Επειδή χτες μου συνέβη ένα τυχαίο ατύχημα, που έλεγε και ο Ντάριο Φο, δεν πρόλαβα να γράψω φρέσκο άρθρο, οπότε θα επαναλάβω ένα παλιότερο, που είχε αρχικά δημοσιευτεί πριν από εφτά χρόνια (και κάτι μέρες) στο ιστολόγιο, Νοέμβριο του 2010, εποχή πολύ μακρινή.
Διάλεξα για αναδημοσίευση το συγκεκριμένο άρθρο όχι μόνο επειδή είναι παλιό και άρα θα έχει ξεχαστει, αλλά και επειδή το ξαναγράφω σε μεγαλο βαθμό, καταλήγοντας σε εν μέρει διαφορετικά συμπεράσματα.
Το τι σημαίνει αλαμπουρνέζικα, το ξέρουμε. Η λέξη χρησιμοποιείται σκωπτικά για κάτι που λέγεται ή γράφεται σε ακαταλαβίστικη ή ασυνάρτητη γλώσσα, γενικότερα για κάτι ασυνάρτητο ή ακατανόητο. Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος σε ένα αρκετά γνωστό δοκίμιό του έχει χαρακτηρίσει «αλαμπουρνέζικα» τη «γλώσσα των σημερινών κουλτουριάρηδων«.
Η λέξη πήρε καινούργια ώθηση με τον ερχομό των υπολογιστών, αφού ένα από τα βασικά προβλήματα με τις ελληνικές γραμματοσειρές ήταν στο παρελθόν (και ίσως είναι ακόμα) ότι αν δεν είχες δώσει τη σωστή κωδικοσελίδα έβλεπες στην οθόνη αλαμπουρνέζικα (αν και αυτά εγώ τα έλεγα καραγκιοζάκια). Με την πάροδο του χρόνου τα προβλήματα γραμματοσειράς στους υπολογιστές έχουν μειωθεί πολύ αλλά «αλαμπουρνέζικα» εξακολουθούν να εμφανίζονται σε κινητές συσκευές, υποτίτλους κτλ.
Αν η σημασία της λέξης είναι καθαρή, για την ετυμολογία της δεν υπάρχει βεβαιότητα.
Το (γενικό) λεξικό Μπαμπινιώτη, τουλάχιστον στις τρεις πρώτες εκδόσεις του, αφού αναφέρει ότι είναι αβέβαιο ετύμου, παραθέτει τρεις εξηγήσεις που έχουν προταθεί, από τις οποίες τις δυο τις βρίσκω εντελώς απίθανες. (Πιθανόν στην 4η έκδοση που δεν την έχω να έχει αλλάξει εν μέρει άποψη).
Πρώτη θεωρία, ότι προέρχεται από την (ακατάληπτη) γλώσσα της φυλής Μπουρνού του Σουδάν (!), τα μπουρνέζικα (!!). Αλα + Μπουρνέζικα, ίσον αλαμπουρνέζικα. Αυτή η κατ’ εμε εξωφρενική ετυμολογία έχει προταθεί από τον Φαίδωνα Κουκουλέ. Η φυλή Μπορνού είναι υπαρκτή, είχε μαλιστα συγκροτήσει αυτοκρατορία στην κεντρική Αφρική, πριν από πολλούς αιώνες αλλά δεν υπάρχει καμιά απολύτως μαρτυρία για σχέσεις ή επαφές με τη χώρα μας που θα μπορούσαν να κάνουν παροιμιώδη τη γλώσσα τους.
Δεύτερη θεωρία, που είναι αρκετά διαδεδομένη, ότι προέρχεται από το αλιβορνέζικα, που σημαίνει, λέει, θαυμαστά πράγματα που εισάγονταν από το Λιβόρνο, την ιταλική πόλη. Κι αυτό το βρίσκω απίθανο, παρόλο που υπήρχε στο Λιβόρνο ακμαία ελληνική παροικία και υπήρχαν επαφές. Αλλά δεν θα έπρεπε να έχει αποτυπωθεί κάπου αυτή η μαζικη εισαγωγή «αλιβορνέζικων» αγαθών;
Τρίτη εξήγηση: από το ιταλ. alla burla, «στα αστεία, στην πλάκα», και την κατάληξη -έζικα που χρησιμοποιείται για γλώσσες.
Παρεμφερή εξήγηση δίνει το ΛΚΝ (ετυμολογική επιμέλεια Πετρούνια), που θεωρεί αρχή της λ. αλαμπουρνέζικα τη φράση alla burlesca, «με παιχνιδιάρικο ύφος». Την ίδια εξήγηση δέχεται και το Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας.
Το Ετυμολογικό Λεξικό του Μπαμπινιώτη, επίσης, θεωρεί πιθανή την προέλευση από το alla burla + -έζικα και αναφέρει ότι «δεν είναι πιθανή» η πρόταση για προέλευση από το Λιβόρνο.
