Συνεχίζω να δημοσιεύω, κάθε δεύτερη Τρίτη, αποσπάσματα από το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα του πατέρα μου, του αξέχαστου Δημήτρη Σαραντάκου, ‘Εφτά ευτυχισμένα καλοκαίρια’. Το σημερινό είναι το έβδομο απόσπασμα από το “ιντερμέτζο”, δηλαδή το ενδιάμεσο κεφάλαιο που περιγράφει τα χρόνια 1945-1952. Το προηγούμενο απόσπασμα βρίσκεται εδώ. O πατέρας μου είναι φοιτητής Χημικός Μηχανικός στο Πολυτεχνείο, τα χρόνια 1949-50.
Στη Γενική Φυσική είχαμε καθηγητή τον Παύλο Σαντορίνη, ιδιόρρυθμο όσο και ιδιοφυή τύπο «τρελού επιστήμονα», που παραμονές του πολέμου είχε εφεύρει και παραχωρήσει στον Ελληνικό Στρατό ένα είδος ραντάρ. Το ενδιαφέρον με τον Σαντορίνη δεν ήταν αυτό καθαυτό το μάθημά του, όσο κάποιες πειραματικές επιδείξεις που μας έκανε, πάνω στα μικροκύματα, στη στροφορμή και την αδράνεια. Πολλές φορές οι επιδείξεις του ήταν τόσο εντυπωσιακές, ώστε όλο το κατάμεστο αμφιθέατρο στο κτίριο Γκίνη τρανταζόταν από τα χειροκροτήματα. Αλίμονο όμως αν ακουγόταν και κάποιο (επιδοκιμαστικό έστω) σφύριγμα. Ο Σαντορίνης το θεωρούσε αποδοκιμασία ή χλεύη, σταματούσε την επίδειξη και ρωτούσε
«Ποιος σφύριξε;»
Φυσικά δεν έπαιρνε απάντηση και τότε έδιωχνε όλη τη σειρά των εδράνων από την οποία ακούστηκε το σφύριγμα. Γενικά ήταν απρόβλεπτος στην παράδοσή του. Μια φορά είχε γεμίσει τον πίνακα με εξισώσεις. Κάποιος από τους σπουδαστές (αν θυμάμαι καλά ο Γυφτόπουλος, που αργότερα διέπρεψε ως καθηγητής στο ΜΙΤ) φώναξε:
«Κύριε καθηγητά κάνατε λάθος σε μια εξίσωση»
Ο Σαντορίνης εξεμάνη για τη διακοπή και την αμφισβήτηση της επιστημονικής του αυθεντίας
«Πώς σε λένε; Σου βάζω μηδέν. Ο Σαντορίνης δεν κάνει λάθη»
Μετά το μάθημα όμως και ενώ ξυριζόταν σε κουρείο της οδού Στουρνάρη, αναλογιζόμενος φαίνεται το επεισόδιο, διαπίστωσε πως ο σπουδαστής είχε δίκιο. Παράτησε το ξύρισμα και μπήκε, μισοσκουπισμένος από τις σαπουνάδες, στο αμφιθέατρο, όπου γινόταν μάθημα με άλλον καθηγητή
«Ποιος με είχε διακόψει προηγουμένως;» ρώτησε
Ο «φταίχτης» πού να μιλήσει. Ζάρωσε σε μια γωνιά και περίμενε
«Παιδί μου είχες δίκιο. Σου βάζω δέκα» λέει και βγαίνει από την αίθουσα.