Πριν από δεκαπέντε περίπου μέρες συμπληρώθηκαν 40 χρόνια από τη θέσπιση του μονοτονικού συστήματος -ή, αν προτιμάτε, από την κατάργηση του πολυτονικού. Ομολογώ πως η σημαντική αυτή επέτειος μού ξέφυγε, κάτι που δεν θα έπρεπε να γίνει αφού για το θέμα του μονοτονικού (και ειδικά για την καθιέρωσή του) έχω γράψει πολλά άρθρα και μάλιστα πριν ακόμα αρχίσει να λειτουργεί το ιστολόγιο.
Κάποιος άλλος όμως τη θυμήθηκε την επέτειο, έστω και με κάποια καθυστέρηση κι αυτός. Πρόκειται για τον κ. Χρήστο Γιανναρά, που αφιέρωσε την κυριακάτικη επιφυλλίδα του στην Καθημερινή ακριβώς στην καθιέρωση του μονοτονικού -με έναν τίτλο που δανείστηκα για το σημερινό μας άρθρο: Σαράντα χρόνια μονοτονικό.
Δανείστηκα τον τίτλο, αλλά φυσικά με τον κ. Γιανναρά δεν συμφωνούμε. Εκείνος θεωρεί το μονοτονικό ολέθρια εξέλιξη, και μάλιστα παλιότερα το είχε χαρακτηρίσει «καταστροφή, ασύγκριτα ολεθριότερη από τη Μικρασιατική». Στην προχτεσινή του επιφυλλίδα δεν έφτασε σε τέτοια αμετροέπεια, αλλά πάντως επαναλαμβάνει τις θέσεις του, τις οποίες θα επιχειρήσω να ανασκευάσω.
Ξεκινάει ως εξής ο κ. Γιανναράς:
Συμπληρώνονται φέτος (2022) σαράντα χρόνια από την επιβολή της μονοτονικής γραφής στην ελληνική γλώσσα. Δεν ήταν κρατική η επιβολή, δεν την αποφάσισε η κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Για ένα τέτοιο θέμα, που έκρινε τη συνέχεια ή την άρνηση συνέχειας χιλιάδων χρόνων ιστορίας του Ελληνισμού, τη ρήξη την αποφάσισαν τριάντα περίπου κυβερνητικοί βουλευτές (το ένα δέκατο της Ολομέλειας), μετά τα μεσάνυχτα, και με την αντιπολίτευση να έχει αποχωρήσει από τη Βουλή σε φυγομαχία ασύγγνωστη.
Εδώ ο κ. Γιανναράς επαναλαμβάνει μισές αλήθειες, ψέματα και σοφιστείες.
Είναι σοφιστεία ολκής το ότι την επιβολή (εγώ θα έλεγα «καθιέρωση», έχουν και οι αποχρώσεις αξία) του μονοτονικού «δεν την αποφάσισε η κοινοβουλευτική πλειοψηφία», με το επιχείρημα ότι την ώρα της ψηφοφορίας ήταν παρόντες σχετικά λίγοι βουλευτές. Στα περισσότερα νομοσχέδια, εκτός εάν έχει ζητηθεί ονομαστική ψηφοφορία, την ώρα της ψηφοφορίας παρίστανται ελάχιστοι βουλευτές, αφού είναι γνωστή εκ των προτέρων η θέση των κομμάτων και η δύναμη του καθενός.
Πόσοι βουλευτές; Τριάντα, λέει ο κ. Γιανναράς επαναλαμβάνοντας προηγούμενες απόψεις πολυτονιστών, αλλά ο αριθμός αυτός βασίζεται σε κάτι που είπε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο οποίος… δεν ήταν παρών στη συγκεκριμένη ψηφοφορια.
Χωρίς την αντιπολίτευση; Ναι και όχι. Η ελάσσων αντιπολίτευση, το ΚΚΕ, υπερψήφισε την τροπολογία. Η αξιωματική αντιπολίτευση, η Νέα Δημοκρατία, πράγματι αποχώρησε, αλλά η αποχώρηση αυτή έγινε για λόγους διαδικασίας, χωρίς να υπάρχει διαφωνία επί της ουσίας. Η βασική αντίρρηση της ΝΔ ήταν να μη συνεχιστεί η συζήτηση μετά τις 12 τα μεσάνυχτα, για ένα τόσο σημαντικό θέμα.
Όπως είπε ο Κων. Μητσοτάκης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ, η τροπολογία «αναφέρεται σε ένα μέγα θέμα, το οποίο κατά σύμπτωση δεν μας βρίσκει και αντίθετους» και μετά, «αν η κυβέρνηση επιμείνει να συζητήσει μετά το μεσονύκτιο το κόμμα της ΝΔ θα αποχωρήσει … η κυβέρνηση έπρεπε να είχε την ευαισθησία να δώσει την άνεση να ακουστούν οι απόψεις επί αυτού του πολύ σοβαρού ζητήματος, το οποίο άλλωστε δεν αποτελεί και θέμα αντιδικίας» και στο τέλος «Σας το ξαναλέω και πάλι, είμαι ιδιαίτερα επίμονος,διότι δεν διαφωνώ επί της ουσίας, θέλω απλώς να προστατεύσω και τη Βουλή και όλους μας από ακρότητες και από πείσματα» Τρεις φορές η ΝΔ τόνισε ότι δεν διαφωνεί με την καθιέρωση του μονοτονικού! (Πρέπει να πάρουμε υπόψη το κλίμα της εποχής: δυο μήνες μετά την αλλαγή του 1981, το ΠΑΣΟΚ έφερνε στη Βουλή συνεχώς νομοσχέδια, που τα ψήφιζε με ορμή και ταχύτητα, αφού είχε άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η δε ΝΔ, ζαλισμένη ακόμα από τη μεγάλη ήττα της, συχνά αποχωρούσε για λόγους διαδικασίας).
Περισσότερα για την ψηφοφορία εκείνη του 1982 μπορείτε να διαβάσετε σε ένα άρθρο που έχω ανεβάσει στον παλιό μου ιστότοπο, που το έγραψα συμβουλευόμενος τα πρακτικά της Βουλής.
Ας επιστρέψουμε όμως στο άρθρο του κ. Γιανναρά. Λέει στη δεύτερη παράγραφο:
Από τότε, καμιά κυβέρνηση, οποιασδήποτε κομματικής σύνθεσης και πλειοψηφίας, δεν θέλησε (ή δεν τόλμησε) να αποκαταστήσει τις συνέπειες του ιστορικού εκείνου εγκλήματος – στίγματος ντροπής για τον Ελληνισμό και την ιστορία του. Αν μετρήσει κανείς τις συνέπειες που είχε το αυθαίρετο πραξικόπημα, για την ιστορική συνέχεια και τη συνείδηση διαχρονικής ενότητας του Ελληνισμού, σίγουρα θα απορήσει που το μονοτονικό στην Ελλάδα δεν προκάλεσε οδυνηρό εμφύλιο. Ωσάν κάποια Ανώτατη Αρχή, υπερκομματική, να επέβαλε σιωπηρά την έσχατης δουλοπρέπειας χρησιμοθηρική ομοφροσύνη στους Ελληνώνυμους.