Εδώ και λίγο καιρό έχω αρχίσει να δημοσιεύω, κάθε δεύτερη Τρίτη, αποσπάσματα από το βιβλίο του πατέρα μου, του Δημήτρη Σαραντάκου, “Ο άγνωστος ποιητής Άχθος Αρούρης” (εκδ. Ερατώ, 1995, εξαντλημένο), που είναι μια βιογραφία του παππού μου, του Νίκου Σαραντάκου (1903-1977), ο οποίος είχε το ψευδώνυμο Άχθος Αρούρης (που είναι ομηρική έκφραση και σημαίνει ‘βάρος της γης’). Η σημερινή είναι η ενδέκατη συνέχεια. Η προηγούμενη συνέχεια βρίσκεται εδώ.
Με τη σημερινή συνέχεια μπαίνουμε στο τέταρτο κεφάλαιο του βιβλίου, που έχει τον γενικό τίτλο Ένας μέτοικος στη Μυτιλήνη του μεσοπολέμου και παρακολουθεί τη ζωή του παππού μου από το 1928 που παντρεύτηκε τη γιαγιά μου, την Ελένη Μυρογιάννη, και εγκαταστάθηκε στη Μυτιλήνη. Να θυμίσω ότι στην προηγούμενη συνέχεια τον είχαμε αφήσει εργένη στην Αθήνα, να ζει ζωή μποέμικη με τους φίλους του και να διασκεδάζει με τις παραδοξολογίες του κυρίου Θεόδωρου. Παρέλειψα την «Απόφαση για γάμο», όπως επιγράφεται αυτή η σύντομη ενότητα του βιβλίου, για τον απλό λόγο ότι δεν με βόλευε να την αναρτήσω μόνη της.
Στο τέταρτο αυτό κεφάλαιο, ο πατέρας μου προτάσσει μια εισαγωγή για τους Παλιοελλαδίτες και τους Νεοελλαδίτες που έχει αυτόνομη αξία, πέρα από το ρόλο της στη διήγηση.
Παλιοελλαδίτες και νεοελλαδίτες
Η απελευθέρωση της Λέσβου και των άλλων νησιών του Ανατολικού Αιγαίου το 1912 και η ενσωμάτωσή τους στο ελληνικό κράτος μπορεί να τα απάλλαξε από την οθωμανική διοίκηση και την εθνική υποδούλωση, δεν τα βοήθησε όμως από οικονομικής πλευράς. Τα νησιά χάσανε τη φυσική τους ενδοχώρα που ήταν οι απέναντι ακτές της Αιολίδας και της Ιωνίας, κατοικούμενες επίσης από Έλληνες, και άρχισαν να παρακμάζουν. Η έλευση των προσφύγων μετά το 1922 ανέκοψε αυτή την πορεία, γιατί το νέο πληθυσμιακό στοιχείο, ζωντανό και δραστήριο, έδωσε νέα ώθηση στις οικονομικές και άλλες δραστηριότητες. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στη Λέσβο, όπου κατά κύριο λόγο εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες, αντικαθιστώντας το υπολογίσιμο τουρκικό στοιχείο, (στη Χίο, στη Σάμο και στην Ικαρία ουδέποτε είχαν εγκατασταθεί τουρκικοί πληθυσμοί). Η οικονομική πάντως παρακμή με όλες τις συνέπειές της, επιβραδύνθηκε μεν από την εγκατάσταση των. προσφύγων αλλά δε σταμάτησε και συνεχίζεται ως σήμερα.