Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Βασίλης Τσιτσάνης’

Ποιος κάνει ματσαράγκες;

Posted by sarant στο 15 Φεβρουαρίου, 2023

Πριν από ένα μήνα περίπου, είχαμε ένα άρθρο για τις κουτσουκέλες. Η αρχική μου σκέψη ήταν εκείνο το άρθρο να το τιτλοφορήσω «Κουτσουκέλες και ματσαράγκες», όμως τελικά είδα ότι είχα αρκετά να πω για την πρώτη λέξη, τις κουτσουκέλες, οπότε άφησα τις ματσαράγκες για άλλο άρθρο -το σημερινό.

Είναι βέβαια παρεμφερείς λέξεις οι δυο τους, αφού έχουν κοινό στοιχείο την απάτη. Για να κάνουμε τον γύρο των λεξικών, στο ΛΚΝ η ματσαράγκα ορίζεται ως «απάτη, δόλος» –Βγήκαν στη φόρα οι ματσαράγκες του. Στον Μπαμπινιώτη: απάτη. Στο Χρηστικό: απάτη, κομπίνα, δόλος. Στο ΜΗΛΝΕΓ: απάτη, κομπίνα, κατεργαριά. Μια ζωή με ματσαράγκες προσπαθεί να επιβιώσει.

Και τα τέσσερα λεξικά δίνουν τον παράλληλο τύπο «ματσαραγκιά», ενώ τα τρία από τα τέσσερα (πλην του ΛΚΝ) δίνουν και το αρσενικό «ο ματσαράγκας», που είναι βέβαια αυτός που κάνει ματσαράγκες. Υποθέτω πως ο τύπος «ματσαραγκιά» προέκυψε ακριβώς από τον ματσαράγκα. Όπως ο μπαγαμπόντης κάνει μπαγαμποντιές και ο κατεργάρης κατεργαριές, έτσι και ο ματσαράγκας θα κάνει και ματσαραγκιές.

Τόσο ο Μπαμπινιώτης όσο και ο Πετρούνιας στο ΛΚΝ συμφωνούν ότι η λέξη προέρχεται από το ιταλ. mazzeranga / mazzaranga που σημαίνει «κόπανος», ειδικότερα «κόπανος για θρυμματισμό χαλικιών». Πώς ομως Η από αυτό το σύνεργο φτάσαμε στην απάτη, και από τη συγκεκριμένη έννοια στην αφηρημένη;

Δεν ξέρω. Στο ΛΚΝ υπάρχει η επεξήγηση: «πράξη κατάλληλη για εξομάλυνση δυσκολιών και κατανίκηση της υποψίας», που τη βρίσκω σκοτεινή. Στα ιταλικά, επιπλέον, αν πιστέψω τα λεξικά, mazzeranga είναι μόνο ο κόπανος, χωρίς μεταφορικές σημασίες. Προς το παρόν, ο σχηματισμός της λέξης στα ελληνικά θα μείνει αξεκαθάριστος. Πάντως και η λοβιτούρα, που είναι κάπως παρεμφερής έννοια με τη ματσαράγκα, προέρχεται από ρουμάνικη λέξη που σημαίνει «χτύπημα».

Κλείνουμε τη λεξικογραφική περιήγηση με την παρατήρηση ότι το Λεξικό της πιάτσας, του Καπετανάκη, δεν έχει, περιέργως, λήμμα «ματσαράγκα» (ενώ έχει «κουτσικέλα»).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Advertisement

Posted in Αργκό, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Κύπρος, Λεξικογραφικά, Ρεμπέτικα | Με ετικέτα: , , , , | 78 Σχόλια »

Η καραβίδα από την Περσία

Posted by sarant στο 24 Ιανουαρίου, 2023

Από την Περσία όλοι ξέρουμε το καράβι, όχι την καραβίδα. Είναι βέβαια ετυμολογικά συγγενείς αυτές οι δυο λέξεις, αλλά, παρόλο που εδώ λεξιλογούμε, τη διερεύνηση της συγγένειάς τους λέω να την αφήσω για μελλοντικό άρθρο.

Έλεγα λοιπόν ότι από την Περσία ξέρουμε το καράβι, που πιάστηκε στην Κορινθία, στον Ισθμό δηλαδή, το 1977, τόνους έντεκα γεμάτο χασίσι μυρωδάτο. Και το ξέρουμε επειδή το απαθανάτισε ο Τσιτσάνης στο τραγούδι του. Κατά σύμπτωση, αυτές τις μέρες βρίσκεται στην επικαιρότητα ένα άλλο καράβι που πιάστηκε, αλλά όχι από την Περσία και όχι στην Κορινθία.

Ο Τσιτσάνης βέβαια έγραψε για «βαπόρι απ’ την Περσία», αλλά σήμερα πολλοί το τραγουδάνε με καράβι. Κι έτσι τις προάλλες, στον τοίχο του Άκη Γαβριηλίδη στο Φέισμπουκ, το τραγούδι του Τσιτσάνη παρωδήθηκε, με συλλογική εργασία, ως εξής:

Το καράβι απ’τη Ρεσίφη
Πιάστηκε στην Τενερίφη
Τόνους κόκα φορτωμένο
Βρέθηκε φουνταρισμενο.

Βρε κουρνάζε μου τελωνη
Τ’είναι τούτη η άσπρη σκονη;
Τίγκα σκόνη μέσ’ τ’ αμπάρια
Μαύρα είναι τα χαμπάρια…

Αλλά πλατειάζω. Το σημερινό άρθρο δεν θα είναι για βαπόρι ή καράβι απ’ την Περσία ή τη Βραζιλία, θα αφορά μια καραβίδα απ’ την Περσία. Αλλά καραβίδα όχι με τη βασική έννοια της λέξης, δηλαδή του μαλακόστρακου που αποτελεί εκλεκτό έδεσμα, παρά με τη σημασία που έχουμε δώσει στη λέξη αυτή στο ιστολόγιό μας, δηλαδή της συσσώρευσης πολλών πραγματολογικών λαθών σε σχετικά σύντομο κείμενο.

Για την αφετηρία του όρου, δείτε το σχετικό άρθρο, ενώ στα Περιεχόμενα του ιστολογίου, που τα έχει επικαιροποιήσει ο πολύτιμος φίλος μας ο Στάζιμπος, μπορείτε με αναζήτηση να βρείτε κι άλλα άρθρα με τον όρο «καραβίδα». Αρχικά, καραβίδα λέγαμε μια πρόταση που όλες οι πληροφορίες της ήταν λαθεμένες, αλλά στη συνέχεια το διευρύναμε και εννοούμε πολλά λάθη σε σύντομο κείμενο.

Λοιπόν, τις προάλλες έγινε σε ομάδα του Φέισμπουκ μια συζήτηση για τη λέξη «κουρμπάνι», που πήρε μια μάλλον απρόσμενη τροπή.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Γκας Πορτοκάλος, Ετυμολογικά | Με ετικέτα: , , , , , | 96 Σχόλια »

Σαν τον κάβουρα

Posted by sarant στο 26 Ιουλίου, 2022

Καλοκαίρι είναι, συνηθίζουμε τα άρθρα με θαλασσινό και ναυτικό περιεχόμενο. Πριν από τρία χρόνια, τέτοιες μέρες περίπου, είχαμε γράψει ένα άρθρο για τα θαλασσινά, όπου λεξιλογήσαμε για χταπόδια, καλαμάρια, γαρίδες και συναφή. Στο άρθρο εκείνο έχω σκοπό να επιστρέψω, για ν’ αναπτύξω περισσότερο ένα από τα ζώα αυτά αλλά προς το παρόν θα βγάλω ένα χρέος.

Εννοώ ότι σε εκείνο το άρθρο περί θαλασσινών είχα αφήσει απέξω τα καβούρια. Όπως είχα γράψει, «στο καβούρι αποφάσισα ν’ αφιερώσω ειδικό άρθρο, καθώς έχει πολύ μεγάλο φρασεολογικό πλούτο -άλλωστε δεν είναι αμιγώς θαλασσινό. Κάποια άλλη φορά λοιπόν θα πούμε για τον κάβουρα και την περπατησιά του, τα καβούρια της τσέπης, τα καβουράκια και την κυρία καβουρίνα».

Ε, η στιγμή αυτή ήρθε σήμερα.

O κάβουρας είναι ζώο που ανήκει στα καρκινοειδή, μαζί με τις γαρίδες, τις καραβίδες και τους αστακούς. Τα καρκινοειδή ειναι μια πολυμελέστατη υποδιαίρεση, ουσιαστικά υποσυνομοταξία. Ο κάβουρας είναι δεκάποδο, με δυο μεγάλες δαγκάνες μπροστά και οχτώ μικρότερα πόδια πίσω, από τέσσερα. Ίσως για τον λόγο αυτό, στη λαϊκή μούσα θα δείτε να γίνεται λόγος για οχτώ πόδια του κάβουρα, ας πούμε:

Οχτώ ποδιά ‘χει ο κάβουρας και πάει μπρος και πίσω
τη νιότη μου στα χέρια σου θα την απαρατήσω.

Μπορεί το δίστιχο να είναι ανακριβές ως προς τον αριθμό των ποδιών του, αλλά σωστά λέει ότι «πάει μπρος και πίσω». Για την ακρίβεια, η κατασκευή των ποδιών του δίνει στο καβούρι την ευχέρεια να μετακινείται με ταχύτητα είτε προς τα μπρος, είτε προς τα πίσω, είτε προς τα πλάγια, για να κρυφτεί στις σχισμές των βράχων ας πούμε, να ξεφύγει από διώκτες ή να πιάσει το θήραμά του. Ο άνθρωπος, μαθημένος να περπατάει με επιδεξιότητα μόνο προς τα μπρος, το προσόν αυτό του κάβουρα το θεώρησε ελάττωμα.

Κι έτσι γεννήθηκε η φράση «πάει σαν τον κάβουρα», που τη λέμε για έργο που προχωράει πολύ αργά ή για κάποιον που δουλεύει με πολύ βραδύ ρυθμό. Και υπάρχει και το ρήμα «καρκινοβατώ», που αυτήν ακριβώς την κατάσταση περιγράφει, όταν ένα έργο προχωράει με πολύ αργό ρυθμό, προσκρούει συνεχώς σε εμπόδια ή και οπισθοδρομεί. Το ρήμα είναι νεότερο, αλλά ήδη από τα αρχαία υπήρχε ο όρος καρκινοβάτης και καρκινοβήτης.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Ετυμολογικά, Ζωολογία, Ιστορίες λέξεων, Φρασεολογικά, ζώα | Με ετικέτα: , , , , | 166 Σχόλια »

Ο κουρνάζος δεν κουρνιάζει

Posted by sarant στο 13 Μαΐου, 2022

Στοιχηματίζω πως τη λέξη του τίτλου πολλοί την ξέρουν αλλά ελάχιστοι τη χρησιμοποιούν ενεργητικά. Την ξέρουν, επειδή ακούγεται σε δυο πασίγνωστα τραγούδια, αλλά αυτό δεν αρκεί για να τη χρησιμοποιούν ενεργητικά (αν κάνω λάθος, διορθώστε με).

(Κατά σύμπτωση χτες ο Κουραφέλκυθρος ξεκίνησε στη σελίδα του στο Φέισμπουκ μια συζήτηση με λέξεις που τις ξέρουμε μόνο από τραγούδια ή από τίτλους βιβλίων, χωρίς ενεργητική χρήση. Θα δω μήπως τα πορίσματα της συζήτησης δίνουν υλικό για άρθρο).

Άλλωστε κανένα από τα μεγάλα γενικά λεξικά μας, αν δεν σφάλλω, δεν την λημματογραφεί -και δεν νομίζω ότι πρέπει να το θεωρήσουμε παράλειψη των λεξικών. Είναι λέξη που έχει παλιώσει, που ίσως θα είχε τη θέση της σε ένα λεξικό του μεσοπολέμου ή σε ένα λεξικό της αργκό -και πράγματι τη βρίσκουμε π.χ. στο Λεξικό της Λαϊκής του Δαγκίτση ή στο Λεξικό της Πιάτσας του Καπετανάκη. Τη βρίσκουμε και στο slang.gr.

Κουρνάζος είναι ο έξυπνος, ο ανοιχτομάτης, ο παμπόνηρος· από το τουρκικό kurnaz, που σημαίνει τον πονηρό· νομίζω πως υπάρχει μια μετατόπιση του νοήματος, αφού στα ελληνικά η λέξη έχει πιο θετική απόχρωση. Όπως λέει ο Καπετανάκης: Κουρνάζος είναι ο παμπόνηρος· ο έξυπνος επί καλώ· ο μπερμπάντης (άλλη μια λέξη για την οποία θα μπορούσαμε να γράψουμε άρθρο.

Στο βιβλίο μου Λέξεις που χάνονται (2011) είχα χαρακτηρίσει τη λέξη κουρνάζος «ζωντανή και πασίγνωστη» -ίσως έπρεπε να μετριάσω κατά ένα κλικ την εκτίμησή μου αυτή, και στα δύο σκέλη. Αλλά αυτό θα μου το πείτε κι εσείς.

Όπως είπα πιο πριν, ο κουρνάζος περιλαμβάνεται σε δυο πολύ γνωστά τραγούδια. Πρώτο χρονολογικά είναι ο , «Αραμπατζής» του Μάρκου Βαμβακάρη, τραγούδι προπολεμικό, του 1934, που μου αρέσει πολύ.

Πάντα σε συλλογίζουμαι, ντερβίση αμαξά μου
είσαι κουρνάζος, μάγκα μου, σ’ έβαλα στην καρδιά μου.

Κι έπειτα, έχουμε το γνωστότερο και πολύ μεταγενέστερο Βαπόρι απ’ την Περσία του Τσιτσάνη, με τη ρητορική ερώτηση «Βρε κουρνάζε μου τελώνη, τη ζημιά ποιος την πληρώνει;».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Όχι στα λεξικά, Λεξικογραφικά, Ρεμπέτικα | Με ετικέτα: , , , , , , | 136 Σχόλια »

Άδεια για γεμάτα στο σκυλάδικο

Posted by sarant στο 28 Απριλίου, 2022

Περίεργος ο τίτλος του σημερινού άρθρου, αλλά θα σας τον εξηγήσω αμέσως. Το σημερινό άρθρο, λοιπόν, είναι αφιερωμένο στην προέλευση της λέξης «σκυλάδικο». Όμως, σε αντίθεση με τα περισσότερα άρθρα της κατηγορίας αυτής, δεν πρόκειται να σας εκθέσω την άποψή μου για την ετυμολογία και την ιστορία της λέξης, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχω άποψη -δεν ξέρω, για να το πω πιο ωμά. Με άλλα λόγια, ρίχνω άδεια για να πιάσω γεμάτα, ελπίζοντας ότι από τη συζήτηση θα βγάλουμε κάποιαν άκρη.

Όχι όμως  εντελώς άδεια. Θα παραθέσω διάφορες εκδοχές που κυκλοφορούν. Δεν αποκλείω κάποια από αυτές να είναι σωστή, κάθε άλλο. Αλλά δεν μπορώ, αυτή τη στιγμή, να προκρίνω κάποια.

Λέγοντας «σκυλάδικο» εννοούμε, κατ’ αρχάς, έναν συγκεκριμένο τύπο νυχτερινού κέντρου και, κατ’ επέκταση, το είδος τραγουδιού που συνηθίζεται σε αυτά τα κέντρα. Εικάζω ότι πρώτα ονοματίστηκε το κέντρο και μετά το είδος τραγουδιού. Ο τραγουδιστής του σκυλάδικου λέγεται σκυλάς -και σκυλού η τραγουδίστρια. Σκυλάδες όμως λέγονται και όσοι συχνάζουν σε σκυλάδικα (κέντρα) ή τους αρέσουν τα σκυλάδικα (τραγούδια).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Δυσετυμολόγητα, Ετυμολογικά, Θεσσαλονίκη, Ιστορίες λέξεων, Μουσική | Με ετικέτα: , , , , , , | 212 Σχόλια »

Ντίνος Χριστιανόπουλος (1931-2020)

Posted by sarant στο 16 Αυγούστου, 2020

Μέσα στη βδομάδα είχαμε την απώλεια του σημαντικού ποιητή μας Ντίνου Χριστιανόπουλου. Τον τιμήσαμε βεβαια στα σχόλια της μέρας εκείνης, όμως αξίζει κι ένα αυτοτελές άρθρο, όπως είχε ζητήσει και η φίλη μας η Nwjsj.

Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος γεννήθηκε Κωνσταντίνος Δημητριάδης, από πρόσφυγες γονείς. Σπούδασε κλασικός φιλόλογος. Εργάστηκε πρώτα στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια επιμελητής εκδόσεων. Εξέδωσε το πολύ σημαντικό περιοδικό Διαγωνιος.

Ήταν ομοφυλόφιλος και δεν έκρυψε την ομοφυλοφιλία του στα ποιήματά του, ωστόσο αρνιόταν ότι γράφει «ομοφυλόφιλη ποίηση». Ήταν πάντοτε αιρετικός, μόνιμα «εναντίον», όχι μόνο στα γραφτά του αλλά και έμπρακτα: το 2011 αρνήθηκε το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων, δεν το έχουν κάνει πολλοί αυτό.

Δεν ήταν εύκολος χαρακτήρας, δεν μασούσε τα λόγια του, έκανε πολλούς φιλολογικούς καβγάδες, έλεγε τη γνώμη του απερίφραστα.

Οι λογοτέχνες συνηθίζουν να αλληλοπαινεύονται. Ο Χριστιανόπουλος δεν δίσταζε να γραψει την πραγματική άποψή του σε οσους ομοτέχνους του στέλναν τη συλλογή τους. Θυμάμαι κάποτε, που ένας νεαρός ποιητής, οικογενειακός μας φίλος, είχε συγκεντρώσει σε ένα λεύκωμα όλες τις κριτικές που του έκαναν διάφοροι για τις συλλογές των ποιημάτων του, που βέβαια τους τις είχε στείλει τιμής ένεκεν. Όλοι έλεγαν καλά λόγια που εύκολα διέκρινες πως ήταν τυπικότητες. Ο Χριστιανόπουλος για την πρώτη συλλογή είχε να πει δυο καλά λόγια και μετά απαριθμούσε ψεγάδια, ενώ για τη δεύτερη συλλογή ήταν πιο αυστηρός, κάτι σαν «Φοβάμαι πως τα ελαττώματα που είχα επισημάνει στην πρώτη συλλογή σας εδώ φαίνονται πιο καθαρά. Δεν κανατε πρόοδο, βιαστήκατε πολύ να τυπώσετε».

Τα τελευταία χρόνια σε κάποιες εμφανίσεις του στην τηλεόραση σαν να απολάμβανε που είχε το ελεύθερο να λέει διάφορα ου φωνητά. Στη συνέχεια ταλαιπωρήθηκε πολύ με την υγεία του. Κυκλοφόρησε κι ένα βιβλίο με τα σώψυχά του, μάλλον κουτσομπολίστικου περιεχομένου (δεν το έχω δει) στο οποίο δεν είναι βέβαιο ότι είχε δει και εγκρίνει το τελικό κείμενο οσο βρισκόταν σε διαύγεια -πάντως, πολλοί διανοούμενοι διαμαρτυρήθηκαν γι’ αυτό τον λόγο.

Δεν θα μεινει το κουτσομπολιό, θα μεινει το έργο του. Μας θύμισε ότι η ποίηση μπορει να είναι απλή και να συγκινεί, όσο κι αν έχει κάποια βάση η κριτική που του έγινε ότι κυνηγούσε την ατάκα -έδωσε όμως και ατάκες αριστοτεχνικές. Θίγοντας μιαν άλλη παράμετρο, ο ποιητής Κώστας Κουτσουρέλης έγραψε: «Μάνος Ελευθερίου, Νάνος Βαλαωρίτης, Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Γιάννης Δάλλας, Κική Δημουλά, Ντίνος Χριστιανόπουλος… Μέσα σε δύο χρόνια, η ελληνική ποίηση έχασε όλες σχεδόν τις προβεβλημένες φυσιογνωμίες της, τους ανθρώπους που τη συνέδεαν με ένα ευρύτερο κοινό, που εκπροσωπούσαν καθένας με τον τρόπο του μια δημόσια, όχι μια στενά ιδιωτική, στάση για την τέχνη και τη ζωή«.

Στον παλιό μου ιστότοπο εχω συγκεντρώσει πολλούς συνδέσμους σε ποιήματα και πεζά του Χριστιανόπουλου, αν και δεν λειτουργούν όλοι.

Μεταφέρω εδώ μερικά ποιήματα του Χριστιανόπουλου, με πρώτο ένα που έχει γλωσσικό ενδιαφέρον:

«Έτσι στο τσάμπα
με ρώτησε ο νεαρός
τόσο πολύ με σόκαρε το σίγμα
που τον παράτησα.

Πριν από χρόνια ένας λεβέντης
«όχι και τζάμπα»
μου είπε γελαστός
το ζήτα του με μάγεψε
του τα ‘δωσα όλα.

* * * * *

Αυτό μου αρέσει περισσότερο

Αποστρατευμένος

Τώρα δεν έχει πια ΕΣΑ,
φωνές δεκανέων να σου ξηλώνουν τα όνειρα,
κυρίες ταγματαρχών να σφουγγαρίζεις την κουζίνα τους,
και κάθε βράδυ στο θάλαμο διψώντας λίγη θαλπωρή,
καπνίζοντας απανωτά τσιγάρα.

Τώρα,
δίχως μπερέ και ζωστήρα,
οι λερωμένες αρβύλες δίνουν μια ιδέα λευτεριάς,
ξεκουμπωμένο στήθος θα πει είμαι κύριος,
νά και το κορδονάκι που καθάριζα το όπλο μου,
θα το κρατήσω να θυμάμαι τις επιθεωρήσεις.

Θά’ θελα κάτι ν’ αγοράσω πριν φύγω,
ένα τσιτάκι για την αδερφή μου, κανένα παιχνίδι για τα μικρά,
μα η τσέπη μου είναι άδεια σαν την καρδιά μου.
Θά’ θελα να τριγυρίσω και πάλι στους δρόμους,
να δω για τελευταία φορά τη Σαλονίκη,
όμως δεν έχω πόδια πια, δεν έχω μάτια,
δεν έχω όρεξη ούτε να μιλήσω,
ο νους μου κιόλας ταξιδεύει στο χωριό.

‘Ιπποι 8, άνδρες 40
(αυτό ας είναι το τελευταίο μας στρίμωγμα,
η τελευταία ανταμοιβή απ’ την πατρίδα),
όμως ετούτο το τράνταγμα γιατί μου σφίγγει έτσι την καρδιά;
Αυτό που πέρασε δεν ήταν τίποτα μπροστά σ’ αυτό που θά’ ρθει,
αναδουλειά, ξηρασίες, καταστροφή της σοδειάς,
η καθημερινή αγωνία για το καρβέλι,
και τ’ αδερφάκια να κλαίνε, κι η σύνταξη του πατέρα μικρή,
κι ο θείος από την Αμερική μονάχα υποσχέσεις.

Δεν έχει τέλος αυτή η θητεία.

* * * * *

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αφιερώματα, Εις μνήμην, Θεσσαλονίκη, Ποίηση, Ρεμπέτικα | Με ετικέτα: , , , , | 115 Σχόλια »

Αράπικα

Posted by sarant στο 16 Ιουνίου, 2020

Όχι φιστίκια. Όπως είχα υποσχεθει χτες, το σημερινό άρθρο αποτελεί συνέχεια του χτεσινού. Χτες λέγαμε για τα αγάλματα που αποκαθηλώθηκαν και την ταινία που αποσύρθηκε, και τα δυο σε άλλη γη και σε άλλα μέρη, σήμερα μεταφέρουμε τη συζήτηση στο πεδίο της γλώσσας, και ειδικά στον όρο «Αράπης» και στα σύνθετα και παράγωγά του.

Γέφυρα με το χτεσινό άρθρο, ένα απόσπασμά του, που το επαναλαμβάνω εδώ:

Μεταφέροντας τη συζήτηση στα καθ’ ημάς, η Ξένια Κουναλάκη αναρωτήθηκε, όχι αβάσιμα κατά τη γνώμη μου, σε επιφυλλίδα της στην Καθημερινή αν μπορεί να διδαχτεί στο σημερινό σχολείο χωρίς κάποιο υπομνηματισμό η παρακάτω περικοπή από το κλασικό αναγνωστικό του Παπαντωνίου:

Ή, αν διαβάσει στα «Ψηλά βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου «Γύρισαν και κοίταξαν τον Αραπόβραχο που μαύριζε στο σκοτείνιασμα. Στην κορφή του έβλεπες αλήθεια ένα κεφάλι, ένα μέτωπο, μια πλατιά μύτη, ένα στόμα και δυο χοντρά χείλια», συνοδευόμενη από μια υποσημείωση που εντάσσει την επίμαχη αποστροφή σε ένα γλωσσικό και χρονικό περιβάλλον, τότε ένας μικρός μαθητής δεν κινδυνεύει, π.χ., να προσβάλει τον μαύρο διπλανό του, αποκαλώντας τον «αράπη».

(Το βιβλίο του Παπαντωνίου έχει διδάξει γενεές, αλλά σε άλλες εποχές και με άλλη σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού. Πάντως, να σημειώσουμε ότι, ακριβώς επειδή είναι σχολικό βιβλίο, του έχουν ήδη γίνει πολλές αλλαγές σιωπηρά. Τις επισημαίνει ο Χάρης Αθανασιάδης στο εξαιρετικό βιβλίο του για τα Αποσυρθέντα σχολικά βιβλία που κακώς δεν έχω παρουσιάσει εδώ).

Οπότε, για να γενικεύσουμε τη συζήτηση, θα δούμε τον όρο Αράπης αφενός ιστορικά και αφετέρου πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί σήμερα, αλλά και τι κάνουμε με παλιότερες αναφορές του όρου που υπάρχουν σε έργα τέχνης κτλ.

Η λέξη Αράπης, λέει το λεξικό, σημαίνει βεβαίως αυτόν που ανήκει στη μαύρη φυλή, όμως σημαίνει και αυτόν που ανήκει στο αραβικό έθνος, τον Άραβα. Η σημασία αυτή που κάποιοι θα τη θεωρούσαν παρωχημένη, ήταν η επικρατέστερη στα μεσαιωνικά χρόνια.

Αλλωστε πολλές φορές το επίθετο αράπικος δηλώνει σαφώς, σε παλιότερα ιδίως κείμενα, τον αραβικό. Έτσι, το αράπικο άλογο, το αράπικο φυστίκι αλλά και τα αράπικα, ως γλώσσα, στους Άραβες αναφέρονται.

Ετυμολογικά, ο Αράπης είναι δάνειο από το τουρκ. Αrap, από το αραβικό arab, από το οποίο προέρχεται και το αρχαίο Άραψ, που έχει δώσει το σημερινό Άραβας.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσική αλλαγή, Ζωγραφική, Ιστορίες λέξεων, Πολιτική ορθότητα | Με ετικέτα: , , , , , , | 306 Σχόλια »

Χοιρινά μεζεδάκια

Posted by sarant στο 9 Νοεμβρίου, 2019

Ο τίτλος του σαββατιάτικου πολυσυλλεκτικού μας άρθρου αναφέρεται βέβαια στη συζήτηση που έγινε για το χάπενινγκ σκατοψυχιάς που διοργανώνουν αύριο (ελπίζω να βρέχει) οι ακροδεξιοί Ενωμένοι Μακεδόνες στα Διαβατά, έξω από τη δομή των προσφύγων, με χοιρινό και αλκοόλ.

Το θέμα το συζητήσαμε όμως μεσοβδόμαδα, δεν θα το ξανασυζητήσω σήμερα -απλώς πήρα από εκεί τον τίτλο του άρθρου.

Πάντως, στη συζήτηση που έγινε με αφορμή το μπάρμπεκιου των γουρουνιών, ανάμεσα στα χοιρινά παρεισέφρησε και μια καραβίδα, μπογδανοκαραβίδα για την ακρίβεια. (Για τους νεοφερμένους: καραβίδα ονομάζουμε στο ιστολόγιο μια σύντομη πρόταση που περιέχει πολλά πραγματολογικά λάθη).

Ο νομάρχης Ημιμαθείας, όπως τον είχα αποκαλέσει παλιότερα, θέλοντας να ειρωνευτεί τις αντιδράσεις για το χάπενινγκ των γουρουνιών, έγραψε το τουίτ που βλέπετε στην εικόνα. Όπου βέβαια ο στίχος που παραθέτει δεν είναι έτσι [είναι: πατρίδα θρησκεία / σουβλάκι με πίτα…], και το κυριότερο δεν είναι στίχος του Σαββόπουλου, αλλά του Γιάννη Κακουλίδη και του Χάρρυ Κλυνν, από δίσκο του τελευταίου.

Και επί της ουσίας βέβαια, ο στίχος θα ταίριαζε μάλλον για να ειρωνευτεί τους ελλαδέμπορους που θέλουν να μαζευτούν και να ψήνουν πανσέτες έξω από τα παράθυρα των δυστυχισμένων και πεινασμένων.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Μαργαριτάρια, Μεταφραστικά, Μεταμπλόγκειν, Μεζεδάκια, Νεολογισμοί, Νομανσλάνδη, Τηλεοπτικά, Φωτογραφίες | Με ετικέτα: , , , , , , , | 305 Σχόλια »

Πολυσυλλαβικό κουίζ

Posted by sarant στο 31 Αυγούστου, 2018

Καιρό δεν έχουμε να βάλουμε κουίζ; Οπότε, ας αποχαιρετήσουμε τον Αύγουστο με ένα κουίζ, που έχει να κάνει με πολυσύλλαβες λέξεις -αλλά όχι όποιες κι όποιες λέξεις.

Λοιπόν, τις προάλλες άκουγα το τραγούδι του Τσιτσάνη «Μη μου ξαναφύγεις πια». Ας το ακούσουμε -είναι ένα από τα πολλά του Τσιτσάνη που μ’ αρέσουν πολύ. Δεν είναι η πρώτη εκτέλεση αυτή, στην πρώτη τραγουδάει ο Τσιτσάνης με σεγόντο την Ελένη Γεράνη, αλλά εγώ το έχω συνδέσει με τη φωνή της Μπέλλου.

Στο  δεύτερο κουπλέ, η Μπέλλου λέει: Ήτανε άδικος ο χωρισμός και ανυπολόγιστα σκληρός.

Τη λέξη «ανυπολόγιστα» δεν θα την περιμέναμε ίσως σε ρεμπέτικο, αλλά ο Τσιτσάνης ήταν μορφωμένος, είχε φτάσει στη Νομική, χρησιμοποιούσε στα τραγούδια του και λόγιες λέξεις και μάλιστα με τον τρόπο του μορφωμένου, όχι όπως ο λαϊκός άνθρωπος (διότι και ο Μάρκος έχει λόγιες λέξεις στους στίχους του). Είναι άλλωστε κι ένα θέμα ορισμού, αν το τραγούδι αυτό, ηχογραφημένο το 1951, θεωρείται ρεμπέτικο ή λαϊκό, αλλά ας μη μπλέξουμε σ’ αυτό το ζήτημα που διχάζει τους μελετητές.

Λοιπόν, ανυπολόγιστα, 6 συλλαβές.

Το ερώτημα του  κουίζ είναι αν μπορούμε να βρούμε λέξεις με περισσότερες από 6 συλλαβές, σε στίχους τραγουδιών, ή σε στίχους δημοτικών τραγουδιών ή σε στίχους προσωπικής ποίησης.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επώνυμα, Κουίζ, Ρεμπέτικα, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , , | 214 Σχόλια »

Γιατί την περνάμε κοτσάνι;

Posted by sarant στο 22 Φεβρουαρίου, 2018

Ένα από τα καλύτερα μεταπολεμικά τραγούδια του Τσιτσάνη είναι το «Τα βάσανα μες στη ζωή», που κυκλοφόρησε το 1953 σε πρώτη εκτέλεση με τον Τσιτσάνη, τη Σωτηρία Μπέλλου και τον Αθαν. Γιαννόπουλο αν και είναι πιο γνωστό με τη δεύτερη εκτέλεσή του, με τη Μαρίκα Νίνου και τον συνθέτη.

Να θυμηθούμε την πρωτη εκτέλεση:

Αξίζει να προσέξουμε τους στίχους, που είναι κι αυτοί του Τσιτσάνη:

Τα βάσανα μες στη ζωή
θα τα περάσουμε μαζί
μαζί τις πίκρες, τις χαρές,
μαζί και τις αναποδιές.
Θα τη βγάλουμε αντάμα
πότε γέλιο, πότε κλάμα.

Θα μανουβράρουμε μαζί
την ακατάστατη ζωή
μια σφαίρα είναι ο ντουνιάς
και θα γυρίσει και για μας.
Σε παλάτια, σε τσαντίρια
θα τα πιούμε τα ποτήρια.

