Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Archive for the ‘19ος αιώνας’ Category

Ξαναδιάβασα τον Κόμη Μοντεχρίστο

Posted by sarant στο 24 Ιανουαρίου, 2022

Ή ίσως τώρα τον διάβασα κανονικά, διότι την πρώτη φορά που είχα διαβάσει το μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Δουμά (πατρός) ήταν πριν από πολλά πολλά χρόνια, από μια εφηβική έκδοση, ασφαλώς αγρίως συντομευμένη, καμιά τρακοσαριά σελίδες. Τα τελευταία χρόνια βγήκαν δυο δίτομες εκδόσεις του κλασικού αυτού ρομαντικού μυθιστορήματος, η μια από την Εστία και η άλλη από τον Gutenberg. Για καιρό τις ζαχάρωνα, όμως ήταν ακριβούτσικες και, το κυριότερο, με τρόμαζε η έκταση του έργου, πάνω από 1100 σελίδες στους δυο τόμους.

Πριν από κανα εξάμηνο ομως σ’ ένα από τα παλαιοβιβλιοπωλικά περίπτερα στην Αθήνα πέτυχα την έκδοση της Εστίας κοψοχρονιά και την αγόρασα -αυτό είναι το πλεονέκτημα των κλασικών βιβλίων, δεν έχουν επικαιρότητα. Κι έτσι κάποια στιγμή άρχισα να το διαβάζω, και το τελείωσα προχτές.

Η έκδοση της Εστίας, σε δυο τόμους μεγάλου σχήματος μέσα σε χαρτονένια θήκη, είναι σε μετάφραση της Σοφίας Αυγερινού και με εισαγωγή, σημειώσεις και επίμετρο του Θόδωρου Κατσικάρου. Ο Κατσικάρος είναι σημαντικός μελετητής του Δουμά, που έχει κάνει διδακτορικό στον συγγραφέα και το επίμετρό του για την τύχη του έργου του Δουμά στην Ελλάδα αξίζει πολύ.

Θα το έχετε διαβάσει το βιβλίο, είτε σε ακέραια έκδοση είτε σε εφηβική ή σε διασκευή, οποτε θα ξέρετε την υπόθεση, αλλά δεν βλάφτει να τη διηγηθούμε. Τον Φεβρουάριο του 1815, ο 19χρονος Εδμόνδος Νταντές, ένας πολλά υποσχόμενος ναυτικός, υποπλοίαρχος του Φαραώ (που εκτελεί χρέη πλοιάρχου, διότι ο πλοιαρχος πέθανε στο ταξίδι), επιστρέφει στην πατρίδα του τη Μασσαλία για να παντρευτεί την αγαπημένη του Μερσέντες, μια όμορφη Καταλανή. Στο μεταξύ, εκτελώντας εντολή του μακαρίτη πλοιάρχου, έχουν περάσει από το νησί Έλβα, οπου βρίσκεται εξόριστος ο Ναπολέων και έχουν παραλάβει ένα γράμμα.

Όμως ο Νταντές έχει εχθρούς, τον Ντανγκλά, τον λογιστή του πλοίου, και τον Φερνάνδο Μοντέγο, έναν Καταλανό ψαρά που επίσης αγαπά τη Μερσέντες. Γράφουν στις αρχές και τον παρουσιάζουν για ένθερμο βοναπαρτιστή. Κι έτσι, τη μέρα των γάμων του, ο Νταντές συλλαμβάνεται. Ο αντιεισαγγελέας Βιλφόρ που αναλαμβάνει την υπόθεση αντιλαμβάνεται γρήγορα πως ο Νταντές είναι αμέτοχος, όταν όμως βλέπει ότι το ένοχο γράμμα του Βοναπάρτη απευθύνεται, κατά σατανική σύμπτωση, στον ίδιο τον πατέρα του (διότι ενώ ο αντιεισαγγελέας είναι πειθήνιος λειτουργός του βασιλικού καθεστώτος ο πατέρας του παραμένει πιστός στον έκπτωτο Ναπολέοντα) και όταν διαπιστωνει ότι ο Νταντές έχει διαβάσει το όνομα του παραλήπτη, φοβάται ότι αν αυτό αποκαλυφθεί θα έχει καταστροφικές συνέπειες για την καριέρα του, κι έτσι, για να μην κινδυνέψει, κλείνει τον Νταντές στο φοβερό φρούριο του Ιφ, σε ένα νησί έξω από τη Μασσαλία, παρουσιάζοντάς τον για φοβερά επικίνδυνο βοναπαρτιστή.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 19ος αιώνας, Μυθιστόρημα, Μεταφραστικά, γαλλικά | Με ετικέτα: , , , , | 149 Σχόλια »

