Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘Ζωολογία’ Category

Η Παιδιόφραστος διήγησις των ζώων των τετραπόδων (συνεργασία του Γιώργου Μπαλόγλου)

Posted by sarant στο 7 Δεκεμβρίου, 2023

Η Παιδιόφραστος διήγησις των ζώων των τετραπόδων είναι ένα  δημώδες βυζαντινό ποίημα του 14ου αιώνα. Σε 1082 ανομοιοκατάληκτους δεκαπεντασύλλαβους αφηγείται ένα συνέδριο που συγκαλεί ο λέοντας, ο βασιλιάς των ζωων, στο οποίο συμμετέχουν  όλα τα ζώα, φυτοφάγα και σαρκοφάγα. Το κάθε ζώο παινεύει τα καλά του και κατηγορεί το προηγούμενο ζώο, και τελικά το συνέδριο καταλήγει σε σύρραξη, από την οποία νικητές βγαίνουν, παραδόξως, τα ήμερα ζώα, τα φυτοφάγα.

Ο φίλος μας ο Γιώργος Μπαλόγλου, που είναι ο πιο παλιός φίλος που έχω  κάνει στον κυβερνοχώρο, αφού γνωριζόμαστε σχεδόν  είκοσι χρόνια, έχει αφιερώσει χρόνια από τη  ζωή του στο έργο αυτό -το έχει μεταφράσει στα αγγλικά μαζί με τον φίλο μας  τον  Νικ Νίκολας, σε  μια μνημειώδη (και εδώ το λέω κυριολεκτικά) έκδοση, με εξαντλητική ανάλυση και συζήτηση για κάθε ενδιαφέρον σημείο και κάθε αμφίσημη λέξη.

Είχα πάρει μέρος στη συζητηση  αυτή με μέιλ, και ίσως κάποτε γράψω κάποιο σημείωμα για την οφρύ που θα έκοβαν ή για το φράγκικο σαρσαρόλι. Το περίεργο είναι  που τόσα χρόνια δεν έχω γράψει κάτι για την  Παιδιόφραστο, αν και την έχω αναφέρει παρεμπιπτόντως σε κάποια άρθρα. 

Τις προάλλες, σε άσχετη  συζήτηση, πρότρεψα  τον φίλο μας τον  Γιώργο Μπαλόγλου να  γράψει εκείνος μια παρουσίαση της Παιδιόφραστης και  χτες, σαν δώρο στη γιορτή μου, μου έστειλε το κείμενο που ακολουθεί, που το αναδημοσιεύω με πολλή χαρά.

Πριν εξήμισι αιώνες περίπου ο ευρέως εννοούμενος Ελληνισμός παρήγαγε ένα ποίημα πολύ μπροστά από την εποχή του, την Παιδιόφραστο — ή ίσως Πεζόφραστο — Διήγηση των Ζώων των Τετραπόδων. Είτε εγράφη χάριν παιδιάς είτε εγράφη σε λόγο πεζό (δημώδη), η ανώνυμη αυτή Διήγηση των 1082 δεκαπεντασύλλαβων ανομοιοκατάληκτων στίχων χαρακτηρίζεται από φανερό σαρκασμό και κρυφή επαναστατικότητα, καθώς τα φυτοφάγα ζώα κατατροπώνουν τους σαρκοφάγους θύτες τους. Ίσως αυτό το αποτέλεσμα την έριξε σε σχετική αφάνεια, ίσως η έλλειψη έρωτα, θρησκευτικότητας και ιστορικότητας. Ευτύχησε πάντως να εκδοθεί από τον Wagner το 1874 (Carmina Graeca Medii Aevi, σελ. 159-196) και από την Βασιλική Τσιούνη (μαθήτρια του Robert Browning) ακριβώς έναν αιώνα αργότερα, επίσης στον παρόντα αιώνα από τους Μανόλη Παπαθωμόπουλο (2010, κύκνειο άσμα) και Hans Eideneier (2016, μαζί και ο Πουλολόγος – αποσπάσματα εδώ). Προ εικοσαετίας την μεταφράσαμε έμμετρα στα Αγγλικά — από το ανέκδοτο ως τότε κείμενο του Παπαθωμόπουλου — και την σχολιάσαμε εκτενώς (Nick Nicholas & George Baloglou, «An Entertaining Tale of Quadrupeds», Columbia University Press, 2003). Ευτύχησε επίσης να απαγγελθεί (1997)

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Βυζάντιο, Ζωολογία, Πρώιμα νέα ελληνικά, Συνεργασίες, ζώα | Με ετικέτα: , , , , | 163 Σχόλια »

Ζώα, κτήνη και θηρία

Posted by sarant στο 21 Φεβρουαρίου, 2023

Εννοείται ότι αφιερώνουμε το σημερινό σημείωμα στον καλό μας φίλο το Χτήνος, που είχε τα γενέθλιά του τις προάλλες. Και οι τρεις λέξεις του τίτλου, που δηλώνουν ζωντανά πλάσματα, μπορούν να χρησιμοποιηθούν μεταφορικά και για τον άνθρωπο -στις δύο πρώτες περιπτώσεις σχεδόν πάντα υποτιμητικά, στην τρίτη με θετικές αποχρώσεις, αφού συχνά τα άγρια ζώα κερδίζουν τον σεβασμό της φρασεολογίας μας περισσότερο από τα εξημερωμένα (έχουμε γράψει άρθρο).

Ζώο είναι, βέβαια, ο γενικός όρος, και έτσι ήταν από την αρχαιότητα. Δεν είναι ομηρική λέξη, αλλά τη βρίσκουμε πριν από την κλασική αρχαιότητα, στον Σημωνίδη. Ετυμολογείται, βέβαια, από το ρήμα ζω.

Το ζῷον έπαιρνε περισπωμένη και υπογεγραμμένη, που κάποτε προσγραφόταν, π.χ. ζώιων (ζώων). Με τον ορισμό του Πλάτωνα «πᾶν ὅ τι περ ἂν μετάσχῃ τοῦ ζῆν ζῷον ἂν λέγοιτο», ένας ορισμός που δεν αποκλείει τον άνθρωπο. Όταν όμως ο Πλάτωνας όρισε τον άνθρωπο ως «ζώον δίπουν άπτερον» ο κυνικός Διογένης μάδησε έναν κόκορα και τον έφερε στη σχολή του Πλάτωνα φωνάζοντας «να ο άνθρωπος του Πλάτωνα» -και τότε, αυτός πρόσθεσε στον ορισμό «και πλατυώνυχον» (έτσι το έχει ο Διογένης Λαέρτιος -αλλού έχω δει «και γελαστικόν»).

Στα αρχαία ελληνικά το ζώον είναι αυτό που έχει μέσα του ζωή, ενώ στα λατινικά το animale είναι το πλάσμα που αναπνέει, από το anima, αναπνοή, ψυχή -από εκεί και οι λέξεις σε πολλές νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Η λέξη ζωγράφος ετυμολογείται από το ζώον + γράφω, αλλά στην κλασική αρχαιότητα, προκειμένου για τις τέχνες, ο όρος «ζώα» μπορούσε να σημαίνει οποιεσδήποτε εικόνες, όχι απαραίτητα ζώων. Ζώδιον, πάλι στα αρχαία, ήταν η μικρή εικόνα (ζώου) και επειδή πολλοί αστερισμοί συμβολίζονταν από εικόνες ζώων, τελικά ζώδια ονομάστηκαν οι αστερισμοί και οι αναπαραστάσεις τους.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ζωολογία, Ιστορίες λέξεων, ζώα | Με ετικέτα: , , , , , , | 121 Σχόλια »

Τα φλαμίνγκα δεν χορεύουν φλαμένκο

Posted by sarant στο 8 Σεπτεμβρίου, 2022

Την ιδέα για το σημερινό άρθρο μού την έδωσε ένας φίλος στο Τουίτερ, που μου κοινοποίησε ένα πολύ συμπαθητικό βιντεάκι, που παρουσιάζει ένα μωρό φλαμίνγκο που μαθαίνει πώς να στέκεται στο ένα πόδι. Δεν έχω μάθει όμως πώς να ενσωματώνω τα βιντεάκια αυτά εδώ στο ιστολόγιο, οπότε, αν θέλετε να το δείτε, πρέπει να πάτε στο Τουίτερ.

Δεν διάλεξα όμως καλή φωτογραφία για να συνοδέψει το άρθρο, έπρεπε να βρω μία να δείχνει το πουλί να στέκεται στο ένα πόδι. Ας είναι.

Το φλαμίνγκο της φωτογραφίας ανήκει στο είδος Phoenicopterus roseus, και λέγεται επίσης μεγάλο φλαμίνγκο. Υπάρχουν έξι είδη φλαμίνγκων (ας ακτιβίσω λίγο, δεν μου πάει να το αφήνω άκλιτο, κι έχω να ξεπληρώσω και μερικά «τσίρκο», «παλτό» και «καζίνο»), από τα οποία τα δύο, μεταξύ των οποίων και αυτό που βλέπετε, είναι είδη του παλαιού κόσμου.

Στην Ελλάδα τα φλαμίνγκα είναι αποδημητικά, περνάνε τον Μάρτιο όπως ανεβαίνουν προς βορρά ή τον Οκτώβριο κατεβαίνοντας προς Αφρική. Πολλά όμως μένουν εδώ και ξεχειμωνιάζουν σε παράκτιους υγρότοπους στη Θράκη ή αλλού. Είναι πουλί κοινωνικό, ζει σε μεγάλα σμήνη, που φτάνουν εκατοντάδες άτομα και τρέφεται με διάφορα μαλάκια που βρίσκει στα ρηχά νερά. Το καμπυλωτό ράμφος του έχει πολύ ενδιαφέρον από μηχανική άποψη.

Ο φίλος με ρώτησε πώς το λέγαν οι αρχαίοι το φλαμίνγκο, αν βέβαια το ήξεραν. Φαίνεται πως το ήξεραν, αν και οι αναφορές στην ελληνική αρχαία γραμματεία είναι λίγες. Η πιο σημαντική είναι στους Όρνιθες του Αριστοφάνη, με τον εξής διάλογο:

ΕΥ. νὴ Δί᾽ ὄρνις δῆτα. τίς ποτ᾽ ἐστίν; οὐ δήπου ταὧς;
ΠΙ. οὗτος αὐτὸς νῷν φράσει. τίς ἐστιν ὄρνις οὑτοσί;
ΕΠ. οὗτος οὐ τῶν ἠθάδων τῶνδ᾽ ὧν ὁρᾶθ᾽ ὑμεῖς ἀεί,
ἀλλὰ λιμναῖος. ΕΥ. βαβαῖ, καλός γε καὶ φοινικιοῦς.
ΕΠ. εἰκότως ‹γε›· καὶ γὰρ ὄνομ᾽ αὐτῷ ᾽στὶ φοινικόπτερος.

Βλέπουν ενα πουλί και λέει ο Ευελπίδης: Θεέ μου, ένα πουλί. Τι είν’ αυτό; Δεν είναι παγόνι, ε;

Ο Πεισθέταιρος ρωτάει τον Έποπα, τον Τσαλαπετεινό, ο οποίος απαντάει πως «δεν είναι από τα συνηθισμένα είδη που ξέρετε, είναι λιμναίο πουλί.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ζωολογία, Ισπανία, ζώα | Με ετικέτα: , , , , , | 237 Σχόλια »

Τα σπουργίτια του Βάρναλη

Posted by sarant στο 17 Αυγούστου, 2022

Πριν από μερικές εβδομάδες, πάντως μέσα στο καλοκαίρι, μια φίλη έβαλε στο Φέισμπουκ τη φωτογραφία που βλέπετε, κι έγραψε:

Οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι τα σπουργίτια έσερναν το άρμα της Αφροδίτης, γι’ αυτό και ο Κατουλλος στα ερωτικά του ποιήματα τους δίνει πρωταγωνιστικό ρόλο.

Στις σύγχρονες πόλεις πάλι γίνονται ζητιανάκια, σε πλησιάζουν για λίγα ψιχουλάκια. Ίσως όμως να είναι «λίγα ψίχουλα αγάπης» αυτό που γυρεύουν.

Εκείνη τη μέρα έτρεχα εδώ κι εκεί και δεν βρήκα καιρό να σχολιάσω στην ανάρτησή της -και το κακό με το Φέισμπουκ είναι που οι παλιές αναρτήσεις σκεπάζονται από τις νεότερες και δεν φαίνονται.

Κι έτσι, είπα να γράψω το σημερινό άρθρο στο ιστολόγιο γι’ αυτούς τους συμπαθέστατους αλήτες των πόλεων.

Από τον τίτλο που έβαλα, μπορείτε να υποθέσετε ότι θ’ αφιερώσω ένα μεγάλο τμήμα του άρθρου σε γραφτά του Κώστα Βάρναλη.

Σωστά, αλλά εμείς εδώ λεξιλογούμε, οπότε θα αρχίσουμε από τη λέξη. Λέμε «το σπουργίτι» αλλά επίσης «ο σπουργίτης», αν και το ουδέτερο είναι συχνότερο.

