Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘ΛΚΝ’

Για το Λεξικό κυρίων ονομάτων του Γ. Μπαμπινιώτη

Posted by sarant στο 11 Νοεμβρίου, 2022

Το λεξικό που βλεπετε κυκλοφόρησε πριν από δεκαπεντε περίπου μέρες από το Κέντρο Λεξικολογίας, που εκδίδει όλα τα λεξικά του Γ. Μπαμπινιώτη (και της ομάδας γλωσσολόγων του Κέντρου βεβαίως). Η σημερινή παρουσίαση είναι επομένως κάπως πρώιμη, αφου το λεξικό αυτό το πήρα στα χέρια μου πριν από μια βδομάδα περίπου, και δεν το έχω δουλέψει όσο θα χρειαζόταν για να εκφέρω ώριμη άποψη, αλλά για τεχνικούς, ας πούμε, λόγους προτίμησα να γράψω τώρα το άρθρο αυτό επειδή αν το ανάβαλλα η αναβολή θα μπορούσε να αποδειχτεί πολύμηνη.

Το λεξικό είναι το στερνοπαίδι από τα Λεξικά Μπαμπινιώτη, το όγδοο ίσως της οικογένειας, με πρώτο το «μεγάλο» λεξικό, το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, που πρωτοεκδόθηκε το 1998 και το 2019 έκανε την 5η έκδοσή του. Ακολούθησαν το Λεξικό για το σχολείο και το γραφείο, το Ορθογραφικό, το πολύ καλό Ετυμολογικό λεξικό, το Λεξικό Δυσκολιών, το Λεξικό Συνωνύμων, το Λεξικό Απαιτητικών Λέξεων, το Λεξικό Παραγώγων και Συνθέτων (δεν το έχω κοιτάξει), και ίσως να μου ξεφεύγει και κάποιο ακόμα. Κάποιος είχε πει χαριτολογώντας ότι ο Μπαμπινιώτης δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να ανασυσκευάζει την ύλη του μεγάλου λεξικού και να την ξανασερβίρει κατανεμημένη σε μικρότερα λεξικά, μια μπηχτή που ίσως έχει κάποια βάση για ορισμένα προηγούμενα λεξικά αλλά μάλλον αδικεί το Λεξικό Κυρίων Ονομάτων, όπως θα δούμε.

Τα κύρια ονόματα είναι ένας τομέας που βρίσκεται στις παρυφές της λεξικογραφίας, για να το πω έτσι. Πολλά λεξικά, όπως το ΛΚΝ, δεν λημματογραφούν καν τα κύρια ονόματα, παρά μόνο τα τυχόν παράγωγά τους, έτσι το ΛΚΝ έχει τα Δημήτρια αλλά όχι τη Δήμητρα ή τον Δημήτρη και κατ’ εξαίρεση περιλαμβάνει λήμμα «Γιάννης», μόνο και μόνο για να καταγράψει τις σχετικές παροιμίες. Παρομοίως, έχει λήμμα «καλαματιανός» αλλά όχι για την Καλαμάτα. Αυτή είναι μια συγκεκριμένη λεξικογραφική άποψη -κι έτσι, οποιος θέλει να βρει το θηλυκό του Άραβα δεν θα το βρει στο ΛΚΝ. Το λεξικό Μπαμπινιώτη (το μεγάλο, το ΛΝΕΓ εννοώ), που χαρακτηρίζεται από αρκετήν εγκυκλοπαιδικότητα, λημματογραφούσε εξαρχής κύρια ονόματα και έδινε και πολλές ετυμολογικές και άλλες πληροφορίες, τις οποίες αναπτύσσει περαιτέρω το Λεξικό Κυρίων Ονομάτων που παρουσιάζουμε σήμερα.

Γιατί «Κυρίων» και όχι «Κύριων Ονομάτων», αφού στην κοινή νέα ελληνική τα επίθετα ανεβαζουν τον τόνο; Την απορία αυτή τη διατύπωσε ο φίλος και συνάδελφος Δημήτρης Χαρβάτης στη Λεξιλογία. Θα μπορούσαμε να απαντήσουμε «για τον ίδιο λόγο που ο καθηγητής Μπαμπινιώτης στις πολλές δημοσιεύσεις του στο Φέισμπουκ ανακοινώνει ότι το Λεξικό του «κυκλοφορήθηκε», αντί να πει «κυκλοφόρησε»» -εννοώ ότι ακολουθεί μια πιο συντηρητική εκδοχή της γλωσσας, που βέβαια δεν εκφράζεται με διαφοροποιήσεις πολλές και ριζικές αλλά με λιγοστές και συμβολικές, σαν την κονκάρδα που φοράει ο άλλος στο πέτο για να δηλώσει την αγαπημένη του ομάδα ή το κόμμα που υποστηρίζει.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Λεξικογραφικά, Ονόματα, Παρουσίαση βιβλίου | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 118 Σχόλια »

Ποιο είναι το συχνότερο γράμμα στην ελληνική γλώσσα;

Posted by sarant στο 7 Οκτωβρίου, 2022

Καθώς έγραφα το χτεσινό άρθρο, όπου ανέφερα ότι το Π είναι πολύ συχνό ως αρχικό γράμμα λέξεων, θυμήθηκα ένα σχετικό κεφάλαιο από το βιβλίο μου Η γλώσσα έχει κέφια, που αφορά τις συχνότητες όλων των γραμμάτων και των αρκτικών γραμμάτων, το οποίο, αν θυμαμαι καλά (καθόλου σίγουρο αυτό, δυστυχώς) δεν το έχω δημοσιεύσει ποτέ ολόκληρο στο ιστολόγιο, αν και κάποια στοιχεία τα είχα χρησιμοποιήσει σε ένα κουίζ πριν από μερικά χρόνια. Οπότε, το σημερινό άρθρο. 

Όταν ήμουν στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου, είχα επινοήσει ένα παιχνίδι για να περνάω τις ώρες που βαριόμουν στο μάθημα. Έχοντας ανοιχτό μπροστά μου το βιβλίο του μαθήματος, μετρούσα ποια γράμματα είναι τα συχνότερα –αλλά δεν το έκανα έτσι απλά, δεν έχει γούστο: έπαιζα ματς ποδοσφαίρου ανάμεσα στα γράμματα· αν λογουχάρη σε μιαν αράδα του βιβλίου υπήρχαν 5 Α και 2 Π, το Α είχε νικήσει το Π με 5-2. Κι επειδή τα γράμματα του αλφαβήτου μας είναι 24, τα είχα χωρίσει σε τρεις εθνικές κατηγορίες, με οχτώ ομάδες την καθεμία, και τα έβαζα να παίζουν ματς το ένα εναντίον του άλλου, με βαθμολογία, πρωταθλητή, ομάδες που υποβιβάζονταν ή που προβιβάζονταν.

Στο αλφαβητικό αυτό πρωτάθλημα κυριαρχούσε το Α, αν και δεν κέρδιζε όλα τα πρωταθλήματα. Κάποιες φορές, η συγκυρία ευνοούσε το Ο, σπανιότερα το Ι ή το Ε. Η πρώτη κατηγορία συμπληρωνόταν από το Ν, το Τ και το Σ ενώ η όγδοη θέση παιζόταν ανάμεσα σε πολλά γράμματα, όπως το Ρ, το Κ ή το Η.

Από αυτό το εφηβικό χασομέρι είχα βγάλει συμπεράσματα για τη συχνότητα των γραμμάτων του ελληνικού αλφαβήτου, τα οποία σε γενικές γραμμές συμπίπτουν με τα ευρήματα κανονικών επιστημονικών μελετών. Πράγματι, σύμφωνα με την εργασία των Protopappas et al: IPLR: an online resource for Greek word-level and sublexical information, (Protopappas et al., 2010), η συχνότητα των γραμμάτων σε ένα εκτενές σώμα ελληνικών κειμένων έχει ως εξής:

Α 11,15%
Ο 10,27%
Ι    9,16%
Ε   8,93%
Τ   8,31%
Σ   7,98% [Στη μελέτη γίνεται διάκριση ανάμεσα σε σ (4,54%) και ς (3,44%). Εγώ τα έχω ενοποιήσει.]
Ν   6,30%
Η   5,25%
Υ   4,52%
Ρ    4,23%
Π   4,03%
Κ   3,89%
Μ  3,32%
Λ   2,56%
Ω   2,26%
Δ   1,72%
Γ    1,44%
Χ   1,21%
Θ   1,17%
Φ   0,83%
Β   0,59%
Ξ   0,43%
Ζ   0,32%
Ψ   0,14%

Οι διαφορές ανάμεσα σε Ι και Ε είναι μικρές, γι’ αυτό άλλες μελέτες δίνουν το… χάλκινο μετάλλιο στο Ε αφήνοντας το Ι τέταρτο.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αλφάβητο, Λεξικογραφικά, Λογολογία | Με ετικέτα: , | 118 Σχόλια »

Στην Αθήνα τρώμε σουβλάκι

Posted by sarant στο 14 Ιουλίου, 2022

Μιλώντας τις προάλλες στη Βουλή, ο Δημήτρης Κουτσούμπας, ο γραμματέας του ΚΚΕ, έκανε μια αναφορά που είχε αντίκτυπο στα σόσιαλ και συζητήθηκε αρκετά -και παράλληλα έδωσε την πάσα για το σημερινό μας άρθρο.

Είπε, απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό:

Πάνω από 1,5 εκατομμύριο νοικοκυριά δε μπορούν να πληρώσουν τους φόρους που έχετε επιβάλει. Κι έρχεστε εδώ σήμερα να πείτε στον ελληνικό λαό ότι μεριμνάτε για το εισόδημα του;

Το σουβλάκι με πίτα, το γνωστό πιτόγυρο, έχει πάει 3 και 3,5 ευρώ! Η βενζίνη 2,5 ευρώ το λίτρο! Το σούπερ μάρκετ έχει εκτιναχθεί!

Καταλαβαίνουμε ότι εσείς δεν τρώτε σουβλάκια συνήθως αλλά ούτε βενζίνη βάζετε;”

Η ατάκα του Κουτσούμπα για το σουβλάκι είναι κατά τη γνώμη μου εύστοχη. Πράγματι, πρόκειται για ένα φτηνό και αγαπημένο λαϊκό έδεσμα, που η τιμή του έχει επανειλημμένα συζητηθεί τώρα που τα πάντα ακριβαίνουν. Παλιά, το περιοδικό Εκόνομιστ είχε καθιερώσει ένα Hamburger index, έναν δείκτη που σύγκρινε τις τιμές του χάμπουργκερ σε διάφορες χώρες -στην Ελλάδα θα μπορούσε να καθιερωθεί ένας δείκτης σουβλακιού για να συγκρίνει την τιμή του σουβλακιού στις διάφορες πόλεις της Ελλάδας.

Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω αν η τιμή του σουβλακιού διαφέρει αισθητά ανάμεσα σε Αθήνα και προάστια ή Αθήνα και Θεσσαλονίκη και επαρχία. Ξέρω όμως ότι διαφέρει η σημασία της λέξης «σουβλάκι«, τουλάχιστον ανάμεσα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, και μάλιστα η διαφορά αυτη είναι από τις πιο τρανταχτές που ξεχωρίζουν το λεξιλόγιο των δύο πόλεων.

Κι έτσι, η ατάκα του Κουτσούμπα προκάλεσε και τέτοια σχόλια, τοπικογλωσσικά. Γράφει μία Θεσσαλονικιά στο Τουίτερ:

«Το σουβλάκι με πίτα, το γνωστό πιτόγυρο…», είπε ο Κουτσούμπας στη βουλή αναφερόμενος στην ακρίβεια. Και εμεις οι καυμένοι Θεσσαλονικείς ακόμη ψάχνουμε τι εννοεί.

Κι ένας γνωστός υποστηρικτής του ΚΚΕ, που είναι από Θεσσαλονίκη: Όπως τα λέει ο Κουτσούμπας, εκτός από το τι είναι σουβλάκι και τι είναι πιτόγυρο.

Πράγματι, στη Θεσσαλονίκη «σουβλάκι» είναι μικρά κομμάτια κρέατος περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα (σε μικρή σούβλα) για να ψηθούν (ο ορισμός από το ΛΚΝ, το οποίο, όπως έχουμε πει με άλλη ευκαιρία, είναι γραμμένο στη βορειοελλαδική ποικιλία της κοινής νεοελληνικής).

Αλλά αυτό στην Αθήνα λέγεται «καλαμάκι». Στην Αθήνα, σουβλάκι είναι «πρόχειρο φαγητό από κομμάτια κρέατος που ψήθηκαν περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα ή από γύρο ή από μπιφτέκι, τοποθετημένα μέσα σε μικρή στρογγυλή πίτα μαζί με άλλα υλικά». Ο ορισμός αυτός δίνεται από το λεξικό Μπαμπινιώτη, το οποίο δίνει όμως και τον πιο πάνω ορισμό του ΛΚΝ.

Όταν στην Αθήνα παραγγέλνουμε (ή: παραγγέλναμε) σουβλάκια, στη συνέχεια διευκρινίζουμε αν θέλουμε να είναι με γύρο (και τι γύρο) ή με καλαμάκι. Αν θέλουμε σκέτο το καλαμάκι χωρίς πίτα, λέμε (ή λέγαμε) «σκέτο». Βάζω και παρελθοντικό χρόνο, διότι δεν είμαι βέβαιος αν αυτό ισχύει πλέον για όλους.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ευτράπελα, Θεσσαλονίκη, Ιστορίες λέξεων, Ντοπιολαλιές | Με ετικέτα: , , , , , | 197 Σχόλια »

Λέξεις-φίλτρα, δηλαδή ομόγραφες λέξεις διαφορετικής ετυμολογίας

Posted by sarant στο 28 Ιουνίου, 2022

Τις προάλλες, είχαμε ένα άρθρο για τις δυο λέξεις «φίλτρο» που υπάρχουν στη γλώσσα μας, δηλαδή από τη μια το ποτό που δίνει μαγικές ιδιότητες, που είναι λέξη ελληνικής ετυμολογίας (από το ρήμα «φιλώ» και το παραγωγικό τέρμα -τρο) και από την άλλη τον ηθμό, που προέρχεται από το ιταλ. filtro.

Η περίπτωση αυτή, να έχουμε ομόγραφες λέξεις διαφορετικής ετυμολογίας είναι μάλλον σπάνια. Λέξεις με περισσότερες από μία σημασίες υπάρχουν πάρα πολλές, και συχνά αυτές λεξικογραφούνται ως διαφορετικά λήμματα σε ένα λεξικό, όμως τις περισσότερες φορές αυτές οι δυο ομόγραφες λέξεις έχουν την ίδια ετυμολογική προέλευση. Για παράδειγμα, διαβήτης είναι και το γεωμετρικό όργανο και η γνωστή ασθένεια. Μπορεί να φαίνονται πολύ μακρινές οι δυο σημασίες, όμως και οι δυο λέξεις ανάγονται στο ρήμα διαβαίνω. Πρώτα σχηματίστηκε η λέξη που δηλώνει το γεωμετρικό όργανο (επειδή ο διαβήτης της γεωμετρίας έχει τεντωμένα σκέλη) και μετά η λέξη που δηλώνει την ασθένεια (κατά το ΛΚΝ επειδή οι πάσχοντες, λόγω συχνουρίας, αναγκάζονται να έχουν τεντωμένα σκέλη). Το ΛΚΝ έχει δύο ξεχωριστά λήμματα, ένα για κάθε σημασία του διαβήτη, το λεξικό Μπαμπινιώτη ένα ενιαίο λήμμα.

Αλλά εμείς στο σημερινό άρθρο δεν θα ασχοληθούμε με αυτές τις ομόγραφες λέξεις, αλλά με τις άλλες, τις λιγότερες, όπου, όπως στο φίλτρο, οι δυο λέξεις του ομόγραφου ζευγαριού έχουν διαφορετική ετυμολογία. Το ερώτημα το έθεσε στα σχόλια πρώτος ο φίλος μας ο Σταύρος, και κάνατε τις πρώτες προτάσεις σας, οπότε είπα να τις συγκεντρώσω και να βάλω και μερικές ακόμα δικές μου, να μην πάει χαμένος ο κόπος.

Λοιπόν, αναζητούμε ζευγάρια λέξεων που να γράφονται με τον ίδιο τρόπο και να έχουν διαφορετική ετυμολογική προέλευση. Αν βρούμε και τριπλέτες, ακόμα καλύτερα.

Για να θέσω τους όρους, ζητάμε λημματικούς τύπους -δηλαδή όπως καταγράφονται οι λέξεις στο λεξικό, στην ονομαστική, ή, προκειμένου για ρήματα, στο πρώτο πρόσωπο του ενεστώτα. Θέλω να πω, δεν μας ενδιαφέρουν περιπτώσεις όπως «ήπια» (τα ήπια μέτρα) – «ήπια» (εγώ ήπια).

Στο παράδειγμα που εφερα παραπάνω, κάποιος θα παρατηρούσε ότι οι δυο τύποι (τα ήπια – εγώ ήπια) γράφονται βέβαια με τον ίδιο τρόπο αλλά δεν είναι ομόηχοι (ή ομώνυμοι όπως λέγονται επίσης) επειδή ο πρώτος προφέρεται κανονικά τρισύλλαβος κι ο δεύτερος δισύλλαβος. Αυτό είναι αλήθεια, αλλά δεν αποτελεί λόγο αποκλεισμού. Το συγκεκριμένο ζευγάρι αποκλείεται εξαιτίας του περιορισμού σε λημματικούς τύπους, αλλά υπάρχουν άλλα ζευγάρια ομόγραφων λέξεων που δεν είναι πάντοτε ομόηχες (πχ. τούμπα ή βεντέτα, όπως θα δούμε παρακάτω).

Για να βάλω και μια δεύτερη προϋπόθεση, όταν λέω «διαφορετική ετυμολογία» δεν εννοώ μόνο την άμεση αλλά και την απώτερη. Για το λόγο αυτό, στον κατάλογο που ακολουθεί δεν έβαλα το ράντζο, διότι οι δυο ομόγραφες λέξεις (κρεβατάκι – αγρόκτημα) έχουν μεν διαφορετική άμεση προέλευση αλλά τελικά ανάγονται στην ίδια αρχή (περισσότερα στο άρθρο που είχαμε γράψει πέρσι)

Επειδή η συζήτηση ξεκίνησε από τις δυο λέξεις «φίλτρο», τις λέξεις του σημερινού άρθρου, τις ομόγραφες διαφορετικής ετυμολογίας, είπα να τις ονομάσω λέξεις-φίλτρα (όπως κάποτε είχαμε πει για λέξεις-πεταλούδες). Αλλά δίνω και τον περιφραστικό ορισμό για να καταλαβαινόμαστε.

Λοιπόν, πόσες ομόγραφες λέξεις διαφορετικής ετυμολογίας μπορούμε να βρούμε; Εγώ βρήκα τις εξής:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Λεξικογραφικά, Ομόηχα | Με ετικέτα: , , , | 184 Σχόλια »

Ποτάρες και μουσικάρες

Posted by sarant στο 17 Ιουνίου, 2022

Τις προάλλες πήρα ένα πολύ συμπαθητικό γράμμα από μια φιλόλογο, που μου εξέθεσε τον προβληματισμό της για ένα γλωσσικό φαινόμενο που έχει παρατηρήσει, από τότε που, εξαιτίας της πανδημίας, άρχισε να βλέπει περισσότερη τηλεόραση απ’ όσο συνήθιζε, ιδίως το πρωί και το μεσημέρι.

Πρόκειται για την αυξανόμενη χρήση του μεγεθυντικού επιθήματος -άρα για τη δημιουργία λίγο-πολύ εφήμερων μεγεθυντικών, στη γλώσσα των νέων, μεταξύ άλλων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ή όσων μιμούνται τους νέους, στη διαφήμιση ή στις εκπομπές της τηλεόρασης. Ο τίτλος που διάλεξα για το άρθρο προέρχεται από την ανάρτηση ενός (νεότερου) φίλου στο Φέισμπουκ, που έλεγε, πριν από καιρό, «αντί να είμαι στο νησί και να πίνω ποτάρες και ακούγοντας μουσικάρες, κάθομαι εδώ και σας διαβάζω» (ή κάτι τέτοιο). Μου είχε κάνει εντύπωση, παρόλο που κι άλλες φορές έχω δει αναρτήσεις για ποτάρες και μουσικάρες.

Κατά σύμπτωση, αυτές τις μέρες προβάλλεται μια διαφήμιση στοιχηματικής εταιρείας, με το σύνθημα: Σουβλακάρα, παρεάρα, ματσάρα και ΧΨΖ (δεν βάζω το όνομα της διαφημιζόμενης εταιρείας για να μη μας πάνε για γκρίζα διαφήμιση).

Η «ματσάρα» μου είναι εξαιρετικά οικεία, από παλιά. Σουβλακάρα και παρεάρα δεν θυμάμαι να έχω πει ποτέ. Γκουγκλίζονται πάντως και οι δυο τύποι, περισσότερο η σουβλακάρα. Κάπου ο Πετρετζίκης δηλώνει ότι θα παρουσιάσει συνταγή για «σουβλακάρα», ενώ η λέξη χρησιμοποιείται επίσης σε κριτικές διάφορων σουβλατζίδικων.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αργκό, Γραμματική, Γλωσσική αλλαγή, Τηλεοπτικά, μέσα κοινωνικής δικτύωσης | Με ετικέτα: , , , | 180 Σχόλια »

50 -άζ

Posted by sarant στο 19 Μαΐου, 2022

Τις προάλλες, εκεί που συζητούσαμε για χρώματα, ο φίλος μας ο Σταύρος, χαριτολογώντας, είπε ότι αναγνωρίζει καμιά δεκαριά βασικά χρώματα μονάχα και όχι αποχρώσεις με δυσδιάκριτες διαφορές μεταξύ τους όπως βεραμάν, γκρενά, σομόν, τιρκουάζ ή… ντεμπραγιάζ.

Κι αυτό μου έδωσε την ιδέα να μαζέψουμε στο σημερινό άρθρο τις λέξεις που έχουν μπει στο ελληνικό λεξιλόγιο και έχουν την κατάληξη -άζ.

Στη συντριπτική πλειοψηφία (ή πλειονότητα, αν είστε από την άλλη φράξια) πρόκειται για δάνεια από τη γαλλική γλώσσα που αντιστοιχούν σε γαλλικές λέξεις με το επίθημα -age, με το οποίο φτιάχνονται ουσιαστικά από άλλα ουσιαστικά ή από ρήματα, και δηλώνουν συχνά σκοπό ή αποτέλεσμα, σε κάποια αντιστοιχία με το αγγλικό -ing. Και ένας χρήσιμος κανόνας για όσους μαθαίνουν γαλλικά είναι ότι όλες οι λέξεις με το επίθημα -age είναι αρσενικού γένους (προσοχή όμως γιατί μπορεί μια λέξη να τελειώνει σε -age αλλά να μην έχει το επίθημα, π.χ. page, η σελίδα, που είναι θηλυκού γένους).

Υπάρχουν όμως και λέξεις ελληνικές σε -άζ που προκύπτουν με άλλο τρόπο. Για παράδειγμα, το τιρκουάζ του παραδείγματος του Σταύρου είναι πάλι γαλλικό δάνειο αλλά από το γαλλ. turquoise, όχι από λέξη σε -age. Όσες λοιπόν λέξεις δεν προέρχονται από λέξη σε -age τις σημειώνω με αστερίσκο και δηλώνω από πού προέρχονται.

Κάποιοι συνηθίζουν τις λέξεις αυτές (ή, κάποιες από αυτές τις λέξεις) να τις προφέρουν με παχύ ζ, όπως προφέρονται στα γαλλικά -θυμάμαι μια γνωστή δημοσιογράφο (αν προκληθώ, θα την κατονομάσω) να προφέρει «μοντάge», που εμένα μου φαίνεται αστείο και εξεζητημένο. Στα ελληνικά, προφέρουμε ελληνικά!

Καταγράφω 50 λέξεις που έχουν λεξικογραφηθεί, στο ΛΚΝ ή στον Μπαμπινιώτη, καθώς και μερικές δικές σας προτάσεις σε ένα άρθρο που είχαμε βάλει πρόπερσι με 666 λέξεις γαλλικής προέλευσης. Το Αντίστροφο λεξικό έχει 62 λέξεις σε -άζ αλλά καταγράφει και μερικές πολύ σπάνιες (π.χ. πεϊζάζ, ρενσάζ).

Αξιοπρόσεκτο είναι πως οι περισσότερες από αυτές τις λέξεις δεν έχουν εξελληνισμένο τύπο σε -άζι. Βρίσκει κανείς βέβαια γκαράζι ή αμπραγιάζι και μερικά ακόμα, αλλά σπάνια. Πράγματι, οι περισσότερες λέξεις του ΛΚΝ σε -άζι είναι τουρκικής προέλευσης (αγιάζι, μαράζι κτλ.) και μόνο δύο γαλλικές: γκάζι και γρανάζι, που όμως δεν έχουν τύπους «γκαζ» (εντάξει, υπάρχει, αλλά πολύ σπάνια) ή ανγκρανάζ (διότι το γρανάζι προέρχεται από το engranage). Δηλαδή, οι γαλλικές λέξεις έμειναν σε γενικές γραμμές ασυμμόρφωτες και δεν έδωσαν προσαρμοσμένους τύπους σε συχνότητα που να λεξικογραφείται -στον κατάλογο που ακολουθεί μόνο το «σενάζι» είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.

Σε λόγιο εξελληνισμό έχουμε το «εμβαλλάγιον», που το έχουμε συζητήσει και παλιότερα στην ορολογία των φαρμακοποιών.

Όπως είπα, με αστερίσκο σημειώνω στον κατάλογο τις λέξεις που δεν προέρχονται από επίθημα -age ή και που δεν έχουν γαλλική προέλευση (πιάζ, τζαζ) ενώ μια ειδική περίπτωση είναι το σπικάζ, που φτιάχτηκε στα ελληνικά, από το αγγλ. speak και το επίθημα -άζ ως αυτονομημένο πλέον. Δεν υπάρχει λέξη speakage στα γαλλικά, ενώ ο αγγλικός όρος είναι voice-over. Αν ξέρετε άλλη τέτοια περίπτωση, πολύ θα με ενδιαφέρει.

Ιδού λοιπόν οι 50 λέξεις σε -άζ. Συμπληρώστε ελεύθερα, μήπως και φτάσουμε τις 100.

  1. αβαντάζ
  2. αμπαλάζ
  3. αμπραγιάζ
  4. αρμπιτράζ
  5. βερνισάζ
  6. βιράζ
  7. βολτάζ
  8. γκαράζ
  9. εταλονάζ
  10. καμουφλάζ
  11. καμποτάζ
  12. κολάζ
  13. κορσάζ
  14. μακιγιάζ
  15. μασάζ
  16. μιξάζ
  17. μοντάζ
  18. μπαράζ
  19. μποϊκοτάζ
  20. μπρικολάζ
  21. ντεκαπάζ
  22. ντεκουπάζ
  23. ντεμακιγιάζ
  24. ντεμαράζ
  25. ντεμπραγιάζ
  26. ντρενάζ
  27. πατινάζ
  28. πετρογκάζ * από πετρο- + γαλλ. gaz
  29. πιάζ * από τουρκ. piyaz
  30. πλαζ * από γαλλ. plage, αντιδάνειο, όχι με επίθημα
  31. πλακάζ
  32. πορτ-μπαγκάζ
  33. ρεπεσάζ
  34. ρεπορτάζ
  35. ροντάζ
  36. σακ βουαγιάζ
  37. σαμποτάζ
  38. σενάζ(ι)
  39. σπικάζ
  40. τατουάζ
  41. τζαζ * από αγγλ. jazz
  42. τιράζ
  43. τιρκουάζ * από γαλλ. turquoise
  44. τονάζ
  45. τριάζ
  46. υδρομασάζ
  47. φραμπουάζ
  48. φωνομοντάζ
  49. φωτομοντάζ
  50. φωτορεπορτάζ

Κάποιες από τις λέξεις του καταλόγου απηχούν παλιότερες εποχές κυριαρχίας της γαλλοφωνίας και σήμερα υποχωρούν μπροστά στους αγγλικούς όρους, όπως το εταλονάζ που είναι όρος της φωτογραφικής. Θυμάμαι άλλωστε κι έναν διάλογο σε πρωινάδικο, με μία νεαρή που σπούδαζε makeup artist.

Πώς το λένε στα ελληνικά αυτό που σπουδάζεις; ρώτησε η παρουσιάστρια. Μακιγιάζ, απάντησε εκείνη. Και είχε δίκιο.

Κλεινουμε με το κατάλληλο για την περίσταση τραγούδι.

Posted in Γλωσσικά δάνεια, Κατάλογοι, Λεξικογραφικά, γαλλικά | Με ετικέτα: , , , , , , | 188 Σχόλια »

Το χαμένο ξι της Οκσάνας

Posted by sarant στο 30 Ιουλίου, 2021

Στους Ολυμπιακούς αγώνες του Τόκιο, που συνεχίζονται, η αθλήτρια της γυμναστικής Οξάνα (ή Οκσάνα) Τσουσοβίτινα, που αγωνίζεται με τα χρώματα του Ουζμπεκιστάν, δεν κατάφερε να προκριθεί στον τελικό του αγωνίσματός της. Κι όμως, γράφτηκαν πολλά άρθρα γι’ αυτήν (παράδειγμα πρώτο και παράδειγμα δεύτερο), για τον απλό λόγο ότι η 46χρονη γυμνάστρια αποτελεί θρύλο του αθλήματος, αφού συμμετέχει ανελλιπώς σε Ολυμπιακούς αγώνες από το 1992, έχει δε αγωνιστεί (πρωτύτερα) με τα χρώματα της ΕΣΣΔ και της Γερμανίας.

Όμως, στα Υπογλώσσια συζητήθηκε η γραφή του ονόματός της στα ελληνικά. Οξάνα ή Οκσάνα; Ή μάλλον, το ερώτημα τέθηκε ως εξής: γιατί Οκσάνα και όχι Οξανα;

Προσωπικά, προτιμώ το «Οξάνα» και θα αναφέρω για ποιο λόγο. Αλλά θα δούμε για ποιο λόγο κάποιοι προτιμούν τη γραφή Οκσάνα, και επίσης θα ερευνήσουμε το γενικότερο δίλημμα, αν, όταν μεταγράφουμε ξένα ονόματα (ή ξένα δάνεια) θα προτιμάμε το ξ και το ψ ή το κσ και το πσ.

Στο κυριλλικό αλφάβητο δεν υπάρχει γράμμα που να αποδίδει τον φθόγγο /ks/, το ξι. Έτσι, η αειθαλής γυμνάστρια γράφεται Оксана Александровна Чусовитина. Στα αγγλικά, μεταγράφεται Oksana Aleksandrovna Chusovitina (και όχι Oxana… διότι το αγγλικό x δεν έχει ακριβώς την προφορά ks). Κάποιοι δικοί μας, βλέποντας το αγγλικό, το μεταγράφουν Οκσάνα, νομίζοντας ότι μένουν πιστοί στο πρωτότυπο (ή τέλος πάντων στη γραπτή εικόνα του).

Δεν συμφωνώ. Και επειδή, κατά σύμπτωση, η Οξάνα έχει πατρώνυμο Александровна/Αλεξάντροβνα, το οποίο οι άγγλοι επίσης μεταγράφουν Aleksandrovna, αναρωτιέμαι αν θα έγραφαν Οκσάνα Αλεκσάντροβνα. Μάλλον όχι.

Εξάλλου, μπορεί να μην έχουμε το όνομα Οξάνα στα ελληνικά (αν και σίγουρα θα υπάρχουν πλέον Ελληνίδες πολίτισσες με το όνομα αυτό) αλλά τη Ρωξάνη του Μεγαλέξαντρου, όπως θύμισε κάποιος στα Υπογλώσσια, που κρατούσε από τα ίδια περίπου μέρη, την αποδώσαμε με ξι.

Οπότε, προτιμώ Οξάνα.

Βεβαια, γράφουμε εκστρατεία, εκσκαφέας, εκσυγχρονισμός και όχι εξστρατεία, εξκαφέας, εξυγχρονισμός, αλλά όλες οι περιπτώσεις που εμφανίζεται το σύμπλεγμα /κσ/ (αντί του ξ) στην ελληνική γλώσσα, με εξαίρεση κάποια δάνεια, αποτελούν σύνθετες λέξεις, με την πρόθεση «εκ» και κάποια λέξη από σ. Αυτός ο κανόνας δεν νομίζω να έχει αμφισβητηθεί ποτέ -αν κάποιος γράψει «εξτρατεία» μάλλον θα προκαλέσει θυμηδία, ενώ βέβαια όλοι γράφουμε «έξτρα».

Στο ΛΚΝ βρίσκω, εκτός από τα σύνθετα του εκ-, μόνο τα εξής δάνεια που έχουν το σύμπλεγμα /κσ/: γκάγκστερ, κόμικς, κορν φλέικς, σαικσπηρικός, τανκς.

Γράφουμε τανκς και όχι τανξ επειδή η αντίστοιχη ξένη λέξη είναι tanks (και όχι tanx) και επειδή αυτό το s έχει μια ιδιαίτερη γραμματική σημασία, αφού σχηματίζει τον πληθυντικό, και το ξέρουμε.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Μεταγραφή ξένων ονομάτων | Με ετικέτα: , , , , , , | 201 Σχόλια »

Μεζεδάκια εξ αναβολής

Posted by sarant στο 2 Σεπτεμβρίου, 2018

Εξ αναβολής, αφού κανονικά το πολυσυλλεκτικό μας άρθρο με τα γλωσσικά στραβά κι ανάποδα της εβδομάδας δημοσιεύεται το Σάββατο -αλλά χτες που ήταν Σάββατο είχαμε και πρωτομηνιά.

* Κάποιοι συνεχίζουν ακόμα τις διακοπές τους -μαζί κι εγώ, μια και φέτος τις άρχισα αργά.

Ένας από αυτούς, δημοσίευσε τη φωτογραφία που βλέπετε αριστερά. Δικό του και το σχόλιο που προκύπτει αβίαστα:

Οι Έλληνες που δεν έχουν λόουερ, κολυμπάνε το πρωί

Οι αλλοδαποί κολυμπάνε το απόγευμα

Οι Έλληνες που έχουν λόουερ, πρωί-απόγευμα.

* Ο αντιπρόεδρος του Εδεσσαϊκού έπιασε δουλειά στο iefimerida.gr. Διαβάστε την πρώτη παράγραφο από άρθρο για την εμφάνιση αρκούδων σε χωριά των Τρικάλων:

Την ανησυχία τους για το καταστροφικό πέρασμα τους προκάλεσαν οι αρκούσες που μπήκαν σε τουλάχιστον δύο χωριά των Τρικάλων εκδήλωσαν οι κάτοικοι των οποίων φοβούνται και για τυχόν «τυχαίες συναντήσεις» με κάποιο από τα άγρια ζώα.

Δεν χρειάζονται σχόλια. Αρκούσε η τρικυμισμένη σύνταξη, ηρθαν και οι αρκούσες…

* Ο περίεργος τίτλος της εβδομάδας, στην iefimerida. Σε άρθρο της κατηγορίας «Σαν σήμερα», μαθαίνουμε (ή θυμόμαστε) ότι στςι 26 Αυγούστου 1960 εκτελέστηκε η Σταυρούλα Γκουβούση που είχε καταδικαστεί για τη δολοφονία της νύφης της. Ήταν, λέει ο τίτλος,

Η πρώτη γυναίκα που εκτελέστηκε λόγω θανατικής ποινής

Αυτό θυμίζει λίγο το murder by death της γνωστής κωμωδίας, αλλά ο υπέρτιτλος («Για ποινικό αδίκημα») έχει μια βάση που ο αρθρογράφος δεν μπορεί ή δεν θέλει να εκφράσει σαφέστερα.

Εκτελέσεις γυναικών είχαν γίνει πολλές στα χρόνια του Εμφυλίου -με πρώτη τη σλαβομακεδόνα δασκάλα Ειρήνη Γκίνη (το εξελληνισμένο όνομά της), αν δεν κάνω λάθος.

Και πράγματι, στο τέλος του άρθρου δηλώνεται ότι: Η Σταυρούλα Γκουβούση ήταν η πρώτη από τις τέσσερις γυναίκες που εκτελέστηκαν στην Ελλάδα μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου.

* Τη φωτογραφία αριστερά μού την έστειλε φίλος, από το αεροδρόμιο Θεσσαλονίκης.

Η αγγλική μετάφραση έχει ένα προβληματάκι, έστω κι αν δεν χτυπάει αμέσως στο μάτι.

Το πρόβλημα είναι ότι η «μεταφορά υγρών προϊόντων» αποδόθηκε «liquids transfer»

Θα ήταν προτιμότερη, λέει ο φίλος, η απόδοση transport ή carriage of liquids. Το transfer μπορεί να νοηθεί ως «μεταβίβαση» (νοερή, λογιστική, κυριότητας, συναισθημάτων…), «μετάθεση» (υπαλλήλου), ακόμα και «αποστολή» (εμπορευμάτων), αλλά όχι «μεταφορά πραγμάτων που κουβαλάς επάνω σου».

* Οι οιωνοί δεν είναι καλοί, τουλάχιστον στο in.gr.

Διαβάζουμε σε άρθρο του Β. Κανέλλη: Οποιος ασκεί κριτική στο μεγάλο αφεντικό, θα αντιμετωπίζεται ως οιωνεί μαφιόζος, διαπλέκομενος, αναξιοπρεπής, γλείφτης και άλλα πολλά.

Οιονεί βέβαια, αλλά οι μεταξωτές διατυπώσεις θέλουν επιδέξια χέρια. Και να πεις ότι το «οιωνεί» δεν το πιάνει ο Σπελ Τσέκερ; Το πιάνει, αλλά φαίνεται πως ούτε αυτόν χρησιμοποιούν στο in.gr.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επιγραφές, Κουίζ, Μαργαριτάρια, Μεταφραστικά, Μεζεδάκια, Νομανσλάνδη, Ορθογραφικά, Το είπε/δεν το είπε, Ψευδόφιλες λέξεις | Με ετικέτα: , , , , , | 171 Σχόλια »

Δάκια, λάκια, ράκια, τάκια

Posted by sarant στο 9 Ιουλίου, 2018

Το αφεντικό τρελάθηκε, θα πείτε. Σκεφτείτε όμως ότι έχουμε ένα ιστολόγιο να συντηρήσουμε, κι έτσι πρέπει να βάλουμε έναν τίτλο πρωτότυπο, γιατί ο κανονικός τίτλος που θα ταίριαζε στο άρθρο, δηλαδή «Η ανάπτυξη συνδετικού συμφώνου στα ουδέτερα υποκοριστικά» ή κάτι τέτοιο, σε πραγματεία ταιριάζει κι εμείς εδώ πραγματεία δεν γράφουμε.

Στην ομάδα Υπογλώσσια του Φέισμπουκ, που συζητάμε πολλά και διάφορα γλωσσικά, ρώτησε ένας φίλος για ποιο λόγο λέμε:

Μηλαράκι-Ποδαράκι-Ρουχαλάκι
αντί
Μηλάκι-Ποδάκι-Ρουχάκι

Οπότε μοιραία η συζήτηση στράφηκε σε όλα εκείνα τα υποκοριστικά σε -άκι, όπου στο υποκοριστικό αναπτύσσεται και ένα επιπλέον σύμφωνο που δεν υπάρχει στο θέμα της λέξης. Στο σημερινό άρθρο θα επιχειρήσω να  συστηματοποιήσω όσα ειπώθηκαν και να συμπληρώσω όσα δεν ειπώθηκαν.

Λέμε λοιπόν «μηλαράκι» και όχι «*μηλάκι», λέμε «ρουχαλάκι» και όχι «*ρουχάκι». Επίσης λέμε «*παραδάκι» και όχι «*παράκι», «λαγουδάκι» και όχι «*λαγάκι», καθώς και «γραμματάκι» και όχι «*γραμμάκι», αλλά και «αυγουλάκι» και όχι «*αυγάκι».