Οι μποέμ και η ζωή τους

Posted by sarant στο 31 Ιανουαρίου, 2020

Πολλές φορές στο ιστολόγιο παρουσιάζω βιβλία που έτυχε να διαβάσω και να τα βρήκα ενδιαφέροντα -συνήθως πρόκειται για καινούργια βιβλία, με την έννοια ότι έχουν εκδοθεί σχετικά πρόσφατα.

Θα κάνω μιαν εξαίρεση σήμερα και θα παρουσιάσω ένα βιβλίο παλιό. Πόσο παλιό; Οι γνώμες διίστανται -ή, όπως το πάρει κανείς. Το βιβλίο που έχω στα χέρια μου εκδόθηκε το 1993, όμως αποτελεί επανέκδοση αφού η ίδια μετάφραση (διότι περί μετάφρασης πρόκειται) είχε αρχικά κυκλοφορήσει το 1935.

Ωστόσο, έχει κυκλοφορήσει και παλιότερη μετάφραση του ίδιου βιβλίου, γύρω στα 1893 -ενώ το πρωτότυπο είναι του 1851.

Πρόκειται για το βιβλίο του Ερρίκου Μυρζέ (Henri Murger) «Σκηνές μποέμικης ζωής» (Scènes de la vie bohème), που κυκλοφόρησε το 1993 από τον εκδοτικό οίκο της Εστίας. Αν το είχα μάθει τότε θα είχα σπεύσει να το αγοράσω, αλλά στην προϊντερνετική εποχή τα νέα δεν κυκλοφορούσαν εύκολα κι έτσι μού ξέφυγε -ζούσα και τότε στο εξωτερικό. Τα Χριστούγεννα, το εντόπισα στο βιβλιοπωλείο Πολιτεία, στον πάγκο με τις προσφορές κι έτσι το πήρα -6 ευρώ, κελεπούρι.

Όπως φαίνεται και από το εξώφυλλο του Κυριτσόπουλου, το βιβλίο είχε τυπωθεί στη δεκαετία του 1990, όπως είπαμε όμως πρόκειται για ξανατύπωμα μιας μετάφρασης που είχε γίνει το 1935 από τον δημοσιογράφο Κ.Θ.Παπαλεξάνδρου, και είχε διανεμηθεί (σε δύο τόμους) από την εφημερίδα «Ηχώ της Ελλάδος». Η παλιά έκδοση διέφερε ελάχιστα στον τίτλο: Σκηνές της μποέμικης ζωής.

Όμως, ενώ καμιά από τις δύο εκδόσεις δεν είχα διαβάσει, το βιβλίο ήταν το αγαπημένο μου. Το είχα ακούσει πολλές φορές όταν ήμουν παιδί. Βλέπετε, το βιβλίο του Murger, σε αριστοτεχνική μετάφραση του Εμμ. Ροΐδη, το αγαπούσε πολύ ο παππούς μου και συνήθιζε να μου διαβάζει  εκτενή αποσπάσματα, επεξηγώντας πού και πού -σπάνια όμως- κάποια δύσκολη λέξη της ροϊδικής περίτεχνης καθαρεύουσας. Κάποια στιγμή το διάβασα κι εγώ, σε εκείνη την παλιά έκδοση του 1893. Όμως, ο φίλος Δημήτρης Ραπτάκης με πληροφόρησε ότι και η μετάφραση του Ροΐδη ξανακυκλοφόρησε περί το 1995, από τον Καστανιώτη, αν και είναι πια εξαντλημένη.

Το βιβλίο παρουσιάζει λοιπόν σκηνές από τη ζωή των μποέμ στο Παρίσι του 1850 και ουσιαστικά πρόκειται για το βιβλίο που ευθύνεται, άμεσα και έμμεσα, για την πλατιά διάδοση της λέξης σε πολλές γλώσσες. Οπότε, ας λεξιλογήσουμε επιτροχάδην -αν και θ’ άξιζε χωριστό άρθρο.

Στα γαλλικά, Bohème είναι ο Βοημός, ο καταγόμενος από τη Βοημία, περιοχή της σημερινής Τσεχίας. Ωστόσο, από το πρώτο μισό του 15ου αιώνα ο όρος χρησιμοποιήθηκε επίσης για τους Τσιγγάνους, τους Ρομά, οι οποίοι κακώς θεωρήθηκαν ότι κατάγονται από εκεί, πιθανώς επειδή εμφανίστηκαν στην Δυτική Ευρώπη ερχόμενοι από τη Βοημία. Στους επόμενους αιώνες, η σημασία του όρου διευρύνεται και φτάνει να σημαίνει κάθε άτομο που ζει ζωή έξω από κανόνες.

Γύρω στο 1830, εμφανίζεται μια ειδικότερη σημασία: bohème είναι πια ο φτωχός νέος καλλιτέχνης ή διανοούμενος, που ζει χωρίς σταθερούς πόρους και έξω από τα πλαίσια της κοινωνίας. Τότε εμφανίζεται και ο Μυρζέ με το βιβλίο του, που συμβάλλει όπως είπαμε (και θα δούμε πώς) στη διεθνοποίηση του όρου. Στα ελληνικά η λέξη γίνεται διάσημη με τη μετάφραση του Ροΐδη. Ο δημοσιογράφος Μήτσος Χατζόπουλος, αδελφός του Κώστα, υιοθετεί το ψευδώνυμο «μποέμ», ενώ πολλά είναι τα ρεμπέτικα που υμνούν τη ζωή του μποέμη ή της μποέμισσας -πιο γνωστό αυτό του Σέμση, που το τραγουδούν ο Στράτος και ο Στελλάκης. Θα τολμήσω να πω ότι στη λογοτεχνία τυπικός μποέμ δεν ήταν μόνο ή τόσο ο Τεύκρος Ανθίας, όσο ο Γιώργος Κοτζιούλας, που ειδικά προπολεμικά έζησε ζωή φτωχού διανοούμενου -και έγραψε και ποίημα με τίτλο Μποέμ που μάλιστα μελοποιήθηκε μετά τον θάνατό του και βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Ο Μυρζέ ήταν μποέμ και έγραψε τις περιπέτειες τις δικές του και των φίλων του. Έτσι, ο ποιητής Ροδόλφος, ο ένας από τους τέσσερις της παρέας των μποέμ, είναι βασισμένος πάνω στο πρόσωπο του Μυρζέ. Οι άλλοι τρεις, ο μουσικός Σωνάρ, o ζωγράφος Μάρκελος και ο φιλόσοφος Γουστάβος Κολίν, αντιστοιχούν επίσης σε πραγματικά πρόσωπα, που όλοι έπαιξαν κάποιο μικρό ρόλο στα γράμματα και τις τέχνες του 19ου αιώνα στη Γαλλία.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 19ος αιώνας, όπερα, Γαλλία, Λογοτεχνία, Μεταφραστικά, Παρίσι, Παρουσίαση βιβλίου, Ρεμπέτικα | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , , | 114 Σχόλια »

Ένας σουρεαλιστής από την Αμοργό;

Posted by sarant στο 29 Νοεμβρίου, 2015

Η Αμοργός έχει κερδίσει μια προνομιούχα θέση στη γεωγραφία του ελληνικού σουρεαλισμού αφού έτσι διάλεξε να τιτλοφορήσει την ποιητική του σύνθεση ο Νίκος Γκάτσος. Ωστόσο, ο Γκάτσος δεν καταγόταν από την Αμοργό (αλλά από την Ασέα της Αρκαδίας), οπότε δεν είναι αυτός ο σουρεαλιστής του τίτλου μας.

Εδώ που τα λέμε, ο Γεώργιος Εξαρχόπουλος, διότι γι΄αυτόν πρόκειται να μιλήσουμε σήμερα, δεν είναι καν σουρεαλιστής με την αυστηρή -ίσως και με καμία- έννοια του όρου, κι αν είναι θα είναι avant la lettre, που λένε κι οι Γάλλοι, μιας και ο ποιητής από την Αμοργό έδρασε και πέθανε πολύ πριν εμφανιστεί ο σουρεαλισμός σαν καλλιτεχνικό ρεύμα, πολύ πριν γεννηθεί ο Αντρέ Μπρετόν ή ακόμα και ο πατέρας του Μπρετόν. Να προειδοποιήσω πως οι περισσότεροι που έχουν ασχοληθεί μαζί του, σχεδόν όλοι, τον θεωρούν απλώς παλαβό, ψώνιο, έναν από τους τύπους της παλιάς Αθήνας στα χρόνια του Όθωνα.

Ο Εξαρχόπουλος γεννήθηκε στην Αμοργό γύρω στο 1780 -δεν έχω πρόχειρη εγκυκλοπαίδεια να κοιτάξω να δω αν αναφέρει το ακριβές έτος γεννήσεώς του, και μεταξύ μας δεν ξέρω καν αν έχει αξιωθεί να αποκτήσει λήμμα σε εγκυκλοπαίδεια: αν ήταν να στοιχηματίσω, θα έλεγα πως όχι. Τη χρονολογία που δίνω τη συνάγω από το ότι στα 1803 τον βρίσκουμε ακόλουθο του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, ηγεμόνα της Βλαχίας. Στα 1820 φαίνεται πως μυήθηκε στη Φιλικήν Εταιρία και είχε αξιόλογη δράση ως φιλικός. Όταν ξέσπασε η επανάσταση στη Μολδοβλαχία πήρε μέρος στις μάχες του Σκουλενίου και του Δραγατσανίου, όπου τραυματίστηκε. Μετά, κατέβηκε στην επαναστατημένη Ελλάδα. Διάβασα ότι έδωσε την περιουσία του για τον αγώνα. [Προσθήκη: Τα όσα ακολουθούν έχουν ένα σοβαρό λάθος. Όπως επισήμαναν αρκετοί σχολιαστές και τελικά επιβεβαίωσε πέρα από κάθε αμφιβολία φίλος που έχει σχέση με την Αμοργό, στο άρθρο συγχέονται δύο πρόσωπα με το ίδιο ονοματεπώνυμο. Ο αγωνιστής της Επανάστασης Γεώργιος Εξαρχόπουλος του Μάρκου και ο εκκεντρικός ποιητής Γεώργιος Εξαρχόπουλος του Ματθαίου. Ο αγωνιστής ζούσε ακόμα το 1848 αλλά είχε πεθάνει το 1865.]

Έζησε στην Αθήνα στα χρόνια του Όθωνα, και το 1842 εξέδωσε τη μοναδική ποιητική του συλλογή, που θα την παρουσιάσω εδώ σήμερα. Πέθανε στην Αμοργό, μετά το 1856 αλλά πότε ακριβώς δεν ξέρω. Κατά πάσα πιθανότητα, έγραψε και άλλα ποιήματα αλλά δεν ξέρω αν σώζονται. Δεν αποκλείεται κάποια από όσα αποδίδονται σε αυτόν να είναι φτιαχτά, όχι δικά του.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 19ος αιώνας, Ποίηση, Σατιρικά, Φιλολογία | Με ετικέτα: , , , , , , , | 143 Σχόλια »