Μια και μπήκαμε στη χρονιά που σημαδεύει τη 200ή επέτειο του ξεσηκωμού του Εικοσιένα, πριν από λίγο καιρό σκέφτηκα να καθιερώσω μια νέα στήλη στο ιστολόγιο, που θα τη δημοσιεύω κάθε δεύτερη Τρίτη, εναλλάξ δηλαδή με το βιβλίο του πατέρα μου, και που θα παρουσιάζει κείμενα της εποχής του 1821. Σκοπεύω να διατηρήσω τις δημοσιεύσεις τουλάχιστον έως τα τέλη Μαρτίου αλλά και πιθανώς ως το τέλος της χρονιάς, αν βέβαια υπάρχει ως τότε αρκετό υλικό από μεριάς μου και αρκετό ενδιαφέρον από δικής σας πλευράς. Θα δώσω προτεραιότητα σε κείμενα που δεν είναι διαθέσιμα στο Διαδίκτυο.
Από την προηγούμενή μου τριβή με κείμενα της εποχής, που βέβαια ήταν πολύ έντονη όσο συγκέντρωνα υλικό για το βιβλίο μου Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων, έχω υπόψη μου κάμποσα τέτοια κείμενα, αλλά όποιος έχει υπόψη του κείμενο που το θεωρεί αξιόλογο προς δημοσίευση μπορεί να μου το στείλει στο γνωστό μέιλ, sarantπαπάκιpt.lu.
Το σημερινό άρθρο είναι το έκτο της σειράς – το προηγούμενο βρίσκεται εδώ.
Μια και βρισκόμαστε πολύ κοντά στην 25η Μαρτίου, την ημέρα που συμβατικά θεωρείται η εναρκτήρια του ξεσηκωμού, διάλεξα για σήμερα ένα κείμενο που θα μας θυμίσει μιαν από τις μεγαλύτερες αλλά και τις κρισιμότερες νίκες του Εικοσιένα: τη μάχη στα Δερβενάκια, που απάλλαξε για τρία χρόνια τον Μοριά από τον βραχνά μιας τουρκικης επίθεσης.
Όπως έχω γράψει σε παλιότερο άρθρο ειδικά αφιερωμενο στη «νίλα του Δράμαλη»:
Μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές του Εικοσιένα ήταν η εκστρατεία του Μαχμούτ Πασά Δράμαλη στο Μοριά το καλοκαίρι του 1822. Ο Δράμαλης είχε πολύ στρατό και είχε σκοπό να συντρίψει την επανάσταση -και σημείωσε μια πρώτη απρόσμενη επιτυχία όταν ο φρούραρχος του Ακροκόρινθου, που μάταια είχε πάρει το παρατσούκλι Αχιλλέας, πανικοβλήθηκε βλέποντας το ασκέρι και εγκατέλειψε το φρούριο «αντουφέκηγο» που έγραψε κι ο Μακρυγιάννης.
Αν ο Δράμαλης έστεκε στην Κόρινθο και εγκαθιστούσε εκεί το στρατηγείο του, τα πράγματα μπορεί να είχαν εξελιχτεί πολύ δυσάρεστα για τους επαναστάτες, αλλά μεθυσμένος από τις πρώτες επιτυχίες θέλησε να τελειώνει γρήγορα. Ο Κολοκοτρώνης εφάρμοσε πολιτική καμένης γης, γνωρίζοντας από αναφορές ανιχνευτών ότι το ασκέρι του Δράμαλη έχει «χασνέδες [χρήματα] και εφόδια πολεμικά αρκετά, πλην από ζαερέδες [προμήθειες σε τρόφιμα] υστερούνται». Στον αργολικό κάμπο άρχισε να τους βασανίζει η ζέστη και η δυσεντερία, καθώς οι Έλληνες μόλυναν και τις πηγές, και θελησαν να αναδιπλωθούν -αλλά στα στενά των Δερβενακιών (ντερβένι είναι το στενό) στα τέλη Ιουλίου ο Κολοκοτρώνης τους πετσόκοψε. Λίγοι σώθηκαν από το μεγαλο ασκέρι κι ο ίδιος ο Μαχμούτ Πασάς πέθανε ειτε από τη λύπη του είτε απο τύφο στην Κόρινθο στις 26 Οκτωβρίου 1822.
Το περιστατικό επιβεβαιώνει μια παρατήρηση που έχουν κάνει ίσως αρκετοί αλλά σίγουρα ο Κ. Παπαγιώργης, ότι οι μεγάλες νίκες του Εικοσιένα οφείλονται όλες σε ενέδρα ή αιφνιδιασμό ή εκμετάλλευση του πεδίου της μάχης ή φθορά του αντιπάλου με κλεφτοπόλεμο και όχι σε κατά μέτωπο σύγκρουση. Όποτε οι Έλληνες θέλησαν να αντιπαρατεθούν στους Τούρκους «ευρωπαϊκά», σε ανοιχτό πεδίο, υπέστησαν επώδυνες ήττες: Πέτα, Κρεμμύδι, Ανάλατος.
Θα παρουσιάσω σήμερα μια επιστολή του Κολοκοτρώνη προς τον Βαρνακιώτη και άλλους οπλαρχηγούς σταλμένη στις 6 Αυγούστου 1822, περίπου 15 μέρες μετά τη μάχη, από τους Μύλους Ναυπλίου. Ο Γέρος του Μοριά περιγράφει τη μάχη, όπως και τα όσα προηγήθηκαν και ακολούθησαν. Φυσικά, το γράφει ο γραμματικός του, οπότε η γλώσσα είναι επιμελημένη -όμως ουσιαστικά είναι δημώδης. Κρατάω την ορθογραφία (αλλά αρχίζω με κεφαλαίο μετά από τελεία ενώ στο πρωτότυπο αρχίζει με πεζό και χωρίζω σε παραγράφους).
Το κείμενο το πήρα από το βιβλίο του Νεκτ. Φυσεντζίδη «Ανέκδοτοι αυτόγραφοι επιστολαί των επισημοτέρων Ελλήνων οπλαρχηγών», που βασικά περιέχει κείμενα από το αρχείο Βαρνακιώτη. Το έχει επίσης παραθέσει ο Βακαλόπουλος στις Επίλεκτες βασικές ιστορικές πηγές της ελληνικής επαναστάσεως, τόμ. Β’.
Τοις γενναιοτάτοις αδελφοίς Κ. Γεωργάκη Βαρνακιότη, Κ. Ζόγκα και λοιποίς αδελφοίς Καπεταναίοις
Εις την δυτικήν Ελλάδα
Αδελφέ μου Καπ. Γεωργάκη Βαρνακιότη, Καπ. ζόγκα, και λοιποί αδελφοί μου Καπεταναίοι της δυτικής Ελλάδος πέρα και πέρα σάς ασπάζομαι ειλικρινώς μ’ όλην την αδελφικήν αγάπην.