Θα ξημερώσει και για μας,
μην είσαι άπιστος Θωμάς
τα μονοπάτια τα παλιά
θα τα περάσουμ’ αγκαλιά.
Πίκρες και χαρές χαρμάνι
θα τη βγάλουμε κοτσάνι.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Κύπρος, Ρεμπέτικα, Τραγούδια, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: , , , , | 172 Σχόλια »

Πολυσύλλαβα τραγουδιστά

Posted by sarant στο 4 Σεπτεμβρίου, 2017

Την Πέμπτη που μας πέρασε είχα πάει σε ένα γλέντι, εδώ στην ξενιτειά, και πολύ το χάρηκα διότι είχε όργανα κι έτσι βρήκα την ευκαιρία να τραγουδήσω -ξεπλένεται το μέσα σου όταν τραγουδάς. Λέγαμε λοιπόν, ανάμεσα στ’ άλλα, το τραγούδι του Τσιτσάνη «Μη μου ξαναφύγεις πια» που το ακούμε εδώ με τη Σωτηρία Μπέλλου:

Στη δεύτερη στροφή, λέει:

Ήταν άδικος ο χωρισμός και ανυπολόγιστα σκληρός

και για κάποιο λόγο, ενώ το τραγούδι το ξέρω δεκαετίες, προχτές στάθηκα στη λέξη «ανυπολόγιστα», που αφενός είναι ένα σκαλοπάτι πιο λόγια από το υπόλοιπο τραγούδι και αφετέρου είναι εξασύλλαβη.

Σκέφτηκα λοιπόν αν υπάρχουν υπερπολυσύλλαβες λέξεις σε τραγούδια ή σε ποιήματα, και πόσο μεγάλες είναι.

Στον γραπτό πεζό λόγο, που προορίζεται να διαβαστεί, γίνονται ανεκτές, έστω κι αν είναι πολύ σπάνιες, ακόμα και δεκασύλλαβες λέξεις ή και παραπάνω. Έχουμε φυσικά ειδικό άρθρο για τις μεγάλες ελληνικές λέξεις, όπου βλέπουμε ότι το ρεκόρ στις λεξικογραφημένες λέξεις το έχει η λέξη «δεσοξυριβοζονουκλεϊνικό» (οξύ, το DNA) με 23 γράμματα. Ένα σκαλοπάτι πιο κάτω, με 22, το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα. Και χάλκινο μετάλλιο, με 21, τα κοινωνιογλωσσολογικός, αλληλοεξουδετερώνομαι, ενώ εκτός λεξικών βρίσκουμε πολύ πιο εντυπωσιοακά μακρινάρια -αν και τα περισσότερα είναι ευκαιριακές κατασκευές.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά ρεκόρ, Ποίηση, Στιχουργική, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , , | 153 Σχόλια »

Το Ουζερί Τσιτσάνης και οι λέξεις του

Posted by sarant στο 8 Ιουνίου, 2017

Το Πάσχα που κατέβηκα στην Ελλάδα ένας φίλος μού ζήτησε να του φέρω το «Ουζερί Τσιτσάνης», οπότε πήγα σε ένα βιβλιοπωλείο και το πήρα. Ύστερα συνειδητοποίησα πως δεν θυμόμουν αν μου είχε ζητήσει το βιβλίο ή την ταινία σε DVD, και του τηλεφώνησα για να επιβεβαιώσω. Για να χαρεί ο Μέρφι, ο φίλος ήθελε την ταινία, οπότε το βιβλίο το κράτησα εγώ, μια και δεν το είχα. Αναζήτησα το ντιβιντί και αφού σε καναδυό μεγάλα βιβλιοπωλεία δεν το είχαν τελικά έκανα τη θυσία να μπω στο Πάμπλικ του Συντάγματος και να το πάρω από εκεί. Έτσι, διάβασα το βιβλίο και μετά ο φίλος μού δάνεισε το ντιβιντί και είδα και την ταινία.

Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, ο συγγραφέας του βιβλίου, μου αρέσει αν και δεν έχω όλα του τα βιβλία. Νομίζω πως το φόρτε του είναι τα μικρά διηγήματα, είναι από τους μάστορες του είδους. Το θέμα με το οποίο καταπιάστηκε εδώ είναι βέβαια και πρόκληση -να περιγράψει την κατοχική Θεσσαλονίκη και να πλάσει μια ιστορία στην οποία συνδυάζονται ιστορικά πρόσωπα (ο Τσιτσάνης, ο Μουσχουντής) με μυθιστορηματικά- ήταν όμως κι ένα θέμα πιασάρικο, όχι με την κακή έννοια, ένα θέμα στο οποίο ένας μάστορας έχει σχεδόν εξασφαλισμένη την επιτυχία.

Ο Σκαμπαρδώνης δηλώνει στο προοίμιο ότι δεν κάνει ιστορικό μυθιστόρημα και παραδέχεται ότι έχει κάνει κάποιους αναχρονισμούς, που ένας είναι, θαρρώ, ότι τοποθετεί τη σύνθεση της Συννεφιασμένης Κυριακής μέσα στην Κατοχή. Ωστόσο, αναφέρει καταλεπτώς τις πηγές του -και είναι σαφές ότι έχει μελετήσει την εποχή.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Όχι στα λεξικά, Εβραϊσμός, Θεσσαλονίκη, Κατοχή, Κινηματογράφος, Μυθιστόρημα, Παρουσίαση βιβλίου, Ρεμπέτικα | Με ετικέτα: , , , , | 179 Σχόλια »

Ο φτωχός συγγενής των φρούτων

Posted by sarant στο 14 Νοεμβρίου, 2016

Γυρίζοντας από τη Μάλτα, βρήκα ένα βουνό να με περιμένει -τις επόμενες μέρες και γενικότερα μέχρι την ανάπαυλα των γιορτών έχω πάρα πολλά τρεχάματα, οπότε θα συνεχίσω να καταφεύγω σε επαναλήψεις άρθρων συχνότερα απ’ όσο θα το ήθελα. Το σημερινό μας άρθρο είναι επανάληψη, αν και με διαφορετικό τίτλο, ενός παλιότερου άρθρου που είχε δημοσιευτεί πριν από 6 χρόνια -ελπίζω πως δεν θα το έχετε διαβάσει όλοι. Εδώ δημοσιεύω μια ξανακοιταγμένη και αρκετά αλλαγμένη μορφή, που είχε δημοσιευτεί στη συνέχεια στο βιβλίο μου «Οπωροφόρες λέξεις«.

PearsΠριν από καναδυό μήνες είχα δημοσιεύσει εδώ ένα άρθρο για το μήλο, που το είχα χαρακτηρίσει, από γλωσσική άποψη, «βασιλιά των φρούτων». Μετά το μήλο έρχεται φυσιολογικά το αχλάδι· τα δυο φρούτα συχνά αναφέρονται μαζί, αλλά κατά τη γνώμη μου το δεύτερο είναι φτωχός συγγενής του πρώτου. Μπορεί το αχλάδι να αρέσει σε πολλούς, αλλά δύσκολα θα βρείτε άνθρωπο που να το αναφέρει σαν πρώτη του προτίμηση, νομίζω· ίσως πάλι να είμαι υποκειμενικός, διότι πρόκειται για ένα φρούτο που δεν μου πολυαρέσει.

Η αχλαδιά (Pyrus communis) βρίσκεται από την αρχαιότητα στον ελληνικό χώρο –στον Όμηρο είναι όγχνη (και το δέντρο και ο καρπός), ενώ τα επόμενα χρόνια το αχλάδι έλεγαν άπιον, αλλά ήδη από την ελληνιστική εποχή είχε αρχίσει να χρησιμοποιείται το υποκοριστικό του, απίδιον. Η λέξη απίδι ακούγεται και σήμερα, σαν συνώνυμο του αχλαδιού, σε πολλά μέρη· αλλού, π.χ. σε πολλά μέρη της Κρήτης, απίδια λέγονται τα ντόπια είδη ενώ αχλάδια τα εισαγόμενα.

Η λέξη αχλάδι προέρχεται από το αρχαίο αχράς, η αχράς της αχράδος δηλαδή, λέξη που αρχικά φαίνεται ότι σήμαινε την άγρια παραλλαγή, το αγριάπιδο. Μάλιστα, στη συλλογή παροιμιών του Βάρνερ, που δημοσιεύτηκε στην Πόλη περί το 1650, βρίσκουμε μια παροιμία που έχει και τις δυο λέξεις μαζί: τ’ απίδια με παρακαλούν, κι αχλάδες θε να φάγω; -δηλαδή, αφού μπορώ να γευτώ κάτι το εκλεκτό, δεν υπάρχει λόγος να προτιμήσω κάτι υποδεέστερο· εδώ, οι αχλάδες είναι τα αγριάπιδα και τα απίδια είναι το εκλεκτό, καλλιεργημένο φρούτο (που το λέμε σήμερα αχλάδι).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γιατί (δεν) το λέμε έτσι, Γλωσσικά συμπόσια, Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Νατσουλισμοί, Φρασεολογικά, Φρούτα εποχής | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 128 Σχόλια »

Βιτριόλι που καίει ακόμα

Posted by sarant στο 2 Ιουνίου, 2016

Ένα κρυωματάκι, ελπίζω παροδικό, με εμπόδισε χτες να γράψω άρθρο, οπότε καταφεύγω στη δοκιμασμένη λύση των επαναλήψεων και ξαναδημοσιεύω ένα άρθρο του 2010, που το είχα γράψει αρχικά επειδή εκείνες τις μέρες μού είχε κολλήσει το τραγούδι «Το βιτριόλι» του Βασίλη Τσιτσάνη. Εδώ θα επαναλάβω το παλιό εκείνο άρθρο, με κάποιες δευτερεύουσες αλλαγές και προσθήκες.

Μια βασική αλλαγή είναι ότι το 2010 που έγραψα την πρώτη βερσιόν του άρθρου δεν είχα βρει γιουτουμπάκι με το τραγούδι κι έτσι ανέβασα εγώ σε κάποιον ιστότοπο ένα ηχητικό αρχείο. Τώρα, υπάρχουν άφθονα γιουτουμπάκια, οπότε βάζω ένα:

Tο τραγούδι κυκλοφόρησε σε δίσκο τον Μάιο του 1950. Είναι λοιπόν του Τσιτσάνη, σε στίχους του Νίκου Μπρίλη και του συνθέτη και τραγουδάει η Μαρίκα Νίνου, ο συνθέτης, ο Ν. Βούλγαρης και ο Θ. Γιαννόπουλος. Τα λόγια του τραγουδιού:

Κίνδυνος θάνατος, για πάρτε το χαμπάρι,
καινούργια μέτρα οι γυναίκες έχουν πάρει.
Κι όποιος στον έρωτα σωστά δεν περπατήσει.
ένα μπουκάλι βιτριόλι θ’ αντικρίσει.

Το εξευτέλισαν το αντρικό το φύλο
κι όπως τρωγόμαστε σαν γάτα με το σκύλο,
το θηλυκό σε μια στιγμή, στην παραζάλη,
σου αμολάει το βιτριόλι στο κεφάλι.

Είναι να χάνεις το μυαλό σου εδώ και πέρα,
μας έχουν πάρει οι πανούργες τον αέρα.
Γι’ αυτό την τσάντα όταν βλέπεις ανοιγμένη,
βγάλε συμπέρασμα, ζημιά σε περιμένει!

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Ποίηση, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , , , , , | 177 Σχόλια »