Αύριο τιμάμε την Επανάσταση του 1821 και συνηθίζω κάθε χρόνο τέτοιες μέρες να ανεβάζω ένα-δυο κείμενα σχετικά με το ιδρυτικό γεγονός του νεοελληνικού κράτους. Διάλεξα σήμερα να παρουσιάσω ένα θέμα όχι άγνωστο βέβαια αλλά που μένει συνήθως σε δεύτερο πλάνο, τα οικονομικά της εξέγερσης. Συγκεκριμένα, θα παρουσιάσω το μεγαλύτερο μέρος από το τρίτο κεφάλαιο ενός βιβλίου που κυκλοφόρησε πολύ πρόσφατα -το «Η ελληνική επανάσταση του 1821. Τεκμήρια, αναψηλαφήσεις, ερμηνείες» του Βασίλη Κρεμμυδά, που βλέπω να προβάλλεται αυτές τις μέρες στις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Στο τέλος, θα γκρινιάξω λίγο όχι για το περιεχόμενο του βιβλίου αλλά για την κακή επιμέλεια του κειμένου.
Αναδημοσιεύω τις σελίδες 83-93 από το βιβλίο του Β. Κρεμμυδά, όμως χωρίς τις υποσημειώσεις. Να διευκρινίσω ότι σε προηγούμενες σελίδες ο συγγρ. έχει αναφέρει ότι οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι είχαν δημιουργήσει την ευκαιρία πολύ μεγάλων κερδών για τους Έλληνες έμπορους και πλοιοκτήτες -ενώ με τη λήξη τους και τη λήξη των αποκλεισμών, οι εμπορικοί στόλοι των ευρωπαϊκών χωρών κυριάρχησαν ξανά, εκτοπίζοντας τα ελληνικά καράβια και προκαλώντας μεγάλη ανεργία αλλά και συσσωρευμένα ανενεργά κεφάλαια.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ήταν πόλεμος· όπως κάθε επανάσταση. Και ο πόλεμος έχει κόστος· υψηλό κιόλας. Τίθεται επομένως ένα ερώτημα: Πού βρέθηκαν τόσα χρήματα για να καλύψουν τις ανάγκες του Αγώνα των Ελλήνων; Ο Σπυρίδων Τρικούπης μάς το έχει πει από τη δεκαετία του 1850: Ο πόλεμος της Ανεξαρτησίας έγινε με ιδιωτικά κεφάλαια.
Τι θα πει όμως τότε, εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή, ιδιωτικά κεφάλαια· ασφαλώς θα πει, πρώτα πρώτα, κεφάλαια στα χέρια ιδιωτών. Ποιων όμως; Των υπόδουλων Ελλήνων; Ας απαντήσουμε με άνεση, ναι. Και επειδή ο συνειρμός μάς παραπέμπει στις σημερινές μας πραγματικότητες, ναι, σε χέρια πολλών υπόδουλων Ελλήνων «υπήρχαν λεφτά»· πολλά όμως κατά περιπτώσεις. Ας θυμηθούμε στο σημείο αυτό τα προεπαναστατικά αδιέξοδα που είχε δημιουργήσει, κυρίως στην αστική τάξη, η οικονομική κρίση· είχαμε πει ότι οι κορυφές των αδιεξόδων ήταν η εκτεταμένη ανεργία και τα μεγάλα συσσωρευμένα, αλλά ανενεργά, κεφάλαια.