Ο συγγραφέας Αντώνης Σουρούνης πέθανε πέρυσι, στις αρχές Οκτωβρίου. Είχα τότε δημοσιεύσει ένα διήγημά του, από τη συλλογή «Τα τύμπανα της κοιλιάς και του πολέμου». Το διήγημα εκείνο ήταν, ας πούμε, ναυτικό. Πιο αντιπροσωπευτικό, τουλάχιστον της πρώτης περιόδου, που έκανε γνωστό τον Σουρούνη, θα ήταν ένα διήγημα για τη ζωή των μεταναστών στη Γερμανία, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν είχα πρόχειρη τη συλλογή του «Μερόνυχτα Φραγκφούρτης».
Τις προάλλες ξαναβρήκα το βιβλίο που έψαχνα κι έτσι σήμερα παρουσιάζω το διήγημα που τον μακροσκελή τίτλο του βλέπετε παραπάνω. Το διήγημα είναι μονόλογος, όσα αφηγείται ο μετανάστης εργάτης Σπύρος Χουρσούτογλου στον συγγραφέα ένα βράδυ σε ένα μπαρ, προφανώς κάπου στην περιοχή της Κολωνίας.
Προειδοποιώ ότι στο διήγημα αυτό (όπως και σε όλα τα «Μερόνυχτα Φραγκφούρτης») ο Σουρούνης χρησιμοποιεί μάγκικο, αγοραίο σχεδόν λεξιλόγιο, ακατάλληλο δι’ ανηλίκους, αλλά νομίζω πως το κάνει με μαστοριά και ειλικρίνεια. Σωστά κατά τη γνώμη μου είχε γράψει τότε κάποιος κριτικός στην Αυγή «Μια χαρά τα καταφέρνει ο μάγκικος κυνισμός να εκφράσει συγκλονιστικά συναισθήματα», ενώ μού έχει εντυπωθεί και η φράση του Σπύρου Τσακνιά «Κλείνοντας το μικρό βιβλιαράκι απορείς πώς μπόρεσε να χωρέσει μέσα του τόσος καημός ξενιτειάς».
Το διήγημα είναι το τελευταίο του βιβλίου. Είχε πρωτοδημοσιευτεί στο περιοδικό Διαγώνιος το 1979 και μάλιστα υπάρχει και ονλάιν, αλλά όχι σε html. Μονοτονίζω.
Οι Νίππες που αναφέρονται στο βιβλίο είναι περιοχή της Κολωνίας (Nippes).
Με τον Σπύρο Χουρσούτογλου στο «Salonica Bar»
Λοιπόν, άκου πώς έχει η όλη ιστορία, για να μου πεις, αν έκανα καλά ή όχι. Ήταν δυο τρία χρόνια προτού έρθεις εσύ, είχαμε φτάσει ένα τσελιγκάτο κοπάδι Βορειοελλαδίτες. Μας μέτρησαν από κάτω, μας φόρτωσαν, μας ξεφόρτωσαν, μας βρήκαν σωστούς και μας κουβάλησαν μέσα στη νύχτα ο διάολος ήξερε πού. Την άλλη μέρα μάθαμε πως βρισκόμασταν τριάντα χιλιόμετρα έξω από το Ντούσελντορφ. Σκέτο Νταχάου, αδερφέ μου… Πήγα να τρελαθώ. Ερχόταν νύχτα το πούλμαν, μας πήγαινε στη φάμπρικα, απόγεμα μας γύριζε πίσω ψόφιους. Νταχάου, σου λέω.