Η τύχη ή ο κακός προγραμματισμός τα έφερε έτσι που το σημερινό άρθρο να αναφέρεται σε συγγενικό θέμα με το χτεσινό, αλλά ελπίζω να με συγχωρήσετε. Ελπίζω επίσης ότι δεν θα σας κουράσει μια μακροσκελής αλλά ίσως όχι περιττή εισαγωγή πριν μπούμε στο κυρίως θέμα. Οι παλιοί φίλοι του ιστολογίου θα τα ξέρουν αυτά, αλλά για τους νεότερους δεν βλάφτει μια σύντομη εξιστόρηση.
Το ιστολόγιο μόλις συμπλήρωνε δυο μήνες ζωής όταν, στα μέσα Απριλίου 2009, δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία ρεπορτάζ από μια εκδήλωση της Ακαδημίας Αθηνών, στην οποία αναφερόταν ότι ο ομιλητής, ο ακαδημαϊκός κ. Αντώνης Κουνάδης, σε ομιλία του για την ελληνική γλώσσα είχε αναφέρει ότι σύμφωνα με το βιβλίο Γκίνες, η ελληνική γλώσσα περιέχει 5 εκατομμύρια λέξεις (εδώ μπορείτε να δείτε εκείνο το παλιό άρθρο). Φυσικά επρόκειτο για εξωφρενικό ισχυρισμό που δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα και, το χειρότερο, η ομιλία περιείχε κι άλλες αυθεντικές κοτσάνες, όπως ότι ο Μπιλ Γκέιτς είχε χαρακτηρίσει την ελληνική γλώσσα «γλώσσα των προηγμένων υπολογιστών» και άλλες τέτοιες λερναιότητες,
Για όσους δεν τον γνωρίζουν, ο κ. Αντώνης Κουνάδης, γεννημένος το 1937 θαρρώ, στα νιάτα του ήταν δισκοβόλος και μάλιστα πολύ καλός· είχε πάρει χρυσά μετάλλια σε πανελλήνιους και βαλκανικούς αγώνες και για μια περίοδο είχε την πέμπτη επίδοση στον κόσμο. Διετέλεσε και πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ επί δικτατορίας, από τον Φεβρουάριο του 1973 έως το 1974. Αργότερα έγινε καθηγητής στη σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ και μετά ακαδημαϊκός, από το 1999, στην τάξη των Θετικών Επιστημών (Εφηρμοσμένων Θετικών Επιστημών: Στατικής- Δυναμικής, Ανάλυσης- Έρευνας των Τεχνικών Κατασκευών). Αναμφισβήτητα πλούσια και ζηλευτή σταδιοδρομία· θα συμφωνήσετε όμως μαζί μου, πιστεύω, ότι δεν φαίνεται να έχει μεγάλη σχέση με τη γλώσσα και τη γλωσσολογία.
Με τη γλώσσα βέβαια, συμβαίνει αυτό το παράδοξο, να θεωρείται ευρέως ότι, επειδή όλοι τη μιλάμε, δεν υπάρχουν ειδικοί. Αν εγώ βγω και κάνω διάλεξη περί νανοτεχνολογίας ή κβαντομηχανικής, θα με πάρουν -και δικαίως- με τις πέτρες, όμως ο κάθε μηχανικός, ψυχίατρος, μουσικοσυνθέτης, δημοσιογράφος ή ταξιτζής θεωρεί πως έχει το ελεύθερο να ξεστομίζει θέσφατα για τον πλούτο της Τρισχιλιετούς όπου και όπως τού βουληθεί. Αλλά με έναν ακαδημαϊκό το θέμα κάπως σοβαρεύει. Κι έτσι, πάνω στη συζήτηση ρίχτηκε η ιδέα να γράψουμε ένα γράμμα στην Ακαδημία, επισημαίνοντας ότι τέτοιες εξωφρενικές τοποθετήσεις ακαδημαϊκών υποβιβάζουν το κύρος της. Αμ’ έπος αμ’ έργον, η επιστολή γράφτηκε, συγκέντρωσε μέσα σε λίγες μέρες καμιά σαρανταριά υπογραφές (το ιστολόγιο τότε δεν είχε τόσο πλατύ κύκλο αναγνωστών, σήμερα θα μαζεύαμε περισσότερες) και στάλθηκε. Ακριβέστερα, γράφτηκαν δύο επιστολές, μία προς την Ακαδημία Αθηνών και μια άλλη, με κάπως διαφορετική διατύπωση, προς την Ελευθεροτυπία.
Τις επιστολές μπορείτε να τις δείτε εδώ, και εδώ να δείτε τι τελικά δημοσίευσε η Ελευθεροτυπία. Αντιγράφω την καταληκτική παράγραφο: Μείνετε βέβαιοι ότι το πάθος με τον οποίο αντιτασσόμαστε στη διάδοση αυτών των μύθων οφείλεται στο ότι λατρεύουμε την ελληνική γλώσσα και την ιστορία της και θεωρούμε ότι είναι ντροπή κάποιοι, με εσκεμμένα ψέματα, να δημιουργούν την εντύπωση ενός κομπλεξικού επαρχιωτισμού. Δεν αγανακτούμε με όσους πιστεύουν τέτοιες μυθοπλασίες ή με όσους ανύποπτους τις αναμεταδίδουν, αλλά με εκείνους που συνειδητά και κατ’ επάγγελμα χαλκεύουν τέτοιες ειδήσεις. Δεν περιμέναμε ότι οι ανυπόστατοι αυτοί μύθοι θα επαναλαμβάνονταν στο χώρο της Ακαδημίας και με την επιστολή μας αυτή ευελπιστούμε ότι η Ακαδημία Αθηνών θα διαχωρίσει τη θέση της.
Η Ακαδημία δεν αντέδρασε επίσημα, βέβαια, αλλά ακολούθησαν επιστολές στις εφημερίδες από φίλους του κ. Κουνάδη, όπως ο κ. Θ. Ανδρεάκος, καθηγητής ΤΕΙ (και υποψήφιος βουλευτής Πειραιώς με το ΛΑΟΣ), ο οποίος μάλιστα φρόντισε να στείλει επιστολή και στο Βήμα (τότε έβγαινε και καθημερινά), στην οποία πληροφορούσε το πανελλήνιο για την ύπαρξη “μιας ομάδας που διακηρύσσει ότι είναι λάτρις της ελληνικής γλώσσας, ενώ κάνει το παν για να τη διασύρει και να τη μειώσει διεθνώς”. Ο ίδιος ο κ. Κουνάδης δεν απάντησε στις πολύ συγκεκριμένες προτροπές μας να τεκμηριώσει τα λεγόμενά του, αλλά φρόντισε να στείλει επιστολή στην Καθημερινή όπου απαντούσε άλλα αντί άλλων, παραποιώντας την άποψη του περίφημου κλασικού φιλολόγου Ντιλς. Με τον Νίκο Λίγγρη στείλαμε μια σύντομη απαντητική επιστολή, όπου είπαμε ότι μόνο ο βαρόνος Μιγχάουζεν θα συμφωνούσε με τον κ. Κουνάδη.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »