Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Γιώργος Κοτζιούλας’

Αυτό που μας φέρνει δάκρυα στα μάτια, ξανά

Posted by sarant στο 30 Μαρτίου, 2023

Κι επειδή ακόμα δεν έχω επιστρέψει στη βάση μου, καταφεύγω στη λύση της αναδημοσίευσης για να μη σπάσει το σερί της καθημερινής ανάρτησης  άρθρου. Θα ξαναδημοσιεύσω ένα άρθρο από το… μποστάνι του ιστολογίου, που αρχικά είχε δημοσιευτεί πριν από 9 και κάτι χρόνια, με κάποιες προσθήκες και αλλαγές.

Δεν εννοώ βέβαια τη συγκινητική στιγμή μιας ταινίας ή ένα τραγούδι που το έχουμε συνδέσει με ωραίες στιγμές της ζωής μας, κυριολεκτώ, άλλωστε θα σας προϊδέασε η εικόνα. Το άρθρο, που δεν είναι το πρώτο που αφιερώνω στα φαγώσιμα, αφορά το κρεμμύδι -και το κρεμμύδι, το ξερό, πράγματι φέρνει δάκρυα σε όποιον το καθαρίζει και το κόβει.

Το κρεμμύδι φέρνει δάκρυα, επειδή περιέχει αιθέρια έλαια που όταν το ψιλοκόβεις απελευθερώνονται και ερεθίζουν τα μάτια. Στη Λυσιστράτη του Αριστοφάνη, σε ένα σημείο όπου ο χορός των γερόντων κάνει κόντρα με τον χορό των γυναικών, ο γέροντας λέει: Βούλομαί σε γραυ κύσαι, παναπεί θέλω να σε φιλήσω, και απαντάει η γυναίκα: Κρομμύων τ’ άρ’ ου σε δει, παναπεί: άρα, δεν θα χρειαστείς κρεμμύδια -εννοώντας ότι θα τον δείρει τόσο που να κλάψει χωρίς να έχει ανάγκη να χρησιμοποιήσει κρεμμύδι για τούτο· ή, στη μετάφραση του Πολ. Δημητρακόπουλου, «Αλλ΄ανάγκη πια δε θάχεις από κρομμυδιού κομμάτια, να σου κλάψουνε τα μάτια».

Το κρεμμύδι βρίσκεται από πολύ παλιά στα μέρη μας -είναι από εκείνα τα λαχανικά που τα μνημονεύει ο Όμηρος -και μάλιστα στην Ιλιάδα, στη ραψωδία Λ, διαβάζουμε ότι πρόσφεραν κρεμμύδι σαν μεζέ για το κρασί (κρόμυον ποτῷ ὄψον), κάτι που σήμερα δεν νομίζω να συνηθίζεται, όσο κι αν το κρεμμύδι, μαζί με ψωμί, ελιές και τυρί ήταν συστατικό στοιχείο στο λαϊκό κολατσιό μέχρι πρόσφατα.

Σίγουρα πάντως οι αρχαίοι έτρωγαν πολύ κρεμμύδι, ιδίως στον στρατό. Στην Ειρήνη του Αριστοφάνη ο Τρυγαίος χαίρεται που δεν θα φοράει πια κράνος και δεν θα τρώει τυρί και κρεμμύδια (κράνους ἀπηλλαγμένος τυροῦ τε και κρομμύων).. Στο βιβλίο «Η γλώσσα της γεύσης» της Μ. Καβρουλάκη βρίσκω ότι ο Ηρόδοτος λέει ότι οι αθλητές έτρωγαν ένα κρεμμύδι το πρωί κι ένα το βράδυ -το κακό όμως είναι ότι δεν το βρίσκω πουθενά στον ίδιο τον Ηρόδοτο, οπότε η πληροφορία ίσως πρέπει να θεωρηθεί «απόφευγμα».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Advertisement

Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Μποστάνι των λέξεων, Ποίηση, Στρατός, Συγκριτικά γλωσσικά | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 121 Σχόλια »

Μήτσος Παπανικολάου, 80 χρόνια από τον θάνατό του

Posted by sarant στο 26 Μαρτίου, 2023

Συμπληρώνονται φέτος 80 χρόνια από τον θάνατο του ποιητή Μήτσου Παπανικολάου (Ύδρα 1900 – Αθήνα 1943). Για τον ποιητή αυτόν, που ήταν επίσης γερός κριτικός και καλός μεταφραστής, αλλά και επιστήθιος φίλος του αγαπημένου μου Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, όπως επίσης και συντάκτης στο λαϊκό περιοδικό Μπουκέτο, έχουμε αφιερώσει παλιότερα στο ιστολόγιο ένα φιλολογικό πορτρέτο του καμωμένο από τον Γιώργο Κοτζιούλα.

Πριν από μερικούς μήνες, ο κ. Βαγγέλης Κορωνάκης από τις εκδόσεις Όγδοο επικοινώνησε μαζί μου, για να μου ζητήσει την άδεια να αναδημοσιευτεί το άρθρο του Κοτζιούλα «σε ένα βιβλίο που θα έβγαινε για τον Παπανικολάου». Αυτό ήταν πολύ ευγενικό εκ μέρους του, παρόλο που αυστηρά κοιτάζοντάς το κανένα δικαίωμα δεν είχα εγώ να δώσω ή να αρνηθώ την άδεια δημοσίευσης. Ωστόσο, η φιλοφρόνηση αυτή μου έδωσε τη δυνατότητα να ρωτήσω περισσότερα για το βιβλίο που ετοιμαζόταν.

Έμαθα πως ο φιλόλογος Μιχάλης Ρέμπας ετοίμαζε μιαν έκδοση των «απάντων των ευρεθέντων» του Μ. Παπανικολάου. Το όνομα το ήξερα, διότι ο ίδιος είχε πριν από πολλά χρόνια επιμεληθεί μια πρώτη καταγραφή των ποιημάτων του Παπανικολάου (κυκλοφορεί και στο Διαδίκτυο) και μάλιστα όταν το 2014 είχα δημοσιεύσει στο ιστολόγιο ένα αθησαύριστο ποίημά του (σε αυτό το άρθρο) είχα γράψει ότι δεν υπάρχει στην πολύ καλή διπλωματική εργασία του Ρέμπα.

Είπα στον κ. Κορωνάκη ότι έχω και κάτι άλλα του Παπανικολάου κι εκείνος με έφερε σε επαφή με τον Μιχάλη Ρέμπα. Διαπίστωσα ότι είχε σκοπό να βάλει ένα διήγημα του Παπανικολάου στον τόμο και του είπα ότι εκτός από το αθησαύριστο ποίημα και κάμποσες μεταφράσεις (που, τελικά, τις είχε όλες σχεδόν υπόψη του) έχω βρει και καμιά δεκαριά πεζά του από το Μπουκέτο του 1943. Δεν τα ήξερε και χάρηκε πολύ. Του τα έστειλα και μπόρεσε να τα εντάξει κι αυτά στον τόμο, ο οποίος κυκλοφόρησε πρόσφατα, όπως είπαμε από τις εκδόσεις Όγδοο.

Ειχα μάλιστα τη χαρά να παρευρεθώ σε μια πρώτη παρουσίαση του βιβλίου στις 21 του μηνός, στον Ιανό, όπου ο Γιώργος Μαρκόπουλος και ο Γιώργος Βέης μίλησαν για το βιβλίο και για τον ποιητή του σκιόφωτος, τον Παπανικολάου.

Θα παρουσιάσω σήμερα ένα από τα δέκα πεζά που εισέφερα στον τόμο του Παπανικολάου. Είναι το τελευταίο που δημοσίευσε το Μπουκέτο όσο ζούσε ο Παπανικολάου, στις 23 Σεπτεμβρίου 1943, έναν μήνα πριν από τον θάνατο του ποιητή -ο οποίος πέθανε τον Οκτώβριο του 43 στο Δημόσιο Ψυχιατρείο όπου τον είχαν βάλει φίλοι του για ν’ αποτοξινωθεί.

ΤΟ ΠΑΡΙΣΙ

Ήταν ένα φθινοπωρινό δειλινό γεμάτο προμηνύματα μπόρας. Ο ουρα­νός κατάμαυρος, βαρύς, χαμηλός, πλάκωνε σαν βραχνάς τη μικρή πολιτεία που κούρνιαζε στην πλαγιά του βουνού, ανάμεσα στον σιδηροδρομικό σταθμό κάτω και στο μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής. Η ώρα δεν ήταν ακόμα ούτε τέσσερις και μισή κι όμως μερικά φώτα είχαν ανάψει εδώ κι εκεί. Μα στους δρόμους δεν έβλεπες ψυχή και τα σπίτια ήταν κατάκλειστα. Μόνο τα καφενεία είχαν τις συνηθισμένες τους συντροφιές, γιατί στην επαρχία το καφενείο αποτελεί συνήθεια ιερή κι απαραβίαστη.

Ο επαρχιώτης θ’ αψηφήσει την κακοκαιρία, θα παρατήσει τη δουλειά που τυ­χόν έχει για να πάει στο καφενείο στην τακτική του ώρα. Μήπως έχει κι αλλού πουθενά να πάει; Στο καφενείο θα βρει τους φίλους του, θα παίξει μαζί τους τάβλι γιά πρέφα, θα σχολιάσει τα νέα της ημέρας κι έπειτα, κατά τις εφτά-εφτάμιση, θα τραβήξει για το σπίτι του για φαΐ κι έπειτα για ύπνο.

Απόψε, όμως, ο καιρός είχε φοβίσει κάπως τους πελάτες της «Συναντήσεως», του πιο κεντρικού, του πιο αριστοκρατικού καφενείου της κωμοπόλεως. Δυο-τρεις συντροφιές μόνο και άλλοι τόσοι μοναχικοί πελάτες που του κάκου περίμεναν την ταχτική τους παρέα. Στη «Συνάντηση» πήγαινε τριάντα και περισσότερα, ίσως, χρόνια τώρα κι ο γιατρός του τόπου, ο Λουκάς Σκούρος. Ήταν, ίσως, ο πιο παλιός και ο πιο τακτικός πελάτης. Τα τελευταία μάλιστα δέκα χρόνια δεν θυμόταν να πέρασε βραδιά που να μην επήγε στο καφενείο. Μόλις τελείωνε τις απογευματινές του επισκέψεις, κατά τις έξι τον χειμώνα, κατά τις εφτά το καλοκαίρι τραβούσε κατευθείαν γι’ αυτό. Η συντροφιά που έβρισκε εκεί ήταν η ίδια πάντοτε: ο πάρεδρος, ο αστυνόμος, ο φαρμακοποιός κι ο Ανδρέας ο Βέγης, ο πιο πλούσιος κτηματίας του τόπου. Μαζί τους παίζοντας κανένα τάβλι και φλυαρώντας περνούσε δυο και τρεις συχνά ώρες.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Διηγήματα, Επετειακά, Παρουσίαση βιβλίου, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 52 Σχόλια »

Το λεύκωμα της Ευρυδίκης

Posted by sarant στο 12 Φεβρουαρίου, 2023

Το 1939, η νεαρή Ευρυδίκη, γεννημένη στο Μπατούμ του Καυκάσου, ζει στην Αθήνα. Χάρη στον νονό της, τον δημοσιογράφο και μεταφραστή Λουκά Καστανάκη, αδελφό του συγγραφέα Θράσου Καστανάκη, συμμετέχει σε συγκεντρώσεις λογοτεχνών και καλλιτεχνών, και έχει την έμπνευση να ζητήσει από τους πνευματικούς ανθρώπους που γνωρίζει να γράψουν κάτι στο λεύκωμά της.

Ανάμεσα στο 1939 και στο 1945, συνολικά 32 λογοτέχνες και καλλιτέχνες έγραψαν στο λεύκωμα της Ευρυδίκης. Πρώτος ήταν ο ηθοποιός Βίκτωρ Ζήνων, που τον έχουμε γνωρίσει στο ιστολόγιο από τη φιλία και την αλληλογραφία του με τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη,ενώ ακολούθησαν πολλοί γνωστοί πνευματικοί άνθρωποι όπως ο Νίκος Καββαδίας, ο Κώστας Βάρναλης, ο Κάρολος Κουν, ο Μυριβήλης, ο Βενέζης, ο Καραγάτσης, ο Φώτης Κόντογλου, η Γαλάτεια Καζαντζάκη, ο Μενέλαος Λουντέμης, η Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, η Δώρα Μοάτσου-Βάρναλη, ο Γιώργος Κοτζιούλας, ο Μάρκος Αυγέρης κτλ. Τελευταίος έγραψε ο δημοσιογράφος του Ριζοσπάστη Δημήτρης Καραντώνης, τον Ιούνιο του 1945. Δυο μήνες αργότερα, παντρεύτηκε την Ευρυδίκη.

Κάποιοι από τους παραπάνω έγραψαν δυο λόγια μόνο στο λεύκωμα, άλλοι εκτενέστερα. Κάποιοι αφιέρωσαν ποιήματα στην Ευρυδίκη, γραμμένα ειδικά για την περίσταση. Ο μόνος που έγραψε κάτι χωρίς να έχει γνωρίσει την νεαρή κοπέλα ήταν ο Γιώργος Κοτζιούλας, που του πήγε το λεύκωμα ο Λουκάς Καστανάκης. Οι άλλοι έγραψαν παρουσία της, οι πιο πολλοί στο σπίτι των Καστανάκηδων.

Το λεύκωμα αυτό της Ευρυδίκης, ένα πολύτιμο ντοκουμέντο με αυτόγραφα σημαντικών δημιουργών, κυκλοφόρησε σε βιβλίο το 1988 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη, με φωτογραφίες των σελίδων του και με μεταγραφή των εγγραφών και με πρόλογο του Γιώργου Καραντώνη, του γιου της Ευρυδίκης Καραντώνη. Το σκίτσο που κοσμεί την έκδοση, πορτρέτο της νεαρής Ευρυδίκης, το φιλοτέχνησε ο μεγάλος Μυτιληνιός σκιτσογράφος Αντώνης Πρωτοπάτσης.

Το Λεύκωμα εκδόθηκε ξανά το 2019 από τις εκδόσεις Βακχικόν σε έκδοση επαυξημένη με αναμνήσεις της Ευρυδίκης Καραντώνη (η οποία έφυγε από τη ζωή το 2005). Δυστυχώς, αυτή τη νεότερη έκδοση δεν μπόρεσα να τη βρω -οι εκδόσεις Βακχικόν μου είπαν ότι δεν έχουν αντίτυπα, κάτι που είναι κάπως περίεργο για τόσο καινούργια έκδοση, κι έτσι θα βασιστώ στην παλαιότερη, που τη βρήκα σε παλαιοβιβλιοπωλείο. Λυπάμαι γιατί το πρόσθετο υλικό, οι αναμνήσεις δηλαδή της Ευρυδίκης, θα φώτιζαν πτυχές της ιστορίας. Πάντως, εδώ βλέπουμε τον Γιώργο Καραντώνη σε τηλεοπτική εκπομπή να παρουσιάζει αυτή τη νεότερη έκδοση που δεν μπόρεσα να βρω, ενώ στο άρθρο αυτό του Γ. Καραντώνη μπορείτε να δείτε και φωτογραφία της Ευρυδίκης -και μαζί να διαβάσετε ότι ο πατέρας του, ο Δημήτρης Καραντώνης, δολοφονήθηκε τον Νοέμβριο του 1947 σε ενέδρα της Χωροφυλακής.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Παρουσίαση βιβλίου, Ποίηση, Φιλολογία, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , , , , , | 111 Σχόλια »

Πεισμένοι και πεπεισμένοι

Posted by sarant στο 16 Δεκεμβρίου, 2022

Την αφορμή για το σημερινό άρθρο την παίρνω από μια πρόσφατη επιστολή στην Καθημερινή, που την υπογράφει ο αγαπητότατος Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, στον οποίο χρωστάμε, πρώτο ανάμεσα σε πολλά, την κριτική έκδοση του Παπαδιαμάντη.

Μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ, αλλά είναι πολύ σύντομη, οπότε την παραθέτω ολόκληρη:

Με τους «πειραμένους» ή τους πεπειραμένους; 

Κύριε διευθυντά
Σε κείμενο τακτικού συνεργάτη σας διαβάζω: «Ετσι που στο τέλος μπερδεύεται όποιος δεν είναι εξαρχής πεισμένος ότι οι ‘’δικοί μας’’ έχουν πάντα δίκιο» («Κ», Τετάρτη 23 Νοεμβρίου, σελ. 13).

Διατρέχω τον κίνδυνο να θεωρηθώ γεροπαράξενος, ωστόσο ομολογώ ότι η μετοχή παρακειμένου «πεισμένος» με ενοχλεί.

Ασφαλώς ημπορούμε τις περισσότερες φορές να παραλείπουμε τον αναδιπλασιασμό του παρακειμένου και να λέμε ή να γράφουμε «λυμένος», «σωσμένος», «θαμμένος», «θωρακισμένος» κ.λπ. Είναι πάντως βέβαιο ότι κανένα ελληνικό αφτί δεν θα άντεχε το «δομένος» αντί του «δεδομένος», «πειραμένος» αντί του «πεπειραμένος» ή «κτημένος» αντί του «κεκτημένος».

Δεν ισχυρίζομαι ότι το «πεισμένος» είναι εξίσου ανατριχιαστικό και απαράδεκτο. Παρά ταύτα δεν θα τολμούσα μιλώντας ή γράφοντας να του αφαιρέσω τον αναδιπλασιασμό.

Ν. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ

Ο σεβαστός Ν.Δ.Τ. (που είναι φιλόλογος, μάχιμος όσο υπηρετούσε) δηλώνει ότι τον ενοχλεί η παράλειψη του αναδιπλασιασμού στον τύπο «πεισμένος» της μετοχής παρακειμένου και θα προτιμούσε τον αναδιπλασιασμένο τύπο «πεπεισμένος».

Πολύ σωστά αναγνωρίζει ότι τις περισσότερες φορές ο αναδιπλασιασμός παραλείπεται, παραθέτοντας ορισμένα παραδείγματα, αλλά βέβαια, συνεχίζει, υπάρχουν περιπτώσεις όπου κανένας δεν θα ανεχόταν παράλειψη του αναδιπλασιασμού.

Εύστοχα επίσης τοποθετεί την περίπτωση του πεισμένος/πεπεισμένος ανάμεσα σε αυτά τα δύο άκρα (παράλειψη του αναδιπλασιασμού – υποχρεωτικός αναδιπλασιασμός) αλλά θεωρεί πως βρίσκεται κοντά στον υποχρεωτικό αναδιπλασιασμό μια και ο ίδιος «δεν θα τολμούσε» να πει ή να γράψει μη αναδιπλασιασμένο τον τύπο («πεισμένος»).

Κατά σύμπτωση, ένας άλλος πολύ αγαπημένος μου διανοούμενος έχει ασχοληθεί με το ίδιο θέμα. Ο ποιητής Γιώργος Κοτζιούλας το 1947 είχε μια εβδομαδιαία στήλη στον Ριζοσπάστη, όπου σχολίαζε γλωσσικά φαινόμενα -κάτι σαν τα δικά μας σαββατιάτικα μεζεδάκια. Εκεί είχε επικρίνει για υπερβάλλοντα δημοτικιστικό ζήλο τον συντάκτη αριστερού εντύπου που έγραψε «πεισμένος» και είχε συστήσει να διατηρείται ο αναδιπλασιασμένος τύπος (πεπεισμένος) «όπου δεν μπορούμε να το αποφύγουμε» αφού είναι «αναγκαίο κακό για τη δημοτική».

Εγώ πάντως, στα δικά μου κείμενα, όπως βλέπω, χρησιμοποιώ και τους δύο τύπους (πεισμένος / πεπεισμένος), ίσως περισσότερο τον μη διπλασιασμένο, πεισμένος. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως έχω προγράψει τους αναδιπλασιασμούς γενικώς -ούτε θα πω «πειραμένος», για να χρησιμοποιήσω ένα από τα παραδείγματα του Ν.Δ.Τ., ούτε θα κοιτάξω να δω αν μπορώ να τον αποφύγω, όπως φαίνεται να συμβουλεύει ο Κοτζιούλας.

Κατά τη γνώμη μου, ανάμεσα στις δυο κατηγορίες («όχι αναδιπλασιασμός» και «πάντα αναδιπλασιασμός») υπάρχει και μια τρίτη, «προαιρετικός αναδιπλασιασμός», ίσως πιο ολιγομελής. Επίσης, το ποια ρήματα ανήκουν στην μία ή την άλλη κατηγορία είναι κάτι που εξελίσσεται, όπως και η γλώσσα. Θυμάμαι έναν διάλογο από τις εφημερίδες, γύρω στο 1923, παναπεί πριν από 100 περίπου χρόνια, ανάμεσα στον Ν. Λαπαθιώτη και τον Κώστα Παρορίτη. Είχε προτείνει ο Λαπαθιώτης να συγκροτηθεί μια «εκλελεγμένη» επιτροπή, για κάποιο θέμα των λογοτεχνών. «Ψυχή μου αναδιπλασιασμός!» σχολίασε ο Παρορίτης, και ο Λαπαθιώτης, που κι αυτός δημοτική έγραφε, απάντησε πως μια χαρά στέκει ο αναδιπλασιασμός. Σήμερα θαρρώ πως λίγοι θα συμφωνούσαν μαζί του, τουλάχιστον στην Ελλάδα (Στην Κύπρο βλέπω πως ο τύπος χρησιμοποιείται και σήμερα).

Αλλά να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Αναδιπλασιασμός, στα αρχαία ελληνικά,  είναι η επανάληψη του αρχικού συμφώνου τοιυ ρήματος, συνοδευόμενου από το ε, στους συντελικούς χρόνους. Στα αρχαία, δεν ήταν μόνο η μετοχή του παρακειμένου που έπαιρνε αναδιπλασιασμό, αλλά όλοι οι τύποι του (μονολεκτικού στα αρχαία) παρακειμένου και υπερσυντέλικου: λελυμένος, αλλά επίσης λέλυκα και ελελύκειν.

Δεν έπαιρναν αναδιπλασιασμό όλα τα ρήματα. Όσα άρχιζαν από φωνήεν, ή από ρ, ζ, ξ, ψ ή από δύο ή τρία σύμφωνα έπαιρναν απλή αύξηση, αν και υπήρχε κόντρα εξαίρεση, διότι τα ρήματα που είχαν δεύτερο σύμφωνο υγρό (λ, ρ) αναδιπλασιάζονταν. Έτσι, εσκαμμένος, εστραμμένος αλλά κεκλιμένος. Επίσης, τα ρήματα από θ,φ,χ αναδιπλασιάζονταν με τα αντίστοιχα κλειστά σύμφωνα: τεθλασμένη, πεφυσιωμένος, κεχαριτωμένη.

Ο Μπαμπινιώτης έχει ένα πλαίσιο στο λεξικό του, όπου τα λέει καλά: Μερικές μετοχές μεσοπαθητικού παρακειμένου έχουν διατηρήσει -όταν χρησιμοποιούνται ως ονόματα (επίθετα ή ουσιαστικά) ή για υφολογικές διακρίσεις σε λογιότερο ή πιο τυπικό κείμενο- τον αναδιπλασιασμό που είχαν στην αρχαία και τη λόγια γλωσσική παράδοση όλες ανεξαιρέτως οι μετοχές του μεσοπαθητικού παρακειμένου.

Σε κάποια ρήματα, ο αναδιπλασιασμένος τύπος της μετοχής εμφανίζεται μόνο σε κάποιες στερεότυπες χρήσεις ή σε απολιθώματα, ενώ για τις άλλες υπάρχει ο απλός τύπος. Θωρακισμένο αυτοκίνητο, αλλά υπηρετώ στα Τεθωρακισμένα. Χαίρε Κεχαριτωμένη αλλά χαριτωμένη κοπέλα, υπερέβη τα εσκαμμένα, αλλά σκαμμένο χωράφι, κεκλεισμένων των θυρών αλλά κλεισμένη θέση. Σε αυτές άλλωστε τις περιπτώσεις, η μετοχή, όπως λέει ο Μπαμπινιώτης, χρησιμοποιείται ως όνομα. Το τετριμμένο (πχ επιχείρημα) είναι επίθετο, το τριμμένο τυρί είναι μετοχή, τυρί που το τρίψαμε.

Παρόμοια, ως ονόματα χρησιμοποιούνται: το κεκλιμένο επίπεδο, η τεθλασμένη, ο σεσημασμένος κακοποιός, η πεπατημένη, ο επιτετραμμένος, η τετμημένη, η τεταγμένη, η δεδηλωμένη, το δεδικασμένο, τα δεδομένα (και το γεγονός, εδώ που τα λέμε) κτλ.

Κάποιοι χρησιμοποιούν αναδιπλασιασμό και με ρήματα που κανονικά δεν τον εμφανίζουν, για φιγούρα ή ειρωνικά. Ας πούμε, πριν από μερικά χρόνια είχα δει το ειρωνικό «η πεπολιτισμένη Δύση». Αυτό βέβαια γραφόταν και λεγόταν στην καθαρεύουσα του 19ου αιώνα, ή έως και το πρώτο μισό του 20ού, αλλά σήμερα πολύ λίγο.

Όπως το κεκλιμένο επίπεδο, έχουμε και μερικά άλλα ζευγάρια επιθέτου-ουσιαστικού με αναδιπλασιασμό, σε στερεότυπες φράσεις: διακεκαυμένη ζώνη, κεκτημένα δικαιώματα, κεκορεσμένο διάλυμα -μπορούμε να προσθέσουμε κι άλλα. Ωστόσο, έχω ακούσει για κορεσμένο διάλυμα, μπορεί και να το έλεγα κι εγώ σε μιαν άλλη ζωή που ήμουνα χημικός. Από την άλλη, το πεπιεσμένο χαρτί και ο πεπιεσμένος αέρας αντέχουν, ενώ όλοι λένε «είμαι πολύ πιεσμένος σήμερα».

Σε άλλες περιπτώσεις, είναι θέμα ύφους. Εδώ εντάσσω εγώ τον πεισμένο/πεπεισμένο. Για κάποιον που διαγράφτηκε (ή διεγράφη) από ένα κόμμα, λέμε «ο διαγραμμένος», λέμε όμως και «ο διαγεγραμμένος» (και «ο διεγραμμένος» έχω δει, που κανονικά δεν δικαιολογείται). Άλλα σύνθετα του ίδιου ρήματος έχουν πιο ανθεκτικούς αναδιπλασιασμούς: εγγεγραμμένος, αναγεγραμμένος, προσγεγραμμένος, περιγεγραμμένος, καταγεγραμμένος, προδιαγεγραμμένος. Αλλά γραμμένος, αντιγραμμένος και προγραμμένος

Κλείνω με μιαν αυτοτιμωρία, αντιγράφω από τον Μπαμπινιώτη έναν μακρότατο κατάλογο με ρήματα που παίρνουν αναδιπλασιασμό. Καλά να πάθω (αλλά καλά που υπάρχει και οσιάρ):

(αναπετάννυμι) αναπεπταμένος

(βάλλω, επιβάλλω, συμβάλλω…) επιβεβλημένος, συμβεβλημένος, καταβεβλημένος, προσβεβλημένος, μεταβεβλημένος, διαβεβλημένος, περιβεβλημένος. παρεμβεβλημένος, αποβεβλημένος,

(βαρώ / βαρύνω, επιβαρύνω) βεβαρημένος / επιβεβαρυμμένος,

(βιάζω) βεβιασμένος,

(γλύφω, εγγλύφω) παλαιότ. γεγλυμμένος, παλαιότ. εγγεγλυμμένος,

(γράφω, εγγράφω, υπογράφω…) εγγεγραμμένος, υπογεγραμμένος, διαγεγραμμένος, καταγεγραμμένος, περιγεγραμμένος, προδιαγεγραμμένος, αναγεγραμμένος, επιγεγραμμένος, παραγεγραμμένος, προγεγραμμένος, προσγεγραμμένος,

(δεικνύω, ενδείκνυται, αποδεικνύω) ενδεδειγμένος, αποδεδειγμένος,

(δέω, συνδέω, προσδέω) συνδεδεμένος, προσδεδεμένος,

(δηλώνω) δεδηλωμένος,

(δικάζω, επιδικάζω, προδικάζω) δεδικασμένος, επιδεδικασμένος, προδεδικασμένος,

(διδάσκω) παλαιότ. δεδιδαγμένος,

(δίδω, διαδίδω, εκδίδω) δεδομένος / δεδομένα (όχι δεδόμενα!), διαδεδομένος, εκδεδομένος,

(δουλεύω) δεδου­λευμένα.

(εκλέγω) παλαιότ. εκλελεγμένος.

(εκφράζω) εκπεφρασμένος,

(ενδύω) ενδεδυμένος,

(εντέλλομαι) εντεταλμένος,

(επιτηδεύω) παλαιότ. επιτετηδευμένος,

(επιτρέπω) επιτετραμμένος,

(θέτω. εκθέτω, διαθέτω, αναθέ­τω…) τεθειμένος, διατεθειμένος, ανατεθειμένος, κατατεθειμένος, μετατεθειμέ­νος, εκτεθειμένος, συντεθειμένος, παρατεθειμένος, παρεντεθειμένος, αποσυ­ντεθειμένος, προστεθειμένος,

(θλίβω) τεθλιμμένος,

(θλω) τεθλασμένος,

(καίω, διακαίω) κεκαυμένος, διακεκαυμένος,

(καλύπτω, συγκαλύπτω) κεκαλυμμένος, συγκεκαλυμμένος,

(κανονίζω) κεκανονισμένος,

(κεράννυμι) κεκραμένος,

(κηρύσσω) κεκηρυγμένος,

(κινδυνεύω) παλαιότ. παρακεκινδυνευμένος,

(κλεί­νω) κεκλεισμένος,

(κλίνω) κεκλιμένος,

(κορέννυμι) κεκορεσμένος,

(κόπτω, δια­κόπτω, συγκόπτω…) διακεκομμένος, συγκεκομμένος. παλαιότ. αποκεκομμένος, περικεκομμένος,

(κρίνω, εγκρίνω, διακρίνω, συγκρίνω) εγκεκριμένος, δια­κεκριμένος. συγκεκριμένος,

(κτώμαι) κεκτημένος / κεκτημένα,

(κυρώνω) κεκυρωμένος,

(λαμβάνω, καταλαμβάνω, αναλαμβάνω…) ειλημμένος (< *εσληβμένος. με ανομοιωτική αποβολή τού δασέος φθόγγου, < «σε-σληβ-μένος), κατειλημμένος, ανειλημμένος, προκατειλημμένος, επανειλημμένος,

(λέγω) ειρημένος,

(λειαίνω) παλαιότ. λελειασμένος,

(λείπω, εγκαταλείπω) εγκαταλελειμμένος,

(λύω, διαλύω, αναλύω) λελυμένος, παλαιότ. διαλελυμένος, παλαι­ότ. αναλελυμένος,

(λογίζω) λελογισμένος,

(μαρτυρώ) παλαιότ. μεμαρτυρημένος,

(μειγνύω, αναμειγνύω, προσμειγνύω) αναμεμιγμένος, προσμεμιγμένος.

(μονώ) μεμονωμένος,

(μυώ) μεμυημένος.

(νομίζω) νενομισμένος,

(παιδεύω) πεπαιδευμένος,

(παλαιώ) πεπαλαιωμένος,

(πατώ) πεπατημένος / πεπατημένη,

(παραδέχομαι) παραδεδεγμένος,

(περιπλέκω) περιπεπλεγμένος,

(περώ) πεπε­ρασμένος,

(πιέζω) πεπιεσμένος,

(πιστεύω, διαπιστεύω) διαπεπιστευμένος,

(πλανώ) παλαιότ. πεπλανημένος,

(ποικίλλω) πεποικιλμένος,

(προσκαλώ) προ­σκεκλημένος,

(προχωρώ) προκεχωρημένος,

(πτύσσω) ανεπτυγμένος, συνε­πτυγμένος,

(σημαίνω) σεσημασμένος,

(σπω) απεσπασμένος, διεσπασμένος.

(συμφωνώ) συμπεφωνημένος / συμπεφωνημένα,

(τάσσω, διατάσσω, εντάσ­σω…) διατεταγμένος, εντεταγμένος, συντεταγμένος, παρατεταγμένος,

(τείνω, εκτείνω, παρατείνω…) τεταμένος, εκτεταμένος, παρατεταμένος, παρεκτεταμένος, προτεταμένος, εντεταμένος,

(τελώ) τετελεσμένος,

(τέμνω, κατατέμνω, συντέμνω…) τετμημένος, κατατετμημένος, συντετμημένος, περιτετμημένος,

(τήκω) τετηγμένος,

(τρίβω) τετριμμένος,

(φιλώ) πεφιλημένος,

(αρχ. φυσιώ) πεφυσιωμένος,

(χέω, συγχέω, διαχέω) συγκεχυμένος, διακεχυμένος.

Για λόγους πληρότητας, βάζω και τις «μετοχές με αύξηση» από τη συνέχεια του ίδιου πλαισίου.

Μετοχές με αύξηση. Πρόκειται για μερικές μετοχές από ρήματα που αρχίζουν από φωνήεν ή από ρ, ζ, ξ, ψ, δύο σύμφωνα (πλπν κ, π, t, β, δ, γ. φ. θ. χ + υγρό) ή από τρία σύμφωνα. Τέτοιες μετοχές είναι: (αγγέλλω, εξαγ­γέλλω. καταγγέλλω) εξηγγελμένος. κατηγγελμένος, (αγιάζω) ηγιασμένος, προηγιασμένος, (άγω, προάγω, εισάγω, παράγω…) προηγμένος, εισηγμένος, παρηγμένος, (αιρώ, διαιρώ, συναιρώ) διηρημένος, συνηρημένος, (αισχύνω, καταισχύνω) κατησχυμμένος, (αίρω, επαίρομαι) επηρμένος, (αμαρτάνω) ημαρ­τημένος, (αναγνωρίζω) ανεγνωρισμένος, (απαρχαιώνω) απηρχαιωμένος, (άπτω, συνάπτω, εξάπτω) συνημμένος, εξημμένος, (αρτώ, αναρτώ, προσαρ­τώ…) ανηρτημένος, προσηρτημένος, συνηρτημένος, (καταρτίζω) κατηρτισμένος, (ασκώ, εξασκώ) ησκημένος, εξησκημένος, (αυξάνω, επαυξάνω, προσαυξά­νω) ηυξημένος, επηυξημένος, προσηυξημένος, (γιγνώσκω) εγνωσμένος, απε­γνωσμένος. (ελέγχω) ηλεγμένος, (θέλω) ηθελημένος, (ενώνω) ηνωμένος, (ζητώ, εκζητώ) εξεζητημένος, (ελίσσω, εξελίσσω) εξειλιγμένος, (ίημι, ανίημι) ανειμένος, (οικώ, κατοικώ) κατωκημένος, (οίχομαι, παροίχομαι) παρωχημένος, (πτύσσω, αναπτύσσω, συμπτύσσω) ανεπτυγμένος, συνεπτυγμένος, (ρίπτω) ερριμμένος, (ρώννυμι) ερρωμένος, (σκάπτω, ανασκάπτω) εσκαμμένος, ανε­σκαμμένος, (σκέπτομαι) εοκεμμένος, (σκοτίζω) εσκοτισμένος, (σπείρω, διασπείρω, εγκατασπείρω…) διεσπαρμένος, κατεσπαρμένος, εγκατεσπαρμένος, (σπεύδω) εσπευσμένος, (σταυρώνω) εσταυρωμένος, (στέλλω, συστέλλω, αποστέλλω…) συνεσταλμένος, απεσταλμένος, διεσταλμένος, (στέφω) εστεμ­μένος, (στεγάζω) εστεγασμένος, (στρέφω, διαστρέφω, καταστρέφω…) διε­στραμμένος. κατεστραμμένος, ανεστραμ-μένος, αντεστραμμένος, (σφάλλω) εσφαλμένος, (-σχομαι, υπόσχομαι) υπεσχημένος, (φθείρω, διαφθείρω, παρα­φθείρω) διεφθαρμένος, παρεφθαρμένος.

Θα προσέξατε ένα λαθάκι, τα απεσπασμένος και διεσπασμένος (ρήμα σπω) δεν είναι αναδιπλασιασμός αλλά μετοχή με αύξηση. 

Βέβαια, δεν θα συμφωνήσουμε όλοι με τον κ. Μπαμπινιώτη σε όλες τις περιπτώσεις -ας πούμε δεν νομίζω ότι λέμε συχνά «λελυμένος», ενώ πάντοτε λέμε συμβεβλημένος. Τέλος πάντων εξαρτάται και από το ύφος. Περιμένω δικά σας σχόλια για μετοχές που ο πίνακας τις έχει αναδιπλασιασμένες αλλά εσείς τις χρησιμοποιείτε απλές. Δεν εννοώ αυτές που έχουν την ένδειξη «παλαιότ.», όπου οι περισσότεροι θα συμφωνήσουν ότι δεν τις αναδιπλασιάζουν.

Εγώ θα έβαζα, όπως είπα, το λελυμένος, που δεν το λέω ποτέ, το διαγραμμένος, που ήδη το ανάφερα, αλλά και «καταγραμμένος». Κάποτε λέω «αναπτυγμένος», ποτέ δεν θα έλεγα «κεκηρυγμένος», ενώ, όπως είπα, χρησιμοποιώ και το «πεισμένος» και το «πεπεισμένος».

Το οποίο «πεπεισμένος» λείπει περιέργως από τον κατάλογο του Μπαμπινιώτη, παρόλο που στο λήμμα «πείθω» αναφέρεται ο τύπος, ενώ υπάρχει και ιδιαίτερο λήμμα «πεπεισμένος». Λείπει άλλωστε από τον κατάλογο και ο πεπειραμένος, που σημαίνει ότι δεν είναι πλήρης ο κατάλογος.

Οπότε, δεύτερο ζητούμενο για τα σχόλιά σας:

Μπορείτε να βρείτε άλλες μετοχές με αναδιπλασιασμό, που να χρησιμοποιούνται στη σημερινή γλώσσα, όπως οι πεπεισμένος και πεπειραμένος, αλλά να λείπουν από τον πίνακα;

Posted in Γραμματική, Εφημεριδογραφικά, Λεξικογραφικά | Με ετικέτα: , , , , , , , | 133 Σχόλια »

Τα βατόμουρα που μ’ αρέσουν

Posted by sarant στο 31 Αυγούστου, 2022

Στις πεζοπορίες που κάνω αυτές τις μέρες, εδώ στην Εσπερία, αργώ περισσότερο από το συνηθισμένο, όχι (μόνο) επειδή έχει ζέστη κι επειδή περνάν τα χρόνια κι έτσι το τέμπο χαλαρώνει, αλλά και διότι κάθε τόσο το μάτι μου εντοπίζει βατόμουρα, οπότε σταματάω, απλώνω το χέρι και τα τσακίζω αλύπητα. Μου αρέσουν πολύ και δεν μπορώ ν’ αντισταθώ.

Βρίσκω και δαμασκηνιές στο δρόμο μου, κι αμπέλια επίσης, αλλά τα δαμάσκηνα και τα σταφύλια, εκτός του οτι ανήκουνε σε κάποιον, τα βρίσκω και στο μανάβικο, ενώ τα βατόμουρα είναι δώρο της φύσης στον πεζοπόρο.

Χρωστάω λοιπόν να τους ανταποδώσω το σημερινό άρθρο, στο οποίο βέβαια θ’ αντλήσω υλικό από ένα παλιότερο άρθρο που είχα βάλει εδώ πριν από έξι χρόνια, εκείνο αφιερωμένο σε όλα τα μουροειδή φρούτα.

Εννοώ τα μούρα, βατόμουρα, φραγκοστάφυλα, σμέουρα, μύρτιλλα και όλα τα άλλα μικρούλια φρούτα του δάσους, τα οποία στα αγγλικά λέγονται συλλογικά berries, διότι τα περισσότερα έχουν τη λέξη αυτή ως β’ συνθετικό: raspberry, blackberry, blueberry κτλ. Στα ελληνικά δεν ξέρω αν έχουμε στανταρισμένη απόδοση ή αν τα λέμε «μουροειδή». Βρίσκω στα λεξικά ότι το berry το λέμε μώρον, αλλά δεν πρέπει να έχει επικρατήσει αυτή η απόδοση, ίσως επειδή φοβόμαστε μη μας πέσει ο τόνος. Καμιά φορά εγώ συλλογικά τα λέω «μπέρια», και μου αρέσουν όλα εκτός απ’ τον Λαυρέντη.

Αλλά σήμερα θα μιλήσουμε για τα βατόμουρα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γλωσσικά συμπόσια, Ποίηση, Φρούτα εποχής | Με ετικέτα: , , , , | 117 Σχόλια »

Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια

Posted by sarant στο 15 Οκτωβρίου, 2020

Φυσικά, ο τίτλος του άρθρου θα σας θυμίζει τον παροιμιώδη πλέον στίχο του Μανώλη Ρασούλη. Αλλά εγώ τον εννοώ κάπως διαφορετικά. Όμως, αυτό θα το δούμε παρακάτω.

Το σημερινό άρθρο έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό: τόσα χρόνια λεξιλογούμε, κι όμως δεν έχουμε γράψει άρθρο για την ετυμολογία και την ιστορία του μάγκα παρόλο που, όπως στερεότυπα έγραψα κάποτε, «αξίζει άρθρο για το θέμα αυτό».

Λοιπόν; Από πού ετυμολογείται ο μάγκας; Ο μάγκας βγαίνει από τη μάγκα. Και ποια είναι η μάγκα;

Μάγκα ονομαζόταν, τον καιρό του Εικοσιένα, αλλά και παλιότερα, ομάδα άτακτων πολεμιστών. Η μάγκα ήταν μικρότερη από το μπουλούκι -πολλές μάγκες μαζί απάρτιζαν ένα μπουλούκι. Ο Βακαλόπουλος στα Ελληνικά στρατεύματα του 1821 αντιστοιχίζει τη μάγκα με δεκανεία και το μπουλούκι με εικοσιπενταρχία, αλλά ο Κ. Καραποτόσογλου, σε ένα άρθρο του 1986, δίνει δύναμη 40-50 οπλοφόρων στη μάγκα.

Στο ίδιο άρθρο, αναφέρει ότι με το οργανωτικό διάταγμα της 14.3.1833, με το οποίο ιδρύθηκαν τα δέκα τάγματα των άτακτων ακροβολιστών, η μάγκα μετονομάστηκε σε λόχο και ορίστηκε η δύναμη στους 50 άνδρες. Τέσσερις μάγκες αποτέλεσαν, τότε, ένα τάγμα (Κ. Καραποτόσογλου, «Συγκριτικές διερευνήσεις στα νέα ελληνικά», Λεξικογραφικόν δελτίον Ακαδημίας Αθηνών, τόμ. 16 (1986), σελ. 277) -αλλά στον άτακτο στρατό οι αριθμοί είναι αρκετά ρευστό θέμα.

Γράφει ο Μακρυγιάννης: «Πήρα το μπαγιράκι μου και καμίαν εικοσαριά, οπού είχα μάγκα εις το κονάκι μου, κι έφυγα κρυφίως», ενώ ο Σουρμελής αφηγείται ότι κατά την πολιορκία της Αθήνας κάποιος ακόλουθος του Φαβιέρου, υπέρμαχος της συνθηκολόγησης, «ετράπη εις τους ατάκτους στρατιώτας, τους ικανούς να διεγείρωσι και τους άλλους’ και από Μάγκαν εις Μάγκαν (συντροφίαν ή συσσιτίαν ή συνοικίαν) περιερχόμενος διά νυκτός, εδοκίμαζε τα πνεύματα των στρατιωτών και κατήχει πολλούς». Αναζητώντας λοιπόν ο Σουρμελής ελληνοπρεπή όρο τη μάγκα, την αποδίδει συντροφία, συσσιτία ή συνοικία.

Η μάγκα είχε ως επικεφαλής τον μάγκατζη ή μαγκατζή, ο οποίος είχε προσωπική σχέση επιρροής με τα παλικάρια του. Ο μάγκατζης ήταν το αντίστοιχο του υπαξιωματικού. Ο Κασομούλης γράφει: «εσυνάξαμεν όλους τους υπαξιωματικούς» αλλά κρίνει σκόπιμο να διευκρινίσει σε παρένθεση: «μαγκατζήδες». Θυμάται ο Μακρυγιάννης: «τους μέρασα κάθε δέκα ανθρώπων μίαν μποτίλια ρούμη· ένας, τόδωσα την ρούμη, δεν την έδωσε να πιούνε οι συντρόφοι του, οπού ’ταν μάγκατζης, την έπγε μόνος του όλη και μέθυσε». Υπάρχει και επώνυμο Μαγκατζής.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 1821, Δυσετυμολόγητα, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , , , , , | 180 Σχόλια »

Μνήμη Γιώργου Κοτζιούλα

Posted by sarant στο 30 Αυγούστου, 2020

Συμπληρώθηκαν χτες 64 χρόνια από τον θάνατο του αγαπημένου μου ποιητή Γιώργου Κοτζιούλα, που έφυγε πρόωρα από τη ζωή, στα 47 του χρόνια, στις 29 Αυγούστου 1956, προδομένος από την πάντοτε εύθραυστη υγεία του κι αφού είχε βασανιστεί σ’ όλη του τη ζωή από την ανέχεια, την ανέχεια που κατέτρυχε τον επαγγελματία γραφιά, όταν η μέση του δεν ήταν αρκετά εύκαμπτη ώστε να προσκολληθεί σε κάποιον ισχυρό και να βρει κάποιαν αργομισθία. Για να βιοπορίζεται, οταν έγινε οικογενειάρχης και αυξήθηκαν τα έξοδα, έκανε με πυρετώδη ρυθμό μεταφράσεις πολυσέλιδων κλασικών μυθιστορημάτων, για το Ρομάντζο: Άθλιοι, Παναγία των Παρισίων, Μαρία Στιούαρτ, Μπεν Χουρ, Οι τρεις σωματοφύλακες, καθώς και τυπογραφικές διορθώσεις μέχρι που η πολλή δουλειά, από τις 6 το πρωί ως τις 8 το βραδυ, τον νίκησε.

Με τον Κοτζιούλα συνέβη το παράδοξο, ο τωρινός αιώνας να έχει σταθεί ευνοϊκός στην υστεροφημία του, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι ο προηγούμενος. Ενώ τις πρώτες δεκαετίες μετά τον θάνατό του το έργο του είχε λίγο-πολύ ξεχαστεί, με εξαίρεση το βιβλίο του για τον Άρη Βελουχιώτη, και ενώ τα (όχι πλήρη) Άπαντά του, που εκδόθηκαν λίγο μετά τον θάνατό του, είχαν προ πολλού εξαντληθεί, σήμερα το έργο του κυκλοφορεί και διαβάζεται πολύ περισσότερο, ενώ, πέρα από τις επανεκδόσεις των εξαντλημένων βιβλίων, έχουν εκδοθεί τα τελευταία χρόνια πολλά ανέκδοτα έργα του, βεβαίως χάρη στις άοκνες προσπάθειες του γιου του, του Κώστα Κοτζιούλα αλλά και ορισμένων μελετητών που αγάπησαν το έργο του ποιητή από την Πλατανούσα.

Τα τελευταία χρόνια (2016-2020) έχουν εκδοθεί του Κοτζιούλα: 1. «Πικρή ζωή και άλλα πεζογραφήματα», Δρόμων, επιμέλεια Σωτηρία Μελετίου. 2. «Με τον κόμπο στο λαιμό και άλλα διηγήματα», Δρόμων, επιμέλεια Στέλιος Φώκος. 3. «Αντάρτες», Ασίνη, επιμέλεια Σωτηρία Μελετίου. 3. «Κριτικά Α΄ «Η ασυλία του πνεύματος», Δρόμων, επιμέλεια Σωτηρία Μελετίου και Κώστας Κοτζιούλας. 4. «Ο Γιώργος Κοτζιούλας για τα Τζουμέρκα» (δημοτικά τραγούδια, λαογραφικές σελίδες, Κ. Κρυστάλλης), ΙΛΕΤ-Τζουμερκιώτικα Χρονικά, επιμέλεια Κώστας Μαργώνης και Κώστας Κοτζιούλας. 5. «Ο Γιώργος Κοτζιούλας μεταφράζει και σχολιάζει αρχαίους Έλληνες ποιητές», Οδυσσέας, επιμέλεια Σωτηρία Μελετίου. 6. «Ο Γιώργος Κοτζιούλας μεταφράζει γαλλόφωνους ποιητές», Σαΐτης, επιμέλεια Λητώ Αλεξάκη. Επίσης έχουν παραδοθεί για έκδοση τα Ημερολόγια (Σαραντάκος), τα Κριτικά Β, «Μορφές του πνεύματος» (Μελετίου και Κ. Κοτζιούλας). Παραδίδονται έτοιμα, σύντομα, οι «Ηπειρώτικες περιοδείες και άλλα διηγήματα (Κ. Μαργώνης και Γ. Γιαννάκης) και οι Συνεντεύξεις και Συνομιλίες (Κ. Κοτζιούλας).
Έχουν επίσης κυκλοφορήσει μελέτες και αφιερώματα για τον Κοτζιούλα: 1. Συλλογικό, Ο Γιώργος Κοτζιούλας και το συγγραφικό του έργο, Πρακτικά ημερίδας, Χανιά 16 Ιουλίου 2018, εκδ. Δρόμων – Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας, επιμέλεια Ζώης Μπενάρδος. 2. Περιοδικό Eνεκεν, τεύχος 48-49, Συλλογικό, Αφιέρωμα στον  Γιώργο Κοτζιούλα, επιμέλεια Γιώργος Γιαννόπουλος 3. Κώστας Μιχαλάκης, «»Τα πάθη των Εβραίων» του Γιώργου Κοτζιούλα», Επέκεινα.
Τέλος, η φίλη Αθηνά Βογιατζόγλου έγραψε τη βιογραφία του, «Ποίηση και πολεμικη», Κίχλη 2015, που τιμήθηκε με το βραβείο δοκιμίου του περιοδικού «Ο Αναγνώστης».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Εις μνήμην, Λογοτεχνία, Πεζογραφία | Με ετικέτα: , , , , , | 123 Σχόλια »

Τεστ, περισσότερα τεστ

Posted by sarant στο 27 Μαρτίου, 2020

Δεν χρειάζεται εξήγηση για να καταλάβετε ότι δεν εννοώ σχολικά τεστ, ούτε δοκιμές για την καλή λειτουργία κάποιας μηχανής -τις μέρες της πανδημίας, τα μόνα σχεδόν τεστ για τα οποία συζητάμε ειναι τα διαγνωστικά τεστ για τον κορονοϊό.

Έχουμε συζητήσει διά μακρών στα διάφορα κορονοϊικά μας άρθρα τις διαφορές ανάμεσα στις χώρες όσον αφορά τα τεστ που διενεργούν στον πληθυσμό τους -άλλες, όπως η Γερμανία κάνουν πάρα πολλά τεστ, άλλες λιγότερα. [Προσθήκη: Για τον αριθμό των τεστ που κάνει η Γερμανία υπάρχουν αμφιβολίες, δείτε π.χ. το σχόλιο 200 και, για ενημέρωση, το σχόλιο 292].

Η γενική εντύπωση είναι ότι η Ελλάδα κάνει λίγα τεστ και ότι για τον λόγο αυτό ανακοινώνονται και λίγα κρούσματα. Χαρακτηριστικά, η σαραντάχρονη μητέρα που πέθανε σε χωριό της Καστοριάς, δεν είχε κάνει τεστ. Βέβαια, οι πλούσιοι και διάσημοι δεν δυσκολεύονται ούτε να βρουν σειρά για να κάνουν τεστ  ούτε να πληρώσουν το τσουχτερό αντίτιμο της εξέτασης σε ιδιωτικό ιατρείο.

Βέβαια, έχει υποστηριχτεί ότι στην πανδημική φάση της νόσου τα τεστ δεν έχουν πολύ μεγάλη αξία, ότι η αξία τους φαίνεται περισσότερο στην αρχική φάση, ώστε να κρατηθεί ο ιός έξω από τη χώρα και ότι η Ελλάδα, αφού πέρασε πια αυτή η φάση, δεν έχει τα οικονομικά μέσα να κάνει πολλά τεστ και πρέπει να χρησιμοποιεί με φειδώ το σπάνιο αυτό αγαθό. (Όμως και πάλι έχουν μεγάλη αξία για την άντληση διδαγμάτων, και οχι μόνο ακαδημαϊκά αλλά και για την εξαγωγή άμεσα εφαρμόσιμων πορισμάτων).

Στο Λουξεμβούργο, πάντως, που είναι πλούσια χώρα, γίνονται αρκετά τεστ. Μεταξύ άλλων έχουν φτιάξει τρία ντράιβ-ιν για να κάνεις τεστ, σε τρεις κωμοπόλεις (Bascharage στον νότο, Junglinster στο κέντρο, Marnach στον βορρά) όπου πας με συνταγή γιατρού, μένεις μέσα στο αυτοκίνητο, σου παίρνουν δείγμα, φεύγεις και μετά σε ειδοποιούν με μέιλ για το αποτέλεσμα. Mια φίλη, που είχε συμπτώματα, το έκανε -βγήκε αρνητική.

Το να κάνεις πολλά τεστ, σημαίνει ότι βρίσκεις και πολλά κρούσματα, έτσι το μικρό Λουξεμβούργο έχει (χτεσινοί αριθμοί) 1443 κρούσματα και 9 νεκρους. O λόγος νεκρών προς κρούσματα είναι πολύ χαμηλός.

Ο χρήστης JoDi στο Τουίτερ επεξεργάζεται πληθώρα στατιστικών στοιχείων για τον ιό και ανέβασε χτες αυτόν τον συγκριτικό πίνακα για τα τεστ σε διάφορες χώρες:

Tα τεστ δείχνουν την Ελλάδα στην τελευταία θέση (από τις 20 χώρες του πίνακα). Ίσως τα στοιχεία δεν είναι απόλυτα ενημερωμένα, αφού χτες στο σάιτ του ΕΟΔΥ δινόταν αριθμός 10495 τεστ, οπότε η κατάσταση είναι κάπως (αλλά οχι πολύ) καλύτερη.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Υγεία | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 293 Σχόλια »

Οι μποέμ και η ζωή τους

Posted by sarant στο 31 Ιανουαρίου, 2020

Πολλές φορές στο ιστολόγιο παρουσιάζω βιβλία που έτυχε να διαβάσω και να τα βρήκα ενδιαφέροντα -συνήθως πρόκειται για καινούργια βιβλία, με την έννοια ότι έχουν εκδοθεί σχετικά πρόσφατα.

Θα κάνω μιαν εξαίρεση σήμερα και θα παρουσιάσω ένα βιβλίο παλιό. Πόσο παλιό; Οι γνώμες διίστανται -ή, όπως το πάρει κανείς. Το βιβλίο που έχω στα χέρια μου εκδόθηκε το 1993, όμως αποτελεί επανέκδοση αφού η ίδια μετάφραση (διότι περί μετάφρασης πρόκειται) είχε αρχικά κυκλοφορήσει το 1935.

Ωστόσο, έχει κυκλοφορήσει και παλιότερη μετάφραση του ίδιου βιβλίου, γύρω στα 1893 -ενώ το πρωτότυπο είναι του 1851.

Πρόκειται για το βιβλίο του Ερρίκου Μυρζέ (Henri Murger) «Σκηνές μποέμικης ζωής» (Scènes de la vie bohème), που κυκλοφόρησε το 1993 από τον εκδοτικό οίκο της Εστίας. Αν το είχα μάθει τότε θα είχα σπεύσει να το αγοράσω, αλλά στην προϊντερνετική εποχή τα νέα δεν κυκλοφορούσαν εύκολα κι έτσι μού ξέφυγε -ζούσα και τότε στο εξωτερικό. Τα Χριστούγεννα, το εντόπισα στο βιβλιοπωλείο Πολιτεία, στον πάγκο με τις προσφορές κι έτσι το πήρα -6 ευρώ, κελεπούρι.

Όπως φαίνεται και από το εξώφυλλο του Κυριτσόπουλου, το βιβλίο είχε τυπωθεί στη δεκαετία του 1990, όπως είπαμε όμως πρόκειται για ξανατύπωμα μιας μετάφρασης που είχε γίνει το 1935 από τον δημοσιογράφο Κ.Θ.Παπαλεξάνδρου, και είχε διανεμηθεί (σε δύο τόμους) από την εφημερίδα «Ηχώ της Ελλάδος». Η παλιά έκδοση διέφερε ελάχιστα στον τίτλο: Σκηνές της μποέμικης ζωής.

Όμως, ενώ καμιά από τις δύο εκδόσεις δεν είχα διαβάσει, το βιβλίο ήταν το αγαπημένο μου. Το είχα ακούσει πολλές φορές όταν ήμουν παιδί. Βλέπετε, το βιβλίο του Murger, σε αριστοτεχνική μετάφραση του Εμμ. Ροΐδη, το αγαπούσε πολύ ο παππούς μου και συνήθιζε να μου διαβάζει  εκτενή αποσπάσματα, επεξηγώντας πού και πού -σπάνια όμως- κάποια δύσκολη λέξη της ροϊδικής περίτεχνης καθαρεύουσας. Κάποια στιγμή το διάβασα κι εγώ, σε εκείνη την παλιά έκδοση του 1893. Όμως, ο φίλος Δημήτρης Ραπτάκης με πληροφόρησε ότι και η μετάφραση του Ροΐδη ξανακυκλοφόρησε περί το 1995, από τον Καστανιώτη, αν και είναι πια εξαντλημένη.

Το βιβλίο παρουσιάζει λοιπόν σκηνές από τη ζωή των μποέμ στο Παρίσι του 1850 και ουσιαστικά πρόκειται για το βιβλίο που ευθύνεται, άμεσα και έμμεσα, για την πλατιά διάδοση της λέξης σε πολλές γλώσσες. Οπότε, ας λεξιλογήσουμε επιτροχάδην -αν και θ’ άξιζε χωριστό άρθρο.

Στα γαλλικά, Bohème είναι ο Βοημός, ο καταγόμενος από τη Βοημία, περιοχή της σημερινής Τσεχίας. Ωστόσο, από το πρώτο μισό του 15ου αιώνα ο όρος χρησιμοποιήθηκε επίσης για τους Τσιγγάνους, τους Ρομά, οι οποίοι κακώς θεωρήθηκαν ότι κατάγονται από εκεί, πιθανώς επειδή εμφανίστηκαν στην Δυτική Ευρώπη ερχόμενοι από τη Βοημία. Στους επόμενους αιώνες, η σημασία του όρου διευρύνεται και φτάνει να σημαίνει κάθε άτομο που ζει ζωή έξω από κανόνες.

Γύρω στο 1830, εμφανίζεται μια ειδικότερη σημασία: bohème είναι πια ο φτωχός νέος καλλιτέχνης ή διανοούμενος, που ζει χωρίς σταθερούς πόρους και έξω από τα πλαίσια της κοινωνίας. Τότε εμφανίζεται και ο Μυρζέ με το βιβλίο του, που συμβάλλει όπως είπαμε (και θα δούμε πώς) στη διεθνοποίηση του όρου. Στα ελληνικά η λέξη γίνεται διάσημη με τη μετάφραση του Ροΐδη. Ο δημοσιογράφος Μήτσος Χατζόπουλος, αδελφός του Κώστα, υιοθετεί το ψευδώνυμο «μποέμ», ενώ πολλά είναι τα ρεμπέτικα που υμνούν τη ζωή του μποέμη ή της μποέμισσας -πιο γνωστό αυτό του Σέμση, που το τραγουδούν ο Στράτος και ο Στελλάκης. Θα τολμήσω να πω ότι στη λογοτεχνία τυπικός μποέμ δεν ήταν μόνο ή τόσο ο Τεύκρος Ανθίας, όσο ο Γιώργος Κοτζιούλας, που ειδικά προπολεμικά έζησε ζωή φτωχού διανοούμενου -και έγραψε και ποίημα με τίτλο Μποέμ που μάλιστα μελοποιήθηκε μετά τον θάνατό του και βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Ο Μυρζέ ήταν μποέμ και έγραψε τις περιπέτειες τις δικές του και των φίλων του. Έτσι, ο ποιητής Ροδόλφος, ο ένας από τους τέσσερις της παρέας των μποέμ, είναι βασισμένος πάνω στο πρόσωπο του Μυρζέ. Οι άλλοι τρεις, ο μουσικός Σωνάρ, o ζωγράφος Μάρκελος και ο φιλόσοφος Γουστάβος Κολίν, αντιστοιχούν επίσης σε πραγματικά πρόσωπα, που όλοι έπαιξαν κάποιο μικρό ρόλο στα γράμματα και τις τέχνες του 19ου αιώνα στη Γαλλία.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in 19ος αιώνας, όπερα, Γαλλία, Λογοτεχνία, Μεταφραστικά, Παρίσι, Παρουσίαση βιβλίου, Ρεμπέτικα | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , , | 114 Σχόλια »

Βιβλία για τις γιορτές και φέτος

Posted by sarant στο 11 Δεκεμβρίου, 2019

Ο Δεκέμβρης είναι μήνας με πολλές γιορτές και συνδέεται με πολλές παραδόσεις. Έχει και το ιστολόγιο δημιουργήσει τις παραδόσεις του, που μερικές από αυτές είναι δεκεμβριάτικες -προχτές, ας πούμε, ξεκίνησε η διαδικασία για την ανάδειξη της λέξης της χρονιάς -μπορείτε να προτείνετε υποψήφιες λέξεις αν δεν το έχετε ήδη κάνει.

Με το σημερινό άρθρο τηρούμε μιαν άλλη παράδοση του ιστολογίου ή, για να μη λέω μεγάλα λόγια, μια συνήθεια που έχουμε καθιερώσει τα τελευταία χρόνια: να δημοσιεύουμε  λίγο πριν από τις γιορτές ένα βιβλιοφιλικό άρθρο, ακριβώς για να ανταλλάσσουμε προτάσεις. Το περυσινό αντίστοιχο άρθρο, με προτάσεις για βιβλία-δώρα, θα το βρείτε εδώ, ενω εδώ μπορείτε να βρείτε το άρθρο του 2017. Το άρθρο του 2016 βρίσκεται εδώ, ενώ το  αντίστοιχο άρθρο του 2015 θα το βρείτε εδώ. Υπάρχει βέβαια και το αντίστοιχο άρθρο του 2014. Τέλος, μπορείτε να βρείτε εδώ το αντίστοιχο άρθρο του 2013. (Να σημειώσω ότι βιβλιοπροτάσεις κάνουμε και το καλοκαίρι).

Πρακτικά, μπορείτε να προτείνετε όποιο βιβλίο θέλετε, αλλά θα σας συνιστούσα να αναφέρετε κυρίως βιβλία που εκδόθηκαν τα τελευταία 2-3 χρόνια και ακόμα καλύτερα μέσα στο 2019. Να διευκρινίσω ότι ζητάω η έκδοση να είναι πρόσφατη, όχι η συγγραφή του βιβλίου. Και φυσικά περιλαμβάνονται και επανεκδόσεις βιβλίων που ήταν εξαντλημένα.

Γιατί επιμένω στα καινούργια βιβλία; Επειδή, το λέω και το ξαναλέω και δεν θα κουραστώ να το επαναλαμβάνω, στις πολύ ιδιόμορφες συνθήκες κρίσης που περνάμε σήμερα το μεγάλο πρόβλημα το αντιμετωπίζουν οι νέες εκδόσεις. Παρόλο που τα βιβλία που εκδίδονται τα τελευταία χρόνια έχουν χαμηλότερες τιμές από τα παλαιότερα, ο ανταγωνισμός που αντιμετωπίζουν από παλιότερες, καλές και πάμφθηνες εκδόσεις είναι οξύτατος και εντείνεται ακόμα περισσότερο μέσα στις γιορτές. Βλέπετε, εξαιτίας της κρίσης των εφημερίδων, πολλές κυριακάτικες εφημερίδες προσφέρουν από ένα βιβλίο (και όχι μόνο) μαζί με κάθε φύλλο τους. Έπειτα, πολλοί εκδοτικοί οίκοι, και μάλιστα από τους κορυφαίους, διαθέτουν το παλιό τους στοκ σε εξευτελιστικές τιμές, με εκπτώσεις που φτάνουν το 80%. Τρίτον, έχουν πληθύνει πολύ τα βιβλιοπωλεία που διαθέτουν μεταχειρισμένα και πάμφθηνα βιβλία, ενώ τα τελευταία χρόνια ακόμα και περίπτερα του κέντρου βγάζουν πάγκους με παλιά, καλά βιβλία. Και, τέταρτον, μέσα στις γιορτές πολλοί εκδοτικοί οίκοι και άλλοι φορείς κάνουν και έκτακτα μπαζάρ, όπου πάλι διαθέτουν βιβλία κοψοχρονιάς.

Για τον βιβλιόφιλο η κατάσταση αυτή είναι από ευνοϊκή έως παραδεισένια: ακόμα κι όταν το εισόδημά του έχει περικοπεί εξαιτίας της μνημονιακής λαίλαπας, οι εκπτώσεις στα βιβλία συχνά είναι ακόμα μεγαλύτερες, οπότε η βιβλιαγοραστική του δύναμη συχνά όχι απλώς δεν έχει μειωθεί, αλλά ίσως και να έχει αυξηθεί, αν βέβαια αγοράζει κυρίως ή μόνο προσφορές και μεταχειρισμένα. Όμως για τον εκδότη, που βγάζει νέα βιβλία, η ίδια κατάσταση είναι ασφυκτική αφού τα καινούργια βιβλία, όσο και να ρίξουν τις τιμές τους, πάντα θα είναι ακριβότερα από τις προσφορές ή από τα μεταχειρισμένα.

Γι’ αυτό και επιμένω σε πρόσφατα βιβλία. (Τις προηγούμενες παραγράφους τις επαναλαμβάνω κοπυπαστηδόν τα τελευταία χρόνια -όχι επειδή θέλω να μπαζώσω χώρο στο ιστολόγιο, αλλά επειδή τις πιστεύω. Αν νομίζετε πως έχουν πάψει να ισχύουν, πείτε το).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Βιβλία, Παρουσίαση βιβλίου | Με ετικέτα: , , , , | 119 Σχόλια »

Πώς να μην κάνετε επιμέλεια αλληλογραφίας

Posted by sarant στο 27 Νοεμβρίου, 2019

Προειδοποίηση: Το σημερινό είναι άρθρο γκρίνιας. Και, το χειρότερο, θα γκρινιάξω για ένα θέμα που ενδιαφέρει ελάχιστους: για ένα βιβλίο με αλληλογραφία του Γιάννη Σκαρίμπα, στο οποίο βρήκα τρία-τέσσερα χοντρά λάθη στην επιμέλεια.

Παρόλο που ξέρω μερικούς τακτικούς θαμώνες του ιστολογίου που το γενικό θέμα της επιμέλειας και της έκδοσης χειρογράφων και αλληλογραφίας τούς ενδιαφέρει πολύ, αναγνωρίζω πως πρόκειται για «ειδικότητα» περιθωριακή ακόμα και ανάμεσα στους επαγγελματίες γραφιάδες.

Όταν λέω «επιμέλεια» δεν εννοώ τη γλωσσική ή την τυπογραφική επιμέλεια, αλλά όλη την εργασία για να μετατραπεί η χειρόγραφη ή δακτυλογραφημένη επιστολή σε κείμενο έτοιμο προς έκδοση, δηλαδή ο σχολιασμός ώστε ο αναγνώστης να καταλάβει περί τίνος πρόκειται. Και η δουλειά αυτή κάθε άλλο παρά απλή είναι. Αυτός που γράφει την επιστολή δεν έχει στο νου του τις μελλοντικές γενιές, έχει μονο τον παραλήπτη της επιστολής. Μπορεί να του γράψει «Είδα χτες τον Τ. και μου μίλησε για το άρθρο σου» χωρίς καμιά ανάγκη να εξηγήσει ποιος είναι ο Τ. (ο παραλήπτης θα ξέρει) ούτε για ποιο άρθρο μίλησαν. Όταν όμως η επιστολή εκδίδεται 50 χρόνια μετά, ο επιμελητής πρέπει να σκαλίσει τα άχυρα για να βρει ποιος είναι ο μυστηριώδης Τ. και για ποιο άρθρο του παραλήπτη γίνεται λόγος.

Είναι δύσκολη δουλειά λοιπόν η επιμέλεια της αλληλογραφίας, αλλά επειδή έχουν υπάρξει και περιπτώσεις υποδειγματικών επιμελειών ξέρουμε ότι μπορεί να γίνει άριστα ή έστω πολύ ικανοποιητικά. Θα αναφέρω, ας πούμε, τις καβαφικές Επιστολές στον Μάριο Βαϊάνο (υποδειγματική επιμέλεια και σχολιασμός  του Ε. Μόσχου) ή τους πολλούς τόμους εκδομένης αλληλογραφίας του Σεφέρη (διάφοροι επιμελητές).

Προανάγγειλα όμως ότι θα γκρινιάξω, οπότε καταλαβαίνετε πως την επιμέλεια του βιβλίου του Σκαρίμπα δεν τη θεωρώ υποδειγματική, κάθε άλλο. Στον παλιό μου ιστότοπο, όπου δεν υπήρχε αλληλεπίδραση, δημοσίευα αρκετά τέτοια «γκρινιάρικα» άρθρα επικρίνοντας κυρίως μεταφραστικές αστοχίες. Στο ιστολόγιο έχω αραιώσει τα άρθρα του είδους αυτού. Σήμερα θα με ανεχτείτε.

Πρόκειται λοιπόν για την αλληλογραφία του Γιάννη Σκαρίμπα, που εκδόθηκε με τίτλο «…στις πλάνες μου κανένας δεν με φτάνει!» και υπέρτιτλο «Ο Γιάννης Σκαριμπας αλληλογραφεί». Συγγραφέας, και επιμελήτρια της αλληλογραφίας, η κ. Σούλα Παπαγεωργοπούλου-Ιωαννίδη. Το βιβλίο περιέχει 144 σχολιασμένες επιστολές του Σκαρίμπα και προς τον Σκαρίμπα. Οι περισσότερες από αυτές είναι ήδη δημοσιευμένες σε διάφορα περιοδικά, πολλές άλλωστε ήταν «ανοιχτές επιστολές» εξαρχής δημοσιευμένες σε έντυπα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επιστολές, Κριτική βιβλίου, Λογοτεχνία, Φιλολογία | Με ετικέτα: , , , , , , , | 120 Σχόλια »

Περαστικός απ’ τα Μετέωρα (αφήγημα του Γιώργου Κοτζιούλα)

Posted by sarant στο 1 Σεπτεμβρίου, 2019

Κυριακή και πρώτη του μηνός σήμερα οπότε έχουμε σύγκρουση λογοτεχνικής ύλης (διότι Κυριακή) και μηνολογίου (διότι πρώτη του μηνός). Συνήθως στη σύγκρουση αυτή υποχωρεί η λογοτεχνική ύλη, σήμερα όμως θα κάνουμε εξαίρεση και θα μεταθέσουμε το μηνολόγιο για αύριο. Ο λόγος είναι πως θέλω να τιμήσω μιαν επέτειο.

Στις 29 Αυγούστου 1956 είχαμε τον πρόωρο θάνατο του αγαπημένου μου ποιητή Γιώργου Κοτζιούλα, στα 47 του χρόνια, όταν η καρδιά του δεν άντεξε τους εξοντωτικούς ρυθμούς δουλειάς του επαγγελματία γραφιά. Ο γιος του μού στέλνει ένα άγνωστο αφήγημα του Κοτζιούλα, στο οποίο ο ποιητής αφηγείται πώς έφυγε από τη χειμαζόμενη Αθήνα τον πρωτο χειμώνα της Κατοχής, τον Νοέμβρη του 1941, για να αποφύγει τον σχεδόν βέβαιο θάνατο από πείνα. Η γενέθλια Πλατανούσα, αν και πάμφτωχη, μπορούσε να του εξασφαλίσει την επιβίωση.

Ο Κοτζιούλας δημοσίευσε το αφήγημά του το 1948 σε συνθήκες εμφυλίου. Ίσως γι’ αυτό να αναφέρει πως δεν ξαναπέρασε από την Καλαμπάκα μετά το 1941. Από τα ημερολόγιά του, που σύμφωνα με τις ενδείξεις θα εκδοθούν επιτέλους φέτος, ξέρουμε ότι μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας, στη συντεταγμένη αποχώρηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ από τα Γιάννενα, φυσικά μέσω Κατάρας, πέρασε και από την Καλαμπάκα. Εκτός αν εννοεί ότι τη δεύτερη φορά δεν έμεινε εκεί.

Τα μπακέτα για τα οποία γίνεται λόγος στο αφήγημα είναι πακέτα καπνό που έφερνε στον πατέρα του.

Γ. Κοτζιούλας, Περαστικός απ’ τα Μετέωρα, Μετέωρα*, τεύχ. 2 (1948) 62-64.

* Περιοδικό του ΕΜΟΤ (Εκδρομικός Μορφωτικός Όμιλος Τρικάλων).

Θυμάμαι τον πρώτο χειμώνα της σκλαβιάς και της πείνας, το μαύρο χειμώνα του 41. Τότε μ’ έφερε η τύχη να περάσω κι εγώ για πρώτη φορά απ’ την Καλαμπάκα. Τότε ανέβηκα κι εγώ, προσκυνητής της περίστασης, στα φημισμένα Μετέωρα.

Σαν πουλιά που τα κυνηγάει ανεμική, έφευγαν οι άνθρωποι μπουλούκια απ’ τη ρημαγμένη πρωτεύουσα, που φτωχομάνα των επαρχιωτών ως τα χτες, είχε καταντήσει τώρα με τους Γερμανούς κολασμένο στρατόπεδο, κοιλάδα των δακρύων. Πουλούσαν ό,τι είχαν ο καθένας κι όσο όσο, κοιτάζοντας όπως μπορούσαν να βγάλουν την άδεια απ’ τους Ιταλούς για να πάρουν τα μάτια τους μια ώρα αρχύτερα και να ζητήσουν άσυλο στις πρώτες φωλιές τους, στις φτωχούλες πατρίδες που καρτερούσαν όλο στοργή τα κακότυχα παιδιά τους.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αθησαύριστα, Αναμνήσεις, Εις μνήμην, Κατοχή, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , | 106 Σχόλια »

Τη μέρα που κάηκε η Νοτρ Νταμ

Posted by sarant στο 16 Απριλίου, 2019

Και ενώ όλη η Γαλλία περίμενε τον Εμανουέλ Μακρόν να εκφωνήσει, στις 8 ακριβώς, τα μέτρα που αποφάσισε ύστερα από τον Μεγάλο εθνικό διάλογο (αν αποδώσουμε έτσι το Grand débat national) που ο ίδιος είχε δρομολογήσει ως απάντηση στο κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, κι ενώ τα κανάλια έκαναν εικασίες, εδώ και μέρες, για το περιεχόμενο των προεδρικών εξαγγελιών στο πολυαναμενόμενο διάγγελμα, η φοβερή πυρκαγιά, που ξέσπασε στη Νοτρ Νταμ, στην Παναγία των Παρισίων, ανάγκασε τον Πρόεδρο να αναβάλει το διάγγελμα προς το έθνος.

Η καταστροφή είναι, θαρρώ η λέξη ταιριάζει, αδιανόητη: κατέρρευσε το βέλος, η οροφή του καμπαναριού, κατέρρευσε και η στέγη.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γαλλία, Επικαιρότητα, Μνημεία | Με ετικέτα: , , , , , | 174 Σχόλια »

Ποιήματα για τον Στάλιν

Posted by sarant στο 10 Μαρτίου, 2019

Την Τρίτη που μας πέρασε συμπληρώθηκαν 66 χρόνια από τον θάνατο του Ιωσήφ Στάλιν, του ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης που σύνδεσε το όνομά του με την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ, με τη συντριβή του φασισμού και του ναζισμού στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και με εγκλήματα, εκκαθαρίσεις της παλιάς φρουράς των μπολσεβίκων και παραβιάσεις της σοσιαλιστικής νομιμότητας και με το φαινόμενο που ονομάστηκε προσωπολατρία και που δύσκολα συμβιβάζεται με το απελευθερωτικό όραμα του κομμουνισμού.

Ο Στάλιν πέθανε πριν απο 66 χρονια, αλλά το όνομά του ακούγεται ολοένα και περισσότερο στις μέρες μας, πολύ περισσότερο απ’ όσο ακουγόταν π.χ. στη δεκαετία του 1980. Αφενός ακούγεται πολύ επειδή το ΚΚΕ έχει ας πούμε αποκαταστήσει το όνομά του, έχει επανεκδώσει τα έργα του και τον τιμά μέσα από τα έντυπά του, σε αντίθεση με το ΚΚΕ της περιόδου Φλωράκη, κατά την οποια ο Ριζοσπάστης σπανιότατα εκανε λόγο για τον Στάλιν.

Κυρίως όμως ο Στάλιν και ο σταλινισμός ακούγεται σαν σκιάχτρο, από τους αντίπαλους της αριστεράς, που τον χρησιμοποιούν για να συκοφαντήσουν συλλήβδην την αριστερά για ανελεύθερη, αυταρχική και αιμοβόρα. Βέβαια, όταν όλοι οι καταπιεστές και οι απατεώνες της εποχής μας χρησιμοποιούν τον Στάλιν με τον τρόπο αυτό, κάθε τίμιος άνθρωπος αισθάνεται τον πειρασμό να συμπεράνει πως δεν θα ήταν και τόσο κακός ο σύντροφος με το μουστάκι.

Σήμερα όμως είναι Κυριακή, μέρα λογοτεχνίας. Οπότε, σκέφτομαι πως δεν θα ήταν κακή ιδέα να δούμε μερικά ποιήματα που γράφτηκαν για τον Στάλιν.

Το έναυσμα μού το έδωσε ο Τάκης Θεοδωρόπουλος, που έγραψε προχτές επιφυλλίδα, ακριβώς, με τίτλο «Πέθανε ή δεν πέθανε ο Στάλιν;» στην οποία αναφέρεται περιπαιχτικά στα ποιήματα που έγραψαν μεγάλοι ποιητές, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Πάμπλο Νερούδα και ο Ραφαέλ Αλμπέρτι, για τον θάνατο του Στάλιν. Οπότε, σκέφτηκα να δώσω στον κύριο Τάκη την ευκαιρία να ειρωνευτεί και άλλα ονόματα της ελληνικής λογοτεχνίας.

Το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου για τον θάνατο του Στάλιν είναι πασίγνωστο χωρίς κανείς να το έχει διαβάσει, κυκλοφορεί σε διάφορα σημεία του Διαδικτύου, αν και απ’ όσο ξέρω ο ποιητής δεν το συμπεριέλαβε σε κάποιο βιβλίο του. Υπάρχει, για παράδειγμα, εδώ, αλλά δεν ξέρω αν είναι ολόκληρο.

Λιγότερο γνωστό είναι το ποίημα που έγραψε με την ίδια ευκαιρία ο Τάσος Λειβαδίτης. Είναι λιγότερο γνωστό επειδή ο Λειβαδίτης μετά τη μεταπολίτευση δεν ήταν χρήσιμος στόχος. Ο Ρίτσος ήταν στόχος, που είχε ταχθεί με το ΚΚΕ, που, αντίστροφα απ’ό,τι τώρα, ήταν το πιο ενοχλητικό κόμμα της Αριστεράς.

Το ποίημα δημοσιεύτηκε στην Αυγή την Κυριακή 8 Μαρτίου 1953. Δεν το βρήκα ολόκληρο κάπόυ, οπότε το παραθέτω σε μορφή εικόνας:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επετειακά, ΕΣΣΔ, Εις μνήμην, Κομμουνιστικό κίνημα, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , , , , , | 150 Σχόλια »