Προφανώς ο τίτλος είναι εσκεμμένα ανακριβής -ο μήνας έχει σήμερα εννιά επειδή χτες είχε οχτώ. Το ερώτημα που θα μας απασχολήσει δεν είναι «γιατί έχει 9 ο μήνας;» αλλά «γιατί λέμε ότι ο μήνας έχει 9;»
Και μάλιστα, όχι γιατί το λέμε σήμερα, που είναι στο κάτω-κάτω μια απλή διαπίστωση, αλλά γιατί παροιμιωδώς λέμε «ο μήνας έχει εννιά»;
Το θέμα βέβαια το έχουμε συζητήσει στο ιστολόγιο, και μάλιστα μιαν άλλη 9η Σεπτεμβρίου, που είχε επιπλέον το χαρακτηριστικό πως ήταν η 9/9/09, 9 Σεπτεμβρίου του 2009, μέρα με τρία εννιάρια. Όμως σε εκείνο το άρθρο, που είχε άλλωστε λιγοστά (αλλά καλά) σχόλια, αφού το ιστολόγιο τότε δεν ήταν ακόμα πολύ γνωστό, δεν είχαμε καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα. Οπότε επιβάλλεται η αναδημοσίευση, δώδεκα χρόνια μετά, φυσικά με αρκετές προσθήκες και τροποποιήσεις, με την ελπίδα μήπως τώρα βγει κάτι πιο συγκεκριμένο.
Τι σημαίνει «ο μήνας έχει εννιά», το ξέρουμε όλοι. Πρόκειται για έκφραση απόλυτης αμεριμνησίας. Όπως λέω στο φρασεολογικό βιβλίο μου «Λόγια του αέρα», λέγεται για κάποιον τελείως ξένοιαστο που αδιαφορεί για τα πάντα και σκέπτεται μόνο τις διασκεδάσεις και την καλοπέραση. Θα έλεγα μάλιστα ότι σε σύγκριση με άλλες εκφράσεις που δείχνουν απόλυτη αδιαφορία (αγρόν ηγόρασε, πέρα βρέχει, δεν δίνει πεντάρα), η έκφρ. ο μήνας έχει εννιά είναι η πιο απενοχοποιημένη, δηλ. δεν περιέχει μομφή όπως οι άλλες για τον αδιάφορο –αλλά εδώ μπορεί να μεταφέρω κάτι που είναι απλώς προσωπική μου εντύπωση.
Δηλαδή, η έκφραση ο μήνας έχει εννιά (ή: εννιά έχει ο μήνας) δεν δείχνει απλώς απόλυτη αμεριμνησία, αλλά έχει έντονο το στοιχείο του γλεντιού –αυτός που αδιαφορεί, το γλεντάει κιόλας.
— Οι κυρίες, αν θες να ξέρεις, δε σκοτίζονται για τίποτα. Κάθονται κι εννιά έχει ο μήνας! Γ. Χασάπογλου, Οι κουραμπιέδες, σ.71
Μ’ έχεις κάνει άλλο άνθρωπο… Μ’ είχανε οι δρόμοι και οι παρέες… εννιά είχ’ ο μήνας… Για γυναίκες πεντάρα δεν έδινα. Κάθε νύχτα ήμουνα με άλλη. Καμπανέλλης, Η αυλή των θαυμάτων, σ. 134
Βέβαια, δεν αποκλείεται η αίσθηση της γλεντζέδικης αμεριμνησίας να οφείλεται στο τραγούδι «Ο μήνας έχει εννιά», το πασίγνωστο αρχοντορεμπέτικο του Μιχ. Σουγιούλ σε στίχους του Γ. Τζαβέλλα.
Μια ζωή την έχουμε, κι αν δεν την γλεντήσουμε
τι θα καταλάβουμε, τι θα καζαντίσουμε
Μες στον ψεύτικο ντουνιά
παίξτε μου διπλοπενιά
και ο μήνας έχει εννιά
Πόσο ζει ο άνθρωπος, κοίτα, παρατήρησε
μέχρι τα σαράντα του, κι ύστερα μπατίρισε
Στου διαβόλου τα ‘γραψα όλα το κατάστιχο
και γλεντώ τα νιάτα μου, πριν με πιάσει λάστιχο
Τη ζωή σου γλέντησε, πριν να ρθούν γεράματα
και σου λένε άδικα, μάθε γέρο γράμματα
Βέβαια, δεν δημιουργήθηκε η παροιμιώδης έκφραση από το τραγούδι. Η έκφραση προϋπήρχε. Από πού όμως προέκυψε;