Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Δημοκράτης Μυτιλήνης’

Ο χορευτής του Κήπου και Απάνω Σκάλα (δυο χρονογραφήματα του Βριάρεω)

Posted by sarant στο 15 Μαρτίου, 2023

Εδώ και λίγο καιρό έχω αρχίσει να δημοσιεύω χρονογραφήματα του παππού μου, που δημοσιεύτηκαν το 1928-29 στην εφημερίδα Δημοκράτης της Μυτιλήνης, με το ψευδώνυμο Βριάρεως. Το προηγούμενο άρθρο της σειράς αυτής είναι εδώ. H δημοσίευση κανονικά γίνεται κάθε δεύτερη Τρίτη, αλλά εκτάκτως τούτη τη φορά μετατέθηκε για Τετάρτη, επειδή χτες ήταν η μέρα του π. 

Ο Βριάρεως ήταν ένας από τους τρεις Εκατόγχειρες της Τιτανομαχίας. Το όνομα του Βριάρεω συνδέεται με το επίθ. βριαρός = ισχυρός, ενώ στην Ιλιάδα μαθαίνουμε οτι οι θεοί τον έλεγαν έτσι αλλά στους ανθρώπους ήταν γνωστός ως Αιγαίων. Στην αγγλική Βικιπαίδεια βρίσκω μια γελοιογραφία που παρουσιάζει το εργατικό κίνημα ως Εκατόγχειρα Βριάρεω, οπότε ίσως δεν είναι τυχαία η επιλογή του ψευδωνύμου από τον παππού μου. 

Τα χρονογραφήματα αυτά τα εντόπισε και τα κατέγραψε ο φίλος ερευνητής Αριστείδης Καλάργαλης στο αρχείο του Δημοκράτη -συνολικά κατέγραψε, με επιτόπια αποδελτίωση στα γραφεία της εφημερίδας, σχεδόν 40 χρονογραφήματα για την περίοδο από Αύγουστο 1928 έως Μάιο 1929 και μου έστειλε τις φωτογραφίες. Ο παππούς μου είχε στα χαρτιά του κρατήσει αρκετά από αυτά, σε ένα τετράδιο με κολλημένα αποκόμματα, που το τιτλοφορεί «Περισωθέντα νεανικά αμαρτήματα». 

Επειδή τα πιο πολλά «περισωθέντα» χρονογραφήματα είναι μάλλον σύντομα, έβαλα δύο για να μη με κατηγορήσετε για ελλιπή μερίδα. Τα δυο σημερινά χρονογραφήματα είναι τα πρώτα πρώτα που δημοσίευσε ο Βριάρεως στην εφημερίδα. Το πρώτο, Ο χορευτής του Κήπου, δημοσιεύτηκε στις 18 Αυγούστου 1928 και το δεύτερο στις 23.8.1928.

Και τα δυο έχουν τον υπέρτιτλο Μύτιληναϊκοί περίπατοι, και δικαίως αφού περιγράφουν μέρη της πόλης της Μυτιλήνης: τον Κήπο και την Απάνω Σκάλα. Σκέφτηκα ότι ταίριαζε να τα βάλω σήμερα, μια που τις προάλλες είχαμε το διήγημα του Λάκη Παπαστάθη που επίσης αναφερόταν στη Μυτιλήνη. Ο «φορολογικότατος» [Γεώργιος] Μαρής του δεύτερου διηγήματος, θα το καταλάβατε, ήταν υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Βενιζέλου. 

Μονοτονίζω, εκσυγχρονίζω την ορθογραφία και προσθέτω δυο παλιές φωτογραφίες του Κήπου και της Απάνω (σήμερα: Επάνω) Σκάλας, που βρήκα σε μυτιληνιούς ιστότοπους.

ΜΥΤΙΛΗΝΑΪΚΟΙ ΠΕΡΙΠΑΤΟΙ

Ο ΧΟΡΕΥΤΗΣ ΤΟΥ ΚΗΠΟΥ

Εις όλα τα μέρη του κόσμου κήποι πόλεων λέγονται δενδρόφυτα γήπεδα επιμελώς καλλιεργούμενα με πλήρη χλωρίδα, ποικιλίαν ανθέων, πίδακας, αγάλματα και κελαρύζον ύδωρ. Παρ ημίν εγένετο μικρά τις παρεξήγησις της σημασίας της λέξεως «κήπος». Ούτω αποκαλούμεν τοιούτον το γνωστόν τοις πάσι σύμφυρμα ολίγων φθειριώντων δένδρων, χαλασμένων συρματοπλεγμάτων περικλειόντων αοράτους ανθώνας και αγκω­νάρια ατάκτως ερριμμένα. Την πλουσίαν χλω­ρίδα αποτελεί το προ της εισόδου παράπηγμα ενός οπωροπώλου όπου θαυμάζομεν πεπόνια βαρέα ως δηλώσεις πολιτευομένων και καρπούζια ελαφρά ως κεφαλάς αντιπολιτευομένων αιωρούμενα ως αερόστατα εις τα απρόσιτα ύψη της ελληνικής ακριβείας (δηλ. της ακρίβειας).

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Μυτιλήνη, Μεσοπόλεμος, Πολεογραφία, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , , | 58 Σχόλια »

Γιαγκίν βαρ και Αποκατάστασις (δυο χρονογραφήματα του Βριάρεω)

Posted by sarant στο 28 Φεβρουαρίου, 2023

Εδώ και λίγο καιρό έχω αρχίσει να δημοσιεύω χρονογραφήματα του παππού μου, που δημοσιεύτηκαν το 1928-29 στην εφημερίδα Δημοκράτης της Μυτιλήνης, με το ψευδώνυμο Βριάρεως. Το προηγούμενο άρθρο της σειράς αυτής είναι εδώ.

Ο Βριάρεως ήταν ένας από τους τρεις Εκατόγχειρες της Τιτανομαχίας. Το όνομα του Βριάρεω συνδέεται με το επίθ. βριαρός = ισχυρός, ενώ στην Ιλιάδα μαθαίνουμε οτι οι θεοί τον έλεγαν έτσι αλλά στους ανθρώπους ήταν γνωστός ως Αιγαίων. Στην αγγλική Βικιπαίδεια βρίσκω μια γελοιογραφία που παρουσιάζει το εργατικό κίνημα ως Εκατόγχειρα Βριάρεω, οπότε ίσως δεν είναι τυχαία η επιλογή του ψευδωνύμου από τον παππού μου. 

Τα χρονογραφήματα αυτά τα εντόπισε και τα κατέγραψε ο φίλος ερευνητής Αριστείδης Καλάργαλης στο αρχείο του Δημοκράτη -συνολικά κατέγραψε, με επιτόπια αποδελτίωση στα γραφεία της εφημερίδας, σχεδόν 40 χρονογραφήματα για την περίοδο από Αύγουστο 1928 έως Μάιο 1929 και μου έστειλε τις φωτογραφίες. Ο παππούς μου είχε στα χαρτιά του κρατήσει αρκετά από αυτά, σε ένα τετράδιο με κολλημένα αποκόμματα, που το τιτλοφορεί «Περισωθέντα νεανικά αμαρτήματα». 

Επειδή τα πιο πολλά «περισωθέντα» χρονογραφήματα είναι μάλλον σύντομα, έβαλα δύο για να μη με κατηγορήσετε για ελλιπή μερίδα. Τα δυο σημερινά χρονογραφήματα είναι από τα τελευταία που δημοσίευσε ο Βριάρεως στην εφημερίδα. Το πρώτο, το Γιαγκίν βαρ, δημοσιεύτηκε στις 30 Μαρτίου 1929 και το δεύτερο την επομένη, 31.3.1929.

Γιαγκίν βαρ θα πει «Πυρκαγιά [υπάρχει]» στα τούρκικα. Και στα ελληνικά έχει περάσει το γιαγκίνι (Σαν της Σμύρνης το γιαγκίνι, στο ντουνιά δεν έχει γίνει). Ο στίχος «Άκου τον ξάστερο ουρανό, πώς οι καμπάνες σειούνε» είναι από τους Σκλάβους Πολιορκημένους του Βάρναλη, που είχαν κυκλοφορήσει δυο χρόνια νωρίτερα. Το ωρολόγιον του Αγίου Σουλπικίου είναι παροιμιώδης φράση (υπάρχει και διήγημα του Φαίδρου Μπαρλά με τον τίτλο αυτόν) που ίσως ανάγεται σε παλιό μυθιστόρημα ή/και στο περίφημο ρολόι της εκκλησίας του Αγίου Σουλπικίου στο Παρίσι, που πάντως είναι ηλιακό. Εδώ, χαριτολογώντας το αναφέρει ο παππούς μου, που έμενε στη Μυτιλήνη πίσω από τον Άγιο Συμεών. 

Το δεύτερο χρονογράφημα είναι κάπως επίκαιρο, αφού γράφτηκε μέσα στη Σαρακοστή, με την ευκαιρία κάποιας αγορανομικής διάταξης ή κάτι τέτοιο, που αύξανε την τιμή της φασολάδας στα εστιατόρια. Θυμάμαι τον παππού μου να λέει, σε διάφορα τραπέζια, την ιστορία της συνταγής με τα αλληλογεμιστά πουλιά στην αρχή του χρονογραφήματος. Η λέξη «Ερρέτωσαν» στο τέλος ήταν συχνή στα καθαρευουσιάνικα κείμενα (και στον ενικό: ερρέτω) -να πάνε να χαθούν. 

Εδώ μονοτονίζω και εκσυγχρονίζω την ορθογραφία. Ο παππούς γράφει σε καθαρεύουσα, που ταιριάζει με το περιπαικτικό ανάλαφρο ύφος των περιγραφών του. 

Γιαγκίν-βαρ…!

Αυτήν την φράσιν γραμμένην με κεφαλαία και με τρία αποσιωπητικά και έν θαυμαστικόν (όπως παραπάνω) την εδιάβασα κάποτε —ευρισκόμενος εις την τρυφερήν ηλικίαν καθ’ ήν εντρυφά κανείς εις την απόλαυσιν των ληστρικών αναγνωσμάτων— εις τον «λήσταρχον Τσακιτζήν» ηρωικώς δράσαντα και τελευτήσαντα εν Μικρά Ασία.

Παρήλθον εκτοτε πλείστα μεστά περι­πετειών έτη και η φράσις ελησμονήθη είς τινα γωνίαν της καταπεπονημένης μνήμης. Εκείθεν ανεκλήθη χθες την νύκτα ως τρομερόν όνειρον με όλην την τραγικότητα και τον πανικόν που περικλείει.

Το ωρολόγιον του Αγίου Σουλπικίου θα είχε σημάνει μεσονύκτιον εκτός εάν είχε κατά τύχην λησμονηθεί ξεκούρδιστον ότε επανειλημμέναι κωδωνοκρουσίαι εσήμαναν συναγερμόν.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Μυτιλήνη, Μεσοπόλεμος, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , , , , | 97 Σχόλια »

Κόρτε – Οφθαλμοτρώγω: δυο χρονογραφήματα του Βριάρεω

Posted by sarant στο 14 Φεβρουαρίου, 2023

Πριν από δεκατέσσερις μέρες δημοσίευσα ένα χρονογράφημα του παππού μου, συνεχίζω σήμερα με άλλα δύο, που επίσης δημοσιεύτηκαν το 1928-29 στην εφημερίδα Δημοκράτης της Μυτιλήνης, με το ψευδώνυμο Βριάρεως, και τα δυο με τον υπέρτιτλο Μυτιληναϊκοί περίπατοι. 

Ο Βριάρεως ήταν ένας από τους τρεις Εκατόγχειρες της Τιτανομαχίας. Το όνομα του Βριάρεω συνδέεται με το επίθ. βριαρός = ισχυρός, ενώ στην Ιλιάδα μαθαίνουμε οτι οι θεοί τον έλεγαν έτσι αλλά στους ανθρώπους ήταν γνωστός ως Αιγαίων. Στην αγγλική Βικιπαίδεια βρίσκω μια γελοιογραφία που παρουσιάζει το εργατικό κίνημα ως Εκατόγχειρα Βριάρεω, οπότε ίσως δεν είναι τυχαία η επιλογή του ψευδωνύμου από τον παππού μου. 

Τα χρονογραφήματα αυτά τα εντόπισε και τα κατέγραψε ο φίλος ερευνητής Αριστείδης Καλάργαλης στο αρχείο του Δημοκράτη -συνολικά κατέγραψε, με επιτόπια αποδελτίωση στα γραφεία της εφημερίδας, σχεδόν 40 χρονογραφήματα για την περίοδο από Αύγουστο 1928 έως Μάιο 1929 και μου έστειλε τις φωτογραφίες. Ο παππούς μου είχε στα χαρτιά του κρατήσει αρκετά από αυτά, σε ένα τετράδιο με κολλημένα αποκόμματα, που το τιτλοφορεί «Περισωθέντα νεανικά αμαρτήματα». 

Επειδή τα πιο πολλά «περισωθέντα» χρονογραφήματα είναι μάλλον σύντομα, έβαλα δύο για να μη με κατηγορήσετε για ελλιπή μερίδα. Και επειδή σήμερα είναι η γιορτή των ερωτευμένων, έβαλα δυο που έχουν κάποια σχέση με το θέμα του έρωτα. 

Το πρώτο, το Κόρτε, δεν ξέρω πότε ακριβώς δημοσιεύτηκε, δεν το σημείωσε ο Καλάργαλης στον κατάλογό του. Το δεύτερο δημοσιεύτηκε στις 30.1.1929. Ο παππούς μου αποδίδει με βεβαιότητα το ρήμα «οφθαλμοτρώγω» στον ποιητή Παν. Σούτσο. Και ο Κουμανούδης το ίδιο λέει στη «Συναγωγή νέων λέξεων», παραπέμποντας στον Ροΐδη, που κάτι πρέπει να έχει γράψει σχετικά -και εικάζω πως ο παππούς μου από εκεί θα άντλησε την πληροφορία, διότι διάβαζε περισσότερο τον Ροΐδη παρά τον Σούτσο. Περισσότερα δεν προλαβαίνω να ψάξω τώρα.

Στο δεύτερο χρονογράφημα γίνεται επίσης λόγος για την ταινία του βωβού κινηματογράφου Ο θαλασσοπόρος (The Navigator) του Μπάστερ Κίτον, που είχε προβληθεί τότε στη Μυτιλήνη -είναι ταινία του 1924 και μπορείτε να τη δείτε εδώ.

Εδώ μονοτονίζω και εκσυγχρονίζω την ορθογραφία. Ο παππούς γράφει σε καθαρεύουσα, που ταιριάζει με το περιπαικτικό ανάλαφρο ύφος των περιγραφών του. Να σημειώσουμε ότι ήταν 26 χρονών όταν τα έγραφε αυτά, κάτι που εξηγεί, σε συνδυασμό και με τα δεδομένα της εποχής, τον χαρακτηρισμό του «γερο-«Στέφου, που «είναι σχεδόν πενηντάρης» στο πρώτο χρονογράφημα. 

Κόρτε

Είναι σχεδόν πενηντάρης ο φίλος μου ο κυρ-Στέφος, μόλα ταύτα διεκδικεί ακόμη κάποιο μερδικό από τα νιάτα, καίτοι η κυρα-Στέφαινα συνηθίζει κάποτε χαριεντιζομένη να του λέει:

«Γέρασες πια, καημένε Στέφο, σε τίποτα δε φελάς». Και ο Στέφος αναμένει ευκαιρίαν να δείξει πως «φελά» ακόμη και το δηλώνει κατηγορηματικώς εις την Πηνελόπην του: «Εγώ γέρασα; Θα με κλέψουνε καμιά μέρα και θα με γυρεύεις».

Εννοείται ότι τόσον η πρόκλησις όσον και η απάντησις είναι μόνον έπεα πτερόεντα και τίποτα άλλο και ουδέποτε ο Στέφος επεζήτησε να κλεφτεί, όπερ, ειρήσθω εν παρόδω, είναι εγχείρημα ακατόρθωτον και διά τον Μίλωνα τον Κροτωνιάτην, διότι ο γέρο-Στέφος ζυγίζει περί τας ενενήντα οκάδας.

Όλ’ αυτά τα ήξευρα προ πολλού. Δικαιολογημένη ήτο λοιπόν η έκπληξίς μου όταν είδα τον σεβαστόν μου φίλον να κόβει βόλτες και να κοντοστέκεται προ της βιτρίνας του καταστήματος. Δεν ξέρω πώς είναι πλασμένος ο νους του ανθρώπου ώστε να πηγαίνει αμέσως στο κακό, ωσάν να είναι αναλόγως μαγνητισμένος προς τον πόλον αυτόν και πολλάκις προσεπάθησα να αποτρέψω τον ιδικόν μου από παρομοίαν ενατένισιν. Εντούτοις, μόλις τον είδα, αυτού επήγε ο νους μου, στο κακό.

— Κόρτε κάνει ο παλιόγερος, εσκέφθηκα. Και επλησίασα να ιδώ το υπό κατάκτησιν είδωλον. Ήτο η ταμίας του καταστήματος, ένα μπουμπουκάκι δεκαεπτά ανοίξεων, όπως λένε οι «Κοσμικοί» των εφημερίδων, το οποίο εμέτρα με τα ρόδινα δακτυλάκια του τα «ρέστα» χωρίς να υποπτεύεται καν τα πυρφόρα βλέμματα του φίλου μου.

Τον εχαιρέτησα και επιάσαμε την κουβέντα.

— Όμορφη δεν είναι; Εστέναξε.

— Όμορφη λέει; Κουκλάκι.

— Πόσο λες να τη δίνουνε;

Έμεινα κατάπληκτος.

— Μα δεν πιστεύω να την έχουνε για δόσιμο κι ύστερα δε φαντάζουμαι να ’ναι για τα δόντια σου οπωσδήποτε.

— Αχ, αυτό λέω κι εγώ. Κι εν τούτοις είναι είδος πρώτης ανάγκης. Μπορώ να γυρίζω μες τους δρόμους με την άλλη;

— Με ποιαν άλλη;

— Την παλιά, αδερφέ. Την έχω από τον καιρό του Νώε. Τη βαρέθηκα πια.

Άρχισα να φοβάμαι μήπως του σάλεψε και θέλησα να επέμβω υπέρ της κυρα-Στέφαινας.

— Δεν τ’ αφήνεις αυτά καημένε Στέφο… Δε σου πάνε. Δεν είσαι παιδί πια να κάνεις τρέλες.

— Το ξέρω, τρέλα είναι. Μα τι να κάνεις; Η άλλη έχει τρύπες. Αρκετά την υπέφερα ως τώρα. Άλλο να μου πεις: να πάρω την άλλη, την καφετιά; Αυτή πάει καλύτερα στην ηλικία μου. Σ’ αρέσει αυτή;

Κοίταξα να δω για ποιαν άλλη μιλούσε και γιατί την έλεγε καφετιά. Ήταν μήπως καμιά Σενεγαλέζα;

— Ποιαν άλλη λες; τον ρώτησα. Δε βλέπω καμιάν άλλη.

— Στραβώθηκες χριστιανέ μου; Δω μπροστά σου είναι στοίβες ολόκληρες. Πού κοιτάς; Να, εδώ.

Και μου έδειξε μια στοίβα ρεμπούμπλικες.

ΒΡΙΑΡΕΩΣ

Οφθαλμοτρώγω

Εισηγητής της εκφραστικοτάτης και απαραιτήτου αυτής λέξεως, υπήρξεν ο μακαρίτης Παναγιώτης Σούτσος. Και επληρώθη γι’ αυτήν όπως πληρώνεται κάθε μεγάλος, χολήν αντί του μάννα. Τον επήραν όλοι στο ψιλό και του άλλαξαν την πίστη. Εντούτοις μόνον γι’ αυτή τη λέξη θα ημπορούσε ν’ ανακηρυχθεί μέγας ευεργέτης του ελληνικού λεξικού. Τω όντι η λέξις «οφθαλμοτρώγω» είναι μοναδική εις το είδος της, απολύτως εκφραστική, εύηχος -όπως άλλωστε όλα τα λήγοντα εις τρώγω- και τιμά την ελληνικήν γλώσσαν.

Το εξηκρίβωσα κατά την προχθεσινήν παράστασιν του «Θαλασσοπόρου». Παρά το επικρατούν ψύχος ο κόσμος έτρεξε να θαυμάσει την κωμικήν δύναμιν του Μπάστερ Κίτον και να πνίξει τα βάσανά του μέσα εις ολίγων ωρών άδολον γέλωτα. Αλλ’ έλειπε σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν το ωραίον φύλον και από την πλατείαν και από την οθόνην. Όλος όθεν ο άρρην πληθυσμός εξετόξευε πυρφόρα βλέμματα επί των ελαχίστων που αψήφισαν την θεωρίαν καθ’ ήν το γέλιο ρυτιδώνει το πρόσωπον της γελώσης -αυτός είναι ο κύριος λόγος της σοβαρότητος των θηλέων μας- και κυριολεκτικώς τας «οφθαλμοέτρωγε».

Άλλωστε δεν είναι η μόνη περίπτωσις «οφθαλμοφαγίας» αυτή που ανέφερα -που μπορεί να ονομασθεί κι αλλιώς με προσυνθετικόν επίσης το «οφθαλμός»- υπάρχουν χιλιάδες. Επί παραδείγματι, πώς αλλέως θα ονομασθεί η πλήρης δυναμίτιδος ενατένισις δύο αντιζήλων ωραίων, η προσήλωσις ενός φουκαρά προ εκθέσεως εδωδίμων ή ρουχικών ή το χάζεμα μιας Δ/δος προ βιτρίνας πολυτελών αμφιέσεων ή βαρυτίμων κοσμημάτων;

Κάποτε εις σκληράν εποχήν ισχνών αγελάδων εχάζευα μακαρίως προ της θείας βιτρίνας του «Au Gourmets» στην οδόν Σταδίου. Ήμην τόσον απορροφημένος από τους μεζέδες που ήσαν εκτεθειμένοι -μόνον φευ- εις τα όμματα του κόσμου, ώστε μόλις ένιωσα ένα κτύπημα στον ώμο. Ήταν ο προϊστάμενός μου, όστις με ηρώτησεν απορών.

— Τι κάνεις εδώ παιδί μου; Τόσην ώρα κάθομαι και σε βλέπω.

— Οφθαλμοτρώγω, κύριε ….

Το τρώγειν δέδοται μόνον εις τους εκλεκτούς, ενώ το οφθαλμοτρώγειν είναι προσιτόν εις όλους, και γι’ αυτό όλοι οφθαλμοτρώγομεν. Είτε την παιδίσκην του γείτονος, είτε το μέγαρον του πλουσίου, είτε το αυτοκίνητον του νεοπλούτου, είτε και αυτόν τον μπακαλιάρον του προγάστορος μπακάλη μας, πάντως όλοι οφθαλμοτρώγομεν. Ζήτω λοιπόν ο μακαρίτης Σούτσος, έστω και αν εξαιτίας του «οφθαλμοτρώγω» εγλωσσοφαγώθη υπό των συγχρόνων του.

ΒΡΙΑΡΕΩΣ

 

 

Posted in Άχθος Αρούρης, Μυτιλήνη, Μεσοπόλεμος, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , , , | 125 Σχόλια »

Το παλαιόσπιτον Κάρακα (ένα χρονογράφημα του Βριάρεω)

Posted by sarant στο 31 Ιανουαρίου, 2023

Τρίτη σήμερα, μέρα που επί σειράν ετών έβαζα κείμενα του πατέρα μου, που όμως πια εξαντλήθηκαν, αφού βάλαμε και το ανέκδοτο μυθιστόρημά του. Σκέφτηκα να βάλω λοιπόν κείμενα του παππού μου, που όμως τα περισσότερα είναι αυτοτελή, π.χ. τα χρονογραφήματά του.

Πέρυσι τέτοιον καιρό, ενώ δεν είχα ακόμα έτοιμο το ανέκδοτο μυθιστόρημα, είχα βάλει σαν γέφυρα ένα χρονογράφημα του παππού μου, οπότε σήμερα θα δούμε άλλο ένα, που δημοσιεύτηκε το 1929 στην εφημερίδα Δημοκράτης της Μυτιλήνης, με το ψευδώνυμο Βριάρεως.

Ο Βριάρεως ήταν ένας από τους τρεις Εκατόγχειρες της Τιτανομαχίας. Το όνομα του Βριάρεω συνδέεται με το επίθ. βριαρός = ισχυρός, ενώ στην Ιλιάδα μαθαίνουμε οτι οι θεοί τον έλεγαν έτσι αλλά στους ανθρώπους ήταν γνωστός ως Αιγαίων. Στην αγγλική Βικιπαίδεια βρίσκω μια γελοιογραφία που παρουσιάζει το εργατικό κίνημα ως Εκατόγχειρα Βριάρεω, οπότε ίσως δεν είναι τυχαία η επιλογή του ψευδωνύμου από τον παππού μου. 

Πρέπει να πω ότι τα χρονογραφήματα αυτά τα εντόπισε και τα κατέγραψε ο φίλος ερευνητής Αριστείδης Καλάργαλης στο αρχείο του Δημοκράτη -συνολικά κατέγραψε, με επιτόπια αποδελτίωση στα γραφεία της εφημερίδας, σχεδόν 40 χρονογραφήματα για την περίοδο από Αύγουστο 1928 έως Μάιο 1929 και μου έστειλε τις φωτογραφίες. Ο παππούς μου είχε στα χαρτιά του κρατήσει αρκετά από αυτά, σε ένα τετράδιο με κολλημένα αποκόμματα, που το τιτλοφορεί «Περισωθέντα νεανικά αμαρτήματα». 

Το συγκεκριμένο χρονογράφημα δημοσιεύτηκε στον Δημοκράτη στις 20 Φεβρουαρίου 1929 (ο πατέρας μου είχε μόλις σαραντίσει, δηλαδή), με τον υπέρτιτλο «Αναμνήσεις». Εδώ μονοτονίζω και εκσυγχρονίζω την ορθογραφία. Ο παππούς γράφει σε καθαρεύουσα, που ταιριάζει με το περιπαικτικό ανάλαφρο ύφος των περιγραφών του. Να σημειώσουμε ότι ήταν 26 χρονών όταν τα έγραφε αυτά και ότι το περιστατικό που αφηγείται πρέπει να συνέβη 3-4 χρόνια νωρίτερα. 

Ο τίτλος θα παραξενέψει αρκετούς, αν και τον έχω αναφέρει ξανά στο ιστολόγιοΤο «Παλαιόσπιτον Κάρακα» (Masure Gorbeau στα γαλλικά) είναι παρμένο από την περίφημη μετάφραση των Αθλίων από τον Ισιδωρίδη Σκυλίτση. Είναι το σπίτι όπου μένουν για λίγο ο Γιάννης Αγιάννης και η Τιτίκα, μόλις την παίρνει από τους Θεναρδιέρους -και το 4ο βιβλίο του 2ου τόμου των Αθλίων τιτλοφορείται Masure Gorbeau. Ο Σκυλίτσης είναι αυτός που καθιέρωσε τις αποδόσεις Γιάννης Αγιάννης, Γαβριάς, Τιτίκα κτλ. που τις τηρούν οι περισσότερες νεότερες μεταφράσεις, αλλά νομίζω ότι οι νεότεροι δεν ακολουθούν τον Σκυλίτση στην υπόλοιπη ονοματολογία -ας πούμε, το «παλαιόσπιτον Κάρακα», ο Κοτζιούλας το αποδίδει «το σαράβαλο του Κόρκα». Και οι δυο μεταφραστές την ίδια σκέψη κάνουν, το Gorbeau είναι παράφραση του corbeau (κόρακας). Καθώς οι Άθλιοι είχαν διαβαστεί πολύ, για το «παλαιόσπιτον Κάρακα» έχουν γράψει επίσης ο Σπύρος Μελάς και ο Κωστής Παλαμάς, σίγουρα και άλλοι.

ΤΟ ΠΑΛΑΙΟΣΠΙΤΟΝ ΚΑΡΑΚΑ

Κάποτε Άγγλος περιηγητής, επεσκέφθη την Ακρόπολιν, ήτο δε τόσον υπερφίαλος και εγωιστής ώστε πάντα τα επιδεικνυόμενα αυτώ υπό του ξεναγού αρχαία κειμήλια ουδεμίαν του έκαμνον εντύπωσιν, αλλ’ απήντα στερεοτυπως : «εκομε και μεις στο Αγγλία». Απαυδήσας ο ξεναγός ήρχισε να του «κόβει κούρες» ήτοι να ψεύδηται άσυστόλως και να τον εμπαίζει εις πάσαν ερώτησιν, λέγων άλλ’ αντ’ άλλων, ότε δε ο υπερήφανος ξένος ηρώτησε περί δύο στρογγυλών λιθαρίων, ευρισκομένων επί τινος μαρμάρου, του απήντησεν ότι ήσαν τα μάτια του Αδάμ. Έκομε και μεις στο Αγγλία, ήτο η απάντησις του Άγγλου. Αμ πώς τα ’χετε και σεις Χριστιανέ μου, αφού είχε δυο όλα όλα και βρίσκουνται και τα δυο εδώ;

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Αθηναιογραφία, Μεσοπόλεμος, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , , , , | 153 Σχόλια »

Μόλλας (ένα χρονογράφημα του Βριάρεω)

Posted by sarant στο 11 Ιανουαρίου, 2022

Τρίτη σήμερα, μέρα που επί σειράν ετών έβαζα κείμενα του πατέρα μου. Έχω πει ότι θα κοιτάξω αν μπορώ να παρουσιάσω ένα μυθιστόρημά του, που το άφησε ανέκδοτο, αλλά δεν πρόλαβα ακόμα να το κάνω. Οπότε προς το παρόν σήμερα βάζω ένα χρονογράφημα του παππού μου, που δημοσιεύτηκε το 1928 στην εφημερίδα Δημοκράτης της Μυτιλήνης, με το ψευδώνυμο Βριάρεως.

Ο Βριάρεως ήταν ένας από τους τρεις Εκατόγχειρες της Τιτανομαχίας. Το όνομα του Βριάρεω συνδέεται με το επίθ. βριαρός = ισχυρός, ενώ στην Ιλιάδα μαθαίνουμε οτι οι θεοί τον έλεγαν έτσι αλλά στους ανθρώπους ήταν γνωστός ως Αιγαίων. Στην αγγλική Βικιπαίδεια βρίσκω μια γελοιογραφία που παρουσιάζει το εργατικό κίνημα ως Εκατόγχειρα Βριάρεω, οπότε ίσως δεν είναι τυχαία η επιλογή του ψευδωνύμου από τον παππού μου. 

Πρέπει να πω ότι τα χρονογραφήματα αυτά τα εντόπισε και τα κατέγραψε ο φίλος ερευνητής Αριστείδης Καλάργαλης στο αρχείο του Δημοκράτη -συνολικά κατέγραψε, με επιτόπια αποδελτίωση στα γραφεία της εφημερίδας, σχεδόν 40 χρονογραφήματα για την περίοδο από Αύγουστο 1928 έως Μάιο 1929 και μου έστειλε τις φωτογραφίες πριν από λίγο καιρό. (Ο παππούς μου στα χαρτιά του είχε κρατήσει ελάχιστα, ένα από τα οποία το είχε βάλει ο πατέρας μου στο επίμετρο του βιβλίου του Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης, που το έχω παρουσιάσει στο ιστολόγιο σε συνέχειες).

Το συγκεκριμένο χρονογράφημα δημοσιεύτηκε στον Δημοκράτη στις 15 Δεκεμβρίου 1928 και αναφέρεται σε μια επίσκεψη του διάσημου καραγκιοζοπαίχτη Αντώνη Μόλλα στη Μυτιλήνη. Ο Μόλλας ήταν ο κορυφαίος καραγκιοζοπαίχτης της εποχής και στο ιστολόγιο τον αναφέραμε στο πρόσφατο άρθρο μας με αποσπάσματα από τα απομνημονεύματα του Σωτήρη Σπαθάρη. Ο παππούς μου αγαπούσε πολύ τον Καραγκιόζη και τον Μόλλα· όταν ήμουν παιδί συνήθιζε να μας παίζει ολόκληρες παραστάσεις και αυτό το αστείο του Μόλλα («πού να σε βάραγα και με τα ποτιστικά μου») το θυμάμαι να το λέει.

Σημειώνω ότι η ατάκα του Μόλλα «θα σε κόψω στα δυο σαν πεντακοσάρικο», που αναφέρεται στο χρονογράφημα, είναι σαφής υπαινιγμός στη διχοτόμηση των χαρτονομισμάτων που έγινε το 1922 από τον Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, ένα αναγκαστικό δάνειο δηλαδή για τη χρηματοδότηση των αναγκών του πολέμου στη Μικρασία.

Ωστόσο, το χρονογράφημα δεν αφορά μόνο τον Μόλλα αλλά και τις… περιπέτειες μιας παρέας που προσπαθεί να φτάσει στο σημείο όπου δινόταν η παράσταση του Μόλλα, υπό βροχήν και μέσα από τους λασπωμένους (και όχι ασφαλτοστρωμένους) δρόμους της Μυτιλήνης. Η Αλυσίδα, που αναφέρεται εδώ, είναι μια όχι ιδιαίτερα μακρινή γειτονιά και, όπως θα δείτε στη διήγηση, τα αυτοκίνητα ήταν μάλλον σπάνια.

Όπως θα δείτε, ο παππούς μου χρησιμοποιεί απλή καθαρεύουσα, με πινελιές αρχαΐζουσας αλλά και βέβαια πολλά δημοτικά στοιχεία, ένα μικτό είδος που ταιριάζει στο ελαφρώς ειρωνικό ύφος που είχαν όλα σχεδόν τα χρονογραφήματά του.

Μονοτονίζω και εκσυγχρονίζω την ορθογραφία.

ΜΟΛΛΑΣ

O συμπαθέστατος αυτός καλλιτέχνης, ο γνησιότερος εκπρόσωπος του λαϊκού πνεύματος μού είναι παιδιόθεν γνωστός και προσφιλής. Μειράκιον ακόμη, όταν βρισκόμουνα στην Αθήνα, θυμούμαι που έτρεχα κάθε βράδυ στο Στάδιο ή στη Δεξαμενή στην «γωνίαν αναψυχής» που ο Μόλλας έστηνε το ξύλινο και απελέκητο θεατράκι του με τη χιονάτη «οθόνη» χωρισμένη στα δύο —για την ευκολότερη αλλαγή σκηνής— που πάνω της «παρήλαυνον» οι πασίγνωστοι τύποι του, ο Καραγκιόζης, αυτή η μαλαγάνα, ο Χατζηαβάτης, ή χαϊδευτικώς «Χατζατζάρης», ο Νιόνιος, ο Μορφονιός, ο «Πεπόνιας», ο Μπαρμπαγιώργος και άλλοι. Και ο Μόλλας, κύριος και Θεός των, αόρατος όπως ο Ιεχωβά, τους εμψύχωνε, τους έδινε χαρακτήρα, φωνή, ψυχοσύνθεση, τους έκανε ζωντανούς και σκορπούσε σε μας το άδολο γέλιο. Θα ήτανε πλεονασμός αν ανέφερα κι ένα δυο από τα αμίμητα αστεία του, μα θα το κάνω. Όταν κάποτε ο Χατζηαβάτης έφαγε μια καρπαζά από τον Καραγκιόζη:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Θέατρο σκιών, Μυτιλήνη, Μεσοπόλεμος, Χρονογραφήματα | Με ετικέτα: , , , , , | 160 Σχόλια »

Καλή χρονιά σε όλες και όλους, με υγεία και αγάπη!

Posted by sarant στο 1 Ιανουαρίου, 2018

Εδώ και λίγες ώρες έχουμε μπει στο 2018, έχουμε αλλάξει χρόνο. Αν ξενυχτήσατε χτες, ίσως με φίλους και μουσική ή πάνω από την πράσινη τσόχα, μάλλον το σημερινό άρθρο θα το διαβάσετε προς το μεσημέρι, ίσως και αργότερα, αλλά δεν θα περιμένετε βέβαια να σας πω «καλησπέρα»! Το άρθρο βέβαια θα έχει δημοσιευτεί απ’ το πρωί, την ίδια όπως κάθε μέρα ώρα, αλλά μη νομίσετε ότι ξαγρύπνησα για να το ανεβάσω -φροντίζει η τεχνολογία να φαινόμαστε συνεπείς.

Το 2018 είναι χρονιά ζυγή αλλά όχι δίσεκτη -δίσεκτο ήταν το 2016 και θα είναι το 2020. Παλιότερα θα λέγαμε πως είναι χρονιά με Μουντιάλ και όχι με Ολυμπιάδα. Ο αριθμός 2018 είναι «σχεδόν πρώτος», δηλαδή (πέρα από τον εαυτό του και τη μονάδα) διαιρείται μόνο από το 2 και από το 1009, που ειναι πρώτος αριθμός. (Τον όρο «σχεδόν πρώτος» μόλις τον έβγαλα -αν υπάρχει ειδικός όρος γι’ αυτην την κατηγορία αριθμών, να μου πείτε.

Φέτος είναι η ένατη πρωτοχρονιά του ιστολογίου. Ωστόσο, παρόλο που κατά βάθος είμαι λάτρης των παραδόσεων, αποφάσισα φέτος να μην τηρήσω, ή τουλάχιστον να μην τηρήσω πιστά, μια παράδοση που έχει καθιερωθεί στο ιστολόγιο τις πρωτοχρονιές, δηλαδή να παρουσιάζω πέντε πρωτοχρονιάτικες γελοιογραφίες από περασμένες χρονιές, συνήθως από την αντίστοιχη χρονιά προηγούμενων δεκαετιών.

Φέτος θα παρουσιάσω, έτσι για το καλό της χρονιάς, μία μόνο πρωτοχρονιάτικη γελοιογραφία, από τις τυπικές του είδους, στο μοτίβο που θέλει τον παλιό χρονο να παραδιδει τη σκυτάλη στον καινούργιο. Εδώ, σε γελοιογραφία που δημοσιεύτηκε στο Βήμα την πρωτοχρονιά του 1978, ο Κώστας Μητρόπουλος σχεδιάζει τον παλιό χρόνο σαν σαραβαλιασμένο φορτηγό που ξεφορτώνει μεγάλα βράχια-προβλήματα, ΝΑΤΟ, ΕΟΚ, Κυπριακό, Οικονομία και Αιγαίο, στην καρότσα του -ακόμα άφθαρτου- καινούργιου χρόνου, με τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή στο τιμόνι.

Ο λόγος που αποφάσισα να σπάσω την παράδοση φέτος είναι ότι ο φίλος Αριστείδης Καλάργαλης ανακάλυψε -και δημοσίευσε προχτές στην Εποχή- ένα πρωτοχρονιάτικο χρονογράφημα του παππού μου, επίσης Νίκου Σαραντάκου, δημοσιευμένο το 1929 στον Δημοκράτη της Μυτιλήνης. Ο παππούς μου αφηγείται, σε ευτράπελη καθαρεύουσα, μια χαρτοπαικτική περιπέτεια που του συνέβη όταν ήταν φαντάρος, την παραμονή της πρωτοχρονιάς του 1925. Ταιριάζει θαρρώ να το βάλω σήμερα εδώ, παρά να περιμένω να ξανάρθει η πρωτοχρονιά με βέβαιο κινδυνο να το ξεχάσω.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Αθησαύριστα, Σουρής, Χριστούγεννα, Χρονογραφήματα, Χαρτοπαίγνιο | Με ετικέτα: , , , | 127 Σχόλια »

Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης: Φεύγοντας ατρόμητος και ασυμβίβαστος

Posted by sarant στο 5 Ιανουαρίου, 2016

Εδώ και κάμποσο καιρό έχω αρχίσει να δημοσιεύω, κάθε δεύτερη Τρίτη, αποσπάσματα από το βιβλίο του πατέρα μου, του Δημήτρη Σαραντάκου, “Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης” (εκδ. Ερατώ, 1995, εξαντλημένο), που είναι μια βιογραφία του παππού μου, του Νίκου Σαραντάκου (1903-1977), ο οποίος είχε το ψευδώνυμο Άχθος Αρούρης (που είναι ομηρική έκφραση και σημαίνει ‘βάρος της γης’).

Η σημερινή συνέχεια είναι η πεντηκοστή όγδοη.  Η προηγούμενη συνέχεια βρίσκεται εδώ. Όπως ίσως θα υποψιαστήκατε από τον τίτλο της, η σημερινή δημοσίευση είναι η τελευταία της σειράς, αφού αφηγείται τον θάνατο του ποιητή, του παππού μου. Σε δεκατέσσερις μέρες θα αρχίσω τη δημοσίευση άλλου βιβλίου του πατέρα μου -θα δούμε ποιο θα είναι αυτό.

Όπως ίσως θα θυμάστε, είχαμε σταματήσει την προηγούμενη συνέχεια με ένα ποίημα που έστειλε στον Νίκο Σαραντάκο ο φίλος του Στέλιος Ευαγγελινός από τη Μυτιλήνη για να του ευχηθεί περαστικά.

mimis_jpeg_χχsmallΤο ποίημα του φίλου του ο Νίκος το πήρε στο παθολογικό τμήμα της «Αλεξάνδρας» όπου είχε μεταφερθεί στο τέλος του Γενάρη. Οι γιατροί είχαν διαγνώσει καρκίνο του πνεύμονος σε προχωρημένο στάδιο. Με επιμονή της Ελένης, δεν του ‘πανε την αλήθεια. Ο ίδιος επέμενε πως είχε γρίπη, αλλά δε σχολίαζε την (παρηγορητική) αγωγή που του ‘καναν. Τις ακτινοβολίες τις έλεγε διαθερμίες. Στο κρεβάτι του νοσοκομείου δεν έμενε αργός. Μέσα σε μια βδομάδα ετοίμασε ένα φύλλο της «Φωνής της Προόδου» και επιμελήθηκε την έκδοση της συλλογής των ποιημάτων του «Της Κατοχής και του Στρατόπεδου». Μέρα με τη μέρα η κατάστασή του χειροτέρευε. Οταν του ήταν πια πολύ δύσκολο να γράφει, υπαγόρευε τα κείμενα στο γιο του ή στη γυναίκα του. Αλλά σε λίγο δε μπορούσε ούτε να μιλήσει, παρά μόνο ψιθυριστά. Ενα πρωί είπε στη νύφη του που τον επισκεπτόταν πρωί πρωί από το γειτονικό «Αρεταίειο» όπου εργαζόταν

— Σε παρακαλώ βρε Κική, διώξε αυτές τις θεούσες που με πιλατεύουν με τους σταυρούς και τα εικονίσματά τους. Στα χάλια που είμαι δε μπορώ να τους μπήξω φωνή. Πες τους πως είμαι άθεος και να σεβαστούν τις πεποιθήσεις μου.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Αναμνήσεις, Βιογραφίες, Δημήτρης Σαραντάκος | Με ετικέτα: , , | 113 Σχόλια »

Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης: Οι βλαβερές συνέπειες του καπνού

Posted by sarant στο 22 Δεκεμβρίου, 2015

Εδώ και κάμποσο καιρό έχω αρχίσει να δημοσιεύω, κάθε δεύτερη Τρίτη, αποσπάσματα από το βιβλίο του πατέρα μου, του Δημήτρη Σαραντάκου, “Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης” (εκδ. Ερατώ, 1995, εξαντλημένο), που είναι μια βιογραφία του παππού μου, του Νίκου Σαραντάκου (1903-1977), ο οποίος είχε το ψευδώνυμο Άχθος Αρούρης (που είναι ομηρική έκφραση και σημαίνει ‘βάρος της γης’). Η σημερινή συνέχεια είναι η πεντηκοστή έβδομη, και είναι η πρώτη του 12ου και τελευταίου κεφαλαίου, που έχει τον τίτλο: Τα στερνά. Η προηγούμενη συνέχεια βρίσκεται εδώ.

mimis_jpeg_χχsmall       Ο ποιητής κάπνιζε αρειμανίως από 16 χρονών και παρά τις υποδείξεις των γιατρών του δε θέλησε ή δεν μπόρεσε να το κόψει. Ούτε καν να το περιορίσει, μολονότι από τα νεανικά του χρόνια τον βασάνιζε χρόνια βρογχίτιδα. Εκτός από αυτή τη βρογχίτιδα και την κήλη, άλλες παθήσεις δεν είχε. Ούτε πέρασε τίποτα σοβαρές ή εκφυλιστικές αρρώστειες. Ως τα πενήντα τρία του χρόνια, όταν έπαθε σπονδυλοαρθρίτιδα, ήταν ακούραστος πεζοπόρος, και συνέχισε να είναι δεινός κολυμβητής, με ιδιαίτερη επίδοση στα μακροβούτια, ως τα εξήντα του. Μόνο που λαχάνιαζε εύκολα. Όταν όμως μπήκε στα εξήντα, η κατάσταση επιδεινώθηκε απότομα και με επιμονή του γιου του επισκέφθηκε έναν διάσημο πνευμονολόγο. Ο γιατρός αφού τον εξήτασε επισταμένα και μελέτησε τις ακτινογραφίες του, του ‘βαλε το θέμα ωμά

— Κύριε Σαραντάκο, ή θα κόψτε αμέσως και ολοκληρωτικά το κάπνισμα ή θα πεθάνετε σε ένα δύο χρόνια.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Αναμνήσεις, Βιογραφίες, Δημήτρης Σαραντάκος, Μυτιλήνη, Ποίηση | Με ετικέτα: , | 73 Σχόλια »

Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης: Τα βαρκαδιάτικα

Posted by sarant στο 23 Σεπτεμβρίου, 2014

Εδώ και κάμποσο καιρό έχω αρχίσει να δημοσιεύω, κάθε δεύτερη Τρίτη, αποσπάσματα από το βιβλίο του πατέρα μου, του Δημήτρη Σαραντάκου, “Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης” (εκδ. Ερατώ, 1995, εξαντλημένο), που είναι μια βιογραφία του παππού μου, του Νίκου Σαραντάκου (1903-1977), ο οποίος είχε το ψευδώνυμο Άχθος Αρούρης (που είναι ομηρική έκφραση και σημαίνει ‘βάρος της γης’). Η σημερινή συνέχεια είναι η εικοστή πέμπτη. Η προηγούμενη συνέχεια βρίσκεται εδώ. Βρισκόμαστε στα 1939 και ο παππούς μου με την οικογένειά του επιστρέφουν στη Μυτιλήνη.

mimis_jpeg_χχsmallΛίγο μετά την εισβολή των Γερμανών στην Πολωνία και την έναρξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ο ποιητής πέτυχε να ξαναγυρίσει στη θέση του στη Μυτιλήνη. Η τόσο γόνιμη παρένθεση της Σάμου έκλεισε. Για πολύ καιρό δεν έγραψε ούτε γραμμή. Σταμάτησε να στέλνει συνεργασία στην “Πρωινή”, όπως είχε μετονομαστεί μετά την 4η Αυγούστου ο “Δημοκράτης” και αραίωσε πολύ τη συνεργασία του με τον «Τρίβολο». Ρίχτηκε στα πειράματα και στα ραδιοφωνικά. Από το 1937 είχε αρχίσει να λειτουργεί η Ελληνική Ραδιοφωνία, αλλά ο ποιητής ήθελε να ακούει ξένους σταθμούς, μην αντέχοντας την επίση­μη προπαγάνδα και παραπληροφόρηση. Με την έναρξη του πολέμου, εκτός από το Μπάρι και τη Μόσχα, καθιέρωσαν ελληνικές εκπομπές το Λονδίνο, το Παρίσι, το Κάιρο και το Βερολίνο. Ο Νίκος περνούσε μεγάλο μέρος του ελεύθερου χρόνου του ακούγοντας ραδιόφωνο. Ξανάρχισε επίσης τις σκακιστικές μονομαχίες με τον Χαράλαμπο τον Κανόνη, με τον οποίο γίνανε σύντομα αχώριστοι.

Στην Τράπεζα, ο παλιός διευθυντής είχε φύγει. Το ίδιο και το τσιράκι του ο Βασίλης. Το υποκατάστημα είχε μεταστεγαστεί σε ένα ωραίο κτίριο στην οδό Βουρνάζων (εκεί βρίσκεται σήμετα το Πανεπιστήμιο Αιγαίου). Ο νέος διευθυντής ήταν ευγενέστατος, μιλούσε με στόμφο, χρησιμοποιώντας στερεότυπες αλλά εντυ­πωσιακές εκφράσεις και εκ πρώτης όψεως φαινόταν πολύ δραστή­ριος. Όταν άκουγε ή διάβαζε μιαν εντυπωσιακή λέξη ή φράση τη σημείωνε σε ένα μπλοκάκι, για να τη χρησιμοποιήσει καταλλήλως. Τέτοιες φράσεις ήταν του τύπου: «Δεν είμεθα όλοι χαλκέντεροι», «Εφθάρη η αδαμαντίνη του χαρακτήρος του», «Η ακτινοβολία του κύρους του διαδίδεται δίκην ομοκέντρων κύκλων».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Άχθος Αρούρης, Αναμνήσεις, Βιογραφίες, Δημήτρης Σαραντάκος, Μυτιλήνη | Με ετικέτα: , | 107 Σχόλια »

Η άλλη λέξη που αρχίζει από γιω-

Posted by sarant στο 27 Ιουνίου, 2011

 

Να το ξεκινήσουμε με κουίζ, αν και θα φανερωθεί στις επόμενες γραμμές.

Πείτε μου δυο ελληνικές λέξεις, όχι της ίδιας ρίζας, που να αρχίζουν από γιω-. Ή μάλλον θα σας πω εγώ τη μία λέξη, «γιώτα», κι εσείς θα βρείτε τη δεύτερη. Μόνο που η δεύτερη λέξη δεν πρέπει να είναι από την ίδια οικογένεια, άρα δεν μετράει ούτε ο γιωταχής ή το γιωταχί, ούτε ο γιωτάς του στρατού, ούτε ο γιωτακισμός. Επίσης, δεν μετράει το γιωτ, όχι επειδή είναι ξένη λέξη αλλά επειδή θα τη γράψουμε (ως δάνεια λέξη) απλά, γιοτ. Άρα; Ποια είναι η δεύτερη ελληνική λέξη που αρχίζει από γιω-; Να το πάρει το ποτάμι;

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Όχι στα λεξικά, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , , | 59 Σχόλια »