Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘Στιχουργική’ Category

Παλαιοί αποκριάτικοι χοροί στη Σίφνο (Μια συνεργασία από Κουτρούφι)

Posted by sarant στο 27 Φεβρουαρίου, 2022

Οι φετινές απόκριες σημαδεύτηκαν ανεπανόρθωτα από την εισβολή και το θανατικό στην Ουκρανία, αλλά για να ξεφύγει λίγο η προσοχή μας από τον ζόφο σκέφτηκα να τηρήσω το έθιμο, δηλαδή να βάλω τούτη την Κυριακή, την προτελευταία, κάτι αποκριάτικο.

Ο φίλος μας το Κουτρούφι, που όπως ξέρετε είναι Σιφνιός, μου έστειλε μια συνεργασία για τους αποκριάτικους χορούς, τις βεγγέρες, που έκαναν παλιά στη Σίφνο, στους οποίους συνηθιζόταν να απαγγέλλουν αυτοσχέδια δίστιχα και να αλληλοπειράζονται οι καλεσμένοι, ή τουλάχιστον εκείνοι που διακρίνονταν στη στιχουργική.Το έθιμο αυτό κράτησε ως τη δεκαετία του 1960.

Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτές τις αυτοσχέδιες στιχουργικές αψιμαχίες τις κατέγραφαν και τις τύπωναν για να τις στείλουν στους ξενιτεμένους Σιφνιούς. Έτσι, έχει σωθεί εκτενής στιχουργική αψιμαχία από το μακρινό 1888. Αφήνω όμως το Κουτρούφι να μας τα πει.

ΠΑΛΑΙΟΙ ΑΠΟΚΡΙΑΤΙΚΟΙ ΧΟΡΟΙ ΣΤΗ ΣΙΦΝΟ

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας τού 1960 το συνηθισμένο έθιμο την περίοδο τής Αποκριάς στη Σίφνο ήταν οι λεγόμενοι Αποκριάτικοι χοροί. Περιληπτικά, οι παρέες συγκεντρώνονταν σε κάποια ευρύχωρη αίθουσα, χόρευαν σε ένα κυκλικό χορό πιασμένοι αλά μπρατσέτα και αντάλλασσαν αυτοσχέδια δίστιχα («ποιητικά») σε μορφή διαλόγου. Τα δίστιχα τα έλεγαν σε ένα συγκεκριμένο σκοπό, τον λεγόμενο «αποκριάτικο», χωρίς όργανα. Οι συμμετέχοντες σε ένα αποκριάτικο χορό πήγαιναν είτε να ακούσουν είτε να σκαρώσουν στιχάκια. Να «ποιήσουν» δηλαδή. Με την έννοια αυτή η διαδικασία του αποκριάτικου χορού διέφερε από τις άλλες περιπτώσεις διασκέδασης όπου τα αυτοσχέδια δίστιχα προκύπτουν μέσα στο γλέντι. Σημειωτέον ότι στους χορούς αυτούς δεν γινόταν ιδιαίτερη κατανάλωση φαγητού και ποτού.

Ενίοτε, τα δίστιχα αυτά καταγράφονταν σε χαρτί και μετά τυπώνονταν σε τυπογραφείο που λειτουργούσε στη Σίφνο. Κυκλοφορούσαν σε φυλλάδια με σκοπό να μοιραστούν στους Σιφνιούς της διασποράς και ιδιαίτερα της Πόλης (κυρίως στις αρχές του 20ου αιώνα). Μέσω αυτής της διαδικασίας διασώθηκαν τα ποιητικά από αρκετές τέτοιες βραδιές. Από τέτοια φυλλάδια εκδόθηκε το βιβλίο «Τα λαϊκά τραγούδια και κάλαντα της Σίφνου» από τον αείμνηστο Νίκο Σταφυλοπάτη [1920-2006], Εκδ. Ελληνικά γράμματα, 1997. Το εξώφυλλο του βιβλίου περιέχει σκίτσο του γνωστού Σιφνιού σκιτσογράφου Σταμάτη Πολενάκη [1908-1997]. Από τη συλλογή αυτή παραθέτουμε τα ποιητικά από μια τέτοια βραδιά του 1888. Χρονολογικά, είναι η πρώτη καταγραφή της συλλογής Σταφυλοπάτη. Στόχος είναι να δοθεί μια γεύση για τους χορούς αυτούς, τα θέματα γύρω από τα οποία κινούνταν στις βραδιές αυτές και τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Advertisement

Posted in Λαογραφία, Στιχουργική, Συνεργασίες, νησιά | Με ετικέτα: , , , | 80 Σχόλια »

Για τη Μαριανίνα Κριεζή (1947-2022)

Posted by sarant στο 8 Φεβρουαρίου, 2022

Με πολύ μεγάλη θλίψη μάθαμε προχτές την είδηση του θανάτου της αγαπημένης Μαριανίνας Κριεζή, που συντρόφεψε την πρώτη νιότη μας μέσα από τους στίχους και τα κείμενα της Λιλιπούπολης, αλλά και από τη στιχουργική της παρουσία στη συνέχεια.

Εστω και με μια μέρα καθυστέρηση, το ιστολόγιο θέλει να τιμήσει τη δημιουργό που έφυγε, μαζί με τα νιάτα μας. Τη φωτογραφία που συνοδεύει το άρθρο την πήρα από τον τοίχο της Χαριτίνης Ξύδη στο Φέισμπουκ, που τη συνόδευε με τα εξής συγκινητικά λόγια:

Δεν θέλω να το πιστέψω. Δεν μπορώ. Αδύνατον, λέω, αλλά πρέπει και να σε αποχαιρετήσω. Σ’ ευχαριστούμε τόσο πολύ που μας έμαθες να κλαίμε, να συγκινούμαστε, να ερωτευόμαστε, να πονάμε για όσα χάσαμε και άξιζαν, να ονειρευόμαστε, να μη φοβόμαστε να λέμε σ’ αγαπώ. Να πας στο καλό, αγαπημένη, ευαίσθητη, τρυφερή και ανεπανάληπτη, Μαριανίνα, με το αφοπλιστικά αθώο και ανυπεράσπιστο βλέμμα.

Στο σημερινό άρθρο θα ανθολογήσω μερικά κείμενα που γράφτηκαν χτες στο Φέισμπουκ για τη Μαριανίνα Κριεζή, ακριβώς επειδή, με εξαίρεση το τελευταίο, θα πάψουν να είναι προσιτά σε λίγες μέρες. (Και, σε μια παρένθεση: το γεγονός ότι διάβασα πολλά συγκινητικά και αξιόλογα κείμενα στο Φέισμπουκ, πολύ περισσότερα απ’ όσα σταχυολόγησα, δείχνει θαρρώ και την αξία του μέσου, παρά τις βασιμότατες ενστάσεις που έχουμε).

Πρώτα όμως λίγο βιογραφικά.

Η Μαριανίνα Κριεζή γεννήθηκε στην Αθήνα το 1947 με καταγωγή από την Ύδρα. Μεγάλωσε στο Ψυχικό. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών χωρίς να πάρει πτυχίο, και Διακοσμητική – Σκηνογραφία στα εργαστήρια της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, όπου ολοκλήρωσε τις εκεί διετείς σπουδές της.

Το 1969 πήγε στο Παρίσι για να σπουδάσει σχέδιο υφάσματος, επέστρεψε στην Ελλάδα, εργάστηκε ως γραφίστρια και την άνοιξη του 1977 άρχισε να συνεργάζεται με το Τρίτο Πρόγραμμα όταν διευθυντής ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις.

Εκεί έγραψε τους στίχους όλων των τραγουδιών της ραδιοφωνικής εκπομπής «Εδώ Λιλιπούπολη» ενώ συμμετείχε και στα κείμενα, ιδίως ως συγγραφικό δίδυμο με την ηθοποιό Άννα Παναγιωτοπούλου. Συνέπραξε επίσης, ως κειμενογράφος, σε επιθεωρήσεις της «Ελεύθερης Σκηνής».

Στη γενιά μου, ακούγαμε σχεδόν καθημερινά τη Λιλιπούπολη από το Τρίτο Πρόγραμμα -ήμουν φοιτητής τότε, πρωτοετής. Την άκουγαν και τα παιδιά μου, από τον δίσκο, που υπάρχει ολόκληρος στο γιουτούμπ:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Εις μνήμην, Στιχουργική, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , | 164 Σχόλια »

Μιθριδατικά

Posted by sarant στο 28 Μαΐου, 2021

Μιθριδάτες υπήρξαν πολλοί στην ιστορία, αλλά όταν αναφέρουμε σκέτο, χωρίς άλλο προσδιορισμό, το όνομα αυτό, εννοούμε έναν συγκεκριμένο, τον Μιθριδάτη τον ΣΤ’, τον Ευπάτορα (120-63 π.Χ.), τον βασιλιά του ελληνιστικού βασιλείου του Πόντου, τον τελευταίο ηγεμόνα της Μικρασίας που προσπάθησε να αμφισβητήσει την κυριαρχία της Ρώμης, και έδωσε το όνομά του και στους Μιθριδατικούς πολέμους, ένας από τους οποίους διαδραματίστηκε και στα μέρη τα δικά μας, με τη δραματική εξέγερση των Αθηνών και τη μετέπειτα πολιορκία και άλωση της πόλης από τον Σύλλα.

Μιθριδάτης ή Μιθραδάτης είναι εξελληνισμός περσικού ονόματος, που σημαίνει «ο δοσμένος από τον Μίθρα» (ινδοευρωπαϊκή γλώσσα τα περσικά, ίδια η ρίζα στο δατ-δοτός κτλ.) Είναι δηλαδή όνομα «θεοφορικό», πάνω στο ίδιο μοτίβο με ονόματα όπως Θεόδοτος, Θεόδωρος, Θεοδόσιος, Δωροθέα, Διόδοτος, το λατινικό Deodatus, το γαλλικό Dieudonné, το σλαβικό Μπογκντάν (μπογκ ο Θεός), το εβραϊκό Ναθαναήλ και άλλα πολλά που μπορούμε να βρούμε αν σκεφτούμε.

O Μιθριδάτης έχει περάσει στην αθανασία όχι μόνο ή τόσο επειδή εναντιώθηκε στους Ρωμαίους αλλά από τη λέξη «μιθριδατισμός». Επειδή φοβόταν μην τον δηλητηριάσουν, έπαιρνε συνεχώς μικρές δοσεις δηλητηρίου ώστε να φτιάξει ο οργανισμός του μεγάλη αντοχή στη δηλητηρίαση. Φαίνεται ότι τα κατάφερε, τόσο που, όταν στο τέλος της ζωής του, ηττημένος πια, θέλησε να πεθάνει για να μην τον πιάσουν ζωντανό, δεν μπόρεσε να αυτοκτονήσει με δηλητήριο και διάταξε τον σωματοφύλακά του να τον σφάξει. Σήμερα, λέμε μιθριδατισμό τη βαθμιαία εξοικείωση με δυσάρεστες καταστάσεις, με αποτέλεσμα να μην εξεγείρεται κανείς για το κακό που το έχει συνηθίσει.

Μια άλλη πτυχή της ιστορίας του Μιθριδάτη που ενδιαφέρει το ιστολόγιο είναι η πολυγλωσσία του. Λένε ότι μιλούσε και τις 22 γλώσσες που μιλιούνταν από τους λαούς του βασιλείου του, όταν έφτασε στη μεγαλύτερη ακμή του -δηλαδή όλη τη Μικρασία καθώς και παράλια του ανατολικού και περιοχές του βόρειου Εύξεινου πόντου -Κριμαία, Αζοφική κτλ.

Αλλά ο Μιθριδάτης με τον οποίο θα ασχοληθούμε στη συνέχεια του άρθρου δεν είναι ο… Πόντιος. Διότι Μιθριδάτης (επώνυμο Χατζόγλου) είναι επίσης μουσικός της ραπ, γεννημένος το 1975 στην Κυψέλη, που έγινε γνωστός αρχικά από τη συμμετοχή του στο συγκρότημα Ημισκούμπρια, που μου άρεσε πολύ όταν εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1990.

Όπως έγραψα τις προάλλες με αφορμή τον Μπομπ Ντίλαν, μου αρέσουν τα είδη μουσικής που φέρνουν τον στίχο στην πρώτη γραμμή -και από την άποψη αυτή με ενδιαφέρει πολύ η ραπ, που αποτελεί, θα έλεγα, την εκδίκηση του στίχου, ή τέλος πάντων την επιστροφή του στο προσκήνιο. Αλλά και την επαναφορά της ομοιοκαταληξίας στο προσκήνιο, αφού η ραπ είναι ποίηση με ρίμες -και μάλιστα η δεξιοτεχνία στις ρίμες αποτελεί ένα από τα βασικά κριτήρια της αξιοσύνης του ραπαδόρου.

Ο Μιθριδάτης λοιπόν έκανε αίσθηση προχτές, όταν κυκλοφόρησε ένα σχεδόν 13λεπτο καινούργιο τραγούδι με τίτλο «Για να μην τα χρωστάω», στο οποίο κάνει μια συνολική, χειμαρρώδη και κατεδαφιστική, κριτική αποτίμηση για τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα και για τα κακώς κείμενα της τελευταίας διετίας, που σημαδεύτηκε από την πανδημία.

Ο ίδιος το χαρακτηρίζει «μουσικό φιλμ μικρού μήκους» και πράγματι είναι διαρθρωμένο σε 7 πράξεις, που η καθεμιά εστιάζεται σε διαφορετική πτυχή της κατάστασης. Συνολικά, έχουμε 260 στίχους οργανωμένους σε 130 ομοιοκατάληκτα δίστιχα.

Μπορείτε να το ακούσετε εδώ:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επικαιρότητα, Ομοιοκαταληξία, Στιχουργική, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , , , , | 281 Σχόλια »

Κάτι σαν Καββαδίας

Posted by sarant στο 4 Απριλίου, 2021

Το ιστολόγιο αγαπά τη λεπτή τέχνη της παρωδίας και σε πολλά μας σημειώματα έχουμε συμπεριλάβει παρωδίες γνωστών ποιητών (κυρίως -αν και πεζά μπορεί επίσης να παρωδηθούν).

Η παρωδία μπορει να πάρει τη μορφή της παράφρασης ενός συγκεκριμένου, γνωστού ποιήματος, μπορεί όμως να μιμηθεί απλώς το ύφος ενός ποιητή χωρίς να αναφέρεται σε συγκεκριμένο ποίημα -τότε μπορεί να χαρακτηριστεί και «μίμηση» ή à la manière de…

Παράδειγμα της πρώτης κατηγορίας παρωδίας, αυτής που παραφράζει συγκεκριμένο ποίημα, ένα καβαφικό του παππού μου, του Άχθου Αρούρη που παρωδεί την καβαφική Πόλι.

ΘΑΛΑΣΣΑ

Είπες: Θα πάγω σ’ άλλη Γη. Θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα
μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλύτερη για μένα
– Κάθε προσπάθεια πηγαίνει πάντα στα χαμένα
κι είν’ η καρδιά μου, σα σκυλί, δεμένη.
Και ξέρω ο δόλιος τι με περιμένει
μα και ψιλή δεν έχω, όλα τα χάλασα.

Καινούργιους τόπους δε θα βρεις δε θα’ βρεις άλλες θάλασσες
δεν είσαι λόρδος φουκαρά να τρέχεις δω και κει
στους ίδιους δρόμους θα γυρνάς σ’ όλη τη ζήση σου.
Και μες τες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς.
Δεν έχει πλοίο για σε. Δε μετοικεί
έτσι εύκολα ένας άψιλος· κι ως χάλασες
και τη δεκάρα τη στερνή, να χορηγήσει σου
κανείς σιτήριο τζάμπα μην ολπίζεις
στην πόλη αυτή θα ζεις και θα πεινάς
στην κώχη τούτη τη μικρή θα τουρτουρίζεις.

Άχτος Αρούρης
(Τρίβολος, φ. 109, 2.2.1934)

Όσο για τη δεύτερη κατηγορία, τις μιμήσεις, έχουμε παλιότερα παρουσιάσει στο ιστολόγιο μια σειρά από μιμήσεις που είχε δημοσιεύσει προπολεμικά ο Ναπολέων Λαπαθιώτης.

Ο Καβάφης είναι, με διαφορά, ο περισσότερο παρωδημένος ποιητής μας. Αν στη δεκαετία του 1920 πολλές καβαφικές παρωδίες (όπως π.χ. του Φώτου Πολίτη) ήταν χλευαστικές προς τον ποιητή, εδώ και πολλά χρόνια οι καβαφικές παρωδίες γίνονται σε ένδειξη τιμής. Ο Δημ. Δασκαλόπουλος στο βιβλίο Παρωδίες καβαφικών ποιημάτων (Aθήνα 1998) έχει ανθολογήσει πάνω από 100 παρωδίες του Καβάφη ενώ ο Ξ. Κοκόλης είχε εκδωσει μια συλλογή με δικές του καβαφικές παρωδίες.

Για να παρωδηθεί ένας ποιητής πρέπει να είναι ευρέως γνωστός και αναγνωρίσιμος. Έτσι, σήμερα που η απήχηση της ποίησης έχει υποχωρήσει, οι παρωδίες είναι λιγότερες (ενώ εμφανίζονται παρωδίες τραγουδιών). Ο Καββαδίας όμως, που είναι ευρύτατα γνωστός χάρη στις μελοποιήσεις ποιημάτων του, κυριως από τον Θάνο Μικρούτσικο, έχει γνωρίσει αρκετές παρωδίες -μάλιστα, υπάρχει και γι’ αυτόν μια παρωδική συλλογή: Τα ταμπού και μούσι του Γιώργου Σκαμπαρδώνη (που υπογράφει ως Νίκος Καββαθίας).

Το πρόσφατο ναυτικό ατύχημα του γιγαντιαίου φορτηγού στο Σουέζ μπορεί να προκάλεσε πολύ σοβαρά προβλήματα στο παγκόσμιο εμποριο αλλά θα τολμήσω να πω πως ήταν ένας σχεδόν καλοδεχούμενος περισπασμός από τον πανδημικό ζόφο, ιδίως αφού δεν είχε ανθρώπινα θύματα. Εξάλλου, το θέαμα ενός ανοικονομητου κολοσσού που σφηνώνει στα στενά της διώρυγας είναι από μόνο του αστείο.

Οπότε, ο Άγγελος Τσέκερης, ο διευθυντής της Αυγής, δημοσίευσε στο Φέισμπουκ μια μίμηση του Καββαδία εμπνευσμένη από το περιστατικό στο Σουέζ.

Ο Τσέκερης έχει εξαιρετική χιουμοριστική φλέβα όπως θα διαπιστώσετε αν διαβάσετε τα χιουμοριστική στήλη που δημοσιεύει κάθε Κυριακή (ένα πρόσφατο δείγμα). Η μίμησή του:

Κάτι σαν Καββαδίας

Απ τον Νοτιά τρεμόπαιζαν τα φώτα του Σουεζ
και οι βάρκες αχνοφαίνονταν κοντά στο ακροθαλάσσι
κι ο καπετάνιος γελαστός μας έκανε σαφέζ
πως σκόπευε την διώρυγα με πάντες να περάσει.

Γλυκά του ´παμε η διώρυγα πως είναι μακρουλή
και με τη μουρη μονάχα καράβι την περνάει
μα αυτός, σκληρό κι ανέμελο θαλασσινό πουλί
μας είπε «alea jacta est, θα πάμε με το πλάι».

Τώρα να ξεκολλήσουνε το πλοίο απ το στενό
με μια μπουλντόζα παιδική μοχθούνε οι αραπαδες
Χίλια καράβια μας κοιτούν με βλέμμα σκοτεινό
που το παγκόσμιο εμπόριο γαμησαμε ενθάδες
(Άγγελος Τσέκερης)

Θα μπορούσε να χτενιστεί λίγο περισσότερο αλλά έχει ρυθμό, φρεσκάδα και δροσιά.

Μου άρεσε πολύ η μίμηση και την αναδημοσίευσα στον τοίχο μου στο Φέισμπουκ. Βρήκε ανταπόκριση που δεν την περίμενα -κι έτσι έχουμε το σημερινό άρθρο.

Ο Δημητρης Φιλίππου έδωσε ένα πολύ προσεγμένο στιχούργημα εις ύφος Καββαδία με επιμονή στις ίδιες ρίμες:

AUTO-AISE

Ήτανε Μάρτης και έσκιζε ο αγέρας το Σουέζ
Κι αλύχταγε η διώρυγα σαν γέρικο φαγκότο
Ο καπετάνιος τρόμαξε τ’ ανέμου το σολφέζ
Και το τιμόνι άφησε σ’ αυτόχθονα πιλότο

Με πρόφαση πως είχε από το χλωροκίν μαλαίζ
Κλείστηκε στην καμπίνα του (με κάποιον καμαρότο)
Ο άλλος πάνω νόμιζε πως είν’ στο Σαν-Τροπέζ
Τις στενωπούς που διάβαινε σα να ‘τανε ροντότο

Τώρα παίζουν τα στοκ-μαρκετ Στοκχάουζεν (ή Μπουλέζ)
Οι εφοπλιστές νοστάλγησαν τον πειρατή ντε Σότο
Με τον πιλότο ο καπετάνιος ψάχνει μακιγέζ
Κι οι κούληδες; Στα ίσαλα, μαστίγιο και καρότο…
(Δημήτρης Φιλίππου)

Πολύ διασκεδαστικό το βρίσκω.

Και μετά μια ακόμα εξαιρετική προσπάθεια από τον Γιώργο Φαρμάκη, με αναφορές σε στίχους του Καββαδία:

Επεσε το πουσι απο εχθέζ
Ξεμειναμε και σημερα στη λασπη κολλημενοι
Μες το στενο το διαυλο του σκοτεινου Σουεζ
Και γω θυμαμαι τη Σμαρω που θα με περιμένει.

Απανω στο κατάστρωμα, κόμπρα νωθρη κοιμαται
Που απ την πρυμνη ανεβηκε, στου Κάιρου την μεριά
Εσυρθηκε νωχελικα απ τα κοντεινερ μεσα
Και απο την πλωρη αγνάντεψε τα μέρη του Σινά

Σου παν γαρμπής μας πολεμά μην το ζοριζεις
Μα εσυ το Σινικο τ’ αφεντικο ακουσες μονο
Και τωρα θαλασσα πατας, στεριά μυρίζεις
Να καθαρίσεις τη μοραβια εχεις χρόνο.

Απο της Ίντιας τα φανάρια ως τη Μαρσίγια
Σφιγμενοι ατζεντηδες μετρουν λεφτα χαμενα
Μα πα στη γεφυρα και σημερα ολα ίδια
Ψησε Χαραμ πίτα αλμυρη μόνο για μένα
(Γιώργος Φαρμάκης)

Τέλος, ο Δημήτρης Χάνος έδωσε μιαν εξαιρετική παρωδία της Εσμεράλδας του Καββαδία προσαρμοσμένη στο ατύχημα του Σουέζ:

Ολονυχτίς βυθοκορείς με γύφτικη μπουλντόζα
βαρκούλες πες μου νόμιζες πως έχει η Evergreen;
φελούκα του Εβρου που περνά μες απ’ τη Zaragoza;
τέτοιο θεριό πλεούμενο δεν είχες δει πιο πριν.

Απά στο γλυκοχάραμα το ρυμουλκό μουγκρίζει
μα ο κολοσσός ατάραχος δε λέει να κουνηθεί
Ελληνικό γκαζάδικο απ’ τ’ ανοιχτά σφυρίζει
«άντε μεγάλε αργήσαμε» φωνάζει στο CB.

Ο παπαγάλος σού ‘δειξε του GPS εικόνα
συνωστισμός απίθανος στη μπούκα του Σουέζ
σαν τις ουρές στο σπίτι μιας μικρούλας στην Ancona
που τάχα μου παρέδιδε μαθήματα σολφέζ.

Τρεις μέρες άμμο φτυάριζαν κι όταν το ξεκολλήσαν
τα χρέη κι οι ρήτρες είχανε τρελά συσσωρευτεί
σε κάτι φάπες σβουριχτές τον καπετάνιο αρχίσαν
σαν τον Γελεβουρδέζο είχε πια ρεζιλευτεί.
(Δημήτρης Χάνος)

Ο ναύαρχος Γελεβουρδέζος είναι ήρωας της κωμωδίας Δεσποινίς διευθυντής. Η τελευταία αυτή προσπάθεια μού άρεσε πολυ. Αυτήν ξεχωρίζω μαζί με την πρωτη του Τσέκερη -αλλά εσείς μπορεί να έχετε άλλες προτιμήσεις.

Με έναυσμα το Σουέζ αλλά όχι τον Καββαδία ο Χρήστος Μασμανίδης σκάρωσε δυο ωραία τετράστιχα με στιχουργικές προκλήσεις:

Φάλτσος αυτός που λάθεψε απάνω στο σολφέζ
φαλτσάρισε κι ο πλοίαρχος σαν μπήκε στο Σουέζ.
Το ever given ξόκειλε μπαίνοντας με τις πάντες
στα στενά του καναλιού και τρόμαξαν οι πάντες.

Και:

Όταν το θηρίο κατάφερε να στρέψ
μέσα στο κανάλι που’φτιαξ’ ο Λεσέψ
άλλοι έσκουζαν Αλλαχ Ακμπάρ
κι άλλοι τα πίναν σ’ενα μπαρ.

Να σημειώσω εδώ ότι ο ίδιος ο Καββαδίας, αν και ως ναυτικός θα είχε διαβεί πολλές φορές το Σουέζ (το μνηνονεύει, θαρρώ, στα γράμματά του) δεν θυμάμαι να έχει γράψει ποίημα για τη διωρυγα ή έστω να την αναφέρει σε στίχο του (σωστά θυμάμαι).

Αλλά να κλείσουμε εις ύφος Καββαδία με μια μίμηση (που την έχουμε παρουσιάσει κι άλλη φορά) του Λαπαθιώτη. Δεν είναι βέβαια για το Σουέζ.

Ταξίδι

Μπάρκαρα μούτσος, μιαν αυγή, σε κάποιο κότερο μαβί,
που σάλπαρε, στραβά κουτσά, για το Σταυρό του Νότου,
πλήρωμα οκνό, ετερόκλητο: Σπανιόλοι, αλλόκοτα βουβοί,
– καθένας με το βίτσιο του, και το παράπονό του…

Σ’ όποιο λιμάνι αράζαμε, μας έδιωχναν οι ιθαγενείς,
κι όλο σκοπέλοι κάρφωναν το δρόμο μας, κι υφάλοι!
Μα τι να κάνουμε! Μπορείς όμοιος μ’ εκείνους να γενείς,
και να τους ρίχνεις, σαν μαϊμού, καρύδες στο κεφάλι;!…

Μας κοίταζαν τα μαραμπού, και μας χαζεύαν τ’ αλμπατρός.
Τρεις σύντροφοι σφαχτήκανε για μια ξανθιά κοπέλα,
κι άλλοι πέντ-έξι πέθαναν: έλειπε, βλέπεις, ο γιατρός!
Τους ρίξαμε στη θάλασσα, κουνώντας τα καπέλα.

Κι έτσι, άξαφνα, κάποια βραδιά, βρεθήκαμε μες στους Ζουλού!
Γιατί και πώς, μην τα ρωτάς: φυσούσε τραμουντάνα,
– κι ο καπετάνιος έτυχε να’ χει, κι αυτός, το νου του αλλού,
στ’ αργά πουλιά που πέρναγαν σαν άσπρα αεροπλάνα.

Φάγαμε φρέσκον ανανά, κι άγνωστα φρούτα τροπικά,
που μήτε που τα βάνει καν ο νους σας, Ευρωπαίοι!
Μα μ’ όλα αυτά μας τα πολλά, καλά επεισόδια και κακά,
το μάτι, για το πόρτο μας, δεν έπαψε να κλαίει…

Γι’ αυτό κι εμείς όλοι μαζί, του νόστου φάρα υστερική,
μπήξαμε αλλόκοτες φωνές βλέποντας την Ασία…
Έτυχε, βλέπεις, τη βραδιάν εκείνη την ιστορική,
να’ ναι οπωσδήποτε υψωμένη κι η θερμοκρασία…

Πλάτων Χαρμίδης (= Ναπολέων Λαπαθιώτης) Πνευματική ζωή, τχ. 39, 10 Ιανουαρίου 1939

Μια και ο κοβιντ έχει κάνει δύσκολα τα ταξίδια, σημερα ταξιδέψαμε με τη δύναμη της παρωδίας. Καλή Κυριακή!

 

 

 

Posted in Παρωδίες, Ποίηση, Στιχουργική, Χιουμοριστικά | Με ετικέτα: , , , , , , , | 100 Σχόλια »

Εντεψίζικα από το 2009 (ακατάλληλον δι’ ανηλίκους)

Posted by sarant στο 7 Δεκεμβρίου, 2020

Το σημερινό άρθρο θα μας ταξιδέψει στο πολύ μακρινό παρελθόν, στο 2009, πριν από τον κόβιντ, πριν από τα μνημόνια. Θα αναδημοσιεύσω υλικό από έναν στιχουργικό διαγωνισμό που είχε δημοσιευτεί στο ιστολόγιο του φίλου μας του Τιπούκειτου. Όπως θα δείτε, συμμετέχω κι εγώ, όπως και άλλοι φίλοι του ιστολογίου, ενώ υπάρχει και μια απρόσμενη συμμετοχή στο τέλος. Προειδοποιώ όμως από τώρα ότι το θέμα των στιχουργημάτων είναι ακατάλληλο δι’ ανηλίκους και συνάμα παρακαλώ τη μαμά μου, που μας διαβάζει, να δείξει κατανόηση.

Ομολογώ πως είχα ξεχάσει αυτόν τον παλιό στιχουργικό διαγωνισμό. Μου τον θύμισε ο φίλος Γιώργος Σεργάκης, με μια πρόσφατη δημοσίευσή του στο Φέισμπουκ. Και χάρη στη δική του δημοσίευση μπόρεσα να λύσω ένα μικρό αίνιγμα που αφορά το ιστολόγιο και που ως τώρα παρέμενε για μένα άλυτο -θα σας εξηγήσω παρακάτω περί τίνος πρόκειται.

Ο τίτλος του σημερινού άρθρου, Εντεψίζικα, ίσως σας είναι άγνωστος. Εντεψίζης είναι ο ανήθικος, αλλά και ο κακοήθης, ο αχρείος, ο ανάγωγος. Πρόκειται για τουρκικό δάνειο (edepsiz, όπου edep είναι οι καλοί τρόποι, η ευπρέπεια, και siz το στερητικό επίθημα).

Παρόλο που η λέξη λίγο ακούγεται στις μέρες μας, διατηρείται ζωντανή σε μια κώχη του λεξιλογίου μας, εξαιτίας μιας συλλογής με άσεμνα ποιήματα του Γ. Σεφέρη που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του (το 1988) σε επιμέλεια Γ.Π.Σαββίδη, με τίτλο «Τα εντεψίζικα», συλλογή που περιλαμβάνει αρκετά αθυρόστομα λιμερίκια, μια πορνογραφική παρωδία του Ερωτόκριτου και άλλα ακατάλληλα για ανηλίκους στιχουργήματα.

Τον Ιούνιο του 2009 λοιπόν, ο φίλος μας ο Τιπούκειτος προκήρυξε στο ιστολόγιό του έναν στιχουργικό διαγωνισμό με αθυρόστομο θέμα, δίνοντάς του τον τίτλο Εντεψίζικα για προχωρημένους. Επρόκειτο για ένα άσεμνο στιχούργημα που σατίριζε έναν πολιτικό.

Από το 2009 μέχρι σήμερα έχουν συμβεί πολλά και διάφορα και πολλά έχουν αλλάξει. Στην Ελλάδα ήταν πρωθυπουργός ο Κώστας Καραμανλής, ενώ στη γειτονική μας Ιταλία ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι -που συνεχίζει βέβαια και σήμερα να συμμετέχει στην πολιτική, στα 84 χρόνια του. Τότε λοιπόν είχε κυκλοφορήσει ευρέως ένα σατιρικό στιχούργημα εναντίον του Μπερλουσκόνι. Είπαν ότι το είχε γράψει ο κωμικός Ρομπέρτο Μπενίνι, αλλά η πατρότητα απ’ όσο ξέρω ποτέ δεν ξεκαθαρίστηκε -και δεν ενδιαφέρει και τόσο.

Το ποιηματάκι ήταν το εξής:

Se quella notte, per divin consiglio,
la Donna Rosa, concependo Silvio,
avesse dato a un uomo di Milano
invece della topa il deretano
l’avrebbe preso in culo quella sera
sol Donna Rosa e non l’Italia intera

Ο Τιπούκειτος λοιπόν ζήτησε να μεταφραστεί το ποίημα και μάλιστα «κατά τον τρόπο του αγαπημένου μας ποιητή».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Μεταμπλόγκειν, Παρωδίες, Στιχουργική, Σατιρικά | Με ετικέτα: , , , , | 126 Σχόλια »

Μεθυσμενάκι, μια ανακεφαλαίωση

Posted by sarant στο 26 Ιουνίου, 2020

Το σημερινό μας άρθρο κάνει ανακεφαλαίωση μιας συζήτησης που είχαμε κάνει πέρσι μέσα στο κατακαλόκαιρο (δεκαεξαύγουστο, να φανταστείτε) για ένα θέμα που ήρθε ξανά στην επιφάνεια από ένα βιντεάκι του Κουραφέλκυθρου.

Ίσως όμως δεν ξέρετε τον Κουραφέλκυθρο ή τα Κουραφέλκυθρα -και δεν σας αδικώ, διότι «δεν είναι καν λέξη» όπως λέει ο δημιουργός της, ο κομίστας Αντώνης Βαβαγιάννης ή Κουραφέλκυθρος. Τα κόμικς που δημοσιεύει στη σειρά Κουραφέλκυθρα ξεχωρίζουν για το σουρεαλιστικό χιούμορ και τα έξυπνα λογοπαίγνια που δείχνουν οξύ αισθητήριο. Μπορείτε να τα βρείτε στην ειδική σελίδα του Φέισμπουκ.

Πριν από λίγο καιρό, μου είχε αρέσει πολύ ένα στριπ των Κουραφέλκυθρων που είχε γλωσσικό ενδιαφέρον. Σκεφτόμουν να το παρουσιάσω εδώ αλλά το αμέλησα -δεν είναι όμως επίκαιρο οπότε επιφυλάσσομαι. Προχτές όμως, ο Αντώνης Βαβαγιάννης ανέβασε όχι κόμικς αλλά ένα βίντεο που πάλι έχει γλωσσικό ενδιαφέρον, αφού υποστηρίζει ότι «Η λέξη μεθυσμενάκι δεν υπάρχει».

Το βίντεο μπορείτε να το δείτε στη σελίδα του στο Φέισμπουκ, αλλά και στο YouTube.

Καταπιάνεται λοιπόν ο Κουραφέλκυθρος με τη λέξη «μεθυσμενάκι», παρουσιάζοντας τα πορίσματα ενδελεχών ερευνών που κατατείνουν στο συμπέρασμα της Επιτροπής Αποκατάστασης της Αλήθειας πως «Δεν υπάρχει λέξη μεθυσμενάκι».

Στο βίντεο βλέπουμε τους στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου από τη Τζαμάικα, από τον αξέχαστο δίσκο Θαλασσογραφίες σε μουσική Μάνου Λοΐζου, έναν δίσκο που κλείνει φέτος μισόν αιώνα ζωής και τα τραγούδια του ακούγονται πάντοτε.

Το ρεφρέν της Τζαμάικας το έχουμε σίγουρα τραγουδήσει:

Κι αρμενίζαμε στα πέλαγα αγάπη μου παλιά
Κι ύστερα το βραδάκι μεθυσμενάκι στα καπηλειά
Σ’ έπινα κοριτσάκι σαν το κρασάκι γουλιά γουλιά

Ας το ακούσουμε:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γενικά γλωσσικά, Λαπαθιώτης, Λεξικογραφικά, Νεολογισμοί, Ποίηση, Στιχουργική, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , | 146 Σχόλια »

Οι δρασκελιές της ποίησης

Posted by sarant στο 22 Μαρτίου, 2020

Μέρες πανδημίας, σίγουρα, αλλά χτες είχαμε και τη Μέρα της ποίησης, στις 21 Μαρτίου, που συμπίπτει περίπου με την ανοιξιάτικην ισημερία και κατά κάποιο τρόπο εγκαινιάζει την άνοιξη.

Δύσκολη άνοιξη η φετινή, σε καιρούς καραντίνας -αλλά να μην ξεχάσουμε την ποιηση. Οπότε σήμερα θα δημοσιεύσω ένα άρθρο, μάλλον τεχνικό, που όμως θα μας δώσει την ευκαιρία να θυμηθούμε μερικά ποιήματα. Το άρθρο το είχα εδώ και καιρό στο νου μου αλλά το τελικό έναυσμα μου το έδωσε μια συζήτηση που είχαμε πριν από μερικές μέρες με τον φίλο μας τον Τζι για τις εσωτερικές ομοιοκαταληξίες.

Να διευκρινίσω εδώ ότι μιλώ για την παραδοσιακή ποίηση, δηλαδή με στίχο έμμετρο, με ομοιοκαταληξία. Ίσως και στον ελεύθερο στίχο να παρατηρούνται κάποιες αναλογίες, αλλά έχουν διαφορετικό χαρακτήρα. Άλλωστε, τα παραδείγματα τα παίρνω κυρίως από το βιβλίο Η ομοιοκαταληξία του Ξ. Κοκόλη και από τη Νεοελληνική μετρική του Θρ. Σταύρου, που και τα δυο αναφέρονται κατεξοχήν στην ισόμετρη ποίηση.

Να δούμε, για παράδειγμα, το εξής απόσπασμα από το ποίημα «Ο Νυμφίος» του Γρυπάρη (ολόκληρο το βρίσκετε εδώ)

κι εδώ, όπου ασυντρόφιαστη και μόνη
αποτραβιούμαι, νιώθω να ζυγώνει
το σύγκρυο αναφτέριασμα του τρόμου.

Η ομοιοκαταληξία μόνη-ζυγώνει είναι ευχάριστη και ξαφνιάζει, λέει ο Κοκόλης, επειδή οι λέξεις της ρίμας έχουν διαφορετική συντακτική λειτουργία (θα ήταν λιγότερο ευχάριστη αν πχ είχε δυο ρήματα, ζυγώνει-θυμώνει), και επειδή και οι δυο στίχοι παρουσιάζουν διασκελισμό.

Διασκελισμός είναι το φαινόμενο της στιχουργικής κατά το οποίο ένας στίχος δεν κλείνει μέσα του ολόκληρο νόημα, αλλά η συντακτική ενότητα που το εκφράζει συνεχίζεται και στον επόμενο στίχο -αυτός είναι ο ορισμός που δίνει ο Θρασύβουλος Σταύρου.

Πράγματι, στον πρώτο από τους τρεις παραπάνω στίχους η πρόταση δεν τελειώνει στο τέλος του στίχου («μόνη») αλλά συνεχίζεται στον επόμενο: όπου ασυντρόφιαστη και μόνη αποτραβιούμαι».

Παρομοίως, στον δεύτερο στίχο, το «νιώθω να ζυγώνει» μένει ανολοκλήρωτο και μας δημιουργεί την προσμονή να δούμε τι είναι αυτό που ζυγώνει -και το βλεπουμε διαβάζοντας τον τρίτο στίχο.

Ο διασκελισμός είναι χαρακτηριστικό της προσωπικής ποίησης, Στη δημοτική και λαϊκή ποίηση ο κανόνας είναι κάθε στίχος να κλείνει ολόκληρο το νόημα, και αυτό το βλέπουμε στα δημοτικά τραγούδια πολύ καθαρά:

Του Λιβίνη

Τρία μεγάλα σύγνεφα στο Καρπενήσι πάνε,
τό ‘ να φέρνει αστραπόβροντα, τ’ άλλο χαλαζοβρόχια,
το τρίτο το μαυρύτερο μαντάτα του Λιβίνη
Σε σένα, Μήτρο μου γαμπρέ, Σταθούλα ψυχογιέ μου,
αφήνω τη γυναίκα μου, το δόλιο μου το Γιώργη,
που ‘ ναι μικρός για φαμελιά κι άπ’ άρματα δεν ξέρει
Και σα διαβεί τα δεκαννιά και γίνει παλικάρι,
ελάτε να ξεθάψετε τα δόλια τ’ άρματά μου,
που τά ‘χωσα στην εκκλησιά, μέσα στο άγιο βήμα,
να μη τα πάρουν τα σκυλιά κι ο Τουρκοκωσταντάκης

Οι διασκελισμοί που υπάρχουν εδώ οφείλονται μόνο στο ότι η προταση δεν μπορεί να χωρέσει στις δεκαπέντε συλλαβές, δεν έχουν γίνει από στιχουργική επιλογή. Αντίθετα, στην προσωπική ποίηση, ο διασκελισμός είναι θελημένος, για να χρωματιστεί εντονότερα μια λέξη ας πούμε. Επίσης, ο διασκελισμός σπάει τη μονοτονία.

Συνηθισμένοι διασκελισμοί είναι εκείνοι που χωρίζουν το ρήμα από το αντικείμενο ή το υποκείμενό του. Για παράδειγμα, στο σονέτο του Μαβίλη «Έρμονες»,

την ωραία αντιφεγγίδα σου στοιχειώνει
η ακύμαντη άρμη…

εχουμε το υποκείμενο (ακύμαντη άρμη) σε άλλον στίχο από το ρήμα και το αντικείμενο.

Πιο έντονοι διασκελισμοί είναι εκείνοι που χωρίζουν το επίθετο από το ουσιαστικό, πχ πάλι σε σονέτο του Μαβίλη, το Καρδάκι:

ΚΑΡΔΑΚΙ

Τ΄ άγνωρα ρεποθέμελα του αρχαίου
ναού στο έρμο ακροθαλάσσιο πλάι
χορταριασμένα κοίτονται. Γελάει
γύρου ομορφάδα κόσμου πάντα νέου.

Κια λέω που ακόμα απ΄ την κορφή του ωραίου
βουνού στ΄ άσπρα ντυμένη ροβολάει
η αρχαία ζωή κι αυτού φεγγοβολάει
λαμπρός ναός τεχνίτη Κερκυραίου.

Χρυσόνερο, σε βλέπω γιατί μ΄ έχει
μαγέψει το νερό στην κρύα βρύση,
που μέσαθε από τ΄ άγιο χώμα τρέχει.

Έτσι κάποιος θεός θα τόχει ορίσει.
Κι όποιος ξένος εκεί το χείλι βρέχει
στα γονικά του πλια δε θα γυρίσει.-

Στον πρώτο στίχο έχουμε τέτοιον διασκελισμό (αρχαίου / ναού), όπως και στον πέμπτο στίχο (ωραίου / βουνού). Να προσέξουμε επίσης ότι και ο ένατος στίχος έχει έντονο διασκελισμό αφού χωρίζει το βοηθητικό ρήμα από τη μετοχή (έχει / μαγέψει).

Όταν διαβάζουμε φωναχτά / απαγγέλλουμε ένα ποίημα, πρέπει να προσέχουμε τον διασκελισμό. Ο Κοκόλης συνιστά: Ο διασκελισμός πρέπει να ακολουθείται από μια αναγνωστική παύση που θα τη λέγαμε «μετέωρη»· μια παύση δηλαδή που να δείχνει ότι το νόημα δεν έχει ολοκληρωθεί· που να κρατάει «στον αέρα» τη συμπλήρωση του νοήματος.

Υπάρχουν και ακόμα πιο έντονοι τύποι διασκελισμού.

Ας δούμε ένα άτιτλο οχτάστιχο ποίημα του Αθ. Κυριαζή (1887-1950):

Η αγάπη μας, τι λιγοστή!
ρόδο που μάδησαν οι ανέμοι.
Τη θύμιση τυλίγω στη
χρυσή της νύχτας την ανέμη.

Και θα την πω τραγουδιστά
σε παραμύθια φτερωτά μου
Το πιο πικρό τραγούδι στα
χαμένα χρόνια του έρωτά μου.

Αυτό το κομψοτέχνημα, σωστό μπιζουδάκι στιχουργικό, το έχουμε ήδη παρουσιάσει στο ιστολόγιο σε ένα παλιότερο άρθρο μας (Τα μωσαϊκά της ποίησης) επειδή παρουσιάζει δυο ομοιοκαταληξίες-μωσαϊκό (τι λιγοστή : τυλίγω στη και τραγουδιστά : τραγούδι στα).

Στον τρίτο στίχο της κάθε στροφής έχουμε διασκελισμό που χωρίζει το άρθρο από το όνομά του (στη / χρυσή και στα / χαμένα). Κατά τον Κοκόλη, πρόκειται για «τον εντονότερο ίσως διασκελισμό που ανέχεται η γλώσσα μας».

Πράγματι ανάμεσα στο άρθρο και στο όνομα έχουμε ύψιστο βαθμό συνοχής, όπως επίσης ύψιστο βαθμό συνοχής έχουμε ανάμεσα στο ρήμα και στα αρνητικά μόρια δεν και μη.

Εντονότατος διασκελισμός με το «δεν» υπάρχει π.χ. στη Χαρά του Λαπαθιώτη:

Κι ὅλα τ᾿ ἄκουγα νὰ λέν,
μ᾿ ἕνα τρόπο πλάνο,
πὼς τ᾿ ἀγάπησα καὶ δὲν
πρέπει νὰ πεθάνω...

Ανάλογος διασκελισμός με το «μη» στο ποίημα του Ζαλοκώστα «Εις την αποδημούσαν ψυχήν του«:

Χύσε, ψυχή, μια δέηση στους ουρανούς και στάσου
και μη στο μαύρο χώμα, μη
αφήνεις τ’ όμορφο κορμί
και τα ξανθά μαλλιά του.

Παρόμοια, πολύ έντονοι είναι οι διασκελισμοί που πέφτουν πάνω σε άλλα μόρια όπως τα δίχως, όπου, εκτός, έως -τα οποία, επειδή δεν τα λογαριάζουμε για κανονικές λέξεις αλλά πιο πολύ για «δείκτες λειτουργίας», όπως τα πρόσημα στην άλγεβρα, έχουν μέγιστη συνοχή με τη λέξη που ακολουθεί -άρα, ο διασκελισμός στις περιπτώσεις αυτές προκαλεί μεγάλο αιφνιδιασμό.

Διασκελισμό με το «έως» έχουμε στον Βάρναλη, στον Ορέστη. Το βάζω ολόκληρο γιατί είναι πολύ περίτεχνο σονέτο, χαρακτηριστικό της νεανικής του περιόδου:

Σέλινα τα μαλλιά σου μυρωμένα,
λύσε τα να φανείς, ως είσαι, ωραίος
και διώξε από το νου σου πια το χρέος
του μεγάλου χρησμού, μια και κανένα

τρόπο δεν έχεις άλλονε! Και μ’ ένα
χαμόγελον ιδές πώς σ’ έφερ’ έως
στου Άργους την πύλη ο δρόμος σου ο μοιραίος
το σπλάχνο ν’ αφανίσεις που σ’ εγέννα.

Κανείς δε σε θυμάτ’ εδώ. Κι εσύ όμοια
τον εαυτό σου ξέχανέ τον κι άμε
στης χρυσής πολιτείας τα σταυροδρόμια

και το έργο σου σα να ’ταν άλλος κάμε.
Έτσι κι αλλιώς θα παίρνει σε από πίσου
γιά το αίμα της μητρός σου γιά η ντροπή σου.

Διασκελισμός με το «δίχως» στον Παλαμά:

Χωρίς φούντωμα, δίχως
άνθος, χλόισμα, καρπό,
κάθε κλώνος σου στίχος
τραγουδιού π’ αγαπώ.

Διασκελισμός με το «να» στον Λαπαθιώτη, στο ίδιο ποίημα που είδαμε πιο πάνω:

Κι ἂν τυχαίνει κι ὁ νοῦς νὰ
κάνει σκέψην ἄλλη,
δὲ κρατεῖ πολὺ καὶ νὰ
πάλι αὐτὴ προβάλλει…

Διασκελισμός με το «εχτός» στις Εστιάδες του Γρυπάρη:

Κι είναι γραμμένη του χαμού η Πολιτεία· εχτός
αν, πρι ο καινούριος ο ήλιος ανατείλει,
κάμει το θάμα του ο ουρανός, και στ’ άωρα της νυχτός
μακρόθυμος τον κεραυνό του κάτω στείλει.

Διασκελισμός με το «όμως» στον Δροσίνη, στην «Απόκριση στον Παλαμά«:

Συνοδοιπόροι ναι, μαζί κινήσαμε
στης Τέχνης το γλυκοξημέρωμα — όμως
με του καιρού το πέρασμα, χαράχτηκε
του καθενός μας χωριστός ο δρόμος:

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, ο διασκελισμός διακόπτει την κανονική, την προσδοκώμενη ροή του λόγου και προκαλεί ένα ξάφνιασμα, κάτι το απροσδόκητο. Και όταν συμβεί στο πρώτο σκέλος της ομοιοκαταληξίας, τότε προκαλεί, μαζί με το ξάφνιασμα, και την περιέργεια: πώς θα συνεχιστεί το νόημα ώστε να συμπληρωθεί η ρίμα;

Οπότε, η δρασκελιά της ποίησης είναι ένα απροσδόκητο στοιχείο που εξάπτει την περιέργεια.

Σε σπάνιες περιπτώσεις, κάποιοι προχώρησαν τον διασκελισμό στο μη περαιτέρω, στη… διάσπαση του ατόμου. Δηλαδή όχι απλώς χωρίζουν λέξεις που έχουν μεγάλη συντακτική συνοχή, όπως άρθρο και όνομα ή μόριο και ρήμα, αλλά χωρίζουν την ίδια τη λέξη.

Εδώ έχουμε το παράδειγμα του Σολωμού, που έχει έναν και μοναδικό τέτοιον υπερδιασκελισμό, στον Ύμνο εις την ελευθερία.

Τόσα πέφτουνε τα θέρι
σμένα αστάχια εις τους αγρούς·
σχεδόν όλα εκειά τα μέρη
εσκεπάζοντο απ’ αυτούς.

Επειδή πρόκειται για ξεχωριστό και αξιοπερίεργο στιχουργικό τέχνασμα, δεν θα πω άλλα για αυτόν τον «ενδολεκτικό» διασκελισμό, παρά μόνο ότι τον συνήθιζε ο Σκαρίμπας και από τους νεότερους ο Γιώργος Κεντρωτής. Ελπίζω κάποια στιγμή, πχ του χρόνου τέτοια εποχή, να γράψω ένα σχετικό άρθρο.

Και θα κλείσω με ένα ποίημα του καιρού μας, γραμμένο στη χιλιετία μας, που παρουσιάζει έναν έντονο διασκελισμό, ανάμεσα σε αόριστο άρθρο και σε όνομα, το Αντισονέττο του Θοδωρή Ρακόπουλου, γραμμένο το 2012. Έχει κάμποσους διασκελισμούς βέβαια -και με το «μια» στον προτελευταίο στίχο.

ΑΝΤΙΣΟΝΕΤΤΟ
Ξέρω πως την περιφρονείς αυτή την τέχνη. Δεν έχεις
κι άδικο. Λέξεις, η μια μετά την άλλη, και στο τέλος
μια ομοιοκαταληξία. Σπουδαίο πράμα… «Να προσέχεις»,
λένε οι φιλόλογοι, «τους δεκαπεντασύλλαβους, το μέλος
κι –όταν μπορείς– και τον ρυθμό». Μα τότε μένει η ποίηση
απλά μια τεχνική… Γι’ αυτό σου λέω, Μικρή Αλεπού,
φέρε τον χρόνο και την διάθεση να γίνει μες στην κίνηση
εικόνα το γραπτό, να αποτυπωθεί σαν όραμα αλλού,
σε κάποιον τοίχο ή σκοτεινή αίθουσα… ίσως ακόμη μες
στο θερινό της επαρχίας, με τα ζευγάρια που αγκαλιά
κοιτάνε το πανί, και λεν «καλά, το έργο είναι μεγάλο».
Βέβαια, νά πως να το πω, δήθεν μου έλειψες προχτές
και σκάρωσα αυτό εδώ, για να σου δείξω μια
περίπτωση σονέτου! Ας πάω τώρα να κάνω κάτι άλλο.

 

 

 

 

 

 

 

Posted in Ομοιοκαταληξία, Ποίηση, Στιχουργική | Με ετικέτα: , , , , , , | 129 Σχόλια »

Πολυσύλλαβα τραγουδιστά

Posted by sarant στο 4 Σεπτεμβρίου, 2017

Την Πέμπτη που μας πέρασε είχα πάει σε ένα γλέντι, εδώ στην ξενιτειά, και πολύ το χάρηκα διότι είχε όργανα κι έτσι βρήκα την ευκαιρία να τραγουδήσω -ξεπλένεται το μέσα σου όταν τραγουδάς. Λέγαμε λοιπόν, ανάμεσα στ’ άλλα, το τραγούδι του Τσιτσάνη «Μη μου ξαναφύγεις πια» που το ακούμε εδώ με τη Σωτηρία Μπέλλου:

Στη δεύτερη στροφή, λέει:

Ήταν άδικος ο χωρισμός και ανυπολόγιστα σκληρός

και για κάποιο λόγο, ενώ το τραγούδι το ξέρω δεκαετίες, προχτές στάθηκα στη λέξη «ανυπολόγιστα», που αφενός είναι ένα σκαλοπάτι πιο λόγια από το υπόλοιπο τραγούδι και αφετέρου είναι εξασύλλαβη.

Σκέφτηκα λοιπόν αν υπάρχουν υπερπολυσύλλαβες λέξεις σε τραγούδια ή σε ποιήματα, και πόσο μεγάλες είναι.

Στον γραπτό πεζό λόγο, που προορίζεται να διαβαστεί, γίνονται ανεκτές, έστω κι αν είναι πολύ σπάνιες, ακόμα και δεκασύλλαβες λέξεις ή και παραπάνω. Έχουμε φυσικά ειδικό άρθρο για τις μεγάλες ελληνικές λέξεις, όπου βλέπουμε ότι το ρεκόρ στις λεξικογραφημένες λέξεις το έχει η λέξη «δεσοξυριβοζονουκλεϊνικό» (οξύ, το DNA) με 23 γράμματα. Ένα σκαλοπάτι πιο κάτω, με 22, το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα. Και χάλκινο μετάλλιο, με 21, τα κοινωνιογλωσσολογικός, αλληλοεξουδετερώνομαι, ενώ εκτός λεξικών βρίσκουμε πολύ πιο εντυπωσιοακά μακρινάρια -αν και τα περισσότερα είναι ευκαιριακές κατασκευές.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά ρεκόρ, Ποίηση, Στιχουργική, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , , | 153 Σχόλια »

Ο Σουρής για τη φοιτήτρια Ροκά -πριν από 120 χρόνια

Posted by sarant στο 8 Μαρτίου, 2015

Το άρθρο ανεβαίνει με αυτόματο πιλότο -εγώ έχω φύγει ανήλιαγα αλλά θα γυρίσω το βραδάκι.

Μια και σήμερα είναι η διεθνής ημέρα της γυναίκας, σκέφτηκα να βάλω ένα στιχούργημα του Γ. Σουρή, γραμμένο πριν από 120 χρονια, που σχολιάζει ένα γεγονός πρωτοφανές τότε και κοινότατο σήμερα, την εμφάνιση μιας φοιτήτριας στο ανδροκρατούμενο τότε Πανεπιστήμιο Αθηνών, το λεγόμενο και «φλογερό καμίνι». Πρόκειται για τη Θηρεσία Ροκά, φοιτήτρια της Φιλοσοφικής.

Η Ροκά δεν ήταν η πρώτη Ελληνίδα φοιτήτρια. Ο τιμητικός αυτός τίτλος ανήκει στην Ιωάννα Στεφανόπολι, που γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή το 1890, αφού προηγουμένως η αίτησή της έφερε σε αμηχανία τη Σύγκλητο του Αθήνησι, η οποία παρέπεμψε το θέμα στην Κυβέρνηση. Έγιναν και αλλες αιτήσεις υποψήφιων φοιτητριών, αλλά δεν εγκρίθηκαν. Το 1892, δύο χρόνια αργότερα, τέσσερις άλλες κοπέλες εγγράφονται στο πανεπιστήμιο: οι αδελφές Αλεξάνδρα και Αγγελική Παναγιωτάτου στην Ιατρική σχολή, η Φλωρεντία Φουντουκλή στη Μαθηματική σχολή και η Θηρεσία Ροκά στην Φιλοσοφική.

Ο Σουρής δεν έγραψε για τη Ροκά με την ευκαιρία που άρχισε τις σπουδές της, αλλά τρία χρόνια αργότερα. Πράγματι, στις αρχές του 1895, είχαν γίνει φοιτητικές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας για την παύση του καθηγητή της Αρχαιολογίας Αντώνη Οικονόμου. Ο Οικονόμου, που ήταν πολύ αγαπητός στους φοιτητές, είχε κατηγορηθεί για λογοκλοπή και απολύθηκε από τον υπουργό Άγγελο Βλάχο (εδώ και εδώ βλέπετε δυο άρθρα εφημερίδων της εποχής). Στις κινητοποιήσεις συμμετείχε και η Θηρεσία Ροκά. Δεν νομίζω να είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στα επεισόδια -υποθέτω ότι και μόνη η είδηση της συμμετοχής μιας γυναίκας αρκούσε για να την προαγάγει σε πρωταγωνίστρια.

Το στιχούργημα που θα δείτε δημοσιεύτηκε στον Ρωμηό, την εφημερίδα του Σουρή, στο τχ. 501, στις 25 Φεβρουαρίου 1895 -πριν απο 120 χρόνια και κάτι μέρες. Ήδη η έμμετρη ένδειξη της ημερομηνίας αναφέρει: Πέμπτη κι εικοστή Φλεβάρη / κι οι γυναίκες στο ποδάρι, ενώ το σχετικό ποίημα τιτλοφορείται «Πανεπιστημιακά – κι η φοιτήτρια Ροκά». Φυσικά ο Σουρής επαναλαμβάνει όλα τα στερεότυπα για τις γυναίκες στο στιχούργημά του, ενώ (φαίνεται να) θεωρεί ότι η συμμετοχή μιας γυναίκας στις φοιτητικές κινητοποιήσεις αποτελεί τον προάγγελο κοσμοϊστορικών εξελίξεων και ότι η τελική κατάληξη θα είναι μια πλήρης ανατροπή των πατροπαράδοτων, με τις γυναίκες να αναλαμβάνουν τα ηνία και τους άντρες να μένουν στο σπίτι και μάλιστα να θηλάζουν τα μωρά.

Όσο για τη Θηρεσία Ροκά, πήρε το πτυχίο της (ή αναγορεύθηκε σε διδάκτορα, που δεν ξέρω τι σήμαινε αυτός ο όρος τότε) το 1898. Εδώ βλέπουμε μια φωτογραφία της από ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε το 1899 στο Ημερολόγιον Σκόκου, στο οποίο πληροφορούμαστε ότι ήδη διορίσθηκε «καθηγητής» στο Αρσάκειο -και όχι «καθηγήτρια»! (Τόσο αστείο θα φαίνεται και στα εγγόνια μας να λέμε για γυναίκες βουλευτές και δικαστές).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Δύο φύλα, Εκπαίδευση, Στιχουργική, Σατιρικά, Σουρής | Με ετικέτα: , , , | 120 Σχόλια »

Μια έμμετρη ικανοποίηση

Posted by sarant στο 10 Νοεμβρίου, 2013

Το σημερινό μας άρθρο, φιλολογικό όπως συνήθως τις Κυριακές, θα είναι σύντομο, διότι την τελευταία στιγμή διαπίστωσα ότι δεν μπορούσα να γράψω το θέμα που είχα αρχικά στο μυαλό μου -έλειπαν πηγές, που λέμε. Οπότε, γράφω κάτι πρόχειρο -αλλά έχουν και τα πρόχειρα τη χάρη τους.

Για τον Γεώργιο Σουρή έχουμε γράψει κάμποσες φορές -το έργο του μού είναι πολύ οικείο επειδή ο παππούς μου τον αγαπούσε πολύ και έχω κατά κάποιο τρόπο γαλουχηθεί με τους στίχους του. Βέβαια, κάποια άρθρα του ιστολογίου έχουν στόχο να δείξουν ότι το ένα ή το άλλο στιχούργημα ΔΕΝ είναι του Σουρή, σε αντίθεση με όσα διαδίδονται στο Διαδίκτυο.

Ο Σουρής, όπως θα ξέρετε, εξέδιδε από το 1883 έως το 1918 την έμμετρη εφημερίδα «Ο Ρωμηός» . Κι όταν λέμε έμμετρη, εννοούμε έμμετρη σε όλα, από τον τίτλο (Ο Ρωμηός εφημερίς – που την γράφει ο Σουρής) έως την ημερομηνία, τον αριθμό του φύλλου ή τις μικρές αγγελίες και τις διαφημίσεις. Λίγο περισσότερα γι’ αυτή την εφημερίδα είχα γράψει σε ένα παλιό άρθρο του ιστολογίου και σε ένα άλλο ειδικότερα για τις ημερολογιακές ρίμες του Σουρή.

Ο Ρωμηός κυκλοφόρησε επί 35 χρόνια, αλλά διέκοπτε κάθε καλοκαίρι την κυκλοφορία του για μερικές εβδομάδες, ενώ στην ιστορία του υπήρξαν και δυο μεγαλύτερες διακοπές, πολύμηνες αυτές: η πρώτη, πολύ γνωστή, στην αρχή της έκδοσής του, όταν ο Σουρής διέκοψε την έκδοση για να μελετήσει για τις πτυχιακές εξετάσεις της Φιλοσοφικής -και ευτυχώς «απερρίφθη μετά πολλών επαίνων», και η δεύτερη, μάλλον άγνωστη, λίγο πριν από το τέλος της, όταν ο Ρωμηός έπεσε θύμα της ακροδεξιάς επιστρατικής τρομοκρατίας μετά τα Νοεμβριανά του 1916.

Στο πρώτο φύλλο μετά την πρώτη πολύμηνη διακοπή, στις 23 Ιουνίου 1884, στο τέλος της 4ης (και τελευταίας) σελίδας υπήρχε η εξής έμμετρη ειδοποίηση:

romaddress

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Στιχουργική, Σατιρικά, Σουρής | Με ετικέτα: , | 22 Σχόλια »

Σμαραγδένιος ανηφορίζων

Posted by sarant στο 19 Αυγούστου, 2013

Το σμαράγδι είναι πολύτιμος λίθος με βαθυπράσινο χρώμα. Στα ελληνικά η λέξη υπάρχει από την ελληνιστική εποχή (σμαράγδιον) και, παρά τις διάφορες θεωρίες των Βυζαντινών λογίων, που ήθελαν να ετυμολογείται από άλλες ελληνικές λέξεις (π.χ. από το σμαραγή = πάταγος), φαίνεται ότι προέρχεται από το σανσκρ. marakatam, άλλωστε υπάρχει και ο τύπος «μάραγδος». Η ελληνική λέξη πέρασε στα λατινικά (smaragdus), και από εκεί στις λατινογενείς γλώσσες, όπου άλλαξε όχι λίγο -ας πούμε στα γαλλικά είναι émeraude, στα αγγλικά emerald. αν και στα γερμανικά έχει μείνει Smaragd. Στα ισπανικά είναι esmeralda, γένους θηλυκού, και από εκεί το όνομα Εσμεράλδα, ενώ και στα ελληνικά έχουμε όνομα γυναικείο Σμαράγδα ή Σμαραγδή, απ’ όπου πρέπει να είναι και το χαϊδευτικό Σμαρώ.

Το επώνυμο Σμαραγδής ανήκει στην όχι πολύ πολυμελή ομάδα επωνύμων που έχουν σχηματιστεί από ονόματα γυναικών, που λέγονται μητρωνυμικά, όπως είναι ο Γαρουφαλιάς, ο Ελένης, ο Αφέντρας, αλλά και ο Θανάσαινας ή ο Γιαννάκαινας (αρχικά, γιος της Θανάσαινας, της γυναίκας του Θανάση, κτλ.) Έτσι και ο Σμαραγδής προήλθε από κάποιον γιο κάποιας Σμαραγδής. Κι έτσι φτάσαμε στο κυρίως θέμα της ανάρτησης, διότι σήμερα δεν θα λεξιλογήσουμε για το σμαράγδι, παρόλο που και οι πολύτιμοι λίθοι έχουν μεγάλο ετυμολογικό και γενικά γλωσσικό ενδιαφέρον, αλλά θα αναφερθώ, σύντομα, σε δύο πράγματα που ειπώθηκαν προχτές όταν ο πρωθυπουργός τίμησε τον σκηνοθέτη Γιάννη Σμαραγδή.

Το άρθρο θα είναι σύντομο επειδή δεν έχω πολλά να πω και επειδή σε ένα τουλάχιστον σημείο θέλω να μου λύσετε εσείς μιαν απορία, είναι κάτι που εγώ δεν το ξέρω.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.

Προχτές στην Πύλο, ο πρωθυπουργός κ. Αντώνης Σαμαράς τίμησε δύο πρόσωπα, αφενός τον ντόπιο ναυτικό Βέλιο Καραβία (1948-2009), που με ηρωισμό έσωσε 29 ναυτικούς από ένα φλεγόμενο δεξαμενόπλοιο, και αφετέρου τον (όχι ντόπιο, αλλά Κρητικό) σκηνοθέτη Γιάννη Σμαραγδή, που έχει κάνει πολλές γνωστές ταινίες, με τελευταία το «Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι», η οποία βιογραφεί τον Ιωάννη Βαρβάκη.

Θα τα πω κι εγώ, αλλά στο βιντεάκι μπορείτε να δείτε όσα διαμείφθηκαν:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Λογοτεχνία, Ονόματα, Στιχουργική | Με ετικέτα: , , , , , , | 133 Σχόλια »

Δελτίον φορο-θυέλλης

Posted by sarant στο 30 Ιουνίου, 2011

Μια και το μεσοπρόθεσμο ψηφίστηκε και ακολουθεί η εξίσου συνοπτική ψήφιση του εφαρμοστικού νόμου, που θα εξαπολύσει φοροκαταιγίδα πάνω στους ίδιους και τους ίδιους, πιστεύω πως ταιριάζει να αναδημοσιεύσω εδώ ένα ποίημα που έγραψε, αν και πρόχειρα, ένας εκλεκτός φίλος του ιστολογίου, ο αγαπητός Κορνήλιος, διότι μου φαίνεται κρίμα να μένει καταχωνιασμένο τέτοιο ωραίο στιχούργημα στο μισοσκόταδο των σχολίων, όπου αρχικά εμφανίστηκε. Πραγματικά μου αρέσει πολύ -και σκέφτομαι πως αν έβγαινε ακόμα ο Ρωμηός του Σουρή αυτό το ποίημα θα ήταν το σημερινό του πρωτοσέλιδο!

Επειδή ο φίλος Κορνήλιος (για όσους δεν τον ξέρουν) είναι φανατικός οπαδός του πολυτονικού, το ποίημά του το έγραψε με δασείες και περισπωμένες. Το παραθέτω όπως το έγραψε και πιο κάτω το αντιγράφω χωρίς σκουληκάκια, για όσους δεν μπορούν να τα εμφανίσουν  στον υπολογιστή τους.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ποίηση, Στιχουργική, Συνεργασίες | Με ετικέτα: , , , , | 75 Σχόλια »

Το λημέρι με τα λιμερίκια

Posted by sarant στο 18 Νοεμβρίου, 2010

Η παροιμία λέει, μην τάξεις σ’ άγιο κερί και σε παιδί κουλούρι. Εγώ έχω τάξει, εδώ και κάμποσες μέρες, όχι σε άγιο αλλά σε ιάγο, ότι «μετά τις εκλογές» θα ανεβάσω ένα άρθρο –τούτο δω που διαβάζετε– για τα λιμερίκια. Περάσαν οι εκλογές, ήρθε ο καιρός να πληρωθεί το ρηθέν.

Τα λιμερίκια είναι η ελληνική απόδοση του αγγλικού limericks, λίμερικ. Είναι πεντάστιχα ποιήματα, με ομοιοκαταληξία ΑΑΒΒΑ, με σατιρικό, άσεμνο ή ανόητο θέμα –είναι μια άσκηση στην αθυροστομία και στη σαχλαμάρα, αλλά έχει γούστο.

Λέγονται έτσι, επειδή (φαίνεται ότι) ξεκίνησαν από την ιρλανδική πόλη Λίμερικ, ή τουλάχιστον έτσι λένε τα κιτάπια. Μεγάλος λιμερικογράφος ήταν ο εγγλέζος ποιητής Έντουαρντ Ληρ (1812-1888). Θα δούμε ένα λιμερίκι του Ληρ από την Βικιπαίδεια γιατί είναι τυπικό της φόρμας του στιχουργήματος:

There was an Old Man of Aosta
Who possessed a large Cow, but he lost her;
But they said, ‘Don’t you see,
she has rushed up a tree?
You invidious Old Man of Aοsta!’

(προειδοποίηση: παρακάτω έχει (και) άσεμνα στιχάκια, αν σας ενοχλούν μην προχωρήσετε).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ευτράπελα, Στιχουργική | Με ετικέτα: , , , , | 200 Σχόλια »