Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Γιάννης Μαλλιαρός’

Η μέρα του π (μια συνεργασία του Γιάννη Μαλλιαρού)

Posted by sarant στο 14 Μαρτίου, 2023

Σήμερα είναι 14 Μαρτίου, δηλαδή 14/3, δηλαδή 3/14 με την αμερικάνικη σημειογραφία -ταιριάζει λοιπόν να δημοσιεύσουμε μια συνεργασία του φίλου μας του Γιάννη Μαλλιαρού για τον αριθμό π. Αυτό σημαίνει πως τα χρονογραφήματα του παππού μου παίρνουν μετάθεση για αύριο. Χωρίς άλλα δικά μου, ο λόγος στον Γιάννη.

14 Μαρτίου σήμερα κι όπως έχει αναφερθεί πριν 7 χρόνια, σήμερα είναι η μέρα του π: «14/3 δηλαδή, κι άμα το γράψουμε αμερικανοπρεπώς είναι 3/14, οπότε δεν είναι ανεξήγητο που διάλεξα αυτή την ημερομηνία για να παρουσιάσω ένα άρθρο αφιερωμένο στο π» έγραφε τότε ο Νικοκύρης και συνέχιζε κάνοντας μια μικρή αναφορά στον αριθμό π που έδωσε την ευκαιρία για το άρθρο εκείνο και συνέχιζε για το γράμμα π. Κάποια στιγμή το Σεπτέμβρη σε άρθρο για τους μνημονικούς κανόνες των μαθητών αναφέρθηκαν τα ποιηματάκια που δίνουν κάποια ψηφία του π και πηγαίνοντας στο παλιό εκείνο άρθρο είδα πως τα είχα γράψει στο 200στό από τα 202 σχόλια και μάλιστα δυο μέρες μετά από τη δημοσίευση του άρθρου (που ήταν και καθαροδευτέρα κι εγώ βόλταρα στη Ρόδο), άρα λίγοι τα είδαν. Τότε πρότεινα να γραφτεί ένα άρθρο για τον αριθμό π και μάλιστα είπα πως μπορώ να το γράψω εγώ μιας και είχα ασχοληθεί λίγο με εργασίες στο σχολείο για το π.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Advertisement

Posted in Αριθμοί, Μαθηματικά, Συνεργασίες | Με ετικέτα: , , , | 151 Σχόλια »

Πώς (δεν) έφαγα μύδια στις Βρυξέλλες (μια συνεργασία του Γιάννη Μαλλιαρού)

Posted by sarant στο 19 Ιουνίου, 2020

Το ένα (ξανα)φέρνει το άλλο. Ο φίλος μας ο Γιάννης Μαλλιαρός, που δυο δικές του συνεργασίες δημοσιεύσαμε πρόσφατα (η δεύτερη εδώ) ήθελε να κάνει ένα σχόλιο στο άρθρο μας για τα εθνικά φαγητά. Το σχόλιο βγήκε μεγάλο οπότε πήρε προαγωγή σε άρθρο -τρίτωσε η συνεργασία δηλαδή.

Ο Γιάννης διηγείται πώς είχε επισκεφτεί τις Βρυξέλλες πριν από καμιά τριανταριά (και βάλε) χρόνια. Επειδή περίπου τόσα χρόνια βρίσκομαι κι εγώ στα ίδια μέρη (αν και τότε δεν είχα ακόμα πάει) έχω να πω πως, όπως και η Ελλάδα, έτσι και οι Βρυξέλλες (ή το Λουξεμβούργο) έχουν αλλάξει πάρα πολύ σ’ αυτό το διάστημα -αλλά και τα ταξίδια τα αεροπορικά έχουν αλλάξει, αφού τότε οι πτήσεις ήταν πολύ λιγότερες και αρκετά ακριβότερες. Και πιο πολυτελείς -ο Γιάννης λέει για γυάλινα ποτήρια, άλλοι θυμούνται τα πορσελάνινα σερβίτσια της Σουισέρ.

Θα μου πείτε: εδώ λεξιλογούμε, δεν θα λεξιλογήσουμε για τις μούλες -ή, τα μύδια; Δίκιο έχετε βέβαια, μόνο που το έχουμε ήδη κάνει. Οπότε, παραπέμπω στο παλιό μας άρθρο, που δεν έχει μόνο μύδια αλλά και διάφορα άλλα θαλασσινά.

Οι φωτογραφίες που συνοδεύουν το άρθρο είναι του Γιάννη, αλλά πολύ μεταγενέστερες.

Είπαμε πως ο Σαραντάκος όλο αφάλες βάζει; Να τις προάλλες έγραφε για εθνικά φαγητά με αφορμή μια σχετική παρουσίαση από κάποιο σάιτ. Και θυμήθηκα για το πώς έμαθα το εθνικό φαγητό των Βέλγων. Κάτι που έγινε όταν δούλευα στην εταιρία. Που από τότε που έγραψα για τον Πειραιώτη, λέω να γράψω την ιστορία μου εκεί συνολικά. Και λέω να τη γράψω με τη σειρά, αλλά έλα που προέκυψε αυτό το ενδιάμεσο. Είπα να γράψω σε σχόλιο μόνο τη μέση και να το κρατήσω για να το βάλω με τη σειρά του. Αλλά μου βγήκε μεγάλο για σχόλιο. Δεν πάει το σχόλιο να είναι το μισό απ’ το άρθρο. Κι έτσι αποφάσισα να το γράψω ολόκληρο, απ’ τη στιγμή που έφυγα απ’ το αεροδρόμιο μέχρι που επέστρεψα, αλλά για να γίνει κατανοητό αυτό θέλει κι άλλη επέκταση, μια μικρή εισαγωγή.

Η εταιρία που δούλευα ήταν εταιρία κούριερ, πράκτορας (ατζέντης) μιας πολυεθνικής. Που είχε κατατάξει την Ελλάδα στη Μέση Ανατολή κι έτσι ό,τι στέλναμε ή παίρναμε πέρναγε απ’ το χαμπ (hub – το κέντρο διαλογής, το μέρος που μαζεύονταν δηλαδή όλες οι αποστολές, χύμα κάτω και μπαίναν σε σάκους για τους προορισμούς τους) της Μέσης Ανατολής που ήταν στο Λονδίνο. Και τα πράγματα πηγαινοέρχονταν με φορτωτικές, πράγμα που σήμαινε καθυστερήσεις στα τελωνεία. Έτσι, όταν μεγάλωσαν λίγο οι δουλειές, βάλαμε κούριερ, έναν άνθρωπο δηλαδή που ταξίδευε με το αεροπλάνο πηγαινέλα και μετέφερε τα πράγματα σαν αποσκευές.

Ο Τάκης, ο ιδιοκτήτης – διευθυντής της εταιρίας ήθελε η επικοινωνία να γίνεται με τις Βρυξέλλες που στο εκεί, αεροδρόμιο, στο Ζάβεντεμ ήταν το χαμπ της Ευρώπης. Αλλά πτήσεις βολικές δεν είχε προς τα εκεί. Και προσπαθούσε να μπει αεροπλάνο που θα έκανε αυτή τη δουλειά. Το όνειρο το είχε δει από πολύ νωρίς. Το 86 το φθινόπωρο έγινε μια πρώτη συμφωνία αλλά το αεροπλάνο μόνο μια βδομάδα κατάφερε να κάνει το δρομολόγιο και το έκοψε η ΥΠΑ (υπηρεσία πολιτικής αεροπορίας) για να διασφαλίσει το μονοπώλιο της Ολυμπιακής.

Έγιναν κάποιες διαπραγματεύσεις για να ξαναξεκινήσει το δρομολόγιο (που ήταν Αθήνα – Βιέννη – Βρυξέλλες και επιστροφή) και μέχρι να βρεθεί άκρη (που δεν βρέθηκε σταμάτησε η συνεργασία, έπρεπε να περάσουν άλλα δυο  – τρία χρόνια για να γίνει κατορθωτό κάτι τέτοιο) το δρομολόγιο γινόταν σε συνδυασμό με επιβατικές πτήσεις: Από το Ανατολικό αεροδρόμιο έφευγε ο κούριερ στις 19:30 με τη Λουφτχάνσα για Μόναχο κι εκεί έβγαινε και σταμάταγε το αεροπλάνο από τη Βιέννη, τον έπαιρνε μαζί με τα πράγματα και πήγαιναν για Βρυξέλλες. Γίνονταν οι ανταλλαγές που έπρεπε και επιστροφή στη Βιένη απ’ όπου με την Όστριαν επιστροφή στην Αθήνα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αναμνήσεις, Συνεργασίες, Ταξιδιωτικά, μαγειρική | Με ετικέτα: , , | 131 Σχόλια »

Πίτα με κρασί (Μια συνεργασία του Γιάννη Μαλλιαρού)

Posted by sarant στο 5 Ιουνίου, 2020

Το ένα φέρνει το άλλο. Χτες είχαμε θέμα γαστρονομικό, συνεχίζουμε σήμερα πάλι με εδέσματα, αν και με κατεύθυνση περισσότερο λαογραφική. Ο φίλος μας ο Γιάννης Μαλλιαρός, που δική του συνεργασία είχαμε δημοσιεύσει και την περασμένη βδομάδα, πήρε αφορμή από τα κυριακάτικα χρονογραφήματα που μιλούσαν για το κρασί και την κρασοψιχιά και θυμήθηκε ένα έθιμο που έχουν στη Μυτιλήνη. 

Οπότε, το σημερινό άρθρο γαστρολογεί για την πίτα. Όμως εμείς εδώ λεξιλογούμε, κι έτσι έστω και προλογικά πρέπει να πούμε δυο λόγια για τα λεξιλογικά της.

Το πρόβλημα είναι ότι η ετυμολογία της πίτας κάθε άλλο παρά ξεκαθαρισμένη είναι. Ο Πετρούνιας στο ΛΚΝ την ανάγει στο αρχαίο «πίττα» (αττικό τύπο του «πίσσα»), προσθέτοντας «η σημασία από τα διάφορα υλικά που χρησιμοποιούνταν». Άλλοι την παράγουν από το παλαιό ιταλικό pitta, το οποίο πολλοί ανάγουν στην «πίττα» που είπαμε, μέσω αμάρτυρου λατινικού *pitta ή στην πηκτή μέσω αμάρτυρου λατινικού *picta. Aυτές τις δύο εκδοχές αναφέρει ως πιθανές ο Μπαμπινιώτης στο ετυμολογικό λεξικό του. Το ιταλικό ετυμολογικό λεξικό μου δεν έχει την pitta ώστε να δω πού την ανάγει. Κάποιοι άλλοι έχουν συσχετίσει πίτα με πίτσα, που και αυτή έχει σκοτεινή ετυμολογία.

Οπότε, αφού με τα ετυμολογικά δεν βλέπουμε φως, δίνω τον λόγο στον Γιάννη Μαλλιαρό.

Καινούργιες αφάλες από τον Σαραντάκο. Έγραφε προχτές για το πώς πίνεται το κρασί (δυο χρονογραφήματα του Βάρναλη) και κάπου έγραψε για κρασοψιχιά (ψωμί μέσα σε κρασί). Και κοίτα σύμπτωση, λίγη ώρα πριν το διαβάσω, είχα σημειώσει να γράψω για το έθιμο του ψωμιού με το κρασί που υπάρχει στο χωριό μου, ένα έθιμο όμως που δεν είναι για ευχάριστες καταστάσεις.

Όταν στην Ήπειρο λένε πίτα εννοούν σε ένα ταψί (ρηχό, συνήθως, και μεγάλο) να στρώσουν φύλλο ζύμης από κάτω, φύλλο από πάνω και στη μέση γέμισμα. Το γέμισμα μπορεί να είναι από τυρί, από σπανάκι, από λάπατα, από κιμά από ό,τι φανταστεί ο καθένας. Το ίδιο και στη Θεσσαλία. Λίγο παραπάνω στην κεντρική Μακεδονία αυτό το λένε μπουγάτσα. Υποτίθεται ότι η μπουγάτσα έχει άλλου είδος φύλλο αλλά βασικά αν είναι σχετικά λεπτό, ο όρος γίνεται δεκτός 🙂

Στο χωριό μου όμως, όταν λέμε πίτα εννοούμε κάτι άλλο. Τελείως άλλο. Τη λαγάνα.  Ίσως λίγο πιο χοντρή και ψωμωμένη αλλά λαγάνα. Τόχω  ξαναγράψει κάποιες φορές, η τελευταία όταν έγραφα για τους φούρνους του χωριού. Που έγραψα και πως παλιά, κάθε φορά που η γιαγιά μου θα ζύμωνε μας έφτιαχνε και καμιά λαγάνα που πολύ μας άρεσε. Πίτα δηλαδή έφτιαχνε, κι όταν μ’ έστελνε να πάω στο φούρνο και να πω ότι η γιαγιά θα ζυμώσει πήγαινα και έλεγα «πίτα γιαγιά»! Ότι δηλαδή η γιαγιά θα ετοιμάσει ψωμί και θα μου φτιάξει και πίτα (εμένα το τελευταίο μ’ ενδιέφερε, ο φούρναρης καταλάβαινε τα υπόλοιπα).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Ετυμολογικά, Λαογραφία, Μυτιλήνη, Συνεργασίες | Με ετικέτα: , | 160 Σχόλια »

Ο «Πειραιώτης» (αφήγημα του Γιάννη Μαλλιαρού)

Posted by sarant στο 29 Μαΐου, 2020

Τις προάλλες, στο άρθρο για τις Ταβέρνες και τα εστιατόρια, σε κάποιο σχόλιο, ο φίλος μας ο Γιάννης θυμήθηκε ένα ταβερνάκι και συνέχισε: Επίσης ένα παρόμοιο υπήρχε το ’85 στην Ευαγγελιστρίας στον Πειραιά. Τώρα, πώς το ξέρω και πώς το θυμάμαι είναι ολόκληρη ιστορία που ανάγεται στην εποχή που δούλευα κούριερ. Δεν την έχω γράψει, άρα να κάτσω να τη γράψω κι αυτή. Όλο αφάλες ανοίγεις Νικοκύρη!

Οπότε, ζήτησα απο τον Γιάννη (που βέβαια έχει και δικό του ιστότοπο) να γράψει την ιστορία για το ιστολόγιο. Την έγραψε, και τη δημοσιεύω στο σημερινό μας άρθρο.

Υπάρχει όμως και άρθρο μέσα στο άρθρο, ή ίσως γύρω από το άρθρο, αφού ο Γιάννης έγραψε το αφήγημά του με υπαγόρευση, με φωνητική πληκτρολόγηση και προτάσσει στο αφήγημά του λίγα λόγια για το πώς το έγραψε, από καθαρά τεχνική πλευρά εννοώ. Κι επειδή κι αυτό το θεμα με ενδιαφέρει, βάζω στο τέλος ένα δικό μου σχόλιο.

Ο «Πειραιώτης»

Τη φωνητική πληκτρολόγηση την είχα δοκιμάσει το 2012, την εποχή που πήγαινα στο Άουγκσμπουργκ, μέσα στο τρένο. Το προσπαθούσα για το παλιό το blog, να «γράψω»τα κείμενα φωνητικά. Δοκίμασα μια-δυο φορές αλλά το αποτέλεσμα ήταν μάλλον φτωχό. Έτσι το εγκατέλειψα το εγχείρημα. Δεν το ξανά δοκίμασα μέχρι πρόσφατα. Αυτό είναι το τρίτο κείμενο που γράφεται έτσι. Το πρώτο ήταν αυτό με την ιστορία στη level Λέβερ. Το δεύτερο είναι το κείμενο που ακολουθεί και δημοσιεύει σήμερα ο φιλόξενος Νικοκύρης. Απίθανα εύκολα. απίθανα γρήγορα αν και σίγουρα μετά χρειάζεται κάποιο χτένισμα, κάποια επεξεργασία Και γιατί η αναγνώριση δεν είναι 100% σωστή και γιατί ωραίος ο ρέον λόγος είναι διαφορετικός από τον γραπτό. Υπάρχουν κομπιάσματα, υπάρχουν επαναλήψεις, υπάρχουν αλλαγές στην πορεία καθώς λες κάτι, καθώς το υπαγορεύεις της, αλλά όλα αυτά δεν παύουν να δίνουν ένα κείμενο πολύ καλό. Το βλέπετε πώς είναι κι αν το δω στο δώσω χωρίς καθόλου επεξεργασία, θα γίνει ακόμα πιο κατανοητό Πόσο έχει προχωρήσει η διαδικασία της αυτόματης αναγνώρισης και μετατροπής της φωνής σε κείμενο! Το μόνο είναι ότι για να λειτουργήσει για η αναγνώριση σωστά χρειάζεται σύνδεση στο ίντερνετ. Γιατί η φωνή μου στέλνετεαι στα κεντρικά της Google και επιστρέφει σαν κείμενο. ο Που σημαίνει βέβαια ότι ό,τι λέμε ελέγχεται και αναλύεται όπως θέλει και όπως νομίζει η Google!

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθηναιογραφία, Αναμνήσεις, Συνεργασίες, Τεχνολογία | Με ετικέτα: , , , , | 100 Σχόλια »

Πλωμαρίτικα – Μια συνεργασία του Γιάννη Μαλλιαρού

Posted by sarant στο 9 Οκτωβρίου, 2017

Συνεχίζουμε ακάθεκτοι τις δημοσιεύσεις άρθρων με διαλεκτικό λεξιλογικό υλικό από διάφορες περιοχές της χώρας, με μια συνεργασία του φιλου μας του Γιάννη Μαλλιαρού με λέξεις από τη διάλεκτο του Πλωμαριού -βλέπετε, η Μυτιλήνη είναι μεγάλο νησί, που μάλιστα ακόμα έχει δυσπρόσιτα μέρη και δύσκολες συγκοινωνίες, πόσο μάλλον πριν από δυο τρεις αιώνες. Όπως έλεγε κι ένας φίλος του πατέρα μου σε μια ουζοκατάνυξη, θυμωμένος που κοτζάμ νησί έγινε ένας μόνο δήμος σύμφωνα με την καλλικρατική ντιρεχτίβα, «ο Ραγκούσης θαρρούσε πως όλα τα νησιά είναι μια κουτσουλιά σαν την Πάρο» -αλλά πλατειάζω με άσχετα, ίσως επειδή ο φίλος μας ο Γιάννης παρέδωσε έτοιμη δουλειά, ακόμα και με εισαγωγή. Οπότε του δίνω το λόγο, θυμίζοντας πως παρόμοιες συνεργασίες είναι πάντοτε καλοδεχούμενενες. Σχολιάζω κι εγώ, σε αγκύλες, με πλάγια και καναδυό φορές παρασύρθηκα και φλυάρησα πολύ -ας μου συγχωρεθεί, ένεκα η εντοπιότητα.

Τα πλωμαρίτικα – Γιάννης Μαλλιαρός

Η αρχή έγινε με την ντοπιολαλιά των Θερμιών (Κύθνου) που ετοίμασε ο Δημήτρης Μαρτίνος. Ο Νικοκύρης εκεί έκανε πρόσκληση σε όποιον ήθελε να προσθέσει και τα δικά του, από την περιοχή του κι έτσι υπήρξε συνέχεια με τη Σιφνέικη από το σχολιαστή με το χρηστώνυμο Κουτρούφι. Μιας και την εποχή εκείνη ήμουνα στο χωριό σκεφτόμουνα διάφορες λέξεις που θα μπορούσαν να περιληφθούν σε μια παρόμοια δουλειά για τη διάλεκτο του Πλωμαριού και των χωριών του (όσο κι αν υπάρχουν διαφορές, σε γενικές γραμμές είναι κοινή). Βέβαια, ούτε γλωσσολόγος είμαι, ούτε φιλόλογος κι έτσι από ετυμολόγηση δεν έχουμε, αν και είναι σίγουρο πως πολλές έχουν τουρκική αρχή. Εν τω μεταξύ, με το που τα ετοιμάζω, να και διαλεκτικά του Ξηρόμερου από τον Αλέξη! Εκεί ο Νικοκύρης θυμήθηκε πως παλιότερα είχε βάλει κι Αμοργιανά.

Οι λέξεις που θα παρουσιάσω είναι λέξεις που είτε έχουν χαθεί (εγώ επειδή έχω φύγει αρκετά χρόνια – μου λένε ότι – έχω κρατήσει την παλιά μορφή της γλώσσας) είτε είναι κοινές με άλλες περιοχές αλλά έχουν ειδική σημασία. Τον τελευταίο καιρό βοήθησα να ετοιμαστεί ένα σχετικό βιβλίο (είναι σε διαδικασία εκτύπωσης) αλλά οι λέξεις που διάλεξα δεν είν’ από κει παρμένες (αν και σίγουρα θα υπάρχουν εκεί πολλές αν όχι και όλες). Τη σημασία τους την έχω από τα χρόνια που έζησα εκεί (μέχρι τα 18 μου, το 1977). Από τότε πάω τα καλοκαίρια, αλλά η γλώσσα έχει αρχίσει ν’ αλλάζει. Όμως η απουσία μου έχει το καλό να κρατάω τις παλιές λέξεις και εκφράσεις, πολλές φορές με κοιτάνε παραξενεμένοι που τις χρησιμοποιώ.

Για ξεκίνημα να πω πως στην περιοχή συνηθίζεται η μετατροπή του τ σε κ και του κ σε τσ. Έτσι θυμάμαι να γράφει κάποιος παλιά στο «Δημοκράτη» (εφημερίδα της Μυτιλήνης): Θα γίνου σαν τ’ς Πλουμαρίτις. Θε λέγ’ του στήλου – σκήλου τσι του σκύλου – στσύλου. Θα λεγ’ του τυρί – κυρί τσι του κηρί – τσηρί. (ναι, ξέρω πως για ν’ ακουστούν οι ήχοι έτσι όπως βγαίνουν από μας δεν είν’ εύκολο. Το τσ ας πούμε στα παραπάνω είναι παχύ. Υπάρχουν δυο τριών λογιών λ ή ν και πάει λέγοντας). Ο φίλος μου ο Γιάννης απ’ τα Τρίκαλα (αλλά και άλλοι Θεσσαλοί) μου λέει πολλές φορές πόσο όμοια του φαίνεται η διάλεκτος η δικιά μας με τη δικιά τους! Το λέει ο Γιάννης γιατί συνηθίζουμε να κόβουμε τα φωνήεντα; Εμ τα κ τσ κλπ πώς τα ακούει; π.χ. «πικ’νό φικ’νό τσι φκ’νό» (=πετεινό φετινό και φτηνό) ή «ακή μ’ τσ’ απακή μ’, πάκ’σα του κακί μ’» (= απ’ εαυτού μου και μόνο πάτησα το γατί μου).

Η πλάκα είναι πως παλιότερα υπήρχαν αρχαιοελληνικές λέξεις που είχαν επιβιώσει στη γλώσσα μας αλλά χάθηκαν και άλλαξαν με σύγχρονες της κοινής ελληνικής. Η θεια μου η Αμερσούδα (όχι αυτή του τραγουδιού αλλά όντως θεία μου, αδερφή της γιαγιάς μου) συχνά έλεγε «πιασ’ μουρί του χλιάρ από τ’ αρμάρ» (=πιάσε το κουτάλι απ’ το ντουλάπι). Σήμερα δεν ακούγεται ούτε το ένα ούτε το άλλο.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Όχι στα λεξικά, Μυτιλήνη, Ντοπιολαλιές, Συνεργασίες | Με ετικέτα: , | 128 Σχόλια »

Δυο κείμενα για τους Βαλαάδες (συνεργασία Γιάννη Μαλλιαρού)

Posted by sarant στο 14 Ιουλίου, 2014

Τις προάλλες, που συζητούσαμε για το μακεδονικό, ήρθε η συζήτηση και στους Βαλαάδες, τους ελληνόφωνους μουσουλμάνους που κατοικούσαν περίπου ως το 1924 στους σημερινούς νομούς Κοζάνης και Γρεβενών και οι οποίοι, ακριβώς επειδή ήταν μουσουλμάνοι, υπαχθήκανε στην ανταλλαγή πληθυσμών που έγινε με αποκλειστικό κριτήριο το θρήσκευμα, κι έτσι μεταφέρθηκαν στη Μικρασία.

Στα σχόλια εκείνου του προχτεσινού άρθρου έγιναν αξιόλογες τοποθετήσεις για τους Βαλαάδες (π.χ. εδώ και εδώ), ενώ ο φίλος Γιάννης Μαλλιαρός έγραψε στο ιστολόγιό του μια καταπληκτική εμπειρία του με Βαλαάδες πριν από καμιά δεκαπενταριά χρόνια. Μου άρεσε πολύ το άρθρο του και του ζήτησα την άδεια να το αναδημοσιεύσω εδώ, ενώ έβαλα κι ένα παλιό άρθρο που είχα στα ηλεσυρτάρια μου, γραμμένο από τον κοζανίτη λόγιο Κ. Τσιτσελίκη το 1909, όταν δηλαδή όλη η περιοχή ήταν ακόμα οθωμανική.

Το άρθρο του Γιάννη Μαλλιαρού:

Στα σχόλια του χθεσινού άρθρου του Σαραντάκου έγινε αναφορά στους Βαλαάδες. Τον όρο μέχρι χθες δεν τον ήξερα, αλλά την περίπτωσή τους την ήξερα πολύ καλά. Βαλαάδες, λοιπόν, λέγονταν οι μουσουλμάνοι αλλά ελληνόφωνοι της δυτικής Μακεδονίας. Παρόμοια περίπτωση κι οι Τουρκοκρητικοί. Κι έχω γνωρίσει κι απ’ τις δυο περιπτώσεις Και τους δυο το μακρινό 1998. Μόνο που οι πρώτοι δεν ήξεραν πως είχαν αυτό το όνομα. Αλλά ας διηγηθώ τα γεγονότα με τη σειρά, κι είναι αρκετά.

Μέχρι το 1997 δεν είχα επαφή με την Τουρκία παρά μόνο απ’ ό,τι άκουγα από τα ραδιόφωνα ή διάβαζα σε εφημερίδες και περαδώθε. Την έβλεπα από την παραλία που έκανα μπάνιο στη Μυτιλήνη αλλά είναι κάμποσα μίλια μακρυά. Το 1996 βρίσκομαι πολύ κοντά της, στο Διδυμότειχο. Που δεν ήταν μόνο κοντά σαν απόσταση (ο δρόμος σε κάποια σημεία περνάει ακριβώς δίπλα απ’ τον ποταμό που χωρίζει τις δυο χώρες, όταν πηγαίναμε για βόλτα στην Τσίγλα βλέπαμε απέναντι τον Τούρκο τον σκοπό, φτάναμε μέχρι τα σύνορα στις Καστανιές κλπ, οι μιναρέδες του μεγάλου τζαμιού (Σελιμιγιέ) της Αδριανούπολης φαίνονταν από πάρα πολλά σημεία που κυκλοφορούσαμε) αλλά ήταν σ’ όλες τις συζητήσεις των ντόπιων. Ήταν επηρεασμένοι από τη γειτνίαση.

Η γέφυρα της Αδριανούπολης

Τον Νοέμβρη του 1997 διοργανώνεται μια εκδρομή συναδέλφων προς τη γειτονική χώρα. Το πρόγραμμα έλεγε αναχώρηση στις 8:30 από Ορεστιάδα ώστε να περάσουμε με το άνοιγμα του τελωνείου στις 9, να δούμε την Αδριανούπολη και μετά να πάμε μέχρι Σηλυβρία για μεσημεριανό (αυτό ήταν τελείως τρελό, αλλά δεν το σχολιάζω τώρα). Το πρόβλημα ήταν πως από το τελωνείο στις Καστανιές δεν πέρναγαν λεωφορεία (και το πρακτορείο δεν το ήξερε – αλλά δεν ήταν το μόνο σημείο ανοργανωσιάς του πρακτορείου). Έτσι πήγαμε μέχρι τους Κήπους και μιας και είχαμε απομακρυνθεί απ’ την Αδριανούπολη κι απ’ την άλλη η ώρα είχε περάσει, συνεχίσαμε για τη Σηλυβρία. Φτάσαμε στις 15:30 και μας είπαν πως θα φύγουμε σε μια ώρα, διαμαρτυρηθήκαμε και φύγαμε σε δυο (πάλι λίγο ήταν για τόσο ταξίδι) και γυρίσαμε απ’ την εκδρομή έχοντας δει ένα μεγάλο μέρος της Ευρωπαϊκής Τουρκίας μέσα από το λεωφορείο.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Μακεδονικό, Πρόσφατη ιστορία, Πατριδογνωσία, Παλιότερα άρθρα, Συνεργασίες | Με ετικέτα: , , , , , , | 102 Σχόλια »