Την ιδέα για το σημερινό άρθρο μού την έδωσε ένας φίλος στο Τουίτερ, που μου κοινοποίησε ένα πολύ συμπαθητικό βιντεάκι, που παρουσιάζει ένα μωρό φλαμίνγκο που μαθαίνει πώς να στέκεται στο ένα πόδι. Δεν έχω μάθει όμως πώς να ενσωματώνω τα βιντεάκια αυτά εδώ στο ιστολόγιο, οπότε, αν θέλετε να το δείτε, πρέπει να πάτε στο Τουίτερ.
Δεν διάλεξα όμως καλή φωτογραφία για να συνοδέψει το άρθρο, έπρεπε να βρω μία να δείχνει το πουλί να στέκεται στο ένα πόδι. Ας είναι.
Το φλαμίνγκο της φωτογραφίας ανήκει στο είδος Phoenicopterus roseus, και λέγεται επίσης μεγάλο φλαμίνγκο. Υπάρχουν έξι είδη φλαμίνγκων (ας ακτιβίσω λίγο, δεν μου πάει να το αφήνω άκλιτο, κι έχω να ξεπληρώσω και μερικά «τσίρκο», «παλτό» και «καζίνο»), από τα οποία τα δύο, μεταξύ των οποίων και αυτό που βλέπετε, είναι είδη του παλαιού κόσμου.
Στην Ελλάδα τα φλαμίνγκα είναι αποδημητικά, περνάνε τον Μάρτιο όπως ανεβαίνουν προς βορρά ή τον Οκτώβριο κατεβαίνοντας προς Αφρική. Πολλά όμως μένουν εδώ και ξεχειμωνιάζουν σε παράκτιους υγρότοπους στη Θράκη ή αλλού. Είναι πουλί κοινωνικό, ζει σε μεγάλα σμήνη, που φτάνουν εκατοντάδες άτομα και τρέφεται με διάφορα μαλάκια που βρίσκει στα ρηχά νερά. Το καμπυλωτό ράμφος του έχει πολύ ενδιαφέρον από μηχανική άποψη.
Ο φίλος με ρώτησε πώς το λέγαν οι αρχαίοι το φλαμίνγκο, αν βέβαια το ήξεραν. Φαίνεται πως το ήξεραν, αν και οι αναφορές στην ελληνική αρχαία γραμματεία είναι λίγες. Η πιο σημαντική είναι στους Όρνιθες του Αριστοφάνη, με τον εξής διάλογο:
ΕΥ. νὴ Δί᾽ ὄρνις δῆτα. τίς ποτ᾽ ἐστίν; οὐ δήπου ταὧς;
ΠΙ. οὗτος αὐτὸς νῷν φράσει. τίς ἐστιν ὄρνις οὑτοσί;
ΕΠ. οὗτος οὐ τῶν ἠθάδων τῶνδ᾽ ὧν ὁρᾶθ᾽ ὑμεῖς ἀεί,
ἀλλὰ λιμναῖος. ΕΥ. βαβαῖ, καλός γε καὶ φοινικιοῦς.
ΕΠ. εἰκότως ‹γε›· καὶ γὰρ ὄνομ᾽ αὐτῷ ᾽στὶ φοινικόπτερος.
Βλέπουν ενα πουλί και λέει ο Ευελπίδης: Θεέ μου, ένα πουλί. Τι είν’ αυτό; Δεν είναι παγόνι, ε;
Ο Πεισθέταιρος ρωτάει τον Έποπα, τον Τσαλαπετεινό, ο οποίος απαντάει πως «δεν είναι από τα συνηθισμένα είδη που ξέρετε, είναι λιμναίο πουλί.