Archive for the ‘Συγκριτικά γλωσσικά’ Category
Posted by sarant στο 30 Μαρτίου, 2023
Κι επειδή ακόμα δεν έχω επιστρέψει στη βάση μου, καταφεύγω στη λύση της αναδημοσίευσης για να μη σπάσει το σερί της καθημερινής ανάρτησης άρθρου. Θα ξαναδημοσιεύσω ένα άρθρο από το… μποστάνι του ιστολογίου, που αρχικά είχε δημοσιευτεί πριν από 9 και κάτι χρόνια, με κάποιες προσθήκες και αλλαγές.
Δεν εννοώ βέβαια τη συγκινητική στιγμή μιας ταινίας ή ένα τραγούδι που το έχουμε συνδέσει με ωραίες στιγμές της ζωής μας, κυριολεκτώ, άλλωστε θα σας προϊδέασε η εικόνα. Το άρθρο, που δεν είναι το πρώτο που αφιερώνω στα φαγώσιμα, αφορά το κρεμμύδι -και το κρεμμύδι, το ξερό, πράγματι φέρνει δάκρυα σε όποιον το καθαρίζει και το κόβει.
Το κρεμμύδι φέρνει δάκρυα, επειδή περιέχει αιθέρια έλαια που όταν το ψιλοκόβεις απελευθερώνονται και ερεθίζουν τα μάτια. Στη Λυσιστράτη του Αριστοφάνη, σε ένα σημείο όπου ο χορός των γερόντων κάνει κόντρα με τον χορό των γυναικών, ο γέροντας λέει: Βούλομαί σε γραυ κύσαι, παναπεί θέλω να σε φιλήσω, και απαντάει η γυναίκα: Κρομμύων τ’ άρ’ ου σε δει, παναπεί: άρα, δεν θα χρειαστείς κρεμμύδια -εννοώντας ότι θα τον δείρει τόσο που να κλάψει χωρίς να έχει ανάγκη να χρησιμοποιήσει κρεμμύδι για τούτο· ή, στη μετάφραση του Πολ. Δημητρακόπουλου, «Αλλ΄ανάγκη πια δε θάχεις από κρομμυδιού κομμάτια, να σου κλάψουνε τα μάτια».
Το κρεμμύδι βρίσκεται από πολύ παλιά στα μέρη μας -είναι από εκείνα τα λαχανικά που τα μνημονεύει ο Όμηρος -και μάλιστα στην Ιλιάδα, στη ραψωδία Λ, διαβάζουμε ότι πρόσφεραν κρεμμύδι σαν μεζέ για το κρασί (κρόμυον ποτῷ ὄψον), κάτι που σήμερα δεν νομίζω να συνηθίζεται, όσο κι αν το κρεμμύδι, μαζί με ψωμί, ελιές και τυρί ήταν συστατικό στοιχείο στο λαϊκό κολατσιό μέχρι πρόσφατα.
Σίγουρα πάντως οι αρχαίοι έτρωγαν πολύ κρεμμύδι, ιδίως στον στρατό. Στην Ειρήνη του Αριστοφάνη ο Τρυγαίος χαίρεται που δεν θα φοράει πια κράνος και δεν θα τρώει τυρί και κρεμμύδια (κράνους ἀπηλλαγμένος τυροῦ τε και κρομμύων).. Στο βιβλίο «Η γλώσσα της γεύσης» της Μ. Καβρουλάκη βρίσκω ότι ο Ηρόδοτος λέει ότι οι αθλητές έτρωγαν ένα κρεμμύδι το πρωί κι ένα το βράδυ -το κακό όμως είναι ότι δεν το βρίσκω πουθενά στον ίδιο τον Ηρόδοτο, οπότε η πληροφορία ίσως πρέπει να θεωρηθεί «απόφευγμα».
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Μποστάνι των λέξεων, Ποίηση, Στρατός, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: Όμηρος, Αριστοφάνης, Γιώργος Κοτζιούλας, Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι, Ηρόδοτος, Κ.Γ.Καρυωτάκης, Πρέβεζα, Πολύβιος Δημητρακόπουλος, κρεμμύδι | 121 Σχόλια »
Posted by sarant στο 17 Μαρτίου, 2022
Τις τελευταίες μέρες ολοι συζητάνε για τα καύσιμα και την τιμή τους, που έχει εκτοξευτεί στη στρατόσφαιρα -κάτι που είχε αρχίσει ήδη πριν από την ουκρανική κρίση αλλά που επιδεινωθηκε πολύ μετά τη ρωσική εισβολή και τον πόλεμο, εδώ και είκοσι μέρες.
Το άρθρο γράφεται φυσικά πριν από τις σημερινές πρωινές ανακοινώσεις των αρμόδιων υπουργών, οπότε δεν ξέρω ποια ακριβώς μορφή έχει η εξαγγελθείσα «παρέμβαση στα καύσιμα».
Δεν έχει σημασία, άλλωστε, διότι εμείς εδώ λεξιλογούμε οπότε η δική μας παρέμβαση, με το σημερινό άρθρο, θα είναι λεξιλογική. Ελπίζω έτσι να ικανοποιηθούν και όσοι φίλοι είχαν ζητήσει σχετικό άρθρο.
Τα καύσιμα, που λέμε, είναι ουσιαστικοποιημένο επίθετο. Το επίθετο είναι «καύσιμος-καύσιμη-καύσιμο» (π.χ. καύσιμη ύλη, καύσιμο μίγμα) και έχει προέλευση αρχαία. Καύσιμος, στα αρχαία, ήταν ο κατάλληλος για καύση· για παράδειγμα, στην Κύρου Ανάβασι του Ξενοφώντα διαβάζουμε: έκαιον πάντα, όσα καύσιμα εώρων.
Το ουσιαστικοποιημένο πάλι επίθετο, το καύσιμο, είναι σημασιολογικό δάνειο από το γαλλικό carburant. Συνήθως εκφέρεται στον πληθυντικό (στερεά/υγρά καύσιμα, πρατήριο καυσίμων, η τιμή των καυσίμων, ανεφοδιασμός σε καύσιμα) αλλά ο ενικός επίσης χρησιμοποιείται (διάβαζα, ας πούμε, τις προάλλες ένα άρθρο με τίτλο «γιατί δεν προχωράει το υδρογόνο ως καύσιμο;»).
Το καύσιμο βεβαια προέρχεται από την καύση και το ρήμα καίω. Να πούμε εδώ ότι έχουμε και το κάψιμο, που όμως δεν είναι ο λαϊκός τύπος του καυσίμου αλλά άλλη λέξη, της δημοτικής βέβαια, ρηματικό ουσιαστικό που δηλώνει την ενέργεια ή το αποτέλεσμα του ρήματος «καίω» και έχει πάρει και άλλες σημασίες. Αλλωστε είναι ανισοσύλλαβο (του καψίματος ενώ του καυσίμου).