Η λέξη ετυμολογείται από το ελληνιστικό «πυργίτης». Για να το πω πληρέστερα, ο σπουργίτης λεγόταν «στρουθός πυργίτης», επειδή έχτιζε φωλιές σε κτίσματα. Λέει κάπου ο Γαληνός:

καὶ οἱ πυργῖται καλούμενοι στρουθοὶ καὶ ὅσοι κατὰ τὰς ἀμπέλους διαιτῶνται καὶ τῶν περιστερῶν αἱ ἐκ τῶν πύργων ἀμείνους τῶν κατοικιδίων εἰσίν

ενώ ο Ορειβάσιος συγκρίνει το κρέας διαφόρων πουλιών και λέει ότι

καὶ τῶν μικρῶν στρουθίων, ἐν οἷς εἰσι καὶ οἱ πυργῖται καλούμενοι, σκληροτέρα τούτων

δηλαδή έχουνε σάρκα δύσοψη αυτοί οι παλιοκλέφτες -τι σαρκα να’χουνε, δυο δράμια πραματάκι, θα πείτε· αλλά θα έρθουμε και σ’ αυτό.

Το «πυργιτης» ανέπτυξε ου αντί για υ, λόγω του π, και προθεματικό σ (τους πουργίτες -> τους σπουργίτες) κι έτσι προέκυψε η σημερινή λέξη, που είναι ήδη μεσαιωνική, τη βρίσκουμε π.χ. στον Πουλολόγο:

Κι ἐπῆραν με ἐκ τὸν βασιλέα, εἴ τι θέλω νὰ τρώγω,
σπουργίτες, κίχλες, κόσσυφας, ἀσκορδιαλοὺς καὶ ἄλλα.

και πιο παλιά σε γιατροσόφια του Ν. Μυρεψού.

Το σπουργίτι έχει προσαρμοστεί άριστα στο αστικό τοπίο και είναι στοιχείο της καθημερινότητάς μας. Παλιότερα, και εννοώ πριν από 50-80 χρόνια, πρέπει να υπήρχαν περισσότερα σπουργίτια στις (μικρότερες, φυσικά) πόλεις. Ειναι πουλί κοινωνικό, που έχει μάθει να συμβιώνει με τον άνθρωπο. Για κάποιον που τρώει πολύ λίγο, λέμε «τρώει σα σπουργίτι».

Στη Διήγησή του ο Κολοκοτρώνης γράφει κάτι που μου έκανε εντύπωση: τα ήμερα δεν θα διώξουν τα άγρια· όλα φεύγουν, ο σπουργίτης πάντοτε μένει.

Το χαρούμενα αλήτικο στοιχείο των σπουργιτιών το έχει πιάσει βέβαια ωραία και το παιδικό ποίημα του Ζαχαρία Παπαντωνίου, που το ξέρουν όλα τα παιδιά επειδή μελοποιήθηκε, για τους σπουργίτες που τρωγόπιναν σε μια ρώγα από σταφύλι. Επιπλέον, το στοιχείο του μικρού και απροστάτευτου, που φέρνει στο νου το σπουργίτι, ιδίως στο υποκοριστικό «σπουργιτακι», την εξέφρασε π.χ. η Αλίκη Βουγιουκλάκη όταν τραγούδησε το κινηματογραφικό Σπουργιτάκι του Χατζιδάκι:

Αλλά βέβαια, σπουργιτάκι ήταν η Εντίτ Πιάφ (piaf θα πει σπουργίτι στην αργκό). Να θυμηθούμε, τέλος, το σπουργίτι, το τρομερό παιδί στις Χαμηλές Πτήσεις του Αρκά.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Βάρναλης, Ετυμολογικά, Ζωολογία, Χρονογραφήματα, ζώα | Με ετικέτα: , , , , , , , | 134 Σχόλια »

Σαν τον κάβουρα

Posted by sarant στο 26 Ιουλίου, 2022

Καλοκαίρι είναι, συνηθίζουμε τα άρθρα με θαλασσινό και ναυτικό περιεχόμενο. Πριν από τρία χρόνια, τέτοιες μέρες περίπου, είχαμε γράψει ένα άρθρο για τα θαλασσινά, όπου λεξιλογήσαμε για χταπόδια, καλαμάρια, γαρίδες και συναφή. Στο άρθρο εκείνο έχω σκοπό να επιστρέψω, για ν’ αναπτύξω περισσότερο ένα από τα ζώα αυτά αλλά προς το παρόν θα βγάλω ένα χρέος.

Εννοώ ότι σε εκείνο το άρθρο περί θαλασσινών είχα αφήσει απέξω τα καβούρια. Όπως είχα γράψει, «στο καβούρι αποφάσισα ν’ αφιερώσω ειδικό άρθρο, καθώς έχει πολύ μεγάλο φρασεολογικό πλούτο -άλλωστε δεν είναι αμιγώς θαλασσινό. Κάποια άλλη φορά λοιπόν θα πούμε για τον κάβουρα και την περπατησιά του, τα καβούρια της τσέπης, τα καβουράκια και την κυρία καβουρίνα».

Ε, η στιγμή αυτή ήρθε σήμερα.

O κάβουρας είναι ζώο που ανήκει στα καρκινοειδή, μαζί με τις γαρίδες, τις καραβίδες και τους αστακούς. Τα καρκινοειδή ειναι μια πολυμελέστατη υποδιαίρεση, ουσιαστικά υποσυνομοταξία. Ο κάβουρας είναι δεκάποδο, με δυο μεγάλες δαγκάνες μπροστά και οχτώ μικρότερα πόδια πίσω, από τέσσερα. Ίσως για τον λόγο αυτό, στη λαϊκή μούσα θα δείτε να γίνεται λόγος για οχτώ πόδια του κάβουρα, ας πούμε:

Οχτώ ποδιά ‘χει ο κάβουρας και πάει μπρος και πίσω
τη νιότη μου στα χέρια σου θα την απαρατήσω.

Μπορεί το δίστιχο να είναι ανακριβές ως προς τον αριθμό των ποδιών του, αλλά σωστά λέει ότι «πάει μπρος και πίσω». Για την ακρίβεια, η κατασκευή των ποδιών του δίνει στο καβούρι την ευχέρεια να μετακινείται με ταχύτητα είτε προς τα μπρος, είτε προς τα πίσω, είτε προς τα πλάγια, για να κρυφτεί στις σχισμές των βράχων ας πούμε, να ξεφύγει από διώκτες ή να πιάσει το θήραμά του. Ο άνθρωπος, μαθημένος να περπατάει με επιδεξιότητα μόνο προς τα μπρος, το προσόν αυτό του κάβουρα το θεώρησε ελάττωμα.

Κι έτσι γεννήθηκε η φράση «πάει σαν τον κάβουρα», που τη λέμε για έργο που προχωράει πολύ αργά ή για κάποιον που δουλεύει με πολύ βραδύ ρυθμό. Και υπάρχει και το ρήμα «καρκινοβατώ», που αυτήν ακριβώς την κατάσταση περιγράφει, όταν ένα έργο προχωράει με πολύ αργό ρυθμό, προσκρούει συνεχώς σε εμπόδια ή και οπισθοδρομεί. Το ρήμα είναι νεότερο, αλλά ήδη από τα αρχαία υπήρχε ο όρος καρκινοβάτης και καρκινοβήτης.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Ετυμολογικά, Ζωολογία, Ιστορίες λέξεων, Φρασεολογικά, ζώα | Με ετικέτα: , , , , | 166 Σχόλια »

Η Πόρσε των Σουμερίων (μια ακόμα συνεργασία του Ρογήρου)

Posted by sarant στο 17 Μαΐου, 2022

Θα πείτε ότι, επειδή έχω ταξίδια αυτές τις μέρες, τα έχω φορτώσει στον κόκορα οπότε, για να μη σπάσω το καθημερινό σερί (που, να θυμίσω, βαστάει από τον Γενάρη του 2014) επαφίεμαι σε επαναλήψεις ή συνεργασίες.

Μπορεί να είναι κι έτσι, αλλά το σημερινό μού άρεσε πολύ όταν το είδα, πριν από καμιά δεκαριά μέρες, στη σελίδα του Ρογήρου στο Φέισμπουκ, και τον προειδοποίησα ότι θα το κλέψω. Μου έδωσε όμως την άδεια, οπότε δεν λογαριάζεται για κλοπή.

Ποια να είναι άραγε αυτά τα ζώα που σέρνουν τα άρματα μάχης των Σουμερίων, όπως απεικονίζονται στο αρχαιολογικό εύρημα το οποίο αποκαλείται, μάλλον εντελώς παραπλανητικά, «Λάβαρο της Ουρ»*;

Η κορμοστασιά τους θυμίζει άλογο, η ουρά κι η χαίτη, όμως, γαϊδούρι. Επιγραφές σφηνοειδούς γραφής που βρέθηκαν στην Έμπλα, στη βόρειο Συρία, κι ανάγονται στα μέσα της τρίτης χιλιετίας π.Χ. μας πληροφορούν για το όνομα του ζώου: κούνγκα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αρχαιολογία, Ζωολογία, Συνεργασίες | Με ετικέτα: , , , | 157 Σχόλια »

Μεζεδάκια είκοσι χρόνια μετά

Posted by sarant στο 11 Σεπτεμβρίου, 2021

Είκοσι χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, βέβαια, μια από τις λιγοστές σημαδιακές ημερομηνίες στη διάρκεια της ζωής μας. Και είναι βέβαια μεγάλη ειρωνεία της ιστορίας πως η εικοστή επέτειος από την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους θα συμπέσει με την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, οι οποίοι βέβαια βρέθηκαν σε αυτή τη θέση αν όχι με τις ευλογίες πάντως με την ανοχή των ΗΠΑ.

Αν η φετινή 11η Σεπτεμβρίου έπεφτε καθημερινή, ίσως να αφιερωναμε ένα άρθρο -και ίσως όχι τόσο πολύ με αναλύσεις όσο με αφηγήσεις του καθενός μας, τι έκανε εκείνη τη μέρα που όλος ο πλανήτης είδε σε ζωντανή μετάδοση (απομεσήμερο ήταν στα μέρη μας) το Μπόινγκ να πέφτει πάνω στον δεύτερο πύργο.

Αλλά σήμερα είναι Σάββατο και το πρόγραμμα επιβάλλει να δημοσιεύσουμε μεζεδάκια, παναπεί ανάλαφρο γλωσσικό σχολιασμό. Οπότε, το επετειακό μας άρθρο αναβάλλεται για τα 25 ή τα 30 χρόνια της επετείου (αν δεν πέφτει Σαββατοκύριακο τότε).

Και ξεκινάμε ανάλαφρα, με έναν διάλογο από το Φέισμπουκ.

Αγνοώ πώς ξεκίνησε η συζήτηση και τι ήταν εκείνο που έκανε τον ένα συνομιλητή να ανατρέξει στον θάνατο του Σωκράτη.

— Ντροπή σου Έλληνα. Εσύ θα έδινες πρώτος το κύμινο (ή έστω κίμηνο) στο Σωκράτη.

Φαίνεται ότι ο Σωκράτης πέθανε από την υπερβολική κατανάλωση κύμινου -ίσως το βάζανε στα σουτζουκάκια της εποχής, ίσως πάλι να το πίνανε σε αφέψημα ή σε ηδύποτο όπως είναι το κιούμελ.

Αυτή η δεύτερη εκδοχή φαίνεται ελκυστική, διότι εξηγεί και την προέλευση μιας παροιμιακής φράσης της νέας ελληνικής. Δεν αποκλείεται, δηλαδή, οι αρχαίοι να λέγανε «ώσπου να πιεις κύμινο», και μέσα στους αιώνες η φράση να μεταλλάχθηκε σε «ώσπου να πεις κύμινο».

(Για να μην τα δω αυτά αναδημοσιευμένα πουθενά, σπεύδω να δηλώσω ότι τα γράφω στα αστεία).

* Συνεχίζω με μια παρωνυχίδα από ρεπορτάζ για το φονικό που συνέβη στη Φλόριντα.

Ο δράστης, ο 33χρονος Μπράιαν Ρίλεϊ, επίσης τραυμάτισε ένα 11χρονο κορίτσι, στο περιστατικό που έγινε στο Λέικλαντ, κοντά στην Τάμπα. Το κορίτσι είχε επτά τραύματα από σφαίρες και υποβλήθηκε σε επέμβαση. 

Οπως το διαβάζω εγώ, το κορίτσι είχε ήδη επτά τραύματα από σφαίρες, πριν το τραυματίσει ο Ρίλεϊ. Επειδή το ρήμα «έχω» δεν επιτρέπει διάκριση αορίστου και παρατατικού, που εδώ χρειάζεται, θα έβαζα «το κορίτσι υπέστη επτά τραύματα».

Σημειώνω επίσης το απρόσεχτο «πάσχει από μετατραυματική διαταραχή μετατραυματικού στρες» -το πρώτο από τα δύο περισσεύει θαρρώ.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επετειακά, Ζωολογία, Μαργαριτάρια, Μεταφραστικά, Μεζεδάκια, Το είπε/δεν το είπε | Με ετικέτα: , , , , , , , | 151 Σχόλια »

Η κάμπια η Καραφατμέ

Posted by sarant στο 30 Σεπτεμβρίου, 2020

Μέσα στην πανδημία, τα ζοφερά νέα και τις διεθνείς εντάσεις, μια κάμπια κατάφερε ν’ αποσπάσει για λίγο τα φώτα της δημοσιότητας και να κερδίσει το δεκαπεντάλεπτο προβολής που ο καθένας μας φιλοδοξεί ν’αποκτήσει τη σήμερον ημέρα.

Μια κάμπια, μα ποια κάμπια; Όχι όποια κι όποια, αλλά η κάμπια η Καραφατμέ, ή τουλάχιστον αυτό το καταπληκτικό όνομα επικαλέστηκε ο αρμόδιος αντιδήμαρχος Αθηναίων σε πρόσφατη ραδιοφωνική του συνέντευξη: «Το γκαζόν προσβλήθηκε από «καραφατμέ», έτσι λέγεται το είδος της κάμπιας».

Η Καραφατμέ λοιπόν φταίει που ξεράθηκε το γκαζόν της πολυδιαφημισμένης αναπλασμένης Ομόνοιας, και όχι η αποτισιά. Αλλά ποια είναι η Καραφατμέ; Δάκτυλος τουρκικός; Πράκτορας της ΜΙΤ που έχει αρχίσει τη δολιοφθορά; Έρχεται και αυτή από το Γενί Τζαμί;

Το παντεποπτικό Γκουγκλ μάς παραπέμπει σε ανθοκομική σελίδα, όπου μαθαίνουμε ότι οι Αγρότιδες ή  Καραφατμέ ή Κοφτοσκούληκα (Agrotis segetum, Agrotis ypsilon) «προσβάλλουν  πολλές καλλιέργειες, συνηθέστερα το βαμβάκι, τα τεύτλα, τον αραβόσιτο, την πατάτα, τον καπνό, τα ψυχανθή. Πρόσφατα δημιούργησαν σημαντικά προβλήματα και σε χλοοτάπητες, ιδιαίτερα σε έτοιμους». Σαν να ταιριάζει η περιγραφή.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Βάρναλης, Επικαιρότητα, Ζωολογία, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , , | 168 Σχόλια »

Το οποίο σκουλήκι…

Posted by sarant στο 15 Νοεμβρίου, 2018

Ήταν μια φορά, λέει, ένας καθηγητής της Ζωολογίας, που είχε αφιερώσει τη ζωή του στη μελέτη των σκουληκιών και ήταν παγκόσμια αυθεντία στον τομέα αυτόν. Κι έτσι, στις εξετάσεις έβαζε πάντοτε θέματα σχετικά με τα σκουλήκια. Οι φοιτητές, φυσικά, που ήξεραν το πάθος του, μελετούσαν εξαντλητικά για τα σκουλήκια και μόνο και δεν διάβαζαν τίποτε άλλο και περνούσαν όλοι με άριστα. Κάποια φορά, αποφάσισε να αλλάξει τακτική και να ρωτάει και για άλλα θέματα. Όταν μπήκε ο πρώτος φοιτητής μέσα (αυτά γίνονταν τον παλιό καιρό που οι εξετάσεις ήταν προφορικές στο γραφείο του καθηγητή) τον ρώτησε τι ξέρει για την κότα.

Ο φοιτητής αιφνιδιάστηκε βέβαια, αφού περίμενε ερώτηση για τα σκουλήκια, αλλά γρήγορα ανέκτησε την ψυχραιμία του. «Η κότα», άρχισε να λέει, «είναι ΄πτηνό, εξημερωμένο, που τρέφεται με σκουλήκια. Τα οποία σκουλήκια…» και συνεχίζει να λέει νεράκι όσα ήξερε για τα σκουλήκια κι ο καθηγητής, ευχαριστημένος που άκουγε το αγαπημένο του θέμα, όχι απλώς δεν τον έκοψε αλλά του έβαλε άριστα.

Τον δεύτερο φοιτητή τον ρώτησε για τον ελέφαντα. «Ο ελέφαντας είναι ένα πολύ μεγαλο ζώο», είπε αυτός, «που ζει στην Αφρική και που έχει μια μεγάλη προβοσκίδα αντί για μύτη, η οποία μοιάζει με σκουλήκι. Το οποίο σκουλήκι….» και συνέχισε το τροπάρι περί σκουληκιών και πήρε άριστα κι αυτός.

Τον τρίτο τον ρώτησε για τη φάλαινα. Ίδρωσε και ξίδρωσε αυτός, αλλά τελικά βρήκε τη λύση: «Η φάλαινα είναι ένα μεγάλο κήτος, που ζει μέσα στη θάλασσα, και ως εκ τούτου ουδεμία σχέση έχει με τα σκουλήκια. Τα οποία σκουλήκια….»

Τα οποία σκουλήκια θα μας απασχολήσουν στο σημερινό άρθρο, χωρίς να υπάρχει κάποιος ειδικός λόγος γι’ αυτό. Έτσι έτυχε.

Βέβαια, εδώ δεν ζωολογούμε -κι έτσι δεν θα εξετάσουμε το σκουλήκι όπως ο καθηγητής του ανεκδότου μας, που ασφαλώς θα είχε πολλά να μας πει, αλλά θα το εξετάσουμε γλωσσικά κυρίως και πολιτισμικά δευτερευόντως.

Στη φρασεολογία μας χρησιμοποιούμε διάφορα ζώα ως μειωτικούς χαρακτηρισμούς -κι εκεί δείχνουμε την αχαριστία μας, μια και ο σκύλος είναι, υποτίθεται, ο πιο πιστός μας φίλος, ενώ ο γάιδαρος στάθηκε πολύτιμο υποζύγιο επί χιλιετίες, κι όμως είναι βρισιά, βαριά σε ορισμένους πολιτισμούς, να χαρακτηρίσεις κάποιον σκύλο ή γιο σκύλου ή γάιδαρο. Ωστόσο, νομίζω πως ο πιο υποτιμητικός χαρακτηρισμός με ζώο που υπάρχει είναι να αποκαλέσεις κάποιον «σκουλήκι» -τον χαρακτηρίζεις ταυτόχρονα τιποτένιο και σιχαμερό.

Ολοφάνερα, δεν το έχουμε σε εκτίμηση το μικροσκοπικό ασπόνδυλο, δεν μπορούμε να ταυτιστούμε μαζί του, στους περισσότερους προκαλεί απέχθεια -συν τοις άλλοις επειδή είναι ταυτισμένο με τη σήψη και τον θάνατο κι επειδή ξέρουμε πως μια μέρα εκείνα θα μας φάνε, κι όχι εμείς αυτά. Ίσως μόνο οι ψαράδες, που το χρησιμοποιουν για δόλωμα, να μπορούν να εκτιμήσουν τα σκουλήκια και τις μεταξύ τους διαφορές -και να τα μεταχειρίζονται χωρίς ν’ αηδιάζουν.

Η λέξη σκουλήκι είναι μετεξέλιξη της αρχαίας «σκώληξ», μέσω του ήδη αρχαίου υποκοριστικού «σκωλήκιον». Η λέξη σκώληξ, με τη χαρακτηριστική κατάληξη -ηξ, που τη βρίσκουμε και στη λ. μύρμηξ, ανάγεται σε αμάρτυρο *σκώλος (= καμπύλη, κυρτότητα) και σε ρίζα από την οποία προήλθαν επίσης οι λ. σκέλος και σκολιός,

Στο Ετυμολογικό του Μπαμπινιώτη λέγεται ότι ο σκώληξ είναι λέξη που μαρτυρείται από τον 5ο αιώνα, αλλά τη βρισκω στον Όμηρο, στο Ν της Ιλιάδας, όπου όταν σκοτώνεται στη μάχη ο Αρπαλίων, ένας Παφλαγόνας σύμμαχος των Τρώων, «ὥς τε σκώληξ ἐπὶ γαίῃ κεῖτο ταθείς» – και στην γην ξαπλώθη τεντωμένος ωσάν σκουλήκι, μεταφράζει ο Πολυλάς.

Απο το σκωλήκιον έχουμε το μεσαιωνικο σκουλήκιν, με έντονη παρουσία στην κρητική λογοτεχνία, και από εκεί τη σημερινή λέξη. Να σημειωθεί και ο σκούληκας, συχνά με μεγεθυντική σημασία.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ανέκδοτα, Ζωολογία, Ιστορίες λέξεων, Κύπρος, Μονοτονικό, Ποίηση, Φρασεολογικά, ζώα | Με ετικέτα: , , , , , , | 243 Σχόλια »

Ζωώδεις καταστάσεις

Posted by sarant στο 13 Ιουνίου, 2018

Το σημερινό άρθρο το εχω δανειστεί από μια συζήτηση που έγινε στην ομάδα Υπογλώσσια του Φέισμπουκ, στην οποια συμμετεχω (και σας προτρέπω να γίνετε μέλη, αν χασομεράτε και στο Φέισμπουκ). Οπότε, τα περισσότερα λήμματα του καταλόγου που ακολουθεί τα  έχουν βρει οι φίλοι που συμμετείχαν στη συζήτηση. Εγώ εμπλούτισα τον κατάλογο, τον έβαλα σε αλφαβητική σειρά και έγραψα και μερικά πράγματα για το κάθε λήμμα. Μερικά σπανιότερα λήμματα τα έχω με αστερίσκο.

Το ζητούμενο είναι να βρουμε ρήματα που περιγράφουν ανθρώπινες συμπεριφορές ή καταστασεις παραπέμποντας μεταφορικά σε χαρακτηριστικά ή σε ιδιότητες ζώων, όπως σκυλιάζω, κορακιάζω ή μουλαρώνω.

Να διευκρινίσω ότι δεν μας ενδιαφέρουν ρήματα που δηλώνουν την ενέργεια που κάνουμε στο/με το ζώο, όπως ψαρεύω ή ιππεύω, έστω κι αν το ψαρευω μπορεί να χρησιμοποιηθεί και μεταφορικά.

    • αλαφιάζω: τρομάζω καποιον· αλαφιάζομαι: τινάζομαι τρομαγμένος, ξαφνιασμένος, όπως το αλάφι (ελάφι).
    • *αλεπογανίζω: Χρονοτριβώ με άσκοπες μετακινήσεις εδώ κι εκει, όπως η αλεπού, η οποία, κατά την κοινή αντίληψη, κάνει ελιγμούς για να χαθούν τα ίχνη της.
    • *αλεποτινάζω: Αρπάζω κάποιον με δύναμη και τον τινάζω, όπως τα σκυλιά την αλεπού.
    • *αλεπουδεύω, ιδίως στα ποντιακά με τη μορφή λαπουδεύω. Αναλαμβάνω σωματικές δυνάμεις μετά από αρρώστια. Και αναλαμβάνω οικονομικά.
    • *αλεπουδίζω: Κάνω πονηριές και τσαλιμάκια, αν πιστέψω κάποιες αναφορές στο Διαδίκτυο. Και το αρχαίο αλωπεκίζω.
    • αλωπεκίζω. Βλ. παραπάνω.
    • αποκτηνώνομαι: Με τον γενικό όρο, φερομαι σαν ζώο, κυριαρχούμαι από κατώτερα ένστικτα.
    • αραχνιάζω: βρίσκομαι σε κατάσταση εγκατάλειψης, ερήμωσης. Είμαι παρατημενος. (Μπορεί να νοηθεί και κυριολεκτικά, για μέρος που έχει γεμίσει με ιστούς αράχνης).
    • αρκουδίζω: περπατάω με τα τέσσερα, μπουσουλάω.
    • *βοϊδοδουλεύω: εργάζομαι σκληρά και επίμονα, σαν το βόδι. Ηπειρώτικο.
    • *βοϊδοκοιμάμαι: κοιμάμαι βαθιά. Ηπειρώτικο.
    • *βοϊδοπεικάζω (ή *βοϊδονιώθω): είμαι αργόστροφος σαν το βόδι.
    • γαϊδουρεύω και γαϊδουροφέρνω: φέρνομαι με τρόπο αγροίκο, βάναυσο.
    • γαϊδουρίζω: όπως παραπάνω. Και με τη σημασία «πεισμώνω» (βλ. μουλαρώνω)
    • *γαϊδουρογυρίζω και *γαϊδουροκαθίζω: εξευτελίζω, διαπομπεύω κάποιον (και κυριολεκτικά, τα παλιά χρόνια)
    • *γουρουνεύω ή γουρουνίζω: συμπεριφέρομαι άπρεπα, με τρόπο αγροίκο.
    • γουρουνιάζω: νεότερη αργκό παραλλαγή, πολύ κοινή, που λέγεται ιδίως όταν κάποιος τρώει πολύ και χωρίς τακτ, αλλά λέγεται και για άλλες μορφές κραιπάλης.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αργκό, Γενικά γλωσσικά, Ετυμολογικά, Ευτράπελα, Ζωολογία, Λογολογία, Φρασεολογικά, ζώα | Με ετικέτα: , , | 232 Σχόλια »

Η αθώα περιστερά (χρονογράφημα του Κ. Βάρναλη)

Posted by sarant στο 30 Ιουλίου, 2017

Το σημερινό χρονογράφημα το θυμήθηκα τις προάλλες, που είχε γίνει στα σχόλια μια συζήτηση για το πώς μπορεί κανείς να μαγειρέψει περιστέρια -αφού, όπως θα δείτε, περιστρέφεται γύρω από αυτό ακριβώς το θέμα.

Όμως, μαγείρεμα περιστεριών υπό ειδικές συνθήκες -μέσα στην Κατοχή και μάλιστα μέσα στον εφιαλτικό χειμώνα του 1941-42. Το χρονογράφημα που θα παραθέσω σήμερα δημοσιεύτηκε στην Πρωία στις 11 Ιανουαρίου του 1942.

Δεν περιλαμβάνεται στον τόμο με τα Αττικά χρονογραφήματα που εξέδωσα πέρυσι, διότι το έχω κρατήσει για άλλον τόμο, που θα ακολουθήσει, το 2018 ή το 2019 αν είμαστε γεροί, με (προσωρινό) τίτλο «Του καφενείου και της ταβέρνας». Ωστόσο δεν είναι και άγνωστο στους νεότερους αναγνώστες, αφού συμπεριλαμβάνεται στον τόμο «Φέιγ βολάν της Κατοχής» με 80 κατοχικά χρονογραφήματα του Βάρναλη που τα διάλεξε ο φίλος Γιώργος Ζεβελάκης.

Το χρονογράφημα όπως θα δείτε δεν αφήνει να φανεί η φονική πείνα του χειμώνα εκείνου -προφανώς η λογοκρισία δεν θα το επέτρεπε. Από την άλλη, μην ξεχνάμε πως για να τονωθεί το ηθικό του αναγνώστη ώστε να αντέξει τη μαυρίλα, χρειάζονταν εύθυμα κι αισιόδοξα κείμενα.

Στο ιστολόγιο δεν έχουμε δημοσιεύσει άρθρο για το περιστέρι, δηλαδή για τα λεξιλογικά και τα φρασεολογικά του. Να πούμε απλώς ότι υπάρχει η έκφραση «κάνει την αθώα περιστερά» για κάποιον που παριστάνει ότι δεν έχει καμιά συμμετοχή σε κάποια επιλήψιμη πράξη, ακριβώς επειδή το περιστέρι είναι σύμβολο όχι μόνο της ειρήνης αλλά και της αθωότητας.

Η αθώα περιστερά
(Πρωία, 11.01.1942)

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Βάρναλης, Ζωολογία, Κατοχή, Χρονογραφήματα, ζώα, μαγειρική | Με ετικέτα: , , , | 130 Σχόλια »

Κανάρια από τα Κανάρια

Posted by sarant στο 29 Σεπτεμβρίου, 2015

Canari_jaune_lipochrome_intensifΣτο άρθρο του περασμένου Σαββάτου είχα κάνει λόγο για τα «καναρίνια του Ναπολέοντα«, που δεν ήταν καναρίνια, αλλά πάπιες, διότι ο μεταφρατζής μιας είδησης για το καθημερινό σιτηρέσιο του εξόριστου αυτοκράτορα διάβασε 4 canards, τέσσερις πάπιες, και το μετέφρασε «4 καναρίνια», κι έτσι εβαλε κοτζάμ αυτοκράτορα να τρώει ωδικά πτηνά, ενώ στα γαλλικά το καναρίνι είναι canari.

Κατά ένα μόνο γράμμα διαφέρει το canari από το canard, και αφού είναι και τα δυο πουλιά θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί κάποια ετυμολογική συγγένεια, αλλά παρά την εντυπωσιακή ομοιότητά του οι δυο λέξεις δεν έχουν ετυμολογική σχέση μεταξύ τους, όπως έγραψα στο προηγούμενο άρθρο. Και επειδή το προηγούμενο άρθρο είχε άλλο αντικείμενο, δεν συνέχισα, απλώς πρόσθεσα: «αλλά  δεν θα πω περισσότερα, και σας παρακαλώ να μην πείτε κι εσείς, διότι το θέμα έχει ψωμί και αξίζει χωριστό άρθρο».

Αμ’ έπος αμ’ έργον, που λένε, αυτό το χωριστό άρθρο σκέφτηκα να το γράψω σήμερα, να μην αφήνω και χρέη, διότι το αρθρογραφικό μου χρέος είναι εξίσου υπέρογκο με το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, και οι ελπιδες για διεθνή διάσκεψη που θα το μειώσει είναι ακόμα μικρότερες.

Το καναρίνι λοιπόν, που εμείς το δανειστήκαμε από το βενετικό canarin, λέγεται canari στα γαλλικά, canary στα αγγλικά (σύντομη μορφή του canary-bird), και έχει παρεμφερές όνομα σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες, πράγμα που μας υποψιάζει ότι δεν υπήρχε από παλιά στα μέρη μας, αλλιώς θα είχε διαφορετικές ονομασίες από τη μια γλώσσα στην άλλη, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα πουλιά.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in ποδόσφαιρο, Ετυμολογικά, Ζωολογία, Ιστορίες λέξεων, Τοπωνύμια | Με ετικέτα: , , , , , , | 172 Σχόλια »

Μεταξά, έλα εδώ να σε ταΐσω

Posted by sarant στο 7 Ιουνίου, 2015

Σε χτεσινό σχόλιο είχαμε πει για την εκστρατεία που έκανε στην Κίνα ο Πρόεδρος Μάο για να εξολοθρεύσει τα σπουργίτια και άλλα τρία «βλαβερά» πλάσματα (ποντίκια, μύγες, κουνούπια) κι εγώ θυμήθηκα την παρόμοια εκστρατεία που είχε γίνει επί 4ης Αυγούστου στην Ελλάδα για να περιοριστούν οι κατσίκες. Και κοντά σ’ αυτό πρόσθεσε τη γνώμη του ο φίλος ΚΑΒ ότι με τις γεωργικές επιδοτήσεις οι κατσίκες στο νησί του πλήθυναν κι έχουν ρημάξει τα μελισσοκομικά φυτά -πιράνχας, λέει, τις αποκαλούν τις κατσίκες οι μελισσοκόμοι.

Οπότε, θυμήθηκα ένα βιβλίο που’χα διαβάσει, που αναφερόταν εκτενώς στη μεταξική αντιγιδική εκστρατεία, και σκέφτηκα σήμερα, που έχουμε καιρό για διάβασμα, να παραθέσω τα σχετικά αποσπάσματα. Πρόκειται για το δίτομο έργο του Γεωργούλα Μπέικου «Η λαϊκή εξουσία στην ελεύθερη Ελλάδα», που παρά τον τίτλο του είναι πολύ ζωντανό και πολύ γουστόζικο ανάγνωσμα. Ο Μπέικος, μορφωμένος αλλά από χωριό, διανθίζει την αφήγησή του με παροιμίες και λαϊκές εκφράσεις, που σκέφτομαι κάποια φορά να τις αποδελτιώσω. (Έχω παραθέσει ένα μικρό απόσπασμα από το έργο του, στο τέλος ενός παλιότερου άρθρου-κουίζ).

Μπορεί το μέτρο του Μεταξά για την εξολόθρευση της γίδας να ήταν σωτήριο για τη γεωργία -ο παππούς μου, θυμάμαι, σε μια συζήτηση που είχαμε κάνει σε ανύποπτο χρόνο, το είχε θεωρήσει σωστό, και βέβαια κάθε άλλο παρά οπαδός του Μεταξά ήταν. Ο Μπέικος όμως, εκτός από κομμουνιστής καταγόταν και από την Ευρυτανία, όπου προπολεμικά η αιγοβοσκή ήταν η μοναδική σχεδόν πηγή χρηματικού εισοδήματος, οπότε βλέπει τα πράγματα αλλιώς.

Ο Μπέικος δεν ήταν τυχαίος: είναι αυτός που επεξεργάστηκε τον κώδικα λαϊκής δικαιοσύνης, που εφαρμόστηκε στην ελεύθερη Ελλάδα το 1943-44. Την περίοδο της 4ης Αυγούστου ήταν συντάκτης μιας τοπικής εφημερίδας.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αναμνήσεις, Ζωολογία, Πρόσφατη ιστορία | Με ετικέτα: , , , , | 187 Σχόλια »

Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης: Προκόπης ΣΤ’ ο σοφός

Posted by sarant στο 4 Νοεμβρίου, 2014

Εδώ και κάμποσο καιρό έχω αρχίσει να δημοσιεύω, κάθε δεύτερη Τρίτη, αποσπάσματα από το βιβλίο του πατέρα μου, του Δημήτρη Σαραντάκου, “Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης” (εκδ. Ερατώ, 1995, εξαντλημένο), που είναι μια βιογραφία του παππού μου, του Νίκου Σαραντάκου (1903-1977), ο οποίος είχε το ψευδώνυμο Άχθος Αρούρης (που είναι ομηρική έκφραση και σημαίνει ‘βάρος της γης’). Η σημερινή συνέχεια είναι η εικοστή όγδοη. Η προηγούμενη συνέχεια βρίσκεται εδώ και είναι η τριτη συνέχεια από το 7ο κεφάλαιο του βιβλίου “Πόλεμος και κατοχή”.

Τα ανδραγαθήματα του σοφού Προκόπη ήταν σταθερό στοιχείο της οικογενειακής μας μυθολογίας, αλλά τα έχω ακούσει και από άλλους, οικογενειακούς φίλους εννοώ.

mimis_jpeg_χχsmallΑπό τότε που εγκαταστάθηκαν στη Μυτιλήνη, τα μόνα κατοικίδια που ζούσανε στο σπίτι μαζί τους ήτανε γάτες. Συνολικά πέρασαν από τη ζωή τους έξι γάτες που όλες είχαν το όνομα Προκόπης. Στο πρώ­το γατί, που το απόκτησαν το 1936, η Ελένη ήθελε να του δώσουν το ρομαντικό όνομα Ρολάνδος, (διάβαζε τότε την Ατλαντίδα του Χάουπτμαν), ο Νίκος όμως το απέρριψε λέγοντας: «Σιγά να μη το βγάλου­με Προκόπη», και όπως ήταν αναμενόμενο το γατί ονομάστηκε Προ­κόπης. Κι όχι μόνο αυτό αλλά και όλα τα επόμενα. Την άνοιξη του ’41, η γειτόνισσά τους η Χρυσούλα η Χατζηγιαννιού, εκκολαπτόμε­νη ήδη ποιήτρια, τους χάρισε ένα γατάκι, που φυσικά ονομάστηκε κι αυτό Προκόπης, έκτος κατά σειρά. Ήταν γκρίζο, με τιγροειδείς ραβδώσεις στην πλάτη και άσπρη κοιλιά, πανέξυπνο και παιχνιδιά­ρικο. Κάπως αργά για να αλλάξει το όνομά του, διαπιστώθηκε ότι ήταν θηλυκό.

Μεγαλώνοντας ο/η Προκόπης αποδείχτηκε πως ήταν μια γάτα- μεγαλοφυΐα, γιατί όπως και στους ανθρώπους έτσι κι ανάμεσα στα ζώα υπάρχουν διαβαθμίσεις σε ό,τι αφορά τις πνευματικές τους ικα­νότητες. Οι δικές του πάντως ξεπερνούσαν κατά πολύ τις συνήθεις γατίσιες. Εξοικειώθηκε αμέσως με τους ανθρώπινους συγκάτοικους του, που ουδέποτε θεώρησε αφεντικά του αλλά μάλλον φροντιστές της δικής του καλοπέρασης. Εξερεύνησε συστηματικά το σπίτι από την καρβουναποθήκη ως το υπερώον και επισήμανε τις μεριές από τις οποίες βγαίναν από τα υποχθόνια ενδιαιτήματά τους οι ποντικοί. Πολύ σύντομα εξελίχθηκε σε δεινό κυνηγό και ποντικοπιάστη, χωρίς παράλληλα να σταματήσει τις συχνές επιδρομές του στις γειτονικές κουζίνες, ιδίως όταν πλάκωσε η πείνα και τα τρόφιμα στο σπίτι λιγό­στεψαν δραματικά.

Εκείνον το φοβερό χειμώνα καταβροχθίστηκαν όλα τα οικόσιτα ή κατοικίδια ζώα, αρχής γενομένης φυσικά από τα κοτόπουλα, τα κατσίκια, τα αρνιά και τα γουρούνια, αλλά, καθώς η πείνα θέριευε, σύντομα η μπάλα πήρε τα γαϊδούρια και τα άλογα για να καταλήξει στις γάτες και τους σκύλους. Στη γειτονιά τους απόμειναν μια ή δύο γάτες από τις δεκάδες που κυκλοφορούσαν το καλοκαίρι. Ο Προκόπης, άγνωστο πώς, αντελήφθη τον κίνδυνο που αντιμετώπιζε κυκλο­φορώντας στο δρόμο. Ίσως να είδε κάποιον άνθρωπο να πιάνει και να θανατώνει γάτα. Το γεγονός είναι ότι δεν έβγαινε σχεδόν ποτέ στο δρόμο και δεν έμπαινε ποτέ σ’ άλλο σπίτι εκτός από του Ανδρέα, που με την οικογένειά του ήταν εξοικειωμένος. Αλλά και εκεί πήγαινε με μύριες προφυλάξεις, κατοπτεύοντας πρώτα επισταμένα το δρόμο σε όλο του το μήκος και μόνο όταν ήταν απολύτως βέβαιος για την ασφά­λεια, τον διέσχιζε σαν σαΐτα και χωνόταν αστραπιαία στον μονίμως ανοιχτό φεγγίτη του υπόγειου του Ανδρέα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Αναμνήσεις, Βιογραφίες, Δημήτρης Σαραντάκος, Ζωολογία, Κατοχή, Μυτιλήνη | Με ετικέτα: , , | 142 Σχόλια »