Σήμερα, που συμπληρώνονται επίσημα τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821 αναδημοσιεύω μια πρόσφατη συνέντευξη του φίλου Παντελή Μπουκάλα στον ιστότοπο news247 και στον Γιάννη Φιλέρη (η αρχική δημοσίευση βρίσκεται εδώ) στην οποία ο Μπουκάλας, που μελετάει επί χρόνια το δημοτικο τραγούδι και εκδίδει, ως έργο ζωής, μια πολύτομη (και πολύτιμη) μελέτη, μιλάει για το πώς αποτυπώθηκε το Εικοσιένα στη δημοτική ποίηση και για τη σχέση των αγωνιστών με το δημοτικό τραγούδι.
Η εισαγωγή του Γιάννη Φιλέρη:
Τώρα που έρχεται η επέτειος για τα 200 χρόνια της επανάστασης του 1821, αναμένοντας τα ταρατατζούμ της «Εθνικής Επιτροπής», ο καθένας από μας ανασύρει μνήμες. Όσο πιο πίσω στο παρελθόν πάει το μυαλό, άλλο τόσο περίεργες είναι και οι αναμνήσεις, με φουστανέλες, τον Παπαφλέσσα-Παπαμιχαήλ της μικρής οθόνης, να εμπλέκονται με θεατρικά στο σχολείο, πανηγυρικούς από τους Γυμνασιάρχες-Λυκειάρχες, κλαρίνα, τσάμικα και καλαματιανά
Η ηγεσία μιας άλλης «επανάστασης» στα λόγια, στρατιωτικής δικτατορίας στην πραγματικότητα, είχε ξαμοληθεί στα χωριά, εγκαινιάζοντας ανύπαρκτα έργα με το μυστρί του ο Πατακός, χορεύοντας τσάμικα με τους φαντάρους ο Παπαδόπουλος, ενώ λίγη ώρα πριν μαθητές, προσκοπάκια και λοιποί, αναβίωναν, ας πούμε τη μάχη της Γραβιάς. Αν δει κανείς τα επίκαιρα των 150 ετών, της επετείου που εορτάστηκε καταμεσής της χούντας θα καταλάβει. Και στα αυτιά του θα ηχήσουν τα κλαρίνα και τα απαραίτητα δημοτικά.
Ποια δημοτικά, όμως; Όχι, βέβαια όλα. Αν ήξερε η χούντα την ελευθεροστομία και το πνεύμα των ραγιάδων, των Γραικών που κάποτε ονειρεύτηκαν ότι μπορούσαν να ζήσουν χωρίς αφέντες, μπορεί και να το έριχνε στην κλασική μουσική.
Η δημοτική ποίηση δεν είναι, βέβαια, αυτή που μάθαμε εμείς μεγαλώνοντας στις πόλεις, έστω κι αν κάποια γιαγιά πρόλαβε να μας σιγοτραγουδήσει ένα από τα αγαπημένα της. Στη δική μου, τη λατρεμένη Αρετή που’ χε και ωραία φωνή, της άρεσε η Περβολαριά και τραγουδούσε σχεδόν δακρύζοντας «περβολαριά μου σε ηγάπησα, μες την καρδιά μου σε ζωγράφισα». Σε ηγάπησα, ναι…
Τα τραγούδια που γεννήθηκαν μέσα από την ίδια ζωή των Ρωμιών, περίγραψαν έρωτες, διηγήθηκαν παραμύθια, μίλησαν για τον θάνατο, τη γυναίκα, τον άντρα, βίωσαν την σκλαβιά, αφουγκράστηκαν την επανάσταση.
Ο Παντελής Μπουκάλας, που όπως λέει ο ίδιος «κολύμπησε από νωρίς στον ωκεανό» της δημοτικής ποίησης και θα μας βοηθήσει σήμερα σε μια προσπάθεια κατανόησης μιας παράδοσης, που μας ενώνει με το παρελθόν μας.
Συγγραφέας, ποιητής, δοκιμιογράφος, αρθρογράφος εδώ και χρόνια στην Καθημερινή, ο Παντελής έχει γράψει ήδη τρία βιβλία για τα δημοτικά και ετοιμάζει το τέταρτο σε δυο τόμους, βασισμένο στην διδακτορική του διατριβή. Τώρα στα … γεράματα, βλέπετε, αποφάσισε να γίνει και φιλόλογος παίρνοντας το πτυχίο του από τη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου της Κύπρου.
