Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘Μελοποιημένη ποίηση’ Category

Το γιουκαλίλι του Σεφέρη

Posted by sarant στο 6 Φεβρουαρίου, 2023

Τη λέξη «γιουκαλίλι» την άκουσα πρώτη φορά στα δεκάξι μου χρόνια, όταν βγήκε ο δίσκος Τετραλογία του Δημου Μούτση, που περιείχε μελοποιημένα ποιήματα τεσσάρων μεγάλων ποιητών μας: του Σεφέρη, του Καρυωτάκη, του Καβάφη και του Ρίτσου. Ανάμεσά τους και το Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι, ας το ακούσουμε εδώ από τον Μανώλη Μητσιά:

Τότε έμαθα ότι το γιουκαλίλι είναι κάποιο εξωτικό μουσικό όργανο και δεν ασχολήθηκα περισσότερο με το θέμα -εξάλλου η εξήγηση ήταν πειστική, το περίεργο όνομα ακουγόταν εντελώς εξωτικό.

Αργότερα, που πήρα τον τόμο των Απάντων του Σεφέρη από τον Ίκαρο, είδα ότι το ποίημα που είχε μελοποιήσει ο Μούτσης δεν λεγόταν «Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι» αλλά Fog, δηλαδή «Ομίχλη», όπως η φράση αυτή επανέρχεται διαρκώς στο ποίημα. Να το διαβάσουμε:

FOG
Say it with a ukulele

«Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι…»
γρινιάζει κάποιος φωνογράφος∙
πες μου τι να της πω, Χριστέ μου,
τώρα συνήθισα μονάχος.

Με φυσαρμόνικες που σφίγγουν
φτωχοί μη βρέξει και μη στάξει
όλο και κράζουν τους αγγέλους
κι είναι οι αγγέλοι τους μαράζι.

Κι οι αγγέλοι ανοίξαν τα φτερά τους
μα χάμω χνότισαν ομίχλες
δόξα σοι ο θεός, αλλιώς θα πιάναν
τις φτωχιές μας ψυχές σαν τσίχλες.

Κι είναι η ζωή ψυχρή ψαρίσια
–Έτσι ζει;  –Ναι! Τι θες να κάνω∙
τόσοι και τόσοι είναι οι πνιγμένοι
κάτω στης θάλασσας τον πάτο.

Τα δέντρα μοιάζουν με κοράλλια
που κάπου ξέχασαν το χρώμα
τα κάρα μοιάζουν με καράβια
που βούλιαξαν και μείναν μόνα…

«Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι…»
Λόγια για λόγια, κι άλλα λόγια;
Αγάπη, πού ‘ναι η εκκλησιά σου
βαρέθηκα πια τα μετόχια.

Α! να ‘ταν η ζωή μας ίσια
πώς θα την παίρναμε κατόπι
μ’ αλλιώς η μοίρα το βουλήθη
πρέπει να στρίψεις σε μια κόχη.

Και ποια είναι η κόχη; Ποιος την ξέρει;
Τα φώτα φέγγουνε τα φώτα
άχνα! δε μας μιλούν οι πάχνες
κι έχουμε την ψυχή στα δόντια.

Τάχα παρηγοριά θα βρούμε;
Η μέρα φόρεσε τη νύχτα
όλα είναι νύχτα, όλα είναι νύχτα
κάτι θα βρούμε ζήτα – ζήτα…

«Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι…»
Βλέπω τα κόκκινά της νύχια
μπρος στη φωτιά πώς θα γυαλίζουν
και τη θυμάμαι με το βήχα.

Λονδίνο, Χριστούγεννα 1924

Έχω βάλει με πλάγια τις στροφές που ο Μούτσης επέλεξε να μη μελοποιήσει: πράγματι, από τις 10 στροφές του ποιήματος έχουν μελοποιηθεί οι μισές: η 1η, η 6η, η 7η, η 9η και η 10η. Με τον τρόπο αυτό ενισχύεται η επωδός («Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι») αλλά βέβαια στο μυαλό μένουν οι μελοποιημένες στροφές και οι άλλες περνάνε στο περιθώριο, ένα πρόβλημα κοινό στην μελοποιημένη ποίηση.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικό ληξιαρχείο, Λεξικογραφικά, Μελοποιημένη ποίηση, Μουσική, Ποίηση, Φιλολογία | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , | 115 Σχόλια »

Θυμήθηκα τον Γεώργιο Ζαλοκώστα

Posted by sarant στο 22 Ιανουαρίου, 2023

Ο ποιητής Γεώργιος Ζαλοκώστας (1805-1858) γεννήθηκε στο Συρράκο της Ηπείρου, σπούδασε (λίγο) στην Ιταλία, πήρε μέρος στην Επανάσταση του 21 (ήταν και στην Έξοδο του Μεσολογγίου) και μετά σταδιοδρόμησε στον στρατό και τη χωροφυλακή. Πολλά από τα ποιήματά του είναι εμπνευσμένα από την προσωπική οικογενειακή του τραγωδία -από τα εννιά παιδιά του, τα εφτά πέθαναν μικρά.

Ο Ζαλοκώστας έχει, και δίκαια, τη θέση του στις ανθολογίες. Τον είχαμε αναφέρει πριν από λίγο καιρό, με αφορμή έναν στίχο του που παρέθετε ο Σεφέρης. Έπειτα, θυμήθηκα τις προάλλες, διαβάζοντας το αξιόλογο «μη μυθοπλαστικό μυθιστόρημα» (οξύμωρο, ε;) του Πέτρου Τατσόπουλου «Η καλοσύνη των ξένων», που το βρήκα τερπνό και ενδιαφέρον, αλλά σε ένα σημείο με θύμωσε. Και τέλος, προχτές, είδα στον τοιχο της φίλης Γεωργίας Τριανταφυλλίδου στο Φέισμπουκ μια σελίδα από το λεύκωμα μιας μαθήτριας, το 1914 στο Ηράκλειο, με ένα ποίημα του Ζαλοκώστα -και είπα, αφού τρίτωσαν τα σημάδια, να γράψω το άρθρο.

Θα αδικήσω ίσως τον Τατσόπουλο, αφού όσα γράφει τα γράφει μάλλον μισοαστεία μισοσοβαρά, αλλά θαρρώ πως κι αυτός αδίκησε τον Ζαλοκώστα. Στο κεφάλαιο 14 του βιβλίου του, παραθέτει διάφορα έργα που τον έκαναν να δακρύζει, και ανάμεσά τους αναφέρει και τον Ζαλοκώστα. Ίσως με καλή παρέα, αφού έχει προηγηθεί ο Τενεσί Ουίλιαμς και το Λεωφορείο ο πόθος, αλλά με απαξιωτικές εκφράσεις: Ο Ζαλοκώστας ήταν πονεμένος άνθρωπος. Ήταν και κακός ποιητής. Δεν ήταν ποιητής για την ακρίβεια. Ήταν αξιωματικός της χωροφυλακής …

Ἐως την τελευταία του πνοή συνέχισε να γράφει ποιήματα. Το ένα χειρότερο από το άλλο. …

Το πιο δημοφιλές ποίημά του, ενταγμένο νωρίς νωρίς στα αναγνωστικά του δημοτικού, κι εκείνο που θα μου σηκώνει πάντοτε την τρίχα κάγκελο, δεν παύει να είναι ένα κακό ποίημα -ένα κακό ποίημα με αστείρευτη συγκινησιακή δύναμη: Ο βοριάς που τ’αρνάκια παγώνει. [Για να μην αδικήσω κι άλλο τον Τατσόπουλο, συνεχίζει ως εξής: Ο βοριάς είναι ο θάνατος. Τα αρνάκια είναι τα παιδάκια. Τα επτά απο τα εννέα παιδάκια του Ζαλοκώστα. Τα επτά από τα εννέα παιδάκια οιουδήποτε πατέρα σήμερα στη Σομαλία. Αλλά αμέσως μετά αλλάζει παράγραφο και: Με τον Γεώργιο Ζαλοκώστα δεν πιάσαμε ακόμη πάτο στην αισθητική κατρακύλα –και προχωράει αναλύοντας τις ταινίες του Τζέιμς Πάρις, που επίσης τον έκαναν μικρό να κλαίει].

Να δούμε αυτό το «κακό» ποίημα (με ορθογραφία εποχής)

Ο βοριάς που τ’ αρνάκια παγώνει

Ἦτον νύχτα, εἰς τὴν στέγη ἐβογγοῦσε
Ὁ βορειᾶς, καὶ ψιλὸ ἔπεφτε χιόνι.
Τί μεγάλο κακὸ νὰ ἐμηνοῦσε
Ὁ βορειᾶς ποῦ τ’ ἀρνάκια παγόνει;

Μὲς στὸ σπίτι μιὰ χαροκαμμένη,
Μιὰ μητέρα ἀπὸ πόνους γεμάτη,
Στοῦ παιδιοῦ της τὴν κούνια σκυμμένη
Δέκα νύχταις δὲν ἔκλειγε μάτι.

Εἶχε τρία παιδιὰ πεθαμμένα,
Ἀγγελούδια, λευκὰ σὰν τὸν κρίνο,
Κ’ ἕνα μόνον τῆς ἔμεινεν, ἕνα
Καὶ στὸν τάφο κοντὰ ἦτον κ’ ἐκεῖνο.

Τὸ παιδί της μὲ κλάμμα ἐβογγοῦσε
Ὡς νὰ ἐζήταε τὸ δόλιο βοήθεια,
Κ’ ἡ μητέρα σιμά του ἐθρηνοῦσε
Μὲ λαχτάρα χτυπῶντας τὰ στήθια.

Τὰ γογγύσματα ἐκεῖνα καὶ οἱ θρῆνοι
Ἐπληγόναν βαθειὰ τὴν ψυχή μου.
Σύντροφός μου ἡ ταλαίπωρη ἐκείνη,
Ἄχ, καὶ τὸ ἄῤῥωστο ἦτον παιδί μου.

Στοῦ σπιτιοῦ μου τὴ στέγη ἐβογγοῦσε
Ὁ βορειᾶς, καὶ ψιλὸ ἔπεφτε χιόνι.
Ἄχ, μεγάλο κακὸ μοῦ ἐμηνοῦσε
Ὁ βορειᾶς ποῦ τ’ ἀρνάκια παγόνει.

Τὸν γιατρὸ καθὼς εἶδε, ἐσηκώθη
Σὰν τρελή. Ὅλοι γύρω ἐσωπαίναν·
Φλογεροὶ τῆς ψυχῆς της οἱ πόθοι
Μὲ τὰ λόγι’ ἀπ’ τὸ στόμα της βγαίναν.

«Ὤ, κακὸ ποῦ μ’ εὑρῆκε μεγάλο!
Τὸ παιδί μου, Γιατρέ, τὸ παιδί μου…
Ἕνα τὤχω, δὲν μ’ ἔμεινεν ἄλλο·
Σῶσέ μου το, καὶ πάρ’ τὴν ψυχή μου.»

Κι’ ὁ γιατρὸς μὲ τὰ μάτια σκυμμένα
Πολλὴν ὥρα δὲν ἄνοιξε στόμα.
Τέλος πάντων—ἄχ, λόγια χαμένα—
«Μὴ φοβᾶσαι, τῆς εἶπεν, ἀκόμα.»

Κ’ ἐκαμώθη πῶς θέλει νὰ σκύψῃ
Στὸ παιδὶ, καὶ νὰ ἰδῇ τὸ σφυγμό του.
Ἕνα δάκρυ ἐπροσπάθαε νὰ κρύψῃ
Ποῦ κατέβ’ εἰς τ’ ὠχρὸ πρόσωπό του.

Στοῦ σπιτιοῦ μας τὴ στέγη ἐβογγοῦσε
Ὁ βορειᾶς, καὶ ψιλὸ ἔπεφτε χιόνι.
Ἄχ, μεγάλο κακὸ μᾶς μηνοῦσε
Ὁ βορειᾶς ποῦ τ’ ἀρνάκια παγόνει.

Ἡ μητέρα ποτὲ δακρυσμένο
Τοῦ γιατροῦ νὰ μὴ νοιώσῃ τὸ μάτι,
Ὅταν ἔχει βαρειὰ ξαπλωμένο
Τὸ παιδί της σὲ πόνου κρεββάτι!


Τὸ μικρὸν τοῦτο καλλιτέχνημα, τὸ πλῆρες ἀφελείας καὶ πάθους, ἐγράφη κατὰ τὸ 1848 εἰς τὸν θάνατον τοῦ τετάρτου υἱοῦ του Χρήστου, συνωνύμου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ.

«Πλήρες αφελείας και πάθους», όπως σημειώνει ο Γεώργιος Παράσχος στα Άπαντα, είναι θαρρώ ακριβοδίκαιη εκτίμηση. Το ποίημα το πήρα από τη Βικηθήκη, όπου υπάρχει το μεγαλύτερο μέρος από τα Άπαντα του Ζαλοκώστα -το βιβλίο μπορείτε να το βρείτε στην Ανέμη.

Τα ηρωικά του Ζαλοκώστα, ιδίως όσα είναι γραμμένα σε καθαρεύουσα, άντεξαν λιγότερο στον χρόνο. Ωστόσο, το Χάνι της Γραβιάς, μια ωδή σε 6 μέρη, αντέχει, τουλάχιστον σε αποσπάσματα. Να δούμε ένα απόσπασμα από την αρχή του (υπάρχει και σε σχολικά βιβλία της δευτεροβάθμιας, σαν δείγμα παραδοσιακής ποίησης):

Απο κρότον οργάνων βοϊζει
της Γραβιάς το βουνό αντικρύ,
λάμπουν οπλα χρυσά και λερή
φουστανέλλα μαυρίζει.

Προς το Χάνι χορός καταβαίνει
απ’ οδόν ελικώδη λοξήν
και φλογέρα με ηχον οξύν
χορού ασμα σημαίνει.

Ο Οδυσσεύς ο ταχύπους ηγείται
του μαχίμου εκείνου χορού
και εγκύμων σκοπού τολμηρού
προς το Χάνι κινείται.

Εκεί δε τον χορόν διαλύει
κλεί την μάνδραν και ουτω λαλεί:
Η Πατρίς μας εδώ μας καλεί
στρατιώται ανδρείοι.

Μετ’ ολίγον εδώ καταφθάνει
στρατειά μυριάδων εχθρών
ειναι στάδιον δόξης λαμπρόν
το μικρόν τούτο Χάνι.

Εις το μέγα στενόν θα ξυπνήσουν
οι Αρχαίοι της Σπάρτης νεκροί
και τον τόπον αυτόν φοβεροί
τουρκομάχοι θα σείσουν.

Κ’ η σκιά του Διάκου παρέκει
του εις την σούβλαν ψηθέντος σκληρά
με μεγάλην θ’ακούση χαρά
να βροντά το τουφέκι.

Εκεί κάτω κυττάξετε, φθάνει
ο πομπώδης στρατός των εχθρών.
Ιδού στάδιον δόξης λαμπρόν
Το μικρόν τούτο χάνι.

Από αυτό το ποίημα έμεινε στη γλώσσα μας η παροιμιακή φράση «ιδού στάδιον δόξης λαμπρόν», μια από τις λιγοστές παροιμιακές φράσεις σε καθαρεύουσα που δεν έχουν καταγωγή από την αρχαία γραμματεία ή την εκκλησιαστική γλώσσα. Και μόνο αυτό δεν είναι μικρός έπαινος για τον Ζαλοκώστα.

Το Χάνι της Γραβιάς παλιότερα διαβαζόταν πολύ (από εκεί παρέθεσε μια στροφή ο Σεφέρης) και είχε παρωδηθεί πολύ -η παρωδία είναι ένδειξη δημοτικότητας- ανάμεσα σε άλλους από τον παππού μου, τον Άχθο Αρούρη, το 1933, όταν ήθελε να πειράξει τον Στρατή Παπανικόλα:

Από κρότους δικάνων βουίζει
το ψηλό βουναράκι αντικρύ.
Ο Στρατής με τουφέκι μακρύ
απ’ τα όρη γυρίζει.

(Το υπόλοιπο εδώ. Θα δείτε ότι στην υποσημείωση αναφέρω:  Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι είναι σκαρωμένο κατά μίμηση παλιού κλασικού ποιήματος, αλλά το Αλζχάημερ ως φαίνεται έχει προχωρήσει.)

Μια άλλη παρωδία, από τον Σκόκο, υπάρχει στην πρόσφατη ανθολογία παρωδιών των Μικροφιλολογικών, ενώ μια άλλη είχε σκαρώσει, για το Μπάγκειον, ο ποιητής Στέφανος Μπολέτσης, που άρχιζε:

Από κρότους σερβίτσων βοΐζει
η ατμόσφαιρα κι έχει καπνιά
λουκουμάδων γλυκιά ευωδιά
και τσικνίλα μυρίζει

Βέβαια, οι παρωδίες πολλές φορές δείχνουν και ότι το αρχικό ποίημα έχει πια γίνει παρωχημένο.

Όμως, κατά τη γνώμη μου, το αθάνατο ποίημα του Ζαλοκώστα είναι αυτό που βλέπουμε στο μαθητικό λεύκωμα της φωτογραφίας, που δεν έχει όμως τίτλο «Η βοσκοπούλα» αλλά «Το φίλημα»:

Το φίλημα

Μιὰ βοσκοποῦλα ἀγάπησα, μιὰ ζηλεμμένη κόρη,
Καὶ τὴν ἀγάπησα πολὺ, —
Ἤμουν ἀλάλητο πουλὶ,
Δέκα χρονῶν ἀγόρι. —

Μιὰ μέρα ποῦ καθόμασθε στὰ χόρτα τ’ ἀνθισμένα,
— Μάρω, ἕνα λόγο θὰ σοῦ πῶ,
Μάρω, τῆς εἶπα, σὲ ἀγαπῶ,
Τρελαίνομαι γιὰ σένα. —

Ἀπὸ τὴ μέση μὲ ἅρπαξε, μὲ φίλησε στὸ στόμα
Καὶ μοὖπε· — γιὰ ἀναστεναγμοὺς,
Γιὰ τῆς ἀγάπης τοὺς καϋμοὺς
Εἶσαι μικρὸς ἀκόμα. —

Μεγάλωσα καὶ τὴν ζητῶ… ἄλλον ζητᾷ ἡ καρδιά της
Καὶ μὲ ξεχάνει τ’ ὀρφανό…
Ἐγὼ ὅμως δὲν τὸ λησμονῶ
Ποτὲ τὸ φίλημά της.

Το μικρό αυτό ποίημα, τόσο απλό που πολλοί το θεωρούν δημοτικό (μέγιστος έπαινος για τον δημιουργό), έχει μελοποιηθεί πολλές φορές, αλλά η κλασική του μελοποίηση (με δευτερεύουσες αλλαγές στους στίχους) είναι πάνω σε ιταλική μελωδία:

Το ποίημα αυτό έμπνευσε τον Δημήτριο Κορομηλά να γράψει τον Αγαπητικό της βοσκοπούλας, τεράστια θεατρική επιτυχία στα τέλη του 19ου αιώνα, που ήταν και η πρώτη ομιλούσα ταινία του ελληνικού κινηματογράφου.

Και μόνο αυτό να είχε γράψει ο Ζαλοκώστας θα αρκούσε.

Να κλείσουμε με άλλο ένα μελοποιημένο του Ζαλοκώστα, από τον Γιάννη Σπανό. Η αναχώρησίς της (περιέργως, ο Ζαλοκώστας έχει γράψει δύο ποιήματα με τον ίδιο τίτλο):

Ξυπνω καὶ μου ’παν, ἔφυγεν ἡ κόρη ποῦ ἀγαποῦσα,
Καὶ κατεβαίνω στὸ γιαλὸ,
Τὴν θάλασσα παρακαλῶ
Τὴν πικροκυματοῦσα.

— Ἐγὼ τὰ πρωτοδέχθηκα τ’ ἀφράτα της τὰ κάλλη,
Μοῦ εἶπε ἕνα κῦμα, καὶ γιὰ αὐτὸ
Μὲ πόθο καὶ μὲ γογγυτὸ
Φιλῶ τὸ περιγιάλι.

— Τὰ μάτια της, ἐρώτησα, μὴν ἦταν δακρυσμένα;
Ἕνα ἄλλο κῦμα μοῦ μιλεῖ·
— Σὰν τὸ χαρούμενο πουλὶ
Ἐπήγαινε στὰ ξένα. —

Τὸ τρίτο κῦμα ἐρώτησα· — ἐμὲ γιατί ν’ ἀφήσῃ
Νὰ κλαίγω καὶ νὰ λαχταρῶ;
Περνάει τὸ κῦμα τὸ σκληρὸ
Χωρὶς νὰ μοῦ μιλήσῃ.

Το ακούμε από τον Μιχάλη Βιολάρη:

Εκατόν εξήντα πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του, συζητάμε ακόμα για τον Ζαλοκώστα. Ε, δεν είναι και λίγο!

Posted in 1821, Αφιερώματα, Μελοποιημένη ποίηση, Παρωδίες, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 113 Σχόλια »

Έξι και ένα ποιήματα του Ν. Λαπαθιώτη για το φθινόπωρο

Posted by sarant στο 19 Σεπτεμβρίου, 2021

Σκίτσο από το περιοδικό Μούσα (1921)

Το θέλουμε ή όχι, από μεθαύριο μπαίνουμε και τυπικά στο φθινόπωρο, όσο κι αν ο καιρός έξω δείχνει να διαφωνεί και οι θερμοκρασίες κάνουν πολλούς να λένε για 51 Αυγούστου. Να το υποδεχτούμε λοιπόν το φθινόπωρο λογοτεχνικά, ποιητικά.

Αμέτρητα ποιήματα έχουν γραφτεί για το φθινόπωρο, στα οποία πρωταγωνιστούν μελαγχολικές εικόνες όπως τα φύλλα που πέφτουν, οι πρώτες βροχές, καθώς και ο φόβος του επερχόμενου χειμώνα. Θα παρουσιάσω σήμερα έξι και ένα ποιήματα ενός κατεξοχην μελαγχολικού ποιητή, του αγαπημένου μου Ναπολέοντα Λαπαθιώτη.

Το γνωστότερο ίσως είναι το «Τραγούδι το φθινόπωρο». Γράφτηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1922 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Μούσα στο τεύχος Απριλίου 1923 (και στη συνέχεια αναδημοσιεύτηκε στο Μπουκέτο και αλλού) ενώ συμπεριλήφθηκε στη μοναδική συλλογή ποιημάτων που εξέδωσε όσο ζούσε ο Λαπαθιώτης, το 1939:

ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

Φθινόπωρο σ’ αγάπησα, την ώρα που τα φύλλα
πέφτουν, κι αφήνουν τα κλαριά γυμνά για το χειμώνα,
που βιάζονται τα δειλινά, κι είναι τα ρόδα μήλα,
– κι είναι τα βράδια μόνα…

Και τώρα στέκω και ρωτώ: Ποια μοίρα, και ποια μπόρα,
καθώς τραβούσα, μοναχός, το δρόμο της αβύσσου,
παράξενα κι ανέλπιστα, να μ’ έχει φέρει, τώρα,
ζητιάνο στην αυλή σου;…

Κι όταν το γιόμα χάνεται, κι η νύχτα κατεβαίνει,
και σιωπηλά, σαν τα βιβλία, το φως της μέρας κλείνει,
να ’ρχομαι, πάλι, να ζητώ μιαν ησυχία χαμένη,
σαν μιαν ελεημοσύνη!

Σ’ αγάπησα φθινόπωρο, την ώρα που τα φύλλα
πέφτουν, κι αφήνουν τα κλαριά, κι είναι τα βράδια μόνα…
Μ’ αλήθεια να σ’ αγάπησα, – ή μην είν’ η ανατριχίλα
του ερχόμενου χειμώνα;…

Έχει μελοποιηθεί και μάλιστα δύο φορές, μία από τη Στέλλα Γαδέδη:

και μία από τον Δημήτρη Μαραμή, σε ερμηνεία Θοδωρή Βουτσικάκη:

Το δεύτερο φθινοπωρινό ποίημα του Λαπαθιώτη, «Οι κύκνοι το φθινόπωρο», είναι μικρό, μόλις 7 στίχοι, οργανωμένοι σε δύο τρίστιχα με έναν μεσαίο συνδετικό στίχο.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Λαπαθιώτης, Μελοποιημένη ποίηση, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , , , | 159 Σχόλια »

Ντράπου τον ένανε, ντράπου τον άλλονε….

Posted by sarant στο 29 Ιανουαρίου, 2019

Το λέει η παροιμία: Ντράπου τον ένανε, ντράπου τον άλλονε, δεν έκαμα με τον άντρα μου παιδί!

Εδώ, το «ντράπου» είναι προστακτική αορίστου του ρήματος ντρέπομαι, ένας τύπος αρκετά σπάνιος αλλά παρ’ όλ’ αυτά διάσημος, αφού τον βρίσκουμε σε ένα από τα γνωστότερα ποιήματα του Βάρναλη, τη Μπαλάντα του κυρ Μέντιου, όπου και το τετράστιχο:

—Δε βαστάω! Θα πέσω κάπου!
—Ντράπου! Τις προγόνοι ντράπου!
—Αντραλίζομαι!… Πεινώ!…
—Σουτ! Θα φας στον ουρανό!

Αυτό συχνά θα το βρείτε διορθωμένο στον δεύτερο στίχο («Ντράπου, τους προγόνους ντράπου!) αλλά ο Βάρναλης το έγραψε έτσι, ιδιωματικά, ίσως για να αποφύγει το κακόηχο «σντρ»).

Πάντως, το επίμαχο τετράστιχο δεν είναι τόσο διάσημο όσο άλλα του ίδιου ποιήματος διότι δεν έχει συμπεριληφθεί στην πολύ καλή αλλά όχι πλήρη μελοποίηση του ποιήματος από τον Λουκά Θάνο. Αυτή είναι η μοίρα των ποιημάτων που μελοποιούνται εν μέρει -να γίνονται μετά γνωστά εν μέρει.

Αλλά πλατειάζω. Έλεγα για την παροιμία:

Ντράπου τον ένανε, ντράπου τον άλλονε, δεν έκανα με τον άντρα μου παιδί!

Εδώ, το «ντράπου» είναι μεν προστακτική, αλλά δεν έχει σημασία προστακτικής. Σημαίνει: με το να ντρέπομαι τον ένανε και τον άλλονε…. (Το έχει αυτό η προστακτική, πρβλ. και «λέγε λέγε το κοπέλι….»)

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Βάρναλης, Μελοποιημένη ποίηση, Παροιμίες, Περιαυτομπλογκίες | Με ετικέτα: , , , | 208 Σχόλια »

Όταν ο Λαπαθιώτης συνάντησε τον Παλαμά -και τον Πόε

Posted by sarant στο 30 Σεπτεμβρίου, 2018

Το άρθρο που θα διαβάσετε σήμερα ξεπήδησε από μια συζήτηση που έγινε στο Φέισμπουκ στις αρχές Αυγούστου. Λόγω του καλοκαιρινού κλίματος, δεν θέλησα ή δεν μπόρεσα να το γράψω τότε, οπότε το γράφω τώρα.

Η συνάντηση του τίτλου είναι φιλολογική. Στην πραγματική ζωή ο Κωστής Παλαμάς (1859-1943) και ο Ναπολέων Λαπαθιώτης (1888-1944) είχαν συναντηθεί πολλές φορές, αν και βέβαια η μεγάλη διαφορά της ηλικίας (29 χρόνια νεότερος ο Λαπαθιώτης, κι ας πέθαναν με ένα χρόνο διαφορά) δεν τους άφησε να γίνουν φίλοι. Στην εφηβεία και την πρώτη νιότη του ο Λαπαθιώτης ήταν φίλος με τον γιο του Παλαμά, τον Λέαντρο, και ανήκαν και οι δυο τους στην ομάδα των δέκα νεαρών ποιητών (μαζί με Φιλύρα και Βάρναλη, μεταξύ άλλων) που έκδωσαν το 1907 το πρωτοποριακό ποιητικό περιοδικό Ηγησώ -που το βάφτισε ο Κωστής, ο οποίος συνεργαζόταν με το περιοδικό, όπως συνεργάστηκε άλλωστε και με την «αμαρτωλή» Ανεμώνη το 1910 (εδώ εξηγώ γιατί τη λέω αμαρτωλή).

Στην αλληλογραφία του ο Λαπαθιώτης αναφέρεται πότε-πότε στον Παλαμά και σε συναντήσεις τους, και μάλιστα σε ένα σημείο μάς λέει ότι ο Παλαμάς είχε παινέψει πολύ ένα ποίημα του έφηβου Λαπαθιώτη, όταν ο τελευταίος το είχε απαγγείλει σε μια συγκέντρωση στο σπίτι του Νικ. Πολίτη, που οι δυο γιοι του, ο Φώτος και ο Γιώργος, ήταν περίπου συνομήλικοι και φίλοι με τον Ναπολέοντα. Το ποίημα αυτό, «Ο τρελός» δεν έχει βρεθεί πουθενά -μάλλον δεν δημοσιεύτηκε οπότε για να το μάθουμε θα πρέπει μάλλον να ανοίξουν κάποτε οι αδελφοί Παπανδρέου το μυθικό αρχείο Λαπαθιώτη που έχουν ιδιοκτησία τους και να εκδοθούν τα περιεχόμενά του. Αλλά πλατειάζω.

Αργότερα ο Λαπαθιώτης πήρε απερίφραστα το μέρος του Καβάφη στη μεγάλη διαμάχη που δίχασε τη φιλολογούσα Ελλάδα από το 1924 και μετά: Παλαμάς ή Καβάφης; Έτσι, ήρθε σε σφοδρή σύγκρουση με τους παλαμικούς, αν και όχι με τον ίδιο τον Παλαμά.

Εδώ όμως θα δούμε μια ποιητική τους συνάντηση.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Λαπαθιώτης, Μελοποιημένη ποίηση, Ποίηση, Φιλολογία | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 164 Σχόλια »

Ένα Νόμπελ αλλιώτικο απ’ τ’ άλλα

Posted by sarant στο 14 Οκτωβρίου, 2016

Το ιστολόγιό μας έχει υπότιτλο «για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και όλα τα άλλα» και, πράγματι, αφιερώνει στη λογοτεχνία ικανό μερίδιο της ύλης του, κι όμως, μέχρι τώρα, στα εφτάμισι χρόνια της ύπαρξής του δεν έχει σχολιάσει ποτέ την απονομή κάποιου Νόμπελ λογοτεχνίας, από τα εφτά που έχει δει να απονέμονται (και τα θυμίζω: 2009 – Χέρτα Μύλερ, 2010 – Μάριο Βάργκας Γιόσα, 2011 – Τόμας Τρανστρέμερ, 2012 – Μο Γιαν, 2013 – Άλις Μάνρο, 2014 – Πατρίκ Μοντιανό, 2015 – Σβετλάνα Αλεξίεβιτς).

Για το φετινό Νόμπελ θα κάνουμε εξαίρεση -διότι το Νόμπελ λογοτεχνίας του 2016 είναι ένα Νόμπελ αλλιώτικο απ’ τ’ άλλα. Όπως θα ξέρετε, χτες ανακοινώθηκε η βράβευση του Μπομπ Ντίλαν, του Αμερικανού τραγουδοποιού που εξέφρασε το αντιπολεμικό κίνημα της δεκαετίας του 1960 και επηρέασε βαθύτατα τις επόμενες γενιές της αμφισβήτησης.

Σπάνια η απονομή ενός βραβείου Νόμπελ έχει προκαλέσει τόση αίσθηση -εγώ δεν θυμάμαι καμιά άλλη βράβευση που να συζητήθηκε τόσο, τουλάχιστον μετά τη βράβευση του Κίσινγκερ. Εδώ που τα λέμε, πρόκειται για όνομα διάσημο, ενώ κάποιοι από τους βραβευμένους των τελευταίων ετών ήταν παγκοσμίως άγνωστοι όταν βραβεύτηκαν -και τουλάχιστον ένας έμεινε και μετά.

Φυσικά η διασημότητα δεν είναι κριτήριο της αξίας ενός λογοτέχνη και ούτε όλες οι αντιδράσεις στην ανακοίνωση της βράβευσης του Ντίλαν ήταν επιδοκιμαστικές. Πολλοί εξεπλάγησαν από τη βράβευση, αρκετοί εξέφρασαν διαφωνία ενώ κάποιοι αντέδρασαν με θυμηδία -γιατί όχι και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος είπε κάποιος· η Μαντόνα, είπε κάποιος άλλος.

Βλέπετε, ο Ντύλαν βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ενώ είναι τραγουδοποιός, γράφει τραγούδια. Στην απόφαση της Σουηδικής Ακαδημίας τονίζεται ότι βραβεύεται «για τη δημιουργία νέων δρόμων ποιητικής έκφρασης μέσα στη μεγάλη παράδοση του αμερικανικού τραγουδιού». Πρωτη φορά βραβεύεται τραγουδοποιός με την ανώτατη διάκριση για έναν λογοτέχνη κι αυτό, εύλογα, ξένισε πολλούς.

Εύλογα ξένισε, αν και το όνομα του Ντίλαν δεν έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία -όσοι παρακολουθούν κάπως τα βραβεία Νόμπελ θα θυμούνται ότι και παλιότερα είχε αναφερθεί το όνομά του και είχαν υπάρξει αντιδράσεις υπέρ και κατά ενός τέτοιου ενδεχόμενου (ο φίλος Δαεμάνος στη Λεξιλογία μού θύμισε ένα άρθρο του 2013 υπέρ της βράβευσης του Ντίλαν).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επικαιρότητα, Μελοποιημένη ποίηση, Ποίηση, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , , , , | 223 Σχόλια »

«Τ’ απλό παιδί που εγώ αγαπώ» -δυο επιστολές για ένα ποίημα

Posted by sarant στο 18 Σεπτεμβρίου, 2016

Κυκλοφόρησε πριν από μερικές μέρες το 40ό τεύχος (Φθινόπωρο 2016) του περιοδικού «Μικροφιλολογικά» της Λευκωσίας, με το οποίο έχω τη χαρά και την τιμή να συνεργάζομαι ταχτικά εδώ και μερικά χρόνια. Το περιοδικό ασχολείται, όπως λέει ο τίτλος του, με ζητήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν λεπτομέρειες ή υποσημειώσεις: αθησαύριστα έργα, συμπληρώσεις της βιβλιογραφίας, επιστολές λογοτεχνών. Τα Μικροφιλολογικά βγάζουν δύο τεύχη το χρόνο κι έτσι με το 40ό τεύχος κλείνουν 20 χρόνια ζωής. Μαζί με το κυρίως τεύχος συνήθως κυκλοφορούν και ένα ή δύο τετράδια με έκτακτη ύλη, που έχουν εκτενέστερες δημοσιεύσεις αφιερωματικού χαρακτήρα. Έτσι, μαζί με το 40ό τεύχος των ΜΦ κυκλοφορούν και δύο «Μικροφιλολογικά τετράδια», το ένα με επιστολές Αναγνωστάκη-Σινόπουλου και το άλλο με συμπληρώματα της καβαφικής βιβλιογραφίας  από τον φίλο Λευτέρη Παπαλεοντίου.

Το νέο τεύχος έχει πολύ ενδιαφέρουσα ύλη αλλά επειδή δεν το έχω πάρει ακόμα στα χέρια μου θα περιοριστώ προς το παρόν να παρουσιάσω εδώ το δικό μου άρθρο, που έχει για αντικείμενο δυο επιστολές του αγαπημένου μου Ναπ. Λαπαθιώτη προς τον Γιώργο Μυλωνογιάννη, οι οποίες φωτίζουν ένα μικροφιλολογικό ζήτημα. Παραθέτω το άρθρο όπως δημοσιεύτηκε στα Μικροφιλολογικά αλλά προσθέτω κάποιους συνδέσμους και τις φωτογραφίες των χειρογράφων.

Δυο επιστολές του Ν. Λαπαθιώτη στον Γ. Μυλωνογιάννη και ένα απλό παιδί

Στο τμήμα του αρχείου Λαπαθιώτη που απόκειται στο ΕΛΙΑ υπάρχουν και αρκετές επιστολές προς τον ποιητή και κριτικό Γιώργο Μυλωνογιάννη (για τον οποίο, βλ. παλιότερο άρθρο μας), με τον οποίο ο Λαπαθιώτης συνδεόταν φιλικά και συνεργαζόταν στα φιλολογικά, ιδίως στη δεκαετία του 1930.

Θα παρουσιάσω σήμερα δύο από τις επιστολές αυτές, η πρώτη από τις οποίες θέτει ένα μικροφιλολογικό πρόβλημα, στο οποίο η δεύτερη δίνει την απάντηση–που δεν έχει ως τώρα προσεχτεί.

Η πρώτη επιστολή φέρει ημερομηνία 25 Οκτωβρίου 1935 και είναι γραμμένη όχι στο συνηθισμένο επιστολόχαρτο που αγαπούσε να χρησιμοποιεί ο Λαπαθιώτης αλλά σε κόλλα διαγωνισμού Α4 με ρίγες.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επιστολές, Λαπαθιώτης, Μελοποιημένη ποίηση, Μικροφιλολογικά, Πρόσφατη ιστορία, Ποίηση, Φιλολογία | Με ετικέτα: , , , , , , | 133 Σχόλια »

Ποιήματα για τη μέρα των ερωτευμένων

Posted by sarant στο 14 Φεβρουαρίου, 2016

Του αγίου Βαλεντίνου σήμερα, η μέρα των ερωτευμένων -και μπορεί να’ναι ξενόφερτος ο άγιος, και απροκάλυπτα εμπορικό σκοπό να είχε η δημιουργία του εθίμου, αλλά θαρρώ πως τώρα πια έχουν ριζώσει, θα’ναι μια γενιά περίπου που γιορτάζουμε και στην Ελλάδα τις 14 Φεβρουαρίου, παναπεί υπάρχει πια παράδοση.

Την παράδοση αυτή, περιέργως, το ιστολόγιο δεν την έχει τιμήσει, δηλαδή δεν έχουμε αφιερώσει άρθρο στην ημέρα -μόνο πέρυσι, που έπεφτε Σάββατο, είχα τιτλοφορήσει «ερωτοχτυπημένα» τα μεζεδάκια της ημέρας. Ας επανορθώσω.

Αν ήταν μια καθημερινή μέρα, ίσως θα άξιζε να ψάξει κανείς σε έντυπα της δεκαετίας του 80 να δει ποιες ήταν, τότε, οι εντυπώσεις από τα πρώτα βήματα του γιορτασμού του αγίου Βαλεντίνου στη χώρα μας. Είναι όμως Κυριακή, μέρα που βάζουμε λογοτεχνικό υλικό, οπότε θα βάλουμε ποιήματα για τη μέρα των ερωτευμένων, ερωτικά ποιήματα δηλαδή.

Έγραψα «θα βάλουμε» και το εννοώ. Εγώ θα βάλω ένα-δυο, για φώλι, κι εσείς θα προσθέσετε (ή δεν θα προσθέσετε) όποιο ή όποια σας αρέσουν.

Και ξεκινάω, καθόλου πρωτότυπα, με το «Σ’ αγαπώ» της Μυρτιώτισσας.

Σ’ αγαπώ!

Σ’ αγαπώ· δεν μπορώ
τίποτ’ άλλο να πω
πιο βαθύ, πιο απλό,
πιο μεγάλο!

Μπρος στα πόδια σου εδώ
με λαχτάρα σκορπώ
τον πολύφυλλο ανθό
της ζωής μου.

Ω μελίσσι μου, πιες
απ’ αυτόν τις γλυκές,
τις αγνές ευωδιές
της ψυχής μου!

Τα δυο χέρια μου, να!
στα προσφέρω δετά
για να γείρεις γλυκά
το κεφάλι,

κι η καρδιά μου σκιρτά
κι όλη ζήλια ζητά
να σου γίνει ως αυτά
προσκεφάλι!

Και για στρώμα, Καλέ,
πάρε όλην εμέ,
σβήσ’ τη φλόγα σ’ εμέ
της φωτιάς σου,

ενώ δίπλα σου εγώ
τη ζωή θ’ αγρικώ
να κυλάει στο ρυθμό
της καρδιάς σου…

Σ’ αγαπώ· τι μπορώ,
Ακριβέ, να σου πω,
πιο βαθύ, πιο απλό,
πιο μεγάλο;

Φυσικά, το ξέρετε και το θυμάστε μελοποιημένο (και με αλλαγμένη τη σειρά στις στροφές) από τον Μεγάλο Ερωτικό, τον Μάνο Χατζιδάκι.

Ένα άλλο ερωτικό ποίημα που έχει μελοποιηθεί είναι, ακριβώς, το Ερωτικό. Ποίημα του αγαπημένου μου Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, που το μελοποίησε ο Νίκος Ξυδάκης και το απέδωσε έξοχα η Ελευθερία Αρβανιτάκη.

Το ποίημα:

Καημός, αλήθεια, να περνώ του έρωτα, πάλι, το στενό,
ώσπου να πέσει η σκοτεινιά, μια μέρα, του θανάτου,
στενό, βαθύ και θλιβερό, που θα θυμάμαι για καιρό,
τι μου στοιχίζει, στην καρδιά, το ξαναπέρασμά του.

Ας είναι, ωστόσο, τι ωφελεί; Γυρεύω πάντα το φιλί,
στερνό φιλί, πρώτο φιλί, και με λαχτάρα πόση!
Γυρεύω πάντα το φιλί, που μου το τάξανε πολλοί,
κι όμως δεν μπόρεσε κανείς, ποτέ, να μου το δώσει…

Ίσως, μια μέρα, όταν χαθώ, γυρνώντας, πάλι, στο βυθό,
και με τη Νύχτα, μυστικά, γίνουμε, πάλι, ταίρι,
αυτό τ’ ανεύρετο φιλί, που το λαχτάρησα πολύ,
σα μια παλιά της οφειλή, να μου το ξαναφέρει!

Το ποίημα δεν δημοσιεύτηκε όσο ζούσε ο ποιητής. Βρισκόταν στα χαρτιά που παρέδωσε ο κληρονόμος τού Λαπαθιώτη στον Άρη Δικταίο, το 1964, για να ετοιμάσει τη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του. Καθώς το αντέγραφε ο Δικταίος, πρόσεξε πως υπάρχει ακροστιχίδα, δηλαδή τα πρώτα γράμματα κάθε στίχου σχημάτιζαν το όνομα Κώστας Γκίκας.

Όπως έχουμε ξαναγράψει, ο Κώστας Γκίκας από το Μενίδι ήταν ο μεγάλος έρωτας του Λαπαθιώτη -συνδέονταν ίσως από το 1925 και έως τουλάχιστον το 1937. Το ποίημα γράφτηκε το 1928.

Στο αρχείο Λαπαθιώτη στο ΕΛΙΑ δεν υπάρχει το χειρόγραφο του ποιήματος που είδαμε, όμως υπάρχει ένα άλλο ποίημα του Λαπαθιώτη με ακροστιχίδα, που είναι πολύ λιγότερο γνωστό -αξίζει λοιπόν να το δούμε σήμερα.

lap-gluk

 

Είναι γλυκοθλιμμένα τα ματάκια σου
Κι είναι η ψυχή μου τόσο πονεμένη!
Μέσ’ από το γλυκόλαλο χειλάκι σου
Ουράνιο μύρο αγάπης ανασαίνει…

Μακρυά σου τι με νοιάζει αν γλυκοχάραμα
Ροδίζει στα βουνά τα χρυσωμένα;
Αυγούλες κρυσταλλένιες και ολογάλανες
Τα μάτια σου μονάχα είναι για μένα!

Νύχτα και μέρα εγώ διψώ τη μέθη τους,
Είναι η ψυχή μου τόσο πονεμένη
Ολόγλυκα η λαχτάρα μου και η θλίψη μου,
Σαν ίσκιος, μ’ ένα γέλιο σου πεθαίνει!

Υγρά τα μάτια μου είναι από τα κλάματα…
Η νύχτες, τα φεγγάρια τα θλιμμένα,
Η θάλασσα, το φως, τα ροδοσύννεφα
Σιμά σου μοναχά, γλυκό τρελόπαιδο,
Λάμπουν και φέγγουν κι είναι ωραία για μένα!…

Η ακροστιχίδα είναι διπλή, πλεχτή. Οι μονοί στίχοι σχηματίζουν το όνομα ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ και οι ζυγοί το επώνυμο ΚΟΡΤΕΣΗΣ -είναι ο νεαρός από την Ίο με τον οποίο συνδεόταν ο Λαπαθιώτης από το 1906 ως το 1910 περίπου, δηλαδή σε ηλικία 18-22 χρονών.

Να προσέξουμε ότι ο τέταρτος στίχος από το τέλος είναι γραμμένος σύμφωνα την ορθογραφία της εποχής «Η νύχτες», αντί «Οι νύχτες», και δεν μπορούμε να τον εκσυγχρονίσουμε διότι χαλάει την ακροστιχίδα.

lap-nolisΣτην πίσω πλευρά του χαρτιού υπάρχει μια πλεγμένη υπογραφή:

ΝαπολέΩν ΛαπαθιώτΗΣ

Τα πέντε υπερμεγέθη γράμματα που επισκιάζουν τα άλλα τα μικρούτσικα σχηματίζουν το όνομα ΝΩΛΗΣ, που είναι κυκλαδίτικο υποκοριστικό του «Μανώλης» -και τον Γλέζο τον φωνάζουν έτσι στο χωριό του. Τέτοια παιχνίδια με πλεχτές υπογραφές κάνουν και σήμερα θαρρώ τα ερωτευμένα ζευγάρια -εγώ πάντως στον καιρό μου έκανα μερικά πολύ ωραία αλλά δεν τα έχω κρατήσει.

Έβαλα τρία ποιήματα, σειρά σας να βάλετε κι εσείς όσα και όποια σας αρέσουν, σε ελεύθερο ή παραδοσιακό στίχο, μελοποιημένα ή όχι!

 

Posted in χειρόγραφα, Ερωτικά, Λαπαθιώτης, Μελοποιημένη ποίηση, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 116 Σχόλια »

Οι αμαρτωλοί Μπερντέδες του Ναπ. Λαπαθιώτη

Posted by sarant στο 31 Οκτωβρίου, 2015

Συμπληρώνονται σήμερα 127 χρόνια από τη γέννηση του αγαπημένου μου ποιητή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, στις 31 Οκτωβρίου 1888. Κάθε χρόνο τέτοια μέρα (ή, τέτοιες μέρες) έχω καθιερώσει τη συνήθεια να δημοσιεύω ένα άρθρο που να φωτίζει μια πτυχή του έργου του ή της ζωής του, συνήθως μαζί με κάποιο αθησαύριστο ή δυσεύρετο κείμενο. Τούτη τη φορά θα κάνω μιαν εξαίρεση -θα δημοσιεύσω κάτι αρκετά γνωστό, έως πασίγνωστο στους λαπαθιωτιστές, αλλά όχι πολύ γνωστό (ελπίζω) στους παραέξω κύκλους. Επίσης, θα το συνδυάσω με μια πρωτότυπη προσφορά.

Να πούμε ότι η σημερινή δημοσίευση αναστατώνει λίγο το πρόγραμμα του ιστολογίου: τα μεζεδάκια αναβάλλονται για αύριο Κυριακή, που κατά σύμπτωση είναι 1η του μηνός, κι έτσι το Μηνολόγιο θα δημοσιευτεί τη Δευτέρα, 2 του μηνός. Αναστάτωση, πράγματι, αλλά τι να κάνουμε -έναν τον είχαμε, έναν αλλά Ναπολέοντα!

Σπεύδω να διευκρινίσω πως το λογοπαίγνιο αυτό δεν μου ανήκει: είναι του Λεωνίδα Λαπαθιώτη, πατέρα του ποιητή, και συνδέεται με τη σημερινήν ανάρτηση. Λίγη υπομονή.

Το 1910 ο Λαπαθιώτης ήταν 22 χρονών και συμμετείχε σε διάφορες εφήμερες ή πιο σταθερές παρέες νέων λογοτεχνών, μία από τις οποίες ήταν η παρέα γύρω από το περιοδικό Ανεμώνη. Ιδρυτές του περιοδικού ήταν ο Ιούλιος Νάρκισσος (ψευδώνυμο του μετέπειτα πολύ γνωστού αρχαιολόγου Γιάννη Μηλιάδη), οι Κώστας Δελακοβίας, Παύλος Λαμπρινός και Παύλος Φλώρος, και ο Έχτορας (σικ) Άδωνις, ψευδώνυμο που έχει μείνει αταύτιστο απ’ όσο ξέρω. Στην παρέα της Ανεμώνης ανήκε και ο Βίκτωρ Ζήνων, φίλος του Λαπαθιώτη, που τον έχουμε δει να τη μνημονεύει σε επιστολές του.

Γράφει λοιπόν ο Λαπαθιώτης στην αυτοβιογραφία του (Η ζωή μου): «Με είχαν παρακαλέσει και μένα να τους δίνω πού και πού συνεργασία, όπως γίνεται συνήθως. Στο τρίτο φύλλο ή στο τέταρτο -δεν καλοθυμούμαι- έτυχε µια σύµπτωση περίεργη: όλα σχεδόν τα περιεχόµενά του, µηδέ της συνεργασίας του Παλαµά και του Βλαχογιάννη εξαιρουµένων, µιλούσαν γι’ απολαύσεις ή άφηναν υπαινιγµούς για ωραιοπάθειες. Ο Παλαµάς είχε ένα ‘Αµαρτωλό Τραγούδι’!»

Ο Λαπαθιώτης καλούτσικα θυμάται. Το αμαρτωλό τεύχος ήταν διπλό, το αριθ. 3-4/Μάιος-Ιούνιος 1910 και πρέπει να κυκλοφόρησε στα τέλη Μαΐου. Στην πρώτη σελίδα είχε το «Αμαρτωλό Τραγούδι» του Παλαμά και στην τρίτη σελίδα την πέτρα του σκανδάλου, τους περίφημους Μπερντέδες (όπως έγιναν γνωστοί αργότερα):

anemoni

ΚΙ ΕΠΙΝΑ ΜΕΣ’ ΑΠ’ ΤΑ ΧΕΙΛΙΑ ΣΟΥ

Κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι,
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι,
κι όλο θόλωνε, όλο μέλωνε
το γλυκό γλυκό Σου μάτι·

Και τα χέρια σου πλεκόντουσαν
στο κορμί μου γύρω γύρω,
κι έπινα μέσ’ απ’ τα χείλια Σου,
γλυκιάν άχνα σαν το μύρο·

Και σταλάζανε απ’ τα χείλια σου
γλυκά λόγια, σαν τα μύρα
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι μας
κι οι μπερντέδες σαν πορφύρα…

Έτσι Αγάπη μου, Σε χόρτασα
κι έτσι τη γλυκάδα Σου ήπια
μέσα στ’ άνομα αγκαλιάσματα,
στ’ άνομα τα καρδιοχτύπια,

Κι απ’ το μέλι ποθοπλάνταζε
το κορμί σου και το μάτι
κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι…

Ναπολέων Λαπαθιώτης

 

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επετειακά, Λαπαθιώτης, Μελοποιημένη ποίηση, Ποίηση, Φιλολογία | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 120 Σχόλια »

Η Διαθήκη, το Υστερόγραφο και η άλλη πλευρά

Posted by sarant στο 5 Απριλίου, 2015

Ένας από τους γνωστότερους στίχους της μεταπολεμικής μας ποίησης είναι ο στίχος του Μιχάλη Κατσαρού «Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν». Ο στίχος έχει γίνει και παροιμιακός, ενώ συχνά παρατίθεται και σε πληθυντικόν αριθμό «Ελευθερία ανάπηρη πάλι σας τάζουν» (έτσι ακούγεται, π.χ., στον Θίασο του Θ. Αγγελόπουλου) που δεν ξέρω αν αντιστοιχεί σε μεταγενέστερη επεξεργασία του στίχου από τον ίδιο τον ποιητή, διότι ομολογώ ότι δεν ξέρω ολόκληρη την εκδοτική ιστορία του ποιήματος.

Στο σημείωμα αυτό θα περιοριστώ στα περιστατικά της πρώτης δημοσίευσής του, που έχουν πιστεύω αρκετό ενδιαφέρον και για τα οποία έχουν γραφτεί στο Διαδίκτυο διάφορες ανακρίβειες, που ευκαιρία είναι να διορθωθούν.

Ο περίφημος λοιπόν στίχος του Κατσαρού είναι ο καταληκτικός στίχος του ποιήματος «Υστερόγραφο», που γράφτηκε επειδή ένα προηγούμενο ποίημα του ποιητή, η Διαθήκη, είχε δημοσιευτεί με περικοπές. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη λογοκρισία που υπέστη (που κατά τη γνώμη μου ήταν αυτολογοκρισία της εφημερίδας), ο Κατσαρός έγραψε και έστειλε το δεύτερο ποίημα. Και τα δυο ποιήματα δημοσιεύτηκαν τον Οκτώβριο του 1950 στην εβδομαδιαία εφημερίδα «Δημοκρατικός Τύπος».

Ο Δημοκρατικός Τύπος ήταν εφημερίδα που υποστήριζε τον Ιωάννη Σοφιανόπουλο, πρόεδρο της Ένωσης Δημοκρατικών Αριστερών, ο οποίος στις εκλογές του 1950 είχε συνεργαστεί με τις δυνάμεις της υπόλοιπης Κεντροαριστεράς και Αριστεράς (και του παράνομου ΚΚΕ) στη Δημοκρατική Παράταξη, η οποία, λίγους μόνο μήνες μετά την ήττα του ΔΣΕ στον Εμφύλιο, κατάφερε να συγκεντρώσει το αξιόλογο ποσοστό του 9,7% και να εκλέξει 18 βουλευτές (επί συνόλου 250), ανάμεσά τους και τον ίδιο τον Σοφιανόπουλο ως βουλευτή Αθηνών. Λίγους μήνες όμως αργότερα, ο Σοφιανόπουλος αρρώστησε βαριά και τελικά πέθανε τον Ιούλιο του 1951.

Στα πέτρινα χρόνια των αρχών της δεκαετίας του 1950 η αριστερή δημοσιογραφία ήταν επικίνδυνο επάγγελμα, παρόλο που για μεγάλα διαστήματα στην κυβέρνηση βρισκόταν το κεντρώο κόμμα της ΕΠΕΚ. Η εφημερίδα Δημοκρατικός έκλεισε το 1950 παρόλο που εκδιδόταν από τον αριστερό βουλευτή Χριστάκο, το ίδιο και η εφημερίδα Δημοκρατική το 1952. Ο Δημοκρατικός Τύπος εκδιδόταν απο τον Φεβρουάριο του 1950 έως τον Σεπτέμβριο του 1951. Στις συνήθως τέσσερις σελίδες του χωρούσε μια αξιόλογη στήλη για τη λογοτεχνία και το βιβλίο. Την κριτική βιβλίου την έκανε ο Αλέξανδρος Αργυρίου, ενώ την επιμέλεια της λογοτεχνικής στήλης την είχε (σύμφωνα με τον Αργυρίου, διότι υπογραφή δεν υπήρχε) ο Τάσος Βουρνάς.

Στον Δημοκρατικό Τύπο συχνά δημοσιευόταν και ανέκδοτη ποίηση, κι έτσι στο φύλλο της 1.10.1950 δημοσιεύτηκε το ποίημα «Διαθήκη» με την υπογραφή Μ.Κ. Παραθέτω το ποίημα όπως δημοσιεύτηκε αρχικά:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γιουτουμπάκια, Μελοποιημένη ποίηση, Πρόσφατη ιστορία, Ποίηση, Φιλολογία | Με ετικέτα: , , , , , , | 95 Σχόλια »

Δυο ποιητές περιγράφουν τον θάνατό τους

Posted by sarant στο 21 Οκτωβρίου, 2012

Το «Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινόπωρου δείλι» είναι ένα από τα γνωστότερα ποιήματα του Κώστα Ουράνη (1890-1953), ίσως το γνωστότερο, που απόκτησε μια δεύτερη νεότητα όταν το μελοποίησαν τα Διάφανα Κρίνα.  Βέβαια, ο Ουράνης έχει δυο πολύ γνωστούς στίχους, από άλλα ποιήματα, το «Οι Δον Κιχώτες παν μπροστά κι οι Σάντσοι ακολουθάνε» και κυρίως το  «Αν είναι νάρθει θε ναρθεί αλλιώς θα προσπεράσει», που έχει γίνει παροιμιώδες χωρίς να θυμόμαστε τον ποιητή του, αλλά ως ποίημα το «Θα πεθάνω…» νομίζω ότι είναι γνωστότερο. Φυσικά, κι άλλοι ποιητές έχουν γράψει για τον θάνατό τους και περιγράψει τον θάνατό τους, είναι ένα από τα βασικά θέματα της ποίησης.

Να δούμε το ποίημα:

Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινόπωρου δείλι
μες την κρύα μου κάμαρα όπως έζησα: μόνος
στη στερνή αγωνία μου τη βροχή θε ν’ ακούω
και τους γνώριμους θόρυβους που σκορπάει ο δρόμος.

Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινόπωρου δείλι
μέσα σ’ έπιπλα ξένα και σε σκόρπια βιβλία,
θα με βρουν στο κρεβάτι μου, θε να ‘ρθει ο αστυνόμος,
θα με θάψουν σαν άνθρωπο που δεν είχε ιστορία.

Απ’ τους φίλους που παίζαμε πότε πότε χαρτιά,
θα ρωτήσει κανένας τους έτσι απλά: «Τον Ουράνη
μην τον είδε κανείς; Έχει μέρες που χάθηκε…».
Θ’ απαντήσει άλλος παίζοντας: «Μ’ αυτός έχει πεθάνει!».

Μια στιγμή θ’ απομείνουνε τα χαρτιά τους κρατώντας,
θα κουνήσουν περίλυπα και σιγά το κεφάλι
θε να πουν: «Τι ‘ναι ο άνθρωπος! Χθες ακόμα εζούσε…»
και βουβοί στο παιχνίδι τους θα βαλθούνε και πάλι.

Κάποιος θα ‘ναι συνάδελφος στα «ψιλά» που θα γράψei
πως «προώρως απέθανεν ο Ουράνης στην ξένην,
νέος γνωστός στους κύκλους μας, που κάποτε είχε εκδώσει
μια συλλογή ποιήματα πολλά υποσχομένην».

Κι αυτή θα ‘ναι η μόνη του θανάτου μου μνεία.
Στο χωριό μου θα κλάψουνε μόνο οι γέροι γονιοί μου
και θα κάνουν μνημόσυνο με περίσσιους παπάδες,
όπου θα’ ναι όλοι οι φίλοι μου – κι ίσως ίσως οι οχτροί μου.

Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινόπωρου δείλι
σε μια κάμαρα ξένη, στο πολύβοο Παρίσι·
και μια Κέττυ, θαρρώντας πως την ξέχασα γι’ άλλην,
θα μου γράψει ένα γράμμα – και νεκρό θα με βρίσει…

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Κριτική μεταφράσεων, Μελοποιημένη ποίηση, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , , , , | 85 Σχόλια »

Μπιρ και όχι μπιτ

Posted by sarant στο 20 Ιουλίου, 2012

Διάβαζα τις προάλλες ένα άρθρο για τις ιδιωτικοποιήσεις των αεροδρομίων, και βρήκα εκεί τη φράση «υπάρχει σχέδιο να δοθούν τα αεροδρόμια μπιτ παρά», που μου δίνει την αφορμή για το σημερινό αρθράκι. Διότι, μπιρ και όχι μπιτ.

Δεν είναι βέβαια υποχρεωμένος να ξέρει κανείς τούρκικα, αλλά αν είναι να χρησιμοποιεί τουρκικές εκφράσεις καλύτερα να τις χρησιμοποιεί σωστά. Θέλω να πω, η σωστή έκφραση στα τούρκικα είναι «μπιρ παρά», και σημαίνει «έναν παρά», αφού το μπιρ (bir) είναι ο αριθμός ένα στα τούρκικα.

Μπιρ παρά θα πει λοιπόν «έναν παρά», και ο παράς ήταν ευτελές νόμισμα, το πιο μικρό που υπήρχε στην οθωμανική εποχή (η λίρα είχε 100 γρόσια και το γρόσι είχε 40 παράδες) επομένως αν πουλήσεις κάτι έναν παρά το δίνεις σχεδόν τζάμπα, μισοτιμής, κοψοχρονιά, το σκοτώνεις, το δίνεις πάμφθηνα, χάρισμα, όσο-όσο, το βγάζεις στο σφυρί, το δίνεις αντί πινακίου φακής (όλες αυτές τις εκφράσεις και μερικές ακόμα, και μαζί την προβληματική ετυμολογία της λέξης κοψοχρονιά, μπορείτε να τις βρείτε σε ένα παλιότερο άρθρο που το είχα γράψει για να βοηθήσω το εθνοσωτήριο έργο των αποκρατικοποιήσεων).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in τούρκικα, Ετυμολογικά, Μελοποιημένη ποίηση, Πρόσφατη ιστορία, Ποίηση, Τραγούδια, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: , , , , , , | 122 Σχόλια »

Ψευδώνυμα τραγούδια

Posted by sarant στο 5 Ιουλίου, 2012

Τον παλιό τον καιρό, ήταν αρκετά συνηθισμένο οι συγγραφείς να έχουν ψευδώνυμα, ψευδώνυμα που έμοιαζαν με κανονικά ονοματεπώνυμα βέβαια. Πολλές φορές κρατούσαν το όνομά τους και έπαιρναν ένα πιο εύηχο επώνυμο. Ο Ηλίας Μέλλος έγινε Ηλίας Βενέζης, ο Ευστράτιος Σταματόπουλος έγινε Στράτης (και Στρατής) Μυριβήλης, ο Δημήτρης Ροδόπουλος έγινε Μ. Καραγάτσης. Πολλές φορές το έκαναν αυτό επειδή το κανονικό τους επώνυμο ήταν πολύ κοινό. Έτσι ο Γεώργιος Παπαδόπουλος έγινε Μάρκος Αυγέρης, ενώ ο Πέτρος Αποστολίδης έγινε Παύλος Νιρβάνας και ο Δημ. Δημητριάδης Ρήγας Γκόλφης (Υπάρχει και μια σπάνια περίπτωση που λογοτέχνης με σπάνιο επώνυμο διάλεξε ένα κοινότατο για ψευδώνυμο: ο Τέος Σαλαπασίδης ξεκίνησε να δημοσιεύει ποιήματα με το ψευδώνυμο Νίκος Νικολαΐδης, αν και αργότερα επέστρεψε στο δικό του).  Άλλοτε, το κανονικό επώνυμο ήταν κακόηχο -όπως του Γιώργου Ιωάννου, που είχε τραβήξει τον παθών του τον τάραχο ως μαθητής με το παλιό του επώνυμο (Σορολόπης) και τελικά πήρε και με δικαστική απόφαση το Ιωάννου. Μερικοί πήραν το ψευδώνυμό τους για λίγο και μετά ξαναγύρισαν στο κανονικό τους όνομα, όπως η Γαλάτεια Καζαντζάκη (που έγραψε αρκετό καιρό σαν Πετρούλα Ψηλορείτη) ή ο Μάρκος Τσιριμώκος (Στέφανος Ραμάς). Κάποιοι το άλλαξαν ελάχιστα, όπως ο Σεφεριάδης που έγινε Σεφέρης. Σε μια ακόμα πιο σπάνια περίπτωση, η Ελένη Νεγρεπόντη υπέγραφε τα κριτικά και άλλα της κείμενα ως Άλκης Θρύλος. Κάποτε, το ψευδώνυμο αφορά μόνο ένα μέρος του έργου του συγγραφέα. Ο Peter Tremayne υπογράφει με αυτό το ψευδώνυμο τα ιστορικά αστυνομικά μυθιστορήματα με ηρωίδα την αδελφή Φιντέλμα, ενώ με το κανονικό του όνομα (που μου διαφεύγει τώρα) δημοσιεύει σοβαρά έργα για τους Κέλτες, ένα θέμα στο οποίο είναι ειδικός.

Αν σας φάνηκε ενμέρει γνωστή η παραπάνω παράγραφος, η εξήγηση είναι απλή: προέρχεται (με κάποιες αλλαγές) από ένα άρθρο που έχω δημοσιεύσει παλιότερα στο ιστολόγιο, τον Οκτώβρη του 2010. Όχι, δεν έχω αρχίσει (ακόμα) να αναδημοσιεύω παλιότερα άρθρα, αν και αυτό δεν θα αργήσει. Απλώς, ταιριάζει η εισαγωγή και στο σημερινό μας θέμα, οπότε η επανάληψη δεν βλάφτει. Πάντως, αν η λέξη «ψευδώνυμο» έφερνε παλιότερα στο μυαλό κυρίως ποιητές και πεζογράφους, τούτο δεν ισχύει και τόσο πολύ σήμερα. Στις μέρες μας είναι πολύ λιγότεροι οι συγγραφείς που γράφουν με ψευδώνυμο, όσο κι αν ακόμα υπάρχουν.

Οι καλλιτέχνες, αντιθέτως, γενικά ο κόσμος του θεάματος, και χρησιμοποιούσαν κατά κόρο ψευδώνυμα και εξακολουθούν να χρησιμοποιούν εξίσου εντατικά, ιδίως οι τραγουδιστές. Και στις μέρες μας είναι πολύ ευκολότερο να πληροφορηθεί κανείς το αληθινό ονοματεπώνυμο του τάδε τραγουδιστή ή της δείνα τραγουδίστριας, μια και η Βικιπαίδεια, που δεν είναι ψηλομύτα όπως οι συμβατικές εγκυκλοπαίδειες, δεν περιλαμβάνει λήμματα μόνο για τον Οδυσσέα Ελύτη (Αλεπουδέλη) αλλά και για την Τζένη Βάνου (Ευγενία Βραχνού, σχεδόν υποχρεωτικό το ψευδώνυμο), την Χάρη Αλεξίου (Χαρίκλεια Ρούπακα, νομίζω) ή τον Γιώργο Νταλάρα (Νταράλα).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γιουτουμπάκια, Λαπαθιώτης, Μελοποιημένη ποίηση, Ποίηση, Τραγούδια, Φιλολογία, Ψευδώνυμα | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , , | 115 Σχόλια »

Το γκαραντί, το γκαραντί θα μας μπατάρει!

Posted by sarant στο 12 Σεπτεμβρίου, 2011

Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε χτες στην κυριακάτικη Αυγή, στη μηνιαία στήλη «Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία» -βέβαια είχε γραφτεί κάμποσες μέρες νωρίτερα.

Τις τελευταίες μέρες έγινε αρκετός λόγος για τις εγγυήσεις που πρώτα οι Φιλανδοί απαίτησαν και μετά κάμποσοι άλλοι εταίροι μας απείλησαν πως θα ζητήσουν προκειμένου να μας δανείσουν, και φαίνεται ότι το θέμα απειλεί να οδηγήσει σε ναυάγιο τη συμφωνία της 21ης Ιουλίου, η οποία τόσο πολύ (και τόσο άστοχα) πανηγυρίστηκε. Οι εγγυήσεις θα φέρουν ναυάγιο, ή, για να παραφράσω ανεπαίσθητα τον Καββαδία, το γκαραντί, το γκαραντί θα μας μπατάρει.

Βέβαια, ο Καββαδίας δεν έγραψε γκαραντί αλλά καραντί — και εδώ η διαφορά δεν είναι αμελητέα, όπως όταν λες γκαμήλα αντί για καμήλα, που έχεις την ίδια λέξη. Το καραντί του Καββαδία δεν έχει σχέση με την οικονομία, τουλάχιστον άμεση· είναι η θαλασσοταραχή που συνεχίζεται και μετά την κατάπαυση του ανέμου ή αλλιώς φουσκοθαλασσιά, κουφοθάλασσα ή αποθαλασσία. Πρόκειται για λέξη ναυτική, που ετυμολογείται από το τουρκ. karıntı (δίνη· πλευρικό κύμα), με επίδραση της τουρκικής λέξης kara η οποία ήδη χρησιμοποιείται σε πολλές ελληνικές λέξεις, ναυτικές και μη, ως πρώτο συνθετικό (καρα-).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Μελοποιημένη ποίηση, Ντοπιολαλιές, Ναυτικά, Ποίηση, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , | 34 Σχόλια »