Πράγματι, είναι αρκετά πιθανό η αρχή της ελληνικής λέξης να βρίσκεται είτε στο alla burla είτε στο alla burlesca. Είτε από τη μια είτε από την άλλη αρχή καταλήγουμε σε ένα «αλαμπουρλέζικα», που εύκολα δίνει με ανομοίωση «αλαμπουρνέζικα». Η απόσταση από την πλάκα και το αστείο ως την ασυναρτησία και την ακαταληψία δεν είναι μεγάλη.
Για να κάνουμε βέβαια σωστή ετυμολογική διερεύνηση, πρέπει να ξερουμε πότε περίπου μπήκε η λέξη στη γλώσσα μας. Όπως έχω ξαναπεί, τα γλωσσικά ληξιαρχεία στη χώρα μας δεν λειτουργούν ικανοποιητικά, ιδίως για λαϊκές λέξεις. Ωστόσο βρίσκουμε τα «αλαμπουρνέζικα» σε ένα λεξικό των μέσων του 19ου αιώνα, το «Λεξικόν ελληνικόν και γαλλικόν» του Σκαρλάτου Βυζάντιου (1846), ο οποίος τη λέξη baragouinage την αποδίδει «διάλεκτος (ομιλία) σολοικοβάρβαρος και ακατανόητος, κοινώς αλαμπουρνέζικα».
Το δυστύχημα όμως είναι ότι πολύς κόσμος ελκύεται από τις εντυπωσιακές ιστορίες. Έτσι, η προέλευση από το εξωτικό Σουδάν ή έστω από το Λιβόρνο έχει γοητεύσει πολλούς κι έτσι θα τη βρείτε σε πολλές ιστοσελίδες όπως στο Βικιλεξικό, που αναφέρει με βεβαιότητα την προέλευση από το Σουδάν. Kοτζαμάν Σουδάν ακούγεται πιο μεγαλόπρεπο από μια μπερδεμένη ιταλική φράση.
Στην πρώτη έκδοση αυτού του άρθρου, είχα παρουσιάσει και μιαν ακόμα εξήγηση, που την έβρισκα πειστική -αλλά τώρα έχω αλλάξει γνώμη. Ας την αναφέρω όμως.
Ξεφυλλίζοντας παλιά περιοδικά, έπεσα τυχαία τις προάλλες σε μια σειρά από άρθρα του Νικ. Ποριώτη στο εξαιρετικό περιοδικό «Νεοελληνικά Γράμματα» του Φωτιάδη, που έβγαινε από το 1935 έως την Κατοχή. Ο Ποριώτης ήταν πολύ γερός λόγιος, δημοτικιστής, μεταφραστής αρχαίων αλλά και όπερας, θεατρικός συγγραφέας. Έκανε και κάμποσα χρόνια στο ναυτικό και ήξερε καλά τη ναυτική γλώσσα. Τα σημειώματα αυτά που σας λέω τα γράφει πια στα 65 του και είναι πολλές φορές απολαυστικά, πάντα με γλωσσικό ενδιαφέρον. Λοιπόν, ο Ποριώτης λέει ότι υπήρχε στην Ιταλία τον 16ο αιώνα ένας σατιρικός ποιητής, ο Φραντσέσκο Μπέρνι, που πέθανε πριν κλείσει τα σαράντα του, στη Φλωρεντία, φαρμακωμένος από έναν καρδινάλιο επειδή αρνήθηκε να φαρμακώσει έναν άλλο καρδινάλιο (ή τουλάχιστο έτσι λένε).
Ο Μπέρνι έγραφε σάτιρες και ήταν ονομαστός για τα πνευματώδη λογοπαίγνιά του, λέει ο Ποριώτης, σε σημείο που το ύφος του να ονομαστεί bernesco, και πλάι στην έκφραση alla burlesca να φτιαχτεί, κατ΄ αναλογία, alla bernesca, με το ύφος του Μπέρνι δηλαδή. Η έκφραση αυτή υπάρχει και σήμερα στα ιταλικά, όπως μπορείτε να δείτε με ένα γκούγκλισμα. Περισσότερα για τον Μπέρνι έχει η Βικιπαίδεια.
Οπότε, λέει ο Ποριώτης, από το «αλά μπουρλέσκα» και από το «αλά μπερνέσκα», με συμφυρμό, προέκυψαν και τα δικά μας αλαμπουρνέζικα.
Την εξήγηση του Ποριώτη την είχα βρει πειστική διότι η φράση alla bernesca ήταν υπαρκτή και συχνή στα ιταλικά, ενώ υπήρχαν και πολλοί ποιητές που ακολουθούσαν τη μανιέρα του Μπέρνι.
Τώρα ομως που ξαναβλέπω όσα είχα γράψει, δεν πείθομαι τόσο πολύ -βρίσκω ότι πρόκειται για περιττή περιπλοκή. Η τροπή του λ σε ν (αλαμπουρλέσκα –> αλαμπουρνέζικα) δεν είναι δύσκολη. Κι έτσι, παρά την μεγάλη εκτίμηση που τρέφω στον Ν. Ποριώτη, πιστεύω πως μπορούμε να μείνουμε στο alla burla / alla burlesca σαν εξήγηση για τα αλαμπουρνέζικα.