Στο σημερινό μας λογοτεχνικό κυριακάτικο άρθρο θα δούμε το συγκινητικό γράμμα ενός παππού προς τον εγγονό του, που είναι ακόμα βρέφος.
Και παρόλο που τα αισθήματα που εκφράζει ο παππούς θα τα έχουν αισθανθεί αμέτρητοι παππούδες, το κείμενο που θα διαβάσετε δεν είναι πρόσφατο, είναι παλιό -σχεδόν χιλιόχρονο, αφού το έγραψε ο Μιχαήλ Ψελλός στα μέσα του 11ου αιώνα. Ο Ψελλός, σημαντικότατος βυζαντινός λόγιος, που η δράση του ως πολιτικού δεν ήταν δυστυχώς το ίδιο γόνιμη, γεννήθηκε πριν από χίλια χρόνια -το 1017 ή το 1018 και είναι κάπως περίεργο που η επέτειος αυτή πέρασε απαρατήρητη.
Το κείμενο το παρουσίασε στο ιστολόγιο τις προάλλες ο φίλος μας ο Μπλογκ, με αφορμή το άρθρο του φίλου μας του Άρη για τις μωρουδίστικες λέξεις. (Κάτι που, παρεμπιπτόντως, δείχνει την ανεκτίμητη αξία που προσθέτουν τα σχόλια και γενικά η παρουσία σας).
Άρεσε σε πολλούς, οπότε το πέρασα από OCR και το παρουσιάζω σήμερα, μαζί με το αρχαίο κείμενο. Η μετάφραση είναι του Δημοσθένη Κούρτοβικ. Σε σχέση με τη μεταφραση, έχω μια παρατήρηση -και άλλη μία ο φίλος μας ο Κώστας, αλλά αυτά θα τα δούμε μετά το κείμενο, που είναι εδώ:
Λόγος του Μιχαήλ Ψελλού στον μικρό εγγονό του
Ίσως να μη σε ξαναδώ, μικρούλη μου, παιδί της ψυχής μου, ούτε στα εφηβικά σου χρόνια —είθε να δώσει ο Θεός να ζήσω τουλάχιστον ως τότε!— ούτε όταν θα ωριμάσεις και θα γίνεις άνδρας· γιατί η ζωή μου κοντεύει να τελειώσει και πλησιάζει η στιγμή που θα κοπεί το νήμα του πεπρωμένου. Θα σου απευθύνω λοιπόν από τώρα το λόγο και θα ανταποδώσω την έμφυτη χάρη σου με μια κάποια χάρη των λόγων, Θα έπρεπε να είμαι άγνωμων και άμυαλος, αν σε μια στιγμή που oι αισθήσεις και οι σκέψεις σου είναι ακόμα τόσο απλές και μόνο για μένα αντιπροσωπεύουν κάτι το τέλειο, σε μια στιγμή που ακούς τη φωνή μου και νιώθεις την αγάπη μου, που γαντζώνεσαι από το λαιμό μου και ρίχνεσαι στην αγκαλιά μου και με αφήνεις να σε σκεπάσω με φιλιά —θα ήμουν αγνώμων, λέω αν σε μια τέτοια στιγμή δεν ανταποκρινόμουν και εγώ με ένα δώρο από αυτά που μπορώ να δώσω πλουσιοπάροχα.