Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Δημήτρης Δασκαλόπουλος’

Ποιος ήταν ο Κ. Βάφης;

Posted by sarant στο 15 Ιανουαρίου, 2023

Θα επαναλάβω σήμερα ένα παλιό, παμπάλαιο φιλολογικό άρθρο, που αρχικά το είχαμε δημοσιεύσει πριν από εντεκάμισι χρόνια. Ο λόγος της επανάληψης δεν είναι ότι βαριέμαι να γράψω ή ότι θα ταξιδέψω και δεν προλαβαίνω· είναι ότι το αρχικό άρθρο είχε ένα βασικότατο λάθος, ένα λάθος που διαιωνίζεται, οπότε έκρινα πως δεν αρκούσε να διορθώσω απλώς το παλιό εκείνο άρθρο αλλά έπρεπε να γράψω καινούργιο -με την ευκαιρία, θα πω και δυο λόγια παραπάνω για το θέμα των διορθώσεων. 

Για να επανέλθω στο ερώτημα του τίτλου, ο Κ. Βάφης θυμίζει βέβαια τον Καβάφη. Είναι συνηθισμένο, όταν κάποιοι παρωδούν έργο ενός γνωστού ποιητή, να το υπογράφουν με ένα ψευδώνυμο που παρωδεί το όνομα του ποιητή. Για παράδειγμα, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης παρώδησε τον Καββαδία υπογράφοντας ως Καββαθίας, ενώ ο Μίμης Σουλιώτης έβγαλε βιβλίο με καβαφικές παρωδίες («Ποιήματα εν παρόδω»), όπου υπόγραφε ως Κ.Φ.Φαβάκης. Και ο Κ. Βάφης εδώ ανήκει -και από εδώ παραθέτω, τροποποιημένο βέβαια, το παλιό άρθρο.

Ο Καβάφης είναι ο ποιητής μας που τα ποιήματά του έχουν παρωδηθεί περισσότερο από κάθε άλλον -και με μεγάλη διαφορά. (Δεύτερος πρέπει να έρχεται ο Καββαδίας, σε παρωδίες του οποίου έχουμε αφιερώσει άρθρο). Ο όρος «παρωδία» εδώ είναι αναγκαστικά πολύ ευρύς -ίσως θα έπρεπε να τον κρατήσουμε μόνο για τις περιπτώσεις όπου αυτό γίνεται με αποκλειστικό σκοπό τη σάτιρα, συχνά και του ίδιου του ποιητή, ενώ τις άλλες περιπτώσεις, όπου το ποίημα γράφεται  «με τον τρόπο» του ποιητή, και που μπορεί να αποτελούν ακόμη και φόρο τιμής, να τις πούμε «μιμήσεις». Μια άλλη διάκριση είναι ανάμεσα στις παραφράσεις, δηλαδή τις παρωδίες που ακολουθούν πιστά ένα συγκεκριμένο ποίημα, αλλάζοντας φυσικά κάποιες λέξεις, όπως εδώ ο Γιώργος Κοροπούλης και ο Αλλού Φαν Μαρξ στους Ιδανικούς αυτόχειρες, και σε εκείνες που απλώς εμπνέονται από το ύφος του ποιητή.

Αλλά ας γυρίσουμε στον Καβάφη. Έλεγα ότι έχει παρωδηθεί περισσότερο από κάθε άλλον. Το 1997 ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος συγκέντρωσε σε βιβλίο 170 παρωδίες καβαφικών ποιημάτων, τις περισσότερες από επώνυμους λογίους, ενώ ο καθηγητης Ξ. Κοκόλης έχει εκδώσει δικό του βιβλίο με τριάντα καβαφικές παρωδίες (του τύπου της παράφρασης). Οι πρώτες χρονολογικά καβαφικές παρωδίες που συγκέντρωσε ο Δασκαλόπουλος είναι εχθρικές προς τον ποιητή. Ίσως η καλύτερη ή γνωστότερη από αυτές να είναι η ακόλουθη του Φώτου Πολίτη (1923):

Η αβρά κυρία μετά της οποίας
εγεύθης καλαμάρια και σηπίας
απήλθε χθες εις το αβησσυνιακόν επίνειον.
Τούτο ενθυμού. Εις το αβησσυνιακόν επίνειον
απήλθεν η αβρά κυρία μετά της οποίας
εγεύθης καλαμάρια και σηπίας.

Φυσικά σατιρίζεται το ποίημα «Εις το επίνειον» του Καβάφη, που ξεκινάει:

Νέος, είκοσι οκτώ ετών, με πλοίον τήνιον
έφθασε εις τούτο το συριακόν επίνειον
ο Έμης, με την πρόθεσι να μάθει μυροπώλης.

Το ποίημα αυτό με τις πολυσύλλαβες  ομοιοκαταληξίες είχε σκανδαλίσει τους αντικαβαφικούς -το παρώδησε και ο Σπυρομελάς, αλλά η δική του παρωδία είναι χειρότερη και εκτενέστερη και βαριέμαι να την αντιγράψω. Έχει την αξία ότι περιέχει τη λέξη «πιπίνιον», άρα μαθαίνουμε ότι το έλεγαν από τότε.

Αλλά ας πάμε στον Κεραυνό.  Η παρωδία αυτή δημοσιεύτηκε στην εφημ. Πολιτεία στις 7/1/1925 και την υπογράφει ο «Κ. Βάφης». Στόχος της είναι να σατιρίσει όχι τον Καβάφη, αλλά τον Γεώργιο Κονδύλη, τον στρατιωτικό που είχε γίνει πολιτικός. Δεν παρωδείται συγκεκριμένο καβαφικό ποίημα, αλλά γίνεται μίμηση του ύφους του Καβάφη -και βέβαια, εδώ κι εκεί υπάρχουν ατόφιοι καβαφικοί στίχοι.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Advertisement

Posted in Επαναλήψεις, Καβαφικά, Πρόσφατη ιστορία, Παρωδίες, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , , , , , , | 100 Σχόλια »

Ο ποιητής Άχθος Αρούρης

Posted by sarant στο 29 Μαρτίου, 2020

Το άρθρο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στο τεύχος 47 (άνοιξη 2020) του καλού περιοδικού Μικροφιλολογικά που κυκλοφορεί δύο φορές τον χρόνο στη Λευκωσία. Ο φίλος Λευτέρης Παπαλεοντίου, που αυτόν τον καιρό επιμελείται μιαν ανθολογία σατιρικής ποίησης, είδε κάπου μια καβαφική παρωδία του παππού μου και μου ζήτησε να γράψω μια παρουσίαση του έργου του για το περιοδικό.

Τα περισσότερα ποιήματα που περιλαμβάνω στο σημερινό άρθρο είναι βέβαια γνωστά στο ιστολόγιο, αλλά δεν τα έχουμε βάλει συγκεντρωμένα. Ένας άλλος λόγος που συνηγορεί για τη σημερινή δημοσίευση στο ιστολόγιο είναι ότι μέσα στην εβδομάδα είχαμε την επέτειο του θανάτου του παππού μου (24.3.1977).

Εδώ παραθέτω την αρχική βερσιόν του άρθρου -στη δημοσιευμένη μορφή έγιναν συντομεύσεις.

Ο ποιητής Άχθος Αρούρης (Νίκος Σαραντάκος, 1903-1977)

Άχθος αρούρης είναι έκφραση ομηρική (Ιλιάδα Σ 104) και θα πει «βάρος της γης», δηλαδή άχρηστος άνθρωπος. Είναι και το ψευδώνυμο που διάλεξε ο παππούς μου, ο Νίκος Σαραντάκος, και με αυτό δημοσίευε ποιήματά του σε εφημερίδες της Μυτιλήνης και της Αθήνας προπολεμικά.

Παιδί πολυμελούς οικογένειας από τη Γέρμα της Μάνης, που αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στον Πειραιά, τελείωσε στα 15 του την δευτεροβάθμια εκπαίδευση και έπιασε δουλειά σε τράπεζες. Στρατιώτης στη Θεσσαλονίκη ήρθε σε επαφή με τις κομμουνιστικές ιδέες και τις ενστερνίστηκε. Ως τραπεζικός υπάλληλος στη Μυτιλήνη γνωρίστηκε με την ποιήτρια Ελένη Μυρογιάννη και την παντρεύτηκε.

Η Κατοχή τον βρήκε στη Μυτιλήνη στέλεχος της Αγροτικής Τράπεζας. Συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ και φυλακίστηκε από τους Γερμανούς και αργότερα από το μεταπελευθερωτικό καθεστώς για στάση, με αποτέλεσμα να απολυθεί από τη θέση του και να μετοικήσει στην Αθήνα, όπου εργάστηκε στη σύνταξη της Εγκυκλοπαίδειας του Ηλίου.

Στα πρώτα του ποιήματα και χρονογραφήματα, ο Ν.Σ. χρησιμοποιούσε διάφορα ψευδώνυμα, όπως Βριάρεως ή Ηρόστρατος. Με αυτό το τελευταίο δημοσίευσε στο αριστερό λογοτεχνικό περιοδικό Νέα Επιθεώρηση (τχ. 10, Οκτώβριος 1928) το ποίημα “Η κάσα”:

Η κάσα

Όγκος βαρής κι ασήκωτος τ’ αφέντη μας η κάσσα,
με ζηλεμένονε παρά σε στήθια σιδερένια.
Κι ανοιγοκλεί με σφυριχτήν -σα δουλευτής- ανάσα
κι ο αφέντης τής χαμογελά με σεβασμό κι ευγένεια.

Από μαντέμι δυνατό κι αστραφτερόν ατσάλι
-Το μέταλλο που φτιάνουνε της φυλακής τους κρίκους-
Σαν το καλύβι ενού φτωχού, μπορεί και πιο μεγάλη
και ξεπερνά σ’ αχορταγιά τους πεινασμένους Λύκους!

Κρύβει τ’ αργάτη τον ιδρό, το γαίμα του στρατιώτη
το μαύρο δάκρυ τ’ αρφανού, το στεναγμό της χήρας
του φαμελίτη το ψωμί, της πόρνης την αγνότη
και της γυναίκας την τιμή και την τιμή της λίρας!

Ο αρχισυντάκτης του περιοδικού, ο Μίλιος Χουρμούζιος (τότε με το ψευδώνυμο Αντρέας Ζευγάς) δημοσίευσε μεν το ποίημα, αλλά επέκρινε τον ποιητή για την επιλογή του ψευδωνύμου.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Εις μνήμην, Καβαφικά, Παρωδίες, Ποίηση, Σατιρικά | Με ετικέτα: , , , , , , , | 94 Σχόλια »