Τον τελευταίο καιρό ήρθαν στα χέρια μου μερικά καινούργια βιβλία για τα οποία αξίζει να γράψω κάτι. Και παρόλο που τα φιλολογικά άρθρα τα δημοσιεύω την Κυριακή, με το σκεπτικό ότι ο μέσος αναγνώστης έχει λίγο περισσότερο χρόνο στη διάθεσή του, τις παρουσιάσεις βιβλίων συνηθίζω να τις βάζω καθημερινές -ώστε, αν κάποιος αισθανθεί ότι τον ενδιαφέρει το βιβλίο να μπορεί ευθύς αμέσως να πάει στο βιβλιοπωλείο να το αγοράσει. Βέβαια, πολύ σπάνια θα γίνει αυτό, αλλά και ένας να το κάνει κάτι είναι -άλλωστε, τα καινούργια βιβλία, το έχω ξαναγράψει, πρέπει να τα στηρίζουμε.
Και ξεκινάω με Καρυωτάκη, ή μάλλον με ένα βιβλίο για τον Καρυωτάκη, ένα καινούργιο βιβλίο που εκδόθηκε μετά τον θάνατο του συγγραφέα του. Ο συγγραφέας, ο Κύπριος Νέαρχος Γεωργιάδης (1944-2013) είναι γνωστός κυρίως για τα έργα του σχετικά με το ρεμπέτικο, που το εξέτασε από αριστερή οπτική και με φρέσκια ματιά. Πριν από λίγους μήνες κυκλοφόρησε από τη Σύγχρονη Εποχή το κύκνειο άσμα του, η μελέτη «Κώστας Καρυωτάκης. Απαντήσεις στα ερωτήματα για τον ίδιο και το έργο του».
Ομολογώ ότι δεν έχω την εποπτεία της καρυωτακικής βιβλιογραφίας που θα μου επέτρεπε να διακρίνω τι καινούργιο φέρνει ο Γεωργιάδης. Το βέβαιο είναι ότι δίνει προσοχή εξίσου σε όλο το έργο του Καρυωτάκη, σε αντιδιαστολή π.χ. με τον Σαββίδη ο οποίος θεωρούσε ότι δεν θα χάναμε και πολλά αν οι δυο πρώτες συλλογές του Καρυωτάκη χάνονταν και έμεναν μόνο τα Ελεγεία και σάτιρες και τα τελευταία ποιήματα και πεζά του. Αντίθετα, ο Γεωργιάδης ασχολείται όχι μόνο με τις δύο πρώτες συλλογές, αλλά και με τα νεανικά ποιήματα του Καρυωτάκη, τα δημοσιευμένα σε περιοδικά όπως η Ελλάς του Ποταμιάνου, που δεν τα συμπεριέλαβε σε καμιά συλλογή του. Διαφωνεί επίσης με όσους θεωρούν ότι πρέπει να αγνοήσουμε τα βιογραφικά στοιχεία και να επικεντρωθούμε στα ποιήματα: πιστεύει ότι στον Καρυωτάκη (αλλά μήπως δεν ισχύει αυτό για κάθε δημιουργό; ) έργο και ζωή είναι αξεχώριστα.
Το βιβλίο διαβάζεται εύκολα. Ο συγγραφέας έχει το χάρισμα να μιλάει με λόγια απλά, χωρίς πολλήν ειδική ορολογία. Επίσης, παραθέτει διαρκώς ποιήματα του Καρυωτάκη, χωρίς να θεωρεί δεδομένο ότι ο αναγνώστης τα γνωρίζει, κι έτσι διαβάζοντάς το έχει κανείς ξαναδιαβάσει τα περισσότερα ποιήματα του ποιητή. Παρόλο που προσέχει και τις άλλες συλλογές, δεν παραλείπει να αναλύσει και την τελευταία, και μάλιστα ανατέμνει με ενδιαφέροντα τρόπο τις Σάτιρες. Δίνει τη δική του ερμηνεία για τις αιτίες της αυτοκτονίας του και για την «χυδαία πράξη» που μνημονεύει χωρίς να προσδιορίζει ο αυτόχειρας στο αποχαιρετιστήριο σημείωμά του.