666 λέξεις γαλλικής προέλευσης. Το Αντίστροφο λεξικό έχει 62 λέξεις σε -άζ αλλά καταγράφει και μερικές πολύ σπάνιες (π.χ. πεϊζάζ, ρενσάζ).

Αξιοπρόσεκτο είναι πως οι περισσότερες από αυτές τις λέξεις δεν έχουν εξελληνισμένο τύπο σε -άζι. Βρίσκει κανείς βέβαια γκαράζι ή αμπραγιάζι και μερικά ακόμα, αλλά σπάνια. Πράγματι, οι περισσότερες λέξεις του ΛΚΝ σε -άζι είναι τουρκικής προέλευσης (αγιάζι, μαράζι κτλ.) και μόνο δύο γαλλικές: γκάζι και γρανάζι, που όμως δεν έχουν τύπους «γκαζ» (εντάξει, υπάρχει, αλλά πολύ σπάνια) ή ανγκρανάζ (διότι το γρανάζι προέρχεται από το engranage). Δηλαδή, οι γαλλικές λέξεις έμειναν σε γενικές γραμμές ασυμμόρφωτες και δεν έδωσαν προσαρμοσμένους τύπους σε συχνότητα που να λεξικογραφείται -στον κατάλογο που ακολουθεί μόνο το «σενάζι» είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.

Σε λόγιο εξελληνισμό έχουμε το «εμβαλλάγιον», που το έχουμε συζητήσει και παλιότερα στην ορολογία των φαρμακοποιών.

Όπως είπα, με αστερίσκο σημειώνω στον κατάλογο τις λέξεις που δεν προέρχονται από επίθημα -age ή και που δεν έχουν γαλλική προέλευση (πιάζ, τζαζ) ενώ μια ειδική περίπτωση είναι το σπικάζ, που φτιάχτηκε στα ελληνικά, από το αγγλ. speak και το επίθημα -άζ ως αυτονομημένο πλέον. Δεν υπάρχει λέξη speakage στα γαλλικά, ενώ ο αγγλικός όρος είναι voice-over. Αν ξέρετε άλλη τέτοια περίπτωση, πολύ θα με ενδιαφέρει.

Ιδού λοιπόν οι 50 λέξεις σε -άζ. Συμπληρώστε ελεύθερα, μήπως και φτάσουμε τις 100.

  1. αβαντάζ
  2. αμπαλάζ
  3. αμπραγιάζ
  4. αρμπιτράζ
  5. βερνισάζ
  6. βιράζ
  7. βολτάζ
  8. γκαράζ
  9. εταλονάζ
  10. καμουφλάζ
  11. καμποτάζ
  12. κολάζ
  13. κορσάζ
  14. μακιγιάζ
  15. μασάζ
  16. μιξάζ
  17. μοντάζ
  18. μπαράζ
  19. μποϊκοτάζ
  20. μπρικολάζ
  21. ντεκαπάζ
  22. ντεκουπάζ
  23. ντεμακιγιάζ
  24. ντεμαράζ
  25. ντεμπραγιάζ
  26. ντρενάζ
  27. πατινάζ
  28. πετρογκάζ * από πετρο- + γαλλ. gaz
  29. πιάζ * από τουρκ. piyaz
  30. πλαζ * από γαλλ. plage, αντιδάνειο, όχι με επίθημα
  31. πλακάζ
  32. πορτ-μπαγκάζ
  33. ρεπεσάζ
  34. ρεπορτάζ
  35. ροντάζ
  36. σακ βουαγιάζ
  37. σαμποτάζ
  38. σενάζ(ι)
  39. σπικάζ
  40. τατουάζ
  41. τζαζ * από αγγλ. jazz
  42. τιράζ
  43. τιρκουάζ * από γαλλ. turquoise
  44. τονάζ
  45. τριάζ
  46. υδρομασάζ
  47. φραμπουάζ
  48. φωνομοντάζ
  49. φωτομοντάζ
  50. φωτορεπορτάζ

Κάποιες από τις λέξεις του καταλόγου απηχούν παλιότερες εποχές κυριαρχίας της γαλλοφωνίας και σήμερα υποχωρούν μπροστά στους αγγλικούς όρους, όπως το εταλονάζ που είναι όρος της φωτογραφικής. Θυμάμαι άλλωστε κι έναν διάλογο σε πρωινάδικο, με μία νεαρή που σπούδαζε makeup artist.

Πώς το λένε στα ελληνικά αυτό που σπουδάζεις; ρώτησε η παρουσιάστρια. Μακιγιάζ, απάντησε εκείνη. Και είχε δίκιο.

Κλεινουμε με το κατάλληλο για την περίσταση τραγούδι.

Posted in Γλωσσικά δάνεια, Κατάλογοι, Λεξικογραφικά, γαλλικά | Με ετικέτα: , , , , , , | 188 Σχόλια »

Μανατζαραίοι

Posted by sarant στο 19 Απριλίου, 2022

Μου έστειλαν τις προάλλες μέιλ για να σχολιάσω τη λέξη του τίτλου, αλλά διαπίστωσα πως είχα πολλά να γράψω κι έτσι βγήκε το σημερινό άρθρο, στο οποίο θα μιλήσουμε για τους μανατζαραίους. Βέβαια, επειδή εδώ λεξιλογούμε, για τη λέξη περισσότερο θα μιλήσουμε και λιγότερο για το πράγμα.

Ο φίλος μας που έστειλε το μέιλ ενδιαφερόταν κυρίως για τον ιδιότυπο πληθυντικό σε -αίοι, για τον οποίο έχουμε πει μερικά πράγματα σε άρθρο μας για τους νοικοκυραίους, που αξίζει να τα επαναλάβουμε. (Το άρθρο εκείνο είχε γραφτεί με αφορμή τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου -κατά σύμπτωση τις μέρες αυτές γίνεται η δίκη του).

Όπως είχαμε πει τότε, το παραγωγικό τέρμα -αίοι έχει την αφετηρία του σε αρχαία επίθετα πχ αγοραίος, κορυφαίος, τελευταίος, που παράγονταν από ουσιαστικά σε -α (ή σε α μακρό που είχε τραπεί σε η στην αττική και ιωνική διάλεκτο) με το επίθημα -ιος. Εμφανίστηκε κατ’ αρχάς ως πατριδωνυμικό: Αθηναίοι, Ρωμαίοι. Φυσικά, εδώ ο ενικός είναι Αθηναίος, Ρωμαίος.

Από τα μεσαιωνικά χρόνια αρχίζει να εμφανίζεται το επίθημα -αίοι στον πληθυντικό λέξεων που δεν έχουν ενικό σε -αίος, πχ καβαλαραίοι, Σαρακηναίοι, κι έτσι αυτονομήθηκε.

Σήμερα, εμφανίζεται καταρχάς ως επίθημα σε πληθυντικούς οικογενειακών ονομάτων, και μάλιστα πολλές φορές με τη σημασία όλων των μελών μιας ευρύτερης οικογένειας, για το σόι δηλαδη, π.χ. οι Κολοκοτρωναίοι. Λέγεται βέβαια και για μια πυρηνική οικογένεια, πχ μας έκαναν επίσκεψη οι Παπαδοπουλαίοι. Από εκεί και τα πάμπολλα τοπωνύμια σε -αίικα (ή -έικα αν προτιμάτε).

Επίσης, το -αίοι εμφανίστηκε ως επίθημα για τον σχηματισμό παράλληλων τύπων του πληθυντικού αρσενικών ουσιαστικών, συνήθως σε -ης, που δηλώνουν επάγγελμα ή ιδιότητα: μουσαφιραίοι (παράλλ. τ. του μουσαφίρηδες), τσαγκαραίοι, φουρναραίοι, νοικοκυραίοι, καπεταναίοι. Κάποτε ο τύπος αυτός είναι σαφώς μειωτικός (π.χ. σκουπιδιαραίοι), κάποτε όχι -δείτε το «καπεταναίοι». Οι νοικοκυραίοι ως πρόσφατα δεν είχαν μειωτική χροιά. Το βέβαιο είναι πως οι τύποι σε -αίοι είναι λαϊκότεροι, οικειότεροι.

Να προσεχτεί ότι ο πληθυντικός αυτός δεν έδινε -τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα- νέο ενικό, δηλαδή λέμε μεν οι μουσαφιραίοι αλλά όχι ο μουσαφιραίος. Πρέπει επίσης να αναφέρουμε τη λέξη «οι νοματαίοι», χωρίς ενικό, όπου ο παράλληλος τύπος υπερτερεί σαφώς έναντι του «κανονικού» τύπου «οι νομάτοι» (Η λέξη έχει ενδιαφέρουσα ετυμολογία: τα ονόματα -> οι ονομάτοι -> οι νομάτοι -αξίζει αρθράκι).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά δάνεια, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , , | 156 Σχόλια »