Πού να φανταζόμουν, μειράκιον της δημοσιογραφίας το 1986, σε ποιον άνθρωπο πήγαιναν τα χειρόγραφά μου για να διορθώσει τις ελληνικούρες και τις ασυνταξίες μου, ώστε να δημοσιευτούν στις αθλητικές σελίδες της «Πρώτης»; Τον θυμάμαι να καπνίζει αρειμανίως, να γράφει ακόμη περισσότερο και να μιλάει για … ποδόσφαιρο!
Δεν είναι μύθος, αλλά αλήθεια. Οι διορθωτές των εφημερίδων, ήταν πάντα οι πιο μορφωμένοι άνθρωποι που κυκλοφορούσαν στα Γραφεία τους. Ο Παντελής Μπουκάλας έχει και ένα άλλο χαρακτηριστικό: Η γραφή του είναι μοναδική και αξεπέραστη. Όσοι τον διαβάζουν τακτικά, καταλαβαίνουν.
Ένας άριστος μαθητής που οι καθηγητές του στο Γυμνάσιο τον έπεισαν ότι έπρεπε να γίνει γιατρός, έγραψε όμως άσχημα στην … έκθεση (ακόμη το φέρει βαρέως) και έτσι μπήκε στην οδοντιατρική. Την τελείωσε από πείσμα και προς χάριν της μητέρας του, η οποία δεν πρόλαβε να τον δει πτυχιούχο, αλλά προφανώς δεν επρόκειτο ποτέ να εξασκήσει το επάγγελμα, αφού είχε γεννηθεί για να γράφει, να διαβάζει και πάλι να γράφει.
«Μόνο στον στρατό, έβγαζα τα δόντια των φαντάρων και τους έκανε ενέσεις καφεΐνης για να συνέλθουν από τα βραδινά μεθύσια…»
H συνέντευξη:
Η ενασχόληση με τη δημοτική ποίηση πως προέκυψε;
«Από μικρός μου άρεσε να πηγαίνω σε πανηγύρι, είχα ακούσματα, με ενδιέφερε και η γλώσσα τους. Όταν αποφάσισα να τα μελετήσω και να τα καταγράψω συνειδητοποίησα ότι δεν είναι εύκολο. Μπήκα σε ένα τεράστιο πέλαγος και αποφάσισα να κολυμπήσω. Φυσικά έπρεπε να μελετήσω όσους είχαν ασχοληθεί προγενέστερα με τη δημοτική ποίηση, όπως ο Νίκος Πολίτης και ο Γιώργος Ιωάννου αλλά και τους νεότερους σαν τον Αλέξη Πολίτη και τους υπόλοιπους συγγραφείς, μελετητές που ασχολήθηκαν με την δημοτική παράδοση. Με τον καιρό, είτε έβρισκα, είτε μου’ ρχονταν και τοπικές συλλογές, από διάφορα μέρη της Ελλάδας, ανακαλύπτοντας σχεδόν χαμένους θησαυρούς, που δεν συμπεριλαμβάνονταν στην επίσημη βιβλιογραφία με τα καταγεγραμμένα τραγούδια. Μάθαινα κιόλας πράγματα που μου διέφευγαν…
Όπως;
«Ότι η τουρκοκρατία σε άλλες περιοχές της Ελλάδας δεν κράτησε 400 αλλά 500 χρόνια, σε άλλες δεν πήγε καν, ωστόσο το μίσος για τους Φράγκους μπορεί να ήταν και μεγαλύτερο, ενδεχομένως και λόγω του σχίσματος μεταξύ ορθόδοξων και καθολικών. Παρουσιάζοντας και το τραγούδι όπου πέφτουν κατάρες στον Άγιο Γεώργιο, γιατί δεν αντέχεται άλλο η σκλαβιά, με έβαλε στο μάτι ο «Στόχος» κι έγινα … εθνομηδενιστής, λες κι έγραψα εγώ τους στίχους»
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »