Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία

Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα

Posts Tagged ‘Ναπολέων Λαπαθιώτης’

Η ανακάλυψη της «Νοσταλγίας του Γιάννη»

Posted by sarant στο 14 Μαΐου, 2023

Στα τέλη Απριλίου ήμουν καλεσμένος της Εταιρείας Παπαδιαμαντικών Σπουδών σε μια από τις  «Παπαδιαμαντικές  βραδιές της». Μίλησα για το πώς είχα την τύχη να ανακαλύψω το ανεύρετο έως το 2012 διήγημα «Η νοσταλγία του Γιάννη», του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που το παρουσίασα εδώ στο ιστολόγιο πρώτα και ύστερα, το 2014, το εξέδωσα σε βιβλίο από τις  εκδόσεις Ερατώ. Η εκδήλωση, πρέπει να πω, έγινε διαδικτυακά. Σε σχόλιά σας εδώ με προτρέψατε να  δημοσιεύσω την ομιλία στο ιστολόγιο, και αυτό κάνω σήμερα. Να πω ότι η όλη συζήτηση έχει καταγραφεί (να  το πούμε «μαγνητοσκοπηθεί»; αλλά είναι σε ψηφιακό μέσο) και το βίντεο κάποια στιγμή θα ανέβει στον ιστότοπο της ΕΠΣ, και τότε θα το προσθέσω κι εγώ στο ιστολόγιο, αλλά προς το παρόν θα αρκεστούμε στη γραπτή ομιλία.

Με μια διαφορά. Από τη  συζήτηση  προέκυψε ότι είχα ένα  λαθάκι στις χρονολογίες της εφημερίδας Αλήθεια, οπότε εδώ διορθώνω την εισήγησή μου, και την παρουσιάζω όπως θα την είχα δώσει αν ήξερα εξαρχής αυτό το στοιχείο.

Τέλος, αν σας γεννηθεί απορία να διαβάσετε το διήγημα, θα το βρείτε ή στο παραπάνω λινκ ή σε μεταγενέστερη δημοσίευση.

Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ

Καλησπέρα σας, σας ευχαριστώ που συνδεθήκατε απόψε εδώ, ευχαριστώ και την Εταιρεία Παπαδιαμαντικών Σπουδών που μου έκανε την τόσο τιμητική πρόσκληση να σας μιλήσω, και ιδίως τον καθηγητή Λάμπρο Βαρελά που ανάλαβε όλα τα διαδικαστικά. Κι αν οι διαδικτυακές συζητήσεις μέσω Ζουμ μας θυμίζουν τις ζοφερές μέρες του εγκλεισμού και της πανδημίας, στην περίπτωσή μας η διαδικτυακή επικοινωνία βοηθάει να γεφυρωθούν οι αποστάσεις -διότι πρέπει να πω ότι σας μιλάω από το Λουξεμβούργο, όπου εργάζομαι ως μεταφραστής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Δεν θα έλεγα ότι είμαι «παπαδιαμαντιστής» ή ειδικός στον Παπαδιαμάντη παρόλο που βέβαια αγαπώ πολύ το έργο του, που το έχω συνδέσει με ευτυχισμένες οικογενειακές στιγμές της παιδικής μου ηλικίας, όταν, στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι, μετά το φαγητό, ο παππούς μου έπαιρνε έναν τόμο από τη μαυροντυμένη έκδοση του Βαλέτα και διάβαζε κάποιο διήγημά του, από τα εύκολα, ας πούμε την Υπηρέτρα. Μεγαλώνοντας διάβασα όλο το έργο του Ππδ και μάλιστα έχω αποδελτιώσει τις παροιμιακές και ιδιωματικές εκφράσεις που εμφανίζονται στα διηγήματά του, μια εργασία που έγινε με την παρότρυνση του καθ. Μιχάλη Μερακλή πριν από πολλά χρόνια και που το μόνο πρακτικό της αποτέλεσμα ήταν ένα μικρό άρθρο στη Νέα Εστία («Ο Ππδ ως πρωτογενής μαρτυρία»).

Τα τελευταία 14 χρόνια έχω το ιστολόγιο Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία, www.sarantakos.com, στο οποίο δημοσιεύω συχνά διηγήματα του Ππδ αλλά και γλωσσικά άρθρα στα οποία κάποτε εμφανίζονται λέξεις του Παπαδιαμάντη.

Επίσης, έχω την ιδιοτροπία να μαζεύω και να αναδιφώ παλιά έντυπα, εφημερίδες και περιοδικά, είμαι αρχειοδίφης ή αρχειοπόντικας. Η συλλογή μου είναι κυρίως ηλεκτρονική και όχι υλική όπως του φίλου μου του Γιώργου Ζεβελάκη, κάτι που βολεύει όταν μοιράζεις τη ζωή σου σε δύο χώρες. Μεγάλη μου χαρά είναι όταν ανακαλύπτω, σε αυτά τα παλιά έντυπα, κάποιο λογοτέχνημα, ποίημα ή διήγημα, που δεν έχει καταγραφεί, που είναι αθησαύριστο και άγνωστο στο κοινό -και το διαμάντι του στέμματος ανάμεσα στα ευρήματά μου είναι βέβαια το διήγημα του Ππδ για το οποίο θα σας μιλήσω σήμερα.

Το καλό της ηλεκτρονικής συλλογής είναι ότι μπορείς πολύ εύκολα να τη μοιράζεσαι με άλλους που έχουν το ίδιο πάθος, την ίδια πετριά αν προτιμάτε. Έτσι, μια μέρα του 2012 ο Γιώργος Μιχαηλίδης, μεταπτυχιακός φοιτητής με τον οποίο είχα γνωριμία, μου χάρισε ένα στικάκι με διάφορα λογοτεχνικά και φιλολογικά περιοδικά, που είχε φωτογραφήσει από διάφορες βιβλιοθήκες, ανάμεσά τους και πολλά τεύχη (όχι όμως πλήρες σώμα) του περιοδικού Οικογένεια των ετών 1927-1931.

Η Οικογένεια ήταν λαϊκό εβδομαδιαίο περιοδικό που άρχισε να εκδίδεται το 1926. Την έβγαζε ο Κώστας Θεοδωρόπουλος, που επίσης εξέδιδε το γνωστότερο Μπουκέτο. Γύρω στο 1935 τα δυο περιοδικά συγχωνεύθηκαν σε ενιαίο έντυπο με τον τίτλο Μπουκέτο, αλλά είχε περάσει πια η χρυσή εποχή τους, όταν περισσότερο με το Μπουκέτο και κάπως λιγότερο με την Οικογένεια συνεργάζονταν τα πρώτα συγγραφικά ονόματα της εποχής. Η Οικογένεια ήταν λαϊκότερη και αισθηματικότερη, αλλά είχε κι αυτή κατά περιόδους αξιόλογη ύλη. Μάλιστα, το 1931 η Οικογένεια καθιέρωσε και ταχτική εβδομαδιαία φιλολογική σελίδα (που την υπέγραφε ο Γιώργος Κοτζιούλας με το ψευδώνυμο Σημ, Χαμ και Ιάφεθ), κάτι που ποτέ δεν αξιώθηκε ν’ αποκτήσει το ποιοτικότερο Μπουκέτο. Πλήρες σώμα του περιοδικού δεν έχω εντοπίσει σε καμιά βιβλιοθήκη· αν βρεθεί, μπορεί να έρθουν κάμποσα διαμάντια στο φως.

Με ενδιέφερε η Οικογένεια, επειδή εκείνον τον καιρό αναζητούσα αθησαύριστες δημοσιεύσεις του Ναπ. Λαπαθιώτη. Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης δεν έχει πολλά κοινά με τον Παπαδιαμάντη, αλλά πάντως τον αγαπούσε, και έγραψε στον θάνατό του ένα μικρό εξάστιχο ποίημα, που αξίζει να το διαβάσουμε

Απόκοσμο αγριολούλουδον απά στο ρημοκλήσι,
όπου μακριά από τη ζωή -τη Ζωή βαθιοκοιτούσε
και τ’ Όνειρον αγνάντευε, στου λιβανιού τα θάμπη
Ολόφωτο να λάμπει
Και τα ματόφυλλα στο φως του Γήλιου τα ‘χε κλείσει.
(Απόκοσμο Αγριολούλουδον απά σε ρημοκλήσι)

ενώ έχει επίσης γράψει ένα διήγημα «εις ύφος Παπαδιαμάντη», Ο καπετάν Φουρτούνας ο Λαμπής.

Και όσον αφορά τον Λαπαθιώτη, τα ευρήματά μου σε εκείνα τα τεύχη της Οικογένειας ήταν μάλλον ισχνά. Ωστόσο, καθώς φυλλομετρούσα τα παλιά τεύχη (ίσως μου πείτε πως είναι άστοχη η επιλογή του ρήματος, αφού δεν άγγιζα σελίδες) έβλεπα διάφορα άλλα ενδιαφέροντα, που τα σημείωνα με το μολυβάκι μου σ’ ένα χαρτί.

[Να κάνω μια παρένθεση. Παρά την ασύλληπτη πρόοδο της τεχνολογίας, η αναδίφηση παλιών περιοδικών και εφημερίδων γίνεται ακόμα, αναγκαστικά, με τον παλιό τρόπο, δηλαδή φυλλομετρώντας μία προς μία τις σελίδες, που βέβαια στις παλιές εφημερίδες είναι πολύ μεγαλύτερες και πυκνότερες από τις σημερινές, ενώ οι μηχανές αναζήτησης, με λίγες εξαιρέσεις, είναι μάλλον αναξιόπιστες. Αν αναζητήσετε στα σώματα του Σκριπ και του Εμπρός, που υπάρχουν στην Εθνική Βιβλιοθήκη, το όνομα Παπαδιαμάντης θα πάρετε δεκάδες αποτελέσματα, που όμως τα περισσότερα αφορούν τον Παπαδιαμαντόπουλο, που ήταν τότε στρατιωτικός στην υπηρεσία του Βασιλέως κι έτσι το όνομά του εμφανιζόταν συνεχώς στις εφημερίδες! Οπότε, στις περισσότερες περιπτώσεις, η αναζήτηση γίνεται αλά παλαιά]

Τότε είδα και το διήγημα «Η νοσταλγία του Γιάννη», του Παπαδιαμάντη -αυτό που βλέπετε. Στην αρχή δεν έδωσα μεγάλη σημασία, διότι νόμιζα πως είναι γνωστό και καταγραμμένο -το μπέρδευα, ομολογώ, με ένα άλλο διήγημα που έχει Γιάννη στον τίτλο του, το «Το Χριστός Ανέστη του Γιάννη».

Αλλά ύστερα από λίγο επέστρεψα στο τεύχος εκείνο, διάβασα την αρχή του διηγήματος που δεν μου έλεγε τίποτε, κατέβασα από τη βιβλιοθήκη τον πέμπτο τόμο των Απάντων του Παπαδιαμάντη, διέτρεξα τον κατάλογο και, με τον σφυγμό να χτυπάει ολοένα και πιο δυνατά, συνειδητοποίησα ότι έχω στα χέρια μου ένα αθησαύριστο, άγνωστο διήγημα του Παπαδιαμάντη!

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Advertisement

Posted in Αθησαύριστα, Διηγήματα, Λογοτεχνία, Παπαδιαμάντης | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , | 46 Σχόλια »

Μήτσος Παπανικολάου, 80 χρόνια από τον θάνατό του

Posted by sarant στο 26 Μαρτίου, 2023

Συμπληρώνονται φέτος 80 χρόνια από τον θάνατο του ποιητή Μήτσου Παπανικολάου (Ύδρα 1900 – Αθήνα 1943). Για τον ποιητή αυτόν, που ήταν επίσης γερός κριτικός και καλός μεταφραστής, αλλά και επιστήθιος φίλος του αγαπημένου μου Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, όπως επίσης και συντάκτης στο λαϊκό περιοδικό Μπουκέτο, έχουμε αφιερώσει παλιότερα στο ιστολόγιο ένα φιλολογικό πορτρέτο του καμωμένο από τον Γιώργο Κοτζιούλα.

Πριν από μερικούς μήνες, ο κ. Βαγγέλης Κορωνάκης από τις εκδόσεις Όγδοο επικοινώνησε μαζί μου, για να μου ζητήσει την άδεια να αναδημοσιευτεί το άρθρο του Κοτζιούλα «σε ένα βιβλίο που θα έβγαινε για τον Παπανικολάου». Αυτό ήταν πολύ ευγενικό εκ μέρους του, παρόλο που αυστηρά κοιτάζοντάς το κανένα δικαίωμα δεν είχα εγώ να δώσω ή να αρνηθώ την άδεια δημοσίευσης. Ωστόσο, η φιλοφρόνηση αυτή μου έδωσε τη δυνατότητα να ρωτήσω περισσότερα για το βιβλίο που ετοιμαζόταν.

Έμαθα πως ο φιλόλογος Μιχάλης Ρέμπας ετοίμαζε μιαν έκδοση των «απάντων των ευρεθέντων» του Μ. Παπανικολάου. Το όνομα το ήξερα, διότι ο ίδιος είχε πριν από πολλά χρόνια επιμεληθεί μια πρώτη καταγραφή των ποιημάτων του Παπανικολάου (κυκλοφορεί και στο Διαδίκτυο) και μάλιστα όταν το 2014 είχα δημοσιεύσει στο ιστολόγιο ένα αθησαύριστο ποίημά του (σε αυτό το άρθρο) είχα γράψει ότι δεν υπάρχει στην πολύ καλή διπλωματική εργασία του Ρέμπα.

Είπα στον κ. Κορωνάκη ότι έχω και κάτι άλλα του Παπανικολάου κι εκείνος με έφερε σε επαφή με τον Μιχάλη Ρέμπα. Διαπίστωσα ότι είχε σκοπό να βάλει ένα διήγημα του Παπανικολάου στον τόμο και του είπα ότι εκτός από το αθησαύριστο ποίημα και κάμποσες μεταφράσεις (που, τελικά, τις είχε όλες σχεδόν υπόψη του) έχω βρει και καμιά δεκαριά πεζά του από το Μπουκέτο του 1943. Δεν τα ήξερε και χάρηκε πολύ. Του τα έστειλα και μπόρεσε να τα εντάξει κι αυτά στον τόμο, ο οποίος κυκλοφόρησε πρόσφατα, όπως είπαμε από τις εκδόσεις Όγδοο.

Ειχα μάλιστα τη χαρά να παρευρεθώ σε μια πρώτη παρουσίαση του βιβλίου στις 21 του μηνός, στον Ιανό, όπου ο Γιώργος Μαρκόπουλος και ο Γιώργος Βέης μίλησαν για το βιβλίο και για τον ποιητή του σκιόφωτος, τον Παπανικολάου.

Θα παρουσιάσω σήμερα ένα από τα δέκα πεζά που εισέφερα στον τόμο του Παπανικολάου. Είναι το τελευταίο που δημοσίευσε το Μπουκέτο όσο ζούσε ο Παπανικολάου, στις 23 Σεπτεμβρίου 1943, έναν μήνα πριν από τον θάνατο του ποιητή -ο οποίος πέθανε τον Οκτώβριο του 43 στο Δημόσιο Ψυχιατρείο όπου τον είχαν βάλει φίλοι του για ν’ αποτοξινωθεί.

ΤΟ ΠΑΡΙΣΙ

Ήταν ένα φθινοπωρινό δειλινό γεμάτο προμηνύματα μπόρας. Ο ουρα­νός κατάμαυρος, βαρύς, χαμηλός, πλάκωνε σαν βραχνάς τη μικρή πολιτεία που κούρνιαζε στην πλαγιά του βουνού, ανάμεσα στον σιδηροδρομικό σταθμό κάτω και στο μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής. Η ώρα δεν ήταν ακόμα ούτε τέσσερις και μισή κι όμως μερικά φώτα είχαν ανάψει εδώ κι εκεί. Μα στους δρόμους δεν έβλεπες ψυχή και τα σπίτια ήταν κατάκλειστα. Μόνο τα καφενεία είχαν τις συνηθισμένες τους συντροφιές, γιατί στην επαρχία το καφενείο αποτελεί συνήθεια ιερή κι απαραβίαστη.

Ο επαρχιώτης θ’ αψηφήσει την κακοκαιρία, θα παρατήσει τη δουλειά που τυ­χόν έχει για να πάει στο καφενείο στην τακτική του ώρα. Μήπως έχει κι αλλού πουθενά να πάει; Στο καφενείο θα βρει τους φίλους του, θα παίξει μαζί τους τάβλι γιά πρέφα, θα σχολιάσει τα νέα της ημέρας κι έπειτα, κατά τις εφτά-εφτάμιση, θα τραβήξει για το σπίτι του για φαΐ κι έπειτα για ύπνο.

Απόψε, όμως, ο καιρός είχε φοβίσει κάπως τους πελάτες της «Συναντήσεως», του πιο κεντρικού, του πιο αριστοκρατικού καφενείου της κωμοπόλεως. Δυο-τρεις συντροφιές μόνο και άλλοι τόσοι μοναχικοί πελάτες που του κάκου περίμεναν την ταχτική τους παρέα. Στη «Συνάντηση» πήγαινε τριάντα και περισσότερα, ίσως, χρόνια τώρα κι ο γιατρός του τόπου, ο Λουκάς Σκούρος. Ήταν, ίσως, ο πιο παλιός και ο πιο τακτικός πελάτης. Τα τελευταία μάλιστα δέκα χρόνια δεν θυμόταν να πέρασε βραδιά που να μην επήγε στο καφενείο. Μόλις τελείωνε τις απογευματινές του επισκέψεις, κατά τις έξι τον χειμώνα, κατά τις εφτά το καλοκαίρι τραβούσε κατευθείαν γι’ αυτό. Η συντροφιά που έβρισκε εκεί ήταν η ίδια πάντοτε: ο πάρεδρος, ο αστυνόμος, ο φαρμακοποιός κι ο Ανδρέας ο Βέγης, ο πιο πλούσιος κτηματίας του τόπου. Μαζί τους παίζοντας κανένα τάβλι και φλυαρώντας περνούσε δυο και τρεις συχνά ώρες.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Διηγήματα, Επετειακά, Παρουσίαση βιβλίου, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 52 Σχόλια »

Ποιος ήταν ο Κ. Βάφης;

Posted by sarant στο 15 Ιανουαρίου, 2023

Θα επαναλάβω σήμερα ένα παλιό, παμπάλαιο φιλολογικό άρθρο, που αρχικά το είχαμε δημοσιεύσει πριν από εντεκάμισι χρόνια. Ο λόγος της επανάληψης δεν είναι ότι βαριέμαι να γράψω ή ότι θα ταξιδέψω και δεν προλαβαίνω· είναι ότι το αρχικό άρθρο είχε ένα βασικότατο λάθος, ένα λάθος που διαιωνίζεται, οπότε έκρινα πως δεν αρκούσε να διορθώσω απλώς το παλιό εκείνο άρθρο αλλά έπρεπε να γράψω καινούργιο -με την ευκαιρία, θα πω και δυο λόγια παραπάνω για το θέμα των διορθώσεων. 

Για να επανέλθω στο ερώτημα του τίτλου, ο Κ. Βάφης θυμίζει βέβαια τον Καβάφη. Είναι συνηθισμένο, όταν κάποιοι παρωδούν έργο ενός γνωστού ποιητή, να το υπογράφουν με ένα ψευδώνυμο που παρωδεί το όνομα του ποιητή. Για παράδειγμα, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης παρώδησε τον Καββαδία υπογράφοντας ως Καββαθίας, ενώ ο Μίμης Σουλιώτης έβγαλε βιβλίο με καβαφικές παρωδίες («Ποιήματα εν παρόδω»), όπου υπόγραφε ως Κ.Φ.Φαβάκης. Και ο Κ. Βάφης εδώ ανήκει -και από εδώ παραθέτω, τροποποιημένο βέβαια, το παλιό άρθρο.

Ο Καβάφης είναι ο ποιητής μας που τα ποιήματά του έχουν παρωδηθεί περισσότερο από κάθε άλλον -και με μεγάλη διαφορά. (Δεύτερος πρέπει να έρχεται ο Καββαδίας, σε παρωδίες του οποίου έχουμε αφιερώσει άρθρο). Ο όρος «παρωδία» εδώ είναι αναγκαστικά πολύ ευρύς -ίσως θα έπρεπε να τον κρατήσουμε μόνο για τις περιπτώσεις όπου αυτό γίνεται με αποκλειστικό σκοπό τη σάτιρα, συχνά και του ίδιου του ποιητή, ενώ τις άλλες περιπτώσεις, όπου το ποίημα γράφεται  «με τον τρόπο» του ποιητή, και που μπορεί να αποτελούν ακόμη και φόρο τιμής, να τις πούμε «μιμήσεις». Μια άλλη διάκριση είναι ανάμεσα στις παραφράσεις, δηλαδή τις παρωδίες που ακολουθούν πιστά ένα συγκεκριμένο ποίημα, αλλάζοντας φυσικά κάποιες λέξεις, όπως εδώ ο Γιώργος Κοροπούλης και ο Αλλού Φαν Μαρξ στους Ιδανικούς αυτόχειρες, και σε εκείνες που απλώς εμπνέονται από το ύφος του ποιητή.

Αλλά ας γυρίσουμε στον Καβάφη. Έλεγα ότι έχει παρωδηθεί περισσότερο από κάθε άλλον. Το 1997 ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος συγκέντρωσε σε βιβλίο 170 παρωδίες καβαφικών ποιημάτων, τις περισσότερες από επώνυμους λογίους, ενώ ο καθηγητης Ξ. Κοκόλης έχει εκδώσει δικό του βιβλίο με τριάντα καβαφικές παρωδίες (του τύπου της παράφρασης). Οι πρώτες χρονολογικά καβαφικές παρωδίες που συγκέντρωσε ο Δασκαλόπουλος είναι εχθρικές προς τον ποιητή. Ίσως η καλύτερη ή γνωστότερη από αυτές να είναι η ακόλουθη του Φώτου Πολίτη (1923):

Η αβρά κυρία μετά της οποίας
εγεύθης καλαμάρια και σηπίας
απήλθε χθες εις το αβησσυνιακόν επίνειον.
Τούτο ενθυμού. Εις το αβησσυνιακόν επίνειον
απήλθεν η αβρά κυρία μετά της οποίας
εγεύθης καλαμάρια και σηπίας.

Φυσικά σατιρίζεται το ποίημα «Εις το επίνειον» του Καβάφη, που ξεκινάει:

Νέος, είκοσι οκτώ ετών, με πλοίον τήνιον
έφθασε εις τούτο το συριακόν επίνειον
ο Έμης, με την πρόθεσι να μάθει μυροπώλης.

Το ποίημα αυτό με τις πολυσύλλαβες  ομοιοκαταληξίες είχε σκανδαλίσει τους αντικαβαφικούς -το παρώδησε και ο Σπυρομελάς, αλλά η δική του παρωδία είναι χειρότερη και εκτενέστερη και βαριέμαι να την αντιγράψω. Έχει την αξία ότι περιέχει τη λέξη «πιπίνιον», άρα μαθαίνουμε ότι το έλεγαν από τότε.

Αλλά ας πάμε στον Κεραυνό.  Η παρωδία αυτή δημοσιεύτηκε στην εφημ. Πολιτεία στις 7/1/1925 και την υπογράφει ο «Κ. Βάφης». Στόχος της είναι να σατιρίσει όχι τον Καβάφη, αλλά τον Γεώργιο Κονδύλη, τον στρατιωτικό που είχε γίνει πολιτικός. Δεν παρωδείται συγκεκριμένο καβαφικό ποίημα, αλλά γίνεται μίμηση του ύφους του Καβάφη -και βέβαια, εδώ κι εκεί υπάρχουν ατόφιοι καβαφικοί στίχοι.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επαναλήψεις, Καβαφικά, Πρόσφατη ιστορία, Παρωδίες, Ποίηση | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , , , , , , , | 100 Σχόλια »

Κηδείες…

Posted by sarant στο 19 Σεπτεμβρίου, 2022

Σήμερα γίνεται η κηδεία της βασίλισσας Ελισάβετ Β’ της Μεγάλης Βρετανίας, 11 μέρες μετά τον θάνατό της. Προηγουμένως, η σορός της είχε εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα πρώτα στο Εδιμβούργο και μετά στο Λονδίνο, στο Γουεστμίνστερ, ενώ σήμερα θα ταφεί στο παλάτι Ουίνδσορ.

Κατά σύμπτωση, τον θάνατο της Ελισάβετ ακολούθησαν αλυσιδωτά τρεις ακόμα απώλειες εγχώριων προσωπικοτήτων, γνωστών ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών, του Δημήτρη Παντερμαλή, του Κώστα Καζάκου και της Ειρήνης Παπά -συνομήλικης της εστεμμένης.

Είχαμε λοιπόν πολλές κηδείες αυτές τις μέρες. Το θέμα δεν είναι ευχάριστο, κι έτσι ίσως εξηγείται ότι ενώ επί δεκατρία χρόνια έχουμε γράψει αποχαιρετιστήρια άρθρα για όχι λίγες προσωπικότητες που έφυγαν από τον μάταιο τούτο κόσμο, για τη λέξη «κηδεία» δεν έχουμε δημοσιεύσει άρθρο.

Να διορθώσουμε λοιπόν αυτή την παράλειψη με το σημερινό άρθρο.

Η κηδεία είναι λέξη αρχαία, αλλά η σημασία της έχει αλλάξει πολύ μέσα στους αιώνες. Προέρχεται από το ρήμα κηδεύω, το οποίο, με τη σειρά του, ανάγεται στο κήδω-κήδομαι.

Το ενεργητικο ρήμα κήδω σήμαινε «χτυπάω, βλάπτω». Ας πούμε στο Ε της Ιλιάδας (στ. 404) λένε για τον Διομήδη ότι «τόξοισιν έκηδε θεούς», δηλ. τραυμάτιζε με τα βέλη του τους θεούς. Αλλά το μέσο κήδομαι, απεναντίας, σήμαινε «φροντίζω κάποιον, νοιάζομαι για κάποιον». Από εκεί άλλωστε είναι και ο κηδεμών, κηδεμόνας σήμερα, που ανάμεσα στις σημασίες του είχε και τη σημερινή.

Το ρήμα «κηδεύω», από το «κήδω» με παραγωγικό τέρμα «-εύω» είχε επίσης αρχική σημασία «φροντίζω, μεριμνώ», αλλά στη συνέχεια πήρε τη σημασια «νυμφεύομαι» (παντρεύομαι, αλλά για άντρα), συμπεθεριάζω. Στον Προμηθέα Δεσμώτη, υπάρχει ο γνωμικός στίχος (890): ὡς τὸ κηδεῦσαι καθ᾽ ἑαυτὸν ἀριστεύει μακρῷ, που ο Γρυπάρης τον μεταφράζει «πολύ πιο κάλλιο είναι κανείς μ’ όμοιους του να συμπεθεριάζει».

Παρομοίως, η αρχική σημασία της λέξης «κηδεία» είναι η συγγένεια από γάμο, η συγγένεια εξ αγχιστείας που λέμε σήμερα. Ο Αριστοτέλης, ας πούμε, λέει στα Πολιτικά για συγγενείς «ή προς αίματος ή κατά … κηδείαν», ενώ πιο κάτω, όταν γράφει » κηδεῖαί τ’ ἐγένοντο κατὰ τὰς πόλεις» εννοεί συμπεθεριά, παντρειές -όχι βεβαια κηδείες με τη σημερινή σημασία!

Ωστόσο, ήδη από τα ελληνιστικά χρόνια εμφανίζεται η σημερινή σημασία, «τελετή της ταφής» για την κηδεία ενώ το ρήμα «κηδεύω» είχε πάρει (και) τη σημασία «τελώ την ταφή» ήδη από την κλασική εποχή. Ας πούμε, στην Ηλέκτρα του Σοφοκλή εμφανίζεται η Ηλέκτρα να θρηνεί τον Ορέστη (που υποτίθεται ότι είχε σκοτωθεί στα ξένα και μόνο τις στάχτες του έφεραν στην πατρίδα) και να του λέει «εν ξένησι χερσί κηδευθείς τάλας» (στ. 1141), από ξενα χέρια κηδεύτηκες κακόμοιρε.

Φαίνεται παράξενο, που συνυπήρχαν για ένα διάστημα στην ίδια λέξη δυο σημασίες που φαίνονται διαμετρικά αντίθετες, ο γάμος και η κηδεία, αλλά το κοινό στοιχείο είναι η φροντίδα που χρειάζεται για την τελετή. Αν είχε δηλαδή διατηρηθεί αυτή η συνύπαρξη των σημασιών, η γνωστή αγγλική κωμωδία θα μπορούσε να αποδοθεί «Τέσσερις κηδείες και μια κηδεία», αλλά βέβαια υπερβάλλω διότι η αρχαία κηδεία δεν ήταν η γαμήλια τελετή αλλά το συμπεθεριό.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων, Ποίηση, Τραγούδια | Με ετικέτα: , , , , , | 140 Σχόλια »

Πολιτειότητα, πολιτότητα και λεξικά

Posted by sarant στο 15 Ιουλίου, 2022

Χτες δόθηκε στη δημοσιότητα η γνωμοδότηση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής για το εκπαιδευτικό νομοσχέδιο της κ. Κεραμέως. Η γνωμοδότηση όχι άδικα χαρακτηρίστηκε «καταπέλτης», αφού επισημαίνει σειρά αντισυνταγματικών διατάξεων και μάλιστα σε καίριες προβλέψεις του νομοσχεδίου.

Ωστόσο, ομολογώ πως δεν είμαι αρμόδιος εγώ να κρίνω το εκπαιδευτικό νομοσχέδιο, πάει πολύς καιρός που δεν ασχολούμαι με τα εκπαιδευτικά, πολύ περισσότερο με τα πανεπιστήμια. Μπορείτε όμως να διαβάσετε τη γνωμοδότηση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής και να δείτε τα σημεία στα οποία ασκείται κριτική. Εγώ τα βρίσκω βάσιμα.

Εμείς όμως εδώ λεξιλογούμε, το έχουμε πει. Κι έτσι, απ’ όλη τη γνωμοδότηση της υπηρεσίας της Βουλής θα σταθώ σε ένα εντελώς δευτερεύον σημείο, που όμως έχει ενδιαφέρον λεξιλογικό -και λεξικογραφικό, θα έλεγα, κι ας είναι παρωνυχίδα της παρωνυχίδας (μια συνάδελφος έλεγε παλιά, όταν εξετάζαμε διά μακρών κάποιο μεταφραστικό ζήτημα σε όλη του τη λεπτομέρεια, ότι φτάσαμε στις αιμορροΐδες της μύγας). Αλλά το κουσούρι μου αυτό, ν’ ασχολούμαι (και) με τα ελάσσονα, το παραδέχομαι.

Λοιπόν, ανάμεσα στα πολλά που επισημαίνονται σχετικά με το νομοσχέδιο, υπάρχει και το εξής:

Στην παράγραφο 2 του άρθρου 371 ορίζεται ότι «iii) Στην τρίτη (3η) ζώνη, «Σχολικοί Μαθητικοί Όμιλοι», εντάσσονται, για συνεχόμενο δίωρο καθημερινά, με ενδιάμεσο ολιγόλεπτο διάλειμμα, οι σχολικοί μαθητικοί όμιλοι, στο πλαίσιο λειτουργίας των οποίων δύναται να προσφέρεται δράση, δημιουργική απασχόληση, ελεύθερη έκφραση και ψυχαγωγία με αντικείμενα σχετιζόμενα με τον αθλητισμό, τα ομαδικά αθλήματα, τους παραδοσιακούς ή μοντέρνους χορούς ….  τη διαπολιτισμική παιδεία, την πολιτειότητα και πολιτότητα, τον εθελοντισμό, την παιδική επιχειρηματικότητα, τη δημιουργία εφημερίδας. … ».

Μεταξύ των δυνητικών αντικειμένων των σχολικών μαθητικών ομίλων συγκαταλέγονται η «πολιτειότητα» και η «πολιτότητα». Λαμβανομένου υπόψη ότι οι όροι αυτοί δεν απαντούν, μέχρι σήμερα, στα λεξικά της ελληνικής γλώσσας, σκόπιμο θα ήταν να αποδοθούν περιφραστικά.

Μας λέει δηλαδή η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής ότι ανάμεσα στα αντικείμενα με τα οποία μπορεί να ασχοληθούν οι μαθητικοί όμιλοι συγκαταλέγονται «η πολιτειότητα και πολιτότητα», αλλά οι όροι αυτοί δεν υπάρχουν στα λεξικά οπότε θα ήταν σκόπιμο να αποδοθούν με περίφραση.

Και σε ένα βαθμό έχουν δίκιο οι συντάκτες της γνωμοδότησης. Πράγματι, οι όροι αυτοί, πολιτειότητα / πολιτότητα, δεν είναι γνωστοί στους πάντες. Μπορεί να ξενίσουν όσους διαβάσουν το νομοσχέδιο ή, μετά την αναμενόμενη ψήφισή του, όσους κληθούν να εφαρμόσουν τον νόμο, αν δεν αλλάξει η διατύπωση.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Επικαιρότητα, Εκπαίδευση, Λεξικογραφικά | Με ετικέτα: , , , , , , , | 107 Σχόλια »

Πόλεμος

Posted by sarant στο 25 Φεβρουαρίου, 2022

Μαύρη μέρα ήταν η χτεσινή, καθώς ξημέρωσε με γενικευμένη ρωσική επίθεση και εισβολή στην Ουκρανία.

Δεν έχει νόημα να ανακεφαλαιώσω εδώ τις μέχρι τώρα ειδήσεις από το μέτωπο, αφού άλλωστε η κατάσταση θα αλλάξει ώσπου να δημοσιευτεί το άρθρο και να το διαβάσετε εσείς. Πάντως, φαίνεται ότι η ρωσική εισβολή συνεχίζεται, πέρα από τις δυο επαρχίες του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ/Λουγκάνσκ, πλησιάζει στο Κίεβο, με πιθανό σκοπό να επεκταθεί σε ολόκληρη την Ουκρανία.

Οι συνέπειες της χτεσινής απόφασης του Βλαντιμίρ Πούτιν κατά πάσα πιθανότητα θα σημαδέψουν την εποχή μας σε βάθος τουλάχιστον δεκαετίας και μόνο καλές δεν θα είναι, για τους απλούς ανθρώπους στην Ουκρανία, τη Ρωσία και στην Ευρώπη.

