Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Γεώργιος Καραϊσκάκης’

Από το λευκό στο άσπρο

Posted by sarant στο 5 Σεπτεμβρίου, 2022

Το σημερινό άρθρο έχει ως αφορμή την ερώτηση που μου έκανε μια φίλη, για την προέλευση της λέξης «άσπρος». Έχουμε βέβαια αναφερθεί στο θέμα, αλλά δεν της έχουμε αφιερώσει ειδικό άρθρο -οπότε τη σύντομη απάντηση που της έδωσα σκέφτηκα να την αναπτύξω σε ξεχωριστό άρθρο, αυτό που διαβάζετε.

Η αρχαία λέξη, το ξέρουμε, είναι «λευκός». Είναι λέξη ομηρική, ή και παλιότερη αφού υπάρχει στις μυκηναϊκές επιγραφές. Λευκός δεν ήταν μόνο ο άσπρος. Η αρχική του σημασία ήταν «λαμπρός, φωτεινός». Στην Ιλιάδα πχ διαβάζουμε «λευκὸν δ’ ἦν ἠέλιος ὥς«, «που’χε του ηλιού την λάμψιν» μεταφράζει ο Πολυλάς. Φυσικά, η λέξη δηλώνει και το χρώμα, ηδη από τον Όμηρο όπου βρίσκουμε στην Ιλιάδα, ανάμεσα στ’ άλλα, και την καθιερωμένη παρομοίωση «λευκότεροι χιόνος» (για κάτι ίππους το λέει).

Φυσικά η λέξη έχει δώσει στην αρχαιότητα πάμπολλα σύνθετα, και πάλι ήδη από τον Όμηρο, όπου ένα από τα στερεότυπα επίθετα είναι η λευκώλενος, κυρίως για την Ήρα, με άσπρα μπράτσα. Γούστο έχει ο λευκηπατίας ή λευχηπατίας (το ήπαρ έπαιρνε δασεία αλλά η σχετική εγκύκλιος δεν κοινοποιήθηκε σε ολους κι έτσι στο TLG πλειοψηφούν οι αδάσυντοι τύποι) που είναι ο δειλός, που έχει άσπρο συκώτι.

Ο λευκός βέβαια υπάρχει και σήμερα στο λεξιλόγιό μας, ζει και βασιλεύει, και μάλιστα πολύ περισσότερο από άλλους αρχαίους τύπους για ονομασίες χρωμάτων όπως ο ερυθρός ή ο κυανούς ή ο ιώδης. Βοήθησε κι η διαφήμιση στην εδραίωση αυτή του λευκού, με τα ολόλευκα ρούχα που υπόσχεται κάθε απορρυπαντικό, αλλά και με τα λευκά είδη ή τις λευκές συσκευές (ή τον λευκό γάμο, αν και περισσότεροι είναι αυτοί που αγοράζουν πλυντήριο).

Ωστόσο, και παρά έναν καταμερισμό, σαν συμφωνία κυρίων, όπου καθένας απο τους δύο τύπους έχει τα δικά του χωράφια, στα οποία ο άλλος δεν μπαίνει, νομίζω πως ο δημοτικός τύπος «άσπρος» είναι συχνότερος σαν όνομα του χρώματος λευκού.

Η εμφάνιση της λέξης «άσπρος» και η σταδιακή της καθιέρωση έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αν δεν ξέρετε την ετυμολογία της λέξης, ίσως παραξενευτείτε αν σας πω ότι η λέξη έχει λατινική αρχή. Βέβαια, όσοι μας διαβάζουν ταχτικά θα το έχουν ίσως διαβάσει διότι έχουμε γράψει καναδυό φορές για το πώς γεννήθηκε η λέξη «άσπρος».

Στα λατινικά asper σημαίνει «τραχύς» (τη λέξη τη βρίσκουμε και στο γαλλικό âpre αλλά και στο αγγλικό asperity). Yπάρχει κι ένα λατινικό ρητό, που πολλοί το βάζουν για τατουάζ, που λέει ad astra per aspera (ή ανάποδα) και σημαίνει «μέσα από τις δυσκολίες φτάνεις στ’ άστρα»). Αλλά πλατειάζω.

Λοιπόν, στα λατινικά, το νιόκοπο ασημένιο νόμισμα, τραχύ και λαμπερό πριν λειανθεί από τη χρήση, ονομαζόταν nummus asper, τραχύ νόμισμα. Σιγά-σιγά έμεινε μόνο το επίθετο, asper, και πήρε θέση ουσιαστικού, και πέρασε στα βυζαντινά ελληνικά (από τον πληθυντικό: aspera, aspra) όπου άσπρα ονομάστηκαν τα ασημένια νομίσματα μικρής αξίας. Και επειδή το ασήμι είναι λευκό, η λέξη άσπρο έφτασε να εκφράζει τη λευκότητα, κι έγινε συνώνυμο της λέξης «λευκός» και μάλιστα την υποκατέστησε στη λαϊκή γλώσσα.

Σε κείμενα αδιαμφισβήτητης χρονολόγησης, βρίσκω τον τύπο «άσπρος» για το λευκό χρώμα στον Ιωάννη Μαλάλα, η γλώσσα του οποίου κάνει πολλές παραχωρήσεις στη δημώδη της εποχής, πράγμα για το οποίο του χρωστάμε αιώνια χάρη. Ο Μαλάλας λοιπον γράφει για κάποιον ότι «εφόρει στολήν άσπρην ως η χιών» και για άλλον ότι φορούσε «σανδάλια άσπρα» ενώ κάπου χρησιμοποιεί τη λέξη και ως δευτεροκλιτη, αφού πάνω από μια φορά λέει για κάποιον ότι φορούσε «στολήν άσπρον» π.χ. «την δε στολήν ο αλύταρχος άσπρον ολοσήρικον εφόρει» -ολομέταξη στολή ήθελε ο αλήτης.

Κι έτσι πήγαμε από το λευκό στο άσπρο. Κι επειδή αν λεξιλογήσω για το άσπρο χρώμα (ή το λευκό) θα χρειαστώ πολλές πολλές σελίδες (ή λέξεις, τέλος πάντων) λέω να το αφήσω για άλλη φορά, και να κλείσω το σημερινό άρθρο λεξιλογώντας για το νόμισμα «άσπρο», που είναι σαφώς πιο ματζόβολο θέμα.

Λοιπόν, άσπρον ήταν ήδη απο τα βυζαντινά χρόνια ένα ασημένιο νόμισμα μικρής αξίας αλλά μεγάλης κυκλοφορίας. Από νωρίς η λέξη πήρε και τη γενική σημασία, στον πληθυντικό βέβαια, των χρημάτων, οπως λέμε σήμερα «τα φράγκα». Έτσι, σε βίους αγίων του 9ου αιώνα βρίσκω και την ειδική σημασία και τη γενική. Ας πούμε: «Άγιε Γεώργιε, βοήθει μας να εβγούμεν και να σε δώσωμεν από δέκα άσπρα καθ’ ένας» αλλά και «Σας παρακαλώ, αυθένται μου, λάβετε χρυσίον και αργύριον και άλλα άσπρα όσα μού ευρίσκονται» (στο πρώτο απόσπασμα ειδική σημασία, στο δεύτερο γενική).

Υπάρχουν πολλές παροιμίες και παροιμιώδεις φράσεις με τα άσπρα. Ας πούμε, τον ξέρουν σαν κάλπικο άσπρο (σαν κάλπικη δεκάρα λέμε σήμερα). Ή, τον έκανε απ’ ασπρού, που θα πει τον εξευτέλισε (πρβλ. «τον έκανε πέντε παραδιών»). Ασπρού δουλειά δεν κάνει, δηλ. ή δεν δουλεύει ή η δουλειά του είναι κακής ποιότητας. Ή «ένα άσπρο και κρίμα στ’ άσπρο», για κάτι που δεν αξίζει τίποτα. Ή, «χιλια λόγια ένα άσπρο». Ή, Έχεις άσπρα, έχεις άστρα και σε άλλη παραλλαγή «τ’ άσπρα κατεβάζουν τ’ άστρα». Ή, «Τούρκον είδες; Άσπρα θέλει. Κι άλλον είδες; Κι άλλα θέλει». Ή, «Τ’ άσπρα λαλούν, τ’ άσπρα μιλούν, τ’ άσπρα ‘ν’ που κουβεντιάζουν».

Και δημοτικός στίχος: Τ’ άσπρα πουλήσαν τον Χριστό, τ’ άσπρα πουλούν και σένα.

Στην τουρκοκρατία, το άσπρο ήταν υποδιαίρεση του ασημένιου παρά. Όλα όσα θέλατε να μάθετε για τα άσπρα και πολύ περισσότερα υπάρχουν σ’ ενα καταπληκτικό βιβλίο της Ευτυχίας Λιάτα, με τίτλο «Φλωρία δεκατέσσερα στένουν γρόσια σαράντα», που επειδή είναι έκδοση του ΕΙΕ υπάρχει διαθέσιμο ονλάιν δωρεάν. Όπως λέει η Λιάτα, τόσο το άσπρο όσο και ο παράς (για τον οποίο επιφυλάσσομαι να γράψω χωριστό άρθρο) κατέληξαν απλές λογιστικές μονάδες.

Τι σημαίνει αυτό θα το δείτε στην πράξη αν διαβάσετε κατάστιχα π.χ. της εποχής του Εικοσιένα. Επειδή υπήρχε σε κυκλοφορία πανσπερμία νομισμάτων, τουρκικών και δυτικών, γινόταν αναγωγή του κάθε εσόδου ή εξόδου σε άσπρα ή παράδες ή γρόσια και αθροίζονταν.

Οι αναφορές είναι με τη γενική σημασία («χρήματα»). Όταν πχ ο Καραϊσκάκης υπόσχεται στους πολιορκημένους της Αθήνας «η υπόσχεσή μας είναι οπού να πληρωθούν έως άσπρον και δεν θέλει χάσουν ούτε οβολόν», εννοεί αυτό που σήμερα θα λέγαμε «θα πληρωθούν μέχρι τελευταία δεκάρα». Αλλού, το Βουλευτικό παρακαλεί βουλευτή που καθυστερεί «μας ελέγετε τα άσπρα ήτον έτοιμα, και σήμερον είκοσι ημέρας μήτε άσπρα, μήτε απόκρισίν σας ελάβαμεν» (Παλιγγ. 1.183). Ή, όπως το συνοψίζει επιστολή της Γερουσίας Δυτικής Χέρσου Ελλάδος προς τον Βαρνακιώτη (Φυσ. 129): «επειδή είναι χρεία δι’ άσπρα». Δει δε χρημάτων!

 

Advertisement

Posted in 1821, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Νομίσματα, Φρασεολογικά, Χρώματα | Με ετικέτα: , , , , , , | 160 Σχόλια »

Κείμενα του Εικοσιένα (21) – Πώς είναι οι τουρκολάτρες (ένα γράμμα του Καραϊσκάκη)

Posted by sarant στο 19 Οκτωβρίου, 2021

Καθώς διανύουμε τη χρονιά που σημαδεύει τη 200ή επέτειο του ξεσηκωμού του Εικοσιένα, σκέφτηκα να καθιερώσω μια νέα στήλη στο ιστολόγιο, που κανονικά θα τη δημοσιεύω κάθε δεύτερη Τρίτη, εναλλάξ δηλαδή με το βιβλίο του πατέρα μου, και που θα παρουσιάζει κείμενα της εποχής του 1821. Δεν αποκλείεται να διατηρήσω τις δημοσιεύσεις ως το τέλος της χρονιάς, αν βέβαια υπάρχει ως τότε αρκετό υλικό από μεριάς μου και αρκετό ενδιαφέρον από δικής σας πλευράς. Θα δώσω προτεραιότητα σε κείμενα που δεν είναι διαθέσιμα στο Διαδίκτυο.

Από την προηγούμενή μου τριβή με κείμενα της εποχής, που βέβαια ήταν πολύ έντονη όσο συγκέντρωνα υλικό για το βιβλίο μου Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων, έχω υπόψη μου κάμποσα τέτοια κείμενα, αλλά όποιος έχει υπόψη του κείμενο που το θεωρεί αξιόλογο προς δημοσίευση μπορεί να μου το στείλει στο γνωστό μέιλ, sarantπαπάκιpt.lu.

Το σημερινό άρθρο είναι το εικοστό πρώτο της σειράς – το προηγούμενο βρίσκεται εδώ.

Σήμερα θα δούμε ένα γράμμα του Καραϊσκάκη, γραμμένο σε μια περίπλοκη και όχι πολύ γνωστή περίοδο της ζωής του και της Επανάστασης του Εικοσιένα, τον Μάιο του 1824. Ο Καραϊσκάκης έχει περάσει από δίκη στο Μεσολόγγι, έχει στερηθεί τα αξιώματά του, ανεβαίνει με το προσωπικό του ασκέρι προς τα Άγραφα, που τα θεωρεί δικαιωματικό του αρματολίκι ενώ με εντολή της Διοίκησης τον κυνηγούν Στορνάρης και Ράγκος, οι οποίοι συνεννοούνται με τον τουρκαλβανό Σούλτζα Κόρτζια. Από εκείνη τη μπερδεμένη περίοδο υπάρχει άφθονο (και αθυρόστομο) γραπτό υλικό στο 11ο κεφάλαιο του Κασομούλη, που όμως είναι αρκετά γνωστό και δημοσιευμένο στο διαδίκτυο, αν και τώρα που το σκέφτομαι θα άξιζε μια αναδημοσίευση.

Στις 15 Μαΐου 1824 ο Καραϊσκάκης έχει φτάσει στη μονη Βράχας στην Ευρυτανία και απο εκεί στέλνει γράμμα προς τους καπεταναίους που τον καταδιώκουν, αντίγραφο του οποίου υπάρχει στον 4ο τόμο του αρχείου Μαυροκορδάτου, σ. 397-8. Απόσπασμα από το γράμμα αυτό έβαλα στο βιβλίο μου «Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων» και τις προάλλες ο φίλος Αντώνης Παπαβασιλείου από τα Γρεβενά μου ζήτησε ολόκληρο το κείμενο, επειδή έχει αναφορά στα Γρεβενά, οπότε σκέφτηκα να γράψω το σημερινό άρθρο. Δεν αλλάζω ορθογραφία, πλην μονοτονικού.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Όχι στα λεξικά, Κείμενα | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 68 Σχόλια »

Κείμενα του Εικοσιένα – 14: Το Μάγουλο της Παναγίας, του Παντελή Μπουκάλα (απόσπασμα)

Posted by sarant στο 13 Ιουλίου, 2021

Καθώς διανύουμε τη χρονιά που σημαδεύει τη 200ή επέτειο του ξεσηκωμού του Εικοσιένα, σκέφτηκα να καθιερώσω μια νέα στήλη στο ιστολόγιο, που κανονικά θα τη δημοσιεύω κάθε δεύτερη Τρίτη, εναλλάξ δηλαδή με το βιβλίο του πατέρα μου, και που θα παρουσιάζει κείμενα της εποχής του 1821. Δεν αποκλείεται να διατηρήσω τις δημοσιεύσεις ως το τέλος της χρονιάς, αν βέβαια υπάρχει ως τότε αρκετό υλικό από μεριάς μου και αρκετό ενδιαφέρον από δικής σας πλευράς. Θα δώσω προτεραιότητα σε κείμενα που δεν είναι διαθέσιμα στο Διαδίκτυο.

Από την προηγούμενή μου τριβή με κείμενα της εποχής, που βέβαια ήταν πολύ έντονη όσο συγκέντρωνα υλικό για το βιβλίο μου Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων, έχω υπόψη μου κάμποσα τέτοια κείμενα, αλλά όποιος έχει υπόψη του κείμενο που το θεωρεί αξιόλογο προς δημοσίευση μπορεί να μου το στείλει στο γνωστό μέιλ, sarantπαπάκιpt.lu.

Το σημερινό άρθρο είναι το δέκατο τέταρτο της σειράς – το προηγούμενο βρίσκεται εδώ.

Το σημερινό κείμενο διαφέρει από τα προηγούμενα της σειράς αυτής: δεν είναι κείμενο του Εικοσιένα αλλά για το Εικοσιένα, γραμμένο όμως στην εποχή μας. Τις προάλλες, που είχαμε το βιβλιοφιλικό μας άρθρο, αναφέρθηκα στο βιβλίο του Παντελή Μπουκάλα «Το μάγουλο της Παναγίας», μια «αυτοβιογραφική εικασία» σε θεατρική μορφή για τον Καραϊσκάκη.

Συμμετέχουν τέσσερα πρόσωπα, ο Καραϊσκάκης ή μάλλον το πνεύμα του από τον κάτω κόσμο, ο βιογράφος του Δ. Αινιάν, ένας Τυφλός Λυράρης και η Μαριώ (ή Ζαφείρης), η βαφτισμένη τουρκοπούλα που τον υπηρετούσε ντυμένη αντρικά. Συμμετέχει έμμεσα η Μαυρομάτα, μια εικόνα της Παναγίας που έχει για φυλαχτό ο Καραϊσκάκης.

Στο βιβλίο εξιστορείται, είτε από τον Καραϊσκάκη είτε από τους άλλους, όλη η ζωή του ήρωα, από τα παιδικά του χρόνια, όχι βέβαια με χρονολογική σειρά. Ο Μπουκάλας έχει διαβάσει όλα όσα γράφτηκαν για τον Καραϊσκάκη και χρησιμοποιεί το υλικό αυτό για να χτίσει τον λόγο των ηρώων του, συμπληρώνοντας και προσθέτοντας πινελιές.

Θα παρουσιάσω εδώ ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το έργο, προς το τέλος. Στο απόσπασμα που παραθέτω γίνεται λόγος αρχικά για το ντροπιαστικό επεισόδιο κατά την παράδοση των Τουρκαλβανών που ήταν οχυρωμένοι στο μοναστήρι του Αγ. Σπυρίδωνα, όταν ένας καβγάς είχε αποτέλεσμα να σφαγούν οι περισσότεροι από τους συνθηκολογημένους, παρά τη συνθήκη, και στη συνέχεια για την αψιμαχία που οδήγησε στον θάνατο του Καραϊσκάκη, το ψυχορράγημά του και τη διαθήκη του.

Να σημειώσω ότι σε επίμετρο στο βιβλίο ο Μπουκάλας εξετάζει την πρόσληψη του θανάτου του Καραϊσκάκη από τη δημοτική ποίηση και την απομνημονευματογραφία, καθώς και τις υποψίες μήπως χέρι ελληνικό πυροβόλησε τον καπετάνιο, αλλά και γενικότερα την υστεροφημία του Καραϊσκάκη.

Δυο-τρεις λέξεις σημειωμένες με αστερίσκο (από τον συγγραφέα) εξηγούνται στο τέλος.

Γ.Καραϊσκάκης. – Δίνεις ό,τι πιο βαρύ, που δεν χωράει σέ κανένα κεμέρι, δίνεις το λόγο σου, μπέσα για μπέσα, βάζεις στον όρκο πρώτος την υπογραφή σου, κι όλοι οι καπεταναίοι αποκάτω, να φύγουν οι κλεισμένοι του μονα­στηριού με τ’ άρματα και με το έχει τους. Με το ίρτζι* τους να πω, την τιμή τους. Ορκίστηκαν κι οι Τούρκοι, αυτό ήταν το συνήθειο τους: «Κακό βόλι να μάς πάρει το κεφάλι, αν ξαναρίξουμε ντουφέκι πάνω σε Έλληνες». Βγαίνουν. Μπροστά εγώ, ασπίδα τους. Κι ανάμεσα στους Τούρκους, αμανάτι τους, Τζαβέλας, Βάσος κι ό Γιαννάκης Λογοθέτης. Δίπλα απ’ την τούρκικη κολόνα, ζερβά και δεξιά, οι δικές μας. Πέ­φτει μια ντουφεκιά, κι όπως μετά την αστραπή ακούς μπουμπουνητό που σου τρυπάει τ’ αυτιά, αμέτρητες οι ντουφεκιές, μα κι οι φωνές, πιο δυνατές κι από βρον­τές, «κερατάδες Έλληνες, δεν έχετε μπέσα, άπιστοι, προδότες, θρασίμια». Κλαίγαμε, τ’ ακούς. Κλαίγαμε από τη λύσσα μας πού ντροπιαστήκαμε. Πατήσαμε τον όρκο μας σε θεούς κι ανθρώπους.

Δ.Αινιάν – Ήταν υπόσπονδη φρουρά οι Τούρκοι. Έπρεπε να περάσουν δίχως να πειραχτεί ούτε μια τρίχα τους. Όλοι το μολόγησαν.

Γ.Κ. – «Υπόσπονδη φρουρά»… δεν ξέρω τί πάει να πει «υπόσπονδη φρουρά». Πού να τα μάθω αυτά; Στ’ Αληπασα; Εγώ πήγα σχολείο στη φυλακή του και στους πολέμους του. Αλλά ξέρω τί πάει να πει μπέσα. και κούτελο. Άμα λερωθεί, πάει, λερώθηκε.

Δεν το ξεπλένεις όσο και να κλάψεις. Τα δάκρυα τρέ­χουν, φεύγουν προς τα κάτω. Δεν πάνε στα ψηλά, να σου ξεμαγαρίσουν το κούτελο. Και λέω, αν είναι, να το φκιάξουμ’ έτσι το Ρωμαίικο, μη σώσει και το φκιάξουμε. Τέτοια με δαιμόνιζαν, βλαστήμαγα κι έκλαιγα, γκρέμισα τη σκηνή μου, την κομμάτιασα σαν να κομμάτιαζα προδότες, τέλος, στέλνω τον τεσκερέ* μου, να μάθουν όλοι, φεύγω, τούς λέω, με στρατιώτες άπιστους κι επίορκους χωριό δεν κάνω και πατρίδα. Πέσαν απάνω μου όλοι, τον πιάσαμε τον φταίχτη, καπετάνιο, θα τιμωρηθεί βαριά. Ζήτησε την πιστόλα ενός Τούρκου, έτσι μου ιστορήσανε, αγρίεψαν, πιάστηκαν στα χέρια, τον πιστολίζει ο Τούρκος, άλλο δεν ήθελαν φαίνεται οι δικοί μας, τους μακέλεψαν. Απ’ τους τρακόσους, μόνο πενήντα δεν έκοψαν οι κερατάδες μας. Αλλά το κέρατο όλο δικό μου. Κείνη τη μέρα είπα πως πέθανα. Δεν πέρασε βδομάδα κι ο λόγος μου αλήθεψε.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Όχι στα λεξικά, Θεατρικά, Παρουσίαση βιβλίου | Με ετικέτα: , , , | 73 Σχόλια »

Τα τάλιρα της κοιλάδας

Posted by sarant στο 24 Ιουνίου, 2021

Τάλιρα βεβαίως δεν υπάρχουν σήμερα, με την κυριολεκτική σημασία της λέξης. Μια από τις παράπλευρες συνέπειες της εισαγωγής του ευρώ πριν από 20+ χρόνια, ήταν και ότι έθεσε υπό αμφισβήτηση όλους τους όρους που υπήρχαν για να δηλώνουν διάφορες αξίες κερμάτων της εποχής της δραχμής: το δίφραγκο και το τάλιρο κυρίως, αλλά ακόμα και το δεκάρικο και το εικοσάρικο.

Βέβαια, η γλώσσα είναι συντηρητική. Κι αφού ακόμα επιζούν στην ομιλία μας οι παράδες (ή δεν επιζούν;) και τα φράγκα, που έχουν πάψει να ισχύουν εδώ και πολλές πολλές δεκαετίες, αιώνες μάλλον, λογικό είναι και το δίφραγκο και το τάλιρο να αντισταθούν για κάποιο διάστημα στην επίθεση του δίευρου και του πεντάευρου (εγώ τα κλίνω, και τα γράφω «δίευρο», «πεντάευρο»).

Τέλος πάντων, αφού ακόμα τα θυμόμαστε τα τάλιρα, καλό είναι να τους αφιερώσω το σημερινό άρθρο, στο οποίο, σας προειδοποιώ, θα πω μερικά πράγματα που τα έχω ήδη ξαναγράψει, αν και θα προσθέσω και πολλά καινούργια.

Το τάλιρο λοιπόν ήταν το κέρμα των πέντε δραχμών. Πρόκειται για δάνειο από το ιταλ. tallero ή από το βενετικό talaro, αλλά η ετυμολογία της λέξης μάς πηγαίνει αρκετά βορειότερα.

Tal στα γερμανικά είναι η κοιλάδα. Λοιπόν, στην κοιλάδα του Αγίου Ιωακείμ, που σήμερα βρίσκεται στην Τσεχία και λέγεται Jachymov, αλλά στη γερμανοκρατούμενη Βοημία λεγόταν Joachimsthal με την τότε ορθογραφία, υπήρχε ασήμι, από το οποίο έκοψαν το 1519 ωραία αστραφτερά ασημένια νομίσματα, που τα είπαν, όχι με πολλή φαντασία είναι η αλήθεια, Joachimsthaler. Τα νομίσματα αυτά είχαν, ως φαίνεται, μεγάλο σουξέ, και η συγκεκομμένη λέξη thaler περνάει στις άλλες γερμανικές διαλέκτους, και κατηφορίζει ως την Ιταλία, ως tállero, από την οποία την πήραμε κι εμείς, τάλιρο, αν και μπορεί ο δανεισμός όπως είπα να έγινε από τον βενετικό τύπο, αφού και στη χώρα μας υπάρχει ο τύπος «τάλαρο» που μπορεί να είναι παλιότερος.

Βέβαια, αν είστε οπαδοί του Γκας Πορτοκάλος, όπως η αείμνηστη κ. Τζιροπούλου, θα προτιμήσετε μιαν ελληνοπρεπή (παρ)ετυμολογία, και θα προσφύγετε στον ομηρικό «τάλαρο», που σημαίνει «καλάθι», λέξη που μάλιστα επιβιώνει σε διαλεκτικές μορφές και σήμερα (ταλάρια στην Ήπειρο και στην Κύπρο) -και αφού συμβαίνει τα μέτρα βάρους ή όγκου να χρησιμοποιούνται και για ονομασίες νομισμάτων, ποιος μας πιάνει, η παρετυμολογία είναι έτοιμη, κι αν κάποιος παρατηρήσει ότι κάνετε άλματα χιλιετιών τον προσπερνάτε αγέρωχα, τον ανθέλληνα.

Επιστρέφουμε στην επιστημονική ετυμολογία, που έχει να μας δώσει κι άλλα ταξίδια. Διότι το thaler δεν κατηφόρισε μονάχα στα μέρη μας. Αφού αποτέλεσε το πιο διαδεδομένο νόμισμα στη βόρεια Γερμανία και στις σκανδιναβικές χώρες, πέρασε και στα ολλανδικά ως daler και από εκεί το πήραν οι Εγγλέζοι ως dollar.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Γκας Πορτοκάλος, Ετυμολογικά, Νομίσματα, Ομοιοκαταληξία, Σφυγμομετρήσεις | Με ετικέτα: , , , , , | 154 Σχόλια »

Κείμενα του Εικοσιένα – 8: Ο Μαυροκορδάτος γράφει στον Ομέρ Βρυώνη

Posted by sarant στο 20 Απριλίου, 2021

Καθώς διανύουμε τη χρονιά που σημαδεύει τη 200ή επέτειο του ξεσηκωμού του Εικοσιένα, σκέφτηκα να καθιερώσω μια νέα στήλη στο ιστολόγιο, που θα τη δημοσιεύω κάθε δεύτερη Τρίτη, εναλλάξ δηλαδή με το βιβλίο του πατέρα μου, και που θα παρουσιάζει κείμενα της εποχής του 1821. Δεν αποκλείεται να διατηρήσω τις δημοσιεύσεις ως το τέλος της χρονιάς, αν βέβαια υπάρχει ως τότε αρκετό υλικό από μεριάς μου και αρκετό ενδιαφέρον από δικής σας πλευράς. Θα δώσω προτεραιότητα σε κείμενα που δεν είναι διαθέσιμα στο Διαδίκτυο.

Από την προηγούμενή μου τριβή με κείμενα της εποχής, που βέβαια ήταν πολύ έντονη όσο συγκέντρωνα υλικό για το βιβλίο μου Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων, έχω υπόψη μου κάμποσα τέτοια κείμενα, αλλά όποιος έχει υπόψη του κείμενο που το θεωρεί αξιόλογο προς δημοσίευση μπορεί να μου το στείλει στο γνωστό μέιλ, sarantπαπάκιpt.lu.

Το σημερινό άρθρο είναι το όγδοο της σειράς – το προηγούμενο βρίσκεται εδώ.

Θα δούμε σήμερα ένα κείμενο γραμμένο από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, μια επιστολή προς τον Ομέρ Βρυώνη. Σε αυτήν, ο Μαυροκορδάτος συνεχίζει έναν διάλογο που φαίνεται να τον άρχισε ο Αλβανός στρατηγός (μέσω του Καραϊσκάκη), για ενδεχόμενη συμμαχία ανάμεσα σε επαναστατημένους Έλληνες και σε μουσουλμάνους Αλβανούς.

Ο Μαυροκορδάτος ξεκινάει επαινώντας τον Ομέρ Βρυώνη -που τον συγκρίνει ευνοϊκά με τον Αλήπασα- και στη συνέχεια δηλώνει ότι οι Έλληνες δεν έχουν πόλεμο με τους Αρβανίτες (εννοεί Αλβανούς) ούτε έχει κάποια σημασία η διαφορά της θρησκείας. Προτείνει λοιπόν να συναντηθούν για να συνάψουν συνθήκη αμοιβαίας βοήθειας απέναντι στον κοινό εχθρό, τους Οθωμανούς.

Στο πρώτο άρθρο της σειράς αυτής είχαμε δει ένα κείμενο που αναφερόταν στη (θνησιγενή τελικά) ελληνοαλβανική συμμαχία, που διάρκεσε για λίγους μήνες το 1821. Η διαφορά με τούτο εδώ το κείμενο είναι ότι τούτο εδώ γράφεται αρκετά αργότερα, το 1823, από έναν ανώτατο πολιτικό παράγοντα και απευθύνεται επίσης προς έναν πολύ σημαντικό παράγοντα της άλλης πλευράς.

Το κείμενο το πήρα από το Ιστορικό Αρχείο Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, τόμ. 3 που έχει τα έγγραφα του 1823. Είναι αχρονολόγητο και είναι το σχέδιο της επιστολής, γραμμένο από το χέρι του Μαυροκορδάτου. Δεν ξέρουμε (ή μάλλον δεν ξέρω) αν η επιστολή όντως στάλθηκε ή όχι -πάντως η συμμαχία δεν προχώρησε. Άλλωστε μετά το 1823 ο Ομέρ Βρυώνης παύει να έχει άμεση ανάμιξη στα ελληνικά πράγματα -θυμίζω ότι του έχουμε αφιερώσει ειδικό άρθρο.

Διατηρώ την ορθογραφία του πρωτοτύπου. Στο τέλος του κειμένου βάζω κάποια λεξιλογικά. Βλέπουμε και πάλι ότι ο Μαυροκορδάτος γράφει σε «επιφανειακή καθαρεύουσα», σαφώς απλούστερη από τη γλωσσική ποικιλία που επικράτησε στο νεοελληνικό κράτος, και ότι δεν αποφεύγει ξένες λέξεις.

Υψηλότατε,

Ο στρατηγός Καραϊσκάκης μ’ επληροφόρησεν όσα η υψηλότης σας τον εκάμετε χαμπέρι, και δεν στοχάζομαι άλλο, παρά πώς τω όντι δεν εγελάσθηκα όσες φορές έβαλα με τον νουν μου και είπα εις πολλούς ότι, αν από την αρχήν ο Ομέρ πασάς ήτον εις τον τόπον του Αλή πασά, τα πράγματα ήθελαν τρέξει διαφορετικά, και όχι μόνον το όνομά του ήθελε μείνει αθάνατον, αλλά και η Αρβανιτιά ήθελεν έχει και την δόξαν οπού της πρέπει, και την ελευθερίαν, και την ευτυχίαν της. Αν ο Αλή πασάς ήθελε να δεθή με τους Έλληνας όχι με τα ψεύματα και με ταξίματα, τα οποία ημπορούσεν ύστερον και να μη βαστάξη, αλλά με τα σωστά και με την αλήθειαν, χωρίζοντας τα σύνορά μας και τα σύνορά του, και δίδοντας κάθε σιγουριτά εις ημάς, καθώς και ημείς εις αυτόν, και αυτός ήθελε δοξασθή, και οι εδικοί μας τόποι δεν ήθελαν χαλασθούν, και οι εδικοί του ήθελαν βασταχθή ελεύθε­ροι και αχάλαστοι. Ωστόσο αυτό έτζι ήτον προωρισμένον από τον Θεόν να γένη, και εκείνο που δεν έκαμεν ο Αλή πασάς, μ’ όλον που εφαίνετο τόσον μεγάλος άνθρωπος, έμελλε να γενή εις τες ήμερες και εις το όνομα της υψηλότητός σας.

Ημείς, υψηλότατε, δεν έχομεν πόλεμον με τους Αρβανίτας, και αν δεν ήρχοντο να μας φορτωθούν, ποτέ δεν ηθέλαμε τους φορτωθή· δεν μας πειράζει τελείως αν ο ένας πιστεύη τον Μωάμεθ και ο άλλος τον Χριστόν· αυτό ας το εξετάση ο Θεός, εις τον οποίον όλοι μας θε να δώσωμεν την ψυχήν. Εις αυτόν τον κόσμον θέλομεν να είμεθα ελεύθεροι και να ζούμε από κάτω από τους νόμους μας, καθώς και όλα τα άλλα ελεύθερα έθνη ζουν από κάτω από τους εδικούς των, και όχι να είμεθα σκλάβοι, επειδή ούτε οι πρόγονοί μας ήτον σκλάβοι κανενός. Όταν έχωμεν αυτά, με όλους όσοι θέλουν την φιλίαν μας, είμεθα φίλοι, και φίλοι πιστοί και αχώριστοι, διότι κανενός κακόν δεν θέλομεν και μάλιστα, όταν ημπορούμεν, έχομεν ευχαρίστησιν να βοηθούμεν όσους κατατρέχονται άδικα.

Η υψηλότης σας προβάλλετε, αν σας κατατρέξη το δεβλέτι σας, να ευρήτε βοήθειαν από ημάς και, αν πάλιν ημπορέσετε να συμβιβαστητε, να χωρίσωμεν τα σύνορά μας, μέσα εις τα οποία να μην εμβήτε πλέον διά να μας πειράξετε. Όταν είστε κατατρεγμένος (καθώς εγώ δεν αμφιβάλλω και, αν αμφιβάλλετε η υψηλότης σας, με φαίνεται ότι απατάσθε), η εδική μας η βοήθεια είναι σίγουρη, επειδή και διά ξηράς με αρκετά στρατεύματα ημπορούμε να σας προφθάσωμε, και διά θαλάσσης τα καράβιά μας εις ολίγες ημέρες είναι εις την θάλασσαν της Πρέβεζας και Αρβανιτιάς, ώστε το όφελος διά την υψηλότητά σας είναι φανερόν· εκ του εναντίου, αν συμβιβασθητε (εις τον οποίον συμβιβασμόν δεν εννοώ ποίον θεμέλιον ημπορείτε να βάλετε), πρέπει και ημείς να έχωμε τα σύνορα εκείνα οπού καταλαμβάνομεν ότι μας ωφελούν· επειδή διαφορετικά αι συμφωνίαι μας θε να είναι προς όφελος του ενός μέρους μόνον, δηλαδή τής υψηλότητός σας, και όχι και των δύο μερών· και ποτέ αι συμφωνίαι δεν είναι στερεαί, όταν δεν είναι ωφέλιμοι και διά τα δύο μέρη.

Αν η υψηλότης σας λοιπόν καταλαμβάνετε οπού ημπορούν να γενούν μεταξύ μας τέτοιαι συμφωνίαι, οπού να μη γίνεται αδικία εις κανένα από τα δύο μέρη, και τες οποίες ημπορούμε να βεβαιώσωμε και με σιτάρτια και με ρεχέμια, τότε, ει μεν θέλετε και ημπορείτε, κάμνετε τον κόπον και ορίζετε έως εις τα σύνορα της Άρτας, έρχομαι και εγώ εις την Λαγκάδαν και ανταμωνόμεθα και κουβεντιάζομε· αν πάλιν δεν το ευρίσκετε έτζι εύλογον, στέλνετε δύο ανθρώπους, τους πλέον πιστούς σας, όποιους θέλετε, στέλνω και εγώ άλλους δύο, με όλην την πληρεξουσιότητα οπού χρειάζονται να έχουν και ανταμώνονται.

Στοχάζομαι ότι από το γράμμα μου γνωρίζετε πώς σας γράφω με όλην την αληθοσύνην και ειλικρίνειαν. Την ίδιαν αληθοσύνην ελπίζω να ευρώ και από το μέρος σας, και επειδή έφθασε να κινήσουν τα στρατεύματά μας εναντίον της Άρτας, διά τούτο στέλνω το παρόν μου με ατζελέν, και πάλιν με ατζελέν πρέπει να φθάση η απόκρισίς σας, διά  να έλθη με τον καιρόν.

Λέξεις του κειμένου

* δεβλέτι: Ή δοβλέτι, το κράτος. Στα κείμενα της εποχής ο όρος αναφέρεται πάντοτε στο οθωμανικό κράτος, στην κεντρική σουλτανική εξουσία. Από τουρκ. devlet. Η λέξη έχει επιβιώσει ως δοβλέτι, με ειρωνική συχνά χροιά.

* σιτάρτια: Εδώ πρέπει να υπάρχει λάθος στη μεταγραφή. Κατά πάσα πιθανότητα ο Μαυροκορδάτος γράφει «σιάρτια», όπου σιάρτι ή σάρτι είναι η συνθήκη (από τουρκ. sart).

* ρεχέμια: Οι όμηροι. Εννοείται εδώ η ανταλλαγή ομήρων που ήταν ένας συνηθισμένος τρόπος για να διασφαλίζεται η τήρηση των συνθηκών. Από το τουρκ. rehin, επίσης ρεέμι ή ρεχένι.

* ορίζετε: εννοεί έρχεστε

* με ατζελέν: γρήγορα, με βιασύνη. Από το τουρκ. acele.

 

 

Posted in 1821, Όχι στα λεξικά, Επιστολές, Κείμενα | Με ετικέτα: , , , | 105 Σχόλια »

Κείμενα του Εικοσιένα – 5: Οι βωμολοχίες του Αγώνα

Posted by sarant στο 9 Μαρτίου, 2021

Μια και μπήκαμε στη χρονιά που σημαδεύει τη 200ή επέτειο του ξεσηκωμού του Εικοσιένα, πριν από λίγο καιρό σκέφτηκα να καθιερώσω μια νέα στήλη στο ιστολόγιο, που θα τη δημοσιεύω κάθε δεύτερη Τρίτη, εναλλάξ δηλαδή με το βιβλίο του πατέρα μου, και που θα παρουσιάζει κείμενα της εποχής του 1821. Σκοπεύω να διατηρήσω τις δημοσιεύσεις τουλάχιστον έως τα τέλη Μαρτίου αλλά και πιθανώς ως το τέλος της χρονιάς, αν βέβαια υπάρχει ως τότε αρκετό υλικό από μεριάς μου και αρκετό ενδιαφέρον από δικής σας πλευράς. Θα δώσω προτεραιότητα σε κείμενα που δεν είναι διαθέσιμα στο Διαδίκτυο.

Από την προηγούμενή μου τριβή με κείμενα της εποχής, που βέβαια ήταν πολύ έντονη όσο συγκέντρωνα υλικό για το βιβλίο μου Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων, έχω υπόψη μου κάμποσα τέτοια κείμενα, αλλά όποιος έχει υπόψη του κείμενο που το θεωρεί αξιόλογο προς δημοσίευση μπορεί να μου το στείλει στο γνωστό μέιλ, sarantπαπάκιpt.lu.

Το σημερινό άρθρο είναι το πέμπτο της σειράς – το προηγούμενο βρίσκεται εδώ.

Μια και βρισκόμαστε στην τελευταία βδομάδα της Απόκριας, μαύρες απόκριες δηλαδή με εγκλεισμό και την αστυνομία να δέρνει οικογένειες στην πλατεία της γειτονιάς, κι επειδή οι απόκριες κανονικά είναι συνδεδεμένες με γλέντι και με αθυροστομίες -μιλάω γενικά, όχι για φέτος- είπα να συγκεντρώσω σήμερα κάποιες αθυροστομίες του Εικοσιένα. Οι περισσότερες είναι ήδη γνωστές οπότε το σημερινό άρθρο αποτελεί εξαίρεση αφού δεν έχει «κείμενα που δεν είναι διαθέσιμα στο Διαδίκτυο». Μάλιστα αντλώ υλικό από ένα παλιότερο άρθρο μας που είχε τον χαρακτηριστικό τίτλο Βρίζοντας και πολεμώντας.

Οι αθυροστομίες του Αγώνα βρίσκονται διεσπαρμένες σε διάφορα κείμενα αγωνιστών του Εικοσιένα. Εδώ το πρόβλημα είναι ότι λιγοστά κείμενα της εποχής μπορεί να θεωρηθεί ότι μεταφέρουν με κάποια πιστότητα τον λαϊκό λόγο καθώς τα περισσότερα έφτασαν διαμεσολαβημένα από γραμματικούς κι έτσι πρέπει να κοπιάσει κανείς για να βρει ψήγματα λαϊκής λαλιάς. Οι αθυροστομίες εντοπίζονται κυρίως σε καποιες επιστολές ή εκεί όπου ο απομνημονευματογράφος παραθέτει διαλόγους.

Ο Μακρυγιάννης, που μας παρέδωσε το εκτενέστερο κείμενο με σχετικά ανόθευτο λαϊκό λόγο είναι μάλλον σεμνός ο ίδιος. Σε κάποιο σημείο λέει για τον υδραίο Παναγιώτη Οικονόμο, ο οποίος, για να του πληρώσει τους καθυστερούμενους μισθούς, του ζήτησε σε αντάλλαγμα τις πιστόλες του, που τις λιμπίστηκε:

Του παράγγειλα κι εγώ να του γαμήσω το κέρατο, όχι θα του δώσω τ’ άρματά μου, οπού τα ’χω από δεκοχτώ χρονών παιδί.

Η ίδια βρισιά εμφανίζεται και σε μια αστεία περίπτωση παρεξήγησης στον Κασομούλη. Το ζήτημα ήταν η συγκρότηση σωμάτων με συμμετοχή Ρουμελιωτών και Σουλιωτών και υπήρχαν πολλές διαφωνίες ανάμεσα στους μεν και στους δε. Στις συζητήσεις που γίνονταν για μια συμβιβαστική πρόταση ο Κασομούλης είπε στους δικούς του: «Αυτό τέλος πάντων υποφέρεται». Πλάι του καθόταν ο Σουλιώτης Γιωργάκης Μαλάμος που πήγε αμέσως θυμωμένος στον Νότη Μπότσαρη και του είπε πως ο Κασομούλης είπε «Τους γαμήσαμε τα κέρατα.

Ο ίδιος Κασομούλης μάς πληροφορεί ότι η πιο συνηθισμένη βρισιά των Ναουσαίων ήταν «να του γαμήσω το συκώτι της μάνας του».

Ο Κασομούλης παραδίδει πολλούς διαλόγους του Καραϊσκάκη, από τους οποίους ανθολογώ μερικά αποσπάσματα με αθυροστομίες. Πάντως ο ίδιος λέει πως ο Καραϊσκάκης ανάλογα με τη διάθεσή του «άλλοτε τούς έλεγε εις τα γράμματά του να ερωτήσει τον σύντροφό του (και εννοούσε τον πούτσο του) και άλλοτε τούς φιλούσε τα μέστια» (είδος παντοφλας δηλ. ήταν στο έπακρο διαλλακτικός).

Απρίλιος 1825, ο Καραϊσκάκης φεύγει από την Πελοπόννησο μετά τη συντριβή στο Κρεμμύδι:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Αθυροστομίες | Με ετικέτα: , , | 117 Σχόλια »

Γιατί το λένε μπουγιουρντί;

Posted by sarant στο 13 Αυγούστου, 2020

Μια και το Ορούτς Ρεΐς εξακολουθεί να βρίσκεται στις παρυφές της ελληνικής υφαλοκρηπίδας ή της ΑΟΖ ή της περιοχής που θα μπορούσαμε να έχουμε ανακηρύξει ως ΑΟΖ, και εκτελεί ή απειλεί να εκτελέσει ή προσπαθεί να εκτελέσει σεισμογραφικές έρευνες στην περιοχή, σε ένδειξη αντιποίνων το ιστολόγιο θα εκτελέσει λεξικογραφικές έρευνες στην ελληνοτουρκική γλωσσική υφαλοκρηπίδα, κι έτσι σήμερα θα λεξιλογήσουμε για το μπουγιουρντί.

Το μπουγιουρντί είναι μια από τις πολλές λέξεις που μας έχει κληροδοτήσει η περίοδος της οθωμανικής κυριαρχίας, λέξεις της οθωμανικής διοίκησης και καθημερινότητας, που μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους έμειναν άνεργες αλλά προσέλαβαν καινούργιες σημασιες, συνήθως με δείνωση της σημασίας τους.

Έτσι, ο τσαούσης δεν είναι πια ο υπαξιωματικός (σε βαθμό αντίστοιχο με τον λοχία) αλλά κάποιος πεισματάρης και απαιτητικός άνθρωπος· το ασκέρι δεν είναι πια στρατιωτικό τμήμα αλλά δηλώνει όχλο ή συρφετό ή πολυμελή ομάδα ή οικογένεια π.χ. «μας κουβαλήθηκε ο κουμπάρος με το ασκέρι του», ενώ ο ντερβέναγας δεν είναι ο επικεφαλής του στρατιωτικού τμήματος που φυλάει τα στρατηγικά ορεινά περάσματα αλλά κάποιος που φέρεται αυταρχικά ή που απρόσκλητος παρεμβαίνει σε υποθέσεις μας που δεν τον αφορούν -«ντερβέναγα σε βάλαμε;» θα του πούμε τότε.

Αλλά ας έρθουμε στο μπουγιουρντί.

Η αρχική του λοιπόν σημασία είναι έγγραφη διαταγή αξιωματούχου της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο αρχικός τύπος, στα μεσαιωνικά χρόνια, ήταν μπουγιουρουλντί, από το buyuruldu, που θα πει «διετάχθη», εννοείται «υφ’ ημών» και με το οποίο τελείωνε το κατεβατό της διαταγής.

Στην αρχη της λέξης βρίσκουμε το ρήμα buyurmak, διατάσσω, που έχει αόριστο buyurdum. Δεν ξέρω αν το ελληνικό πια μπουγιουρντί προέκυψε από το μπουγιουρουλντί με απλολογία ή αν παρήχθη από μεταγενέστερο απλούστερο τουρκικό τύπο (βρίσκω buyurtu) ή αν βγηκε από το τρίτο πρόσωπο του αορίστου του buyurmak, που είναι buyurdu σήμερα (αλλά δεν ξέρω πώς ήταν στην τότε γλώσσα) όμως δεν έχει και τόση σημασία. Πάντως, στα κείμενα της εποχής βρίσκουμε διάφορες παραλλαγές, όπως μπουγιουρτί, πουγιουρτί, μπουγιουρδί κτλ.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, τούρκικα, Γλωσσικά συμπόσια, Γλωσσικά δάνεια, Ετυμολογικά, Θεσσαλονίκη, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , , | 131 Σχόλια »

Μας κάνουν χάζι οι σκυλο-Μοραΐται (ένα γράμμα του 1823)

Posted by sarant στο 12 Ιουνίου, 2020

Μας ενδιαφέρουν πάντοτε τα δείγματα παλιότερων κειμένων, ιδίως όταν είναι γραμμένα σε γλώσσα που πλησιάζει την εκάστοτε δημώδη. Δημοσιεύω λοιπόν σήμερα μια επιστολή οπλαρχηγών της Ρούμελης που έχει και γλωσσικό ενδιαφέρον αλλά και κάποιο ενδιαφέρον στο περιεχόμενό της.

Η κατάσταση στη Στερεά Ελλάδα διέφερε πολύ από τον Μοριά: η Στερεά ήταν πολύ περισσότερο εκτεθειμένη στις τουρκικές επιθέσεις από τον Βορρά, ενώ οι καπετάνιοι της ήθελαν να κρατήσουν τα αρματολίκια τους -παρόλο που από το 1822 είχε αποφασιστεί η διάλυσή τους. Ο Βλαχογιάννης στα σχόλια που κάνει στα Ενθυμήματα του Κασομούλη εξηγεί αρκετά τις αντιφάσεις και τα διλήμματα με τα οποία βρίσκονταν αντιμέτωποι οι οπλαρχηγοί της Ρούμελης.

Το καλοκαίρι του 1823 ο Μουσταή (Μουσταφά) πασάς της Σκόντρας, στρατιωτικός με μεγάλη αξία, κατεβαίνει για να υποτάξει τη Δυτική Στερεά και ν’ απειλήσει το Μεσολόγγι. Τελικά δεν θα τα καταφέρει, αλλά θα νικήσει τους Έλληνες στη μάχη της Καλιακούδας (28.8.1823). Ακόμα πιο σημαντική απώλεια ίσως είναι ότι στη -νικηφόρα για τους Έλληνες- αψιμαχία στο Κεφαλόβρυσο, μια βδομάδα νωρίτερα, σκοτώθηκε ο Μάρκος Μπότσαρης.

Η επιστολή που μας ενδιαφέρει έχει ημερομηνία 22 Σεπτεμβρίου 1823 και γράφεται από τον Προυσό, υπογράφουν δε γνωστοί καπεταναίοι της Ρούμελης, ανάμεσά τους και ο Γ. Καραϊσκάκης. Ξέρουμε ότι ο Καραϊσκάκης ήταν πολύ άρρωστος την εποχή εκείνη και τελικά έφυγε για την Κεφαλονιά να αναρρώσει. Η επιστολή υπάρχει στον τόμο «Τα Σπετσιωτικά«, σελ. 403-4, που μπορείτε να τον βρείτε και ονλάιν, και έχει πλήθος έγγραφα του αγώνα που βρέθηκαν στο αρχείο του νησιού και εκδόθηκαν τον 19ο αιώνα.

Τολμώ να σκεφτώ πως ο Βλαχογιάννης δεν είχε υπόψη του την επιστολή, διότι στην επιμέλεια των Ενθυμημάτων του Κασομούλη (τόμ. 1, σελ. 346) γράφει ότι «τίποτε δεν ξέρουμε τι έκανε ο Καραϊσκάκης και πού έμενε από τέλη Αυγούστου [μάχη Καλιακούδας] ως τέλη Οχτώβρη [που εμφανίζεται στο Λαζαρέτο του Αργοστολιού]». Στην προηγούμενη σελίδα ο Κασομούλης αναφέρει πως ο Καραϊσκάκης ήταν ημιθανής και είχε προσκαλέσει τον Στορνάρη να συναντηθούν «εις την μονήν…» αφήνοντας κενό το όνομα. Ξέρουμε πως ήταν η μονή Προυσού, πληροφορία που υπάρχει πχ. στη βιογραφία του Καραϊσκάκη από τον Φωτιάδη.

Το γράμμα (μονοτονίζω αλλά, ετσι για αλλαγή, δεν αλλάζω την ορθογραφία)

Αδελφοί, Καπετάν Οδυσσέα και Καπ. Πανουργιά, σας χαιρετούμεν

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, τούρκικα, Όχι στα λεξικά, Παλιότερα ελληνικά | Με ετικέτα: , , , , , , , , , | 114 Σχόλια »

Το καταντήσαμε Τζορτζίνα το κριτήριο…

Posted by sarant στο 7 Μαΐου, 2020

Στοιχηματίζω πως, στη φράση του τίτλου αρκετοί θα έχετε μια-δυο άγνωστες λέξεις και θα δυσκολεύεστε να βγάλετε νόημα, εκτός αν ξέρετε τη φράση, που είναι αρκετά διάσημη. Γκουγκλίζεται άλλωστε και ούτε έχω σκοπό να βάλω κουίζ, κάθε άλλο.

Αλλά να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Πριν από δυο περίπου εβδομάδες, που είχαμε τη γιορτή του αγίου Γεωργίου, είχα γράψει ότι υπάρχει μια φράση «με το όνομα Γεωργία ή παραλλαγή του, αλλά δεν την αναφέρω τώρα διότι θέλω να τη βάλω σε ξεχωριστό άρθρο». Ε, σήμερα ήρθε το πλήρωμα του χρόνου γι’ αυτό το άρθρο. Πρέπει όμως να πω πως τα περισσότερα που θα διαβάσετε τα έχω αντλήσει από μια συζήτηση που έγινε στην ομάδα «Τα υπογλώσσια» του Φέισμπουκ.

Τα «Ενθυμήματα στρατιωτικά» του Νικ. Κασομούλη είναι από τα πιο σημαντικά έργα που γράφτηκαν από αγωνιστές του 1821. Ο Κασομούλης (1795-1872) ήταν Μακεδόνας και στην αρχή του ξεσηκωμού έδρασε στη Μακεδονία, αλλά μετά την ήττα της επανάστασης εκεί κατέβηκε νοτιότερα, πολέμησε μαζί με τον Καραϊσκάκη και ήταν στο πολιορκημένο Μεσολόγγι -μάλιστα αυτός συνέταξε την απόφαση για την Έξοδο και είχε τον γενικό συντονισμό της. Στο νεοελληνικό κράτος ακολούθησε στρατιωτική σταδιοδρομία και το 1832 έγραψε τα Ενθυμήματα.

Σε αντίθεση με τον Μακρυγιάννη, που ήταν σχεδόν αγράμματος (έχουμε γράψει για το θέμα) ο Κασομούλης, που ήταν νοικοκυρόπουλο, είχε πάει σχολείο και ήξερε γράμματα -μάλιστα, κατά καιρούς εκτελούσε εκτάκτως χρέη γραμματικού ή τον περνούσαν για γραμματικό, εξαιτίας και της νεαρής του ηλικίας. Δυστυχώς, αντί να γράψει στη γλώσσα που μιλούσε, στο βιβλίο του προσπαθεί να μιμηθεί την καθαρεύουσα που είχε ήδη υιοθετηθεί στο νεοπαγές κράτος, με αποτέλεσμα να σολοικίζει διαρκώς. Πέρα από τα πολλά ορθογραφικά λάθη, μπερδεύει τις σημασίες λέξεων (πχ χρησιμοποιεί το «παραχωρώ» σαν να σημαίνει «υποχωρώ» και αντίστροφα), κάνει παρανοήσεις, τις μετοχές τις χρησιμοποιεί αφειδώς αλλά δεν προσέχει πάντοτε τη συμφωνία γένους και αριθμού, υπερδιορθώνει και παρετυμολογεί (πχ φρούδα αντί φρούτα). Ο Βλαχογιάννης, που εξέδωσε και του Κασομουλη τα Ενθυμήματα, πλάι στου Μακρυγιάννη και τόσων άλλων αγωνιστών, συνεχώς στις υποσημειώσεις του επισημαίνει τα γλωσσικά αστοχήματα του κειμένου.

Όμως ο Κασομούλης διασώζει διαλόγους και φράσεις των αγωνιστών, που τις μεταφέρει στο κείμενό του χωρίς πολύ σιδέρωμα. Επίσης, η απλή καθαρεύουσά του δεν είναι ομοιόμορφη, αφού συνεχώς η ζωντανή γλώσσα σηκώνει κεφάλι και διεκδικεί τα δικαιώματά της. Πχ πολύ συχνά παραλείπει την εσωτερική αύξηση στα σύνθετα ρήματα (π.χ. επίμενε, αντίτεινα) -αλλά δεν θα γράψω τώρα άρθρο για τη γλώσσα του Κασομούλη, αν και θα άξιζε (υποθέτω πως θα έχει γραφτεί).

Λοιπόν, στον πρώτο τόμο των Ενθυμημάτων (αν έχετε την τρίτομη έκδοση), ο Κασομούλης αφηγείται τη δίκη του Καραϊσκάκη, που έγινε τέλη Μαρτίου του 1824 στο Ανατολικό (Αιτωλικό σήμερα) με την κατηγορία της συνεννόησης με τους Τούρκους -συγκεκριμένα, ότι ειδοποίησε τον φίλο του Ομέρ Βρυώνη πως οι Έλληνες έχουν σκοπό να επιτεθούν στην Άρτα.

Δικαστές ήταν, με απόφαση του Μαυροκορδάτου, άλλοι οπλαρχηγοί, χρέη προέδρου είχε ο γηραιός Γαλάνης Μεγαπάνου ή Πάνος και ρόλο εισαγγελέα, ας πούμε, είχε ο Πορφύριος Άρτης.

Οπότε διαμείφθηκε ο εξής διάλογος, όπως τον καταγράφει ο Κασομούλης:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Όχι στα λεξικά, Παλιότερα ελληνικά, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: , , , , , , | 201 Σχόλια »

Όταν ο Καραϊσκάκης πολεμούσε την τρόικα (Δημήτρης Δημητρόπουλος)

Posted by sarant στο 25 Μαρτίου, 2016

Μέρα που είναι, συνεχίζω επετειακά για το 1821. Θα παρουσιάσω ένα κείμενο από ένα πολύ ιδιόρρυθμο και εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο, το συλλογικό έργο «Αναπάντεχες αφηγήσεις του παρελθόντος«, που περιέχει εργασίες που παρουσιάστηκαν σε μια «αντιημερίδα» την πρωταπριλιά του 2014 και που θα μπορούσαμε να πούμε ότι τρολάρουν την ιστορία ή ιστοριογραφούν τις τρολιές. Ο υπότιτλος του βιβλίου είναι χαρακτηριστικός: Από τον Ροβεσπιέρο έως τον Ράιχενμπαχ είναι, καμιά φορά, ένα γαϊδούρι δρόμος.

Πολλά κεφάλαια του βιβλίου αυτού θα μπορούσαμε να τα παρουσιάσουμε στο ιστολόγιο -και ίσως το κάνουμε- αλλά προς το παρόν θα αναδημοσιεύσω το άρθρο του Δημήτρη Δημητρόπουλου «Όταν ο Καραϊσκάκης πολεμούσε την τρόικα», που εξετάζει ένα θέμα που έχουμε θίξει κι εδώ, τις αθυρόστομες συχνά έμμετρες φράσεις που αποδίδονται στον Γ. Καραϊσκάκη. Θα δείτε άλλωστε ότι στις υποσημειώσεις του άρθρου το ιστολόγιο αναφέρεται καναδυό φορές (και να σημειώσω πως εκκρεμεί επικαιροποιημένη αναδημοσίευση του άρθρου για το κομμένο και ραμμένο στιχούργημα που αποδίδεται στον Σουρή).

Όταν ο Καραϊσκάκης πολεμούσε την τρόικα

Δημήτρης Δημητρόπουλος

Στις 23 Μαρτίου 2013, η εφημερίδα Πρώτο Θέμα, σε ένα δισέλιδο επετειακό δημοσίευμά της με τίτλο: «Άμα ζήσω θα τους γαμή… άμα πεθάνω θα μου κλάσουν τον που…, Στρατηγός Γεώργιος Καραϊσκάκης (τιμωρημένος από το Ραδιοτηλεοπτικό)», πληροφο­ρούσε τους αναγνώστες της ότι το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεό­ρασης (Ε.Σ.Ρ.) απαγόρευσε τη μετάδοση ενός τραγουδιού που ερμηνεύει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.1 Το δημοσίευμα πλαισιώ­νεται από δηλώσεις του Νίκου Καλογερόπουλου που έγραψε τους στίχους και τη μουσική του τραγουδιού, ενώ επίσης σκηνοθέτησε την ταινία «Οι ιππείς της Πύλου» (παραγωγής 2011), στην οποία και περιλαμβάνεται. Το εν λόγω τραγούδι έχει τον τίτλο: «Έτσι μου είπαν να σας τα πω», έγινε όμως πιο γνωστό ως ο «Καραϊσκάκης» ή «Όταν γυρίσω θα τους γαμήσω», φράση που αποτελεί έναν από τους στίχους του.

[Παραθέτω το τραγούδι εδώ -Ν.Σ.:]

Το δημοσίευμα του Πρώτου Θέματος πυροδότησε μια σειρά αναρτήσεις σε ιστολόγια και λοιπούς ιστότοπους, με κοινή συνισταμένη την αναπαραγωγή του περιεχομένου, του ύφους και του ήθους των όσων γράφει η εφημερίδα, την αποδοκιμασία, την περιπαικτική διάθεση απέναντι στο Ε.Σ.Ρ., αλλά και τη διατράνωση της πρόθεσης των σχολιαστών να εξακολουθήσουν να ακούν και να τραγουδούν το άσμα, ως μια πράξη πλέον αντίστασης. Έτσι, χλευαστικοί τίτλοι του τύπου: «Το Ε.Σ.Ρ. βάζει πρόστιμο στον Καραϊσκάκη» ή «Το Ε.Σ.Ρ. λογοκρίνει στίχους του Καραϊσκάκη», ή «Εκτός νόμου ο Καραϊσκάκης από τους Καραγκιόζηδες του Ε.Σ.Ρ.»,2 συμ­βαδίζουν με άλλες πιο αγωνιστικές διακηρύξεις όπως:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Ιστορία, Λαθροχειρίες, Μεταμπλόγκειν, Παρουσίαση βιβλίου | Με ετικέτα: , , , | 192 Σχόλια »