Εδώ και χρόνια ασχολούμαι με τα χρονογραφήματα του Κώστα Βάρναλη σε διάφορες αθηναϊκές εφημερίδες από το 1939 ως το 1944 και από το 1950 έως το 1958. Έχουν ήδη εκδοθεί, από τις εκδόσεις Αρχείο και σε δική μου φιλολογική επιμέλεια, τέσσερις τόμοι με θεματική κατάταξη: Αττικά, Αστυνομικά, Συμποσιακά και Πολεμικά. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, στο τέλος του χρόνου θα κυκλοφορήσει ένας ακόμα τόμος, που είναι σχεδόν έτοιμος, τα «Ερωτικά», δηλαδή 181 χρονογραφήματα του Βάρναλη για τον έρωτα και τη γυναίκα, για τις σχέσεις των δύο φύλων και την έγγαμη συμβίωση.
Θα μιλήσουμε κι άλλη φορά για τον τόμο αυτόν, όταν κυκλοφορήσει. Σήμερα όμως, που είναι Κυριακή κι έχουμε θέμα λογοτεχνικό, σκέφτηκα να βάλω, σε προδημοσιευση, ένα χρονογράφημα του Βάρναλη που είναι όχι απλώς ερωτικό αλλά και σινεφίλ, θα έλεγε κανείς, αφού εξετάζει την αίθουσα του κινηματογράφου ως ερωτική εστία. Το βρίσκω πολύ καλογραμμένο και νομίζω πως θα σας αρέσει, έστω κι αν τέτοιες μέρες μόνο σε θερινούς κινηματογράφους έχουμε όρεξη να μπούμε.
Το χρονογράφημα αυτό του Βάρναλη δημοσιεύτηκε στην Πρωία τον πρώτο χρόνο της Κατοχής, στις 15 Οκτωβρίου 1941. Φυσικά πάρα πολλά έχουν αλλάξει από τότε, ο έρωτας όμως;
Περί οθόνης σκιάς
— «Ό,τι είναι τα πάρκα το καλοκαίρι, είναι οι κινηματογράφοι το χειμώνα: ερωτικό εντευκτήριο. Όλο το καλοκαίρι, πριν ακόμη βασιλέψει ο ήλιος, τα προνοητικά ζευγάρια πιάνανε από νωρίς τους πιο παράμερους πάγκους, περιμένοντας τη νύχτα με τ’ άστρα της, όχι για να παραδοθούνε στη δροσιά της, παρά να παραδοθούνε στη φωτιά τη δική τους. Το πάρκο του Πολυγώνου με την απέραντη έκτασή του και με τους αμέτρητους κρυψώνες του ήτανε το βασίλειο του Έρωτα και πολίτες του μονάχα οι νέοι. Οι γέροι εκεί καταπίνανε το φαρμάκι της ατιμίας τους, με την αρχαία σημασία της λέξης, που θα πει στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων. Όχι όμως και λίγοι από τους γέρους ήταν ενθουσιασμένοι με το θέαμα των αγκαλιασμένων νέων, όπως εκείνος ο γέρος του Μυρζέ[1], όταν είδε στο αντικρινό του σπίτι τους φοιτητές που ολοχρονίς διαβάζανε και δε γλεντούσανε, να φέρουνε μια μέρα κορίτσια και να τραγουδάνε, βγήκε κι αυτός στο μπαλκόνι κι άρχισε να χορεύει από τη χαρά του.