Να το μετριάσω λίγο αυτό που έγραψα. Επειδή το παραγωγικό επίθημα -άκι είναι πολύ συχνό και πανίσχυρο, τυχαίνει κάποιες φορές να χρησιμοποιούνται και οι «απλοί» υποκοριστικοί τύποι -για παράδειγμα, αν γκουγκλίσετε θα δείτε «ρουχάκια» ιδίως σε διαφημίσεις για ρούχα νεογέννητου. Οπότε, να έχουμε κατά νου ότι «κατά κανόνα» αποφεύγεται ο «απλός» υποκοριστικός τύπος (όπου απλός, όταν δεν παρεμβάλλεται εξωθεματικό σύμφωνο) και όχι «πάντοτε» -δεν υπάρχει άλλωστε κάποιος γλωσσικός νόμος που να μας εμποδίζει να πούμε «μηλάκι», ενώ σε κάποιες περιπτώσεις εμφανίζονται διτυπίες, π.χ. «ξυλάκι» και «ξυλαράκι».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γραμματική, Γενικά γλωσσικά, Υποκοριστικά | Με ετικέτα: , | 214 Σχόλια »

Ο δάσκαλος δεν δάσκει

Posted by sarant στο 19 Απριλίου, 2018

Δεν δάσκει ο δάσκαλος, βεβαίως. Διδάσκει, γι’ αυτό και ονομάστηκε διδάσκαλος. Στη συνέχεια, στη νεότερη γλώσσα, ο διδάσκαλος έχασε την πρώτη του συλλαβή, κι έγινε δάσκαλος, αν και ο παλαιοτερος τύπος επίσης χρησιμοποιείται, είτε αυτόνομος σε λογιότερο ύφος είτε σε παράγωγα (π.χ. διδασκαλικός).

Το φαινόμενο εξαιτιας του οποίου ο διδάσκαλος έγινε δάσκαλος ονομάζεται «απλολογία». Συμφωνα με τον ορισμό του ΛΝΕΓ, απλολογία είναι η σίγηση ολόκληρης συλλαβής, όταν ακολουθεί στην ίδια λέξη συλλαβή που περιέχει το ίδιο σύμφωνο (με όμοιο ή διαφορετικό φωνήεν), γεννώντας λόγω τής επανάληψης αίσθημα κακοφωνίας, π.χ. τετράπεζα > τράπεζα, διδάσκαλος > δάσκαλος, αμφιφορεύς > αμφορέας.

Κατά το ΛΚΝ, η απλολογία είναι: γραμματικό φαινόμενο που παρατηρείται σε μια λέξη όταν αποβάλλει τη μία από τις δύο συνεχόμενες συλλαβές της που έχουν τα ίδια ή συγγενικά σύμφωνα, π.χ. αποφοιτητήριον > αποφοιτήριο.

Παρεμφερείς ορισμοί, κάπως πιο σφιχτός ο δεύτερος, με διάσημα παραδειγματα απλολογίας.

Η ίδια η λέξη «απλολογία» δεν υπήρχε στα αρχαία, είναι ελληνογενής σχηματισμός που τον πήραμε από τα γαλλικά (haplologie).

Χαριτολογώντας θα μπορούσε να πει κανείς ότι η ίδια η λέξη «απλολογία» είναι άρνηση του εαυτού της, αφού περιλαμβάνει δυο συνεχόμενες ολόιδιες συλλαβές /λο/ χωρίς να σιγηθεί η μία από αυτες. Είχα διαβάσει παλιότερα (στα αστεία) ότι οι συνεπείς επιστήμονες πρέπει να τη λένε haplogy.

Αυτό βέβαια το είπαν στα αστεία -δεν υπάρχει κανένας φετφάς, κανένας νόμος απαράβατος που να λέει ότι κάθε φορά που έχουμε παρόμοιες συνεχόμενες συλλαβές η μία πρέπει να αποβάλλεται. Αντίθετα, η απλοποίηση αυτή συμβαίνει σχετικά σπάνια -ή, τέλος πάντων, σχετικά σπάνια γίνεται αποδεκτή και καθιερωνεται.

Απλολογίες συμβαίνουν φυσικά και σε αλλες γλώσσες. Στα αγγλικά το probably προέκυψε με απλολογία από το probable+ -ly ή στα γαλλικά το tragicomique αντί του tragico-comique.

Όπως είχα γράψει παλιότερα, ο διδάσκαλος έγινε δάσκαλος με απλολογία στα μεσαιωνικά χρονια, όπως και το βιβάζω έγινε βάζω ή όπως, στις μέρες μας, τον περιβαλλοντολόγο πολλοί τον λένε περιβαντολόγο ή αθλίατρο τον αθλητίατρο, με τη διαφορά ότι τις πρώτες μεταβολές επειδή δεν τις είδαμε όταν συνέβαιναν τις αποδεχτήκαμε σαν αυτονόητες, ενώ οι δεύτερες, που τις βλέπουμε να συμβαίνουν τώρα, προκαλούν ενόχληση σε πολλούς.

Ενοχλεί η απλολογία, παρόλο που ο απλοποιημένος τύπος είναι πάντοτε πιο ευκολοπρόφερτος, διότι θολώνει την ετυμολογική διαφάνεια της λέξης. Η συνήθης αντίρρηση στον τύπο «περιβαντολόγος» είναι: – Τι δηλαδή, μελετάει το περιβάντο; Ε, όσο δάσκει ο δάσκαλος.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Γραμματική, Ετυμολογικά, Λαθολογία | Με ετικέτα: , , , | 206 Σχόλια »

Τα ρο της ηχορύπανσης

Posted by sarant στο 30 Μαρτίου, 2018

Πριν από μερικές μέρες, σε μια ομάδα του Φέισμπουκ όπου συζητάμε για τη γλώσσα, τα Υπογλώσσια, ο φίλος Θ. Αναγνωστόπουλος αναρωτήθηκε αν θα διατηρηθει στη λέξη «αντιρατσιστικός» ο κανόνας (της αρχαίας) που επιβάλλει τον διπλασιασμό του ρο, αν δηλαδή πρέπει να γράψουμε «αντιρρατσιστικός». Το ίδιο ερώτημα μπορεί να τεθεί και για πολλές άλλες σύνθετες λέξεις που το β’ συνθετικό τους αρχίζει από ρο, οπότε θυμήθηκα ένα παλιότερο σημείωμα που είχα γράψει (πριν αρχίσει να λειτουργεί το ιστολόγιο) για τα ρο της ηχορύπανσης -ηχορύπανση ή ηχορρύπανση;

Να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Στα αρχαία ελληνικά, όταν σε μια σύνθετη λέξη το β’ συνθετικό αρχιζει από ρο ενώ το α’ συνθετικό λήγει σε βραχύ φωνήεν, αυτό το αρκτικό ρο διπλασιάζεται. Έτσι, γράφουμε: απορρίπτω, αμφίρροπος, διαρρέω, επίρρημα. Το ίδιο ισχύει και στα σύνθετα με το α- στερητικό: άρρητος.

Γιατί γίνεται αυτό, δεν το ξέρω -σε άρθρο του Θ. Μωυσιάδη, απ’ όπου αντλώ υλικό, αναφέρεται ότι «το αρκτικό -ρ- διπλασιάζεται λόγω αφομοιώσεων με σιγημένο φθόγγο και με συχνό αποτέλεσμα την άρση των αλλεπαλλήλων βραχειών συλλαβών» που δεν με κάνει και πολύ σοφότερο.

Να πούμε εδώ ότι συχνά επικρατει η αντίληψη πως διπλασιάζονται όλα τα αρχικά ρο στη σύνθεση, και αυτό διοτι είναι πολύ σπάνιες οι αρχαίες σύνθετες λέξεις όπου το α’ συνθετικό λήγει σε μακρό φωνήεν κι έτσι δεν διπλασιάζουν το ρο: εύρυθμος (αλλά άρρυθμος), εύρωστος (αλλά άρρωστος), αείροος (αλλά επιρροή). Εννοείται ότι όταν το α’ συνθετικό λήγει σε σύμφωνο, το ρο δεν διπλασιάζεται (εκροή) εκτός βέβαια όταν έχουμε διπλασιασμό λόγω σύνθεσης (συν+ράπτω = συρράπτω).

Τις λέξεις που τις κληρονομήσαμε απο τα αρχαία, τις διατηρούμε έτσι. Το ερώτημα είναι, τι κάνουμε με τις νεότερες λέξεις, σε μια γλώσσα όπου το διπλό ρο δεν δηλώνεται στην προφορά και όπου δεν έχουμε μακρά ή βραχέα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Λεξικογραφικά, Ορθογραφικά | Με ετικέτα: , , , , , | 112 Σχόλια »

Πότε απολογούμαστε;

Posted by sarant στο 26 Μαρτίου, 2018

Το σημερινό άρθρο αρχικά το ειχα εντάξει στα προχτεσινά μεζεδάκια, τελικά ομως αποφάσισα να το αυτονομήσω επειδή επιανε πολύ χώρο στην πιατέλα, αφού μάλιστα το ενδιαφέρον που παρουσιάζει δεν είναι απλώς επικαιρικό.

Βέβαια, η αφορμή για να τεθεί το ζήτημα ήταν ένα μικρογεγονός της επικαιρότητας, και μάλιστα της διαδικτυακής, από εκείνα που όταν σκάνε προκαλούν μεγάλο θόρυβο («σάλο» κατά το κλισέ) αλλά την επομένη ή τη μεθεπομένη έχουν ξεχαστεί κι έρχεται η σειρά για να «προκαλέσει σάλο» κάποιο άλλο συμβάν, ίνα πληρωθεί το ρηθέν «κάθε θάμα τρεις ημέρες, το μεγάλο τέσσερις».

Την περασμένη βδομάδα λοιπόν είχαμε τη διαγραφή της Έλλης Παπαγγελή από τη ΝΔ, επειδή αποκάλεσε (περίπου) Βούλγαρους τους οπαδούς του ΠΑΟΚ σε ένα σχόλιό της στο Τουίτερ ή στη σελίδα της στο Φεισμπουκ. Η Έλλη Παπαγγελή είναι μοντέλο και συχνά εκφράζει ακραίες δεξιές θέσεις, καμιά φορά με αφέλεια, όπως όταν έγραψε ότι στα δεκαπέντε χρονια της διάβασε τον Μαρξ και τον απέρριψε και άλλοτε με σοβαρότητα, όπως όταν κατήγγειλε τη «μυθολογία» του Πολυτεχνείου.

Γράφω «περίπου» διοτι αν κατάλαβα καλά, η Ε.Π. σχολίαζε μια ανακοίνωση συλλογής υπογραφών μιας μερίδας φανατικών Παοκτζήδων, η οποία έλεγε ότι, σε περιπτωση που η ομάδα τιμωρηθεί τελεσίδικα, εκείνοι θα αγνοήσουν την πρόσκληση σε ενδεχόμενη επιστράτευση: «εμείς δεν πολεμάμε για την Ελλάδα σας«. Απαντώντας σε αυτό, η Ε.Π. σχολίασε «Θα πάνε στον πόλεμο, αλλά με το βουλγαρικό στρατόπεδο» (ή κάτι τέτοιο).

Προτιμώ να μη σχολιάσω ούτε τη μια ουτε την άλλη τοποθέτηση, πάντως θέλω να επισημάνω ότι με ενόχλησε το γεγονός ότι τα περισσότερα διαδικτυακά άρθρα που κάλυπταν τις δηλώσεις της κ. Παπαγγελή συνόδευαν το άρθρο με κάποια ημίγυμνη ή αποκαλυπτική φωτογραφία της, κάτι που το βρίσκω σεξιστικό -και θα παρακαλέσω στα σχόλια να μην βάλετε τέτοιες φωτογραφίες. Κάποιοι, σε παρομοιες συζητήσεις, αντέταξαν ότι «μόνο τέτοιες φωτογραφίες βγάζει», που ίσως θυμίζει, αν και δεν είναι εντελώς ίδια περιπτωση, το «εγώ δεν είμαι ρατσιστής, εκείνος είναι αράπης». Αλλά πλατειάζω.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Λεξικογραφικά, Ξενισμοί | Με ετικέτα: , , , , , , , | 122 Σχόλια »

Αλαμπουρνέζικα, είπαμε

Posted by sarant στο 29 Νοεμβρίου, 2017

Επειδή χτες μου συνέβη ένα τυχαίο ατύχημα, που έλεγε και ο Ντάριο Φο, δεν πρόλαβα να γράψω φρέσκο άρθρο, οπότε θα επαναλάβω ένα παλιότερο, που είχε αρχικά δημοσιευτεί πριν από εφτά χρόνια  (και κάτι μέρες) στο ιστολόγιο, Νοέμβριο του 2010, εποχή πολύ μακρινή.

Διάλεξα για αναδημοσίευση το συγκεκριμένο άρθρο όχι μόνο επειδή είναι παλιό και άρα θα έχει ξεχαστει, αλλά και επειδή το ξαναγράφω σε μεγαλο βαθμό, καταλήγοντας σε εν μέρει διαφορετικά συμπεράσματα.

Το τι σημαίνει αλαμπουρνέζικα, το ξέρουμε. Η λέξη χρησιμοποιείται σκωπτικά για κάτι που λέγεται ή γράφεται σε ακαταλαβίστικη ή ασυνάρτητη γλώσσα, γενικότερα για κάτι ασυνάρτητο ή ακατανόητο. Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος σε ένα αρκετά γνωστό δοκίμιό του έχει χαρακτηρίσει «αλαμπουρνέζικα» τη «γλώσσα των σημερινών κουλτουριάρηδων«.

Η λέξη πήρε καινούργια ώθηση με τον ερχομό των υπολογιστών, αφού ένα από τα βασικά προβλήματα με τις ελληνικές γραμματοσειρές ήταν στο παρελθόν (και ίσως είναι ακόμα) ότι αν δεν είχες δώσει τη σωστή κωδικοσελίδα έβλεπες στην οθόνη αλαμπουρνέζικα (αν και αυτά εγώ τα έλεγα καραγκιοζάκια). Με την πάροδο του χρόνου τα προβλήματα γραμματοσειράς στους υπολογιστές έχουν μειωθεί πολύ αλλά «αλαμπουρνέζικα» εξακολουθούν να εμφανίζονται σε κινητές συσκευές, υποτίτλους κτλ.

Αν η σημασία της λέξης είναι καθαρή, για την ετυμολογία της δεν υπάρχει βεβαιότητα.

Το (γενικό) λεξικό Μπαμπινιώτη, τουλάχιστον στις τρεις πρώτες εκδόσεις του, αφού αναφέρει ότι είναι αβέβαιο ετύμου, παραθέτει τρεις εξηγήσεις που έχουν προταθεί, από τις οποίες τις δυο τις βρίσκω εντελώς απίθανες. (Πιθανόν στην 4η έκδοση που δεν την έχω να έχει αλλάξει εν μέρει άποψη).

Πρώτη θεωρία, ότι προέρχεται από την (ακατάληπτη) γλώσσα της φυλής Μπουρνού του Σουδάν (!), τα μπουρνέζικα (!!). Αλα + Μπουρνέζικα, ίσον αλαμπουρνέζικα. Αυτή η κατ’ εμε εξωφρενική ετυμολογία έχει προταθεί από τον Φαίδωνα Κουκουλέ. Η φυλή Μπορνού είναι υπαρκτή, είχε μαλιστα συγκροτήσει αυτοκρατορία στην κεντρική Αφρική, πριν από πολλούς αιώνες αλλά δεν υπάρχει καμιά απολύτως μαρτυρία για σχέσεις ή επαφές με τη χώρα μας που θα μπορούσαν να κάνουν παροιμιώδη τη γλώσσα τους.

Δεύτερη θεωρία, που είναι αρκετά διαδεδομένη, ότι προέρχεται από το αλιβορνέζικα, που σημαίνει, λέει, θαυμαστά πράγματα που εισάγονταν από το Λιβόρνο, την ιταλική πόλη. Κι αυτό το βρίσκω απίθανο, παρόλο που υπήρχε στο Λιβόρνο ακμαία ελληνική παροικία και υπήρχαν επαφές. Αλλά δεν θα έπρεπε να έχει αποτυπωθεί κάπου αυτή η μαζικη εισαγωγή «αλιβορνέζικων» αγαθών;

Τρίτη εξήγηση: από το ιταλ. alla burla, «στα αστεία, στην πλάκα», και την κατάληξη -έζικα που χρησιμοποιείται για γλώσσες.

Παρεμφερή εξήγηση δίνει το ΛΚΝ (ετυμολογική επιμέλεια Πετρούνια), που θεωρεί αρχή της λ. αλαμπουρνέζικα τη φράση alla burlesca, «με παιχνιδιάρικο ύφος». Την ίδια εξήγηση δέχεται και το Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας.

Το Ετυμολογικό Λεξικό του Μπαμπινιώτη, επίσης, θεωρεί πιθανή την προέλευση από το alla burla + -έζικα  και αναφέρει ότι «δεν είναι πιθανή» η πρόταση για προέλευση από το Λιβόρνο.

Πράγματι, είναι αρκετά πιθανό η αρχή της ελληνικής λέξης να βρίσκεται είτε στο alla burla είτε στο alla burlesca. Είτε από τη μια είτε από την άλλη αρχή καταλήγουμε σε ένα «αλαμπουρλέζικα», που εύκολα δίνει με ανομοίωση «αλαμπουρνέζικα». Η απόσταση από την πλάκα και το αστείο ως την ασυναρτησία και την ακαταληψία δεν είναι μεγάλη.

Για να κάνουμε βέβαια σωστή ετυμολογική διερεύνηση, πρέπει να ξερουμε πότε περίπου μπήκε η λέξη στη γλώσσα μας. Όπως έχω ξαναπεί, τα γλωσσικά ληξιαρχεία στη χώρα μας δεν λειτουργούν ικανοποιητικά, ιδίως για λαϊκές λέξεις. Ωστόσο βρίσκουμε τα «αλαμπουρνέζικα» σε ένα λεξικό των μέσων του 19ου αιώνα, το «Λεξικόν ελληνικόν και γαλλικόν» του Σκαρλάτου Βυζάντιου (1846), ο οποίος τη λέξη baragouinage την αποδίδει «διάλεκτος (ομιλία) σολοικοβάρβαρος και ακατανόητος, κοινώς αλαμπουρνέζικα».

Το δυστύχημα όμως είναι ότι πολύς κόσμος ελκύεται από τις εντυπωσιακές ιστορίες. Έτσι, η προέλευση από το εξωτικό Σουδάν ή έστω από το Λιβόρνο έχει γοητεύσει πολλούς κι έτσι θα τη βρείτε σε πολλές ιστοσελίδες όπως στο Βικιλεξικό, που αναφέρει με βεβαιότητα την προέλευση από το Σουδάν. Kοτζαμάν Σουδάν ακούγεται πιο μεγαλόπρεπο από μια μπερδεμένη ιταλική φράση.

Στην πρώτη έκδοση αυτού του άρθρου, είχα παρουσιάσει και μιαν ακόμα εξήγηση, που την έβρισκα πειστική -αλλά τώρα έχω αλλάξει γνώμη. Ας την αναφέρω όμως.

Ξεφυλλίζοντας παλιά περιοδικά, έπεσα τυχαία τις προάλλες σε μια σειρά από άρθρα του Νικ. Ποριώτη στο εξαιρετικό περιοδικό «Νεοελληνικά Γράμματα» του Φωτιάδη, που έβγαινε από το 1935 έως την Κατοχή. Ο Ποριώτης ήταν πολύ γερός λόγιος, δημοτικιστής, μεταφραστής αρχαίων αλλά και όπερας,  θεατρικός συγγραφέας. Έκανε και κάμποσα χρόνια στο ναυτικό και ήξερε καλά τη ναυτική γλώσσα. Τα σημειώματα αυτά που σας λέω τα γράφει πια στα 65 του και είναι πολλές φορές απολαυστικά, πάντα με γλωσσικό ενδιαφέρον. Λοιπόν, ο Ποριώτης λέει ότι υπήρχε στην Ιταλία τον 16ο αιώνα ένας σατιρικός ποιητής, ο Φραντσέσκο Μπέρνι, που πέθανε πριν κλείσει τα σαράντα του, στη Φλωρεντία, φαρμακωμένος από έναν καρδινάλιο επειδή αρνήθηκε να φαρμακώσει έναν άλλο καρδινάλιο (ή τουλάχιστο έτσι λένε).

Ο Μπέρνι έγραφε σάτιρες και ήταν ονομαστός για τα πνευματώδη λογοπαίγνιά του, λέει ο Ποριώτης, σε σημείο που το ύφος του να ονομαστεί bernesco, και πλάι στην έκφραση alla burlesca να φτιαχτεί, κατ΄ αναλογία, alla bernesca, με το ύφος του Μπέρνι δηλαδή. Η έκφραση αυτή υπάρχει και σήμερα στα ιταλικά, όπως μπορείτε να δείτε με ένα γκούγκλισμα. Περισσότερα για τον Μπέρνι έχει η Βικιπαίδεια.

Οπότε, λέει ο Ποριώτης, από το «αλά μπουρλέσκα» και από το «αλά μπερνέσκα», με συμφυρμό, προέκυψαν και τα δικά μας αλαμπουρνέζικα.

Την εξήγηση του Ποριώτη την είχα βρει πειστική διότι η φράση alla bernesca ήταν υπαρκτή και συχνή στα ιταλικά, ενώ υπήρχαν και πολλοί ποιητές που ακολουθούσαν τη μανιέρα του Μπέρνι.

Τώρα ομως που ξαναβλέπω όσα είχα γράψει, δεν πείθομαι τόσο πολύ -βρίσκω ότι πρόκειται για περιττή περιπλοκή. Η τροπή του λ σε ν (αλαμπουρλέσκα –> αλαμπουρνέζικα) δεν είναι δύσκολη. Κι έτσι, παρά την μεγάλη εκτίμηση που τρέφω στον Ν. Ποριώτη, πιστεύω πως μπορούμε να μείνουμε στο alla burla / alla burlesca σαν εξήγηση για τα αλαμπουρνέζικα.

Posted in Γιατί (δεν) το λέμε έτσι, Επαναλήψεις, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Λεξικογραφικά | Με ετικέτα: , , , , , | 111 Σχόλια »

Καλοκαιρινό κουίζ με συχνότητες

Posted by sarant στο 3 Αυγούστου, 2017

Καιρό έχουμε να βάλουμε κουίζ, δεν συμφωνείτε;

Πράγματι πάει πολύς καιρός από την τελευταία φορά. Θα μου πείτε πως ο Αύγουστος, όπου είναι παχιές οι μύγες και κανει θραύση το ραστόνι (σικ, ρε) δεν προσφέρεται για δύσκολες διανοητικές ασκήσεις, αλλά επειδή το κουίζ είναι με ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής μπορείτε πάντοτε να το ρίξετε στην τύχη.

Το κουίζ θα αφορά συχνότητες -όχι όμως συχνότητες καναλιών, αυτές είναι αρμοδιότητα του ΕΣΡ. Εμείς εδώ ως γνωστόν λεξιλογούμε, οπότε θα μας απασχολήσουν συχνότητες γραμμάτων και λέξεων.

Θα σας βάλω 5 ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής και μια έκτη για να σπάει τις ενδεχόμενες ισοβαθμίες. Πιθανόν οι απαντήσεις να γκουγκλίζονται, αλλά είμαι βέβαιος ότι, πιστοί στο ευ αγωνίζεσθαι, δεν θα καταδεχτείτε να μετέλθετε τέτοια μέσα.

Ενημέρωση: Το κουίζ τελείωσε, οι απαντήσεις στο τέλος

Ξεκινάμε λοιπόν.

1.

Το συχνότερο γράμμα του αλφαβήτου είναι το Α και ακολουθούν το Ο, το Ι και το Ε. Μετά έχουμε σύμφωνα, το Ν, το Σ και το Τ.

Ποιο είναι το επόμενο στη σειρά συχνότητας, το όγδοο κατά σειρά γράμμα του αλφαβήτου;

Α. Κ

Β. Η

Γ. Π

Δ. Υ

Ε. Ρ

2.

Τα τρία λιγότερο συχνά γράμματα του αλφαβήτου είναι (όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά):

Α. Ζ – Ξ – Ψ

Β. Θ – Ξ – Ψ

Γ. Ξ – Χ – Ψ

Δ. Χ – Ψ – Ω

Ε. Ζ – Θ – Ψ

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αλφάβητο, Κουίζ | Με ετικέτα: , , | 224 Σχόλια »