Όταν δεν προσδιορίζουμε τι καύσιμα εννοούμε, η υπόρρητη παραδοχή είναι ότι αναφερόμαστε σε καύσιμα για αυτοκίνητα. Αλλιώς, θα το προσδιορίσουμε: καύσιμα αεροπλάνων, ας πούμε. Για την καύσιμη ξυλεία υπάρχει και ο μονολεκτικός όρος «καυσόξυλα», ο δε Χαρίλαος Τρικούπης, τον καιρό πριν από τα αυτοκίνητα, είχε ονομαστεί «Καυσόξυλος» επειδή ήθελε να βάλει φόρο στα καυσόξυλα.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: πετρέλαιο, Καλλίνικος Δ', Ρούντολφ Ντίζελ, Φαμπιέν Ρουσέλ, Χαρίλαος Τρικούπης, βενζίνη | 209 Σχόλια »
Posted by sarant στο 15 Ιουλίου, 2021
Με ρώτησε μια φίλη αν είναι αλήθεια ότι η λέξη κομπανία προέρχεται από τη λατινική λέξη για το ψωμί. Η σύντομη απάντηση στην ερώτησή της είναι «ναι». Η φλύαρη απάντηση είναι αυτό το άρθρο, αν και βέβαια πολλά από αυτά που θα πούμε σήμερα τα έχουμε ξαναπεί το μακρινό 2013, μόνο που τώρα θα τα δούμε από άλλη οπτική γωνία, ενώ θα προσθέσουμε κι άλλα.
Κομπανία, στα σημερινά ελληνικά είναι καταρχάς η παρέα, η συντροφιά των φίλων, η ομήγυρη. Λέγεται ιδίως για μια παρέα με μόνιμη σύνθεση, ενώ συχνά το βλέπουμε να χρησιμοποιείται και ειρωνικά, με μειωτική απόχρωση, π.χ. ήρθε πάλι ο Γιάννης, η Μαρία και η γνωστή κομπανία.
Επίσης κομπανία είναι άλλη μια ονομασία για το μουσικό συγκρότημα -όμως λέγεται σχεδόν αποκλειστικά για μπάντες λαϊκής ή παραδοσιακής μουσικής. Μετά τη μεταπολίτευση ήταν η χρυσή εποχή για τις κομπανίες και μάλιστα τις επώνυμες, όταν εμφανίστηκαν πρώτα η Ρεμπέτικη Κομπανία, νομίζω, και μετά η Οπισθοδρομική Κομπανία και η Αθηναϊκή Κομπανία -για όσους τις θυμούνται.
Τέλος, μια σημασία παρωχημένη: κομπανία είναι επίσης η εταιρεία, ιδίως η ξένη. Μου λένε ότι στη γλωσσική ποικιλία των Ελλήνων της Αμερικής η χρήση αυτή είναι πάντα ζωντανή, ας επιβεβαιώσει ή ας διαψεύσει όποιος διαβάζει από εκείνα τα μέρη.
Η ελληνική λέξη είναι δάνειο από το ιταλικό compagnia, ενώ πολύ κοντά είναι το γαλλικό compagnie, ή το αγγλικό company. Όλες αυτές οι λέξεις ανάγονται στο υστερολατινικό companio, από το con (αντίστοιχο με το δικό μας «συν») και το panis = ψωμί. Ο companio ήταν λοιπόν αυτός μαζί με τον οποίο τρως ψωμί, ο συνάδελφος στο στρατό, ο κοντινός άνθρωπος.
Στη συνέχεια, στις νεότερες γλώσσες, η σημασιακή εξέλιξη ξεκίνησε από την ομήγυρη, τη συνάθροιση ανθρώπων, και σταδιακά άρχισαν να εμφανίζονται κι άλλες σημασίες. Για παράδειγμα, στα αγγλικά company δεν είναι μόνο η παρέα, η συντροφιά και η συναναστροφή, αλλά και η εταιρεία, ο θίασος, το πλήρωμα πλοίου και ο λόχος στον στρατό.
Ολοφάνερη είναι η αντιστοιχία με το ελληνικό «σύντροφος», μόνο που ο companio προσδιορίζει ακριβέστερα την τροφή: ψωμί, αν και βέβαια θα είχαν και κάποιο προσφάι να το νοστιμεύουν, έστω κι ελιές ή κρεμμύδι ή κανένα παστό ψάρι (ψάρι, το κατεξοχήν όψον).
Εξάλλου, «συντροφία» είναι ένας από τους όρους που χρησιμοποιήθηκαν παλιότερα για εμπορικές εταιρείες, και η συντομομορφή «σία» στον τίτλο μιας επιχείρησης (π.χ. Γεωργόπουλος και σία) στο «συντροφία» αντιστοιχεί, όπως και το γαλλ. Cie αντιστοιχεί στο compagnie.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Αριστερά, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Παπαδιαμάντης, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: Bad Company, Οπισθοδρομική Κομπανία, Ρεμπέτικη Κομπανία, κουμπάνια, κομπανία | 141 Σχόλια »
Posted by sarant στο 2 Ιουλίου, 2020
To 1980, με τον φίλο μου τον Θέμη, πήραμε την απόφαση να πάμε διακοπές ένα μήνα με το Ιντερέιλ, έναν θεσμό που τότε ήταν πολύ δημοφιλής στους νέους ή τουλάχιστον στους φοιτητές. Με ένα προσιτό αντίτιμο, που δεν θυμάμαι καθόλου πόσο ήταν, έπαιρνες μια κάρτα που σου εξασφάλιζε δωρεάν χρήση όλων των σιδηροδρόμων της Ευρώπης για 30 μέρες. (Όλων; Υπήρχανε και κάποιες εξαιρέσεις, αλλά ήταν η ευλογημένη εποχή πριν από το κύμα των ιδιωτικοποιήσεων, οπότε οι εξαιρέσεις ελάχιστα επηρέαζαν). Στη δική σου χώρα όμως, ή μάλλον στη χώρα όπου αγόραζες την κάρτα, ίσχυε μόνο έκπτωση 50%, όχι δωρεάν χρήση, γι’ αυτό οι Αμερικανοί που έρχονταν με Ιντερέιλ προτιμούσαν να ξεκινούν από το Λουξεμβούργο.
Ήταν λοιπόν ένας προσιτός τρόπος για να γυρίσει κανείς την Ευρώπη. Φυσικά, μέναμε σε ξενώνες νεότητας, Youth hostel, αφού φυσικά βγάζαμε και τη σχετική κάρτα, εκτός από τους τυχερούς που είχαν να φιλοξενηθούν κάπου. Και βέβαια, όλα μας τα πράγματα τα είχαμε στο τεράστιο σακίδιο της πλάτης, εύκολα ρούχα πλύνε-βάλε και κυρίως λιγοστά. Αν έκανα το ίδιο ταξίδι σήμερα θα είχα οπωσδήποτε μαζί μου κινητό και ταμπλέτα, ίσως και το λάπτοπ, καθώς και κάμποσα καλώδια και φορτιστήρια, αλλά τότε δεν υπήρχαν τέτοια πράγματα και μόνο μια παλιομηχανή είχα μαζί μου και λιγοστές φωτογραφίες τράβηξα.
Tην εποχή εκείνη υπήρχαν και περιορισμοί συναλλαγματικοί -δεν θυμάμαι πόσα μπορούσαμε να πάρουμε μαζί μας, νομίζω 240 δολάρια, αλλά ήταν λίγα για ένα τέτοιο ταξίδι. Πήραμε βεβαίως κρυφά και λίγα παραπάνω, αλλά δεν είχαμε γενικώς και πολλά λεφτά. Νομίζω ότι έφυγα με 400 δολάρια, κρυμμένα και φανερά. Είχαμε κάνει το σχέδιο να μην αλλάζουμε τόπο διαμονής κάθε μέρα, αλλά να μένουμε από 3 έως 6 μέρες σε μεγάλες κυρίως πόλεις.
Αλλάξαμε τρένο στο Βελιγράδι και πρώτος σταθμός μας ήταν η Βουδαπέστη, όπου θα μέναμε σε κάτι φοιτητικές εστίες μέσα στην πόλη. Εκεί είχα έναν γνωστό γνωστού, που ήταν κι αυτός Κνίτης και σπούδαζε στη Βουδαπέστη, και μας διευκόλυνε να γίνουμε δεκτοί, νομίζω τζάμπα. Αγγλικά τότε μιλούσαν ελάχιστοι, οπότε έπρεπε να τα βγάλουμε πέρα με νοήματα, κέσενεμ και κέρεμ (ευχαριστώ, παρακαλώ) και «γκέρεγκ κέρεκ α τελεφονχόζ» (τον έλληνα φοιτητή στο τηλέφωνο) για να καλέσω τον γνωστό γνωστού σε περίπτωση που συνέβαινε κάτι. Αλλά όλα πήγαν μια χαρά, η δε Βουδαπέστη εκτός από πανέμορφη ήταν και προσιτή για τα ισχνά βαλάντιά μας.
Την τελευταία μέρα έπρεπε να αδειάσουμε το χόστελ νωρίς, αλλά το τρένο για το Μόναχο, που ήταν ο επόμενος προορισμός μας, έφευγε στις 6 το απόγευμα. Για να μην τριγυρνάμε ολη μέρα στην πολη με τα σαμάρια, πήγαμε στον σταθμό των τρένων, αφήσαμε τα σακίδιά μας στην αίθουσα φύλαξης αποσκευών κι έτσι απαλλαγμένοι από το βάρος αρχίσαμε τις βόλτες. Γυρίσαμε στον σταθμό 20 λεπτά πριν από την αναχώρηση και με τρόμο είδαμε μια τεράστια ουρά στην παραλαβή των αποσκευών -αυτό δεν το είχαμε υπολογίσει!
Αφού είδαμε ότι με τον ρυθμό που προχωρούσε η ουρά ήταν αδύνατο να προλάβουμε το τρένο, πήγα μπροστά και με αγγλικά και με νοήματα προσπάθησα να πείσω τον υπεύθυνο ότι επειγόμαστε, και σε μια στιγμή που εκείνος κοίταζε αλλού μπήκα μέσα στο χώρο με τα σακίδια, που ήταν καμιά πεντακοσαριά, βρήκα το δικό μου και του Θέμη και όλος χαρά ξαναβγήκα έξω και είπα στον φίλο μου να βιαστούμε για να μη χάσουμε το τρένο για το Μόναχο.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Αναμνήσεις, Παρίσι, Συγκριτικά γλωσσικά, Ταξιδιωτικά, Φωτογραφίες, γαλλικά | Με ετικέτα: Interrail, ρουμάνικα, τρένο, φτηνός, φθηνός, Βουδαπέστη, Μόναχο, Σιδηρόδρομοι, ολλανδικά | 219 Σχόλια »
Posted by sarant στο 20 Ιανουαρίου, 2020
Συνεχίζουμε και στην καινούργια χρονιά τις δημοσιεύσεις των συνεργασιών του γλωσσολόγου και φίλου Νίκου Νικολάου, με ένα θέμα που μας έχει απασχολήσει κι άλλη φορά στο ιστολόγιο -την προφορά των αρχαίων Ελλήνων και κατά πόσο διέφερε από τη δική μας. Θυμίζω πως παρόμοιο θέμα, αλλά από εντελώς άλλη οπτική γωνία, είχε και η προηγούμενη συνεργασία του Νικολάου που δημοσιεύσαμε.
Δεν χρειάζεται να πω πολλά ως εισαγωγή, δίνω τον λόγο στον Νικολάου και στο τέλος παραθέτω κατάλογο με όλες τις προηγούμενες συνεργασίες του στο ιστολόγιο.
Αρχική δημοσίευση εδώ.
Η σωστή απάντηση στο ερώτημα είναι αυτή του Δημήτρη Αλμυράντη, που αναλύει τα κίνητρα και τις αγχώσεις που υποκινούν τέτοιες αντιδράσεις:
Για να καταλάβει κανείς την αντίδραση αυτή, δεν μπορείς να την θεωρήσεις ανάλογη στο «οι αγγλόφωνοι δεν αναγνωρίζουν την παλαιοαγγλική προφορά», όπως είπαν άλλοι. Η αντίδραση έχει τις καταβολές της εξ ολοκλήρου στη διαμόρφωση του σύγχρονου νεοελληνικού πολιτισμού. Τα θεμέλια της μεταοθωμανικής ελληνικής υψηλής κουλτούρας βασίζονται σε δυτικούς και ντόπιους «διαφωτιστές», που κατέβηκαν και μας είπαν πως όλα όσα κάναμε τα τελευταία 2000 χρόνια ήταν στραβά, και πως έπρεπε να γυρίσουμε το ρολόι πίσω. Δέστε για παράδειγμα τι έκαναν στην Ακρόπολη. Για πάνω από 3/4 της ύπαρξης του ελληνικού κράτους, κάναμε τις επίσημές μας συνδιαλλαγές, και για αρκετά χρόνια και τη λογοτεχνία μας, στην καθαρεύουσα, ένα αμάλγαμα της κακιάς ώρας της αρχαίας και της νέας ελληνικής.
Όταν ο καλοπροαίρετος Ερασμιακός σοφός μας λέει, «οι πρόγονοί σας αλλιώς τα προφέρανε», ο έλληνας ακούει «εσείς οι μπασταρδεμένοι σλαβότουρκοι δεν θα γίνετε βέροι έλληνες μέχρι να ανακτήσετε όλα όσα έκαναν οι αρχαίοι» (εδώ γαρ είναι Βαλκάνια). Για τους έλληνες, το «έτσι έκαναν οι αρχαίοι» σημαίνει ούτε λίγο ούτε πολύ «έτσι είναι το Καλό, το Εθνικό, και το Σωστό.» Το να δεχτούμε πως δεν προφέρουμε τη γλώσσα μας «σωστά», ή έστω και να δεχτούμε διαχωρισμό της αρχαίας και της νέας γλώσσας, είναι φερμπότεν. Ακόμα και αν δεν το εκφράσει κανείς τόσο καυστικά όσο στο σεντόνι αυτό που γράφω, το πολιτιστικό ταμπού παραμένει παντού.
Για να καταλήξω, η απάντησή μου στο ερασμιακό σύστημα είναι πως «δοκίμασαν καλύτεροι» και δεν τα κατάφεραν να τρυπώσουν στο κλειστό κιβώτιο της νεοελληνικής νοοτροπίας. Δεν περιμένω να φτουρήσει η συγκεκριμένη ιδέα, με όλες της τις αδυναμίες: παρά τα ενδεχόμενα προτερήματα μιας πραγματικής αναμόρφωσης της αντιμετώπισης και από τα δύο μέτωπα της προφοράς της αρχαίας, το αποτέλεσμα θα ήταν οι Ερασμιακές ανοησίες να φορτωθούν στο ήδη επαρμένο Ελληνικό πανεπιστημειακό τομέα. Όπως είπαν κι άλλοι: παρατάτε τη γλώσσα μας. Σάματι τα καταφέρνετε πια και σεις τόσο καλύτερα;
Προσπέρασα αρχικά το ερώτημα αυτό, αλλά μόλις με ρώτησε εκτός ιστοτόπου χρήστης που ανέφερε τη διαφορά στο πώς αντιδρούν οι έλληνες με τους κινέζους και τους ιταλούς. Υπάρχουν συγκεκριμένοι γλωσσικοί και πολιτιστικοί παράγοντες, που προκαλούν μια τέτοια εκνευρισμένη απόρριψη της ανασύστασης της αρχαίας προφοράς.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Αρχαία ελληνικά, Γενικά γλωσσικά, Γλώσσες, Συγκριτικά γλωσσικά, Συνεργασίες | Με ετικέτα: σανσκριτικά, Ντεβανάγκαρι, Νίκος Νικολάου, Σέξπιρ, κινέζικα | 160 Σχόλια »
Posted by sarant στο 23 Δεκεμβρίου, 2019
Συνεχίζουμε χριστουγεννιάτικα, με ένα άρθρο για το κατ’ εξοχήν χριστουγεννιάτικο έδεσμα στον καιρό μας. Το άρθρο το είχα αρχικά δημοσιεύσει το 2013, καλοκαιριάτικα, σημειωνοντας ότι θα ταίριαζε περισσότερο να το βάλω τα Χριστούγεννα, οπότε τώρα ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για να το (ανα)δημοσιεύσω ώστε να είναι επίκαιρο. Έχω πάντως προσθέσει αρκετό καινούργιο υλικό.
Γιατί όμως λέω ότι η γαλοπούλα ήρθε «από αλλού»;
Ξέρουμε πως η γαλοπούλα ήρθε όχι γενικώς απ’ αλλού, αλλά ειδικώς από τη Βόρεια Αμερική, αλλά την αποκαλώ έτσι επειδή στις διάφορες γλώσσες έχει πάρει ονόματα που δείχνουν ότι ήρθε από κάποιο ξένο μέρος, συνήθως αλλά όχι πάντα μακρινό κι εξωτικό, ότι αυτό το πουλί δηλαδή είναι ξένο. Στο ιστολόγιο έχουμε ήδη συναντήσει ένα παρόμοιο φαινόμενο ονομασίας, με το φραγκόσυκο, που κι αυτό στις διάφορες γλώσσες ή διαλέκτους έχει ονόματα που υπονοούν πως έχει έρθει από μακριά, όπως μπορείτε να δείτε στο σχετικό άρθρο, που υπάρχει επίσης στο βιβλίο μου «Οπωροφόρες λέξεις«.
Λέμε γαλοπούλα, ή γάλος για τα σερνικά, ή γαλιά/γαλόπουλα, λέμε όμως και «διάνος» ή «ινδιάνος», λέμε και «κούρκος». Σπανιότερες διαλεκτικές ονομασίες είναι η βόρεια «μισίρκα» και ο κρητικός «κούβος», ενώ στη Μυτιλήνη (ίσως και τη Χιο) λένε «κάκνος» ή «κακνί». Στην Κέρκυρα τη γαλοπούλα τη λένε «γάλλικο» (ουδέτερο). Σε κάποιο παλιό Λεξικογραφικό Δελτίο της Ακαδημίας υπάρχει άρθρο (ίσως του Κοντοσόπουλου) για τις διάφορες διαλεκτικές ονομασίες του πουλιού και την εξάπλωσή του, αλλά δυστυχώς τώρα δεν το έχω πρόχειρο.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Γελοιογραφίες, Γλωσσικά συμπόσια, Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Λαογραφία, Μυτιλήνη, Μεταφραστικά, Ντοπιολαλιές, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: Ανδρ. Λασκαράτος, Γιώργος Ιωάννου, Ινδίες, Κωστής Παλαμάς, Παπαδιαμάντης, Σέρρες, Τουρκία, γαλοπούλα, Punch | 155 Σχόλια »
Posted by sarant στο 23 Σεπτεμβρίου, 2019
Το γκουγκλ μάς πληροφορεί (αν βάλετε «φθινόπωρο») ότι στο Βόρειο Ημισφαίριο το φθινόπωρο αρχίζει στις 23 Σεπτεμβρίου 2019, δηλαδή σήμερα, ενώ από άλλους ιστοτόπους μαθαίνουμε ειδικότερα πως στην Ελλάδα το φθινόπωρο αρχίζει στις 10.51 το πρωί (ώρα Ελλάδος).
Επομένως, το σημερινό άρθρο κάποιοι θα αρχίσουν να το διαβάζουν καλοκαίρι αλλά… θα το τελειώσουν φθινόπωρο (μα τόσο αργά διαβάζουν;) Και βέβαια, αφού είναι τέτοια η μέρα, δεν θα παραξενευτείτε αν αφιερώσουμε το άρθρο στο φθινόπωρο που αρχίζει. Θα έλεγα μάλιστα πως το παράξενο είναι που ως τώρα δεν είχαμε βάλει άρθρο για το φθινόπωρο, αφού το φετινό είναι το δέκατο ιστολογικό μας φθινόπωρο.
Το φθινόπωρο είναι η τρίτη εποχή του χρόνου, η εποχή ανάμεσα στο καλοκαίρι και στον χειμώνα: η γέφυρα που οδηγεί από το καλοκαίρι προς τον χειμώνα, θα ελεγε κανείς.
Θ’ ακούσετε συχνά να λένε ότι «έτσι οπως κατάντησε το κλίμα, δεν υπάρχουν πια τέσσερις εποχές αλλά δύο: χειμώνας και καλοκαίρι». Είναι κοινός τόπος της συζήτησης ότι τα τελευταία χρόνια έχουν χαθεί οι ενδιάμεσες εποχές, η άνοιξη και το φθινόπωρο.
Νομίζω όμως ότι οι ενδιάμεσες εποχές ανέκαθεν βρίσκονταν σε υποδεέστερη θέση ως προς το χειμώνα και το καλοκαίρι. Η παροιμία τι λέει; Από Μάρτη καλοκαίρι και από Αύγουστο χειμώνα -παναπεί, η λαϊκή ψυχολογία έχει μια τάση να παραβλέπει τις αποχρώσεις: εστιάζει στο βασικό. Δυο είναι οι εποχές, από αυτή την οπτική γωνία: η καλή και η κακή. Με λίγη καλή θέληση τους ενδιάμεσους μήνες τους βολεύουμε στο ένα ή στο άλλο άκρο.
Εμείς ομως εδώ λεξιλογούμε και δεν αναφερθήκαμε ακόμα στη λέξη φθινόπωρο. Η λέξη είναι αρχαία, από τον 5ο κιόλας αιώνα π.Χ. Θα αναγνωρίσατε τα συνθετικά της, φθίνω (λιγοστεύω, ελαττώνομαι) και οπώρα. Οπώρα είναι σήμερα το φρούτο, το οπωρικό, και οπωρικά εμφανίζονται ολοχρονίς, οπότε χρειάζεται κάποια εξήγηση.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Επετειακά, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Λαπαθιώτης, Παροιμίες, Ποίηση, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: φθινόπωρο, χινόπωρο, Αντόνιο Βιβάλντι, Κώστας Χατζόπουλος, Μιλτιάδης Μαλακάσης, Τζουζέπε Αρτσιμπόλντο | 123 Σχόλια »
Posted by sarant στο 5 Αυγούστου, 2019
Στα ταξίδια που κάνω προς και από την Ελλάδα περνάω συχνά απ’ το αεροδρόμιο της Ζυρίχης. Εκεί υπάρχει κι ένα φαρμακείο, που έχει μια πινακίδα πολύγλωσση. Μια και έχουμε την πετριά με τις γλώσσες, την τελευταία φορά που πέρασα απ’τη Ζυρίχη φωτογράφισα την πινακίδα, έχοντας κατά νου να γράψω κάποτε ένα άρθρο για τις λέξεις που εμφανίζονται πάνω της.
Κατά σύμπτωση, πριν από δέκα μέρες ένας φίλος του ιστολογίου ρώτησε για την ιστορία της λέξης «φαρμακείο», επισημαίνοντας ότι δεν υπάρχει στα αρχαία ελληνικά -κι εγώ του απάντησα ότι θα γράψω κάτι, και να περιμένει καμιά βδομάδα. Χτες είδα ξανά εκείνη τη συζήτηση, θυμήθηκα λοιπόν τη χρωστούμενη υπόσχεση και σπεύδω τώρα να την εκπληρώσω.
Στην πραγματικότητα, το σημερινό άρθρο είναι εύκολο για μένα, διότι κατά ένα μεγάλο μέρος αποτελεί συρραφή υλικού από δύο παλιότερα άρθρα (και τα δύο του 2013). Αυτό είναι το καλό άμα έχεις ήδη ένα σώμα από παλιά άρθρα, μπορείς να αναδιευθετείς και να ξαναδουλεύεις το υλικό σου (να το ανακυκλώνεις, θα έλεγαν κάποιοι).
Να δούμε τις λέξεις της πινακίδας:
Apotheke (γερμανικά) – Pharmacie (γαλλικά)
Farmacia (ιταλικά) – Apoteca (ραιτορωμανικά, η 4η επίσημη γλώσσα της Ελβετίας)
Pharmacy (αγγλικά) – Farmacia (ισπανικά)
Farmácia (πορτογαλικά) – Apotheek (ολλανδικά)
Apotek (δανέζικα) – Apotek (νορβηγικά)
Apotek (σουηδικά) – Apteekki (φινλανδικά)
Gyógyszertár (ουγγρικά) – Lékárna (τσέχικα)
Apoteka (κροατικά) – Farmaci (αλβανικά)
Eczane (τουρκικά) – Аптека (ρωσικά)
φαρμακείο (ελληνικά) – …. (ταμίλ)
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Αντιδάνεια, Γλωσσικά δάνεια, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: φαρμακείο, Ζυρίχη, αποθήκη | 155 Σχόλια »
Posted by sarant στο 18 Ιουνίου, 2019
Καθώς γύριζα χτες το απόγευμα από τη δουλειά έπεσα σε μποτιλιάρισμα και έκανα πάνω από μισάωρο για μια διαδρομή δέκα λεπτών. Κάνουν έργα για το τραμ και σε κάποιο σημείο κοβόταν μισή λωρίδα, και αυτό ήταν η αιτία του κακού.
Μποτιλιάρισμα, λέμε στην καθομιλουμένη. Αν θέλουμε να το πούμε επίσημα, κυκλοφοριακή συμφόρηση. Η εικόνα του μποτιλιαρίσματος, πάντως, είναι πολύ παραστατική: το σώμα της μποτίλιας είναι πλατύ, ο λαιμός της στενός -στην εκροή σημειώνεται συμφόρηση. Πολύ σπάνια θα χρησιμοποιήσουμε τη λέξη με την κυριολεκτική της σημασία, της εμφιάλωσης.
Στα γαλλικά, η μεταφορική σημασία εμφανίζεται ήδη από τα χρόνια του Πρώτου παγκοσμίου πολέμου, αρχικά σε στρατιωτικά συμφραζόμενα και στη συνέχεια για αυτοκίνητα στο Παρίσι με πολλές αναφορές από τη δεκαετία του 1920. Πότε μπήκε στη γλώσσα μας η λέξη; Ιδέα δεν έχω, αλλά υποθέτω μεταπολεμικά. Τη θυμάμαι πάντως από μικρός.
Τη φωτογραφία που συνοδεύει το άρθρο τη βρήκα κάπου στο Διαδίκτυο, γκουγκλίζοντας -δεν θα είχε νόημα να σας βάλω κουίζ από πού είναι, αφού κάθε μεγαλούπολη μπορεί να παρουσιάσει παρόμοιες εικόνες. Για την ιστορία, πάντως, είναι από τη Τζακάρτα της Ινδονησίας. Παρόμοιες εικόνες σε μικρότερη κλίμακα συναντάμε και στις μικρότερες πόλεις, αλλά μποτιλιαρίσματα σημειώνονται και στους αυτοκινητοδρόμους, μακριά από τα αστικά κέντρα, στη μέση του πουθενά -συχνά ύστερα από δυστύχημα ή όταν γίνονται έργα.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Αυτοκίνηση, Αυτοκίνητα, Γλωσσικά δάνεια, Ιστορίες λέξεων, Συγκριτικά γλωσσικά, Φυσική | Με ετικέτα: Google Maps, Γιάννης Ιωάννου, Κολύς, μποτιλιάρισμα | 122 Σχόλια »
Posted by sarant στο 17 Ιουνίου, 2019
Εδώ και λίγο καιρό έχουμε αρχίσει να δημοσιεύουμε συνεργασίες του φίλου γλωσσολόγου Νίκου Νικολάου. Το σημερινό άρθρο είναι το όγδοο αυτής της συνεργασίας. Στο τέλος θα βρείτε ευρετήριο των προηγούμενων.
Το σημερινό άρθρο έχει θέμα που μου θυμίζει την… προηγούμενη ζωή μου όταν ήμουν χημικός μηχανικός, αφού εξετάζει τα ονόματα κάποιων χημικών στοιχείων και για ποιον λόγο διαφέρουν στα αγγλικά, μια διαφορά που προκαλεί και γουστόζικα μεταφραστικά μαργαριτάρια όταν κάποιος κάνει λόγο για… σόδιο ή ποτάσσιο. Όσο για τη διάκριση της ονοματολογίας ανάμεσα σε μέταλλα και σε αμέταλλα δεν είμαι βέβαιος αν την έχουν προσέξει πολλοί. Στη συνέχεια, εξετάζονται και ονόματα άλλων χημικών στοιχείων. Δίνω όμως τον λόγο στον Νικολάου.
Αρχική δημοσίευση στα αγγλικά στο ιστολόγιο του Νικολάου.
Τέθηκε κάποτε στην αγγλόφωνη Κβόρα η ερώτηση, «γιατί οι αγγλόφωνοι δε λένε τα χημικά στοιχεία Νάτριο, Κάλιο, Σιλίκιο, αλλά Σόδιο, Ποτάσσιο, Σίλικο;»
Η ερώτηση αυτή μου κέντρισε το ενδιαφέρον αρκετά, ώστε να το ψάξω στη Βικιπαίδεια.
Η προτίμηση που έχουν τα αγγλικά για τα ονόματα Σόδιο, Ποτάσσιο, και τα γερμανικά για τα ονόματα Νάτριο, Κάλιο, εξηγείται πολύ απλά. Ο Άγγλος χημικός Humphry Davy, που απομόνωσε πρώτος το νάτριο και δεύτερος το κάλιο, τα βάφτισε Σόδιο και Ποτάσσιο το 1807. Σόδιο, γιατί απομονώθηκε από τη σόδα, και ποτάσσιο, γιατί απομονώθηκε από την ποτάσσα, τη φυτική στάχτη, όρο αγγλικό από τα ολλανδικά. Ο Γερμανός χημικός Ludwig Wilhelm Gilbert, αντιπρότεινε τα ονόματα Νατρόνιο και Κάλιο. Νατρόνιο, γιατί βρίσκεται και στο νάτρο, και κάλιο, από το αλκάλιο, που αρχικά σήμαινε κι αυτό φυτική στάχτη, και ως όρος προήρθε από τα αραβικά. (Το δε Κάλιο αντιστοιχεί στο όνομα που του δόθηκε από τον πρώτο που το απομόνωσε, τον πάλι Γερμανό Martin Heinrich Klaproth το 1797.)
Η διαμάχη που ακολούθησε την επόμενη δεκαετία δίχασε Γερμανοσουηδούς και Αγγλογάλλους. Οι Αγγλογάλλοι τήρησαν τα ονόματα του Άγγλου, και οι Γερμανοσουηδοί τήρησαν τα ονόματα του Γερμανού. Τα σύμβολα των διαφόρων χημικών στοιχείων είναι πατέντα του Jöns Jakob Berzelius, και ο Μπερζέλιους, σουηδός ων, ασπάστηκε τα γερμανικά ονόματα με τα σύμβολα Na και K.
Και αν κοιτάξει κανείς την κατανομή των ονομάτων του νατρίου και του καλίου στις ευρωπαϊκές γλώσσες, διαπιστώνει πως όντως διαχωρίζει τη δυτική και την κεντροανατολική Ευρώπη. Τα γαλλικά, τα ιταλικά, τα ισπανικά και τα πορτογαλικά πήραν τα αγγλικά ονόματα. Από την Ολλανδία μέχρι τη Ρωσία, οι υπόλοιπες γλώσσες πήραν τα γερμανικά, αν και υπάρχουν εξαιρέσεις: τα ρουμάνικα και τα τούρκικα αποδείχθηκαν γαλλόφρονα. Τα ελληνικά σε πολλά ήταν και αυτά γαλλόφρονα, αλλά στο συγκεκριμένο ζήτημα γερμανοφρονήσαμε.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in χημεία, Ορολογία, Περιοδικό σύστημα, Συγκριτικά γλωσσικά | 150 Σχόλια »
Posted by sarant στο 4 Μαρτίου, 2019
Το άρθρο που θα διαβάσετε σήμερα δημοσιεύτηκε χτες, πρώτη Κυριακή του μήνα, στη μηνιαία στήλη μου στα Ενθέματα της κυριακάτικης Αυγής. Οι ισχυρομνήμονες αναγνώστες θα αναγνωρίσουν ότι περίπου το μισό άρθρο είναι παρμένο από παλιότερο άρθρο που είχαμε δημοσιεύσει στο ιστολόγιο (αλλά δεν είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα). Σημειώνω επίσης ότι στο ιστολόγιο έχουμε ήδη δημοσιεύσει άρθρο για τα λεξιλογικά της Αριστεράς, οπότε μας μένει μόνο το Κέντρο.
Δεξιά και ακροδεξιά
Στις ευρωπαϊκές εκλογές, στις 26 Μαΐου, αναμένεται σε πολλές χώρες της Ευρώπης σημαντική -και ανησυχητική- ενίσχυση των ακροδεξιών κομμάτων. Σε άλλες σελίδες της Αυγής θα έχετε διαβάσει για την πολιτική διάσταση του θέματος· στη δική μας στήλη λεξιλογούμε, οπότε θα λεξιλογήσουμε σήμερα για τη δεξιά και την ακροδεξιά.
Και αφού λεξιλογούμε, θα εξετάσουμε τις λέξεις απ’ όλες τους τις πτυχές και όχι μόνο τις πολιτικές· διότι, αν η ακροδεξιά χρησιμοποιείται μόνο στην πολιτική ορολογία, το επίθετο “δεξιός” έχει βέβαια και πολλές άλλες σημασίες.
Η λέξη «δεξιός» είναι αρχαία, μάλιστα ήδη μυκηναϊκή. Πιθανώς να έχει απώτερη ετυμολογική σχέση με το «δέχομαι». Για τους περισσότερους ανθρώπους το δεξί χέρι είναι το πιο ικανό, και αυτή η διαφορά καθόρισε από πολύ παλιά τη μοίρα της λέξης “δεξιός”, που από τ’ αρχαία χρόνια πήρε μια σειρά θετικές σημασίες
Έτσι, ήδη από την αρχαιότητα, δεξιός σήμαινε και «επιδέξιος» ή «σωστός» ή «καλοφτιαγμένος» (π.χ. «Ευριπίδου δράμα δεξιώτατον»), ενώ επίσης πήρε τη σημασία «ευνοϊκός» στην οιωνοσκοπία. Αντίθετα, όπως ξέρουμε, η αριστερή πλευρά θεωρήθηκε δυσοίωνη και γι’ αυτό για να ονοματιστεί χρησιμοποιήθηκαν ευφημισμοί, όπως «ευώνυμος» -αλλά και το «αριστερός» ευφημισμός είναι, παράγωγο του «άριστος».
Στις διαλέκτους σώζεται η αρχαία σημασία αφού “δέξιος” είναι ο ικανός, ο επιδέξιος που λέμε, αλλά και στην κοινή γλώσσα ονομάζουμε “δεξιότητες” τις ικανότητες που έχει αποκτήσει ή πρέπει να διαθέτει κάποιος. Και όποιος δεν είναι ικανός, είναι αδέξιος. (Έφυγαν οι δεξιοί και ήρθαν οι αδέξιοι, ήταν μια εξυπνακίστικη ατάκα το 1981). Στη συνθηματική γλώσσα των μαστόρων του 19ου αιώνα, δέξος ήταν ο Έλληνας και ζέρβος ο Τούρκος.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Ιστορίες λέξεων, Πολιτική, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: Αριστερά, Αυγή, Δεξιά, Ενθέματα | 196 Σχόλια »
Posted by sarant στο 21 Φεβρουαρίου, 2019
Θα το έχετε ακούσει αμέτρητες φορές, πως το φιλότιμο είναι μια ελληνική λέξη που δεν μεταφράζεται σε καμιά άλλη γλώσσα.
Πολλοί συνεχίζοντας πάνω σε αυτή τη βάση υποστηρίζουν ότι η έννοια πλέον του φιλότιμου είναι χαρακτηριστικό της ιδιοσυστασίας του Έλληνα, ενώ κάποιοι υπονοούν εμμέσως μα σαφέστατα ότι οι άλλοι λαοί δεν έχουν στη γλώσσα τους αντίστοιχη λέξη διότι, απλούστατα, δεν έχουν φιλότιμο.
Μια και αναφέρουμε τη λέξη, να δούμε κι έναν ορισμό της, από το ΛΚΝ: η ιδιαίτερη, αυξημένη ευαισθησία, ως στοιχείο του χαρακτήρα κάποιου σε σχέση με την προσωπική τιμή, την αξιοπρέπειά του και γενικότερα με την εικόνα που σχηματίζουν οι άλλοι (η κοινωνία, το περιβάλλον) γι΄ αυτόν.
Σε ένα εξόχως φιλελληνικό βίντεο φτιαγμένο από ομογενείς στις ΗΠΑ, το φιλότιμο αναφέρεται ως το «μυστικό όπλο» των Ελλήνων. Όπως λέει το βίντεο,»Καμιά άλλη γλώσσα δεν διαθέτει μια λέξη για αυτόν τον μοναδικό ελληνικό όρο, ο οποίος θεωρείται ένα σύνθετο πλήθος αξιών που είναι δύσκολο να οριστούν (No other language has a word for this unique Greek term. It is considered a complex constellation of values that is difficult to define).
Το φιλελληνικό βίντεο γράφει το φιλότιμο στα αγγλικά ως philotimo, όπως συνηθίζεται στα ελληνικά δάνεια, αλλά στα αρχαία ελληνικά η λέξη «φιλοτιμία» και το επίθετο «φιλότιμος» (οι αρχαίοι δεν είχαν το ουσιαστικό «φιλότιμο») είχε αρχικά αρνητική έννοια, αφού σήμαινε την υπερβολική δίψα για τιμή, την κακώς εννοούμενη φιλοδοξία. Βέβαια, δεν άργησε να πάρει και θετική σημασία. Πάντως, η άλλη ελληνική λέξη από φ που έχει πρόσφατα περάσει στα αγγλικά, εννοώ τη λέξη fakelaki, μεταγράφηκε με f-.
Πρόσφατα, πάλι, σε ιστότοπο συμφερόντων Μαρινάκη γράφτηκε άρθρο για τις «δύο ελληνικές λέξεις που δεν μπορούν να μεταφραστούν σε καμιά γλώσσα«. Η πρώτη είναι φυσικά το φιλότιμο, ενώ η άλλη είναι… το κέφι -ο συντάκτης παραλείπει να επισημάνει πως η λέξη αυτή δεν έχει ελληνική αρχή. Και πριν απο μερικά χρόνια, ο Γ. Καρατζαφέρης, τότε που συγκυβερνούσε τη χώρα, ειχε αποφανθεί ότι εμείς στη γλώσσα μας, την πλουσιότερη γλώσσα του κόσμου, έχουμε κάποιες λέξεις που δεν τις έχουν στο λεξιλόγιό τους [οι Ευρωπαίοι], όπως «μπέσα» και «φιλότιμο». Ελληνική λέξη ειναι βέβαια η μπέσα, αλλά αλβανικής προέλευσης.
Αλλά ας αφήσουμε την μπέσα και το κέφι και ας περιοριστούμε στον κοινό παρονομαστή, το φιλότιμο. Ισχύει άραγε ο ισχυρισμός ότι «σε καμιά γλώσσα του κόσμου δεν μεταφράζεται» το φιλότιμο;
Προσωπικά διαφωνώ με τον όρο «μεταφράζεται». Θα έλεγα πως ο ισχυρισμός έτσι που είναι διατυπωμένος ασφαλώς δεν ισχύει. Το φιλότιμο, όπως και οποιαδήποτε άλλη ελληνική λέξη, καθώς και οποιαδήποτε λέξη οποιασδήποτε γλώσσας του κόσμου, ασφαλώς μεταφράζεται σε ξένες γλώσσες. Αυτό που εννοείται μάλλον είναι πως δεν μπορεί εύκολα να αποδοθεί μονολεκτικά σε άλλες γλώσσες ή ίσως «δεν μεταφράζεται με απόλυτη ακρίβεια» σε άλλες γλώσσες.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Γενικά γλωσσικά, Μεταφραστικά, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: Howard Rheingold, φιλότιμο, Νότια Αφρική, αλβανικά | 263 Σχόλια »
Posted by sarant στο 12 Ιουνίου, 2018
Ποιο σακί και ποιο βελόνι, θα ρωτήσετε.
Στο αστυνομικό μυθιστόρημα του Πέτρου Μάρκαρη «Περαίωση», ο αστυνόμος Χαρίτος, έχει έναν φόνο να εξιχνιάσει και έχει μόλις πληροφορηθεί ένα στοιχείο που βοηθάει στη διαλεύκανση της υπόθεσης. Όμως, αμέσως μετά το ευχάριστο αυτό νέο, χτυπάει το τηλέφωνο. Το σηκώνει και μαθαίνει πως βρέθηκε και δεύτερο πτώμα. Οπότε λέει:
Ο συχωρεμένος ο πατέρας μου έλεγε πως τα καλά νέα έρχονται με το σταγονόμετρο, τα κακά με τον κουβά. Εγώ τρώω τώρα το δεύτερο μπουγέλο.
Η ρήση του πατρός Χαρίτου αποτελεί παραλλαγή μιας λαϊκής παροιμίας, ίσως μιας ομάδας παροιμιών, που σαν κεντρική ιδέα έχουν τη διαπίστωση ότι το κακό έρχεται εύκολα και γρήγορα αλλά φεύγει δύσκολα και βασανιστικά. Εδώ η εικόνα μεταδίδεται με τη βοηθεια του σταγονόμετρου και του κουβά, αλλά στις συλλογές παροιμιών βρίσκω να χρησιμοποιούνται άλλα αντικείμενα πολύ πιο κοντινά στην αγροτική, προβιομηχανική κοινωνία που διαμόρφωσε τη φρασεολογία μας.
Για παράδειγμα, στις (ημιτελείς) Παροιμίες του Ν. Πολίτη βρίσκουμε ότι «η αρρώστια με το σακί μπαίνει και με το βελόνι βγαίνει». Είναι εύκολη και γρήγορη η εισβολή της νόσου, γενικότερα του κακού, αλλά αργή και επίπονη η θεραπεία, η απαλλαγή από την αρρώστια.
Κι άλλες παραλλαγές χρησιμοποιούν παρεμφερείς εικόνες:
Η αρρώστια έρχεται με το τσουβάλι και φεύγει με την τρίχα
Η αρρώστια και η φτώχεια μπαίνουνε με το σακί και βγαίνουνε με το βελόνι
Η αρρώστια και η δυστυχιά με το σακκίν εμπαίνει με το βελόν’ εβγαίνει
Η αρρώστια με το μόδι μπαίνει και με την τρίχα βγαίνει -το μόδι είναι μέτρο χωρητικότητας, είδος κουβά να πούμε.
Η ευκολία με την οποία επέρχεται το κακό δίνεται με τον όγκο: σακί, τσουβάλι, μόδι, κουβάς, σε αντιδιαστολή με την απειροελάχιστη ποσότητα που μπορούν να αλαφρώσουν το βελόνι ή η τρίχα.
Ο Πολίτης παραθέτει αρκετά ανάλογα από άλλες γλώσσες, όπου η ίδια εικόνα εκφράζεται όχι με τον όγκο αλλά με την ταχύτητα:
Οι αρρώστιες έρχονται καβάλα και φεύγουν με τα πόδια (πχ στα γαλλικά: Les maladies viennent à cheval et s’ en retournent à pied). Το ίδιο και στα γερμανικά Krankheiten kommen zu Pferd und gehen zu Fuss.
Στα αγγλικα το ιδιο λέγεται για τις θέρμες: Agues come on horseback, but go away on foot
Υπάρχουν πάντως και εικόνες παρομοιες με τις ελληνικές, όπως στα γερμανικά Krankheit kommt libratim und geht weg unciatim, παναπεί: η αρρώστια έρχεται με τη λίτρα και φεύγει με την ουγκιά.
Και μια αραβική: Η αρρώστια έρχεται με το καντάρι και φεύγει με το δράμι.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Αστυνομική λογοτεχνία, Παροιμίες, Συγκριτικά γλωσσικά, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: Θ. Πάγκαλος, Λιβάνιος, Νικόλαος Πολίτης, Πέτρος Μάρκαρης | 167 Σχόλια »
Posted by sarant στο 10 Μαΐου, 2018
Πριν από κανένα μήνα, καθώς επέστρεφα στο σπίτι μου από τις Τζιτζιφιές, ώρα 8 το βράδυ, είπα να κόψω δρόμο μέσα από το ΚΠΙΣΝ. Η Εθνική Βιβλιοθήκη ήταν ανοιχτή αν και ακόμα δεν είχε αρχίσει να λειτουργεί ως βιβλιοθήκη. Όμως υποδεχόταν κοινό που μπορούσε να καθισει στους υπολογιστές και να σερφάρει ή να διαβάσει δικά του βιβλία. Τέλος Απριλίου είπαν, με κάποιαν επιφύλαξη, θα αρχίσει να λειτουργεί κανονικά, με ωράριο απ’ τις 6 το πρωί ως τα μεσάνυχτα. Εδώ θα ξημεροβραδιάζομαι, σκέφτηκα, όταν αρχίσει με το καλό. Μένω και κοντά, είκοσι λεπτά περπάτημα.
Τράβηξα κι αυτή τη φωτογραφία από την είσοδο.
Χτες το βράδυ, είπα να ξαναπεράσω, να δω τι έχει γίνει. Δεν περίμενα να έχει αρχίσει η κανονική λειτουργία, θα το είχα μάθει -ήθελα όμως να δω αν εξακολουθεί να μένει ανοιχτό το κτίριο κι αν έχει κόσμο.
Τούτη τη φορά πήγα πιο αργά, κατά τις εννιάμισι, κι είχε πια νυχτώσει. Πάλι με τα πόδια, είναι κοντά είπαμε -μια υπόγεια διάβαση περνάς στο Ευγενίδειο και βρέθηκες στους κήπους του ΚΠΙΣΝ.
Όπως το περίμενα, η Βιβλιοθήκη δεν έχει αρχίσει ακομα να λειτουργεί κανονικά. Πάντως τα βιβλία πρέπει να έχουν όλα μεταφερθεί, αφού ένας φιλος μου μού είπε ότι έβλεπε καθημερνώς καμιόνια να φορτώνουν από το κτίριο της Πανεπιστημίου αλλά εδώ και καμιά δεκαριά μερες δεν βλέπει πια.
Αν και ήταν μέρα καθημερινή και σχετικά αργά, εντυπωσιάστηκα με το πόσο πολύς κόσμος ήταν μέσα.
Οι περισσότερες οθόνες ήταν πιασμένες από νεαρά παιδιά που σερφάριζαν, στις μεγάλες πολυθρόνες κάθονταν και συζητούσαν ή διάβαζαν -όχι βιβλία της βιβλιοθήκης, είπαμε, δικά τους που τα είχαν φερμένα από το σπίτι.
Κάποιοι πρέπει να ήταν φοιτητες, γιατί είχαν χοντρά συγγράμματα που μελετούσαν, κάποιοι είχαν και ταμπλέτες από δίπλα. Η ατμόσφαιρα ασφαλώς βοηθούσε στη μελέτη, επικρατούσε σιγή εκκλησιας, αν εξαιρέσεις ένα πιάνο που καποιος έπαιζε στο βάθος.
Στον πρώτον οροφο (δεν τράβηξα φωτογραφία για να μην παραβιάσω την ιδιωτικότητα) υπήρχαν δυο αίθουσες γεμάτες τερματικά, που ήταν σχεδόν γεμάτες, κυρίως από νεαρά παιδιά. Η πινακίδα έλεγε ότι το πρωί γίνονται μαθήματα υπολογιστών για άτομα ηλικίας άνω των 65.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Posted in Βιβλία, Γλωσσικά δάνεια, Συγκριτικά γλωσσικά, Φαληρικά | Με ετικέτα: Εσθονία, ΕΒΕ, Εθνική Βιβλιοθήκη, ΚΠΙΣΝ | 178 Σχόλια »