Η οποία Ευρώπη είναι η μεγάλη ηττημένη της σύγκρουσης καθώς κινδυνεύει να βγει βαριά τραυματισμένη, με το κύρος της εξαερωμένο και βυθισμένη σε ενεργειακή και οικονομική κρίση -ενώ οι Αμερικανοί, που σε μεγάλο βαθμό εξώθησαν τα πράγματα ως εδώ, θα βρουν αγορές για το υγροποιημένο φυσικό αέριό τους που θ’ αντικαταστήσει το ρωσικό.

Πρώτη φορά ήχησαν βόμβες στην Ευρώπη μετά το 1945, είπαν πολλοί, λησμονώντας τη διπλανή μας Γιουγκοσλαβία στη δεκαετία του 90 και ειδικά το 1999 (ή και την Κύπρο το 1974). Όχι, δεν ήταν χτες η πρώτη φορά. Αλλά οι χτεσινές εξελίξεις εγκυμονούν κίνδυνο πολύ μεγαλύτερης ανάφλεξης και πολύ πιο εκτεταμένων συνεπειών.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Διεθνή, Επικαιρότητα, Ετυμολογικά, Ιστορίες λέξεων | Με ετικέτα: , , , , , , | 265 Σχόλια »

Χρόνια πολλά στον Αντώνη και στην Αντωνία!

Posted by sarant στο 17 Ιανουαρίου, 2022

Σήμερα έχουμε 17 Ιανουαρίου, του αγίου Αντωνίου -γιορτάζουν ο Αντώνης και η Αντωνία λοιπόν. Οπότε, ταιριάζει να τους αφιερώσουμε το σήμερινό άρθρο, υπό τύπον δώρου.

Θα το ξέρετε ότι στο ιστολόγιο συνηθίζουμε να δημοσιεύουμε άρθρα, αφιερωμένα σε ονόματα, τη μέρα της γιορτής τους, και με τον καιρό έχουμε καλύψει τα περισσότερα διαδεδομένα αντρικά και γυναικεία ονόματα -τη Μαρία και την Άννα, τον Δημήτρη και τη Δήμητρα, τον Γιάννη, τον Γιώργο, τον Νίκο, τον Κώστα και την Ελένη, τον Στέλιο και τη Στέλλα, τον Χρίστο (ή Χρήστο) και την Κατερίνα. Από τα λιγότερο συχνά έχουμε αφιερώσει άρθρο στον Σπύρο και στον Θανάση (που γιορτάζει αύριο) και στον Σταύρο, ενώ παλιότερα στον Θωμά, στον Στέφανο και στον Χαράλαμπο. Τελευταίο τέτοιο άρθρο ήταν, πέρυσι το καλοκαίρι, στην Παρασκευή και τον Παρασκευά.

Σύμφωνα με μια κατάταξη των ελληνικών ονομάτων, το ανδρικό όνομα Αντώνης είναι από τα ονόματα μεσαίας συχνότητας: έρχεται στην 16η θέση, ανάμεσα στον Σπύρο και στον Μανώλη. Το γυναικείο Αντωνία είναι κάπως λιγότερο συχνό, αφού βρίσκεται στην 38η θέση των γυναικείων, ανάμεσα στη Νίκη και στην Ουρανία.

Ετυμολογικά, το όνομα Αντώνιος (η επίσημη μορφή του) είναι λατινικής προέλευσης. Θα θυμάστε από την ιστορία τον Μάρκο Αντώνιο, που ήταν μέλος της τριανδρίας στη Ρώμη μετά τη δολοφονία του Καίσαρα και έγινε εραστής της Κλεοπάτρας -και βέβαια το καβαφικό «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον».

Στην αρχαία Ρώμη, το όνομα Antonius ήταν οικογενειακό όνομα (gens), αντίστοιχο ας πούμε του δικού μας επωνύμου, αν και οι Ρωμαίοι είχαν και τρίτο όνομα, το cognomen, που κι αυτό στο επώνυμο αντιστοιχεί. Το οικογενειακό όνομα δείχνει την καταγωγή από έναν κοινό πρόγονο και οι Αντώνιοι της Ρώμης ήθελαν να κατάγονται από τον Ηρακλή: «ἦν δὲ καὶ λόγος παλαιὸς Ἡρακλείδας εἶναι τοὺς Ἀντωνίους, ἀπ’ Ἄντωνος παιδὸς Ἡρακλέους γεγονότας», όπως λέει ο Πλούταρχος στον Βίο του Αντωνίου. Η ετυμολογία του ονόματος στα λατινικά είναι άγνωστη -πιθανώς ετρουσκικής αρχής, λένε τα λεξικά.

Στα ελληνικά ο Αντώνης είναι το δεύτερο συχνότερο όνομα λατινικής προέλευσης. Το πρώτο, αρκετά συχνότερο, σας το αφήνω για κουίζ.

Με τον χριστιανισμό, το όνομα έγινε δημοφιλές χάρη στον άγιο Αντώνιο (έζησε περίπου από το 250 ως το 356) που ήταν ο θεμελιωτής του μοναχισμού στην Ανατολή και που ασκήτεψε στην έρημο επί πολλές δεκαετίες, όπου έγινε στόχος του πονηρού πνεύματος, που του έστελνε λάγνες οπτασίες για να τον κάνει να αμαρτήσει ή εξαπέλυε εναντίον του σμήνος δαιμόνων.

Αυτά τα έγραψε ο μέγας Αθανάσιος στον βίο του Αντωνίου, που έγινε εξαιρετικά δημοφιλές ανάγνωσμα, ίσως λόγω των σκανδαλιστικών λεπτομερειών. Το θέμα του Πειρασμού του αγίου Αντωνίου ενέπνευσε πολλούς πίνακες από τον 15ο έως τον 17ο αιώνα, αλλά και αργότερα, μέχρι και τον Σαλβατόρ Νταλί. Διάλεξα, για να συνοδέψω το άρθρο μας, έναν νεανικό πίνακα του Μιχαήλ Άγγελου (αντιγραφή απο χαρακτικό του Σονγκάουερ).

Σε αυτόν τον πίνακα, Άγγελοι ξεκίνησαν να ανυψώσουν τον Άγιο Αντώνιο στους ουρανούς, αλλά έπεσαν σε ενέδρα δαιμόνων, οι οποίοι προσπαθούν να αρπάξουν τον άγιο. Φοβερά πράγματα.

Οπότε, το όνομα έγινε δημοφιλές σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, ιδίως την Ιταλία και την Ισπανία (κάπου ειδα ότι το Antonio ειναι το δεύτερο συχνότερο αντρικό όνομα στην Ισπανία). Στην Αγγλία υπάρχει η παραλλαγή Anthony, αντί του Antony -αυτό το h προστέθηκε τον 17ο αιώνα όταν κάποιος λόγιος ετυμολόγησε το όνομα από το ελληνικό άνθος (anth-). Στην Αγγλία το 1944 το Anthony ήταν το 6ο δημοφιλέστερο ανδρικό όνομα, αλλά έκτοτε έχει υποχωρήσει σε δημοτικότητα. Πολύ κοινό και το χαϊδευτικό Tony (ο Αντώνης Αμπατιέλος ήταν γνωστός ως Tony στην Αγγλία). Το όνομα υπάρχει και στις σλαβικές χώρες -ο Τσέχοφ ας πούμε.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Εορταστικά, Ημερολογιακά, Ονόματα, Παροιμίες, Φρασεολογικά | Με ετικέτα: , , , , , , , , | 205 Σχόλια »

Κάτι σαν Καββαδίας

Posted by sarant στο 4 Απριλίου, 2021

Το ιστολόγιο αγαπά τη λεπτή τέχνη της παρωδίας και σε πολλά μας σημειώματα έχουμε συμπεριλάβει παρωδίες γνωστών ποιητών (κυρίως -αν και πεζά μπορεί επίσης να παρωδηθούν).

Η παρωδία μπορει να πάρει τη μορφή της παράφρασης ενός συγκεκριμένου, γνωστού ποιήματος, μπορεί όμως να μιμηθεί απλώς το ύφος ενός ποιητή χωρίς να αναφέρεται σε συγκεκριμένο ποίημα -τότε μπορεί να χαρακτηριστεί και «μίμηση» ή à la manière de…

Παράδειγμα της πρώτης κατηγορίας παρωδίας, αυτής που παραφράζει συγκεκριμένο ποίημα, ένα καβαφικό του παππού μου, του Άχθου Αρούρη που παρωδεί την καβαφική Πόλι.

ΘΑΛΑΣΣΑ

Είπες: Θα πάγω σ’ άλλη Γη. Θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα
μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλύτερη για μένα
– Κάθε προσπάθεια πηγαίνει πάντα στα χαμένα
κι είν’ η καρδιά μου, σα σκυλί, δεμένη.
Και ξέρω ο δόλιος τι με περιμένει
μα και ψιλή δεν έχω, όλα τα χάλασα.

Καινούργιους τόπους δε θα βρεις δε θα’ βρεις άλλες θάλασσες
δεν είσαι λόρδος φουκαρά να τρέχεις δω και κει
στους ίδιους δρόμους θα γυρνάς σ’ όλη τη ζήση σου.
Και μες τες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς.
Δεν έχει πλοίο για σε. Δε μετοικεί
έτσι εύκολα ένας άψιλος· κι ως χάλασες
και τη δεκάρα τη στερνή, να χορηγήσει σου
κανείς σιτήριο τζάμπα μην ολπίζεις
στην πόλη αυτή θα ζεις και θα πεινάς
στην κώχη τούτη τη μικρή θα τουρτουρίζεις.

Άχτος Αρούρης
(Τρίβολος, φ. 109, 2.2.1934)

Όσο για τη δεύτερη κατηγορία, τις μιμήσεις, έχουμε παλιότερα παρουσιάσει στο ιστολόγιο μια σειρά από μιμήσεις που είχε δημοσιεύσει προπολεμικά ο Ναπολέων Λαπαθιώτης.

Ο Καβάφης είναι, με διαφορά, ο περισσότερο παρωδημένος ποιητής μας. Αν στη δεκαετία του 1920 πολλές καβαφικές παρωδίες (όπως π.χ. του Φώτου Πολίτη) ήταν χλευαστικές προς τον ποιητή, εδώ και πολλά χρόνια οι καβαφικές παρωδίες γίνονται σε ένδειξη τιμής. Ο Δημ. Δασκαλόπουλος στο βιβλίο Παρωδίες καβαφικών ποιημάτων (Aθήνα 1998) έχει ανθολογήσει πάνω από 100 παρωδίες του Καβάφη ενώ ο Ξ. Κοκόλης είχε εκδωσει μια συλλογή με δικές του καβαφικές παρωδίες.

Για να παρωδηθεί ένας ποιητής πρέπει να είναι ευρέως γνωστός και αναγνωρίσιμος. Έτσι, σήμερα που η απήχηση της ποίησης έχει υποχωρήσει, οι παρωδίες είναι λιγότερες (ενώ εμφανίζονται παρωδίες τραγουδιών). Ο Καββαδίας όμως, που είναι ευρύτατα γνωστός χάρη στις μελοποιήσεις ποιημάτων του, κυριως από τον Θάνο Μικρούτσικο, έχει γνωρίσει αρκετές παρωδίες -μάλιστα, υπάρχει και γι’ αυτόν μια παρωδική συλλογή: Τα ταμπού και μούσι του Γιώργου Σκαμπαρδώνη (που υπογράφει ως Νίκος Καββαθίας).

Το πρόσφατο ναυτικό ατύχημα του γιγαντιαίου φορτηγού στο Σουέζ μπορεί να προκάλεσε πολύ σοβαρά προβλήματα στο παγκόσμιο εμποριο αλλά θα τολμήσω να πω πως ήταν ένας σχεδόν καλοδεχούμενος περισπασμός από τον πανδημικό ζόφο, ιδίως αφού δεν είχε ανθρώπινα θύματα. Εξάλλου, το θέαμα ενός ανοικονομητου κολοσσού που σφηνώνει στα στενά της διώρυγας είναι από μόνο του αστείο.

Οπότε, ο Άγγελος Τσέκερης, ο διευθυντής της Αυγής, δημοσίευσε στο Φέισμπουκ μια μίμηση του Καββαδία εμπνευσμένη από το περιστατικό στο Σουέζ.

Ο Τσέκερης έχει εξαιρετική χιουμοριστική φλέβα όπως θα διαπιστώσετε αν διαβάσετε τα χιουμοριστική στήλη που δημοσιεύει κάθε Κυριακή (ένα πρόσφατο δείγμα). Η μίμησή του:

Κάτι σαν Καββαδίας

Απ τον Νοτιά τρεμόπαιζαν τα φώτα του Σουεζ
και οι βάρκες αχνοφαίνονταν κοντά στο ακροθαλάσσι
κι ο καπετάνιος γελαστός μας έκανε σαφέζ
πως σκόπευε την διώρυγα με πάντες να περάσει.

Γλυκά του ´παμε η διώρυγα πως είναι μακρουλή
και με τη μουρη μονάχα καράβι την περνάει
μα αυτός, σκληρό κι ανέμελο θαλασσινό πουλί
μας είπε «alea jacta est, θα πάμε με το πλάι».

Τώρα να ξεκολλήσουνε το πλοίο απ το στενό
με μια μπουλντόζα παιδική μοχθούνε οι αραπαδες
Χίλια καράβια μας κοιτούν με βλέμμα σκοτεινό
που το παγκόσμιο εμπόριο γαμησαμε ενθάδες
(Άγγελος Τσέκερης)

Θα μπορούσε να χτενιστεί λίγο περισσότερο αλλά έχει ρυθμό, φρεσκάδα και δροσιά.

Μου άρεσε πολύ η μίμηση και την αναδημοσίευσα στον τοίχο μου στο Φέισμπουκ. Βρήκε ανταπόκριση που δεν την περίμενα -κι έτσι έχουμε το σημερινό άρθρο.

Ο Δημητρης Φιλίππου έδωσε ένα πολύ προσεγμένο στιχούργημα εις ύφος Καββαδία με επιμονή στις ίδιες ρίμες:

AUTO-AISE

Ήτανε Μάρτης και έσκιζε ο αγέρας το Σουέζ
Κι αλύχταγε η διώρυγα σαν γέρικο φαγκότο
Ο καπετάνιος τρόμαξε τ’ ανέμου το σολφέζ
Και το τιμόνι άφησε σ’ αυτόχθονα πιλότο

Με πρόφαση πως είχε από το χλωροκίν μαλαίζ
Κλείστηκε στην καμπίνα του (με κάποιον καμαρότο)
Ο άλλος πάνω νόμιζε πως είν’ στο Σαν-Τροπέζ
Τις στενωπούς που διάβαινε σα να ‘τανε ροντότο

Τώρα παίζουν τα στοκ-μαρκετ Στοκχάουζεν (ή Μπουλέζ)
Οι εφοπλιστές νοστάλγησαν τον πειρατή ντε Σότο
Με τον πιλότο ο καπετάνιος ψάχνει μακιγέζ
Κι οι κούληδες; Στα ίσαλα, μαστίγιο και καρότο…
(Δημήτρης Φιλίππου)

Πολύ διασκεδαστικό το βρίσκω.

Και μετά μια ακόμα εξαιρετική προσπάθεια από τον Γιώργο Φαρμάκη, με αναφορές σε στίχους του Καββαδία:

Επεσε το πουσι απο εχθέζ
Ξεμειναμε και σημερα στη λασπη κολλημενοι
Μες το στενο το διαυλο του σκοτεινου Σουεζ
Και γω θυμαμαι τη Σμαρω που θα με περιμένει.

Απανω στο κατάστρωμα, κόμπρα νωθρη κοιμαται
Που απ την πρυμνη ανεβηκε, στου Κάιρου την μεριά
Εσυρθηκε νωχελικα απ τα κοντεινερ μεσα
Και απο την πλωρη αγνάντεψε τα μέρη του Σινά

Σου παν γαρμπής μας πολεμά μην το ζοριζεις
Μα εσυ το Σινικο τ’ αφεντικο ακουσες μονο
Και τωρα θαλασσα πατας, στεριά μυρίζεις
Να καθαρίσεις τη μοραβια εχεις χρόνο.

Απο της Ίντιας τα φανάρια ως τη Μαρσίγια
Σφιγμενοι ατζεντηδες μετρουν λεφτα χαμενα
Μα πα στη γεφυρα και σημερα ολα ίδια
Ψησε Χαραμ πίτα αλμυρη μόνο για μένα
(Γιώργος Φαρμάκης)

Τέλος, ο Δημήτρης Χάνος έδωσε μιαν εξαιρετική παρωδία της Εσμεράλδας του Καββαδία προσαρμοσμένη στο ατύχημα του Σουέζ:

Ολονυχτίς βυθοκορείς με γύφτικη μπουλντόζα
βαρκούλες πες μου νόμιζες πως έχει η Evergreen;
φελούκα του Εβρου που περνά μες απ’ τη Zaragoza;
τέτοιο θεριό πλεούμενο δεν είχες δει πιο πριν.

Απά στο γλυκοχάραμα το ρυμουλκό μουγκρίζει
μα ο κολοσσός ατάραχος δε λέει να κουνηθεί
Ελληνικό γκαζάδικο απ’ τ’ ανοιχτά σφυρίζει
«άντε μεγάλε αργήσαμε» φωνάζει στο CB.

Ο παπαγάλος σού ‘δειξε του GPS εικόνα
συνωστισμός απίθανος στη μπούκα του Σουέζ
σαν τις ουρές στο σπίτι μιας μικρούλας στην Ancona
που τάχα μου παρέδιδε μαθήματα σολφέζ.

Τρεις μέρες άμμο φτυάριζαν κι όταν το ξεκολλήσαν
τα χρέη κι οι ρήτρες είχανε τρελά συσσωρευτεί
σε κάτι φάπες σβουριχτές τον καπετάνιο αρχίσαν
σαν τον Γελεβουρδέζο είχε πια ρεζιλευτεί.
(Δημήτρης Χάνος)

Ο ναύαρχος Γελεβουρδέζος είναι ήρωας της κωμωδίας Δεσποινίς διευθυντής. Η τελευταία αυτή προσπάθεια μού άρεσε πολυ. Αυτήν ξεχωρίζω μαζί με την πρωτη του Τσέκερη -αλλά εσείς μπορεί να έχετε άλλες προτιμήσεις.

Με έναυσμα το Σουέζ αλλά όχι τον Καββαδία ο Χρήστος Μασμανίδης σκάρωσε δυο ωραία τετράστιχα με στιχουργικές προκλήσεις:

Φάλτσος αυτός που λάθεψε απάνω στο σολφέζ
φαλτσάρισε κι ο πλοίαρχος σαν μπήκε στο Σουέζ.
Το ever given ξόκειλε μπαίνοντας με τις πάντες
στα στενά του καναλιού και τρόμαξαν οι πάντες.

Και:

Όταν το θηρίο κατάφερε να στρέψ
μέσα στο κανάλι που’φτιαξ’ ο Λεσέψ
άλλοι έσκουζαν Αλλαχ Ακμπάρ
κι άλλοι τα πίναν σ’ενα μπαρ.

Να σημειώσω εδώ ότι ο ίδιος ο Καββαδίας, αν και ως ναυτικός θα είχε διαβεί πολλές φορές το Σουέζ (το μνηνονεύει, θαρρώ, στα γράμματά του) δεν θυμάμαι να έχει γράψει ποίημα για τη διωρυγα ή έστω να την αναφέρει σε στίχο του (σωστά θυμάμαι).

Αλλά να κλείσουμε εις ύφος Καββαδία με μια μίμηση (που την έχουμε παρουσιάσει κι άλλη φορά) του Λαπαθιώτη. Δεν είναι βέβαια για το Σουέζ.

Ταξίδι

Μπάρκαρα μούτσος, μιαν αυγή, σε κάποιο κότερο μαβί,
που σάλπαρε, στραβά κουτσά, για το Σταυρό του Νότου,
πλήρωμα οκνό, ετερόκλητο: Σπανιόλοι, αλλόκοτα βουβοί,
– καθένας με το βίτσιο του, και το παράπονό του…

Σ’ όποιο λιμάνι αράζαμε, μας έδιωχναν οι ιθαγενείς,
κι όλο σκοπέλοι κάρφωναν το δρόμο μας, κι υφάλοι!
Μα τι να κάνουμε! Μπορείς όμοιος μ’ εκείνους να γενείς,
και να τους ρίχνεις, σαν μαϊμού, καρύδες στο κεφάλι;!…

Μας κοίταζαν τα μαραμπού, και μας χαζεύαν τ’ αλμπατρός.
Τρεις σύντροφοι σφαχτήκανε για μια ξανθιά κοπέλα,
κι άλλοι πέντ-έξι πέθαναν: έλειπε, βλέπεις, ο γιατρός!
Τους ρίξαμε στη θάλασσα, κουνώντας τα καπέλα.

Κι έτσι, άξαφνα, κάποια βραδιά, βρεθήκαμε μες στους Ζουλού!
Γιατί και πώς, μην τα ρωτάς: φυσούσε τραμουντάνα,
– κι ο καπετάνιος έτυχε να’ χει, κι αυτός, το νου του αλλού,
στ’ αργά πουλιά που πέρναγαν σαν άσπρα αεροπλάνα.

Φάγαμε φρέσκον ανανά, κι άγνωστα φρούτα τροπικά,
που μήτε που τα βάνει καν ο νους σας, Ευρωπαίοι!
Μα μ’ όλα αυτά μας τα πολλά, καλά επεισόδια και κακά,
το μάτι, για το πόρτο μας, δεν έπαψε να κλαίει…

Γι’ αυτό κι εμείς όλοι μαζί, του νόστου φάρα υστερική,
μπήξαμε αλλόκοτες φωνές βλέποντας την Ασία…
Έτυχε, βλέπεις, τη βραδιάν εκείνη την ιστορική,
να’ ναι οπωσδήποτε υψωμένη κι η θερμοκρασία…

Πλάτων Χαρμίδης (= Ναπολέων Λαπαθιώτης) Πνευματική ζωή, τχ. 39, 10 Ιανουαρίου 1939

Μια και ο κοβιντ έχει κάνει δύσκολα τα ταξίδια, σημερα ταξιδέψαμε με τη δύναμη της παρωδίας. Καλή Κυριακή!

 

 

 

Posted in Παρωδίες, Ποίηση, Στιχουργική, Χιουμοριστικά | Με ετικέτα: , , , , , , , | 100 Σχόλια »

Υπό εχεμύθειαν με την Έλλη Αλεξίου

Posted by sarant στο 5 Απριλίου, 2020

Μια και η επικαιρότητα στους πανδημικούς καιρούς μας είναι ζοφερή και καταθλιπτική, σκέφτομαι σήμερα να βάλω κάτι ανάλαφρο. Θα δημοσιεύσω μερικά ανέκδοτα. Όχι όμως ανέκδοτα με την τρέχουσα σημασία της λέξης («Ήταν μια φορά ένας Άγγλος, ένας Γάλλος κι ένας Έλληνας, και λέει ο Άγγλος…») αλλά με την παλαιότερη, δηλαδή ένα συμβάν που αναφέρεται σε ιστορικό πρόσωπο αλλά που η αλήθεια του δεν επιβεβαιώνεται από έγκυρες ιστορικές πηγές [ορισμός από το ΛΚΝ]).

Και αυτά τα ανέκδοτα βέβαια συνήθως είναι αστεία ή πνευματώδη, κι αν δεν είναι αληθινά είναι μπεντροβάτα (όπως λέμε στο ιστολόγιο).

Η Έλλη Αλεξίου (1894-1988), η μικρότερη αδελφή της Γαλάτειας Καζαντζάκη, από σημαντική οικογένεια λογίων του Ηρακλείου Κρήτης, είναι γνωστή για το λογοτεχνικό και το εκπαιδευτικό της έργο και για τη συμμετοχή της στην Εθνική Αντίσταση και στους κοινωνικούς αγώνες. Η Λιλίκα, όπως την έλεγαν οι φίλοι της, είχε επίσης έφεση στα ανέκδοτα και το 1976 εξέδωσε στη Σύγχρονη Εποχή τη συλλογή «Υπό εχεμύθειαν» στην οποία παρουσιάζει εκατοντάδες ανέκδοτα λογοτεχνών και γενικά ανθρώπων της τέχνης και των γραμμάτων, αλλά και της πολιτικής, πολλά από τα οποία της τα αφηγήθηκαν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές.

Tο βιβλίο αργότερα επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις Καστανιώτης, όπου έχει εκδοθεί το σύνολο των έργων της Έλλης Αλεξίου, αλλά είναι προ πολλού εξαντλημένο και στην επανέκδοση.

Η Αλεξίου δημοσιεύει τα ανέκδοτα στη συλλογή της με τυχαία σειρά, έχει όμως ευρετήριο στο τέλος ώστε να βρίσκει εύκολα ο αναγνώστης ποια ανέκδοτα αναφέρονται σε κάθε πρόσωπο. Επίσης, για κάθε ανέκδοτο υπάρχει μνεία του προσώπου που το αφηγήθηκε.

Διάλεξα λοιπόν κάμποσα ανέκδοτα που μου άρεσαν από τα πολλά ωραία που έχει το βιβλίο στις 200 σελίδες του, αν και έδειξα κάποια προτίμηση στα πιο σύντομα. Σε κάποιες περιπτώσεις, θα μπορούσε κανείς να πει για κουτσομπολιό, αλλά όπως έλεγε κάποιος «Τίποτα το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο».

* Του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη

Κατά τη διάρκεια ενός δείπνου συστήσανε τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη σε κάποιον γνωστό μεγαλέμπορο, ο οποίος είχε μεσάνυχτα από ποίηση και φυσικά αγνοούσε και το όνομα του ποιητή. Κάποια στιγμή, που ο καλός άνθρωπος είχε στριμώξει τον Λαπαθιώτη σε μια γωνιά και του μιλούσε ασταμάτητα για την αγορά, το εμπόριο και τις δουλειές του, αντιλήφθηκε την απόγνωση και την αμηχανία του συνομιλητή του κι έσπευσε να τον ρωτήσει:

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ανέκδοτα, Λογοτεχνία, Παρουσίαση βιβλίου, Φιλολογία | Με ετικέτα: , , , , , , , | 136 Σχόλια »

Οι δρασκελιές της ποίησης

Posted by sarant στο 22 Μαρτίου, 2020

Μέρες πανδημίας, σίγουρα, αλλά χτες είχαμε και τη Μέρα της ποίησης, στις 21 Μαρτίου, που συμπίπτει περίπου με την ανοιξιάτικην ισημερία και κατά κάποιο τρόπο εγκαινιάζει την άνοιξη.

Δύσκολη άνοιξη η φετινή, σε καιρούς καραντίνας -αλλά να μην ξεχάσουμε την ποιηση. Οπότε σήμερα θα δημοσιεύσω ένα άρθρο, μάλλον τεχνικό, που όμως θα μας δώσει την ευκαιρία να θυμηθούμε μερικά ποιήματα. Το άρθρο το είχα εδώ και καιρό στο νου μου αλλά το τελικό έναυσμα μου το έδωσε μια συζήτηση που είχαμε πριν από μερικές μέρες με τον φίλο μας τον Τζι για τις εσωτερικές ομοιοκαταληξίες.

Να διευκρινίσω εδώ ότι μιλώ για την παραδοσιακή ποίηση, δηλαδή με στίχο έμμετρο, με ομοιοκαταληξία. Ίσως και στον ελεύθερο στίχο να παρατηρούνται κάποιες αναλογίες, αλλά έχουν διαφορετικό χαρακτήρα. Άλλωστε, τα παραδείγματα τα παίρνω κυρίως από το βιβλίο Η ομοιοκαταληξία του Ξ. Κοκόλη και από τη Νεοελληνική μετρική του Θρ. Σταύρου, που και τα δυο αναφέρονται κατεξοχήν στην ισόμετρη ποίηση.

Να δούμε, για παράδειγμα, το εξής απόσπασμα από το ποίημα «Ο Νυμφίος» του Γρυπάρη (ολόκληρο το βρίσκετε εδώ)

κι εδώ, όπου ασυντρόφιαστη και μόνη
αποτραβιούμαι, νιώθω να ζυγώνει
το σύγκρυο αναφτέριασμα του τρόμου.

Η ομοιοκαταληξία μόνη-ζυγώνει είναι ευχάριστη και ξαφνιάζει, λέει ο Κοκόλης, επειδή οι λέξεις της ρίμας έχουν διαφορετική συντακτική λειτουργία (θα ήταν λιγότερο ευχάριστη αν πχ είχε δυο ρήματα, ζυγώνει-θυμώνει), και επειδή και οι δυο στίχοι παρουσιάζουν διασκελισμό.

Διασκελισμός είναι το φαινόμενο της στιχουργικής κατά το οποίο ένας στίχος δεν κλείνει μέσα του ολόκληρο νόημα, αλλά η συντακτική ενότητα που το εκφράζει συνεχίζεται και στον επόμενο στίχο -αυτός είναι ο ορισμός που δίνει ο Θρασύβουλος Σταύρου.

Πράγματι, στον πρώτο από τους τρεις παραπάνω στίχους η πρόταση δεν τελειώνει στο τέλος του στίχου («μόνη») αλλά συνεχίζεται στον επόμενο: όπου ασυντρόφιαστη και μόνη αποτραβιούμαι».

Παρομοίως, στον δεύτερο στίχο, το «νιώθω να ζυγώνει» μένει ανολοκλήρωτο και μας δημιουργεί την προσμονή να δούμε τι είναι αυτό που ζυγώνει -και το βλεπουμε διαβάζοντας τον τρίτο στίχο.

Ο διασκελισμός είναι χαρακτηριστικό της προσωπικής ποίησης, Στη δημοτική και λαϊκή ποίηση ο κανόνας είναι κάθε στίχος να κλείνει ολόκληρο το νόημα, και αυτό το βλέπουμε στα δημοτικά τραγούδια πολύ καθαρά:

Του Λιβίνη

Τρία μεγάλα σύγνεφα στο Καρπενήσι πάνε,
τό ‘ να φέρνει αστραπόβροντα, τ’ άλλο χαλαζοβρόχια,
το τρίτο το μαυρύτερο μαντάτα του Λιβίνη
Σε σένα, Μήτρο μου γαμπρέ, Σταθούλα ψυχογιέ μου,
αφήνω τη γυναίκα μου, το δόλιο μου το Γιώργη,
που ‘ ναι μικρός για φαμελιά κι άπ’ άρματα δεν ξέρει
Και σα διαβεί τα δεκαννιά και γίνει παλικάρι,
ελάτε να ξεθάψετε τα δόλια τ’ άρματά μου,
που τά ‘χωσα στην εκκλησιά, μέσα στο άγιο βήμα,
να μη τα πάρουν τα σκυλιά κι ο Τουρκοκωσταντάκης

Οι διασκελισμοί που υπάρχουν εδώ οφείλονται μόνο στο ότι η προταση δεν μπορεί να χωρέσει στις δεκαπέντε συλλαβές, δεν έχουν γίνει από στιχουργική επιλογή. Αντίθετα, στην προσωπική ποίηση, ο διασκελισμός είναι θελημένος, για να χρωματιστεί εντονότερα μια λέξη ας πούμε. Επίσης, ο διασκελισμός σπάει τη μονοτονία.

Συνηθισμένοι διασκελισμοί είναι εκείνοι που χωρίζουν το ρήμα από το αντικείμενο ή το υποκείμενό του. Για παράδειγμα, στο σονέτο του Μαβίλη «Έρμονες»,

την ωραία αντιφεγγίδα σου στοιχειώνει
η ακύμαντη άρμη…

εχουμε το υποκείμενο (ακύμαντη άρμη) σε άλλον στίχο από το ρήμα και το αντικείμενο.

Πιο έντονοι διασκελισμοί είναι εκείνοι που χωρίζουν το επίθετο από το ουσιαστικό, πχ πάλι σε σονέτο του Μαβίλη, το Καρδάκι:

ΚΑΡΔΑΚΙ

Τ΄ άγνωρα ρεποθέμελα του αρχαίου
ναού στο έρμο ακροθαλάσσιο πλάι
χορταριασμένα κοίτονται. Γελάει
γύρου ομορφάδα κόσμου πάντα νέου.

Κια λέω που ακόμα απ΄ την κορφή του ωραίου
βουνού στ΄ άσπρα ντυμένη ροβολάει
η αρχαία ζωή κι αυτού φεγγοβολάει
λαμπρός ναός τεχνίτη Κερκυραίου.

Χρυσόνερο, σε βλέπω γιατί μ΄ έχει
μαγέψει το νερό στην κρύα βρύση,
που μέσαθε από τ΄ άγιο χώμα τρέχει.

Έτσι κάποιος θεός θα τόχει ορίσει.
Κι όποιος ξένος εκεί το χείλι βρέχει
στα γονικά του πλια δε θα γυρίσει.-

Στον πρώτο στίχο έχουμε τέτοιον διασκελισμό (αρχαίου / ναού), όπως και στον πέμπτο στίχο (ωραίου / βουνού). Να προσέξουμε επίσης ότι και ο ένατος στίχος έχει έντονο διασκελισμό αφού χωρίζει το βοηθητικό ρήμα από τη μετοχή (έχει / μαγέψει).

Όταν διαβάζουμε φωναχτά / απαγγέλλουμε ένα ποίημα, πρέπει να προσέχουμε τον διασκελισμό. Ο Κοκόλης συνιστά: Ο διασκελισμός πρέπει να ακολουθείται από μια αναγνωστική παύση που θα τη λέγαμε «μετέωρη»· μια παύση δηλαδή που να δείχνει ότι το νόημα δεν έχει ολοκληρωθεί· που να κρατάει «στον αέρα» τη συμπλήρωση του νοήματος.

Υπάρχουν και ακόμα πιο έντονοι τύποι διασκελισμού.

Ας δούμε ένα άτιτλο οχτάστιχο ποίημα του Αθ. Κυριαζή (1887-1950):

Η αγάπη μας, τι λιγοστή!
ρόδο που μάδησαν οι ανέμοι.
Τη θύμιση τυλίγω στη
χρυσή της νύχτας την ανέμη.

Και θα την πω τραγουδιστά
σε παραμύθια φτερωτά μου
Το πιο πικρό τραγούδι στα
χαμένα χρόνια του έρωτά μου.

Αυτό το κομψοτέχνημα, σωστό μπιζουδάκι στιχουργικό, το έχουμε ήδη παρουσιάσει στο ιστολόγιο σε ένα παλιότερο άρθρο μας (Τα μωσαϊκά της ποίησης) επειδή παρουσιάζει δυο ομοιοκαταληξίες-μωσαϊκό (τι λιγοστή : τυλίγω στη και τραγουδιστά : τραγούδι στα).

Στον τρίτο στίχο της κάθε στροφής έχουμε διασκελισμό που χωρίζει το άρθρο από το όνομά του (στη / χρυσή και στα / χαμένα). Κατά τον Κοκόλη, πρόκειται για «τον εντονότερο ίσως διασκελισμό που ανέχεται η γλώσσα μας».

Πράγματι ανάμεσα στο άρθρο και στο όνομα έχουμε ύψιστο βαθμό συνοχής, όπως επίσης ύψιστο βαθμό συνοχής έχουμε ανάμεσα στο ρήμα και στα αρνητικά μόρια δεν και μη.

Εντονότατος διασκελισμός με το «δεν» υπάρχει π.χ. στη Χαρά του Λαπαθιώτη:

Κι ὅλα τ᾿ ἄκουγα νὰ λέν,
μ᾿ ἕνα τρόπο πλάνο,
πὼς τ᾿ ἀγάπησα καὶ δὲν
πρέπει νὰ πεθάνω...

Ανάλογος διασκελισμός με το «μη» στο ποίημα του Ζαλοκώστα «Εις την αποδημούσαν ψυχήν του«:

Χύσε, ψυχή, μια δέηση στους ουρανούς και στάσου
και μη στο μαύρο χώμα, μη
αφήνεις τ’ όμορφο κορμί
και τα ξανθά μαλλιά του.

Παρόμοια, πολύ έντονοι είναι οι διασκελισμοί που πέφτουν πάνω σε άλλα μόρια όπως τα δίχως, όπου, εκτός, έως -τα οποία, επειδή δεν τα λογαριάζουμε για κανονικές λέξεις αλλά πιο πολύ για «δείκτες λειτουργίας», όπως τα πρόσημα στην άλγεβρα, έχουν μέγιστη συνοχή με τη λέξη που ακολουθεί -άρα, ο διασκελισμός στις περιπτώσεις αυτές προκαλεί μεγάλο αιφνιδιασμό.

Διασκελισμό με το «έως» έχουμε στον Βάρναλη, στον Ορέστη. Το βάζω ολόκληρο γιατί είναι πολύ περίτεχνο σονέτο, χαρακτηριστικό της νεανικής του περιόδου:

Σέλινα τα μαλλιά σου μυρωμένα,
λύσε τα να φανείς, ως είσαι, ωραίος
και διώξε από το νου σου πια το χρέος
του μεγάλου χρησμού, μια και κανένα

τρόπο δεν έχεις άλλονε! Και μ’ ένα
χαμόγελον ιδές πώς σ’ έφερ’ έως
στου Άργους την πύλη ο δρόμος σου ο μοιραίος
το σπλάχνο ν’ αφανίσεις που σ’ εγέννα.

Κανείς δε σε θυμάτ’ εδώ. Κι εσύ όμοια
τον εαυτό σου ξέχανέ τον κι άμε
στης χρυσής πολιτείας τα σταυροδρόμια

και το έργο σου σα να ’ταν άλλος κάμε.
Έτσι κι αλλιώς θα παίρνει σε από πίσου
γιά το αίμα της μητρός σου γιά η ντροπή σου.

Διασκελισμός με το «δίχως» στον Παλαμά:

Χωρίς φούντωμα, δίχως
άνθος, χλόισμα, καρπό,
κάθε κλώνος σου στίχος
τραγουδιού π’ αγαπώ.

Διασκελισμός με το «να» στον Λαπαθιώτη, στο ίδιο ποίημα που είδαμε πιο πάνω:

Κι ἂν τυχαίνει κι ὁ νοῦς νὰ
κάνει σκέψην ἄλλη,
δὲ κρατεῖ πολὺ καὶ νὰ
πάλι αὐτὴ προβάλλει…

Διασκελισμός με το «εχτός» στις Εστιάδες του Γρυπάρη:

Κι είναι γραμμένη του χαμού η Πολιτεία· εχτός
αν, πρι ο καινούριος ο ήλιος ανατείλει,
κάμει το θάμα του ο ουρανός, και στ’ άωρα της νυχτός
μακρόθυμος τον κεραυνό του κάτω στείλει.

Διασκελισμός με το «όμως» στον Δροσίνη, στην «Απόκριση στον Παλαμά«:

Συνοδοιπόροι ναι, μαζί κινήσαμε
στης Τέχνης το γλυκοξημέρωμα — όμως
με του καιρού το πέρασμα, χαράχτηκε
του καθενός μας χωριστός ο δρόμος:

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, ο διασκελισμός διακόπτει την κανονική, την προσδοκώμενη ροή του λόγου και προκαλεί ένα ξάφνιασμα, κάτι το απροσδόκητο. Και όταν συμβεί στο πρώτο σκέλος της ομοιοκαταληξίας, τότε προκαλεί, μαζί με το ξάφνιασμα, και την περιέργεια: πώς θα συνεχιστεί το νόημα ώστε να συμπληρωθεί η ρίμα;

Οπότε, η δρασκελιά της ποίησης είναι ένα απροσδόκητο στοιχείο που εξάπτει την περιέργεια.

Σε σπάνιες περιπτώσεις, κάποιοι προχώρησαν τον διασκελισμό στο μη περαιτέρω, στη… διάσπαση του ατόμου. Δηλαδή όχι απλώς χωρίζουν λέξεις που έχουν μεγάλη συντακτική συνοχή, όπως άρθρο και όνομα ή μόριο και ρήμα, αλλά χωρίζουν την ίδια τη λέξη.

Εδώ έχουμε το παράδειγμα του Σολωμού, που έχει έναν και μοναδικό τέτοιον υπερδιασκελισμό, στον Ύμνο εις την ελευθερία.

Τόσα πέφτουνε τα θέρι
σμένα αστάχια εις τους αγρούς·
σχεδόν όλα εκειά τα μέρη
εσκεπάζοντο απ’ αυτούς.

Επειδή πρόκειται για ξεχωριστό και αξιοπερίεργο στιχουργικό τέχνασμα, δεν θα πω άλλα για αυτόν τον «ενδολεκτικό» διασκελισμό, παρά μόνο ότι τον συνήθιζε ο Σκαρίμπας και από τους νεότερους ο Γιώργος Κεντρωτής. Ελπίζω κάποια στιγμή, πχ του χρόνου τέτοια εποχή, να γράψω ένα σχετικό άρθρο.

Και θα κλείσω με ένα ποίημα του καιρού μας, γραμμένο στη χιλιετία μας, που παρουσιάζει έναν έντονο διασκελισμό, ανάμεσα σε αόριστο άρθρο και σε όνομα, το Αντισονέττο του Θοδωρή Ρακόπουλου, γραμμένο το 2012. Έχει κάμποσους διασκελισμούς βέβαια -και με το «μια» στον προτελευταίο στίχο.

ΑΝΤΙΣΟΝΕΤΤΟ
Ξέρω πως την περιφρονείς αυτή την τέχνη. Δεν έχεις
κι άδικο. Λέξεις, η μια μετά την άλλη, και στο τέλος
μια ομοιοκαταληξία. Σπουδαίο πράμα… «Να προσέχεις»,
λένε οι φιλόλογοι, «τους δεκαπεντασύλλαβους, το μέλος
κι –όταν μπορείς– και τον ρυθμό». Μα τότε μένει η ποίηση
απλά μια τεχνική… Γι’ αυτό σου λέω, Μικρή Αλεπού,
φέρε τον χρόνο και την διάθεση να γίνει μες στην κίνηση
εικόνα το γραπτό, να αποτυπωθεί σαν όραμα αλλού,
σε κάποιον τοίχο ή σκοτεινή αίθουσα… ίσως ακόμη μες
στο θερινό της επαρχίας, με τα ζευγάρια που αγκαλιά
κοιτάνε το πανί, και λεν «καλά, το έργο είναι μεγάλο».
Βέβαια, νά πως να το πω, δήθεν μου έλειψες προχτές
και σκάρωσα αυτό εδώ, για να σου δείξω μια
περίπτωση σονέτου! Ας πάω τώρα να κάνω κάτι άλλο.

 

 

 

 

 

 

 

Posted in Ομοιοκαταληξία, Ποίηση, Στιχουργική | Με ετικέτα: , , , , , , | 129 Σχόλια »

Το κουτί της Πανδώρας και άλλα «σοφά λάθη»

Posted by sarant στο 21 Αυγούστου, 2017

Την ιδέα για το σημερινό άρθρο την πήρα από μια πρόσφατη δημοσίευση του Χρίστου Γραμματίδη στο Φέισμπουκ, που αναφερόταν στο πρώτο από τα σοφά λάθη που θα δούμε.

Ο όρος «σοφά λάθη» που χρησιμοποιώ είναι εσκεμμένα ανακριβής, εξού και τα εισαγωγικά στον τίτλο. Ακριβέστερο θα ήταν να πούμε για «λαθη σοφών».

Γιατί τα λέω έτσι;

Για να απαντήσουμε, ας σκεφτούμε το κουτί της Πανδώρας. Ξέρετε, το γνωστό κουτί που η Πανδώρα άνοιξε, μη μπορώντας να αντισταθεί στην περιέργεια, με αποτέλεσμα να ξεχυθούν από μέσα όλα τα δεινά στον κόσμο μας, αρρώστιες, πείνα, πόλεμος -αλλά και η ελπίδα, το αντίδοτο στα δεινά.

Η έκφραση έχει μπει και στη γλώσσα μας. Όταν λέμε «άνοιξε το κουτί της Πανδώρας» εννοούμε ότι έθεσε σε κίνηση μια διαδικασία που αποδεικνύεται πηγή αλλεπάλληλων κακών.

Κι όμως, το «κουτί της Πανδώρας» είναι «λάθος». Στην ελληνική μυθολογία δεν ήταν κουτί αλλά πιθάρι. Ναι, πιθάρι.

Για την Πανδώρα και το πιθάρι της μας μιλάει ο Ησίοδος στο Έργα και ημέρες. Την Πανδώρα την έφτιαξαν οι θεοί, πανέμορφη και ποθητή, για να τιμωρήσουν τους ανθρώπους μετά την αποκοτιά του Προμηθέα που έκλεψε τη φωτιά. Με εντολή του Δία, ο Ερμής τη χάρισε για σύζυγο στον Επιμηθέα, τον αδελφό του Προμηθέα.

Στο σπιτικό του Επιμηθέα υπήρχε ένα πιθάρι και η Πανδώρα έβγαλε το «μέγα πώμα» του και το άνοιξε και…

ἀλλὰ γυνὴ χείρεσσι πίθου μέγα πῶμ’ ἀφελοῦσα ἐσκέδασ’, ἀνθρώποισι δ’ ἐμήσατο κήδεα λυγρά.

Λίγο πολύ καταλαβαίνουμε τι θέλει να πει, αφού η γλώσσα είναι μία και ενιαία, έτσι; Αλλά και να μην καταλαβαίνουμε το νόημα, πάντως βλέπουμε σαφώς ότι ο Ησίοδος χρησιμοποιεί τη λέξη «πίθος».

Πώς το πιθάρι έγινε κουτί; Χρειάστηκε να μεσολαβήσει ένας σοφός -γι’ αυτό και λέω για «σοφό λάθος».

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in χημεία, Ετυμολογικά, Λαθολογία, Μυθολογία, Μεταφραστικά | Με ετικέτα: , , , , , , , , , , | 191 Σχόλια »

Οι αρχαίοι είχαν την πλάκα τους (Δημ. Σαραντάκος) 3 – Η πεισματάρα καλοτυχία του Πολυκράτη

Posted by sarant στο 6 Ιουνίου, 2017

Πριν από ένα μήνα άρχισα να δημοσιεύω αποσπάσματα από το βιβλίο του πατέρα μου, του Δημήτρη Σαραντάκου, «Οι αρχαίοι είχαν την πλάκα τους» που κυκλοφόρησε το 2009 από τις εκδόσεις Γνώση. Η προηγούμενη δημοσίευση βρίσκεται εδώ (φυσικά πρόκειται για αυτοτελείς ιστορίες).

Συνεχίζω και σήμερα με μιαν ιστορία από τον Ηρόδοτο, αυτή τη φορά από τον ελλαδικό χώρο. Να θυμίσω ότι για τον Πολυκράτη τον Σάμιο έχουμε παλιότερα δημοσιεύσει έναν μίμο του Σβομπ, το Κρασί του Πολυκράτη, σε μετάφραση του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη.

Η πεισματάρα καλοτυχία του Πολυκράτη

Οι περισσότεροι άνθρωποι μακαρίζουν, με το δίκιο τους άλλωστε, εκείνους που η Τύχη τούς χαμογελά και μάλιστα συχνά, τους τυχερούς δηλαδή της ζωής. Να όμως που ένας, μυαλωμένος οπωσδήποτε άνθρωπος, ο φαραώ της Αιγύπτου Άμασις, είχε διαφορετική γνώμη. Πίστευε πως η υπερβολική εύνοια της Τύχης πολύ συχνά θα κατέληγε σε συμφορά. Και δεν έπεσε έξω.

Ο Άμασις, φαραώ της 18ης Δυναστείας, βασίλεψε στην Αίγυπτο στα μέσα του 6ου αιώνα της Αρχαιότητας. Είχε αναπτύξει φιλικές σχέσεις με τους Έλληνες, οι οποίοι είχαν ιδρύσει στο Δέλτα του Νείλου, πολύ κοντά στην τότε πρωτεύουσα της χώρας, τη Σάιδα, μια «πανελλήνια» αποικία, τη Ναύκρατη. Ιδιαίτερες φιλίες είχε αναπτύξει ο Άμασις με τον τύραννο της Σάμου, τον Πολυκράτη, που εθεωρείτο ο πιο τυχερός άνθρωπος του καιρού του.

Η τυραννία της αρχαϊκής και προκλασικής εποχής ήταν ένα ιδιότυπο καθεστώς, που σε πολλές ελληνικές πόλεις αποτέλεσε το ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ της ολιγαρχίας, δηλαδή της διακυβέρνησης των αριστοκρατών, που είχαν διαδεχθεί τους βασιλείς της μυκηναϊκής εποχής, και της δημοκρατίας, δηλαδή της διακυβέρνησης του δήμου, του λαού. Οι τύραννοι κατά κανόνα στηρίζομενοι σε μεσαία και κατώτερα λαϊκά στρώματα, χτύπησαν τους αριστοκράτες και περιορισαν την εξουσία και την επιρροή τους. Φυσικά δεν ήταν λαϊκοί ηγέτες. Κυβερνούσαν αυταρχικά και πολύ συχνά κατέφευγαν στην τρομοκρατία για να κρατηθούν στην εξουσία.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Αρχαία ελληνικά, Αρχαίοι, Δημήτρης Σαραντάκος | Με ετικέτα: , , , , , | 92 Σχόλια »

Ποιήματα για τη μέρα της ποίησης -και πάλι

Posted by sarant στο 21 Μαρτίου, 2017

Η άνοιξη ξεκίνησε από χτες, διάβασα, αλλά η σημερινή μέρα, κι αν δεν είναι η πρώτη μέρα της άνοιξης είναι όμως η Παγκόσμια μέρα της ποίησης. Το ιστολόγιο, καθώς έχει προγραμματικό αντικείμενο «τη γλώσσα, τη λογοτεχνία» και μετά όλα τα άλλα, έχει κι άλλες χρονιές τιμήσει τη μέρα τούτη, άλλοτε με ποιητικό κουίζ και άλλοτε  με αθησαύριστα ποιηματα.

Για φέτος λέω να επαναλάβω κάτι που έκανα πριν από τρία χρόνια: θα βάλω εγώ τρία ποιήματα, που είναι (σχεδόν) αγκούγκλιστα, δηλαδή δεν υπάρχουν στο Διαδίκτυο ή τουλάχιστον δεν βγαίνουν αν κάνεις αναζήτηση στο Γκουγκλ -δεν βγαίνουν, να διευκρινίσω, τώρα που γράφω το άρθρο, αφού σε λίγες ώρες από τώρα τα ποιήματα αυτά θα γκουγκλίζονται, καθώς θα τα έχει καταγράψει το αδηφάγο και παντεποπτικό μάτι του γκουγκλ· αλλά αυτός είναι ο σκοπός μου, να αυξηθεί έστω και λίγο η παρουσία της ποίησης στο Διαδίκτυο.

Ωστόσο, για να το κάνω αυτό χρειάστηκε να ψάξω κάμποσην ώρα, ν’ ανοίξω κιτάπια -δεν έχουν όλοι τη δική μου την πετριά. Οπότε, ενώ σας προσκαλώ να βάλετε στα σχόλια ένα ή περισσότερα ποιήματα που αγαπάτε, δεν βάζω σαν όρο να μην γκουγκλίζονται. Αν τα ποιήματα που διαλέξατε δεν είναι και πολύ γνωστά, αυτό αρκεί. Και γνωστά να είναι, δεν θα χαλάσουμε τις καρδιές μας, άλλωστε είναι και υποκειμενικό το τι είναι γνωστό -ε, δεν θα βάλετε και την Ιθάκη, φαντάζομαι 🙂

Εγώ θα ξεκινήσω με ένα ποίημα του Λαπαθιώτη, βέβαια. Ο Λαπαθιώτης έχει πολύ έντονη παρουσία στο Διαδίκτυο -είναι άλλωστε από τους περισσότερο μελοποιημένους ποιητές μας- κι έτσι δυσκολεύτηκα αρκετά να βρω κάποιο δικό του που να μ’ αρέσει και να μην υπάρχει ήδη στον κυβερνοχώρο. Βρήκα ένα από τα πολύ πρώτα του ποιήματα, που «γκουγκλίζεται εν μέρει», με την έννοια ότι υπάρχουν αποσπάσματά του στο διαδίκτυο. Μάλιστα, το είχαμε αναφέρει στη Λεξιλογία διότι περιέχει τον πληθυντικό τύπο «οδύνες», που συγχέεται με τον τύπο «ωδίνες».

Πρόκειται για το ποίημα «Στα περασμένα», που δημοσιεύτηκε στον Νουμά το 1906, όταν ο Λαπαθιώτης ήταν 18 χρονών:

ΣΤΑ ΠΕΡΑΣΜΕΝΑ

Μας ξεπλανάτε σε όνειρα σαν τις Σειρήνες,
στο εξωτικό τρεμόσβημα θλιμμένης δύσης,
και μας μεθάτε με γλυκύτατες οδύνες!
Ανάθεμά σας, κολασμένες αναμνήσεις!

Ο δρόμος σας δε χάνεται βαθιά στη λήθη,
και το φως σας την τυφλή σκέψη ξαναπάγει
στα μαγικά και στα φαρμακερά σας βύθη…
Πνιγείτε πια στης νύχτας τα βουβά πελάγη!…

Μας γκρεμίζει μια δύναμη, τρομερή που ’ναι,
στους ροδινούς σας κόσμους, που δε γυρνούν πίσω.
Γύρω θωρώ τόσες ψυχές που λησμονούνε:
γιατί κι εγώ να μη μπορώ να λησμονήσω;

Ω μνήμη! Τη φτωχή την ύπαρξή μου, αχ, άσε!
Σε λήθης μαύρα κύματα καταποντίσου!
Καρδιά τρελή, πολύπαθη, γιατί θυμάσαι;
Στου χρόνου τους χειμάρρους πνίξε την ορμή σου!

Ένα φιλί σας στέλνω, αγάπες μου! Είστε οι ξένοι,
που βιάζονται η ώρα της φυγής τους να σημάνει.
Η λάμψη σας θαμπώθηκε, σιγά πεθαίνει…
Ας ήταν κι η καρδιά μου να σιγοπεθάνει!

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Όχι στα λεξικά, Επετειακά, Ποίηση | Με ετικέτα: , , | 126 Σχόλια »

Καζαμίας το 2017;

Posted by sarant στο 5 Ιανουαρίου, 2017

Μου γράφει ένας φίλος χτες το πρωί: «Εψαξα το ιστολόγιο και δεν βρήκα να έχεις γράψει άρθρο για τον Καζαμία. Γιατί δεν γράφεις κάτι;».

Του απαντάω «Διαβάζεις τις σκέψεις μου;» διότι εκείνην ακριβώς τη στιγμή μάζευα υλικό για το σημερινό άρθρο! Τόσα χρόνια που ιστολογώ, σπάνια τυχαίνει τέτοια σύμπτωση, οπότε είπα να την αναφέρω.

Βέβαια, τις πρώτες μέρες της καινούργιας χρονιάς ο Καζαμίας είναι κάτι επίκαιρο, οπότε η σύμπτωση δεν είναι τόσο εντυπωσιακή όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως.

Αλλά να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Σύμφωνα με το λεξικό, ο Καζαμίας είναι «λαϊκό έντυπο με το ημερολόγιο της χρονιάς και με διάφορες πληροφορίες και προβλέψεις που στηρίζονται στην αστρολογία».

Ο ορισμός είναι ακριβής. Κι αν έχουμε συνδυάσει τον Καζαμία με το επαρχιακό και το παρωχημένο, Καζαμίες εκδίδονται και σήμερα, με ύλη αρκετά εκσυγχρονισμένη, και, σύμφωνα με σχετικά πρόσφατη συνέντευξη της εκπροσώπου ενός εκδοτικού οίκου, οι μεγάλοι Καζαμίες πουλάνε περί τις 150.000 αντίτυπα κάθε χρονιά, εξακολουθούν δηλαδή να έχουν μεγάλη απήχηση. Πρόκειται βέβαια για φτηνό έντυπο, με τιμή γύρω στα 2 ευρώ.

casamiaΑπό πού όμως βγήκε η λέξη; Σύμφωνα με το λεξικό, Casamia ήταν όνομα φανταστικού αστρολόγου που έμπαινε σαν τίτλος σε τέτοια βιβλία που εκδίδονταν στα ιταλικά. Το ίδιο αναφέρει και το ετυμολογικό του Μπαμπινιώτη γράφοντας (λαθεμένα;) Cazamia.

Εδώ αριστερά βλέπετε το εξώφυλλο ενός τέτοιου βιβλίου που εκδόθηκε το 1827. Ο πλήρης τίτλος του είναι Il giro astronomico del celebre astronomo, fisico e cabalista Pietro G.P. Casamia, Veneziano. Αστρονόμικο λέει, αλλά την εποχή εκείνη η λέξη σήμαινε τον αστρολόγο περισσότερο. Σε άλλες εκδόσεις το όνομα είναι Τζανπέτρο Καζαμία, η καταγωγή πάντα από τη Βενετία. Κάπου διάβασα ότι τα πρώτα τέτοια βιβλία κυκλοφόρησαν στα τέλη του 18ου αιώνα στην Ιταλία πάντοτε.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Posted in Ημερολογιακά, Λαογραφία | Με ετικέτα: , , , | 162 Σχόλια »