Το σκίτσο είναι του Καμένου από την Ελευθεροτυπία, το είδα στην Καλύβα του Πάνου Ζέρβα και μου έδωσε την ιδέα για το σημερινό άρθρο. «Και σεις και ο γρύλος σας» φωνάζει η Ελλάδα προς τους ενωσιακούς εταίρους της, απελπισμένη από τη στήριξη που (δεν) της παρέχουν. Όποιος ξέρει το ανέκδοτο, καταλαβαίνει. Όμως, όλοι οι αναγνώστες το ξέρουν, κι έτσι καταλαβαίνουν, κι έτσι η γελοιογραφία λειτουργεί. Όλοι; Όχι όλοι, βέβαια. Κάποιος που δεν ξέρει το ανέκδοτο, δεν θα καταλάβει ούτε την τελευταία του φράση που χρησιμοποιείται εδώ παροιμιακά. Το ξέρετε το ανέκδοτο;
Βλέπω ότι κατά σύμπτωση το ίδιο ακριβώς θέμα το έθιξε χτες στα Νέα ο Αλέξης Καλοκαιρινός, οπότε με απαλλάσσει από τον κόπο να σας το διηγηθώ:
Μοιάζουμε με τον τύπο στο ανέκδοτο, που μένει από λάστιχο και πηγαίνει να ζητήσει γρύλο από γειτονική αγροικία. Στον δρόμο κουρντίζεται με το ενδεχόμενο ο ιδιοκτήτης να του αρνηθεί και φτάνοντας, μόλις εκείνος του ανοίγει την πόρτα, αντί να ζητήσει το εργαλείο, του λέει: «Άι στον διάολο κι εσύ και ο γρύλος σου». Στην περίπτωσή μας τα πράγματα είναι λίγο χειρότερα: δεν κοιτάξαμε καν μήπως έχουμε γρύλο στο πορτμπαγκάζ.
Βέβαια, αν εσείς διηγηθείτε στην παρέα σας το ανέκδοτο, οπωσδήποτε πρέπει να αναπτύξετε εκτενώς το «κουρντίζεται με το ενδεχόμενο να του αρνηθεί ο ιδιοκτήτης». Να πείτε «στο δρόμο σκέφτεται· κι αν δεν έχει γρύλο; κι αν θυμώσει που τον ενοχλώ μέσα στη νύχτα; κι αν μου πει, γιατί δεν είχες το δικό σου γρύλο; τότε εγώ θα του πω… κι αυτός θα μου πει…» και άλλα πολλά τέτοια, ώστε να έρχεται φυσιολογικά το αποκορύφωμα της τελευταίας ατάκας.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »