….όχι βεβαίως γατάκια στην Αιδηψό! Αλλά το σημερινό άρθρο παίρνει αφορμή από τα δύο προηγούμενα. Από το χτεσινό μας άρθρο, για το γατάκι στην Αιδηψό, δανείστηκα το ρήμα (και μόνο). Και από το προχτεσινό μας άρθρο, για το αν γράφετε Φρανκφούρτη ή Φραγκφούρτη, δανείζομαι τη δομή του ερωτήματος, σαν σφυγμομέτρηση πες.
Διότι, βλέπετε, η λέξη κλοτσάω (και όλες της οικογένειας: κλότσος, κλοτσιά, κλοτσηδόν, κλοτσοσκούφι κτλ.) αποτελεί ένα από τα γνωστά παραδείγματα ορθογραφικής διτυπίας στη γλώσσα μας.
Παλιότερα οι λέξεις αυτής της οικογένειας γράφονταν με ωμέγα: κλωτσιά, κλωτσάω, κλωτσοσκούφι, όπως στην ταινία με τη Βουγιουκλάκη.
Κι έτσι, ενώ η επίσημη (εννοώ τη σχολική) ορθογραφία θέλει τη λέξη με όμικρον, και με όμικρον τη γράφουν όλα τα λεξικά, πολλοί, ίσως οι περισσότεροι, τη γράφουν με ωμέγα. Όπως έμαθαν; Νομίζω ότι και νεότεροι, που ασφαλώς τη διδάχτηκαν με όμικρον στο σχολείο, θα τη γράφουν με ωμέγα -αλλά αυτό θα το δούμε στα σχόλια (και βεβαια, οι λέξεις της οικογένειας αυτής δεν έχουν πολλές ευκαιρίες να εμφανιστούν γραμμένες σε σχολικό κείμενο).
Η λέξη «κλοτσάω» δεν έχει ελληνική ετυμολογία. Οι αρχαίοι έλεγαν «λακτίζω», απ’ όπου έχει μείνει και το εναρκτήριο λάκτισμα στο ποδόσφαιρο (και με μεταφορική σημασία).
Σύμφωνα με τα ετυμολογικά λεξικά, γενάρχης, ας πούμε, της οικογένειας είναι η λέξη «κλότσος», που αποτελεί δάνειο από το ιταλικό calcio (λάκτισμα, φτέρνα) το οποίο ανάγεται στο λατινικό calx, φτέρνα. Στα ιταλικά, όπως θα ξέρουν οι φίλαθλοι, calcio είναι και το ποδόσφαιρο. Οι παλαιοί, όπως ο Κοραής, ήθελαν τη λατινική λέξη calx να προέρχεται από το αρχαίο «λαξ» (πρβλ. πυξ λαξ) αλλά δεν ισχύει κάτι τέτοιο.