Αφιερώσαμε, και δίκαια, πολλά άρθρα στην επικαιρότητα και στις εκλογές. Ας κάνουμε μια στάση που την επιβάλλει το πρόγραμμα του ιστολογίου.
Εδώ και κάμποσο καιρό έχω αρχίσει να δημοσιεύω, κάθε δεύτερη Τρίτη, αποσπάσματα από το βιβλίο του πατέρα μου, του Δημήτρη Σαραντάκου, “Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης” (εκδ. Ερατώ, 1995, εξαντλημένο), που είναι μια βιογραφία του παππού μου, του Νίκου Σαραντάκου (1903-1977), ο οποίος είχε το ψευδώνυμο Άχθος Αρούρης (που είναι ομηρική έκφραση και σημαίνει ‘βάρος της γης’). Η σημερινή συνέχεια είναι η τριακοστή τέταρτη. Η προηγούμενη συνέχεια βρίσκεται εδώ. Βρισκόμαστε πάντοτε στη Μυτιλήνη, στην Κατοχή και η σημερινή συνέχεια είναι η πρώτη από το όγδοο κεφάλαιο του βιβλίου, που επιγράφεται «Στην Αντίσταση». Μερικά πράγματα από τη σημερινή συνέχεια και τις επόμενες μπορεί να σας ηχούν γνωστά, αφού έχουν επίσης παρουσιαστεί από τον πατέρα μου στο αυτοβιογραφικό του αφήγημα «Εφτά ευτυχισμένα καλοκαίρια», που αποσπάσματά του έχω παρουσιάσει εδώ.
ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ ’41 Ο ΝΙΚΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΚΟΣ ΚΙ Ο ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΝΟΝΗΣ, ΠΑΝΤΑ ΑΧΩΡΙΣΤΟΙ, έγιναν μέλη μιας αντιστασιακής οργάνωσης που είχε συγκροτηθεί στα τέλη του καλοκαιριού από κομμουνιστές, αριστερούς και δημοκράτες. Κατά τον Απ. Αποστόλου η οργάνωση ονομαζόταν Εθνική Οργάνωση Λέσβου. Κατά τους Αρ. Πολυχρονιάδη και Π. Κεμερλή η ονομασία της ήταν Κεντρική Επιτροπή Απελευθερωτικού Αγώνα Λέσβου. Ο ποιητής φαίνεται πως αγνοούσε και τις δυο ονομασίες. Τουλάχιστον σε μεταγενέστερες συζητήσεις ποτέ δεν ανέφερε τίποτα σχετικό. Γι’ αυτόν, όπως και για όλο τον κόσμο υπήρχε μόνο η Οργάνωση. Έτσι σκέτο. Δεν ήταν κάποιος κομματικός μηχανισμός ούτε καμιά κατασκοπευτική ομάδα –εξάρτημα των συμμαχικών μυστικών υπηρεσιών. Δεν είχε επώνυμους χαρισματικούς ηγέτες ή τίποτα παλιούς πολιτευτές ή κομματάρχες. Τίποτα απ’ όλα αυτά. Ήταν μια Οργάνωση φτιαγμένη από απλούς ανθρώπους σαν κι αυτόν και τους φίλους του. Άλλωστε κι οι πρώτοι στόχοι της Οργάνωσης ήταν το ίδιο απλοί και άμεσοι: Να σωθεί ο κόσμος από την πείνα. Να γίνουν συσσίτια. Να βρεθούν και να μοιραστούν τρόφιμα. Να αναπτερωθεί το ηθικό του λαού. Να επισημανθούν και να απομονωθούν οι συνεργάτες του κατακτητή.